ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑ ΑΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΕΛΛΑ ΑΣ ΣΥΝ ΕΣΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΙΗΜΕΡΙ Α ΙΣΧΥΟΝ ΠΛΑΙΣΙΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΗΜΟΣΙΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ ΑΘΗΝΑ 22-23 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2009 ΚΡΙΣΙΜΑ ΤΑ ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΜΕΛΕΤΩΝ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΠΡΕΣΒΕΛΟΥ ΕΙ ΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΕΛΛΑ ΑΣ Η εισήγηση που ακολουθεί έχει στόχο να ερευνήσει τις αλλαγές στον τρόπο ανάθεσης και εκπόνησης των µελετών του δηµοσίου που επέφερε η ψήφιση και έναρξη ισχύος του νόµου 3316/2005 «Ανάθεση και εκτέλεση συµβάσεων εκπόνησης µελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις». Οι αλλαγές αυτές είναι αρκετές και µπορούν να χαρακτηρισθούν σαν αλλαγές µικρότερης ή µεγαλύτερης σηµασίας και σαν αλλαγές που βελτιώνουν ή δηµιουργούν προβλήµατα στην ανάθεση και εκπόνηση των µελετών. Η εισήγηση δε επιχειρεί να καταγράψει όλες τις αλλαγές που προήλθαν από την εφαρµογή του νέου θεσµικού πλαισίου µελετών. Αυτό επιχειρείται από άλλες εισηγήσεις. Η παρούσα εισήγηση σκοπεύει να εντοπίσει τα πιο σοβαρά προβλήµατα Νέου Θεσµικού Πλαισίου Μελετών.doc Σελ. 1 από 10
που δηµιουργήθηκαν µε την εφαρµογή του νέου θεσµικού πλαισίου µελετών. Αυτά που απαιτούν άµεση αντιµετώπιση. Ελπίζει έτσι να συµβάλει στο να προκύψουν από την ιηµερίδα κάποια συγκεκριµένα συµπεράσµατα, που θα µπορούν άµεσα να χρησιµοποιηθούν για τη βελτίωση του συστήµατος ανάθεσης και εκπόνησης των µελετών του δηµοσίου. 2. ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ Ο βασικότερος λόγος της δηµιουργίας του νέου θεσµικού υπήρξε η εναρµόνιση του εθνικού δικαίου της Ελλάδας µε το ευρωπαϊκό δίκαιο, που διέπει την παροχή υπηρεσιών. Ήδη µετά την ψήφιση της οδηγίας 92/50, η οποία αρχικά εφαρµόστηκε σύµφωνα µε την Εγκύκλιο 40/1993 και στη συνέχεια ενσωµατώθηκε στο εθνικό δίκαιο µε το Π.. 346/1998, παρουσιάστηκαν αρκετές διαφοροποιήσεις ανάµεσα στο τότε ισχύον θεσµικό πλαίσιο για την ανάθεση και εκπόνηση των µελετών του δηµοσίου, το Ν 716/1977 και τα εκτελεστικά του Π.. Οι αναφερθείσες διαφοροποιήσεις δηµιούργησαν προστριβές ανάµεσα σε διαχειριστές και αναθέτουσες αρχές της χώρας µας και σε υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κύρια και σηµαντικότερη διαφοροποίηση αφορούσε την έλλειψη στο ελληνικό θεσµικό πλαίσιο διακριτών σταδίων επιλογής και ανάθεσης, καθώς και την πλήρη έλλειψη