ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΠΑΓΚΟΜΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ Β' Τετράμηνο Anorimous Παπαδόπουλος Σάββας Σταθάτος Γιάννης Τριανταφύλλου Δημήτρης Τσαπάρας Χρήστος Χάλαρης Στέλιος ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Εισαγωγή 2. Το νερό στη φύση 3. Νερό και άνθρωπος 4. Αγροτική Παραγωγή και νερό 5. Εξοικονόμηση "αγροτικού νερού" 6. Μέθοδοι άρδευσης 7. Παγκόσμια Προβλήματα νερού 8. Βιβλιογραφία 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το νερό είναι το πιο σημαντικό στοιχείο της φύσης για τον άνθρωπο. Χωρίς το νερό θα ήταν αδύνατη η ύπαρξη ζωής στον πλανήτη μας που το νερό θα μπορούσε εύκολα να μετατραπεί σε αφορμή πολέμου είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τις χρήσεις του. Χρήσεις τις οποίες αυθαίρετα μπορούμε να χωρίσουμε σε: αστική, γεωργική, βιομηχανική, τουριστική, ιαματική και ενεργειακή. 2.ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΗ ΦΥΣΗ Το νερό στη φύση βρίσκεται σε τρεις μορφές: στερεή, υγρή και αέρια. Όπως μαθαίνουμε στην χημεία μελετώντας τις φυσικές ιδιότητες του, πρέπει να βρεθεί σε 0 C για να γίνει πάγος. Από τους 0 C και πάνω βρίσκεται σε υγρή κατάσταση, ενώ πάνω από τους 100 C βράζει και γίνεται αέριο. Η συνολική μάζα του νερού που βρίσκεται στην επιφάνεια του πλανήτη, καθώς και πάνω και κάτω απ' αυτήν ονομάζεται υδρόσφαιρα. Υπολογίστηκε ότι στη Γη το νερό έχει συνολικό όγκο 1.338.000.000 km³. Το υγρό νερό βρίσκεται σε υδάτινα συστήματα, όπως οι ωκεανοί, οι θάλασσες, οι λίμνες, τα ποτάμια, οι χείμαρροι, τα κανάλια, οι υδρόλακκοι, οι υδατοδεξαμενές και τα έλη. Βρίσκεται ακόμη σε υπόγεια αποθέματα. Πιο συγκεκριμένα, το 96,5% του νερού της Γης βρίσκεται στους ωκεανούς (και τις θάλασσες), 1,7% στα υπόλοιπα επιφανειακά νερά (λίμνες, ποτάμια, έλη, κ.τ.λ.), 1,7% στα παγοκαλύμματα και στις παγωμένες σπηλιές της Ανταρκτικής και της Γροιλανδίας, 0,001% ως υγρασία της ατμόσφαιρας και σε σύννεφα. Μόνο το 2,5% του νερού της Γης είναι «γλυκό» και το 98,8% του πόσιμου νερού βρίσκεται στα παγοκαλύμματα και στα υπόγεια ύδατα. Λιγότερο από 0,3% του γλυκού νερού της Γης βρίσκεται σε ποτάμια, λίμνες και στην ατμόσφαιρα, ενώ ακόμα μικρότερο ποσοστό (0,003%) περιέχεται στα σώματα των βιολογικών όντων και σε ανθρώπινης παραγωγής προϊόντα. page 1 / 6
Από το 1992, η 22η Μαρτίου κάθε έτους έχει καθιερωθεί από τη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ως η παγκόσμια μέρα για το νερό. 3. ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ Έχετε αναρωτηθεί πόσο σημαντικό είναι το νερό στην ανθρώπινη υγεία; Το νερό είναι όχι μόνο σημαντικό, αλλά και απαραίτητο! Για τον οργανισμό μας! Για την ίδια μας την ζωή! Χωρίς το νερό δεν μπορεί να υπάρξει ανθρώπινη ζωή! Ένας μέσος άνθρωπος μπορεί να αντέξει χωρίς τροφή μέχρι 2 μήνες, ενώ χωρίς νερό μόνο για 2-3 ημέρες. Ενώ, αν χάσει μεγάλη ποσότητα νερού, παθαίνει αφυδάτωση! 4.ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΝΕΡΟ Η γεωργία είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής νερού (70% σε παγκόσμιο επίπεδο και πάνω από 80% στις περισσότερες Μεσογειακές χώρες,για τη παραγωγή τροφίμων, πρώτων υλών αλλά και παροχή εργασίας σε εκατομμύρια κατοίκων των αγροτικών περιοχών. Τόσο η ξηρική όσο και η αρδευόμενη γεωργία υποφέρουν τα μέγιστα από την έλλειψη νερού με αποτέλεσμα να απειλείται η διαβίωση δισεκατομμυρίων ανθρώπων, κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες. Στις χώρες της Μεσογείου το νερό αποτελεί ένα περιοριστικό παράγοντα για την οικονομική ανάπτυξη και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Ωστόσο αυτό δεν οφείλεται πάντα στην έλλειψη υδατικών πόρων. Οι πολύ μεγάλες διακυμάνσεις της διαθεσιμότητας και της ζήτησης του νερού είναι τις περισσότερες φορές ο κύριος λόγος της έλλειψης. Μεγάλης διάρκειας καλοκαίρι που ακολουθείται από μικρής διάρκειας χειμώνα είναι το κύριο χαρακτηριστικό στις περισσότερες περιοχές της Μεσογείου. Σε πολλές περιοχές, όπως π.