Θέμα πτυχιακής εργασίας. Διαχρονική Ανάλυση Ισολογισμών Όλων Των Ξενοδοχειακών Επιχειρήσεων Της Μυτιλήνης. Εισηγήτρια: ΑΛΑΝΗ ΜΑΡΙΑ Α.Μ.



Σχετικά έγγραφα
Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής. Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση

3 χρή η ρ μ. Εισαγωγή στην ανάλυση με τη χρήση αριθμοδεικτών. Στην διαστρωματική ή κάθετη ανάλυση περιλαμβάνονται η κατάρτιση της χρηματοοικονομικής

Χρηματοοικονομική ανάλυση των ΜΜΕ

Εισαγωγή στην. χρηματοοικονομική ανάλυση

Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική ανάλυση

Πραγματοποιείται με την κατάταξη των στοιχείων κατά κατηγορίες για μια σειρά ετών. Η σύγκριση των στοιχείων με παρελθόντα στοιχεία αυξάνει την

ΑΡΘΡΟ: ΕΡΜΗΝΕΙΑ - ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ

1. Αριθμοδείκτες Τρόπος υπολογισμού

Ανάλυση Λογιστικών Καταστάσεων

και ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΧΡΗΣΗΣ

Η ΑΧΚ έχει ως αντικείμενο τη μελέτη των σχέσεων των οικονομικών δεδομένων που αναφέρονται στις λογιστικές καταστάσεις σε μια δεδομένη χρονική στιγμή

ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ, ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ, ΜΟΧΛΕΥΣΗΣ, ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΑΡΘΡΟ: ΕΡΜΗΝΕΙΑ - ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ «ΟΡΜΟΣ ΦΗΡΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ»

Σύμφωνα με τα ΔΠΧΠ οι επιχειρήσεις υποχρεούνται να δημοσιεύουν τις παρακάτω καταστάσεις:

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (ΤΕΙ) ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΘΕΜΑ: ΚΛΑΔΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΜΕ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ


Οικονοµικές καταστάσεις

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΙΑΣ Α.Ε. ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ

Μάθημα: Χρηματοοικονομική Λογιστική ΙΙ

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ Φ 31/12/2013

«ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ATTRATTIVO A.E.»

Ενότητα 2. Ανάλυση και Αξιολόγηση Οικονοµικών Καταστάσεων. MBA Master in Business Administration Τµήµα: Οικονοµικών Επιστηµών

ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της «ΚΛΩΣΤΑΙ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ Α.Ε.Β.Ε»

Μάθημα: Χρηματοοικονομική Λογιστική ΙΙ 10 η εισήγηση

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΚΑΠΝΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΚΑΡΕΛΙΑ Α.Ε.

Ασκήσεις και µελέτες περιπτώσεων στην Ανάλυση Χρηµατοοικονοµικών Καταστάσεων

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ. AGRICOM ΜΠΟΤΣΑΡΟΠΟΥΛΟΣ ΜΟΝ. ΙΚΕ ΑΦΜ περίοδο χρήσης από 01/01/2017 έως 31/12/2017 Αρ. Γ.E.ΜΗ. :

1. Εξέλιξη των εργασιών της εταιρείας

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΑΝΑΛΥΣΗΣ (CASE STUDY) ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΝΕΟΓΑΛ Α.Ε

Η χρήση των αριθμοδεικτών αποτελεί μια από τις πλέον διαδεδομένες μεθόδους χρηματοοικονομικής αναλύσεως. Συμβάλλουν στην ερμηνεία των οικονομικών

ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ, ΔΕΙΚΤΗΣ & ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Περιεχόμενα

EPSILON EUROPE PLC. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2017

για τα πεπραγμένα της 6ης εταιρικής χρήσης που έληξε την 31η Δεκεμβρίου 2014.

ΑΡΘΡΟ: ΕΡΜΗΝΕΙΑ - ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΔΟΜΗΣ & ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ

Ο όρος «Χρηματοδότηση» περιλαμβάνει δύο οικονομικές δραστηριότητες.

ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΧΡΗΣΕΩΣ 2015 ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ <<ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΥ ΜΟΝ ΙΚΕ>> Αρ. Γ.Ε.Μ.Η.:

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΕΙΚΤΕΣ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ανάλυση χρηματοοικονομικών καταστάσεων της Ιdeal Standar


Υ Δ Ρ Ο Μ Ε Τ Ρ Η Σ Η Μ Ο Ν Ο Π Ρ Ο Σ Ω Π Η Ι Κ Ε ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ Γ.Ε.ΜΗ

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ

Ανάλυση Λογιστικών Καταστάσεων

ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΖΩΟΝΟΜΗ Α.Β.Ε.Ε.» ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΙΧΘ/ΦΩΝ- ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ ΥΠ ΑΡΙΘΜ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ

Σημ Ενσώματα πάγια Ακίνητα Μηχανολογικός εξοπλισμός Λοιπός εξοπλισμός

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ CASE STUDY: ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΜΕ ΒΙΒΛΙΑ Γ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ. ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΠΟΤΩΝ

Ανάλυση με τη χρήση αριθμοδεικτών Αριθμοδείκτες Ρευστότητας & Δραστηριότητας

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΗΛΙΟΥ ΕΠΕ

ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΟΔΩΝ ΚΑΙ ΓΕΦΥΡΩΝ ΕΔΡΑ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ Ν. ΕΒΡΟΥ Σ. Οικονόμου ΑΡ. Μ.Α.Ε /65/Β/86/03 ΑΡ. ΓΕ.ΜΗ.

Λογιστική Ισότητα. Επομένως η καθαρή θέση της επιχείρησης ισούται: Καθαρή θέση = Ενεργητικό Υποχρεώσεις

Ανάλυση με τη χρήση αριθμοδεικτών Κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσεως Αριθμοδείκτες αποδοτικότητας Αλεξόπουλος Γιώργος

2.6.2.iii. Κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία - κεφάλαιο κίνησης Σελ. 124

ΡΥΘΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 0,4 0,00. ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές αγοράς (δις. ) 215, ,40 ΧΡΕΟΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ (% ΑΕΠ) 165,30 145,50

ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

Χρηματοοικονομική Λογιστική. Χρηματοοικονομική Λογιστική Ελευθέριος Αγγελόπουλος 1-1

Δ ι α φ ά ν ε ι ε ς β ι β λ ί ο υ

ΕΤΗΣΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ PROFIL ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΝ - ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΑ Α.Β.Ε.Ε. ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ 2015

ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΥΔΡΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΑΜΕΙΑΚΩΝ ΡΟΩΝ

ΕΤΗΣΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

EΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΒΑΠ ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΟΥΓΙΟΣ ΑΒΕΕ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΤΑΚΤΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ 2015

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΣΕΡΡΩΝ

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΧΡΗΣΕΩΣ 2016

ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΗ ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ( )

Επιχειρηματικό Σχέδιο


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Χρηματοοικονομική Ανάλυση Εταιρείας

ΖΗΤΗΜΑ 1 Ο : (Μονάδες 4) Να χαρακτηριστούν οι παρακάτω προτάσεις ως Σωστές ή Εσφαλμένες :

Οι λογιστικές καταστάσεις μιας επιχείρησης

Τμήμα Οργάνωσης & Διοίκησης Επιχειρήσεων ΕΝΟΤΗΤΑ 4: ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Ομάδα 3: Χρηματοοικονομικά στοιχεία

ΑΝΑΛΥΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ:

AΤΕΙ ΣΕΡΡΩΝ Σχολή: ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Τμήμα: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ. Θέμα: ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΣΠΗΛΑΙΟ ΑΛΙΣΤΡΑΤΗΣ Α.Ε.

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Α. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Α.Ε ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΥΨΗΛΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΚΑΙ ΗΧΟΥ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 2017

ΜΠΛΑΝΟΣ ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΨΥΧΑΓΩΓΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑ Α.Ε Κατάσταση χρηµατοοικονοµικής θέσης (Ισολογισµός) της της

ΥΠΟ ΕΙΓΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

Α.Φ.Μ. : ΑΡ. ΓΕΜΗ :

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΧΡΗΣΕΩΣ 2017

Για την εταιρεία «ALTIUS IT SOLUTIONS ΕΠΕ» παρουσιάζονται οι χρηματοοικονομικές της καταστάσεις για την περίοδο 2016

ΣΟΛΩΜΟΥ 29 ΑΘΗΝΑ ( info@arnos.gr ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΟΙΤΗΤΩΝ Α.Ε.Ι. Α.Τ.Ε.Ι. Ε.Α.Π. Ε.Μ.Π.

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΧΡΗΣΕΩΣ 2016

Κεφάλαιο 7. Εκτίμηση Διοικητικής Επίδοσης με Χρήση Αριθμοδεικτών

Σχολή Διοίκησης & Οικονομίας. Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων

Αριθμοδείκτες διάρθρωσης κεφαλαίων 7 φ

ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΤΑΚΤΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΓΔΟΗ ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΧΡΗΣΗ (

ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ «ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Χ.Κ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

(Πηγή: Χρηματοοικονομική λογιστική, ΕΑΠ Τόμος Α).

ΑΝΩΝΥΜΗ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΗΛΑΤΟΥ - ΦΑΚΟΥΝΤΟΥ ΛΑΣΣΗ ΑΡΓΟΣΤΟΛΙ. Αρ. Μ.Α.Ε /93/Β/96/05. Αρ. Γ.Ε.

Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατά λειτουργία Ατομικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις

3. Οι παρούσες χρηματοοικονομικές καταστάσεις έχουν συνταχθεί σε πλήρη συμφωνία με το νόμο 4308/2014.

