Πτυχιακή Εργασία Θέμα: «Φωνολογικές διαταραχές και διαταραχές άρθρωσης και συννοσηρότητα με άλλες διαταραχές»

Σχετικά έγγραφα
Αρθρωτικές-Φωνολογικές διαταραχές Αποκατάσταση φωνημάτων /f/ - /v/

- Καθυστέρηση λόγου (LLI)

Αναπτυξιακά ορόσημα λόγου

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

Οι διαταραχές του λόγου και τις οµιλίας στην παιδική ηλικία. Αναστασία Λαµπρινού Δεκέµβριος 2001

Η ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΓΕΝΝΗΣΗ 6 ΕΤΩΝ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:

ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΛΟΓΟΥ -ΟΜΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ : ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ

Η γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών.

ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

Η φωνολογική επίγνωση. Ευφημία Τάφα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΗΣ

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

Περιεχόμενα ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΝΟΗΣ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΝΟΗΣ. Κεφάλαιο 3

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΗΣ

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

12 Σταθμισμένα διερευνητικά ανιχνευτικά εργαλεία κριτήρια μαθησιακών δυσκολιών

«Δοκιμασία Εκφραστικού Λεξιλογίου σε τυπικά αναπτυσσόμενα παιδιά ηλικίας 6 8 ετών»

Ανάγνωση. Ικανότητα γρήγορης και αυτόματης αναγνώρισης λέξεων. Γνώση γραμμάτων και αντιστοιχίας γραμμάτων φθόγγων. Κατανόηση κειμένου

Αιτία παραποµπής Ε Ω ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΕΤΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΤΟΥ ΠΑΙ ΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΛΟΓΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗΣ.

Τι είναι η Λογοθεραπεία. Φωνής Ομιλίας. Εξελικτική. Ο ρόλος του. λογοθεραπευτή, αξιολόγησης, του. αντιμετώπισης

Στάδια Ανάπτυξης Λόγου και Οµιλίας

Προσέγγιση των Μαθησιακών Δυσκολιών και Εφαρμογή του Τεστ Αθηνά

29. Βοηθητικό ρόλο στους μαθητές με δυσγραφία κατέχει η χρήση: Α) ηλεκτρονικών υπολογιστών Β) αριθμομηχανών Γ) λογογράφων Δ) κανένα από τα παραπάνω

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ

Μαθησιακές Δυσκολίες Εκπαιδευτική αξιολόγηση. Πηνελόπη Κονιστή ΠΕ 70 Med Ειδικής Αγωγής

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ 6 ΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ (2 Ο ΜΑΘΗΜΑ)

Κεφάλαιο Ένα Επίπεδο 1 Στόχοι και Περιεχόμενο

Πότε πρέπει να αρχίζει η λογοθεραπεία στα παιδιά - λόγος και μαθησιακές δυσκολίες

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

3 η Ενότητα. Φωνητική παραγωγή

Φοιτήτρια: Τσαρκοβίστα Βικτώρια (Α.Μ ) Επιβλέπων καθηγητής: Χριστοδουλίδης Παύλος

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Γνωστική Ψυχολογία ΙΙ (ΨΧ 05) Γλώσσα (2)

Πτυχιακή με θέμα: «Μαθησιακές δυσκολίες στη σχολική ηλικία και εφαρμογή του Τεστ Πρώιμης Ανίχνευσης Δυσλεξίας».

ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΤΙΣ ΠΡΟ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ Γ ΤΑΞΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

13 ο ΠΑΓΚΥΠΡΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΔΥΣΛΕΞΙΑΣ Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2010 Εργαστήριο

Πώς μαθαίνουν οι μαθητές;

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ. ΤΜΗΜΑ ΠΜΣ.. ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Ο ΤΙΤΛΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΙΣΗ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ

ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΛΥΔΙΑ ΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΠΡΑΤΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ΠΑΥΛΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 3. ΙΣΤΟΡΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Πρωτόγονη και αρχαία περίοδος. Ελληνική και Ρωμαϊκή περίοδος.. Μεσαίωνας..

ΕΙΔΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ. Πολυδύναµο Καλλιθέας Φεβρουάριος 2008 Αναστασία Λαµπρινού

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

Παιδαγωγική ή Εκπαίδευση ΙΙ

«Διαγνωστικές κατηγορίες και διαγνωστικά κριτήρια για όλες τις μαθησιακές δυσκολίες, σύμφωνα με το DSM-IV, DSM-IV TR, DSM-V & ICD-10»

Σπουδάστρια: Ευθυμίου Μαρία Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζακοπούλου Βικτωρία

«ΑΝΑΛΥΣΗ, ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΓΛΩΣΣΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΣΕ 15 ΠΑΙΔΙΑ ΗΛΙΚΙΑΣ 3 ΕΩΣ 8 ΕΤΩΝ» ΜΙΚΡΟΒΑ ΕΙΡΗΝΗ-ΒΑΡΒΑΡΑ Α.Μ.9133

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΗΣ

Μέθοδος-Προσέγγιση- Διδακτικός σχεδιασμός. A. Xατζηδάκη, Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μιο Κρήτης

θέραπειν Αγίας Σοφίας 3, Ν. Ψυχικό, Τ ,

ΦΟΡΜΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. 1) Στάση του μαθητή/τριας κατά τη διάρκεια του μαθήματος: Δεν την κατέχει. Την κατέχει μερικώς. επαρκώς

Φοιτήτρια: Μπαράκου Χρυσάνθη ΑΜ: 9835 Υπεύθυνη καθηγήτρια: κ. Ζακοπούλου Βικτωρία

ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ & ΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

Η ενίσχυση της φωνολογικής επίγνωσης στα παιδιά της προσχολικής ηλικίας Ευφημία Τάφα

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΛΕΚΤΙΚΗ ΑΠΡΑΞΙΑ

FOUNDERS CLUB. Πλήρες Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα για Τελειόφοιτους & Νέους Επαγγελματίες Λογοθεραπευτές

Ο Γραπτός λόγος στο Νηπιαγωγείο

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

Γνωστική Ανάπτυξη Ενότητα 7: Ανάπτυξη Αντίληψης

Φωνητική-Φωνολογία της Ιταλικής Γλώσσας

Οι διδακτικές πρακτικές στην πρώτη τάξη του δημοτικού σχολείου. Προκλήσεις για την προώθηση του κριτικού γραμματισμού.

Παρεμβάσεις για τις μαθησιακές δυσκολίες

Σπουδαστές Γιαννουλάκης Αντρέας Α.Μ Τσουρουνάκης 'Αγγελος Α.Μ Μουτουσίδου Πόπη Α.Μ Εισηγητής: Ταφιάδης Χρ.

Αντώνης Μποτίνης 1. 3 International Phonetic Association. Η Διεθνής Φωνητική Εταιρία διατηρεί ιστοσελίδα στη

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΗΣ

Χαρακτηριστικά άτυπης αξιολόγησης

=> Οι μαθησιακές δυσκολίες αποτελούν έναν ανομοιογενή πληθυσμό

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Η παραγωγή αναφορικών προτάσεων από κυπριόπουλα παιδιά με Γλωσσική Διαταραχή

Δυσλεξία και Ξένη Γλώσσα

ΜΑΘΗΣΙΑΚEς ΔΥΣΚΟΛIΕς: ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΜΕ ΧΟΡΗΓΗΣΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ. Σωτηρία Τζιβινίκου

Σχολική Ψυχολογία Ενότητα 3 Μαθησιακές Δυσκολίες: Eννοιολογικός Προσδιορισμός, Tαξινόμηση, Aιτιολογία

ΤΡΑΥΛΙΣΜΟΣ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

Προβλήματα ομιλίας στην παιδική ηλικία

Μαρκομανωλάκη Ελένη Α. Μ. : 9799 Επιβλέπων καθηγητής : Νάσιος Γρηγόριος

Γνωστική Ψυχολογία ΙΙ (ΨΧ 05) Γλώσσα (1)

ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΕΣ

«Διάγνωση και Διαφορική Διάγνωση της Αναπτυξιακής Απραξίας της Ομιλίας» Διομήδης Ψωμόπουλος Λογοθεραπευτής- Ειδ. Παιδαγωγός Θεσσαλονίκη 10/12/16

618 -Λογοθεραπείας (Πάτρα)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ ΣΤΟ CLOUD COMPUTING ΜΑΘΗΣΙΑΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

Γνωστική Ψυχολογία ΙΙ (ΨΧ 05) Γλώσσα (3)

1. Ορισµός της ΕΓΔ Χαρακτηριστικά της ΕΓΔ

Επιμορφωτικό Σεμινάριο «Η μετάβαση από το Νηπιαγωγείο στο Δημοτικό Σχολείο»

«Μαθησιακές δυσκολίες και παραβατική συμπεριφορά»

ιαταραχές Επικοινωνίας & Λόγου στον Αυτισμό Μαρίτσα Καμπούρογλου, Λογοπεδικός Μαρία Παπαντωνίου, Λογοπεδικός Ίδρυμα για το Παιδί «Η Παμμακάριστος»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος των συγγραφέων για την ελληνική έκδοση... xxiii ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Κεφάλαιο 1. Παρουσίαση της ψυχολογίας της ανάπτυξης...

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

ΘΕΜΑ: «PROFILE ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ»

Σύλλογος Εγγεγραμμένων γρ Λογοπαθολόγων

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

Τα πρώιμα μοντέλα του Cummins. Α.Χατζηδάκη

Προβλήματα Λόγου Νεονάκη Ειρώνα, Λογοπεδικός. Τι είναι η λογοπεδική

ヤ Διδασκαλία της Γλώσσας στις τάξεις Γ & Δ

Δραστηριότητες γραμματισμού: Σχεδιασμός

Transcript:

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Θέμα: «Φωνολογικές διαταραχές και διαταραχές άρθρωσης και συννοσηρότητα με άλλες διαταραχές» Τσάλη Χριστίνα (Α.Μ:16182) Καπετανίδου Σουλτάνα (Α.Μ:16252) Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Ιγνατίου Μαρία ΙΩΑΝΝΙΝΑ ΜΑΡΤΙΟΣ 2018 I

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Θέμα: «Φωνολογικές διαταραχές και διαταραχές άρθρωσης και συννοσηρότητα με άλλες διαταραχές» Τσάλη Χριστίνα (Α.Μ:16182) Καπετανίδου Σουλτάνα (Α.Μ:16252) Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Ιγνατίου Μαρία ΙΩΑΝΝΙΝΑ ΜΑΡΤΙΟΣ 2018 II

Εγκρίθηκε από τριμελή εξεταστική επιτροπή Τόπος, Ημερομηνία ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ 1.Επιβλέπων καθηγητής 2.Μέλος επιτροπής 3.Μέλος επιτροπής Ο/Η Προϊστάμενος/η του Τμήματος I

Τσάλη Χριστίνα, Καπετανίδου Σουλτάνα 2018 Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος. All rights reserved II

Δήλωση μη λογοκλοπής Δηλώνω υπεύθυνα και γνωρίζοντας τις κυρώσεις του Ν. 2121/1993 περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, ότι η παρούσα πτυχιακή εργασία είναι εξολοκλήρου αποτέλεσμα δικής μου ερευνητικής εργασίας, δεν αποτελεί προϊόν αντιγραφής ούτε προέρχεται από ανάθεση σε τρίτους. Όλες οι πηγές που χρησιμοποιήθηκαν (κάθε είδους, μορφής και προέλευσης) για τη συγγραφή της περιλαμβάνονται στη βιβλιογραφία. Τσάλη Χριστίνα Υπογραφή Καπετανίδου Σουλτάνα Υπογραφή III

Ευχαριστίες Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε την καθηγήτρια και επόπτρια μας κ. Ιγνατίου Μαρία για την καθοδήγησης της και τους λογοθεραπευτές Ευγενία Χοροζοπούλου και Σταύρο Μυλωνίδη για τις πολύτιμες διορθώσεις τους. IV

