WWF Ελλάς Φιλελλήνων 26 105 58 Αθήνα Tηλ.: 210 331 4893 Fax: 210 324 7578 g.chasiotis@wwf.gr www.wwf.gr α.π... Σχόλια του WWF Ελλάς επί του σχεδίου απόφασης με τίτλο: «ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΑΤΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ» Στο πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου και αναγνωρίζοντας τη σημασία της εξορυκτικής δραστηριότητας για την οικονομία, κρίνεται ότι το σχέδιο χρήζει συγκεκριμένων στοχευμένων αλλαγών και παρεμβάσεων, οι οποίες αφορούν τόσο ζητήματα διατύπωσης και νομικής επεξεργασίας, όσο και θέματα ουσίας. Τα ζητήματα αυτά παρουσιάζονται παρακάτω. Οι παρατηρήσεις και τα σχόλια που περιλαμβάνονται στο παρόν κείμενο εστιάζουν πρωτίστως στη σοβαρή περιβαλλοντική διάσταση της εξορυκτικής δραστηριότητας, αλλά και σε συγκεκριμένα ζητήματα που άπτονται της ασφάλειας των εργαζομένων και της δημόσιας υγείας. I. ΑΡΘΡΟ 2: ΟΡΙΣΜΟΙ Ο ορισμός των «μεταλλευτικών χώρων» δεν εξυπηρετεί την αειφόρο συνύπαρξη των μεταλλευτικών και λατομικών δραστηριοτήτων με άλλες δραστηριότητες, κρίνεται ως υπερβολικά ευρύς και θα μπορούσε να παραληφθεί. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο εκμεταλλευτής οριοθετεί υποχρεωτικά τον μεταλλευτικό χώρο του [4 1 περ. (α) Σχεδίου ΚΜΛΕ], ενώ έχει δικαίωμα απαλλοτρίωσης «δια την εκμετάλλευσιν των μεταλλείων» (128 1 Μ.Κ.) και προσωρινής κατάληψης των εδαφών «εντός του χώρου της...αδείας» (δηλ., εντός των μεταλλευτικών χώρων) για την διενέργεια ερευνών (38 1 Μ.Κ.). Η διάταξη αφορά εκτεταμένες περιοχές, όπου αναπόφευκτα συνυπάρχουν άλλες χρήσεις και ενίοτε είναι προστατευόμενες. Για παράδειγμα, οι οριστικές παραχωρήσεις που περιγράφονται στον Ν. 2436/1996 (για την κύρωση της σύμβασης μεταξύ TVX Ελλάς και ελληνικού δημοσίου) [Α' 192] ανέρχονται σε αρκετές δεκάδες χιλιάδες στρέμματα, ενώ το γεωθερμικό πεδίο Νέας Απολλωνίας περιλαμβάνει, π.χ., τον οικισμό Λουτρών Βόλβης [Υπουργική Απόφαση Δ9Β.Δ/Φ166/7859/1392/2009, Β' 1058]. Για τις ανάγκες του Σχεδίου ΚΜΛΕ, ενδιαφέρουν μόνο οι χώροι εργασίας και όχι οι «μεταλλευτικοί χώροι». II. ΑΡΘΡΟ 3: ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ Οι αλλαγές σε αυτό το άρθρο 3 αφορούν κυρίως διορθώσεις στα ονόματα των εποπτικών αρχών. Το Σχέδιο ΚΜΛΕ είναι μία ευκαιρία να διευκρινιστεί ότι οι «εντολές για πρόσθετα, πέρα από τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού, μέτρα ασφαλείας προστασίας ή ορθολογικής δραστηριότητας» που μπορεί να δίδει η Επιθεώρηση Μεταλλείων [3 4 Σχεδίου ΚΜΛΕ] πρέπει να εναρμονίζονται με την Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων και το Σχέδιο Διαχείρισης (Εξορυκτικών) Αποβλήτων. Με άλλα λόγια, μπορούν να αυξάνουν το επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος, αλλά όχι να το μειώνουν. Δεν φαίνεται επίσης να προβλέπεται η απαραίτητη δημοσιοποίηση για τις εντολές αυτές. III. ΑΡΘΡΟ 4: ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΗ ΚΑΙ ΕΡΓΟΔΟΤΗ 1. Ορόσημα. Η διάταξη της παραγράφου 4 1 όπου αναφέρεται «Ο εκμεταλλευτής μεταξύ των άλλων, έχει και τις παρακάτω υποχρεώσεις: α) Να οριοθετήσει, με τεχνητά και μόνιμα ορόσημα, στην αρμόδια Επιθεώρηση Μεταλλείων», η οριοθέτηση θεωρείται αναγκαία να γίνεται παρουσία αρμοδίων υπαλλήλων της οικείας Επιθεώρησης Μεταλλείων αλλά και της αρχής που εγκρίνει τους περιβαλλοντικούς όρους.
