Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 1.1 Γενικά...1 1.2 Ομάδα Μελέτης...7 2. ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΥΔΑΤΙΚΟΥ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΟΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (0 1 )...9 2.1 Γενικά χαρακτηριστικά...9 2.1.1 Γεωγραφικά στοιχεία και διοικητική δομή...9 2.1.2 Γεωμορφολογικά - γεωλογικά χαρακτηριστικά...11 2.1.3 Κλίμα...13 2.1.4 Αναπτυξιακή ταυτότητα...13 2.2 Υδρολογικό ισοζύγιο - Προσφορά νερού...16 2.2.1 Κύριες υδρολογικές λεκάνες...16 2.2.2 Κύριες υδρογεωλογικές λεκάνες...23 2.2.3 Υδρολογικό Ισοζύγιο...27 2.3 Χρήσεις νερού - Ζήτηση...28 2.3.1 Γεωργία...28 2.3.2 Κτηνοτροφία...30 2.3.3 Ιχθυοκαλλιέργεια...30 2.3.4 Ύδρευση...30 2.3.5 Βιομηχανία...31 2.3.6 Ενέργεια...31 2.3.7 Άλλες Χρήσεις...31 2.4 Προστατευόμενες περιοχές...31 2.5 Ισοζύγιο προσφοράς-ζήτησης...35 3. ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΩΝ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ...37 3.1 Εισαγωγή...37 3.2 Αντικείμενο του παρόντος κεφαλαίου...37 3.3 Π ΟΤΑΜΟΙ...37 3.3.1 Ορισμός...37 3.3.2 Τυπολογία...40 3.3.3 Προσδιορισμός κωδικοποίηση...42 3.4 ΛΙΜΝΕΣ...43 3.4.1 Ορισμός...43 3.4.2 Τυπολογία...44 3.4.3 Προσδιορισμός - κωδικοποίηση...45 3.5 ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ...46 3.5.1 Ορισμός...46 3.5.2 Τυπολογία...47 3.5.3 Προσδιορισμός Κωδικοποίηση...47 3.6 ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ ΥΔΑΤΑ...48 3.6.1 Ορισμός...48 3.6.2 Τυπολογία...49 3.6.3 Προσδιορισμός Κωδικοποίηση...49 3.7 ΤΕΧΝΗΤΑ ΚΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΥΔΑΤΙΝΑ ΣΩΜΑΤΑ...50 3.7.1 Ορισμός...50 3.7.2 Τυπολογία...53 3.7.3 Προσδιορισμός Κωδικοποίηση...53 4. ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ...56 4.1 Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η...56 4.2 ΠΟΤΑΜΟΙ...56 4.2.1 Βιολογικά στοιχεία ποιότητας ποταμών...57 Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - i -
4.3 ΛΙΜΝΕΣ...66 4.4 ΠΑΡΑΚΤΙΑ & ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ ΥΔΑΤΑ...68 4.4.1 Υπεραιγιαλίτιδα η υπερπαράλια ζώνη....69 4.4.2 Μεσοαιγιαλίτιδα η μεσοπαράλια ζώνη....70 4.4.3 Υποαιγιαλίτιδα η υποπαράλια ζώνη....71 4.4.4 Περιαιγιαλίτιδα η Περιπαράλια ζώνη....74 5. ΠΙΕΣΕΙΣ...84 5.1 Εισαγωγή...84 5.2 Ρύπανση από σημειακές πηγές...87 5.2.1 Αστική ρύπανση...87 5.2.2 Βιομηχανική ρύπανση...89 5.2.3 Αγροτική ρύπανση...90 5.2.4 Άλλη ρύπανση...90 5.3 Ρύπανση από διάχυτες πηγές...90 5.3.1 Ανεπεξέργαστα αστικά λύματα...91 5.3.2 Επιφανειακές απορροές λόγω χρήσης γης...94 5.3.3 Κτηνοτροφικές δραστηριότητες...99 5.3.4 Συμπεράσματα αναφορικά με τα παραγόμενα φορτία από τις διάχυτες πηγές...101 6. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΩΝ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ...104 7. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...105 7.1 ΚΕΦΑΛΑΙΑ 2 3, 5 6...105 7.2 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4...106 Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - ii -
Κατάλογος Πινάκων Πίνακας 2.1 Έκταση και πληθυσμός του διαμερίσματος κατά νομό (1991, 2001)...9 Πίνακας 2.2 Μέσες μηνιαίες παροχές ποταμού Αλφειού, 1949 1956 (m 3 /s)...17 Πίνακας 2.3 Μέσες μηνιαίες παροχές Άνω Αλφειού (m 3 /s)...17 Πίνακας 2.4 Μέσες μηνιαίες παροχές Λάδωνα (m 3 /s)...17 Πίνακας 2.5 Μέσες μηνιαίες παροχές πηγών Πάμισου, 1978 1980 (m 3 /s)...18 Πίνακας 2.6 Γενικευμένο υδρολογικό ισοζύγιο...28 Πίνακας 2.7 Κυριότερα υφιστάμενα συλλογικά αρδευτικά έργα...29 Πίνακας 2.8 Σημαντικότερα προγραμματισμένα ή κατασκευαζόμενα αρδευτικά έργα...29 Πίνακας 2.9 Σημαντικότερα μελλοντικά αρδευτικά έργα...30 Πίνακας 2.10 Προστατευόμενες Περιοχές βάσει της Οδηγίας Πλαίσιο 2000/60 της Ευρωπαϊκής Ένωσης του Υ.Δ. Δυτικής Πελοποννήσου...32 Πίνακας 2.11 Σημερινή και μελλοντική ζήτηση (hm 3 /έτος)...35 Πίνακας 3.1 Τυπολογία ποτάμιων υδάτινων σωμάτων Σύστημα «Α»...41 Πίνακας 3.2 Ποτάμια υδάτινα σώματα στο Υ.Δ. Δυτικής Πελοποννήσου (01)...42 Πίνακας 3.3 Κωδικοποίηση ποτάμιων υδάτινων σωμάτων...42 Πίνακας 3.4 Τυπολογία λιμναίων υδάτινων σωμάτων Σύστημα «Α»...45 Πίνακας 3.5 Λιμναία υδάτινα σώματα στο Υ.Δ. Δυτικής Πελοποννήσου (01)...45 Πίνακας 3.6 Κωδικοποίηση λιμναίων υδάτινων σωμάτων...46 Πίνακας 3.7 Τυπολογία παράκτιων υδάτινων σωμάτων Σύστημα «Β»...47 Πίνακας 3.8 Παράκτια υδάτινα σώματα στο Υ.Δ. Δυτικής Πελοποννήσου (01)...48 Πίνακας 3.9 Κωδικοποίηση παράκτιων υδάτινων σωμάτων...48 Πίνακας. 3.10 Τυπολογία μεταβατικών υδάτινων σωμάτων Σύστημα «Β»...49 Πίνακας 3.11 Μεταβατικά υδάτινα σώματα στο Υ.Δ. Δυτικής Πελοποννήσου (01)...50 Πίνακας 3.12 Κωδικοποίηση μεταβατικών υδάτινων σωμάτων...50 Πίνακας 3.13 Τεχνητά και Ιδιαιτέρως Τροποποιημένα υδάτινα σώματα στο Υ.Δ. Δυτικής Πελοποννήσου (01)...54 Πίνακας 4.1 Ιχθυολογική σύσταση των βιοτικών ομάδων που περιέχονται στους τρεις βιοτικούς τύπους, με γενικές αναφορές στην αφθονία (πυκνότητα) των ειδών...61 Πίνακας 4.2 Κατάλογος των χαρακτηριστικών οικογενειών που συλλέχθηκαν στους τύπους ποταμών RM1, RM2 και RM4...65 Πίνακας 4.3 Βιοκοινωνίες που αντιστοιχούν σε συνθήκες αναφοράς για κάθε τύπο παράκτιων και μεταβατικών υδάτινων σωμάτων....68 Πίνακας 4.4 Κατάλογος των χαρακτηριστικών βενθικών ειδών γιά κάθε τύπο βιοτόπου και βιοκοινωνίας...76 Πίνακας 5.1 Βαθμός μείωσης φορτίων από επεξεργασία...88 Πίνακας 5.2 Ρυπαντικά φορτία από τις εν λειτουργία ΕΕΛ του ΥΔ...88 Πίνακας 5.3 Φορτία από τα ανεπεξέργαστα λύματα ανά Δήμο...92 Πίνακας 5.4 Συντελεστής εξαγωγής ανάλογα με τη χρήση γης...94 Πίνακας 5.5 Ομαδοποίηση των χρήσεων γης...95 Πίνακας 5.6 Φορτία ΤΝ και ΤΡ ανά κατηγορία χρήσης γης...97 Πίνακας 5.7 Χαρακτηριστικά ζωικών αποβλήτων (Kg/ημέρα /τόνο σωματικού βάρους)...99 Πίνακας 5.8 Φορτία από την κτηνοτροφία ανά Δήμο...99 Πίνακας 5.9 Συνολικά ρυπαντικά φορτία...101 Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - iii -
