ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΛΕΞΙΟΥ. Υποψήφιος διδάκτορας. Τομέας Αγροτικής Οικονομίας, Γεωπονική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΥ



Σχετικά έγγραφα
«Συντονισμός του Σχεδιασμού και της Εφαρμογής Δημόσιων Πολιτικών»

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΠΡΑΞΗ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ για την παραγωγικότητα και βιωσιμότητα της γεωργίας

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου ΣΧΕ ΙΟ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗΣ. της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

Ομιλία του Κωνσταντίνου Τσουτσοπλίδη Γενικού Γραμματέα Διαχείρισης Κοινοτικών και άλλων Πόρων, στην

Παραδοτέο Π.1 (Π.1.1) Εκθέσεις για προµήθεια εκπαιδευτικού υλικού

Προοπτικές συνεργασίας και καινοτομίας στο νέο ΠΑΑ

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΑΠΟ LIFE-NATURE

Πρόταση κανονισμού (COM(2017)0825 C8-0433/ /0334(COD)) Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΣΤΟ ΝΕΟ ΠΑΑ

Κοινή Γεωργική Πολιτική και Αγροτική Ανάπτυξη ( )

Ενημερωτικό δελτίο για το πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης για την Ελλάδα

ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΣΤΟ ΝΕΟ ΠΑΑ

DeSqual Ενότητες κατάρτισης 1. Ενδυνάμωση των εξυπηρετούμενων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΜΕΘΟΔΟΣ ΠΟΛΥΚΡΙΤΗΡΙΑΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ MULTIPOL

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

Το Peer Review for EQAVET ως εργαλείο Διασφάλισης της Ποιότητας στην Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση

ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ, ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΟΡΙΣΜΟΣ, ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΩΦΕΛΗ ΤΗΣ ΕΕΠΠ

«Διαδικασία Συµµετοχής Η σωστή επιλογή προγράµµατος, εταιρικού σχήµατος και στρατηγικής. Η υποβολή της πρότασης»

RURENER. Δίκτυο μικρών αγροτικών κοινοτήτων για ενεργειακή ουδετερότητα

Συμμετοχικές Διαδικασίες κατά τη διαδικασία ΣΠΕ: Πιθανά προβλήματα και προοπτικές

Ε.Π. Κ.Π. «LEADER+» ( )

14182/16 ΔΛ/μκ 1 DGG 1A

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 1 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΚΕΝΗΣ ΘΕΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΕΦΕΔΡΙΚΟΥ ΠΙΝΑΚΑ

1 2 3 = = % 76,06% 23,94% 50,02% 49,98% 100%

ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ «ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ»

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΔΗΜΟΥ ΔΕΛΦΩΝ (Α ΦΑΣΗ

ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΤΑ ΤΟ 2013 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΠΟΥ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΠΕ

ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 4 «ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΔΑΦΙΚΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ» ΤΟΥ ΕΠΑΛΘ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΑΠΑΝΗΣ ΕΤΘΑ:

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ (ΠΕΣ)

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Ορισμός Στρατηγικού Έργου

8485/15 ΣΠΚ/γομ 1 DGB 1

Γεωργικές Εφαρμογές και Εκπαίδευση για την Αειφόρο Αγροτική Ανάπτυξη

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ

ΥΔΑΤΙΝΕΣ ΓΕΦΥΡΕΣ Ενώνουμε τη φωνή μας για το νερό!

Πανεπιστημιακή - Επιχειρηματική Συνεργασία

Αξιολόγηση της Πιλοτικής Εφαρμογής της Επαγγελματικής Μάθησης (Mάιος 2016)

1 Ενισχυμένος ρόλος για τη ΜΕΓΕ

15320/14 ΕΠ/γπ 1 DG E - 1 C

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ. 5η Συνεδρίαση της Επιτροπής Συντονισμού του Ευρωπαϊκού Δικτύου Αγροτικής Ανάπτυξης 9 Δεκεμβρίου 2010

Ποσοστό στη.. του Μέτρου. Ποσό (σε ΕΥΡΩ)

ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΟ ΓΕΩΡΓΙΑ. Α. Κουτσούρης Γεωπονικό Παν/μιο Αθηνών

«Σχεδιασμός, Οργάνωση, Εκτέλεση, Ηγεσία, Επικοινωνία, και Αξιολόγηση Δράσεων που αναλαμβάνουν τα στελέχη»

CLLD / LEADER ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Π.Α.Α ΜΕΤΡΟ 19. ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΟΠΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

Η πολιτική του σχολείου για βελτίωση της διδασκαλίας και της μάθησης: Δύο περιπτώσεις προγραμμάτων σχολικής αποτελεσματικότητας και σχολικής βελτίωσης

ΠΡΟΤΥΠΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ

ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΟΔΟΥ TOY ΠΕΠ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Ο στόχος αυτός είναι σε άμεση συνάρτηση με τη στρατηγική της Λισαβόνας, και συγκεκριμένα την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής μέσω:

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Σχέδιο Έκθεσης Γενικής Εκτίμησης της Εικόνας του Σχολείου

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΚΕΝΗΣ ΘΕΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΕΦΕΔΡΙΚΟΥ ΠΙΝΑΚΑ

Παραδείγματα καλών πρακτικών και μελλοντικές προκλήσεις

Το εργαλείο NEXUS για την ανάπτυξη των Νοτίων Περιφερειών στο Ευρωπαϊκό πλαίσιο

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΟΡΙΣΜΟΙ ΕΠΙΠΕΔΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος

Αξιολόγηση του LEADER / CLLD. σε επίπεδο τοπικού προγράμματος

ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΤΗΣ ΕΞΥΠΝΗΣ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ (SMART SPECIALIZATION)

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΚΕΝΗΣ ΘΕΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΕΦΕΔΡΙΚΟΥ ΠΙΝΑΚΑ

Υποστήριξη της λειτουργίας των Συμβουλίων Ένταξης Μεταναστών (ΣΕΜ)

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Πρότυπα και Μικρές Επιχειρήσεις: προκλήσεις και ευκαιρίες

ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ» Ποσοστό στη.. του Μέτρου. Ποσό (σε ΕΥΡΩ)

Η Στρατηγική της Έξυπνης Εξειδίκευσης στην Περιφέρεια ΑΜΘ Β. ΠΙΤΣΙΝΙΓΚΟΣ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΕΥΔ ΕΠ ΠΑΜΘ ΞΑΝΘΗ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2017 (OR. en)

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΥΝ ΕΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓ. ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ Ιάκωβος Καρατράσογλου

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗΣ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. Αναστασία Στρατηγέα Αναπλ. Καθηγ. Ε.Μ.Π.

Διάλεξη 5η: Έρευνα Μάρκετινγκ και Κατανόηση του Πελάτη Ξέρουμε τι Θέλουν οι Καταναλωτές;

Επαγγελματικός Προσανατολισμός Ευάλωτων Ομάδων Νεαρών Ατόμων

ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΙ ΙΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ TOY ΕΣΠΑ

Ευρήματα στον τομέα του τουρισμού. Ανάλυση αναγκών

ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΤΑ ΤΟ 2013 ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΩΝ ΣΧΕΔΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Αρχή 1. Πιθανές ενέργειες:

2η ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΠΕΡΙΟΔΟΥ

6014/16 ΕΚΜ/γπ/ΘΛ 1 DGG 2B

Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους απόρους, καθώς επίσης και το Ταμείο της Παγκοσμιοποίησης.


Σαραφίδου Μελίνα Ε.Υ.. Ε.Π. Περιφέρειας Θεσσαλίας

ΦΤΙΑΧΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ

ΔΙΑΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΜΣ «ΤΟΠΙΚΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ» ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Τα πρώτα αποτελέσματα και οι προκλήσεις εφαρμογής του

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

ενεργειακό περιβάλλον

Επιμέλεια: Ελισάβετ Λαζαράκου Σχολική Σύμβουλος, 28 η Περιφέρεια Δημοτικής Εκπαίδευσης Αττικής

Προπαρασκευαστική δράση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ )

Transcript:

Εντοπισμός των αδυναμιών του σχεδιασμού, της υλοποίησης και της αξιολόγησης του μέτρου 121 - Εκσυγχρονισμός γεωργικών εκμεταλλεύσεων του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης για την Ελλάδα 2007-2013 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΛΕΞΙΟΥ Υποψήφιος διδάκτορας Τομέας Αγροτικής Οικονομίας, Γεωπονική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΥ Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας και Περιβάλλοντος, Πολυτεχνική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΧΑΣΑΝΑΓΑΣ ασάρχης Περτουλίου Ταμείο ιοίκησης και ιαχείρισης Πανεπιστημιακών ασών Περίληψη Η αποτίμηση των αποτελεσμάτων και των επιπτώσεων των Πολιτικών Αγροτικής Ανάπτυξης είναι μία ιδιαίτερα περίπλοκη διαδικασία κυρίως λόγω της πολυτομεακής φύσης της υπαίθρου. Μεγάλη μερίδα της επιστημονικής κοινότητας και του πολιτικο-διοικητικού συστήματος εφαρμογής και υλοποίησης των Προγραμμάτων Αγροτικής Ανάπτυξης τόσο στην Ελλάδα όσο και στα υπόλοιπα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμφωνεί ότι η εκτίμηση των επιπτώσεων, με τον τρόπο που γίνεται κατά την 4 η προγραμματική περίοδο, αδυνατεί να ικανοποιήσει την ανάγκη για μία αξιολόγηση σε βάθος που θα παράγει πραγματικά και χρήσιμα αποτελέσματα. Η παρούσα έρευνα αποσκοπεί στον εντοπισμό των προβλημάτων και των αδυναμιών που εμφανίζονται κατά τις διαδικασίες σχεδιασμού, υλοποίησης και αξιολόγησης του μέτρου 121 «Εκσυγχρονισμός γεωργικών εκμεταλλεύσεων» του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης για την Ελλάδα 2007-2013 και επηρεάζουν αρνητικά την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί. Για τη συλλογή τον πρωτογενών ποιοτικών στοιχείων πραγματοποιήθηκε ομάδα εργασίας (focus group). Γενικά, τα στάδια του σχεδιασμού και υλοποίησης χαρακτηρίζονται από μεγάλο βαθμό συγκεντρωτισμού ο οποίος οδηγεί σε έλλειψη ευελιξίας. Οι γραφειοκρατικές διαδικασίες και η εμπλοκή πολυάριθμών φορέων ενισχύουν την πολυπλοκότητα των διαδικασιών και δυσκολεύουν την αποκέντρωση. Επίσης, παρατηρήθηκαν χρονικές καθυστερήσεις στη δημοσιοποίηση της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος για το μέτρο 121 και στην αξιολόγηση των προτάσεων που 1