2. Ευρήματα. Μολονότι η διατύπωση του άρθρου 4 1 περ. (ε) [σχετικά με την υποχρέωση του εκμεταλλευτή να φροντίζει ώστε να μην καταστρέφονται αξιόλογα επιστημονικά ευρήματα] είναι γενική, θα ήταν χρήσιμο να γίνει ενδεικτική αναφορά στα σπήλαια και τα απολιθώματα. 3. Ευθύνες εργολάβων. Το Σχέδιο διευκρινίζει ότι ο υπεργολάβος θεωρείται εργοδότης για το μέρος του έργου που αφορά η εργολαβία. Ταυτόχρονα, αναφέρει ότι ο εργοδότης πρέπει να υπογράφει σύμβαση με τον εργολάβο, με την οποία στοιχειοθετείται η ευθύνη του τελευταίου για τήρηση του ΚΜΛΕ, των «ειδικών κανονισμών» του έργου και των εντολών της Επιθεώρηση Μεταλλείων (αλλιώς, η σχετική ευθύνη παραμένει στον εργοδότη). Οι δύο προβλέψεις είναι αντιφατικές και προκαλούν σύγχυση στους τρίτους, καθώς διασπούν την ευθύνη μεταξύ εργολάβων και εργοδοτών ανάλογα με το περιεχόμενο της σύμβασης εργολαβίας και δυσχεραίνουν την απόδοση ευθυνών για τυχόν υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Σε αντίστοιχες περιπτώσεις, οι δυσχέρειες εντοπισμού του υπεύθυνου ανάμεσα σε εργολάβους, υπεργολάβους, υπαλλήλους, προμηθευτές και εργοδότες προκαλούν δημιουργούν τεράστια προβλήματα στους πολίτες που βιώνουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και επιθυμούν να παρέμβουν νομικά ή διοικητικά. Θα ήταν απλούστερο να προβλεφθεί ότι οι εργολάβοι δεσμεύονται, παράλληλα, εξ ολοκλήρου και από κοινού με τον εργοδότη, όχι απλώς από τους «ειδικούς κανονισμούς» του έργου, αλλά από το σύνολο των νομικών διατάξεων που διέπουν τις εργασίες που έχουν αναλάβει. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές του κλάδου, την τήρηση των οποίων υιοθετεί το Σχέδιο ΚΜΛΕ, μιλούν για περιβαλλοντική διαχείριση των έργων, με την βοήθεια προκαθορισμένων διαδικασιών, συνεχούς επιτήρησης και εκπαίδευσης του προσωπικού [European Commission, Reference Document on BAT for Management of Tailings and Waste rock in Mining Activities, July 2004, 5.7]. 4. Σχέδιο έκτακτης ανάγκης. Το άρθρο 4 2 περ. (γ) είναι νέο, και προβλέπει την σύνταξη σχεδίου έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση «λογικά προβλέψιμων» βιομηχανικών και φυσικών καταστροφών. H διατύπωση είναι αδόκιμη και δεν οριοθετεί τις υποχρεώσεις του εκμεταλλευτή επαρκώς: οι καταστροφές, όπως η πλημμύρα του Φεβρουαρίου 2009 στην Χαλκιδική, δεν είναι «λογικά προβλέψιμες». Οι συντάκτες του σχεδίου έχουν προφανώς κατά νου μία μελέτη διαχείρισης κινδύνων (risk assessment), με την οποία ο εκμεταλλευτής θα καταγράφει, αναλύει, σταθμίζει και μειώνει τους κινδύνους τεχνολογικών και φυσικών καταστροφών, με σκοπό την ενημέρωση των αρχών και του κοινού και την καλύτερη προετοιμασία του έργου. Παρόμοια ορολογία χρησιμοποιείται και σε συναφή νομοθεσία για την βιομηχανία [π.