οικονοµικής προσφοράς και όχι απλά την ύπαρξη κατώτατων ορίων, όπως αποδείχθηκε ότι είναι δεκτό και από την ευρωπαϊκή νοµοθεσία. Για την άρση των παραπάνω διαφοροποιήσεων ψηφίστηκε ο Ν. 3164/2003, ο οποίος δεν εφαρµόστηκε ποτέ, εξαιτίας της έντονης αντίδρασης του Τεχνικού Επιµελητηρίου Ελλάδας, γενικά όλου του µελετητικού κόσµου και φυσικά και εξαιτίας της κυβερνητικής αλλαγής που επήλθε αµέσως µετά την ψήφιση του νόµου. Ακολούθησε η ψήφιση του Ν. 3316/2005, ο οποίος εφαρµόστηκε και ισχύει σήµερα και τον οποίο καλούµαστε να αξιολογήσουµε στην τρέχουσα ιηµερίδα. 3. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ Ν. 716/1977 Επειδή οποιαδήποτε αξιολόγηση του ισχύοντος σήµερα θεσµικού πλαισίου µελετών θα πρέπει οπωσδήποτε να συσχετιστεί και µε το προϋφιστάµενο θεσµικό πλαίσιο, Νέου Θεσµικού Πλαισίου Μελετών.doc Σελ. 2 από 10
είναι απόλυτα αναγκαίος ένας, έστω σύντοµος, σχολιασµός του Ν. 716/77 και των εκτελεστικών του Π.. Ο Ν.716/1977 υπήρξε, κατά γενική οµολογία, ένας νόµος καινοτόµος και πρωτοποριακός, µε τον οποίο θεσπίστηκε για πρώτη φορά στην χώρα µας ένα αξιόλογο θεσµικό πλαίσιο ανάθεσης και εκπόνησης των µελετών του δηµοσίου. Σηµαντικότερες καινοτοµίες του Ν. 716/1977 ήσαν οι εξής: Η καθιέρωση της έννοιας του µελετητή, ως ενός επιστήµονα ασχολούµενου πρακτικά αποκλειστικά µε την εκπόνηση µελετών του δηµοσίου. Η ώθηση για παραπέρα εξειδίκευση των µελετητών, µε την δυνατότητα εγγραφής τους σε δύο το πολύ κατηγορίες µελετών. Η χορήγηση δικαιωµάτων εκπόνησης µελετών ανάλογα µε τα έτη αποφοίτησης και την απαιτούµενη εµπειρία. Η περιγραφή της µορφής που θα πρέπει να έχουν γραφεία µελετών. Η περιγραφή του τρόπου εκπόνησης, επίβλεψης και έγκρισης των µελετών. Η καθιέρωση της αµοιβής των µελετών του δηµοσίου µε βάση τους ισχύοντες κώδικες αµοιβών µελετών. Τέλος επιχειρήθηκε η καθιέρωση κατά το δυνατόν αξιοκρατικής ανάθεση της εκπόνησης των µελετών, η οποία και αξίζει ιδιαίτερου σχολιασµού. Ο Ν. 716/1977 επέλεξε ως κριτήρια ανάθεσης των µελετών του δηµοσίου τα κριτήρια που κάθε πολίτης χρησιµοποιεί για να επιλέξει έναν επιστήµονα, οποίος ασκεί ελευθέριο επάγγελµα και από τον οποίο απαιτεί παροχή υπηρεσιών υψηλού επιπέδου και αυξηµένης ευθύνης. Χαρακτηριστικότερες κατηγορίες τέτοιων επιστηµόνων είναι οι γιατροί, οι µηχανικοί και οι δικηγόροι. Τα κυριότερα κριτήρια που λαµβάνονται υπόψη σε µια τέτοια επιλογή είναι η ικανότητα του επιστήµονα, όπως αυτή τεκµηριώνεται από τις σπουδές του, την εµπειρία του, την επαγγελµατική του φήµη κ.λ.π. και η δυνατότητα προσωπικής του και όχι µόνο µέσω βοηθών και συνεργατών, εξαιτίας πολλών υποχρεώσεων, ενασχόλησης µε το πρόβληµα του ενδιαφερόµενου. Συµπληρωµατικά λαµβάνεται υπόψη και η ζητούµενη αµοιβή, όταν είναι διαφοροποιηµένη, η οποία όµως κάτω από Νέου Θεσµικού Πλαισίου Μελετών.doc Σελ. 3 από 10