κατατέθηκαν. Όσο αφορά το στάδιο της αξιολόγησης, υπάρχουν πολλά δεδομένα που απαιτούνται για τον υπολογισμό των δεικτών επιπτώσεων του Κοινού Πλαισίου Παρακολούθησης και Αξιολόγησης, τα οποία δεν είναι διαθέσιμα σε πολλά από τα κράτη μέλη. Τέλος, η έλλειψη «κουλτούρας αξιολόγησης» επισημαίνεται ως ένας καθοριστικός παράγοντας για την αποτυχία της διαδικασίας της αξιολόγησης. Λέξεις - κλειδιά: Πολιτική Αγροτικής Ανάπτυξης, Περιφερειακή Ανάπτυξη, συμμετοχική αξιολόγηση, ποσοτική έρευνα, ομάδα εργασίας Εισαγωγή Ο γεωργικός τομέας διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην ίδρυση της ΕΟΚ. Η εφαρμογή της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ) ξεκίνησε ταυτόχρονα με την ίδρυση της ΕΟΚ το 1957 και ήταν η πρώτη κοινή πολιτική που εφαρμόστηκε (European Institute of Public Administration, 2000). Επιπλέον, πάνω από το 56% του συνολικού πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27 ζει σε αγροτικές περιοχές, οι οποίες καλύπτουν το 91% της συνολικής έκτασης (European Commission, 2008). Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης της Ελλάδας (2012) η συνολική έκταση της Ελλάδας υπολογίζεται σε 13.196.887 εκτάρια, 97,1% των οποίων χαρακτηρίζονται ως αγροτικές περιοχές ενώ περίπου τα 2/3 του συνολικού πληθυσμού της χώρας κατοικεί σε αυτές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθετεί πλέον μια χωρική - περιφερειακή προσέγγιση για την αγροτική ανάπτυξη και εγκαταλείπει σταδιακά την αγροτική - τομεακή (Papadopoulos και Liarikos, 2007). Επιδιώκει την ύπαρξη περισσότερων επιλογών και μεγαλύτερης ευελιξίας για την ανάπτυξη της υπαίθρου σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο και όχι αποκλειστικά σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (Midmore et al., 2006). Παρόλο που τα τελευταία χρόνια το επίκεντρο της Πολιτικής Αγροτικής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης τείνει να μετατοπιστεί από την ανταγωνιστικότητα της γεωργίας και της δασοκομίας στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και της διαφοροποίησης σε μια ευρύτερη αγροτική οικονομία με έμφαση στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των πολιτικών, η Ελλάδα συνεχίζει να δίνει έμφαση στον τομέα των διαρθρώσεων. Κατά την προγραμματική περίοδο 2007-2013 το μέτρο 121 «Εκσυγχρονισμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων» ανήκει στον πρώτο άξονα του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ). Αν χρησιμοποιηθεί η χρηματοδοτική βαρύτητα ως μέτρο σύγκρισης, το μέτρο 121 είναι το τρίτο σημαντικότερο μέτρο του ΠΑΑ 2007-2013, αφού αναμένεται να απορροφήσει το 9,04% των συνολικών κονδυλίων του ελληνικού ΠΑΑ. Με το μέτρο αυτό, θα προωθηθούν δράσεις για τον εκσυγχρονισμό των γεωργικών εκμεταλλεύσεων που έχουν σχέση με τη φυτική και ζωική παραγωγή, με ιδιαίτερη έμφαση στη ζωική παραγωγή. 2

Πιο συγκεκριμένα, ο πρώτος διαρθρωτικός στόχος του μέτρου 121 του ΠΑΑ ορίζεται «η συμβολή στην αύξηση της συμμετοχής της ακαθάριστης αξίας της ζωικής παραγωγής στο σύνολο της γεωργικής παραγωγής». Η ανισομέρεια μεταξύ φυτικής και ζωικής παραγωγής θεωρείται ως ένα από τα βασικά διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής γεωργίας. Η Ελλάδα εισάγει μεγάλες ποσότητες κρέατος από τρίτες χώρες για να καλύψει τις ανάγκες της εσωτερικής κατανάλωσης. Παραδοσιακά ο κλάδος της αιγοπροβατοτροφίας αποτελείται από μικρές οικογενειακές μονάδες σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές της χώρας που χρήζουν εκσυγχρονισμού. Ο τομέας του αγελαδινού γάλακτος έχει πληγεί τα τελευταία χρόνια από την απελευθέρωση των αγορών, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της ζήτησης του γάλακτος, τη μείωση των τιμών του παραγωγού και τη συνεχόμενη πτώση της παραγωγής του αγελαδινού γάλακτος. Η ανάγκη λήψης μέτρων ενίσχυσης των γαλακτοπαραγωγικών μονάδων γίνεται επιτακτικότερη ενόψει της αναμενόμενης λήξης του καθεστώτος των γαλακτοκομικών ποσοστώσεων το 2015. Ο δεύτερος διαρθρωτικός στόχος του μέτρου 121 αναφέρεται στη φυτική παραγωγή. Προτεραιότητα σύμφωνα με το ΠΑΑ δίνεται σε επενδυτικά σχέδια «για τη βελτίωση της παραγωγής της εκμετάλλευσης μέσω της επέκτασης ή της αντικατάστασης υφιστάμενων κλάδων ή της εισαγωγής νέων κλάδων παραγωγής που τα προϊόντα τους δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα διάθεσης». Ιδιαίτερη πρόβλεψη θα υπάρχει για την αναδιάρθρωση της παραγωγής στους τομείς που επηρεάζονται αρνητικά από την αναθεώρηση της ΚΓΠ και τους σχετικούς περιορισμούς των ΚΟΑ των προϊόντων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου προϊόντος αποτελεί ο καπνός. O τρίτος διαρθρωτικός στόχος του μέτρου 121 του ΠΑΑ καλύπτει τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις: τη βελτίωση των επιδόσεων στον τομέα της ασφάλειας και της υγιεινής των τροφίμων την αύξηση της παραγωγής προϊόντων υψηλής προστιθέμενης τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων μέσω: - της ανάληψης δράσεων για τη βελτίωση της ικανότητας αποδοτικότερης χρήσης των υδάτων - της χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) για την υποκατάσταση των ορυκτών καυσίμων. Οι γεωργικές δραστηριότητες προκαλούν πολλές θετικές και αρνητικές επιπτώσεις στο φυσικό και οικιστικό περιβάλλον, τις τοπικές κοινωνίες και την εθνική και τοπική οικονομία. Ωστόσο, αυτά τα αποτελέσματα είναι μερικές φορές πολύ δύσκολο να μετρηθούν (Legg, 2008). Αυτό είναι το κύριο 3

πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι αξιολογητές και τους φορείς χάραξης πολιτικής, όταν καλούνται να αξιολογήσουν τις επιπτώσεις των πολιτικών. Τα Προγράμματα Αγροτικής Ανάπτυξης υπόκεινται σε αξιολόγηση. Σύμφωνα με το άρθρο 84 του Κανονισμού 1698/2005 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Οι αξιολογήσεις αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας της εφαρμογής των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης. Αποτιμούν την επίπτωση των προγραμμάτων σε σχέση με τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας που προβλέπονται στο άρθρο 9 και ειδικά προβλήματα αγροτικής ανάπτυξης στα συγκεκριμένα κράτη μέλη και περιφέρειες, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της αειφόρου ανάπτυξης και τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, καθώς και την εκπλήρωση των απαιτήσεων της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας.» Ο σκοπός της αξιολόγησης είναι να εξετάσει το λόγο ύπαρξης μίας παρέμβασης ή πολιτικής, προκειμένου να διασφαλιστεί η επανάληψη των επιτυχημένων πρακτικών και η αποφυγή των αποτυχημένων. Χρησιμοποιεί συστηματικές μεθόδους της οικονομίας και της κοινωνιολογίας, της κοινωνικής ψυχολογίας, της οικονομικής γεωγραφίας, της ανθρωπολογίας και άλλων επιστημών. Κρίσιμος παράγοντας για την ορθή εφαρμογή των μεθόδων αξιολόγησης είναι η διαθεσιμότητα και η αξιοπιστία των κοινωνικο-δημογραφικών και οικονομικών δεδομένων (European Commission, EC Structural Funds, Vol.1, 1999). Η αξιολόγηση παρέχει πολύτιμες πληροφορίες σε εκείνους που είναι επιφορτισμένοι με το έργο της λήψης αποφάσεων για τις συνέπειες των πολιτικών τους ενώ παράλληλα αποτελεί ένα βασικό μηχανισμό για τη βελτίωση της ποιότητας των κανονιστικών ρυθμίσεων (Tscherning et al., 2008; Jacob et al., 2008). Επιπλέον, δικαιολογεί και ελέγχει τις δημόσιες δαπάνες (Huelemayer και Schiller, 2010). Η σωστή συλλογή δεδομένων σε τακτική βάση θα διευκολύνει τις διαδικασίες αξιολόγησης και μπορεί να οδηγήσει σε ασφαλέστερα και πιο χρήσιμα αποτελέσματα. Η αξιολόγηση όχι σπάνια αντιμετωπίζεται από τα κράτη μέλη ως μία συμβατική υποχρέωση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ωστόσο, κατά μια άποψη τα προϊόντα της αξιολόγησης μπορούν να αποτελέσουν τα βασικότερα εργαλεία για τον επανασχεδιασμό της πολιτικής κατά την τρέχουσα προγραμματική περίοδο και για σχεδιασμό της επόμενης. Ο Ray (2000) υποστηρίζει ότι η αξιολόγηση θα πρέπει να θεωρείται ως μια εσωτερική περιοδική ή συνεχής διαδικασία συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων ή δυνητικών παραγόντων σε τοπικό επίπεδο και όχι ως κρίση ενός «ειδικού» αντικειμενικού εξωτερικού αξιολογητή. Η ανάπτυξη της υπαίθρου γίνεται όλο και πιο συμμετοχική σε όλα τα στάδια. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο η «από κάτω προς τα πάνω» προσέγγιση της πρωτοβουλίας LEADER. Συμμετοχική ανάπτυξη απαιτεί και ένα συμμετοχικό σύστημα αξιολόγησης. Η αξιολόγηση είναι μια σημαντική διαδικασία για την κατανόηση της πραγματικότητας για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς στην αγροτική ανάπτυξη (High Nemes, 2007). Η ενεργός συμμετοχή όλων είναι σημαντική για την επιτυχία του συστήματος πολυεπίπεδης διακυβέρνησης. 4

