ΙΩΑΝΝΑ ΛΕΚΚΑ ΚΑΤΣΟΥΛΗ (Αν/τρια Διευθύντρια Παθ/κού εργ. ΕΑΝΠ Μεταξά) KΑΡΚΙΝΩΜΑ ΠΕΟΥΣ Α. ΧΕΙΡΙΣΜΟΣ ΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΜΑΤΟΣ Ο καλύτερος τρόπος για να προετοιμαστεί κανείς ουσιαστικά, για να αντιμετωπίσει ένα παρασκεύασμα εκτομής πέους, είναι να εξοικειωθεί με την ανατομία και την ιστολογία του φυσιολογικού οργάνου. Η εξοικείωση θα βοηθήσει στη σωστή εκτίμηση των αλλοιώσεων και έτσι θα δοθούν οι σωστές απαντήσεις σε ερωτήσεις όπως, που εντοπίζεται η αλλοίωση; Σε ποια ανατομικά μέρη εκτείνεται; Πόσο κοντά είναι στο χειρουργικό όριο εκτομής ; Πριν αρχίσει κανείς να το παρασκευάζει θα πρέπει να έχει αναγνωρίσει τα τρία βασικά ανατομικά στοιχεία του όπως: 1. Tο σώμα (Shaft, body), το κυλινδρικό μέρος που καλύπτεται από ρυτιδώδες δέρμα και περιλαμβάνει τα τρία στυτικά σώματα, δηλαδή τα δύο σηραγγώδη (corpus cavernosum) ραχιαία και το μοναδικό σπογγώδες σώμα (corpus spongiosum) που περιβάλλει την ουρήθρα (u). 2. Τη βάλανο (Glans), κωνική επέκταση του ακραίου τμήματος του σπογγώδους σώματος 3. Την ακροποσθία (Foreskin), συσταλτή πτυχή δέρματος, που καλύπτει μερικά τη βάλανο. CL: συνήθη επίπεδα διατομών Επίσης πρέπει να γνωρίζει τα ανατομικά επίπεδα των επιμέρους ανατομικών στοιχείων Το σώμα αποτελείται από: Δέρμα (s - επιδερμίδα & χόριο) δαρτό (dt - δύο στιβάδες λείου μυός ) λιπώδη ιστό περιτονία του Buck (bf), που φθάνει μέχρι τη βαλανοποσθική αύλακα και αποτελείται από μεγάλου μεγέθους αγγεία ινώδη χιτώνα (a - tunica albuguinea) σηραγγώδες σώμα (cc corpus cavernosum) σπογγώδες σώμα (cs corpus spongiosum) που περιβάλλεται από ινώδη χιτώνα και εγκλείεται στην περιτονία του Buck. Η βάλανος έχει τις ακόλουθες στιβάδες : βλεννογόνο (m), πολύστιβο πλακώδες επιθήλιο, μη κερατινοποιούμενο σε μη περιτομηθέντες, με απουσία μελανοκυττάρων χαλαρό υπόστρωμα (lp - lamina propria) σπογγώδες σώμα. Στυτικός ιστός πλούσιος σε αναστομούμενο φλεβικό αγγειακό δίκτυο με πολλαπλά περιφερικά νεύρα ινώδη χιτώνα σηραγγώδες σώμα, έντονα αγγειοβριθές αναστομούμενο δίκτυο στυτικού ιστού με πεπαχυσμένο, από λείες μυϊκές ίνες, τοίχωμα αγγείων Η ακροποσθία έχει τις εξής 5 στιβάδες βλεννογόνο από πολύστιβο πλακώδες επιθήλιο χαλαρό υπόστρωμα δαρτό δέρμα (επιδερμίδα και χόριο)