Transcript:

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ Θέμα πτυχιακής εργασίας Διαχρονική Ανάλυση Ισολογισμών Όλων Των Ξενοδοχειακών Επιχειρήσεων Της Μυτιλήνης Εισηγήτρια: Α.Μ. 8876 Επιβλέπων Καθηγήτρια: ΤΣΟΚΤΟΥΡΙΔΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΑΒΑΛΑ 2011

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΕΡΟΣ Α ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΤΗΣΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ 5 1.1 ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 5 1.2 ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΧΡΗΣΗ 5 1.3 ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ 6 1.4 ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 6 1.5 ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΑΜΕΙΑΚΩΝ ΡΟΩΝ 6 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ 7 2.1 ΣΚΟΠΟΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ 7 2.2 ΒΑΣΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΝΑΛΥΤΩΝ 7 2.3 ΕΙΔΗ ΑΝΑΛΥΣΗΣ 8 2.4 ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ 9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΑΝΑΛΥΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ 11 3.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ 12 3.1.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ 13 3.1.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ 15 3.1.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΜΕΙΑΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ 16 3.1.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΑΜΥΝΤΙΚΟΥ ΧΡΟΝΙΚΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ 17 3.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ 20 3.2.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ 21 3.2.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ 22 3.2.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ 24 3.2.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΙΝΗΣ. 25 3.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ 27 3.3.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΜΙΚΤΟΥ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ Ή ΜΙΚΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ 28 3.4 ΜΕΣΕΣ ΗΜΕΡΗΣΙΕΣ ΠΩΛΗΣΕΙΣ- ΜΕΣΟ ΗΜΕΡΗΣΙΟ ΚΟΣΤΟΣ- ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ 29 1

ΜΕΡΟΣ Β ΑΝΑΛΥΣΗ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΩΝ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ 1. BLUE SEA 34 2. ΚΟΡΑΛΙ ΑΙΓΑΙΟΥ 37 3. ΛΕΣΒΙΟΝ 41 4. ΗΛΙΟΤΡΟΠΙΟ 44 5. ΗΛΙΟΤΡΟΠΙΟ ΙΙ 48 6. AOLIAN VILLAGE 51 7. ΓΑΛΗΝΟΣ 54 8. ΓΟΡΓΟΝΑ 57 9. ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ 60 10. ΣΑΡΟΠΟΥΛΟΣ 63 11. CLARA 67 12. SUNSET HOTEL 70 13. ΜΑΛΒΕΤ 74 14. ΒΟΝΤΕΛΑΣ ΓΕΩΓΙΟΣ 77 15. VATERA BEACH 80 16. ΒΑΤΗΣ 83 17. ΑΙΟΛΙΣ 86 18. ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ 89 19. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ- ΣΤΑΥΡΑΚΗΣ 92 20. ΑΦΡΟΔΙΤΗ 95 ΜΕΡΟΣ Γ ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 1. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ 101 2. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ 102 3. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΣΕΣ ΗΜΕΡΗΣΙΕΣ ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΣΟ ΗΜΕΡΗΣΙΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ 103 4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΗΜΕΡΕΣ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ 105 5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΜΙΚΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ 106 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η Λέσβος βρίσκεται στο βορειοανατολικό Αιγαίο και είναι το τρίτο σε μέγεθος Ελληνικό νησί μετά την Κρήτη και την Εύβοια. Πρωτεύουσα του νησιού είναι η Μυτιλήνη η οποία είναι κτισμένη στο νοτιοανατολικό άκρο. Ο πληθυσμός του νησιού ανέρχεται στις 108.000 κατοίκους (περίπου το 1% του συνολικού πληθυσμού της χώρας). Κύριο εισόδημα για μεγάλο μέρος των κατοίκων της Λέσβου αποτελεί ο τουρισμός. Βέβαια τα τελευταία χρόνια και συγκεκριμένα από το 2007 και μετά έχει σημειωθεί πτωτική πορεία στη τουριστική κίνηση του νησιού παρά τις προσπάθειες για τουριστική προβολή. Σύμφωνα με τα στοιχεία αφίξεων αλλοδαπών τουριστών στο αεροδρόμιο Μυτιλήνης το καλοκαίρι του 2010 το νησί δέχτηκε 9.051 λιγότερους τουρίστες σε σχέση με τη προηγούμενη χρονιά. Όμως και οι Έλληνες τουρίστες σημείωσαν μείωση κατά 10% μετά την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης. Μία μικρή αλλά σημαντική ένεση για τον τουρισμό της Λέσβου αποτέλεσε το άνοιγμα των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τους Τούρκους πολίτες οι οποίοι λόγω της μικρής απόστασης επιλέγουν το νησί για ολιγοήμερες διακοπές. Το σημαντικότερο πρόβλημα από τη μείωση του τουρισμού τα τελευταία χρόνια το αντιμετωπίζουν οι τουριστικές επιχειρήσεις. Αν υπολογίσει κανείς ότι κάθε τουρίστας ξοδεύει γύρω στα 1000 ευρώ σε ξενοδοχεία, εστιατόρια, νυχτερινή διασκέδαση και ψώνια, η μείωση των τουριστών κατά 9.051 άτομα αντιστοιχεί σε απώλεια εσόδων της τάξης των 9.051.000 ευρώ για την οικονομία του νησιού. Οι ιδιοκτήτες ξενοδοχείων παρακολουθούν την πτωτική πορεία που ακολουθούν τα ξενοδοχεία τους χρόνο με το χρόνο μη μπορώντας να αντιστρέψουν την κατάσταση. Το θέμα της συγκεκριμένης πτυχιακής είναι η ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων με εφαρμογή σε ξενοδοχεία της Λέσβου που τηρούν βιβλία Γ κατηγορίας. Η ανάλυση θα γίνει με τη βοήθεια αριθμοδεικτών. 3

ΜΕΡΟΣ Α ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ 4

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΤΗΣΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Στο τέλος κάθε διαχειριστικής περιόδου οι επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Γ κατηγορίας σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου συντάσσουν τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις. Συγκεκριμένα οι οικονομικές καταστάσεις είναι οι ακόλουθες: 1.1 ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Ο ισολογισμός είναι η σημαντικότερη οικονομική κατάσταση που συντάσσει η επιχείρηση. Είναι μία συνοπτική λογιστική κατάσταση που παρουσιάζει συνοπτικά τα περιουσιακά στοιχεία, τις υποχρεώσεις και την οικονομική θέση μιας επιχείρησης κατά είδος και αξία σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Ο ισολογισμός προκύπτει μετά την απογραφή και στηρίζεται στη βασική λογιστική ισότητα: ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ=ΠΑΘΗΤΙΚΟ+ΚΑΘΑΡΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ Το Ενεργητικό αποτελείται από το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων που την κυριότητά τους κατέχει η επιχείρηση. Το Παθητικό αποτελείται από το σύνολο των υποχρεώσεων της επιχείρησης προς τρίτους και προς τους φορείς της. 1.2 ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΧΡΗΣΗΣ Τα αποτελέσματα χρήσης είναι μία σημαντική κατάσταση αφού βοηθάει στο να καθοριστεί η αποδοτικότητα της επιχείρησης. Εμφανίζει τα συνολικά καθαρά αποτελέσματα που προκύπτουν από τις δραστηριότητες της επιχείρησης και πραγματοποιήθηκαν στη διαχειριστική περίοδο που κλείνει. Το λογιστικό αποτέλεσμα προκύπτει μετά την αφαίρεση εξόδων, ζημιών, αποσβέσεων από τα ακαθάριστα έσοδα που πραγματοποιήθηκαν. 5

1.3 ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ Σύμφωνα με το Ε.Γ.Λ.Σ. ο πίνακας διάθεσης αποτελεσμάτων καταρτίζεται υποχρεωτικά στη περίπτωση που έχουμε διανομή των κερδών και εμφανίζει τον τρόπο διάθεσής τους. Εκτός από τα καθαρά αποτελέσματα της χρήσης εμφανίζει και τα υπόλοιπα της προηγούμενης ή των προηγούμενων χρήσεων και τις διαφορές του φορολογικού ελέγχου. 1.4 ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ Το προσάρτημα του ισολογισμού και των αποτελεσμάτων χρήσης είναι ένα απαραίτητο συμπλήρωμα των οικονομικών καταστάσεων. Σε αυτό δίνονται διάφορες πρόσθετες ή επεξηγηματικές πληροφορίες οι οποίες βοηθάνε τους ενδιαφερόμενους στη κατανόηση του περιεχομένου των οικονομικών καταστάσεων και στα ακριβή αποτελέσματα των επιχειρήσεων. 1.5 ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΑΜΕΙΑΚΩΝ ΡΟΩΝ Η κατάσταση ταμειακών ροών διακρίνεται σε τρεις κατηγορίες α) τις ταμειακές ροές που προέρχονται από τις λειτουργικές δραστηριότητες της επιχείρησης β) τις ταμειακές ροές από τις επενδυτικές δραστηριότητες της επιχείρησης και γ) τις ταμειακές ροές από τις διάφορες χρηματοοικονομικές δραστηριότητες της επιχείρησης. Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις παρέχουν πληροφορίες που μπορούν να βοηθήσουν τους ενδιαφερόμενους για τις επιχειρηματικές μονάδες να λάβουν σωστές αποφάσεις. Αποτελούν ως εκ τούτου σημαντική πηγή πληροφοριών. Η πραγματική όμως εικόνα της επιχείρησης δίνεται σε συνδυασμό και με άλλες συμπληρωματικές πληροφορίες που περιλαμβάνονται στους ετήσιους απολογισμούς που καταρτίζουν οι επιχειρήσεις, καθώς και σε άλλα απολογιστικά δεδομένα. Για το λόγο αυτό οι σημειώσεις που συνοδεύουν τις οικονομικές καταστάσεις αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτών και πρέπει να μελετώνται προσεκτικά κατά την ανάλυση των δεδομένων. (Νιάρχος, 2004) 6

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ 2.1 ΣΚΟΠΟΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ Βασικός στόχος της ανάλυσης λογιστικών καταστάσεων είναι η διευκόλυνση της λήψης αποφάσεων οι οποίες αφορούν την αποτελεσματική κατανομή οικονομικών πόρων. Οι αποφάσεις αυτές επηρεάζουν άμεσα τα οικονομικά συμφέροντα των ομάδων οι οποίες χρησιμοποιούν τις λογιστικές καταστάσεις μίας επιχείρησης, όπως των μετόχων, των πιστωτών, της διοίκησης, των εργαζομένων, της πολιτείας, των πελατών, κλπ. Η λήψη αυτών των αποφάσεων απαιτεί εκτίμηση της μακροχρόνιας και βραχυχρόνιας δυνατότητας επιβίωσης καθώς και της αποδοτικότητας της επιχείρησης η οποία αποτελεί αντικείμενο ανάλυσης. Η ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων επιτρέπει την εκτίμηση τόσο του κινδύνου όσο και της αποδοτικότητας μιας επιχείρησης προκειμένου να ληφθεί μια απόφαση σχετική με την κατανομή οικονομικών πόρων. 2.2 ΒΑΣΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΝΑΛΥΤΩΝ Υπάρχουν διάφορες τεχνικές που ακολουθούνται στην ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων. Ανάλογα με το ποιος διενεργεί την ανάλυση και τι σκοπούς επιδιώκει ακολουθεί κάθε φορά και διαφορετική τεχνική. Αυτοί που χρησιμοποιούν την ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων με σκοπό να χρησιμοποιήσουν τις πληροφορίες αυτές για τη λήψη αποφάσεων μπορούν να χωριστούν σε κάποιες βασικές κατηγορίες: α) επενδυτές-μέτοχοι β) δανειστές της επιχείρησης γ) μέλη της διοίκησης της επιχείρησης δ) οικονομικοί αναλυτές ε) ελεγκτές λογιστικών καταστάσεων Οι σκοποί που επιδιώκουν τα μέλη κάθε κατηγορίας είναι διαφορετικοί και αυτό φαίνεται και από την έμφαση που δίνεται σε διαφορετικά στοιχεία κατά την ανάλυση. Όλοι όμως έχουν σα σκοπό να ενημερωθούν όσο το δυνατόν περισσότερο για την οικονομική κατάσταση που βρίσκεται η επιχείρηση με τη βοήθεια της ανάλυσης. (Ξανθάκης Ε.- Αλεξάκης Χ., 2007) 7