Κατά μια άλλη προσέγγιση, η αξιολόγηση θα πρέπει να θεωρείται ως αναπόσπαστο μέρος της υλοποίησης των δράσεων και προγραμμάτων και όχι ως μια ξεχωριστή διαδικασία (High και Nemes, 2007). Οι Casley και Kumar (1988) ορίζουν την αξιολόγηση ως μια περιοδική αποτίμηση της αποδοτικότητας, της αποτελεσματικότητας και των επιπτώσεων της δράσης σε σχέση με τους καθορισμένους στόχους. Με άλλα λόγια, η αξιολόγηση απαντά σε δύο βασικά ερωτήματα: «η δράση θα επιτύχει τους στόχους της;» και «πώς η εφαρμογή μιας δράσης θα μπορούσε να βελτιωθεί σε σχέση με τους αρχικούς στόχους;» (High και Nemes, 2007). Patton (1999) υποστηρίζει ότι η αξιολόγηση είναι πολιτισμός που μοιράζεται μεταξύ των αξιολογητών και όλων εκείνων που εμπλέκονται στις διαδικασίες αγροτικής ανάπτυξης. Στην ανθρωπολογία ο πολιτισμός ορίζεται ως ένα σύστημα κοινών πεποιθήσεων, αξιών, προτύπων, παραδόσεων, στάσεων, γνώσεων και γλώσσας που χρησιμοποιείται από τα μέλη μιας κοινωνίας για να επιβιώσει και να δημιουργήσει τρόπους σκέψης και κοινή αντίληψη (Díaz-Puente et al., 2008). Η αξιολόγηση πολιτικών προγραμμάτων εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ στη δεκαετία του 1950, όταν η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της κυβέρνησης τέθηκαν υπό αμφισβήτηση. Στη δεκαετία του 1960 διαδόθηκε ευρύτερα εστιάζοντας κατά κύριο λόγο στην καινοτομία στον τομέα της εκπαίδευσης, των κοινωνικών υπηρεσιών, της δημόσιας υγείας και της πρόληψης της εγκληματικότητας (European Commission, EC Structural Funds, Vol.1, 1999). Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 ξεκίνησαν οι πρώτες αξιολογήσεις των περιφερειακών πολιτικών, στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Σουηδία και τη Γερμανία. Αυτές οι τρεις ευρωπαϊκές χώρες με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά υπήρξαν πρωτοπόροι στην υιοθέτηση της αξιολόγησης. Στη δεκαετία του 1980, η ανία, η Ολλανδία, η Νορβηγία και η Ελβετία, άρχισαν να υιοθετούν την αποτίμηση των αποτελεσμάτων των περιφερειακών πολιτικών (Díaz-Puente et al., 2008). Οι νότιες και κεντρικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είχαν παράδοση στις αξιολογήσεις. Η νομοθετική μεταρρύθμιση των Ευρωπαϊκών ιαρθρωτικών Ταμείων το 1988 εισήγαγε την αξιολόγηση των προγραμμάτων. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξε αξιολόγηση των προγραμμάτων της ΕΕ νωρίτερα. Ωστόσο, από το 1988 και μετά η αξιολόγηση είναι υποχρεωτική για όλα τα διαρθρωτικά έργα που χρηματοδοτούνται από τα ευρωπαϊκά ταμεί (Díaz-Puente et al., 2008). Το 1994 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε την έκδοση Means for Evaluating Actions of Structural Nature (MEANS) για την καθοδήγηση των κρατών μελών στην αξιολόγηση των δραστηριοτήτων τους. Ο πραγματικός σκοπός αυτής της έκδοσης ήταν να η ενθάρρυνση της ανάπτυξης μιας ενιαίας προσέγγισης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την τεκμηρίωση των μεθόδων αξιολόγησης που χρησιμοποιούνται στα περισσότερα κράτη μέλη και η διάδοση των πιο αξιόπιστων παραδειγμάτων αξιολόγησης (Díaz-Puente et al., 2008). 5

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε το 1995 ένα πρόγραμμα που αποσκοπούσε στη βελτίωση της διαχείρισης των πόρων όλων των πολιτικών που χρηματοδοτούνταν από κοινοτικούς πόρους, με την ονομασία "Sound and Efficient Management - SEM 2000". Επιπλέον, οι ιευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κλήθηκαν να υιοθετήσουν τη συνεχή αξιολόγηση των προγραμμάτων και τη δημιουργία μονάδων αξιολόγησης (European Commission, EC Structural Funds, Vol.1, 1999). Από το 1997, η Επιτροπή άρχισε να δημοσιεύει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις για την αξιολόγηση, που ήταν συνήθως εξειδικευμένες για κάθε πρόγραμμα (Díaz-Puente et al., 2008). Μέχρι το 2007, η αξιολόγηση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης είχε επικεντρωθεί κυρίως στα αποτελέσματα και όχι στις επιπτώσεις (Keenleyside, 2008). Στην τέταρτη προγραμματική περίοδο (2007-2013) οι απαιτήσεις για την αξιολόγηση αυξήθηκαν. Ένα κοινό πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης (ΚΠΠΑ) εισήχθη για να καθοδηγήσει τα κράτη μέλη προς την κατεύθυνση ενός πιο αποτελεσματικού συστήματος αξιολόγησης της Πολιτικής Αγροτικής Ανάπτυξης για την επίτευξη των εθνικών και κοινοτικών στόχων. Το ΚΠΠΑ αποσκοπεί επίσης στη διασφάλιση της λογοδοσίας σχετικά με τις δημόσιες δαπάνες των Προγραμμάτων Αγροτικής Ανάπτυξης και τη βελτίωση των αποτελεσμάτων τους. Το ΚΠΠΑ είναι ένα σύνολο από έγγραφα που έχουν συνταχθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και έχουν εγκριθεί από τα κράτη μέλη (Castellno, 2008), το οποίο περιλαμβάνει μια σειρά από κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση και έναν κατάλογο δεικτών των εισροών, εκροών, αποτελεσμάτων και επιπτώσεων. Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό ίκτυο Αξιολόγησης Αγροτικής Ανάπτυξης ιδρύθηκε στην τέταρτη προγραμματική περίοδο για να συμβάλει στις διαδικασίες της αξιολόγησης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εκτίμηση των επιπτώσεων θεσπίστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2002 για την εξασφάλιση της μεγαλύτερης δυνατής διαφάνειας και τη βελτίωση της ποιότητας των πολιτικών της. Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της διαδικασίας είναι η διατομεακή διαβούλευση, η ευρεία συμμετοχή και ποσοτική εκτίμηση των επιπτώσεων των πολιτικών (Thiel, 2009). Το άρθρο 86 του Κανονισμού 1698/2005 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προτείνει τη δημιουργία ενός συστήματος παράλληλης αξιολόγησης για κάθε πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης σε όλα τα κράτη μέλη. Ο κύριος ρόλος της παράλληλης αξιολόγησης είναι να «εξετάζει την πρόοδο του προγράμματος σε σχέση με τους στόχους του μέσω δεικτών αποτελεσμάτων και, ενδεχομένως, δεικτών επιπτώσεων, να βελτιώνει την ποιότητας των προγραμμάτων και την εφαρμογή τους, να εξετάζει προτάσεις για ουσιαστικές αλλαγές στα προγράμματα και, να προετοιμάζει την ενδιάμεση και την εκ των υστέρων αξιολόγηση.» Το μοντέλο του κύκλου της πολιτικής, όπως παρουσιάστηκε από τον Anderson et al. (1978), χρησιμοποιείται ευρέως για να περιγράψει τα τέσσερα κύρια στάδια της πολιτικής διαδικασίας, τα οποία είναι τα εξής: 6