Περίληψη Ο προφορικός λόγος έχει άρρηκτη σχέση με την αναπτυξιακή πορεία του παιδιού καθώς αποτελεί ένα εξαιρετικά χρήσιμο και σημαντικό εργαλείο που έχει ενεργό ρόλο και συμμετοχή στη μαθησιακή διαδικασία. Η διερεύνηση των διαταραχών λόγου, ειδικότερα των φωνολογικών και αρθρωτικών διαταραχών, στην προσχολική κυρίως ηλικία αλλά και η πρώιμη παρέμβαση θεωρείται καθοριστικός παράγοντας στην πρόληψη της σχολικής αποτυχίας αλλά και της ψυχικής υγείας. Γενικότερα, ο προφορικός λόγος αποτελεί χρήσιμο εργαλείο το οποίο έχει την ευχέρεια να επιτρέπει στο παιδί να αποκτήσει γνώσεις, να τις ταξινομεί αλλά και να τις χρησιμοποιεί. Παράλληλα, του δίνει τη δυνατότητα να αποκτήσει πνευματικό δυναμικό το οποίο παίζει σημαντικό ρόλο στην απόκτηση του «κόσμου». Οι διαταραχές του λόγου αλλά και οι επιπτώσεις που έχουν για το παιδί, το ακολουθούν στην ενήλικη ζωή του (αντικοινωνική συμπεριφορά, χαμηλή αυτοεκτίμηση κλπ). Καθοριστικό παράγοντα, όμως, αποτελεί η άμεση αντιμετώπιση των γλωσσικών διαταραχών με κατάλληλα προγράμματα πρώιμης παρέμβασης, που έχουν ως βασικότερο σκοπό τη βέλτιστη μείωση των συγκεκριμένων διαταραχών. Με την πρώιμη παρέμβαση είναι εφικτή η ανάπτυξη των περιοχών του λόγου, οι οποίες δεν λειτουργούν σωστά, προσφέροντας με αυτόν τον τρόπο στο παιδί την ευκαιρία για ίση ικανότητα προσβασιμότητας στη γνώση, στη μάθηση αλλά και στην καλή σχολική επίδοση. Σκοπός της εργασίας είναι να παρουσιάσει μέσω της βιβλιογραφικής επισκόπησης της φωνολογικές διαταραχές και τις διαταραχές άρθρωσης και τις πιθανές δυσκολίες που μπορούν να συνυπάρχουν με αυτές. Στόχος της είναι να περιγράψει την ανατομία της ομιλίας και της άρθρωσης και να αναδείξει τα επίπεδα και τις δυσκολίες απόκτησης της φωνολογικής ενημερότητας. Επίσης, θέλει να καταδείξει τις διαφορές μεταξύ των φωνολογικών διαταραχών και των διαταραχών άρθρωσης. Τέλος, ορίζει τις διαταραχές που συνυπάρχουν με τις φωνολογικές και τις διαταραχές άρθρωσης και τις αξιολογεί. V

Abstract Oral speech is inextricably linked to the developmental process of the child as it is an extremely useful and important tool that has an active role and participation in the learning process. Investigation of speech disorders, in particular phonological and articular disorders, especially in pre-school age, and early intervention is considered as a determining factor in the prevention of school failure and mental health. More generally, it is a useful tool that allows the child to acquire knowledge, classify and use them. At the same time, it is finally able to acquire a spiritual potential that plays an important role in the acquisition of the world. Disorders of speech, as well as their impact on the child, follow it in his adult life (antisocial behavior, low self-esteem, etc.). However, it is crucial to deal directly with appropriate early intervention programs, with the key aim of optimizing the reduction of specific disorders. With early intervention, it is possible to develop areas of speech that do not work properly, thus giving the child an opportunity for equal accessibility to knowledge, learning, and good school performance. The aim of the is to present through bibliographic review phonological and articular disorders and the possible difficulties that may exist with them. Its aim is to describe the anatomy of speech and articulation and to highlight the levels and difficulties of acquiring phonological awareness. He also wants to demonstrate the differences between phonological and articular disorders. Finally, it defines the disorders that co-exist with phonological and articular disorders and evaluates them. VI

Περιεχόμενα Περίληψη... V Abstract... VI Περιεχόμενα... VII Περιεχόμενα Εικόνων... IX Περιεχόμενα Πινάκων... IX Εισαγωγή... X 1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ... 1 ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΡΘΡΩΣΗΣ... 1 1.1 Εγκεφαλικοί μηχανισμοί που εμπλέκονται στην ομιλία... 1 1.2 Παραγωγή ομιλίας... 2 1.3 Βασικές έννοιες άρθρωσης... 6 1.4 Διαδικασία άρθρωσης... 9 1.5 Γλωσσική ανάπτυξη... 11 2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ... 18 ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ... 18 2.1 Βασικές έννοιες... 18 2.2 Δυσκολία απόκτησης της φωνολογικής επίγνωσης... 20 2.3 Τα επίπεδα της φωνολογικής επίγνωσης... 21 2.4 Κριτήρια φωνολογικής επίγνωσης σε παιδιά προσχολικής ηλικίας... 24 3 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ... 28 ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΑΡΘΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ... 28 3.1 Βασικές έννοιες και ορισμοί... 28 3.2 Επιδημιολογικά στοιχεία... 32 3.3 Διαφοροδιάγνωση... 33 VII

3.4 Φωνολογικές διεργασίες... 35 3.5 Αιτιολογία διαταραχών άρθρωσης... 40 3.6 Αναπτυξιακή φωνολογική διαταραχή... 43 3.7 Διάγνωση... 45 3.8 Θεραπεία... 46 4 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ... 48 ΣΥΝΥΠΑΡΧΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ... 48 4.1 Μαθησιακές δυσκολίες... 48 4.2 Ειδική γλωσσική διαταραχή... 49 4.3 Δυσλεξία... 51 5.4 Απραξία... 52 4.5 Σχιστίες... 55 4.6 Βαρηκοΐα - κώφωση... 57 5 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ... 60 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ... 60 5.1 Αξιολόγηση των διαταραχών άρθρωσης και των φωνολογικών διαταραχών... 60 5.2 Σκοπός αξιολόγησης... 61 5.3 Αρχές και διαδικασίες αξιολόγησης... 62 5.4 Αξιολόγηση ακοής και τεστ φωνολογίας... 63 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 67 Βιβλιογραφία... 69 VIII

Περιεχόμενα Εικόνων Εικόνα 1.1: Το ανθρώπινο φωνητικό σύστημα.. 5 Εικόνα 1.2: Τα κύρια μέρη της άνω επιφάνειας της φωνητικής οδού.... 7 Εικόνα 1.3: Τα κύρια της κάτω επιφάνειας της φωνητικής οδού... 8 Εικόνα 1.4: Πλάγια τομή της φατνιακής οδού, που δείχνει τα σημεία άρθρωσης... 10 Περιεχόμενα Πινάκων Πίνακας 3.1: Ταξινόμηση αρθρωτικών και φωνολογικών διαταραχών... 29 Πίνακας 3.2 : Κριτήρια για τη σοβαρότητα του προβλήματος άρθρωσης... 31 Πίνακας 3.3: Τα χαρακτηριστικά της διαφορικής διάγνωσης μεταξύ αρθρωτικών και φωνολογικών διαταραχών... 34 IX

Εισαγωγή Η ανάπτυξη του λόγου, της ομιλίας και της επικοινωνίας αποτελεί μια πολύπλοκη διαδικασία, η οποία σχετίζεται με μια σειρά από αλληλεπιδραστικές ενέργειες και πρακτικές στον άνθρωπο που αναπτύσσεται. Η ομαλή εξέλιξη των παραπάνω λειτουργιών του ανθρώπου σημαίνει πως η συγκεκριμένη αλληλεπίδραση ήταν εξαιρετικά αποδοτική. Αντίθετα, οι διαταραχές στο λόγο, στην ομιλία αλλά και στην επικοινωνία αποτελούν μια μορφή ένδειξης πως η παραπάνω αλληλεπίδραση σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζει σημαντικές δυσκολίες κατά την υλοποίηση της. Ένα μεγάλο ποσοστό παιδιών προσχολικής ηλικίας καθυστερεί αισθητά στην ανάπτυξη της ομιλίας, δίχως να υφίσταται κάποια οργανική νόσος, η οποία να δικαιολογεί την εν λόγω καθυστέρηση. Τα συμπτώματα είναι ασαφή, δυσνόητη ομιλία με αντικατάσταση, μετάθεση ή απαλοιφή συμφώνων στις λέξεις. Το ζήτημα τις περισσότερες φορές εντοπίζεται σε βασικές δυσκολίες στην αντίληψη, στην επεξεργασία αλλά και στην οργάνωση των ήχων σε λέξεις καθώς επίσης και στον φωνολογικό μηχανισμό της γλώσσας. Παρόμοιας μορφής δυσκολίες κατηγοριοποιούνται στην ομάδα των εξελικτικών φωνολογικών διαταραχών. Η δυσνόητη ομιλία, η οποία ως επί το πλείστον προέρχεται από αλλοίωση των φθόγγων εξαιτίας είτε της έλλειψης της ακρίβειας στην άρθρωση είτε της δυσκολίας στην εκφοράς της ακολουθίας των φθόγγων που περιέχονται στη συγκεκριμένη λέξη, είναι εφικτό να δείχνει νευρολογικά, ανατομικά είτε ακόμα και λειτουργικά προβλήματα. Οι συγκεκριμένες δυσκολίες αυτής της μορφής είναι αρθρωτικές και αποτελούν ξεχωριστές διαγνωστικές κατηγορίες αλλά είναι δυνατόν να υφίστανται παράλληλα με τις φωνολογικές διαταραχές που θα μελετήσουμε στη συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία. Σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, είναι σημαντική η έρευνα των συγκεκριμένων διαταραχών, η οποία θα πρέπει να γίνει μέσω μιας διεπιστημονικής προσέγγισης. Στόχος της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας αποτελεί η διεξοδική μελέτη και η εκτενής έρευνα που αφορά τις φωνολογικές και τις αρθρωτικές διαταραχές. Για να επιτευχθεί ο παραπάνω στόχος θα υλοποιηθεί μια βιβλιογραφική ανασκόπηση από διεθνή, ελληνική αλλά και διαδικτυακή βιβλιογραφία με στόχο να παρουσιάσουμε τις παραπάνω διαταραχές καθώς επίσης και τη συννοσηρότητα με άλλες διαταραχές παρόμοιας μορφής, έτσι ώστε με το X

πέρας της εν λόγω πτυχιακής εργασίας να είμαστε σε θέση να αντλήσουμε τα βέλτιστα επιθυμητά συμπεράσματα. Όσο αφορά στη δομή της εργασίας, θα πρέπει να αναφερθεί πως στο 1ο κεφάλαιο θα μελετήσουμε τη γενική ανατομία της ομιλίας και της άρθρωσης ενώ στο 2ο κεφάλαιο θα μελετήσουμε τη φωνολογική επίγνωση και τα επίπεδα που περιέχονται σε αυτήν την έννοια. Στο 3ο κεφάλαιο, που θα αποτελεί και το μεγαλύτερο μέρος της εργασίας αυτής, θα ερευνήσουμε τις αρθρωτικές και τις φωνολογικές διαταραχές, ενώ στο 4ο κεφάλαιο θα παρουσιάσουμε τις συνυπάρχουσες διαταραχές. Τέλος, το 5ο κεφάλαιο θα αφορά τη διαδικασία αξιολόγησης των παραπάνω διαταραχών και το τελευταίο θα καταλήγει ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με τα προηγούμενα κεφάλαια. XI

