ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ Δημήτριος Βασιλείου Καθηγητής Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου Νικόλαος Ηρειώτης Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών 1
Ανάλυση Επενδύσεων και Διαχείριση Χαρτοφυλακίου Δημήτριος Βασιλείου και Νικόλαος Ηρειώτης Κεφάλαιο 14 Στρατηγικές Διαχείρισης Χαρτοφυλακίου Μετοχών 2
Παθητική Στρατηγική Η διαχείριση των χαρτοφυλακίων μετοχών διακρίνεται σε παθητική (passive) και ενεργητική. (active). Η παθητική διαχείριση των χαρτοφυλακίων μετοχών είναι μια μακροπρόθεσμη στρατηγική αγοράς και διακράτησης. Συνήθως οι μετοχές αγοράζονται έτσι ώστε οι αποδόσεις του χαρτοφυλακίου να παρακολουθούν (track) τις αποδόσεις ενός δείκτη διαχρονικά. Για αυτό και η στρατηγική αυτή αναφέρεται και ως στρατηγική δείκτη (indexing). 3
Σκοπός της Στρατηγικής Δείκτη Ο σκοπός της στρατηγικής δείκτη δεν είναι το χαρτοφυλάκιο να επιτύχει υψηλότερες αποδόσεις από εκείνες της αγοράς, αλλά η απόδοση του να συνταιριάζει με την απόδοση ενός επιλεγμένου δείκτη. 4
Τεχνικές Δημιουργίας Παθητικού Χαρτοφυλακίου Υπάρχουν τρεις βασικές τεχνικές για την δημιουργία ενός παθητικού χαρτοφυλακίου, οι οποίες είναι οι εξής: Πλήρης αντιγραφή (full replication) Τεχνική δειγματοληψίας (sampling) Τετραγωνική βελτιστοποίηση ή προγραμματισμός (quadratic optimization or programming). 5
Πλήρης Αντιγραφή Η πιο απλή τεχνική είναι η μέθοδος της πλήρους αντιγραφής, όπου όλες οι μετοχές που περιλαμβάνονται στον δείκτη αναφοράς αγοράζονται αναλογικά με την βαρύτητά τους στον δείκτη. Αυτή η τεχνική έχει το πλεονέκτημα ότι εξασφαλίζει η απόδοση του χαρτοφυλακίου να συνταιριάζει πολύ με την απόδοση του δείκτη αναφοράς. 6
Τεχνική Δειγματοληψίας Σύμφωνα με την τεχνική της δειγματοληψίας, ο διαχειριστής του χαρτοφυλακίου δεν χρειάζεται να αγοράσει όλες τις μετοχές που περιλαμβάνονται στον προκαθορισμένο δείκτη, παρά μόνο ένα μικρό αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτών. 7
Τετραγωνική Βελτιστοποίηση Η τεχνική της τετραγωνικής βελτιστοποίησης χρησιμοποιεί ειδικά προγράμματα Η/Υ. Ιστορικά στοιχεία που αναφέρονται σε μεταβολές τιμών, συντελεστές συσχέτισης μεταξύ αποδόσεων μετοχών κλπ. εισάγονται σε εξειδικευμένα λογισμικά πακέτα Η/Υ, τα οποία με την σειρά τους καθορίζουν την σύνθεση ενός χαρτοφυλακίου το οποίο ελαχιστοποιεί το σφάλμα παρακολούθησης (tracking error) με τον δείκτη αναφοράς. 8
Σφάλμα Παρακολούθησης Το σφάλμα παρακολούθησης (tracking error) μετρά την μεταβλητότητα των αποδόσεων του διαχειριζόμενου χαρτοφυλακίου σε σχέση με τις αποδόσεις του χαρτοφυλακίου αναφοράς, ή με άλλα λόγια την διασπορά των υπερβαλλουσών αποδόσεων. Οι υπερβάλλουσες αποδόσεις είναι η διαφορά μεταξύ των αποδόσεων του διαχειριζόμενου χαρτοφυλακίου και των αποδόσεων του χαρτοφυλακίου αναφοράς. 9
Ενεργητική Διαχείριση Η ενεργητική διαχείριση των χαρτοφυλακίων μετοχών είναι μια προσπάθεια του διαχειριστή να επιτύχει υψηλότερες αποδόσεις από αυτές ενός παθητικού χαρτοφυλακίου αναφοράς (benchmark portfolio), μετά την αφαίρεση των εξόδων συναλλαγών και αφού έχει ληφθεί υπόψη και ο κίνδυνο στον οποίο είναι εκτεθειμένο το χαρτοφυλάκιο. 10
Τεχνικές Διαχειριστών Ενεργητικών Χαρτοφυλακίων Οι διαχειριστές ενεργητικών χαρτοφυλακίων μετοχών ακολουθούν τεχνικές οι οποίες συνήθως μπορούν να ενταχθούν σε μία από τις παρακάτω τρεις γενικές κατηγορίες: θεμελιώδη ανάλυση, τεχνική ανάλυση, και τεχνικές που προσπαθούν να επωφεληθούν από τις ανωμαλίες της αγοράς ή τα διάφορα χαρακτηριστικά των μετοχών. 11
Θεμελιώδης Ανάλυση Ηθεμελιώδηςανάλυση(fundamental analysis) είναι μία μορφή ανάλυσης αξιογράφων η οποία προσπαθεί να καθορίσει την εύλογη ή δίκαιη αξία των αξιογράφων (δηλαδή την σωστή τους αξία), βασιζόμενη σε οικονομικούς παράγοντες (όπως είναι, για παράδειγμα, τα προσδοκώμενα κέρδη και τα μερίσματα εταιρειών, οι δανειακές τους υποχρεώσεις, τα προσδοκώμενα μελλοντικά επιτόκια, κλπ.). 12
