Τμήμα Δασολογίας & Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων Εργαστήριο Διευθέτησης Ορεινών Υδάτων και Διαχείρισης Κινδύνου Προπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών Δασικά Οικοσυστήματα και Τεχνικά Έργα Κεφάλαιο 1 ο : Εισαγωγή Φώτιος Μάρης, Αναπλ. Καθηγητής Δ.Π.Θ.
Εισαγωγή Η ανθρώπινη επέμβαση έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα στην εύθραυστη ισορροπία που η φύση δημιουργεί, με αποτέλεσμα εκεί όπου το φυσικό περιβάλλον βλάπτεται να απειλείται η υγεία του ανθρώπου και να προκαλείται η υποβάθμιση, γενικότερα, του περιβάλλοντος. Στη διάσκεψη του ΟΗΕ για το περιβάλλον στο Ρίο ντε Τζανέιρο τον Ιούνιο του 1992 έγινε διεθνώς παραδεκτό ότι η οικονομική ανάπτυξη και η περιβαλλοντική προστασία μπορούν να συνυπάρξουν. Αρκεί βέβαια τα αναπτυξιακά έργα να είναι βιώσιμα, δηλαδή να μη συσσωρεύουν προβλήματα αλλά να τα επιλύουν δίνοντας λύσεις στην χρυσή τομή ανάμεσα στην ανάπτυξη και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και εντάσσοντας το περιβαλλοντικό κόστος στο συνηθισμένο κόστος των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Τα τεχνικά έργα και οι συναρθρούμενες σ' αυτά σε κάθε περίπτωση τεχνικές κατασκευές (οχετοί, τοίχοι αντιστήριξης και υποστήριξης καθώς και τα γεφύρια) προκαλούν θετικές και αρνητικές επιδράσεις (συγκρούσεις) εμπλουτίζοντας ή χρησιμοποιώντας αντίστοιχα ορισμένα από τα περιβαλλοντικά αγαθά της άμεσης ή ευρύτερης περιοχής. Ως επίπτωση στο περιβάλλον από την κατασκευή των τεχνικών έργων μπορεί να ορισθεί η κάθε μεταβολή στους περιβαλλοντικούς πόρους, στο φυσικό, ανθρώπινο, βιολογικό, πολιτιστικό, κοινωνικοοικονομικό και θεσμικό περιβαλλοντικό σύστημα.
Ένα τεχνικό έργο γενικά μπορεί να προκαλέσει πιθανές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στα τρία στάδια υλοποίησής του, δηλαδή, κατά : το σχεδιασμό και μελέτη, την κατασκευή και την λειτουργία του. Ο μελετητής περιβαλλοντικών επιπτώσεων καλείται και στα τρία στάδια, αρχής γινομένης κυρίως κατά το σχεδιασμό και τη μελέτη να μελετήσει, να αξιολογήσει και να λάβει υπόψη του τα αντίστοιχα μέτρα στις κατασκευαστικές δραστηριότητες, ώστε το τεχνικό έργο να είναι όσο είναι δυνατόν συμβατό (φιλικό) στο φυσικό περιβάλλον γιατί αποτελεί την πηγή και βάση, για οικονομική αειφόρο ανάπτυξη, κοινωνική βελτίωση και ευημερία.
Με τον όρο συμβατότητα με το περιβάλλον εννοούμε τον καθορισμό, περιγραφή και αξιολόγηση των επιδράσεων ενός έργου στο περιβάλλον ώστε να μπορεί να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για την εναρμόνισή του με το περιβάλλον τοπίο. Η συμβατότητα των τεχνικών έργων με το φυσικό περιβάλλον θα πρέπει να αναδεικνύεται και κατά τη φάση της κατασκευής αλλά και της λειτουργίας των έργων αυτών, διότι τότε παρουσιάζονται σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Οι επιπτώσεις αυτές χαρακτηρίζονται σαν άμεσες και έμμεσες ή δευτερογενείς που συχνά είναι γνωστές σαν επηρεαζόμενες και εμφανίζονται σαν αποτέλεσμα των άμεσων (Σχήμα 1.1).
