ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ. 3.1 Eισαγωγή

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ. 3.1 Eισαγωγή"

Transcript

1 Κεφάλαιο 3 ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ 3.1 Eισαγωγή Στο προηγούμενο κεφάλαιο παρουσιάσαμε διάφορες τεχνικές αξιολόγησης επενδύσεων υποθέτοντας ότι γνωρίζουμε τις μελλοντικές ροές των επενδυτικών σχεδίων (ή τις αποδόσεις τους) με βεβαιότητα. Η υπόθεση όμως αυτή δεν αντανακλά την πραγματικότητα, καθώς σε κάθε μελλοντική χρονική στιγμή οι ροές ενός επενδυτικού σχεδίου εξαρτώνται από τις εκάστοτε συνθήκες που επικρατούν στην οικονομία ή την επιχείρηση και επομένως, θα πρέπει να θεωρούνται ως αβέβαιες. Ως παράδειγμα, αυτές μπορεί να καθορίζονται από τον κύκλο της οικονομίας, δηλαδή αν αυτή βρίσκεται σε κατάσταση ύφεσης ή ανάκαμψης (καθόδου ή ανόδου, όπως αναφέρεται διαφορετικά). Στην πρώτη περίπτωση οι μελλοντικές ροές μιας επένδυσης είναι πιθανότερο να μειώνονται, ενώ στη δεύτερη να αυξάνονται. Επίσης μπορεί να καθορίζονται από άλλους εγχώριους και διεθνείς παράγοντες, όπως κάποιος πόλεμος, ένας σεισμός, ξαφνικές μεταβολές στο κόστος του πετρελαίου ή στις διεθνείς τιμές παραγωγικών συντελεστών κ.ο.κ. Σκοπός του κεφαλαίου αυτού είναι να παρουσιάσει κριτήρια επιλογής επενδυτικών σχεδίων κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας. Ο τρόπος που λαμβάνεται υπόψη η αβεβαιότητα των μελλοντικών εισοδηματικών ροών (ή αποδόσεων) στην επιλογή ενός επενδυτικού σχεδίου θεωρεί ότι αυτές αποτελούν τις τιμές μιας τυχαίας μεταβλητής, που ακολουθεί κάποια κατανομή πιθανοτήτων. Αρχικά, θα υποθέσουμε ότι η μεταβλητή αυτή παίρνει διακριτές τιμές, αλλά στη συνέχεια για λόγους ευκολίας θα θεωρήσουμε ότι αποτελεί μια συνεχή τυχαία μεταβλητή που ακολουθεί κάποια συγκεκριμένη κατανομή πιθανοτήτων, όπως για παράδειγμα είναι η κανονική κατανομή. Με βάση τον ορισμό της διακριτής τυχαίας μεταβλητής, θα παρουσιάσουμε κάποια στατιστικά κριτήρια επιλογής επενδυτικών σχεδίων κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας και θα αναλύσουμε τις ατέλειές τους. Όπως θα διαπιστωθεί στην ανάλυσή μας, η βασική αδυναμία των κριτηρίων αυτών έγγυται στο γεγονός ότι αυτά δεν μπορούν μόνο με βάση την κατανομή των ροών ενός επενδυτικού έργου να υπολογίσουν το βαθμό του κινδύνου (risk) του. Ο βαθμός αυτός παίζει καθοριστικό ρόλο στην επιλογή των επενδύσεων και εξαρτάται από τις προτιμήσεις των επενδυτών για την αποφυγή κινδύνου 81

2 απώλειας εισοδήματος από την ανάληψη επενδυτικών σχεδίων. Για να αξιολογήσουμε και να μετρήσουμε τον κίνδυνο αυτό, τον οποίον θα αναφέρουμε ως επενδυτικό κίνδυνο, θα εισαγάγουμε ένα οικονομικό κριτήριο επιλογής επενδυτικών σχεδίων το οποίο βασίζεται στη θεωρία χρησιμότητας κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας και θεωρεί ότι οι ροές των σχεδίων ή οι αποδόσεις του, αποτελούν τυχαίες μεταβλητές. 3. Στατιστικά κριτήρια επιλογής επενδύσεων Για την παρουσίαση στατιστικών κριτηρίων επιλογής ενός επενδυτικού σχεδίου κάτω συνθήκες αβεβαιότητας, θα στηριχθούμε στο παράδειγμα που παρουσιάζεται στον Πίνακα 3.1. Αυτός παρουσιάζει τις ταμειακές (εισοδηματικές) ροές τριών επενδυτικών σχεδίων λήξης μιας περιόδου στο μέλλον, όταν στην οικονομία την περίοδο αυτή επικρατούν δύο διαφορετικές καταστάσεις φύσης (states of nature): "1" και "", με πιθανότητες π 1 και π, αντίστοιχα. Οι καταστάσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν ότι αντιπροσωπεύουν τις καταστάσεις ύφεσης και ανάπτυξης που πιθανά να βρίσκεται η οικονομία την επόμενη περίοδο. Συγκρίνοντας τις ροές τους σε κάθε μια από τις δύο καταστάσεις φύσης της οικονομίας μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί ότι το σχέδιο Γ αποτελεί το προτιμότερο από τα τρία σχέδια του Πίνακα 3.1. Το σχέδιο αυτό δίνει μεγαλύτερες ή τουλάχιστον ίσες ροές σε σχέση με τα άλλα δύο σε κάθε κατάσταση φύσης της οικονομίας. Πιο συγκεκριμένα, αυτό δίνει μεγαλύτερες ροές από το σχέδιο Α στην κατάσταση "", ενώ στην "1" παρέχει τις ίδιες. Σε σχέση με το Β, δίνει μεγαλύτερες ροές στην κατάσταση "1", ενώ παρέχει τις ίδιες στην "". Ένα τέτοιο κριτήριο επιλογής μεταξύ διαφορετικών επενδυτικών σχεδίων, που συγκρίνει κατευθείαν τις εισοδηματικές ροές τους σε κάθε διαφορετική κατάσταση φύσης της οικονομίας, θα ήταν το ιδανικό καθώς λαμβάνει υπόψη του ολόκληρη την κατανομή των ροών των σχεδίων. Το κριτήριο αυτό αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως το κριτήριο επικράτησης σε κάθε κατάσταση φύσης (state-by-state dominance). Αυτό έχει ως μεγάλο πλεονέκτημα ότι καταλήγει με βεβαιότητα στην επιλογή του προτιμότερου σχεδίου. Όμως, η εφαρμογή του κριτηρίου αυτού είναι περιορισμένη στην πράξη, καθώς είναι δύσκολο να βρεθούν επενδυτικά σχέδια που σε κάθε κατάσταση φύσης έχουν μεγαλύτερες ή τουλάχιστον ίσες ροές σε σχέση με άλλα. Για να διαπιστωθεί αυτό καλύτερα, θεωρήστε ότι δεν υπάρχει το σχέδιο Γ και ότι θέλουμε να συγκρίνουμε τα 8

3 σχέδια Α και Β μεταξύ τους. Τότε, μπορεί να διαπιστωθεί εύκολα ότι το κριτήριο επικράτησης σε κάθε κατάσταση φύσης δεν μπορεί να κρίνει ποιο είναι το προτιμότερο σχέδιο από αυτά τα δύο. Το σχέδιο Α έχει μεγαλύτερη ροή στην κατάσταση "1", ενώ το σχέδιο Β στην "". ΠΙΝΑΚΑΣ 3.1 Ροές επενδυτικών σχεδίων κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας Σχέδια Επένδυση (Ι 0 ) Μελλοντικές ροές των σχεδίων για μια χρονική περίοδο (τ=1) Κατάσταση φύσης "1", με πιθανότητα π 1 =0.5 Κατάσταση φύσης "", με πιθανότητα π =1-π 1 =0.5 Α Β Γ Για την επιλογή επενδυτικών σχεδίων όπως τα Α και Β, όπου το ένα δίνει μεγαλύτερες ροές στην μια κατάσταση φύσης της οικονομίας ενώ το άλλο στην άλλη, έχει προταθεί στη βιβλιογραφία το κριτήριο μέσου-διακύμανσης (mean-variance), ή μέσου-τυπικής απόκλισης (mean-standard deviation). Μεταξύ δύο αμοιβαία αποκλειόμενων σχεδίων, το κριτήριο αυτό συνιστά να επιλέγεται το σχέδιο εκείνο του οποίου οι ροές (ή οι αποδόσεις) έχουν τη μεγαλύτερη μέση τιμή και τη μικρότερη διακύμανση (ή τυπική απόκλιση). Αν τα δύο σχέδια έχουν την ίδια μέση τιμή (ή διακύμανση), τότε συνίσταται να επιλέγεται εκείνο που έχει τη μικρότερη διακύμανση (ή τη μεγαλύτερη μέση τιμή). Επειδή η διακύμανση των ροών ενός επενδυτικού σχεδίου μετρά κατά μέσο όρο το τετράγωνο των θετικών (προς τα δεξιά) και αρνητικών (προς τα αριστερά) αποκλίσεων από τη μέση τιμή τους, η ροπή αυτή συνήθως χρησιμοποιείται στη χρηματοοικονομική ως μέτρο του επενδυτικού κινδύνου, που ενέχει μια επένδυση κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας. Για το σχέδιο Β, ως παράδειγμα, ο κίνδυνος αυτός προέρχεται από την απώλεια εισοδήματος που ενέχει αυτό στην κατάσταση της οικονομίας "1", όπου χάνει το μισό της αξίας της επένδυσής του. Για την καλύτερη κατανόηση του κριτηρίου μέσου-διακύμανσης, στον Πίνακα 3. παρουσιάζουμε την κατανομή των αποδόσεων των τριών σχεδίων Α, Β και Γ του Πίνακα 83

4 3.1 και υπολογίζουμε τη μέση τιμή τους (μ) και την τυπική τους απόκλιση (σ) (που αποτελεί την τετραγωνική ρίζα της διακύμανσης σ ), καθώς και το λόγο των δύο αυτών ροπών μ. Ο λόγος αυτός μετρά τη μέση τιμή της απόδοσης του σχεδίου ανά μονάδα σ τυπικής απόκλισης αυτής. ΠΙΝΑΚΑΣ 3.: Mέση τιμή και τυπική απόκλιση των αποδόσεων των Α,Β και Γ σχεδίων Αποδόσεις σχεδίων Μέση απόδοση (μ) Τυπική απόκλιση (σ) μ σ Σχέδια "1", π 1 =0.5 "", π =0.5 Α 5% 0% 1.5% 7.5% = Β -50% 60% 5% 55% 0.09 Γ 5% 60% 3.5% 7.5% 1.18 Σημειώσεις: Για να υπολογίσουμε τη μέση τιμή της απόδοσης ένος σχεδίου (έστω του Α) χρησιμοποιούμε τον τύπο του σταθμικού μέσου, δηλαδή 1.5% = 0.5 5% %. Η τυπική απόκλιση του σχεδίου Α υπολογίζεται ως 7.5% = 0.5 (5 1.5) (0 1.5). Όμοια υπολογίστηκαν οι μέσες τιμές και οι τυπικές αποκλίσεις των αποδόσεων των άλλων δύο σχεδίων. Τα στοιχεία του Πίνακα 3. δείχνουν καθαρά ότι με βάση το κριτήριο μέσου-διακύμανσης (ή τυπικής απόκλισης), το σχέδιο Α είναι προτιμότερο του Β. Το σχέδιο αυτό έχει μεγαλύτερη μέση απόδοση και μικρότερη διακύμανση (ή τυπική απόκλιση) σε σχέση με το Β. Με βάση τα αποτελέσματα αυτά, κάποιος θα μπορούσε να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι το κριτήριο μέσου-διακύμανσης καλύπτει την αδυναμία του κριτηρίου επικράτησης σε κάθε κατάσταση φύσης, το οποίο δεν μπορεί να αποφανθεί αν το σχέδιο Α είναι προτιμότερο από το Β. Όμως, και το κριτήριο του μέσου-διακύμανσης παρουσιάζει την αδυναμία αυτή στην κατάταξη διαφορετικών επενδυτικών σχεδίων. Παρατηρήστε ότι το κριτήριο αυτό δεν μπορεί να αποφανθεί αν το σχέδιο Γ είναι 84

5 καλύτερο από το Α. Αυτό συμβαίνει γιατί και η μέση τιμή και η τυπική απόκλιση της κατανομής των αποδόσεων του σχεδίου Γ είναι μεγαλύτερες εκείνων του Α. Σημειώστε ότι, με βάση το κριτήριο επικράτησης σε κάθε κατάσταση φύσης, που όπως είδαμε αποτελεί το πιο ισχυρό κριτήριο, το σχέδιο Γ αποτελεί καλύτερη επενδυτική επιλογή από το Α, καθώς σε κάθε κατάσταση φύσης της οικονομίας παρέχει μεγαλύτερες ή τουλάχιστον ίσες αποδόσεις από το Α. Η παραπάνω ασυνέπεια του κριτηρίου μέσου-διακύμανσης στην κατάταξη επενδυτικών σχεδίων σε σχέση με το κριτήριο επικράτησης σε κάθε κατάσταση φύσης της οικονομίας, μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι, σε αντίθεση με το τελευταίο που συγκρίνει ολόκληρες τις κατανομές αποδόσεων (ή ροών) διαφορετικών σχεδίων μεταξύ τους, αυτό λαμβάνει υπόψη του μόνο τις δύο πρώτες ροπές τους, δηλαδή το μέσο και τη διακύμανση. Οι υψηλότερης τάξης κεντρικές ροπές των κατανομών των αποδόσεων των επενδυτικών σχεδίων, όπως είναι η ασυμμετρία και η κύρτωση που προσδιορίζουν τη μορφή μιας κατανομής, δε λαμβάνονται υπόψη από το κριτήριο μέσου-διακύμανσης. Αυτό σημαίνει ότι το κριτήριο αυτό δε χρησιμοποιεί όλες τις πληροφορίες για τη μορφή των κατανομών των αποδόσεων των σχεδίων αποτελεσματικά. Αυτό μπορεί να έχει ως συνέπεια, αυτό να απορρίπτει ή να είναι αδύνατο να επιλέξει επενδυτικά σχέδια των οποίων οι αποδόσεις να έχουν μεγάλη διακύμανση λόγω μη συμμετρικών αποκλίσεων προς τα δεξιά της μέσης τιμής τους. Οι αποκλίσεις αυτές δεν οδηγούν αναγκαστικά σε απώλειες εισοδήματος. Με βάση την παραπάνω συλλογιστική, μπορεί να εξηγηθεί και η αδυναμία του να κατατάξει τα σχέδια Α και Γ κατά σειρά προτίμησης. Συγκρίνοντας τις κατανομές των αποδόσεων των σχεδίων αυτών, φαίνεται καθαρά ότι η μεγαλύτερη διακύμανση του σχεδίου Γ σε σχέση με το Α οφείλεται στο γεγονός ότι η απόκλιση της απόδοσης του σχεδίου αυτού στην κατάσταση της οικονομίας "" είναι πολύ μεγαλύτερη εκείνης του σχεδίου Α και βρίσκεται προς τα δεξιά της μέσης τιμής της. Η παραπάνω ανάλυση δείχνει καθαρά ότι η μεγαλύτερη διακύμανση των αποδόσεων (ή ροών) ενός σχεδίου σε σχέση με κάποιο άλλο, δε θα πρέπει να σημαίνει αναγκαστικά και μεγαλύτερο κίνδυνο απώλειας εισοδήματος, αν αυτή οφείλεται σε πολύ μεγάλες, μη συμμετρικές προς τα δεξιά αποκλίσεις των αποδόσεων του από τη μέση τους τιμή. Επομένως, η διακύμανση από μόνη της ίσως δε θα πρέπει να θεωρείται ως το πιο ακριβές μέτρο επενδυτικού κινδύνου. Για τον καλύτερο προσδιορισμό αυτού, μαζί με τη διακύμανση ίσως θα πρέπει να συνυπολογίζεται και η κατεύθυνση ασυμμετρίας της 85

