ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Επιλογή δικαίου για τα διασυνοριακά τροχαία ατυχήματα: Ρώμη ΙΙ, Σύμβαση της Χάγης και οδηγία περί ασφάλισης αυτοκινήτων ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ PE 462.492 EL
Το παρόν έγγραφο εκπονήθηκε κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ Jenny PAPETAS Οργάνωση Διεύθυνση: ΑΡΜΟΔΙΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ Vesna NAGLIC Θεματικό Τμήμα Γ: Δικαιώματα των πολιτών και συνταγματικές υποθέσεις Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B-1047 Βρυξέλλες Ηλ. ταχυδρομείο: vesna.naglic@europarl.europa.eu ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Πρωτότυπο: EN Μετάφραση BG/CS/DA/DE/EL/ES/ET/FR/IT/LV/LT/HU/MT/NL/PL/PT/RO/SK/SL/FI/SV ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΚΔΟΤΗ Για να επικοινωνήσετε με το Θεματικό Τμήμα ή να εγγραφείτε συνδρομητής στο μηνιαίο ενημερωτικό δελτίο του, στείλτε μήνυμα στο: poldep-citizens@europarl.europa.eu Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το χειρόγραφο ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του 2012. Ευρωπαϊκή Ένωση, 2012 Το παρόν έγγραφο είναι διαθέσιμο στο διαδίκτυο στην ακόλουθη διεύθυνση: http://www.europarl.europa.eu/studies ΔΗΛΩΣΗ ΑΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ Οι απόψεις που εκφράζονται στο παρόν έγγραφο αποτελούν αποκλειστική ευθύνη του συντάκτη και δεν εκφράζουν κατ ανάγκην την επίσημη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η αναπαραγωγή και η μετάφραση για μη εμπορικούς σκοπούς επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι γίνεται μνεία της πηγής και ο εκδότης έχει ενημερωθεί και του έχει αποσταλεί αντίγραφο.
Επιλογή δικαίου για τα διασυνοριακά τροχαία ατυχήματα: Ρώμη II, Σύμβαση της Χάγης και οδηγία περί ασφάλισης αυτοκινήτων ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Σε περίπτωση διασυνοριακού τροχαίου ατυχήματος εντός της ΕΕ, υφίστανται τρία νομικά καθεστώτα που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν, εκ των οποίων όλα περιλαμβάνουν επιλογή κανόνων δικαίου. Τα τρία αυτά καθεστώτα προβλέπονται στον κανονισμό Ρώμη ΙΙ, 1 στη Σύμβαση της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο στα τροχαία ατυχήματα 2 και στην οδηγία περί ασφάλισης αυτοκινήτων 3 (οδηγία MID). Η οδηγία MID σχετίζεται με τον εν λόγω τομέα δικαίου δεδομένου ότι η πλειονότητα των αξιώσεων που προκύπτουν από τροχαία ατυχήματα καλύπτονται από ασφαλιστές παρά από τον ίδιο τον υπαίτιο. 4 Στην Ευρώπη, οι ασφαλιστές πρέπει να ενεργούν σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζει η οδηγία MID. Σύμφωνα με έναν από τους εν λόγω κανόνες, η ασφαλιστική κάλυψη θα πρέπει να παρέχεται σύμφωνα με το δίκαιο της χώρας στην οποία συμβαίνει το ατύχημα ή το δίκαιο της χώρας όπου το όχημα έχει τη συνήθη βάση του, ανάλογα με το ποιο εξ αυτών προβλέπει τη μεγαλύτερη κάλυψη. Αν η παροχή κάλυψης δεν σχετίζεται μόνο με το μέγιστο ύψος της αποζημίωσης που προβλέπεται στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο αλλά και με το είδος και το μέγεθος της ζημίας, αυτό διευρύνει τον στόχο της οδηγίας όσον αφορά την προστασία των συμφερόντων των θυμάτων, ανεξαρτήτως του κράτους μέλους όπου συμβαίνει το ατύχημα. Ωστόσο, κάτι τέτοιο θα μπορούσε επίσης να αντιβαίνει στις διατάξεις του κανονισμού Ρώμη ΙΙ. Η εφαρμογή του κανονισμού Ρώμη ΙΙ θα οδηγήσει πιθανώς στην εφαρμογή του δικαίου της χώρας στην οποία συνέβη το ατύχημα 5 ή του δικαίου της χώρας της κοινής συνήθους διαμονής των εμπλεκομένων μερών. 