Με τις εκτεταμένες χωματουργικές εργασίες και τη δημιουργία ορυγμάτων και επιχωμάτων μεγάλου ύψους, το τεχνικό και ιδιαίτερα το οδικό έργο διακόπτει το αρχικό φυσικό ανάγλυφο και ανατρέπει την οικολογική ισορροπία του φυσικού περιβάλλοντος. Ειδικότερα: Το τοπίο υποβαθμίζεται και αλλοιώνεται αισθητικά. Η δενδρώδης και θαμνώδης βλάστηση στη ζώνη καταλήψεως απομακρύνεται, τα κοινωνικά οφέλη που παρέχει το δασικό οικοσύστημα (απόδοση οξυγόνου, κατακράτηση ρύπων, φιλτράρισμα αέρα, προστασία πρανών, αποτροπή διαβρώσεων βελτίωση του υδατικού ισοζυγίου, απορρόφηση θορύβων, δημιουργία ιδανικού μικροκλίματος, μείωση θερμομετρικού εύρους) μειώνονται.
Η απορροή των επιφανειακών νερών, αυξάνεται κατά 30 90%, χωρίς να εμπλουτίζονται οι υδροφόροι ορίζοντες, ενώ μειώνεται η παροχή του νερού. Με τη μεταφορά δε φερτών υλικών και τη μείωση της κοίτης των τάφρων ή λεκανών απορροής, δημιουργούνται πλημμυρικά και φαινόμενα διάβρωσης, με μεγάλες υλικές αλλά και ανθρώπινες απώλειες. Το έδαφος συμπιέζεται και ρυπαίνεται από βαριά μηχανήματα και οχήματα. Η πανίδα απομακρύνεται από την περιοχή της διέλευσης του έργου εξαιτίας των θορύβων και της διάσπασης της βλάστησης, ή μειώνεται από την επίδραση των ρύπων και ιδίως του τετρααιθυλικού μόλυβδου.
Στην υποβάθμιση αυτή του περιβάλλοντος, και στο βωμό της ανάπτυξης και της προόδου που προσδοκά από την κατασκευή έργων, η πολιτεία δεν θα πρέπει να μένει απαθής, αλλά με τα αρμόδια όργανα της θα πρέπει να ενδιαφέρεται και για την προστασία του περιβάλλοντος. Με τον νόμο 1650/86, ορίστηκε σαν αντικείμενο προστασίας του περιβάλλοντος η διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας και η εξασφάλιση της αναπαραγωγικής ικανότητας των φυσικών οικοσυστημάτων από την επίδραση οδικών αλλά και τεχνικών γενικά έργων. Αρκετά χρόνια πριν, τέθηκαν οι βάσεις και οι άξονες προστασίας του περιβάλλοντος από τις παραπάνω επιδράσεις. Έτσι εμφανίστηκαν οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.), που καθιερώθηκαν για πρώτη φορά στις Η.Π.Α. το 1970. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σαν Ε.Ο.Κ. άρχισε την εφαρμογή τους το 1985 με την Οδηγία 85/337/ΕΟΚ, (L. 73), και την Απόφαση της Επιτροπής της 27/6/1985 "Για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον" (L. 175).
Στη χώρα μας το περιεχόμενό τους καθορίζεται από την ΚΥΑ 69269/5387/90, "Κατάταξη έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες, περιεχόμενο Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ), καθορισμός περιεχομένου Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών (ΕΠΜ) και λοιπές συναφείς διατάξεις, σύμφωνα με το Ν. 1650/86" (Β 678) και την ΚΥΑ. 75308/5, 512/1990, "Καθορισμός τρόπου ενημέρωσης των πολιτών και των φορέων εκπροσώπησης τους για το περιεχόμενο της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων των έργων και δραστηριοτήτων, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 5 του Ν. 1650/86" (Β 691) και περιλαμβάνει: την περιγραφή της υπάρχουσας κατάστασης του περιβάλλοντος όπου θα γίνει το οδικό έργο, την περιγραφή του έργου που θα κατασκευαστεί, την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων κατά την φάση του σχεδιασμού, της κατασκευής και της λειτουργίας του έργου, τα μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων και τα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος. Για το νομοθετικό πλαίσιο εκπόνησης ΜΠΕ στους δασικούς δρόμους ισχύει η εγκύκλιος του Υ.Γ.(Υ.Α.Τ.) 81770/5940/9-8-95.