χ. στη Κρήτη, το 70-80% της ετήσιας βροχόπτωσης λαμβάνει χώρα σε 3-4 μήνες. Αυτή η κατάσταση επιδεινώνεται από το γεγονός της ταυτόχρονης αύξησης της ζήτησης τόσο από τη γεωργία όσο και το τουρισμό και την οικιακή χρήση κατά τη διάρκεια της θερμής και ξηρής περιόδου. Η έλλειψη σε ποσότητα θα πρέπει να συνδυασθεί και με τη υποβάθμιση της ποιότητας λόγω της μόλυνσης των επιφανειακών και υπογείων νερών και την έλλειψη έργων υποδομής. Συχνά δημιουργούνται προβλήματα σε σχέση με την διαχείριση του "αγροτικού νερού". Παρά τους ελέγχους, δεν είναι λίγες οι φορές που αγρότες έρχονται σε διαμάχη μεταξύ τους για αυτό το θέμα.αν δεν τιμολογηθεί το νερό που χρησιμοποιούν οι γεωργοί, τότε οι ελληνικές καλλιέργειες δεν θα επιδοτηθούν τη νέα προγραμματική περίοδο. Επιπλέον, κανένας αγρότης δεν θα μπορεί να διεκδικήσει επιδότηση αν δεν διαθέτει βεβαίωση άδειας και χρήσης νερού, δηλαδή αν δεν έχει δηλώσει πρώτα την παράνομη γεώτρησή του. Οι αποφάσεις αυτές, που έχουν ληφθεί εδώ και χρόνια σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρόκειται πλέον να εφαρμοστούν και στη χώρα μας από την 1.1.2014 ή, αν οι ελληνικές αρχές παρουσιάσουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης, από την 1.1.2015. 5. ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗ "ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ ΝΕΡΟΥ" Ο αγροτικός και δευτερευόντως ο κτηνοτροφικός τομέας απορροφούν το 30-87% των ποσοτήτων νερού που καταναλώνονται, για την καλλιέργεια προϊόντων για οικιακή χρήση, προμήθεια της αγοράς, εξαγωγές και μεταποίηση. Σε κάποιες χώρες υπάρχουν ορισμένες πολιτικές που ενθαρρύνουν μεθόδους άρδευσης που περιορίζουν τη σπατάλη νερού. Σημαντικό ρόλο παίζει η εκπαίδευση των καλλιεργητών στην εξοικονόμηση νερού, για παράδειγμα σχετικά με το πότε πρέπει να ξεκινά ή να σταματά η άρδευση, τη ρύθμιση της ποσότητας νερού που χρησιμοποιείται ανάλογα με τις βροχοπτώσεις, το είδος της καλλιέργειας ή της καλλιεργήσιμης γης. Ο ρόλος της άρδευσης διαφέρει ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή. Στις νότιες χώρες της Ευρώπης όλο και περισσότερο αρδεύονται καλλιέργειες (ακόμα και είδη όπως οι ελιές, οι συκιές, τα αμπέλια που δεν συνηθίζονταν να είναι ποτιστικά) σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, ενώ στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη η άρδευση χρησιμοποιείται για τη διατήρηση της παραγωγής σε θερινές περιόδους ξηρασίας. Στην Ελλάδα, περίπου το 87% της κατανάλωσης νερού προορίζεται για άρδευση. Από αυτή την ποσότητα ένα μεγάλο ποσοστό? μέχρι και 50% του μεταφερόμενου νερού - χάνεται λόγω της κακής κατάστασης των αρδευτικών δικτύων ή των ακατάλληλων τεχνικών! Την κατάσταση έρχεται να επιβαρύνει το γεγονός ότι πολλές άνυδρες καλλιέργειες έχουν αντικατασταθεί από υδροφόρα είδη, όπως τις σύγχρονες ποικιλίες βαμβακιού, τα εσπεριδοειδή κ.άα. Στον κάμπο της Θεσσαλίας, για παράδειγμα, την περίοδο 1984-1996 οι καλλιεργούμενες εκτάσεις βαμβακιού υπερδιπλασιάστηκαν αντικαθιστώντας ξερικές καλλιέργειες κυρίως σκληρού σίτου. Για την εξοικονόμηση νερού στη γεωργία μπορούν να εφαρμοστούν τα εξής μέτρα: page 2 / 6
Αποφυγή καλλιεργειών που απαιτούν μεγάλες απαιτήσεις σε νερό, όπως είναι το βαμβάκι. Άρδευση καλλιεργειών με σύγχρονα συστήματα άρδευσης, με ιδιαίτερη προτίμηση στη χρησιμοποίηση συστήματος άρδευσης με σταγόνες ακόμη και για τις δενδρώδεις καλλιέργειες. Τακτικός έλεγχος και συντήρηση του αρδευτικού εξοπλισμού για μείωση των απωλειών νερού στο ελάχιστο δυνατό. Χρήση ωραρίων άρδευσης με βάση τις πραγματικές ανάγκες σε νερό των διαφόρων καλλιεργειών για αποφυγή σπατάλης. Χρήση οργάνων μέτρησης εδαφικής υγρασίας για καθορισμό του χρόνου και της ποσότητας άρδευσης, ώστε να απογεύεται η σπατάλη νερού. Αποφυγή άρδευσης όταν φυσούν ισχυροί άνεμοι και όταν επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες, παράγοντες που υποβοηθούν στην εξάτμιση του νερού. Καλό είναι η άρδευση να γίνεται τις νυκτερινές ή δροσερές ώρες για