Ταχύτητα ανάγνωσης κειμένων Braille ανάλογα με το μοντέλο ανάγνωσης Βασίλης Παπαδημητρίου Φιλόλογος, M.Α Ειδικής Αγωγής, Π.Τ.Δ.Ε., ΕΚΠΑ Ευγενίδου 32, Περιστέρι, 12137, 2105747441 e-mail: yahabillis@yahoo.gr Σταυρούλα Πολυχρονοπούλου Καθηγήτρια Ειδικής Αγωγής Πανεπιστημίου Αθηνών Ναυαρίνου 13 Α Αθήνα, 80106, 2103688071 e-mail: spolychr@primdu.uoa.gr ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η εργασία αποσκοπεί στο να βοηθήσει τυφλούς μαθητές και εκπαιδευτικούς να αναπτύξουν κατάλληλες μεθόδους βελτίωσης της ταχύτητας ανάγνωσης στο Braille. Ερευνητικά ερωτήματα: - Πόσες λέξεις διαβάζονται ανά λεπτό με το Braille; - Ποιες οι επιδόσεις των τυφλών μαθητών ανάλογα με το στυλ ανάγνωσης; Τα τέσσερα «μοντέλα» που παρατηρούνται είναι η ανάγνωση με το αριστερό χέρι, με το δεξί χέρι, η ταυτόχρονη ανάγνωση και με τα δυο χέρια όπου το ένα χέρι ακολουθεί το άλλο και η ανάγνωση με τα δυο χέρια, όπου τα χέρια έχουν ξεχωριστές λειτουργίες χωρίζοντας μεταξύ τους το κείμενο. Το αρχικό δείγμα ήταν 21 μαθητές, εκ των οποίων συμμετείχαν 17 ηλικίας 12-19 ετών. Ως προϋποθέσεις για συμμετοχή στην έρευνα ήταν να είναι μαθητές άνω των 10 ετών που φοιτούν σε σχολεία της Αθήνας, καθημερινοί αναγνώστες Braille, με φυσιολογική νοημοσύνη και ολική τύφλωση σύμφωνα με τη νομοθεσία. Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας επιβεβαιώνουν την ερευνητική υπόθεση πως το Braille είναι αργό μέσο. Τα αποτελέσματα συγκρίνονται με άλλες έρευνες από Ελλάδα και εξωτερικό. Παράλληλα παρουσιάζεται και αιτιολογείται ποιο μοντέλο ανάγνωσης είναι ταχύτερο και πιο ωφέλιμο για τους τυφλούς αναγνώστες μέσα από μια σύγκριση των μοντέλων ανάγνωσης μεταξύ τους. Λέξεις-κλειδιά: Braille, ανάγνωση, ταχύτητα ανάγνωσης κειμένων Braille, μοντέλα ανάγνωσης τυφλών. 1. Εισαγωγή Το σύστημα Braille γίνεται για τον τυφλό το μέσο απόκτησης γνώσης. Η πιο κατάλληλη περίοδος για την εκμάθησή του είναι μεταξύ 5-7 ετών, διότι σε αυτή την ηλικία το
παιδί εμφανίζει αξιοπρόσεκτη επιδεξιότητα και ταχύτητα στα χέρια (Βλάχου, 2005) μαθαίνοντας πως κάθε κουκίδα μεταφέρει ένα μήνυμα (Lamb, 1996). Οι μέθοδοι ανάγνωσης που αναπτύχθηκαν για τους τυφλούς βασίζονται πάνω σε μοντέλα που εφαρμόστηκαν σε βλέποντες μαθητές, παρ ότι ο αναγνώστης της Braille δε λειτουργεί ακριβώς έτσι. Οι βλέποντες αποκτούν πληροφορίες διαμέσου της όρασης, ενώ στην απτική ανάγνωση εμπλέκονται τα δάχτυλα, τα χέρια και ο συντονισμός τους (Simon & Huertas, 1998). Αυτό σημαίνει πως οι τυφλοί έχουν περισσότερους αισθητηριακούς περιορισμούς και συλλέγουν τόσες πληροφορίες όσες μπορούν να συλλέξουν οι άκρες των δαχτύλων (Παπαδόπουλος, 2005). Η αργοπορία στο διάβασμα οφείλεται και στο γεγονός πως η αντιληπτική μονάδα του συστήματος Braille είναι το κύτταρο/χαρακτήρας. Αναπόφευκτα, λοιπόν, η αναγνωστική διαδικασία είναι αργή και κουραστική. Οι Simon και Huertas (1998) υποστηρίζουν πως αυτό δεν ισχύει για όλους τους αναγνώστες Braille, καθώς ορισμένοι διαβάζουν σε μεγαλύτερες ενότητες όταν οι μονάδες του κειμένου έχουν σημασία (λέξη προς λέξη, γραμμή προς γραμμή). 1.1. Σημασία χεριών και δαχτύλων στο Braille Τα τέσσερα «μοντέλα» ανάγνωσης που παρατηρούνται είναι τα εξής: α.