Δέσπω Κριτσωτάκη «Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα Το Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών, 1956-1978
«Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα Το Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών, 1956-1978
Φωτογραφία εξωφύλλου: Συγκέντρωση της ψυχιατρικής ομάδας για συζήτηση περιστατικού («case conference»). Royal National Foundation, Mental Health Section, December 1956-December 1963, Athens, 1964. Φωτογραφία οπισθοφύλλου: Εξέταση παιδιού σε ιατροπαιδαγωγικό κέντρο. Σταθμοί Κοινωνικών Βοηθειών Αθηνών-Θεσσαλονίκης-Πειραιώς-Πατρών, Ιανουάριος 1957-Δεκέμβριος 1964, Αθήνα, Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών, 1965. Μέρος της έρευνας στην οποία βασίζεται αυτή η έκδοση χρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και από Εθνικούς Πόρους στο πλαίσιο της δράσης «Ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/τριών» του ΕΠΕΔΒΜ με Δικαιούχο τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας. 2016 Εκδόσεις Πεδίο & Δέσπω Κριτσωτάκη για την ελληνική γλώσσα σ όλο τον κόσμο Η πνευματική ιδιοκτησία αποκτάται χωρίς καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας απαγορευτικής των προσβολών της. Κατά τον Ν. 2387/20 (όπως έχει τροποποιηθεί με τον Ν. 2121/93 και ισχύει σήμερα) και κατά τη Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (που έχει κυρωθεί με τον Ν. 100/1975) απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αποθήκευση σε κάποιο σύστημα διάσωσης και γενικά η αναπαραγωγή του παρόντος έργου με οποιονδήποτε τρόπο ή μορφή, τμηματικά ή περιληπτικά, στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση ή άλλη διασκευή, χωρίς γραπτή άδεια του εκδότη. Eκδόσεις Πεδίο Α.Ε. Συντ. Δαβάκη 10 & Μυλοποτάμου, 11526, Αθήνα Τηλ.: 210 3390204-5-6 Fax: 210 3390209 e-mail: info pediobooks.gr http: //www.pediobooks.gr Κεντρική διάθεση-βιβλιοπωλείο Στοά του Βιβλίου, Πεσμαζόγλου 5, 10564, Αθήνα Τηλ.: 210 3229620 Fax: 210 3390209 ISBN: 978-960-546-744-9
ΔΕΣΠΩ ΚΡΙΤΣΩΤΑΚΗ «Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα Το Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών, 1956-1978 Πεδίο Αθήνα 2016
Περιεχόμενα Εισαγωγή...9 Κεφάλαιο 1. Κατανοώντας την «ψυχική υγιεινή»... 19 Διεθνείς εξελίξεις: Από την «ψυχική υγιεινή» στην ψυχιατρική μεταρρύθμιση... 19 Η ελληνική περίπτωση... 28 Το Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών... 35 Νοηματοδοτήσεις της ψυχικής υγιεινής... 35 Προκλήσεις και όρια... 43 Κεφάλαιο 2. Τα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα του Κέντρου Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών... 57 Οι ασθενείς και το επιστημονικό προσωπικό... 58 Ο τρόπος λειτουργίας των ΙΚ και η ψυχιατρική ομάδα... 68 Επιστημονικοί ορισμοί του «μη κανονικού»... 80 Τα ΙΚ περιλαμβάνουν το «κανονικό» παιδί: οι προκλήσεις του κοινωνικού και η έννοια της προσαρμογής... 96 Κεφάλαιο 3. Συνομιλώντας με την οικογένεια: Οι ειδικοί συναντούν τους γονείς και τα παιδιά... 109 Οι αφηγήσεις γονιών και παιδιών για το «μη κανονικό»... 113 Μια «φιλελεύθερη» και ψυχολογική μεταχείριση... 119 «Επιτυχίες» και «αποτυχίες»: Οι αντιδράσεις γονιών και παιδιών... 132 «Κοινωνικοποίηση»... 145 Κεφάλαιο 4. Ψυχική υγιεινή και κοινωνική πρόνοια: Οι Σταθμοί Κοινωνικών Βοηθειών... 155 Η κοινωνική εργασία επικεφαλής... 156
Οι Σταθμοί ως «πεδίον πρακτικής εφαρμογής των μεθόδων και αρχών ψυχικής υγιεινής»... 162 Πρόνοια ή ψυχική υγιεινή; Τα περιστατικά των Σταθμών Κοινωνικών Βοηθειών... 170 Μετάβαση στην ψυχική υγιεινή και «ψυχιατρικοποίηση» των Σταθμών... 185 Κεφάλαιο 5. Τα ψυχιατρικά τμήματα του Κέντρου Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών, 1961-1978... 193 Τα πρώτα ψυχιατρικά τμήματα, 1961-1968... 194 Συμβουλευτικό Ψυχιατρικό Τμήμα Αθήνας... 194 Ψυχιατρικό Τμήμα Σταθμού Κοινωνικών Βοηθειών Θεσσαλονίκης... 202 Ψυχιατρικά Τμήματα και Μονάδες Ημερήσιας Περίθαλψης, 1968-1978... 212 Πρόσληψη των διαταραχών και θεραπεία στα ψυχιατρικά τμήματα... 223 Πολλαπλές αφηγήσεις γύρω από την ανοικτή περίθαλψη... 237 Ειδικοί και γονείς... 238 Η οπτική των ασθενών... 245 Επίλογος... 253 Πηγές Βιβλιογραφία... 261
Eισαγωγή Το Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών ιδρύθηκε το 1956 ως Τομέας Ψυχικής Υγιεινής του Βασιλικού Εθνικού Ιδρύματος και το 1964 έγινε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που από το 1970 τέθηκε υπό κρατική επίβλεψη. 1 Το επιστημονικό προσωπικό, που αποτελούνταν κυρίως από ψυχίατρους, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς, όριζε ως πεδίο δράσης του την «ψυχική υγιεινή» και παρείχε υπηρεσίες ψυχικής υγείας και κοινωνικής πρόνοιας σε παιδιά, εφήβους και ενήλικες. Εκτός από την εργασία με περιπτώσεις, δηλαδή με τα άτομα που έφταναν στις υπηρεσίες του Κέντρου στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη και την Πάτρα (πίνακας 1), το Κέντρο ανέπτυσσε ερευνητική, εκπαιδευτική και «κοινοτική» δράση: διενεργούσε έρευνες για ζητήματα ψυχικής υγείας, πραγματοποιούσε εκπαιδευτικά προγράμματα για επαγγελματίες, το κοινό και ειδικές ομάδες, όπως γονείς, δασκάλους και κληρικούς, και διοργάνωνε δραστηριότητες, όπως συμβουλευτική νηπιαγωγών σε νηπιαγωγεία, εξέταση μαθητών σε σχολεία και προβολή ταινιών σχετικών με την ψυχική υγεία σε κοινοτικά πολιτιστικά κέντρα. Οι κοινοτικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, που συχνά γίνονταν σε συνεργασία με ποικίλους φορείς, για παράδειγμα σχολεία, αναμορφωτικά ιδρύματα και δήμους, αποσκοπούσαν στην ενημέρωση του κοινού, τη διάδοση των αρχών της ψυχικής υγιεινής και τη διεύρυνση της επίδρασης του Κέντρου. 1. Για λόγους συντομίας χρησιμοποιώ την επωνυμία Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών (ΚΨΥΕ ή Κέντρο) για όλη την περίοδο υπό εξέταση, δηλαδή και για τα χρόνια 1956-1964, όταν ονομαζόταν Τομεύς Ψυχικής Υγιεινής, αλλά και για τα χρόνια 1970-1974 όταν ονομαζόταν Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής.