Κατάλογος Σχημάτων Σχήμα 1.1 Υδατικά Διαμερίσματα ΠΛΑΠ...5 Σχήμα 2.1 Διοικητική διαίρεση του υδατικού διαμερίσματος σε νομαρχίες και δήμους...10 Σχήμα 2.2 Ανάγλυφο και κύριο υδρογραφικό δίκτυο του υδατικού διαμερίσματος...12 Σχήμα 2.3 Προστατευόμενες περιοχές του υδατικού διαμερίσματος...34 Σχήμα 4.1 Μεθοδολογία για τον καθορισμό των συνθηκών αναφοράς (από: Intercalibration Network)...57 Σχήμα 4.2 Ιεραρχική ομαδοποίηση των ιχθυολογικών δεδομένων από 81 σχετικά αδιατάρακτες θέσεις με βάση τη σύνθεση της ιχθυοκοινότητας (είδη, στρεμματική πυκνότητα), με τη μέθοδο Ward. Η διακεκομμένη γραμμή είναι το κριτήριο ομαδοποίησης (ομοιότητα Bray-Curtis > 50%). Ο χαρακτήρας στο κάτω μέρος κάθε θέσης συμβολίζει την ομάδα στην οποία η θέση αυτή κατατάχθηκε. Τα κεφαλαία γράμματα (Α, Β, C) συμβολίζουν τους τρεις κύριους βιοτικούς τύπους, όπως θα αναφερθούν πιο κάτω (με a, b, c, f και g υποδηλώνονται οι κύριες βιοτικές ομάδες που απαρτίζουν κάθε βιοτικό τύπο)...59 Σχήμα 4.3 Ποσοστιαία κατανομή μεγάλων ταξινομικών ομάδων του δικτύου διαβαθμονόμησης του τύπου RM1...64 Σχήμα 4.4 Ποσοστιαία κατανομή μεγάλων ταξινομικών ομάδων του δικτύου διαβαθμονόμησης του τύπου RM2...64 Σχήμα 4.5 Ποσοστιαία κατανομή μεγάλων ταξινομικών ομάδων του δικτύου διαβαθμονόμησης του τύπου RM4...64 Σχήμα 5.1 Τα βασικά στάδια της γενικής προσέγγισης για την ανάλυση των πιέσεων και των επιπτώσεων. Εκείνα τα τμήματα στα μπλε υπόβαθρα στη δεξιά πλευρά είναι τα κύρια τμήματα της ανάλυσης, ενώ εκείνα τα στοιχεία στα άσπρα υπόβαθρα στην αριστερή πλευρά είναι υποστηρικτικά....85 Σχήμα 5.2 Κατανομή των χρήσεων γης στο ΥΔ 01 Δυτικής Πελοποννήσου....97 Σχήμα 5.3 Φορτία ΤΝ ανά κατηγορία χρήσης γης...98 Σχήμα 5.4 Φορτία ΤΡ ανά κατηγορία χρήσης γης...98 Σχήμα 5.5 Συνολικά φορτία ανά πηγή διάχυτης ρύπανσης...102 Σχήμα 5.6 Συνεισφορά κάθε πηγής διάχυτης ρύπανσης στα ρυπαντικά φορτία...103 Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - iv -
1. Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η 1.1 Γενικά Η Οδηγία Πλαίσιο 2000/60/ΕΚ για τα νερά (στο εξής «η Οδηγία») εισαγάγει μια ολοκληρωμένη και συνολική προσέγγιση και αποτελεί ένα καινοτόμο βήμα για τη διαχείριση των υδατικών πόρων στην Ευρώπη. Εξορθολογικοποιεί και εκσυγχρονίζει την υπάρχουσα υδατική νομοθεσία θέτοντας κοινούς Ευρωπαϊκούς και ευρείς στόχους για το νερό. Οι στόχοι κλειδιά της Οδηγίας όπως συνοψίζονται στο Άρθρο 1 αντιπροσωπεύουν μια ολιστική προσέγγιση στη διαχείριση του νερού στην οποία περιλαμβάνεται το σύνολο του κύκλου του νερού επιφανειακού και υπόγειου κατά μήκος της ροής του, μέχρι στις παράκτιες ζώνες και τη θάλασσα. Αντικειμενικός στόχος όπως αναφέρεται στο Άρθρο 4 είναι ότι τα Κράτη Μέλη θα πρέπει να υλοποιήσουν το σύνολο των δράσεων και των ενεργειών ώστε να επιτύχουν την καλή ποιότητα του υπόγειου και επιφανειακού υδατικού δυναμικού και επί πλέον να εμποδίσουν την υποβάθμιση εκείνων των υδάτινων σωμάτων των οποίων η κατάσταση χαρακτηρίζεται ήδη ως καλή. Η Οδηγία δημιουργεί το πλαίσιο για τη διατήρηση και προστασία της ποσότητας και ποιότητας όλων των υδάτινων σωμάτων, το οποίο: αποτρέπει την περαιτέρω υποβάθμιση, και προστατεύει και βελτιώνει την κατάσταση όλων των υδατικών πόρων προωθεί τη βιώσιμη διαχείριση των υδάτων, μέσω της μακροπρόθεσμης προστασίας των διαθέσιμων υδατικών πόρων ενισχύει την προστασία του υδατικού περιβάλλοντος με την εφαρμογή μέτρων για τη μείωση της απόρριψης ρυπαντικών ουσιών και την εξάλειψη της απόρριψης τοξικών ρυπαντών με βάση κατάλογο προτεραιότητας διασφαλίζει την προοδευτική μείωση της ρύπανσης των υπόγειων υδάτων συμβάλλει στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων ακραίων φαινομένων, πλημμύρων και ξηρασίας. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού θεσπίζεται μια σειρά ρυθμίσεων που επιχειρούν: να επιτύχουν τη διατήρηση ή την αποκατάσταση της καλής κατάστασης των επιφανειακών και των υπόγειων υδάτων μέχρι το 2015. να ενοποιήσουν και να συμπληρώσουν την προηγούμενη αποσπασματική ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα νερά να προσεγγίσουν τη διαχείριση των υδατικών πόρων σε επίπεδο υδατικής περιφέρειας, η οποία νοείται αποτελούμενη από μία ή περισσότερες γειτονικές λεκάνες απορροής μαζί με τα συναφή υπόγεια και παράκτια ύδατα, ορίζοντας για την άσκηση της την αρμόδια αρχή. Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 1 -
να ασκήσουν τη διαχείριση των υδατικών πόρων βάσει προγραμμάτων - σχεδίων διαχείρισης υδατικής περιφέρειας, τα οποία θα καταρτίσει κάθε κράτος-μέλος μέχρι το 2009 και τα οποία θα περιλαμβάνουν τη γενική περιγραφή των χαρακτηριστικών της περιοχής, τις επιπτώσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στην ποσότητα και την ποιότητα των υδατικών πόρων, τις χρήσεις του ύδατος κλπ. να διασφαλίσουν ρεαλιστική τιμολόγηση όλων των υπηρεσιών, που σχετίζονται με τη χρήση του νερού μέχρι το 2010. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στις συμμετοχικές δράσεις. Ειδικότερα τα Κράτη Μέλη καλούνται να ενθαρρύνουν την ενεργή συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων φορέων κατά τα επιμέρους στάδια εφαρμογής της Οδηγίας, καθώς και κατά τη σύνταξη των προγραμμάτων διαχείρισης. Ακόμα, τα Κράτη Μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν και να συμβουλεύονται το κοινό, συμπεριλαμβανομένων και των χρηστών, για τα ακόλουθα θέματα: το χρονοδιάγραμμα και πρόγραμμα δράσεων για τη σύνταξη των σχεδίων διαχείρισης, το αργότερο ως το 2006. την επισκόπηση των σημαντικών ζητημάτων διαχείρισης, το αργότερο ως το 2007. την πρώτη προσέγγιση των σχεδίων διαχείρισης, το αργότερο ως το 2008. Η σημαντικότερη αλλαγή πολιτικής που εισάγεται μέσω της Οδηγίας είναι ότι η οικολογική ποιότητα προσδιοριζόμενη από βιολογικές παραμέτρους αποτελεί το «κλειδί» του χαρακτηρισμού της κατάστασης ενός υδάτινου σώματος, υποβοηθούμενου από τους παραδοσιακότερους τρόπους ποιοτικού προσδιορισμού (υδρο-μορφολογικές παράμετροι, φυσικοχημικές συνιστώσες και συγκεντρώσεις ειδικών ρυπαντών μέταλλα ή συνθετικές οργανικές ενώσεις). Μια επίσης νέα αντίληψη που εισάγεται μέσω της οδηγίας είναι η ολοκληρωμένη θεώρηση των υπόγειων και των επιφανειακών υδάτινων σωμάτων και η συνδυασμένη προσέγγιση δηλαδή τόσο η θέσπιση ορίων στην πηγή όσο και η καθιέρωση προτύπων περιβαλλοντικής ποιότητας στον αποδέκτη καθώς επίσης και η ενσωμάτωση οικονομικών εργαλείων στη διαχείριση των υδατικών πόρων. Τέλος η Οδηγία εφαρμόζεται σε όλα τα υδάτινα σώματα και θεωρεί τη συμμετοχή του κοινού προϋπόθεση για την επιτυχία των στόχων της. Μια ακόμη καινοτομία της Οδηγίας είναι ότι, για πρώτη φορά στην περιβαλλοντική πολιτική της Ε.Ε., προτείνονται από ένα νομικό κείμενο οικονομικές αρχές και μέτρα ως βασικά εργαλεία για την επίτευξη συγκεκριμένων περιβαλλοντικών στόχων. Η σημαντικότερη οικονομική αρχή που εισάγει η Οδηγία είναι η δημιουργία ενός κοινού πλαισίου για τη διαχείριση των υδατικών πόρων που βασίζεται στην ανάκτηση του κόστους των υπηρεσιών νερού. Οι αποκλίσεις που επιτρέπει ως προς την επίτευξη των στόχων της είναι ορισμένες (σε περιπτώσεις που οι στόχοι δεν είναι αντικειμενικά δυνατόν να επιτευχθούν λόγω Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 2 -