Με όλα αυτά θα υπολογιστεί η υπάρχουσα ποιότητα και χωρητικότητα (Χ.Π.) του περιβάλλοντος της περιοχής, όπου θα δημιουργηθεί το οδικό έργο. Σαν πρώτο, αλλά όχι τελικό συμπέρασμα, έχουμε ότι το αποτέλεσμα των επιδράσεων (Α.Ε.) είναι το αλγεβρικό άθροισμα των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και της χωρητικότητας του περιβάλλοντος όπως δείχνει η εξίσωση: [Α.Ε.] = (Π.Ε.) + (X.Π.) Αναλύοντας αυτή την εξίσωση, ο δασολόγος - περιβαλλοντολόγος διαπιστώνει πως ενεργεί σαν ρυθμιστής των επιπτώσεων του οδικού έργου πάνω στο περιβάλλον, είτε το έργο κατασκευάζεται στο δασικό οικοσύστημα είτε γενικότερα στο αστικό περιβάλλον, αρκεί να είναι γνωστή η ένταση και το είδος της επίδρασης, το μέγεθος του περιβάλλοντος και ο αριθμός των δεκτών που δέχονται την επίδραση.
Και για μεν το δασικό περιβάλλον, ο δασολόγος, σχεδιάζει και κατασκευάζει το έργο με τις λιγότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον, - ώστε ο παράγοντας (Α.Ε.) να γίνεται ελάχιστος, - στα αστικά όμως περιβάλλοντα (εθνικοί οδοί κ.ά.) πρέπει να συμμετέχει στο τμήμα των επιπτώσεων του έργου και της προστασίας του περιβάλλοντος κατά τη λειτουργία του έργου αυτού. Φτάνουμε λοιπόν στο ευχάριστο σημείο έρευνας όχι μόνο των γεωμετρικών στοιχείων της κατασκευής ενός οδικού έργου, (σχεδιασμός στο στάδιο τυποποίησης χωροταξικού ελέγχου) αλλά και του περιβαλλοντικού σχεδιασμού, με επιπρόσθετη είσοδο περιβαλλοντικών παραγόντων στο ήδη προϋπάρχον σύστημα (γεωμετρικά στοιχεία, οικονομικότητα κατασκευής, γεωλογία, τοπικοί - κλιματικοί παράγοντες κ.λ.π.).
Η υλοποίηση των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων είναι ταυτόσημη με ενιαία συμμετοχή ειδικών επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων. Αν μέχρι σήμερα για την κατασκευή οδικών έργων συμμετείχαν τεχνικοί επιστήμονες με γνώσεις κατασκευών, από τώρα απαιτείται και συμμετοχή δασολόγων, περιβαλλοντολόγων, κ.α. που μελετούν και αντιμετωπίζουν τόσο τους μη βιοτικούς παράγοντες του περιβάλλοντος όσο κυρίως την ισορροπία των οικοσυστημάτων που επηρεάζονται από τα έργα (και με τις τεχνικές τους γνώσεις τα αντιμετωπίζουν) διότι καλύτερη οδός σήμερα σε οποιοδήποτε περιβάλλον δεν είναι εκείνη που χρειάζεται το μικρότερο κεφάλαιο ή έχει το πιο μικρό λειτουργικό κόστος, αλλά εκείνη που είναι πιο ανταποδοτική κοινωνικά. Ο μελετητής μπορεί να επιδράσει στη μείωση της αρχικής έντασης, ώστε να μειωθεί ο όγκος του αποτελέσματος της επίδρασης, εάν κατά τη φάση του προγραμματισμού της κατασκευής και της λειτουργίας του έργου λάβει σοβαρά υπόψη του όσα παρουσιάζονται στη συνέχεια.
Φάσεις εξέλιξης στην εκμετάλλευση των δασών Η εκμετάλλευση της φύσης από τον άνθρωπο είναι συνυφασμένη με την ιστορία του. Η αρχική ανάγκη για απλή επιβίωση μετατράπηκε γρήγορα σε συνεχή ανάγκη βελτίωσης της "ποιότητας" ζωής. Όσο η τεχνολογία εξελισσόταν, τόσο το μέγεθος της εκμετάλλευσης αυξανόταν. Παρόλα αυτά, οι επιπτώσεις, βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες, των δραστηριοτήτων του ανθρώπου στο περιβάλλον του δεν ήταν πάντα τόσο έντονες, όπως είναι σήμερα. Αυτό οφείλεται κυρίως σε δύο λόγους: Πρώτο, στο ότι η πρόοδος της τεχνολογίας, η οποία στηριζόταν στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της Γης, δεν ήταν ποτέ τόσο ραγδαία όσο τους τελευταίους δύο αιώνες.