Θεμελιώδης Ανάλυση Οι διαχειριστές οι οποίοι χρησιμοποιούν θεμελιώδη ανάλυση μπορεί να ακολουθούν είτε μία στρατηγική από επάνω προς τα κάτω (top down), είτε μία στρατηγική από κάτω προς τα επάνω (bottom up). 13
Στρατηγική από Επάνω προς τα Κάτω Ο διαχειριστής ενός ενεργητικού χαρτοφυλακίου μετοχών που ακολουθεί την προσέγγιση από επάνω προς τα κάτω, εκκινεί με την αποτίμηση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος και προβλέπει την πιθανή εξέλιξή του, προσπαθώντας να εκτιμήσει την ανάπτυξη της συνολικής οικονομίας και την επίδραση της στις επιχειρήσεις και στις αγορές. 14
Στρατηγική από Κάτω προς τα Επάνω Ο διαχειριστής ενός ενεργητικού χαρτοφυλακίου μετοχών που ακολουθεί την προσέγγιση από κάτω προς τα επάνω επικεντρώνει την προσοχή του στην ανάλυση μεμονωμένων μετοχών και δεν δίνει μεγάλη σημασία στο μακροοικονομικό περιβάλλον και στους διάφορους κλάδους της αγοράς. Το βασικό εργαλείο του διαχειριστή που ακολουθεί την προσέγγιση αυτή είναι η ανάλυση αξιογράφων. 15
Προσεγγίσεις Ενεργητικής Διαχείρισης Οι ενεργητικοί διαχειριστές χρησιμοποιούν τρεις γενικές προσεγγίσεις για να προσθέσουν αξία στα χαρτοφυλάκια που διαχειρίζονται, σε σχέση με το χαρτοφυλάκιο αναφοράς, οι οποίες είναι οι εξής: 1. Εναλλαγή (ή περιστροφή) κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων (asset class rotation), η οποία τυπικά λέγεται τακτική κατανομή περιουσιακών στοιχείων. 16
Προσεγγίσεις Ενεργητικής Διαχείρισης 2. Εναλλαγή τομέων ή κλάδων (sectorrotationor sector selection strategy), ηοποίακαθορίζειτον κατάλληλο συνδυασμό των τομέων ή κλάδων που περιλαμβάνονται μέσα σε κάθε κατηγορία περιουσιακών στοιχείων. 3. Αναζήτηση υποτιμημένων μετοχών τις οποίες θα αγοράσουν σε χαμηλή τιμή και θα μεταπωλήσουν σε υψηλότερη τιμή στο μέλλον. 17
Τεχνική Ανάλυση Η τεχνική ανάλυση (technical analysis) είναι μία μορφή ανάλυσης αξιογράφων η οποία χρησιμοποιεί ειδικά στοιχεία της αγοράς (market data) με σκοπό να προβλέψει τις διακυμάνσεις στις τιμές των αξιογράφων. Η τεχνική αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί είτε σε μεμονωμένα αξιόγραφα, είτε στην αγορά ως σύνολο. 18
Μετοχές «Αξίας» - Μετοχές «Ανάπτυξης» Μια από τις πιο σημαντικές εξελίξεις στη διαχείριση ενεργητικών χαρτοφυλακίων τα τελευταία έτη είναι η εμφάνιση χαρτοφυλακίων σχεδιασμένων με βάση τις λεγόμενες προσεγγίσεις επενδύσεων σε μετοχές «αξίας» (value stocks) και σε μετοχές «μεγέθυνσης ή ανάπτυξης» (growth stocks). 19
Μετοχές Αξίας Όποιος επενδύει σε μετοχή «αξίας» εστιάζει την προσοχή του στην τιμή της μετοχής με την προοπτική της διόρθωσης της αγοράς. Κατά συνέπεια, μετοχές αξίας λέγονται οι μετοχές εκείνες οι οποίες είναι σχετικά φθηνές (όπως είναι, για παράδειγμα, όσες έχουν χαμηλό Ρ/Ε, υψηλή απόδοση), αλλά οι εταιρείες τους έχουν περιορισμένες δυνατότητες ανάπτυξης (όπως είναι, για παράδειγμα, οι εταιρείες που υπόκεινται σε κανονισμούς). 20
Μετοχές Ανάπτυξης Όποιος επενδύει σε μετοχή «ανάπτυξης» εστιάζει την προσοχή του στην τρέχουσα και στην μελλοντική οικονομική πορεία της επιχείρησης, χωρίς να λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη του την αποτίμηση της μετοχής της. Κατά συνέπεια, μετοχές ανάπτυξης λέγονται οι μετοχές εκείνες οι οποίες τείνουν να είναι πιο ακριβές, αντανακλώντας τις καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης κερδών που ενδεχομένως έχουν ορισμένες εταιρείες (όπως είναι, για παράδειγμα, οι εταιρείες τεχνολογίας). 21
Ανάλυση Επενδυτικού Στιλ Η ανάλυση του επενδυτικού στιλ (investment style analysis) που βασίζεται στην απόδοση είναι μια προσπάθεια να εξηγηθεί η μεταβλητότητα των πραγματοποιηθεισών αποδόσεων ενός χαρτοφυλακίου μετοχών σε σχέση με τις αποδόσεις μιας σειράς χαρτοφυλακίων αναφοράς, τα οποία είναι σχεδιασμένα κατά τέτοιον τρόπο ώστε να περιέχουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ορισμένων αξιογράφων. 22