των περιορισμών της φυσικής δομής του υδάτινου σώματος ή λόγω απρόβλεπτων ή εξαιρετικών καταστάσεων). Ταυτόχρονα όμως απαιτεί την αυστηρότερη προστασία υδάτινων σωμάτων σε ειδικές και καθορισμένες περιπτώσεις (υδάτινα σώματα που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση, ύδατα αναψυχής, ύδατα ευαίσθητα σε θρεπτικά ή υδάτινα σώματα σημαντικά οικονομικά ή οικολογικά). Οι στόχοι που θέτει η Οδηγία για την κατάσταση των υδάτινων σωμάτων επιτυγχάνονται μέσω ενός συστήματος ανάλυσης και σχεδιασμού (σχέδια διαχείρισης) σε επίπεδο λεκάνης απορροής ποταμού. Μέσα σε κάθε μονάδα σχεδιασμού υπάρχουν τέσσερα (4) διακριτά στοιχεία: Ο χαρακτηρισμός των υδάτινων σωμάτων και ο προσδιορισμός των πιέσεων και των επιδράσεων Η παρακολούθηση Η θέσπιση περιβαλλοντικών στόχων για τα υδάτινα σώματα Η υλοποίηση προγράμματος μέτρων για την υλοποίηση των στόχων Τα σχέδια θα πρέπει να ανανεώνονται κάθε 6 χρόνια, ενώ το πρώτο σχέδιο θα πρέπει να εκπονηθεί 10 χρόνια μετά την υιοθέτηση της Οδηγίας. Στο ίδιο επίπεδο ορίζεται και ο διοικητικός μηχανισμός (Άρθρο 13) που είναι αρμόδιος για την επίτευξη των στόχων. Τα σχέδια διαχείρισης που καταρτίζονται υπόκεινται σε δημόσια διαβούλευση εισάγοντας, έτσι διασφαλίζεται η κοινωνική συμμετοχή και η διαφάνεια στο σύστημα λήψης αποφάσεων. Η οδηγία θα υποκαταστήσει ένα σημαντικό αριθμό οδηγιών που σχετίζονται με το νερό (75/440 ΕOK, 77/795, 79/869/EOK, 78/659/ΕΟΚ, 79/923/EΟΚ, 80/68/EΟΚ και 76/464/EΟΚ) ενώ θα υποβοηθηθεί ως προς την εφαρμογή της από νέες υπό έκδοση σχετικές οδηγίες της Ε.Κ. Συνοπτικά οι κεντρικές δράσεις που πρέπει να αναλάβουν τα Κράτη Μέλη είναι: 1. Να προσδιορίσουν τις μεμονωμένες λεκάνες απορροής ποταμών που βρίσκονται μέσα στο εθνικό τους έδαφός και να τις υπάγουν σε επιμέρους Περιοχές Λεκάνης Απορροής Ποταμού (ΠΛΑΠ) και προσδιορίσουν τις αρμόδιες αρχές μέχρι το 2003 (Άρθρο 3, Άρθρο 24) 2. Να χαρακτηρίσουν τις ΠΛΑΠ από την άποψη των πιέσεων, των επιπτώσεων και των οικονομικών των χρήσεων ύδατος, συμπεριλαμβανομένου ενός καταλόγου των προστατευόμενων ζωνών που βρίσκονται μέσα στην περιοχή Λεκάνης Απορροής Ποταμού, μέχρι το 2004 (Άρθρο 5, Άρθρο 6, Παράρτημα ΙΙ, Παράρτημα III). 3. Να πραγματοποιήσουν, από κοινού και μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τη διαβαθμονόμηση των συστημάτων ταξινόμησης της οικολογικής κατάστασης μέχρι το 2006 (Άρθρο 2 παράγραφος 22, Παράρτημα V). 4. Να καταστήσουν λειτουργικά τα δίκτυα παρακολούθησης μέχρι το 2006 (Άρθρο 8). Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 3 -
5. Με βάση τη σωστή παρακολούθηση και την ανάλυση των χαρακτηριστικών της λεκάνης ποταμών, να προσδιορίσουν μέχρι το 2009 ένα πρόγραμμα μέτρων ώστε επιτευχθούν οι περιβαλλοντικοί στόχοι της Οδηγίας με οικονομικά αποδοτικό τρόπο (Άρθρο 11, Παράρτημα III). 6. Να παραγάγουν και να δημοσιεύσουν σχέδια διαχείρισης Λεκάνης Απορροής Ποταμού (RBMPs) για κάθε ΠΛΑΠ, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού των ιδιαίτερα τροποποιημένων υδάτινων σωμάτων, μέχρι το 2009 (Άρθρο 13, Άρθρο 4.3) 7. Να εφαρμόσουν πολιτικές τιμολόγησης ύδατος που ενισχύουν την βιωσιμότητα των υδατικών πόρων μέχρι το 2010 (Άρθρο 9). 8. Να καταστήσουν τα μέτρα του προγράμματος λειτουργικά μέχρι το 2012 (Άρθρο 11). 9. Να εφαρμόσουν τα προγράμματα των μέτρων και να επιτύχουν τους περιβαλλοντικούς στόχους μέχρι το 2015 (Άρθρο 4). Σύμφωνα με το Ν. 1739/87 (ΦΕΚ 201 Α/20-11-87) «Διαχείριση των υδατικών πόρων και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα το Άρθρο 1, παρ. 4, έχει θεσμοθετηθεί η διαίρεση της χώρας σε 14 μονάδες (σύνολα λεκανών απορροής) με κατά το δυνατόν όμοιες υδρολογικές - υδρογεωλογικές συνθήκες, οι οποίες αποτελούν το περιφερειακό επίπεδο στον τομέα της διαχείρισης του νερού. Οι μονάδες αυτές ονομάζονται Υδατικά Διαμερίσματα, αντιστοιχούν σε περιοχές λεκάνης απορροής ποταμών (ΠΛΑΠ) και είναι σύμφωνες με τα κριτήρια της Οδηγίας 2000/60 και του σχετικού Καθοδηγητικού Εγγράφου (Guidance Document). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Ν. 1739/87 Άρθρο 1, παρ. 4, «Υδατικά διαμερίσματα είναι περιοχές οριοθετημένες μεταξύ τους από υδροκρίτες ή νησιωτικές περιοχές, που περιλαμβάνουν ολοκληρωμένα υδρογραφικά δίκτυα, με υδρολογικές συνθήκες κατά το δυνατόν όμοιες. Ο ελληνικός χώρος διαιρείται στα εξής δεκατέσσερα Υδατικά Διαμερίσματα: Δυτικής Πελοποννήσου, Βόρειας Πελοποννήσου, Δυτικής Στερεάς Ελλάδας Ηπείρου, Αττικής, Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας, Θεσσαλίας, Δυτικής Μακεδονίας, Κεντρικής Μακεδονίας, Ανατολικής Μακεδονίας, Θράκης» Κρήτης και Νησιών Αιγαίου, όπως ειδικότερα παρουσιάζονται στο χάρτη που συνοδεύει το νόμο αυτόν". Με το Π.Δ. υπ αριθ. 60/98 (ΦΕΚ 61Α/24-3-98) «Καθορισμός χωρικής αρμοδιότητας των Τμημάτων Διαχείρισης Υδατικών Πόρων της Περιφέρειας" και με το Άρθρου 1 αυτού, προσδιορίζεται η χωρική αρμοδιότητα των Τμημάτων Διαχείρισης Υδατικών Πόρων (κάθε Διοικητικής Περιφέρειας) με βάση τα Υδατικά Διαμερίσματα, όπως αυτά καθορίζονται στο Ν. 1739/87 ενώ στο Άρθρο 2 ορίζονται τα ακριβή όρια των Υδατικών Διαμερισμάτων. Σημειώνεται ότι οι Διευθύνσεις Υδάτων της Περιφέρειας που συγκροτούνται με την υπ. αριθμ. οικ. 47630/16-11-05 ΚΥΑ αναλαμβάνουν όλες τις αρμοδιότητες των Τμημάτων Διαχείρισης Υδατικών Πόρων της Περιφέρειας, τα τμήματα δε αυτά Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 4 -
καταργούνται και το προσωπικό τους μεταφέρεται στις νέες Διευθύνσεις Υδάτων της Περιφέρειας. 10 11 12 09 05 08 04 07 02 06 01 03 14 13 Σχήμα 1.1 Υδατικά Διαμερίσματα ΠΛΑΠ Σε συμμόρφωση με τα οριζόμενα στην Οδηγία, η Ελλάδα εξέδωσε το Ν. 3199 (ΦΕΚ 280Α /9-12-2003) «Προστασία και διαχείριση των υδάτων - Εναρμόνιση με την Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23 ης Οκτωβρίου 2000» με τον οποίο (και με τις κανονιστικές του πράξεις οι οποίες προβλέπεται να εκδοθούν κατ εξουσιοδότησή του) εναρμονίζεται το εθνικό δίκαιο προς τις διατάξεις της Οδηγίας. Με το Ν. 3199 ορίζονται οι αρμόδιες αρχές για την προστασία και διαχείριση των λεκανών απορροής της χώρας σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Οδηγίας, ενώ ως αρμόδια υπηρεσία για την υλοποίηση των απαιτούμενων εργασιών που προβλέπονται από το Άρθρο 5 της Οδηγίας για κάθε ΠΛΑΠ ορίζεται η Κεντρική Υπηρεσία Υδάτων (ΚΥΥ) του Υπουργείου Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΥΠΕΧΩΔΕ). Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 5 -
Τέλος, με το Προεδρικό Διάταγμα υπ αριθμ. 51/2007 (ΦΕΚ 54Α/8-3-2007) «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για την ολοκληρωμένη προστασία και διαχείριση των υδάτων σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000» ενσωματώνονται πλήρως οι διατάξεις και οι ρυθμίσεις των Παραρτημάτων της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Στα ακόλουθα Κεφάλαια παρουσιάζεται για την Περιοχή Λεκάνης Απορροής Ποταμού (εφεξής Υδατικό Διαμέρισμα) της Δυτικής Πελοποννήσου (ΥΔ 01) ανάλυση που απαιτείται σύμφωνα με το Άρθρο 5 ως προς τα επιφανειακά ύδατα, δηλαδή: ανάλυση των χαρακτηριστικών της, και επισκόπηση των επιπτώσεων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στην κατάσταση των επιφανειακών υδάτων σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές του Παραρτήματος ΙΙ της Οδηγίας. Για την ανάλυση που ακολουθεί λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά Καθοδηγητικά Έγγραφα. Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 6 -