Ο χειρισμός του εγχειρητικού παρασκευάσματος περιλαμβάνει, μετά τη μονιμοποίηση, τα ακόλουθα: Μακροσκοπική περιγραφή. Θα πρέπει να αναφερθούν και να καταγραφούν με λεπτομέρεια: 1.Τύπος επέμβασης. Μερική ή ολική εκτομή με ή χωρίς δέρμα οσχέου, βουβωνικούς λεμφαδένες ή όρχεις 2. Διαστάσεις όλου του παρασκευάσματος και κάθε στοιχείου χωριστά (ακροποσθίας, βαλάνου, σώματος). 3. Περιγραφή αλλοιώσεων, δηλ. αριθμός, μέγεθος, χρώμα, τύπος ανάπτυξης (οζώδης, ελκωτικός, διηθητικός, επίπεδος, ακροχορδονώδης), βάθος διήθησης και όρια εκτομής. Εξετάζοντας προσεκτικά τις επιφάνειες του παρασκευάσματος πρέπει να γνωρίζει κανείς, ότι τα περισσότερα από τα νεοπλάσματα προέρχονται από το επιφανειακό επιθήλιο της βαλάνου και της έσω επιφάνειας της ακροποσθίας. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να ελέγχεται προσεκτικά η βαλανοποσθική αύλακα μέχρι τα βαθύτερα σημεία της, να αξιολογείται κάθε περιοχή με αλλαγή χρώματος και να εκτιμάται κάθε ανώμαλη επιφάνεια υπό μορφή πλάκας που χαρακτηρίζει το κατά επιφάνεια επεκτεινόμενο καρκίνωμα. Επίσης επειδή το πλακώδες καρκίνωμα εμφανίζει πολυεστιακότητα, θα πρέπει να αναζητηθούν και άλλες πιθανές αλλοιώσεις. Σήμανση με σινική μελάνη του χειρουργικού ορίου συμπεριλαμβανομένης και της ουρήθρας. Διατομές - Λήψη τομών Αρχικά μπορεί να αφαιρεθεί η ακροποσθία κυκλοτερώς, αφήνοντας έως 5 χιλ. ή και περισσότερο αν χρειάζεται, από τη στεφάνη. Ακολούθως ελέγχεται προσεκτικά, στερεώνεται τεντωμένη και αφού μονιμοποιηθεί, παίρνονται συνεχόμενες κάθετες τομές, (έως 12, όταν πρόκειται για κακοήθεια) σύμφωνα με τη φορά του ωρολογίου. Ακολούθως παίρνεται μία πολύ λεπτή τομή από το σημείο του ακρωτηριασμού του σώματος, που αποτελεί το μοναδικό χειρουργικό όριο. Αν είναι δυνατόν, μπορεί να περιέχει όρια δέρματος, στυτικά σώματα και ουρήθρα. Διαφορετικά θα πρέπει να παρθούν τομές από το καθένα χωριστά. σχήμα 1 Ακολουθούν στη συνέχεια οι τρόποι χειρισμού του υπολοίπου παρασκευάσματος Αρχικά, παίρνονται τομές κάθετες προς τον επιμήκη άξονα του σώματος σε 2, 3 ή περισσότερα επίπεδα, αρχίζοντας από το σημείο ακρωτηριασμού ανάλογα με το είδος της επέμβασης (ολική ή μερική εκτομή). Αν πρόκειται για ολική εκτομή, οι τομές θα πρέπει να σταματήσουν 1-2 εκ. από τη στεφάνη ή πριν το V που σχηματίζει ο ινώδης χιτώνας (tunica albuguinea) στην πόσθη (σχήμα 1). Στη συνέχεια, στο τμήμα του σώματος που απέμεινε και στη βάλανο γίνεται μια επιμήκης τομή διαμέσου της ουρήθρας, ώστε να χωριστεί το παρασκεύασμα στη μέση. Η κεντρική αυτή τομή περιλαμβάνει όλα τα ανατομικά επίπεδα, από την επιδερμίδα έως τις βαθύτερες θέσεις, έτσι έχουμε όλες τις στιβάδες της ακροποσθίας, της βαλάνου και της ουρήθρας (σχήμα 2, 3). σχήμα 2 σχήμα 3 2