η ανάγνωση με το αριστερό χέρι, β. η ανάγνωση με το δεξί χέρι, γ. η ταυτόχρονη ανάγνωση και με τα δυο χέρια, κατά την οποία το ένα χέρι ακολουθεί το άλλο και δ. η ανάγνωση με τα δυο χέρια, κατά την οποία τα χέρια έχουν ξεχωριστές λειτουργίες, χωρίζοντας μεταξύ τους το κείμενο. Εσωτερικά στα τέσσερα παραπάνω βασικά μοντέλα ανάγνωσης παρατηρούνται τρεις κύριες κατηγορίες μετακινήσεων των χεριών: Η προς τα εμπρός, από τα αριστερά προς τα δεξιά κίνηση ανίχνευσης της μπράιγ γραμμής, η κίνηση εύρεσης της επόμενης γραμμής, και η οπισθοδρόμηση του χεριού σε ένα μέρος του κειμένου που έχει ήδη διαβαστεί (Παπαδόπουλος, 2005). Η πλειοψηφία των τυφλών αναγνωστών διαβάζει με τα δυο χέρια (Λιοδάκης, 2000). Ωστόσο, κάποιοι αναγνώστες που διαβάζουν και με τα δυο χέρια, χρησιμοποιούν περισσότερο το ένα ή το άλλο χέρι ανάλογα με τις ατομικές τους συνήθειες. Κάποιες πειραματικές παρατηρήσεις βρήκαν μια ανωτερότητα του αριστερού χεριού όταν ο
αναγνώστης διαβάζει με το μεσαίο δάχτυλο, ενώ άλλοι υποστήριξαν την απουσία ανωτερότητας κάποιου χεριού (Παπαδόπουλος, 2005). Η ικανότητα ανάγνωσης μειώνεται, καθώς η ανάγνωση μεταφέρεται σταδιακά από το δείκτη προς το μικρό δάχτυλο. Το μικρό δάχτυλο και ο παράμεσος συνήθως δεν ελέγχονται ούτε χειρίζονται τόσο καλά, όσο ο μέσος και ο δείκτης. Ο τυφλός χρησιμοποιεί το μέσο και κατά κύριο λόγο το μήλο του δείκτη του επικρατούντος χεριού, γιατί αυτό είναι το σημείο του σώματός μας με το μεγαλύτερο αριθμό απτικών απολήξεων. Ο δείκτης είναι, επίσης, το κατάλληλο δάχτυλο για τη διατήρηση του κατάλληλου προσανατολισμού στους Braille χαρακτήρες, αλλά και για τη σάρωση μιας γραμμής (Παπαδόπουλος, 2005). Με τα υπόλοιπα δάχτυλα βεβαιώνεται πως το χέρι προχωρεί ευθεία. Έτσι αντιλαμβάνεται πότε ολοκληρώνεται η σειρά (Mason & McCall, 2004). Αν μάθουν να μετακινούν τις άκρες των δαχτύλων πάνω στη γραμμή Braille με ταχύτητα και να αναγνωρίζουν περισσότερους του ενός χαρακτήρες, μπορούν να αυξήσουν την ταχύτητα ανάγνωσης (Παπαδόπουλος, 2005). Οι τυφλοί πρέπει να έχουν ίσια και άνετη στάση και να δουλεύουν σε μια στερεή και επίπεδη επιφάνεια, που να αρχίζει πιο κάτω από το επίπεδο του αγκώνα, ώστε οι βραχίονες να κινούνται ελεύθερα. Τα χέρια να είναι ελαφρά καμπυλωμένα και τα δάχτυλα σε οξεία γωνία με την επιφάνεια γωνίας (περίπου 30 ο μοίρες), ώστε η επαφή με τα γράμματα Braille να είναι η μέγιστη δυνατή. Επιπλέον, έχει διαπιστωθεί στους ταχείς αναγνώστες πως η σάρωση του κειμένου επιτυγχάνεται καλύτερα, όταν οι καρποί είναι χαλαροί και το βάρος των χεριών πέφτει στις άκρες του κάτω βραχίονα και όχι στις άκρες των δαχτύλων (Mason & McCall, 2004). Οι δείκτες των γρήγορων αναγνωστών Braille καλύπτουν κάθε γραμμή με μια αδιάκοπη και γρήγορη σχετικά ταχύτητα, εφαρμόζοντας μια σχετικά μικρή πίεση στους χαρακτήρες. Οι επιδέξιοι αναγνώστες κινούν τα δάχτυλά τους σε μια ευθεία γραμμή με ελαφριά και ομοιόμορφη πίεση. Οι αργοί αναγνώστες συχνά διαβάζουν μόνο με τον ένα δείκτη, αλλά ακόμη και όταν χρησιμοποιούν και τους δυο δείκτες, δε διαχωρίζουν τη λειτουργία του καθενός κατά την ανάγνωση. Ο συνολικός χρόνος ανάγνωσης των αργών αναγνωστών, περιλαμβάνει ένα μεγάλο σχετικά χρονικό διάστημα κατά το οποίο δεν πραγματοποιείται ανάγνωση. Όταν η ταχύτητα είναι αργή, διαβάζονται μεμονωμένοι χαρακτήρες (Παπαδόπουλος, 2005). Οι αναγνώστες της Braille που προτιμούν το τρίτο μοντέλο, διαβάζουν γρηγορότερα από αυτούς που χρησιμοποιούν μόνο το ένα χέρι, γιατί έμαθαν να συνδυάζουν τους δείκτες και των δύο χεριών. Ως αποτέλεσμα διευκολύνεται η μετάβαση στη νέα γραμμή και βελτιώνεται σημαντικά η ταχύτητα ανάγνωσης.