10 «Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα Η παρούσα μελέτη δεν επικεντρώνεται σε αυτήν την πολυσχιδή κοινοτική και ερευνητική δράση, αλλά στην εργασία με περιπτώσεις παιδιά, εφήβους και ενήλικες και καλύπτει την περίοδο από την ίδρυση του Κέντρου το 1956 ως το τέλος της δεκαετίας του 1970. Το χρονικό αυτό όριο τέθηκε επειδή στη Μεταπολίτευση γίνονταν αισθητές σημαντικές αλλαγές τόσο στην ψυχιατρική περίθαλψη στην Ελλάδα, αφού ξεκινούσαν οι συζητήσεις για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση, όσο και στο εσωτερικό του Κέντρου: όπως θα δούμε στο πρώτο κεφάλαιο, η κρατική χρηματοδότηση, το προσωπικό και οι υπηρεσίες του επεκτάθηκαν, οι πολιτικές παρεμβάσεις στη διοίκησή του, που είχαν ξεκινήσει από την εποχή της δικτατορίας, εντάθηκαν, και η πολιτική και ο συνδικαλισμός άρχισαν να παίζουν σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του. Κατά την περίοδο 1956-1978 η εργασία με περιπτώσεις γινόταν στα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα, τους Σταθμούς Κοινωνικών Βοηθειών, τα Ψυχιατρικά Συμβουλευτικά Τμήματα και τις Μονάδες Ημερήσιας Περίθαλψης. Στα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα, για τα οποία θα μιλήσουμε διεξοδικά στα κεφάλαια 2 και 3, εξετάζονταν και θεραπεύονταν παιδιά και έφηβοι. Οι Σταθμοί Κοινωνικών Βοηθειών, που θα μας απασχολήσουν στο κεφάλαιο 4, εξυπηρετούσαν άτομα όλων των ηλικιών, τα οποία είχαν κατά κύριο λόγο προνοιακές ανάγκες, για παράδειγμα σίτισης, ένδυσης, νοσοκομειακής περίθαλψης και μετακίνησης. Τα Συμβουλευτικά Ψυχιατρικά Τμήματα και οι Μονάδες Ημερήσιας Περίθαλψης, στις οποίες θα επικεντρωθούμε στο τελευταίο κεφάλαιο, ήταν ανοικτά ψυχιατρικά τμήματα, που παρείχαν εξέταση και περιπατητική θεραπεία, δηλαδή θεραπεία χωρίς νοσηλεία, σε άτομα, κυρίως από 16 ετών και άνω, με προβλήματα ψυχικής υγείας. Βασική πηγή της μελέτης αποτελεί το αρχειακό υλικό του Κέντρου της Θεσσαλονίκης, όπου τα δελτία και οι φάκελοι των ασθενών, οι στατιστικές, το υλικό των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και τα πρακτικά των συνεδριών προσωπικού σώζονται σε σχεδόν πλήρεις σειρές. 2 Αρχειακό και δημοσιευμένο υλικό για τις υπηρεσίες της Αθήνας και του Πειραιά που αξιοποιήθηκε για τη μελέτη αυτή ανιχνεύτηκε στα προσωπικά αρχεία στελεχών και εργαζόμενων του Κέντρου, παλαιών (της Άννας Ποταμιάνου, της Ασπασίας Ταυλαρίδου-Καλούτση, του Αντώνη Διαμαντόπουλου και των Λουκίας Πιστικίδου και Ζαχαρία Δρόσου) και ενεργών την περίοδο που διεξήγαγα την έρευνα (του Μανόλη Κοζαδίνου και 2. Ο όγκος του υλικού αυτού κατέστησε υποχρεωτική τη λήψη δείγματος από τους φακέλους ασθενών κάθε υπηρεσίας. Περισσότερα για τα δείγματα αυτά αναφέρονται στα κεφάλαια 2 και 3.
Εισαγωγή 11 Πίνακας 1. Οι υπηρεσίες του Κέντρου Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών, 1956-1978 (με έτος ίδρυσης) Υπηρεσία Αθήνα Πειραιάς Θεσσαλονίκη Πάτρα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα 1956 1972 1972 Σταθμοί Κοινωνικών Βοηθειών (καταργήθηκαν το 1968-69) Υπηρεσία Επαγγελματικού Προσανατολισμού (καταργήθηκε το 1968) Υπηρεσία Ερευνών (δεν λειτούργησε ανάμεσα στο 1969 και το 1974) Υπηρεσία Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων Κέντρο Θεραπευτικής Παιδαγωγικής «Το Στουπάθειο» Συμβουλευτικά Ψυχιατρικά Τμήματα Μονάδες Ημερήσιας Περίθαλψης Θεραπευτική Μονάδα για Αυτιστικά Παιδιά και Εφήβους Ψυχοθεραπευτική Μονάδα (καταργήθηκε το 1979) 1954 1957 1956 1959 1958 1956 1956 1962 1961 1968 1965 1972; 1975; 1971 1973 1976 της Ειρήνης Βλαχάκη). Επίσης, σημαντική πηγή αποτέλεσαν τα πρακτικά του διοικητικού συμβουλίου καθώς και οι εκδόσεις του Κέντρου, που φυλάσσονται στο παράρτημα της Αθήνας. Τέλος, στον εντοπισμό υλικού και στην κατανόηση της ιστορίας του Κέντρου συνέβαλαν οι συνεντεύξεις με παλιά μέλη του προσωπικού καθώς και με ανθρώπους που γνώρισαν από κοντά τη δράση του. 3 3. Συγκεκριμένα με τις/τους Άννα Ποταμιάνου, Ασπασία Ταυλαρίδου-Καλούτση, Άννα Τριανταφύλλου, Ειρήνη Τσαλαφούτα, Παναγιώτη Σακελλαρόπουλο, Αντώνη Διαμαντόπουλο, Μυρτώ Νίλσεν, Θάλεια Λεντάκη, Αναστασία Καλαντζή-Αζίζι, Λία Λαζαρίδου, Αναστασία Παπαδήμα, Στέλλα Αλεξανδρή, Κατερίνα Μιχαλοπούλου, Παυλίνα Ματαθία, Μαρία Μανωλοπούλου-Βαρελτζίδου και Ιωάννα Χατζηγιάννη. Οι πέντε τελευταίες αφηγήτριες δεν θέλησαν οι συνεντεύξεις τους να ηχογραφηθούν. Η Αναστασία Καλαντζή-Αζίζι και η Μαρία Μανωλοπούλου-Βαρελτζίδου δεν εργάστηκαν στο Κέντρο αλλά το γνώρισαν από κοντά, η πρώτη ως κόρη του Κωνσταντίνου Καλαντζή, ειδικού παιδαγωγού που εργάστηκε στο Κέντρο
12 «Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα Χάρη στον πλούτο και την ποικιλία αυτού του γραπτού και προφορικού υλικού μπορούμε να προσεγγίσουμε για πρώτη φορά την ιστορία ενός θεσμού, που, αν και συνεχίζει να λειτουργεί (με την επωνυμία Ελληνικό Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών), παραμένει άγνωστος όχι μόνο στους ιστορικούς και το κοινό αλλά και στους επαγγελματίες ψυχικής υγείας. Οι τελευταίοι, παρότι στην πλειονότητά τους το γνωρίζουν, έχουν μια γενική εικόνα για την ιστορία του, θεωρώντας το ως έναν πρωτοποριακό θεσμό της μεταπολεμικής εποχής, ο οποίος στη Μεταπολίτευση έχασε την αίγλη και τον καινοτόμο χαρακτήρα του. Αυτή η άποψη έχει τη σημασία της ιδίως επειδή τη συμμερίζονται και μέλη του παλιού και σημερινού προσωπικού του Κέντρου, αλλά δεν παύει να είναι ιστορικά ατεκμηρίωτη. Αντίθετα, η παρούσα έρευνα τοποθετεί το Κέντρο τους σκοπούς, τα αποτελέσματα και την απήχησή του στον χώρο και τον χρόνο, εκκινώντας από τη βασική παραδοχή ότι δεν ήταν ένα μεμονωμένο εγχείρημα, αλλά εντασσόταν τόσο σε ένα διεθνές πλαίσιο ανανέωσης του πεδίου της ψυχικής υγείας όσο και στις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες της μεταπολεμικής Ελλάδας. Όπως θα φανεί διεξοδικότερα στο επόμενο κεφάλαιο, οι τόποι και μέθοδοι που αναπτύχθηκαν τον 20ό αιώνα για την περίθαλψη των ψυχικά ασθενών προσελκύουν διεθνώς ολοένα και περισσότερο το ενδιαφέρον των ιστορικών των επιστημών «ψ» (ψυχιατρικής, ψυχολογίας, ψυχανάλυσης, ψυχιατρικής κοινωνικής εργασίας, ψυχιατρικής νοσηλευτικής κ.λπ.). Ανάμεσα στα κυριότερα ερευνητικά ζητήματα είναι ο ρόλος των επιστημών αυτών στην «κανονικοποίηση» και διακυβέρνηση των υποκειμένων εντός και εκτός ειδικών ιδρυμάτων, 4 αλλά και η ανάπτυξη και διάδοση της εξωιδρυματικής ψυχιατρικής περίθαλψης: οι ιδιαίτερες μορφές που πήρε η «αποασυλοποίηση» σε συγκεκριμένες χώρες και ο ρόλος που διαδραμάτισαν σε αυτήν οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, η ψυχοφαρμακολογία, αλλά και οι πολιτικές και οικονομικές συνθήκες του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα τα κίνητρα και τα αποτελέσματα των κρατικών πολιτικών «αποασυλοποίησης», που ξεκίνησαν κυρίως στη δεκαετία του 1960 και η επίδραση των μεταρρυθμίσεων στη ζωή των ασθενών, που συχνά αποαπό το 1956, και η δεύτερη ως παιδοψυχίατρος και σύζυγος του Αριστείδη Βαρελτζίδη, ψυχίατρου του Κέντρου από το 1960. Ο ίδιος ο Αριστείδης Βαρελτζίδης δεν θέλησε να μου παραχωρήσει συνέντευξη, αλλά προς το τέλος του ερευνητικού προγράμματος δέχτηκε να με δει και είχαμε μια σύντομη συνομιλία μαζί και με τη σύζυγό του. 4. Βλ., για παράδειγμα, Deborah Weinstein, The Pathological Family: Postwar America and the Rise of Family Therapy, Ithaca, Cornell University Press, 2013 και Mona Gleason, Normalizing the Ideal: Psychology, Schooling, and the Family in Postwar Canada, Toronto, University of Toronto Press, 1999.