Επόμενο αυτής της ανάπτυξης ήταν να αυξηθούν τα αρνητικά αποτελέσματα της εκμετάλλευσης του περιβάλλοντος και να ξεκινήσουν οι πρώτες αντιδράσεις. Δεύτερο, μεγάλωσαν οι δυνατότητες της επιστήμης, αλλά και αυξήθηκε ο βαθμός περιβαλλοντικής εγρήγορσης των πολιτών και της πολιτείας και έτσι έγινε δυνατό αφενός να αποτιμηθούν αναλυτικά και τεκμηριωμένα οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις και αφετέρου να θεσμοθετηθούν σχετικά μέτρα προστασίας.
Αν τώρα ειδικότερα, παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της Δασοπονίας στην πορεία του χρόνου θα δούμε ότι οι διάφορες θεωρίες και μέθοδοι που αναπτύχθηκαν σχετικά με τον τρόπο εκμετάλλευσης των δασών διαφοροποιήθηκαν σημαντικά στην πορεία του χρόνου. Αφετηρία αποτελεί η Δασοπονία της εκμετάλλευσης, σκοπός της οποίας ήταν η μεγιστοποίηση του κέρδους με την παραγωγή όλο και μεγαλύτερων ποσοτήτων ξύλο με συνέπεια την υπερκάρπωση των δασών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να θέσουν οι κυβερνήσεις περιοριστικούς κανόνες για την εκμετάλλευση των δασών και να οδηγηθούμε στη Δασοπονία της Διαχείρισης. Αυτοί οι περιοριστικοί κανόνες δεν αφορούσαν και τα οικολογικά χαρακτηριστικά των δασικών οικοσυστημάτων με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε στην τρίτη φάση της εξέλιξης, δηλαδή στη Δασοπονία που βασίζεται στην Οικολογία.
Ενώ σ' αυτήν τη φάση εξασφαλίζεται μία σειρά από επιθυμητές αξίες στο διηνεκές, δεν ικανοποιούνται επαρκώς οι απαιτήσεις της κοινωνίας, με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε, ως αποτέλεσμα της κοινωνικής πίεσης, σ' ένα τέταρτο στάδιο εξέλιξης στην Κοινωνική Δασοπονία. Τα βασικότερα σημεία αυτής της φάσης είναι ότι η Δασοπονία σέβεται το φυσικό περιβάλλον, εξασφαλίζει τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, ελαχιστοποιεί τις βλάβες στα οικοσυστήματα και εξασφαλίζει τις αισθητικές και άυλες αξίες των συστάδων και των τοπίων.
Γενικά όλες οι επεμβάσεις του ανθρώπου στη φύση επιβαρύνουν το περιβάλλον και το οικοσύστημα και αφήνουν πίσω τους πληγές στο τοπίο, που μπορούν εν μέρει να καλυφτούν, αλλά τις περισσότερες φορές είναι αδύνατο ν' αποκατασταθούν. Αυτό αφορά επίσης τόσο τα έργα διάνοιξης των δασών όσο και τις εργασίες μετατόπισης του ξύλου, αφού τα παραγωγικά δάση της χώρας μας βρίσκονται κυρίως σε ορεινές και δύσβατες περιοχές με έντονο τοπογραφικό ανάγλυφο, δυσμενείς εδαφοκλιματικές συνθήκες και ανομοιόμορφη κατανομή της δασικής βλάστησης, παράγοντες που δημιουργούν πολλές δυσχέρειες και απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή κατά το σχεδιασμό, τη χάραξη και την κατασκευή των εγκαταστάσεων διάνοιξης, καθώς και κατά την εκλογή των μέσων και μεθόδων μετατόπισης του ξύλου.
Το γεγονός αυτό απαιτεί ιδιαίτερη μελέτη των συνθηκών που επικρατούν σε κάθε περιοχή ξεχωριστά και των παραγόντων που επηρεάζουν τα μέσα διάνοιξης και μετατόπισης του ξύλου, με σκοπό τη σύνταξη ολοκληρωμένων σχεδίων διάνοιξης τα οποία εκτός των οικονομικοτεχνικών και κοινωνικών απαιτήσεων θα λαμβάνουν υπόψη τους την προστασία τόσο της παραμένουσας συστάδας, του εδάφους και του τοπίου της περιοχής γενικότερα, όσο και του ξύλου που υλοτομείται και μετατοπίζεται, ώστε να μη μειώνεται η αξία του.
Τεχνικά συστήματα κάρπωσης των αποδόσεων των δασών Διάνοιξη περιοχής ονομάζεται το σύνολο εργασιών που εκτελούνται σε συγκεκριμένο χώρο με σκοπό να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις και εγκαταστάσεις (δρόμοι κ.λ.π.) για την εξασφάλιση της επικοινωνίας και σύνδεσης μεταξύ περιοχών, τόπων, οικισμών, δασοσυστάδων κ.λ.π.