Ακολούθως, παίρνονται 3 έως 6 τομές, από κάθε ήμισυ, παράλληλες προς την αρχική μέση τομή, πάχους 2-3 mm, έτσι ώστε αποκαλύπτεται όλη η επιφάνεια της πόσθης, ένα μικρό μέρος της ακροποσθίας, η βαλανοποσθική αύλακα και μέρος του σηραγγώδους σώματος. Αυτός ο τρόπος διευκολύνει την αναγνώριση όλων των ανατομικών δομών του πέους και την αναπαραγωγή της αλλοίωσης σε διάγραμμα εάν κρίνεται απαραίτητο. Στη συνέχεια γίνεται η δειγματοληψία του όγκου, με τομές που να αναδεικνύουν τη σχέση του με το επιφανειακό επιθήλιο, την ουρήθρα, το σπογγώδες και το σηραγγώδες σώμα. Στους όγκους που διηθούν την ουρήθρα θα πρέπει να καθοριστεί το σύνολο της επέκτασής τους, με κάθετες τομές επαναλαμβανόμενες κατά μήκος όλου του οργάνου, διατηρώντας κανονικά μεσοδιαστήματα (σχήμα 4). σχήμα 4 ΚΑΚΟΗΘΕΙΣ ΕΠΙΘΗΛΙΑΚΟΙ ΟΓΚΟΙ Πλακώδες καρκίνωμα Βασικού τύπου (basaloid) Warty (κονδυλωματώδες) Ακροχορδονώδες (verrucous) Θηλώδες, ΝΟS Σαρκωματώδους τύπου Μικτό Αδενοπλακώδες Β. ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΟΓΚΩΝ ΠΕΟΥΣ (WHO 2004 ) Καρκίνωμα Merkel Μικροκυτταρικό καρκίνωμα, νευροενδοκρινούς τύπου Σμηγματογόνο (sebaceous),καρκίνωμα Διαυγοκυτταρικό (clear cell), καρκίνωμα Βασικοκυτταρικό καρκίνωμα Προκαρκινικές και μελανοκυτταρικές αλλοιώσεις, Ογκοι μεσεγχυματογενείς, αιμοποιητικού και μεταστατικοί 3
Μέση ηλικία εμφάνισης τα 58 έτη. ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ Συχνότητα. Ποικίλλει ανά τον κόσμο. Είναι σπάνιο (0,3-1/100.000) στο Δυτικό κόσμο, όπως ΗΠΑ, Ευρώπη και υψηλότερο στις αναπτυσσόμενες χώρες ιδιαίτερα Νότια Αμερική, Αφρική και Ασία εκτός της Ιαπωνίας. Αιτιολογικοί παράγοντες Περιβαλλοντικοί, κακή υγιεινή (χρόνιες φλεγμονές), κάπνισμα, ακτινοβολία, HPV λοίμωξη, μη περιτομή. Εντόπιση Η πλειονότης των καρκινωμάτων αναπτύσσεται στο πλακώδες επιθήλιο του βλεννογόνου της βαλάνου, της ακροποσθίας και της βαλανοποσθικής αύλακας. Επέκταση Το καρκίνωμα επεκτείνεται αρχικά λεμφαγγειακά, με τα λεμφαγγεία της ακροποσθίας και του δέρματος του σώματος, πηγαίνοντας στη ρίζα του πέους και από εκεί στους επιπολής βουβωνικούς λεμφαδένες (12-15 LNs), ακολούθως στους εν τω βάθει βουβωνικούς (2-3 LNs) και στη συνέχεια στους πυελικούς και οπισθοπεριτοναικούς. Αιματογενής, συστηματική διασπορά παρατηρείται αργότερα. Συνηθέστερα όργανα είναι ήπαρ, καρδιά, πνεύμονες