να αποφεύγεται η έντονη εξάτμιση νερού. Χρήση εδαφοκάλυψης με πλαστικό ώστε να εμποδίζονται οι απώλειες νερού από εξάτμιση και η βλάστηση ζιζανίων. Συλλογή και αξιοποίηση του νερού της βροχής όπου είναι δυνατόν. Αξιοποίηση ανακυκλωμένου νερού που παράγεται από τους βιολογικούς καθαρισμούς και επαναχρησιμοποίηση για άρδευση. Εφαρμογή αυστηρού κλαδέματος με στόχο τη μείωση της παραγωγής και κατ? επέκταση τη μείωση των αναγκών σε νερό, χωρίς όμως επιπτώσεις στην ποιότητα των προϊόντων. Αντικατάσταση ηλικιωμένων δέντρων (όπου μπορεί να εφαρμοστεί) με στόχο την ανανέωσή τους και την αλλαγή ποικιλίας. Συστηματική καταπολέμηση ζιζανίων, για την αποφυγή κατανάλωσης νερού από αυτά και επομένως εξοικονόμησή του πόρου για τις φυτείες. Αραίωμα καρπού για τη μείωση της παραγόμενης ποσότητας προϊόντων, βελτίωση της ποιότητάς τους αλλά και εξοικονόμηση νερού. Περιορισμός λίπανσης (ιδιαίτερα της αζωτούχας), που έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της καρποφορίας και της επιφάνειας των φύλλων των φυτών με αποτέλεσμα την μικρότερη κατανάλωση νερού. 6.ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΡΔΕΥΣΗΣ Υπάρχουν τρεις βασικές κατηγορίες μεθόδων άρδευσης: η επιφανειακή άρδευση, ο καταιονισμός και η άρδευση με σταγόνες ή στάγδην άρδευση. α)επιφανειακή άρδευση Στην επιφανειακή άρδευση το νερό εφαρμόζεται στην επιφάνεια του χωραφιού είτε ακίνητο, είτε κινούμενο. Στην πρώτη περίπτωση η επιφάνεια του χωραφιού πρέπει να έχει μηδενική κλίση και η άρδευση λέγεται οριζόντια. Στην δεύτερη περίπτωση η επιφάνεια του χωραφιού παρουσιάζει κλίση και η άρδευση που εφαρμόζεται λέγεται κεκλιμένη. Στην οριζόντια άρδευση έχουμε τη μέθοδο της κατάκλυσης και στην κεκλιμένη τη μέθοδο της περιορισμένης διάχυσης και τη μέθοδο των αυλακιών. Αρδευση με κατάκλυση Στη μέθοδο αυτή το χωράφι χωρίζεται με χωμάτινα αναχώματα σε λεκάνες, με σχεδόν μηδενική κλίση, στις οποίες παροχετεύεται νερό, σε ένα ή περισσότερα σημεία, μέχρι να καλύψει όλη την υπό άρδευση επιφάνεια, οπότε διακόπτεται η παροχή. Το νερό αφήνεται ακίνητο προς διήθηση. Με τη μέθοδο αυτή μπορούν να αρδευτούν πολλές καλλιέργειες, ιδιαίτερα όμως εφαρμόζεται στη μηδική και σε άλλες χορτοδοτικές καλλιέργειες όπως και στο ρύζι. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, η μέθοδος μπορεί να εφαρμοσθεί για την άρδευση των ζαχαρότευτλων, του καλαμποκιού και του βαμβακιού. Η μέθοδος προσαρμόζεται καλύτερα σε εδάφη με μέτρια μέχρι μικρή διηθητικότητα. Κατά τη μέθοδο αυτή το χωράφι πρέπει να είναι καλά ισοπεδωμένο για να μην «εφαρμόζεται» υπερβολικό νερό, ώστε να αποφεύγεται η παρατεταμένη παραμονή του στην επιφάνεια του εδάφους, γεγονός που προξενεί βλάβη στις καλλιέργειες. Παρόλα αυτά πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα για την απομάκρυνση του υπερβολικού νερού που μπορεί να προέλθει από υπεράρδευση ή έντονη βροχόπτωση. Άρδευση με περιορισμένη διάχυση Πρόκειται για επιφανειακή άρδευση κατά την οποία το νερό κινείται. Κατά τη μέθοδο αυτή, το χωράφι χωρίζεται σε λουρίδες με την κατασκευή παράλληλων αναχωμάτων κατά τη φορά της κλίσης, η οποία είναι κατά μήκος. Το νερό παροχετεύεται στο πάνω άκρο των λωρίδων και κινείται προς τα κάτω. 'Οταν ο απαιτούμενος όγκος νερού έχει παροχετευτεί στη λουρίδα, η παροχή νερού διακόπτεται. Το νερό που δεν μπόρεσε στο διάστημα αυτό να διηθηθεί παραμένει προσωρινά στην επιφάνεια της λωρίδας και κινείται προς τα κάτω μέχρι να συμπληρωθεί η άρδευση. Πιο συνηθισμένες καλλιέργειες που αρδεύονται με τον τρόπο αυτό είναι η μηδική και γενικά όλες οι χορτοδοτικές καλλιέργειες και τα δημητριακά. Επίσης μπορούν να αρδευτούν οπωρώνες και αμπελώνες. Η μέθοδος μπορεί να χρησιμοποιηθεί στα περισσότερα εδάφη, αλλά καλύτερα προσαρμόζεται σε εδάφη που έχουν μέση διηθητικότητα αρδεύονται με περιορισμένη διάχυση ή κατάκλυση, γιατί στα αυλάκια το νερό βρίσκεται σε άμεση επαφή με το έδαφος, ενώ στις άλλες δύο μεθόδους η επιφάνεια του εδάφους προστατεύεται ήδη από την καλλιέργεια. β) Αρδευση