6 Κατ εξαίρεση, θα μπορούσε να οδηγήσει στην εφαρμογή άλλου δικαίου εφόσον πρόκειται για δίκαιο που ισχύει σε χώρα με προδήλως στενότερο δεσμό με την εξωσυμβατική ενοχή σε σχέση με τη χώρα στην οποία συνέβη το ατύχημα ή τη χώρα της κοινής συνήθους διαμονής. 7 Προκύπτει ότι με την εφαρμογή δικαίου διαφορετικού από εκείνο της χώρας διαμονής του θύματος υπάρχει το ενδεχόμενο καταβολής υψηλότερης ή χαμηλότερης αποζημίωσης στο θύμα παρέχοντας είτε πλεονέκτημα είτε μειονέκτημα όσον αφορά την προθεσμία παραγραφής. 8 Ωστόσο, οι εν λόγω κανόνες μπορούν να υπόκεινται στον κανόνα προσδιορισμού του εφαρμοστέου δικαίου που προβλέπεται στην οδηγία MID. Ο κανόνας στην οδηγία MID θα μπορούσε να θεωρηθεί ως υπερισχύων και υποχρεωτικός κανόνας για τους σκοπούς του άρθρου 16 του κανονισμού Ρώμη ΙΙ ή ως διάταξη του κοινοτικού δικαίου, που προβλέπει έναν κανόνα για τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου δικαίου όσον αφορά ένα συγκεκριμένο ζήτημα για τους σκοπούς του άρθρου 27 του κανονισμού Ρώμη ΙΙ. Μολονότι είναι δυνατόν να γίνει κατανοητή κατά αυτόν τον τρόπο η σχέση μεταξύ των δύο μέσων, η εν λόγω προσέγγιση συνεπάγεται επίσης ότι το εφαρμοστέο δίκαιο μπορεί να κατακερματιστεί με αποτέλεσμα να εφαρμόζεται ένα δίκαιο για την υπαιτιότητα και την προθεσμία παραγραφής και άλλο δίκαιο για το είδος και το μέγεθος της ζημίας. Αυτό μπορεί να έχει ανεπιθύμητες επιπτώσεις, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε αδικαιολόγητη έξαρση του φαινομένου της καταβολής υπερβολικά υψηλής ή υπερβολικά χαμηλής αποζημίωσης στο θύμα. 1 Κανονισμός (ΕΚ) 864/2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές. 2 4 Μαΐου 1971. 3 Οδηγία 2009/103/ΕΚ 4 «Compensation of Victims of Cross-border Road Traffic Accidents in the EU: Comparison of National Practices, Analysis of Problems and Evaluation of Options for Improving the Position of Cross-border Victims», έκθεση που εκπονήθηκε από τη νομική εταιρεία Demolin Brulard Barthélémy για λογαριασμό της Επιτροπής και διατίθεται στην ιστοσελίδα: http://ec.europa.eu/internal_market/insurance/docs/motor/20090129report_en.pdf 5 Άρθρο 4 παράγραφος 1. 6 Άρθρο 4 παράγραφος 2. 7 Άρθρο 4 παράγραφος 3. 8 Βλέπει τις σ. 22-23 και 43-44 της έκθεσης της Επιτροπής στην υποσημείωση 4 ανωτέρω. 3
ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ Βάσει του άρθρου 28 του κανονισμού Ρώμη ΙΙ επιτρέπεται η συνεχής εφαρμογή της Σύμβασης της Χάγης από τα κράτη μέλη που ήταν μέρη της 9 κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του κανονισμού Ρώμη ΙΙ. Οι κανόνες που προβλέπονται στα δύο μέσα μπορούν να παράσχουν διαφορετικά αποτελέσματα όσον αφορά τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου δικαίου, εξυπηρετώντας διαφορετικούς στόχους. Η Σύμβαση θα ορίζει ως εφαρμοστέο κατά κύριο λόγο το δίκαιο της χώρας στην οποία συμβαίνει το ατύχημα ή το δίκαιο της χώρας ταξινόμησης του οχήματος, κατά περίπτωση. Η ακριβής σχέση μεταξύ του κανονισμού Ρώμη ΙΙ και της Σύμβασης της Χάγης δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμα. Για παράδειγμα, τόσο στο άρθρο 1 του κανονισμού Ρώμη ΙΙ όσο και στο άρθρο 1 της Σύμβασης της Χάγης καθορίζεται αντίστοιχα το πεδίο εφαρμογής τους και γίνεται