Ιατρική βασισμένη σε ενδείξεις



Σχετικά έγγραφα
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Η ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Διατύπωση ερωτήσεων που μπορούν να απαντηθούν

Η ΙΣΧΥΣ ΕΝΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ. (Power of a Test) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21

Σχεδιασµός µελετών. Γεωργία Σαλαντή. Λέκτορας Εργαστήριο Υγιεινής και Επιδηµιολογίας Ιατρική Σχολή Πανεπιστήµιο Ιωαννίνων

ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ: ΠΩΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΤΣΩΝΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, ΕΙΔΙΚΕΥΟΜΕΝΟΣ ΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ

Ζ Σεμινάριο ΕΧΕ 24 Σεπτεμβρίου 2013

Τεκμηριωμένη Ιατρική Evidence-Based Medicine

Κλινικές Μελέτες στην Ελλάδα Ο δρόμος προς την αξιοπιστία από την πλευρά του ερευνητή: Εμπειρίες, προβλήματα και λύσεις. Γεώργιος Β.

Τεκμήρια και αποδείξεις στην ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2009

Ενότητα 1: Εισαγωγή. ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας. Τμήμα Φυσικοθεραπείας. Προπτυχιακό Πρόγραμμα. Μάθημα: Βιοστατιστική-Οικονομία της υγείας Εξάμηνο: Ε (5 ο )

Κεφάλαιο 1. Εισαγωγή

Περιγραφικές και ημιπειραματικές μελέτες. Γεωργία Σαλαντή

ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚA ΣΥΣTHΜΑΤΑ

Πέτρος Γαλάνης, MPH, PhD Εργαστήριο Οργάνωσης και Αξιολόγησης Υπηρεσιών Υγείας Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών

Διατύπωση Κλινικού Ερωτήματος

Μπεττίνα Χάιδιτς. Επίκουρη Καθηγήτρια Υγιεινής Ιατρικής Στατιστικής e mail:

Συγγραφή και κριτική ανάλυση επιδημιολογικής εργασίας

Κανένα για αυτήν την παρουσίαση. Εκπαιδευτικές-ερευνητικές-συμβουλευτικές επιχορηγήσεις την τελευταία διετία: Abbvie,Novartis, MSD, Angelini,

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Εισαγωγή Μεθοδολογία της Έρευνας ΕΙΚΟΝΑ 1-1 Μεθοδολογία της έρευνας.

Γιατί οι μελέτες παρατήρησης δεν είναι πάντα κατάλληλες

Ο καθένας στο αντικείμενο του επιστημονικού του ενδιαφέροντος

Ερώτηση. Ποιο μέτρο συχνότητας υπολογίστηκε;

Τι πέραν των τυχαιοποιημένων κλινικών. Ζ. Μέλλιος

Συγγραφή επιστημονικής εργασίας ΨΧ 126

Μέρος Β /Στατιστική. Μέρος Β. Στατιστική. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Εργαστήριο Μαθηματικών&Στατιστικής/Γ. Παπαδόπουλος (

Γιατί διεξάγεται μια μελέτη;;;

Επαναληπτικό μάθημα Βασικών επιδημιολογικών εννοιών. Ειρήνη Αγιαννιωτάκη

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΜΕΑ

ΤΕΙ Αθήνας Μεθοδολογία της έρευνας και Ιατρική στατιστική

Μελέτες ασθενών-μαρτύρων

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΜΕ ΘΕΣΠΙΣΜΕΝΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΝΑΛΟΓΩΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

Κριτική Αξιολόγηση Τυχαιοποιημένης Κλινικής Δοκιμής (RCT)

Διάγνωση και προσυμπτωματικός έλεγχος

Ποιος ήταν ο σκοπός αυτής της μελέτης; Γιατί απαιτήθηκε η μελέτη; Ποια φάρμακα μελετήθηκαν; BI

Ερώτηση. Ποιο μέτρο συχνότητας υπολογίστηκε;

Στάδια συγγραφής άρθρου ανασκόπησης. Κωνσταντίνος Τζιόμαλος Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας ΑΠΘ Α Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Είδη Επιδημιολογικής Έρευνας. Εμμανουήλ Σμυρνάκης Λέκτορας ΠΦΥ Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ Στάθης Γιαννακόπουλος Γενικός Ιατρός, Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ

Ενότητα 2: Έλεγχοι Υποθέσεων Διαστήματα Εμπιστοσύνης

6 ο ΜΑΘΗΜΑ Έλεγχοι Υποθέσεων

ΑΝΤΙΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ.