6 κατανομής των αποδόσεων των επενδυτικών σχεδίων. Αν δηλαδή αυτή είναι προς τα αριστερά ή τα δεξιά. Για να ξεπεραστεί το πρόβλημα της ταξινόμησης επενδυτικών σχεδίων όπως είναι τα Γ και Α με το κριτήριο μέσου-διακύμανσης, στη βιβλιογραφία έχει προταθεί η χρήση του λόγου μ, που είναι γνωστός ως λόγος (ή κριτήριο) του Sharpe. Όπως αναφέρθηκε σ προηγουμένως, ο λόγος αυτός δίνει τη μέση τιμή της απόδοσης ενός σχεδίου ανά μονάδα τυπικής απόκλισης αυτής. Με βάση το λόγο του Sharpe, θα πρέπει να επιλέγεται εκείνο το σχέδιο για το οποίο ο λόγος μ σ παίρνει τη μεγαλύτερη τιμή. Αν θεωρήσουμε ότι η τυπική απόκλιση (ή η διακύμανση) αποτελεί ένα μέτρο επενδυτικού κινδύνου, τότε ο λόγος του Sharpe μπορεί να ερμηνευτεί ότι μετρά τη μέση απόδοση κάθε σχεδίου ανά μονάδα κινδύνου του. Όπως θα δούμε στη συνέχεια του κεφαλαίου, η μέση απόδοση θεωρείται ότι αποτελεί την ανταμοιβή που απαιτεί ο επενδυτής για κάθε μονάδα κινδύνου του επενδυτικού σχεδίου που αναλαμβάνει. Χρησιμοποιώντας το λόγο μ, τα σχέδια του Πίνακα 3.1 κατατάσσονται σε σειρά σ προτίμησης ως ακολούθως: Α, Γ και Β. Από την κατάταξη αυτή φαίνεται καθαρά ότι, σε αντίθεση με το κριτήριο μέσου-διακύμανσης, ο λόγος του Sharpe έχει τη δυνατότητα να ταξινομήσει δύο σχέδια μεταξύ τους, όπως τα σχέδια Α και Γ. Παρόλα όμως αυτά επιλέγει το σχέδιο Α έναντι του Γ, αν και το Γ είναι το προτιμότερο από τα τρία σχέδια με βάση το πιο ισχυρό κριτήριο επικράτησης των ροών σε κάθε κατάσταση φύσης. Όπως και για το κριτήριο μέσου-διακύμανσης, αυτό μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι ο λόγος του Sharpe λαμβάνει υπόψη του μόνο τις δύο πρώτες ροπές της κατανομής των αποδόσεών των επενδυτικών σχεδίων και όχι ολόκληρη την κατανομή τους. Ο λόγος του Sharpe για το σχέδιο Γ είναι μικρότερος εκείνου για το Α γιατί η διακύμανση των αποδόσεων του σχεδίου αυτού είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με τη μέση τιμή τους συγκρινόμενη με εκείνη για το Α. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, αυτό οφείλεται στις πολύ μεγαλύτερες αποκλίσεις των ροών του σχεδίου Γ προς τα δεξιά της μέσης τιμής τους στην κατάσταση "" της οικονομίας σε σχέση με το Α. Για το σχέδιο Γ, αυτό όμως δε σημαίνει απώλεια εισοδήματος. 86

7 Εκτός από τις ατέλειες που παρουσιάστηκαν προηγουμένως, τα στατιστικά κριτήρια επιλογής επενδύσεων έχουν ένα βασικό μειονέκτημα από πλευράς οικονομικής θεωρίας. Αυτά δε λαμβάνουν υπόψη τους τις προτιμήσεις του επενδυτή όσον αφορά την επιθυμητή ανταλλαγή (ή το λόγο υποκατάστασης) μεταξύ της μέσης τιμής και της τυπικής απόκλισης ή της ασυμμετρίας της κατανομής των αποδόσεων (ή ροών) των επενδυτικών σχεδίων. Η ανταλλαγή αυτή καθορίζεται από τις προτιμήσεις του επενδυτή για μια πιθανή απώλεια εισοδήματος που ενέχει κάποιο επενδυτικό σχέδιο έναντι κάποιου άλλου. Αν ο επενδυτής αποστρέφεται τον επενδυτικό κίνδυνο, τότε αυτός είναι δυνατόν να επιλέξει κάποιο σχέδιο που δεν έχει μεγάλες απώλειες εισοδήματος, παρόλο που η διακύμανσή του τυχαίνει να είναι αρκετά μεγάλη. Έτσι, με βάση το κριτήριο αυτό θα προτιμούσε το σχέδιο Γ από το Α ή το Β, καθώς αυτό δεν ενέχει κάποια σημαντική απώλεια εισοδήματος σε σχέση με τα άλλα δύο. Επίσης, ανάμεσα στα σχέδια Α και Β θα προτιμούσε το Α, καθώς το σχέδιο Β είναι πιθανόν να επιφέρει μεγαλύτερη απώλεια εισοδήματος στην κατάσταση της οικονομίας "1". H παραπάνω ανάλυση θεωρεί ότι ο αντιπροσωπευτικός επενδυτής στην οικονομία αποστρέφεται τον κίνδυνο απώλειας του εισοδήματός του. Αν όμως οι προτιμήσεις του επενδυτή είναι ουδέτερες (risk neutral) ή επιρρεπείς (risk loving) στον επενδυτικό κίνδυνο, τότε μπορεί να προτιμήσει το σχέδιο Β έναντι του Α το οποίο παρέχει υψηλότερες αποδόσεις στην κατάσταση "". Βεβαίως, οι παραπάνω επιλογές του επενδυτή θα εξαρτηθούν και από το βαθμό που αυτός αποστρέφεται τον επενδυτικό κίνδυνο ή είναι επιρρεπής (risk lover) σε αυτόν. Για να λάβουμε υπόψη μας τις προτιμήσεις του επενδυτή για τον επενδυτικό κίνδυνο, στη συνέχεια του κεφαλαίου παρουσιάζουμε ένα οικονομικό κριτήριο επιλογής επενδυτικών σχεδίων που στηρίζεται στη θεωρία χρησιμότητας κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας. Το κριτήριο αυτό επιτρέπει τον υπολογισμό του χρηματικού ποσού που απαιτείται από έναν αντιπροσωπευτικό επενδυτή σύμφωνα με τις προτιμήσεις του για να αποζημιωθεί για τον κίνδυνο ανάληψης μιας επένδυσης σε κάποιο σχέδιο με αβέβαιες αποδόσεις. Σημειώστε ότι στην ανάλυσή μας, ο επενδυτής και ο καταναλωτής θεωρούνται ως το ίδιο πρόσωπο. Επομένως, η απώλεια εισοδήματος από μια επένδυση θα σημαίνει αντίστοιχα και απώλεια κατανάλωσης (ή ευημερίας) του καταναλωτή. Η υπόθεση αυτή κάνει εφικτή στην ανάλυσή μας τη χρήση βασικών αξιωμάτων της θεωρίας χρησιμότητας του καταναλωτή. Στην περίπτωση που ο επενδυτής αποτελεί μια επιχείρηση, τότε μια πιθανή απώλεια 87

8 εισοδήματος από την επένδυση σε κάποιο σχέδιο μπορεί να ερμηνευτεί ως απώλεια μερίσματος και επομένως, κατανάλωσης για τους μετόχους της επιχείρησης. Προτιμήσεις του επενδυτή κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας Από τη θεωρία χρησιμότητας είναι γνωστό ότι κάποιος αντιπροσωπευτικός καταναλωτής (επενδυτής) συμπεριφέρεται έτσι ώστε με τα αγαθά που αγοράζει με το διαθέσιμο εισόδημά του να επιτυγχάνει το μεγαλύτερο δυνατό επίπεδο χρησιμότητάς του. Η σχέση μεταξύ της κατανάλωσης και της χρησιμότητας ενός καταναλωτή παρουσιάζεται με βάση τη συνάρτηση χρησιμότητας, η οποία πληρεί κάποιες γνωστές ιδιότητες στην οικονομική θεωρία. Η συνάρτηση αυτή συμβολίζεται ως U(C), όπου C αποτελεί το επίπεδο της κατανάλωσης και U της χρησιμότητας. Αν θεωρηθεί ότι ο αντιπροσωπευτικός επενδυτής καταναλώνει όλο το εισόδημα του, που θα συμβολίζεται στο εξής ως Υ, δηλαδή ισχύει η ταυτότητα C=Y, τότε η χρησιμότητα του μπορεί επίσης να γραφεί ως συνάρτηση του επιπέδου του εισοδήματος ως εξής: U(Υ). Για τους σκοπούς της ανάλυσής μας, το εισόδημα του επενδυτή Υ θεωρείται ότι προέρχεται αποκλειστικά από τις καθαρές ταμειακές ροές διαφόρων επενδυτικών σχεδίων που αναλαμβάνει. Εισοδήματα από μισθούς ή ενοίκια δεν θα ληφθούν υπόψη, καθώς δεν επηρεάζουν την ανάλυσή μας. Για να μελετήσουμε τη συμπεριφορά του αντιπροσωπευτικού επενδυτή ως προς τον κίνδυνο απώλειας εισοδήματος που ενέχει μια επένδυση κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας, θεωρήστε ένα επενδυτικό σχέδιο το οποίο έχει σίγουρη απόδοση (έστω 10%) και κάποιο άλλο που έχει αβέβαιες αποδόσεις με μέση τιμή 10%. Η επιλογή του δεύτερου σχεδίου σημαίνει ότι υπάρχει πιθανότητα ο επενδυτής να λάβει μικρότερη απόδοση του 10%. Μεταξύ των δύο αυτών σχεδίων, είναι προφανές ότι ο επενδυτής που αποστρέφεται τον επενδυτικό κίνδυνο θα επιλέξει το πρώτο, που του εξασφαλίζει τη σίγουρη απόδοση 10%. Αυτή η προτίμηση του επενδυτή μπορεί να χαρακτηρίσει τη μορφή που θα έχει η συνάρτηση χρησιμότητας του ως προς το εισόδημα, Υ. Για να προσδιορίσουμε τη μορφή της συνάρτησης αυτής, στη συνέχεια παραθέτουμε το ακόλουθο παράδειγμα. Έστω κάποιος επενδυτής ο οποίος έχει αρχικό εισόδημα Υ, που αποτελεί το κεφάλαιό του. Αυτός σκέπτεται να το επενδύσει σε ένα σχέδιο που οι ροές του είναι διαφορετικές 88

9 στις δύο καταστάσεις φύσης της οικονομίας "1" και "", οι οποίες έχουν ίση πιθανότητα 1/ να συμβούν η καθεμία. Στην κατάσταση "1" το εισόδημα του επενδυτή θα αυξηθεί κατά το ποσό Ζ, δηλαδή αυτό θα ανέλθει στο επίπεδο Υ+Ζ. Αντίθετα, στη "" θα μειωθεί κατά το ίδιο σε απόλυτο μέγεθος ποσό, Ζ, δηλαδή αυτό θα γίνει Υ-Ζ. Η κατανομή αυτή των εισοδηματικών ροών του παραπάνω επενδυτικού σχεδίου σημαίνει ότι η μέση τιμή του εισοδήματος του επενδυτή στην περίπτωση που αναλάβει την επένδυση σε αυτό θα δίνεται ως εξής: 1 1 E( Y + Z ) = ( Y + Z) + ( Y Z) = Y, όπου Ε(.) συμβολίζει τη μέση (αναμενομένη) τιμή μιας τυχαίας μεταβλητής και Z αποτελεί μια τυχαία μεταβλητή που συμβολίζει τις μεταβολές στο αρχικό εισόδημα του επενδυτή Υ, δηλαδή τις εισοδηματικές ροές ± Z που προκύπτουν από την επένδυσή του στο σχέδιο. Η κατανομή των τιμών της μεταβλητής αυτής ορίζεται ως εξής: Z + Z με π = 1/, με 1/ 1 = Z π = Σημειώστε ότι, στο παράδειγμά μας η μέση τιμή EY ( + Z ) ισούται με το αρχικό εισόδημα του επενδυτή Υ, καθώς η θετική μεταβολή του εισοδήματός του από την επένδυση +Ζ ισούται σε απόλυτο μέγεθος με την αρνητική -Ζ και έχει την ίδια πιθανότητα να συμβεί με αυτή, που ισούται με 1/. Με βάση το παραπάνω παράδειγμα, είναι προφανές ότι κάποιος επενδυτής που αποστρέφεται τον επενδυτικό κίνδυνο θα προτιμήσει να κρατήσει το αρχικό του εισόδημα Υ, που του παρέχει επίπεδο χρησιμότητας U(Y) με βεβαιότητα, παρά να το επενδύσει λόγω του κινδύνου απώλειας εισοδήματος κατά -Ζ χρηματικές μονάδες. Τη συμπεριφορά αυτή του επενδυτή μπορούμε να την παρουσιάσουμε σε όρους της συνάρτησης χρησιμότητας U(.) με βάση την ακόλουθη ανισότητα: 1 1 UY ( ) > UY ( +Ζ ) + UY ( Ζ ) = EUY ( + Z ) (1α) 89

10 ή επειδή έχουμε θεωρήσει Y = E ( Y + Z ), ως 1 1 U E( Y + Z ) > U( Y +Ζ ) + U( Y Ζ ) = E U( Y + Z ), (1β) 1 1 όπου E UY ( Z) + = UY ( Z) + UY ( + Z) αποτελεί την αναμενόμενη (μέση) χρησιμότητα του επενδυτικού σχεδίου. Η ανισότητα (1α), ή (1β), δείχνει καθαρά ότι, κάτω από συμπεριφορά του επενδυτή αποστροφής στον κινδύνου, η χρησιμότητα στο μέσο επίπεδο του εισοδήματος του επενδυτικού σχεδίου Y = E( Y + Z ) θα είναι μεγαλύτερη από την αναμενόμενη χρησιμότητα αυτού E UY ( + Z ). Η συνάρτηση χρησιμότητας U(.) που έχει την ιδιότητα αυτή θα πρέπει να έχει αυστηρά κοίλη μορφή ως προς το εισόδημα Υ ή τη μεταβλητή των ροών. Η ανισότητα αυτή αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα των κοίλων συναρτήσεων, όπως είναι η συνάρτηση χρησιμότητας που παρουσιάζεται στο Διάγραμμα 3.1(Α). Y + Z Όπως φαίνεται από το διάγραμμα αυτό, μια κοίλη συνάρτηση χρησιμότητας προβλέπει ότι το επίπεδο της χρησιμότητας U(Υ) θα αυξάνει με εκείνο του εισοδήματος Υ του επενδυτή, αλλά με φθίνοντα ρυθμό. Αυτό σημαίνει ότι η οριακή χρησιμότητα μιας επιπλέον μονάδας εισοδήματος, η οποία μαθηματικά ορίζεται από την πρώτη παράγωγο της συνάρτησης χρησιμότητας UY ( ) ως προς το εισόδημα Υ και συμβολίζεται ως du ( Y ) U ( Y), θα dy μειώνεται καθώς το επίπεδο του Υ θα αυξάνεται. Μαθηματικά, αυτό σημαίνει ότι η duy ( ) δεύτερη παράγωγος της συνάρτησης U(Υ) ως προς Υ, που ορίζεται ως U ( Y), dy θα είναι αρνητική, δηλαδή U ( Y) < 0. Επειδή το αρνητικό πρόσημο της δεύτερης παραγώγου U ( Y) χαρακτηρίζει την κοιλότητα της συνάρτησης U(Υ), η συνθήκη U ( Y) < 0 αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη για να χαρακτηρίσουμε προτιμήσεις ενός επενδυτή που αποστρέφεται τον επενδυτικό κίνδυνο. Η συνθήκη αυτή σημαίνει ότι μια μείωση του εισοδήματος κατά μια μονάδα θα επιφέρει μείωση στο επίπεδο χρησιμότητας του επενδυτή που θα είναι μεγαλύτερη σε απόλυτες τιμές από μια αντίστοιχη σε μέγεθος αύξηση στο εισόδημά του. 90