2.3 ΕΙΔΗ ΑΝΑΛΥΣΗΣ α) Ανάλογα με τη θέση του αναλυτή Υπάρχουν δύο είδη ανάλυσης ανάλογα με τη θέση εκείνου που τη διενεργεί: i. Εσωτερική ανάλυση Η εσωτερική ανάλυση γίνεται από άτομα που έχουν άμεση σχέση με την επιχείρηση και που έχουν τη δυνατότητα ανά πάσα στιγμή να ελέγξουν τους διάφορους λογαριασμούς και λογιστικά έγγραφα. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα αυτού του είδους ανάλυσης είναι ότι επιτρέπει σε αυτόν που τη διενεργεί να ελέγξει τις μεθόδους και τις διαδικασίες που χρησιμοποιήθηκαν. Αυτό το είδος ανάλυσης πραγματοποιείται από πρόσωπα. Σκοπός της είναι να προσδιοριστεί ο βαθμός αποδοτικότητας της επιχείρησης και να βοηθήσει τη διοίκηση στη μέτρηση της προόδου της. (Νιάρχος, 2004) ii. Εξωτερική ανάλυση Η εξωτερική ανάλυση πραγματοποιείται από πρόσωπα που βρίσκονται εκτός της επιχείρησης. Τα δεδομένα που χρησιμοποιούν είναι αυτά που δημοσιεύονται στις λογιστικές καταστάσεις, στις εκθέσεις ελέγχου και στις εκθέσεις του Διοικητικού Συμβουλίου. Αυτό το είδος ανάλυσης γίνεται κυρίως από άτομα που ενδιαφέρονται για την οικονομική θέση και την αποδοτικότητα της επιχείρησης και συγκεκριμένα: α) τη δυνατότητα της επιχείρησης να καλύψει τις τρέχουσες υποχρεώσεις της, β) τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί ευκαιρίες που ίσως παρουσιαστούν, γ) τη δυνατότητα πληρωμής των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών της. (Γκίκας, 2002) β) Ανάλογα με τα στάδια διενέργειας της αναλύσεως Ανάλογα με το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η διενέργεια της ανάλυσης τη διακρίνουμε σε τυπική και ουσιαστική. Η τυπική είναι το στάδιο πριν την ουσιαστική. Εκεί ελέγχεται η διάρθρωση του ισολογισμού και των αποτελεσμάτων χρήσεων, γίνονται οι 8

απαραίτητες διορθώσεις και στρογγυλοποιήσεις των ποσών και μετατρέπονται οι αριθμοί των κονδυλίων από απόλυτους σε ποσοστά. Η ουσιαστική ανάλυση βασίζεται στα δεδομένα που προκύπτουν από τη τυπική ανάλυση και εκτείνεται στη χρήση αριθμοδεικτών που δίνουν τη πραγματική εικόνα της επιχείρησης. (Μπέης, 2001) 2.4 ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ Οι αναλύσεις των οικονομικών καταστάσεων γίνονται με τη βοήθεια των παρακάτω μεθόδων: α) Οριζόντια ή Συγκριτική μέθοδος ανάλυσης. Σύμφωνα με αυτή τη μέθοδο επιλέγεται αξιολογούνται τα περιουσιακά στοιχεία μιας οικονομικής μονάδας για μια σειρά ετών. Η αξιολόγησή τους γίνεται σε σύγκριση με τα αποτελέσματα προηγούμενων ετών της επιχείρησης ή άλλων ομοειδών επιχειρήσεων, με το μέσο όρο του κλάδου στον οποίο ανήκει αλλά και σύμφωνα με κάποια πρότυπα μεγέθη. Για να είναι όμως ορθή και αξιόπιστη η ανάλυση με αυτή τη μέθοδο θα πρέπει να υπάρχει συνεπής ταξινόμηση των στοιχείων, να τηρούνται οι λογιστικές αρχές, καθώς και οι μέθοδοι σύνταξης των οικονομικών καταστάσεων. (Ευθύμογλου, 2000) β) Κάθετη ή Διαγραμματική μέθοδος ανάλυσης Είναι μια μέθοδος ανάλυσης, κατά την οποία ο αναλυτής θέτει ως βάση υπολογισμού ένα βασικό στοιχείο του ισολογισμού ή των αποτελεσμάτων χρήσης και στη συνέχεια εκφράζει όλα τα υπόλοιπα στοιχεία ως προς αυτό. Δηλαδή κάθε στοιχείο του ενεργητικού διαιρείται με το σύνολο του ενεργητικού και κάθε στοιχείο του παθητικού με το σύνολο του παθητικού, ενώ κάθε στοιχείο της κατάστασης αποτελεσμάτων χρήσης διαιρείται με το σύνολο των καθαρών πωλήσεων. Τα αποτελέσματα των διαιρέσεων αυτών πολλαπλασιάζοντάς τα επί τοις εκατό, παρουσιάζουν τα επιμέρους στοιχεία του ισολογισμού ως ποσοστό του συνόλου του ενεργητικού ή του παθητικού, αντίστοιχα, και ως ποσοστό των πωλήσεων,τα επιμέρους στοιχεία του λογαριασμού των αποτελεσμάτων χρήσης. Η μέθοδος αυτή βοηθάει στη σύγκριση των δεδομένων μιας επιχείρησης διαχρονικά ή ως προς τα δεδομένα των ομοειδών επιχειρήσεων. 9

γ) Μέθοδος αναλύσεως των χρονολογικών σειρών με δείκτες τάσης Εμφανίζει ομοιότητες με την μέθοδο ανάλυσης χρηματοοικονομικών δεικτών. Σύμφωνα με την μέθοδο αυτή, ο αναλυτής, ορίζει ένα έτος βάσης όπου συνήθως λαμβάνεται το πρώτο έτος της χρονικής περιόδου που καλύπτει η ανάλυση και στη συνέχεια εκφράζει τα στοιχεία των λογιστικών καταστάσεων των επόμενων ετών σε σχέση με την αξία τους στο έτος βάσης. Αυτό προκύπτει εάν διαιρέσει τον λογαριασμό του οποίου μετράει την μεταβολή με τον λογαριασμό του έτους βάσης και πολλαπλασιάσει το αποτέλεσμα με το εκατό. Η συγκεκριμένη μέθοδος βοηθάει τον αναλυτή να κάνει διαχρονικές συγκρίσεις και να εντοπίζει κάποιες πληροφορίες που δεν είναι ορατές με τους άλλους τρόπους ανάλυσης. (Νικολάου, 1999) δ) Αριθμοδείκτες Αριθμοδείκτης είναι μία απλή σχέση ενός κονδυλίου του ισολογισμού ή των αποτελεσμάτων χρήσης προς ένα άλλο και εκφράζεται με απλή μαθηματική μορφή. Το πιο σημαντικό κομμάτι που αφορά τους αριθμοδείκτες είναι η ερμηνεία αυτών, δηλαδή η ανάλυση τους. Είναι πολύ εύκολο να υπολογιστεί ένας δείκτης, όμως η προσοχή πρέπει να δίνεται στην ανάλυσή του για να αποφεύγεται το ενδεχόμενο να οδηγήσει σε λανθασμένα συμπεράσματα. (Νιάρχος, 2004) ε) Ανάλυση με εξειδικευμένες μεθόδους. Όταν λέμε εξειδικευμένες μεθόδους εννοούμε την ανάλυση του νεκρού σημείου και τις ταμειακές ροές. 10

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΑΝΑΛΥΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ Η χρήση των αριθμοδεικτών είναι μία από τις πιο διαδεδομένες μεθόδους χρηματοοικονομικής ανάλυσης. Ο λόγος που οδήγησε στη χρησιμοποίηση των αριθμοδεικτών είναι η ανάγκη για άμεση γνώση της πραγματικής αξίας των μεγεθών. Όμως ένας αριθμοδείκτης για να έχει πραγματικό ενδιαφέρον και να προσφέρει ουσιαστικές πληροφορίες θα πρέπει να εκφράζει σχέσεις που να παρουσιάζον οικονομικό ενδιαφέρον και να οδηγούν με τη μελέτη τους σε ορθά και συγκεκριμένα συμπεράσματα. (Μπέης, 2001) Φυσικά ο υπολογισμός και η παρουσίαση των αριθμοδεικτών είναι μία μέθοδος αναλύσεως η οποία αρκετές φορές παρέχει μόνα ενδείξεις. Για το λόγο αυτό ένας μεμονωμένος αριθμοδείκτης δε μπορεί να μας δώσει μια σωστή εικόνα της επιχείρησης αν δεν συγκριθεί με κάποιους άλλους αντιπροσωπευτικούς αριθμοδείκτες (πρότυπους). Αυτά τα πρότυπα μπορεί να είναι: 1) Αριθμοδείκτες παλαιότερων οικονομικών δεδομένων συγκεκριμένης επιχείρησης. 2) Αριθμοδείκτες ανταγωνιστριών επιχειρήσεων 3) Αριθμοδείκτες που αναφέρονται στο κλάδο που ανήκει η επιχείρηση 4) Λογικά πρότυπα του αναλυτή Σίγουρα όμως καλύτερα πρότυπα αποτελούν εκείνα των ανταγωνιστριών επιχειρήσεων αφού μπορούν να υπολογιστούν ευκολότερα από εκείνα του κλάδου στον οποίο ανήκει η επιχείρηση. Η ουσιαστική ανάλυση των ισολογισμών και των αποτελεσμάτων χρήσης προϋποθέτει και τη σωστή επιλογή των αριθμοδεικτών που θα υπολογιστούν. Και αυτό γιατί δε θα χρησιμεύσει σε τίποτα να υπολογισθεί ένας μεγάλος αριθμός αριθμοδεικτών. Αντίθετα θα βοηθούσε περισσότερο να υπολογίσουμε τους πλέον αντιπροσωπευτικούς και σημαντικούς δείκτες έτσι ώστε να οδηγηθούμε σε σωστά και χρήσιμα συμπεράσματα ως προς τη λήψη αποφάσεων. (Ευθύμογλού, 2000) Οι κυριότεροι και περισσότερο χρησιμοποιούμενοι αριθμοδείκτες μπορούν να καταταγούν στις ακόλουθες κατηγορίες 11