με καταιονισμό Η μέθοδος γνωστή και ως τεχνητή βροχή συνίσταται στην εφαρμογή του αρδευτικού νερού σε όλη την επιφάνεια της καλλιεργούμενης έκτασης σαν απομίμηση της βροχής. Αν το σύστημα σχεδιαστεί σωστά η μέθοδος αυτή έχει πολλά πλεονεκτήματα τα οποία μπορούν να συνοψισθούν: - στη δυνατότητα εφαρμογής σε εδάφη που δεν προσφέρονται για επιφανειακή άρδευση, - στη δυνατότητα εφαρμογής της μεθόδου χωρίς συστηματοποίηση του εδάφους, - στην επίτευξη οικονομίας αρδευτικού νερού, - στη δυνατότητα αξιοποίησης μικρών και διασπαρμένων παροχών, - στην προστασία των ευπαθών καλλιεργειών από τους παγετούς και - στη δυνατότητα εφαρμογής ελαφρών αρδεύσεων. Στα μειονεκτήματα θα αναφέρουμε: - τη σχετικά μεγάλη δαπάνη αρχικής εγκατάστασης, - τα αυξημένα σχετικά έξοδα λειτουργίας, - την αδυναμία χρησιμοποίησης νερών υψηλής αλατότητας και - στον περιορισμό της εφαρμογής σε περίπτωση που επικρατούν άνεμοι. Ένα τυπικό σύστημα καταιονισμού αποτελείται από το αντλητικό συγκρότημα, το δίκτυο μεταφοράς και το δίκτυο εφαρμογής. Το αντλητικό συγκρότημα αποτελείται από τον κινητήρα και την αντλία και έχει σκοπό να εξασφαλίζει την παροχή του νερού που χρειάζεται για τη σωστή λειτουργία του αρδευτικού δικτύου. Το δίκτυο μεταφοράς αποτελείται από αγωγούς που είναι κατασκευασμένοι από χάλυβα, αλουμίνιο ή πλαστικό και έχει προορισμό να μεταφέρει το νερό που χρειάζεται με την απαιτούμενη πίεση σε όλες τις υδροληψίες των αγωγών. Το δίκτυο εφαρμογής αποτελείται από σωλήνες που στη μεγάλη τους πλειοψηφία είναι κατασκευασμένοι από αλουμίνιο και σε μικρότερο ποσοστό από πλαστικό και έχει σκοπό την κατά το δυνατό ομοιόμορφη κατανομή του νερού στο χωράφι με τη βοήθεια των καταιονιστήρων. Οι καταιονιστήρες στέλνουν το νερό στον αέρα με τη μορφή σταγόνων μέσα από τα ακροφύσια τα οποία ρυθμίζουν την παροχή, την ακτίνα εκτόξευσης, την κατανομή και το μέγεθος των σταγόνων. Ανάλογα με τον τρόπο εγκατάστασης, τα συστήματα καταιονιμού διακρίνονται σε μόνιμα, ημιμόνιμα και μεταφερόμενα. Στα μόνιμασυστήματα οι αγωγοί εφαρμογής και μεταφοράς τοποθετούνται σε μόνιμες θέσεις και είναι κατά κανόνα υπόγειοι. Επίσης σταθερή είναι η θέση των καταιονιστήρων. Στα συστήματα αυτά η δαπάνη εγκατάστασής τους είναι σημαντική. Σταημιμόνιμα συστήματα οι αγωγοί εφαρμογής είναι μεταφερόμενοι, ενώ οι αγωγοί μεταφοράς είναι μόνιμοι και συνήθως υπόγειοι. Τα συστήματα αυτά χρησιμοποιούνται κυρίως για την άρδευση οπωρώνων. Στα μεταφερόμενα συστήματα όλα τα τμήματα είναι κινητά και μπορεί να μεταφέρονται από χωράφι σε χωράφι και από θέση σε θέση μέσα στο ίδιο χωράφι. Τα συστήματα αυτά είναι πολύ διαδεδομένα και χρησιμοποιούνται για άρδευση πολλών ετήσιων καλλιεργειών και της μηδικής. Μια άλλη κατηγορία συστημάτων είναι τα αυτοκινούμενα, τα οποία διακρίνονται σε διάφορες υποκατηγορίες, όπως είναι ηαυτοκινούμενη γραμμή άρδευσης όπου ολόκληρη η γραμμή εφαρμογής είναι σε τροχούς που εξασφαλίζουν συνεχή μετακίνηση,ο αυτοκινούμενος εκτοξευτήρας υψηλής πίεσης όπου ο σωλήνας τροφοδοσίας του νερού είναι πλαστικός και τυλίγεται πάνω σε τύμπανο (καρούλι) και ο συρόμενος εκτοξευτήρας, που τροφοδοτείται με νερό από πεπλατυσμένο σωλήνα και το όλο σύστημα σύρεται από συρματόσχοινο. Από τα παραπάνω συστήματα στην Ελλάδα χρησιμοποιούνται κυρίως τα μεταφερόμένα και λιγότερο τα ημιμόνιμα και μόνιμα συστήματα. page 3 / 6
γ)άρδευση με σταγόνες Η άρδευση με σταγόνες ή στάγδην άρδευση είναι μια μέθοδος κατά την οποία το νερό «εφαρμόζεται» σε μικρές ποσότητες με τη μορφή σταγόνων σε κάθε φυτό χωριστά, έτσι ώστε να εφοδιάζεται με την απαραίτητη υγρασία. Η μέθοδος προσφέρεται για περιπτώσεις που η διαθέσιμη παροχή άρδευσης είναι πολύ μικρή και συνδυάζεται απόλυτα με αυτοματισμούς. Αποτέλεσμα είναι να μην μπορούν να εφαρμοστούν οι μέθοδοι που περιγράφηκαν στα προηγούμενα κεφάλαια. Ένα άλλο πλεονέκτημά της είναι ότι μπορεί να εφαρμοστεί σε περιοχές με εξαιρετικά ανώμαλο ή επικαλυμένο έδαφος γιατί το σύστημα αυτό έχει σχέση με το φυτό και όχι με το