Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ



Σχετικά έγγραφα
Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή μέσω του σχεδιασμού διαχείρισης υδάτων στην Κύπρο 4/9/2014

Σκοπός «η θέσπιση πλαισίου για την προστασία των επιφανειακών και των υπόγειων υδάτων».

Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού

Οι υδατικοί πόροι αποτελούν σημαντικό οικονομικό, αναπτυξιακό και περιβαλλοντικό πόρο.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

ιαχείριση των Υδάτινων Πόρων στην Ελλάδα Ηλίας Μ. Ντεµιάν Svetoslav Danchev Αθήνα, Iούνιος 2010 Ι ΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Το παρόν αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης εργασίας, η οποία εξελίσσεται σε έξι μέρη που δημοσιεύονται σε αντίστοιχα τεύχη. Τεύχος 1, 2013.

13342/16 ΜΑΠ/γπ 1 DG E 1A

Οικονομική ανάλυση και τιμολογιακή πολιτική χρήσεων και υπηρεσιών νερού. Δ. Ασημακόπουλος Σχολή Χημικών Μηχανικών Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

ΠΕΡΙΕΧΌΜΕΝΑ. Το έργο Κοινοπραξία - Στόχοι - Χρονοδιάγραμμα. Μελέτες Ανάγκες - Προβλήματα - Πολιτικές - Συστάσεις

«Κλιματική ή Αλλαγή: Δείκτες και Γεγονότα»


Αθήνα, 13 Ιανουαρίου 2012

Υδρομετρητές υψηλής ακρίβειας ως μέσο για τη μείωση του μη χρήσιμου νερού που οφείλεται στις διαρροές των οικιακών δικτύων

Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

ΥΔΑΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Το νερό καλύπτει τα 4/5 του πλανήτη

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

Διαχείριση Υδατικών Πόρων

Το νερό βρίσκεται παντού. Αλλού φαίνεται...

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΔΠΜΣ «Περιβάλλον και Ανάπτυξη των Ορεινών Περιοχών» Υδατικό Περιβάλλον και Ανάπτυξη

Ολοκληρωμένη Διαχείριση Αστικού Νερού. Α. Ανδρεαδάκης ομ. Καθηγητής ΕΜΠ

Χανιά, Νοέμβριος 2013 ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΩΝ ΥΓΡΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 30 Σεπτεμβρίου 2016 (OR. en)

Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών (ΣΔΛΑΠ) και Περιφερειακή Ανάπτυξη: Η περίπτωση του Πηνειού

Νησιώτικο περιβάλλον, Νησιωτική-Θαλάσσια χωροταξία και Βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη: Το ζήτημα της φέρουσας ικανότητας νησιωτικών περιοχών

Καθηγητής Χάρης Κοκκώσης

Το πρόγραμμα i adapt

Διάρθρωση παρουσίασης

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΊΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Τομέας Γεωγραφίας και Περιφερειακού Σχεδιασμού

BeWater. Τί γνωρίζουμε σχετικά με την λεκάνη απορροής του Πεδιαίου;

Πρόγραμμα LIFE. Υποπρόγραμμα: Δράση για το Κλίμα. Σπυριδούλα Ντεμίρη, Εμπειρογνώμονας Κλιματικής Αλλαγής

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Σεπτεμβρίου 2016 (OR. en)

Έννοιες από προηγούμενα μαθήματα (επανάληψη)

ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΙΣΑΙΩΝ. ΔΙΗΜΕΡΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΑΣΤΙΚΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΛΑΡΙΣΑ, 8-9 Δεκεμβρίου 2017

ΟΡΙΣΜΟΣ, ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΩΦΕΛΗ ΤΗΣ ΕΕΠΠ

P7_TA(2012)0091 6ο παγκόσμιο φόρουμ για το νερό

Η παράκτια ζώνη και η ανθεκτικότητα στην αύξηση στάθμης της θάλασσας.