και οστά. ΠΛΑΚΩΔΕΣ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ & ΤΥΠΟΙ ΤΟΥ Το πλακώδες καρκίνωμα ταξινομείται ανάλογα, με τον τύπο ανάπτυξης, την εντόπιση και την ιστολογική εμφάνιση. Υπάρχουν τρεις κύριοι τύποι ανάπτυξης: Επιφανειακά επεκτεινόμενο. Εντοπίζεται στη βάλανο, βαλανοποσθική αύλακα και ακροποσθία. Αποτελεί το 1/3 των καρκινωμάτων της περιοχής αυτής. Στο 60% των περιπτώσεων διηθούνται περισσότερα από ένα ανατομικά στοιχεία (βάλανος, βαλανοποσθική αύλακα ή ακροποσθία). Είναι επίπεδος ή ελαφρά επηρμένος όγκος, επεκτείνεται οριζόντια και διηθεί τα επιπολής ανατομικά επίπεδα. Είναι συνήθως καλά έως μέτρια διαφοροποιημένος, με μικρή πιθανότητα λεμφαδενικών μεταστάσεων. Σε προχωρημένο στάδιο μπορεί να αναπτύξει και κάθετη φάση, με διήθηση του σπογγώδους και σηραγγώδους σώματος ή του δέρματος. Το πάχος του νεοπλάσματος ποικίλλει από 1 έως 10 mm. Μικροσκοπικά αναγνωρίζεται συνδυασμός ενδοεπιθηλιακού και διηθητικού καρκινώματος, ποικίλης διαφοροποίησης. 4
Κάθετα αναπτυσσόμενο. Αποτελεί το 20% των καρκινωμάτων του πέους. Χαρακτηρίζεται από προέχουσα μάζα, συχνά ελκωτική ή αιμορραγική που διηθεί κάθετα και σε βάθος τους υποκείμενους ιστούς. Ετσι συχνά διηθεί τον ινώδη χιτώνα και περιβάλλει την ουρήθρα. Είναι υψηλής κακοήθειας με μεγάλη συχνότητα λεμφαδενικών μεταστάσεων. Πολυκεντρικό. Αποτελεί το 5% των καρκινωμάτων στην περιοχή αυτή. Είναι συχνότερο στην ακροποσθία και αποτελείται από δύο ή περισσότερες ανεξάρτητες εστίες, σύγχρονες ή μετάχρονες, που χωρίζονται από υγιή ιστό. Ο τύπος αυτός θα γίνει εμφανής μόνο με το σωστό χειρισμό του παρασκευάσματος. Μικροσκοπικά θα αναδειχθεί ενδοεπιθηλιακό και διαφόρου βαθμού κακοήθειας διηθητικό καρκίνωμα. Μπορεί να υπάρχουν επίσης: Ακροχορδονώδους τύπου verruciform (25%), όπως τα verrucous, warty & papillary ΝΟS καρκινώματα. Είναι μεγάλα, εξωφυτικά, με θηλώδη αρχιτεκτονική νεοπλάσματα με καλά αφοριζόμενη βάση, που θα πρέπει να διαφοροδιαγνωστούν από τα γιγάντια οξυτενή κονδυλώματα. Τα περισσότερα από αυτά είναι χαμηλού βαθμού κακοήθειας, μη διηθητικά ή διηθούν επιπολής το χόριο και σπάνια τα βαθύτερα επίπεδα. Μικτού τύπου (10-15%), με συμμετοχή περισσοτέρων του ενός από τους ανωτέρω τύπους ανάπτυξης. Ετσι η μακροσκοπική τους εικόνα είναι ποικίλη και έχουν συνήθως συνδυασμό ιστολογικών χαρακτηριστικών. 5