ένα όριο αποτελεί αρνητικό παράγοντα, καθώς παραπέµπει σε υπηρεσίες χαµηλού επιπέδου. Ο Ν.716/1977 επιχείρησε ακριβώς ενσωµάτωση των προηγούµενων κριτηρίων στις διαδικασίες ανάθεσης των µελετών του δηµοσίου. Ως κριτήρια ανάθεσης των µελετών θεσπίστηκαν η εµπειρία του µελετητή, σε συνδυασµό µε υπάρχοντα φόρτο. Η αµοιβή του µελετητή ορίστηκε µε τον κώδικα αµοιβών του δηµοσίου και του δηµόσιου τοµέα γενικώτερα και προσδιορίστηκε κατά ένα ποσοστό χαµηλότερη από την προβλεπόµενη στον κώδικα ελάχιστων αµοιβών των ιδιωτικών έργων, δηλαδή βασικά το Π.. 696/74. 4. ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΠΟΥ ΕΠΕΦΕΡΕ Ο Ν. 3316/2005 Όπως ήδη αναφέρθηκε η σηµαντικότερη αλλαγή του θεσµικού πλαισίου µελετών, που επιδιώχθηκε και επιτεύχθηκε µε την ψήφιση του Ν. 3316/2005, ήταν η εναρµόνιση του εθνικού µε το ευρωπαϊκό δίκαιο και συγκεκριµένα µε την ευρωπαϊκή οδηγία 2004/18, η οποία είχε στο µεταξύ αντικαταστήσει την οδηγία 92/50. Η προσπάθεια προσαρµογής του νέου θεσµικού πλαισίου, εκτός από το περιεχόµενο και στη µορφή της παραπάνω οδηγίας, οδήγησε στη δηµιουργία ενός νόµου αρκετά δύσχρηστου. Συγκεκριµένα υπάρχουν πολλαπλές αναφορές στο νόµο στις ίδιες έννοιες η διαδικασίες, µε αποτέλεσµα να είναι εύκολη η παράλειψη ανάγνωσης διατάξεων σχετικών µε το κάθε φορά εξεταζόµενο ζήτηµα. Ωστόσο, σε σχέση µε το Ν. 716/1977, είναι ένας νόµος αρτιότερος και πληρέστερος, ο οποίος καθιερώνει ένα νοµικά ολοκληρωµένο θεσµικό πλαίσιο ανάθεσης και εκπόνησης των µελετών του δηµοσίου. Στα σηµαντικότερα θετικά σηµεία του νέου θεσµικού πλαισίου, µε τα οποία εισάγονται νέες διαδικασίες ή βελτιώνονται υπάρχουσες, περιλαµβάνονται : Η αποσαφήνιση του πεδίου εφαρµογής του νόµου. Η ένταξη στο νόµο των συµβάσεων παροχής υπηρεσιών Η καθιέρωση των συµφωνιών πλαίσιο Η υποχρέωση των αναθετουσών αρχών για προετοιµασία πριν την ανάθεση, µε τη δηµιουργία φακέλου του έργου. Η τυποποίηση ή πρόβλεψη για τυποποίηση των προκηρύξεων και των υποβαλλόµενων µε τις προσφορές στοιχείων. Νέου Θεσµικού Πλαισίου Μελετών.doc Σελ. 4 από 10