έδαφος. Αποτελείται από τα δίκτυα μεταφοράς, εφαρμογής και από τη μονάδα ελέγχου. Το δίκτυο μεταφοράς αποτελείται από τους κύριους αγωγούς μεταφοράς που μεταφέρουν το νερό στους αγωγούς τροφοδοσίας οι οποίοι εξασφαλίζουν την απαιτούμενη παροχή. Το δίκτυο εφαρμογής αποτελείται από εύκαμπτους σωλήνες πολυαιθυλενίου στους οποίους σε προκαθορισμένες θέσεις τοποθετούνται ή ενσωματώνονται οι σταλακτήρες μέσω των οποίων το νερό φτάνει στο έδαφος με τη μορφή σταγόνων. Η μονάδα ελέγχου περιλαμβάνει μετρητή ροής, φίλτρα, ρυθμιστές πίεσης και συσκευές εφαρμογής λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων. Κύριο στοιχείο της μονάδας ελέγχου αποτελούν τα φίλτρα, γιατί το νερό που παροχετεύεται στο δίκτυο πρέπει να είναι απαλλαγμένο από φερτά υλικά, ακόμη και πολύ μικρών διαστάσεων, για vα μην αποφράσσονται οι σταλακτήρες. Βάση του συστήματος στάγδην άρδευσης είναι οι σταλακτήρες. Το νερό εμφανίζεται στην έξοδο των σταλακτήρων με τη μορφή σταγόνων κατά τακτά χρονικά διαστήματα. Υδατοκαλλιέργειες Ένα από τα χαρακτηριστικά που διακρίνει τις υδατοκαλλιέργειες από άλλες μορφές παραγωγής του υδάτινου περιβάλλοντος, είναι ο βαθμός στον οποίο η ανθρώπινη επέμβαση μεταβάλλει το περιβάλλον. Το μέγεθος της ανθρώπινης επέμβασης ποικίλει ευρύτατα, τόσο που κάθε προσπάθεια αναζήτησης κοινών σημείων μεταξύ αλιείας και υδατοκαλλιεργειών να καθίσταται σχεδόν ή περίπου αδύνατη. Αντίθετα έχουν άμεση σχέση με τη γεωργία όπως προκύπτει από τους ορισμούς που ακολουθούν, και γι αυτό θεωρήθηκε σκόπιμο να παρατεθούν ως ξεχωριστό κεφάλαιο σ' αυτό το σημείο του βιβλίου. Με τον όρο λοιπόν "υδατοκαλλιέργειες" εννοούμε τις προσπάθειες εκείνες του ανθρώπου, που αφορούν κυρίως στην καταβολή εργασίας και ενέργειας για την εκτροφή και καλλιέργεια (εκμετάλλευση) υδρόβιων οργανισμών. Εύκολα επομένως θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι υδατοκαλλιέργειες (Aquaculture) είναι η υδάτινη μορφή ή ο υδάτινος ανταγωνιστής ή και ομόλογος της γεωργίας (Agriculture), δηλαδή της χερσαίας φυτικής και ζωικής παραγωγής. Κατ' άλλους με τον όρο υδατοκαλλιέργειες εννοούμε την καλλιέργεια των υδρόβιων οργανισμοί κάτω από ελεγχόμενες συνθήκες. Οι υδατοκαλλιέργειες είναι συγγενείς με τη γεωργία και για το ότι και οι δυο δραστηριότητες δεν μπορούν να εφαρμοστούν οικονομικά οπουδήποτε. Οι υδατοκαλλιέργειες μπορεί να ταξινομηθούν, με βάση το σκοπό για τον οποίο εφαρμόζονται, σε ελεγχόμενες εκτροφές για: μαζική παραγωγή τροφίμων για τον άνθρωπο, μπλουτισμό φυσικών αποθεμάτων υδρόβιων οργανισμών ή ποταμών με σκοπό την ερασιτεχνική αλιεία τους, παραγωγή δολωμάτων για εμπορικούς αλιευτικούς σκοπούς, παραγωγή διακοσμητικών ψαριών, αξιοποίηση ή αδρανοποίηση οργανικών αποβλήτων και βιομηχανικούς ή άλλους σκοπούς, όπως παραγωγή προϊόντων κατάλληλοι για τροφή ζώων ή ψαριών, λιπασμάτων, ακόμη και παραγωγή μαργαριταριών. Την εξέχουσα σε σημασία θέση κατέχει εκείνη που αφορά στην παραγωγή προϊόντων για τη διατροφή του ανθρώπου. Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν ληφθούν υπόψη οι συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες του εκθετικά πολλαπλασιαζόμενου πληθυσμού της γης σε πρωτεΐνες, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι οι δυνατότητες της αλιείας για μεγαλύτερη ετήσια παραγωγή έχουν εγγίσει πλέον τα μέγιστα όριά της. Η εξαιρετικά υψηλή, σε πολλές περιπτώσεις, παραγωγικότητα και αποδοτικότητα των υδατοκαλλιεργειών και η παραγωγή προϊόντων με πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας και παράλληλα χαμηλού κόστους, καθιστούν εξαιρετικά σημαντική τη συνεισφορά της στο διατροφικό πρόβλημα της ανθρωπότητας. Οι υδατοκαλλιέργειες έχουν εφαρμογή σε ένα ευρύ φάσμα ζωικών υδρόβιων οργανισμών, όπως ψαριών, καρκινοειδών, οστρακοειδών, ημιυδρόβιων ζωικών ειδών (βατράχων, χελωνών) καθώς και υδρόβιοι φυτικών οργανισμών. Οι υδρόβιοι οργανισμοί συγκεντρώνουν ιδιαίτερα πλεονεκτήματα ως πηγή τροφίμων για τον άνθρωπο για τους παρακάτω λόγους: - Τα προϊόντα τους