χ., ΚΥΑ 12044/613/2007, Β' 376] και σχετικές προδιαγραφές έχουν δημοσιευθεί. IV. ΑΡΘΡΟ 6: ΓΕΝΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ Το άρθρο 6 έχει ελάχιστες αλλαγές. Μερικές ειδικότερες παρατηρήσεις, που αφορούν και τον ισχύοντα ΚΜΛΕ, είναι οι παρακάτω: 1. Περιβάλλον. Τα κριτήρια ορθολογικής εκμετάλλευσης αφορούν κυρίως την οικονομική απόδοση του μεταλλευτικού χώρου. Η προστασία του περιβάλλοντος αναφέρεται μόνο έμμεσα, μέσω της αναφοράς στην αρχή της «βιώσιμης και ισόρροπης ανάπτυξης» [6 3 εδ. δ Σχεδίου ΚΜΛΕ]. Δεν είναι σαφές τι προσθέτει η αναφορά στην «ισόρροπη» ανάπτυξη, ούτε γιατί παραλείπονται άλλες ειδικότερες αρχές ή εκφάνσεις της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης [π.χ., η αρχή της προφύλαξης ή της πρόληψης]. Δεν περιλαμβάνονται, επίσης, πιο συγκεκριμένα κριτήρια που περιλαμβάνονται στο έγγραφο βέλτιστων τεχνικών όπως η ειδική μέριμνα για προστατευόμενες περιοχές, η διαχείριση κύκλου ζωής (life cycle management), ο περιορισμός των εκπομπών, της χρήσης τοξικών
ουσιών και της ποσότητας των αποβλήτων, η εξωτερική αξιολόγηση (auditing), ή ο εντοπισμός της «βέλτιστης περιβαλλοντικής απόδοσης». 2. Τήρηση της νομοθεσίας και κριτήρια. Η τήρηση της νομοθεσίας που διέπει τις εξορυκτικές δραστηριότητες δεν μπορεί να αποτελεί και «κριτήριο» ορθολογικότητας. Σε ένα χρηστικό κείμενο, όπως ο ΚΜΛΕ, δεν πρέπει να συγχέονται οι νομικά δεσμευτικές διατάξεις, οι οποίες μάλιστα είναι ευρωπαϊκής προέλευσης, και τα (κατά κανόνα μη δεσμευτικά) «κριτήρια» [τα οποία σταθμίζονται με άλλα κριτήρια και μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να υποχωρούν και να μην εφαρμόζονται]. Με άλλα λόγια, τα κριτήρια δεν ισχύουν όπου υφίσταται νομική υποχρέωση του εκμεταλλευτή. Η παρατήρηση αυτή αφορά την Υπουργική Απόφαση 39624/2209/Ε103/2009 (Β' 2076) και, κατ επέκταση, την Οδηγία 2006/21, η οποία περιλαμβάνεται στα «κριτήρια» ορθολογικής δραστηριότητας. 3. Γεωπολιτικές συνθήκες. Το Σχέδιο ΚΜΛΕ, σε μία νέα διάταξη, αναφέρεται σε «βέλτιστη αξιοποίηση του κοιτάσματος...υπό τις επικρατούσες τεχνικοοικονομικές και γεωπολιτικές συνθήκες». Η αναφορά σε «γεωπολιτικές συνθήκες» είναι δυσνόητη [και μάλλον άστοχη σε νομικό τεχνικό κείμενο] και σε κάθε περίπτωση, δεν είναι σαφές ποιος κρίνει την ύπαρξη των κατάλληλων γεωπολιτικών και τεχνικο οικονομικών συνθηκών. Εάν η ύπαρξη των συνθηκών κρίνεται από τον εκμεταλλευτή, δεν είναι σαφές πώς η βέλτιστη αξιοποίηση «υπό τις...επικρατούσες...γεωπολιτικές συνθήκες» διακρίνεται από την «ευκαιριακή» ή από αυτό που ονομαζόταν παλαιότερα «αρπακτική» μεταλλεία (πρβλ. 114γ Μ.Κ., όπως ισχύει). V. ΑΡΘΡΟ 7: ΣΤΕΓΑΣΗ ΧΩΡΟΙ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΧΩΡΟΙ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ Στη διάταξη της παραγράφου 7 4 τα προβλεπόμενα κτίσματα για στέγαση προσωπικού, γραφείων και εξόρυξης, εφόσον είναι τεχνικά εφικτό (ειδικά για την τελευταία κατηγορία), να είναι λυόμενα, με άμεση αποσυναρμολόγηση. VI. ΑΡΘΡΟ 19: ΕΥΘΥΝΕΣ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ Η διάταξη υφίσταται και στον ισχύοντα ΚΜΛΕ. Στο παρόν άρθρο και συγκεκριμένα στην παρ. 2, είναι σημαντικό να προστεθεί η υποχρέωση των μελετητών να εκπονούν τις σχετικές μελέτες με βάση και τις Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές. Είναι επίσης απαραίτητο να διευκρινιστεί πως η ευθύνη του μελετητή εξαντλείται στην ποιότητα της μελέτης. Η πρόκληση περιβαλλοντικής ζημιάς, ακόμα και κατ εφαρμογή μιας ελλιπούς μελέτης, βαραίνει τον φορέα εκμετάλλευσης και όχι τον μελετητή. VII. ΑΡΘΡΟ 50: ΥΠΑΙΘΡΙΕΣ ΑΠΟΘΗΚΕΣ ΕΚΡΗΚΤΙΚΩΝ ΥΛΩΝ ΚΑΙ ΚΑΨΥΛΙΩΝ Η διάταξη δεν είναι νέα, αλλά έχει αναμορφωθεί. 