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΡΘΡΩΣΗΣ 1.1 Εγκεφαλικοί μηχανισμοί που εμπλέκονται στην ομιλία Η γλωσσική κατανόηση αλλά και η έκφραση έχουν άρρηκτη σχέση με δυο κύριες περιοχές του εγκεφάλου. Η περιοχή που αφορά την κατανόηση ονομάζεται Wernicke και ανιχνεύεται στο πίσω μέρος της πάνω κροταφικής έλικας. Τις περισσότερες φορές επεκτείνεται μέχρι την υπερκείμενη επιχείλια έλικα, ενώ, ιστολογικά κατά κύριο λόγο περιέχει μέρος της περιοχής 22 κατά Brodman. Η περιοχή αυτή ειδικεύεται στην υψηλού επιπέδου φωνητική αλλά και φωνολογική ανάλυση του προφορικού λόγου και αφορά δράσεις οι οποίες είναι χρήσιμες για την αναγνώριση προφορικών λέξεων. 1 Από την άλλη πλευρά, η περιοχή η οποία συνδέεται με τη γλωσσική έκφραση ονομάζεται τοποθεσία Broca, ανιχνεύεται στην κατώτερη μετωπιαία έλικα του εγκεφαλικού φλοιού και περιέχεται ως επί το πλείστον στις τοποθεσίες 44 και 45 του Brodman. Η περιοχή Broca εμπλέκεται στη διαδικασία επεξεργασίας των μορφοσυντακτικών στοιχείων του προφορικού αλλά και του γραπτού λόγου ενός ανθρώπου. Παράλληλα παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάλυση των ήχων της ομιλίας κατά τρόπο τέτοιο που εστιάζει στις λεπτές κινήσεις των αρθρωτών κατά τη διαδικασία ανάπτυξης των ομιλητικών ήχων. 2 Σημαντικό ρόλο σε όλα τα παραπάνω έχει και η νεύρωση του λεκτικού μηχανισμού. Τα κρανιακά νεύρα είναι καθοριστικά αφού είναι αρμόδια για την παρακολούθηση της πλειονότητας των μυών, οι οποίοι αποτελούν το σύστημα της ανθρώπινης ομιλίας. Οι μύες του συγκεκριμένου μηχανισμού νευρώνονται από τα κινητικά κρανιακά νεύρα τα οποία έχουν 1 P. Ladefoged, (2007), Εισαγωγή στη φωνητική, μεταφ. Μαρία Μπαλτατζάνη, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα. 2 Ζ. Γαβριηλίδου, (2003), Φωνητική συνειδητοποίηση και διόρθωση παιδιών προσχολικής ηλικίας, Εκδόσεις Tυποθήτω, Αθήνα. 1

προέλευση από την κινητική περιοχή (τη γέφυρα και τον προμήκη μυελό) του εγκεφαλικού στελέχους. Τα κρανιακά νεύρα είναι υπεύθυνα για τη διαδικασία μεταβίβασης ώσεων από τους ανώτερους κινητικούς νευρώνες στους κατώτερους νευρώνες. Υφίστανται 6 ζεύγη κρανιακών νεύρων τα οποία περιέχονται στην ανάπτυξη ομιλίας και αυτά είναι το τρίδυμο, το προσωπικό, το γλωσσοφαρυγγικό, το πνευμονογαστρικό, το παραπληρωματικό καθώς επίσης και το υπογλώσσιο. 3 1.2 Παραγωγή ομιλίας Η ομιλία είναι το τελικό αποτέλεσμα του προφορικού λόγου και αποτελείται από ηχητικά σύνολα που έχουν την ευχέρεια να μεταφέρουν ένα μήνυμα από τον εκάστοτε ομιλητή στον ακροατή. Τα ηχητικά αυτά σύνολα, τα οποία είναι αποτέλεσμα της πρακτικής της ομιλίας, οφείλονται στη συγχρονισμένη δράση τριών κινητικών μηχανισμών οι οποίοι είναι ο αναπνευστικός, ο λαρυγγικός αλλά και ο αρθρωτικός. 4 Οι τρεις αυτοί κινητικοί μηχανισμοί έχουν την ευχέρεια να μεταφέρουν τον εξερχόμενο αέρα μέσα από τις δομές τους (θωρακική κοιλότητα, τραχεία, λάρυγγας, φάρυγγας, στοματική και ρινική κοιλότητα), αλλάζοντας σημαντικά τη ροή του αέρα με τις ενέργειες των ανατομικών οργάνων (όπως είναι για παράδειγμα οι φωνητικές χορδές, η γλώσσα, τα χείλη κλπ.). 5 Το αναπνευστικό σύστημα είναι η βασική παροχή αέρα με στόχο την ομιλία προκαλώντας πιέσεις και ροές αέρα. Το λαρυγγικό σύστημα παράγει ήχο (είτε φωνή είτε φώνηση), χρησιμοποιώντας τον αέρα από τους πνεύμονες. Από την άλλη πλευρά, το 3 Μ. Καμπανάρου, (2007), Διαγνωστικά θέματα λογοθεραπείας, Εκδόσεις Έλλην, Αθήνα. 4 Δ. Νικολόπουλος, (2008), Γλωσσική ανάπτυξη και διαταραχές, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα. 5 Α. Οκαλίδου, (2008), Γλωσσική Ανάπτυξη και Διαταραχές, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα. 2

αρθρωτικό σύστημα εξυπηρετεί σε μεγάλο βαθμό σαν αντηχείο, με στόχο να οριοθετηθεί η ηχητική πρακτική από τον λάρυγγα σε αναγνωρίσιμους ομιλητικούς ήχους. 6 Από τα παραπάνω γίνεται εύκολα κατανοητό πως η ομιλία είναι κατά κύριο λόγο ένα αεροδυναμικό φαινόμενο και αφορά τη βέλτιστη διαχείριση του αέρα, κάτι το οποίο αποτελεί συνέπεια της συντονισμένης δράσης των τριών μηχανισμών της ομιλίας που αναφέρθηκαν παραπάνω. Συνεπώς, μια πιθανή κακή λειτουργία ενός από αυτούς τους μηχανισμούς είναι εφικτό να επιφέρει σημαντικές αλλοιώσεις στο τελικό αποτέλεσμα της ομιλίας, ακόμα και αν η δράση των υπολοίπων μηχανισμών είναι άρτια. 7 Γενικότερα, αυτό το οποίο είναι σημαντικό να γνωρίζουμε είναι πως οι περισσότεροι ήχοι τους οποίους αναπτύσσει ένας άνθρωπος κατά τη διάρκεια της ομιλίας του αποτελούν συνέπεια των μυών. Οι μύες αυτοί παίζουν καθοριστικό ρόλο στην παραγωγή αυτών των ήχων. Οι μύες στο στήθος, οι οποίοι χρησιμεύουν στην αναπνοή, βοηθούν τη ροή του αέρα που είναι εξαιρετικά σημαντική για όλους τους ήχους της ανθρώπινης ομιλίας. 8 Αρχικά, είναι πολύ σημαντική η αναφορά στους ήχους της ομιλίας. Οι πιο πολλοί αποτελούν συνέπεια της κινητικότητας των φωνητικών χορδών καθώς επίσης και των κινήσεων των αρθρωτών, τα διαφοροποιημένα τμήματα της φωνητικής οδού. Η φωνητική οδός αποτελείται από δύο κοιλότητες τη στοματική (περιλαμβάνει το στόμα και τον λάρυγγα) καθώς επίσης και τη ρινική (δηλαδή τη μύτη). Ο σωστός σχηματισμός της φωνητικής οδού είναι καθοριστικό κριτήριο για την ορθή παραγωγή της ομιλίας. Η ομιλία, δηλαδή, καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τους αρθρωτές με βάση τις ανάγκες που υπάρχουν. Με στόχο να γίνουν ακουστικά αντιληπτοί οι ήχοι που παράγουν αυτές οι κινήσεις των αρθρωτών, είναι σημαντικό να γίνει εξαγωγή αέρα από τους 6 Δ. Στασινός, (2009), Ψυχολογία του λόγου και της γλώσσας. Ανάπτυξη και παθολογία. Δυσλεξία και λογοθεραπεία, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα. 7 K.M. Bleile, (2004), Manual of articulation and phonological disorders: Infacy Through Adulthood, Second edition, Cengage Learning, Canada. 8 J.E. Bernthal, N.W. Bankson, (2009), Articulation and phonological disorders, 5th edition by Pearson, Boston. 3

πνεύμονες ταυτόχρονα με την παραγωγή ήχου στον λάρυγγα. Οι μύες του λάρυγγα προκαλούν αρκετές διαφορετικές αλλαγές στη ροή του αέρα από το στήθος ως τη στοματική κοιλότητα. Καθώς ο αέρας μεταφέρεται από το λάρυγγα περνά μέσα από τη φωνητική οδό και καταλήγει στη στοματική και στη ρινική κοιλότητα του ανθρώπου. Ο ήχος που παράγεται αλλάζει ανάλογα με την κινητικότητα της γλώσσας και των χειλιών. Στο τελευταίο στάδιο της ομιλίας, ο αέρας από τους πνεύμονες διαφεύγει στην ατμόσφαιρα. 9 Η παραγωγή της ομιλίας έχει σαν βασικότερο κριτήριο τη δράση μιας πηγής που έχει ως συνέπεια την παραγωγή ήχου. Αυτό σημαίνει πως η κινητική ενέργεια της ροής του αέρα, η οποία προέρχεται από τους πνεύμονες μετατρέπεται σε ακουστική ενέργεια. Η συγκεκριμένη αλλαγή υλοποιείται ως επί το πλείστον στη γλωττίδα. Η δράση των λαρυγγικών μυών, κατά κύριο λόγο του αρυταινοειδούς και του πλαγίου κρικοαρυταινοειδούς, φέρει σε θέση προσαγωγής τις φωνητικές χορδές και μετέπειτα κλείνει την γλωττίδα. 10 Κάτι εξίσου καθοριστικό για την παραγωγή ήχων είναι η ύπαρξη ενέργειας. Η πηγή της εν λόγω ενέργειας είναι το αναπνευστικό σύστημα το οποίο έχει τη δυνατότητα να εξάγει τον αέρα από τους πνεύμονες. Ειδικότερα την ομιλία, ο αέρας από τους πνεύμονες αρχίζει και μεταφέρεται με κινήσεις προς την τραχεία και εισχωρεί στον λάρυγγα, όπου περνάει ανάμεσα από τις φωνητικές χορδές. 11 Ο αέρας που εξέρχεται από την τραχεία παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανοδική τάση της υπο-γλωττιδικής πίεσης αναπτύσσοντας με αυτόν τον τρόπο διάσταση των φωνητικών χορδών που εξαιτίας της μυοελαστικότητας τους, δηλαδή της τάσης που έχουν τα σώματα να επανέρχονται στην αρχική τους θέση, προσεγγίζουν η μία την άλλη και κύματα αέρα εξέρχονται από την γλωττίδα. 9 P. Ladefoged, (2007), Εισαγωγή στη φωνητική, μεταφ. Μαρία Μπαλτατζάνη, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα. 10 Ζ. Γαβριηλίδου, (2003), Φωνητική συνειδητοποίηση και διόρθωση παιδιών προσχολικής ηλικίας, Εκδόσεις Tυποθήτω, Αθήνα. 11 D.M. Ruscello, (2008), Treating articulation and phonological disorders in children, Mosby Elsevier, St.Louis Missouri. 4

Όσο η παραπάνω πίεση ελαττώνεται αισθητά, οι φωνητικές χορδές επανέρχονται στην πρωταρχική τους θέση προσαγωγής και η δράση αυτή γίνεται ξανά από την αρχή. Η εν λόγω δράση ονομάζεται γλωττιδικός κύκλος. Με κυριότερο στόχο να αναπτυχθεί αλλά και να συντηρηθεί ο συγκεκριμένος κύκλος, η υπό-γλωττιδική πίεση είναι σημαντικό να είναι πιο μεγάλη από την υπέρ-γλωττιδική πίεση. Εικόνα 2.1: Το ανθρώπινο φωνητικό σύστημα 12 Στην περίπτωση που οι φωνητικές χορδές δεν είναι κλειστές, ο αέρας καταφέρνει να περάσει χωρίς κανένα πρόβλημα στον λάρυγγα και από εκεί στο στόμα όπου αναπτύσσονται άηχοι ήχοι. Όταν οι φωνητικές χορδές έχουν προσεγγίσει η μια την άλλη αφήνοντας ένα μικρό κενό, τότε οι φωνητικές χορδές αρχίζουν να πάλλονται και με τον τρόπο αυτόν παράγονται ηχηροί ήχοι. 13 12 Π. Βασιλειάδης, (2015), Αντιμετώπιση αρθρωτικών και φωνολογικών διαταραχών, Σημειώσεις Σεμιναρίου, Αθήνα. 13 Α. Καρτζιά, (2011), Διαταραχές λόγου και ομιλίας, Εκδόσεις Μέθεξις, Αθήνα. 5