είναι πλούσια σε πρωτεΐνες Σε πολλές περιπτώσεις η περιεκτικότητα τους σε πρωτεΐνες είναι μεγαλύτερη από αυτή των άλλων αγροτικών ζώων. -Έχουν καλύτερο συντελεστή μετατρεψιμότητας της τροφής από τα άλλα αγροτικά ζώα. -Ως ποικιλόθερμοι δεν έχουν ανάγκη θερμορρύθμισης και ως εκ τούτου δεν απαιτείται να ξοδεύουν ενέργεια γι αυτό το λόγο. -Το ειδικό βάρος του σώματος τους είναι σχεδόν το ίδιο με αυτό του νερού στο οποίο ζουν. Έτσι δεν χρειάζεται να ξοδεύουν πολλή ενέργεια για να στηρίξουν το βάρος τους, με αποτέλεσμα να εξοικονομούν περισσότερη ενέργεια τροφής για την ανάπτυξή τους σε σχέση με τα άλλα αγροτικά ζώα. Από τους ζωικούς υδρόβιους οργανισμούς που αποτελούν αντικείμενο των υδατοκαλλιεργειών, τα ψάρια συγκεντρώνουν τα περισσότερα πλεονεκτήματα έναντι των μαλακίων και των καρκινοειδών, γιατί: ανταποκρίνονται πληρέστερα στις διαιτητικές ανάγκες του ανθρώπου, παρουσιάζουν πολύ ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης, προσφέρονται για υπερεντατικά συστήματα παραγωγής, το κόστος παραγωγής τους βρίσκεται στο πλαίσιο της σημερινής αξίας των αγαθών και επί πλέον πολλά είδη μπορούν να θεωρηθούν ως εκλεκτή τροφή. Οι ανάγκες που καλούνται να ικανοποιήσουν οι υδατοκαλλιέργειες δεν είναι πάντα οι ίδιες, γι αυτό και το σύστημα εκτροφής διαφέρει σε κάθε περίπτωση. Γενικά ο βαθμός της ανθρώπινης επέμβασης χαρακτηρίζει τα συστήματα των υδατοκαλλιεργειών. Τα παραγωγικά συστήματα των υδατοκαλλιεργειών έχουν περιγραφεί στη διεθνή βιβλιογραφία ως εκτατικά, ημιεντατικά και εντατικά. Πρέπει να αναφερθεί ότι κάθε υδρόβιος οργανισμός που κρίνεται κατάλληλος για εκμετάλλευση έχει τις δικές του απαιτήσεις σε ό,τι αφορά το περιβάλλον εκτροφής ή καλλιέργειάς του. Είναι όμως γεγονός ότι ορισμένα από τα χαρακτηριστικά των υδάτινων μαζών, σε ό,τι αφορά την καταλληλότητά τους για την εκτροφή ή και την καλλιέργεια υδρόβιων οργανισμών, είναι κοινά για πολλούς από τους οργανισμούς αυτούς με διαφορετικές ενδεχόμενα τιμές. Έτσι, εκείνα τα χαρακτηριστικά του νερού που πρέπει να μελετηθούν για να κρίνουν μια υδάτινη μάζα κατάλληλη για εκτροφή ή καλλιέργεια ενός ή πολλών υδρόβιων οργανισμών είναι: page 4 / 6
- η κινητική του κατάσταση. - η ποσότητά του, - η θερμοκρασία του, - το είδος του (γλυκό - υφάλμυρο- θαλάσσιο), - η περιεκτικότητά του σε οξυγόνο, - το χρώμα και η διαύγεια του, - το ρη, το CΟ2 και η αλκαλικότητά του, - τα ιόντα ΝΗ3, -ΝΟ2 -ΝΟ3, - το χλώριο, - η ρύπανση (άλλες ουσίες και βαρέα μέταλλα), - η μόλυνση, - η θερμική ρύπανση και - τα θρεπτικά στοιχεία (Ν -Ρ). Η πρωτογενής παραγωγή. Με βάση τον τρόπο της χρήσης του νερού εκτροφής, τα συστήματα εκτροφής διακρίνονται: - Συστήματα συνεχούς ροής του νερού (ανοιχτό σύστημα). - Συστήματα πολλαπλής χρησιμοποίησης του νερού (ημίκλειστο σύστημα). - Κλειστό σύστημα. -Σύστημα τεχνητών υδατοσυλλογών χωρίς ανανέωση (παροχή και αποχέτευση) του νερού. - Σύστημα τεχνητών υδατοσυλλογών με συνεχή της ανθρώπινης επέμβασης χαρακτηρίζει τα συστήματα των υδατανανέωση του νερού. - Κλειστό σύστημα τεχνητών υδατοσυλλογών. - Σύστημα πλωτών δεξαμενών. - Σύστημα ιχθυομανδρών. Υδατοκαλλιέργειες στην Ελλάδα Είναι μια πολύ σημαντική δραστηριότητα η οποία εξαιτίας του ευνοϊκού κλίματος της χώρας μας και της σοβαρής οικονομικής ενίσχυσης από την Ε.Ε. έχει εξαπλωθεί σχεδόν σε ολόκληρη τη χώρα. Ήδη κατά το 1996 λειτούργησαν 665 περίπου μονάδες υδατοκαλλιεργειών με συνολική παραγωγή 53.220 τόνους σημειώνοντας αύξηση 23,4% έναντι του 1995, ενώ η συνολική ακαθάριστη αξία των προϊόντων υδατοκαλλιεργειών σημείωσε αύξηση κατά 35,6% μεταξύ 1995 και 1996. Η χώρα μας βρίσκεται πρώτη σε παραγωγή ευρύαλων ψαριών (τσιπούρες και λαβράκια) μεταξύ των χωρών της EE και πρώτη σε ολόκληρη τη Μεσόγειο. Η ετήσια παραγωγή ευρύαλων ψαριών στη χώρα μας κατά το 1996 ανήλθε σε 24.000 τόνους. Εκτός από τα είδη αυτά, σημαντική υπήρξε η παραγωγή και σε άλλα είδη, με ιδιαίτερη επίδοση στα μύδια, των οποίων η παραγωγή ανήλθε κατά το 1996 σε 26.500 τόνους, ενώ άλλα είδη παρήχθησαν σε μικρότερες ποσότητες, όπως η πέστροφα με 2.290 τόνους και τα χέλια με 200 τόνους. Καθώς η γνώση για τις υδατοκαλλιέργειες συνεχώς αυξάνει και ο ανταγωνισμός στην αγορά γίνεται διαρκώς εντονότερος, οι προσπάθειες για την καλλιέργεια νέων ειδών (συναγρίδα, φαγκρί κ.