Η συµµετοχή του ΤΕΕ και των συλλογικών φορέων του ΤΕΕ στις νοµοθετικές διαδικασίες και τα γνωµοδοτικά όργανα. Μεγαλύτερη όµως σηµασία έχει ο εντοπισµός των αρνητικών σηµείων του νέου θεσµικού πλαισίου µελετών. Αυτά είναι που πρέπει να αντιµετωπιστούν και να διορθωθούν. Αυτά αποτελούν και το ουσιαστικό αντικείµενο συζήτησης του διανυόµενου διηµέρου. Η αχίλλειος πτέρνα των διαδικασιών ανάθεσης και εκπόνησης των µελετών του δηµοσίου ήταν και παραµένουν τα κριτήρια επιλογής και ανάθεσης των µελετών. Κριτήρια που, αν είναι δύσκολο να συµφωνηθούν, είναι σχεδόν αδύνατο να αντικειµενικοποιηθούν και να πιστοποιηθούν, αν και προς την κατεύθυνση αυτή έχουν γίνει πάµπολλες σηµαντικές προσπάθειες. Γεγονός βέβαια αναµενόµενο, αφού κατουσίαν πρέπει να κριθούν και να αξιολογηθούν επιστήµονες, συνήθως υψηλού επιπέδου και µια τέτοια κρίση δεν χωράει σε κουτάκια και υποδιαιρέσεις. υστυχώς τα κύρια αρνητικά σηµεία του νέου θεσµικού πλαισίου µελετών εντοπίζονται ακριβώς στα κριτήρια αξιολόγησης των µελετητών. Είναι µάλιστα χαρακτηριστικό ότι τα αρνητικά αυτά σηµεία δεν περιλαµβάνονται στο Ν.3316/2005, όπως αυτός ψηφίστηκε αρχικά, αλλά προέκυψαν από τροποποιήσεις που έγιναν στο νόµο και από τον τρόπο που έγινε και γίνεται η εφαρµογή του νόµου, µε την έκδοση των προβλεπόµενων σε αυτόν υπουργικών αποφάσεων, µε τις οποίες καθορίστηκαν το περιεχόµενο των προκηρύξεων, των τεχνικών εκθέσεων κ.λ.π. Κατά την αρχική ψήφιση του Ν. 3316/ 2005 καταβλήθηκε προσπάθεια στα κριτήρια αξιολόγησης των µελετητών να µεταφερθεί το πνεύµα του Ν. 716/1977. Να αποτελεί δηλαδή κριτήριο αξιολόγησης η ικανότητα του µελετητή σε συνδυασµό µε τις ανειληµµένες υποχρεώσεις. Ο συνδυασµός αυτός είχε και έχει ευρεία αποδοχή από το µελετητικό κόσµο, όσο και αν, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι δύσκολη η εφαρµογή του και δεν προκύπτουν µονοσήµαντα αποτελέσµατα. Η προηγούµενη προσπάθεια, µε δεδοµένες τις υπαρκτές η εικαζόµενες δεσµεύσεις της ευρωπαϊκής νοµοθεσίας, για τις οποίες θα υπάρξει αναφορά στη συνέχεια, εστιάστηκε στην αξιολόγηση της οµάδας µελέτης και της µεθοδολογίας. Εξάλλου, όπως θα αποδειχθεί παρακάτω, αυτά είναι και τα µόνα στοιχεία των προσφορών των διαγωνιζοµένων τα οποία µπορούν να αξιολογηθούν. Νέου Θεσµικού Πλαισίου Μελετών.doc Σελ. 5 από 10
Έτσι, µε την αρχική µορφή του Ν. 3316/2005, αξιολογούνται, στις περιπτώσεις αναθέσεων οριστικών ή άλλων εκτός προκαταρκτικών µελετών σταδίων, που εφαρµόζεται κατά το συντριπτικό µεγαλύτερο ποσοστό των αναθέσεων, τα ακόλουθα: «Η οργανωτική αποτελεσµατικότητα της οµάδας εκπόνησης της µελέτης, όπως προκύπτει από την σύνθεση της και τα στοιχεία αυτής, λαµβανόµένων κυρίως υπόψη των στελεχών και των αποδεδειγµένα µονίµων συνεργατών, η διαπιστωµένη ικανότητα του συντονιστή της οµάδας της εξεύρεση τεχνικών λύσεων και το πέραν του βασικού, όπως προβλέπεται στην διακήρυξη, διατιθέµενο για την εκτέλεση της σύµβασης πρόσθετο στελεχικό