11 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 3.1(Α): Συνάρτηση χρησιμότητας αποφυγής του επενδυτικού κινδύνου Σε αντίθεση με τη συνάρτηση χρησιμότητας που δίνεται στο Διάγραμμα 3.1(Α), αυτές που παρουσιάζονται στα Διαγράμματα 3.1(Β) και 3.1(Γ) αντιπροσωπεύουν προτιμήσεις ενός επενδυτή o οποίος είναι επιρρεπής και ουδέτερος στον επενδυτικό κίνδυνο, αντίστοιχα. Στη μεν πρώτη περίπτωση (βλέπε Διάγραμμα 3.1(Β)) η συνάρτηση χρησιμότητας U(Y) είναι κυρτή, οπότε με βάση τα στοιχεία του παραδείγματος που αναλύσαμε προηγουμένως θα ισχύει η ακόλουθη ανισότητα: 1 1 UEY ( + Z ) = UY ( ) < UY ( + Z) + UY ( Z) = EUY ( + Z ), Στη δε δεύτερη περίπτωση (βλέπε Διάγραμμα 3.1(Γ)) η συνάρτηση χρησιμότητας θα αποτελεί μια ευθεία γραμμή και επομένως, θα ισχύει η ακόλουθη ισότητα: 1 1 UEY ( + Z ) = UY ( ) = UY ( + Z) + UY ( Z) = EUY ( + Z ). Μια κυρτή συνάρτηση χρησιμότητας χαρακτηρίζει έναν επενδυτή που είναι επιρρεπής στον επενδυτικό κίνδυνο, καθώς αυτή συνεπάγεται ότι μια πιθανή αύξηση στο εισόδημα του επενδυτή θα επιφέρει μεγαλύτερη αύξηση στη χρησιμότητά του σε σχέση με τη μείωση αυτής που οφείλεται σε μια αντίστοιχη σε μέγεθος μείωση του εισοδήματός του. Μια συνάρτηση χρησιμότητας που είναι ευθεία γραμμή αντιπροσωπεύει έναν επενδυτή 91

12 που είναι ουδέτερος στον επενδυτικό κίνδυνο, καθώς αυτή συνεπάγεται ότι μια ισόποση αύξηση ή η μείωση στο εισόδημά του επενδυτή θα προκαλέσει αντίστοιχες μεταβολές στο επίπεδο της χρησιμότητάς του. Στην περίπτωση αυτή, ο επενδυτής θα είναι αδιάφορος στο να αναλάβει ή όχι το επενδυτικό σχέδιο του παραδείγματός μας. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ 3.1(Β)-3.1(Γ): Συναρτήσεις χρησιμότητας ενός επιρρεπή ή ουδέτερου στον κίνδυνο επενδυτή Επενδυτής επιρρεπής στον κίνδυνο Επενδυτής ουδέτερος στον κίνδυνο Επιλογή επένδυσης με βάση το κριτήριο αναμενόμενης χρησιμότητας Η δυνατότητα μιας κοίλης συνάρτησης χρησιμότητας να αποτυπώνει τη συμπεριφορά ενός επενδυτή που αποστρέφεται τον κίνδυνο απώλειας εισοδήματος του, μας επιτρέπει να εισαγάγουμε ένα κριτήριο επιλογής επενδυτικών σχεδίων που λαμβάνει υπόψη του τις προτιμήσεις του επενδυτή για τον κίνδυνο. Το κριτήριο αυτό αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως το κριτήριο αναμενόμενης χρησιμότητας, καθώς αυτό ταξινομεί τα επενδυτικά σχέδια με βάση την αναμενόμενη χρησιμότητά τους. Μεταξύ δύο αμοιβαία αποκλειομένων επενδυτικών σχεδίων, το κριτήριο αυτό επιλέγει το σχέδιο εκείνο που έχει την μεγαλύτερη αναμενόμενη χρησιμότητα. Με βάση τα στοιχεία του παραδείγματος του Διαγράμματος 3.1Α, η αναμενόμενη χρησιμότητα υπολογίζεται ως ακολούθως: 9

13 1 1 E[ UY ( + Z )] = UY ( Z) + UY ( + Z) Από τον ορισμό της αναμενόμενης χρησιμότητας είναι προφανές ότι, το κριτήριο επιλογής επενδυτικών σχεδίων που στηρίζεται σε αυτή λαμβάνει υπόψη του τόσο τις προτιμήσεις του επενδυτή ως προς τον κίνδυνο απώλειας εισοδήματος του, όσο και την κατανομή πιθανοτήτων των εισοδηματικών ροών των σχεδίων. Αυτό συμβαίνει γιατί η αναμενόμενη χρησιμότητα σταθμίζει όλα τα διαφορετικά επίπεδα χρησιμότητας ( UY ( + Z) και UY ( Z), στο παράδειγμά μας) που αντιστοιχούν στα διαφορετικά πιθανά επίπεδα των εισοδηματικών ροών των επενδυτικών σχεδίων (δηλαδή Y Z, στο παράδειγμά μας). Y + Z Y + Z και Το κριτήριο της αναμενομένης χρησιμότητας μπορεί να ξεχωρίσει επενδυτικά σχέδια τα οποία έχουν διαφορετικό κίνδυνο απώλειας εισοδήματος, παρόλο που έχουν το ίδιο αναμενόμενο εισόδημα EY ( + Z ) και έτσι, η χρησιμότητά τους σε αυτό είναι ίδια, δηλαδή UEY [ ( + Z )]. Αυτό εξηγεί γιατί στην επιλογή επενδυτικών σχεδίων θα πρέπει να χρησιμοποιούμε την αναμενόμενη χρησιμότητα και όχι τη χρησιμότητα στο αναμενόμενο επίπεδο εισοδηματος EY ( + Z ). Για να γίνει καλύτερα κατανοητό το επιχείρημά αυτό, στο Διάγραμμα 3. συγκρίνουμε δύο επενδυτικά σχέδια, τα Α και Β, που έχουν το ίδιο αναμενόμενο επίπεδο εισοδήματος, που δίνεται ως E( Y + Z A) = ( Y ZA) + ( Y + ZA) = E( Y + Z B) = ( Y ZB) + ( Y + ZB) = Y, αλλά διαφορετικές διακυμάνσεις. Το σχέδιο όμως Β παρουσιάζει μεγαλύτερες αποκλίσεις εισοδήματος από το Α. Όπως φαίνεται από το Διάγραμμα 3., η χρησιμότητα και των δύο σχεδίων Α και Β στο αναμενόμενο επίπεδο εισοδήματος τους είναι ίδια και για τα δύο. Αυτή δίνεται ως ακολούθως: UEY [ ( + Z )] = UEY [ ( + Z )] = UY ( ). Επομένως, με βάση τη χρησιμότητα αυτή A B ο επενδυτής δεν μπορεί να επιλέξει το σχέδιο Α από το Β, παρόλο που το Β ενέχει κίνδυνο μεγαλύτερης απώλειας εισοδήματος. Αντίθετα, με βάση το κριτήριο της αναμενόμενης χρησιμότητας ο επενδυτής μπορεί να επιλέξει το Α ως καλύτερο σχέδιο, καθώς αυτό έχει μεγαλύτερη αναμενόμενη χρησιμότητα από το Β, δηλαδή 93

14 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 3.: Σύγκριση δύο επενδυτικών σχεδίων με διαφορετικές διακυμάνσεις E[ UY ( + Z A)] = UY ( ZA) + UY ( + ZA) > EUY [ ( + Z B)] = UY ( ZB) + UY ( + ZB). Μαθηματικά, η δυνατότητα του κριτηρίου της αναμενόμενης χρησιμότητας να ταξινομεί επενδυτικά σχέδια με διαφορετικό κίνδυνο παρόλο που έχουν το ίδιο αναμενόμενο επίπεδο εισοδήματος αποδίδεται στην κοιλότητα της καμπύλης χρησιμότητας ως προς το εισόδημα. Αυτό έχει ως συνέπεια η αναμενόμενη χρησιμότητα να παίρνει διαφορετικές τιμές, ακόμα και για δύο σχέδια που έχουν το ίδιο αναμενόμενο εισόδημα, όπως είναι τα σχέδια Α και Β. 1 Για μια κοίλη συνάρτηση χρησιμότητας, η μεγαλύτερη αναμενόμενη χρησιμότητα του σχεδίου Α είναι συνεπής με την επενδυτική συμπεριφορά ενός επενδυτή που αποστρέφεται τον κίνδυνο. Αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι το σχέδιο αυτό ενέχει κίνδυνο μικρότερης απώλειας εισοδήματος σε σχέση με το Β, καθώς οι ροές αυτού έχουν μικρότερη διακύμανση. Για την καλύτερη κατανόηση της εφαρμογής του κριτηρίου 1 Σημειώστε ότι το κριτήριο αναμενόμενης χρησιμότητας μπορεί επίσης να ξεχωρίσει επενδυτικά σχέδια που έχουν τις ίδιες εισοδηματικές ροές και για την περίπτωση εκείνη όπου η καμπύλη χρησιμότητας είναι κυρτή, δηλαδή ισχύει U ( Y) > 0. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, μια τέτοια μορφή της καμπύλης χρησιμότητας αντιπροσωπεύει προτιμήσεις ενός επενδυτή που είναι επιρρεπής στον κίνδυνο, δηλαδή προτιμά σχέδια με μεγάλες διακυμάνσεις των ροών τους. Τέλος, παρατηρήστε ότι, αν η μορφή της καμπύλης είναι ευθεία γραμμή, δηλαδή ισχύει U ( Y) = 0, τότε η αναμενομένη χρησιμότητα και η χρησιμότητα στο αναμενόμενο (μέσο) επίπεδο ροών θα είναι ίδιες και επομένως, και οι δύο αυτές χρησιμότητες θα επιλέγουν τα ίδια ακριβώς σχέδια. 94

15 αναμενόμενης χρησιμότητας στη επιλογή επενδυτικών σχεδίων, στη συνέχεια παραθέτουμε το ακόλουθο παράδειγμα: ΠAΡΑΔΕΙΓΜΑ 3.1: Έστω δύο επενδυτικά σχέδια Α και Β των οποίων οι εισοδηματικές ροές σε δύο διαφορετικές καταστάσεις φύσης της οικονομίας "1" και "", που έχουν την ίδια πιθανότητα να συμβούν (δηλαδή π 1 =π =0.5), δίνονται στον ακόλουθο πίνακα: Σχέδιο "1", με π 1=0.5 "", με π =0.5 Α Β Αν η συνάρτηση χρησιμότητας είναι η λογαριθμική ως προς τη μεταβλητή των ροών, που συμβολίζεται ως Z, τότε η αναμενόμενη χρησιμότητα του σχεδίου Α υπολογίζεται ως εξής: EU [ ( Z A)] = 0.5ln(100) + 0.5ln(150) = 4.808, ενώ του Β υπολογίζεται ως EU [ ( Z B )] = 0.5ln(90) + 0.5ln(160) = Συγκρίνοντας τις παραπάνω τιμές των αναμενόμενων επιπέδων χρησιμότητας EU [ ( Z )] και EU [ ( Z )] παρατηρούμε ότι ισχύει η ακόλουθη σχέση μεταξύ τους: A B EU [ ( Z )] > EU [ ( Z )]. Σύμφωνα με το κριτήριο της αναμενόμενης χρησιμότητας, αυτή A B σημαίνει ότι το σχέδιο Α είναι προτιμότερο του Β. Παρατηρήστε ότι το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται στη μεγαλύτερη αποστροφή του επενδυτή στο σχέδιο Β καθώς αυτό ενέχει κίνδυνο μεγαλύτερης απώλειας εισοδήματος από το Α, δεδομένου ότι οι πιθανότητες των δύο καταστάσεων φύσης της οικονομίας είναι ίδιες (δηλ., π 1 =π =0.5). Σημειώστε ότι οι πιθανότητες π 1 και π παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στην κατάταξη των δύο σχεδίων. Αν αυτές αλλάξουν τιμή, τότε και η κατάταξη των δύο σχεδίων μπορεί να αλλάξει, καθώς θα μεταβληθεί η πιθανότητα απώλειας εισοδήματος. Ως παράδειγμα, θεωρήστε την περίπτωση όπου η πιθανότητα της κατάστασης "" αυξηθεί σε π =0.80 (που 95

16 σημαίνει ότι π 1 =0.0). Τότε, το κριτήριο της αναμενόμενης χρησιμότητας θα επιλέξει το σχέδιο Β από το Α, καθώς θα ισχύει η ακόλουθη ανισότητα: EU [ ( Z )] = 0.ln(100) + 0.8ln(150) = < EU [ ( Z )] = 0.ln(90) + 0.8ln(160) = A B Στην περίπτωση αυτή, αν και το σχέδιο Β ενέχει κίνδυνο μεγαλύτερης απώλειας εισοδήματος στην κατάσταση "1", η πιθανότητα να συμβεί αυτό είναι πολύ μικρότερη (δηλ. π 1 =0.0) σε σχέση με εκείνη της προηγούμενης περίπτωσης, όπου π 1 =0.50 (50%). Αυτό οδηγεί τον επενδυτή στην επιλογή του σχεδίου Β από το Α. Γενίκευση του κριτηρίου αναμενομένης χρησιμότητας σε πολλές καταστάσεις φύσης Το κριτήριο της αναμενόμενης χρησιμότητας μπορεί να γενικευτεί εύκολα για Ν-αριθμό καταστάσεων φύσης της οικονομίας, οι οποίες ορίζονται ως s=1,,,n. Τότε, η αναμενόμενη χρησιμότητα ορίζεται ως η αναμενόμενη (μέση) τιμή των επιπέδων χρησιμότητας στις Ν-διαφορετικές καταστάσεις της οικονομίας UZ ( s ) ως εξής: V[ Z,Z,..., Z ; π, π,... π ] = πu ( Zs ), 1 N 1 Ν N s= 1 s όπου π s συμβολίζει τις πιθανότητες των Ν-καταστάσεων της οικονομίας και Z s αποτελούν τις εισοδηματικές ροές ενός επενδυτικού σχεδίου που αντιστοιχούν σε αυτές. Θα λέμε ότι το σχέδιο Α είναι προτιμότερο ( ) του Β και θα συμβολίζουμε Z A Z, B αν ισχύει η ακόλουθη ανισότητα V[ Z,Z,..., Z ; π, π,... π ] > V[ Z,Z,..., Z ; π, π,... π ]. 1, A, A N, A 1 Ν 1, B, B N, B 1 Ν Με βάση το θεώρημα των von Neumann και Morgenstern (VNM) αποδεικνύεται ότι η αναμενόμενη χρησιμότητα VZ,Z,...Z [ 1, N ; π1, π,..., π Ν ] αποτελεί και αυτή μια συνάρτηση 96

17 χρησιμότητας, που ικανοποιεί τις βασικές ιδιότητες των προτιμήσεων του καταναλωτή, όπως είναι ασυμμετρία, μεταβατικότητα και συνέχεια. Επομένως, αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην ιεράρχηση διαφορετικών επενδυτικών σχεδίων όπως γίνεται στη μικροοικονομική για την ταξινόμηση διαφορετικών συνδυασμών αγαθών. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 3.3: Καμπύλες αδιαφορίας της συνάρτησης αναμενόμενης χρησιμότητας Στο Διάγραμμα 3.3 παρουσιάζουμε τις καμπύλες αδιαφορίας της συνάρτησης αναμενομένης χρησιμότητας VZ,Z,...Z [ 1, N ; π1, π,..., π Ν ] για την απλή περίπτωση όπου οι φύσεις της οικονομίας είναι δύο, δηλαδή οι "1" και "". Πιο συγκεκριμένα, το διάγραμμα αυτό παρουσιάζει δύο επενδυτικά σχέδια, τα Α και Β, που οι ροές τους είναι ανάλογες σε μέγεθος αλλά αντίστροφες στις δύο καταστάσεις φύσης "1" και "". Το σχέδιο Α καθορίζεται από το ζεύγος των ροών (Ζ 1Α,Ζ,Α ), ενώ το Β από το (Ζ 1,Β,Ζ,Β ). Επειδή οι καταστάσεις αυτές έχουν ίσες πιθανότητες, τα σχέδια αυτά έχουν το ίδιο επίπεδο αναμενόμενης χρησιμότητας V1 E[ U( Z )] = E[ U( Z )]. Εκτός από τα σχέδια Α και Β, το A Διάγραμμα 3.3 παρουσιάζει και ένα τρίτο σχέδιο, το C του οποίου οι ροές αποτελούν τις μέσες τιμές των ροών των σχεδίων Α και Β, σε κάθε κατάσταση φύσης της οικονομίας. B Βλέπε Danthine και Donaldson (001). 97