Με στόχο να κατανοήσουμε πρακτικά τη συγκεκριμένη διαφορά μεταξύ ενός άηχου και ενός ηχηρού φωνήματος αναπτύσσουμε τα φωνήματα /f/ και /v/ τοποθετώντας τα δάχτυλα μας στον λάρυγγα. Έτσι, γίνεται αντιληπτή η δόνηση κατά την παραγωγή του δεύτερου, ενώ κατά την παραγωγή του πρώτου δεν υφίσταται καμία απολύτως κινητικότητα στον λάρυγγα. Η κατηγοριοποίηση των περισσότερων φωνημάτων, σε ηχηρά ή άηχα σύμφωνα, είναι σημαντική για τη διάκριση των φθόγγων. 14 1.3 Βασικές έννοιες άρθρωσης Με τον όρο αυτό ονομάζουμε την κίνηση και τη θέση που έχουν τα μέρη της φωνητικής οδού, δηλαδή οι αρθρωτές, που έχουν ως στόχο για την οριοθέτηση και τη διαμόρφωση των ήχων της ανθρώπινης ομιλίας, δηλαδή των φθόγγων. Οι αρθρωτές έχουν την ευχέρεια να αλλάζουν σημαντικά τη ροή του αέρα καθώς με αυτόν τον τρόπο παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση ήχων. Από τον όρο αυτόν εξαιρείται η παραγωγή φωνημάτων στο λάρυγγα. Φωνητική οδός ονομάζεται ο δίαυλος διέλευσης του αέρα από το λάρυγγα (γλωττίδα) προς το εξωτερικό περιβάλλον μέσω της στοματικής κοιλότητας και της μύτης. 15 Οι αρθρωτές λειτουργούν έχοντας σαν βασικό στόχο την ακριβή άρθρωση. Για την επίτευξη αυτού του στόχου χρειάζεται η ακριβής τοποθέτηση, η αλληλουχία, ο συγχρονισμός, η ορθή κατεύθυνση και η ισχύ όλων των αρθρωτών. Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν παράλληλα με την ακριβή αλλαγή της ροής του αέρα, το ξεκίνημα και το σταμάτημα φώνησης και την υπερωιοφαρυγγική διαδικασία. 16 Οι αρθρωτές χωρίζονται σε δυο κατηγορίες που είναι οι ενεργητικοί και οι παθητικοί. Οι πρώτοι εξ αυτών είναι αυτοί που κινούνται με στόχο την ανάπτυξη των φθόγγων ενώ οι 14 Μ. Καμπανάρου, (2007), Διαγνωστικά θέματα λογοθεραπείας, Εκδόσεις Έλλην, Αθήνα. 15 Ζ. Γαβριηλίδου, (2003), Φωνητική συνειδητοποίηση και διόρθωση παιδιών προσχολικής ηλικίας, Εκδόσεις Tυποθήτω, Αθήνα. 16 Α. Οκαλίδου, (2008), Γλωσσική Ανάπτυξη και Διαταραχές, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα. 6

δεύτεροι είναι εκείνοι οι οποίοι δεν μπορούν να κινηθούν. Οι αρθρωτές που βρίσκονται στην κάτω επιφάνεια της φωνητικής οδού είναι πολύ ευκίνητοι. Κάνουν κινήσεις που απαιτούνται για την ομίλα πλησιάζοντας τους αρθρωτές της επάνω επιφάνειας. Τα ονόματα των κυριότερων σημείων της άνω επιφάνειας της φωνητικής οδού δίνονται στην Εικόνα 1.2. Το άνω χείλος και οι άνω οδοντές είναι γνωστά. Πίσω από τους άνω οδοντές υπάρχει ένα εξόγκωμα που ονομάζεται φατνιακή ακρολοφία. Το μπροστινό μέρος του ουρανίσκου είναι οστέινο και ονομάζεται (σκληρός) ουρανίσκος. Η περιοχή πίσω από τον ουρανίσκο είναι η μαλακή υπερώα και είναι εφικτό να κινηθεί προς τα επάνω ή προς τα κάτω παρακολουθώντας παράλληλα τη διαδικασία της επικοινωνίας ανάμεσα στη στοματική και ρινική κοιλότητα. Η υπερύψωση της μαλακής υπερώας με σκοπό να αγγίξει το πίσω τοίχωμα του φάρυγγα και να κλείσει τη ρινική κοιλότητα, εμποδίζοντας την έξοδο του αέρα από τη μύτη ονομάζεται υπερωική φραγή. Η κίνηση αυτή χωρίζει τη ρινική από τη στοματική κοιλότητα, ώστε να μην μπορεί να διαφύγει ο αέρας παρά μόνο μέσα από το στόμα. Στην άκρη της υπερώας βρίσκεται μια μικρή απόληξη που κρέμεται και που είναι γνωστή ως σταφυλή. Το τμήμα της φωνητικής οδού μεταξύ της σταφυλής και του λάρυγγα είναι ο φάρυγγας. Το πίσω τοίχωμα του φάρυγγα μπορεί να θεωρηθεί ένας από τους αρθρωτές στην επάνω επιφάνεια της φωνητικής οδού. Εικόνα 1.2 Τα κύρια μέρη της άνω επιφάνειας της φωνητικής οδού. 17 Αθήνα. 17 Ladefoged P., (2007), Εισαγωγή στη φωνητική, μεταφ. Μαρία Μπαλτατζάνη, Εκδόσεις Πατάκη, 7

Η Εικόνα 1.3 δείχνει το κάτω χείλος και τα ονόματα των τμημάτων της γλώσσας που αποτελούν την κάτω επιφάνεια της φωνητικής οδού. Το άκρο και η προράχη της γλώσσας είναι τα πιο ευκίνητα μέρη. Το τμήμα που βρίσκεται πίσω από τη προράχη ονομάζεται πρόσθιο τμήμα της γλώσσας. Όταν η γλώσσα είναι σε ηρεμία το κύριο σώμα της είναι τοποθετημένο κάτω από τον ουρανίσκο. Το υπόλοιπο τμήμα της γλώσσας διαιρείται στο κέντρο, στο οπίσθιο/ ράχη και τη ρίζα. Η επιγλωττίδα συνδέεται με το κάτω μέρος της ρίζας της γλώσσας Εικόνα 1.3 Τα κύρια της κάτω επιφάνειας της φωνητικής οδού. 18 Τέλος, είναι σημαντικό να τονιστεί πως η κάτω γνάθος είναι δυνατόν να αντικαταστήσει την κίνηση της γλώσσας κατά τη διαδικασία της άρθρωσης ενός φωνήματος, δίνοντας με αυτόν τον τρόπο στο σύστημα της ομιλίας την ευχέρεια να έχει κινητική ισοτιμία. Επίσης, η γλωττίδα είναι σημαντική όχι μονάχα στην ανάπτυξη φωνής αλλά και στη διαδικασία της άρθρωσης συγκεκριμένων φθόγγων. Αθήνα. 18 Ladefoged P., (2007), Εισαγωγή στη φωνητική, μεταφ. Μαρία Μπαλτατζάνη, Εκδόσεις Πατάκη, 8

1.4 Διαδικασία άρθρωσης Με τον όρο διαδικασία της άρθρωσης θέλουμε να αναφερθούμε σε όλες τις ενέργειες -κινήσεις που πραγματοποιούνται στους αρθρωτές κατά τη φώνηση. Για να επιτευχθεί η άρθρωση των συμφώνων, πρέπει το ρεύμα του αέρα που περνά από τη φωνητική οδό να συναντήσει ορισμένα εμπόδια. Οι κυριότεροι αρθρωτές που αποτελούν αυτό το εμπόδιο είναι τα χείλη και η γλώσσα. Οι αρθρωτικές κινήσεις που χρησιμοποιούν τα χείλη ονομάζονται χειλικές αρθρώσεις. Αυτές που χρησιμοποιούν την άκρη και την προράχη της γλώσσας ονομάζονται κορωδονικές αρθρώσεις. Οι κινήσεις που χρησιμοποιούν το πίσω μέρος της γλώσσας ονομάζονται ραχιαίες. 19 Οι παραπάνω όροι δεν προσδιορίζουν με λεπτομέρειες τις αρθρωτικές κινήσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι αναγκαία μια πιο λεπτομερείς περιγραφή. Επιπλέον χρειάζεται να ξέρουμε ποιοι είναι οι παθητικοί αρθρωτές που συμμετέχουν. Οι όροι αυτοί είναι: Διχειλικός: Αρθρώνεται με δύο χείλη. Χειλοδοντικός: Αρθρώνεται με το κάτω χείλος και τα επάνω μπροστινά δόντια. Οδοντικός: Αρθρώνεται με την άκρη ή την προράχη της γλώσσας στα επάνω μπροστινά δόντια. Φατνιακός: Αρθρώνεται με την άκρη ή την προράχη της γλώσσας στα φατνιά. Ανακεκαμμένος: Αρθρώνεται με την άκρη της γλώσσας στην περιοχή πίσω από τα φατνιά. Το σημείο επαφής είναι η κάτω πλευρά της άκρης της γλώσσας. Ουρανικοφατνιακός: Αρθρώνεται με την προράχη της γλώσσας στην περιοχή πίσω από τα φατνιά. 19 L. Barbarena, M. Keske-Soares, T. Cervi, M. Brandao, (2014), Treatment model in children with speech disorders and its therapeutic efficiency, International Archives of Otorhinolaryngology, Vol.18, pp. 283-288. 9

Ουρανικός: Αρθρώνεται με το πρόσθιο μέρος της γλώσσας στον ουρανίσκο. Υπερωικός: Αρθρώνεται με τη ράχη της γλώσσας στην υπερώα. 20 Γίνεται φανερό από τις περιγραφές αυτών των αρθρωτικών κινήσεων, πως οι πρώτες δύο, η διχειλική και χειλοδοντική, είναι αυτές που αναφέρονται ως χειλικές διότι χρησιμοποιούν το κάτω χείλος. Στις κορωνιδικές αρθρώσεις κατατάσσονται η οδοντική, η φατνιακή, η ανακεκαμμένη και η ουρανικοφατνιακή που ανυψώνουν στη κίνηση τους την άκρη της γλώσσας. Η υπερωική ανήκει στις ραχιαίες αρθρώσεις γιατί χρησιμοποιεί το πίσω μέρος της γλώσσας ενώ οι ουρανικοί φθόγγοι άλλοτε περιγράφονται ως κορωνιδικές και άλλοτε ως ραχιαίες. Εικόνα 4.4 Πλάγια τομή της φατνιακής οδού, που δείχνει τα σημεία άρθρωσης. Αθήνα. 20 Ladefoged P., (2007), Εισαγωγή στη φωνητική, μεταφ. Μαρία Μπαλτατζάνη, Εκδόσεις Πατάκη, 10

Στα περισσότερα σημεία άρθρωσης υπάρχουν πολλοί τρόποι με του οποίους μπορεί να ολοκληρωθεί η αρθρωτική κίνηση. Μπορεί να υπάρξει πλήρης σφράγιση της στοματικής κοιλότητας, να υπάρχει ένα στενό πέρασμα ή να αλλάξουν το σχήμα της πλησιάζοντας μεταξύ τους. Για αυτό το λόγο χωρίζονται στις παρακάτω κατηγορίες: Κλειστό: Απόλυτη επαφή των αρθρωτών, ώστε το ρεύμα του αέρα να μην μπορεί να διαφύγει από το στόμα. Υπάρχουν δύο τύποι κλειστών, ο στοματικός όπου η υπερώα είναι υψωμένη ώστε να φράσσεται και η ρινική κοιλότητα και η ρινική όπου η υπερώα είναι χαμηλωμένη και ο αέρας διαφεύγει από τη ρινική κοιλότητα. Τριβόμενο: Δύο αρθρωτές πλησιάζουν τόσο ώστε η έξοδος του αέρα να εμποδίζεται και να δημιουργείται αναταραχή στο ρεύμα αέρα που φεύγει. Προσεγγιστικό: Ένας αρθρωτής προσεγγίζει κάποιον άλλον χωρίς να υπάρχει αρκετά στενό πέρασμα ώστε να δημιουργηθεί αναταραχή στο ρεύμα αέρα που διαφεύγει. Πλευρικό: Σε αυτόν τον τρόπο άρθρωσης υπάρχει ένα εμπόδιο στη ροή του αέρα σε κάποιο σημείο στο κέντρο της στοματικής κοιλότητας και παράλληλα προσέγγιση των πλευρών της γλώσσας στην οροφή της στοματικής κοιλότητας. 21 1.5 Γλωσσική ανάπτυξη Η ανάπτυξη των σταδίων της ομιλίας είναι μία διαδικασία που κατά κύριο λόγο αρχίζει από πολύ νωρίς, δηλαδή από τους 2 αρχικούς μήνες της ζωής ενός παιδιού και τελειώνει σχεδόν στην ηλικιακή ομάδα των 7 χρόνων, σύμφωνα με τις φωνολογικές ιδιαιτερότητες της ομιλούμενης γλώσσας. Η εκμάθηση της γλώσσας μπορεί να φαντάζει ένα εύκολο έργο, στην πραγματικότητα όμως αποτελεί μια εξαιρετικά πολύπλοκη διαδικασία. Η πολυπλοκότητα αυτή πολλές φορές επισκιάζεται από το γεγονός ότι τα παιδιά κατορθώνουν να γίνουν ικανοί χρήστες του καινούργιου αυτού επικοινωνιακού κώδικα χωρίς να έχει προηγηθεί εκτενής και άμεση διδασκαλία όπως στην περίπτωση του γραπτού λόγου. Αθήνα. 21 Ladefoged P., (2007), Εισαγωγή στη φωνητική, μεταφ. Μαρία Μπαλτατζάνη, Εκδόσεις Πατάκη, 11