Ρύθμιση Ατζέντας ιαμόρφωση Πολιτικής Εφαρμογή Πολιτικής Αξιολόγηση Πολιτικής Παρά το γεγονός ότι η τυπική διαδικασία αξιολόγησης ασχολείται ουσιαστικά με το τελευταίο στάδιο του κύκλου της πολιτικής, τα άλλα τρία στάδια παρέχουν σημαντικές ευκαιρίες για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση. Υπάρχει μια αλληλεπίδραση μεταξύ όλων των σταδίων και η αξιολόγηση είναι ο συνδετικός κρίκος που τα συνδέει μεταξύ τους. (Laschewski και Schmidt, 2008). Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της εφαρμογής της πολιτικής, ένα είδος «διαμορφωτικής» αξιολόγησης μπορεί να εξετάζει τον τρόπο που εφαρμόζεται η πολιτική, την επίτευξη των στόχων και τις πιθανές αλλαγές ή βελτιώσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την αποτελεσματικότητά της. Αυτό το είδος της αξιολόγησης εμφανίζεται κυρίως στα πρώτα στάδια της εφαρμογής της πολιτικής, όταν οι βελτιωτικές παρεμβάσεις ή αλλαγές είναι ακόμα δυνατές (Midmore et al., 2006). Η αξιολόγηση, όπως υπαγορεύεται από το Κοινό Πλαίσιο Παρακολούθησης και Αξιολόγησης, μπορεί να εξετάσει μόνο την επίτευξη των πολιτικών στόχων που καθορίστηκαν πριν την έναρξη της προγραμματικής περιόδου από πλευράς εκροών, αποτελεσμάτων και επιπτώσεων. Οι Huelemeyer και Schiller (2010) επισημαίνουν τις αδυναμίες του ΚΠΠΑ. Επισημαίνουν την έλλειψη χρήσιμων κοινωνικών δεικτών επιπτώσεων και θεωρούν ότι το ΚΠΠΑ δίνει έμφαση σε περιβαλλοντικούς και οικονομικούς δείκτες. Επίσης, υπογραμμίζουν την αδυναμία ισχύοντος συστήματος αξιολόγησης να αποτιμήσει τις λιγότερο προφανείς απτές και άμεσες επιπτώσεις των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης και ειδικά όταν υπάρχει συνέργια μεταξύ των στόχων των μέτρων. Επιπλέον, οι παραπάνω συγγραφείς επισημαίνουν τη δυσκολία να αξυπολογισμού της αδράνειας και της μετατόπισης, όπως απαιτείται από το ΚΠΠΑ. Άλλα προβλήματα που προέκυψαν είναι η μη χρήση ποιοτικών μεθόδων αξιολόγησης που θα συμπληρώνουν τις ποσοτικές, η έλλειψη και η προσβασιμότητα των δεδομένων και, τέλος, το χρονοδιάγραμμα της αξιολόγησης. Οι Marquardt και Möllers (2010) αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι η απάντηση των κοινών ερωτημάτων αξιολόγησης του ΚΠΠΑ και ο υπολογισμός των δεικτών επιπτώσεων κατά τη χρονική στιγμή διεξαγωγής της ενδιάμεσης αξιολόγησης είναι στις περισσότερες περιπτώσεις ανέφικτη και ανούσια μιας και οι περισσότερες επιπτώσεις γίνονται αισθητές και μετρίσιμες μετά το πέρας κάποιου εύλογου χρονικού διαστήματος. Οι High και Nemes (2007) ονόμασαν τον τύπο της αξιολόγησης της πολιτικής, όπως εφαρμόζεται στις μέρες μας «εξωγενή αξιολόγηση» που πραγματοποιείται από κάποιον ανεξάρτητο εξωτερικό αξιολογητή, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει συγκεκριμένες ποσοτικές μεθόδους και ένα σύστημα δεικτών του ΚΠΠΑ. Οι ίδιοι συγγραφείς, αναφερόμενοι στην αξιολόγηση του 7

LEADER, υποστηρίζουν ότι οι συμβατικές μέθοδοι της εξωγενούς αξιολόγησης αδυνατούν να μετρήσουν το μεγαλύτερο μέρος της προστιθέμενης αξίας που παράγεται από τις δράσεις που υλοποιούνται στο πλαίσιο της προσέγγισης LEADER. Μεταξύ του σταδίου της ρύθμισης της ατζέντας, κατά το οποίο γίνεται η διατύπωση των στόχων της πολιτικής και του σταδίου της αξιολόγησης, κατά το οποίο αποτιμάται ο βαθμός επίτευξης των στόχων που έχουν τεθεί - επιδόσεις, εκροές, αποτελέσματα και επιπτώσεις - υπάρχει ένα σύνολο διαδικασιών. Συγκεκριμένα σε αυτό το «ξεχασμένο μέσο» υπάρχουν οι διαδικασίες του σχεδιασμού, της υλοποίησης και της αξιολόγησης. Αυτές οι διαδικασίες του «ξεχασμένου μέσου» που απεικονίζονται στο κεντρικό παραλληλόγραμμο του ιαγράμματος 1, δεν αξιολογούνται ουσιαστικά, παρόλο που είναι γεμάτες αλλαγές, προκλήσεις και χρήσιμες πληροφορίες από την πράξη. ιάγραμμα 1: Αλληλεπίδραση μεταξύ σταδίων πολιτικής: «ξεχασμένο μέσο» Πηγή: RuDI Policy Brief Η αξιολόγηση των διεργασιών του «ξεχασμένου μέσου» μπορούν να δώσουν απαντήσεις και πληροφορίες σχετικά με την πολιτική από το σχεδιασμό μέχρι τα αποτελέσματα και τις επιπτώσεις. Η ενδογενής αξιολόγηση θα μπορούσε να αξιολογήσει ιδανικά τις διαδικασίες του «ξεχασμένου μέσου», βασιζόμενη στη συμμετοχή των τοπικών φορέων και των ενδογενών συστημάτων γνώσης, παρέχοντας μια ευκαιρία για την ενίσχυση της υπαίθρου μέσα από την αξιοποίηση της εμπειρίας της τοπικής κοινωνίας. Οι High και Nemes (2007) προτείνουν ένα υβριδικό σύστημα αξιολόγησης που συνδυάζει την αντικειμενικότητα της εξωγενούς αξιολόγησης, η οποία επιτυγχάνει την αντικειμενικότητα με τη χρήση ποσοτικών μεθόδων και ένα σύνολο δεικτών, με τη χρήση της τοπικής γνώσης και τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων φορέων στο πλαίσιο της ενδογενούς αξιολόγησης. Οι Gore και Wells (2009) υπογραμμίζουν την ανάγκη για πιο δημοκρατικές μεθόδους αξιολόγησης. Ο Moseley (2003) θεωρεί τη συμμετοχικότητα ως απαραίτητη προϋπόθεση για μια ιδανική αξιολόγηση των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης. Ο Baslé (2006) και οι Midmore et al. (2008) υποστηρίζουν ότι οι μέθοδοι αξιολόγησης της πολιτικής, όπως αυτές προτείνονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν εγγενείς αδυναμίες στον εντοπισμό των σχέσεων αιτιότητας μεταξύ των στόχων των δράσεων και των επιπτώσεων. Οι 8

παραδοσιακές τεχνικές αξιολόγησης παρέχουν τη δυνατότητα διερεύνησης του βαθμού στον οποίο ικανοποιούνται οι στόχοι της πολιτικής αλλά αποτυγχάνουν να συμβάλουν στην ουσιαστική βελτίωση της πολιτικής. Η ποσοτική αξιολόγηση των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης, όπως προβλέπεται από το ΚΠΠΑ για την τέταρτη προγραμματική περίοδο (2007-2013), σε συνδυασμό με ένα σύστημα ποιοτικής αξιολόγησης που θα παρακολουθεί τις διαδικασίες της πολιτικής αγροτικής ανάπτυξης, θα βοηθήσει στην καλύτερη ερμηνεία των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των διαφόρων φορέων που εμπλέκονται στην αγροτική ανάπτυξη (Midmore et al., 2006). Επιπλέον, η πολυπλοκότητα, η πολυμορφία και οι ιδιαιτερότητες της κάθε αγροτικής περιοχής απαιτούν την εξέταση των ειδικών τοπικών χαρακτηριστικών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αξιολόγησης. Στην παρούσα έρευνα γίνεται μια προσπάθεια ανάλυσης των διαδικασιών σχεδιασμού, υλοποίησης και αξιολόγησης του μέτρου 121 «Εκσυγχρονισμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων» του ΠΑΑ για την 4 η προγραμματική περίοδο (2007-2013). Το συγκεκριμένο μέτρο επιλέχθηκε γιατί κατατάσσεται τρίτο σε χρηματοδοτική βαρύτητα και αναμένεται να απορροφήσει το 9,04% των συνολικών κονδυλίων του ΠΑΑ. Είναι επίσης ένα από τα πιο δημοφιλή μέτρα στους έλληνες γεωργούς. Αποσκοπεί στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των γεωργικών εκμεταλλεύσεων μέσω μιας πιο αποτελεσματικής χρήσης των συντελεστών παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης των νέων τεχνολογιών, μέσω της διαφοροποίησης των γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Επίσης, ενθαρρύνει επενδύσεις για τη βελτίωση της ποιότητας των τροφίμων, την προστασία του περιβάλλοντος, τη βελτίωση της ασφάλειας εργασίας και της υγείας των ζώων. Παράλληλα δίνει έμφαση στην κτηνοτροφία, ενώ όσο αφορά τη φυτική παραγωγή δίνεται προτεραιότητα σε επενδύσεις για την αναδιάρθρωση της παραγωγής προϊόντων που θίγονται άμεσα από τη νέα ΚΓΠ όπως ο καπνός και το βαμβάκι. Ο κύριος σκοπός της έρευνας αυτής είναι η συλλογή πρωτογενών ποιοτικών στοιχείων από τους ατομικούς και συλλογικούς φορείς που εμπλέκονται στα τρία στάδια του κύκλου της πολιτικής, αυτό που αναφέρθηκε παραπάνω ως το «ξεχασμένο μέσο», δηλαδή τις διαδικασίες σχεδιασμού, υλοποίησης και την αξιολόγησης του μέτρου 121 του ελληνικού ΠΑΑ 2007-2013. Ειδικότερα στοχεύει να εξετάσει τα προβλήματα που προκύπτουν και τις αδυναμίες του κάθε ενός από τα παραπάνω στάδια πολιτικής. Μέθοδος Για την ικανοποίηση του στόχου της έρευνας, πραγματοποιήθηκε εκτεταμένη βιβλιογραφική ανασκόπηση και ανάλυση των σχετικών δημόσιων εγγράφων με σκοπό να επιτευχθεί η κατανόηση του θεωρητικού υπόβαθρου. Η συλλογή των πρωτογενών δεδομένων έγινε σε δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο, πραγματοποιήθηκαν ποιοτικές σε βάθος συνεντεύξεις. Κατά το δεύτερο στάδιο, και με βάση τα αποτελέσματα των συνεντεύξεων σε βάθος καθώς και τα 9