δυναµικό του, η αποτελεσµατικότητα και αξιοπιστία της µεθοδολογίας του, η αποτελεσµατικότητα και αξιοπιστία του προταθέντος χρονοδιαγράµµατος, σε συνδυασµό µε τη στελέχωση της οµάδας µελέτης (και την απασχόληση του υποψηφίου και της οµάδας του από εκπονούµενες µελέτες και παρεχόµενες υπηρεσίες)». Στη συνέχεια, όµως µε το Ν. 3621/2007, καταργήθηκε η απασχόληση του υποψηφίου και της οµάδας του. εν λαµβάνονται δηλαδή πλέον υπόψη οι ανειληµµένες υποχρεώσεις των υποψηφίων και κατά συνέπεια δε ζητείται πίνακας εκπονούµενων µελετών. Σε ότι αφορά την αξιολόγηση της οµάδας µελέτης, είναι τελείως απροσδιόριστο το πως λαµβάνονται υπόψη κυρίως τα στελέχη και οι µόνιµοι συνεργάτες, για τους οποίους δεν υπάρχει κανείς ορισµός. Το µόνιµο επιστηµονικό προσωπικό δεν αναφέρεται ιδιαίτερα και συναθροίζεται µε τα υπόλοιπα, πλην στελεχών και συνεργατών, µέλη της οµάδας µελέτης, τα οποία µετά και την κατάργηση των βιογραφικών σηµειωµάτων, αποτελούν ένα απρόσωπο κατάλογο. Στα προηγούµενα πρέπει να προσθέσουµε και τη διάταξη για δανεισµό της τεχνικής καταλληλότητας του άρθρου 17 παρ. 3 του Ν. 3316/2005, µε την εφαρµογή της οποίας πρακτικά καταργείται η απαίτηση για ειδική και τεχνική επαγγελµατική ικανότητα, εκτός των περιπτώσεων φωτογραφικής διατύπωσης, οι οποίες δυστυχώς δεν λείπουν. Νέου Θεσµικού Πλαισίου Μελετών.doc Σελ. 6 από 10
Όπως ήδη αναφέρθηκε, στη συνέχεια θα υπάρξει ειδική αναφορά στον άκριτο και µηχανιστικό τρόπο µε τον οποίο κατά κανόνα ενσωµατώνεται το ευρωπαϊκό στο ελληνικό δίκαιο. Ωστόσο η προηγούµενη περίπτωση είναι χαρακτηριστική και αξίζει να επισηµανθεί. Η θέσπιση αυτής της διάταξης µε την οδηγία 2004/18 έγινε µετά από µία απόφαση του Ευρωπαϊκού ικαστηρίου σε προσφυγή κατασκευαστικής εταιρείας, η οποία είχε δανειστεί µηχανήµατα από µητρική της εταιρεία, αλλά αποκλείστηκε από διαγωνισµό, ως µη έχουσα τα απαιτούµενα µηχανήµατα. Είναι όµως δυνατό µια τέτοια διάταξη να εφαρµοστεί σε µια πνευµατική εργασία όπως είναι η µελέτη; Θα µπορούσε, αν τα στελέχη του έχοντος και δανείζοντος την ειδική τεχνική και επαγγελµατική ικανότητα µετείχαν στην οµάδα µελέτης του διαγωνιζόµενου. Όµως δικαίωµα τέτοιας συµµετοχής δεν υπάρχει, σύµφωνα µε την Εγκύκλιο 1/22-01-2007 του ΥΠΕΧΩ Ε. Μήπως όµως τα πράγµατα είναι καλύτερα µε τα δύο άλλα κριτήρια, την Τεχνική Έκθεση και την Οικονοµική Προσφορά; Η Τεχνική Έκθεση µε δεδοµένο ότι δεν µπορεί να «πειραχτεί» το περιεχόµενο του φακέλου του έργου, να προταθούν δηλαδή άλλες τεχνικές λύσεις ή να αλλάξουν οι προµετρηθείσες ποσότητες, δεν έχει ουσιαστικό περιεχόµενο. Είναι µια απλή περιγραφή που µπορεί να κάνει ο οποιοσδήποτε διαβάσει το φάκελο του έργου και επισκεφθεί το χώρο εκτέλεσης του. Αυτό ουσιαστικά προκύπτει και από περιεχόµενο των Τεχνικών Εκθέσεων για την εφαρµογή του άρθρου 7 του Ν. 3316/2007, που καθορίζεται µε την Υπουργική Απόφαση Αριθ. Πρωτ. 17γ06/157/ Φ.