Το μοντέλο ανάγνωσης που συστήνεται είναι το τέταρτο. Σύμφωνα με το τέταρτο μοντέλο, οι αναγνώστες χρησιμοποιούν κατά κανόνα και τα δύο χέρια, αλλά το καθένα κάνει κάτι διαφορετικό. Τα δύο χέρια εναλλάσσονται και το ένα αντικαθιστά το άλλο συνήθως στη μέση κάθε γραμμής του κειμένου. Την ώρα που το ένα χέρι λαμβάνει τη λεκτική πληροφορία, το άλλο ασχολείται με τις χωρικές λειτουργίες. Ο αριστερός δείκτης δεν ξεκινά να διαβάζει μια καινούργια γραμμή αν ο δεξιός δεν έχει ολοκληρώσει το τελευταίο γράμμα της προηγούμενης γραμμής. Ο δεξιός δείκτης είτε σταματά στο κενό μετά τον τελευταίο χαρακτήρα είτε εγκαταλείπει τη γραμμή και προετοιμάζεται να συναντήσει το αριστερό χέρι στην επόμενη γραμμή. Η συνάντηση συνήθως πραγματοποιείται όταν το αριστερό χέρι έχει διαβάσει τα μισά περίπου στοιχεία της επόμενης γραμμής. Τα δύο χέρια κινούνται μαζί για ελάχιστα δευτερόλεπτα και στη συνέχεια το αριστερό χέρι κατεβαίνει για να βρει την αρχή της επόμενης γραμμής, ενώ το δεξί χέρι συνεχίζει να διαβάζει το υπόλοιπο της προηγούμενης γραμμής (Millar, 2005). Το τέταρτο μοντέλο διευκολύνει τη μετάβαση στη νέα γραμμή, με αποτέλεσμα να βελτιώνεται η ταχύτητα ανάγνωσης (Παπαδόπουλος, 2005). Το αριστερό χέρι διαβάζει περίπου το μισό αριστερό κάθε γραμμής, ενώ το δεξί χέρι το μισό δεξιό μέρος. Η διαρκής εναλλαγή των δύο χεριών για την πραγμάτωση δύο διαφορετικών λειτουργιών ταυτόχρονα, έδειξε πως οι ικανοί αναγνώστες Braille αναπτύσσουν ίδιες ταχύτητες ανάγνωσης με τους βλέποντες αναγνώστες (Millar, 2005). 1.2. Ειδικές τεχνικές για την ανάγνωση Braille Η Χιουρέα (1998) παραθέτει χρήσιμες πληροφορίες για δασκάλους τυφλών παιδιών. α. Η ανάπτυξη ικανότητας για γρήγορη ανάγνωση προϋποθέτει: - Ευαισθητοποίηση αφής για να μπορεί ο μαθητής να διαπιστώνει την παραμικρή διαφοροποίηση των σχημάτων των γραμμάτων. - Σωστή θέση του σώματος και των χεριών κατά την ανάγνωση. - Σωστή τοποθέτηση του βιβλίου/φύλλου μπροστά στο μαθητή. β. Αρχικά το παιδί διαβάζει με το ένα δάχτυλο (συνήθως το δείκτη). Το ποιο χέρι θα επιλέξει επαφίεται στο ίδιο. Στη συνέχεια, οι ταχύτεροι αναγνώστες χρησιμοποιούν και τα δυο χέρια και τουλάχιστον δυο δάχτυλα από κάθε χέρι. γ. Τα παιδιά δε μαθαίνουν τα γράμματα με τη σειρά του αλφαβήτου, αλλά βάσει της δυσκολίας των γραμμάτων Braille. δ. Τα μικρά και κεφαλαία γράμματα διδάσκονται παράλληλα. ε. Τα ερεθίσματα για την παρουσίαση ενός γράμματος ή μιας θεματικής ενότητας πρέπει να είναι ποικίλα και ευχάριστα σε ακοή και αφή αντικαθιστώντας τα οπτικά ερεθίσματα.