Ανάλογα με την ιστολογική εικόνα διακρίνεται σε: Πλακώδες καρκίνωμα, συνήθους τύπου (70%). Είναι συνήθως καλά ή μέτρια διαφοροποιημένο και σπάνια χαμηλής διαφοροποίησης. H διαφορική του διάγνωση θα πρέπει να γίνει κυρίως από την ψευδοεπιθηλιοματώδη υπερπλασία, όπου το υπερπλαστικό επιθήλιο έχει επιμηκυσμένες, λεπτές, γωνιώδεις καταδύσεις που δίνουν την εντύπωση αθροίσεων που διηθούν το χόριο, χωρίς όμως κυτταρική ατυπία και με το χαρακτηριστικό περιφερικό palisading των πυρήνων. Επίσης πρόβλημα διαφορικής διάγνωσης μπορεί να προκύψει με το ουροθηλιακό καρκίνωμα μεταστατικό ή κατά συνέχεια ιστού επεκτεινόμενο. Βασικού τύπου (10%). Συνδέεται με HPV λοίμωξη. Αποτελείται από συμπαγείς αθροίσεις μικρών χαμηλά διαφοροποιημένων βασικού τύπου κυττάρων. Εχει υψηλή συχνότητα υποτροπών, λεμφαδενικών μεταστάσεων και επομένως κακή πρόγνωση. Ακροχορδονώδους τύπου - verruciform (20%) όπως: 1. Warty (κονδυλωματώδες). Σχετίζεται με HPV λοίμωξη, είναι χαμηλού βαθμού κακοήθειας, με κυματοειδείς θηλές και ανώμαλη διήθηση στρώματος. Τα ιστολογικά αυτά χαρακτηριστικά το διαφοροποιούν από το verrucous (ακροχορδονώδες) καρκίνωμα. 6
2. Verrucous (ακροχορδονώδες). Ιδιαίτερα καλά διαφοροποιημένο, εξωφυτικό, με θηλές ευρείας βάσης, υπερκερατωσικό, με ομαλά (pushing) όρια σε σχέση με το χόριο, χωρίς αλλοιώσεις κοιλοκυτταρικής ατυπίας. 3. Θηλώδες (ΝΟS). Εξωφυτικό, θηλώδες με κυτταρική ατυπία, χωρίς στοιχεία HPV λοίμωξης και με ανώμαλα διηθητικά όρια. Είναι το συχνότερο από τα ακροχορδονώδους τύπου καρκινώματα. Σαρκωματώδους τύπου. Είναι σπάνιος (1%), μεγάλος σε μέγεθος όγκος, ιδιαίτερα κακοήθης με ατρακτόμορφα ή γιγάντια κύτταρα, χωρίς σαφή πλακώδη στοιχεία, με κύρια εντόπιση τη βάλανο και με υψηλή συχνότητα λεμφαδενικών μεταστάσεων. \ 7
ΠΡΟΓΝΩΣΗ Α. Κλινικό στάδιο κατά ΤΝΜ Τ πρωτοπαθής όγκος ΤΧ πρωτοπαθής όγκος, δεν προσδιορίζεται Τ0 Καμία ένδειξη πρωτοπαθούς όγκου Τis Καρκίνωμα in Situ Ta Μη διηθητικό ακροχορδονώδες (verrucous) Ca T1 Διήθηση χορίου Τ2 Διήθηση σπογγώδους ή σηραγγώδους σώματος Τ3 Διήθηση ουρήθρας ή προστάτη Τ4 Διήθηση παρακείμενων ιστών Ν Επιχώριοι LNs ΝΧ Επιχώριοι LNs δεν προσδιορίζονται Ν0 Αρνητικοί επιχώριοι LNs Ν1 Μετάσταση σε έναν επιπολής βουβωνικό LN N2 Μετάσταση σε επιπολής βουβωνικούς LNs άμφω Ν3 Μετάσταση σε εν τω βάθει βουβωνικούς ή πυελικούς LNs M Μεταστάσεις ΜΧ Δεν προσδιορίζονται Μ0 Χωρίς μετάσταση Μ1 Με μετάσταση ΣΤΑΔΙΟ 0 Τis N0 M0 Ta N0 M0 I T1 N1 M0 II T1 N1 M0 T2 N0,N1 M0 III T1,T2 N2 Μ0 T3 N0,N1,N2 M0 IV T4 κάθε Ν Μ0 κάθε Τ Ν3 Μ0 