18 Δηλαδή, αυτές δίνονται ως Ζ 1,C = (Ζ 1,Β +Ζ 1,Α )/ και Ζ,C = (Ζ,Β +Ζ,Α )/. Επομένως, το σημείο C θα βρίσκεται πάνω στη γραμμή που ενώνει τα σημεία Α και Β. Παρατηρήστε ότι οι καμπύλες αδιαφορίας της συνάρτησης αναμενόμενης χρησιμότητας που παρουσιάζονται στο Διάγραμμα 3.3 είναι κυρτές. Αυτό ισχύει κάτω από συμπεριφορά αποστροφής του επενδυτικού κινδύνου. Για να αποδείξουμε την κυρτότητά των καμπυλών αυτών, απλά παρατηρήστε ότι, για κάποιο επενδυτή που αποστρέφεται τον κίνδυνο, το σχέδιο C είναι καλύτερο από τα Α και Β. Αυτό συμβαίνει γιατί οι εισοδηματικές ροές του σχεδίου C παρουσιάζουν μικρότερη απώλεια εισοδήματος σε σχέση με εκείνες των σχεδίων Α και Β. Εφόσον το σχέδιο C προτιμάται λόγω μικρότερου επενδυτικού κινδύνου από τα Α και Β, αυτό θα πρέπει να βρίσκεται σε μια καμπύλη αδιαφορίας η οποία αντιστοιχεί σε υψηλότερο επίπεδο αναμενόμενης χρησιμότητας (έστω, V ) εκείνου των σχεδίων Α και Β. Δηλαδή, θα πρέπει να ισχύει η ακόλουθη ανισότητα: V E[ U( Z )] > V. C 1 Η ανισότητα αυτή ισχύει μόνο για την περίπτωση όπου οι καμπύλες αδιαφορίες της συνάρτησης αναμενόμενης χρησιμότητας που περνούν από τα σημεία Α, Β και C είναι κυρτές. 3 Αυτή μπορεί να επιβεβαιωθεί επίσης με βάση το ακόλουθο αριθμητικό παράδειγμα. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3.: Θεωρήστε ότι η συνάρτηση χρησιμότητας ενός επενδυτή ως προς το εισόδημα είναι λογαριθμικής μορφής. Τότε, συγκρίνατε τις αναμενόμενες χρησιμότητες των τριών επενδυτικών σχεδίων Α, Β και C των οποίων οι ροές σε κάθε κατάσταση φύσης "1" και "" δίνoνται στον ακόλουθο πίνακα: Σχέδιο "1", με π 1=0.5 "", με π =0.5 Α B C Ανάλογα, μπορεί να αποδειχτεί ότι οι καμπύλες αδιαφορίας της αναμενόμενης χρησιμότητας ενός επενδυτή που είναι επιρρεπής στον επενδυτικό κίνδυνο (risk lover) θα είναι κοίλες ως προς τις τιμές των εισοδηματικών ροών Z στις καταστάσεις φύσης της οικονομίας "1" και "". Για τον ουδέτερο στον κίνδυνο επενδυτή, οι καμπύλες αδιαφορίας αυτές θα είναι ευθείες γραμμές. 98

19 Σημειώστε ότι οι ροές του σχεδίου C αποτελούν το μέσο όρο εκείνων των σχεδίων Α και Β στις δύο καταστάσεις φύσεις "1" και "", αντίστοιχα, όπως θεωρήσαμε στο Διάγραμμα 3.. Χρησιμοποιώντας τα δεδομένα του παραπάνω πίνακα, πρώτα παρατηρήστε ότι οι αναμενόμενες χρησιμότητες των σχεδίων Α και Β είναι ίδιες και υπολογίζονται ως εξής: EU [ ( Z )] = 0.5ln(100) + 0.5ln(150) = 0.5ln(150) + 0.5ln(100) = EU [ ( Z )] = 4.80 A B Η δε αναμενόμενη χρησιμότητα του σχεδίου C υπολογίζεται ως εξής: EU [ ( Z C )] = 0.5ln(15) + 0.5ln(15) = ln(15) = 4.8 Συγκρίνοντας τις παραπάνω τιμές των αναμενόμενων χρησιμοτήτων έχουμε E [ U( Z )] > E[ U( Z )] = E[ U( Z )], που σημαίνει ότι το σχέδιο C αποτελεί προτιμότερη C A B επενδυτική επιλογή από τα Α και Β. 3.3 Μέτρα αποστροφής του επενδυτικού κινδύνου Εκτός του ότι μας επιτρέπει να ταξινομήσουμε διάφορα επενδυτικά σχέδια μεταξύ τους κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας, το κριτήριο αναμενομένης χρησιμότητας μας παρέχει τη δυνατότητα να προσδιορίσουμε το χρηματικό ποσό που απαιτείται ως αποζημίωση από κάποιον επενδυτή για να αναλάβει τον κίνδυνο μιας επένδυσης με αβέβαιες αποδόσεις. Το ποσό αυτό αποτελεί για τον επενδυτή ένα ασφάλιστρο κινδύνου. Αυτό θα πρέπει να εξαρτάται από την απόλυτη τιμή της δεύτερης παραγώγου U (Y ), που χαρακτηρίζει το βαθμό κοιλότητας της συνάρτησης χρησιμότητας ως προς το εισόδημα Υ. Όσο πιο μεγάλη είναι η απόλυτη τιμή της παραγώγου αυτής, τόσο πιο μεγάλη θα είναι η αποστροφή στον κίνδυνο του επενδυτή και το ποσό κινδύνου που απαιτείται ως αποζημίωση για να αναλάβει την επένδυση. Ωστόσο από μόνη της η δεύτερη παράγωγος της συνάρτησης U(Y) δεν μπορεί να αποτελέσει κάποιο μέτρο του βαθμού αποστροφής του επενδυτικού κινδύνου, καθώς αυτή 99

20 δεν παραμένει αμετάβλητη σε γραμμικούς μετασχηματισμούς, όπως απαιτεί η θεωρία χρησιμότητας. Για να διαπιστωθεί αυτό, θεωρήστε δύο διαφορετικούς επενδυτές με συναρτήσεις χρησιμότητας U i (Y) και U j (Y), αντίστοιχα. Έστω ότι και οι δύο αυτές συναρτήσεις έχουν αρνητική δεύτερη παράγωγο, αλλά σε απόλυτες τιμές υποθέστε ότι μεταξύ τους ισχύει η ακόλουθη ανισότητα: U ( Y ) > U ( Y ), για όλα τα επίπεδα i j εισοδήματος Y. Όμως, όπως εύκολα μπορεί να αποδειχθεί η ανισότητα αυτή δε σημαίνει αναγκαστικά ότι ο επενδυτής i έχει μεγαλύτερη αποστροφή στο κίνδυνο απώλειας εισοδήματος από τον j. Αυτή μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι οι συναρτήσεις χρησιμότητας Ui(Y) και U j (Y) συνδέονται γραμμικά μεταξύ τους, δηλαδή ισχύει η ακόλουθη σχέση: U i (Y)=a+bU j (Y) όπου α>0 και b>0 και έτσι, συμβαίνει να έχουμε U ( Y ) > U ( Y ). Σε μια τέτοια περίπτωση, η θεωρία χρησιμότητας προβλέπει ότι οι i j προτιμήσεις και των δύο επενδυτών i και j ως προς τον κίνδυνο απώλειας εισοδήματος θα πρέπει να είναι ίδιες. Έτσι, η απόλυτη τιμή της δεύτερης παραγώγου U ( Y) δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέτρο αποστροφής στον επενδυτικό κίνδυνο που ενέχει κάποιο σχέδιο από μόνη της. Όπως γίνεται κατανοητό από τη μέχρι τώρα ανάλυση, για τον καθορισμό κάποιου αντικειμενικού μέτρου αποστροφής στον επενδυτικό κίνδυνο θα πρέπει να πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια: Πρώτον, το μέτρο αυτό θα πρέπει να παραμένει αμετάβλητο σε γραμμικούς μετασχηματισμούς και δεύτερον, να λαμβάνει υπόψη του την κοιλότητα της συνάρτησης χρησιμότητας U(Y). Δύο τέτοια μέτρα έχουν προταθεί στη βιβλιογραφία από τους Pratt (1964) και Arrow (1971). Αυτά αναφέρονται ως Arrow-Pratt συντελεστές αποστροφής κινδύνου (risk aversion coefficients) και διακρίνονται στον απόλυτο (absolute-α) και στο σχετικό (relative-r). 4 Οι συντελεστές αυτοί ορίζονται αντίστοιχα ως U ( Y ) R A ( Y ) = και U ( Y ) YU ( Y ) R R ( Y ) =. U ( Y ) Η ύπαρξη του αρνητικού προσήμου (-) μπροστά από τους συντελεστές αυτούς κατοχυρώνει ότι αυτοί θα παίρνουν πάντα θετικές τιμές, καθώς η δεύτερη παράγωγος είναι πάντα αρνητική για κοίλες συναρτήσεις χρησιμότητας (δηλ. U ( Y) < 0). Σημειώστε ότι το αντίστροφο των παραπάνω συντελεστών χρησιμοποιείται στη βιβλιογραφία ως 4 Αυτοί επίσης αναφέρονται και ως συντελεστές αποφυγής κινδύνου. 100

21 μέτρο ανοχής στον επενδυτικό κίνδυνο (risk tolerance) του επενδυτή. Για το σχετικό 1 U ( Y) συντελεστή κινδύνου, το μέτρο αυτό ορίζεται ως εξής: ( ) = R ( ). R Y YU Y Οι συντελεστές αποστροφής κινδύνου των Arrow-Pratt είναι συνεπείς με τις προβλέψεις της θεωρίας για την αποστροφή στον επενδυτικό κίνδυνο. Αυτοί συνεπάγονται ότι, όσο αυξάνεται η απόλυτη τιμή της δεύτερης παραγώγου της συνάρτησης χρησιμότητας (που σημαίνει, όσο μεγαλύτερη είναι η αποστροφή στον κίνδυνο), τόσο μεγαλύτερες θα είναι και οι τιμές τους. 5 Ο απόλυτος συντελεστής κινδύνου, R A (Y), μετρά τον κίνδυνο ) αποστροφής σε απόλυτα μεγέθη εισοδήματος Υ, ενώ ο σχετικός συντελεστής, R R (Y, ως ποσοστό του εισοδήματος. Ως παράδειγμα, ο συντελεστής R A (Y) δείχνει ότι, αν κάποιος με εισόδημα 1000 επενδύει το ποσό των 500 σε κάποιο σχέδιο, τι ποσό θα επενδύσει όταν το εισοδημά του αυξηθεί σε 000. Ενώ, ο συντελεστής R R (Y) δείχνει το ποσοστό του εισοδήματος που επενδύεται (π.χ. 0%), σε μια αύξηση του εισοδήματος Υ. Βασιζόμενοι στην πρώτη παράγωγο των συντελεστών αποφυγής κινδύνου ως προς το εισόδημα Υ, μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε τη συμπεριφορά αποστροφής στον επενδυτικό κίνδυνο σε αύξουσα (increasing), σταθερή (constant) και φθίνουσα (decreasing). Για τον απόλυτο συντελεστή κινδύνου R ( ) A Y χαρακτηρίζονται από τις ακόλουθες συνθήκες:, οι τρεις αυτές κατηγορίες συμπεριφοράς R A ( Y ) R A ( Y ) R A ( Y ) > 0, = 0 και < 0, Y Y Y αντίστοιχα. Ανάλογες συνθήκες ισχύουν και για το σχετικό συντελεστή κινδύνου, R R (Y). R A ( Y ) Η συνθήκη < 0 σημαίνει ότι όταν αυξάνεται το εισόδημα του επενδυτή, ο βαθμός Y αποστροφής του στον κίνδυνο μειώνεται. Μια τέτοια συνθήκη αντιπροσωπεύει έναν επενδυτή με ορθολογική συμπεριφορά καθώς είναι λογικό να θεωρηθεί ότι, όταν αυξάνεται το επίπεδο του εισοδήματος, ο κίνδυνος απώλειας ενός μέρους αυτού δε θα πρέπει να αποστρέφει τον επενδυτή από την ανάληψη μιας επένδυσης στο βαθμό που 5 Σημειώστε ότι στην περίπτωση που ο επενδυτής είναι ουδέτερος στον κίνδυνο (risk neutral), τότε η συνάρτηση χρησιμότητας είναι γραμμική με αποτέλεσμα και οι δύο συντελεστές αποστροφής κινδύνου να 101

22 αυτό συμβαίνει για μικρότερα επίπεδα εισοδήματος. Αναφορικά με το σχετικό συντελεστή αποστροφής κινδύνου, R R (Y), η ορθολογική συμπεριφορά ενός επενδυτή R R ( Y ) R R ( Y ) αιτιολογείται στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις: = 0 και < 0. Η πρώτη Y Y αντιστοιχεί στην περίπτωση εκείνη όπου ο σχετικός βαθμός αποστροφής κινδύνου δεν αλλάζει με τις μεταβολές του εισοδήματος, ενώ η δεύτερη αντιστοιχεί στην περίπτωση που αυτός μειώνεται όταν αυξάνεται το εισόδημα του επενδυτή. Έχοντας παρουσιάσει τους συντελεστές αποστροφής κινδύνου, στη συνέχεια παρουσιάζουμε διάφορες συναρτήσεις χρησιμότητας που συχνά χρησιμοποιούμε στη χρηματοοικονομική ανάλυση. Για αυτές, υπολογίζουμε τους συντελεστές αποστροφής κινδύνου και βρίσκουμε την πρώτη τους παράγωγο ως πρός το εισόδημα Υ. Εκθετική συνάρτηση χρησιμότητας (Power utility function): H συνάρτηση αυτή ορίζεται ως προς το εισόδημα Υ ως εξής: 1 γ Y, γ 1 UY ( ) = 1 γ ln Y, γ = 1 Αυτή παρουσιάζεται γραφικά στο Διάγραμμα 3.4(Α) για την περίπτωση όπου γ=0.5 και γ=1. Ο απόλυτος και σχετικός συντελεστής αποφυγής κινδύνου της συνάρτησης αυτής δίνονται ως ακολούθως: RA( Y) γ = και RR ( Y) = RA ( Y) Y = γ, Y αντίστοιχα. Σημειώστε ότι ο συντελεστής γ της συνάρτησης αυτής αποτελεί το σχετικό συντελεστή αποφυγής κινδύνου. Η παράγωγος του συντελεστή R A (Y) ως προς το RA( Y) γ εισόδημα Y είναι αρνητική και δίνεται ως εξής: = < 0, που σημαίνει ότι η Y Y εκθετική συνάρτηση χρησιμότητας έχει φθίνοντα απόλυτο συντελεστή αποστροφής κινδύνου (decreasing absolute risk aversion -DARA). Από την άλλη μεριά, η παράγωγος παίρνουν την τιμή μηδέν, ενώ σε περίπτωση που είναι επιρρεπής στον κίνδυνο (risk lover) τότε παίρνουν 10