αποτελέσματα προηγούμενης έρευνας (Papadopoulou al., 2010), κλήθηκαν να συμμετάσχουν σε μία ομάδα εστίασης εκπρόσωποι όλων των φορέων, που αποδείχθηκε ότι παίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στο σχεδιασμό την υλοποίηση και την αξιολόγηση του μέτρου 121 του ΠΑΑ κατά την 4 η προγραμματική περίοδο. Η φύση και το ένταση της επιρροής του καθένα από τους φορείς που συμμετείχαν στην ομάδα εστίασης διαπιστώθηκε και τεκμηριώθηκε επιστημονικά από τους Papadopoulou et al. (2010) με την εφαρμογή Ποσοτικής Ανάλυσης ικτύων στο πολιτικοδιοικιτικό σύστημα διαχείρισης του μέτρου 121. Για τις ποιοτικές ημι-δομημένες συνεντεύξεις του πρώτου σταδίου χρησιμοποιήθηκε ένα ερωτηματολόγιο, το οποίο εφαρμόστηκε πιλοτικά σε δύο φορείς. Μετά τις απαραίτητες προσαρμογές, το τελικό ερωτηματολόγιο περιελάμβανε 30 ερωτήσεις και κάθε συνέντευξη διήρκεσε περίπου 120-180 λεπτά. Μετά από επαφή και ραντεβού με τους εμπλεκόμενους φορείς πραγματοποιήθηκαν οι συναντήσεις. Πριν από κάθε συνάντηση, ο ερωτώμενος είχε λάβει σε ηλεκτρονική μορφή το ερωτηματολόγιο, ώστε να είναι καλύτερα προετοιμασμένος/-η για την ταχύτερη και ακριβέστερη απάντηση των ερωτήσεων. Καμία από τις συνεντεύξεις δεν πραγματοποιήθηκε μέσω τηλεφώνου. Όλες οι συνομιλίες καταγράφηκαν με ψηφιακή συσκευή ηχητικής εγγραφής ενώ παράλληλα ο ερευνητής κρατούσε χειρόγραφες σημειώσεις, όπου το έκρινε απαραίτητο. Οι συνεντεύξεις απομαγνητοφωνήθηκαν για την περεταίρω επεξεργασία των στοιχείων. Η συνέντευξη στοχεύει στη μελέτη των προσωπικών απόψεων των ερωτηθέντων (Patton, 2002). Η ποιοτική έρευνα παρέχει τη δυνατότητα στον ερευνητή να διαπιστώσει τον πλουραλισμό του υπό μελέτη θέματος (Mason, 2002). Ο Patton (2002) υπογραμμίζει τη δύναμη των ποιοτικών μεθόδων για τη διερεύνηση ενός αντικειμένου σε βάθος. Ο ερευνητής που επιλέγει την ποιοτική έρευνα θεωρεί ότι οι απόψεις του ερωτώμενου είναι πολύτιμες για την έρευνά του και σέβεται τον τρόπο που ο ερωτώμενος διατυπώνει τις απαντήσεις του (Marsall και Rossman 2006). Τα τέσσερα δυνατά σημεία ανάλυσης των ποιοτικών μεθόδων είναι: η πολυπλοκότητα, το βάθος, το πλαίσιο και η δυναμική (Milburn, 1995). Η ποιοτική έρευνα επιτρέπει στον ερευνητή να εκτιμήσει «πώς λειτουργούν τα πράγματα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο» (Mason, 2002). Σύμφωνα με τους Denzin και Lincoln (1998) «οι ερευνητές που χρησιμοποιούν ποιοτικές μεθόδους μελετούν τα πράγματα στο φυσικό τους χώρο» και έχουν την ευκαιρία να ερμηνεύσουν την καθημερινή κοινωνική πραγματικότητα. Ο Morse (1994) υποστηρίζει ότι «το εργαστήριο του ποιοτικού ερευνητή είναι η καθημερινότητα». Στο δεύτερο στάδιο, 27 εκπρόσωποι των φορέων που βρέθηκαν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον κύκλο πολιτικής του μέτρου 121, κλήθηκαν να συμμετάσχουν σε μια ομάδα εστίασης. Οι συμμετέχοντες προέρχονταν από φορείς όλων των επιπέδων διακυβέρνησης - τοπικό, περιφερειακό και εθνικό - που εμπλέκονται στο σχεδιασμό, την υλοποίηση και την αξιολόγηση του 10

μέτρου 121 του ΠΑΑ. Στο δείγμα της ομάδας εστίασης συμπεριλήφθηκαν ιδιωτικοί, ημι-δημόσιοι και των δημόσιων φορείς. Οι ομάδες εστίασης συνήθως διεξάγονται με 7 έως 10 συμμετέχοντες αλλά σύμφωνα με τον Fong Chiu (2003), το μέγεθος των ομάδων ποικίλλει ανάλογα με τα βασικά προβλήματα της έρευνας και τις συνθήκες. Σε αυτή την έρευνα ο στόχος ήταν να συμμετέχουν εκπρόσωποι από όσο το δυνατόν περισσότερους φορείς που εμπλέκονται στην αγροτική ανάπτυξη. Ο κύριος σκοπός της ομάδας εστίασης ήταν να εντοπίσει τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εμπλεκόμενοι φορείς κατά τα στάδια της του σχεδιασμού, της υλοποίησης και της αξιολόγησης του μέτρου 121. Πριν από τη συνάντηση της ομάδας εστίασης δημιουργήθηκε ένας ημι-δομημένος οδηγός συζήτησης με ανοιχτές ερωτήσεις, για τον καλύτερο έλεγχο και συντονισμό της συζήτησης ώστε να μην παρεκτραπεί από τους στόχους της έρευνας όπως προτείνεται από Makosky Daley et al. (2010). Και σε αυτή την περίπτωση, όλη διαδικασία καταγράφηκε ψηφιακά για τη διευκόλυνση της μετέπειτα επεξεργασίας. Η συζήτηση χωρίστηκε σε τρεις θεματικές ενότητες, μία για κάθε φάση του κύκλου πολιτικής του μέτρου 121: το σχεδιασμό, την υλοποίηση και την αξιολόγηση. Αφού ολοκληρώθηκε αυτή η διαδικασία, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να παίξουν ένα «διαδραστικό παιχνίδι», προκειμένου να εντοπιστούν τα κυριότερα προβλήματα της κάθε μίας από τις παραπάνω φάσεις. Οι συμμετέχοντες είχαν χρωματιστά χαρτιά, ανάλογα με το διοικητικό επίπεδο στο οποίο ανήκαν (εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο) και τους ζητήθηκε να γράψουν στα χαρτιά τα πιο κρίσιμα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, σύμφωνα με τη γνώμη και την εμπειρία τους, σε κάθε μία από τις φάσεις του πολιτικού κύκλου. Μετά έπρεπε να κολλήσουν τις κάρτες τους, στις οποίες είχαν αναγράψει το κάθε πρόβλημα, σε ένα μεγάλο πίνακα ανάλογα με το στάδιο κύκλου πολιτικής και το επίπεδο διοίκησης που εμφανίζεται αυτό (βλ. Πίνακα 1). Αυτή η διαδικασία βασίστηκε στην ανάλυση πλαισίου που περιγράφουν οι Krueger (1994), Ritchie & Spencer (1994) και Rabiee, (2004). Η ανάλυση πλαισίου είναι ένας τρόπος επεξεργασίας των δεδομένων που προκύπτουν από μία ομάδα εστίασης και είναι «μια αναλυτική διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει μια σειρά από διακριτά αλλά ταυτόχρονα σε μεγάλο βαθμό διασυνδεδεμένα στάδια». Τα πέντε βασικά στάδια που περιγράφονται είναι: εξοικείωση, προσδιορισμός ενός θεματικού πλαισίου, συνοπτική απαρίθμηση, διαγραμματική απεικόνιση, αναλυτική αρτογράφηση χαρτογράφηση και ερμηνεία. Κανονικά η αυτή η επεξεργασία των δεδομένων γίνεται από τον ερευνητή, αλλά στην παρούσα μελέτη έγινε με έναν περισσότερο συμμετοχικό και διαδραστικό τρόπο κατά τη διάρκεια της συνάντησης της ομάδας εστίασης, έτσι ώστε να επιτευχθούν βαθύτερα και πλουσιότερα αποτελέσματα. Οι ομάδες εστίασης είναι μια μέθοδος συλλογής ποιοτικών πρωτογενών στοιχείων, και ορίζονται ως ομαδικές συζητήσεις που οργανώνονται προκειμένου να διερευνηθεί μια σειρά από συγκεκριμένα θέματα ή να επιβεβαιωθεί μια υπόθεση (Greenbaum, 1993, Krueger, 1994, Stewart 11