Ν. 4393. Σε ότι αφορά τις οικονοµικές προσφορές, αυτές εξαιτίας της ανυπαρξίας των άλλων κριτηρίων και των σωτήριων δεσµεύσεων του κώδικα αµοιβών µηχανικών, καταλήγουν πάντα στην µέγιστη έκπτωση του 20%. Ένα ακόµα πρόβληµα που πρέπει να αναφερθεί είναι ο µη σαφής προσδιορισµός του τρόπου βαθµολόγησης από την Επιτροπή ιαγωνισµού. εν προσδιορίζεται δηλαδή µε σαφήνεια ότι για όλα τα κριτήρια και υποκριτήρια η βαθµολογία των διαγωνιζοµένων προκύπτει ως µέσος όρος της βαθµολογίας των µελών της Επιτροπής. Έτσι κατά κανόνα οι Επιτροπές εµφανίζουν βαθµολογίες των κριτηρίων και υποκριτηρίων που δε φαίνεται πως έχουν προκύψει. Το χειρότερο είναι µόνο πως υπάρχουν και επιτήδειοι που, διαθέτοντας την πλειοψηφία των µελών της επιτροπής, τα οποία βαθµολογούν όλους τους διαγωνιζόµενους, για όλα τα κριτήρια και Νέου Θεσµικού Πλαισίου Μελετών.doc Σελ. 7 από 10
υποκριτήρια, µε τον ίδιο βαθµό, εξαφανίζουν τους βαθµούς των υπολοίπων µελών της επιτροπής, επικαλούµενοι την αρχή της πλειοψηφίας. Φαίνεται µάλιστα ότι αυτό δεν προκύπτει ότι είναι παράνοµο. Η αντιµετώπιση των αναφερθέντων προβληµάτων στην διαδικασία ανάθεσης δυσχεραίνεται ακόµα παραπέρα µε την εκδίκαση των υποβαλλόµενων ενστάσεων από την Αναθέτουσα Αρχή, χωρίς, τουλάχιστον µέχρι σήµερα, τη γνωµοδότηση της Γνωµοδοτικής Επιτροπής Μελετών, όπως συνέβαινε µε το Ν. 716/77. Έτσι οι διαγωνιζόµενοι υποχρεούνται να προσφεύγουν στη ικαιοσύνη κάνοντας χρήση των διατάξεων του Ν. 2522/1977. Ο νόµος αυτός όµως, παρά τις προβλέψεις του ευρωπαϊκού δικαίου για ίση αντιµετώπιση των ιδιωτών και του δηµοσίου, αναφέρει ότι η αίτηση του προσφεύγοντος µπορεί να απορριφθεί, ακόµα και αν είναι βάσιµη, αν κριθεί ότι η ενδεχόµενη βλάβη του δηµοσίου θα είναι µεγαλύτερη από αυτήν του προσφεύγοντος ή άλλων θιγοµένων. Μα αυτό ισχύει σχεδόν εξ ορισµού. Από όλα τα προηγούµενα οδηγούµαστε αβίαστα στο συµπέρασµα ότι η ανάθεση των µελετών του δηµοσίου γίνεται πλέον µε αυθαίρετες επιλογές των αναθετουσών αρχών, µεταξύ των ενδιαφεροµένων που διαθέτουν τα νόµιµα προσόντα. Τα µέλη των Επιτροπών ιαγωνισµών, συµπεριλαµβανοµένων και των εκπροσώπων του Τ.Ε.