α.) ή και τη γενετική βελτίωση των ήδη καλλιεργούμενοι ειδών εκτείνονται κι αυτές διαρκούς. Οπωσδήποτε οι υδατοκαλλιέργειες έχουν βελτιώσει σημαντικά το ισοζύγιο του ελλείμματος σε αλιεύματα, που είχε και εξακολουθεί να έχει η χώρα μας. 7. Παγκόσμια Προβλήματα νερού. Το νερό αποτελεί «πηγή ζωής για τον πλανήτη και τους κατοίκους του», το νερό είναι «το υλικό της ζωής». Χωρίς αυτό δεν υπάρχει πλανήτης, δεν υπάρχει ζωή, δεν υπάρχει άνθρωπος. Εντούτοις, εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο δεν έχουν πρόσβαση στη «ζωή» και παλεύουν για να επιβιώσουν (χωρίς να τα καταφέρνουν πάντα).το νερό είναι ταυτόχρονα «αγαθό σε ανεπάρκεια», έχει «πρόβλημα». Το πρόβλημα βέβαια το έχουμε εμείς, που το δημιουργούμε με τις επιλογές μας, τις παρεμβάσεις μας, τον τρόπο που έχουμε μάθει να «δρούμε» μέσα στη φύση. Τα προβλήματα πολλά, διαφορετικά αλλά και πάρα πολύ όμοια. Η αποψίλωση, για παράδειγμα, των τροπικών δασών στην Αφρική για να μετατραπούν σε εκτάσεις εντατικής γεωργίας, και η καταστροφή των (ελάχιστων πλέον) δασικών εκτάσεων της Αττικής για να μετονομαστούν σε οικοδομήσιμα οικόπεδα, έχουν ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα: την ερημοποίηση, τον ελλιπή εμπλουτισμό των υπόγειων υδάτων, την αλλαγή του μικροκλίματος της περιοχής με την εμφάνιση λιγότερων, αλλά καταρρακτωδών βροχών, τη δημιουργία των συνθηκών εκείνων που ευνοούν τις πλημμύρες. Το νερό είναι πεπερασμένος φυσικός πόρος και άνισα κατανεμημένος στη φύση. Τον περασμένο αιώνα, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των ανθρώπων, κυρίως στο δυτικό κόσμο, βασίστηκε στη βιομηχανική ανάπτυξη, που οδήγησε στην αύξηση της ζήτησης καθαρού, πόσιμου νερού, ενώ ταυτόχρονα «δημιούργησε» περισσότερες εστίες ρύπανσης των πηγών. Παράλληλα, η συγκέντρωση πολλών ανθρώπων σε συγκεκριμένες περιοχές, άσχετα με τη φυσική ικανότητα τους να σηκώσουν το «βάρος», οδήγησε στην εξάντληση των δικών τους φυσικών πόρων και στην ανάγκη μεταφοράς καθαρού νερού από άλλες, μακρινές περιοχές, με έναν τρόπο στην επέκταση του προβλήματος. Όλη αυτή η δραστηριότητα, οι αλλαγές στις χρήσεις γης, τα νέα πρότυπα και οι νέες συνήθειες, είχαν μια σειρά από επιπτώσεις σε αυτόν τον πεπερασμένο πόρο, καθιστώντας τον ακόμα πιο σπάνιο, ένα ακόμα «είδος υπό εξαφάνιση». Ανταγωνιστικές χρήσεις και σπατάλη Αυξήθηκε ο πληθυσμός, αυξήθηκαν οι ανάγκες, αυξήθηκαν οι χρήσεις, και φυσικά η ζήτηση. Στους τρεις παραδοσιακούς τομείς κατανάλωσης νερού, τη γεωργία, τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία/βιοτεχνία, προστέθηκαν οι τουριστικές δραστηριότητες (δραστηριότητες αναψυχής, αθλητικές, κ.ά.). Οι διαφορετικοί χρήστες ανταγωνίζονται ποιος θα λάβει τις μεγαλύτερες ποσότητες νερού για να καλύψει τις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες του, αδιαφορώντας για το κατά πόσο εφικτό είναι αυτό. Ιδιαίτερα η γεωργία, που σήμερα αντιπροσωπεύει το 75% της κατανάλωσης παγκοσμίως από τη μια, και οι ανάγκες ύδρευσης των πόλεων και των τουριστικών/αθλητικών εγκαταστάσεων από την άλλη, βρίσκονται σε έντονη διαμάχη. Το νερό έφτασε να θεωρείται ένα ακόμα καταναλωτικό αγαθό, και οι χρήστες του θεωρούνται καταναλωτές: αγοράζουν κάτι, κι ας τους ανήκει. Παράλληλα, παρατηρείται μια κατασπατάληση του λίγου αυτού νερού. Ενδεικτικά είναι τα νούμερα: οι απώλειες λόγω διαρροών, παράνομων συνδέσεων και σπατάλης αντιπροσωπεύει το 50% της κατανάλωσης καθαρού νερού, ενώ το 60% του [Ε1] νερού που καταναλώνει η γεωργία χάνεται λόγω της εξάτμισης πριν φτάσει στο έδαφος. Ταυτόχρονα, σε τοπικό επίπεδο, η εποχικότητα της ζήτησης, κυρίως κατά τους θερινούς μήνες, οπότε και πολλαπλασιάζεται ο «πληθυσμός» και αυξάνεται η κατανάλωση νερού, απαιτεί τη