Περιβαλλοντική Επιστήμη

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ

Δρ Παναγιώτης Μέρκος, Γενικός Επιθεωρητής

«Επίλυση Συγκρούσεων στη Διαχείριση Διακρατικών Υδατικών Πόρων»

Σημερινές και μελλοντικές υδατικές ανάγκες των καλλιεργειών της δελταϊκής πεδιάδας του Πηνειού

Β. ΜΑΛΙΩΚΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΕΠΕ Βασίλειος Μαλιώκας, Δρ. Πολ. Μηχανικός

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Προστατεύει το. υδάτινο περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΙΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ

1G MED Διαχείριση νερού στις πιλοτικές μεσογειακές λεκάνες απορροής ποταμών του έργου MED WATERinCORE

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Εκμετάλλευση και Προστασία των Υπόγειων Υδατικών Πόρων

Χρηματοδότηση δράσεων στον Τομέα του Περιβάλλοντος. Προγραμματική Περίοδος

: «Ιδιαίτερα» κλάσματα βιομάζας Δυναμικό

Ταµιευτήρας Πλαστήρα

Εύη Λίττη ΛΔΚ ΕΠΕ Άνδρος 2008

INTERREG GREECE - BULGARIA,

Καταναλώσεις. Π. Σιδηρόπουλος. Εργαστήριο Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Συστημάτων Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Π.Θ.

Situation, potential & prospects for waste water management in Greece

ΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ- ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ- ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠ.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος 15

Πολυτεχνείο Κρήτης Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος. Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών Ινστιτούτο Αστικής & Αγροτικής Kοινωνιολογίας Ομάδα Περιβάλλοντος

Νότια Ευρώπη. Οικονομική Κρίση: Αγροτικές/αστικές ανισότητες, περιφερειακή σύγκλιση, φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός. Ελληνικά

Νομοθεσία για τη Διαχείριση των Υδατικών Πόρων

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ. Αγγελική Καλλία Αντωνίου Δρ. Νομικής, Δικηγόρος,

Όσα υγρά απόβλητα μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν, πρέπει να υποστούν

Η διαχείριση των υδατικών πόρων αποτελεί ένα δραματικά επίκαιρο θέμα για την παγκόσμια κοινότητα.

ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

2 o Συνέδριο Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Θεσσαλίας «Πηνειός Ποταμός: Πηγή Ζωής και Ανάπτυξης στη Θεσσαλία» Λάρισα, 2-3 Νοεμβρίου 2018

ΘΕΜΑ: Ύψος Φορολογικών συντελεστών στα Κράτη Μέλη της Ε.Ε. (27) -Πηγή Eurostat -

Αγροτική Ανάπτυξη και Πρακτικές Εξοικονόμησης Νερού στη Γεωργία

Ξηρασία (drought) Ξηρότητα (aridity)

Υδατικοί πόροι Ν. Αιτωλοακαρνανίας: Πηγή καθαρής ενέργειας

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Προστατεύει το. περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΝΕΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΩ ΡΟΥ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ

Αγροτική Κοινωνιολογία

«ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ»

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟΥ & ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΕΤΡΑΚΗ 16 Τ.Κ ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: FAX:

Υδατικοί Πόροι -Ρύπανση

«Αστικά ποτάμια & βασικές υδατικές υποδομές των πόλεων: Λάρισα & Δ.Ε.Υ.Α.Λ.»

Οικονομική ανάλυση χρήσεων ύδατος

«Αποστολή Νερό» Πρόγραµµα Μη Συµβατικών Υδατικών Πόρων στην Κύπρο

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΥΓΡΟΤΟΠΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ

Διαχείριση Υδατικών Πόρων

Δρ. Νικόλας Νικολάου, Ερευνητικός Συνεργάτης Κέντρο Αριστείας Έρευνας και Καινοτομίας «Κοίος», Πανεπιστήμιο Κύπρου

Διαχείριση Υγρών Αποβλήτων στην Θεσσαλία: Υφιστάμενη Κατάσταση & Προοπτικές. Φωτεινή Αργυρούλη, Κώστας Παπαθανασίου Χημικοί Μηχανικοί