Απώτερος σκοπός της γλώσσας είναι η επικοινωνία. Η επικοινωνία ορίζεται ως η κάθε ανταλλαγή ιδεών ή μιας έννοιας ανάμεσα σε δύο πρόσωπα, τον πομπό και τον δέκτη. Οι ιδέες και οι έννοιες αυτές, τις περισσότερες φορές, ανταλλάσσονται στη βάση ενός κώδικα, αυτό που ονομάζουμε «γλώσσα». Με αυτήν την έννοια γλώσσα είναι μία ομάδα από σταθερά σύμβολα, των οποίων τη χρήση θα πρέπει να κατανοήσει σταδιακά ο χρήστης ώστε να καταφέρει να γίνει αντιληπτός και κατανοητός από άλλους. Σε παλαιότερες έρευνες που έχουν γίνει αναφερόταν πως οι αρχικές παραγωγές ήχων και το βάβισμα του βρέφους αποτελούν ιδιοτελή φαινόμενα, επομένως δεν έχουν σχέση με τη διαδικασία της ομιλίας και ειδικότερα με την ανάπτυξη του φωνολογικού μηχανισμού της ανθρώπινης γλώσσας. Η αντίθετη άποψη, περί θεωρίας του βαβίσματος και της ομιλίας σαν κοινή συνθήκη, υποστηρίχτηκε από αρκετές έρευνες και μεταγενέστερους θεωρητικούς κυρίως στα μέσα του 80. Η συγκεκριμένη άποψη επιβεβαιώθηκε από μια ακολουθία ερευνών, οι οποίες απέδειξαν πως η νευροφυσιολογική ωρίμανση του συστήματος της ομιλίας, που αρχίζει αρκετά νωρίς αναπτύσσεται μέσω του βαβίσματος, προκαλώντας συστηματική εξέλιξη της φωνολογίας της ομιλούμενης γλώσσας. 22 Η συγκεκριμένη κατάσταση οφείλεται στο ότι μέσω της διαδικασίας του βαβίσματος αναπτύσσονται και ασκούνται κινητικοί συσχετισμοί που αντιστοιχούν σε ακουστικά ερεθίσματα της διαδικασίας της ομιλίας με τα κινητικοαισθητικά. Με τη διαδικασία του βαβίσματος το παιδί αναπτύσσει συστήματα φωνητικής μάθησης αλλά και φωνητικής συντήρησης. Η ανάλυση των ατομικών φωνητικών προτιμήσεων στην ομιλία των παιδιών έχει δείξει πως οι προτιμώμενες συλλαβικές μορφές στο βάβισμα τους είναι παρόμοιες με αυτές που τα βρέφη αναπτύσσουν στις αρχικές λεκτικές τους μορφές. 23 Τα περισσότερα παιδιά εξελίσσονται γλωσσικά ακολουθώντας έναν προσωπικό ρυθμό. Κατ επέκταση η γλωσσική ανάπτυξη διαφοροποιείται σημαντικά μεταξύ των παιδιών 22 K.M. Bleile, (2004), Manual of articulation and phonological disorders: Infacy Through Adulthood, Second edition, Cengage Learning, Canada. 23 H. Van Zaalen, F. Wijnen, P.H. De Jonckere, (2009), Differential diagnostic characteristics between cluttering and stuttering, Journal of Fluency Disorders, 34(3), pp. 137-154. 12

παρόλο που μπορεί να ανήκουν σε παρόμοια ή ίδια ηλικιακή ομάδα. Το κάθε παιδί εξελίσσει την ομιλία του εστιάζοντας σε δικά του ερεθίσματα από το οικογενειακό, το σχολικό και από το γενικότερο περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται, καθώς όσο περισσότερο δέχεται ακουστικά ερεθίσματα τόσο πιο εύκολο είναι για το παιδί να αποκτήσει λόγο. 24 Τα στάδια τα οποία περνάει ένας άνθρωπος από τη γέννηση του μέχρι να καταφέρει να μιλήσει είναι το επίπεδο του βαβίσματος που προαναφέρθηκε, η μετάβαση από το βάβισμα στην ομιλία (πρώτες λέξεις) και το ολοφραστικό επίπεδο. Το πρώτο αφορά την αρχική ανάπτυξη ήχων του μωρού κάτι το οποίο μπορεί να κατηγοριοποιηθεί σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη περιέχει φυσικούς ήχους (όπως για παράδειγμα κραυγές, βήχα, ρέψιμο κλπ) και τα στοματολαρυγγικά σχήματα (όπως για παράδειγμα το γέλιο, το χασμουρητό κλπ.). 25 Οι συγκεκριμένες παραγωγές ήχου δεν έχουν άμεση σχέση με τη διαδικασία της ομιλίας παρόλο που κάποιες είναι δυνατόν να έχουν ακόμα και στοιχεία επικοινωνίας. Η δεύτερη κατηγορία του βαβίσματος περιέχει φωνητικές παραγωγές που θεωρούνται προδρομικά στοιχεία της ομιλίας, καθώς τις περισσότερες φορές διέπονται από τα κυριότερα γνωρίσματα της, όπως για παράδειγμα η στοματική αντήχηση, η συλλαβική δομή καθώς επίσης και τα αναγνωρίσιμα φωνήματα. 26 Στο δεύτερο στάδιο ανάπτυξης, οι παραγωγές ήχου του βαβίσματος ξεκινούν να γίνονται σταδιακά διακριτά αρθρωτικά σύνολα που σιγά-σιγά αποκτούν νόημα. Το βρέφος συνδέει παροδικά τις παραγωγές του με καθορισμένα νοήματα, παρουσιάζοντας τις αρχικές ενδείξεις γλωσσικής ανάπτυξης που τις περισσότερες φορές έχουν σαν βασικό τους γνώρισμα 24 M.D. Debra, (2015), Βασικές δεξιότητες λογοθεραπευτικής παρέμβασης, επιμέλεια: Ευγενία Ι. Τόκη, Εκδόσεις GOTSIS, Πάτρα. 25 Α. Καρτζιά, (2011), Διαταραχές λόγου και ομιλίας, Εκδόσεις Μέθεξις, Αθήνα. St.Louis Missouri. 26 D.M. Ruscello, (2008), Treating articulation and phonological disorders in children, Mosby Elsevier, 13

τη λεκτική ιδιομορφία. Σε αρκετές περιπτώσεις, μάλιστα, η παραγωγή λέξεων συμπορεύεται με την παραγωγή του βαβίσματος για 4 έως και 5 μήνες. 27 Στο σημείο αυτό, είναι σημαντικό να επισημανθεί πως το βάβισμα είναι δυνατόν να μην αποτελεί σημαντική συνθήκη για την παρουσία της ομιλίας, αφού οι φυσιολογικοί παράγοντες ωρίμανσης του συστήματος της ομιλίας υπεισέρχονται στην όλη διαδικασία της ανάπτυξης. Το επίπεδο αυτό τελειώνει τις περισσότερες φορές με την ανάπτυξη των αρχικών 50 λέξεων, δηλαδή πριν από τη σημαντική ανοδική τάση του λεξιλογίου. Βασικό γνώρισμα των αρχικών λεκτικών παραγώγων αποτελεί η τεράστια αρθρωτική ποικιλία. Γενικότερα, η συγκεκριμένη περίοδος είναι καθοριστική καθώς αποτελεί την πρώτη ένδειξη της εξέλιξης του φωνολογικού μηχανισμού του παιδιού. 28 Το τελευταίο επίπεδο έχει σαν βασικό γνώρισμα τις παραγωγές αρθρωτικών συνόλων και ηχητικών ακολουθιών. Συνήθως αναλογούν σε μια μονάχα λέξη, η οποία είναι αναγνωρίσιμη και εντάσσεται στην ομιλούμενη διάλεκτο. Η ποικιλομορφία των χειρονομιών και των ιδιοσυγκρασιακών λεκτικών τύπων αλλά και η αρθρωτική ποικιλία την οποία παρουσιάζει ένα βρέφος την εν λόγω περίοδο, καθιστούν σε αρκετές περιπτώσεις δυσμενή τη διαδικασία της ανίχνευσης λέξεων της γλώσσας του. Αυτός είναι και ο βασικότερος λόγος που ερευνητές έχουν αναπτύξει εξειδικευμένες παραμέτρους. Οι παράμετροι που είναι σημαντικό να πληρούνται για την αναγνώριση των αρχικών λέξεων ενός παιδιού είναι πως η λέξη πρέπει να έχει ειπωθεί αυθόρμητα και να προσεγγίζει φωνητικά την ανάλογη λέξη του λόγου των ενηλίκων. 29 Σε ότι έχει να κάνει με την ανάπτυξη του φωνολογικού συστήματος, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως η ανάπτυξη φωνηέντων υλοποιείται κυρίως από το 1 ο χρόνο της ζωής και ειδικότερα από το 10 ο μήνα, ενώ τελειώνει σχεδόν στο 3 ο χρόνο ζωής του παιδιού. Σε μια 27 P. Ladefoged, (2007), Εισαγωγή στη φωνητική, μεταφ. Μαρία Μπαλτατζάνη, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα. 28 I.C. Marizete, P. Carlesso, M. Keske-Soares, (2013), Advances in the treatment of children with phonological disorders, Int. Arch. Otorhinolaryngol, pp. 189-195. 29 Δ. Νικολόπουλος, (2008), Γλωσσική ανάπτυξη και διαταραχές, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα. 14

διαγλωσσική έρευνα η οποία πραγματοποιήθηκε σε 4 διαφορετικές γλώσσες εντοπίστηκε πως τα μωρά της ηλικιακής ομάδας των 10 μηνών αναπτύσσουν περισσότερο τα πρόσθια χαμηλά και τα μέσα κεντρικά φωνήεντα. 30 Η σειρά παρουσίας των συμφώνων έχει σαν βασικό γνώρισμα τη διεθνή ομοιομορφία αλλά και τα στιγμικά, ρινικά και τα υγρά σύμφωνα τα οποία αναπτύσσονται προγενέστερα από τα τριβόμενα, τα προστριβόμενα και τα συμφωνικά συμπλέγματα. Η κατάκτηση των φωνημάτων και των συμφωνικών συμπλεγμάτων που αναφέρθηκαν παραπάνω, τελειώνει στην ηλικία των 7 έως και 8 χρόνων. 31 Τέλος, σε ότι αφορά την ανάπτυξη της φώνησης και της προσωδίας, θα πρέπει να τονιστεί πως με βάσει την καθιερωμένη θεωρία, η προσωδία αποτελεί τον αρχικό μηχανισμό ομιλίας, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να εξελίσσει ένα βρέφος αφού αρχίσει να ελέγχει τη λαρυγγική τάση, τη διάρκεια της φώνησης αλλά και την πίεση του αέρα. Η εξέλιξη της φώνησης και της προσωδίας υλοποιείται κατά κύριο λόγο την περίοδο του βαβίσματος και διαφοροποιείται σύμφωνα με τα γνωρίσματα τα οποία παρουσιάζει η κάθε γλώσσα. 32 Αναλυτικότερα, το πρώτο εξάμηνο της ζωής του, το βρέφος αρχίζει να δημιουργεί ευχάριστους ήχους, να χρησιμοποιεί διαφορετικό κλάμα για να εκφράσει τις διαφορετικές του ανάγκες, χαμογελάει όταν του μιλάνε και εντοπίζει ήχους γυρνώντας το κεφάλι του. Επίσης μπορεί να αναγνωρίζει φωνές και σταδιακά χρησιμοποιεί τα φωνήματα /b/, /p/ και /m/ στο βάβισμα του. Στο δεύτερο εξάμηνο μπορεί να ανταποκριθεί σε απλά αιτήματα, αναγνωρίζει το όνομα του, αντιλαμβάνεται λέξεις για απλά αντικείμενα και χρησιμοποιεί ένα ευρύ φάσμα ήχων στο βάβισμα του. Επιπλέον, αρχίζει να μιμείται τους ήχους της ομιλίας των ενηλίκων 30 Δ. Στασινός, (2009), Ψυχολογία του λόγου και της γλώσσας. Ανάπτυξη και παθολογία. Δυσλεξία και λογοθεραπεία, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα. 31 N.B. Anderson, G.H. Shames, (2013), Εισαγωγή στις διαταραχές επικοινωνίας, Εκδόσεις Πασχαλίδης, Αθήνα. 32 M.D. Debra, (2015), Βασικές δεξιότητες λογοθεραπευτικής παρέμβασης, επιμέλεια: Ευγενία Ι. Τόκη, Εκδόσεις GOTSIS, Πάτρα. 15