Ανάλυση Επενδυτικού Στιλ Ειδικότερα, η ανάλυση του επενδυτικού στιλ καθορίζει τον συνδυασμό διαφόρων παθητικών δεικτών οι οποίοι μιμούνται την παρελθούσα απόδοση ενός χαρτοφυλακίου μετοχών. Τυπικά, η ανάλυση του επενδυτικού στιλ υλοποιείται με την εκτίμηση μιας παλινδρόμησης, χρησιμοποιώντας την μέθοδο των περιορισμένων ελαχίστων τετραγώνων, όπου οι αποδόσεις του χαρτοφυλακίου του διαχειριστή ορίζονται ως η εξαρτημένη μεταβλητή και οι αποδόσεις των δεικτών που αντιπροσωπεύουν διαφορετικά στιλ, ως οι ανεξάρτητες μεταβλητές. 23
ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ Δημήτριος Βασιλείου Καθηγητής Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου Νικόλαος Ηρειώτης Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών 1
Ανάλυση Επενδύσεων και Διαχείριση Χαρτοφυλακίου Δημήτριος Βασιλείου και Νικόλαος Ηρειώτης Κεφάλαιο 15 Στρατηγικές Διαχείρισης Χαρτοφυλακίου Ομολογιών 2
Ταξινόμηση Στρατηγικών Οι στρατηγικές διαχείρισης χαρτοφυλακίου με ομόλογα μπορούν να ταξινομηθούν σε πέντε ομάδες, μερικές από τις οποίες περιλαμβάνουν διάφορες υποομάδες. Οι ομάδες αυτές είναι οι εξής: 1. Παθητικές στρατηγικές χαρτοφυλακίου Αγορά και διακράτηση Στρατηγική δείκτη 3
Ταξινόμηση Στρατηγικών 2. Ενεργητικές στρατηγικές διαχείρισης Πρόβλεψη επιτοκίων Στρατηγικές της καμπύλης αποδόσεων Ανάλυση περιθωρίου αποδόσεων Ανάλυση αποτίμησης Πιστωτική ανάλυση Ανταλλαγή ομολογιών 4
Ταξινόμηση Στρατηγικών 3. Στρατηγική διαχείρισης «Πυρήνας πρόσθετη απόδοση» 5
Ταξινόμηση Στρατηγικών 4. Τεχνικές συνταιριάσματος κεφαλαίων Δεσμευμένο χαρτοφυλάκιο με ακριβές συνταίριασμα μετρητών Δεσμευμένο χαρτοφυλάκιο με άριστο συνταίριασμα μετρητών Κλασική («καθαρή») ανοσοποίηση Συνταίριασμα επενδυτικού ορίζοντα 5. Ενδεχόμενη ανοσοποίηση 6
Επιλογή Στρατηγικής Η επιλογή της στρατηγικής βασίζεται στις ανάγκες και τις επιθυμίες του επενδυτή, ενώ η επιτυχία οποιασδήποτε στρατηγικής εξαρτάται από το ταλέντο και το υπόβαθρο (δηλαδή την εμπειρία, την εκπαίδευση κλπ.) του διαχειριστή. 7
Στρατηγική Αγοράς και Διακράτησης Η στρατηγική αγοράς και διακράτησης (Buy and hold) είναι η πιο απλή στρατηγική διαχείρισης χαρτοφυλακίου. Σύμφωνα με την στρατηγική αυτή ο διαχειριστής επιλέγει ένα χαρτοφυλάκιο ομολογιών βασισμένο στους σκοπούς και τις ανάγκες του πελάτη, με επιδίωξη να το κρατήσει μέχρι την λήξη των ομολογιών. 8
Στρατηγική Δείκτη Σύμφωνα με την στρατηγική δείκτη (Indexing) ο διαχειριστής επιλέγει ένα χαρτοφυλάκιο ομολογιών το οποίο θα συνταιριάζει με την απόδοση ενός επιλεγμένου δείκτη ομολογιών. 9
Στρατηγική Πρόβλεψης Επιτοκίων Η βασική επιδίωξη της στρατηγικής πρόβλεψης επιτοκίων (Interest rate anticipation) είναι η διατήρηση της αξίας του επενδυμένου κεφαλαίου όταν αναμένεται αύξηση των επιτοκίων και η επίτευξη κερδών κεφαλαίου όταν αναμένεται πτώση των επιτοκίων. Ο σκοπός αυτός μπορεί να επιτευχθεί με μεταβολή της διάρκειας (duration) του χαρτοφυλακίου, ανάλογα φυσικά με τις προβλέψεις του διαχειριστή για άνοδο ή πτώση των επιτοκίων. 10
Στρατηγικές της Καμπύλης Αποδόσεων Η καμπύλη αποδόσεων (yield curve) των ομολόγων δείχνει την σχέση μεταξύ του χρόνου λήξης τους (maturity) και των αποδόσεων τους (yields). Η μορφή της καμπύλης αυτής αλλάζει με την πάροδο του χρόνου. Οι στρατηγικές της καμπύλης αποδόσεων αναφέρονται στον καθορισμό ενός χαρτοφυλακίου που θα επωφελείται από τις αναμενόμενες μεταβολές της μορφής της καμπύλης αποδόσεων των ομολόγων. 11
Ανάλυση Περιθωρίου Αποδόσεων Η ανάλυση περιθωρίου αποδόσεων (Yield spread analysis) υποθέτει ότι υπάρχουν ορισμένες κανονικές σχέσεις μεταξύ των αποδόσεων των ομολογιών των εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε διάφορους τομείς. Ο διαχειριστής παρακολουθεί αυτές τις σχέσεις και στην περίπτωση που παρουσιαστεί μια μη κανονική σχέση, θα πραγματοποιήσει τις απαραίτητες αγοραπωλησίες ομολογιών, έτσι ώστε να αποκομίσει κέρδη από την προσωρινή μη κανονική σχέση των περιθωρίων. 12