NeuroBloc Αλλαντική τοξίνη τύπου Β ενέσιμο διάλυμα U/ml

ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΔΟΚΙΜΕΣ - ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Οι Μετα-αναλύσεις. αναλύσεις. Μπεττίνα Χάιδιτς. Λέκτορας Υγιεινής Ιατρικής Στατιστικής Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ

Ερώτηση. Ποιο μέτρο συχνότητας υπολογίστηκε;

Απάντηση. Συγχρονική μελέτη

Χ. Τριαντοπούλου Συντ. Δ/ντρια Ακτινολογικό τμήμα Κωνσταντοπούλειο Νοσοκομείο

Έλεγχος υποθέσεων - Ισχύς και Μέγεθος είγματος Sample Size and Power. Γρηγόρης Χλουβεράκης, Ph.D. Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστήμιο Κρήτης

Διάρθρωση (+ εργαστήριο)

ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑΣ

Παρουσίαση Έρευνας για Κλινικές Μελέτες. Ετοιμάστηκε για τον: Click to edit Master subtitle style

Δυσλιπιδαιμίες αντιμετώπιση. Κωνσταντίνος Τζιόμαλος Λέκτορας Παθολογίας ΑΠΘ Α Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική ΑΠΘ, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

Έρευνες ασθενών-μαρτύρων. Αναδρομικές. Case-control studies (retrospective) (case-control studies) Προοπτικές μελέτες

Πανευρωπαϊκή Ημέρα Καρδιακής Ανεπάρκειας, 5-7 Μαϊου 2017

Αντικείμενο των επιδημιολογικών μελετών

ΙΑΤΡΙΚΗ ΒΑΣΙΣΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ EVIDENCE BASED MEDICINE

ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΟΥ ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ Copyright 2010 Τόμος 9 ος, Τεύχος 4 ο, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2010

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΝΕΥΜΟΝΑ. Ποιός είναι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπιστεί;

Ανιχνευτικές εξετάσεις (screening) στη φροντίδα του παιδιού

Άσκηση. Καπνιστές Ναι Όχι Σύνολο Ανθρωπο-έτη παρακολούθησης Περιπτώσεις εμφράγματος

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΜΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ. ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΕΜΜ. ΚΑΜΠΟΥΡΗΣ, ΒΙΟΛΟΓΟΣ, PhD ΙΑΤΡΙΚHΣ

Ποιοι από τους παρακάτω πληθυσμούς είναι κλειστοί ή ανοιχτοί και γιατί;

Επιδημιολογία 3 ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΩΝ. Ροβίθης Μ. 2006

18 η Διεθνής Διημερίδα Ηπατίτιδας Β & C Μέρος έκτο: Οι μελέτες του ΚΕΕΛΠΝΟ Επόμενα Βήματα και Προοπτικές

ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΣΗ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΟ ΛΑΘΟΣ ΣΤΙΣ ΜΕΤΑ-ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Δ. Τερεντές-Πρίντζιος, Χ. Βλαχόπουλος, Κ. Αζναουρίδης, Π. Πιέτρη, Ν. Ιωακειμίδης, Π. Ξαπλαντέρης, Χ. Στεφανάδης

Η υπο- αντιμετώπιση του πόνου.

STADYING CASES. Case Reports. Case Reports. Case reports Case-series studies Case-control studies. Περιγραφή ενδιαφέροντος περιστατικού

Ερμηνεύοντας τα Αποτελέσματα των Τυχαιοποιημένων Κλινικών Μελετών: Προσέγγιση βασιζόμενη στην Κριτική Αξιολόγηση

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ BIOSIMILARS ΣΤΑ ΡΕΥΜΑΤΙΚΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ

Είναι μία χημική ουσία (στερόλη), που αυξάνει στον οργανισμό με την κατανάλωση λιπαρών ουσιών.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Πως να ζήσετε 150 χρόνια» του Dr. Δημήτρη Τσουκαλά

Λήψη αποφάσεων στην ομοιοπαθητική συνταγογράφηση O ρόλος της Διαίσθησης. Μπαλάσκα Αθηνά Παιδίατρος Νεογνολόγος

ΤΕΚΜΗΡΙΩΜΕΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ: ΘΕΡΑΠΕΙΑ 3

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 1 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα. Ελεγκτική

Μέτρηση της Ποιότητας Ζωής σε Κλινικές Μελέτες για ΚΙ: Ένα ακόμη κομμάτι του παζλ

Νοσηλευτική βασισμένη σε ενδείξεις. Μια νέα προοπτική για την Ελληνική Νοσηλευτική

Διαλείπουσα αγωγή στο ήπιο άσθμα. Α. Φλέμιγκ, Πνευμονολογικό Τμήμα Παναγιώτα Λάμπρου

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Κατευθυντήριες οδηγίες για τη λοίμωξη από Helicobacter pylori στα παιδιά Διαδικασία Στόχοι whom to test Ποια test Ποιοί θεραπεύονται

ΧΑΜΗΛΗ ΠΙΕΣΗ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΙΜΟΣΟΣΙΑ

ΤΕΚΜΗΡΙΩΜΕΝΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ- EVIDENCE BASED PRACTICE

ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΙΑΤΡΟΥ

Παράρτημα IV. Επιστημονικά πορίσματα και λόγοι για την τροποποίηση των όρων των αδειών κυκλοφορίας

Αποτελέσματα έρευνας αγοράς σε Γιατρούς, Φαρμακοποιούς & Κοινό σχετικά με την. Επικοινωνία. των ΦΕ. the value of experience

ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ I: ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ & ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ

Λόγοι έκδοσης γνώμης για τον χαρακτηρισμό φαρμακευτικού προϊόντος ως ορφανού

π. Κωνσταντίνος. Χρήστου

Κωνσταντίνος Τζιόμαλος Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας Α Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική ΑΠΘ, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Κωνσταντίνος Τζιόμαλος Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας Α Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική ΑΠΘ, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ

Πτυχιακή εργασία Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΝΟΣΗΛΕΥΤΩΝ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΜΕ ΧΡΟΝΙΟ ΑΣΘΜΑ

Συγγραφή ερευνητικής πρότασης

Ποιοι από τους παρακάτω πληθυσμούς είναι κλειστοί ή ανοιχτοί και γιατί;

Καρδιακή Ανεπάρκεια. Πώς δουλεύει φυσιολογικά η καρδιά

Κελεπούρης Ζήσης Γενικός ιατρός Επιμελητής Β ΚΥΚ

ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΣΔ2 ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας Ονομασία προϊόντος Δραστική ουσία + Περιεκτικότητα Φαρμακοτεχνική μορφή

Transcript:

216 ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, 2008 ΕΙΣΗΓΗΣΗ Ιατρική βασισμένη σε ενδείξεις Θ. Δ. Μουντοκαλάκης Αν και έχουν περάσει μόλις δεκαέξι χρόνια αφότου εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη βιβλιογραφία (Guyatt et al. 1992), ο όρος «Evidence Based Medicine» έχει εξαπλωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να απαντά πλέον σε παραλλαγές αντίστοιχες με επιμέρους ιατρικές ειδικότητες: Evidence Based Pediatrics, Evidence Based Cardiovascular Medicine, Evidence Based Gastroenterology, Evidence Based Dermatology, Evidence Based Surgery κ.ο.κ. Στην αρχή, εν τούτοις, η νέα αυτή αντίληψη για τη λήψη ιατρικών αποφάσεων είχε αντιμετωπιστεί με αρνητικά και μερικές φορές, ειρωνικά σχόλια από την ιατρική κοινότητα, προφανώς επειδή δεν είχαν κατανοηθεί επαρκώς το περιεχόμενο και η σημασία της. Ενδεικτικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από επιστολή ενός Βρετανού γιατρού της Harley street στο Lancet της 23ης Σεπτεμβρίου του 1995: «Evidence Based Medicine είναι ένας νεολογισμός για την πληροφορημένη (informed) λήψη αποφάσεων και αυτό το παράδειγμα της «νέας γλώσσας» (newspeak) θα ενθουσίαζε τον George Orwell 1. Υποτίθεται ότι προηγουμένως, η άσκηση της ιατρικής βασιζόταν σε απευθείας επικοινωνία με το Θεό ή στο να ρίχνει κανείς ένα νόμισμα κορώνα-γράμματα». Στο ίδιο πνεύμα κινείται και μια χιουμοριστική απομίμηση Σωκρατικού διαλόγου, που δημοσιεύθηκε την ίδια χρονιά στο BMJ (D. Grahame-Smith, 1995; 310:1126-7). Εδώ ο Σωκράτης συνομιλεί με ένα γιατρό στον οποίο ο συγγραφέας έχει δώσει το όνομα «Ενθουσιαστικός» (Enthusiasticus): «ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Πες μου, Ενθουσιαστικέ, λέγουν ότι ασπάζεσαι μια νέα μορφή άσκησης της ιατρικής. Αληθεύει αυτό; ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΣ: Πράγματι, Σωκράτη, και είναι πολύ αποτελεσματική. ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Έχει κάποιο όνομα ή χαρακτηρισμό; ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΣ: Ναι. Την έχουμε ονομάσει evidence based medicine. ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Πολύ ενδιαφέρουσα, αν και άκομψη, ονομασία. Βρίσκω, όμως, τον τίτλο που έχετε δώσει στη νέα αυτή μορφή άσκησης της ιατρικής μάλλον ανησυχητικό. Νόμιζα πως όλοι οι γιατροί είχαν εκπαιδευθεί σύμφωνα με την επιστημονική παράδοση, μια από τις αρχές της οποίας είναι να εξετάζουν αποδεικτικά στοιχεία πάνω στα οποία βασίζουν την ιατρική που ασκούν. Κατά τι, λοιπόν, η νέα αυτή evidence based medicine διαφέρει από την παραδοσιακή ιατρική;» Η απάντηση σ αυτήν ακριβώς την τελευταία ερώτηση είναι απαραίτητη για την κατανόηση του περιεχομένου και της σημασίας της «νέας μορφής άσκησης της ιατρικής», όπως χαρακτηρίζει την evidence based medicine ο υποθετικός Σωκράτης. Στις αρχές της δεκαετίες του 70, στο βιβλίο του με τίτλο «Θεραπεία του παιδιού στο σπίτι» (Common symptoms of disease in children) και στο κεφάλαιο για τη λοιμώδη ηπατίτιδα, ο πολυγραφότατος Βρετανός καθηγητής της Παιδιατρικής Ronald S. Illingworth (1909-1990) έγραφε: «Ως αποτέλεσμα εμπειρίας από τη θεραπεία πολλών εκατοντάδων περιπτώσεων λοιμώδους ηπατίτιδας στη Μέση Ανατολή 2, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η ανάπαυση είναι ουσιώδης σ αυτή την πάθηση ( ) Εχω δει πάρα πολλές περιπτώσεις αξιωματικών και στρατιωτών στις οποίες 1 Βρετανός συγγραφέας και δημοσιογράφος (1903-1950). Στο μυθιστόρημά του επιστημονικής φαντασίας με τίτλο «1984» γίνεται αναφορά στο «Μεγάλο Αδελφό», που για να μπορεί να ελέγχει τη βούληση των κατοίκων της φανταστικής «Ωκεανίας», τους έχει επιβάλλει μια «νέα γλώσσα» (newspeak), με την οποία διαστρεβλώνεται η έννοια συνήθων λέξεων. 2 Κατά τη διάρκεια του Β Παγκόσμιου Πολέμου, ο Illingworth είχε υπηρετήσει στη Μέση Ανατολή ως αντισυνταγματάρχης Υγειονομικού του Βρετανικού Στρατού.

ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, 2008 217 ο ίκτερος επέμενε για μεγάλο χρονικό διάστημα όταν οι άρρωστοι εκτελούσαν βοηθητική υπηρεσία, αλλά υποχωρούσε γρήγορα όταν υποβάλλονταν σε ανάπαυση». Η προσωπική πείρα χρησίμευε, λοιπόν, ως βάση για τη λήψη ιατρικών αποφάσεων στο παρελθόν 3. Τους περιορισμούς της, όμως, ως μεθόδου εξαγωγής συμπερασμάτων επισημαίνει ο ίδιος ο Illingworth όταν στο ίδιο κείμενο παρατηρεί: «αν και δεν είμαι σε θέση να πω ότι οι άρρωστοι δε θα πήγαιναν εξίσου καλά αν δεν έμεναν στο κρεβάτι, αλλά απλώς αναπαύονταν μέσα στο θάλαμο». Με την εύστοχη αυτή παρατήρηση, ο Illingworth αναγνωρίζει δυο και πλέον δεκαετίες πριν από την Evidence Based Medicine την έλλειψη ομάδας σύγκρισης ως σημαντική αδυναμία της λήψης αποφάσεων με βάση την προσωπική εμπειρία. Στην Evidence Based Medicine, η προσωπική εμπειρία, που αναφέρεται ως μη συστηματική κλινική ε- μπειρία, έχει αντικατασταθεί από τη συστηματική κλινική εμπειρία -δηλαδή, τη συλλογική κλινική εμπειρία που βασίζεται στη σύγκριση (βλέπε τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη με ομάδα σύγκρισης, πιο κάτω). Μια δεύτερη ουσιώδης διαφορά της Evidence Based Medicine από τον τρόπο με τον οποίο οι παλιότεροι γιατροί κατέληγαν στις αποφάσεις τους γίνεται αντιληπτή από το ακόλουθο παράδειγμα: Σε παιδιά με κρίση άσθματος, οι περισσότεροι παιδίατροι χορηγούν τα κορτικοστεροειδή ενδοφλεβίως και όχι από το στόμα, βασιζόμενοι στις γνώσεις τους από τη Φαρμακολογία, σύμφωνα με τις οποίες η ενδοφλέβια οδός εξασφαλίζει ταχύτερη έναρξης της δράσης του φαρμάκου και πιο προβλέψιμα αποτελέσματα, αφού τα επίπεδα του φαρμάκου στο αίμα είναι ανεξάρτητα από παράγοντες που επηρεάζουν την απορρόφηση. Αυτός ο τρόπος λήψης αποφάσεων είναι γνωστός ως επαγωγική ή συμπερασματική λογική (inferential reasoning). Σύμφωνα μ αυτήν, οι διαγνωστικές και θεραπευτικές επιλογές βασίζονται στην κρίση που συνάγεται λογικά από τη γνώση των βιολογικών φαινομένων. Επί πολλά χρόνια, οι γιατροί έπαιρναν τις αποφάσεις τους αφού κατέληγαν σε συμπεράσματα που προέκυπταν λογικά από τις διαθέσιμες κάθε εποχή φαρμακολογικές ή παθοφυσιολογικές γνώσεις. Οι συνέπειες, όμως, υπήρξαν συχνά ολέθριες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν: η αποφυγή θεραπευτικής παρέμβασης στην καλούμενη «ήπια» υπέρταση, με βάση την επικρατούσα, στη δεκαετία του 30, αντίληψη ότι η αυξημένη αρτηριακή πίεση είναι χρήσιμη για την εξασφάλιση επαρκούς αιμάτωσης ζωτικών οργάνων, η χορήγηση, στη δεκαετία του 50, αγγειοσυσπαστικών φαρμάκων στο shock, στην προσπάθεια ενίσχυσης της αντισταθμιστικής δράσης του συμπαθητικού συστήματος, η αντικατάσταση, στη δεκαετία του 60, των αγγειοσυσπαστικών από αγγειοδιασταλτικά φάρμακα με σκοπό την αποφυγή της «λιμνάζουσας ανοξίας», που σύμφωνα με πειραματικά ευρήματα εκείνης της εποχής, πιστευόταν ότι αποτελεί την παθοφυσιολογική βάση του shock και η προληπτική χορήγηση ξυλοκαΐνης σε όλους τους ασθενείς με οξύ έμφραγμα, στη δεκαετία του 80, με σκοπό την πρόληψη θανατηφόρων κοιλιακών αρρυθμιών τακτική που εγκαταλείφθηκε γρήγορα όταν οδήγησε σε δραματική αύξηση των θανάτων. Και όμως, τις παγίδες που κρύβει η συμπερασματική λογική είχε επισημάνει, εδώ και πάνω από δυο χιλιετίες, ο Ιπποκράτης όταν στις «Παραγγελίες» του συνιστούσε: «Μη βασίζεστε σε συμπεράσματα που προκύπτουν μόνο από τη λογική, αλλά στις ενδείξεις που απορρέουν από την πράξη, επειδή οι επιπόλαιοι ισχυρισμοί είναι σφαλεροί και μπορούν εύκολα να καταρριφθούν». («Των δ' ως λόγου μόνου ξυμπεραινομένων μη είη επαύρασθαι, των δε ως έργου ενδείξιος σφαλερή γαρ και εύπταιστος η μετ' αδολεσχίης ισχύρισις»). Ο όρος «ενδείξεις» χρησιμοποιείται από τον Ιπποκράτη με την ίδια ακριβώς έννοια όπως και ο αγγλικός όρος evidence στην Evidence Based Medicine. Αυτό είναι ένα επιπλέον επιχείρημα υπέρ της αποδόσεως του όρου Evidence Based Medicine στα Ελληνικά ως Ιατρική Βασισμένη σε Ενδείξεις. Η διαφορά έγκειται στο ότι ενώ στα χρόνια του 3 Σύμφωνα με ένα ορισμό, πείρα είναι το να επαναλαμβάνει κανείς το ίδιο λάθος με όλο και μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση!