1.2 Ομάδα Μελέτης Η παρούσα Έκθεση συντάχθηκε από την Κεντρική Υπηρεσία Υδάτων με τη συνδρομή των ακόλουθων Γραφείων Συμβούλων και Οργανισμών: Ζ&Α Π. ΑΝΤΩΝΑΡΟΠΟΥΛΟΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Α.Μ.Ε. Γ. ΚΑΡΑΒΟΚΥΡΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ Α.Ε. ΕΠΕΜ Α.Ε. ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΣΤΥΛΙΑΝΗ ΚΑΪΜΑΚΗ ΕΛΚΕΘΕ Για τη σύνταξή της Έκθεσης εργάστηκαν οι παρακάτω επιστήμονες: Κεντρική Υπηρεσία Υδάτων Σωτήρης Μπενέκος Σπύρος Τασόγλου Ζ&Α Π. ΑΝΤΩΝΑΡΟΠΟΥΛΟΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Α.Μ.Ε. Παναγιώτης Αντωναρόπουλος, Πολιτικός Μηχανικός Ιωάννης Νιάδας, Πολιτικός Μηχανικός, MSc Υδρολογίας Στάθης Τσελεπίδης, Πολιτικός Μηχανικός Ναυσικά Φαφούτη, Πολιτικός Μηχανικός, MSc Advanced Computing Χάρης Γιοβανόπουλος, Πολιτικός Μηχανικός Παναγιώτης Κόντος, Τεχνικός Γεωλόγος Γ. ΚΑΡΑΒΟΚΥΡΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ Α.Ε. Ιωάννης Καραβοκύρης, Δρ. Πολιτικός Μηχανικός Δημήτρης Ζαρρής, Πολιτικός Μηχανικός, MSc Υδρολογίας Bane Todorovic, Μηχανολόγος-Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, Ειδικός GIS ΕΠΕΜ Α.Ε. Ανδρέας Λουκάτος, Χημικός, D.E.A. Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 7 -
Νίκος Σελλάς, Χημικός Μηχανικός, MSc Υγιεινολόγος Μαρία Τσούμα, Χημικός Μηχανικός, MSc Μηχανικός Περιβάλλοντος Μαρία Κατσιμπίρη, Γεωλόγος, MSc Διαχείριση Θαλάσσιου Περιβάλλοντος Βαρβάρα Εμμανουηλίδη, Επιστήμων Περιβάλλοντος, MSc Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΣΤΥΛΙΑΝΗ ΚΑΪΜΑΚΗ Παναγιώτα Στυλιανή Καϊμάκη, Δρ. Πολιτικός Μηχανικός, Μηχανικός Περιβάλλοντος Ελένη Γκουβάτσου, Πολιτικός Μηχανικός, MSc Μηχανικός Περιβάλλοντος Γιάννης Μουλατσιώτης, Γεωλόγος - Υδρογεωλόγος, Ειδικός σε θέματα GIS ΕΛΚΕΘΕ Πάνος Παναγιωτίδης, Δρ. Υδροβιολόγος Σταμάτης Ζόγκαρης, Βιολόγος - Ιχθυολόγος Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 8 -
2. Γ Ε Ν Ι Κ Η Π Ε Ρ Ι Γ Ρ Α Φ Η Τ Ο Υ Υ Δ Α Τ Ι Κ Ο Υ Δ Ι Α Μ Ε Ρ Ι Σ Μ Α Τ Ο Σ Δ Υ Τ Ι Κ Η Σ Π Ε Λ Ο Π Ο Ν Ν Η Σ Ο Υ (0 1 ) 2.1 Γενικά χαρακτηριστικά 2.1.1 Γεωγραφικά στοιχεία και διοικητική δομή Το Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου έχει έκταση 7 236 km 2. Ο υδροκρίτης του ορίζεται βόρεια από τους ορεινούς όγκους Ερύμανθου και Αροάνιων και ανατολικά από το Μαίναλο και τον Ταΰγετο. Αποτελείται από τμήματα των διοικητικών Περιφερειών Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας. Ο πληθυσμός του διαμερίσματος, με βάση τα απογραφικά στοιχεία της ΕΣΥΕ, το 1991 ήταν 314 059 κάτοικοι και το 2001 ήταν 331 180 κάτοικοι, παρουσιάζοντας αύξηση 5.4%. Στον Πίνακα 2.1, εκτός από την έκταση και τον πληθυσμό, παρουσιάζεται το ποσοστό συμμετοχής της έκτασης και του πληθυσμού κάθε νομού στο διαμέρισμα. Πίνακας 2.1 Έκταση και πληθυσμός του διαμερίσματος κατά νομό (1991, 2001) Νομός Έκταση τμήματος που ανήκει στο διαμέρισμα (km 2 ) Ποσοστό έκτασης νομού που ανήκει στο διαμέρισμα Πληθυσμός τμήματος που ανήκει στο διαμέρισμα (1991) Ποσοστό πληθυσμού νομού που ανήκει στο διαμέρισμα (1991) Πληθυσμός τμήματος που ανήκει στο διαμέρισμα (2001) Μεσσηνίας 2 991 100.00% 166 964 100.00% 176 876 Ηλείας 1389 53.00% 96 127 53.60% 103 602 Αρκαδίας 2 139 48.00% 37 050 35.20% 35 898 Αχαΐας 562 17.20% 9 059 3.00% 9 745 Λακωνίας 220 6.10% 4 859 5.10% 5 059 Σύνολο 7 301 314 059 331 180 Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 9 -
Σχήμα 2.1 και δήμους Διοικητική διαίρεση του υδατικού διαμερίσματος σε νομαρχίες Αρμόδιες για τη διαχείριση και προστασία των υδατικών πόρων των λεκανών απορροής του διαμερίσματος είναι οι Διευθύνσεις Υδάτων των περιφερειών Πελοποννήσου (με έδρα την Τρίπολη) και Δυτικής Ελλάδας (με έδρα την Πάτρα). Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 10 -
Μερικοί από τους λοιπούς φορείς ή και οργανισμούς που λειτουργούν σε περιφερειακό και νομαρχιακό επίπεδο και ασχολούνται γενικά με υδατικά θέματα είναι οι ακόλουθοι, κατά χρήση: Ύδρευση Άρδευση Διευθύνσεις Αυτοδιοίκησης και Αποκέντρωσης ή Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Διοίκησης σε κάθε νομό, όπου λειτουργούν οι ΤΥΔΚ ως υπηρεσίες της περιφέρειας οι ΔΕΥΑ των κυριότερων δήμων των νομών (Πύργος, Καλαμάτα, Ζαχάρω, Αρχαία Ολυμπία, Μεσσήνη, Νεοχώριο Καλαμών). Διεύθυνση ή Τμήμα Εγγείων Βελτιώσεων που συναντάται ανάλογα με τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και ως Τμήμα Διαχείρισης Υδάτινων Πόρων & Εκμηχάνισης της Γεωργίας, ή Υδροοικονομίας & Εκμηχάνισης Γεωργίας, ή Εγγείων Βελτιώσεων & Υδάτινων Πόρων, ή Υδροοικονομίας Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων, δηλ. ΓΟΕΒ (π.χ. Αλφειού, Κ. Μεσσηνίας) και ΤΟΕΒ. Βιομηχανία Ενέργεια Διεύθυνση ή Τμήμα Βιομηχανίας, ή Διεύθυνση ή Τμήμα Ορυκτού Πλούτου και Βιομηχανίας, σε επίπεδο νομού ΒΙΠΕ Καλαμάτας, Μελιγαλά. ΔΕΗ (ΑΗΣ Μεγαλόπολης, ΥΗΣ Λάδωνα). Εκτός από αυτούς τους φορείς, σε κάθε περιφέρεια υπάρχουν οι ακόλουθες διευθύνσεις που εμπλέκονται γενικότερα σε θέματα υδατικών πόρων: Διεύθυνση Δημοσίων Έργων, όπου λειτουργούν τα Τμήματα Υδραυλικών Έργων και Εγγείων Βελτιώσεων Διεύθυνση Ελέγχου Κατασκευής Έργων (Δ.Ε.Κ.Ε.), όπου λειτουργεί το Τμήμα Εποπτείας Υδραυλικών Έργων Διεύθυνση Περιβάλλοντος & Χωροταξίας. 2.1.2 Γεωμορφολογικά - γεωλογικά χαρακτηριστικά Το γεωμορφολογικό ανάγλυφο χαρακτηρίζεται ορεινό και απότομο στο εσωτερικό και ανατολικό τμήμα του (600 2 400 m), ημιορεινό και λοφώδες στη περίμετρο (100 600 m), και πεδινό στην παραλιακή ζώνη και τις κοιλάδες των ποταμών (0 100 m). Οι μεγαλύτερες πεδινές εκτάσεις αναπτύσσονται στον κάμπο του Αλφειού, στην παραλιακή ζώνη Πύργου-Πύλου, στο Μεσσηνιακό Κάμπο και στο εσωτερικό υψίπεδο της Μεγαλόπολης (13% του συνόλου). Οι κυριότεροι ποταμοί συνεχούς ροής είναι ο Αλφειός και ο Πάμισος, καθώς και ο μικρότερος Νέδας, ενώ ο ποταμός Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 11 -
Νέδωνας εμφανίζει χειμαρρώδη ροή. Στα παράλια της περιοχής βρίσκονται οι παράκτιες λίμνες Αγουλινίτσας και Μουριάς (που έχουν αποξηρανθεί) και Καϊάφα (θερμομεταλλική), που σχηματίστηκαν λόγω των αμμόλοφων του Κυπαρισσιακού Κόλπου. Σχήμα 2.2 Ανάγλυφο και κύριο υδρογραφικό δίκτυο του υδατικού διαμερίσματος Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 12 -