αναφορά στην ευθύνη για τις εξωσυμβατικές ενοχές. Μπορεί να υποστηριχθεί ότι η ερμηνεία της φράσης στο άρθρο 1 της Σύμβασης επηρεάζεται όσον αφορά την εφαρμογή της μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ κατά τρόπο ώστε να απηχεί τους αυτόνομους και αλληλοαναιρούμενους ορισμούς της συμβατικής και της εξωσυμβατικής υποχρέωσης που προβλέπονται στους κανονισμούς Ρώμη I 10 και Ρώμη II. Αυτό το σημείο είναι αμφιλεγόμενο. Επιπλέον, δεν είναι σαφές εάν οι συμφωνίες προσδιορισμού του εφαρμοστέου δικαίου που επιτρέπονται βάσει του κανονισμού Ρώμη ΙΙ θα επιτρέπονται βάσει της Σύμβασης. Ακόμα κι αν αποσαφηνιστούν τα αμφιλεγόμενα σημεία όσον αφορά τη σχέση του κανονισμού Ρώμη ΙΙ και της Σύμβασης της Χάγης, πιθανόν η κατάσταση να συνεχίσει να είναι περίπλοκη ενώ σε αυτό το πλαίσιο η αναζήτηση του ευνοϊκότερου δικαστηρίου ενθαρρύνεται από το γεγονός ότι μπορεί να υπάρξει διαφορετική έκβαση ανάλογα με το δικαστήριο που αναλαμβάνει την εκδίκαση της υπόθεσης. Το γεγονός αυτό δεν διευκολύνει εκείνους που επιδιώκουν την εξωδικαστική διευθέτηση των διαφορών τους, δεδομένου ότι δεν θα είναι δυνατόν να επιλεγεί με απόλυτη βεβαιότητα το δίκαιο που θα πρέπει να εφαρμοστεί στην εκάστοτε περίπτωση. Όσον αφορά τη Σύμβαση της Χάγης και την οδηγία MID, είναι σαφές ότι η εφαρμογή της Σύμβασης δεν θα πρέπει να θίγει την εφαρμογή της οδηγίας. Η ίδια η ΕΕ δεν δεσμεύεται από τη Σύμβαση της οποίας μέρη δεν είναι ούτε το ήμισυ των κρατών μελών της ΕΕ. Εάν η Σύμβαση επιτρεπόταν να επηρεάζει τη λειτουργία του δικαίου της Ένωσης, αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την ανομοιόμορφη εφαρμογή του εν λόγω δικαίου μεταξύ των κρατών μελών κατά παράβαση της βασικής αρχής του ενιαίου χαρακτήρα της εφαρμογής. Εντούτοις, η εφαρμογή της οδηγίας θα μπορούσε να οδηγήσει στον κατακερματισμό του εφαρμοστέου δικαίου, όπως συμβαίνει και βάσει του κανονισμού Ρώμη ΙΙ. Η επικρατούσα κατάσταση δεν είναι ικανοποιητική. Είναι περίπλοκη, δεν υπάρχει συνοχή ενώ εξακολουθούν να υφίστανται διάφορες ασάφειες. Η πλειονότητα των αξιώσεων που προκύπτουν από τροχαία ατυχήματα διευθετούνται με εξωδικαστικές διαδικασίες απευθείας μεταξύ θυμάτων και ασφαλιστών. 11 Στην περίπτωση αυτή οι κανόνες που προβλέπονται στην οδηγία MID ευνοούν το θύμα. Αναγνωρίζουν την ασθενέστερη θέση του θύματος στην εν λόγω κατάσταση και δημιουργούν ένα σύστημα όπου η προσφυγή μπορεί να ασκηθεί από το κράτος διαμονής του θύματος και στη μητρική του γλώσσα. Οι ρυθμίσεις αυτές δεν ισχύουν μεταξύ του θύματος και του υπαιτίου, καθώς σε αυτή την περίπτωση τα μέρη αντιμετωπίζονται επί ίσοις όροις. Ωστόσο, όσον αφορά την άσκηση ευθείας προσφυγής κατά του ασφαλιστή, έχει ήδη θεσπιστεί ένα πλαίσιο βάσει του οποίου θα μπορούσαν να διευθετηθούν οι εναπομένουσες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα θύματα. 9 Τα κράτη μέλη της ΕΕ που είναι μέρη της Σύμβασης της Χάγης είναι: η Αυστρία, το Βέλγιο, η Τσεχική Δημοκρατία, η Γαλλία, η Λετονία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες, η Πολωνία, η Σλοβενία, η Σλοβακία και η Ισπανία. 10 Κανονισμός (ΕΚ) 593/2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές. 11 Βλέπε σχετικά με το αγγλικό σύστημα, R. Lewis «Insurance and the Tort System» 25 LS (2005) σ. 85 έως 88. Βλέπε επίσης τη γενική έκθεση του κ. E.W. Essen στη Διάσκεψη της Χάγης για το Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο με τίτλο «Actes et Documents de la XIN Session» 1970, τόμος ΙΙΙ, σ. 200 έως 206, σχετικά με τα στοιχεία που παρουσίασε η αντιπροσωπεία της Ελβετίας στην ενδέκατη σύνοδο της Διάσκεψης της Χάγης, βάσει των οποίων από τις 1.000 υποθέσεις τροχαίων ατυχημάτων οι ασφαλιστές διευθέτησαν τις 995 με εξωδικαστικές διαδικασίες. 4