Ανάλυση Αποτίμησης Με την ανάλυση αποτίμησης (Valuation analysis), ο διαχειριστής του χαρτοφυλακίου επιχειρεί να επιλέξει ομολογίες ανάλογα με την εύλογη ή δίκαιη τους αξία. Η εύλογη ή δίκαιη αξία των ομολογιών καθορίζεται με βάση τα χαρακτηριστικά τους και τη μέση τιμή της αξίας των χαρακτηριστικών αυτών στην αγορά. Στη συνέχεια ο διαχειριστής θα αγοράσει τις υποτιμημένες ομολογίες αγνοώντας ή πουλώντας τις υπερτιμημένες. 13
Στρατηγική Πιστωτικής Ανάλυσης Η στρατηγική της πιστωτικής ανάλυσης (Credit analysis) περιλαμβάνει λεπτομερή ανάλυση του εκδότη της κάθε ομολογίας προκειμένου να καθορίσει αναμενόμενες μεταβολές στον κίνδυνο αθέτησης της ομολογίας (default risk). Ειδικότερα, η στρατηγική αυτή προσπαθεί να προβλέψει αλλαγές στην διαβάθμιση (rating) των ομολογιών, οι οποίες προέρχονται από τα γραφεία που ταξινομούν τις ομολογίες ανάλογα με την ποιότητά τους. 14
Ανταλλαγή Ομολογιών Η ανταλλαγή ομολογιών (bond swaps) αναφέρεται στην πώληση μιας ομολογίας και στην ταυτόχρονη αγορά μιας άλλης ομολογίας με τα ίδια χαρακτηριστικά, με σκοπό την αύξηση της απόδοσης. Τρεις είναι οι πιο δημοφιλείς ανταλλαγές ομολογιών, οι οποίες είναι οι εξής: Ανταλλαγή αύξησης της καθαρής απόδοσης Ανταλλαγή υποκατάστασης Ανταλλαγή για φορολογικούς λόγους 15
Ανταλλαγή Αύξησης της Καθαρής Απόδοσης H ανταλλαγή αύξησης της καθαρής απόδοσης (Pure yield pickup swap) αναφέρεται στην ανταλλαγή μιας ομολογίας με χαμηλό εκδοτικό επιτόκιο (τοκομερίδιο) με μια άλλη ομολογία με υψηλότερο εκδοτικό επιτόκιο, που έχει τα ίδια όμως χαρακτηριστικά με την αρχική (δηλαδή ίδια ποιότητα και χρόνο λήξης). 16
Ανταλλαγή Υποκατάστασης Η προσέγγιση αυτή υποθέτει ότι υπάρχει μια προσωρινή απόκλιση των αποδόσεων δύο σχεδόν όμοιων ομολογιών (όσον αφορά το τοκομερίδιο, την ποιότητα και το χρόνο λήξης), η οποία θα εξαλειφθεί στο άμεσο μέλλον. Κατά συνέπεια, η ανταλλαγή υποκατάστασης (substitution swap) αναφέρεται στην ανταλλαγή δύο παρόμοιων ομολογιών με διαφορετική όμως απόδοση. 17
Ανταλλαγή για Φορολογικούς Λόγους Η ανταλλαγή για φορολογικούς λόγους (tax swap) πραγματοποιείται όταν ο διαχειριστής επιθυμεί να αντισταθμίσει (offset) κεφαλαιακά κέρδη που προέρχονται από την πώληση κάποιας ομολογίας (τα οποία φορολογούνται στις ΗΠΑ) με την πώληση μιας ομολογίας που θα εμφανίσει κεφαλαιακή ζημία, για φορολογικούς λόγους (δηλαδή για να έχει φορολογική εξοικονόμηση). 18
Στρατηγική «Πυρήνας Πρόσθετη Απόδοση» Σύμφωνα με την στρατηγική «πυρήνας πρόσθετη απόδοση» (core-plus bond management strategy) ένα σημαντικό ποσοστό του χαρτοφυλακίου ομολογιών (για παράδειγμα, το 70 75% της αξίας του) επενδύεται σε ένα αποτελεσματικό τμήμα της αγοράς ομολογιών, ενώ το υπόλοιπο σε ένα μη αποτελεσματικό τμήμα, που έχει όμως μεγάλη πιθανότητα να παρουσιάσει θετικές μη κανονικές αποδόσεις. 19
Στρατηγική «Πυρήνας Πρόσθετη Απόδοση» Το πρώτο τμήμα αποτελεί τον πυρήνα του χαρτοφυλακίου και σε αυτό εφαρμόζεται παθητική διαχείριση, καθώς η αγορά αυτή είναι αρκετά αποτελεσματική και δεν αναμένεται να προσφέρει υπερ-κανονικές αποδόσεις. Το δεύτερο τμήμα θα αποφέρει την πρόσθετη απόδοση και σε αυτό ασκείται ενεργητική διαχείριση, καθώς η αγορά αυτή είναι μη αποτελεσματική και υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να αποφέρει υπερ-κανονικές αποδόσεις. 20
Τεχνικές Συνταιριάσματος Κεφαλαίων Το δεσμευμένο χαρτοφυλάκιο (dedicated portfolio) αναφέρεται σε μία στρατηγική η οποία έχει ως σκοπό να χρηματοδοτήσει μία ροή υποχρεώσεων (δηλαδή πληρωμών). 21
Τεχνικές Συνταιριάσματος Κεφαλαίων Ένα δεσμευμένο χαρτοφυλάκιο με ακριβές συνταίριασμα μετρητών [Pure (exact) cash-matched dedicated portfolio] είναι ένα χαρτοφυλάκιο το οποίο θα πρέπει να παρέχει μία ροή εισπράξεων από τοκομερίδια και ονομαστικές αξίες (λόγω λήξης των ομολογιών) που θα ταιριάζει ακριβώς με τη ροή των πληρωμών του επενδυτή. 22