1. Μείωση αποστάσεων. Το Σχέδιο ΚΜΛΕ προσθέτει και τα «εκρηκτικά γαλακτώματα» ανάμεσα στις ουσίες για τις οποίες επιτρέπεται η μείωση των αποστάσεων ασφαλείας στο μισό. Δεν είναι σαφής ο λόγος για τον οποίο διευκολύνεται η χωροθέτηση των υπαίθριων αποθηκών όταν χρησιμοποιούνται οι ύλες αυτές. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να επαληθεύσει ότι υπάρχουν επαρκείς τεχνικοί λόγοι, λαμβάνοντας υπόψη και την ασφάλεια εργαζομένων και τυχόν γειτονικών οικισμών. Ένα καθαρά ορθογραφικό σχόλιο είναι πως στην τελευταία πρόταση της παρ. 3 επαναλαμβάνεται δις η φράση «σε άνθρακα». 2. Άλλη νομοθεσία. Το σχέδιο ΚΜΛΕ πρέπει να καταστήσει σαφές εάν ισχύει παράλληλα (συρρέει) και άλλη συναφής νομοθεσία, όπως η ΚΥΑ 3329/1989 (Β' 132) για τις εκρηκτικές ύλες και η ΚΥΑ 12044/613/2007 (Β' 376) για τα βιομηχανικά ατυχήματα μεγάλης έκτασης: όσον αφορά την τελευταία, είναι αξιοσημείωτο ότι οι ποσότητες που αναφέρονται
στον πίνακα συσχετισμού είναι υπεραρκετές για την ένταξη μίας εξορυκτικής επιχείρησης στη νομοθεσία για τα μεγάλα βιομηχανικά ατυχήματα (Seveso). VIII. ΑΡΘΡΑ 76, 77 3 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ Η διάταξη δεν είναι νέα, αλλά έχει αναμορφωθεί. Οι υδρολογικές διαταράξεις αποτελούν πιθανή επίπτωση των εξορυκτικών δραστηριοτήτων και πρέπει να εκτιμούνται ενδελεχώς. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το σχέδιο ΚΜΛΕ περιορίζεται σε μία αναφορά σε «αποχέτευση...με φυσική ροή». Έτσι, δεν λαμβάνονται υπόψη οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές για την διαχείριση των υδάτων, όπως ο έλεγχος της όξινης απορροής, η ανακύκλωση και η επαναχρησιμοποίηση των υδάτων, η παρακολούθηση του ισοζυγίου νερού και των υδροφορέων και η ελαχιστοποίηση των αντλήσεων στο πλαίσιο μίας βιώσιμης χρήσης του νερού [European Commission, Reference Document on BAT for Μanagement of Tailings and Waste rock in Mining Activities, July 2004, 4.3 EC, Guidance on undertaking NEEI activities in accordance with Natura 2000 requirements, July 2010, 3.5.2]. Επίσης, δεν είναι σαφές τι εξυπηρετεί η αντικατάσταση της τρίτης παραγράφου του άρθρου 77 [η αρχική εκδοχή προέβλεπε την απόρριψη των υδάτων «σύμφωνα με την υγειονομική νομοθεσία»]: η νομοθεσία για τις απορρίψεις είναι εκτενής, προέρχεται από νόμους, οδηγίες, διεθνείς συμβάσεις, Π.Δ., κ.ο.κ., και φυσικά συνεχίζει να ισχύει. Οι εξορυκτικές δραστηριότητες αναπτύσσονται συχνά σε απομακρυσμένες περιοχές, όπου η ύδρευση και η άρδευση γίνεται από πηγές ή τοπικά δίκτυα: στα σημεία αυτά, η υγειονομική νομοθεσία έχει σημαντικό ρόλο. IX. ΑΡΘΡΟ 81: ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΑΤΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ 1. Ειδικά μέτρα. Το άρθρο 81 1 πρέπει να αναδιατυπωθεί, διότι ισχύει από το 1984 δηλαδή πριν την ψήφιση του ν. 1650/1986 ή την έναρξη ισχύος της κοινοτικής οδηγίας 92/43. Το WWF Ελλάς εκτιμά πως πρέπει εφεξής η τεχνική μελέτη να προβλέπει τα ειδικά μέτρα που επιτάσσει το καθεστώς προστασίας κάθε προστατευόμενης περιοχής ή προστατευόμενου στοιχείου του περιβάλλοντος. 