& Shamdasani, 1990). Ο κύριος σκοπός των ομάδων εστίασης είναι η κατανόηση και η ερμηνεία των εννοιών, των πεποιθήσεων και των κοινωνικών παραγόντων που επηρεάζουν τα συναισθήματα του κάθε συμμετέχοντα, τις στάσεις και τις συμπεριφορές του (Rabiee, 2004). Σύμφωνα με το Massey (2011), οι ομάδες εστίασης προσφέρουν στον κάθε έναν από συμμετέχοντες μια μοναδική ευκαιρία να αποκτήσει σημαντικές γνώσεις σχετικά με τις εμπειρίες, τις παρατηρήσεις και τις απόψεις των άλλων μελών της ομάδας. Ο ερευνητής, ο οποίος έχει ενεργό ρόλο στη συζήτηση, συλλέγει δεδομένα μέσω της αλληλεπίδρασης της ομάδας σε ένα καθορισμένο θέμα (Morgan, 1996). Οι ομάδες εστίασης συνήθως διεξάγονται για την εύρεση λύσεων και τον εντοπισμό κενών στην εφαρμογή των προγραμμάτων πολιτικής και είναι σε θέση να παράγουν μεγάλες ποσότητες δεδομένων και χρήσιμες πληροφορίες σε ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Η αλληλεπίδραση της ομάδας οδηγεί σε πλούσια και βαθύτερα αποτελέσματα από εκείνα που λαμβάνονται από τις «ένας-προς-έναν» συνεντεύξεις (Fong Chiu, 2003). Οι πολλαπλές εφαρμογές των ομάδων εστίασης έχουν διαπιστωθεί από πολλούς ερευνητές. Ο Fong Chiu (2003) αναφέρει διάφορους κλάδους της κοινωνιολογίας όπως η εγκληματολογία, η ιατρική κοινωνιολογία και η πολιτική κοινωνιολογία. Τόσο οι ποιοτικές όσο και οι ποσοτικές μέθοδοι χρησιμοποιούνται εξίσου από τους ερευνητές της αξιολόγησης τα τελευταία χρόνια. Ο Massey (2011) υποστηρίζει ότι οι τεχνικές ομάδας εστίασης συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο κοινών μεθόδων συλλογής των ποιοτικών στοιχείων. Οι ομάδες εστίασης μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε ως αυτοτελής μέθοδος είτε σε συνδυασμό με άλλες ερευνητικές μεθόδους (Morgan, 1996). Στην παρούσα έρευνα, οι ομάδες εστίασης είναι η κύρια μέθοδος και συνδυάζεται με συνεντεύξεις σε βάθος. Η ομάδα εστίασης διευκρινίζει και πηγαίνει βαθύτερα στο υπό εξέταση θέμα βασιζόμενη στα αποτελέσματα των σε βάθος συνεντεύξεων. Αποτελέσματα και συζήτηση Οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες των συνεντεύξεων σε βάθος συμφώνησαν ότι τα σημαντικότερα προβλήματα εμφανίζονται στη κατά τη φάση της αξιολόγησης των φακέλων υποψηφιότητας. Σε αυτή τη φάση, που ξεκινάει από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των φακέλων υποψηφιότητας μέχρι την ανακοίνωση των σχεδίων που εγκρίθηκαν, παρουσιάζονται συχνά μεγάλες χρονικές καθυστερήσεις. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα θεωρούν πιθανό να υπάρξουν και καθυστερήσεις στην καταβολή των χρημάτων στους επιτυχόντες γεωργούςδικαιούχους. Η εκτίμησή τους αυτή βασίζεται στην εμπειρία των προηγούμενων ετών καθώς και στην οικονομική κρίση που μαστίζει αυτήν την περίοδο η χώρα. Το πιο κρίσιμο ζήτημα είναι η υπερφόρτωση εργασίας κατά τις περιόδους αιχμής στην επεξεργασία των αιτήσεων. Ο ορισμός του ΟΠΕΚΕΠΕ ως ενιαίου φορέα πληρωμής για το ΠΑΑ ίσως μακροπρόθεσμα αποδειχθεί σωστή επιλογή. Η επιλογή αυτή μπορεί να αυξάνει τον 12

συγκεντρωτισμό αλλά ταυτόχρονα μειώνει τη γραφειοκρατία που μπορεί να προκαλέσει καθυστερήσεις και άλλα προβλήματα όταν εμπλέκονται πολλοί φορείς. Ως λύσεις οι ερωτώμενοι πρότειναν την ανάθεση μέρους της εργασίας της αξιολόγησης των φακέλων υποψηφιότητας σε εξωτερικούς εμπειρογνώμονες. Επίσης, πρότειναν ορθολογικότερη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων και εκπαίδευση του προσωπικού των εμπλεκόμενων υπηρεσιών. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα θεωρούν επίσης ότι δεν υπάρχει ουσιαστικό κίνητρο για το διοικητικό προσωπικό το οποίο σε πολλές υπηρεσίες δεν επαρκεί. Όσο αφορά την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του μέτρου 121 οι ερωτώμενοι κρίνουν ότι η συλλογή στοιχείων σε επίπεδο έργου δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις του ΚΠΠΑ. Από την άλλη μεριά, υπάρχουν και πολλά δεδομένα στο υπάρχον πληροφοριακό σύστημα πληροφοριών που δεν χρησιμοποιούνται από κανέναν. Απαραίτητη λοιπόν είναι μια αξιόπιστη και συστηματική καταγραφή δεδομένων σε επίπεδο δράσης ώστε μελλοντικά να μπορούν να υπολογιστούν με ακρίβεια οι δείκτες του ΚΠΠΑ. Είναι κοινή διαπίστωση ότι σε πολλά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι διαθέσιμα τα δεδομένα που απαιτούνται για τον υπολογισμό των δεικτών. Όπως προαναφέρθηκε, η επιλογή των συμμετεχόντων ομάδα εστίασης βασίστηκε στα αποτελέσματα προηγούμενης έρευνας των Papadopoulou et al. (2010) και στις συνεντεύξεις σε βάθος που διενεργήθηκαν στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας. Το δείγμα των συμμετεχόντων αποτέλεσαν 27 εκπρόσωποι των εξής φορέων: Ειδική Υπηρεσία ιαχείρισης του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013 του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ΟΠΕΚΕΠΕ Ομάδες Τοπικής ράσης Υπηρεσίες των Περιφερειών Ανεξάρτητοι ιδιώτες μελετητές - αξιολογητές Ακαδημαϊκοί Όπως συμβαίνει και με τις «ένας προς έναν» συνεντεύξεις, τα αποτελέσματα των ομάδων εστίασης μπορεί να παρουσιάζονται με απλό τρόπο παραθέτοντας ορισμούς βασικών εννοιών και πληροφοριών με την υποστήριξη αποσπασμάτων από την ομάδα εστίασης (Fong Chiu, 2003). Τα αποτελέσματα της ομάδας εστίασης παρατίθενται παρακάτω. Οι συμμετέχοντες στην ομάδα εστίασης πιστεύουν ότι η εμπειρία και η γνώση των περιφερειακών δημόσιων και ιδιωτικών φορέων δε λήφθηκε υπόψη κατά τις διαδικασίες σχεδιασμού του ΠΑΑ 13

όσο αφορά το μέτρο 121. Οργανώθηκαν κάποια συνέδρια και συναντήσεις από τη ιαχειριστική Αρχή στο πλαίσιο της διαδικασίας διαβούλευσης, αλλά ο σκοπός τους δεν ήταν πάντοτε σαφές στους συμμετέχοντες. Εκπονήθηκε περιορισμένος αριθμός ερευνών και μελετών περίπτωσης σε περιφερειακό επίπεδο, αλλά λόγω του χρονικού περιορισμού αποτελέσματά τους δεν ήταν αξιοποιήσιμα. Ο συγκεντρωτισμός, αν και δεν είναι επιθυμητός κατά το στάδιο της υλοποίησης του μέτρου 121, φαίνεται ότι δεν μπορεί να αποφευχθεί κατά την τρέχουσα προγραμματική περίοδο. Ο κύριος λόγος είναι ότι όλες οι περιφέρειες της χώρας δεν είναι στο ίδιο επίπεδο της ανθρώπινης και θεσμικής ικανότητας. Ένας από τους συμμετέχοντες υποστήριξε ότι «οι περισσότερες από τις περιφερειακές αρχές είναι έτοιμες να αναλάβουν περισσότερες ευθύνες, αλλά την ίδια στιγμή, σε πολλές περιπτώσεις υπάρχουν προβλήματα που σχετίζονται με την έλλειψη προσωπικού και τεχνογνωσίας». Ένας άλλος, αναφερόμενος στην «από κάτω προς τα πάνω» προσέγγιση του σχεδιασμού και της υλοποίησης του LEADER, υποστήριξε ότι «αν το LEADER είχε μια καλύτερη και πιο ξεκάθαρη στρατηγική στην Ελλάδα, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μοντέλο για την εφαρμογή άλλων μέτρων, όπως το 121». Οι αξιοσημείωτες καθυστερήσεις και η έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των δημόσιων αρχών σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο αναφέρθηκαν ως κρίσιμοι παράγοντες αποτυχίας. Η αναποτελεσματική ροή πληροφοριών μπορεί να οδηγήσει σε αδικαιολόγητες καθυστερήσεις και γραφειοκρατία. Είναι γενικά αποδεκτό ότι το υφιστάμενο σύστημα υλοποίησης είναι συγκεντρωτικό και, σε πολλές περιπτώσεις, οι αρμοδιότητες δεν κατανέμονται με σαφήνεια μεταξύ των αρχών. Η αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων είναι επιθυμητή, αλλά κατά γενική ομολογία «θα πρέπει να πραγματοποιηθεί σταδιακά και με το σωστό τρόπο». «Η εμπλοκή πάρα πολλών φορέων στην εφαρμογή του κάθε μέτρου κάνει το σύστημα πιο περίπλοκο» υποστήριξε ένας από τους συμμετέχοντες. Προς το παρόν, υπάρχει χαμηλή αυτοεκτίμηση του προσωπικού ορισμένων τοπικών φορέων και δεν πραγματοποιούνται προγράμματα κατάρτισης. Το πρόβλημα αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί μέσα από την ανάπτυξη ικανοτήτων και τη θεσμική μάθηση. Η εμπειρία και η γνώση των υπαλλήλων ή των υπηρεσιών αρχών, ιδίως σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, δεν λαμβάνονται υπόψη. Η αξιολόγηση του προσωπικού θα μπορούσε επίσης να συμβάλλει στην ορθολογικότερη επιλογή των υπαλλήλων, την κατανομή των αρμοδιοτήτων και κατ επέκταση τη βελτίωση των διαδικασιών. Αν για παράδειγμα μία υπηρεσία ή κάποιος εργαζόμενος είχε αναλάβει με επιτυχία την υλοποίηση ενός συγκεκριμένου μέτρου κατά την προηγούμενη προγραμματική περίοδο καλό θα ήταν να αναλάβει το αντίστοιχο μέτρο και στην επόμενη. Σημαντικό ζήτημα παραμένει επίσης η κινητοποίηση και η ενθάρρυνση των τοπικών φορέων. Αυτοί έρχονται σε άμεση επαφή με τους πιθανούς επενδυτές, και αναμένεται να τους 14

