ΘΕΩΡΙΑ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ



Σχετικά έγγραφα
Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ

Μονοπώλιο. Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Αρ. Διάλεξης: 10

ΦΥΣΙΚΟ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ. Κεφάλαιο 5ο

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΑ

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Αρ. Διάλεξης: 11

(γ) Τις μορφές στρατηγικής αλληλεπίδρασης που αναπτύσσονται

Μονοπώλιο. Μονοπώλιο Κλωνάρης Στάθης

Τέλειος ανταγωνισμός είναι μια ακραία συμπεριφορά της αγοράς, όπου πολλές εταιρίες ανταγωνίζονται με τις παρακάτω προϋποθέσεις :

Ιδιωτικοποίηση ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ. Δρ. Κων/νος Κάρρας ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

Εισαγωγή. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto. 1. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (επεξεργασία σημειώσεων Β. Ράπανου)

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ. Ενότητα 4. Ευτύχιος Σαρτζετάκης Τμήμα Οικονομικών Επιστημών

(1β) Μη Χωροθετικά Υποδείγματα Διαφοροποιημένου Προϊόντος με Ενδογενές Πλήθος Επιχειρήσεων

ΛΥΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΠΡΩΤΟΥ ΠΑΚΕΤΟΥ. max. ( ) (16 ) Q Q = +. [1]

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Ακαδηµαϊκό έτος (διαβάζουμε κεφ. 4 από Μ. Χλέτσο και σημειώσεις στο eclass)

Θεωρία: dq1 dq1 dq1 P1 E1. dq2 dq2 dq2 P2 E2 1 1 P E E. d π dp dc dq dq dq. dp dc dq dq

Δημόσια Οικονομική. Κατ επιλογήν υποχρεωτικό, 3 ώρες εβδομαδιαίως, Θεωρία, Διδάσκον: Νικόλαος Τσούνης. Νικόλαος Τσούνης Δημόσια Οικονομική 1


ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ. Κεφάλαιο 12. Τα χαρακτηριστικά των µονοπωλιακών αγορών

Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας. Οικονομικά της ευημερίας 3/9/2017. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης

ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Notes. Notes. Notes. Notes

ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

Διάλεξη 5. Αναποτελεσματικότητα Μονοπωλίου VA 24

Τόμος Γ - Δημόσια Οικονομική

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΡΙΣΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΦΟΡΟΥ


ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας 2/26/2016. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto: ορισμός. ορισμός.

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΟΥΣ Σάββατο Proslipsis.gr ΚΛΑ ΟΣ ΠΕ 18 ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΤΕΙ

ΣΥΝΘΕΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Μονοπωλιακός Ανταγωνισμός. Αρ. Διάλεξης: 12

3. Ανταγωνισμός ως προς τις Τιμές: Το Υπόδειγμα Bertrand

ΜΟΝΟΠΩΛΙΑΚΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

ΑΓΟΡΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

ΑΟΘ : ΘΕΜΑΤΑ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΜΟΡΦΕΣ ΑΓΟΡΑΣ. 1. Τι πρέπει να κατανοήσει ο μαθητής

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ

Μορφές και Θεωρίες Ρύθµισης

Διάκριση Τιμών. p, MR, MC. p Μ Μ Ε. p *

Μονοπώλιο. U(q, m) = B(q) + m γραμμικές (οιωνεί) w i αρχική του αγαθού m

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

Σύντομος πίνακας περιεχομένων


ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ. Εισαγωγή

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 4 η. Επιπτώσεις Επενδυτικών Έργων και Μέτρων Πολιτικής

Μονοπωλιακή Ισορροπία - Αν η αγορά του αγαθού Α είναι πλήρως ανταγωνιστική, τότε η ατομική επιχείρηση θεωρεί δεδομένη την τιμή (p) και, επομένως,

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ. 2. Τι περιλαμβάνει ο στενός και τι ο ευρύτερος δημόσιος τομέας και με βάση ποια λογική γίνεται ο διαχωρισμός μεταξύ τους;

Μικροοικονομική. Μορφές αγοράς

εάν είναι ο µοναδικός πωλητής του προϊόντος Το προϊόν της, δεν έχει στενά υποκατάστατα.

Πρώτο πακέτο ασκήσεων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδημαϊκό έτος Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Εξέταση στο μάθημα: Δημόσια Οικονομική Διδασκαλία: Γεωργία Καπλάνογλου

Διάκριση Τιμών 2 ου Βαθμού: Μη Γραμμική Τιμολόγηση (Nonlinear Pricing) - Η διάκριση τιμών 3 ου βαθμού προϋποθέτει ότι η μονοπωλιακή

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Υπεύθυνος μαθήματος Καθηγητής Μιχαήλ Ζουμπουλάκης

1. Με βάση τον κανόνα της ψηφοφορίας με απλή πλειοψηφία, η ποσότητα του δημόσιου αγαθού που θα παρασχεθεί είναι η κοινωνικά αποτελεσματική ποσότητα.

Διάκριση Τιμών 3 ου Βαθμού: Κατάτμηση της Αγοράς

To 2 ο Θεμελιώδες Θεώρημα Ευημερίας

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Μικροοικονοµική Θεωρία. Μονοπώλιο. Μονοπώλιο. Μονοπώλιο. Notes. Notes. Notes. Notes. Κώστας Ρουµανιάς. 23 Σεπτεµβρίου 2014

10/3/17. Μικροοικονομικ ή Μια σύγχρονη προσέγγιση 3 η έκδοση. Κεφάλαιο 25 Μονοπώλιο. Τέλειο µονοπώλιο. Γιατί µονοπώλια;

Το Υπόδειγμα της Οριακής Τιμολόγησης

Προσφορά επιχείρησης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδημαϊκό έτος Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Εξέταση στο μάθημα: Δημόσια Οικονομική Διδασκαλία: Γεωργία Καπλάνογλου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ Α Θεωρία Ζήτησης Ενός Αγαθού - Ανάλυση Συμπεριφοράς Καταναλωτή

Πλήρης ανταγωνισμός. Καθηγήτρια: Β. ΠΕΚΚΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ. Υποψήφια Διδάκτωρ: Σ. ΤΑΚΑΟΓΛΟΥ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

Διάλεξη 6. Μονοπωλιακή Συμπεριφορά VA 25

Κεφάλαιο 32 Ανταλλαγή

2. Διαφήμιση σε Αγορές όπου υπάρχουν πολλές Επιχειρήσεις

2. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ

Τα Οφέλη του Διεθνούς Εμπορίου και οι Επιπτώσεις ενός Εισαγωγικού Δασμού

ΔΙΑΛΕΞΗ 1 Η. Ζήτηση, Προσφορά, Ελαστικότητες και Ισορροπία

Ισορροπία σε Αγορές Διαφοροποιημένων Προϊόντων

Εισαγωγή στην Οικονομική Ανάλυση

ΔΕΟ 34 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΟΜΟΣ 1 ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ηµόσια Οικονοµική Βασίλης Ράπανος, Γεωργία Καπλάνογλου µόνο Τµήµα Ι.