Ε., δεν έχουν τα εργαλεία για να τεκµηριώσουν και να επιµείνουν στις δικές τους προτάσεις. Από τα εκτός των διαδικασιών ανάθεσης αρνητικά σηµεία του νέου θεσµικού πλαισίου µελετών, πρέπει οπωσδήποτε να επισηµανθεί η διάταξη για «κατ αποκοπήν» αµοιβή των µελετών. Αντί άλλων µεταφέρεται από σχετική επιστολή του Συλλόγου Μελετητών Ελλάδος προς τον Υφυπουργό ΠΕΧΩ Ε.: «Σοβαρά προβλήµατα προκαλούνται από τη διάταξη της πρότυπης διακήρυξης για την ανάθεση των µελετών µε τις διαδικασίες του Ν. 3316/2005 για κατ αποκοπήν αµοιβή των ανατιθεµένων µελετών. Η διάταξη αυτή, η οποία δεν προκύπτει ούτε από το γράµµα, ούτε από το πνεύµα του Ν. 3316/2005, δηµιουργεί σοβαρά προβλήµατα, τόσο στον υπολογισµό της αµοιβής των µελετητών, όσο και στη ποιότητα των µελετών. Νέου Θεσµικού Πλαισίου Μελετών.doc Σελ. 8 από 10
Συγκεκριµένα οι διευθύνουσες υπηρεσίες, κατά κανόνα, δεν εφαρµόζουν την κατ αποκοπήν αµοιβή, αλλά πιστοποιούν τις ποσότητες των εκτελούµενων εργασιών, που δεν υπερβαίνουν τις προµετρηθείσες ποσότητες που περιλαµβάνονται στο φάκελο του έργου. Σε περίπτωση εκτέλεσης µεγαλυτέρων των προµετρηθεισών ποσοτήτων, πιστοποιούν µόνο τις προµετρηθείσες ποσότητες. Αυτό έχει σαν αποτέλεσµα τη συστηµατική µείωση των αµοιβών των µελετητών, κατά παράβαση των προβλέψεων της διακήρυξης και των διατάξεων περί αµοιβών των µηχανικών. Πέραν τούτου, η εφαρµογή της κατ αποκοπήν αµοιβής περιορίζει τη δυνατότητα βελτίωσης της ποιότητας της µελέτης, µε αναζήτηση καλύτερων λύσεων από τις προβλεπόµενες αρχικές λύσεις του φακέλου της µελέτης, ακόµα και όταν προκύπτουν στοιχεία που κάνουν τις αλλαγές αυτές απόλυτα αναγκαίες. Υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες η συνέχιση και ολοκλήρωση της εκπόνησης της µελέτης γίνεται αδύνατη. Υποθέτουµε ότι η διάταξη για την κατ αποκοπήν αµοιβή έχει σκοπό να αποτρέψει τις αλόγιστες υπερβάσεις των αµοιβών µελετών που συνέβησαν στο παρελθόν. Όµως πιστεύουµε ότι το πρόβληµα αυτό έχει πλέον αντιµετωπιστεί µε επάρκεια από την καθιέρωση του φακέλου του έργου, που για χρόνια επιδίωκαν οι µελετητές και από την αυστηρή πλέον τήρηση της απαγόρευσης αύξησης της αµοιβής πάνω από το 50% της αρχικά προβλεφθείσας». 5. ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΙΚΑΙΟ Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο βασικότερος λόγος δηµιουργίας του νέου θεσµικού πλαισίου µελετών ήταν η ανάγκη εναρµόνισης της ελληνικής µε την ευρωπαϊκή νοµοθεσία και ειδικότερα µε την ευρωπαϊκή οδηγία 2004/18. Η ευρωπαϊκή νοµοθεσία αποτελείται κύρια από κανονισµούς και οδηγίες. Οι κανονισµοί εφαρµόζονται ως έχουν, ενώ οι οδηγίες περιγράφουν πλαίσιο, µέσα στο οποίο οφείλουν να κινηθούν οι εθνικές νοµοθεσίες. Ωστόσο και στις οδηγίες πολλές αρµόδιες και µη υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαιτούν ακριβή, κατά τη γνώµη τους, εφαρµογή. Συνήθως αυτό γίνεται από τις υπηρεσίες που εγκρίνουν τις χρηµατοδοτήσεις ή από την Επιτροπή Ανταγωνισµού, που συγχέει τον ανταγωνισµό µε την ασυδοσία. Νέου Θεσµικού Πλαισίου Μελετών.doc Σελ. 9 από 10