Η γεωλογική δομή του διαμερίσματος είναι ιδιαίτερα σύνθετη και περίπλοκη. Διακρίνεται στις παρακάτω γεωλογικές ενότητες: α. Ενότητα αλπικών ιζημάτων (μεσοζωικά ιζήματα), που είναι πτυχωμένα και επωθημένα και δομούν το ορεινό τμήμα. β. Ενότητα μεταλπικών ιζημάτων (τριτογενές), που αποτελούν το ημιορεινό και λοφώδες τμήμα. γ. Ενότητα πρόσφατων αποθέσεων (Τεταρτογενές), που δομούν τις πεδινές εκτάσεις. Γεωτεκτονικά, τα αλπικά ιζήματα από τα δυτικά προς τα ανατολικά ανήκουν στις ζώνες της Ιονίου, της Πύλου - Γαβρόβου, της Ωλονού - Πίνδου που επωθήθηκε στη ζώνη Τριπόλεως, και της μάζας της κεντρικής Πελοποννήσου. Η ζώνη Ωλονού-Πίνδου, που είναι η μεγαλύτερη, συνίσταται από εναλλαγές φλύσχη, ασβεστόλιθων και κερατόλιθων. Η ζώνη Τριπόλεως συνιστάται από ασβεστόλιθους και δολομίτες, Η ζώνη της κεντρικής Πελοποννήσου συνιστάται από φυλλίτες και μάρμαρα. Μετά την αλπική ορογένεση σχηματίστηκαν τόσο στην περίμετρο όσο και εσωτερικά μεγάλες τεκτονικές τάφροι με μολασσικά ιζήματα. 2.1.3 Κλίμα Το κλίμα που επικρατεί είναι το θαλάσσιο μεσογειακό στις παραθαλάσσιες και πεδινές περιοχές, ενώ προς το εσωτερικό εξελίσσεται σε χερσαίο και σε ορεινό στα ορεινά. Η ετήσια βροχόπτωση κυμαίνεται μεταξύ 800 mm στα πεδινά και 1 600 mm στα ορεινά, με μέση ετήσια τιμή για το διαμέρισμα 1 100 mm και μέσο αριθμό ημερών βροχής 80 120 ανά έτος. Η μέση ετήσια θερμοκρασία του διαμερίσματος είναι 19 C και το ετήσιο θερμομετρικό εύρος είναι συνήθως μικρότερο από 16 C. 2.1.4 Αναπτυξιακή ταυτότητα Το Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου έχει τα χαρακτηριστικά περιορισμένης ανάπτυξης, λόγω γεωγραφικής απομόνωσης από τον αναπτυγμένο ανατολικό άξονα της χώρας. Οι περισσότεροι αναπτυξιακοί δείκτες και όλοι οι δείκτες ευημερίας είναι κάτω από το μέσο όρο της χώρας. Ο πληθυσμός επί δεκαετίες παρουσίαζε αρνητική μεταβολή, ενώ στις δύο τελευταίες παρουσίασε θετική μεταβολή. Έχει δύο αστικά κέντρα, την Καλαμάτα και τον Πύργο, και δέκα ημιαστικά, με πληθυσμό μεγαλύτερο των 2 000 κατοίκων. Ειδικότερα ο Πύργος παραμένει μικρό αστικό κέντρο, ενώ η Καλαμάτα έχει μέγεθος μεσαίου αστικού κέντρου, και αποτελεί πόλο ανάπτυξης της χώρας (ΕΣΠΑ, 2007-2013). Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 13 -
Έναντι των δυσμενών σε εθνικό-διαπεριφερειακό επίπεδο διαπιστώσεων, η Περιφέρεια αντιπαραθέτει συγκριτικά, ένα ιδιαίτερα πλούσιο και ποικίλλο φυσικό περιβάλλον και ένα ιδιαίτερα σημαντικό και πολυπληθές ιστορικό πολιτισμικό απόθεμα με ιστορικούς πόλους διεθνούς εμβέλειας Άλλες λειτουργίες Διεθνούς και Εθνικής εμβέλειας για την Περιφέρεια που καταγράφονται, πλην των σημαντικών πολιτιστικών πόρων είναι: η λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη Ν.Αρκαδίας (Εθνικό Σύστημα Ενέργειας), και το σημαντικό ερευνητικό πρόγραμμα που εκτελείται από το Ινστιτούτο τεχνολογιών και ερευνών βαθειάς θάλασσας και αστροσωματικής φυσικής νετρίνων «ΝΕΣΤΩΡ» (έδρα Πύλος) με την πόντιση του τηλεσκοπίου νετρίνων «ΝΕΣΤΩΡ»- το πρώτο ευρωπαϊκό υποβρύχιο τηλεσκόπιο νετρίνων. Η άλλη δραστηριότητα του Ινστιτούτου είναι το πολυεπιστημονικό εργαστήριο βαθιάς θαλάσσης «ΛΑΕΡΤΗΣ». Οι σκοποί του εργαστηρίου θα καλύπτουν διαφορετικούς επιστημονικούς σκοπούς (μέτρηση περιβαλλοντικών παραμέτρων, σεισμική δραστηριότητα κ.τ.λ.). Η πρόσφατη ίδρυση του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με έδρα την Τρίπολη και η ίδρυση σχολών στις άλλες μεγάλες πόλεις της, αναμένεται να ενισχύσει την Περιφέρεια με νέα σημαντική λειτουργία εθνικής εμβέλειας. Η κατανομή της απασχόλησης στον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα είναι 42.2%, 17.6% και 40.1% αντίστοιχα. Ο γεωργικός τομέας χαρακτηρίζεται από κατακερματισμό του κλήρου και παραγωγή κυρίως παραδοσιακών προϊόντων. Ο αυξημένος πρωτογενής τομέας, σε συνδυασμό με τα διαρθρωτικά προβλήματα του, καταδεικνύει τόσο την ύπαρξη σημαντικής υποαπασχόλησης και συγκαλυμμένης ανεργίας, όσο και την καθήλωση του παραγόμενου προϊόντος σε χαμηλά επίπεδα, λόγω της περιορισμένης παραγωγικότητάς του. Ο δευτερογενής τομέας μικρότερος σε μέγεθος, εμφανίζει εντονότερα στοιχεία οπισθοδρόμησης όπως εκφράζονται από τη μείωση του παραγόμενου ΑΕΠ και των θέσεων απασχόλησης. Οι επενδύσεις που έχουν γίνει μέχρι τώρα κατευθύνθηκαν κυρίως προς τις γεωργικές βιομηχανίες και πολλά από τα προβλήματα του τομέα σχετίζονται άμεσα με τα προβλήματα του πρωτογενή τομέα. Προβλήματα παρουσιάζει και η εξέλιξη του τριτογενή τομέα που είναι από τους πλέον περιορισμένους σε εθνικό επίπεδο. Παρ όλο ότι η Περιφέρεια χαρακτηρίζεται από χαμηλή αξιοποίηση των πόρων της ο τομέας του τουρισμού αποτελεί τη βασική οικονομική δραστηριότητα με αυξημένες δυνατότητες στήριξης της αναπτυξιακής προοπτικής της μέσω της παροχής βελτιούμενων υπηρεσιών υπερτοπικού χαρακτήρα. Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 14 -
Η περιφέρεια διαθέτει εξαιρετικά σημαντικούς σε εθνικό και διεθνές επίπεδο τουριστικούς πόρους (αρχαιολογικοί χώροι, μνημεία, παραδοσιακοί οικισμοί κ.λ.π.) που καλύπτουν όλο το φάσμα της Ελληνικής ιστορίας. Αυτά σε συνδυασμό με το μεγάλο μήκος ακτών, το φυσικό κάλλος των περιοχών της ενδοχώρας, την μη ύπαρξη σοβαρών περιβαλλοντικών προβλημάτων σε περιφερειακό επίπεδο και τις ευμενείς κλιματολογικές συνθήκες, προσδίδουν ιδιαίτερες δυνατότητες συνδυασμένης ανάπτυξης εναλλακτικών μορφών τουρισμού με προοπτική ετήσιας διάρκειας. Η κατασκευή του εθνικού δρόμου Κορίνθου-Τρίπολης και η βελτίωση του δρόμου Τρίπολης - Καλαμάτας είχαν ευνοϊκές επιπτώσεις στην ανάπτυξη ορισμένων δραστηριοτήτων του τριτογενούς τομέα στην Καλαμάτα. Η κατάσταση θα βελτιωθεί ριζικά με την κατασκευή της εθνικής οδού Τρίπολης-Καλαμάτας και την ολοκλήρωση του τμήματος Αθηνών-Πάτρας του αυτοκινητοδρόμου ΠΑΘΕ. Ανάλογες ευνοϊκές επιπτώσεις είχε στην ανάπτυξη της νότιας Ηλείας η κατασκευή του εθνικού δρόμου Πάτρας-Ολυμπίας. Ο Γενικός Αναπτυξιακός Στόχος για την Περιφέρεια, συνίσταται στη μείωση της αναπτυξιακής υστέρησης της ενδοχώρας της, με την αξιοποίηση των φυσικών και πολιτισμικών της αποθεμάτων και στη βιώσιμη διαχείριση των πόρων στις ήδη αναπτυγμένες περιοχές. Στρατηγικές Επιλογές στους Τομείς Παραγωγής Πρωτογενής τομέας 1 Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της δυναμικής πεδινής γεωργίας, όχι με εντατικοποίηση, αλλά με αναβάθμιση της ποιότητας της παραγωγής και τη βελτίωση των δομών εμπορίας και μεταποίησης. 2 Η προώθηση επώνυμων προϊόντων και προϊόντων ονομασίας προέλευσης. 3 Ενίσχυση της βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, τυποποίηση και βελτίωση της εμπορικότητας των τοπικών παραδοσιακών προϊόντων ειδικότερα για τις ορεινές περιοχές. 4 Ανανέωση, εκπαίδευση και εξειδίκευση του ανθρώπινου δυναμικού του τομέα (κρίσιμη συνιστώσα). Δευτερογενής τομέας 1 Προσέλκυση σημαντικού αριθμού νέων μεταποιητικών μονάδων και παροχή των κατάλληλων υποδομών και υπηρεσιών για την ομαλή εγκατάσταση και λειτουργία τους. 2 Αξιοποίηση του συγκριτικού πλεονεκτήματος των μικρών σχετικά αποστάσεων κυρίως από την Αττική, και τις κύριες δυτικές πύλες της χώρας ( Πάτρα- Ηγουμενίτσα). 3 Εξειδίκευση του ανθρώπινου δυναμικού (απαραίτητη συμπληρωματική προϋπόθεση). Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 15 -