Γενίκευση: Πλήρως Μη Γραμμική Τιμολόγηση

Διάλεξη 10. Αρχές φορολογίας. 1 Ράπανος - Καπλάνογλου 2018/19

Εξετάσεις Η επιβολή από το κράτος κατώτατης τιμής στα αγροτικά προϊόντα έχει ως σκοπό την προστασία του εισοδήματος των αγροτών.

ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

Η επιστήμη της επιλογής υπό περιορισμούς

ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ ΡΑΕ ΥΠ ΑΡΙΘΜ. 311/2007. Τροποποίηση Κανονισµού Προµήθειας Πελατών. Η Ρυθµιστική Αρχή Ενέργειας. Λαµβάνοντας υπόψη: σκέφθηκε ως εξής:

2. Σε ένα κλάδο που υπάρχει μονοπώλιο, το βάρος από την επιβολή ενός φόρου μετακυλύεται ολόκληρο στους καταναλωτές.

HAL R. VARIAN. Μικροοικονομική. Μια σύγχρονη προσέγγιση. 3 η έκδοση

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Μεταλλευτική Οικονομία

HAL R. VARIAN. Μικροοικονομικ ή. Μια σύγχρονη προσέγγιση. 3 η έκδοση

ΘΕΣΜΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (ECΟ464) ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΕΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΘΕΩΡΗΜΑ ΤΟΥ COASE

ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΤΥΧΙΕΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ. (Συνέχεια)

Εφαρμογή: Το κόστος της φορολογίας. Copyright 2006 Thomson Learning

(2β) Το Υπόδειγμα της Κυκλικής Πόλης ή Υπόδειγμα του Salop

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 2 Ενότητα #7: Μονοπώλιο (II)

Transcript:

ΘΕΩΡΙΑ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ I. Εισαγωγή Μια βασική πρόκληση των οικονομικών παραμένει ακόμη και σήμερα να είναι η διαδικασία της κυβερνητικής ρύθμισης των αγορών, ότι αποκαλούμε τα «οικονομικά των ρυθμίσεων». Τυπικά με την θεωρία αναφερόμαστε στους φόρους ή και στις επιδοτήσεις κάθε μορφής καθώς και στις διοικητικές και νομικές παρεμβάσεις, στις «αποδόσεις», στην «είσοδο» και κάθε άλλη μορφή της οικονομικής δραστηριότητας, όπου προφανώς στο όριο καλύπτει και αυτή ακόμη και την ιδιοκτησία. Τυπικά χαρακτηριστικά αυτής της ρυθμιστικής διαδικασίας, που ίσχυσε και εφαρμόζεται σχεδόν σε όλες τις χώρες είναι για παράδειγμα ο προσδιορισμός της τιμολόγησης υπηρεσιών δικτύου π.χ. ηλεκτρική ενέργεια ή ο προσδιορισμός ποιοτικών χαρακτηριστικών ασφάλειας και ποιοτικής προστασίας των καταναλωτών όπως για παράδειγμα τα ελάχιστα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ηλεκτρικών ειδών. Η διαδικασία των ρυθμιστικών κανόνων στοχεύει είτε σε ρυθμίσεις οικονομικού περιεχομένου: (1) όπου η κυβέρνηση ελέγχει την συμπεριφορά των επιχειρήσεων σε μη ανταγωνιστικές οργανωμένες αγορές και σε ρυθμίσεις κοινωνικού περιεχομένου (2) όπου ελέγχονται άτομα και επιχειρήσεις για θέματα περιβάλλοντος, υγείας και ασφάλειας με τυπικές μορφές την παραγωγή και κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών με εξωτερικότητες στην αγορά. II. Γιατί Ρυθμιστική Παρέμβαση Ανεξάρτητα της θεωρητικής αναζήτησης ως προς το κατά πόσο η κρατική εξουσία μπορεί ή γιατί επιθυμεί ή τέλος γιατί επιβάλλεται να παρέμβει ρυθμίζοντας την ελεύθερη ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών, θεωρείται σκόπιμο να προσδιορίσουμε εξαρχής ένα μέτρο βάση του οποίου θα μπορούμε να αξιολογούμε τις επιπτώσεις των εκάστοτε ρυθμιστικών παρεμβάσεων. Όπως και στην θεωρία της Βιομηχανικής Οικονομικής έτσι και στο τμήμα της ρυθμιστικής πολιτικής η ανάλυση που προτείνεται έχει τον χαρακτήρα της Μερικής Ισορροπίας. Δεν προτείνονται διαφορετικά μέτρα τα οποία εκτιμούν συνολικά οικονομικά αποτελέσματα, αλλά χρησιμοποιούνται μέτρα μεγιστοποίησης των «καθαρών αποτελεσμάτων» στην υπό εξέταση αγορά (δηλ. Ανάλυση Κόστους Οφέλους). 1

Η ανάλυση υπολογισμού του «κοινωνικού κόστους οφέλους» που προτείνεται εκτιμά σε επίπεδο μερικής ισορροπίας το άθροισμα T i= 0 B t Ct (1 Γ) t = Καθαρής Παρούσας Αξίας όπου Τ = η ζωή του έργου B C t t = τα πλεονεκτήματα από το έργο στο χρόνο (t) = τα μειονεκτήματα από το έργο στο χρόνο (t) Γ = το κοινωνικό ποσοστό αναγωγής στην παρούσα αξία B Με τον όρο πλεονεκτήματα συνήθως αναφερόμαστε στην συνολική t εξοικονόμηση αποταμιευτικών πόρων που προκύπτουν στα άτομα από την μητιμολόγηση τους σε μονοπωλιακά επίπεδα. Ως πλεονεκτήματα όμως πρέπει να συνεκτιμηθούν και η αξία της επιπρόσθετης ασφάλειας και υγιεινής στα άμεσα μέλη μιας κοινωνίας. Αντίστοιχα με τον όρο μειονεκτήματα υπολογίζουμε τις επιπτώσεις της t ρύθμισης στην επιχείρηση καθώς και το διαχειριστικό κόστος από την οργάνωση και λειτουργία των αρμόδιων ρυθμιστικών αρχών. Τέλος, ο συντελεστής αναγωγής σε παρούσα αξία αποτυπώνει την αποτίμηση κοινωνικού οφέλους λόγω ετεροχρονισμού των δυνατοτήτων (π.χ. κάτι που θα γίνει σε μια μελλοντική στιγμή επισπεύδεται και γίνεται σήμερα). Μια προκαταρκτική αποτύπωση αυτής της λογικής περιγράφεται από την αγορά των κοινωνικών επιβαρύνσεων και πλεονεκτημάτων λόγω ρυθμιστικών μεταβολών. Η τυπική αρχή όπως φαίνεται στο σχήμα οι αλλαγές στις ρυθμίσεις σταματούν εκεί όπου η οριακή μεταβολή των ωφελειών ισορροπεί με την αντίστοιχη του κόστους. C 2