δημιουργία υποδομών που θα καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες για δυο ή τρεις μήνες του έτους, δημιουργώντας έντονες πιέσεις στο φυσικό περιβάλλον και τους υδατικούς πόρους της περιοχής συνολικά. Νερό κι αλάτι Η ικανοποίηση της αλόγιστα αυξανόμενης ζήτησης ενός πεπερασμένου αγαθού, προϋποθέτει υπερεκμετάλλευση των αποθεμάτων, επιφανειακών και υπόγειων. Στις παράκτιες περιοχές αυτό συνεπάγεται την εισβολή του αλμυρού νερού στον υδροφόρο ορίζονται και την υποβάθμιση του. Το διαθέσιμο από τη φύση νερό δεν είναι πλέον καταναλώσιμο, και καταφεύγουμε ακόμα και στην αφαλάτωση νερού που προέρχεται από υπόγειους υδροφορείς. Μεγάλα κατασκευαστικά έργα Για τον ίδιο λόγο, κατασκευάστηκαν και πάνω από 50.000 μεγάλης κλίμακας φράγματα παγκοσμίως, διακόπτοντας την ομαλή ροή ενός μεγάλου αριθμού σημαντικών ποταμών και μεταβάλλοντας τη φυσική ροή τους, επιφέροντας μη αντιστρέψιμες επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα και τις γεωδυναμικές ποτάμιες διαδικασίες. Σήμερα πλέον, τα φράγματα θεωρούνται από σημαντικό τμήμα της επιστημονικής κοινότητας ως καταστροφικά. page 5 / 6
Ρύπανση Το νερό καταναλώνεται με διάφορους τρόπους, κι ύστερα μεγάλο ποσοστό του χρησιμοποιημένου νερού επιστρέφει στη φύση, σημαντικά επιβαρημένο με βιομηχανικά ή γεωργικά απόβλητα (λιπάσματα, φυτοφάρμακα κ.λπ.), αστικά λύματα, απορρίμματα κάθε υλικού, στραγγίσματα από τις παράνομες (ή και νόμιμες) χωματερές. Το 90% των αποχετευτικών και το 70% των [Ε2] βιομηχανικών λυμάτων καταλήγουν στο περιβάλλον χωρίς επεξεργασία. Παγκόσμια Κλιματική Αλλαγή Μια από τις κύριες συνέπειες της αλλαγής του κλίματος στον πλανήτη είναι η σημαντική μείωση των βροχοπτώσεων και η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας, γεγονότα που θα προκαλέσουν τη μείωση των διαθέσιμων υδατικών πόρων. Η αύξηση εξάτμισης και συμπύκνωσης του νερού θα φτάσει το 7-15%, ενώ αναμένεται μείωση των βροχοπτώσεων στην περιοχή της Μεσογείου έως και 15%. Από τον πλανήτη στη Μεσόγειο και στην Ελλάδα Όλα αυτά συμβαίνουν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό σε όλο τον πλανήτη. Οι συνέπειες και στη γειτονιά μας θα είναι μεγάλες: η μεσογειακή λεκάνη εμφανίζεται ως η πλέον ευάλωτη στην υπερθέρμανση του πλανήτη και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις το 38% του πληθυσμού της θα ζει σε ζώνες όπου θα παρατηρούνται ελλείψεις σε νερό. Η Ισπανία αντιμετωπίζει τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων δεκαετιών. Στις αρχές της δεκαετίας του 90 η Αθήνα βρέθηκε αντιμέτωπη με το φάσμα της δίψας, εξαιτίας ανάλογης ξηρασίας και κακής διαχείρισης των υδατικών πόρων. Στη Μεσόγειο έχει χαθεί το 50% (σε ορισμένες περιοχές και το 90%) των υγροτόπων της. Τον Αύγουστο και το Σεπτέμβρη του 2004, πέθαναν 30.000 πουλιά και πολλές χιλιάδες ψάρια στη λίμνη Κορώνεια, εξαιτίας της ρύπανσης και της ασυνήθιστα χαμηλής στάθμης του νερού. Χρόνιο είναι το πρόβλημα της λειψυδρίας στις Κυκλάδες και σε ορισμένα νησιά της Δωδεκανήσου κατά τους θερινούς μήνες και συνεχώς επιδεινώνεται: 20 τουλάχιστον νησιά αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα. Η κρίση στα μοντέλα διαχείρισης των υδατικών πόρων Πλέον σήμερα είναι κοινά αποδεκτό ότι το μοντέλο διαχείρισης των υδατικών πόρων που ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα δεν είναι αποτελεσματικό, αλλά μάλλον προβλήματα δημιουργεί. Το ζητούμενο πλέον δεν είναι να καλυφθεί η ζήτηση και να αυξηθεί η παροχή, αλλά να γίνει διαχείριση και μείωση της ζήτησης. Οι νέες προσεγγίσεις κάνουν λόγο για ορθολογική διαχείριση ενός πεπερασμένου κοινωνικού αγαθού, συμμετοχική διαβούλευση, μείωση της κατανάλωσης,προστασία από τη ρύπανση και επαναχρησιμοποίηση. Δυστυχώς, η πράξη απέχει από τη θεωρία. Φτάνει να δούμε σε ποιο βαθμό και πώς θα εφαρμοστεί. 8.Βιβλιογραφία Για τη δημιουργία της εργασίας μας αντλήσαμε πληροφορίες από τα παρακάτω sites: wikipedia.org ebooks.edu.gr www.watersave.gr page 6 / 6 Powered by TCPDF (www.tcpdf.org)