Εισαγωγή 13 καλούνται «χρήστες» ή «καταναλωτές» των υπηρεσιών, και των οικογενειών τους. Παράλληλα, τίθεται το ζήτημα αν οι αλλαγές στην ψυχιατρική περίθαλψη ισχυροποίησαν τη θέση των επιστημών «ψ» στον ορισμό και την αντιμετώπιση του «μη κανονικού» και, κατ επέκταση, στην καθημερινή ζωή των υποκειμένων. 5 Η μελέτη του Κέντρου κατά την περίοδο 1956-1978 ανοίγει για πρώτη φορά τα ζητήματα αυτά στην ιστορική έρευνα στην Ελλάδα. Πέρα από δύο σημαντικές μελέτες για την ανάπτυξη της ψυχολογίας και της ψυχανάλυσης στην Ελλάδα, 6 δεν έχουμε ιστορικές έρευνες για τη θέση των πειθαρχιών «ψ» στην προπολεμική και μεταπολεμική περίοδο, και για τον ρόλο τους στη διάκριση του «κανονικού» από το «μη κανονικό» και στην αναμόρφωση του τελευταίου. 7 Επιπλέον, λίγες μελέτες υπάρχουν για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση, η οποία εγκαινιάστηκε επίσημα με την έναρξη του κρατικού προγράμματος «αποασυλοποίησης» το 1984. 8 Αν και αναγνωρίζεται ότι οι προηγούμενες δεκαετίες, στην ουσία τα χρόνια 5. Η ιστοριογραφία είναι εκτενής και οι μελέτες που είναι σχετικές με την παρούσα έρευνα αναφέρονται εδώ, στο κεφάλαιο 1. Ας αναφέρουμε ενδεικτικά το Peter Bartlett και David Wright (επιμ.), Outside the Walls of the Asylum: The History of Care in the Community 1750-2000, London, Athlone Press, 1999, καθώς και το ειδικό τεύχος του History of Psychiatry, 22 (2), 2011, όπου αντιπροσωπεύονται οι σύγχρονες ιστοριογραφικές τάσεις. 6. Παναγιώτα Καζολέα-Ταβουλάρη, Η Ιστορία της Ψυχολογίας στην Ελλάδα, 1880-1987, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2002 και Λένα Ατζινά, Η Μακρά Εισαγωγή της Ψυχανάλυσης στην Ελλάδα, Αθήνα, Εξάντας, 2004. 7. Χρειάζεται να επισημάνουμε ότι το ιστορικό ενδιαφέρον για την «κανονικότητα» και την «κανονικοποίηση» συνήθως δεν αντιστοιχεί με τους λόγους των επαγγελματιών ψυχικής υγείας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Άννα Ποταμιάνου αντέδρασε στη χρήση των όρων «κανονικό», «μη κανονικό» και «κανονικοποίηση» στη μελέτη αυτή, αντιτείνοντας ότι η πρακτική του Κέντρου δεν επικεντρωνόταν στην «κανονικότητα» και την «κανονικοποίηση». Σύμφωνα με την Ποταμιάνου, αυτό που επιχειρούσαν, και επιχειρούν, οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας ήταν να βοηθήσουν τα άτομα να ζήσουν με λιγότερη δυσφορία, σε ένα «κλίμα άνεσης» για τα ίδια και τις οικογένειές τους (σύντομη συνομιλία με την Άννα Ποταμιάνου). Η παρούσα μελέτη σέβεται την άποψη αυτή, συγχρόνως, όμως, υποστηρίζει ότι οι λόγοι και οι πρακτικές των επιστημών ψυχικής υγείας πάντα αφορούν την υγεία και την ασθένεια, ακόμα κι όταν τις αντιμετωπίζουν σαν έννοιες σχετικές. Συνεπώς, από την άποψη της κοινωνικής ιστορίας, οι επιστήμες αυτές έχουν πολλά να μας πουν για το τι νοείται σε κάθε εποχή και κοινωνία ως «κανονικό» και «μη κανονικό», και πώς αυτές οι κατηγορίες διαμορφώνονται και αλλάζουν νοήματα. 8. Μέχρι σήμερα η ιστορική επισκόπηση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα έχει επιχειρηθεί κυρίως από επαγγελματίες ψυχικής υγείας, για παράδειγμα, Μιχάλης Μαδιανός, Η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση και η Ανάπτυξή της. Από τη Θεωρία στην Πράξη, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 1994. Για μια κοινωνιολογική και ανθρωπολογική προσέγγιση, βλ. αντίστοιχα Μανόλης Τζανάκης, «Μετασχηματισμοί της υποκειμενικότητας και καθημερινότητα. Μια κοινωνιολογική προσέγγιση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα», διδακτορική
14 «Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα από το 1950, αποτέλεσαν «πρόδρομη» περίοδο, κατά την οποία εκδηλώθηκαν οι πρώτες προσπάθειες μεταρρύθμισης, 9 το περιεχόμενο, ο χαρακτήρας και η απήχηση αυτών των εγχειρημάτων δεν έχουν διερευνηθεί και επομένως ο ρόλος που διαδραμάτισαν στην ανανέωση της ψυχιατρικής περίθαλψης στην Ελλάδα μένει ασαφής. Είναι ενδεικτικό ότι χαρακτηρίζονται συγχρόνως ως περιθωριακές πρωτοβουλίες που δεν απειλούσαν την καθιερωμένη ασυλιακή ψυχιατρική, αλλά και ως «καταλύτες» των αλλαγών που ακολούθησαν από τη δεκαετία του 1980 και εξής, καθώς δημιούργησαν «ντόπια παραδείγματα εναλλακτικής ψυχιατρικής». 10 Η παρούσα έρευνα, εξετάζοντας ένα από τα πρώτα και μακροβιότερα μεταρρυθμιστικά πειράματα στην Ελλάδα, επιχειρεί να καλύψει αυτό το κενό γύρω από τις θεωρητικές αφετηρίες, την κοινωνική σημασία και τα πρακτικά αποτελέσματα της «προδρομικής» περιόδου. Παράλληλα, τοποθετώ την ίδρυση και λειτουργία του Κέντρου όχι μόνο στο διεθνές ρεύμα ανανέωσης του πεδίου της ψυχικής υγείας μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και στο πλαίσιο των εγχώριων κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών συνθηκών. Υπό αυτό το πρίσμα, η ιστορία του Κέντρου δεν αφορά μόνο την ιστορία των επιστημών «ψ» στην Ελλάδα ως κινητήρια δύναμη στην εξέλιξη τους και πρόδρομος της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης αλλά και την είσοδο νέων επιστημονικών λόγων και πρακτικών για τη διαχείριση του «μη κανονικού» και γενικότερα του κοινωνικού. Εστιάζοντας στις απόψεις των επαγγελματιών του Κέντρου γύρω από τη σύγχρονή τους κοινωνική πραγματικότητα, μελετώντας την εργασία τους και αναλύοντας την υποδοχή των απόψεων και πρακτικών τους στη μεταπολεμική Ελλάδα, αποκτούμε μια αίσθηση της εποχής: ανιχνεύουμε την επίδραση της μετεμφυλιακής πόλωσης στις επιστήμες «ψ» διερευνούμε τις ανησυχίες και τις προσδοκίες γύρω από τον εκσυγχρονισμό, τη φιλελευθεροποίηση και τον εκδημοκρατισμό και κυρίως εντοπίζουμε τις αλλαγές και τις συνέχειες στις νοηματοδοτήσεις του «κανονικού», στην οικογένεια, στις σχέσεις γονιών-παιδιών και ανδρών-γυναικών. Από αυτή την άποψη η παρούσα διατριβή, Ρέθυμνο, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Σχολή Κοινωνικών Επιστημών, Τμήμα Κοινωνιολογίας, 2003, και Elizabeth Ann Davis, Bad Souls: Madness and Responsibility in Modern Greece, Durham, NC, Duke University Press, 2012. 9. Μανόλης Τζανάκης, Πέραν του Ασύλου. Η Κοινοτική Ψυχιατρική και το Ζήτημα του Υποκειμένου, Αθήνα, Συνάψεις, 2008, 104-107. 10. Στο ίδιο, 104-107, όπου αναφέρεται και η άποψη του ψυχίατρου Κώστα Μπαϊρακτάρη ότι οι μεταρρυθμιστικές απόπειρες πριν το 1980 βασίζονταν σε ατομικές πρωτοβουλίες ψυχίατρων και όχι σε μια γενικότερη πολιτική ψυχικής υγείας. Κώστας Μπαϊρακτάρης, Ψυχική Υγεία και Κοινωνική Παρέμβαση, Αθήνα, Εναλλακτικές Εκδόσεις, 1994, 107.