218 ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, 2008 ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ Σ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗΣ ΤΥΧΑΙΑ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΟΜΑΔΑ ΣΥΓΚΡΙΣΗΣ ΚΛΙΝΙΚΗ MH ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ ΚΑΙ ΚΟΟΡΤΗΣ ΑΣΘΕΝΩΝ-ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΗ ΣΧΗΜΑ 1. Ταξινόμηση μελετών έκβασης. Ιπποκράτη, ελλείψει κλινικής έρευνας, οι ενδείξεις προέκυπταν αναγκαστικά από τη μη συστηματική εφαρμογή των θεραπευτικών μέτρων στην πράξη («έργου ενδείξιος»), στη Βασισμένη σε Ενδείξεις Ιατρική, οι ενδείξεις προέρχονται από συστηματική κλινική έρευνα. Σύμφωνα με τον επικρατέστερο ορισμό, Ιατρική Βασισμένη σε Ενδείξεις είναι η θεμελίωση ιατρικών αποφάσεων στη διαδικασία της συστηματικής αναζήτησης, αξιολόγησης και εφαρμογής των ευρημάτων της τρέχουσας έρευνας. Η συμπερασματική λογική βασίζεται κι εκείνη σε αποτελέσματα έρευνας για να καταλήξει σε «λογικά» συμπεράσματα, αλλά το είδος της έρευνας από το οποίο προέρχονται οι ενδείξεις στη Βασισμένη σε Ενδείξεις Ιατρική είναι διαφορετικό. Σε αντίθεση με τη συμπερασματική λογική, στη Βασισμένη σε Ενδείξεις Ιατρική οι ενδείξεις δεν προέρχονται από τη βασική έρευνα, την έρευνα σε πειραματόζωα, την έρευνα που αποσκοπεί στην κατανόηση παθοφυσιολογικών μηχανισμών ή τη φαρμακολογική έρευνα. Προέρχονται αποκλειστικά και μόνο από την καλούμενη έρευνα έκβασης (outcome research) δηλαδή, την έρευνα που απαντά σε ερωτήματα που αφορούν την έκβαση. Στο προηγούμενο παράδειγμα, είναι προφανές ότι οι παιδίατροι που θα χορηγούσαν τα κορτικοστεροειδή ενδοφλεβίως και όχι από το στόμα θα απαντούσαν αρνητικά στο ερώτημα: «Σε παιδιά με παρόξυνση άσθματος, η χορήγηση κορτικοστεροειδών από το στόμα είναι εξίσου αποτελεσματική με την ενδοφλέβια χορήγηση;». Το ερώτημα, όμως, αυτό είναι ατελώς διατυπωμένο, αφού η έκφραση «εξίσου αποτελεσματική» δεν προσδιορίζει συγκεκριμένη έκβαση («εξίσου αποτελεσματική» ως προς τι;). Για να απαντηθεί σύμφωνα με τη Βασισμένη σε Ενδείξεις Ιατρική, το ερώτημα θα πρέπει να αναφέρεται σε συγκεκριμένη έκβαση. Ως έκβαση θα μπορούσε π.χ., να οριστεί η νοσηλεία σε νοσοκομείο, οπότε η κατάλληλη ερώτηση θα ήταν: «Σε παιδιά με παρόξυνση άσθματος, η χορήγηση κορτικοστεροειδών από το στόμα επηρεάζει τη νοσηλεία σε νοσοκομείο διαφορετικά από ότι η ενδοφλέβια χορήγηση;». Απάντηση σ αυτό το ερώτημα μπορεί να δοθεί

ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, 2008 219 Attention deficit hyperactivity disorder (ADHD) Questions 1. In school-age children (population), what is the likelihood of ADHD (outcome)? [baseline risk] 2. In school-age children (population) with ADHD (exposure), what is the likelihood of additional psychiatrc disorders (outcome)? [baseline risk] 3. In school-age children suspected of having ADHD (population, exposure), what is the utility of behavior rating scales and other tests (intervention) in the diagnosis of ADHD (outcome)? [diagnostic test] 4. In school-age children with ADHD (population, exposure), what is the effectiveness of stimulant medications, other psychotropic medications, and/or behavioral treatments (interventions) on ADHD behaviors (outcome)? [therapy] ΚΛΙΝΙΚΗ 4 ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΤΥΧΑΙΑ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΚΟΟΡΤΗΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ Σ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΡΕΥΝΗΤΗ MH ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΣΘΕΝΩΝ-ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗΣ ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΟΜΑΔΑ ΣΥΓΚΡΙΣΗΣ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΗ 2 1 3 ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ 1. Είδος έρευνας έκβασης που παρέχει κατάλληλες ενδείξεις για την απάντηση σε κάθε ένα από τα τέσσερα ερωτήματα (ο αριθμός του κάθε ερωτήματος έχει σημειωθεί κάτω από το αντίστοιχο είδος έρευνας). μόνο με τη σύγκριση της διάρκειας νοσηλείας μετά από τη χορήγηση ισοδύναμων δόσεων κορτικοστεροειδών ενδοφλεβίως ή από το στόμα. Για να γίνει αυτό, παιδιά με κρίση άσθματος θα πρέπει να κατανεμηθούν με τυχαίο τρόπο (με τη βοήθεια στατιστικών πινάκων τυχαίων αριθμών) σε δυο ομάδες, σε κάθε μια από τις οποίες το φάρμακο θα χορηγηθεί με μια από τις δυο διαφορετικές ο- δούς. Αυτή είναι η τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη (με ομάδα ελέγχου, ομάδα σύγκρισης) κλινική μελέτη (randomized controlled clinical trial), που αποτελεί την κύρια πηγή ενδείξεων για τη λήψη αποφάσεων σύμφωνα με τις αρχές της Βασισμένης σε Ενδείξεις Ιατρικής. Μια τυχαιοποιημένη μελέτη που σχεδιάστηκε για να απαντήσει σ αυτό το ερώτημα (Oral versus intravenous corticosteroids in children hospitalized with asthma. J Allergy Clin Immunol. 1999 Apr; 103(4):586-90) έδειξε ότι η παραμονή στο νοσοκομείο ήταν παρόμοια ανεξάρτητα από τον τρόπο χορήγησης των κορτικοστεροειδών (μέση παραμονή στο νοσοκομείο 78 ώρες με τη χορήγηση από το στόμα, έναντι 70 ωρών με την ενδοφλέβια χορήγηση, P =0,52). Σε αντίθεση, λοιπόν, με αυτό που θα περίμενε κανείς με βάση τη φαρμακοκινητική, η κλινική μελέτη δείχνει ότι ο παιδίατρος μπορεί να χορηγήσει τα κορτικοστεροειδή από το στόμα αντί να προσπαθήσει να τα χορηγήσει ενδοφλεβίως (με όλες τις δυσκολίες και την ταλαιπωρία του παιδιού που αυτό συνεπάγεται), αφού αυτό που τον ενδιαφέρει πρωτίστως δεν είναι τα