και την μελωδικότητα του, αποκτάει εκφραστικό λεξιλόγιο από μια με τρεις λέξεις και χρησιμοποιεί την ομιλία του για πρώτη φορά με στόχο την επικοινωνία. 33 Σε ηλικία 13 με 18 μηνών, το παιδί μπορεί και μιμείται μεμονωμένες λέξεις, χρησιμοποιεί την μελωδικότητα όπως οι ενήλικες, ηχολαλεί, έχει εκφραστικό λεξιλόγιο 3-20 λέξεις (κυρίως ουσιαστικά) και απαλείφει κάποια αρχικά και σχεδόν όλα τα τελικά σύμφωνα. Από 19 έως 24 μηνών το εκφραστικό του λεξιλόγιο είναι 50-100 λέξεις ενώ το αντιληπτικό του ξεπερνάει τις 300 λέξεις. Αρχίζει να συνδυάζει ουσιαστικά με ρήματα ή επίθετα και μπορεί να απαντήσει σε ερωτήσεις τύπου «τι είναι αυτό;». 34 Όταν το παιδί φτάσει σε ηλικία 2-3 χρονών έχει καταληπτή ομιλία κατά 50-75%, επικοινωνεί για τις σωματικές του ανάγκες, ζητάει τα αντικείμενα με το όνομα τους, κάνει ερωτήσεις μίας ή δύο λέξεων και δημιουργεί φράσεις από δύο έως τέσσερις λέξεις. Σε αυτήν την ηλικία το εκφραστικό λεξιλόγιο του παρουσιάζει μια εξαιρετική αύξηση και μπορεί να ξεπεράσει τις 250 λέξεις. Το παιδί αρχίζει να μιλά με δυνατή φωνή και να αυξάνει το εύρος του τόνου της φωνής του. Ακόμα, μπορεί να χρησιμοποιεί σωστά τα φωνήεντα και να χρησιμοποιεί πάντα τα σύμφωνα σε αρχική θέση έστω και αν δεν έχουν τη σωστή άρθρωση. Φτάνοντας στην ηλικία των 3-4 ετών το παιδί μπορεί να παράγει απλές λεκτικές αναλογίες, χρησιμοποιεί την γλώσσα για να εκφράσει τα συναισθήματα του και αναπτύσσει προτάσεις με τέσσερις-πέντε λέξεις. Σταδιακά αρχίζει να χρησιμοποιεί περισσότερα ρήματα και ουσιαστικά σε μία πρόταση, αντιλαμβάνεται τους χρόνους των ρημάτων και το εκφραστικό του λεξιλόγιο ξεπερνά τις 1500 λέξεις. Η ομιλία του παιδιού σε αυτήν την ηλικία είναι καταληπτή κατά 80% και το ίδιο μπορεί να αναγνωρίσει ορισμένα λάθη που κάνει στο προφορικό λόγο και να διορθώσει τον εαυτό του. Το παιδί σε ηλικία 4-5 χρονών έχει τη δυνατότητα να μετρήσει μέχρι το 10, να απαντήσει σε ερωτήσεις που χωρίζονται σε δυο μέρη και να χρησιμοποιήσει προτάσεις με 33 Shipley, K. G., & McAfee, J. G. (2004). Assessment in speech-language pathology a resource manual. New York: Delmar Learning. 34 I.C. Marizete, P. Carlesso, M. Keske-Soares, (2013), Advances in the treatment of children with phonological disorders, Int. Arch. Otorhinolaryngol, pp. 189-195. 16

οκτώ λέξεις. Σε αυτήν την ηλικία έχει μειώσει αρκετά τα γραμματικά λάθη και τις επαναλήψεις στο λόγο του. Τα επόμενα χρόνια, 5-6 ετών, χρησιμοποιεί κατάλληλα τον παρελθοντικό και τον μελλοντικό χρόνο, χρησιμοποιεί συνδέσμους μετρά μέχρι το 30 και ονομάζει με τη σειρά της μέρες της εβδομάδας. Το παιδί έχει την ικανότητα να κάνει λεπτομερείς προτάσεις, να αναπαράγει με ακρίβεια ιστορίες και πλέον επικοινωνεί με ευκολία είτε με ενήλικες είτε άλλα παιδιά. Η τελευταία περίοδος αφορά παιδιά ηλικία 6-8 ετών. Πλέον, οι περιγραφές τους γίνονται σύνθετες και συνεχώς αυξάνονται, χρησιμοποιούν προτάσεις έξι λέξεων, κατανοούν και χρησιμοποιούν τη παθητική φωνή κατάλληλα και έχουν συνεχώς μια ανοδική πορεία σε σχέση με το λόγο τους. 35 Είναι λοιπόν προφανές ότι τα πρώτα χρόνια της ζωής του ανθρώπου αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για την γλωσσική του ανάπτυξη. Μετά το πέρας της ηλικίας των 8 ετών είναι εξαιρετικά δύσκολο να βελτιωθούν τα προβλήματα στην ομιλία, πόσο μάλλον να εξαλειφθούν. Γι αυτό η πρώιμη διάγνωση και αποκατάσταση διαταραχών στην ομιλία του παιδιού αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για την μετέπειτα ζωή του. 35 Shipley, K. G., & McAfee, J. G. (2004). Assessment in speech-language pathology a resource manual. New York: Delmar Learning. 17

2.1 Βασικές έννοιες 2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ Η έννοια της φωνολογίας αφορά τα δομικά στοιχεία τα οποία αποτελούν ένα λεκτικό σύνολο, δηλαδή τους ήχους μιας λέξης. Ο ομιλητής κάνει χρήση συγκεκριμένων ήχων, τους συνδυάζει και έτσι παράγει ένα λεκτικό σύνολο το οποίο γίνεται κατανοητό και αντιληπτό. Συνεπώς, η φωνολογία είναι η επιστήμη, η οποία έχει σαν βασικότερο στόχο της, την μελέτη των ήχων που χρησιμοποιεί ο εκάστοτε ομιλητής. Επίσης, στο ερευνητικό περιεχόμενο της επιστήμης της φωνολογίας βρίσκεται και η σχέση που έχουν οι ήχοι που παράγουμε μεταξύ τους ώστε να παραχθούν λέξεις που είναι υπαρκτές. 36 Η δυνατότητα των παιδιών να κατανοούν και να αναγνωρίζουν τα φωνολογικά στοιχεία των γλωσσικών μονάδων και να έχουν τη δυνατότητα να τα διαχειρίζονται κατά βούληση ονομάζεται φωνολογική επίγνωση. Ο όρος αυτός συγχέεται ή χρησιμοποιείται εναλλακτικά με τους όρους φωνημική επίγνωση και τη φωνημική ενημερότητα. Ο όρος φωνημική επίγνωση αφορά κατά κύριο λόγο την δυνατότητα των παιδιών να διαχειρίζονται τα φωνήματα στις λέξεις, ενώ η φωνολογική επίγνωση, την οποία μελετάμε στη συγκεκριμένη ενότητα, αφορά τη διαχείριση οριακών αλλά και πιο μεγάλων γλωσσικών μονάδων. 37 Βάσει ερευνών, η φωνολογική επίγνωση αφορά τη μετάφραση της αγγλικής ορολογίας phonological awareness και ορίζεται σαν το επίπεδο ευαισθησίας, επίγνωσης και ενημερότητας που έχει ένας άνθρωπος σε ότι έχει να κάνει με τους ήχους και τα ακούσματα μιας ομιλούμενης γλώσσας. Η συγκεκριμένη έννοια έχει σαν βασικό της γνώρισμα πως περιέχει διαφοροποιημένα επίπεδα. 38 36 Π. Βασιλειάδης, (2015), Αντιμετώπιση αρθρωτικών και φωνολογικών διαταραχών, Σημειώσεις Σεμιναρίου, Αθήνα. 37 I.C. Marizete, P. Carlesso, M. Keske-Soares, (2013), Advances in the treatment of children with phonological disorders, Int. Arch. Otorhinolaryngol, pp. 189-195. 38 Α. Οκαλίδου, (2008), Γλωσσική Ανάπτυξη και Διαταραχές, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα. 18

Τα εν λόγω επίπεδα χαρακτηρίζονται αφενός από τη διαφοροποιημένη φύση των δομικών συστατικών του λόγου (δηλαδή εάν είναι λέξεις, συλλαβές ή φωνήματα) και αφετέρου από τις διαφοροποιημένες γνωστικές απαιτήσεις που έχουν σαν στόχο την επίγνωση και τη συνείδηση του καθενός από τα παραπάνω δομικά συστατικά. 39 Η επίγνωση της λεκτικής δομής του λόγου μοιάζει σε μεγάλο βαθμό να είναι πιο εύκολη σε σχέση με την επίγνωση της φωνημικής δομής του λόγου. Από τη συγκεκριμένη οπτική, η φωνολογική επίγνωση είναι σημαντικό να θεωρείται σαν μια δυνατότητα που παρουσιάζει διαφοροποιημένα στάδια κατάκτησης. Υφίστανται, όμως, και κάποια επίπεδα αφαίρεσης στη συγκεκριμένη ορολογία συγκριτικά με το ποσοστό και τη φύση των μονάδων. Τα επίπεδα αυτά είναι τα εξής : Η συνείδηση φωνολογικών σειρών, όπου τα περισσότερα υποκείμενα αποστασιοποιούνται από τη σημασία του λόγου και εστιάζουν στο είδος του. Σε ορισμένες όψεις, όπως για παράδειγμα ο τονισμός, η μελωδία κλπ. και σε μονάδες όπως για παράδειγμα οι ομοιοκαταληξίες και οι συλλαβές. Στη φωνημική συνείδηση ο λόγος γίνεται κατανοητός σαν μια ακολουθία φωνητικών κατατμήσεων, δηλαδή ελάχιστων μονάδων οι οποίες αφήνουν την αντιληπτική διαφοροποίηση. Η φωνημική συνείδηση αποτελεί μια μεταβολή στους αναμενόμενους περιορισμούς και ένα υψηλότερο επίπεδο αφαίρεσης, καθώς η αναγνώριση των φωνημάτων δεν βασίζεται σε φυσικές ικανότητες του σημαίνοντος, αλλά στη σχέση λεκτικών μονάδων στη γλώσσα. 40 39 Κ. Πετεινού, Α. Οκαλίδου, (2010), Θεωρητικά και Κλινικά Θέματα Φωνητικής και Φωνολογίας, Εκδόσεις Επιφανίου, Αθήνα. 40 J.E. Bernthal, N.W. Bankson, (2009), Articulation and phonological disorders, 5th edition by Pearson, Boston. 19

Σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, θα μπορούσε να ειπωθεί πως η φωνημική συνείδηση είναι η ευχέρεια των υποκειμένων να κατατέμνουν τον προφορικό λόγο σε μονάδες που κατά κανόνα, δεν είναι φορείς σημασίας (συλλαβές, φωνήματα κλπ.). Ακόμα πρέπει να αναφερθεί πως αυτή η ορολογία αφορά κατά κύριο λόγο ένα σύνολο δράσεων και δυνατοτήτων το οποίο περιέχει δράσεις, όπως για παράδειγμα είναι η φωνηματική συνείδηση, η φωνητική συνείδηση, η συνείδηση φωνολογικών σφαλμάτων κλπ. 41 2.2 Δυσκολία απόκτησης της φωνολογικής επίγνωσης Παρόλο που έχει αναφερθεί σε πολλές έρευνες η σχέση φωνολογικής επίγνωσης και μάθησης της ανάγνωσης αλλά και ορθογραφημένης γραφής. Το ερώτημα που δημιουργείται είναι εάν είναι εύκολη γνωστική διαδικασία η ανάπτυξη της συνειδητοποίησης των φωνημικών δεδομένων των λέξεων. Με βάσει όσα αναφέρθηκαν, δυσκολίες κατανόησης της φωνολογικής βάσης της αλφαβητικής ορθογραφίας είναι το μεγαλύτερο γνωστικό εμπόδιο στα πρώτα επίπεδα μάθησης της ανάγνωσης. 42 Άλλες έρευνες αναφέρουν πως η εξέλιξη της φωνολογικής επίγνωσης αναπτύσσεται αργότερα και διαφορετικά την κατανόηση του προφορικού λόγου αλλά και την ομιλία. Αυτό ερμηνεύεται συνήθως σαν ένα επίπεδο με πιθανή δυσκολία εξέλιξης της γνωστικής ευχέρειας. Η δυσκολία απόκτησης της φωνολογικής επίγνωσης, οφείλεται κατά κύριο λόγο στο γεγονός πως τα φωνήματα που αποτελούν δομικά συστατικά της λέξης είναι μικρές και δίχως σημασιολογικό περιεχόμενο μονάδες. 43 Επίσης, η δυσκολία αυτή οφείλεται στο ότι δεν γίνεται μεμονωμένη χρήση των φωνημάτων και στο γεγονός πως δεν είναι ευδιάκριτα, στις περισσότερες περιπτώσεις, στο 41 L. Barbarena, M. Keske-Soares, T. Cervi, M. Brandao, (2014), Treatment model in children with speech disorders and its therapeutic efficiency, International Archives of Otorhinolaryngology, Vol.18, pp. 283-288. 42 Α. Καρτζιά, (2011), Διαταραχές λόγου και ομιλίας, Εκδόσεις Μέθεξις, Αθήνα. 43 Α. Οκαλίδου, (2008), Γλωσσική Ανάπτυξη και Διαταραχές, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα. 20

λόγο αφού είναι συγχωνευμένα στη δομή της συλλαβής. Οι παραπάνω παράγοντες καθιστούν την ανάπτυξη της φωνολογικής επίγνωσης σαν μια εξαιρετικά δυσμενή γνωστική δυνατότητα 44 2.3 Τα επίπεδα της φωνολογικής επίγνωσης Τα κυριότερα επίπεδα της φωνολογικής επίγνωσης που διακρίνονται και έχουν άρρηκτη σχέση με την μάθηση της ανάγνωσης είναι η επίγνωση της φωνημικής δομής του προφορικού λόγου, η επίγνωση της συλλαβικής δομής του προφορικού λόγου καθώς και η επίγνωση της δομής στο επίπεδο μιας γλωσσικής μονάδας που οριοθετείται ανάμεσα στη φωνημική και συλλαβική δομή. 45 Η φωνημική επίγνωση αφορά κατά κύριο λόγο την ευχέρεια του ανθρώπου να συνειδητοποιεί πως οι λέξεις του προφορικού λόγου αποτελούνται από διαφοροποιημένα φωνημική δομικά στοιχεία και δεν είναι εφικτό να διαχειρίζεται (δηλαδή να αναλύει και να συνθέτει) τα στοιχεία της φωνημικής δομής των λέξεων. Έρευνες έχουν δείξει πως η φωνημική επίγνωσης αποτελεί μια εξαιρετικά δύσκολη διαδικασία όσον αφορά την απόκτηση της από παιδιά προσχολικής ηλικιακής ομάδας. 46 Η δυσκολία που αντιμετωπίζουν τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας με τη φωνημική επίγνωση μοιάζει παράδοξη, αν την συγκρίνουμε με την ικανότητα των παιδιών να κατανοούν, τόσο κατά την ακρόαση του προφορικού λόγου όσο και κατά τη διαδικασία της 44 Δ. Νικολόπουλος, (2008), Γλωσσική ανάπτυξη και διαταραχές, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα. 45 H. Van Zaalen, F. Wijnen, P.H. De Jonckere, (2009), Differential diagnostic characteristics between cluttering and stuttering, Journal of Fluency Disorders, 34(3), pp. 137-154. 46 Π. Βασιλειάδης, (2015), Αντιμετώπιση αρθρωτικών και φωνολογικών διαταραχών, Σημειώσεις Σεμιναρίου, Αθήνα. 21

ομιλίας, τις φωνημικές διαφοροποιήσεις των λέξεων, σύμφωνα με τις οποίες, καθορίζεται και οριοθετείται η ταυτότητα τους. 47 Η εξήγηση που δίνεται για την ερμηνεία του παραπάνω είναι πως η απόκτηση της επίγνωσης (από την πλευρά των παιδιών προσχολικής ηλικίας) για τη φωνημική δομή των λέξεων είναι εξαιρετικά δύσκολη, καθώς στον προφορικό λόγο, τον οποίο ήδη χρησιμοποιούν τα παιδιά (όπως για παράδειγμα στην προφορά μιας λέξης κλπ.), οι φωνημικές μονάδες δεν είναι διαχωρισμένες, αλλά προφέρονται όλες μαζί. 48 Επομένως, με στόχο να αποκτήσουν την φωνημική επίγνωση, τα παιδιά είναι σημαντικό να εξελίξουν τη δυνατότητα να αναλύουν και παράλληλα να συνθέτουν τη φωνημική δομή μιας λέξης. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να καταφέρουν να αποκτήσουν επίγνωση για κάτι που από τη φύση του δεν είναι εύκολο να γίνει κατανοητό. Συνεπώς, η συγκεκριμένη απόκτηση είναι εφικτό να αναλυθεί μονάχα σαν επίπτωση εξέλιξης της δεξιότητας για εκτέλεση νοητικών δράσεων στην αναπαράσταση των δομικών συστατικών και στοιχείων του λόγου. 49 Από την άλλη πλευρά, η συλλαβική επίγνωση αφορά τη δεξιότητα ενός ανθρώπου να κατανοεί πως η προφορική λέξη συντίθεται από συλλαβικά κομμάτια και παράλληλα υφίσταται η δυνατότητα ανάλυσης και σύνθεσης σε περισσότερες συλλαβές. Σε σχέση με τη φωνημική επίγνωση, η επίγνωση της συλλαβικής δομής του προφορικού λόγου είναι αρκετά ευκολότερη. Αυτός είναι ο βασικότερος λόγος που τις περισσότερες φορές αποκτάται πιο νωρίς σε σχέση με τη φωνημική επίγνωση. 50 47 N.B. Anderson, G.H. Shames, (2013), Εισαγωγή στις διαταραχές επικοινωνίας, Εκδόσεις Πασχαλίδης, Αθήνα. 48 H. Van Zaalen, F. Wijnen, P.H. De Jonckere, (2009), Differential diagnostic characteristics between cluttering and stuttering, Journal of Fluency Disorders, 34(3), pp. 137-154. 49 M.D. Debra, (2015), Βασικές δεξιότητες λογοθεραπευτικής παρέμβασης, επιμέλεια: Ευγενία Ι. Τόκη, Εκδόσεις GOTSIS, Πάτρα. 50 Ζ. Γαβριηλίδου, (2003), Φωνητική συνειδητοποίηση και διόρθωση παιδιών προσχολικής ηλικίας, Εκδόσεις Tυποθήτω, Αθήνα. 22

Η σχετική ευκολία στην απόκτηση της συλλαβικής επίγνωσης σχετίζεται με το ότι οι συλλαβές αναλογούν στις μονάδες του αρθρωμένου λόγου, με συνέπεια να είναι εύκολα αντιληπτές και αναγνωρίσιμες. Συνεπώς, στην περίπτωση που ένα παιδί επιθυμεί να αναλύσει μια πολυσύλλαβη προφορική λέξη στις συλλαβές της (όπως για παράδειγμα τη λέξη καλημέρα), είναι εφικτό να το επιτύχει αρθρώνοντας τη λέξη αυτή τμηματικά, δίχως να είναι υποχρεωτικό να αποκτήσει, επιπλέον δεξιότητα για τη νοητική διαχείριση της αναπαράστασης των δομικών στοιχείων του λόγου. 51 Τέλος, σε ότι έχει να κάνει με την επίγνωση για τα κομμάτια της συλλαβής, είναι σημαντικό να τονιστεί πως στο εν λόγω στάδιο επίγνωσης, αναφερόμαστε στη δυνατότητα του ανθρώπου κατανοεί πλήρως πως η συλλαβή συγκροτείται από δύο δομικά μέρη, που από τη μια είναι πιο μεγάλα από τα φωνήματα και από την άλλη το κάθε ένα περιέχεται από διαφοροποιημένα φωνήματα. Τα μέρη αυτά έχουν οριοθετηθεί σαν βασικά μέρη (ή αρχικά μέρη) της συλλαβής, που περιέχουν το σύμφωνο ή το σύμπλεγμα των συμφώνων που πιθανόν υφίστανται στη συλλαβή. Το τελικό μέρος της συλλαβής, που περιέχει το φωνήεν (το οποίο πάντοτε εντοπίζεται στη συλλαβή) και το σύμφωνο ή τα σύμφωνα τα οποία έπονται. 52 Οι μελέτες οι οποίες έχουν επιβεβαιώσει τη σημαντικότητα της επίγνωσης της δομής του λόγου στο επίπεδο του αρχικού αλλά και του τελικού μέρους της συλλαβής έχουν υλοποιηθεί στην αγγλική γλώσσα που υφίσταται πολυάριθμες μονοσύλλαβες λέξεις και παράλληλα η γραφημική σύνθεση τους είναι τέτοια που η συνειδητοποίηση της συγκεκριμένης ενδο-συλλαβικής δομής πιθανόν να βοηθάει σημαντικά την ανάγνωσή τους. 53 Με βάσει όσα αναφέρθηκαν παραπάνω η αναγνωστική αποκωδικοποίηση και η φωνολογική μετάφραση μιας γραπτής αγγλικής λέξης δεν αναλογεί πλήρως στη φωνημική δομή της λέξης, αλλά κυρίως στη δομή των ενδο-συλλαβικών μερών της. Ένα παιδί το οποίο 51 Κ. Πετεινού, Α. Οκαλίδου, (2010), Θεωρητικά και Κλινικά Θέματα Φωνητικής και Φωνολογίας, Εκδόσεις Επιφανίου, Αθήνα. 52 Α. Καρτζιά, (2011), Διαταραχές λόγου και ομιλίας, Εκδόσεις Μέθεξις, Αθήνα. 53 K.M. Bleile, (2004), Manual of articulation and phonological disorders: Infacy Through Adulthood, Second edition, Cengage Learning, Canada. 23