2. Μείωση αποστάσεων. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 81 2 είναι νέο και εισάγει μία εξαίρεση χωρίς όρια από τον γενικό κανόνα. Δεν εξυπηρετεί ούτε την αρμονική συνύπαρξη των εξορυκτικών δραστηριοτήτων στις τοπικές κοινωνίες, ούτε την διασφάλιση της ποιότητας ζωής των περίοικων. Και αυτό γιατί η νέα διατύπωση εκμηδενίζει τις δεσμευτικές αποστάσεις, ιδίως αν ληφθεί υπόψη και η εξαίρεση της παραγράφου 81 5 [μικρής έκτασης εργασίες]. Ας σημειωθεί επίσης ότι η εξέταση των σχετικών ζητημάτων γίνεται στην τεχνική μελέτη, η οποία κατά κανόνα δεν υπόκειται σε διαβούλευση, όπως η Μ.Π.Ε.. Το Σχέδιο ΚΜΛΕ θα έπρεπε να επιβάλλει, τουλάχιστον, κάποια όρια στην μείωση των αποστάσεων ασφαλείας και να προβλέπει αντισταθμιστικά μέτρα. Επίσης, θα έπρεπε να προβλέπεται ότι οι αποστάσεις είναι «αμφίδρομες», τουλάχιστον όσον αφορά νομίμως υφιστάμενα κτίρια εντός σχεδίου και ορίων οικισμού. 3. Δασικές εκτάσεις. Η χωροθέτηση κάθε επέμβασης σε δάση και δασικές εκτάσεις θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την δασική νομοθεσία, η οποία ορίζει ότι η διενέργεια μεταλλευτικών εργασιών αποτελεί επιτρεπτό λόγο παραχώρησης δημόσιων δασικών εκτάσεων: ωστόσο, ακόμα και οι επιτρεπόμενες επεμβάσεις σε δάσος ή δασική έκταση «πρέπει να διενεργούνται με την μεγαλύτερη δυνατή φειδώ» και αφού προηγουμένως κριθεί ότι δεν υφίσταται τρόπος ικανοποιήσεως των αναγκών χωρίς αλλοίωση δασικών εκτάσεων.
X. ΑΡΘΡΟ 82: ΓΕΝΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ Γενικά, η ευθύνη του εκμεταλλευτή μετά το πέρας του έργου και οι παλαιές εκσκαφές ρυθμίζονται από την Υπουργική Απόφαση 39624/2209/Ε103/2009 (Β' 2076), την Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων και τη νομοθεσία για τη περιβαλλοντική ευθύνη, σύμφωνα με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Η διάταξη, στη σημερινή της μορφή, δεν είναι σύμφωνη με τα παραπάνω, διότι επιλέγει ένα χρονικό όριο, το οποίο καθορίζεται από την Επιθεώρηση Μεταλλείων και τον εκμεταλλευτή, με αδιευκρίνιστη διαδικασία. Η ευθύνη θα πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον μέχρι τη πλήρη συμμόρφωση με τους περιβαλλοντικούς όρους και τα μέτρα του προγράμματος αποκατάστασης του περιβάλλοντος και των υπόλοιπων αδειών του έργου. Σημειώνεται ότι η Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων πρέπει να περιλαμβάνει όρους για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος, και, σε ορισμένες περιπτώσεις, για την απόσυρση (decommissioning) της εγκατάστασης. XI. ΑΡΘΡΟ 83: ΑΠΟΘΕΣΕΙΣ ΥΛΙΚΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ 1. Τεχνική μελέτη. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 83 1 βρίσκεται σε αναντιστοιχία με την Υπουργική Απόφαση 39624/2209/Ε103/2009 (Β' 2076), η οποία προβλέπει ότι το θέμα αυτό εξετάζεται στο σχέδιο διαχείρισης εξορυκτικών αποβλήτων. Επιπροσθέτως, το ίδιο εδάφιο εισάγει κριτήρια που δεν αναφέρονται στην παραπάνω απόφαση και στην Οδηγία 2006/21 [«ο χώρος και ο τρόπος απόθεσης καθώς και η τελική διαμόρφωση των αποθέσεων των εξορυκτικών αποβλήτων, πρέπει να επιλέγονται...