SMC=οριακό κοινωνικό κόστος S*=optimal strength of regulation SMB=οριακό κοινωνικό έσοδο Ισχύς της Ρύθμισης III. H Ρυθμιστική Πολιτική στην Πράξη Οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις στην αγορά δημιουργούν πλήθος επιπλοκών και φυσικά δεν είναι όσο φαίνεται στην πράξη να προσδιοριστούν και να υπολογιστούν οι επιπτώσεις των ρυθμίσεων ώστε να είναι εφικτή και η αξιολόγηση τους στην κοινωνία. Οι λόγοι που συνήθως ανατρέπουν ή διαφοροποιούν τα θεωρητικά από τα πρακτικά αποτελέσματα συνδέονται : Τα συμφέροντα των πολιτικών ψηφοφόρων τα οποία μπορεί να είναι διαφορετικά από τα συμφέροντα της κοινωνίας γενικότερα (μια μορφή μερικής έναντι γενικής ισορροπίας). Οι περιορισμοί του κρατικού προϋπολογισμού που μπορεί να οδηγούν στο ότι : τα καθαρά κοινωνικά οφέλη προκαλούν καθαρή επιβάρυνση στον προϋπολογισμό η οποία δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί. Τα κίνητρα για την μείωση των ρυθμίσεων δεν είναι ικανοποιητικά (η άρση των εμποδίων προσκρούει στα κεκτημένα). Η πιθανότητα εφαρμογής των ρυθμίσεων στην βιομηχανία είναι μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερος είναι ο χρόνος ύπαρξης τους (η άρση των ρυθμίσεων προσκρούει στα ιδιωτικά συμφέροντα των ρυθμιζομένων). Η αδυναμία των κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν περίπλοκα ρυθμιστικά προβλήματα μπορεί να σημαίνει ότι δεν είναι σε θέση να εφαρμόσουν την βέλτιστη λύση. Η απλούστερη διαδικασία που συνήθως ισχύει στην περίπτωση που οι κυβερνήσεις προσπαθούν να επιβάλλουν ρυθμιστικούς ελέγχους ικανοποιούν : (α) Τη σύσταση ειδικών αρχών από τις κυβερνήσεις με σκοπό την συγκεκριμένη ρυθμιστική διαδικασία (π.χ. Ε.Ο.Φ.). (β) Η έκταση της ανεξαρτησίας που αποδίδεται από τις κυβερνήσεις στις ρυθμιστικές αρχές (απόλυτη και συνταγματικά κατοχυρωμένη, ελεγχόμενη από το Κοινοβούλιο, μερικά ελεγχόμενη από τον αρμόδιο Υπουργό). 3

(γ) Οι πιθανές επικαλύψεις αρμοδιοτήτων μεταξύ της δημόσιας διοίκησης και των ανεξάρτητων ρυθμιστικών αρχών. Το φαινόμενο αυτό αποτελεί βασική αδυναμία και δημιουργείται από την σύγκρουση εξουσιών σε αυτή την εκτελεστική εξουσία σε συνάρτηση με την διαχρονικότητα των εξουσιών της ρυθμιστικής αρχής σε αντίθεση με την διαχρονικότητα της κυβέρνησης. IV. Στόχοι Μέσα Εργαλεία και Περιορισμοί Μια ρυθμιστική αρχή σε αντίθεση με μια επιχείρηση, λόγω του κοινωνικού της χαρακτήρα αλλά και με δεδομένα την αυτόνομη λειτουργία της μπορεί να προσβλέπει σε διαφορετικούς στόχους. Γι α παράδειγμα : i. Μπορεί να μεγιστοποιεί το καθαρό κοινωνικό πλεονέκτημα. ii. Μπορεί να μεγιστοποιεί το μέγεθος του προϋπολογισμού της καθώς και την έκταση του κοινωνικού της επηρεασμού (αντίστοιχο με την επιχείρηση φαινόμενο είναι η μεγιστοποίηση των πωλήσεων ή η φήμη και πελατεία). iii. Η προοπτική των στελεχών της και η μελλοντική της επαγγελματική αποκατάσταση (δεν είναι τυχαίο ότι σε ένα πλήθος εταιρειών οπλικών συστημάτων, υψηλόβαθμα στελέχη της γίνονται συνήθως απόστρατοι αξιωματικοί). i v. Η ευημερία των εργαζομένων σε αυτές (π.χ. κεντρικές τράπεζες). v. Τίποτα!!! Οι παράγοντες τώρα που επηρεάζουν την ρυθμιστική παρέμβαση μιας αρχής, ανεξάρτητα από τον στόχο της, προσδιορίζονται : i. Η στόχευση της ρυθμιστικής αρχής (κατά πόσο είναι αδιάβλητη). ii. Το κόστος της αρχής να συλλέξει φορολογικά έσοδα ώστε να καλύψει τις υποχρεώσεις της. iii. Την έκταση και την ποικιλία των εργαλείων που διαθέτει η Αρχή, όπως κατά πόσο μπορεί να διαθέτει Δημόσιους πόρους για να επιχορηγήσει ή να φορολογεί τις επιχειρήσεις. i v. Η διαπραγματευτική ισχύς της Αρχής στις σχέσεις της με τις επιχειρήσεις. v. Την πληροφόρηση που διαθέτει η Αρχή ως προς τα στοιχεία της επιχείρησης. vi. Την ικανότητα της Αρχής να δεσμευτεί αξιόπιστα για μακρό χρονικά διάστημα. 4

Αν θελήσουμε να εισάγουμε την έννοια του αδιάβλητου των αρχών σε ένα υπόδειγμα θα δεχτούμε ότι η Αρχή μεγιστοποιεί ένα σταθμικό μέσο του πλεονάσματος του καταναλωτή (S) και της προσόδου (κέρδη) της ρυθμιζόμενης επιχείρησης (ar) δηλ. S + ar a < 1για να αναδείξουμε την πρόθεση της Αρχής να λειτουργεί υπέρ του καταναλωτή. Ο δεύτερος παράγων επιτυγχάνεται με την εισαγωγή ενός συντελεστή Λ>=0που μετρά το κοινωνικό κόστος των Δημοσίων εσόδων. Άρα για κάθε επιπρόσθετο Ευρώ από συλλογή πόρων που συγκεντρώνει η κυβέρνηση, η ευημερία των φορολογούμενων μειώνεται κατά 1 + Λ. Είναι πάντοτε θετικό καθώς οι φόροι στρεβλώνουν την παραγωγική δραστηριότητα των φορολογουμένων (μη ουδέτεροι στρεβλωτικοί φόροι) είτε γιατί μειώνουν την προσπάθεια είτε γιατί στρέφουν τα παραγωγικά μέλη σε φοροαποφυγή. Η συγκεκριμένη μεταβλητή είναι ανεξάρτητη της επιχείρησης. Τα όρια στην βιβλιογραφία είτε δέχονται Λ = 0 και a = 1 (Laffont & Tirole 1986). Η βασική διαφορά μεταξύ των δύο θέσεων έχει να κάνει με την άποψη ότι υπάρχει ή δεν υπάρχει ασυμμετρία στην πληροφόρηση των μερών. Οι υπόλοιποι παράγοντες δεν απλοποιούνται τεχνικά όπως οι προηγούμενοι και αποτελούν εκ των πραγμάτων τη βασική διαφοροποίηση των θεωρητικών υποδειγμάτων. Έχοντας προσδιορίσει τους στόχους και τα εργαλεία με τα οποία θα λειτουργήσει η ρυθμιστική αρχή οφείλει να λάβει υπόψη της και ορισμένες βασικές περιορισμών με βασικότερους εκείνους στην πληροφόρηση, στις συναλλαγές και στις διοικητικές ή και πολιτικές επιρροές. Περιορισμός στην πληροφόρηση Moral hazard : όταν η επιχείρηση λαμβάνει επιλεκτικές επιλογές και αποφάσεις που επηρεάζουν το κόστος και την ποιότητα των προσφερόμενων αγαθών και υπηρεσιών (ενδογενής ενέργεια όπως για παράδειγμα η προσπάθεια των εργαζομένων). Adverse selection: η επιχείρηση διαθέτει καλύτερη πληροφόρηση από τη ρυθμιστική αρχή για εξωγενείς ως προς τους αντισυμβαλλόμενους παράγοντες (πρόσοδος από την πληροφόρηση που απορροφά η επιχείρηση γεννάται θέμα εξωτερικού ελεγκτή auditor). 5