υποστηρίξουν και να τους παρακινήσουν μιας και συνήθως δεν έχουν «επιχειρηματική κουλτούρα». Όσο αφορά την παρακολούθηση του μέτρου 121, οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι η ανάπτυξη ενός νέου Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος και βάσης δεδομένων για τους σκοπούς της παρακολούθησης δεν ήταν αναγκαία. Πιστεύουν ότι το υφιστάμενο σύστημα από την προηγούμενη προγραμματική περίοδο θα μπορούσε απλά να βελτιωθεί. Οι περιφερειακές αρχές δεν έχουν πρόσβαση σε ένα «λειτουργικό» σύστημα βάσης δεδομένων. Σύμφωνα με έναν συμμετέχοντα «το υφιστάμενο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα είναι χρήσιμο μόνο για τη ιαχειριστική Αρχή. Χρειαζόμαστε μια βάση δεδομένων στην οποία θα έχουμε πλήρη πρόσβαση και μόνο να μας παρέχεται η δυνατότητα εισαγωγής δεδομένων». Σχετικά με την αξιολόγηση, οι συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι στην Ελλάδα λείπει η «κουλτούρα αξιολόγησης» από σε όλα τα στάδια του κύκλου της πολιτικής. Έως έναν βαθμό δεν υπάρχει και η σχετική τεχνογνωσία. Οι περιφερειακών και οι τοπικοί φορείς θεωρούν ότι δεν έχουν καμία συμμετοχή στις διαδικασίες παρακολούθησης και αξιολόγησης. Επισημαίνεται το γεγονός ότι η παρακολούθηση είναι αυτή που τροφοδοτεί με δεδομένα την αξιολόγηση, και κατά συνέπεια επηρεάζει άμεσα την ποιότητα και την αξιοπιστία της. Η έλλειψη των δεδομένων, που απαιτούνται για τον υπολογισμό των δεικτών του ΚΠΠΑ, είναι το κύριο πρόβλημα της αξιολόγησης. Το ΚΠΠΑ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στους οικονομικούς δείκτες με βάση τους οποίους αποτιμώνται οι επιπτώσεις του μέτρου 121. Το ΚΠΠΑ επικρίνεται από πολλούς για τον έντονα ποσοτικό προσανατολισμό του. Ένας από τους συμμετέχοντες στην ομάδα εστίασης υπογράμμισε την ανάγκη «να ληφθούν υπόψη και άλλα ποιοτικά κριτήρια στη διαδικασία αξιολόγησης, εκτός από τους δείκτες του ΚΠΠΑ. Φυσικά, τα ποσοτικά κριτήρια αξιολόγησης μόνο αν συνδυαστούν με τα αντίστοιχα ποιοτικά θα οδηγήσουν σε μια αξιολόγηση ευρύτερης αποδοχής και κατά το δυνατόν ολόπλευρα εμπεριστατωμένη. Οι δείκτες από μόνοι τους δεν είναι σε θέση να αποτυπώσουν τα πραγματικά αποτελέσματα και τις επιπτώσεις του μέτρου 121». Μεγάλη δημόσια συζήτηση γίνεται αναφορικά με την καταλληλότητα του χρόνου διεξαγωγής της ενδιάμεσης αξιολόγησης. Σύμφωνα με τους συμμετέχοντες «Η επιλογή του χρόνου της ενδιάμεσης αξιολόγησης θα πρέπει να είναι απόφαση του κάθε κράτους-μέλους. Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να έχουν την ευελιξία να επιλέγουν το χρόνο ανάθεσης της ενδιάμεσης αξιολόγησης με βάση το ποσοστό υλοποίησης του ΠΑΑ της κάθε χώρας ή Περιφέρειας ανεξάρτητα από το έτος, που στην τρέχουσα προγραμματική περίοδο έχει οριστεί το 2010 ως χρονικό μέσο». Όταν για παράδειγμα το ποσοστό υλοποίησης ξεπεράσει το 50% θα υπάρχουν ορατά αποτελέσματα και επιπτώσεις που θα μπορούν να αποτιμηθούν. Έτσι, η αξιολόγηση θα παράγει ουσιαστικά και πραγματικά πορίσματα τα οποία θα μπορούν να αξιοποιηθούν για τον επανασχεδιασμό της 15

πολιτικής κατά την τρέχουσα προγραμματική περίοδο και για το σχεδιασμό της πολιτικής της επόμενη. Ακολουθεί συνοπτική παρουσίαση των αποτελεσμάτων της ομάδας εστίασης σε μορφή πίνακα (Πίνακας 1). Πίνακας 1: Συνοπτική παρουσίαση των αποτελεσμάτων της ομάδας εστίασης Στάδιο κύκλου πολιτικής μέτρου 121 Σχεδιασμός Υλοποίηση Αξιολόγηση Τοπικό Μη ανταπόκριση πολλών από τους εμπλεκόμενους φορείς στην πρόσκληση για την υποβολή προτάσεων (Αυτό-) αξιολόγηση υπαλλήλων και υπηρεσιών Έλλειψη αξιόπιστου μηχανισμού παρακολούθησης σε επίπεδο δράσης/έργου Επίπεδο ιοίκησης Περιφερειακό Εθνικό Εκπόνηση μελετών με χρονικούς και οικονομικούς περιορισμούς και περιορισμένη αξιοπιστία και χρησιμότητα Λίγες, όχι έγκαιρες και χωρίς σαφή στόχο δράσεις διαβούλευσης με τους εμπλεκόμενους φορείς Έλλειψη προσωπικού Έλλειψη τεχνογνωσίας Ανομοιογένεια δυνατοτήτων ανάμεσα στις περιφέρειες Συγκεντρωτισμός των διαδικασιών Έλλειψη ενός καλά οργανωμένου ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος Έλλειψη των δεδομένων που απαιτούνται για τον υπολογισμό των δεικτών του ΚΠΠΑ Πρόχειρη διαδικασία διαβούλευσης χωρίς τη συμμετοχή πολλών τοπικών και περιφερειακών φορέων Πηγή: Επεξεργασία των στοιχείων της έρευνας Αδυναμία ουσιαστικής αποκέντρωσης διαδικασιών Καθυστερήσεις Έλλειψη ομαλής ροής της πληροφορίας μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων Περιορισμένη χρήση ποιοτικών μεθόδων αξιολόγησης Μη δυνατότητα επιλογής του χρόνου διεξαγωγής της ενδιάμεσης αξιολόγησης με βάση το ποσοστό υλοποίησης Έλλειψη «κουλτούρας αξιολόγησης» Συμπεράσματα Η παρούσα έρευνα είχε ως στόχο τον εντοπισμό τον αδυναμιών και των δυσκολιών που καλούνται να αντιμετωπίζουν όσοι εμπλέκονται στο σχεδιασμό, την υλοποίηση και την 16

αξιολόγηση του μέτρου 121 «Εκσυγχρονισμός γεωργικών εκμεταλλεύσεων» του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης της Ελλάδας για την προγραμματική περίοδο 2007-2013. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι διαδικασίες σχεδιασμού του μέτρου 121 θα έπρεπε να είναι πιο συμμετοχικές και να ληφθούν υπόψη τα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων δημόσιων και ιδιωτικών, ατομικών και συλλογικών φορέων. Πρώτο κρίσιμο σημείο κατά το στάδιο της υλοποίησης του μέτρου 121 είναι η πολυπλοκότητα. Το ισχύον σύστημα εφαρμογής θεωρείται αρκετά συγκεντρωτικό. Παρά το γεγονός ότι η αποκέντρωση είναι επιθυμητή, φαίνεται ότι θα μπορέσει να εφαρμοστεί μόνο αν πραγματοποιηθούν σημαντικές αλλαγές και προσαρμογές σε ολόκληρο το σύστημα διαχείρισης. Σημαντικά μειονεκτήματα είναι επίσης το ασθενές κίνητρο και η ελλιπής εκπαίδευση ή η ανεπάρκεια του προσωπικού σε ορισμένες υπηρεσίες. Επιπλέον ως αδυναμίες καταγράφηκαν η γραφειοκρατία, οι χρονικές καθυστερήσεις κυρίως κατά την αξιολόγηση των φακέλων υποψηφιότητας, καθώς και η αδύναμη ροή της πληροφορίας μεταξύ των υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με το έργο της υλοποίησης του μέτρου 121 του ΠΑΑ. Η ανάγκη λοιπόν δημιουργίας μιας κεντρικής και ολοκληρωμένης βάσης δεδομένων για την παρακολούθηση του μέτρου 121 που θα τροφοδοτεί με αξιόπιστα και επικαιροποιημένα δεδομένα τις διαδικασίες της αξιολόγησης βρίσκει πλέον ευρεία αναγνώριση. Η αξιοποίηση της θεσμικής μάθησης, η ανάπτυξη ικανοτήτων και η δικτύωση σε όλα τα επίπεδα διοίκησης και τα στάδια του κύκλου πολιτικής του μέτρου 121 θα μπορούσε να συμβάλλει στην καλύτερη αξιοποίηση της εμπειρίας και της γνώσης του παρελθόντος, προκειμένου να ικανοποιηθούν με τον καλύτερο τρόπο οι στόχοι που έχουν τεθεί για το συγκεκριμένο μέτρο. Επισημαίνεται ακόμη ότι οι εμπλεκόμενοι φορείς σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο επηρεάζονται και ωφελούνται άμεσα από τα μέτρα του ΠΑΑ. Κίνητρο για αυτούς μπορεί ν αποτελέσει η αίσθηση της «ιδιοκτησίας» (με την ευρύτερη σημασία) επί του περιεχομένου του προγράμματος και της συμμετοχής σ αυτό πρόγραμμα. Η επικοινωνία μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων είναι επίσης καθοριστικής σημασίας τόσο για την αποτελεσματικότητα όσο και την κινητοποίηση και διατήρηση του ενδιαφέροντος. Το Εθνικό Αγροτικό ίκτυο θα μπορούσε να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο για μια πιο αποτελεσματική επικοινωνία σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Ιδιαιτέρως καθοριστική είναι η παρακίνηση των τοπικών και φορέων (φυσικών και νομικών προσώπων, είτε δημόσιου είτε ιδιωτικού χαρακτήρα) και η αξιοποίηση του ενδογενούς αναπτυξιακού δυναμικού των αγροτικών περιοχών. Εξάλλου, αυτοί οι φορείς, οι περιοχές τους και ο τοπικός πληθυσμός, τον οποίο υποτίθεται ότι εξυπηρετούν και εκφράζουν, είναι που επηρεάζονται άμεσα από την υλοποίηση όλων των μέτρων του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης. Κίνητρα για ενεργό συμμετοχή έχουν επομένως νόημα να προβλεφθούν για όλους 17