Εισαγωγή 15 μελέτη συνομιλεί με πρόσφατες κοινωνικές ιστορίες που επικεντρώνονται σε νέους θεσμούς που συγκροτήθηκαν μεταπολεμικά στην Ελλάδα και γενικότερα μελετούν τους κοινωνικούς μετασχηματισμούς της εποχής. 11 Το διπλό πεδίο επιστημονικό και κοινωνικό, διεθνές και εθνικό στο οποίο εγγράφεται το Κέντρο τίθεται στο επίκεντρο του πρώτου κεφαλαίου. Σε αυτό παρουσιάζω, κατ αρχάς, τις διεθνείς και εγχώριες εξελίξεις στον τομέα της ψυχικής υγείας, οι οποίες σχετίζονταν με τη δημιουργία του Κέντρου: τα κινήματα ψυχικής υγιεινής και την καθοδήγηση παιδιών, τη «νέα ψυχιατρική», την κοινωνική ψυχιατρική, την ψυχιατρική κοινωνική εργασία και την αποασυλοποίηση. Στη συνέχεια, εξετάζω τους κοινωνικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς όρους που έκαναν εφικτή την ανάδυση της ψυχικής υγιεινής στη μεταπολεμική Ελλάδα και καθόρισαν τα χαρακτηριστικά και τον τρόπο λειτουργίας του Κέντρου από την ίδρυσή του, το 1956, ως το 1978. Στα δύο επόμενα κεφάλαια στρέφομαι στην εργασία του Κέντρου με παιδιά, εφήβους και νέους. Στο δεύτερο κεφάλαιο επικεντρώνομαι στις κύριες υπηρεσίες για τις ηλικίες αυτές, τα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα: σκιαγραφώ τον τρόπο λειτουργίας τους, τη φυσιογνωμία των ασθενών και του προσωπικού τους και τις σχέσεις ανάμεσα στους διαφορετικούς επαγγελματίες που εργάζονταν σε αυτά. Αναδεικνύω τους κοινωνικούς, ιδεολογικούς και επαγγελματικούς/επιστημονικούς παράγοντες που ενεργοποίησαν αυτό που υποστηρίζω ότι ήταν η κυριότερη πλευρά της εργασίας των υπηρεσιών αυτών: την επέκταση στο «κανονικό» παιδί. Στο τρίτο κεφάλαιο διερευνώ πώς τα ίδια τα υποκείμενα, δηλαδή οι ασθενείς και οι γονείς που απευθύνονταν στα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα καθώς και σε άλλες υπηρεσίες του Κέντρου, υποδέχθηκαν τους λόγους και τις μεθόδους του Κέντρου γύρω από το «μη κανονικό», την οικογένεια και την παιδική, εφηβική και νεανική ηλικία. Αναλύοντας την ανταπόκριση που έβρισκαν οι θεωρίες και πρακτικές του Κέντρου και παρακολουθώντας τις αλλαγές στις σχέσεις γονιών και παιδιών ανάμεσα στις δεκαετίες του 1950 και του 1970, αξιολογώ τα αποτελέσματα της εργασίας του Κέντρου και τελικά την απήχηση που είχε στο μικρο-επίπεδο των ατόμων και των οικογενειών αλλά και, όσο ήταν εφικτό, στο μακρο-επίπεδο της κοινωνίας. 11. Βλ. Έφη Αβδελά, «Νέοι εν Κινδύνω»: Επιτήρηση, Αναμόρφωση και Δικαιοσύνη Ανηλίκων μετά τον Πόλεμο, Αθήνα, Πόλις, 2013 της ίδιας, Δια Λόγους Τιμής. Βία, Συναισθήματα και Αξίες σε μια Μετεμφυλιακή Ελλάδα, Αθήνα, Νεφέλη, 2002 Κώστας Κατσάπης, Το «Πρόβλημα Νεολαία». Μοντέρνοι Νέοι, Παράδοση και Αμφισβήτηση στη Μεταπολεμική Ελλάδα: 1964-1974, Αθήνα, Απρόβλεπτες Εκδόσεις, 2013 και Kostis Kornetis, Children of the Dictatorship: Student Resistance, Cultural Politics and the Long 1960s in Greece, New York, Berghahn Books, 2013.
16 «Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα Τα δύο τελευταία κεφάλαια διευρύνουν αυτή την αναζήτηση, συμπεριλαμβάνοντας την εργασία του Κέντρου με ενήλικες. Το τέταρτο κεφάλαιο εστιάζει στον συνδυασμό κοινωνικής και ψυχιατρικής εργασίας που αναλάμβαναν οι Σταθμοί Κοινωνικών Βοηθειών. Εξετάζοντας και εδώ την πλευρά τόσο των ειδικών όσο και των πελατών των Σταθμών, υποστηρίζω ότι ο συνδυασμός κοινωνικής πρόνοιας και ψυχικής υγιεινής στην πιο επιτυχημένη εκδοχή του συνέβαλε στην επέκταση των επιστημών «ψ» στο «κανονικό» και το κοινωνικό. Ωστόσο, για λόγους που θα εξετάσουμε στο ίδιο κεφάλαιο, το Κέντρο απομακρύνθηκε σταδιακά από το χώρο της πρόνοιας και επικεντρώθηκε σε αυτόν την ψυχικής υγείας. Εκεί επικεντρώνεται το πέμπτο και τελευταίο κεφάλαιο, όπου αναλύω την εργασία των Ψυχιατρικών Συμβουλευτικών Τμημάτων και των Μονάδων Ημερήσιας Περίθαλψης. Τα τμήματα αυτά πρότειναν μια εναλλακτική, ανοικτή περίθαλψη, που, αντλώντας από πρότυπα της βιολογικής, δυναμικής και κοινωνικής ψυχιατρικής, βασιζόταν σε φαρμακευτικές, ψυχοθεραπευτικές και κοινωνικές μεθόδους. Καθώς από τη δεκαετία του 1980 αυτό το μοντέλο περίθαλψης θα βρισκόταν στο επίκεντρο της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα, το κεφάλαιο αυτό αξιολογεί τον ρόλο των Ψυχιατρικών Συμβουλευτικών Τμημάτων και των Μονάδων Ημερήσιας Περίθαλψης στην ελληνική εκδοχή της «αποασυλοποίησης». Θερμές ευχαριστίες για τη βοήθεια και συμβολή τους στη δουλειά αυτή οφείλω σε μια σειρά ανθρώπους. Αυτή η μελέτη κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είχε ξεκινήσει αν η Έφη Αβδελά δεν μου είχε «γνωρίσει» το Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών. Της χρωστώ ευγνωμοσύνη για αυτό καθώς και για τα πολύτιμα σχόλιά της στις ποικίλες παρουσιάσεις και εκδοχές της εργασίας μου. Ευχαριστώ επίσης τον Matthew Smith για τις παρατηρήσεις του, και τη Βάσια Λέκκα, για τη συνεργασία της στο πρόγραμμα αυτό και τη μεταγραφή και επεξεργασία των συνεντεύξεων. Χωρίς τις πολύτιμες πληροφορίες και το υλικό που μου παρείχαν δύο βασικά στελέχη του Κέντρου, η Άννα Ποταμιάνου και η Ασπασία Ταυλαρίδου-Καλούτση, η έρευνα δεν θα είχε προχωρήσει, ενώ χωρίς τους αφηγητές και τις αφηγήτριες και όλους όσοι μου διέθεσαν υλικό από το προσωπικό τους αρχείο, η δουλειά μου θα ήταν φτωχή. Θα ήθελα, λοιπόν, να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στην Άννα Ποταμιάνου και την Ασπασία Ταυλαρίδου-Καλούτση, καθώς και στις/ στους Στέλλα Αλεξανδρή, Αριστείδη Βαρελτζίδη, Ειρήνη Βλαχάκη, Αντώνη Διαμαντόπουλο, Γιάννη Δρόσο, Αναστασία Καλαντζή-Αζίζι, Μανόλη Κοζαδίνο, Λία Λαζαρίδου, Θάλεια Λεντάκη, Μαρία Μανωλοπούλου-Βαρελτζίδου, Παυλίνα
Εισαγωγή 17 Ματαθία, Κατερίνα Μιχαλοπούλου, Μυρτώ Νίλσεν, Αναστασία Παπαδήμα, Παναγιώτη Σακελλαρόπουλο, Άννα Τριανταφύλλου, Ειρήνη Τσαλαφούτα και Ιωάννα Χατζηγιάννη. Όσον αφορά το επίσημο αρχείο του Κέντρου, απέκτησα πρόσβαση σε αυτό το 2011, με άδεια του τότε προέδρου του διοικητικού συμβουλίου, Νικηφόρου Αγγελόπουλου, και μπόρεσα να το μελετήσω με τη βοήθεια δύο διοικητικών υπαλλήλων, του Σταύρου Κράτση από το παράρτημα της Αθήνας και της Τασούλας Ιατρού από το παράρτημα της Θεσσαλονίκης, τους οποίους ευχαριστώ. Τέλος, θέλω να ευχαριστήσω εγκάρδια τους πιο κοντικούς μου ανθρώπους, τον Γιώργο, τη Δικαία, τον Μιχάλη και την Ελένη, για την κατανόηση και υποστήριξή τους. Και ασφαλώς τη Σοφία: η ύπαρξή της είναι αρκετή για να δώσει νόημα σε κάθε προσπάθεια.