1) Αριθμοδείκτες Ρευστότητας 2) Αριθμοδείκτες Δραστηριότητας 3) Αριθμοδείκτες Αποδοτικότητας 4) Αριθμοδείκτες Διαρθρώσεως Κεφαλαίων και Βιωσιμότητας 5) Αριθμοδείκτες Επενδύσεων ή Επενδυτικοί Αριθμοδείκτες 3.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ Η έννοια της ρευστότητας αφορά την ικανότητα μιας επιχείρησης να μπορεί να ικανοποιεί τις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις χρησιμοποιώντας τα στοιχεία του ενεργητικού της. Η ρευστότητα είναι πολύ σημαντική για μία επιχείρηση γιατί αν δεν είναι επαρκής θα υπάρχει δυσκολία στην εξόφληση των υποχρεώσεων και ως αποτέλεσμα θα παρουσίαζε δυσχέρεια στις αγορές και συνεπώς στις πωλήσεις. Γα να έχει μία επιχείρηση επαρκή ρευστότητα θα πρέπει να μετατρέπει καθημερινά τα αποθέματα σε πωλήσεις, τις πωλήσεις σε απαιτήσεις και τις απαιτήσεις σε μετρητά. (Νιάρχος, 2004) Οι πιο συνηθισμένοι αριθμοδείκτες που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της βραχυχρόνιας οικονομικής θέσης μιας οικονομικής μονάδας και της ικανότητάς της να ανταποκρίνεται στις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις της είναι οι εξής: 1) Αριθμοδείκτης Γενικής Ρευστότητας 2) Αριθμοδείκτης Ειδικής Ρευστότητας 3) Αριθμοδείκτης Ταμειακής Ρευστότητας 4) Αριθμοδείκτης Αμυντικού Χρονικού Διαστήματος Σκοπός της ανάλυσης με αυτούς τους αριθμοδείκτες είναι να εξακριβωθεί εάν: 1) Η επιχείρηση έχει επάρκεια κυκλοφοριακών στοιχείων δηλαδή αποθέματα, απαιτήσεις, χρεόγραφα και διαθέσιμα 2) Έχει συνέχεια ως προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της 3) Έχει επάρκεια σε διαθέσιμα για να λειτουργήσει ομαλά και να μπορέσει να εκμεταλλευτεί ευκαιρίες που τυχόν θα παρουσιαστούν 12

4) Υπάρχουν πολλά αποθέματα 5) Η οικονομική μονάδα χορηγεί μεγάλες πιστώσεις στους πελάτες της 6) Υπάρχουν απαιτήσεις των οποίων ο όγκος είναι μεγάλος Όλα τα παραπάνω μπορούν να εξακριβωθούν με τη λεπτομερή ανάλυση των οικονομικών στοιχείων μιας επιχείρησης χρησιμοποιώντας τους αριθμοδείκτες ρευστότητας. 3.1.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ Δίνεται από το τύπο: Αριθμοδείκτης Γενικής Ρευστότητας = Σύνολο Κυκλοφορούντος Ενεργητικού + Μεταβατικοί Λογαριασμοί Ενεργητικού Σύνολο Βραχυπρόθεσμων Υποχρεώσεων + Μεταβατικοί Λογαριασμοί Παθητικού Ο αριθμοδείκτης Γενικής Ρευστότητας είναι ένας από τους περισσότερο χρησιμοποιούμενους αριθμοδείκτες και δείχνει τη γενική ρευστότητα της επιχείρησης καθώς και το περιθώριο ασφάλειας της ως προς την αντιμετώπιση σε κάποια μεταβολή του κεφαλαίου κίνησης. Παρέχει επίσης ένδειξη του βαθμού για τους πιστωτές της επιχείρησης. Δηλαδή αντανακλά την τρέχουσα ικανότητα της να ανταποκρίνεται στη πληρωμή των καθημερινών υποχρεώσεών της. Ωστόσο αυτό δεν ισχύει πάντοτε αφού είναι δυνατό μια επιχείρηση που έχει ικανοποιητικό δείκτη ρευστότητας να μη μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσει της. Αιτία για αυτό μπορεί να αποτελέσει η ανεπάρκεια κεφαλαίου κίνησης που ίσως προέρχεται από μία αύξηση των υποχρεώσεων με ταυτόχρονη μείωση των πωλήσεων. Συνεπώς το κεφάλαιο κίνησης δείχνει το όριο ασφαλείας των πιστωτών. Όταν αυτό είναι μεγαλύτερο από τις τρέχουσες υποχρεώσεις τόσο πιο ευνοϊκή είναι η κατάσταση της επιχείρησης. (Κάντζος, 2002) Όσο μεγαλύτερος είναι ο συγκεκριμένος δείκτης, τόσο καλύτερη είναι η θέση της επιχείρησης από άποψη ρευστότητας. Βέβαια μόνο η μελέτη του αποτελέσματος του αριθμοδείκτη δεν αρκεί για να χαρακτηριστεί πλήρως η οικονομική κατάσταση μιας επιχείρησης. Ο αναλυτής θα πρέπει να λάβει υπόψη του τα στοιχεία που συνθέτουν το κυκλοφορούν ενεργητικό. Αν δύο επιχειρήσεις έχουν ίδιο αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας δε σημαίνει 13

απαραίτητα ότι θα πρέπει και οι δύο να έχουν επαρκή ρευστότητα. Αυτό γιατί η μία μπορεί να έχει μεγαλύτερο ποσοστό σε μετρητά και η άλλη μεγαλύτερο ποσοστό σε αποθέματα. Έτσι για να αποφεύγονται παρόμοια προβλήματα η ανάλυση είναι καλύτερα να συνοδεύεται και με τη μελέτη κάποιων άλλων αριθμοδεικτών όπως: 1) Τον αριθμοδείκτη είσπραξης απαιτήσεων 2) Τον αριθμοδείκτη ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων 3) Τον αριθμοδείκτη καθαρών πωλήσεων προς καθαρά κεφάλαια κινήσεως Εάν η τιμή του αριθμοδείκτη είναι υψηλή με βάση το πρότυπο ή σε σύγκριση με το μέσο όρο του κλάδου στον οποίο ανήκει η επιχείρηση, τότε δεν υπάρχει αναγκαίος λόγος για τη μελέτη και των άλλων αριθμοδεικτών. Πρότυπη τιμή είναι βέβαια δύσκολο να οριστεί για όλες τις επιχειρήσεις. Ένας αριθμοδείκτης γύρο στο 2 θεωρείται ικανοποιητικός για εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις. Μία πτωτική πορεία του δείκτη και μάλιστα για συνεχόμενα έτη δεν είναι καλό σημάδι για την επιχείρηση. Θα πρέπει να αποτελέσει μήνυμα προς τους διοικούντες και να διερευνηθεί ο λόγος στον οποίο οφείλεται καθώς μπορεί να δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα ρευστότητας και να οδηγήσει σε πτώχευση της επιχείρησης. (Γκίκας, 2002) Συμπερασματικά ένας αναλυτής πριν καταλήξει σε συμπεράσματα από την μελέτη του αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας, θα πρέπει να λάβει υπόψη του και τα παρακάτω στοιχεία: 1) Τη σύνθεση του κυκλοφορούντος ενεργητικού. 2) Τη πορεία των κυκλοφοριακών στοιχείων και των τρεχουσών υποχρεώσεων για συνεχή έτη.. 3) Τους όρους χορήγησης πιστώσεων στους πελάτες. 4) Την εποχικότητα. 5) Το είδος της εξεταζόμενης επιχείρησης. 6) Το ύψος των αιτήσεων σε σχέση ε τις πωλήσεις. 7) Το μέγεθος χρησιμοποιήσεως τραπεζικών πιστώσεων. 8) Το ποσό των μετρητών και των ρευστοποιήσιμων χρεογράφων. 9) Τις μεταβολές στο ύψος των αποθεμάτων σε σχέση με τις πωλήσεις. 10) Την ανάγκη για μεγαλύτερα ή μικρότερα ποσά κεφαλαίων κίνησης. 14

3.1.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ Δίνεται από το τύπο: Αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας= Σύνολο Κυκλοφορόντος Ενεργ. Αποθέματα+Μεταβατικοί Λογαριασμοί Ενεργ. Σύνολο Βραχυπρόθεσμων Υποχρεώσεων+Μεταβατικοί Λογαριασμοί Παθητικού Ο αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας περιλαμβάνει εκείνα τα στοιχεία τα οποία μετατρέπονται εύκολα σε ρευστά. Όλα αυτά που μπαίνουν στον αριθμητή του κλάσματος μπορούν εύκολα και γρήγορα να μετατραπούν σε χρήμα στην ονομαστική τους αξία, δηλαδή στην αξία που αναγράφεται στα βιβλία της επιχείρησης, εκτός βέβαια από τις απαιτήσεις που δεν είναι εύκολα μετατρέψιμες σε ρευστό. Για τον υπολογισμό του αριθμοδείκτη ειδικής ρευστότητας δεν περιλαμβάνονται τα αποθέματα πρώτων και βοηθητικών υλών, ανακατεργασμένων και έτοιμων προϊόντων. Αυτό γιατί όλα τα παραπάνω δε θεωρούνται ταχέως ρευστοποιήσιμα αφού απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι τη μετατροπή των πρώτων υλών και των ανακατεργασμένων σε έτοιμα προϊόντα. Επίσης είναι άγνωστος ο χρόνο που θα χρειαστεί για να πουληθούν τα έτοιμα καθώς και η αξία πώλησής τους. Ακόμα στον υπολογισμό δε περιλαμβάνονται και οι προκαταβληθείς δαπάνες οι οποίες χρειάζονται κάποιο χρόνο για να μετατραπούν σε χρήμα. (Νικολάου, 1999) Ο δείκτης Ειδικής ή Άμεσης Ρευστότητας δείχνει πόσες φορές τα ταχέως ρευστοποιήσιμα στοιχεία του ενεργητικού μιας οικονομικής μονάδας, δηλαδή οι απαιτήσεις, τα χρεόγραφα και τα διαθέσιμα, μπορούν να καλύψουν τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Το πρότυπο για το συγκεκριμένο αριθμοδείκτη είναι γύρω στη μονάδα. Ένας αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας γύρω στη μονάδα θεωρείται ικανοποιητικός μόνο στη περίπτωση που στις απαιτήσεις της επιχείρησης δε περιλαμβάνονται επισφαλείς ή ανεπίδεκτες εισπράξεως απαιτήσεις. Επίσης θα πρέπει η περίοδος είσπραξης των απαιτήσεων και εξόφλησης των υποχρεώσεων να είναι περίπου ίσες. Έτσι αν το αποτέλεσμα του δείκτη δεν είναι ικανοποιητικό θα πρέπει να ελέγξουμε και τους αριθμοδείκτες είσπραξης απαιτήσεων και εξόφλησης βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων. Στην περίπτωση που ο αριθμοδείκτης είναι μικρότερος της μονάδας αυτό σημαίνει ότι τα άμεσα ρευστοποιήσιμα στοιχεία της επιχείρησης είναι 15