Τεχνικές Συνταιριάσματος Κεφαλαίων Ένα δεσμευμένο χαρτοφυλάκιο με άριστο συνταίριασμα μετρητών [Optimal cash match (and reinvestment) dedicated portfolio] είναι μία τεχνική παρόμοια με την προηγουμένη μόνο που υποθέτει ότι οι ταμειακές εισροές που προέρχονται από το χαρτοφυλάκιο δεν συνταιριάζουν ακριβώς με τις ταμειακές εκροές του επενδυτή. Ειδικότερα, η προσέγγιση αυτή υποθέτει ότι οποιαδήποτε εισροή προηγείται της εκροής, επενδύεται με ένα σχετικά συντηρητικό επιτόκιο. 23
Στρατηγικές Ανοσοποίησης Η στρατηγική ανοσοποίησης (Immunization strategy) έχει ως σκοπό να εξαλείψει τις επιδράσεις που έχουν οι μεταβολές των επιτοκίων στην αξία ενός χαρτοφυλακίου ομολογιών. Όπως γνωρίζουμε ο κίνδυνος επιτοκίων αποτελείται από δύο μέρη: τον κίνδυνο τιμής (price risk) και τον κίνδυνο επανεπένδυσης τοκομεριδίων (coupon reinvestment risk). Η εξάλειψη των δύο αυτών κινδύνων από ένα χαρτοφυλάκιο λέγεται ανοσοποίηση (immunization). 24
Ανοσοποιημένο Χαρτοφυλάκιο Ένα χαρτοφυλάκιο ομολογιών έχει ανοσοποιηθεί για μία χρονική περίοδο διακράτησης, εάν η αξία του στο τέλος της περιόδου, ανεξάρτητα από τις μεταβολές των επιτοκίων στην αγορά, είναι τουλάχιστον ίση με εκείνη που θα ήταν εάν τα επιτόκια παρέμεναν σταθερά καθ όλη την διάρκεια διακράτησης. 25
Κλασική Ανοσοποίηση Ένα χαρτοφυλάκιο ομολογιών είναι δυνατόν να ανοσοποιηθεί, εφόσον υποθέσουμε ότι εάν μετακινηθεί η καμπύλη αποδόσεων, η μετακίνηση της θα είναι παράλληλη. Με δεδομένη την υπόθεση αυτή ένα χαρτοφυλάκιο ομολογιών έχει ανοσοποιηθεί από τον κίνδυνο επιτοκίων, εάν η διάρκεια (duration) του χαρτοφυλακίου είναι πάντοτε ίση με τον επιθυμητό επενδυτικό ορίζοντα. Η ανοσοποίηση αυτή λέγεται και κλασική ανοσοποίηση (classical immunization). 26
Συνταίριασμα Επενδυτικού Ορίζοντα Το συνταίριασμα του επενδυτικού ορίζοντα (horizon matching) είναι ένας συνδυασμός των δύο τεχνικών, δηλαδή του δεσμευμένου χαρτοφυλακίου με συνταίριασμα μετρητών και της ανοσοποίησης. Στην περίπτωση αυτή, η ροή πληρωμών (η οποία για παράδειγμα μπορεί να έχει χρονικό ορίζοντα 30 έτη) διαιρείται σε δύο μέρη. 27
Συνταίριασμα Επενδυτικού Ορίζοντα Για το πρώτο τμήμα (για παράδειγμα, τα πρώτα 5 έτη) το χαρτοφυλάκιο δημιουργείται έτσι ώστε να παρέχει ένα συνταίριασμα μετρητών με την ροή των πληρωμών κατά την διάρκεια του επενδυτικού αυτού ορίζοντα. Για το δεύτερο τμήμα (για παράδειγμα, τα επακόλουθα 25 έτη) το χαρτοφυλάκιο ανοσοποιείται με το συνταίριασμα της διάρκειας του με τον επενδυτικό του ορίζοντα. 28
Ενδεχόμενη Ανοσοποίηση Η στρατηγική της ενδεχόμενης ανοσοποίησης (contingent immunization) επιτρέπει στον διαχειριστή να επιδιώξει την μεγαλύτερη δυνατή απόδοση μέσω ενεργητικών στρατηγικών, ενώ ταυτόχρονα στηρίζεται στις τεχνικές της κλασικής ανοσοποίησης για την εξασφάλιση μιας συγκεκριμένης μικρότερης απόδοσης κατά τη διάρκεια του επενδυτικού ορίζοντα. 29
ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ Δημήτριος Βασιλείου Καθηγητής Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου Νικόλαος Ηρειώτης Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών 1
Ανάλυση Επενδύσεων και Διαχείριση Χαρτοφυλακίου Δημήτριος Βασιλείου και Νικόλαος Ηρειώτης Κεφάλαιο 16 Εισαγωγή στα Παράγωγα Προϊόντα 2
Ορισμός Παραγώγου Παράγωγο (derivative) λέγεται το χρηματοοικονομικό προϊόν του οποίου η αξία παράγεται από την τιμή κάποιου άλλου περιουσιακού στοιχείου. Για παράδειγμα, μία καθορισμένη ποσότητα καλαμποκιού μπορεί να είναι το βασικό στοιχείο πάνω στο οποίο να στηριχθεί ένα παράγωγο χρηματοοικονομικό προϊόν. 3
Χρήσεις Παραγώγων Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους χρησιμοποιούνται τα παράγωγα προϊόντα, οι κυριότεροι από τους οποίους είναι οι εξής: Διαχείριση κινδύνου Κερδοσκοπία Μειωμένο κόστος συναλλαγών Ρυθμιστική εξισορροπητική αγοραπωλησία 4
Τελικοί Χρήστες Στην αγορά παραγώγων δραστηριοποιούνται δύο ομάδες ατόμων, οι τελικοί χρήστες και οι ειδικοί διαπραγματευτές. Οι τελικοί χρήστες είναι οι επιχειρήσεις, οι διαχειριστές επενδύσεων και οι επενδυτές οι οποίοι ασχολούνται με τα παράγωγα για τους λόγους που αναφέρθηκαν: διαχείριση κινδύνου, επίτευξη κέρδους, μειωμένα κόστη συναλλαγών, αποφυγή ρυθμιστικών περιορισμών. 5