Περιορισμός στις Συναλλαγές Κόστος συναλλαγών και συμβόλαια : Αποτελούν μελλοντικές δεσμεύσεις άρα απαιτούν επίπονες μελέτες είτε δεν μπορούν εύκολα να διατυπωθούν χωρίς αμφισβήτηση των όρων στο μέλλον. Ο O.Williamson και οι Grossman + Hart έδειξαν ότι η δομή λήψης αποφάσεων (και ιδιαίτερα η ιδιοκτησία) επηρεάζουν το κόστος συναλλαγών. Η μορφή εξουσίας και η ιεραρχία στην λήψη αποφάσεων από την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής προσδιορίζει τη θέση στην διαπραγμάτευση για το ποιο μέρος θα προσδιορίζει το αποτέλεσμα σε περίπτωση αμφισβήτησης (η ιδιοκτησία κατέχει και το δικαίωμα της μεσολάβησης). Διοικητικοί και Πολιτικοί Περιορισμοί Ο σκοπός των ρυθμίσεων είναι περιορισμένος και προκαθορισμένος από τις αρχές και τους ισχύοντες κανόνες του δικαίου. Οι ρυθμιστικές αρχές τις περισσότερες φορές περιορίζονται από τους ίδιους κανόνες ως προς τα μέσα που τους επιτρέπεται να χρησιμοποιούν για να ρυθμίσουν τις επιχειρήσεις με αποτέλεσμα να το γνωρίζουν οι αντισυμβαλλόμενοι τους. Η ρυθμιστική παρέμβαση έχει χρονική διάρκεια η οποία μάλιστα μπορεί να αλλοιωθεί αν υπάρχει διαπραγματευτική ισχύς σε επίπεδο επιχείρησης. Τέλος στη περίπτωση που η ρυθμιστική παρέμβαση εκφράζεται υπό τη μορφή Δημόσιου διαγωνισμού (κρατική προμήθεια) συνήθως η Αρχή υποχρεούται από τους κανόνες της ελεύθερης ανταγωνιστικής. 6

Συμπεράσματα Οι κυβερνητικές ρυθμίσεις των επιχειρήσεων περιλαμβάνουν οικονομικές και κοινωνικές ρυθμίσεις στην ατομική και επιχειρηματική συμπεριφορά. Αυτές οι ρυθμίσεις πρέπει να βασίζονται σε ανάλυση κοινωνικού κόστους οφέλους ταυτόχρονα με την εξίσωση του οριακού κοινωνικού κόστος με το οριακό κοινωνικό όφελος της ρύθμισης. Στην πράξη, οι ρυθμίσεις συνήθως φαίνονται υπερβολικές και η αίσθηση αυτή έχει οδηγήσει σε σημαντικές απελευθερώσεις των αγορών κατά τα τελευταία χρόνια. 7

ΘΕΩΡΙΕΣ «ΡΥΘΜΙΣΗΣ» I. Εισαγωγή Μια γενική μορφή ορισμού προσδιορίζει την Κρατική Ρύθμιση «ως τους κυβερνητικά επιβαλλόμενους περιορισμούς στην συμπεριφορά των ατόμων ή τον οργανισμό μιας κοινωνίας». Η κυβέρνηση ρυθμίζει επιβάλλοντα ς : Έλεγχο Τιμών: με στ όχο να αποτρέψει μονοπωλιακή ή ληστρική τιμολόγηση ή ακόμη και «υπερβολική» τιμολόγηση. Έλεγχο στην Ποσότητα: με στόχο την παροχή «καθολικής υπηρεσίας» ή έλεγχο στην μέγιστη παρεχόμενη ποσότητα. Έλεγχο στην Είσοδο: όπως για παράδειγμα στην αδειοδότηση ή παραχώρηση μονοπωλιακών ή αδειοδοτημένων υπηρεσιών (ΔΕΗ, κινητή τηλεφωνία, άδειες ΤΑΧΙ και μεταφορικών Δημόσιας χρήσης). Έλεγχο στην Ποιότητα: όπως στην περίπτωση των εκπομπών καυσαερίων, στις υπηρεσίες και στην υγιεινή. Το ερώτημα που συνδέεται με την αιτιολόγηση αυτού του κρατικού δικαιώματος παρέμβασης στις αγορές αναλύεται με τις διάφορες θεωρίες «Ρύθμισης». Μέχρι σήμερα έχουν διατυπωθεί τρείς ανεξάρτητες απόψεις που καλύπτουν από διαφορετική οπτική γωνία το θέμα : Η θεωρία του «Δημόσιου Συμφέροντος»: όπου η αιτιολόγηση του ρυθμιστικού δικαιώματος του κράτους έρχεται ως συμπλήρωμα των αδυναμιών της αγοράς ώστε το Δημόσιο επιτελεί τον ρόλο του «διορθωτή» των μη αποτελεσματικών ή μη δικαίων αγοραίων πρακτικών (οικονομολόγοι και νομικοί). Η θεωρία της «Κατάληψης» (capture): όπου η ρύθμιση προσφέρεται ως λύση για τις απαιτήσεις των ομάδων πίεσης καθώς ανταγωνίζονται η μία την άλλη στο κοινωνικό σύνολο για να μεγιστοποιήσουν το εισόδημα των μελών τους (ιδεολογικά ταυτιζόμενοι υποστηρικτές π.χ. φιλελεύθεροι). Η θεωρία των «Κινήτρων στην ρύθμιση»: όπου η ρυθμιστική παρέμβαση του Κράτους εξετάζεται από την οπτική γωνία μιας σχέσης εντολέα εντολοδόχου υπό συνθήκες ασύμμετρης πληροφόρησης (Baron & Myerson, Sappington J.J. Laffont & J. Tirole). Η διαφοροποίηση μεταξύ κινήτρων σε επίπεδο ρυθμιστή και ρυθμιζόμενων, η προσπάθεια υπό συνθήκες ασύμμετρης πληροφόρησης να ελεγχθεί η ζήτηση και τέλος η 8