στ. Τα τυφλά παιδιά μαθαίνουν να αναγνωρίζουν αρχικά με κανονικές κινήσεις και έπειτα με μια κίνηση τα γράμματα, τις συλλαβές και τις λέξεις από το σχήμα τους και όχι βάσει του αριθμού των κουκίδων. ζ. Τα παιδιά μαθαίνουν να μετακινούν το βιβλίο και όχι το σώμα τους. Η σελίδα του βιβλίου είναι πάντα μπροστά στο στήθος του παιδιού και το θρανίο στο ύψος των αγκώνων. 2. Σκοπός της έρευνας Η παρούσα εργασία αποτελεί μέρος εκτενέστερης έρευνας με θέμα την ταχύτητα ανάγνωσης με δύο μέσα, το απτικό Braille και το ακουστικό Supernova και όμοια δεν έχει διεξαχθεί στον ελληνικό χώρο. Το θέμα είναι σημαντικό γιατί αφορά ένα καθημερινό πρακτικό ζήτημα και αποσκοπεί στο να βοηθήσει τυφλούς μαθητές και εκπαιδευτικούς να αναπτύξουν κατάλληλες τεχνικές και μεθόδους, ώστε να βελτιώσουν την ταχύτητα ανάγνωσης. Τα ερευνητικά ερωτήματα που απαντήθηκαν είναι τα εξής: - Πόσες λέξεις διαβάζονται ανά λεπτό με το σύστημα Braille; - Ποιες είναι οι επιδόσεις των τυφλών μαθητών στο Braille ανάλογα με το προσωπικό τους στυλ ανάγνωσης; (χρήση χεριών) 3. Μεθοδολογία Προτιμήθηκε η διερευνητική περιγραφική στρατηγική διότι το αντικείμενο μελέτης είναι σχετικά καινούργιο και οι πληροφορίες για το συγκεκριμένο πεδίο στον ελληνικό χώρο είναι ελάχιστες, ενώ παράλληλα, στόχος της έρευνας ήταν να καταδείξει και να παραστήσει τις εκφάνσεις του φαινομένου και όχι να ερμηνεύσει το φαινόμενο. Μπορεί έτσι να αποτελέσει ερέθισμα για διεξοδικότερες μελέτες στο μέλλον. Για την επιλογή του δείγματος χρησιμοποιήθηκε η κατά συστάδες τυχαία δειγματοληψία, διότι: - Η έρευνα αφορά ειδικό πληθυσμό και ήταν δύσκολη η επιλογή κάποιας περισσότερο ορθόδοξης δειγματοληπτικής μεθόδου, - εξασφάλιζε την εκτέλεση της μελέτης μέσα σε ένα λογικό χρονικό διάστημα, - τα παιδιά ήταν συγκεντρωμένα στους χώρους όπου διεξήχθη η έρευνα με αποτέλεσμα να αποφευχθεί η ταλαιπωρία τους, - περιορίστηκε η γραφειοκρατία για την εξασφάλιση όλων των ζητούμενων αδειών από τους κατά σχολείο διευθυντές, ενώ - το μεγάλο κόστος των συνεχών μετακινήσεων στις πόλεις που φοιτούν οι τυφλοί μαθητές της επαρχίας περιόρισαν το δείγμα σε τυφλούς μαθητές που φοιτούν σε σχολεία του λεκανοπεδίου της Αθήνας.
3.1. Δείγμα Το αρχικό δείγμα ήταν 21 μαθητές. Στην έρευνα συμμετείχαν 17 μαθητές (10 αγόρια, 7 κορίτσια) από τις παρακάτω σχολικές μονάδες ειδικής και γενικής εκπαίδευσης. ΚΕΑΤ: 11/12 Ειδικό Δημοτικό Σχολείο Τυφλών Καλλιθέας: 3/3 Τμήμα Ένταξης στο 3 ο Δημοτικό Μοσχάτου: 0/3 Μουσικό Γυμνάσιο-Λύκειο Αλίμου: 3/3 ΣΥΝΟΛΟ: 17/21 μαθητές Σύμφωνα με τις προϋποθέσεις συμμετοχής στην έρευνα, οι μαθητές έπρεπε να: - είναι άνω των 10 ετών που φοιτούν σε σχολεία της Αθήνας, - έχουν φυσιολογική νοημοσύνη, - είναι καθημερινοί αναγνώστες Braille, - έχουν ολική τύφλωση σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Διασφαλίστηκε εξαρχής η ανωνυμία των μετεχόντων και οι τεθείσες ερωτήσεις δεν αφορούσαν προσωπικά δεδομένα. Δε χορηγήθηκε κανενός είδους κίνητρο, η συμμετοχή τους ήταν αποκλειστικά εθελοντική και εκούσια. Οι συμμετέχοντες ήταν ηλικίας 12-19 ετών (mean=15,59, SD=2.123). Βαθμίδα εκπαίδευσης 1) ΣΤ Δημοτικού (3 μαθητές) 2) Α Γυμνασίου(3) 3) Β Γυμνασίου(3) 4) Γ Γυμνασίου(1) 5) Α Λυκείου (2) 6) Β Λυκείου (4) 7) Γ Λυκείου (1) 3.2. Μέσα συλλογής