23 του συντελεστή R R (Y) ως προς το εισόδημα Y είναι μηδέν, που σημαίνει ότι αυτή έχει σταθερό σχετικό συντελεστή αποστροφής κινδύνου (constant relative risk aversion - CRRA). ΔIAΓΡΑΜΜΑΤΑ 3.4(Α)-3.4(Β)-3.4(Γ): Παραδείγματα συναρτήσεων χρησιμότητας Εκθετική συνάρτηση Αρνητικά εκθετική συνάρτηση Τετραγωνική συνάρτηση χρησιμότητας χρησιμότητας χρησιμότητας a Y = b Αρνητικά εκθετική (exponential) συνάρτηση χρησιμότητας: Η συνάρτηση αυτή ορίζεται ως εξής: ay UY ( ) = e, a> 0 και η γραφική της παράσταση δίνεται στο Διάγραμμα 3.4(Β), για α=0.1 και α=0.5. Η συνάρτηση αυτή έχει τους ακόλουθους συντελεστές αποστροφής κινδύνου: R ( Y) = a και R ( Y) = ay. A R Οι πρώτοι παράγωγοι των συντελεστών αυτών ως προς το εισόδημα Υ δίνονται ως RA( Y) RR( Y) ακολούθως: = 0 και = a. Αυτοί αντίστοιχα σημαίνουν ότι η αρνητικά Y Y εκθετική συνάρτηση χρησιμότητας είναι σταθερού απολύτου συντελεστή αποστροφής κινδύνου (constant absolute risk aversion -CARA) και αυξανόμενου σχετικού συντελεστή αποστροφής κινδύνου (increasing relative risk aversion -IRRA). αρνητικές τιμές. 103

24 H τετραγωνική (quadratic) συνάρτηση χρησιμότητας: Η συνάρτηση αυτή ορίζεται ως εξής: U Y ay by a b Y a b ( ) =, οπου > 0, > 0 και 0< <. Η γραφική παράσταση της συνάρτησης αυτής δίνεται στο Διάγραμμα 3.4Γ, για α=10 και b=0.. Όπως φαίνεται καλύτερα από αυτό, αυτή ορίζει μια συνάρτηση χρησιμότητας, με a τις γνωστές ιδιότητες μόνο για το ακόλουθο διάστημα τιμών του Υ: 0 < Y <. Αν το Υ b a βρεθεί εκτός του διαστήματος αυτού και πιο συγκεκριμένα, αν πάρει τιμές Y > τότε η b τετραγωνική συνάρτηση U ( Y ) = ay by γίνεται φθίνουσα συνάρτηση του εισοδήματος και έτσι, δεν αποτελεί συνάρτηση χρησιμότητας. Οι δύο συντελεστές αποφυγής κινδύνου της τετραγωνικής συνάρτησης χρησιμότητας R ( Y ) και R ( Y ), καθώς και οι πρώτες τους παράγωγοι ως προς το εισόδημα δίνονται ως ακολούθως: A R b by RA( Y) =, RR( Y) = a by a by RA( Y) 4 b RR( Y) b( a Y) = > 0, = > 0. Y ( a by) Y ( a by) RA( Y) RR( Y) Το θετικό πρόσημο των παραγώγων και δείχνει ότι η τετραγωνική Y Y συνάρτηση χρησιμότητας είναι αυξανόμενου απολύτου και σχετικού συντελεστή αποστροφής κινδύνου. Οι συναρτήσεις χρησιμότητας που παρουσιάστηκαν παραπάνω ανήκουν στη γενική κατηγορία των υπερβολικών συναρτήσεων χρησιμότητας απολύτου συντελεστή αποστροφής κινδύνου (Ηyperbolic Absolute Risk Aversion -HARA). Η κατηγορία αυτή έχει την ακόλουθη γενική μορφή: γ 1 γ a a UY ( ) Υ b Y = +, οπου b> 0 και b+ 0. γ 1 γ > 1 γ 104

25 Για συγκεκριμένες τιμές των παραμέτρων b και γ της συνάρτησης αυτής, προκύπτουν όλες οι συναρτήσεις χρησιμότητας που αναφέραμε προηγουμένως. Πιο συγκεκριμένα, για γ= παίρνουμε την τετραγωνική συνάρτηση, για γ = και b=1 την αρνητικά εκθετική συνάρτηση, για b=0 και γ<1 την εκθετική συνάρτηση χρησιμότητας και τέλος, για b=γ=0 τη λογαριθμική. 3.4 To σίγουρο ισοδύναμο εισόδημα και ο προσδιορισμός του ασφάλιστρου κινδύνου Η δυνατότητα που παρέχει η συνάρτηση αναμενόμενης χρησιμότητας να λαμβάνονται υπόψη οι προτιμήσεις αποστροφής στον επενδυτικό κίνδυνο στην επιλογή επενδυτικών σχεδίων, επιτρέπει τον υπολογισμό του χρηματικού ποσού κινδύνου κάθε σχεδίου, που θα συμβολίζεται στο εξής ως Π. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, το ποσό αυτό απαιτείται από τον επενδυτή ως ανταμοιβή (ή ασφάλιστρο) για τον κίνδυνο απώλειας εισοδήματος που ενέχουν επενδύσεις σε σχέδια με αβέβαιες αποδόσεις. Για τον υπολογισμό του θα στηριχθούμε στο Διάγραμμα 3.5. Αυτό παρουσιάζει την περίπτωση μιας επένδυσης εισοδήματος (αξίας) Υ σε κάποιο σχέδιο με τις ακόλουθες καθαρές ταμειακές ροές: Y + Z1, με πιθανοτητα π1 Y + Z = Y + Z, με πιθανοτητα π όπου Z ~ αποτελεί μια διακριτή τυχαία μεταβλητή που απεικονίζει τις μεταβολές του εισοδήματος του επενδυτή στις δύο καταστάσεις φύσης της οικονομίας σε σχέση με το αρχικό του επίπεδο Υ. Στην κατάσταση "1", η μεταβλητή Z ~ παίρνει την τιμή Z 1, ενώ στην "" παίρνει την τιμή Z. Τα επίπεδα χρησιμότητας που αντιστοιχούν στις δύο παραπάνω εισοδηματικές ροές του σχεδίου δίνονται αντίστοιχα ως εξής: U(Υ+ Z 1 ) και U(Υ+ Z ). H αναμενόμενη χρησιμότητα του επενδυτικού σχεδίου του Διαγράμματος 3.5 υπολογίζεται ως η σταθμισμένη μέση τιμή των δύο επιπέδων χρησιμότητας: U(Υ+ Z 1 ) και U(Υ+ Z ), δηλαδή 105

26 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 3.5: Το ασφάλιστρο κινδύνου και το σίγουρο ισοδύναμο εισόδημα ~ E U ( Y + Z )] = π U ( Y + Z ) + π U ( Y + ), [ 1 1 Z Το δε αναμενόμενο εισόδημα της επένδυσης στο σχέδιο αυτό δίνεται ως η σταθμισμένη μέση τιμή των δύο επιπέδων εισοδήματος Υ+ Z 1 και Υ+ Z, δηλαδή EY ( + Z ) = π ( Y+ Z) + π ( Y+ Z) = Y+ EZ ( ), 1 1 όπου EZ ( ) = π Z+ π Z 1 1 αποτελεί τη μέση τιμή της μεταβλητής Z ~. Από το Διάγραμμα 3.5 μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί ότι υπάρχει ένα επίπεδο εισοδήματος, που ορίζεται ως Y + CE, το οποίο παρέχει το ίδιο επίπεδο χρησιμότητατας στον επενδυτή με εκείνο της ~ αναμενόμενης χρησιμότητας του επενδυτικού σχεδίου E [ U ( Y + Z )]. Δηλαδή, για το εισόδημα αυτό ισχύει η ακόλουθη ισότητα: EU [ ( Y+ Z )] = U( Y+ CE). (3) Στη σχέση (3), η ποσότητα CE αποτελεί μια σίγουρη εισοδηματική (ταμειακή) ροή η οποία όταν προστίθεται στο αρχικό επίπεδο εισοδήματος Υ εξισώνει το επίπεδο της 106

27 αναμενόμενης χρησιμότητας ~ E [ U ( Y + Z )] με εκείνο της χρησιμότητας στο επίπεδο εισοδήματος Υ+CE. Το εισόδημα αυτό αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως σίγουρο ισοδύναμο εισόδημα (certainty equivalent income), ενώ η ροή CE ως σίγουρη ισοδύναμη ροή. 6 Στην αγορά κεφαλαίου, η ροή CE μπορεί να αποτελεί τη μελλοντική αξία μιας επένδυσης σε κάποιο ομόλογο ή τραπεζικό λογαριασμό που έχουν σταθερό και εγγυημένο μελλοντικό εισόδημα. Η σχέση (3) δείχνει ότι ο επενδυτής είναι αδιάφορος μεταξύ του να αναλάβει το επενδυτικό σχέδιο με αναμενόμενο εισόδημα EY ( + Z ) ή κάποιο άλλο με σίγουρο ισοδύναμο εισόδημα. To πρώτο σχέδιο ενέχει κίνδυνο απώλειας εισοδήματος κάτω του αναμενομένου επιπέδου EY ( + Z ) ή ακόμα και του αρχικού εισοδήματος Υ αν η μεταβλητή Y + CE Z ~ πάρει μεγάλες αρνητικές τιμές. Αντίθετα, το δεύτερο σχέδιο δεν ενέχει τέτοιο κίνδυνο. Η διαφορά ανάμεσα στα αναμενόμενα εισοδήματα των δύο αυτών σχεδίων EY ( + Z ) και Y + CE ορίζει το χρηματικό ποσό κινδύνου (risk premium) Π ως εξής: Π = EY ( + Ζ ) ( Υ + CE) = E( Ζ ) CE. (4) Το ποσό αυτό απαιτείται από τον επενδυτή για να αναλάβει το επενδυτικό σχέδιο που ενέχει κίνδυνο απώλειας εισοδήματος. 7 Όπως φαίνεται από το Διάγραμμα 3.5, το χρηματικό ποσό κινδύνου προσδιορίζεται από δύο παράγοντες. Πρώτον, τις προτιμήσεις του επενδυτή ως προς τον κίνδυνο απώλειας εισοδήματος του και δεύτερον, την απόκλιση (ή διασπορά) των εισοδηματικών ροών του επενδυτικού σχεδίου στις δύο καταστάσεις φύσης της οικονομίας Y + Z από τη μέση τους τιμή EY ( + Ζ ). Ένα μέτρο της απόκλισης αυτής αποτελεί η Π Y + Z 1 και διακύμανση της μεταβλητής Y +Ζ, που ορίζεται ως σ +Ζ. Η οικονομική θεωρία Y 6 Επειδή το μέγεθος της σίγουρης ισοδύναμης ροής CE εξαρτάται από το αρχικό εισόδημα Υ και τις εισοδηματικές ροές της που συμβολίζονται με την τυχαία μεταβλητή Z, πολλές φορές στη βιβλιογραφία αυτή συμβολίζεται ως συνάρτηση των μεταβλητών Υ και Z, δηλαδή ως CE( Y, Z ) (βλέπε Ingersoll (1986)). 7 Όπως και για τη σίγουρη ισοδύναμη ροή (βλέπε υποσημείωση 4), στη βιβλιογραφία το ποσό κινδύνου Π ορίζεται ως συνάρτηση του εισοδήματος Υ και της ροής Z, δηλαδή Π( Y, Z ), καθώς εξαρτάται από τα μεγέθη των δύο αυτών μεταβλητών. 107

28 προβλέπει ότι, όσο πιο κοίλη είναι η καμπύλη χρησιμότητας (δηλαδή, υπάρχει μεγαλύτερη αποστροφή στο κίνδυνο) και μεγαλύτερη είναι η διακύμανση των εισοδηματικών ροών σ Y +Ζ, τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το χρηματικό ποσό κινδύνου που θα απαιτείται από τον επενδυτή για να αναλάβει το σχέδιο. Η επίδραση των παραπάνω παραγόντων στο χρηματικό ποσό κινδύνου Π μπορεί να παρουσιαστεί αναλυτικά μέσω της ακόλουθης προσεγγιστικής σχέσης: Π 1 U [ E( Y + Z )] Π U [ E( Y + Z )] σ Y +Ζ 1 = + (5) R [ E( Y Z)] σ, A Y +Ζ U [ E( Y Z )] όπου RA[ E( Y Z + + )] = είναι ο απόλυτος συντελεστής αποστροφής U [ E( Y + Z )] κινδύνου. Αυτός υπολογίζεται στο μέσο επίπεδο εισοδήματος του επενδυτικού σχεδίου EY ( + Ζ ). Η σχέση (5) αποδεικνύεται στο παράρτημα του κεφαλαίου. 8 Όπως αναμενόταν από τη θεωρία, αυτή δείχνει αναλυτικά ότι το ποσό κινδύνου Π αποτελεί θετική συνάρτηση του απολύτου συντελεστή αποστροφής στο κίνδυνο R [ EY ( + Z )] και της διακύμανσης των ροών του σχεδίου σ Y +Ζ A. Αν είναι γνωστή η συνάρτηση χρησιμότητας U(.) και η κατανομή πιθανοτήτων των ταμειακών ροών του σχεδίου, τότε η σχέση (5) μας επιτρέπει να υπολογίσουμε προσεγγιστικά το ποσό κινδύνου Π και στη συνέχεια να βρούμε τη σίγουρη ισοδύναμη ροή CE. Στη συνέχεια παραθέτουμε ένα απλό παράδειγμα υπολογισμού του ποσού Π και της ροής CE και δείχνουμε πόσο καλά μπορεί η σχέση (5) να προσεγγίσει την αληθινή τιμή τους. 1 γ Y ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3.3: Θεωρήστε την εκθετική συνάρτηση χρησιμότητας UY ( ) =, 1 γ όπου γ=. Αν το αρχικό επίπεδο εισοδήματος που επενδύεται σε κάποιο σχέδιο είναι Υ=100 και η κατανομή των ταμειακών ροών αυτού είναι η ακόλουθη: 8 Χρησιμοποιώντας τις σχέσεις E( Y + Z ) = Y + E( Z ) και σy +Ζ Var( Y + Z ) = Var( Z ) = σ, η σχέση (5) μπορεί επίσης να γραφεί ως εξής: 108

Επιλογή επενδύσεων κάτω από αβεβαιότητα

Επιλογή επενδύσεων κάτω από αβεβαιότητα Επιλογή επενδύσεων κάτω από αβεβαιότητα Στατιστικά κριτήρια επιλογής υποδειγμάτων Παράδειγμα Θεωρήστε τον παρακάτω πίνακα ο οποίος δίνει τις ροές επενδυτικών σχεδίων λήξης μιας περιόδου στο μέλλον, όταν

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Ένθετο Κεφάλαιο ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Μικροοικονομική Ε. Σαρτζετάκης 1 Καταναλωτική συμπεριφορά Σκοπός αυτής της διάλεξης είναι να εξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίο οι καταναλωτές

Διαβάστε περισσότερα

Προσφορά Εργασίας Προτιμήσεις και Συνάρτηση Χρησιμότητας ( Χ,Α συνάρτηση χρησιμότητας U(X,A)

Προσφορά Εργασίας Προτιμήσεις και Συνάρτηση Χρησιμότητας ( Χ,Α συνάρτηση χρησιμότητας U(X,A) Προσφορά Εργασίας - Έστω ότι υπάρχουν δύο αγαθά Α και Χ στην οικονομία. Το αγαθό Α παριστάνει τα διάφορα καταναλωτικά αγαθά. Το αγαθό Χ παριστάνει τον ελεύθερο χρόνο. Προτιμήσεις και Συνάρτηση Χρησιμότητας

Διαβάστε περισσότερα

Διάλεξη 5- Σημειώσεις

Διάλεξη 5- Σημειώσεις Διάλεξη 5- Σημειώσεις 1 Κοίλες (concave) και κυρτές (convex) συναρτήσεις Σημείωση: Μόνο για συναρτήσεις που είναι συνεχείς σε ένα (κυρτό) διάστημα R και παραγωγίσιμες τουλάχιστον δύο φορές στο εσωτερικό

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 6 η. Ανάλυση Κινδύνου και Κοινωνικό Προεξοφλητικό Επιτόκιο

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 6 η. Ανάλυση Κινδύνου και Κοινωνικό Προεξοφλητικό Επιτόκιο Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 6 η Ανάλυση Κινδύνου και Κοινωνικό Προεξοφλητικό Επιτόκιο Ζητήματα που θα εξεταστούν: Πως ορίζεται η έννοια της αβεβαιότητας και του κινδύνου. Ποια είναι

Διαβάστε περισσότερα

1. Τετραγωνικές μορφές. x y 0. 0x y 0 1α 1β 2α 2β 3. 0x + y 0

1. Τετραγωνικές μορφές. x y 0. 0x y 0 1α 1β 2α 2β 3. 0x + y 0 Β4. ΕΣΣΙΑΝΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ-ΚΥΡΤΟΤΗΤΑ 1.Τετραγωνικές μορφές.χαρακτηρισμός συμμετρικών πινάκων 3.Δεύτερες μερικές παράγωγοι-εσσιανός πίνακας 4.Συνθήκες για ακρότατα 5.Κυρτές/κοίλες συναρτήσεις 6.Ολικά ακρότατα

Διαβάστε περισσότερα

από την ποσοστιαία μεταβολή της ζητούμενης ποσότητας προς την ποσοστιαία Σχέση ελαστικότητας ζήτησης και κλίση της καμπύλης ζήτησης.