μαθαίνει ανάγνωση με στόχο να μάθει να διαβάζει ορθά τη λέξη light, είναι σημαντικό να ενημερωθεί πως το τελικό μέρος των λέξεων που έχουν αυτήν την κατάληξη προφέρονται σαν αιτ. 54 Παρόλα αυτά, στη γλώσσα μας δεν είναι σίγουρο πως η φύση της συλλαβής καθιστά σημαντική τη συνειδητοποίηση της παραπάνω δομής. Πιο συγκεκριμένα, στη γλώσσα μας, οι μονοσύλλαβες λέξεις είναι λίγες, ενώ οι πολυσύλλαβες λέξεις, κατά κανόνα, περιέχονται από συλλαβές ανοικτού τύπου. Αυτό σημαίνει πως οι συλλαβές μας περιέχονται κατά κύριο λόγο από σύμφωνο ή περισσότερα σύμφωνα και φωνήεν ή φωνήεν και σύμφωνο μαζί. Επομένως, η συλλαβή της γλώσσας μας αποτελείται από μια διαδοχική ακολουθία φωνημάτων τα οποία ως επί το πλείστον είναι δομημένα κατά σε μια καθορισμένη ακολουθία. Αυτός είναι ο βασικότερος λόγος που η παραπάνω δομή ονομάζεται γραμμική δομή. 55 2.4 Κριτήρια φωνολογικής επίγνωσης σε παιδιά προσχολικής ηλικίας Η φωνολογική επίγνωση αποτελεί μια πολύπλοκη μεταγλωσσική δεξιότητα και έχει στόχο τη διαδικασία αξιολόγησης της οποίας είναι σημαντικό να χρησιμοποιούνται διαφοροποιημένα κριτήρια και προϋποθέσεις. Ένας συνδυασμός όλων των παραπάνω ειδών, είναι πιθανόν η βέλτιστη τακτική με στόχο την αξιολόγηση της. Η ανάλυση και η σύνθεση της λέξης στα περισσότερα επιμέρους φωνήματα είναι από τις πιο δύσκολες δοκιμασίες για τα παιδιά που δεν έχουν καταφέρει ακόμη να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν. 56 Ταυτόχρονα, όμως, είναι και ένας εξαιρετικά καθοριστικός δείκτης πρόγνωσης της ανάπτυξης των παιδιών σε σχέση με την εκμάθηση της ανάγνωσης και της γραφής. Συνδυάζοντας τις παραμέτρους ανάλυσης και σύνθεσης των συλλαβών αλλά και των 54 Α. Οκαλίδου, (2008), Γλωσσική Ανάπτυξη και Διαταραχές, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα. 55 J.E. Bernthal, N.W. Bankson, (2009), Articulation and phonological disorders, 5th edition by Pearson, Boston. 56 P. Ladefoged, (2007), Εισαγωγή στη φωνητική, μεταφ. Μαρία Μπαλτατζάνη, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα. 24

φωνημάτων στις λέξεις που τα παιδιά επεξεργάζονται, οδηγούμαστε σε πιο έγκυρα και πιο αξιόπιστα συμπεράσματα σε ότι έχει να κάνει με τη γενικότερη εξέλιξη τους. 57 Τα μικρά παιδιά, παρά το γεγονός πως αρθρώνουν αρκετές και διαφορετικές λέξεις στον προφορικό λόγο, φαίνεται πως έχουν μεγάλη δυσκολία στο να τις διαχειριστούν συνειδητά. Δυσκολεύονται, δηλαδή, να καταλάβουν πως μια φράση ή πρόταση περιέχεται από ξεχωριστές λέξεις, καθώς τους είναι αρκετά δύσκολο να κατανοήσουν τα όρια της κάθε λέξης. Αυτός είναι και ο βασικότερος λόγος που αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες, όταν τους ζητήσουμε να αναγνωρίσουν μια λέξη σε μια πρόταση ή να διακρίνουν μια πρόταση σε επιμέρους λέξεις. 58 Σε αρκετές περιπτώσεις, τα παιδιά της μικρότερης ηλικιακής ομάδας θεωρούν σαν λέξη μια τυχαία ομάδα γραμμάτων ενώ σε άλλες περιπτώσεις δεν μετράνε σαν λέξεις τις αντωνυμίες, τους συνδέσμους είτε ακόμα και τα άρθρα. Είναι, δηλαδή, προφανές πως στην περίπτωση που τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις λέξεις σαν σύνολα, θα δυσκολεύονται ιδιαίτερα να συνειδητοποιήσουν πως οι λέξεις περιέχονται από συλλαβές και φωνήματα. 59 Τα περισσότερα παιδιά αυτής της ηλικίας επικεντρώνουν συχνότερα τη προσοχή τους στο συνολικό νόημα το οποίο βγάζει μια λέξη και όχι στη συγκρότηση της από επιμέρους και σε οριοθετημένη σειρά ήχους. Αυτό σημαίνει πως τα παιδιά αυτά δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις γλωσσικές μονάδες από τις οποίες περιέχονται οι λέξεις και ακόμη περισσότερο παρουσιάζουν σημαντικές δυσκολίες στο να κατορθώσουν να διακρίνουν τα φωνήματα, δηλαδή τις πιο μικρές γλωσσικές μονάδες, που παράλληλα είναι μονάδες δίχως αυτόνομη σημασία. Με λίγα λόγια, φαίνεται ότι για τα παιδιά είναι εξαιρετικά 57 Δ. Νικολόπουλος, (2008), Γλωσσική ανάπτυξη και διαταραχές, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα. 58 Μ. Καμπανάρου, (2007), Διαγνωστικά θέματα λογοθεραπείας, Εκδόσεις Έλλην, Αθήνα. 59 Δ. Στασινός, (2009), Ψυχολογία του λόγου και της γλώσσας. Ανάπτυξη και παθολογία. Δυσλεξία και λογοθεραπεία, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα. 25

δύσκολο να καταλάβουν πως ο λόγος αποτελείται από λέξεις και οι λέξεις από συλλαβές αλλά και φωνήματα. 60 Για να υπάρχει η δυνατότητα τα παιδιά να γράψουν και να διαβάσουν μια λέξη σε ένα σύστημα αλφαβητικής γραφής, είναι σημαντικό να έχουν την ευχέρεια να ακούν τα φωνήματα που περιέχονται σε μια λέξη και να μπορούν να τα ταυτίσουν με τα αντίστοιχα γράμματα. Υπάρχει επομένως άμεση σχέση ανάμεσα στη δυνατότητα των παιδιών να διαχωρίσουν τα φωνήματα μιας λέξης και της δυνατότητάς τους να τη διαβάζουν και να τη γράφουν. 61 Υπάρχουν διαφοροποιημένα επίπεδα φωνολογικής επίγνωσης, παρά το γεγονός πως πρόκειται για παιδιά τα οποία δεν έχουν μάθει πλήρως ανάγνωση και γραφή. Τα παιδιά αρχικά μαθαίνουν να διακρίνουν τη λέξη σε συλλαβές και στη συνέχεια σε φωνήματα ή αρχίζουν να αναγνωρίζουν την κατάληξη μιας λέξης και να εντοπίζουν λέξεις οι οποίες ομοιοκαταληκτούν. Στη συνέχεια κατορθώνουν να αναλύσουν και να συνθέσουν μια λέξη στα επιμέρους επιφωνήματά της. 62 Κατά τις δυο τελευταίες δεκαετίες, η εξέλιξη της φωνημικής επίγνωσης στα παιδιά έχει απασχολήσει σε μεγάλο βαθμό τους ερευνητές. Έχουν υλοποιηθεί πολλές έρευνες οι οποίες έχουν αποδείξει πως η φωνολογική επίγνωση αποτελεί ιδιαίτερα καθοριστικό 60 Ζ. Γαβριηλίδου, (2003), Φωνητική συνειδητοποίηση και διόρθωση παιδιών προσχολικής ηλικίας, Εκδόσεις Tυποθήτω, Αθήνα. 61 L. Barbarena, M. Keske-Soares, T. Cervi, M. Brandao, (2014), Treatment model in children with speech disorders and its therapeutic efficiency, International Archives of Otorhinolaryngology, Vol.18, pp. 283-288. 62 H. Van Zaalen, F. Wijnen, P.H. De Jonckere, (2009), Differential diagnostic characteristics between cluttering and stuttering, Journal of Fluency Disorders, 34(3), pp. 137-154. 26

παράγοντα και εξαιρετικά σημαντική ικανότητα για την απόκτηση της ανάγνωσης και γραφής. 63 Τα παιδιά που αξιολογήθηκαν στις έρευνες με υψηλούς βαθμούς στο τομέα της φωνολογικής επίγνωσης, πριν την εκμάθηση της ανάγνωσης και γραφής, παρουσίασαν αργότερα καλύτερες επιδόσεις στην κατάρτιση του γραπτού λόγου. Συνεπώς, το επίπεδο στο οποίο τα παιδιά κατορθώνουν τις παραμέτρους της φωνολογικής επίγνωσης φαίνεται να δείχνει σε μεγάλο βαθμό την επίδοση την οποία θα έχουν μετέπειτα στην κατάκτηση της ανάγνωσης και της γραφής κατά τη σχολική τους ηλικία. 64 63 L. Barbarena, M. Keske-Soares, T. Cervi, M. Brandao, (2014), Treatment model in children with speech disorders and its therapeutic efficiency, International Archives of Otorhinolaryngology, Vol.18, pp. 283-288. 64 Ζ. Γαβριηλίδου, (2003), Φωνητική συνειδητοποίηση και διόρθωση παιδιών προσχολικής ηλικίας, Εκδόσεις Tυποθήτω, Αθήνα. 27

3 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΑΡΘΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ 3.1 Βασικές έννοιες και ορισμοί Ο όρος διαταραχές ομιλίας αφορά ανθρώπους δεν έχουν την δυνατότητα να αναπτύξουν ορθά ήχους ομιλίας εξαιτίας της ροής ή άλλων ζητημάτων έχει με τη φωνή με τη φωνή του. Δυσκολίες στην παραγωγή ήχων, διαταραχές στην άρθρωση και ο τραυλισμός είναι μερικά από τα κυριότερα παραδείγματα αυτών των διαταραχών. 65 Τα περισσότερα παιδιά στο ξεκίνημα της ομιλίας τους αντιμετωπίζουν δυσκολίες και εκφέρουν λάθος τις καινούριες λέξεις. Η διαταραχή της ομιλίας παρουσιάζεται στην περίπτωση που λάθη εξακολουθούν να υπάρχουν ύστερα από κάποια ηλικία. Το κάθε φώνημα έχει ένα διαφοροποιημένο φάσμα ηλικιών που οι ήχοι πρέπει να αρχίσουν να παράγονται ορθά. Οι διαταραχές της ομιλίας περιλαμβάνουν θέματα που θα αναλυθούν σε επόμενη ενότητα. 66 Η διαταραχή της άρθρωσης ορίζεται ως μια διαταραχή της ομιλίας που επηρεάζει το φωνητικό επίπεδο. Το παιδί αντιμετωπίζει δυσκολία στην εκφορά συγκεκριμένων φωνημάτων. Ως επί το πλείστον η διαταραχή προέρχεται από εσφαλμένη συνεργασία και μη ακριβή συντονισμό των αρθρωτών. Η φωνολογική διαταραχή είναι διαταραχή της γλώσσας που επηρεάζει το φωνολογικό (φωνημικό) επίπεδο. Το παιδί δυσκολεύεται να οργανώσει τους ήχους μέσα στον λόγο του εξαιτίας των φωνημικών αντιθέσεων. Δεν προέρχεται από κάποιο νευρολογικό ή ανατομικό πρόβλημα, αλλά αναπτύσσει διαταραχές στη δομή των φωνημάτων μιας γλώσσας και το συνδυασμό μεταξύ τους.67 65 Α. Οκαλίδου, (2008), Γλωσσική Ανάπτυξη και Διαταραχές, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα. 66 Δ. Στασινός, (2009), Ψυχολογία του λόγου και της γλώσσας. Ανάπτυξη και παθολογία. Δυσλεξία και λογοθεραπεία, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα. 67 Α. Καρτζιά, (2011), Διαταραχές λόγου και ομιλίας, Εκδόσεις Μέθεξις, Αθήνα. 28

Πίνακας 3.1: Ταξινόμηση αρθρωτικών και φωνολογικών διαταραχών Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι πως η άρθρωση εμφανίζει σε αρκετές περιπτώσεις διαταραχή κυρίως σε μικρότερες ηλικιακές ομάδες. Η κανονική άρθρωση περιλαμβάνει μια ακολουθία σύνθετων κινήσεων και εστιάζει στο συγχρονισμό των αρθρωτών, στην ορθή τοποθέτηση τους, τη δύναμη αλλά και την ακρίβεια των κινήσεων τους. Όταν υπάρχει μια τέτοια διαταραχή, ο άνθρωπος επιλέγει το σωστό ήχο αλλά το προφέρει λάθος εξαιτίας της μη ορθής τοποθέτησης των αρθρωτών. 68 Με λίγα λόγια, η ακριβής άρθρωση εστιάζεται στην σωστή τοποθέτηση, την αλληλουχία, το συγχρονισμό, την ορθή κατεύθυνση αλλά και την ισχύ των αρθρωτών. Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν παράλληλα με την σωστή αλλαγή της ροής του αέρα, το ξεκίνημα και τη διακοπή της φώνησης αλλά και την υπερωιοφαρυγγική διαδικασία. Δεν υπάρχει αμφιβολία Αθήνα. 68 N.B. Anderson, G.H. Shames, (2013), Εισαγωγή στις διαταραχές επικοινωνίας, Εκδόσεις Πασχαλίδης, 29