1 KΕΦΑΛΑΙΟ Κατανοώντας την «ψυχική υγιεινή» Τι ήταν η «ψυχική υγιεινή» στην οποία αναφερόταν το Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών; Ήταν κάτι καινούργιο στη μεταπολεμική Ελλάδα και ποιους αφορούσε; Για να απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά χρειάζεται να παρακολουθήσουμε μια πορεία που ξεκινά στις ΗΠΑ και την Ευρώπη πάνω από πενήντα χρόνια πριν την ίδρυση του Κέντρου, μπαίνει μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στην τροχιά της «ψυχιατρικής μεταρρύθμισης» και της «αποασυλοποίησης» και ανασημασιοδοτείται εντός των πολιτικών, κοινωνικών και ιδεολογικών συμφραζομένων της μεταπολεμικής Ελλάδας. Διεθνείς εξελίξεις: Από την «ψυχική υγιεινή» στην ψυχιατρική μεταρρύθμιση Ο όρος «ψυχική υγιεινή» που χρησιμοποιούνταν από το Κέντρο παραπέμπει αρχικά στα κινήματα ψυχικής υγιεινής τα οποία αναδύθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα και επεκτάθηκαν κατά τον μεσοπόλεμο σε πολλές χώρες. 12 Με 12. Η πρώτη οργάνωση ψυχικής υγιεινής ιδρύθηκε το 1909 στις ΗΠΑ και ακολούθησαν στο Ηνωμένο Βασίλειο (1918), τη Γαλλία (1920), το Βέλγιο (1924), την Ιταλία (1924), την Ολλανδία (1924) και τη Γερμανία (1925). Harry Oosterhuis, Outpatient psychiatry and mental health care in the twentieth century. International perspectives, στο Marijke Gijswijt-Hofstra κ.ά. (επιμ.), Psychiatric Cultures Compared: Psychiatry and Mental Health Care in the Twentieth Century: Comparisons and Approaches, Amsterdam, Amsterdam University Press, 2005, 248-76, 249. Για τη διεθνή πλευρά της ψυχικής υγιεινής, βλ. Mathew Thomson, Mental hygiene as an international movement, στο Paul Weindling (επιμ.), International Health Organisations and Movements, 1918-1939, Cambridge, Cambridge University Press, 1995, 283-304.
20 «Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα κεντρική έννοια την «υγιεινή», δηλαδή την έμφαση στην ενίσχυση της υγείας παρά στην καταπολέμηση της ασθένειας, τα κινήματα αυτά στόχευαν στην πρόληψη και πρώιμη θεραπεία των ψυχικών ασθενειών και την εκπαίδευση του κοινού στα θέματα ψυχικής υγείας. Επιδίωκαν τη βελτίωση των συνθηκών στα ψυχιατρικά νοσοκομεία αλλά παράλληλα πρότειναν τη θεραπεία εκτός αυτών και τόνιζαν την ανάγκη περίθαλψης μετά την έξοδο από αυτά. Υποστήριζαν ότι οι ψυχικές ασθένειες προκαλούνται από την αλληλεπίδραση βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων και ότι συνιστούσαν ενδείξεις κακής προσαρμογής του ατόμου στο περιβάλλον, οικογενειακό, σχολικό, επαγγελματικό και ευρύτερα κοινωνικό. Σε αντιδιαστολή, η δυνατότητα των ατόμων να προσαρμόζονται στο περιβάλλον θεωρούνταν προϋπόθεση ή και συνώνυμο της ψυχικής υγείας. 13 Η έννοια της προσαρμογής, όπως και η επικέντρωση στην πρόληψη, την εκπαίδευση και τη μεταθεραπεία, συνέβαλαν στις αρχές του 20ού αιώνα στη δημιουργία μιας «νέας ψυχιατρικής», η οποία επεκτάθηκε από τις σοβαρές ψυχικές νόσους στα προβλήματα της καθημερινής ζωής και από το στενό ιδρυματικό πλαίσιο στην κοινωνία, αφού εκεί τοποθετούνταν η αφετηρία και συνεπώς η αντιμετώπιση των προβλημάτων ψυχικής υγείας. Η «ψυχική υγιεινή» και η «νέα ψυχιατρική» δεν αφορούσαν μόνο τους ψυχικά ασθενείς αλλά κάθε ατόμο και το κοινωνικό σύνολο: σε ατομικό επίπεδο φρόντιζαν για την προσαρμογή των υποκειμένων στη «μοντέρνα ζωή» και στο κοινωνικό επίπεδο για τη βελτίωση της κοινωνίας. 14 13. Kathleen Jones, Taming the Troublesome Child: American Families, Child Guidance, and the Limits of Psychiatric Authority, Cambridge, Mass., Harvard University Press, 1999, 52-53 Michael Gelder, Introduction: Adolf Meyer and his influence on British psychiatry, History of Psychiatry, 14, 2003, 475-508 και Johannes Coenraad Pols, Managing the mind: The culture of American mental hygiene, 1910-1950, διδακτορική διατριβή, University of Pennsylvania, 1997, περίληψη διαθέσιμη από το ProQuest. Paper AAI9800914, http:// repository.upenn.edu/dissertations/aai9800914, τελευταία πρόσβαση 5/7/2013. 14. Harry Oosterhuis, Mental health, citizenship, and the memory of World War II in the Netherlands (1945-85), History of Psychiatry, 2014, 25, 20-34 Jean-Christophe Coffin, Misery and revolution : The organisation of French psychiatry, 1900-1980, στο Gijswijt-Hofstra κ.ά. (επιμ.), Psychiatric Cultures Compared, 225-47. Gerald Grob, The transformation of mental health policy in twentieth-century America, στο Gijswijt-Hofstra κ.ά. (επιμ.), Psychiatric Cultures Compared, 141-61, 145. Για την επέκταση της ψυχιατρικής στα προβλήματα της καθημερινής ζωής, βλ. Gerald Grob, The Mad Among Us: A History of the Care of America s Mentally Ill, New York, Free Press, 1994, 130. Για τη «νέα ψυχιατρική» στις ΗΠΑ, βλ. Elizabeth Lunbeck, The Psychiatric Persuasion: Knowledge, Gender, and Power in Modern America, Princeton, Princeton University Press, 1994. Το ενδιαφέρον των ψυ-
Κατανοώντας την ψυχική υγιεινή 21 Προκειμένου να πραγματοποιήσει την επέκτασή της στο «κανονικό» και το κοινωνικό, αυτή η νέα εκδοχή της ψυχιατρικής βρήκε ένα σημαντικό σύμμαχο στην κοινωνική εργασία και ιδιαίτερα στην ψυχιατρική κοινωνική εργασία. Στις ΗΠΑ των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα η κοινωνική εργασία, απαντώντας στις κοινωνικές ανησυχίες γύρω από την αστικοποίηση και την εκβιομηχάνιση, διαφοροποιήθηκε από τον εθελοντισμό και τη φιλανθρωπία, παρόλο που η πορεία προς την καθιέρωσή της ως επιστήμης και αυτόνομου επαγγέλματος θα αποδεικνυόταν δύσβατη. 15 Παράλληλα μια μερίδα κοινωνικών λειτουργών, που συνεργάζονταν με ψυχίατρους αρχικά στο πλαίσιο φιλανθρωπικών οργανώσεων, εξειδικεύτηκαν στην εξυπηρέτηση ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας, παρακολουθώντας ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα που άρχισαν να οργανώνονται την ίδια εποχή στο πλαίσιο πρωτοβουλιών ψυχικής υγιεινής. Με αυτό τον τρόπο συγκροτήθηκε η ειδικότητα της ψυχιατρικής κοινωνικής εργασίας, η οποία προώθησε τις αρχές της ψυχικής υγιεινής εκτός των νοσοκομείων, αφού οι κοινωνικοί λειτουργοί εργάζονταν στις κοινότητες, και παράλληλα παρείχε στην κοινωνική εργασία ένα ισχυρό θεωρητικό υπόβαθρο τις ψυχιατριχίατρων για τα κοινωνικά ζητήματα του καιρού τους και για την επίδραση της νεωτερικότητας στην ψυχική υγεία είχε εκδηλωθεί ήδη από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Η περίπτωση της ανάδυσης και διάδοσης της διάγνωσης της νευρασθένειας στις ΗΠΑ από τη δεκαετία του 1860 είναι δηλωτική του τρόπου με τον οποίο ο εκμοντερνισμός της αμερικανικής κοινωνίας και συγκεκριμένα η αστικοποίηση, οι τεχνολογικές πρόοδοι και η επέκταση της εκπαίδευσης των γυναικών σκιαγραφήθηκαν ως παθογόνα. Βλ. David Schuster, Personalizing illness and modernity: S. Weir Mitchell, literary women, and neurasthenia, 1870-1914, Bulletin of the History of Medicine, 2005, 79, 695-722 και Brad Campbell, The making of American : Race and nation in neurasthenic discourse, History of Psychiatry, 2007, 18, 157-78. 15. Για την εξέλιξη της κοινωνικής εργασίας στις ΗΠΑ η βιβλιογραφία είναι εκτενής. Βλ. ενδεικτικά Daniel Walkowitz, Working with Class: Social Workers and the Politics of Middleclass Identity, Chapel Hill, University of North Carolina Press, 1999 Karen Tice, Tales of Wayward Girls and Immoral Women: Case Records and the Professionalization of Social Work, Urbana, University of Illinois Press, 1998 και Roy Lubove, The Professional Altruist: The Emergence of Social Work as a Career, 1880-1930, Cambridge, Harvard University Press, 1965. Για τις αμφισβητήσεις του επαγγελματικού κύρους των κοινωνικών λειτουργών βλ. Pamela Dale, Tension in the voluntary-statutory alliance: Lay professionals and the planning and delivery of mental deficiency services, 1917-45, στο Pamela Dale και Joseph Melling (επιμ.), Mental Illness and Learning Disability since 1850: Finding a Place for Mental Disorder in the United Kingdom, London, Routledge, 2006, 154-78 και Chris Nottingham, The rise of the insecure professionals, International Review of Social History, 2007, 52, 445-75.