από την ποσοστιαία μεταβολή της ζητούμενης ποσότητας προς την ποσοστιαία Σχέση ελαστικότητας ζήτησης και κλίση της καμπύλης ζήτησης. ΕΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΖΗΤΗΣΗΣ Ορισμός: Η ελαστικότητα ζήτησης, ενός αγαθού ως προς την τιμή του δίνεται από την ποσοστιαία μεταβολή της ζητούμενης ποσότητας προς την ποσοστιαία μεταβολή της τιμής του. Δηλαδή %

Διαβάστε περισσότερα

1 Μερική παραγώγιση και μερική παράγωγος

1 Μερική παραγώγιση και μερική παράγωγος Περίγραμμα διάλεξης 5 Βιβλίο Chiang και Wainwright (κεφ 74,75,76) 1 Μερική παραγώγιση και μερική παράγωγος Έστω η συνάρτηση (x) όπου x R ή εναλλακτικά γράφουμε ( 1 2 ) Το διάνυσμα x περιέχει τις ανεξάρτητες

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΘΕΩΡΙΑ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΑ-ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΘΕΩΡΙΑ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΑ-ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΘΕΩΡΙΑ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΑ-ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΑ- ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΕΝΟΤΗΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Η θεωρία της οριακής

Διαβάστε περισσότερα

Ατομικές Προτιμήσεις και Συνάρτηση Χρησιμότητας - Έστω x=(x 1,,x n ) ένας καταναλωτικός συνδυασμός, όπου x i η ποσότητα του αγαθού i που καταναλώνει

Ατομικές Προτιμήσεις και Συνάρτηση Χρησιμότητας - Έστω x=(x 1,,x n ) ένας καταναλωτικός συνδυασμός, όπου x i η ποσότητα του αγαθού i που καταναλώνει Ατομικές Προτιμήσεις και Συνάρτηση Χρησιμότητας - Έστω x=(x,,x n ) ένας καταναλωτικός συνδυασμός, όπου x i η ποσότητα του αγαθού i που καταναλώνει το άτομο (i =,,n). - Πρόβλημα καταναλωτή: Κάθε άτομο (καταναλωτής)

Διαβάστε περισσότερα

Ελαστικότητες Ζήτησης

Ελαστικότητες Ζήτησης Ελαστικότητες Ζήτησης - Η ευαισθησία της ζητούμενης ποσότητας x σε μεταβολές της τιμής μπορεί να μετρηθεί άμεσα από το λόγο Δx / Δ (ήαπότην παράγωγο x / ). - Αυτό το μέτρο ευαισθησίας έχει το μειονέκτημα

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 3 η. Αποτελεσματικότητα και Ευημερία

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 3 η. Αποτελεσματικότητα και Ευημερία Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 3 η Αποτελεσματικότητα και Ευημερία Ζητήματα που θα εξεταστούν: Πότε και πως επιτυγχάνεται η οικονομική αποτελεσματικότητα Θεωρήματα των οικονομικών της

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ-ΜΑΘΗΜΑ ΠΕΜΠΤΟ-ΕΚΤΟ ΕΚΤΟ ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ-ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ Ακαδηµαϊκό Έτος 2011-2012 ΕΠΙΧ Μικροοικονοµική

Διαβάστε περισσότερα

Δρ. Χάϊδω Δριτσάκη. MSc Τραπεζική & Χρηματοοικονομική

Δρ. Χάϊδω Δριτσάκη. MSc Τραπεζική & Χρηματοοικονομική Ποσοτικές Μέθοδοι Δρ. Χάϊδω Δριτσάκη MSc Τραπεζική & Χρηματοοικονομική Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Δυτικής Μακεδονίας Western Macedonia University of Applied Sciences Κοίλα Κοζάνης 50100 Kozani GR

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΑΝΤΗΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΑΕΜ ΕΞΑΜΗΝΟ

ΑΠΑΝΤΗΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΑΕΜ ΕΞΑΜΗΝΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΜΕΑΣ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: Μικροοικονομική Ι ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Νίκος

Διαβάστε περισσότερα

Notes. Notes. Notes. Notes

Notes. Notes. Notes. Notes Θεωρία Καταναλωτή: Αβεβαιότητα Κώστας Ρουμανιάς Ο.Π.Α. Τμήμα Δ. Ε. Ο. Σ. 9 Οκτωβρίου 0 Κώστας Ρουμανιάς (Δ.Ε.Ο.Σ.) Θεωρία Καταναλωτή: Αβεβαιότητα 9 Οκτωβρίου 0 / 5 Ανάγκη θεωρίας επιλογής υπό αβεβαιότητα

Διαβάστε περισσότερα

Κεφ. 2. Η ζήτηση των αγαθών

Κεφ. 2. Η ζήτηση των αγαθών Κεφ.. Η ζήτηση των αγαθών. Εισαγωγή,. Η συμπεριφορά του καταναλωτή, 3. Νόμος ζήτησης καμπύλη ζήτησης. Τι σημαίνει για τον καταναλωτή χρησιμότητα ενός αγαθού;. Ποια συμπεριφορά ονομάζουμε ορθολογική και

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΙΙ

ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΙΙ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΙΙ Παράδοση 7 ΕΠΙΛΟΓΗ ΣΕ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Συνεπής επιλογή σε συνθήκες βεβαιότητας Αν οι προτιμήσεις ικανοποιούν Πληρότητα Αντανακλαστικότητα (Aυτοπάθεια) Μεταβατικότητα Συνέχεια

Διαβάστε περισσότερα

Μεγιστοποίηση της Χρησιμότητας

Μεγιστοποίηση της Χρησιμότητας Μεγιστοποίηση της Χρησιμότητας - Πρόβλημα Καταναλωτή: Επιλογή καταναλωτικού συνδυασμού x=(x, x ) υπό ένα σύνολο φυσικών, θεσμικών και οικονομικών περιορισμών κατά τρόπο ώστε να μεγιστοποιεί τη χρησιμότητά

Διαβάστε περισσότερα

3.1 Ανεξάρτητες αποφάσεις - Κατανομή χρόνου μεταξύ εργασίας και σχόλης

3.1 Ανεξάρτητες αποφάσεις - Κατανομή χρόνου μεταξύ εργασίας και σχόλης 3. ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΝΕΟΚΛΑΣΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ). ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ως προσφορά εργασίας ορίζεται το σύνολο των ωρών εργασίας που προσφέρονται προς εκμίσθωση μία δεδομένη χρονική στιγμή.

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Συσχέτιση (Correlation) - Copulas

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Συσχέτιση (Correlation) - Copulas ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Συσχέτιση (Correlation) - Copulas Σημασία της μέτρησης της συσχέτισης Έστω μία εταιρεία που είναι εκτεθειμένη σε δύο μεταβλητές της αγοράς. Πιθανή αύξηση των 2 μεταβλητών

Διαβάστε περισσότερα

Μικροοικονομική. Θεωρία Συμπεριφοράς Καταναλωτή

Μικροοικονομική. Θεωρία Συμπεριφοράς Καταναλωτή Μικροοικονομική Θεωρία Συμπεριφοράς Καταναλωτή Συνολική και οριακή ρησιμότητα Η κατανάλωση αγαθών συνεπάγεται κάποια ικανοποίηση ή ρησιμότητα για τον καταναλωτή. Συνολική ρησιμότητα (U) είναι η συνολική

Διαβάστε περισσότερα

ΛΥΜΕΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΟ 2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΛΥΜΕΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΟ 2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΛΥΜΕΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΟ 2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Έστω συνάρτηση ζήτησης με τύπο Q = 200 4P. Να βρείτε: α) Την ελαστικότητα ως προς την τιμή όταν η τιμή αυξάνεται από 10 σε 12. 1ος τρόπος Αν P 0 10 τότε Q 0 200 410

Διαβάστε περισσότερα

Συνάρτηση χρησιμότητας (utility function): u(x)

Συνάρτηση χρησιμότητας (utility function): u(x) Συνάρτηση χρησιμότητας (utility function): u(x) είναι ένας τρόπος να δώσουμε έναν αριθμό σε κάθε δυνατό συνδυασμό κατανάλωσης, τέτοιο ώστε να δίνονται μεγαλύτεροι αριθμοί στους πλέον προτιμώμενους συνδυασμούς

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Στατιστική

Εισαγωγή στη Στατιστική ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων (Α.Ν.) Εισαγωγή στη Στατιστική ΜΕΡΟΣ ΙΙ-ΔΙΑΣΠΟΡΑ-ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗ ΑΠΟΚΛΙΣΗ ΔΙΑΣΠΟΡΑ-ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗ ΤΥΠΙΚΗ ΑΠΟΚΛΙΣΗ ΡΟΠΕΣ ΑΣΥΜΜΕΤΡΙΑ-ΚΥΡΤΩΣΗ II.1

Διαβάστε περισσότερα

Σχεδιάγραμμα 1: Αξία ή Μικτή Ωφέλεια Ενός Προϊόντος και το Πλεόνασμα του Καταναλωτή. Μέτρα ευημερίας του καταναλωτή. Κ α μ π ύ λ η Ζ ή τ η σ η ς P 1

Σχεδιάγραμμα 1: Αξία ή Μικτή Ωφέλεια Ενός Προϊόντος και το Πλεόνασμα του Καταναλωτή. Μέτρα ευημερίας του καταναλωτή. Κ α μ π ύ λ η Ζ ή τ η σ η ς P 1 Ο ορισμός της κοινωνικής ευημερίας και συνεπώς και των αντίστοιχων μετρήσεων της στην περίπτωση του καταναλωτή είναι από τα πιο αμφιλεγόμενα αντικείμενα της οικονομικής επιστήμης. Αυτό συμβαίνει γιατί

Διαβάστε περισσότερα

III.9 ΑΚΡΟΤΑΤΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ

III.9 ΑΚΡΟΤΑΤΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ III.9 ΑΚΡΟΤΑΤΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ.Ολικά και τοπικά ακρότατα..εσωτερικά και συνοριακά ακρότατα 3.Χωριζόμενες μεταβλητές 4.Συνθήκες για ακρότατα 5.Ολικά ακρότατα κυρτών/κοίλων συναρτήσεων 6.Περισσότερες μεταβλητές.

Διαβάστε περισσότερα

Οι τιμές των αγαθών προσδιορίζονται στην αγορά από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων της ζήτησης και της προσφοράς.

Οι τιμές των αγαθών προσδιορίζονται στην αγορά από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων της ζήτησης και της προσφοράς. ΤΙΜΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Η ΖΗΤΗΣΗ Οι τιμές των αγαθών προσδιορίζονται στην αγορά από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων της ζήτησης και της προσφοράς. Χρησιμότητα ενός αγαθού, για τον καταναλωτή, είναι η ικανοποίηση

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Κεφάλαιο 8. Συνεχείς Κατανομές Πιθανοτήτων Η Κανονική Κατανομή

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Κεφάλαιο 8. Συνεχείς Κατανομές Πιθανοτήτων Η Κανονική Κατανομή ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΑΤΡΑΣ Εργαστήριο Λήψης Αποφάσεων & Επιχειρησιακού Προγραμματισμού Καθηγητής Ι. Μητρόπουλος ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ: Η ΘΕΩΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ: Η ΘΕΩΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ: Η ΘΕΩΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο νόμος της ζήτησης λέει ότι η ποσότητα, που επιθυμούν να αγοράσουν οι καταναλωτές, σχετίζεται αρνητικά με την τιμή. Πίσω από το νόμο αυτό,

Διαβάστε περισσότερα

Μικροοικονομία. Ενότητα 4: Θεωρία Χρησιμότητας και Καταναλωτική Συμπεριφορά. Δριτσάκη Χάιδω Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής

Μικροοικονομία. Ενότητα 4: Θεωρία Χρησιμότητας και Καταναλωτική Συμπεριφορά. Δριτσάκη Χάιδω Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής Μικροοικονομία Ενότητα 4: Θεωρία Χρησιμότητας και Καταναλωτική Συμπεριφορά Δριτσάκη Χάιδω Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΥΜΜΕΤΡΙΑ Ας υποθέσουμε, ότι κατά την μελέτη της κατανομής δύο μεταβλητών, καταλήγουμε στα παρακάτω ιστογράμματα.

ΑΣΥΜΜΕΤΡΙΑ Ας υποθέσουμε, ότι κατά την μελέτη της κατανομής δύο μεταβλητών, καταλήγουμε στα παρακάτω ιστογράμματα. ΑΣΥΜΜΕΤΡΙΑ Ας υποθέσουμε, ότι κατά την μελέτη της κατανομής δύο μεταβλητών, καταλήγουμε στα παρακάτω ιστογράμματα. Στα παραπάνω ιστογράμματα, παρατηρούμε, ότι αν και υπάρχει διαφορά στη διασπορά των τιμών

Διαβάστε περισσότερα

Δυσμενής Επιλογή. Το βασικό υπόδειγμα

Δυσμενής Επιλογή. Το βασικό υπόδειγμα Δυσμενής Επιλογή Το βασικό υπόδειγμα Όμοια με τον ηθικό κίνδυνο καταπιανόμαστε με τον σχεδιασμό ενός βέλτιστου δανειακού συμβολαίου Ο Εντολέας στο υπόδειγμά μας αντιπροσωπεύει μια Τράπεζα ενώ η Επιχείρηση

Διαβάστε περισσότερα

Μικροοικονοµική Θεωρία

Μικροοικονοµική Θεωρία Μικροοικονοµική Θεωρία Θεωρία Χρησιµότητας και Προτιµήσεων. Καταναλωτικές Προτιµήσεις: Βασικά Αξιώµατα. Συνολική και οριακή χρησιµότητα Καµπύλη αδιαφορίας ή ισοϋψής καµπύλη χρησιµότητας. Ιστορική Αναδροµή

Διαβάστε περισσότερα

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ Άσκηση 1 Αν το επιτόκιο είναι 10%, ποια είναι η παρούσα αξία των κερδών της Monroe orporation στα επόμενα 5 χρόνια; Χρόνια στο μέλλον

Διαβάστε περισσότερα

10. Η επιδίωξη της μέγιστης χρησιμότητας αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς του καταναλωτή στη ζήτηση αγαθών.

10. Η επιδίωξη της μέγιστης χρησιμότητας αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς του καταναλωτή στη ζήτηση αγαθών. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 : Η ΖΗΤΗΣΗ Να σημειώσετε το σωστό ή το λάθος στο τέλος των προτάσεων: 1. Όταν η ζήτηση ενός αγαθού είναι ελαστική, η συνολική δαπάνη των καταναλωτών για το αγαθό αυτό μειώνεται καθώς αυξάνεται

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΓΙΑ ΔΥΝΑΤΟΥΣ ΛΥΤΕΣ

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΓΙΑ ΔΥΝΑΤΟΥΣ ΛΥΤΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΓΙΑ ΔΥΝΑΤΟΥΣ ΛΥΤΕΣ 1. Σε γραμμική ΚΠΔ της μορφής Y a X : α. Η μέγιστη ποσότητα για το αγαθό Υ παράγεται όταν Y β. Η μέγιστη ποσότητα για το αγαθό Χ παράγεται όταν Y a γ. Η μέγιστη

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Κεφάλαιο 3 Οικονοµικά των Επιχειρήσεων Ε. Σαρτζετάκης 1 Καταναλωτική συµπεριφορά! Σκοπός αυτής της διάλεξης είναι να εξετάσουµε τον τρόπο µε τον οποίο οι καταναλωτές

Διαβάστε περισσότερα

10. Η επιδίωξη της μέγιστης χρησιμότητας αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς του καταναλωτή στη ζήτηση αγαθών.