δεδομένων Η φύση του αντικειμένου έρευνας επέβαλλε τη συλλογή εμπειρικών δεδομένων μέσω ενός αυτοσχέδιου μέσου το οποίο εξυπηρετούσε αποκλειστικά το σκοπό της έρευνας. Αυτή η επιλογή ήταν αναγκαστική από τη στιγμή που την περίοδο που διεξήχθη η έρευνα δεν υπήρχαν στην Ελλάδα σταθμισμένα κείμενα διαβαθμισμένης δυσκολίας. Δημιουργήθηκαν έτσι τρία κείμενα σε Braille με περίπου ίσο αριθμό λέξεων: Ένα κείμενο επιπέδου δημοτικού, ένα από το βιβλίο Νεοελληνικής Γλώσσας της Α Γυμνασίου και ένα από το βιβλίο Βιολογίας της Γ Γυμνασίου. Τα κείμενα ήταν διαβαθμισμένης δυσκολίας και ξεκινούσαν από το πιο εύκολο προς το πιο δύσκολο. Το πρώτο από αυτά είναι
διασκευασμένο κείμενο μυθολογίας από το βιβλίο «Θεοί και Ήρωες των αρχαίων Ελλήνων» του Κώστα Παπαδημητρίου, εκδόσεις Σμυρνιωτάκη. Το λεξιλόγιο των κειμένων προσαρμόστηκε έτσι ώστε να είναι κεκτημένο από τους μαθητές της έκτης δημοτικού που αποτελούσαν τους μικρότερους σε τάξη μαθητές. Το δεύτερο ελήφθη ως απόσπασμα από το βιβλίο Νεοελληνικής Γλώσσας της Α Γυμνασίου, ενώ το τρίτο είχε το μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας και είναι απόσπασμα από το βιβλίο Βιολογίας της Γ Γυμνασίου. Εξαιρουμένου του κειμένου πρώτου επιπέδου, τα υπόλοιπα επελέγησαν με τη λογική πως ήταν ήδη επιλεγμένα από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο για να διδαχθούν στους μαθητές. Ελλείψει σταθμισμένων κειμένων θεωρήθηκε η καλύτερη λύση. 3.2.1. Διασφάλιση κατάλληλου περιβάλλοντος εξέτασης και εμπιστοσύνης μεταξύ μαθητή και ερευνητή Η χορήγηση των κριτηρίων έγινε σε ατομική βάση. Κάθε μαθητής εξετάστηκε μόνος του σε χώρο ήσυχο. Προηγούμενες επισκέψεις συνέβαλαν στη δημιουργία θετικού κλίματος μεταξύ ερευνητή και μαθητών. Όλοι οι μαθητές ενημερώθηκαν αναλυτικά για το στόχο της έρευνας και συμφώνησαν να επιδείξουν ειλικρινή συμπεριφορά, αν και δε θα αποκόμιζαν κάποιο όφελος. Πριν από τη χορήγηση των κειμένων, ο ερευνητής υπέβαλε στους μαθητές ερωτήσεις σχετικά με την εκπαίδευσή τους και το αντικείμενο της έρευνας (ηλικία τύφλωσης, έτη επίσημης εκπαίδευσης, ηλικία έναρξης ανάγνωσης Braille, βαθμίδα εκπαίδευσης, πόσο συχνά χρησιμοποιεί Braille, στυλ ανάγνωσης με χέρια). Κάθε κείμενο χρονομετρείτο ξεχωριστά. Τα παιδιά διάβαζαν τα κείμενα με τη σειρά που είχαν χορηγηθεί, από το ευκολότερο (κείμενα Α1) προς το δυσκολότερο (κείμενα Γ1). 4. Παρουσίαση και συζήτηση αποτελεσμάτων 4.1. Αποτελέσματα ταχύτητας ανάγνωσης με το Braille Οι μετρήσεις που διεξήχθησαν στα πλαίσια της έρευνας έδειξαν πως η ταχύτητα ανάγνωσης της Braille, είναι μεγαλύτερη για το κείμενο Α (74.04 λέξεις/λεπτό), μικρότερη για το κείμενο Β (70.85 λέξεις/λεπτό), ενώ μειώνεται ακόμη περισσότερο στο κείμενο Γ (57.38 λέξεις/λεπτό). Ο μέσος όρος των λέξεων ανά λεπτό του πτωχότερου αναγνώστη ήταν 25,7 λέξεις, ενώ ο ικανότερος αναγνώστης διάβασε κατά μέσο όρο 126,1 λέξεις το λεπτό. Η ταχύτητα ανάγνωσης του κειμένου Α παρουσιάζει υψηλή θετική συσχέτιση με ταχύτητα ανάγνωσης κειμένου Β (r= 0.984, p<0.01). Η ταχύτητα ανάγνωσης του κειμένου Α παρουσιάζει υψηλή θετική συσχέτιση με ταχύτητα ανάγνωσης κειμένου Γ (r= 0.897, p<0.01). Η ταχύτητα ανάγνωσης του κειμένου Β παρουσιάζει υψηλή θετική συσχέτιση με ταχύτητα ανάγνωσης κειμένου Γ (r= 0.930, p<0.01).