ΘΕΜΑ: Δεύτερες εκτιμήσεις για την εξέλιξη του Ακαθάριστου

Η προοπτικές μεταρρύθμισης της ΚΑΠ :

Πρόγραμμα LIFE: Δράση για το Κλίμα

Διαχείριση Υδάτινων Πόρων στη Βιομηχανική Δραστηριότητα. Δρ. Σπύρος Ι. Κιαρτζής Πρόεδρος Μόνιμης Επιτροπής Βιομηχανίας & Νέων Υλικών ΤΕΕ/ΤΚΜ

CASTWATER: Κάνοντας τον τουρισμό μας πιο βιώσιμο. Βασίλης Μυριοκεφαλιτάκης, Σύμβουλος Δημάρχου Υπεύθυνος Έργου CASTWATER

ΑΣΚΗΣΗ 2 Στην έξοδο λεκάνης απορροής µετρήθηκε το παρακάτω καθαρό πληµµυρογράφηµα (έχει αφαιρεθεί η βασική ροή):


Στόχοι του υποπρογράμματος «Περιβάλλον», για τον τομέα προτεραιότητας «Περιβάλλον και Αποδοτικότητα Πόρων» & Θέματα έργων

Εξοικονόμηση νερού. Μια σύγχρονη πρόκληση εν όψει της κλιματικής αλλαγής

πάντα το λένε βίαιο αλλά κανείς δεν κατηγορεί για βιαιότητα τις όχθες που το φράζουν»

Προοπτικές & εργαλεία για την

Τετάρτη, 10 Οκτωβρίου 2012 ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟΥ & ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΕΤΡΑΚΗ 16 Τ.Κ ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: FAX:

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΥΔΡΟΜΕΝΤΩΡ»

Transcript:

Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ Χρίστος Α. Καραβίτης Σειρα Φυλλαδιων: B Aριθμος: 5

Περιεχόμενα ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1 ΟΡΙΣΜΟΙ ΧΡΗΣΕΩΝ ΝΕΡΟΥ 2 ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ 2 ΑΣΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ 3 ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ 3 ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ 4 ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ 4 ΠΛΕΟΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΈΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΣΤΙΣ 5 ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΖΩΝΕΣ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΛΛΑΓΗ 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 8 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 9 παράκτιες ζώνες και ο αυξανόμενος τουρισμός στο νότιο μέρος προκαλεί μια ισχυρή εποχιακή ζήτηση νερού. Κατά συνέπεια, η άνιση/ακανόνιστη ζήτηση νερού, στο χώρο και στο χρόνο, αυξάνει πολύ το κόστος προκειμένου να γίνει το νερό προσιτό. Επίσης, τα προβλήματα στη διαχείριση υγρών αποβλήτων πολλαπλασιάζονται με την αύξηση του αστικού πληθυσμού κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και τα απόβλητα αποχέτευσης υποβαθμίζουν περαιτέρω την ποιότητα των παράκτιων νερών. Γενικότερα οι ευρωπαϊκοί υδάτινοι πόροι φαίνονται να βρίσκονται κάτω από αυστηρό φυσικό, κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό στρες. (Σχήμα 1). ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στην Ευρώπη το νερό χρησιμοποιείται γενικά κατά μη αειφόρο τρόπο. Από τη μία πλευρά, στο βορειότερο μέρος της ηπείρου επικρατούν προβλήματα ποιότητας νερού. Ένας τέτοιος προβληματισμός τονίζεται στη WFD (Οδηγία Πλαίσιο για τα Νερά E.Ε.60/2000), η οποία παρουσιάζει ένα κύριο προσανατολισμό στα θέματα ποιότητας νερού. Απ την άλλη πλευρά, στη νότια Ευρώπη η έλλειψη νερού αποτελεί πολύ σημαντικό πρόβλημα. Το μεσογειακό τοπίο συνολικά είναι εύθραυστο οικολογικά και κινδυνεύει σοβαρά από τις επικρατούσες κοινωνικές και οικονομικές τάσεις, Εν προκειμένω, το μέλλον της περιοχής μπορεί να απειληθεί από την αυξανόμενη πίεση στην οποία υπόκεινται οι παράκτιες περιοχές, από την επέκταση των διαφοροποιήσεων μεταξύ των τουριστικών περιοχών και της αγροτικής ενδοχώρας, από τις σοβαρές αλληλεξαρτήσεις που προκαλούν οι υδατικοί πόροι, από την υψηλή ευαισθησία τους στη ρύπανση και την ευαισθησία μεταξύ της υδρολογικής και της εδαφικής ισορροπίας i. Τα εδάφη στην περιοχή είναι εξαιρετικά τρωτά στη διάβρωση με αποτέλεσμα να προκύπτουν προβλήματα στην ανάπτυξη των υδατικών πόρων (ιζηματογένεση ταμιευτήρων, αστάθειες στην κοίτη των ποταμών κλπ). Το μεγαλύτερος μέρος του πληθυσμού στην Ευρώπη συγκεντρώνεται κοντά ή μέσα στις 1