ενοποίηση των θεωριών «συλλογικής πεπερασμένης ορθολογικότητας» (collective bounded rationality) και των κινήτρων προς ενδογενοποίηση των ορίων της επικοινωνίας και των οργανωτικών δομών (limits on organization and communication) συνθέτουν τα πιο πρόσφατα στοιχεία της νέας θεωρίας των ρυθμιστικών οικονομικών. II. Απλές Παρουσιάσεις των Θεωριών 1. Θεωρία του Δημόσιου Συμφέροντος (Posner 1974) Τ α επιχειρήματα που στηρίζουν την συγκεκριμένη άποψη έχουν ως εξής : i. Σε ορισμένες αγορές ανταγωνισμός χωρίς ρύθμιση δεν λειτουργεί. Κλασσικό παράδειγμα η ex post παραδοχή των φυσικών μονοπωλίων ή των εξωτερικών επιδράσεων(externalities). ii. Ανεξαρτήτως δομής αγοράς η αποτελεσματική διαχείριση των πόρων επιβάλλει (p = MC), ενδεχόμενο που δεν αποτελεί βέβαια εκδοχή σε μια ρυθμιζόμενη αγορά. iii. Η αρχή αποτελεί τον ενδιάμεσο μεταξύ της βούλησης των ψηφοφόρων (Δημόσιο Συμφέρον) και της βούλησης των ρυθμιζομένων (μονοπώλιο). iv. Λογικά εάν υπάρχουν τα προηγούμενα οφείλουμε να παρέμβουμε ρυθμιστικά και αντίθετα δεν παρεμβαίνουμε εάν δεν ισχύουν. Η θεωρία παίρνει θέση υπέρ του κοινωνικού αποτελέσματος χωρίς να λαμβάνει ενδεχόμενο κόστος που μπορεί να δημιουργεί η θέση της στην κοινωνία. Το υπόδειγμα λειτουργεί ως εξής : Εάν Ν = ο αριθμός των ψηφοφόρων εκλεκτόρων Ε = οι προτιμήσεις αυτών για ρύθμιση, τότε * (E E i ) με C U (E) = 2 E * i = την ιδανική επιλογή των ψηφοφόρων για ρύθμιση Έστω m N ο ψηφοφόρος με την «διάμεση» ιδανική ρύθμιση έτσι ώστε προσωπική του ρύθμιση. * E η m 9

Έστω ότι η επιλογή γίνεται με εκλογή της μορφής (ναι, όχι) και η πλειοψηφία κερδίζει. E Γ Έστω η τιμή επιφύλαξης των ψηφοφόρων εάν δεν κερδίσει η ρύθμιση και δεχόμαστε ότι: * E > Γ m E Ο ψηφοφόρος λέει (ναι) εάν U(E ) U( Γ E ). Πότε όμως ένας ψηφοφόρος πάει για να ψηφίσει? Δεχόμαστε λοιπόν ότι δεν είναι πιθανό όλοι να εμφανιστούν στην ψηφοφορία, καθώς θα υπάρξουν αποχές. Γιατί? Διότι εάν ένας ψηφοφόρος εκτιμά την ρύθμιση Ε τότε ψηφίζει μόνο εάν : Ρ j B j + C j 0 B = J j U (E) J U ( Γ E ) P J C J = η πιθανότητα η ψήφος του να είναι καθοριστική = το κόστος που θα υποστεί από την ψηφοφορία (εάν C = 0 θεωρούμε ότι όλοι ψηφίζουν, εάν C < 0 έχουμε ειδικές εκλογές) Υπό αυτές τις προϋποθέσεις ρυθμιστική παρέμβαση προσδιορίζεται από την ενδιάμεση κυβέρνηση με την διατύπωση μιας εκλογικής πλατφόρμας που εξυπηρετεί τους ψηφοφόρους έτσι ώστε να : max * Γ S { 2 m } E E, E s.t * Y( B ( S E )) = N( * A ( S E )) με S E = τη μέγιστη τιμή αξιολόγησης της ρύθμισης A * (E)= το μέγιστο επίπεδο ιδανικής αξιολόγησης * B (E) = το ελάχιστο επίπεδο ιδανικής αξιολόγησης A * N( (E)) = τον αριθμό των ψηφοφόρων όπου το ιδανικό τους είναι μικρότερο * των μεγαλύτερων δηλ. E < * ( t A E) 10

B * Y( (E)) = τον αριθμό των ψηφοφόρων όπου το ιδανικό τους είναι μεγαλύτερο * του χειρότερου E > * i B (E). Για εμπειρικές εφαρμογές αυτής της μεθοδολογίας βλέπε Rubinfeld 1977 & Bergstrorm, Rubinfeld & Shapiro 1982).Προκύπτει ότι οι γερασμένες κοινωνίες δεν δέχονται να ψηφίσουν υπέρ μεγαλύτερων δαπανών (ρυθμίσεις υπέρ της παιδείας). 2. Θεωρία της «Κατάληψης» (Stigler, Peltzman) Το ρυθμιστικό πλαίσιο αποτελεί έναν μηχανισμό κυβερνητικών διευκολύνσεων που ζητούνται από την επιχείρηση με μονοπωλιακά πλεονεκτήματα. Κάθε επιχείρηση θεωρείται ότι «αγοράζει» εξυπηρετήσεις από τις κυβερνήσεις υπό την μορφή ρυθμιστικών κανόνων με οικονομικές ή σε είδος παροχές. Οι ρυθμιστικές αρχές τυπικά «συλλαμβάνονται» από τις επιχειρήσεις. Όπως διαφαίνεται η άποψη έχει ως στόχο να εξηγήσει γιατί οι επιχειρήσεις στην προσπάθεια τους να διατηρήσουν το πλεόνασμα του παραγωγού αποζητούν ρυθμίσεις. Πρόταση Stigler Peltzman (1976) Υποθέσεις: Οι ρυθμιστικές αρχές προσπαθούν να διανέμουν πλούτο. Θέλουν ταυτόχρονα και να διατηρήσουν τη θέση τους. Ομάδες ενδιαφερομένων αντιπαλεύουν για να επιβάλλουν πολιτικές αποφάσεις με αντιστάθμισμα πλεονεκτική για τη θέση τους ρύθμιση. (παραδείγματα: ηλεκτρική ενέργεια μεταξύ βιομηχανική και κοινωνική τιμολόγηση) Η κυβέρνηση έχει ως στόχο την πλειοψηφία (μια συνάρτηση που δημιουργεί πλειοψηφία) 11