22 «Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα κές γνώσεις και μεθόδους το οποίο λειτούργησε νομιμοποιητικά για τις επαγγελματικές διεκδικήσεις της. 16 Προνομιακό πεδίο τόσο της ψυχικής υγιεινής όσο και της ψυχιατρικής κοινωνικής εργασίας αποτέλεσε η παιδική ηλικία. Ήδη στις αρχές του 20ού αιώνα αναπτύχθηκε το κίνημα καθοδήγησης παιδιών (child guidance) σε στενή σχέση με την ψυχική υγιεινή. 17 Οι πρώτες κλινικές καθοδήγησης, που ιδρύθηκαν στο Σικάγο και τη Βοστόνη την εποχή αυτή και στηρίζονταν στην εργασία κοινωνικών λειτουργών και ψυχίατρων, αποτελούσαν κέντρα εξέτασης για παραβατικά παιδιά και νέους σε συνεργασία με τα δικαστήρια ανηλίκων. Στις δεκαετίες του 1920 και του 1930, όμως, ανέλαβαν και θεραπευτικό έργο, αντιμετωπίζοντας όχι μόνο παραβατικές συμπεριφορές αλλά και ποικίλα προβλήματα προσωπικότητας, συμπεριφοράς και σχέσεων. Σε αυτήν τους τη μορφή οι κλινικές καθοδήγησης εξαπλώθηκαν στις ΗΠΑ και τον Καναδά, τη Βρετανία, την Ολλανδία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες και προσανατόλισαν τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας στο «καθημερινό» και «κανονικό» παιδί και την «κοινή προβληματική συμπεριφορά» του: φόβοι και δειλία, ψευδισμός, νυκτερινές ενουρήσεις, δυσκολίες στο σχολείο, θυμός και επιθετικότητα, καθώς και μια σειρά άλλα προβλήματα θεωρήθηκαν ότι χρειάζονταν πρώιμη ψυχιατρική παρέμβαση, ώστε να αποτραπούν προβλήματα προσαρμογής και ψυχικές ασθένειες στην ενήλικη ζωή. 18 16. Joseph Gabriel, Mass-producing the individual: Mary C. Jarrett, Elmer E. Southard, and the industrial origins of psychiatric social work, Bulletin of the History of Medicine, 2005, 79, 430-58 και Vicky Long, Often there is a good deal to be done, but socially rather than medically : The psychiatric social worker as social therapist, 1945-70, Medical History, 2011, 55, 223-39. 17. Για παράδειγμα, οι επαγγελματίες της καθοδήγησης παιδιών δημοσίευαν κυρίως στο περιοδικό ψυχικής υγιεινής Mental Hygiene, που ξεκίνησε να εκδίδεται το 1917. Jones, Taming the Τroublesome Child, 97. 18. Στο ίδιο, κεφ. 4 Nikolas Rose, Governing the Soul: The Shaping of the Private Self, London, Free Association Books, 1999, 157 και John Stewart, The dangerous age of childhood : Child guidance in Britain, c.1918-1955, ανακοίνωση στο Department for Education, 6/10/2011, www.historyandpolicy.org/docs/john_stewart.pdf, τελευταία πρόσβαση 4/7/2013. Για το κίνημα καθοδήγησης παιδιών βλ. και Theresa Richardson, The Century of the Child: The Mental Hygiene Movement and Social Policy in the United States and Canada, Albany, N.Y., State University of New York Press, 1989, κεφ. 7 John Stewart, Child guidance in interwar Scotland: International influences and domestic concerns, Bulletin of the History of Medicine, 2006, 80, 513-39 John Stewart, The scientific claims of British child guidance, 1918-45, British Journal for the History of Science, 2009, 42, 407-32 Deborah Thom, Wishes, anxieties, play and gestures: Child guidance in inter-war Britain,
Κατανοώντας την ψυχική υγιεινή 23 Από τα παραπάνω γίνεται εμφανές ότι οι επαγγελματίες της ψυχικής υγιεινής και της καθοδήγησης παιδιών ψυχίατροι, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί ερμήνευαν και παρενέβαιναν σε ένα πλήθος από μικρά και μεγάλα, εμφανή και λανθάνοντα προβλήματα. 19 Παράλληλα μιλούσαν για την κοινωνία, τονίζοντας ότι μπορούσαν όχι μόνο να μειώσουν αλλά και να προλάβουν τα προβλήματα που δημιουργούσαν στην ψυχική κατάσταση των ατόμων και την κοινωνική συνοχή οι ραγδαίες αλλαγές της νεωτερικότητας, με κυριότερες την αστικοποίηση και εκβιομηχάνιση. Καθώς ο εκμοντερνισμός έμοιαζε ολοένα και περισσότερο αναπόφευκτος, η έμφαση δινόταν στους τρόπους με τους οποίους θα προσαρμόζονταν τα άτομα στις αλλαγές και θα προετοιμάζονταν για τη δυναμική της σύγχρονης ζωής. 20 Με αυτούς τους τρόπους στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα τα κινήματα ψυχικής υγιεινής και καθοδήγησης παιδιών, η νέα ψυχιατρική και η ψυχιατρική κοινωνική εργασία συνέβαλαν στην ευρύτερη διαδικασία μετακίνησης της ιατρικής από το νοσοκομείο και το παθολογικό στην κοινωνία και το «κανονικό», διαδικασίας που έχει περιγραφεί ως ανάδυση της «ιατρικής της επιτήρησης». 21 Η επέκταση των επιστημών «ψ» ψυχιατρικής, ψυχολογίας, ψυχιατρικής κοινωνικής εργασίας προς το «κανονικό» και το κοινωνικό συνεχίστηκε κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Ειδικά η ψυχολογία και οι ψυχοθεραπευτικές μέθοδοι είχαν αυξανόμενη απήχηση στις δεκαετίες του 1950 και 1960, ενώ οι βασικές αρχές της ψυχικής υγιεινής και της καθοδήγησης παιδιών προσαρμογή, εκπαίδευση, πρόληψη, πρώιμη θεραπεία, μεταθεραπεία και περίθαλψη σε ανοικτές υπηρεσίες παρέμεναν επίκαιρες. Ήδη κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ενισχύθηκε η τάση απομάκρυνσης από τα άσυλα, καθώς στρατιωτικοί γιατροί πειραματίστηκαν επιτυχώς με νέες θεραπείες, όπως σύντομες και ομαδικές ψυχοθεραπείες, καταδεικνύοντας ότι η αντιμετώπιση των ψυχικών στο Roger Cooter (επιμ.), In the Name of the Child: Health and Welfare, 1880-1940, London, Routledge, 1992, 189-212 Bonnie Evans, Rahman Shahina και Jones Edgar, Managing the unmanageable : Interwar child psychiatry at the Maudsley Hospital, London, History of Psychiatry, 2008, 19, 454-75. 19. Nikolas Rose, The Psychological Complex: Psychology, Politics and Society in England, 1869-1939, London, Routledge, 1985, 164. 20. Harry Oosterhuis, Insanity and other discomforts. A century of outpatient psychiatry and mental health care in the Netherlands 1900-2000, στο Marijke Gijswijt-Hofstra κ.ά. (επιμ.), Psychiatric Cultures Compared, 74-102. 21. David Armstrong, The rise of surveillance medicine, Sociology of Health and Illness, 1995, 17, 393-404, 396 και του ίδιου Political Anatomy of the Body. Medical Knowledge in Britain in the 20th century, Cambridge, Cambridge University Press, 1983, 14.