Ειδικός Διαπραγματευτής Ο ειδικός διαπραγματευτής (market-maker) είναι ο διαμεσολαβητής ο οποίος θα αγοράσει τα παράγωγα από αυτούς που θέλουν να τα πωλήσουν και θα τα πωλήσει σε αυτούς που επιθυμούν να τα αγοράσουν. Η αμοιβή του βασίζεται στη διαφορά της τιμή που πωλεί σε σχέση με την τιμή που αγοράζει: αγοράζει σε «χαμηλή» τιμή και πωλεί σε «υψηλή» τιμή. 6
Προθεσμιακό Συμβόλαιο Ένα προθεσμιακό συμβόλαιο (forward) είναι μια συμφωνία αγοράς ή πώλησης ενός περιουσιακού στοιχείου σε κάποια προκαθορισμένη μελλοντική χρονική στιγμή σε προκαθορισμένη τιμή. Τα προθεσμιακά συμβόλαια διακινούνται εκτός οργανωμένης χρηματιστηριακής αγοράς (over-thecounter). 7
Θέση Αγοράς Θέση Πώλησης Τα δύο συμβαλλόμενα μέρη σε ένα προθεσμιακό συμβόλαιο είναι ο αγοραστής και ο πωλητής. Ο αγοραστής λέμε ότι κατέχει θέση αγοράς (long position) καισυμφωνείνααγοράσειτουποκείμενο (underlying) περιουσιακό στοιχείο (asset) σε προκαθορισμένη χρονική στιγμή και τιμή. Ο πωλητής κατέχει θέση πώλησης (short position) καισυμφωνείναπωλήσειτοπεριουσιακόστοιχείο στην ίδια χρονική στιγμή και τιμή. 8
Τιμή Παράδοσης Η τιμή του προθεσμιακού συμβολαίου (forward) ονομάζεται και τιμή παράδοσης (delivery price). Τη χρονική στιγμή που το προθεσμιακό συμβόλαιο τίθεται σε ισχύ, η τιμή παράδοσης είναι τέτοια ώστε ηαξίατουσυμβολαίουκαιγιαταδύομέρηναείναι μηδέν, δηλαδή να μην στοιχίζει τίποτα για κάποιον να κατέχει θέση αγοράς ή θέση πώλησης. 9
Προθεσμιακή Τιμή Η προθεσμιακή τιμή (forward price) ενός συγκεκριμένου συμβολαίου σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή είναι η τιμή παράδοσης που θα ίσχυε εάν το συμβόλαιο ετίθετο σε ισχύ εκείνη την ημερομηνία. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητός ο διαχωρισμός μεταξύ της προθεσμιακής τιμής και της τιμής παράδοσης. Οι δυο τιμές είναι ίδιες τη χρονική στιγμή που υπογράφεται το συμβόλαιο, αλλά μπορεί να διαφέρουν αργότερα. 10
Πληρωμή από Θέση Αγοράς Σε γενικές γραμμές, η πληρωμή από μια θέση αγοράς σε κάποιο προθεσμιακό συμβόλαιο, για μια μονάδα ενός περιουσιακού στοιχείου, είναι: S T K όπου Κ είναι η τιμή παράδοσης και S T είναι η τρέχουσα τιμή (spot price) του περιουσιακού στοιχείου, στην αγορά στην οποία είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης, τον χρόνο λήξης του συμβολαίου. 11
Πληρωμή από Θέση Πώλησης Η πληρωμή από μια θέση πώλησης σε κάποιο προθεσμιακό συμβόλαιο, για μια μονάδα ενός περιουσιακού στοιχείου, είναι: Κ -S T όπου Κ είναι η τιμή παράδοσης και S T είναι η τρέχουσα τιμή του περιουσιακού στοιχείου, στην αγορά στην οποία είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης, τον χρόνο λήξης του συμβολαίου. Οι πληρωμές αυτές μπορεί να είναι θετικές ή αρνητικές και απεικονίζονται στο διάγραμμα που ακολουθεί. 12
Πληρωμές Προθεσμιακών Συμβολαίων Πληρωμή Πληρωμή 0 Κ S T 0 Κ S T Θέση Αγοράς Θέση Πώλησης 13
Συμβόλαιο Μελλοντικής Εκπλήρωσης Ένα συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης - ΣΜΕ (future contract) είναι μια συμφωνία μεταξύ δύο συμβαλλομένων μερών για αγορά ή πώληση ενός περιουσιακού στοιχείου σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή στο μέλλον και σε μια συγκεκριμένη τιμή. Αντιθέτως όμως με τα προθεσμιακά συμβόλαια (forward), τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης έχουν τυποποιημένα χαρακτηριστικά και διαπραγματεύονται σε ένα χρηματιστήριο. 14
Δικαίωμα Προαίρεσης Αγοράς Υπάρχουν δύο βασικοί τύποι δικαιωμάτων προαίρεσης (options), το δικαίωμα προαίρεσης αγοράς (call option) και το δικαίωμα προαίρεσης πώλησης (put option). Το δικαίωμα προαίρεσης αγοράς δίνει στον κάτοχό του το δικαίωμα να αγοράσει το υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο σε μια συγκεκριμένη ημερομηνία στο μέλλον και σε συγκεκριμένη τιμή. 15