4 Ενίσχυση βιοτεχνικής δραστηριότητας 5 Αναδιάρθρωση και ενίσχυση των αναπτυξιακών κινήτρων Τριτογενής τομέας 1 Η ανάπτυξη ευρέος φάσματος μορφών τουρισμού (ισχυρό σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος) αποτελεί την οικονομική δραστηριότητα η οποία σχεδιάζεται να στηρίξει την αναπτυξιακή της προοπτική, παρέχοντας παράλληλα ποιοτικά αναβαθμισμένες υπηρεσίες υπερτοπικού χαρακτήρα. 2 Θέσπιση νέων αναπτυξιακών κινήτρων για τον Τουρισμό (ορεινές περιοχές, ειδικές περιοχές με πολιτιστική ιστορική περιβαλλοντική σημασία, παράκτιες περιοχές, κορεσμένες τουριστικά περιοχές) 3 Προώθηση των αναγκαίων υποδομών στους τομείς ενέργειας τηλεπικοινωνιών, διαχείρισης υδάτινων πόρων και διαχείρισης υγρών και στερεών αποβλήτων ως και παραγωγικών και περιβαλλοντικών υποδομών. 4 Αναβάθμιση της ποιότητας παροχής μεταφορικών υπηρεσιών που πρέπει να ακολουθήσει την υλοποιούμενη και σχεδιαζόμενη βελτίωση των υποδομών. 5 Επέκταση των λιμένων Καλαμάτας, και Γυθείου - σημαντικών στο νέο διεθνές σύστημα συνδυασμένων μεταφορών. 6 Επιτάχυνση των διαδικασιών ολοκλήρωσης της λειτουργίας του ΑΕΙ της Περιφέρειας, αναβάθμιση της λειουργίας των ΤΕΙ προς την κατεύθυνση κάλυψης των αναπτυξιακών αναγκών της. 7 Προώθηση δημιουργίας ερευνητικών κέντρων για την διερεύνηση και επίλυση περιβαλλοντικών προβλημάτων και την ανάπτυξη προηγμένων υπηρεσιών στήριξης των παραγωγικών δραστηριοτήτων και των αναγκών σε τεχνολογία και καινοτομικές δράσεις. 2.2 Υδρολογικό ισοζύγιο - Προσφορά νερού 2.2.1 Κύριες υδρολογικές λεκάνες Οι κύριες υδρολογικές λεκάνες του διαμερίσματος είναι η λεκάνη του Αλφειού και η λεκάνη του Πάμισου. Δευτερεύουσας σημασίας είναι η λεκάνη του Νέδα και η λεκάνη του Νέδωνα. Υδρολογικά στοιχεία για τις λεκάνες αυτές παρατίθενται στη συνέχεια. Λεκάνη Αλφειού Ο Αλφειός έχει υδρολογική λεκάνη 3 658 km 2. Πηγάζει από τα αρκαδικά οροπέδια με τρεις παραπόταμους (Άνω Αλφειό, Ερύμανθο, Λάδωνα), που ενώνονται στην ημιορεινή Ηλεία (Μέσος Αλφειός), και εκβάλλει στον Κυπαρισσιακό Κόλπο (Κάτω Αλφειός). Κατά μήκος της διαδρομής του δέχεται τα νερά ποταμών και χειμάρρων, Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 16 -
σημαντικότεροι των οποίων είναι: ο Ελισσώνας (Μπαρμπουτσάνα), ο Λούσιος, ο Λάδων, και ο Ερύμανθος στον οποίο συμβάλλει ο Αροάνιος. Στο σημείο συμβολής του Λάδωνα, με τον Ερύμανθο και τον Αλφειό (Τριποταμιά) δημιουργείται ένα σημαντικό οικοσύστημα. Στο Λάδωνα υπάρχει μικρός υδροηλεκτρικός σταθμός, που ρυθμίζει την παροχή του. Στη γέφυρα Αλφειούσας, 10 km πριν την εκβολή του Αλφειού, λειτουργεί χαμηλό φράγμα για την απόληψη αρδευτικού νερού. Η δίαιτα του ποταμού στη θέση αυτή (3 374 km 2 ) διαμορφώνεται όπως φαίνεται στον Πίνακα 2.2. Πίνακας 2.2 Μέσες μηνιαίες παροχές ποταμού Αλφειού, 1949 1956 (m 3 /s) Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Map Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ Σεπ Έτος 37 89 82 132 145 104 65 45 37 24 21 26 66.6 Πηγή: Παπαναστασίου & Συνεργάτες (1989) Η παρατηρημένη μέγιστη παροχή στη θέση αυτή είναι 434 m 3 /s και η ελάχιστη 16 m 3 /s. Η μέση ετήσια απορροή είναι 2 100 hm 3. Ειδικότερα, στοιχεία για τους παραπόταμους του Αλφειού είναι: 1. Άνω Αλφειός (250 km 2 ). Αποστραγγίζει κυρίως το οροπέδιο της Μεγαλόπολης, που αποτελείται κατά 70% από καρστικούς σχηματισμούς, με συνέπεια τη φυσική αναρρύθμιση των παροχών του κατά τη διάρκεια του έτους, με αποτέλεσμα η παροχή της ξηρής περιόδου να είναι σχετικά υψηλή (4 m 3 /s). Η υδρογεωλογική λεκάνη του πιθανότατα υπερβαίνει την υδρολογική. Ο παραπόταμός του Λούσιος έχει μέση ετήσια απορροή 215 hm 3 (6.8 m 3 /s). Η διακύμανση της παροχής του Άνω Αλφειού φαίνεται στον Πίνακα 2.3. Πίνακας 2.3 Μέσες μηνιαίες παροχές Άνω Αλφειού (m 3 /s) Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Map Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ Σεπ Έτος 4.6 5.2 11.8 9.8 9.8 9.1 7.0 5.9 5.2 4.6 4.4 4.4 6.8 Πηγή: Παπαναστασίου & Συνεργάτες (1989) 2. Λάδωνας (750 km 2 ). Πηγάζει από σειρά καρστικών πηγών. Η υδρογεωλογική λεκάνη του επεκτείνεται στα Υδατικά Διαμερίσματα Βόρειας και Ανατολικής Πελοποννήσου, δεδομένου ότι η πηγή του Πλανήτερου τροφοδοτείται από τον Φενεό και ορισμένες άλλες πηγές από το οροπέδιο της Τρίπολης. Η διακύμανση της παροχής του στη θέση του φράγματος φαίνεται στον Πίνακα 2.4. Πίνακας 2.4 Μέσες μηνιαίες παροχές Λάδωνα (m 3 /s) Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Map Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ Σεπ Έτος 9.6 12.6 27.0 35.4 37.7 34.6 24.8 18.1 13.8 11.0 9.0 8.7 20.2 Πηγή: Παπαναστασίου & Συνεργάτες (1989) Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 17 -
3. Ερύμανθος (376 km 2 ). Πηγάζει από τους ορεινούς όγκους Ερύμανθου και Αροανείων και τροφοδοτείται από καρστικές πηγές συνολικής θερινής παροχής 0.4 m 3 /s. Με τα νερά του και τα φερτά του έχει συμβάλλει στη δημιουργία των λιμνοθαλασσών Καϊάφα, Αγουλινίτσας και Μουριάς-οι δύο τελευταίες έχουν αποξηρανθεί-στην πρόσχωση του Κυπαρισσιακού, καθώς και στην επιμήκυνση των εκβολλών του. Έχει υποστεί αλλοιώσεις από την κατασκευή φραγμάτων και τις αμμοληψίες, δέχεται στερεά και υγρά απόβλητα οικισμών, βιοτεχνιών, βιομηχανιών (ΑΗΣ Μεγαλοπόλεως) καθώς και γεωργικά και κτηνοτροφικά απόβλητα. Το δέλτα του αποτελεί κρίκο στην αλυσίδα των υγροτόπων της δυτικής Ελλάδας και έχει υποστεί έντονη υποβάθμιση από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Λεκάνη Πάμισου Ο Πάμισος έχει υδρολογική λεκάνη 728 km 2, Πηγάζει από τα βουνά της Άνω Μεσσηνίας και από τις καρστικές πηγές Αγίου Φλώρου και Πηδήματος, που εκφορτίζουν τον βόρειο Ταΰγετο. Η συνολική μέση ετήσια παροχή των πηγών είναι 4.5 m 3 /s και η λεκάνη τροφοδοσίας τους υπολογίζεται σε 400 km 2. Ο Πάμισος εκβάλλει στο Μεσσηνιακό Κόλπο, αφού διασχίσει κάμπο έκτασης 360 km 2. Η διακύμανση της παροχής των πηγών φαίνεται στον Πίνακα 2.5. Πίνακας 2.5 Μέσες μηνιαίες παροχές πηγών Πάμισου, 1978 1980 (m 3 /s) Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Map Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ Σεπ Έτος 3.7 3.6 4.2 5.3 5.7 5.3 5.3 5.2 4.6 4.2 4.1 3.9 4.6 Πηγή: Smyrniotis (1982) Λεκάνη Νέδας Η Νέδα εδώ και σχεδόν τρεις χιλιάδες χρόνια ορίζει τα σύνορα Ηλείας Μεσσηνίας, πολύ πριν οι περιοχές αυτές λάβουν τη μορφή των σημερινών Νομών. Βρίσκεται αποκομμένη από τα υπόλοιπα ποτάμια συστήματα της Πελοποννήσου, με μικρή λεκάνη απορροής και διανύει μια σχετικά σύντομη διαδρομή από τις πηγές στα ορεινά χωριά της Βόρειας Μεσσηνίας, μέχρι τις εκβολές στον Κυπαρισσιακό Κόλπο. Συγκριτικά με το μήκος της έχει πολλά νερά που την τροφοδοτούν συνεχώς καθ οδόν. Οι πηγές της αλλά και ολόκληρη η διαδρομή της είναι ανάμεσα στα βουνά Μίνθη (στα βόρεια), Λύκαιο (στα ανατολικά) και Τετράζιο (στα νότια). Τα τρία αυτά βουνά είναι μέτριου υψομέτρου με μέγιστο γύρω στα 1.400 μέτρα. Αποτελούν μαζί ένα διακριτό ορεινό όγκο που διαχωρίζεται από τα υπόλοιπα βουνά της Πελοποννήσου, από τον Αλφειό και το οροπέδιο της Μεγαλόπολης. Τα βουνά αυτά σχηματίζουν διάφορα συμπλέγματα που εμφανίζονται με διαφορετικά ονόματα. Έτσι στο σημείο όπου ενώνονται η Μίνθη με το Λύκαιο σχηματίζεται ένας μικρός ξεχωριστός βραχίονας που κατευθύνεται προς το νότο στη Νέδα. Αυτό είναι το λεγόμενο Κωτίλιο όρος όπου βρίσκεται και ο Ναός του Επικούρειου Απόλλωνα. Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 18 -