24 «Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα ασθενειών μπορούσε να είναι αποτελεσματική, χωρίς να απαιτείται η μακροχρόνια απομάκρυνση του ατόμου από το περιβάλλον του. 22 Ακολούθως, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), που ιδρύθηκε μετά τον Πόλεμο, βάσισε τη μεταρρυθμιστική πολιτική του για την ψυχική υγεία στην πρόληψη και την ανοικτή περίθαλψη. 23 Μάλιστα, στο πλαίσιο της ενδυνάμωσης του κράτους πρόνοιας μετά το 1945 και με το σκεπτικό ότι η βελτίωση της ψυχικής υγείας του πληθυσμού θα συντελούσε στη μεταπολεμική ανασυγκρότηση και σταθερότητα και στη δημιουργία μιας υγιούς και καλύτερης κοινωνίας, ο δημόσιος τομέας άρχισε να διαδραματίζει σημαντικότερο ρόλο στη χρηματοδότηση και διοίκηση των οργανώσεων ψυχικής υγιεινής και καθοδήγησης παιδιών, με αποτέλεσμα να επεκταθεί η δράση τους και η κλίμακα υλοποίησης των προγραμμάτων τους. 24 Στους λόγους και τους προβληματισμούς γύρω από τη σχέση της ψυχι- 22. Oosterhuis, Outpatient psychiatry and mental health care in the twentieth century και David Pilgrim και Anne Rogers, The troubled relationship between psychiatry and sociology, The International Journal of Social Psychiatry, 2005, 51, 228-41. 23. Steve Sturdy, Richard Freeman και Jennifer Smith-Merry, Making knowledge for international policy: WHO Europe and mental health policy, 1970-2008, Social History of Medicine, 2013, 26, 532-54, 536. 24. Stewart, The dangerous age of childhood Jones, Taming the Troublesome Child, 206, 210 και 224 Marijke Gijswijt-Hofstra, Within and οutside the walls of the asylum. Caring for the Dutch mentally ill, 1884-2000, στο Gijswijt-Hofstra κ.ά. (επιμ.), Psychiatric Cultures Compared, 35-72, 50 Oosterhuis, Outpatient psychiatry and mental health care in the twentieth century και Leonie de Goei, Psychiatry and society: The Dutch mental hygiene movement 1924-1960, στο Marijke Gijswijt-Hofstra και Roy Porter (επιμ.), Cultures of Psychiatry and Mental Health Care in Postwar Britain and the Netherlands, Amsterdam, Rodopi, 1998, 61-78. Είναι ενδεικτικό ότι μετά τον Πόλεμο η ανανεωμένη World Federation of Mental Health (WFMH) έβλεπε την ψυχική υγεία τόσο σαν προϋπόθεση της ειρήνης όσο και σαν παράγωγό της, ενώ στη Σουηδία η ίδρυση των Ψυχολογικών Υπηρεσιών για Παιδιά και Νέους το 1945 από το οικοδομούμενο κράτος πρόνοιας συνδεόταν με το σοσιαλδημοκρατικό όραμα για μια νέα, δημοκρατική κοινωνία και ένα «νέο παιδί». Για τη WFMH, βλ. Mathew Thomson, Before anti-psychiatry: Mental Health in wartime Britain, στο Gijswijt-Hofstra και Porter (επιμ.), Cultures of Psychiatry and Mental Health Care, 43-60. Για την περίπτωση της Σουδίας, Karin Zetterqvist Nelson και Bengt Sandin, Psychodynamics in child psychiatry in Sweden, 1945-85: From political vision to treatment ideology, History of Psychiatry, 2013, 24, 308-25. Για τις αλλαγές στις οργανώσεις ψυχικής υγιεινής μετά τον πόλεμο στις ΗΠΑ και την Αγγλία, βλ. Pols, Managing the mind και Nick Crossley, Contesting Psychiatry: Social Movements in Mental Health, London, Routledge, 2006, κεφ. 4. Για την εξέλιξη του κινήματος καθοδήγησης παιδιών στις δεκατίες του 1940, 1950 και 1960, βλ. Jones, Taming the Troublesome Child, 206, 218-219, 224 και 227.
Κατανοώντας την ψυχική υγιεινή 25 κής υγείας με την κοινωνική ευημερία ανταποκρίθηκε μια ειδική τάση της ψυχιατρικής, η κοινωνική ψυχιατρική, η οποία σε ένα βαθμό συνέχισε μετά τον Πόλεμο τη δυναμική των κινημάτων ψυχικής υγιεινής και καθοδήγησης παιδιών. Ο όρος «κοινωνική ψυχιατρική» χρησιμοποιήθηκε σε χώρες όπως στις ΗΠΑ, τη Γερμανία και την Ολλανδία, πριν τον Πόλεμο, για να περιγράψει προγράμματα πρόληψης και μεταθεραπείας εκτός των ψυχιατρικών ιδρυμάτων και να τονίσει τη σημασία των κοινωνικών μεταβλητών και διαστάσεων των ψυχικών διαταραχών. 25 Μετά τον Πόλεμο, η κοινωνική ψυχιατρική οργανώθηκε θεσμικά και γνώρισε σημαντική διάδοση διεθνώς. 26 Oι θεσμοί για περίθαλψη στην κοινότητα πλήθαιναν και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, έχοντας σαν αφετηρία την εγκαθίδρυση νοσοκομείων ημέρας από τον Ewen Cameron στον Καναδά και τον Joshua Bierer στην Αγγλία στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1940. Αυτοί οι θεσμοί ήταν εκλεκτικοί στις μεθόδους τους, συνδυάζοντας τις φαρμακοθεραπείες, τις ψυχοθεραπείες και τις κοινωνικές θεραπείες για παράδειγμα λέσχες ασθενών, υποστήριξη από κοινωνικούς θεραπευτές, συνήθως κοινωνικούς λειτουργούς, και κοινωνική εργασία με τον περίγυρο των ασθενών, ιδίως την οικογένεια. 27 Πέρα από τη δημιουργία ανοικτών υπηρεσιών, η κοινωνική ψυχιατρική εστίασε στην επίδραση των κοινωνικών συνθηκών στη συχνότητα και τους τύπους των ψυχικών νόσων αλλά και στο είδος και την ποιότητα της παρεχό- 25. Heinz-Peter Schmiedebach και Stefan Priebe, Social psychiatry in Germany in the twentieth century: Ideas and models, Medical History, 2004, 48, 449-72 και Harry Oosterhuis, Between institutional psychiatry and mental health care: Social psychiatry in the Νetherlands, 1916-2000, στο ίδιο, 413-28. Για μια παρουσίαση της «πρώιμης» κοινωνικής ψυχιατρικής, βλ. Rudolf Dreikurs, Early experiments in social psychiatry, International Journal of Social Psychiatry, 1961, 7, 141-47. 26. Matthew Smith, Hyperactive: The Controversial History of ADHD, London, Reaktion Books, 2012, 87-92, 97, 166, όπου σημειώνεται ότι η κοινωνική ψυχιατρική άσκησε αισθητή επίδραση στην πρώτη έκδοση του Diagnostic and Statistical Manual το 1952 (DSM-I) και τη θεσμοθέτηση των κέντρων ψυχικής υγείας στις ΗΠΑ από την Community Mental Health Centers Construction Act του 1963 και ότι ενδεικτική της οργάνωσης και διάδοσης της κοινωνικής ψυχιατρικής ήταν η ίδρυση των περιοδικών International Journal of Social Psychiatry (1956) και Social Psychiatry (1966). Για τον κοινωνικό ρόλο της ψυχιατρικής στις ΗΠΑ βλ. επίσης Gerald Grob, The attack of psychiatric legitimacy in the 1960s: Rhetoric and reality, Journal of the History of the Behavioral Sciences, 2011, 47, 398-416. 27. Για την εγκαθίδρυση νοσοκομείων ημέρας στη δεκαετία του 1950, βλ. ανάμεσα στο πλήθος σχετικών δημοσιεύσεων του International Journal of Social Psychiatry το Marian Axel, Treatment of schizophrenia in a day hospital: Preliminary observations on an eclectic approach, International Journal of Social Psychiatry, 1959, 5, 174-81.