Διάνοιξη δάσους: Με τον όρο διάνοιξη δάσους εννοεί κανείς το σύνολο των εγκαταστάσεων και των έργων, που εξυπηρετούν: Την προσπέλαση στις μεμονωμένες δασικές επιφάνειες. Τη μεταφορά του προσωπικού, των μέσων, των υλικών και των μηχανημάτων που προορίζονται για την εκμετάλλευση, την καλλιέργεια και την προστασία του δάσους. Τη μετακίνηση του ξύλου (μετατόπιση και μεταφορά) από τις θέσεις υλοτομίας μέχρι τους τόπους καταναλώσεως και επεξεργασίας. Η διάνοιξη μιας δασικής περιοχής μπορεί να επιτευχθεί με διαφορετικούς τρόπους, ανάλογα με το είδος, την κατά χώρο κατανομή, την πυκνότητα και το συνδυασμό των μέσων διάνοιξης.
Τα έργα διάνοιξης των δασών σχεδιάζονται, χαράσσονται και κατασκευάζονται σύμφωνα με 3 βασικές αρχές (Σχ. 1.3): την αρχή της Τεχνικής την αρχή της Οικονομίας και την αρχή της Οικολογίας (Προστασίας του Φυσικού Περιβάλλοντος)
Η διάνοιξη του δάσους περιλαμβάνει: Το σχεδιασμό της διάνοιξης του δάσους, κατά του οποίου χρησιμοποιούνται ως μέσα διάνοιξης κυρίως τα δίκτυα δασικών δρόμων και δευτερευόντως άλλα μέσα ή συνδυασμό αυτών. Τη μελέτη χάραξης και κατασκευής των μεμονωμένων δασικών δρόμων καθώς και τη μελέτη των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Την κατασκευή των μεμονωμένων δασικών δρόμων Τη μελέτη συντήρησης του οδικού δικτύου.
Τα μέσα διάνοιξης Τα μέσα διάνοιξης που χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν και χρησιμοποιούνται και σήμερα είναι: Το νερό (υδάτινα ρεύματα και πλωτά ποτάμια). Οι βάρσες και οι σύρτες. Οι δασικοί σιδηρόδρομοι. Οι σχοινιοεγκαταστάσεις Το ελικόπτερο και το αερόστατο Το οδικό δίκτυο.
Αξιολόγηση των διάφορων μέσων διάνοιξης Για την επίτευξη μιας τεχνικά, οικονομικά και οικολογικά άριστης διάνοιξης θα πρέπει να γίνει αξιολόγηση των διάφορων μέσων διάνοιξης. Η αξιολόγηση αυτή μπορεί να γίνει στο πλαίσιο των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων τους. Οι DIETZ-KNIGGE-LÖFFLER (1984) χρησιμοποιώντας 22 συνολικά κριτήρια, από τα οποία τα 10 είναι τεχνικά, τα 5 βιολογικά, διαχειριστικά και οικολογικά και τα υπόλοιπα 7 οικονομικά, συγκρίνουν μεταξύ τους τα διάφορα μέσα διάνοιξης, όπως φαίνεται στον πίνακα 1.1.
Η μετατόπιση του ξύλου Η διεξαγωγή των εργασιών μετατόπισης του ξύλου γίνεται μέσα στο δασογενή χώρο με συνέπεια τη δημιουργία πολλών δυσχερειών στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που εμφανίζονται στη διαδικασία μετακίνησης του ξύλου, σε συνδυασμό με την απαίτηση για προστασία της παραμένουσας συστάδας, του εδάφους και του περιβάλλοντος γενικότερα. Ο σχεδιασμός των εργασιών της μετατόπισης του ξύλου θα πρέπει να γίνεται και σε κάθε δασική περιοχή ξεχωριστά, γιατί κάθε περιοχή, είναι μοναδική και ανεπανάληπτη και έχει τις ιδιαιτερότητες της, ενώ τα κατάλληλα μέσα και οι μέθοδοι θα πρέπει να εκλέγονται ύστερα από επισταμένη μελέτη των τοπικών δασοπονικών, οικονομικών, τεχνικών, εδαφομορφολογικών και οικολογικών συνθηκών κάθε περιοχής. Για τη μετατόπιση του ξύλου χρησιμοποιείται ανθρώπινη, ζωική ή μηχανική δύναμη.
Σας ευχαριστώ για τη προσοχή σας!!