ανεπαρκή για να καλύψουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Σε αυτή τη περίπτωση η επιχείρηση για να έχει επαρκή ρευστότητα εξαρτάται από τις μελλοντικές τις πωλήσεις. Όμως αν προβλεφθεί κάποια μείωση στις μελλοντικές της πωλήσεις η μόνη λύση είναι η αναζήτηση νέων κεφαλαίων. (Νικολάου, 1999) Τέλος αν έχουμε μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους δείκτες γενικής και ειδικής ρευστότητας σημαίνει ότι υπάρχουν αυξημένα αποθέματα στην επιχείρηση. 3.1.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΜΕΙΑΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ Δίνεται από το τύπο: Αριθμοδείκτης ταμειακής ρευστότητας= Χρεόγραφα + Διαθέσιμα Ληξηπρόθεσμες Υποχρεώσεις ΣΗΜΑΣΙΑ Ο δείκτης Ταμειακής Ρευστότητας δείχνει πόσες φορές τα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία μιας οικονομικής μονάδας καλύπτουν τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Η ταμειακή ρευστότητα εκφράζει την ικανότητα μιας οικονομικής μονάδας να εξοφλεί τις τρέχουσες και ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της με τα μετρητά που έχει στη διάθεσή της. Στα ταμιακά διαθέσιμα περιλαμβάνονται και οι καταθέσεις όψεως τα τοκομερίδια που έληξαν, οι επιταγές και το συνάλλαγμα. Η χρήση του μας βοηθάει στο να υπολογίσουμε εάν τα μετρητά μιας επιχείρησης είναι επαρκή ή όχι ώστε να μπορέσει να εξοφλήσει τις τρέχουσες και ληξιπρόθεσμες ανάγκες της. Στο διαθέσιμο ενεργητικό περιλαμβάνονται, εκτός από τα μετρητά και άλλα στοιχεία που μπορούν να μετατραπούν άμεσα σε μετρητά, όπως π.χ. καταθέσεις όψεως, τοκομερίδια εισπρακτέα, επιταγές εισπρακτέες συνάλλαγμα, τα εισηγμένα στο χρηματιστήριο χρεόγραφα και γενικά οποιοδήποτε στοιχείο που μπορεί να θεωρηθεί ισοδύναμο με μετρητά. (Νιάρχος, 2004) 16

Γενικά, όσο μεγαλύτερη είναι η τιμή αυτού του δείκτη, τόσο ισχυρότερη είναι η ταμειακή θέση της επιχείρησης και τόσο, συνεπώς, τόσο μικρότερος είναι ο κίνδυνος αδυναμίας εξόφλησης των τρεχουσών υποχρεώσεών της. Δεν υπάρχει κανόνας για το ποια πρέπει να είναι η τιμή του δείκτη. Η τιμή του δείκτη επηρεάζεται από τη φύση των κυκλοφοριακών στοιχείων, το είδος των εργασιών της επιχείρησης, την ταχύτητα κυκλοφορίας των αποθεμάτων και των απαιτήσεων, καθώς και των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων. Μια φθίνουσα πορεία στην τιμή του δείκτη θα σημαίνει δυσμενή εξέλιξη στην ταμειακή ρευστότητα της επιχείρησης, ενώ αντίθετα, μια ανοδική της πορεία θα παρέχει ένδειξη βελτίωσης της ταμειακής ρευστότητας. (Κάντζος, 2002) Επίσης, αν ο δείκτης αυτός έχει μια τιμή ίση ή μεγαλύτερη από την αντίστοιχη του κλάδου, αυτό θα σημαίνει ότι η τρέχουσα οικονομική κατάσταση της επιχείρησης, σε σχέση με το κλάδο, είναι καλή και ότι η επιχείρηση, γενικά, δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει προβλήματα στην εξόφληση των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεών της. Αντίθετα, αν ο δείκτης αυτός έχει τιμή μικρότερη από την τιμή του κλάδου, τότε αυτό αποτελεί ένδειξη ότι η τρέχουσα οικονομική κατάσταση της επιχείρησης δεν είναι ικανοποιητική. Ενώ μια τιμή του δείκτη σημαντικά υψηλότερη ή χαμηλότερη από εκείνη του κλάδου, μπορεί να έχει επίπτωση στην αποδοτικότητα, λόγω υπερεπάρκειας ή ανεπάρκειας ρευστών διαθεσίμων. (Κάντζος,2002) 3.1.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΑΜΥΝΤΙΚΟΥ ΧΡΟΝΙΚΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ Οι αριθμοδείκτες γενικής και ειδικής ρευστότητας δε μπορούν να δώσουν τη πλήρη εικόνα του βαθμού ικανότητας της επιχείρησης να ανταποκριθεί στις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Αυτό συμβαίνει γιατί πρώτον οι δύο αυτοί αριθμοδείκτες υπολογίζονται με βάση τα στοιχεία του ισολογισμού μίας δεδομένης χρονικής στιγμής. Αυτό συνεπάγεται πως τα αποτελέσματα που θα μας δώσουν αφορούν την ικανότητα της επιχείρησης να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της τη συγκεκριμένη μόνο χρονική στιγμή. Δεύτερον τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό τους επειδή αναφέρονται σε 17

ορισμένη χρονική στιγμή μπορεί να είναι διαφορετικά από τα πραγματικά. Έτσι δε μας δίνεται η πραγματική εικόνα για την ικανότητα της επιχείρησης στο να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της. (Νιάρχος) Για τους παραπάνω λόγους πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι ο αριθμοδείκτης αμυντικού χρονικού διαστήματος είναι ο καλύτερος δείκτης ρευστότητας αφού δείχνει: 1) το βασικό διάστημα βιωσιμότητας της επιχείρησης 2) την ικανότητα της μονάδας να ανταποκρίνεται στις τρέχουσες υποχρεώσεις της 3) τις ημέρες για τις οποίες η επιχείρηση μπορεί να καλύψει τις λειτουργικές της δαπάνες χωρίς να βασίζεται στα λειτουργικά της έσοδα. Δίνεται από το τύπο: Κυκλοφορούν Ενεργητικό Αποθέματα Ημερήσιες Λειτουργικές Δαπάνες Οι ημερήσιες λειτουργικές δαπάνες δείχνουν τα χρήματα που χρειάζεται καθημερινά η επιχείρηση για να λειτουργήσει και δίνονται από το τύπο: Α Β+Γ+Δ+Ε+Ζ 365,όπου: Α= Κόστος Πωλήσεων Β= Ενσωματωμένες Αποσβέσεις στο Κόστος Πωλήσεων Γ= Έξοδα Διοικητικής Λειτουργίας Δ= Έξοδα Διάθεσης Ε= Έξοδα Ερευνών και Ανάπτυξης Ζ= Χρεωστικοί Τόκοι & Συναφή Έξοδα Στις λειτουργικές δαπάνες δεν περιλαμβάνονται εκείνες που δε συνεπάγονται εκροή μετρητών, όπως προπληρωθείτε έξοδα, προκαταβολές για αγορά πρώτων και βοηθητικών υλών και άλλα. Τα στοιχεία που χρησιμοποιούμε για τον προσδιορισμό του αριθμοδείκτη αμυντικού χρονικού διαστήματος βρίσκονται στον ισολογισμό και συγκεκριμένα στην κατάσταση αποτελεσμάτων. 18

Είναι απαραίτητη η σύγκριση του αριθμοδείκτη αμυντικού χρονικού διαστήματος μιας επιχείρησης για μια σειρά ετών με τον αντίστοιχο μέσο όρο του κλάδου όπου ανήκει ή με άλλων ομοειδών επιχειρήσεων προκειμένου να εκτιμηθεί η θέση της επιχειρήσεως από άποψη ρευστότητας. Αν έχουμε αύξηση του δείκτη από το ένα έτος στο άλλο αυτό είναι ένδειξη ότι η κατάσταση της επιχείρησης εξελίσσεται ομαλά και επιθυμητά. Το αντίθετο, δηλαδή μείωση του δείκτη από έτος σε έτος, αποτελεί ένδειξη μη επιθυμητής κατάστασης που απαιτεί άμεση παρέμβαση προκειμένου να εντοπιστούν τα προβλήματα και να λυθούν με τον ταχύτερο τρόπο. (Γκίκας, 2002) 19

3.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ Υπάρχουν διάφοροι τρόποι που μπορούν να μετρήσουν τη την παραγωγικότητα και το βαθμό που μια επιχείρηση χρησιμοποιεί τα περιουσιακά της στοιχεία. Γενικότερα ισχύει πως όσο περισσότερο μια επιχείρηση χρησιμοποιεί τα περιουσιακά της στοιχεία τόσο αυτό είναι προς όφελός της. Η χρησιμοποίηση των αριθμοδεικτών δραστηριότητας μας βοηθά στο να δούμε το βαθμό αποτελεσματικότητας στη χρησιμοποίηση των περιουσιακών στοιχείων μιας οικονομικής μονάδας. Είναι απαραίτητο μαζί με τους αριθμοδείκτες ρευστότητας να εξετάζονται και οι αριθμοδείκτες δραστηριότητας, οι οποίοι είναι: 1. Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Είσπραξης Απαιτήσεων 2. Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Είσπραξης Υποχρεώσεων 3. Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Αποθεμάτων 4. Αριθμοδείκτης Κυκλοφορίας Καθαρού Κεφαλαίου Κίνησης 5. Αριθμοδείκτης Κυκλοφορίας Ενεργητικού 6. Αριθμοδείκτης Κυκλοφορίας Παγίων 7. Αριθμοδείκτης Κυκλοφορίας Ιδίων Κεφαλαίων 3.2.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων βρίσκεται αν διαιρέσουμε την αξία των καθαρών πωλήσεων μέσα στη χρήση με το μέσο όρο των απαιτήσεων της επιχείρησης. Στις απαιτήσεις περιλαμβάνονται οι φορτωτικές εισπρακτέες, τα γραμμάτια ή οι συναλλαγματικές και οι απαιτήσεις με ανοιχτούς λογαριασμούς. Δίνεται από το τύπο: Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Είσπραξης Απαιτήσεων = Καθαρές Πωλήσεις Μέσος Όρος Απαιτήσεων 20