Δικαίωμα Προαίρεσης Πώλησης Το δικαίωμα προαίρεσης πώλησης δίνει στον κάτοχό του το δικαίωμα να πωλήσει το υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο σε μια συγκεκριμένη ημερομηνία στο μέλλον και σε συγκεκριμένη τιμή. Η τιμή του συμβολαίου είναι γνωστή και ως τιμή εξάσκησης (exercise price or strike price). Η ημερομηνία του συμβολαίου είναι γνωστή και ως ημερομηνία λήξης (expiration date or maturity). 16
Αμερικάνικα έναντι Ευρωπαϊκών Δικαιωμάτων Προαίρεσης Τα δικαιώματα προαίρεσης ταξινομούνται σε Αμερικάνικα (American options) και Ευρωπαϊκά, (European options) ανάλογα με το πότε μπορούν να εξασκηθούν. Ο κάτοχος ενός Αμερικάνικου δικαιώματος προαίρεσης, μπορεί να το εξασκήσει οποιαδήποτε στιγμή θελήσει μέχρι την ημερομηνία λήξης. Ο κάτοχος ενός Ευρωπαϊκού δικαιώματος προαίρεσης, μπορεί να το εξασκήσει μόνο στην ημερομηνία λήξης. 17
Θέσεις Αγοράς και Πώλησης Δικαιωμάτων Υπάρχουν δύο πλευρές σε κάθε συμβόλαιο δικαιώματος προαίρεσης: ο συμβαλλόμενος που έχει αγοράσει το δικαίωμα (ο οποίος κατέχει θέση αγοράς) και ο αντισυμβαλλόμενος ο οποίος έχει πωλήσει το δικαίωμα (ο οποίος κατέχει θέση πώλησης). Ο πωλητής του δικαιώματος προαίρεσης εισπράττει την τιμή του δικαιώματος (option premium) από τον αγοραστή του δικαιώματος, αλλά έχει δεσμευτεί για πιθανές μελλοντικές υποχρεώσεις, εάν ο αγοραστής του δικαιώματος εξασκήσει το δικαίωμα. 18
Θέσεις Κατοχής Δικαιωμάτων Υπάρχουν τέσσερις βασικές θέσεις κατοχής δικαιωμάτων, οι οποίες είναι οι εξής: 1. Αγορά ενός δικαιώματος προαίρεσης αγοράς 2. Αγορά ενός δικαιώματος προαίρεσης πώλησης 3. Πώληση ενός δικαιώματος προαίρεσης αγοράς 4. Πώληση ενός δικαιώματος προαίρεσης πώλησης Οι πληρωμές ενός ευρωπαϊκού δικαιώματος προαίρεσης απεικονίζονται στα διαγράμματα που ακολουθούν. 19
Πληρωμές Ευρωπαϊκού Δικαιώματος Πληρωμή Πληρωμή 0 Χ S T 0 X S T Αγορά Δικαιώματος Προαίρεσης Αγοράς Πώληση Δικαιώματος Προαίρεσης Αγοράς 20
Πληρωμές Ευρωπαϊκού Δικαιώματος Πληρωμή Πληρωμή 0 Χ S T 0 X S T Αγορά Δικαιώματος Προαίρεσης Πώλησης Πώληση Δικαιώματος Προαίρεσης Πώλησης 21
Συμβόλαιο Ανταλλαγής Ένα συμβόλαιο ανταλλαγής (swap contract) είναι μια συμφωνία ανάμεσα σε δύο συμβαλλόμενους (συνήθως επιχειρήσεις) να ανταλλάξουν ταμειακές ροές στο μέλλον. Η συμφωνία καθορίζει τις ημερομηνίες στις οποίες θα πρέπει να ανταλλαγούν οι ταμειακές ροές και τον τρόπο σύμφωνα με τον οποίο οι ταμειακές ροές υπολογίζονται. Συνήθως, ο υπολογισμός των ταμειακών ροών λαμβάνει υπόψη του τις μελλοντικές αξίες μίας ή περισσοτέρων μεταβλητών της αγοράς. 22
ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ Δημήτριος Βασιλείου Καθηγητής Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου Νικόλαος Ηρειώτης Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών 1
Ανάλυση Επενδύσεων και Διαχείριση Χαρτοφυλακίου Δημήτριος Βασιλείου και Νικόλαος Ηρειώτης Κεφάλαιο 17 Εταιρείες Επενδύσεων 2
Ορισμός Εταιρείας Επενδύσεων Ηεταιρείαεπενδύσεων(investment company) είναι ένας χρηματοοικονομικός οργανισμός, ο οποίος αντλεί κεφάλαια πουλώντας δικές του μετοχές (ή μερίδια) στο κοινό, τα οποία επενδύει σ ένα χαρτοφυλάκιο από αξιόγραφα (όπως είναι, για παράδειγμα, μετοχές, ομολογίες κλπ.). 3
Είδη Εταιρειών Επενδύσεων Υπάρχουν δύο είδη εταιρειών επενδύσεων: οι εταιρείες επενδύσεων κλειστού τύπου (closed end investment companies) ή εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου όπως λέγονται στην Ελλάδα και οι εταιρείες επενδύσεων ανοικτού τύπου ή αμοιβαία κεφάλαια (open end investment companies) όπως είναι πιο γνωστές διεθνώς. 4
Εταιρείες Επενδύσεων Κλειστού Τύπου Οι εταιρείες κλειστού τύπου είναι εταιρείες επενδύσεων με σταθερή κεφαλαιακή διάρθρωση (capital structure), των οποίων οι μετοχές διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο. Οι χρηματιστηριακές τιμές των μετοχών των εταιρειών κλειστού τύπου μπορεί να είναι μικρότερες από τις εσωτερικές τους αξίες [net asset value (NAV) per share], μεγαλύτερες, ή σπανίως να συμπίπτουν. 5