M = M ( S + Π) M > 0 S M > 0 Π S = S(P) το πλεόνασμα του καταναλωτή Π=Π(Ρ) τα κέρδη της επιχείρησης P C προφανώς έχουμε Smax και Π = 0 m P έχουμε Smin και Πmax S S ( ) S ( ) M M Π Η καμπύλη Μ αποτελεί την καμπύλη «ισοπλειοψηφίας» Εκφράζει τον οριακό λόγο πολιτικής υποκατάστασης μεταξύ κερδών επιχειρήσεων και πλεονάσματος του καταναλωτή. Το πρό βλημα λύνεται : M (S (p), π (p) ) = το σημείο επαφής Δεν έχουμε κόστος για την δημιουργία και επιβολή του cartel. 12

Έστω = το κόστος ελέγχου από την κυβέρνηση του cartel. = το κόστος των επιχειρήσεων να έχουν cartel. S (P) S ( Π (Ρ) Π (Ρ) όπου ( εκφράζει προσδιορίζει την προ της διαπραγμάτευσης σημείο. Προσδιορίζουμε (Lee 80b) μια ισορροπία κατά Nash ενός παιγνίου συνεργασίας μεταξύ καταναλωτών (κυβέρνησης) και ενός cartel για μια «δίκαια» τιμή. Για να προσδιορίσουμε την ισορροπία Nash. = S (p) S ( Π (Ρ) Π (Ρ) Άρα η τιμή που θα προκύψει από την διαπραγμάτευση ως άριστη (Nash) είναι : S P S P = S P P Όπως φαίνεται από την ισορροπία διαπραγμάτευσης κατά Nash το ενδεχόμενο συνυπολογισμού του κόστους (διαφορετικό) των διαπραγματευομένων δεν επηρρεάζει την ισορροπία. Ανάλογη μορφή αποτύπωσης κέρδη π(ρ) = καμπύλη κερδών Τιμή 13

Στο ίδιο περιβάλλον βρίσκεται και η θεωρητική αναζήτηση του Becker όπου όμως στο υπόδειγμα του, υποθέτει ότι μεταξύ των ομάδων πίεσης υπάρχει αντιπαλότητα και ανταγωνισμός ως προς το ποια πλευρά θα επικρατήσει σε ισχύ και επίδραση στις ρυθμιστικές αρχές. Αύξηση του κόστους των ρυθμίσεων οδηγεί σε αύξηση της διαδικασίας επηρεασμού της επιχείρησης 2 και τη μειώνει για τον καταναλωτή 1. Αυτό συμβαίνει επειδή συγκεκριμένη ποσότητα πλούτου που μεταφέρεται από τον 2 στο 1 είναι πιο αναγκαία στον 2 και λιγότερο επιθυμητή στον 1. Βαθμός πίεσης της ομάδας (2) ( ) ( ) ( ) ( ) Βαθμός πίεσης της ομάδας (1) Τα βασικά συμπεράσματα της οικονομικής θεωρίας των ρυθμιστικών κανόνων (θεωρία σύλληψης) είναι ότι: Υπάρχει τάση για σχεδιασμό των ρυθμίσε ων με τρόπο π ου να ευνοούνται οι μικρές ομάδες με ισχυρές επιθυμίες έναντι μεγάλων με ασθενείς. Υπάρχει τάση από τους παραγωγούς να δέχονται τις επιλογές των πιέσεων των καταναλωτών ώστε η τιμολόγηση να γίνεται κάτω από το μονοπωλιακό επίπεδο. Οι ρυθμίσεις είναι πιο πιθανό να συμβούν σε ανταγωνιστικά περιβάλλοντα γιατί ισχυροποιείται το κίνητρο για επηρεασμό και «σύλληψη». Σε περίπτωση αποτυχίας της αγοράς οι ρυθμίσεις είναι πιο πιθανό να προκύψουν καθώς οι απώλειες των οργανωμένων ομάδων πιέσεως είναι μεγαλύτερες. 14

3. Θεωρία των Κινήτρων στην Ρύθμιση Τα τελευταία 20 χρόνια πολλές επιχειρήσεις και κλάδοι δικτύων που εξελίχθηκαν διαχρονικά είτε ως ιδιωτικές είτε ως δημόσιες επιχειρήσεις, αντιμετώπισαν ρυθμιστικούς κανόνες, ενοποιήθηκαν κάθετα σε μονοπώλια, ιδιωτικοποιήθηκαν, αναδιαρθρώθηκαν και σε ορισμένες περιπτώσεις τμήματα της παραγωγής απορυθμίστηκαν. Προγράμματα αναδιάρθρωσης ανά τον κόσμο οδήγησαν σε κάθετους διαχωρισμούς επιχειρήσεων (σε επίπεδο ιδιοκτησίας ή διαχείρισης) έτσι ώστε τα ανταγωνιστικά να υποστούν τις επιπτώσεις του περιβάλλοντος, τα δε «φυσικά μονοπώλια = πλατφόρμες και δίκτυα» να παραμείνουν αντικείμενα υποκείμενα ρυθμιστικών παρεμβάσεων στις τιμές, στους κανόνες πρόσβασης στο δίκτυο στην ποιότητα των υπηρεσιών και στην είσοδο. Το κυριότερο φαινόμενο που επικράτησε σε όλη αυτή την δυναμική διαδικασία, που ακόμη και σήμερα διαμορφώνεται, ήταν η στροφή προς ένα ρυθμιστικό πλαίσιο κινήτρων «ρύθμιση κινήτρων» ένας μηχανισμός που ισχύει για τα υπόλοιπα των ρυθμιζομένων παραγωγικών μονάδων έναντι εναλλακτικών επιλογών ρύθμισης «κόστους υπηρεσιών» ή «ποσοστών απόδοσης». Το κίνητρο ήταν και παραμένει η νέα μορφή παρέμβασης ρύθμισης να δημιουργήσει πιο ισχυρά κίνητρα ελέγχου των επιχειρήσεων ώστε να μειωθεί το κόστος, να βελτιωθεί η προσφερόμενη ποιότητα, να διευκολύνει ή τουλάχιστον να μην σταθεί εμπόδιο σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες και γενικά να ενισχύσει επενδύσεις σε νέες και πιο αποτελεσματικές πρακτικές δικτυακών δομών. Η Τρίτη κι πιο σύγχρονη μορφή ρυθμιστικών κανόνων που θα αναλυθεί καλύτερα στα επόμενα δρομολογήθηκε από τους Baron & Myerson ( 82), Sappington ( 82, 89) και τελικά από τους Loeb & Magat ( 79) και J.J. Laffont & J. Tirole ( 93). Για να κατανοήσουμε την δομή και τον τρόπο λειτουργίας της συγκεκριμένης πρακτικής θα παρουσιάσουμε σε ένα άλλο υπόδειγμα την εφαρμογή της μεθόδου εντολέα εντολοδόχου(ρυθμιστή ρυθμιζόμενου)όπως κτίζεται από τους (L+L). Έστω ένας κλάδος όπου τα επιτρεπτά έσοδα της επιχείρησης είναι και προσδιορίζονται ως : R = a + (1 b) C Όπου a = ένας σταθερός συντελεστής b= η παράμετρος αποδοχής από τον ρυθμιστή του αναλαμβανόμενου από την επιχείρηση ποσοστού κόστους C = το κόστος παραγωγής Άρα στην ουσία δεχόμαστε ότι η κυβέρνηση πληρώνει στην επιχείρηση. 15