ώστε να εξασφαλίζονται η ορθολογική λειτουργία του έργου, η ευστάθεια των πρανών (με συμπίεση του υλικού, όπου απαιτείται) ή των φραγμάτων, κατά περίπτωση και η δυνατότητα αποκατάστασης του τοπίου»]. Η συμβατότητα των σχετικών διατάξεων της ισχύουσας υπουργικής απόφασης και του παρόντος σχεδίου χρήζει επανεξέτασης. 2. Άλλα υλικά. Η διάταξη της παραγράφου 83 2 εγείρει ερωτηματικά σχετικά με τη συμβατότητά της με το κοινοτικό δίκαιο. Στην ουσία, επειδή η επαναχρησιμοποίηση είναι αβέβαιη, πρόκειται για εγκαταστάσεις διαχείρισης εξορυκτικών αποβλήτων και θα πρέπει να αδειοδοτηθούν σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία. Σύμφωνα με το ΔΕΕ, «ο κάτοχος θραυσμάτων πετρωμάτων προερχομένων από την εκμετάλλευση λατομείου, τα οποία εναποθηκεύονται επ' αόριστον εν αναμονή μιας ενδεχόμενης χρησιμοποιήσεώς τους, απορρίπτει ή έχει την πρόθεση να απορρίψει τα ως άνω θραύσματα, τα οποία, επομένως, πρέπει να χαρακτηρίζονται ως απόβλητα υπό την έννοια της οδηγίας 75/442» [υπόθεση C 9/2000 Palin Granit Oy, σκέψη 34 η ]. Συνεπώς, η επ αόριστον απόθεση υλικών για τα οποία απλώς «διαφαίνονται προοπτικές μελλοντικής αξιοποίησης...όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες» θα πρέπει να γίνεται βάσει σχεδίου διαχείρισης εξορυκτικών αποβλήτων και κατόπιν κατάθεσης εγγύησης. Άλλωστε, βάσει των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών, στις οποίες παραπέμπει το Σχέδιο ΚΜΛΕ [8 3 περ. (α)], προέχει η ελαχιστοποίηση της δημιουργίας αποβλήτων, η προοδευτική πλήρωση των κοιλοτήτων εκσκαφής και γενικότερα η μείωση του οικολογικού αποτυπώματος [European Commission, Reference Document on BAT for Μanagement of Tailings and Waste rock in Mining Activities, July 2004, 4.1, 4.3.6, 4.5, 5.2]. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι η διάκριση ανάμεσα σε απόβλητα «με την στενή» και την ευρεία έννοια του όρου ούτε υπάρχει στον νόμο, ούτε ορίζεται στο Σχέδιο ΚΜΛΕ. Γενικότερα, πρέπει να ειπωθεί ότι σωροί εγκαταλελειμμένων εξορυκτικών υλικών (εκβολάδων και στείρων) βρίσκονται σε πολλά σημεία της επικράτειας, υποβαθμίζοντας ανεπανόρθωτα το περιβάλλον και το τοπίο. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, είναι δύσκολο να ανευρεθούν οι υπεύθυνοι και οι αρχές συχνά εμφανίζονται εξαιρετικά απρόθυμες να αναλάβουν ακόμα και τα πλέον στοιχειώδη μέτρα προστασίας της ασφάλειας του κοινού και του περιβάλλοντος [π.χ., σήμανση].