Λέξεις ανά λεπτό στα κείμενα ΒRAILLE Πίνακας 1: Ταχύτητα ανάγνωσης στα 3 κείμενα Braille της παρούσας έρευνας 80 70 A B Μ.Ο. Κειμένων 60 Γ 50 40 30 20 10 0 Κείμενα BRAILLE Ο M.O. της ταχύτητας ανάγνωσης για τα τρία κείμενα Braille, είναι 67.42 λέξεις/λεπτό. 4.2. Σύγκριση αποτελεσμάτων μέσης ταχύτητας ανάγνωσης Braille της παρούσας έρευνας με τα αποτελέσματα άλλων ερευνών Όσον αφορά στις μετρήσεις αποκλειστικά των κειμένων σε μορφή Braille, το τελικό αποτέλεσμα που δείχνει πως οι 17 μετέχοντες τυφλοί μαθητές-αναγνώστες της παρούσας έρευνας διαβάζουν με μέση ταχύτητα 67,42 λέξεις το λεπτό διαφέρει με τα αποτελέσματα της αδημοσίευτης έρευνας του Παπαδόπουλου (2004), ο οποίος βρήκε σε δείγμα 24 ατόμων με σοβαρά προβλήματα όρασης μέση ταχύτητα 34,81 λέξεις το λεπτό. Υποθέτουμε ότι η διαφορά αυτή οφείλεται στο γεγονός πως οι μετέχοντες στην παρούσα έρευνα ήταν μαθητές ηλικίας 12-19 ετών (μέσος όρος ηλικίας 15,59 έτη), χρησιμοποιούν όλοι ανεξαιρέτως το σύστημα Braille καθημερινά, ενώ και οι ηλικίες που επελέγησαν να απαρτίζουν το δείγμα αντιστοιχούν σε τάξεις υψηλού επιπέδου (Στ Δημοτικού ως και Γ Λυκείου). Στον αντίποδα, το δείγμα του Παπαδόπουλου εκτεινόταν σε άτομα ηλικίας 6-68 ετών, συμμετείχαν δηλαδή αφενός μικροί και άπειροι αναγνώστες, αφετέρου μεγάλοι σε ηλικία, οι οποίοι ενδεχομένως να μην έχουν καθημερινή ή έστω συχνή επαφή με το Braille.
Αποτελέσματα ερευνών Λέξεις ανά λεπτό στην Ελληνική BRAILLE Πίνακας 2: Σύγκριση αποτελεσμάτων ερευνών για ταχύτητα ανάγνωσης Ελληνικής Braille 80 70 60 Παρούσα έρευνα 50 40 Έρευνα Παπαδόπουλου 30 20 10 0 Αποτελέσματα ερευνών Στο αγγλικό Braille, η μέση ταχύτητα ανάγνωσης διαφέρει από ερευνητή σε ερευνητή και κυμαίνεται περίπου από 90-100 λέξεις το λεπτό. Ως μέτρο σύγκρισης μπορεί να ληφθεί και η έρευνα των Knowlton & Wetzel (1996), στην οποία οι μετέχοντες διάβαζαν με προφορική ανάγνωση, όπως έγινε και στην παρούσα έρευνα. Οι παραπάνω ερευνητές βρήκαν πως οι τυφλοί αναγνώστες διάβαζαν με μέση ταχύτητα ανάγνωσης 135,9 λέξεις το λεπτό. Δεδομένου του γεγονότος πως στην παρούσα έρευνα οι τυφλοί διάβαζαν 67,42 λέξεις το λεπτό και στου Παπαδόπουλου με 34.81 λέξεις το λεπτό, εξάγεται το συμπέρασμα πως η ανάγνωση στο αγγλικό Braille είναι πιο γρήγορη από την ανάγνωση στο ελληνικό. Πίνακας 3: Ταχύτητα ανάγνωσης στην ελληνική και αγγλική Braille 160 140 120 100 M.O. ερευνών στην Αγγλική BRAILLE 'Ερευνα Knowlton&Wetzel 80 60 40 20 0 Έρευνα Παπαδόπουλου Παρούσα έρευνα Σύγκριση Ελληνικής - Αγγλικής BRAILLE
Λέξεις ανά λεπτό Ο Παπαδόπουλος (2005) υποθέτει πως αυτή η διαφορά μπορεί να οφείλεται: - στη δομή της ελληνικής γλώσσας, - στην έλλειψη συντομεύσεων στην ελληνική Braille, - στην ποιότητα εκπαίδευσης των αναγνωστών, - στη συχνότητα χρήσης της Braille ως μέσο ανάγνωσης. 4.3. Ταχύτητα ανάγνωσης κειμένων Braille ανάλογα με το μοντέλο ανάγνωσης Όπως συζητήθηκε αναλυτικότερα σε προηγούμενο σημείο αυτής της εργασίας, υπάρχουν τέσσερα μοντέλα ανάγνωσης για το σύστημα Braille. Με βάση το μοντέλο Ανάγνωσης (κίνησης των χεριών), που χρησιμοποιούν οι συμμετέχοντες, δημιουργήθηκαν οι παρακάτω τρεις ομάδες: - Ομάδα 1- ανάγνωση με το ένα χέρι μόνο, δεξί ή αριστερό (3 άτομα στο δείγμα). - Ομάδα 2- ταυτόχρονη ανάγνωση και με τα δυο χέρια κατά την οποία το ένα χέρι ακολουθεί το άλλο (8 άτομα στο δείγμα). - Ομάδα 3- ανάγνωση και με τα δυο χέρια κατά την οποία τα χέρια έχουν ξεχωριστές λειτουργίες χωρίζοντας μεταξύ τους το κείμενο (6 άτομα). Πίνακας 4: Ταχύτητα ανάγνωσης ανάλογα με το μοντέλο ανάγνωσης «χρήση χεριών» 120 100 Τρίτο μοντέλο 80 60 40 Πρώτο μοντέλο Δεύτερο μοντέλο 20 0 Μοντέλα ανάγνωσης στο BRAILLE Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας βρέθηκε ότι: - Τα τρία άτομα που διάβασαν με το ένα χέρι μόνο (πρώτο μοντέλο) διαβάζουν με ταχύτητα 57,10 λέξεις το λεπτό (Min= 48.20, Max= 71.50). - Τα οκτώ άτομα που διάβασαν σύμφωνα με το δεύτερο μοντέλο είχαν μέση ταχύτητα ανάγνωσης που έφτασε τις 44,39 λέξεις το λεπτό (Min=25.70, Max= 71.60).