Οι ελληνικές αρχές συνήθως βρίσκονται σε αδυναµία, εξαιτίας των χρόνιων προβληµάτων της ελληνικής πολιτείας και της δηµόσιας διοίκησης, δηλαδή των καθυστερήσεων εξαιτίας της µη έγκαιρης λήψης αποφάσεων, κακοτεχνιών κ.λ.π. και αποδέχονται τις απαιτήσεις των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σπανιότατα γίνονται από τις ελληνικές αρχές προσφυγές στο Ευρωπαϊκό ικαστήριο, στο οποίο η Ελλάδα συχνά παραπέµπεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στον τοµέα των µελετών υπάρχει το παράδειγµα της απαίτησης ευρωπαϊκών υπηρεσιών για οικονοµικές προσφορές χωρίς όριο έκπτωσης. Παρόλο που στο σηµείο 47 του προοιµίου της οδηγίας 2004/18, όπως συνέβαινε και µε την 92/50, αναφέρεται ρητά ότι τα κριτήρια ανάθεσης «δεν πρέπει να θίγουν την εφαρµογή εθνικών διατάξεων που διέπουν την αµοιβή ορισµένων υπηρεσιών, όπως είναι, παραδείγµατος χάριν, οι αµοιβές αρχιτεκτόνων, µηχανικών ή δικηγόρων». Και στην Ελλάδα ισχύουν τέτοιες διατάξεις. Χρειάστηκε όµως να µεταβεί ισχυρή αντιπροσωπεία του ΤΕΕ στις Βρυξέλλες, για να διακοπούν οι πιέσεις προς την ελληνική πλευρά, που ζητούσαν ουσιαστικά την παραβίαση και της εθνικής και της κοινοτικής νοµοθεσίας. Η οδηγία 2004/18 αφορά ένα ευρύτερο φάσµα υπηρεσιών, έργων και προµηθειών. Υπάρχουν βέβαια αρχές που δεν επιτρέπεται να παραβιαστούν, όπως η δηµοσιότητα, τα διακριτά στάδια, η ενηµέρωση των ενδιαφεροµένων, η ίση µεταχείριση των ενδιαφεροµένων, το δικαίωµα υποβολής ένστασης κ.λ.π. Όµως µια καθαρά πνευµατική εργασία, όπως η εκπόνηση της µελέτης, δεν µπορεί να αντιµετωπιστεί µε τον ίδιο τρόπο που αντιµετωπίζονται οι άλλες υπηρεσίες, τα έργα και οι προµήθειες. Ούτε µπορεί να καλυφθεί από τις κάποιες ειδικές αναφορές που υπάρχουν στην οδηγία 2004/18. Χρειάζεται παραπέρα εξειδίκευση και προσαρµογή στις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας. Για το λόγο αυτό εξάλλου έγινε δεκτό το ότι ενώ η προσαρµογή της οδηγίας 2004/18 έγινε µε το Π.. 60/2007, για τις µελέτες ψηφίστηκε ο Ν. 3316/2005. 6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Συµπερασµατικά το νέο θεσµικό πλαίσιο µελετών έχει θετικά και αρνητικά σηµεία σε σχέση µε το προϋπάρχον. Τα αρνητικά σηµεία όµως αντιµετωπίζονται κύρια στον ευαίσθητο τοµέα των διαδικασιών ανάθεσης, είναι σηµαντικά και πρέπει να αντιµετωπιστούν άµεσα. Νέου Θεσµικού Πλαισίου Μελετών.doc Σελ. 10 από 10