τους φορείς που εμπλέκονται και επηρεάζονται από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης, προκειμένου να επιτευχθεί μια πιο ολοκληρωμένη και βιώσιμη περιφερειακή ανάπτυξη. Βιβλιογραφία Ελληνική ημοκρατία, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Ειδική Γραμματεία Κοινοτικών Πόρων και Υποδομών. (2012). Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης της Ελλάδας 2007-2013, 11 η Έκδοση, Μάρτιος 2012. Baslé, Μ. (2006). Strengths and weaknesses of European Union policy evaluation methods: expost evaluation of Objective 2, 1994-99. Reg Stud, 40:255-235. Casley, D. & Kumar, K. (1988). The collection, analysis and use of monitoring and evaluation data (Baltimore, MD: John Hopkins). Castellano, G. (2008). Why do we need a new evaluation system for Rural Development Programmes 2007-2013. Presented at the Conference: Using Evaluation to Enhance the Rural Development Value of Agri-Environmental Measures, 16-19 June 2008, Parnu (Estonia). Denzin, N. K., Lincoln, S. Y. (1998). Collecting and interpreting qualitative materials. Sage Publications. Díaz-Puente, J.M., Yagüe, J.L., Afonso, A. (2008). Building Evaluation Capacity in Spain: A Case Study of Rural Development and Empowerment in the European Union, Evaluation Review, Vol. 32, No. 5, pp. 478-506, October 2008, Sage Publications. Directorate General for Agriculture and Rural Development, (2006). Rural Development policy 2007-2013: Handbook on Common Monitoring and Evaluation Framework Guidance document. September 2006. European Commission. (2008). The EU Rural Development Policy: Facing the Challenges. European Commission, EC Structural Funds. (1999). Evaluating socio-economic programmes, Evaluation, design and management, MEANS Collection, Volume 1, Office for Official Publications of the European Communities. European Commission, EC Structural Funds. (1999). Evaluating socio-economic programmes, Principal evaluation techniques and tools, MEANS Collection, Volume 3, Office for Official Publications of the European Communities. European Institute of Public Administration, (2000). Negotiating the Future of Agricultural Policies: Agricultural Trade and the Millennium WTO Round, Edited by Sanoussi Bilal and Pavlos Pezaros, Kluwer Law International. 18

European Institute of Public Administration, (2002). The Common Agricultural Policy and the Environmental Challenge: Instruments, Problems and Opportunities from Different Perspectives, Edited by Pavlos D. Pezaros and Martin Unfried. Fong Chiu, L. (2003). Transformational Potential of Focus Group Practice in Participatory Action Research. Action Research, Vol. 1(2), p.p. 165-183, SAGE Publications London, Thousand Oaks, New Delhi. Gore, T., Wells, P. (2009). Governance and evaluation: The case of EU regional policy horizontal priorities, Evaluation and Program Planning, Vol. 32, pp. 158-167. Greenbaum, T. L. (1993). The handbook for focus group research. New York: Lexington Books. High, C., and Nemes, G. (2007). Social Learning in LEADER: Exogenous, Endogenous and Hybrid Evaluation in Rural Development, Sociologia Ruralis, Vol.47, No.2, April 2007, Blackwell Publishing. Huelemeyer, K., Schiller, S. (2010). Evaluating rural development policy stakeholders views on the CMEF. 118 th Seminar of the EAAE Rural development: governance, policy design and delivery, Ljubljana, Slovenia, August 25-27, 2010. Jacob, K., Hertin, J., Hjerp, P., Radaelli, C., Meuwese, A., Wolf, O., Pacchi, C., Rennings, K. (2008). Improving the Practice of Impact Assessment Policy Conclusions from EVIA. Project No 028889. 6 th Research Framework Programme, Brussels. Keenleyside, C. (2008). The Evolution of the Principles and Practice of Agri-environment Evaluation. Presented at the Conference: Using Evaluation to Enhance the Rural Development Value of Agri-Environmental Measures, 16-19 June 2008, Parnu (Estonia). Krueger, R. A. (1994). Focus group: A practical guide for applied research. 2 nd edition Thousand Oaks, CA: Sage. Laschewski, L., Schmidt, C. (2008). The utilization of evaluation results in the design of EAFRD a study of practices of European agricultural policy making. In: Laschewski, L. (ed.): Ländliche Gesellschaft und ländliche Politik als Prozess. Formation von Sozialkapital, Demografischer Wandel, Politische Entscheidungen, Forschungsberichte 2/2008, Universität Rostock, pp. 52-80. Legg, W. (2008). Evaluating Agri-Environmental Policies: Lessons Learned and Challenges Ahead. Presented at the Conference: Using Evaluation to Enhance the Rural Development Value of Agri-Environmental Measures, 16-19 June 2008, Parnu (Estonia). Makosky Daley, C., James, A., S., Ulrey, E., Joseph, S., Talawyma, A., Choi, W., S., Greiner, A., Coe, K., M. (2010). Using Focus Groups in Community-Based Participatory Research: Challenges and Resolutions. Qualitative Health Research, Vol. 20(5), p.p. 697-706. Marquardt, D. & Möllers, J. (2010). Evaluating the implementation process of LEADER in Romania. 118 th Seminar of the EAAE Rural development: governance, policy design and delivery, Ljubljana, Slovenia, August 25-27, 2010. 19

Marsall, C., Rossman, G. (2006). Designing qualitative research. Fourth edition. Sage Publications. Mason, J. (2002). Qualititative researching. First edition. Sage Publications. Massey, O., T. (2011). A proposed model for the analysis and interpretation of focus groups in evaluation research. Evaluation and Program Planning, Vol. 34, p.p. 21-28. Midmore, P., Langstaff, L., Lowman, S. (2006). Challenges for the Evaluation of Rural Development, Paper prepared for the Expert Workshop on The diversity of rural areas in the enlarged EU: characterisation, typology and modeling, Institute for Prospective Technological Studies (IPTS) and European Commission Directorate General for Agriculture and Rural Development, Seville, 14-15 December 2006. Midmore, P., Langstaff, L., Lowman, S., Vaughan, A. (2008). Qualitative evaluation of European Rural Development Policy: Evidence from Comparative Case Studies, 12 th Congress of the European Association of Agricultural Economics EAAE 2008, Ghent, Belgium. Milburn, K. (1995). Never mind the quantity, investigate the depth. British Food Journal, Vol.97, No. 7, p.p. 36-38. Morgan, D., L.(1996). Focus Groups. Annual Reviews Sociology, Vol. 22, p.p. 129-152. Morse, M. J. (1994). Critical issues in qualitative research methods. Sage publications. Moseley, M., J. (2003). Rural Development: principles and practice. Sage, London Official Journal of the European Union, COUNCIL REGULATION (EC) No 1698/2005 of 20 September 2005 on support for rural development by the European Agricultural Fund for Rural Development (EAFRD). Operational Programme for the Agricultural Development and Reform of the Countryside of Greece 2000-2006. Papadopoulos, A., G., and Liarikos, C. (2007). Dissecting changing rural development policy networks: the case of Greece. Environment and Planning C: Government and Policy, Vol. 25, pp.291-313. Papadopoulou, E., Papalexiou, C., Hasanagas, N., Ventouri, E. (2010). Rural Development Policy Delivery and Governance in Greece. 118 th Seminar of the EAAE Rural development: governance, policy design and delivery, Ljubljana, Slovenia, August 25-27, 2010. Papadopoulou, E., Ventouri, E., Hasanagas, N., Papalexiou, C. (2010). Politico-administrative scenario evaluation through quantitative network analysis: Using Measure 121 (modernization of agricultural holdings) of Axis 1 as an illustration. 118 th Seminar of the EAAE Rural development: governance, policy design and delivery, Ljubljana, Slovenia, August 25-27, 2010. Patton, M. Q. (1999). Utilisation focused evaluation in Africa. Patton, M., Q. (2002). Qualitative research and evaluation methods. Third edition Sage Publications. 20