Εσωτερική Αξία Η εσωτερική αξία [net asset value (NAV) per share] της μετοχής μιας εταιρείας επενδύσεων κλειστού τύπου ισούται με το πηλίκο της διαίρεσης της αξίας του καθαρού ενεργητικού (= τρέχουσα αξία χαρτοφυλακίου + απαιτήσεις υποχρεώσεις) δια του αριθμού των μετοχών. 6
Πώληση με Έκπτωση ή Ανταμοιβή Στη περίπτωση που η χρηματιστηριακή τιμή της μετοχής της εταιρείας επενδύσεων είναι μικρότερη της εσωτερικής αξίας, λέγεται ότι η μετοχή της εταιρείας πωλείται με μια έκπτωση (sell at a discount to NAV), ενώ στη περίπτωση που η χρηματιστηριακή τιμή είναι μεγαλύτερη της εσωτερικής αξίας, λέγεται ότι η μετοχή της εταιρείας πωλείται με μια ανταμοιβήήέναπριμ(sellata premium to NAV). 7
Αμοιβαία Κεφάλαια Τα αμοιβαία κεφάλαια (mutual funds) είναι εταιρείες επενδύσεων με μεταβλητή κεφαλαιακή διάρθρωση, των οποίων η περιουσία διαιρείται σε μερίδια (units) [και όχι σε μετοχές], τα οποία διατίθενται και ρευστοποιούνται από την ίδια την εταιρεία οποτεδήποτε ζητηθεί από τους επενδυτές. Τα μερίδια διατίθενται (ή ρευστοποιούνται) στη καθαρή τους τιμή (NAV), η οποία υπολογίζεται καθημερινώς, πλέον (ή μείον) μιας προμήθειας που συνήθως απαιτεί το αμοιβαίο κεφάλαιο. 8
Καθαρή Τιμή Μεριδίου Ηκαθαρήτιμή(net asset value NAV) του κάθε μεριδίου είναι η διαφορά της αγοραίας αξίας των στοιχείων του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου από την αξία του υποχρεώσεών του προς τρίτους, διά του αριθμού των μεριδίων του που κυκλοφορούν. 9
Προμήθεια Διάθεσης Τα περισσότερα αμοιβαία κεφάλαια χρεώνουν μια προμήθεια, κάθε φορά που διαθέτουν μερίδια σε επενδυτές. Η προμήθεια αυτή λέγεται προμήθεια διάθεσης μεριδίων ή συμμετοχής (sales charge). Η προμήθεια διάθεσης αναφέρεται στις ΗΠΑ ως μια επιβάρυνση (load). 10
Διάκριση Αμοιβαίων Ανάλογα με το ύψος της προμήθειας διάθεσης που χρεώνουν, τα αμοιβαία κεφάλαια διακρίνονται σε: αμοιβαία κεφάλαια με επιβάρυνση (load funds), αμοιβαία κεφάλαια με μικρή επιβάρυνση (low load funds) και αμοιβαία κεφάλαια χωρίς επιβάρυνση (no load funds). 11
Προμήθεια Εξαγοράς Τα αμοιβαία κεφάλαια συχνά εισπράττουν μια προμήθεια οποτεδήποτε οι μεριδιούχοι τους θελήσουν να ρευστοποιήσουν τα μερίδια τους. Η προμήθεια αυτή λέγεται προμήθεια εξαγοράς μεριδίων (redemption fee). 12
Αμοιβή Διαχείρισης Στις ΗΠΑ, όλα τα αμοιβαία κεφάλαια χρεώνουν μια ετήσια αμοιβή η οποία κυμαίνεται από 1,25% 1,6% του μέσου ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου. Η αμοιβή αυτή περιλαμβάνει αμοιβή διαχείρισης (που κυμαίνεται από 0,25% 1,00%) και άλλα λειτουργικά έξοδα. Στην Ελλάδα, τα αμοιβαία κεφάλαια χρεώνουν μια ετήσια αμοιβή διαχείρισης που κυμαίνεται από 0,50% 5,00% του μέσου καθαρού ενεργητικού τους. 13
Πλεονεκτήματα Αμοιβαίων Κεφαλαίων Ο επενδυτής που έχει επενδύσει τα κεφάλαια του σε μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων έχει αρκετά πλεονεκτήματα, τα σημαντικότερα από τα οποία είναι: η επαγγελματική διαχείριση του χαρτοφυλακίου, η διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου, η ποικιλία επενδυτικών στόχων και η παροχή υπηρεσιών όπως είναι η δυνατότητα μετακίνησης από ένα αμοιβαίο σε άλλο, η επανεπένδυση των μερισμάτων, η άμεση ρευστοποίηση, κλπ. 14
Μειονεκτήματα Αμοιβαίων Κεφαλαίων Ο επενδυτής που έχει επενδύσει τα κεφάλαια του σε μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων είναι πιθανό να έχει ορισμένα μειονεκτήματα, τα σημαντικότερα από τα οποία είναι: οι υψηλές προμήθειες και αμοιβές, ηυπερβολικήδιαφοροποίησηκαι το υπερβολικό κόστος λόγω της ενεργούς διαχείρισης. 15
Εμπειρική Διερεύνηση Οι περισσότερες εμπειρικές έρευνες που έχουν εξετάσει την απόδοση των αμοιβαίων κεφαλαίων διαχρονικά, έχουν καταλήξει στα παρακάτω τέσσερα (4) συμπεράσματα: 1. Η διαχείριση των αμοιβαίων κεφαλαίων φαίνεται να δημιουργεί μικτές αποδόσεις καλύτερες από εκείνες της συνολικής αγοράς. 2. Ο κίνδυνος των αμοιβαίων κεφαλαίων παραμένει σε γενικές γραμμές σταθερός διαχρονικά. 16