Ο αριθμοδείκτης αυτός δείχνει πόσες φορές κατά τη διάρκεια του έτους η επιχείρηση εισπράττει τις απαιτήσεις της από τους πελάτες της. Για να βρεθεί σε αριθμό ημερών η πραγματική μέση δέσμευση των κεφαλαίων μιας επιχείρησης από τους πελάτες της διαιρούμε το αποτέλεσμα του δείκτη με το σύνολο των ημερών του έτους, δηλαδή 365. Όσο μεγαλύτερη είναι η ταχύτητα είσπραξης απαιτήσεων τόσο μικρότερος είναι ο χρόνος παραμονής τους στην επιχείρηση. Το χρονικό διάστημα που η επιχείρηση περιμένει να εισπράξει τις απαιτήσεις της, από τη στιγμή που πραγματοποιήθηκε η πιστωτική πώληση μέχρις ότου αυτή μετατραπεί σε μετρητά, ονομάζεται μέση διάρκεια παραμονής των απαιτήσεων στην επιχείρηση. Η μέση διάρκεια παραμονής των απαιτήσεων στην επιχείρηση μπορεί να υπολογιστεί με τον παρακάτω τύπο: Μέση Διάρκεια Παραμονής των Απαιτήσεων στην επί/ση = 365 Χ Μέσο Ύψος Απαιτήσεων Καθαρές Πωλήσεις Το χρονικό αυτό διάστημα από τη μία μας δείχνει τη πιστωτική πολιτική που ακολουθεί κάθε επιχείρηση και από την άλλη μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για την ικανότητα της διοίκησης να εισπράττει τις απαιτήσεις της. Η κάθε επιχείρηση προσπαθεί το χρονικό αυτό διάστημα να είναι όσο το δυνατόν μικρότερο γιατί κεφάλαια που δεσμεύονται έχουν κάποιο κόστος και επίσης θα μπορούσαν να επενδυθούν κάπου αλλού ακόμα πιο αποδοτικά. (Νιάρχος, 2004) Ο υπολογισμός του αριθμοδείκτη ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων αποτελεί το καλύτερο τρόπο για να διαπιστωθεί αν οι απαιτήσεις μιας επιχείρησης είναι πολύ μεγάλες σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κυκλοφοριακά της στοιχεία. Όσο μεγαλύτερος είναι ο δείκτης αυτός τόσο μικρότερος είναι ο χρόνος δέσμευσης των κεφαλαίων και συνεπώς τόσο καλύτερη η θέση της επιχείρησης όσο αφορά τις χορηγούμενες πιστώσεις. Ακόμα όταν έχουμε μεγάλη ταχύτητα είσπραξης μειώνεται ο κίνδυνος ζημιάς από επισφαλείς πελάτες. Είναι επιθυμητό να γίνεται σύγκριση του αριθμοδείκτη με τον αντίστοιχο του κλάδου όπου ανήκει η επιχείρηση για μία σειρά ετών. 21

Όταν σημειώνεται αύξηση της ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων, δείχνει και βελτίωση της ικανότητας είσπραξης καθώς και πιθανής αλλαγής της πολιτικής πιστώσεων. Βέβαια υπάρχει και η περίπτωση μείωσης του δείκτη αν εμφανιστούν μεγάλες απαιτήσεις, όπως γίνεται για παράδειγμα σε περιόδους οικονομικής ύφεσης. Αυτό μπορεί να οδηγήσει την επιχείρηση σε δανεισμό προκειμένου να είναι σε θέση να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της και να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητά της. (Κάντζος, 2002) Η μείωση του αριθμοδείκτη ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία της επιχείρησης και να επιφέρει μείωση στις πωλήσεις της. Γενικότερες αυξομειώσεις από χρόνο σε χρόνο δείχνουν την αλλαγή πιστωτικής πολιτικής καθώς και της ικανότητας είσπραξης της επιχείρησης. Σύμφωνα με τα παραπάνω γίνεται αντιληπτή η σημαντικότητα υπολογισμού του δείκτη είσπραξης απαιτήσεων. 3.2.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΞΟΦΛΗΣΕΩΣ ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εξόφλησης βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των αγορών της χρήσης με το μέσο όρο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων. Στην πράξη όμως επειδή το σύνολο των αγορών της χρήσεως σπάνια δημοσιεύεται ή δε δημοσιεύεται καθόλου πολλοί αναλυτές χρησιμοποιούν αντί για αυτό το κόστος πωληθέντων της χρήσεως αφού βέβαια πρώτα αφαιρέσουν τα στοιχεία εκείνα που δε συνεπάγονται την πραγματική καταβολή μετρητών (δηλ. αποσβέσεις). Με βάση τα παραπάνω καταλήγουμε ότι ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εξόφλησης υποχρεώσεων δίνετε από το τύπο: Κόστος Πωλήσεων Ενσωματωμένες Αποσβέσεις Μ. Ο. Βραχυπρόθεσμων Υποχρεώσεων Ο συγκεκριμένος αριθμοδείκτης μας κάνει γνωστό πόσες φορές ή πόσες μέρες κατά τη διάρκεια της διαχειριστικής περιόδου η επιχείρηση εξοφλεί τις υποχρεώσεις της. 22

Αν διαιρέσουμε τον αριθμό των ημερών του έτους (365) με τον αριθμοδείκτη ταχύτητας εξόφλησης βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων, τότε μας δίνεται σε αριθμό ημερών το χρονικό διάστημα που οι υποχρεώσεις της οικονομικής μονάδας παραμένουν απλήρωτες. Η παρακολούθηση του δείκτη αυτού για μια σειρά ετών δείχνει την πολιτική των επιχειρήσεων ως προς τη χρηματοδότηση των αγορών τους. Μία μεταβολή του δείκτη διαχρονικά μας δείχνει ότι η επιχείρηση αλλάζει τη πιστοδοτική της πολιτική. Ακόμα η σύγκριση του δείκτη ή της χρονικής περιόδου που παραμένουν απλήρωτες οι υποχρεώσεις της επιχείρησης με τις αντίστοιχες τιμές άλλων ομοειδών επιχειρήσεων δείχνει το ρυθμό που αυτή εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της. Αν η μέση διάρκεια παραμονής των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων της επιχείρησης είναι μεγαλύτερη από των άλλων επιχειρήσεων, τότε αυτό θεωρείται αρκετά καλό με την προϋπόθεση βέβαια να μην υπάρχουν κανενός είδους αρνητικές μεταβολές στις σχέσεις της επιχείρησης με τους προμηθευτές της. Αν παρατηρηθεί κάτι τέτοιο τότε θα πρέπει να προκαλέσει ανησυχία και να διερευνηθεί άμεσα από τους υπεύθυνους. (Ξανθάκης- Αλεξάκης, 2007) Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εξόφλησης υποχρεώσεων λειτουργεί καλύτερα συνδυαστικά με τον αριθμοδείκτη ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων. Αυτό μας βοηθά να βλέπουμε κατά πόσο η επιχείρηση εξοφλεί τις υποχρεώσεις της εισπράττοντας τις απαιτήσεις της. Αν η ταχύτητα είσπραξης απαιτήσεων είναι μεγαλύτερη από την ταχύτητα εξόφλησης υποχρεώσεων, τότε αυτό σημαίνει ότι οι υποχρεώσεις της επιχείρησης εξοφλούνται με βραδύτερο ρυθμό από ότι εισπράττονται οι απαιτήσεις της. Έτσι η επιχείρηση θα μπορεί να αξιοποιεί με καλύτερο τρόπο τα χρήματα που δεσμεύονται. Η καλύτερη περίπτωση είναι οι μέρες που έχει η επιχείρηση για να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της να είναι ίσες με τη διαφορά των ημερών των δύο αριθμοδεικτών. 23

3.2.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ Η ικανότητα μιας επιχείρησης να πουλάει γρήγορα τα αποθέματά της αποτελεί άλλο ένα μέτρο του βαθμού χρησιμοποιήσεως των περιουσιακών της στοιχείων. Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων βρίσκεται αν διαιρέσουμε το Κόστος Πωληθέντων με το Μέσο Όρο των Αποθεμάτων. Δίνεται από το τύπο: Κόστος Πωληθέντων Μ. Ο. Αποθεμάτων Δείχνει πόσες φορές ανανεώθηκαν τα αποθέματα της επιχείρησης σε σχέση με τις πωλήσεις της μέσα στη χρήση. Αν δεν είναι γνωστό στον εξωτερικό αναλυτή το κόστος των πωληθέντων, τότε για τον υπολογισμό της ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων χρησιμοποιείται η αξία των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν μέσα σε μία χρονική περίοδο. (Νικολάου, 1999) Για τον υπολογισμό του παραπάνω αριθμοδείκτη χρησιμοποιείται το μέσο απόθεμα προϊόντων επειδή το ύψος των αποθεμάτων στο τέλος της χρήσης, όπως εμφανίζεται στον ισολογισμό τέλους χρήσης, δεν δίνει την αντιπροσωπευτική τους εικόνα κατά τη διάρκεια της χρήσεως. Και αυτό διότι είναι δυνατό τα αποθέματα που εμφανίζονται στο τέλος της χρήσης να μην είναι αυτά που διατηρούνται σε όλη τη διάρκειά της. (Νιάρχος, 2004) Γενικά, όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων τόσο πιο αποτελεσματικά λειτουργεί η επιχείρηση. Για το λόγο αυτό οι καλά οργανωμένες επιχειρήσεις, εκτός αν αναμένεται αύξηση των τιμών των προϊόντων τους, προσπαθούν να διατηρούν το ελάχιστο ποσό αποθεμάτων που χρειάζονται κι αυτό για να ελαχιστοποιούν το ύψος των τόκων των κεφαλαίων που δεσμεύουν για τα αποθέματα, να εξοικονομούν δαπάνες αποθηκεύσεως και να μειώνουν τον κίνδυνο πωλήσεώς τους λόγω αλλοιώσεως ή αλλαγής των προτιμήσεων των καταναλωτών. 24