220 ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, 2008 επίπεδα του φαρμάκου στο αίμα, αλλά το κλινικό αποτέλεσμα (πόσο γρήγορα θα μπορέσει το παιδί να επιστρέψει σπίτι του). Η τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη κλινική μελέτη είναι μια από τις μορφές της έρευνας έκβασης. Είναι πειραματική μελέτη (μελέτη παρέμβασης), δοθέντος ότι το είδος της έκθεσης (στο προηγούμενο παράδειγμα, η ενδοφλέβια ή η από το στόμα χορήγηση του φαρμάκου) καθορίζεται από τον ερευνητή. Οι μελέτες έκβασης στις οποίες ο ερευνητής δεν παρεμβαίνει, αλλά απλώς παρατηρεί πώς επηρεάζει η έκθεση σε ένα παράγοντα την έκβαση ονομάζονται μελέτες παρατήρησης (observational) (σχήμα 1). Όταν ο ερευνητής παρακολουθεί την έκβαση σε δυο συγκρίσιμες ομάδες με διαφορετική έκθεση, προοπτικά στο χρόνο (π.χ., καρκίνος του πνεύμονα ως έκβαση σε καπνιστές και μη καπνιστές), η μελέτη ονομάζεται μελέτη κοόρτης (cohort, από το όνομα Ρωμαϊκής στρατιωτικής μονάδας). Αντίθετα, όταν μετά την έκβαση αναζητούνται αναδρομικά διαφορές στην έκθεση σε δυο συγκρίσιμες ομάδες (π.χ., αναζήτηση ιστορικού καπνίσματος σε ασθενείς με έμφραγμα και σε συγκρίσιμη ομάδα ατόμων χωρίς έμφραγμα), η μελέτη ονομάζεται μελέτη ασθενώνμαρτύρων (case-control). Οι συγχρονικές έρευνες (cross-sectional surveys) μοιάζουν με τις μελέτες ασθενών-μαρτύρων, με τη διαφορά ότι τα άτομα και τα αναζητούμενα χαρακτηριστικά ή οι αναζητούμενοι παράγοντες έκθεσης εξετάζονται ταυτόχρονα (την ίδια χρονική στιγμή). Μετα-ανάλυση είναι η εκ των υστέρων από κοινού ανάλυση των αποτελεσμάτων ομοιογενών κλινικών μελετών (μελετών με κοινά χαρακτηριστικά). Η μετα-ανάλυση επιτρέπει την αύξηση του στατιστικού δείγματος (δηλαδή, του πληθυσμού των αρρώστων της έρευνας, sample size), αφού ως στατιστικό δείγμα χρησιμοποιεί το άθροισμα του στατιστικού δείγματος κάθε μιας από τις επιμέρους μελέτες και έτσι αποφεύγεται η παγίδα της μη ανίχνευσης στατιστικά σημαντικής διαφοράς λόγω ανεπαρκούς στατιστικού δείγματος (στατιστικό σφάλμα τύπου ΙΙ). Στο παράδειγμα της εικόνας 1 φαίνεται πώς κάθε ένα από τα τέσσερα ερωτήματα που θα μπορούσαν να ενδιαφέρουν ένα παιδίατρο σε σχέση με ένα παιδί που παρουσιάζει συγκεκριμένη διαταραχή συμπεριφοράς μπορούν να απαντηθούν με βάση ενδείξεις που προκύπτουν από διαφορετικά είδη έρευνας έκβασης (ο αριθμός του κάθε ερωτήματος έχει σημειωθεί κάτω από το αντίστοιχο είδος έρευνας). Η εφαρμογή της Βασισμένης σε Ενδείξεις Ιατρικής διακρίνεται σε τέσσερα στάδια (για λόγους μνημοτεχνικής, στην Αγγλική γλώσσα αρχίζουν και τα τέσσερα από Α, four As ): Το πρώτο στάδιο είναι η ορθή διατύπωση της ερώτησης που απασχολεί τον κλινικό γιατρό (Asking). Η σημασία της ορθής διατύπωσης της ερώτησης γίνεται εμφανής από το παράδειγμα της οδού χορήγησης κορτικοστεροειδών στο άσθμα. Το δεύτερο στάδιο είναι η πρόσβαση σε πηγές δημοσιευμένων μελετών έκβασης (Accessing). Η συνήθης πρόσβαση γίνεται μέσω κατάλληλων μηχανών αναζήτησης ιατρικής βιβλιογραφίας του Διαδικτύου (web-search engines), όπως η MEDLINE. Το τρίτο στάδιο είναι η αξιολόγηση της ισχύος των ενδείξεων (Appraising). Οι ενδείξεις δεν είναι αποδείξεις (γι αυτό και η απόδοση του όρου evidence based medicine ως «ιατρική βασισμένη σε αποδείξεις» είναι παραπλανητική): διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την ισχύ (level of evidence), η οποία καθορίζεται από το είδος της μελέτης έκβασης από την οποία προέρχονται, αλλά και από την ποιότητα του σχεδιασμού και της ανάλυσης των αποτελεσμάτων της κάθε μελέτης. Η επικρατέστερη ιεράρχηση (σε φθίνουσα σειρά) των διαφόρων τύπων κλινικής έρευνας από άποψη ισχύος ενδείξεων είναι η εξής: Μετα-αναλύσεις Τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες μελέτες Μελέτες παρατήρησης Μη τυχαιοποιημένες μελέτες παρέμβασης Γνώμη ειδικών Το τελευταίο στάδιο της Βασισμένης σε Ενδείξεις Ιατρικής είναι η εφαρμογή των ενδείξεων στο συγκεκριμένο άρρωστο (Applying). Και ενώ το πρώτο και το τελευταίο στάδιο είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του κλινικού γιατρού -αφού μόνο εκείνος είναι σε θέση να γνωρίζει τα προβλήματα που απασχολούν τον ίδιο και τον άρρωστό του, αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αρρώστου του, που ενδέχεται να επιβάλλουν τροποποιήσεις κατά την εφαρμογή των ενδείξεων- το στάδιο της πρόσβασης σε πηγές έρευνας έκβασης και ιδιαίτερα το στάδιο της αξιολόγησης της ισχύος των ενδείξεων ξεπερνούν τις δυνατότητες του μέσου γιατρού. Το πρόβλημα της πρόσβασης και της αξιολόγησης επιχειρούν να επιλύσουν οι κατευθυντήριες οδηγίες (guidelines). Κατευθυντήριες οδηγίες είναι οδηγίες προς τους κλινικούς γιατρούς που συντάσσονται από επιτροπές ειδικών. Τα μέλη αυτών των επιτροπών αναλαμβάνουν το έργο της πρόσβασης σε πηγές μελετών έκβασης και την α- ξιολόγηση των προερχόμενων απ αυτές ενδείξεων για λογαριασμό του κλινικού γιατρού.

ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, 2008 221 Οι κατευθυντήριες οδηγίες είναι χρήσιμες για τον κλινικό γιατρό αλλά δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ως δόγμα. Διαφορές υπάρχουν ανάμεσα σε κατευθυντήριες οδηγίες για το ίδιο θέμα που έχουν συνταχθεί από διαφορετικά σώματα ειδικών, αλλά και κατευθυντήριες οδηγίες που έχουν συνταχθεί από το ίδιο σώμα μπορεί να αναθεωρούνται όταν προκύπτουν νεώτερες ενδείξεις. Κανονικά, οι κατευθυντήριες οδηγίες πρέπει να ενημερώνουν τον κλινικό γιατρό για την ισχύ των ενδείξεων στις οποίες βασίζονται και, κατά συνέπεια, το βαθμό βεβαιότητας των συντακτών τους για την εγκυρότητά τους. Χαρακτηριστικό είναι το πιο κάτω παράδειγμα κατευθυντήριων οδηγιών σε σχέση με τα μη φαρμακευτικά μέσα αντιμετώπισης της υπέρτασης: Σε όλα τα υπερτασικά άτομα που καπνίζουν πρέπει να γίνεται σύσταση για διακοπή του καπνίσματος (Βαθμός βεβαιότητας Α). Σε υπερτασικά άτομα με σωματικό βάρος πάνω από 10% του κανονικού, πρέπει να γίνεται σύσταση ελάττωσης του σωματικού βάρους (Βαθμός βεβαιότητας Α). Το αλάτι πρέπει να ελαττώνεται στα 5-6 g NaCl την ημέρα, ιδίως σε παχύσαρκα και ηλικιωμένα υπερτασικά άτομα (Βαθμός βεβαιότητας Β). Σε άτομα που κάνουν καθιστική ζωή συνιστάται τακτική άσκηση αερόβιου τύπου (π.χ., γρήγορο περπάτημα ή κολύμπι επί 30-45 λεπτά, 3 ή 4 φορές την εβδομάδα), αλλά όχι άσκηση αναερόβιου τύπου (Βαθμός βεβαιότητας Γ). Συμπέρασμα Η εποχή της κυριαρχίας των βιολογικών γνώσεων ως βάσης για τη λήψη κλινικών αποφάσεων έχει παρέλθει. Η σύγχρονη ιατρική είναι η ιατρική της διαχείρισης της αβεβαιότητας. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει, αναφερόμενος στη Στατιστική, ένας διάσημος σύγχρονος στατιστικολόγος (Dennis Lindley. The philosophy of statistics, The Statistician, 2000): «Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι μόνο η διαχείριση της αβεβαιότητας. Δεν ασχολούμεθα με το ζήτημα που είναι αβέβαιο. Επομένως, δε μελετούμε το μηχανισμό της βροχής, μόνο το αν θα βρέξει». Κατ αντιστοιχία, αυτό που απασχολεί τον άρρωστο δεν είναι η φύση της αρρώστιας του, αλλά το αν θα γίνει καλά με άλλα λόγια, η έκβαση. Εκείνο που έχει επιτύχει η Βασισμένη σε Ενδείξεις Ιατρική είναι να αναδείξει αυτή την αλήθεια και να στρέψει την ιατρική έρευνα σε αναζήτηση ενδείξεων σχετιζόμενων με πιθανότητες έκβασης, πάνω στις οποίες ο κλινικός γιατρός μπορεί να βασίσει τις αποφάσεις του με καλύτερες προοπτικές επιτυχίας. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Barton S. Which clinical studies provide the best evidence? BMJ 2000; 321:255-6. Reilly BM. The essence of EBM. BMJ 2004; 329:991-2. Coomarasamy A, Khan KS. What is the evidence that postgraduate teaching in evidence based medicine changes anything? A systematic review. BMJ 2004; 329:1017. Guyatt G, Cairns J, Churchill D, et al. Evidence-based medicine. A new approach to teaching the practice of medicine. JAMA 1992; 268:2420-5. Guyatt G, Cook D, Haynes B. Evidence based medicine has come a long way. BMJ 2004; 329:990-1. Sackett DL, Rosenberg WM, Gray JA, Haynes RB, Richardson WS. Evidence based medicine: what it is and what it isn t. BMJ 1996; 312:71-2. Strauss SE, Jones J. What has evidence based medicine done for us? BMJ 2004; 329:987-8. O Connor PJ. Adding value to evidence-based clinical guidelines. JAMA 2005; 294:716-27.