Επιλογή δικαίου για τα διασυνοριακά τροχαία ατυχήματα: Ρώμη II, Σύμβαση της Χάγης και οδηγία περί ασφάλισης αυτοκινήτων Έχει ήδη προωθηθεί μια σειρά λύσεων για την αποκατάσταση των υφιστάμενων ανεπαρκειών. Με την εναρμόνιση των ουσιαστικών δικαίων σχετικά με τις ζημίες και τις προθεσμίες παραγραφής, θα επιλύονταν τα υφιστάμενα ζητήματα όσον αφορά το εφαρμοστέο δίκαιο. Ωστόσο, ενώ μπορεί να υπάρχει μια πολύ μικρή πιθανότητα επίτευξης συμφωνίας, στο σχετικά άμεσο μέλλον, όσον αφορά τις προθεσμίες παραγραφής, αναγνωρίζεται ότι η εναρμόνιση των δικαίων σχετικά με τις ζημίες αποτελεί έναν μη ρεαλιστικό στόχο βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα. Δεν αναμένεται να επιτευχθεί άμεσα συμφωνία. Με την παροχή πληροφοριών σχετικά με τις προθεσμίες παραγραφής δεν θα περιοριζόταν ο πολύπλοκος χαρακτήρας των κανόνων για τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου δικαίου και, κατά την άποψη του συντάκτη, δεν θα επιλύονταν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν επί του παρόντος τα θύματα. Δεν υπάρχει ιδανική λύση για τα εν λόγω θέματα στον συγκεκριμένο τομέα. Συνιστάται λοιπόν μια λύση για τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου δικαίου, σύμφωνα με την οποία το δίκαιο της χώρας του θύματος θα πρέπει να εφαρμόζεται σε προσφυγές που ασκούνται απευθείας κατά του ασφαλιστή, και αυτό σύμφωνα με την οδηγία MID. Η συγκεκριμένη λύση θα ευνοούσε τόσο την ελεύθερη κυκλοφορία των ατόμων εντός της ΕΕ όσο και την ανάληψη δράσης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ενίσχυση των δικαιωμάτων των θυμάτων. 12 Ωστόσο, θα πρέπει να γίνει επιλογή πολιτικής μεταξύ της πλήρους εφαρμογής του εν λόγω δικαίου και της υπαγωγής της συμπεριφοράς του οδηγού σε κανόνες υπαιτιότητας ενός κράτους στο οποίο δεν βρισκόταν ο οδηγός τη στιγμή του ατυχήματος ή του κατακερματισμού του δικαίου, ώστε η υπαιτιότητα να διέπεται από το δίκαιο της χώρας στην οποία συνέβη το ατύχημα ενώ όλες οι υπόλοιπες πτυχές της διαφοράς θα διέπονται από το δίκαιο του κράτους συνήθους διαμονής του θύματος. Όπως προαναφέρθηκε, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ο κατακερματισμός του εφαρμοστέου δικαίου κατά αυτόν τον τρόπο δημιουργεί ανομοιογενή αποτελέσματα, τα οποία μπορεί να εντείνουν το φαινόμενο της καταβολής υπερβολικά υψηλής ή υπερβολικά χαμηλής αποζημίωσης στο θύμα. Για τον λόγο αυτό και δεδομένου ότι οι ασφαλιστές ήδη υπόκεινται στο δίκαιο κάθε κράτους μέλους σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στην οδηγία MID και στον κανονισμό Ρώμη ΙΙ ή/και στη Σύμβαση της Χάγης, αναγνωρίζεται ότι μπορεί να δικαιολογείται η πλήρης εφαρμογή του δικαίου της χώρας συνήθους διαμονής του θύματος, με την επιφύλαξη ότι το θύμα θα πρέπει να επιλέξει να ασκήσει προσφυγή είτε κατά του ασφαλιστή είτε κατά του υπαιτίου ώστε να μην δημιουργούνται προβλήματα σε περιπτώσεις συνάφειας. 12 Βλέπε σχετικά την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο «Ενίσχυση των δικαιωμάτων των θυμάτων στην ΕΕ», COM (2011) 274 ΤΕΛΙΚΟ. 5