Αν διαιρέσουμε τον αριθμό των ημερών του έτους με τον αριθμοδείκτη ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων, τότε μας δίνει τις ημέρες που παρέμειναν τα αποθέματα στην επιχείρηση έως να πωληθούν ή τις ημέρες που απαιτούνται προκειμένου να ανανεωθούν τα αποθέματα μιας επιχείρησης. 3.2.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΙΝΗΣΕΩΣ Ανάμεσα στις πωλήσεις και στο κεφάλαιο κίνησης μίας επιχείρησης υπάρχει στενή σχέση. Ο λόγο διότι όσο αυξάνονται οι πωλήσεις τόσο περισσότερα κεφάλαια κινήσεως απαιτούνται για αποθέματα και για αυξημένες ενδεχομένως πιστώσεις προς τους πελάτες της. Προκειμένου να ελεγχθεί η επαρκής ή μη χρησιμοποίηση των κεφαλαίων κινήσεως προσδιορίζεται ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κεφαλαίων κινήσεων. Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας καθαρού κεφαλαίου κινήσεως βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των καθαρών πωλήσεων μιας επιχείρησης με το καθαρό κεφάλαιο κινήσεώς της, δηλαδή: Ταχύτητα Καθαρού Κεφαλαίου Κινήσεως= Καθαρές Πωλήσεις Καθαρό Κεφάλαιο Κινήσεως Οι καθαρές πωλήσεις βρίσκονται αν προσθέσουμε τον Κύκλο εργασιών + τα Άλλα έξοδα εκμετάλλευσης. Το Καθαρό κεφάλαιο κινήσεως βρίσκεται αν από το κυκλοφορούν ενεργητικό αφαιρέσουμε τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις. Ο αριθμοδείκτης αυτός δείχνει ποιο είναι το ύψος των πωλήσεων που επιτεύχθηκε από κάθε μονάδα καθαρού κεφαλαίου κινήσεως και αν η επιχείρηση διατηρεί μεγάλα κεφάλαια κινήσεως σε σχέση με τις πωλήσεις της. Για να μας δίνει καλύτερη εικόνα των αποτελεσμάτων του αυτός ο αριθμοδείκτης θα πρέπει να ερμηνεύεται για μία σειρά ετών και να συγκρίνεται με τον αντίστοιχο αριθμοδείκτη του κλάδου όπου ανήκει η συγκεκριμένη επιχείρηση. Ένας υψηλός αριθμοδείκτης μπορεί να παρέχει ένδειξη ανεπάρκειας κεφαλαίων κινήσεως και χαμηλή ταχύτητα ανανεώσεως των αποθεμάτων ή της ταχύτητας είσπραξης των απαιτήσεων. Στη περίπτωση αυτή, η ανεπάρκεια στα κεφάλαια κινήσεως μπορεί να συνοδεύεται από 25

αυξημένες τρέχουσες υποχρεώσεις, οι οποίες ενδέχεται να είναι ληξιπρόθεσμες πριν από τη μετατροπή των αποθεμάτων σε έτοιμων προϊόντων και των απαιτήσεων σε μετρητά. (Νιάρχος, 2004) Μία χαμηλή ταχύτητα κυκλοφορίας των κεφαλαίων κινήσεως μπορεί να είναι αποτέλεσμα υπεραυξημένων καθαρών κεφαλαίων κινήσεως, χαμηλής ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων και απαιτήσεων ή ενός αυξημένου ποσού κεφαλαίου κινήσεως επενδυμένου σε προσωρινές επενδύσεις. Αυξημένα ποσοστά αποθεμάτων μπορεί να υπάρχουν λόγω αυξήσεων στις τιμές των προϊόντων της επιχείρησης ή λόγω προβλέψεως κάποιας ελλείψεως πρώτων υλών ή εμπορευμάτων στην αγορά. (Κάντζος, 2002) Όσο περισσότερες είναι οι πωλήσεις σε σχέση με το καθαρό κεφάλαιο κινήσεως, τόσο λιγότερο ευνοϊκή είναι η κατάσταση της επιχειρήσεως, αν η ταχύτητα κυκλοφορίας των κεφαλαίων κινήσεως επιτεύχθηκε με τη χρησιμοποίηση αυξημένων βραχυπρόθεσμων πιστώσεων. Ο πραγματικός κίνδυνος είναι δυνατό να προέλθει από μια απροσδόκητη μείωση των πωλήσεων της επιχείρησης, οπότε αποθέματα συσσωρεύονται. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι υποχρεώσεις της επιχειρήσεως αυξάνονται αφού δεν εισρέουν επαρκή κεφάλαια από τις πωλήσεις για την έγκαιρη εξόφλησή τους. 26

3.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ Όλες οι επιχειρήσεις έχουν σα σκοπό τους το κέρδος. Συνεπώς και κάθε ενδιαφερόμενος για μία επιχείρηση δίνει μεγάλη σημασία στο πόσο αποδοτική είναι από άποψη κερδών και ποιες είναι οι προοπτικές της για το μέλλον. Η αποδοτικότητα της επιχείρησης μετράει την ανταμοιβή των επενδυτώνμετόχων και των πιστωτών για τα κεφάλαια που έχουν βάλει σε αυτή, καθώς και την ικανότητά της να πραγματοποιεί κέρδη. Οι αριθμοδείκτες αποδοτικότητας αναφέρονται αφ ενός στις σχέσεις κερδών και απασχολουμένων στην επιχείρηση κεφαλαίων και αφ ετέρου στις σχέσεις μεταξύ κερδών και πωλήσεων. Οι κυριότεροι αριθμοδείκτες μετρήσεως της αποδοτικότητας είναι οι: 1. Αριθμοδείκτης Μικτού Περιθωρίου ή Μικτού Κέρδους 2. Αριθμοδείκτης Καθαρού Περιθωρίου ή Καθαρού Κέρδους 3. Αριθμοδείκτης Αποδοτικότητας Απασχολούμενων Κεφαλαίων 4. Αριθμοδείκτης Αποδοτικότητας Ενεργητικού 5. Συνδυασμένος Αριθμοδείκτης Αποδοτικότητας Ενεργητικού 6. Αριθμοδείκτης Αποδοτικότητας Ιδίως Κεφαλαίων 7. Αριθμοδείκτης Οικονομικής Μοχλεύσεως 8. Αριθμοδείκτης Δαπανών Λειτουργίας 27

3.2.5 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΜΙΚΤΟΥ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ Ή ΜΙΚΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ Ο αριθμοδείκτης μικτού περιθωρίου δείχνει το μικτό κέρδος που απολαμβάνει μία επιχείρηση από την πώληση προϊόντων αξίας 100 ευρώ. Ο αριθμοδείκτης καθαρού περιθωρίου ή καθαρού κέρδους βρίσκεται αν διαιρέσουμε τα μικτά αποτελέσματα με τις καθαρές πωλήσεις, δηλαδή: Αριθμοδείκτης Μικτού Περιθωρίου ή Μικτού Κέρδους = Μικτά Αποτελέσματα 100Χ Πωλήσεις Αποθεμάτων και Υπηρεσιών Τα μεικτά αποτελέσματα υπολογίζονται αν από τις καθαρές πωλήσεις αφαιρέσουμε το κόστος πωληθέντων. Μια επιχείρηση για να θεωρηθεί επιτυχημένη θα πρέπει να έχει ένα αρκετά υψηλό ποσοστό μικτού κέρδους, που να της επιτρέπει να καλύπτει τα έξοδά της και συγχρόνως να της αφήνει ένα ικανοποιητικό καθαρό κέρδος. Επιθυμητό είναι το αποτέλεσμα του δείκτη να είναι μεγαλύτερο ή ίσο του 40%. (Νικολάου, 1999) Ένας υψηλός αριθμοδείκτης μικτού κέρδους δείχνει την ικανότητα της επιχείρησης να πραγματοποιεί φθηνές αγορές και πωλήσεις σε υψηλές τιμές. Όσο μεγαλύτερος είναι ο συγκεκριμένος αριθμοδείκτης τόσο καλύτερη από άποψη κερδών είναι η θέση της επιχείρησης, διότι μπορεί να αντιμετωπίσει χωρίς δυσκολία αύξηση του κόστους των πωλούμενων προϊόντων της. Αντίθετα ένας χαμηλός αριθμοδείκτης μικτού κέρδους δείχνει μία όχι καλή πολιτική της διοικήσεως στο τομέα αγορών και πωλήσεων. Το γεγονός αυτό οδηγεί σε στασιμότητα πωλήσεων με αποτέλεσμα να μη πραγματοποιούνται αγορές σε μεγάλες ποσότητες. Ακόμα ένας χαμηλός δείκτης παρέχει ένδειξη ότι η επιχείρηση μπορεί να κάνει επενδύσεις που δε δικαιολογούνται από τον όγκο των πωλήσεών της, με αποτέλεσμα να έχει αυξημένο κόστος παραγωγής των προϊόντων της. (Νιάρχος, 2004). Η παρακολούθηση του αριθμοδείκτη μικτού κέρδους για μία σειρά ετών μας παρέχει ένδειξη για την πορεία της εταιρίας διαχρονικά. 28

3.3 ΜΕΣΕΣ ΗΜΕΡΗΣΙΕΣ ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΟΣΤΟΣ- ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ Οι Μέσες Ημερήσιες Πωλήσεις και το Μέσο Ημερήσιο Κόστος είναι δύο χρήσιμοι δείκτες της οικονομικής θέσης μιας επιχείρησης. Προκύπτουν αν διαιρεθεί το σύνολο των πωλήσεων και το κόστος των πωλήσεων δια του 240 ή του 365. Αν διαιρέσουμε με το 240 θα προκύψει ένα αποτέλεσμα που θα είναι πιο αντιπροσωπευτικό ως προς τον αριθμό των εργάσιμων ημερών του έτους. Όμως είναι εξίσου αποτελεσματικοί και αν διαιρεθούν με το 365. Μέσες ημερήσιες πωλήσεις=πωλήσεις/240 Μέσες ημερήσιες πωλήσεις=πωλήσεις/365 Μέσο Ημερήσιο Κόστος= Κόστος Πωλήσεων/240 Μέσο Ημερήσιο Κόστος= Κόστος Πωλήσεων/365 Η σύγκριση των δύο αυτών δεικτών παρέχει μία γενικότερη εικόνα του πόσα λαμβάνει μία εταιρία και πόσα δαπανά καθημερινά. Περισσότερες πληροφορίες είναι δυνατό να αντλήσουμε από τους παραπάνω δείκτες αν τους συνδυάσουμε και με κάποιες άλλες πληροφορίες του ισολογισμού. Έτσι ο αναλυτής είναι δυνατό να καταλάβει τον τρόπο με τον οποίο κινούνται τα μετρητά μέσα σε μια επιχείρηση. Για να δούμε πόσο καιρό δεσμεύονται τα μετρητά σε αποθέματα, μπορούμε να διαιρέσουμε τα αποθέματα που δίνονται στον ισολογισμό με το μέσο ημερήσιο κόστος. Ημέρες Αποθεμάτων= Αποθέματα/ΜΗΚ(240) Ημέρες Αποθεμάτων= Αποθέματα/ΜΗΚ(365) Το αποτέλεσμα αυτό μας δίνει τον αριθμό των ημερών που κρατά κατά μέσο όρο η εταιρία τα αποθέματα. Όσο μεγαλύτερο είναι το αποτέλεσμα αυτού του δείκτη, τόσο περισσότερο χρόνο δεσμεύονται οι οικονομικοί πόροι της επιχείρησης σε κάτι που δεν αποφέρει κέρδος. Αντίθετα όσο μικρότερο είναι το νούμερο αυτό, τόσο πιο γρήγορη είναι και η πώλησή των αποθεμάτων. Και αυτό είναι θετικό και 29