XII. ΑΡΘΡΟ 85: ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Ο ΚΜΛΕ πρέπει να αναγνωρίζει (α) την ανάγκη αποτελεσματικής εφαρμογής των καθεστώτων προστασίας που προβλέπουν οι Οδηγίες 92/43 και 2009/147 (προηγουμένως, 79/409), ιδίως αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι μέχρι το 2012 η Ελλάδα πρέπει να ορίσει «Ειδικές Ζώνες Διατήρησης» 1 (β) την ανάγκη εφαρμογής των προβλέψεων της κείμενης κοινοτικής νομοθεσίας για τη θέσπιση ζωνών προστασίας των πηγών υδροληψίας για την παραγωγή πόσιμου νερού (γ) την ανάγκη εφαρμογής άλλων διεθνών υποχρεώσεων για την προστασία βιότοπων και ειδών 2 (δ) την ανάγκη αποκατάστασης βιότοπων (συνεπώς και χώρων απόθεσης) και στοιχείων του τοπίου. Στις γενικές διατάξεις προτείνεται να συμπεριληφθούν τα εξής: 1. Στα πλαίσια των βέλτιστων τεχνικών, η πρακτική των εξορυκτικών δραστηριοτήτων εντός περιοχών του Δικτύου Natura 2000 (ΟΔΗΓΙΕΣ 92/43/ΕΟΚ και 2009/147) θα πρέπει να συνάδει με τον ερμηνευτικό οδηγό 3 που έχει συντάξει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. 2. Το ειδικότερο καθεστώς αδειοδότησης που ισχύει σε περιοχές του Δικτύου Natura 2000 (ΟΔΗΓΙΕΣ 92/43/ΕΟΚ και 2009/147) και θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη: Τη δέουσα εκτίμηση κάθε σχεδίου που χωρίς να συνδέεται άμεσα ή να είναι αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, είναι δυνατόν να τον επηρεάζει σημαντικά (ενδεχομένως από κοινού με άλλα σχέδια), εν όψει των στόχων διατήρησης του. Την υποχρέωση θέσπισης των κατάλληλων μέτρων, έτσι ώστε στους τόπους αυτούς να αποφεύγεται η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων, καθώς και οι οχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία οι ζώνες έχουν ορισθεί, εφόσον οι οχλήσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σημαντικές όσον αφορά τους στόχους της σχετικής νομοθεσίας 4. Επίσης, για ασαφείς λόγους, η διάταξη της παραγράφου 85 5 τροποποιεί το περιεχόμενο της Μ.Π.Ε. Τύπου Α' [Πίνακας 1 ΚΥΑ 69629/53871990, Β' 678] και Β. Οι ισχύουσες διατάξεις είναι λεπτομερέστερες, και καθοδηγούν καλύτερα τους μελετητές, ενώ η προτεινόμενη τροποποίηση δεν συνεισφέρει κάτι το ουσιαστικό. Σε κάθε περίπτωση, η Μ.Π.Ε. πρέπει να είναι επαρκής και να εντοπίζει και περιγράφει όλους τους κινδύνους και σημαντικές επιπτώσεις του έργου. Επισημαίνεται ότι αποτελεί υποχρέωση του εκμεταλλευτή και μελετητή να εξετάσει και τη μηδενική λύση, ειδικά εντός προστατευόμενων περιοχών [Σ.τ.Ε. 293/2009 Τμ. Ε, σκέψη 17η EC, Guidance on undertaking NEEI activities in accordance with Natura 2000 requirements, July 2010, 6.2]. Όπως αναφέρθηκε, ειδικότερες υποχρεώσεις προκύπτουν και από τη δασική νομοθεσία, ή τη νομοθεσία περί προστατευόμενων περιοχών [περιοχές του δικτύου «Φύση 2000», εθνικοί δρυμοί, κ.ο.κ.]. Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί ότι (i) η εξουσιοδοτική διάταξη του 162 Μ.Κ. για τον ΚΜΛΕ δεν αναφέρει κάτι για τις Μ.Π.Ε. και το περιεχόμενό τους και (ii) τα θέματα και το περιεχόμενο των Μ.Π.Ε. δεν εντάσσονται καταρχήν στη θεματολογία του ΚΜΛΕ. 1 2 3 4 Πρβλ. 4 4 ΟΔΗΓΙΑΣ 92/43. Ν. 1335/1983 (Α ' 32). European Commission, Guidance Document On non energy mineral extraction and Natura 2000, July 2010. http://ec.europa.eu/environment/nature/natura2000/management/docs/neei_n2000_guidance.pdf. 6 2 ΟΔΗΓΙΑΣ 92/43/ΕΟΚ/ΕΟΚ 6 1 ΚΟΙΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 33318/3028/1998 [B' 1289] πρβλ. 1 2, 57 4 εδ. α' N. 998/1979 (A' 289) 3 1 3 2, 4 Ν. 1335/1983 (Α' 32) 2 1 εδ. α' Ν. 3208/2003 (Α' 303).