κάθε Τ κάθε Ν Μ1 B. Ιστολογικές παράμετροι Μέγεθος όγκου. Oσο μεγαλύτερο το μέγεθος του όγκου, τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα μεταστάσεων. Εξαιρούνται τα ακροχορδονώδους τύπου- verruciform. Εντόπιση. Ογκοι στην ακροποσθία έχουν καλύτερη πρόγνωση ενώ στη βαλανοποσθική αύλακα χειρότερη, όπου η διήθηση της περιτονίας του Buck δίνει εύκολα μεταστάσεις, λόγω των αγγείων μεγάλου μεγέθους που περιέχει. Τύπος ανάπτυξης. Εξωφυτική (καλύτερη πρόγνωση), κατ επιφάνεια επεκτεινόμενη (ενδιάμεση 10% θνησιμότης), κάθετη ανάπτυξη (χειρότερη 67% θνησιμότης). Ιστολογικός τύπος. Ακροχορδονώδες, θηλώδες και κονδυλωματώδες (καλύτερη πρόγνωση), κοινό πλακώδες μη θηλώδες (ενδιάμεση), ενώ βασικού και σαρκωματώδους τύπου (χειρότερη). Βαθμός κακοήθειας (Grade 1 έως 3). Διήθηση. Η ποσοτική εκτίμησή της μπορεί να γίνει εκτιμώντας: Το ανατομικό επίπεδο και Το πάχος διήθησης του σπογγώδους σώματος από τον όγκο (σε mm). Το σπογγώδες σώμα έχει διάφορο πάχος, που κυμαίνεται από 6-8 έως 13 mm. Το όριο ασφαλείας για μεταστάσεις είναι περίπου 4-6 mm. Στους μη εξωφυτικούς όγκους, η μέτρηση γίνεται από τη βασική μεμβράνη του παρακείμενου πλακώδους επιθηλίου έως το βαθύτερο σημείο 8
διήθησης, ενώ στα εξωφυτικά-θηλώδους αρχιτεκτονικής καρκινώματα, από τη μη κερατινοποιούμενη επιφάνεια του όγκου έως το βαθύτερο σημείο διήθησης. Ετσι η διήθηση των επιπολής ανατομικών επιπέδων, (χαλαρό υπόστρωμα-lamina propria), συνδέεται με μικρότερη συχνότητα μεταστάσεων, συγκριτικά με τη διήθηση των βαθύτερων επιπέδων. Διήθηση αγγείων. Οι τρεις στατιστικά περισσότερο σημαντικές παθολογοανατομικές παράμετροι που σχετίζονται με την τελική έκβαση της νόσου είναι ο βαθμός κακοήθειας, το βάθος διήθησης και τα έμβολα σε αγγεία, ιδιαίτερα δε ο συνδυασμός βαθμού κακοήθειας και βάθους. Εχουν προταθεί κατά καιρούς διάφορα συστήματα βαθμοποίησης της πρόγνωσης. Το 1991 οι Maiche και συνεργάτες πρότειναν ένα σύστημα Grade 4 βαθμών (1-4), βαθμοποιώντας την κερατινοποίηση, τις μιτώσεις, την κυτταρική ατυπία και τη φλεγμονώδη αντίδραση. Το 1995 ο McDougal, πρόσθεσε το βάθος διήθησης σε συνδυασμό με το βαθμό κακοήθειας, ενώ αργότερα το 2000 με τους συνεργάτες του, καθιέρωσε σύστημα 6 βαθμών (1-6). Αξιολογώντας το συνδυασμό του βαθμού κακοήθειας από 1 έως 3 και του ανατομικού επιπέδου διήθησης από 0 έως 3 προκύπτει ένα τελικό άθροισμα από 1 έως 6, που αποτελεί τον προγνωστικό δείκτη, όπως φαίνεται στον πίνακα. Α: Βαθμοποίηση Grade (βαθμού κακοήθειας) Grade Βαθμός Ι 1 ΙΙ 2 ΙΙΙ 3 Β: Βαθμοποίηση ανατομικού επιπέδου διήθησης Εντόπιση Ανατομικό επίπεδο Βαθμοί Βάλανος Επιθήλιο 0 Χόριο 1 Σπογγώδες σώμα 2 Σηραγγώδες σώμα 3 Ακροποσθία Επιθήλιο 0 Χόριο 1 Δαρτός 2 Δέρμα 3 Βαλανοποσθική αύλακα Επιθήλιο 0 Χόριο 1 Δαρτός 2 Περιτονία του Buck 3 9