a = μια σταθερή τιμή και αποδέχεται επίσης να την πληρώνει (1 b) = ποσοστό από το συνολικό της κόστος S Υπάρχουν πλήθος συμβολαίων ρύθμισης υπό αυτές τις συνθήκες: Συμβόλαιο cost plus (b=0); Η επιχείρηση δεν αναλαμβάνει κανένα τμήμα του κόστους της. Όλο το αναλαμβάνει ο ρυθμιστής. Προφανώς τα κίνητρα για αποτελεσματικότητα είναι πολύ χαμηλά. Συμβόλαιο σταθερής τιμής (b=1);η επιχείρηση εκ των υστέρων διεκδικεί κάθε μείωση του κόστους. Εξ αρχής η κυβέρνηση δεν αναλαμβάνει να πληρώσει καθόλου από το κόστος. Το συμβόλαιο είναι υπερβολικά σκληρό για την ρυθμιζόμενη επιχείρηση. Κάθε γραμμικό τώρα συμβόλαιο (0 b 1) αποκαλείται συμβόλαιο κινήτρων. Σε απλή μεθοδολογία τα συμβόλαια είναι γραμμικά αλλά τίποτα δεν αποκλείει να είναι και μη γραμμικά (π.χ. η κυβέρνηση να εγγυάται ότι η επιχείρηση δεν θα χάσει χρήματα). Μια βελτιωμένη μορφή των ρυθμιστικών κανόνων παρουσιάζεται από τους (L+L) ως εξής: Έστω (S) = το πλεόνασμα των καταναλωτών από ένα Δημόσιο έργο. Μια επιχείρηση θα εκτελέσει το έργο. C = β ε (είναι το κόστος κατασκευής) με (β) = παραμέτρους αποτελεσματικότητας (ε) = παραμέτρους προσπάθειας των διαχειριστών του έργου (υποθέτουμε ότι ε >0). Όσο μεγαλύτερη προσπάθεια καταβάλλεται για το έργο τόσο χειρότερα αισθάνεται ο εκτελεστής. U = t ψ (ε) όπου ψ = δυσαρέσκεια από την προσπάθεια ε = ευχαρίστηση από το έργο t = χρησιμότητα επιφύλαξης από το έργο ψ >0, ψ > 0, ψ (0) = 0 ε>0 U 0 Έστω (λ>0) το κρυφό κόστος για δημόσιους πόρους διαφορετικά όταν ο φορολογούμενος δίνει 1 στο κράτος έχει (1+ λ) δυσαρέσκεια. 16

Το καθαρό πλεόνασμα του φορολογούμενο από το δημόσιο έργο είναι : S (1+λ) (t + β ε) Άρα ένας ρυθμιστής που προσπαθεί να λάβει υπόψη την ευημερία των πολιτών μεγιστοποιεί την ex post ευημερία. S ( 1 + λ ) ( t+ β ε ) + t ψ (ε) S ( 1 + λ ) β ε + ψ (ε) λ U max υ, ε S ( 1 + λ ) β ε + ψ (ε) λ U s.t. U 0 ψ (ε) = 1 ή ε = U = 0 ή t = ψ Η οριακή δυσαρέσκεια της προσπάθειας πρέπει να είναι ίση του οριακού κόστους της αποταμίευσης. Και επειδή υπάρχει ουσιώδες κόστος για τα δημόσια έσοδα η επιχείρηση τελικά δεν απολαμβάνει πρόσοδα. Εάν t = ψ c = β. η επιδότηση όση η δυσαρέσκεια είναι ως το κόστος να είναι Καλύτερα έχουμ ε εάν t ( c ) = a ( c ) όπου a = ψ και = β 17

Έχοντας παρουσιάσει τις βασικές θεωρίες που κατά καιρούς ερμήνευσαν την αιτιολόγηση των κυβερνητικών ρυθμίσεων στις αγορές θα ασχοληθούμε στη συνέχεια με τα τυπικά της διαδικασίας. Με τ ον όρο «τυπικά» θα περιγράψουμε περιληπτικά : i. Πώς εκφράζεται η ρύθμιση. ii. Που εμφανίζεται η μεγαλύτερη συχνότητα ρυθμιστικών κανόνων. iii. Ποια είναι τα κύρια μέσα και εργαλεία τω ρυθμιστικών κανόνων. iv. Ποιες είναι οι κυριότερες μορφές ρυθμιστικών περιορισμών που αποδίδουν υπό συνθήκες ασυμμετρίας στην πληροφόρηση των μερών των επιδιώξεων. v. Ποιες είναι οι βασικότερες κυβερνητικές ρυθμίσεις. vi. Ποιες παραγωγικές δραστηριότητες εμπίπτουν συνήθως σε ρυθμιστικούς ελέγχους και πως επιτυγχάνεται αυτό. Και τέλος από vii xvii τις πιθανές κριτικές που εμφανίστηκαν στην μέχρι σήμερα ανάλυση. 18

ΠΡΙΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑΣ I. Εισαγωγή Από τη Μικροοικονομική Θεωρία οφείλουμε να επαναλάβουμε και να επαναφέρουμε στην μνήμη ορισμένα βασικά στοιχεία που θα αποτελέσουν την βάση της ανάλυσης ως σημείο αναφοράς. Θεωρήσαμε όμως σκόπιμο να μην προχωρήσουμε σε λεπτομερειακή ανάλυση των εννοιών καθώς αποτελούν ήδη γενική ύλη. Επιγραμματικά λοιπόν και για χάρη της πληρότητας της παρουσίασης παρουσιάζονται τα βασικά συμπεράσματα : a. Γιατί συνδέεται η ρύθμιση με την αποτελεσματικότητα και την τεχνολογι κή πρόοδο? Οι οικονομικές ρυθμίσεις πρέπει να προάγουν την αποτελεσματικότητα και την τεχνολογική πρόοδο. Η αποτελεσματικότητα αναφέρεται στην βέλτιστη χρήση των υπαρχόντων πόρων και της υπάρχουσας τεχνολογίας. Η τεχνολογική πρόοδος είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την διάθεση πόρων στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών. Η αποτελεσματικότητα είναι στατική, η τεχνολογική πρόοδος είναι δυναμική. Διαφορετικές δομές της αγοράς μπορούν να επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα και την τεχνολογική πρόοδο με διαφορετικό τρόπο. b. Ποιες ε ίναι οι βασικές παραδοχές του Ανταγωνισμού? Οι καταναλωτές έχουν τέλεια πληροφόρηση. Οι παραγωγοί έχουν μη αυξανόμενες αποδόσεις στην τεχνολογία. Οι κ αταναλωτές μεγιστοποιούν τις προτιμήσεις του ς με βάση τους εισοδηματικούς τους περιορισμούς. Οι παραγωγοί βελτιστοποιούν τα οφέλη τους με βάση την παραγωγική τους ικανότητα. Όλοι οι παίκτες είναι μικροί σε σχέση με το μέγεθος της αγοράς και δεν υπάρχουν εξωτερικότητες. Μια ανταγωνιστική ισορροπία δημιουργείται. 19