26 «Ψυχική υγιεινή», κοινωνική πρόνοια και ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη μεταπολεμική Ελλάδα μενης περίθαλψης, δημιουργώντας συνεργασίες με τις κοινωνικές επιστήμες. 28 Εντρυφώντας στα ζητήματα αυτά, ορισμένοι υπέρμαχοι της κοινωνικής ψυχιατρικής έφτασαν να υποστηρίζουν ότι η ίδια η ψυχιατρική ήταν μια κοινωνική επιστήμη 29 και ότι το έργο της περιλάμβανε τη βελτίωση της κοινωνικής κατάστασης των λιγότερο προνομιούχων, προκειμένου να καταπολεμηθούν τα κοινωνικά αίτια των ψυχικών νόσων, όπως η φτώχια. 30 Αλλά και στις πιο μετροπαθείς εκφάνσεις της, η κοινωνική ψυχιατρική έθετε στο πεδίο της την εποπτεία και βελτίωση της ψυχικής υγείας του πληθυσμού και απευθυνόταν όχι μόνο στους ψυχικά ασθενείς αλλά στο σύνολο της κοινωνίας, με σκοπό να διευκολύνει την κοινωνική προσαρμογή των ατόμων. 31 Σε κάθε περίπτωση, η κοινωνική ψυχιατρική αφορούσε όλο το φάσμα της σύγχρονης ζωής 32 και, συνεπώς, συνέχιζε την ψυχιατρική επέκταση στο «κανονικό» και το κοινωνικό που είχε αποπειραθεί η ψυχική υγιεινή, η νέα ψυχιατρική και η καθοδήγηση παιδιών τις προηγούμενες δεκαετίες. Ασφαλώς, δεν έλειπαν οι αντιρρήσεις απέναντι σε αυτό το φιλόδοξο άνοιγμα της ψυχιατρικής. Ακόμα και την περίοδο ακμής της κοινωνικής ψυχιατρικής στη δεκαετία του 1960, ορισμένοι ψυχίατροι επισήμαιναν ότι η υπερβολική διεύρυνση του ψυχιατρικού πεδίου έθετε σε κίνδυνο τη θέση της ψυχιατρικής ως ιατρικού επαγγέλματος. Οι προκλήσεις απέναντι στην κοινωνική ψυχιατρική εντάθηκαν στη δεκαετία του 1970, όταν η βιολογική ψυχιατρική και η θεώ- 28. Για παράδειγμα, το 1958 δημοσιεύτηκε η μελέτη των August de Belmont Hollingshead, κοινωνιολόγου, και Fredrick Redlich, ψυχίατρου, Social Class and Mental Illness. A Community Study. Αν και η κοινωνική ψυχιατρική, τονίζοντας τις κοινωνικές όψεις της ψυχικής ασθένειας, ερχόταν σε αντιδιαστολή με την ψυχαναλυτική θεωρία, που επικεντρωνόταν στο ατομικό επίπεδο, δεν έλειπαν οι προσμείξεις των δύο θεωριών. Για παράδειγμα, ο Redlich ήταν εκπαιδευμένος και στην ψυχανάλυση και το Social Class and Mental Illness διεπόταν από φροϋδικές ιδέες. Βλ. Pilgrim και Rogers, The troubled relationship between psychiatry and sociology. Άλλωστε, ορισμένοι ψυχίατροι, όπως ο αμερικανός Robert Felix, υποστήριζαν μια ολιστική προσέγγιση, που περιλάμβανε την ψυχαναλυτική, βιολογική και κοινωνική θεώρηση, ενώ η πρώτη έκδοση του Diagnostic and Statistical Manual (DSM-I) το 1952 δεν είχε δεχθεί επίδραση μόνο από την κοινωνική ψυχιατρική, αλλά και από τη δυναμική. Smith, Hyperactive, 87 και 98. 29. Αυτή η δήλωση περιλαμβανόταν σε κείμενο των γάλλων ψυχίατρων L. Bonnafé και S. Follin του 1950 και παρατίθεται στο Coffin, Misery and Revolution, 235. 30. Smith, Hyperactive, 88-89. 31. Oosterhuis, Outpatient psychiatry and mental health care in the twentieth century. 32. Thomas Rennie, Social psychiatry-a definition, International Journal of Social Psychiatry, 1955, 1, 5-13.
Κατανοώντας την ψυχική υγιεινή 27 ρηση της ψυχιατρικής ως νευροεπιστήμης άρχισαν να κερδίζουν έδαφος. 33 Ωστόσο, η κοινωνική ψυχιατρική συνέχιζε να έχει απήχηση, ιδίως ως προς το ανοικτό μοντέλο περίθαλψης. Καθώς έβλεπε ως φυσικό περιβάλλον και βάση της ψυχιατρικής όχι το νοσοκομείο, αλλά την κοινότητα και τις ανοικτές υπηρεσίες, όπως νοσοκομεία ημέρας, θεραπευτικές κοινωνικές λέσχες και κέντρα απασχόλησης, 34 η κοινωνική ψυχιατρική παρείχε θεωρητική θεμελίωση στις πολιτικές ψυχιατρικής μεταρρύθμισης ή «αποασυλοποίησης», 35 που ξεκίνησαν σε πολλές χώρες μετά τον Πόλεμο και ιδίως από τη δεκαετία του 1960 και συνεχίζονταν στη δεκαετία του 1970 και μετά από αυτή. 36 Ασφαλώς, ο πολλαπλασιασμός των ανοικτών υπηρεσιών και η μείωση των νοσοκομειακών κλινών, που τέθηκαν στο επίκεντρο των μεταρρυθμιστικών πολιτικών, δεν υλοποιήθηκαν μόνο χάρη στην υποστήριξη της κοινωνικής ψυχιατρικής. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν τα πρώτα αποτελεσματικά ψυχοφάρμακα που έγιναν διαθέσιμα από τη δεκαετία του 1950, ενώ τις επόμενες δεκαετίες η «αποασυλοποίηση» υποστηρίχθηκε από νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις στο πλαίσιο της περικοπής των δημόσιων δαπανών για την ψυχική υγεία, μιας και οι ανοικτές δομές θεωρήθηκαν πιο οικονομικές από τις κλειστές. Συγχρόνως, η ψυχιατρική μεταρρύθμιση ήταν αλληλένδετη με το κοινωνικό κλίμα των ετών 1960 και 1970. Στο πλαίσιο των κοινωνικών κινημάτων της εποχής, της κριτικής στους κοινωνικούς θεσμούς και των διεργασιών εκδημοκρατισμού και κοινωνικής χειραφέτησης, τα δικαιώματα των ψυχικά ασθενών προσέλκυσαν το δημόσιο ενδιαφέρον και η ψυχιατρική 33. Smith, Hyperactive, 93. 34. Edward Shorter, A Historical Dictionary of Psychiatry, Oxford, Oxford University Press, 2005, 59 R.A. Stewart, The Institute of Social Psychiatry, International Journal of Social Psychiatry, 1956, 2, 214-19 και Joshua Bierer, Day hospitals: Further developments, International Journal of Social Psychiatry, 1961, 7, 148-51. 35. Η ευκρίνεια του όρου «αποασυλοποίηση» έχει αμφισβητηθεί έχει, για παράδειγμα, υπογραμμιστεί ότι αυτό που συνέβη στις ΗΠΑ ανάμεσα στις δεκαετίες του 1960 και 1980 δεν ήταν η απομάκρυνση από τους ψυχιατρικούς θεσμούς (deinstitutionalisation) αλλά η μετακίνηση των ασθενών σε μια ποικιλία θεσμών (transinstitutionalisation). Grob, The transformation of mental health policy in twentieth-century America, 151. Αν και αυτή η παρατήρηση επιβεβαιώνεται και σε άλλες χώρες, ο όρος deinstitutionalisation (αποασυλοποίηση/αποϊδρυματισμός) συνεχίζει να χρησιμοποιείται, καθώς υπογραμμίζει την απομάκρυνση από τα μεγάλα, κλειστά ψυχιατρικά ιδρύματα (άσυλα). 36. Gijswijt-Hofstra, Within and οutside the walls of the asylum Volker Roelcke, Continuities or ruptures? Concepts, institutions and contexts of twentieth-century German psychiatry and mental health care, στο Gijswijt-Hofstra κ.ά. (επιμ.), Psychiatric Cultures Compared, 162-82 Coffin, Misery and Revolution και Sturdy, Freeman και Smith-Merry, Making knowledge for international policy, 536-38.