- Τα έξι άτομα που χρησιμοποίησαν το τρίτο μοντέλο ανάγνωσης διαβάζουν με μέση ταχύτητα ανάγνωσης 103,30 λέξεις το λεπτό (Min=58, Max=126.1). Πέρα από τον υπολογισμό των μέσων όρων για τα τρία μοντέλα ανάγνωσης, διερευνήθηκε εάν υπάρχουν στατιστικά σημαντικές διαφορές στις ταχύτητες ανάγνωσης των συμμετεχόντων που χρησιμοποιούν αυτά τα τρία μοντέλα. Η Εφαρμογή του ANOVA έδειξε ότι η ταχύτητα ανάγνωσης της μπράιγ εξαρτάται από το μοντέλο κίνησης χεριών στην ανάγνωση που χρησιμοποιούν οι συμμετέχοντες (F= 16.062, df=16, p<0.01). Η εφαρμογή των Post Hoc test, έδειξε ότι η ταχύτητα ανάγνωσης των ατόμων που χρησιμοποιούν το τρίτο μοντέλο (σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση που έγινε πιο πάνω) παρουσιάζει στατιστικά σημαντική διαφορά σε σχέση με την ταχύτητα ανάγνωσης των συμμετεχόντων που χρησιμοποιούν το πρώτο και το δεύτερο μοντέλο ανάγνωσης. Ωστόσο, η ταχύτητα ανάγνωσης των ατόμων που χρησιμοποιούν το δεύτερο μοντέλο, δεν παρουσιάζει στατιστικά σημαντική διαφορά σε σχέση με την ταχύτητα ανάγνωσης εκείνων που χρησιμοποιούν το πρώτο μοντέλο. Διαπιστώθηκε έτσι η υπεροχή του τρίτου μοντέλου ανάγνωσης, το οποίο συμβάλλει στην ταχύτερη ανάγνωση των κειμένων Braille σε σύγκριση με τα υπόλοιπα μοντέλα. Όσοι διάβασαν σύμφωνα με το τρίτο μοντέλο βρέθηκαν να είναι 2,3 φορές πιο γρήγοροι από αυτούς που χρησιμοποιούν στην ανάγνωσή τους το δεύτερο μοντέλο. Αυτή η διαπίστωση συμβαδίζει με τη θεωρία που θέλει την ανάγνωση με τα δύο χέρια, κατά την οποία τα χέρια έχουν ξεχωριστές λειτουργίες χωρίζοντας μεταξύ τους το κείμενο, να είναι το προτεινόμενο μοντέλο για ταχύτερη ανάγνωση. 5. Συμπεράσματα Με βάση τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης συμπεραίνεται ότι το Braille είναι ένα αργό μέσο ανάγνωσης για τους τυφλούς μαθητές, ιδιαίτερα σε σύγκριση με το αγγλικό Braille. Επίσης, με βάση το εύρημα πως οι ταχύτεροι αναγνώστες κειμένων Braille του δείγματος χρησιμοποίησαν το ίδιο μοντέλο ανάγνωσης (το τρίτο), συμπεραίνεται ότι: Η ανάγνωση με τα δυο χέρια, κατά την οποία τα χέρια έχουν ξεχωριστές λειτουργίες, χωρίζοντας μεταξύ τους το κείμενο, αποτελεί το αποτελεσματικότερο μοντέλο όσον αφορά στην ταχύτητα ανάγνωσης κι επομένως το πιο χρήσιμο μοντέλο για τα τυφλά παιδιά. Προτείνεται η εκπαίδευση και άσκηση των τυφλών μαθητών στη συγκεκριμένη μέθοδο και τις τεχνικές της. Ένα ακόμα συμπέρασμα είναι ότι αυτοί που διαβάζουν με το ένα χέρι είναι πιο γρήγοροι από όσους χρησιμοποιούν ταυτόχρονη ανάγνωση και με τα δυο χέρια κατά την οποία το ένα χέρι ακολουθεί το άλλο, χωρίς ωστόσο η διαφορά αυτή να είναι σημαντική.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Α. Ξενόγλωσση Knowlton, M. & Wetzel, R. (1996). Braille Reading Rates as a Function of Reading Tasks. Journal of Visual Impairment & Blindness, 90, 227-36. Lamb, G. (1996). Beginning Braille: A Whole Language-based Strategy. Journal of Visual Impairment & Blindness, 90, 184-9. Simon, C. & Huertas, J.A. (1998). How Blind Readers Perceive and Gather Information Written in Braille. Journal of Visual Impairment & Blindness, 92 (5), 322-30. B. Ελληνική Βλάχου, Α. (2005). Διαμόρφωση πολιτικής για την πρώιμη εκπαιδευτική στήριξη των μαθητών με ειδικές ανάγκες και ειδικότερα των μαθητών με προβλήματα όρασης. Στο Ζώνιου-Σιδέρη, Α. & Σπανδάγου, Η.