10. Η επιδίωξη της μέγιστης χρησιμότητας αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς του καταναλωτή στη ζήτηση αγαθών. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 : Η ΖΗΤΗΣΗ Να σημειώσετε το σωστό ή το λάθος στο τέλος των προτάσεων: 1. Όταν η ζήτηση ενός αγαθού είναι ελαστική, η συνολική δαπάνη των καταναλωτών για το αγαθό αυτό μειώνεται καθώς αυξάνεται

Διαβάστε περισσότερα

Εισόδημα Κατανάλωση 1500 500 1600 600 1300 450 1100 400 600 250 700 275 900 300 800 352 850 400 1100 500

Εισόδημα Κατανάλωση 1500 500 1600 600 1300 450 1100 400 600 250 700 275 900 300 800 352 850 400 1100 500 Εισόδημα Κατανάλωση 1500 500 1600 600 1300 450 1100 400 600 250 700 275 900 300 800 352 850 400 1100 500 Πληθυσμός Δείγμα Δείγμα Δείγμα Ο ρόλος της Οικονομετρίας Οικονομική Θεωρία Διατύπωση της

Διαβάστε περισσότερα

3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HECKSCHER-OHLIN

3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HECKSCHER-OHLIN 3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HESHER-OHIN Υπάρχουν δύο συντελεστές παραγωγής, το κεφάλαιο και η εργασία τους οποίους χρησιμοποιεί η επιχείρηση για να παράγει προϊόν Y μέσω μιας συνάρτησης παραγωγής

Διαβάστε περισσότερα

ηµόσια Οικονοµική Βασίλης Ράπανος, Γεωργία Καπλάνογλου µόνο Τµήµα Ι.

ηµόσια Οικονοµική Βασίλης Ράπανος, Γεωργία Καπλάνογλου µόνο Τµήµα Ι. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδηµαϊκό έτος 2013-2014 Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Εξεταστική περίοδος Απριλίου Εξέταση στο µάθηµα: ηµόσια Οικονοµική ιδασκαλία: Βασίλης Ράπανος, Γεωργία Καπλάνογλου Η εξέταση αποτελείται

Διαβάστε περισσότερα

Δεύτερο πακέτο ασκήσεων

Δεύτερο πακέτο ασκήσεων ΕΚΠΑ Ακαδημαϊκό έτος 018-019 Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Μάθημα: Μικροοικονομική Θεωρία Ι Δεύτερο πακέτο ασκήσεων Προθεσμία παράδοσης Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου (στο μάθημα της κ. Κουραντή, του κ. Παπανδρέου

Διαβάστε περισσότερα

8. Η ζήτηση ενός αγαθού µεταβάλλεται προς την αντίθετη κατεύθυνση µε τη µεταβολή της τιµής του υποκατάστατου αγαθού.

8. Η ζήτηση ενός αγαθού µεταβάλλεται προς την αντίθετη κατεύθυνση µε τη µεταβολή της τιµής του υποκατάστατου αγαθού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 : Η ΖΗΤΗΣΗ Να σηµειώσετε το σωστό ή το λάθος στο τέλος των προτάσεων: 1. Η επιδίωξη της µέγιστης χρησιµότητας αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της συµπεριφοράς του καταναλωτή στη ζήτηση αγαθών.

Διαβάστε περισσότερα

Άριστες κατά Pareto Κατανομές

Άριστες κατά Pareto Κατανομές Άριστες κατά Pareto Κατανομές - Ορισμός. Μια κατανομή x = (x, x ) = (( 1, )( 1, )) ονομάζεται άριστη κατά Pareto αν δεν υπάρχει άλλη κατανομή x = ( x, x ) τέτοια ώστε: U j( x j) U j( xj) για κάθε καταναλωτή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΑΝΤΗΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΑΕΜ ΕΞΑΜΗΝΟ

ΑΠΑΝΤΗΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΑΕΜ ΕΞΑΜΗΝΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΜΕΑΣ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: Μικροοικονομική Ι ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Νίκος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Ι 22Νοεμβρίου 2015 ΑΥΞΟΥΣΕΣ ΦΘΙΝΟΥΣΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ Αν μια συνάρτηση f ορίζεται σε ένα διάστημα

Διαβάστε περισσότερα

4.1 Ζήτηση για Ασφάλιση. Πλήρη κάλυψη.

4.1 Ζήτηση για Ασφάλιση. Πλήρη κάλυψη. 4. Ζήτηση για Ασφάλιση. Πλήρη κάλυψη. Η αγορά ασφαλιστικών συµφωνιών είναι µία ιδιαίτερη περίπτωση αγοράς δικαιωµάτων. Αντικείµενο της αγοράς αυτής είναι να δώσει την ευκαιρία µεταβίβασης εισοδήµατος από

Διαβάστε περισσότερα

Η ΙΣΧΥΣ ΕΝΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ. (Power of a Test) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21

Η ΙΣΧΥΣ ΕΝΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ. (Power of a Test) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21 Η ΙΣΧΥΣ ΕΝΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ (Power of a Test) Όπως είδαμε προηγουμένως, στον Στατιστικό Έλεγχο Υποθέσεων, ορίζουμε δύο είδη πιθανών λαθών (κινδύνων) που μπορεί να συμβούν όταν παίρνουμε αποφάσεις

Διαβάστε περισσότερα

E5 ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ II

E5 ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ II E5 ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ II 1.Εισροές-Συντελεστές παραγωγής.εκροές-παραγόμενα προιόντα 3.Εξωτερικότητες 4.Εισροές-Καταναλωτικά αγαθά 5.Καμπύλες αδιαφορίας 6.Βελτιστοποίηση Σε μια παραγωγική διαδικασία

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Β μέρος: Ετεροσκεδαστικότητα. Παπάνα Αγγελική

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Β μέρος: Ετεροσκεδαστικότητα. Παπάνα Αγγελική ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ Ενότητα 10: Οικονομετρικά προβλήματα: Παραβίαση των υποθέσεων Β μέρος: Ετεροσκεδαστικότητα Παπάνα Αγγελική Μεταδιδακτορική ερευνήτρια, ΑΠΘ E-mail: angeliki.papana@gmail.com, agpapana@auth.gr

Διαβάστε περισσότερα

Προτιµήσεις-Υπενθύµιση

Προτιµήσεις-Υπενθύµιση Προτιµήσεις-Υπενθύµιση Διάλεξη 4 x y: To x προτιµάται σαφώς από το y.! x ~ y: Το x και το y προτιµούνται εξίσου. Χρησιµότητα! x y: Το x προτιµάται τουλάχιστο όσο και το y.!1! 1 Προτιµήσεις-Υπενθύµιση Προτιµήσεις-Υπενθύµιση

Διαβάστε περισσότερα

Β Γραφικές παραστάσεις - Πρώτο γράφημα Σχεδιάζοντας το μήκος της σανίδας συναρτήσει των φάσεων της σελήνης μπορείτε να δείτε αν υπάρχει κάποιος συσχετισμός μεταξύ των μεγεθών. Ο συνήθης τρόπος γραφικής

Διαβάστε περισσότερα

Ηθικός Κίνδυνος. Το βασικό υπόδειγμα. Παρουσιάζεται ένα στοχαστικό πρόβλημα χρηματοδότησης όταν τα αντισυμβαλλόμενα μέρη έχουν συμμετρική πληροφόρηση.

Ηθικός Κίνδυνος. Το βασικό υπόδειγμα. Παρουσιάζεται ένα στοχαστικό πρόβλημα χρηματοδότησης όταν τα αντισυμβαλλόμενα μέρη έχουν συμμετρική πληροφόρηση. Ηθικός Κίνδυνος Παρουσιάζεται ένα στοχαστικό πρόβλημα χρηματοδότησης όταν τα αντισυμβαλλόμενα μέρη έχουν συμμετρική πληροφόρηση Το βασικό υπόδειγμα Θεωρείστε την περίπτωση κατά την οποία μια επιχείρηση

Διαβάστε περισσότερα

3. ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΚΑΤΑΝΟΜΩΝ

3. ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΚΑΤΑΝΟΜΩΝ 20 3. ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΚΑΤΑΝΟΜΩΝ ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΤΙΜΗΣ Μια πολύ σηµαντική έννοια στη θεωρία πιθανοτήτων και τη στατιστική είναι η έννοια της µαθηµατικής ελπίδας ή αναµενόµενης τιµής ή µέσης τιµής µιας τυχαίας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Κεφάλαιο 2 ο : Η Ζήτηση των Αγαθών ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΚΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ Οι τιμές των αγαθών προσδιορίζονται στην αγορά από την αλληλεπίδραση της ζήτησης και της προσφοράς.

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία επιλογών του καταναλωτή

Θεωρία επιλογών του καταναλωτή Καθηγήτρια: Β. ΠΕΚΚΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Υποψήφια Διδάκτωρ: Σ. ΤΑΚΑΟΓΛΟΥ Θεωρία επιλογών του καταναλωτή Θα Εξετάσαμε: Χρησιμότητα Συνολική και Οριακή Χρησιμότητα Ισορροπία Καταναλωτή και Νόμος Ζήτησης Εισοδηματικός

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΕΙΣ. 1η οµάδα. 2. Έστω ο επόµενος πίνακας παραγωγικών δυνατοτήτων: Χ Υ Κόστος. Κόστος ευκαιρίας Ψ Α /3

ΑΣΚΗΣΕΙΣ. 1η οµάδα. 2. Έστω ο επόµενος πίνακας παραγωγικών δυνατοτήτων: Χ Υ Κόστος. Κόστος ευκαιρίας Ψ Α /3 ΑΣΚΗΣΕΙΣ 1η οµάδα 1. Έστω επιχείρηση που διαθέτει 5 εργάτες. Κάθε εργάτης µπορεί να παράγει 12 µονάδες από το αγαθό Υ. Επιπλέον γνωρίζουµε ότι η ΚΠ είναι γραµµική µε το συνδυασµό X = 45, Y = 24 να είναι

Διαβάστε περισσότερα

5. ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ (GENERAL LINEAR MODEL) 5.1 Εναλλακτικά μοντέλα του απλού γραμμικού μοντέλου: Το εκθετικό μοντέλο

5. ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ (GENERAL LINEAR MODEL) 5.1 Εναλλακτικά μοντέλα του απλού γραμμικού μοντέλου: Το εκθετικό μοντέλο 5. ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ (GENERAL LINEAR MODEL) 5.1 Εναλλακτικά μοντέλα του απλού γραμμικού μοντέλου: Το εκθετικό μοντέλο Ένα εναλλακτικό μοντέλο της απλής γραμμικής παλινδρόμησης (που χρησιμοποιήθηκε

Διαβάστε περισσότερα

Πρώτο πακέτο ασκήσεων

Πρώτο πακέτο ασκήσεων ΕΚΠΑ Ακαδημαϊκό έτος 208-209 Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Μάθημα: Μικροοικονομική Θεωρία Ι Πρώτο πακέτο ασκήσεων Προθεσμία παράδοσης Παρασκευή 6 Νοεμβρίου (στο μάθημα της κ. Κουραντή, του κ. Παπανδρέου

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) 1. Ποιος είναι ο αριθμητικός μέσος όρος ενός δείγματος ετησίων αποδόσεων μιας μετοχής, της οποίας

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδημαϊκό έτος Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Μάθημα: Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδημαϊκό έτος Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Μάθημα: Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδημαϊκό έτος 2013-2014 Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Μάθημα: Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής Πρώτο πακέτο ασκήσεων Προθεσμία παράδοσης Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου

Διαβάστε περισσότερα

(i) Νόμος Ζήτησης. Μικροοικονομία Εξετάζει τη συμπεριφορά του οικονομούντος ατόμου (καταναλωτή, παραγωγού επιχείρησης)

(i) Νόμος Ζήτησης. Μικροοικονομία Εξετάζει τη συμπεριφορά του οικονομούντος ατόμου (καταναλωτή, παραγωγού επιχείρησης) ΕΙΣΑΩΗ Μικροοικονομία Εξετάζει τη συμπεριφορά του οικονομούντος ατόμου (καταναλωτή, παραγωγού επιχείρησης) Μικροοικονομία ή Θεωρία Τιμών Σημείο αναφοράς είναι ο προσδιορισμός της τιμής ενός αγαθού. Ν Ο

Διαβάστε περισσότερα

II.6 ΙΣΟΣΤΑΘΜΙΚΕΣ. 1. Γραφήματα-Επιφάνειες: z= 2. Γραμμική προσέγγιση-εφαπτόμενο επίπεδο. 3. Ισοσταθμικές: f(x, y) = c

II.6 ΙΣΟΣΤΑΘΜΙΚΕΣ. 1. Γραφήματα-Επιφάνειες: z= 2. Γραμμική προσέγγιση-εφαπτόμενο επίπεδο. 3. Ισοσταθμικές: f(x, y) = c II.6 ΙΣΟΣΤΑΘΜΙΚΕΣ.Γραφήματα-Επιφάνειες.Γραμμική προσέγγιση-εφαπτόμενο επίπεδο 3.Ισοσταθμικές 4.Κλίση ισοσταθμικών 5.Διανυσματική ή Ιακωβιανή παράγωγος 6.Ιδιότητες των ισοσταθμικών 7.κυρτότητα των ισοσταθμικών

Διαβάστε περισσότερα

Η Διαχρονική Προσέγγιση στο Ισοζύγιο Πληρωμών

Η Διαχρονική Προσέγγιση στο Ισοζύγιο Πληρωμών Η Διαχρονική Προσέγγιση στο Ισοζύγιο Πληρωμών Καθ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών 1 Η Διαχρονική Προσέγγιση Η διαχρονική προσέγγιση έχει ως σημείο εκκίνησης τις τεχνολογικές και αγοραίες

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ. f ( x) 0 0 2x 0 x 0

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ. f ( x) 0 0 2x 0 x 0 ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) 8 ΜΑΪΟΥ 6 ΘΕΜΑ Α Α. Θεωρία, βλ. σχολικό βιβλίο

Διαβάστε περισσότερα

Βασικές Μικροοικονομικές Έννοιες

Βασικές Μικροοικονομικές Έννοιες Βασικές Μικροοικονομικές Έννοιες Η ενασχόληση με το χρηματοπιστωτικό σύστημα και με το πεδίο της χρηματοοικονομικής προϋποθέτει την κατανόηση βασικών εννοιών και «εργαλείων» που απαντώνται σε όλο το εύρος

Διαβάστε περισσότερα

II.7 ΕΣΣΙΑΝΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

II.7 ΕΣΣΙΑΝΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ II.7 ΕΣΣΙΑΝΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ.Τετραγωνικές μορφές.χαρακτηρισμός συμμετρικών πινάκων 3.Δεύτερες μερικές παράγωγοι-εσσιανός πίνακας 4.Κυρτές/κοίλες συναρτήσεις 5.Σταθμικές περιοχές κυρτών/κοίλων συναρτήσεων 6.Παραβολική

Διαβάστε περισσότερα

Επιπτώσεις μεταβολής τιμών

Επιπτώσεις μεταβολής τιμών Επιπτώσεις μεταβολής τιμών Τι συμβαίνει όταν μειώνεται η τιμή ενός αγαθού; Αποτέλεσμα υποκατάστασης: Το αγαθό είναι σχετικά φθηνότερο, επομένως οι καταναλωτές το υποκαθιστούν προς το παρόν με άλλα, σχετικά

Διαβάστε περισσότερα

Α2. Κάθε φορά που μεταβάλλεται η τιμή ενός αγαθού, μεταβάλλεται και η ζήτησή του. (μον. 3)

Α2. Κάθε φορά που μεταβάλλεται η τιμή ενός αγαθού, μεταβάλλεται και η ζήτησή του. (μον. 3) ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Ον/μο:.. Γ Λυκείου Ύλη: 2 0 και 3 ο κεφάλαιο 26-01-14 ΟΜΑΔΑ Α Α1. Όταν το οριακό προϊόν είναι μεγαλύτερο από το μέσο προϊόν, τότε το μέσο προϊόν αυξάνεται. (μον.