Ρ F S CS PS B H D Q' Q 1. Υπό αυτές τις συνθήκες η ισορροπία χαρακτηρίζεται από : Αποτελεσματικότητα κατά Pareto υφίσταται όταν δεν υπάρχει δυνατότητα βελτίωσης της υπάρχουσας ισορροπίας χωρίς την χειροτέρευση της θέσης τουλάχιστον ενός καταναλωτή. Τιμή = Οριακό κόστος Οι επιχειρήσεις δεν επηρεάζουν την τιμή του προϊόντος τους (price takers) Δεν υπάρχουν υπερβολικά οφέλη. Η εφαρμογή των οικονομικών ρυθμίσεων γίνεται συνήθως σε αγορές όπου δεν ισχύουν οι προϋποθέσεις του τέλειου ανταγωνισμού. Ο σκοπός εφαρμογής μιας οικονομικής ρύθμισης είναι συνήθως η ενίσχυση μερικών εκ των πλεονεκτημάτων (properties) του τέλειου ανταγωνισμού. 2. Η εναλλακτική πρόταση και το Κοινωνικό αποτέλεσμα Ζήτηση : Q = 100 P Οριακό και μέσο κόστος : MC = AC = 20 Pm = $60, Qm = 40 στην μονοπωλιακή ισορροπία Pc = $20, Qc = 80 στην ισορροπία του ανταγωνισμού Μονοπώλιο : o Συνολικό πλεόνασμα : APcCB = $2400 o CS : APmB = $800, Ps : PmPcCB = $1600 Ανταγωνισμός : o Συνολικό πλεόνασμα : APcD = $3200 o CS : APcD = $3200, Ps : PmPcCB = $0 20

Monopoly and Deadweight Losses Α DWL of Monopoly = Area BCD B C D MC = AC Demand MR 3. Κοινωνικά βάρη και γιατί έχουν σημασία Η κοινωνία συνήθως δεν βασίζει τις αποφάσεις της στην μεγιστοποίηση των πλεονασμάτων των παραγωγών και των καταναλωτών. Δίνει συνήθως διαφορετική βαρύτητα στα διαφορετικά είδη παραγωγών και καταναλωτών (και η κυβέρνηση). Παράδειγμα από την ρύθμιση των καζίνο: Η απελευθέρωση της λειτουργίας των καζίνο μπορεί να επηρεάσει εκείνους που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά στον τζόγο και τους πολύ πλούσιους, επηρεάζοντας το πλεόνασμα του καταναλωτή. Παράλληλα, μπορεί να αυξήσει το πλεόνασμα του παραγωγού μέσω της αύξησης των κερδών του καζίνου. 21

A Natural Mon opoly P (price) E AC F MC G D 4. Βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας στα φυσικά μονοπώλια Κρατική ιδιοκτησία Τιμολογιακές ρυθμίσεις Δικαιόχρηση (franchise) Εισαγωγή ανταγωνισμού 5. Άλλοι τύποι αγοράς με επιβαρύνσεις αδράνειας Μονοψώνιο, όπου ο μοναδικός αγοραστής ρίχνει την τιμή που πληρώνει και την ποσότητα που αγοράζει. Ολιγοπώλιο, η ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ του τέλειου ανταγωνισμού και του μονοπωλίου όπου ένας μικρός αριθμός επιχειρήσεων λειτουργεί έχοντας την ικανότητα να αυξήσει τις τιμές και να μειώσει την παραγωγή. Ολιγοψώνιο, όπου ένας μικρός αριθμός αγοραστών ρίχνει την τιμή που πληρώνει και την ποσότητα που αγοράζει. Το ολιγοπώλιο και το ολιγοψώνιο αποτελούν περιπτώσεις που αφορούν περισσότερο τις αρχές αντι τράστ παρά τις ρυθμιστικές αρχές. 22

Monopolistic Competition P (price) MC AC E MR F G 0 D Q (quantity) A G Supply B E C D F Demand Q (quantity) 23

S +Tax S (Supply) A E S Subsidy C B F D (Demand) Q (quantity) US Supply A G C E F = World Free Trade = US Price with Tari US Demand 0 Q (quantity) 24

6. Δαπάνες αδράνειας Μονοπωλίου Όπου : = αρχική τιμή = αρχική ποσότητα n = ελαστικότητα ζήτησης d = περιθώριο τιμής κόστους Harberger (1954) έσοδα και κέρδη από την βιομηχανία. Το (d) εκτιμάται ως η διαφορά μεταξύ της βιομηχανίας και του μέσου υποδείγματος απόδοσης. Υπολογίζουμε το n = 1. Και λαμβάνουμε ότι το DWL είναι μόνο το 0.1% του ΑΕΠ(GNP). 7. Δαπάνες αδράνειας Μονοπωλίου Cowling and Muller (1978) Δεδομένα από 734 επιχειρήσεις στις ΗΠΑ για τα έτη 1963 1966. Το DWL εκτιμάται στο 4% του GCP. Αν στη ν εξίσωση συμπεριλάβουμε και την προσοδοθηρία ( rent seeking) τότε το ποσοστό είναι κατά πολύ υψηλότερο. 8. Χ Αναποτελεσματικότητα Χ Αναποτελεσματικότητα (Leibenstein 1966) έχουμε όταν οι επιχειρήσεις δεν ελαχιστοποιούν το κόστος παραγωγής της συνολικής λειτουργίας. Η Χ Ανα ποτελεσματικότητα οφείλεται είτε στην έλλειψη ανταγωνισμού είτε στην έλλειψη κινήτρων για ελαχιστοποίηση του κόστους των επιχειρήσεων. Τα μονοπώλια είναι ιδιαιτέρως επιρρεπή στην Χ Αναποτελεσματικότητα. Κατ επέκταση ένας επιπλέον λόγ ος υπέρ της απελευθέρωσης των αγορών θα μπορούσε να είναι και το ότι το στατικό κόστος αποτελεσματικότητας του μονοπωλίου υπερκαλύπτεται μακροπρόθεσμα από την αύξηση της Χ Αναποτελεσματικότητας. 25

9. Τεχνική (τεχνολογική) πρόοδος Ο Schumpeter ήταν υπέρ των μονοπωλίων υποστηρίζοντας ότι τα μονοπώλια ωφελούν την καινοτομία, διότι ο ανταγωνισμός για το μονοπώλιο ευνοούσε τις επενδύσει ς σε καινοτομία. Οι δαπάνες για Ε&ΤΑ έχουν διάφορους τύπους και περιλαμβάνουν διάφορα στάδια: o Βασική και εφαρμοσμ ένη έ ρευνα o Εφευρέσεις o Ανάπτυξη o Διάχυση 10. Τεχνολογική αλλαγή και ανταγωνισμός Value ($) C 26