επιθυμητό από κάθε επιχείρηση διότι κάθε φορά που αντικαθίστανται τα αποθέματα, η εταιρία έχει κέρδος και παράγει μετρητά. (Bob Vause, 2004) Τέλος υπάρχει και ένας ακόμα εναλλακτικός τρόπος για να διαπιστωθεί η αποτελεσματικότητα των επιπέδων των αποθεμάτων και να υπολογιστεί η ετήσια κυκλοφοριακή ταχύτητά τους. Αυτό μπορεί να γίνει αν διαιρέσουμε το Κόστος Πωλήσεων με το μέσο όρο των αποθεμάτων. Κυκλοφοριακή Ταχύτητα Αποθεμάτων= Κόστος Πωλήσεων /Μ.Ο. Αποθεμάτων Όσο πιο μεγάλο είναι αυτό το νούμερο τόσο πιο αποτελεσματική είναι η διαχείριση των αποθεμάτων από μία επιχείρηση. 30

ΜΕΡΟΣ Β ΑΝΑΛΥΣΗ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΩΝ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ 31

Στο δεύτερο μέρος αυτής της εργασίας γίνεται διαχρονική ανάλυση των χρηματοοικονομικών αριθμοδεικτών των ξενοδοχειακών μονάδων της Μυτιλήνης για τις χρήσεις 2005 έως και 2009. Όλα τα ξενοδοχεία που επιλέχθηκαν τηρούν βιβλία Γ κατηγορίας και εκδίδουν στο τέλος κάθε διαχειριστικής περιόδου ισολογισμούς. Η εξέταση των αριθμοδεικτών μιας επιχείρησης διαχρονικά αναφέρεται στη συμπεριφορά αυτών για μια σειρά ετών (time series) και βοηθάει στο να προβλεφθεί η μελλοντική χρηματοοικονομική κατάσταση. Βοηθάει επίσης στο να διατυπωθεί αν μια ευνοϊκή κατάσταση μετατρέπεται σε μη ευνοϊκή ή αντίθετα αν μια δυσμενής κατάσταση μετατρέπεται βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου. Οι αριθμοδείκτες που επιλέχθηκαν είναι αυτοί που αναφέρθηκαν στο πρώτο μέρος της εργασίας. Σε ορισμένες επιχειρήσεις δεν ήταν δυνατό να υπολογισθούν όλοι οι αριθμοδείκτες λόγω ελλείψεων στους ισολογισμούς που χρησιμοποιήθηκαν. 32

Τα ξενοδοχεία που επιλέχθηκαν για τη συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία φαίνονται στον ακόλουθο πίνακα: ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ AEOLIAN VILLAGE Β ΕΡΕΣΟΣ SUNSET HOTEL Β ΠΕΤΡΑ VATERA BEACH Γ ΒΑΤΕΡΑ ΑΙΟΛΙΣ Γ ΜΗΘΥΜΝΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ Γ ΒΑΤΕΡΑ ΒΑΤΗΣ Β ΜΗΘΥΜΝΑ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ Β ΚΑΛΛΟΝΗ ΒΟΝΤΕΛΑΣ (BLUE SKY) Γ ΠΕΤΡΑ ΓΑΛΗΝΟΣ (ΓΑΛΗΝΗ) Β ΕΡΕΣΟΣ ΓΟΡΓΟΝΑ Δ ΜΗΘΥΜΝΑ AMFITRITI (ΔΗΜ.- ΣΤΑΥΡ.) Β ΜΗΘΥΜΝΑ ΗΛΙΟΤΡΟΠΙΟ Β ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΗΛΙΟΤΡΟΠΙΟ ΙΙ Β ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ (ΑΔΩΝΙΣ) Γ ΜΗΘΥΜΝΑ ΚΟΡΑΛΙ ΑΙΓΑΙΟΥ Β ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΛΕΣΒΙΟΝ Β ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΜΑΛΒΕΤ Γ ΠΕΤΡΑ ΣΑΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΞΤΕ Γ ΠΛΩΜΑΡΙ BLUE SEA Β ΜΥΤΙΛΗΝΗ CLARA Β ΠΕΤΡΑ 33

BLUE SEA 2009 2008 2007 2006 2005 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ 1,94 1,72 1,63 1,76 1,89 ΕΙΔΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ 1,93 1,71 1,62 1,75 1,88 ΤΑΜΕΙΑΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ 0,50 0,35 0,34 0,48 0,34 ΑΜΥΝΤΙΚΟΥ ΧΡΟΝΙΚΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ 832,58 686,66 604,29 582,05 614,15 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ 1,21 2,57 1,63 1,42 1,56 ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ 0,21 0,15 0,06 0,41 0,55 ΜΕΣΕΣ ΗΜΕΡΗΣΙΕΣ ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΟΣΤΟΣ Μέσες ημερήσιες πωλήσεις=πωλήσεις/240 4136,87 4285,83 3982,16 3395,57 3386,15 Μέσες ημερήσιες πωλήσεις=πωλήσεις/365 2720,13 2818,08 2618,41 2232,71 2226,51 Μέσο Ημερήσιο Κόστος= Κόστος Πωλήσεων/270 1405,86 1432,79 1444,79 1311,02 1243,08 Μέσο Ημερήσιο Κόστος= Κόστος Πωλήσεων/365 927,14 942,11 950,00 862,04 817,37 ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ Ημέρες Αποθεμάτων= Αποθέματα/ΜΗΚ (270) 5,18 5,29 5,65 3,61 3,67 Ημέρες Αποθεμάτων= Αποθέματα/ΜΗΚ(365) 7,85 8,05 8,59 5,48 5,58 Κυκλοφοριακή Ταχύτητα Αποθεμάτων= Κόστος Πωλήσεων /Μ.Ο. Αποθεμάτων ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ 45,55 43,70 53,83 67,78 56,48 ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ ΜΙΚΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ (%) 87,14 60,91 58,14 55,52 57,02 Ο παραπάνω πίνακας απεικονίζει τους κυριότερους αριθμοδείκτες που επιτρέπουν τη μελέτη της βραχυχρόνιας οικονομικής θέσης του ξενοδοχείου BLUE SEA. Ο δείκτης Γενικής Ρευστότητας είναι δε μπορεί να χαρακτηριστεί ικανοποιητικός κατά τη διάρκεια των χρήσεων που εξετάζουμε. Η τιμή του δε ξεπερνά το πρότυπο σε καμία χρήση δείχνοντας μας έτσι τις δυσκολίες ρευστότητας που υπάρχουν στην επιχείρηση. Από το 2007 και μετά ο δείκτης σημειώνει σταδιακή άνοδο πλησιάζοντας το 2009 την τιμή του προτύπου. Η άνοδος αυτή οφείλεται στη μικρή αύξηση από χρήση σε χρήση του κυκλοφορούντος ενεργητικού. Συγκεκριμένα η αύξηση αυτή οφείλεται στους λογαριασμούς «απαιτήσεις» και «διαθέσιμα». Το ξενοδοχείο στη πενταετία που εξετάζεται δεν έχει σημαντικό περιθώριο ασφάλειας ως προς τις μεταβολές του κεφαλαίου κίνησης καθώς επίσης ο βαθμός ασφαλείας των πιστωτών δεν είναι αρκετά ικανοποιητικός. Γενικότερα όμως η επιχείρηση φαίνεται να αντιμετωπίζει πρόβλημα στην ομαλή κάλυψη των Βραχυπρόθεσμων Υποχρεώσεων της. 34

Ο δείκτης Ειδικής Ρευστότητας είναι σε επιθυμητά επίπεδα και κυμαίνεται σε ίσες περίπου τιμές με τη Γενική Ρευστότητα. Αυτό είναι θετικό για την επιχείρηση καθώς το αντίθετο θα αποτελούσε ένδειξη ότι υπάρχουν αυξημένα αποθέματα. Παρουσιάζει και αυτός μία άνοδο το 2008 και το 2009. Η άνοδος αυτή οφείλεται στους ίδιους λόγους που αναφέρθηκαν στο δείκτη Γενικής Ρευστότητας. Ο δείκτης ταμειακής ρευστότητας αυξομειώνεται από χρήση σε χρήση όμως οι τιμές που παίρνει είναι αρκετά χαμηλές για να θεωρηθεί ικανοποιητικός. Αυτό σημαίνει ότι η συγκεκριμένη επιχείρηση δεν έχει επάρκεια μετρητών έτσι ώστε να καλύψει τις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Τη μεγαλύτερη τιμή του δείκτη τη συναντάμε τη χρήση 2009. Η μικρή αυτή αύξηση της τιμής οφείλεται στη μικρή μείωση που σημείωσαν οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της επιχείρησης με την ταυτόχρονη μικρή αύξηση των διαθεσίμων της. Γενικότερα όμως η εικόνα του αριθμοδείκτη ταμειακής ρευστότητας είναι ανησυχητική και δείχνει την αδυναμία της επιχείρησης να ανταπεξέλθει στις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Ο δείκτης αμυντικού χρονικού διαστήματος χρόνο με το χρόνο αυξάνεται, κάτι που σημαίνει ότι η κατάσταση λειτουργίας του ξενοδοχείου κυλάει ομαλά, δηλαδή είναι σε θέση να καταβάλλει τις λειτουργικές της δαπάνες χωρίς να βασίζεται τα λειτουργικά της έσοδα. Το διάστημα βέβαια αυτό θα μπορούσε να είναι και μεγαλύτερο ειδικότερα αν το συγκρίνουμε με τον αντίστοιχο αριθμοδείκτη στα ξενοδοχεία που εξετάζονται παρακάτω. Σύμφωνα με την εξέταση των αριθμοδεικτών ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων και ταχύτητας εξόφλησης υποχρεώσεων παρατηρούμε ότι ο πρώτος έως και το 2008 παρουσίαζε άνοδο, το 2009 ακολούθησε πτωτική πορεία. Αυτό σημαίνει ότι υπήρξε αύξηση των ημερών παραμονής των ανείσπρακτων υποχρεώσεων της. Έτσι καλό θα ήταν η επιχείρηση να ακολουθήσει μία πιο δραστήρια πολιτική στην είσπραξη των απαιτήσεών της, κάτι που θα της επιτρέψει να ανταποκριθεί και καλύτερα στις δικές της υποχρεώσεις. Είναι φανερό άλλωστε και από τη μείωση του δείκτη ταχύτητας εξόφλησης υποχρεώσεων, αφού οι ημέρες κατά τη διάρκεια της διαχειριστικής περιόδου όπου η επιχείρηση εξοφλεί τις υποχρεώσεις της, αυξάνονται χρόνο με το χρόνο. Συγκρίνοντας τις Μέσες Ημερήσιες Πωλήσεις με το Μέσο Ημερήσιο Κόστος βλέπουμε ότι όλες τις χρήσεις που μελετάμε η επιχείρηση σε καθημερινή βάση λαμβάνει περισσότερα ποσά από αυτά που δαπανά. Αυτό είναι κάτι 35