Ετσι οι ασθενείς ανάλογα με τον προγνωστικό δείκτη διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες κινδύνου: Χαμηλού 1 έως 3, πολύ χαμηλός κίνδυνος μεταστάσεων ή θανάτου. Ενδιαμέσου 4 (το συνηθέστερο), 10%-20% λεμφαδενικές μεταστάσεις. Υψηλού 5 & 6, συχνές λεμφαδενικές μεταστάσεις και κακή πρόγνωση. Αλλες προγνωστικές παράμετροι - Μοριακοί δείκτες DNA ploidy, δεν έχει βρεθεί να σχετίζεται με την πρόγνωση /διπλοιδικοί όγκοι έχουν καλύτερη πρόγνωση σε σχέση με τους ανευπλοιδικούς. Ρ53, φαίνεται να αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για λεμφαδενικές μεταστάσεις, επιδείνωση της νόσου και επιβίωση. HPV, δεν σχετίζεται άμεσα με την πρόγνωση. Είναι απαραίτητες επιπλέον κυτταρικές αλλαγές για να ολοκληρωθεί η κακοήθης εξαλλαγη. Ο συνδυασμός θετικών Ρ53 και ΗΡV DNA ασθενών έχει συσχετισθεί με χειρότερη πρόγνωση. P21, Ki67, τελομεράση έχουν μελετηθεί χωρίς σημαντικά αποτελέσματα. Ιστική ηωσινοφιλία, συνδέεται με καλύτερη επιβίωση. Η παθολογοανατομική έκθεση θα πρέπει να περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες: Μέγεθος όγκου. Ανατομική θέση ανάπτυξης. Τύπο ανάπτυξης και ιστολογικό τύπο. Βαθμό κακοήθειας. Ανατομικό επίπεδο διήθησης και πάχος διήθησης του σπογγώδους σώματος, σε mm. Σχόλιο για διήθηση αγγείων και νεύρων. Ορια εκτομής. Συνοδές αλλοιώσεις. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Cubilla A.L, Velazquez J.E, Barreto J.E, Ayala G. The penis. In Sternberg s Diagnostic Surgical Pathology, 4 th ed.,vol.2, p 2232-2273, 2004 Cubilla A.L, Dillner J, Schellhammer P.F, Horenblas S, Ayala A.G, ReuterV.E, Von Krogh G. Malignant epithelial tumours, Tumours of the penis. In Tumours of the Urinary System and Male Genital Organs. WHO classification, p 279 298, 2004 Weste W.H, Hruban R.H, Phelps T.H, Isacson C. Surgical Pathology Dissection. 2d ed. Chapter 30.The Penis. p 172-175. 2003. Young R.H., Srigley J.R., Amin M.B.,Ulbright T.M.,Cubilla A.L. Tumors of the Prostate Gland, Seminal Vesicles, Male Urethra, and Penis. Atlas of Tumor Pathology AFIP. p. 403 449. 2000. 10