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) 1 γ Ποιος είναι ο αριθμητικός μέσος όρος ενός δείγματος ετησίων αποδόσεων μιας μετοχής, της οποίας

Διαβάστε περισσότερα

Επιχειρησιακά Μαθηματικά (1)

Επιχειρησιακά Μαθηματικά (1) Τηλ:10.93.4.450 ΠΟΣΟΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΕΟ 13 ΤΟΜΟΣ Α Επιχειρησιακά Μαθηματικά (1) ΑΘΗΝΑ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 01 Τηλ:10.93.4.450 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο Συνάρτηση μιας πραγματικής μεταβλητής Ορισμός : Συνάρτηση f μιας πραγματικής

Διαβάστε περισσότερα

ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΑΣΚΗΣΗ 1 Δίνεται ο παρακάτω πίνακας : Α. Να σχεδιάσετε την καμπύλη ζήτησης Β. Να βρεθεί η εξίσωση ζήτησης Γ.

ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΑΣΚΗΣΗ 1 Δίνεται ο παρακάτω πίνακας : Α. Να σχεδιάσετε την καμπύλη ζήτησης Β. Να βρεθεί η εξίσωση ζήτησης Γ. ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΑΣΚΗΣΗ 1 Δίνεται ο παρακάτω πίνακας : ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΙ P Α 24 80 Β 35 64 Γ 45 50 Δ 55 36 Ε 60 29 Ζ 70 14 90 80 70 60 50 40 30 20 10 0 0 10 20 30 40 50 60 70 80 Α. Να σχεδιάσετε την καμπύλη

Διαβάστε περισσότερα

Ασκήσεις 1. Με τα δεδομένα του παρακάτω πίνακα: Τιμή (Ρ) Ποσότητα (Q D )

Ασκήσεις 1. Με τα δεδομένα του παρακάτω πίνακα: Τιμή (Ρ) Ποσότητα (Q D ) 2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 1. Ποια είναι η επιδίωξη του καταναλωτή και ποιοι παράγοντες την περιορίζουν; 2. Ποιος καταναλωτής ονομάζεται ορθολογικός και πότε λέμε ότι βρίσκεται σε ισορροπία; 3. Να διατυπώσετε

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστική Ι. Ενότητα 2: Στατιστικά Μέτρα Διασποράς Ασυμμετρίας - Κυρτώσεως. Δρ. Γεώργιος Κοντέος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Γρεβενών

Στατιστική Ι. Ενότητα 2: Στατιστικά Μέτρα Διασποράς Ασυμμετρίας - Κυρτώσεως. Δρ. Γεώργιος Κοντέος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Γρεβενών Στατιστική Ι Ενότητα 2: Στατιστικά Μέτρα Διασποράς Ασυμμετρίας - Κυρτώσεως Δρ. Γεώργιος Κοντέος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Γρεβενών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ Ι Κ. Μ. 436

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ Ι Κ. Μ. 436 ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ Ι Κ. Μ. 436 A εξάμηνο 2009-2010 Περιγραφική Στατιστική Ι users.att.sch.gr/abouras abouras@sch.gr sch.gr abouras@uth.gr Μέτρα θέσης Η θέση αντιπροσωπεύει τη θέση της κατανομής κατά

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΕΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΕΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΕΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΕΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΖΗΤΗΣΗΣ ΔΙΑΦ. 2 Θα εξετάσουμε τρεις περιπτώσεις ελαστικότητας ζήτησης. α) την ελαστικότητα τιμής β) την εισοδηματική ελαστικότητα της

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία Καταναλωτή. Υποδειγματοποίηση της συμπεριφοράς του καταναλωτή. Βασική έννοια: Βελτιστοποίηση υπό περιορισμό.

Θεωρία Καταναλωτή. Υποδειγματοποίηση της συμπεριφοράς του καταναλωτή. Βασική έννοια: Βελτιστοποίηση υπό περιορισμό. Θεωρία Καταναλωτή Υποδειγματοποίηση της συμπεριφοράς του καταναλωτή. Βασική έννοια: Βελτιστοποίηση υπό περιορισμό. Προτιμήσεις (preferences) Εισοδηματικός περιορισμός (budget constraint) Άριστη επιλογή

Διαβάστε περισσότερα

1. ΣΤΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ

1. ΣΤΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ . ΣΤΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ. Μέγιστα και Ελάχιστα Συναρτήσεων Χωρίς Περιορισμούς Συναρτήσεις μιας Μεταβλητής Εστω f ( x) είναι συνάρτηση μιας μόνο μεταβλητής. Εστω επίσης ότι x είναι ένα σημείο στο πεδίο ορισμού

Διαβάστε περισσότερα

Εναλλακτικά του πειράματος

Εναλλακτικά του πειράματος Θετική και δεοντολογική προσέγγιση Διάλεξη 2 Εργαλεία θετικής ανάλυσης Ή Γιατί είναι τόσο δύσκολο να πούμε τι συμβαίνει; Η θετική ανάλυση εξετάζει τι υπάρχει και ποιες οι συνέπειες μιας πολιτικής, χωρίς

Διαβάστε περισσότερα

Διάλεξη 3. Προτιµήσεις. Ορθολογισµός στην οικονοµική. Σχέσεις προτιµήσεων

Διάλεξη 3. Προτιµήσεις. Ορθολογισµός στην οικονοµική. Σχέσεις προτιµήσεων Ορθολογισµός στην οικονοµική Διάλεξη 3 Προτιµήσεις!1 Υπόθεση συµπεριφοράς: Ένας λήπτης αποφάσεων επιλέγει πάντοτε τον πλέον προτιµώµενο συνδυασµό από το σύνολο των εναλλακτικών συνδυασµών που έχει στη

Διαβάστε περισσότερα

IV.13 ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ 1 ης ΤΑΞΕΩΣ

IV.13 ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ 1 ης ΤΑΞΕΩΣ IV.3 ΔΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ης ΤΑΞΕΩΣ.Γενική λύση.χωριζόμενων μεταβλητών 3.Ρυθμοί 4.Γραμμικές 5.Γραμμική αυτόνομη 6.Bernoulli αυτόνομη 7.Aσυμπτωτικές ιδιότητες 8.Αυτόνομες 9.Σταθερές τιμές.διάγραμμα ροής.ασυμπτωτική

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία παραγωγού. Μικροοικονομική Θεωρία Ι / Διάλεξη 10 / Φ. Κουραντή

Θεωρία παραγωγού. Μικροοικονομική Θεωρία Ι / Διάλεξη 10 / Φ. Κουραντή Θεωρία παραγωγού Σκοπεύουμε να εξάγουμε από το πρόβλημα του παραγωγού τις συναρτήσεις ζήτησης παραγωγικών συντελεστών, την συνάρτηση προσφοράς της επιχείρησης και τις συναρτήσεις κόστους και κερδών. 1

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα 3 ο a. Τυχαία Μεταβλητή-Έννοιες και Ορισμοί

Μάθημα 3 ο a. Τυχαία Μεταβλητή-Έννοιες και Ορισμοί Μάθημα 3 ο a Τυχαία Μεταβλητή-Έννοιες και Ορισμοί Στο μάθημα αυτό θα ορίσουμε την έννοια της τυχαίας μεταβλητής και θα αναφερθούμε σε σχετικές βασικές έννοιες και συμβολισμούς. Ross, σσ 135-151 Μπερτσεκάς-Τσιτσικλής,

Διαβάστε περισσότερα

Ποσοτικές Μέθοδοι., Εισηγητής: Ν.Κυρίτσης, MBA, Ph.D. Candidate,, e-mail: kyritsis@ist.edu.gr

Ποσοτικές Μέθοδοι., Εισηγητής: Ν.Κυρίτσης, MBA, Ph.D. Candidate,, e-mail: kyritsis@ist.edu.gr Ποσοτικές Μέθοδοι Εισηγητής: Ν.Κυρίτσης MBA Ph.D. Candidate e-mail: kyritsis@ist.edu.gr Εισαγωγή στη Στατιστική Διδακτικοί Στόχοι Μέτρα Σχετικής Διασποράς Κατανομές Πιθανοτήτων Η Κανονική Κατανομή Η Τυποποιημένες

Διαβάστε περισσότερα

Επιλογές του Καταναλωτή και Αποφάσεις Ζήτησης Εκδόσεις Κριτική

Επιλογές του Καταναλωτή και Αποφάσεις Ζήτησης Εκδόσεις Κριτική 5 Επιλογές του Καταναλωτή και Αποφάσεις Ζήτησης Τέσσερα βασικά στοιχεία του υποδείγματος επιλογής του καταναλωτή Το εισόδημα του καταναλωτή. Οι τιμές των αγαθών. Οι προτιμήσεις του καταναλωτή. Η υπόθεση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ Εισαγωγή

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ Εισαγωγή 1 ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ Εισαγωγή Η ανάλυση ευαισθησίας μιάς οικονομικής πρότασης είναι η μελέτη της επιρροής των μεταβολών των τιμών των παραμέτρων της πρότασης στη διαμόρφωση της τελικής απόφασης. Η ανάλυση

Διαβάστε περισσότερα

Άσκηση 3: Έστω η συνάρτηση χρησιμότητας για δύο αγαθά Χ και Υ έχει τη μορφή Cobb- Douglas U (X,Y) = X o,5 Y 0,5

Άσκηση 3: Έστω η συνάρτηση χρησιμότητας για δύο αγαθά Χ και Υ έχει τη μορφή Cobb- Douglas U (X,Y) = X o,5 Y 0,5 ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Σημείωση: Κάποιες από τις παρακάτω ασκήσεις θα λυθούν στην 3 η και 4 η διάλεξη του μαθήματος (στις ημερομηνίες που αναγράφονται στο πρόγραμμα) και οι υπόλοιπες θα αποτελέσουν προσωπική

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Ι 11 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2016 ΜΗ ΓΡΑΜΜΙΚΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οικονομικές Συναρτήσεις με μεταβλητούς ρυθμούς

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΜΠΥΛΗ ENGEL ΚΑΙ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΖΗΤΗΣΗΣ ΚΑΤΑ MARSHALL ΚΑΙ HICKS. 1. Η καµπύλη Engel

ΚΑΜΠΥΛΗ ENGEL ΚΑΙ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΖΗΤΗΣΗΣ ΚΑΤΑ MARSHALL ΚΑΙ HICKS. 1. Η καµπύλη Engel ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΛΕΝΤΖΑΣ ΚΑΜΠΥΛΗ ENGEL ΚΑΙ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΖΗΤΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ARSALL ΚΑΙ ICKS. Η καµπύλη Egel Η καµπύλη Egel παράγεται από την

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 2. Σύνολα καταναλωτικών επιλογών. Εισοδηµατικοί και άλλοι περιορισµοί στην επιλογή. Εισοδηµατικοί περιορισµοί

Κεφάλαιο 2. Σύνολα καταναλωτικών επιλογών. Εισοδηµατικοί και άλλοι περιορισµοί στην επιλογή. Εισοδηµατικοί περιορισµοί Κεφάλαιο 2 Εισοδηµατικοί και άλλοι περιορισµοί στην επιλογή Σύνολα καταναλωτικών επιλογών p Ένα σύνολο καταναλωτικών επιλογών είναι η δέσµη καταναλωτικών επιλογών που είναι στη διάθεση του καταναλωτή!

Διαβάστε περισσότερα

2.8 ΚΥΡΤΟΤΗΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΜΠΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ

2.8 ΚΥΡΤΟΤΗΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΜΠΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ 8 ΚΥΡΤΟΤΗΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΜΠΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ 49 ΟΡΙΣΜΟΣ 6 4 Πότε μια συνάρτηση λέγεται κυρτή και πότε κοίλη σε ένα διάστημα Δ ; Απάντηση : Έστω μία συνάρτηση σ υ ν ε χ ή ς σ ένα διάστημα Δ και π α ρ α γ ω γ ί

Διαβάστε περισσότερα

1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ

1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ 1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ Το διάγραμμα κυκλικής ροής της οικονομίας (κεφ. 3, σελ. 100 Mankiw) Εισόδημα Υ Ιδιωτική αποταμίευση S Αγορά συντελεστών Αγορά χρήματος Πληρωμές συντελεστών

Διαβάστε περισσότερα

Διάλεξη 2. Εργαλεία θετικής ανάλυσης Ή Γιατί είναι τόσο δύσκολο να πούμε τι συμβαίνει; Ράπανος-Καπλάνογλου 2016/7

Διάλεξη 2. Εργαλεία θετικής ανάλυσης Ή Γιατί είναι τόσο δύσκολο να πούμε τι συμβαίνει; Ράπανος-Καπλάνογλου 2016/7 Διάλεξη 2 Εργαλεία θετικής ανάλυσης Ή Γιατί είναι τόσο δύσκολο να πούμε τι συμβαίνει; 1 Ράπανος-Καπλάνογλου 2016/7 Θετική και δεοντολογική προσέγγιση Η θετική ανάλυση εξετάζει τι υπάρχει και ποιες οι συνέπειες

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Κεφάλαιο 5 ο : Ο Προσδιορισμός των Τιμών ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΚΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ Ασκήσεις 1. Οι συναρτήσεις ζήτησης και προσφοράς ενός αγαθού είναι: =20-2P και S =5+3P αντίστοιχα.

Διαβάστε περισσότερα

1. Με βάση τον κανόνα της ψηφοφορίας με απλή πλειοψηφία, η ποσότητα του δημόσιου αγαθού που θα παρασχεθεί είναι η κοινωνικά αποτελεσματική ποσότητα.

1. Με βάση τον κανόνα της ψηφοφορίας με απλή πλειοψηφία, η ποσότητα του δημόσιου αγαθού που θα παρασχεθεί είναι η κοινωνικά αποτελεσματική ποσότητα. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδημαϊκό έτος 2013-2014 Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Εξεταστική περίοδος Ιουλίου Εξέταση στο μάθημα: Δημόσια Οικονομική Διδασκαλία: Γεωργία Καπλάνογλου Η εξέταση αποτελείται από δύο

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία Πιθανοτήτων & Στατιστική

Θεωρία Πιθανοτήτων & Στατιστική ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ & Στατιστική Ενότητα 4 η : Χαρακτηριστικά Τυχαίων Μεταβλητών. Γεώργιος Ζιούτας Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών & Μηχανικών Υπολογιστών Α.Π.Θ.

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Κεφάλαιο 2 ο : Η Ζήτηση των Αγαθών ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΚΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ Ασκήσεις 1. Στην αγορά ενός αγαθού συμμετέχουν δύο καταναλωτές, των οποίων οι ατομικές συναρτήσεις

Διαβάστε περισσότερα

Προτιµήσεις-Υπενθύµιση

Προτιµήσεις-Υπενθύµιση Προτιµήσεις-Υπενθύµιση ιάλεξη 4 Χρησιµότητα x y: To x προτιµάται σαφώς από το y. x y: Το x και το y προτιµούνται εξίσου. y: Το x προτιµάται τουλάχιστο όσο και το y. x f Προτιµήσεις-Υπενθύµιση Προτιµήσεις-Υπενθύµιση

Διαβάστε περισσότερα

3.7 Παραδείγματα Μεθόδου Simplex

3.7 Παραδείγματα Μεθόδου Simplex 3.7 Παραδείγματα Μεθόδου Simplex Παράδειγμα 1ο (Παράδειγμα 1ο - Κεφάλαιο 2ο - σελ. 10): Το πρόβλημα εκφράζεται από το μαθηματικό μοντέλο: max z = 600x T + 250x K + 750x Γ + 450x B 5x T + x K + 9x Γ + 12x

Διαβάστε περισσότερα