(Επιμ.), Εκπαίδευση και Τύφλωση. Σύγχρονες τάσεις και προοπτικές (σελ. 99-116). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Λιοδάκης, Δ. (2000). Εκπαιδευτικά Προγράμματα για τυφλούς. Αθήνα: Ατραπός. Παπαδόπουλος, Κ. (2005). Τύφλωση και Ανάγνωση. Διαβάζοντας με την αφή. Θεσσαλονίκη: Ζήτη. Χιουρέα, Ρ. (1998). Εισαγωγή στην Εκπαίδευση των Τυφλών στην Ελλάδα. Αθήνα: Λύχνος. McCall, S. (2004). Η εξέλιξη του εγγραματισμού μέσω της αφής. Στο H. Mason & S. McCall (Επιμ. Ζώνιου-Σιδέρη, Α., Ντεροπούλου-Ντέρου Ε.), Παιδιά και νέοι με προβλήματα όρασης: η πρόσβαση στην εκπαίδευση (σελ.250-264). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Millar, S. (2005). Ανάγνωση και χωρική γνώση μέσω της αφής και κίνησης. Στο Ζώνιου-Σιδέρη, Α & Σπανδάγου Η. (Επιμ.), Εκπαίδευση και Τύφλωση. Σύγχρονες τάσεις και προοπτικές (σελ.56-69). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Κείμενο Α1 Όταν ήταν ακόμα στον Κιθαιρώνα ο Ηρακλής, κάθισε να ξεκουραστεί σε ένα μέρος, από όπου ξεκινούσαν δυο δρόμοι. Ο ένας πήγαινε προς την κορυφή του βουνού. Ήταν δύσκολος, ανηφορικός και όσο πήγαινε στένευε περισσότερο. Ο άλλος ήταν πολύ πλατύς, κατηφορικός και έβγαζε σε μια καταπράσινη κοιλάδα. Κοιτάζοντας τους δυο δρόμους ο Ηρακλής σκεφτόταν πως η δύναμη είναι κακό πράγμα, αν δεν τη χρησιμοποιεί σωστά ο άνθρωπος. Τότε τον πήρε ο ύπνος.
Όταν σηκώθηκε, αντίκρισε δυο νέες γυναίκες να τον πλησιάζουν. Η μια φορούσε πλούσιο φόρεμα και φανταχτερά στολίδια. Έλαμπαν τα χρυσαφικά πάνω της και την έκαναν όμορφη. Η άλλη ήταν απλά ντυμένη, χωρίς στολίδια και η μορφή της ήταν σεμνή και σοβαρή. Κείμενο Β1 Θέλω να αναφερθώ σε αυτόν τον παράλογο πανικό που άρχιζε τρεις ημέρες πριν αρχίσουν κάθε χρόνο τα μαθήματα με τον καθιερωμένο αγιασμό. Μου καρφωνόταν η ιδέα πως από την πρώτη ημέρα θα βρισκόταν εκείνος ο διαβολικός, ανελέητος μαθητής που θα μου υπέβαλλε την τρομερή ερώτηση που δε θα μπορούσα να απαντήσω! Περνούσαν τα χρόνια, έρχονταν μεταξύ άλλων χαρισματικά παιδιά, συχνά δε μπορούσα να απαντήσω σε κάποια ερώτηση, έμαθα ωριμάζοντας να λέω «θα το κοιτάξω και θα σου απαντήσω αύριο ή δεν το έχω σκεφτεί», αλλά ο πανικός κάθε χρόνο εκεί. Προσπαθώντας να εξηγήσω αυτό το άγχος λογικά, κατέληξα πως, επειδή υπήρξα προκλητικός ως μαθητής και έφερνα τους δασκάλους μου σε δύσκολη θέση με τις απίθανες ερωτήσεις μου, φοβόμουν πως κάποιο ζιζάνιο θα ερχόταν να μου ανταποδώσει τις προκλήσεις. Κείμενο Γ1 Το μόριο του RNA είναι μονόκλωνο και για να σχηματιστεί χρειάζονται μόρια φωσφορικού οξέος, μόρια σακχάρου (ριβόζη) και οι αζωτούχες βάσεις, αδενίνη, ουρακίλη, γουανίνη και κυτοσίνη. Μια από αυτές τις αζωτούχες βάσεις μαζί με ένα μόριο σακχάρου, τη ριβόζη, και ένα μόριο φωσφορικού οξέος δομούν ένα ριβο-νουκλεοτίδιο του RNA. Σε μερικούς ιούς, όπως είναι ο ιός του AIDS, το γενετικό υλικό είναι RNA.