XIII. ΑΡΘΡΟ 86: ΕΙΔΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Το άρθρο 86 περιλαμβάνει μία παράθεση διατάξεων που διέπουν τις εξορυκτικές δραστηριότητες. Θα ήταν πολύ πιο εύστοχο να υπάρξει μία γενική (και μάλλον αυτονόητη) πρόβλεψη ότι οι εξορυκτικές δραστηριότητες πρέπει να εκτελούνται σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που τις διέπει, με ενδεικτική αναφορά ορισμένων διατάξεων. Με την παρούσα μορφή, δημιουργούνται ερμηνευτικά προβλήματα, όταν καταργούνται ή τροποποιούνται οι διατάξεις στις οποίες παραπέμπει το Σχέδιο ΚΜΛΕ. Oρισμένες από αυτές έχουν ήδη καταργηθεί [π.χ., η Οδηγία 96/82 έχει αντικατασταθεί από την 2008/50 «για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη»], ενώ υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις [π.χ., από την νομοθεσία για τα υπόγεια ύδατα, οι ΚΥΑ 39626/2208/Ε130/2009 και 26857/553/1988, διάφορες ΚΥΑ για τα επιφανειακά νερά, όπως η 46399/4352/1986 επίσης, η χημική νομοθεσία, η νομοθεσία για την περιβαλλοντική ευθύνη, ισχύουσες αποφάσεις για τη διαχείριση υδατικών πόρων, τον καθορισμό αιγιαλού, και την οριοθέτηση ρεμάτων η νομοθεσία περί θορύβου, η δασική νομοθεσία]. Συνοπτικά, δίδεται η εσφαλμένη εντύπωση στον χρήστη του ΚΜΛΕ ότι ο κατάλογος του άρθρου 86 εξαντλεί της νομικές υποχρεώσεις μίας εξορυκτικής επιχείρησης. Τέλος, όπως απαιτούν οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, η έννοια και οι στόχοι της αποκατάστασης πρέπει να καθορίζονται εκ των προτέρων, ιδίαίτερα σε προστατευόμενες περιοχές [EC, Guidance on undertaking NEEI activities in accordance with Natura 2000 requirements, July 2010, 7.1 European Commission, Reference Document on BAT for Management of Tailings and Waste rock in Mining Activities, July 2004, 4.2.4, 5.2]. «γ) Πρέπει να γίνεται ξεχωριστή εξόρυξη και απόθεση της φυσικής γης και να διατηρείται αυτή κατάλληλη για μελλοντική επαναχρησιμοποίηση.» Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει διάκριση του οργανικού εδαφικού ορίζοντα από την υπόλοιπη φυσική γη, καθώς στο πρώτο παραμένουν τα απαραίτητα σπέρματα και οργανικά στοιχεία για την επανεγκατάσταση της βλάστησης. Η φύλαξή του οργανικού αυτού εδάφους πρέπει να πραγματοποιείται σε κατάλληλες συνθήκες, ώστε να είναι επιτρεπτή η επαναχρησιμοποίηση του σε όλα τα στάδια αποκατάστασης. XIV. ΑΡΘΡΟ 87: ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (ΓΕΩΤΡΗΣΕΙΣ) Πρόσφατα, κρίθηκε ότι η άντληση και χρήση νερού κατά την εξόρυξη δεν συνιστά έργο διαχείρισης και αξιοποίησης των υδατικών πόρων της περιοχής κατά τον Ν. 1739/1987 [Σ.τ.Ε. Ολ. 462/2010, σκέψη 12 η ]. Δημουργείται, έτσι, το εξής παράδοξο: η παραγωγική χρήση του νερού σε μία βιομηχανική δραστηριότητα [π.χ., εμφιάλωση φυσικού νερού] απαιτεί άδεια, ενώ η άντληση και η απόρριψή του, συχνά σε υποβαθμισμένη κατάσταση, κατά τη διάρκεια εξορυκτικών δραστηριοτήτων, μπορεί να γίνεται χωρίς άδεια. Μία αξιοσημείωτη περίπτωση είναι η αποστράγγιση του ορυχείου στον Κάκκαβο της Μεγάλης Παναγιάς Χαλκιδικής, με εξάντληση των υπόγειων υδάτων της περιοχής. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να αποκλιστεί η εφαρμογή άλλης συναφούς νομοθεσίας [π.χ., 4 1 (β) Π.Δ. 51/2007, για τα μέτρα προστασίας, αποκατάστασης και αναβάθμισης των υπόγειων υδάτων]. Επισημαίνεται, τέλος, ότι οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, στις οποίες παραπέμπει και ο ΚΜΛΕ, προκρίνουν την επαναχρησιμοποίηση του νερού που αντλείται μέσα στο ορυχείο [European Commission, Reference Document on BAT for Management of Tailings and Waste rock in Mining Activities, July 2004, 4.2.1.3, 4.3.7, 4.3.9, 5.2].
XV. ΑΡΘΡΟ 97: ΤΕΧΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ Επειδή υπάρχει επικάλυψη μεταξύ της Τεχνικής Μελέτης και της ΜΠΕ, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η πρώτη δεν μπορεί να αποκλίνει από τη δεύτερη. Αυτό επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από το Σ.τ.Ε. [Σ.τ.Ε. Ολ. 462/2010, σκέψη 12η]. XVI. ΑΡΘΡΟ 99: ΑΔΕΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Στη διάταξη της παραγράφου 99 3, η ΜΠΕ πρέπει να συνυπογράφεται ανάλογα με το είδος της εργασίας (μελέτη πανίδας/χλωρίδας, αποκατάσταση κτλ.) και από σχετικούς επιστήμονες όπως δασολόγους, βιολόγους, περιβαλλοντολόγους, γεωλόγους.