Οι βασικές πηγές του ποταμού βρίσκονται σε υψόμετρο περίπου 700 μ. κοντά στα χωριά Νέδα και Πέτρα. Το συνολικό μήκος του ποταμού είναι περίπου 32 χιλιόμετρα περίπου και εκβάλει βόρεια του οικισμού της Ελαίας στον Κυπαρισσιακό Κόλπο. Η Νέδα κινείται μέσα στα ασβεστολιθικά πρανή της περιοχής μελέτης ακολουθώντας την έντονη μορφολογία των σχηματισμών. Στο μεγαλύτερο τμήμα του ο ποταμός διασχίζει απότομα πρανή και χάνεται σε σπηλιές που σχηματίζονται λόγω της έντονης καρστικοποίησης των κατακερματισμένων ασβεστολίθων, μέχρις ότου καταλήξει λίγο μετά τον οικισμό του Στομίου σε χαμηλότερο ανάγλυφο, μέσα στις ποτάμιες αποθέσεις του. Σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΓΕ η μέση ετήσια βροχόπτωση ανέρχεται σε 900 mm, ο μέσος ετήσιος όγκος νερού φθάνει τα 261 x 10 6 m 3, η δε συνολική ετήσια απορροή εκτιμάται σε 90 x 10 6 m 3. Άλλοι σημαντικοί ποταμοί του ΥΔ είναι οι ποταμοί Νέδων, Άρι στα όρια της υδρολογικής λεκάνης του Πάμισου ο οποίος εκβάλλει επίσης στο Μεσσηνιακό κόλπο, Βέλικας, και Καλό Νερό. Αξιολόγηση ποιοτικής κατάστασης επιφανειακών υδάτων Η εκτίμηση της ποιοτικής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων του διαμερίσματος έγινε με βάση τα στοιχεία του Υπουργείου Γεωργίας για τα ποτάμια Αλφειό, Πάμισο, Άρη και Νέδα που καλύπτουν τις περιόδους 1981-1998 και 1998-2001 και τα στοιχεία του ΕΚΘΕ για τους ποταμούς Αλφειό, Λούσιο (παραπόταμος Αλφειού), Λάδωνα, Νέδα και Πάμισο που αφορούν στην περίοδο Καλοκαίρι 2000 - Άνοιξη 2001. Για τους ποταμούς Αλφειό, Λάδωνα, Πάμισο και Νέδα, χρησιμοποιήθηκαν επίσης επεξεργασμένα στοιχεία του ΥΠΕΧΩΔΕ για την περίοδο 2000-2002. Στη συνέχεια ακολουθούν τα συμπεράσματα της αξιολόγησης της ποιοτικής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων του διαμερίσματος με βάση τα ως άνω στοιχεία, μετά την επεξεργασία και αξιολόγηση που διεξήχθη στα πλαίσια της μελέτης Εθνικού Προγράμματος Διαχείρισης και Προστασίας των Υδατικών Πόρων, ΕΜΠ 2007. Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 19 -
Ποταμός Αλφειός Για τον ποταμό Αλφειό υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία από το Υπουργείο Γεωργίας σε 8 χαρακτηριστικές θέσεις: στη γέφυρα εθνικής οδού Τρίπολης-Καλαμάτας, στη γέφυρα Καρίταινας, στη συμβολή του ποταμού με Καστρίτσι, στο φράγμα Φλόκα, κατάντη της γέφυρας Ελισσώνας-Αλφειού, στην αρχή της Τάφρου 19Τ0-1, στην Τάφρο 19Τ0-3 προ της θέσης απόρριψης αποβλήτων «Αιγαίο» και στην Τάφρο 19Τ0-3-2, ενώ την περίοδο 1998-2001 οι δειγματοληψίες περιορίζονται στις τέσσερις πρώτες θέσεις. Για την περίοδο 2000-2002 υπάρχουν στοιχεία του ΥΠΕΧΩΔΕ για παραμέτρους όπως BOD, άζωτο και φώσφορος σε δυο θέσεις: κατάντη της συμβολής με τον ποταμό Λάδωνα και στις εκβολές. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία φαίνεται ότι καταρχήν ο Αλφειός έχει χαρακτηριστικά που ικανοποιούν τις απαιτήσεις των υφισταμένων χρήσεων, οι οποίες αφορούν κυρίως σε άρδευση γεωργικών εκτάσεων. Με εξαίρεση τις θέσεις δειγματοληψίας στις αποστραγγιστικές τάφρους 19Τ0-1, 19Τ0-3 και 19Τ0-3-2 όπου εμφανίζονται ιδιαίτερα υψηλές τιμές χλωριόντων, βαθμού απορρόφησης νατρίου (S AR) και αγωγιμότητας, στο κύριο τμήμα του ποταμού οι βασικές αγρονομικές παράμετροι κυμαίνονται σε ικανοποιητικά επίπεδα. Σε σχέση με τις σημαντικές παραμέτρους των θρεπτικών (NO 3, NH 4, Ολικό-Ρ), οι συγκεντρώσεις που έχουν καταγραφεί στη θέση του φράγματος Φλόκα στην συμβολή με τον ποταμό Λάδωνα και στις εκβολές κυμαίνονται στα επίπεδα τιμών που προδιαγράφονται για τα υδάτινα σώματα κατηγορίας Α1, καθιστώντας τον Αλφειό κατάλληλο για πρόσληψη νερού προς πόση έπειτα από επεξεργασία (Οδηγία 75/440/ΕΟΚ). Ωστόσο θα πρέπει να επισημανθεί ότι κατά την περίοδο 1998-2001 αυξημένες συγκεντρώσεις νιτρικών καταγράφονται σε τρεις θέσεις. Ειδικότερα η μέγιστη τιμή του 95% των δειγμάτων βρίσκεται στα 26.4 mg/l στη γέφυρα Ε.Ο. Τρίπολης - Καλαμάτας, 44.3 mg/l στη γέφυρα Καρύταινας και 41.0 mg/l στη συμβολή με Καστρίτσι. Επίσης πάνω από τα επιτακτικά όρια της Οδηγίας βρίσκονται οι συγκεντρώσεις θειικών στις θέσεις γέφυρα Καρύταινας και συμβολή με Καστρίτσι όπου το 95% των δειγμάτων ανέρχεται σε 6.1 meq/l και 7.1 meq/l αντίστοιχα με όριο τα 250 mg/l SO 4 (5.20 meq/l), ενώ το 95% των δειγμάτων της ηλεκτρικής αγωγιμότητας οριακά υπερβαίνει την προτεινόμενη τιμή των 1000 μmhos/cm και στις δύο θέσεις. Επισημαίνεται, επίσης, το χαμηλό επίπεδο μικροοργανικών (εκτός φυτοφαρμάκων) στον ποταμό Αλφειό που για καμία από τις εξεταζόμενες ουσίες δεν υπερβαίνει τα όρια της ελληνικής νομοθεσίας (Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου υπ' αριθμόν 2/1-2- 2001) και για τις περισσότερες βρίσκεται σε πρακτικά μη ανιχνεύσιμα επίπεδα. Χαμηλό είναι επίσης το επίπεδο των βαρέων μετάλλων που έχουν μετρηθεί στα ύδατα του Αλφειού. Ωστόσο ορισμένα μέταλλα όπως το Αργίλιο, ο Σίδηρος και το Μαγγάνιο έχουν μετρηθεί σε συγκεντρώσεις μεγαλύτερες από τις ενδεικτικές τιμές Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 20 -
που καθορίζονται από την ελληνική νομοθεσία (Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου υπ' αριθμόν 2/1-2-2001). Η ποιότητα των υδάτων του ποταμού Λούσιου (παραπόταμος του Αλφειού) σύμφωνα με τα αποτελέσματα των μετρήσεων του ΕΚΘΕ φαίνεται ότι καταρχήν καλύπτουν τις προϋποθέσεις της κατηγορίας Α1 για πρόσληψη νερού για πόση μετά από επεξεργασία (Οδηγία 75/440/ΕΟΚ). Ποταμός Πάμισος Για τον Πάμισο υπάρχουν μετρήσεις αγρονομικών κυρίως χαρακτηριστικών (θειικά, ιόντα χλωρίου, SAR, αγωγιμότητα κτλ), σε τρεις θέσεις δειγματοληψίας: τη γέφυρα Πάμισου, το Φράγμα Πάμισου και τη θέση Μεγάλο Μάτι, για την περίοδο 1982-1998. Επιπλέον υπάρχουν κάποιες περιορισμένες μετρήσεις στην περιοχή των πηγών Αγ. Φλώρου και Πήδημα για χλωριούχα, θειικά, νάτριο, μαγνήσιο και ασβέστιο (Διδακτορική Διατριβή Σμυρνιώτης Χ., 1982), καθώς επίσης και στοιχεία του ΥΠΕΧΩΔΕ (BOD, COD, άζωτο, φώσφορος) για την περίοδο 2000-2002 στις εκβολές του ποταμού. Από την αξιολόγηση των παραπάνω στοιχείων προκύπτει ότι η ποιότητα των υδάτων του Πάμισου καλύπτει τις απαιτήσεις βασικών αγρονομικών κριτηρίων για άρδευση γεωργικών εκτάσεων. Η ποιότητα των υδάτων του ποταμού, σύμφωνα με περιορισμένες μετρήσεις νιτρικών της περιόδου 1982-1998, φαίνεται να μην επιτρέπει την επέκταση των χρήσεων (π.χ. πρόσληψη νερού προς πόση), καθώς οι συγκεντρώσεις νιτρικών που έχουν καταγραφεί κυμαίνονται συστηματικά σε επίπεδα υψηλότερα (σχεδόν διπλάσια) από την μέγιστη επιτρεπόμενη τιμή (επιτακτική τιμή) που καθορίζεται στην Οδηγία 75/440/ΕΟΚ προκειμένου ένα υδάτινο σώμα να είναι κατάλληλο για πρόσληψη νερού για πόση ύστερα από κατάλληλη επεξεργασία (50 mg/l ΝO 3 ). Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι έχουν καταγραφεί συγκεντρώσεις νιτρικών στο διάστημα 90.7-117.2 mg/l NO 3 με ενδεικτική τιμή (διάμεση τιμή) 102.2 mg/l NO 3. Ωστόσο θα πρέπει να επισημανθεί ότι το παραπάνω συμπέρασμα βασίζεται σε περιορισμένα δεδομένα τα οποία αφορούν σε μία μόνο θέση δειγματοληψίας (Μεγάλο Μάτι) και αποκλειστικά στην περίοδο 1990-1993. Σύμφωνα με πιο πρόσφατα στοιχεία, τόσο οι συγκεντρώσεις θρεπτικών (ΥΠΕΧΩΔΕ, 2000-2002), όσο και τα αγρονομικά χαρακτηριστικά (Υπουργείο Γεωργίας, 1998) του ποταμού Πάμισου, βρίσκονται εντός των ορίων που χαρακτηρίζουν τα υδάτινα σώματα κατηγορίας Α1. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι συγκεντρώσεις των νιτρικών στις εκβολές του ποταμού εμφανίζονται πλέον πολύ χαμηλότερες, με τη μέγιστη τιμή να ανέρχεται στα 6.16 mg/l NO3. Κατά συνέπεια για την ασφαλή εκτίμηση της ποιοτικής κατάστασης του ποταμού απαιτείται η υλοποίηση ενός πληρέστερου προγράμματος παρακολούθησης των ποιοτικών του χαρακτηριστικών. Σχετικά αυξημένες εμφανίζονται επίσης οι συγκεντρώσεις θειικών, χωρίς ωστόσο να παραβιάζεται η μέγιστη επιτρεπόμενη τιμή (επιτακτική τιμή) που καθορίζεται στην Οδηγία 75/440/ΕΟΚ προκειμένου ένα υδάτινο σώμα να είναι κατάλληλο για Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 21 -
πρόσληψη νερού για πόση (5.20 meq/l SO 4 ). Οι υψηλότερες συγκεντρώσεις μετρήθηκαν στη θέση Μεγάλο Μάτι και κυμαίνονται σε επίπεδα από 2.8-4.2 meq/l SO 4 με διάμεση τιμή 3.3 meq/l SO 4 και μέγιστη τιμή του 95% των δειγμάτων 4.14 meq/l SO 4. Πάντως, σε ότι αφορά στις αυξημένες συγκεντρώσεις θειικών, εκτιμάται ότι αυτές μπορεί να οφείλονται στην φύση των πετρωμάτων της περιοχής και δεν υποδηλώνουν κατ ανάγκη ρύπανση της περιοχής (Διδακτορική Διατριβή, Σμυρνιώτης Χ., 1982). Ποταμός Άρης Τα διαθέσιμα στοιχεία για τον ποταμό Άρη περιορίζονται σε μετρήσεις αγρονομικών κυρίως παραμέτρων για την περίοδο 1981-1998 στη θέση δειγματοληψίας Φράγμα Ασπροπούλιας, καθώς και σε περιορισμένες μετρήσεις της περιόδου 1998-1999 στις θέσεις συμβολή Μουτελάκι - Άριος και συμβολή Μουτελάκι - Κασκούτη. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία φαίνεται ότι η ποιότητα των υδάτων του Άρη καλύπτει καταρχήν τις απαιτήσεις για άρδευση γεωργικών εκτάσεων, καθώς οι κύριες αγρονομικές παράμετροι όπως τα χλωριόντα, ο βαθμός απορρόφησης νατρίου (SAR) και η αγωγιμότητα κυμαίνονται σε ικανοποιητικά επίπεδα για τη συγκεκριμένη χρήση. Ωστόσο επισημαίνεται ότι υψηλές συγκεντρώσεις χλωριόντων και θειικών έχουν καταγραφεί στη θέση συμβολή Μουτελάκι - Άριος κατά το έτος 1998. Για τον Άρη δεν υπάρχουν μετρήσεις νιτρικών, αμμωνίας, φωσφόρου και βαρέων μετάλλων καθώς και άλλων σημαντικών παραμέτρων με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η εκτίμηση της υδατοποιότητας του ποταμού σε σχέση με τη δυνατότητα πρόσληψης νερού για πόση. Ποταμός Νέδας Για τον ποταμό Νέδα υπάρχουν μετρήσεις στη θέση δειγματοληψίας γέφυρα Γιαννιτσοχωρίου για τις περιόδους 1986-1997 και 1998-2001. Ο μετρήσεις αυτές αφορούν κυρίως σε αγρονομικές παραμέτρους (θειικά, ιόντα χλωρίου, SAR, αγωγιμότητα κ.α.), ενώ για τη περίοδο 1986-1989 περιλαμβάνονται επίσης σποραδικές μετρήσεις θρεπτικών (νιτρικά, νιτρώδη, αμμωνιακά και ολικός φώσφορος). Για την περίοδο 2000-2002, υπάρχουν επίσης διαθέσιμα επεξεργασμένα στοιχεία του ΥΠΕΧΩΔΕ, που αφορούν μετρήσεις θρεπτικών, οργανικού άνθρακα και διαλυμένου οξυγόνου στις εκβολές του ποταμού. Με βάση τα πολύ περιορισμένα αυτά στοιχεία φαίνεται ότι ο Νέδας έχει χαρακτηριστικά που ικανοποιούν τις απαιτήσεις άρδευσης, επιπρόσθετα δε πληροί τις προϋποθέσεις για πρόσληψη πόσιμου νερού σύμφωνα με τα κριτήρια της κατηγορίας Α1. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η μέγιστη τιμή νιτρικών την περίοδο 2000-2002 βρίσκεται κοντά στα 3 mg/l NO 3, ενώ η αντίστοιχη τιμή αμμωνιακών είναι 0.08 mg/l NH 4. Ποταμός Λάδωνας Με βάση τα περιορισμένα στοιχεία αναφορικά με την ποιότητα των υδάτων του ποταμού Λάδωνα, φαίνεται ότι καταρχήν καλύπτουν τις προϋποθέσεις της Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 22 -
κατηγορίας Α1 για πρόσληψη νερού για πόση μετά από επεξεργασία (Οδηγία 75/440/ΕΟΚ), παρόλο που περιστασιακά έχουν μετρηθεί πολύ υψηλές τιμές φωσφορικών. 2.2.2 Κύριες υδρογεωλογικές λεκάνες Αναπτύσσονται δυο τύποι υδρογεωλογικών ενοτήτων: καρστικά συστήματα (πορώδες ρωγμών) και υδροφορείς κλαστικών σχηματισμών (πορώδες κόκκων). Αναλυτικότερα: α. Κύρια καρστικά συστήματα Καρστικό σύστημα Άνω Ρου Λάδωνα. Το τμήμα που αναπτύσσεται στους ασβεστόλιθους και δολομίτες της ζώνης Τριπόλεως εκφορτίζεται στις πηγές Πλανήτερου και Λυκουρίας. Η λεκάνη τροφοδοσίας αναπτύσσεται στα Αροάνεια και έχει διαπιστωθεί υδραυλική επικοινωνία με πηγές και καταβόθρες της πόλγης Φενεού (230 km 2 ), που ανήκει στο Υδατικό Διαμέρισμα Βόρειας Πελοποννήσου. Το τμήμα που αναπτύσσεται στους ασβεστόλιθους της ζώνης Πίνδου εκφορτίζεται στις πηγές Παναγίτσας, Μεθυδρίου, Πυργακίου κλπ. Η λεκάνη τροφοδοσίας επεκτείνεται ανατολικά του υδροκρίτη Μαίναλου και στην πόλγη της Χοτούσας, έχει συνολική έκταση 280 km 2 και ανήκει στο Υδατικό Διαμέρισμα Ανατολικής Πελοποννήσου. Η μέση παροχή των καρστικών πηγών του Λάδωνα εκτιμάται σε 5.5 m 3 /s, ενώ η συνολική υπόγεια απορροή των καρστικών συστημάτων προς το Λάδωνα εκτιμάται σε 20 m 3 /s. Καρστικό σύστημα Άνω Ρου Αλφειού. Αναπτύσσεται στους ασβεστόλιθους της ζώνης Τριπόλεως και Πίνδου και εκφορτίζεται από μια σειρά καρστικών πηγών υπερχείλισης, που εμφανίζονται στο οροπέδιο της Μεγαλόπολης και κατάντη, καθώς και στον παραπόταμο Λούσιο. Η μέση παροχή των καρστικών πηγών του ποταμού Λούσιου εκτιμάται σε 1 m 3 /s, ενώ η συνολική υπόγεια απορροή των καρστικών συστημάτων του Άνω Ρου Αλφειού εκτιμάται σε 6 m 3 /s. Καρστικό σύστημα νότιου τμήματος ζώνης Πίνδου. Η ζώνη της Πίνδου, λόγω τεκτονικής και στρωματογραφικής δομής, εμφανίζει μια σειρά από καρστικές πηγές υπερχείλισης ή επαφής υπερχείλισης, που εκδηλώνονται συνήθως στην επαφή ασβεστόλιθων και ραδιολαριτών. Μπορεί να χωριστεί σε τρεις άξονες εκφόρτισης: α. Κατά μήκος του ρήγματος του ποταμού Νέδα. β. Στην εσωτερική λεκάνη του Άνω Ρου Πάμισου. γ. Στο Μεσσηνιακό Κόλπο, όπου υπάρχουν ενδείξεις υφαλμύρισης. Υ.Δ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (01) - 23 -