2 Σχήμα 1. Ετήσια κατά κεφαλή διαθεσιμότητα νερού ανά χώρα, 2001 (EEA, 2005) ΟΡΙΣΜΟΙ ΧΡΗΣΗΣ ΝΕΡΟΥ Διάφορες έννοιες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να περιγράψουν τις διαφορετικές πτυχές της χρήσης νερού. Η λήψη νερού είναι η ποσότητα νερού που μπορεί να αφαιρεθεί από τον κάθε πόρο. Η προσφορά νερού αναφέρεται στο μερίδιο της αφαιρούμενης ποσότητας από τον πόρο που διατίθεται στους χρήστες (εξαιρώντας τις απώλειες κατά την ταμίευση, τη μεταφορά και τη διανομή), και η κατανάλωση νερού δηλώνει το μερίδιο της παροχής το οποίο από την άποψη του υδατικού ισοζυγίου χρησιμοποιείται (π.χ.ως εξάτμιση), ενώ το υπόλοιπο επανεισάγεται στον πόρο. Η ζήτηση νερού ορίζεται ως ο όγκος του νερού που απαιτείται από τους χρήστες για να ικανοποιήσει τις ανάγκες τους. Πιο απλά, θεωρείται συχνά ίσος με την προσφορά νερού, αν και εννοιολογικά οι δύο όροι δεν επιτρέπουν την ίδια ερμηνεία. ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ Στις νότιες ευρωπαϊκές χώρες η άρδευση είναι απαραίτητη για να εξασφαλίσει την αύξηση της παραγωγής κάθε έτος, ενώ στην κεντρική και δυτική Ευρώπη είναι απλώς ένας τρόπος προκειμένου να διατηρηθεί η παραγωγή τα ξηρά καλοκαίρια. Οι σημαντικότερες αρδευόμενες περιοχές στην ΕΕ βρίσκονται στις μεσογειακές χώρες, συν τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία από τις πρώην υπό ένταξη χώρες (Σχήμα 2). Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών η τάση σε γεωργική χρήση νερού γενικά ήταν ανοδική, λόγω της αυξανόμενης χρήσης του νερού για την άρδευση. Εντούτοις, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών σε διάφορες χώρες ο ρυθμός αύξησης έχει επιβραδυνθεί. Η συνολική λήψη ποσοτήτων νερού που αφαιρείται και προορίζεται για την άρδευση στην Ευρώπη είναι περίπου 105.068 Hm 3 /year. Η μέση διανεμόμενη ποσότητα νερού για τη γεωργία μειώθηκε από περίπου 5.499 σε 5.170 m3/ha/year μεταξύ 1990 2001. Οι μεταρρυθμίσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) θα πρέπει να οδηγήσουν σε αλλαγές του είδους της καλλιέργειας, της αρδευόμενης έκτασης και της ποσότητας του χρησιμοποιούμενου νερού. Συνολικά δύο τάσεις μπορούν να διακριθούν. Η πρώτη έχει να κάνει με μείωση της ζήτησης του νερού στην περίπτωση που θα μειωθεί η παραγωγή, και η δεύτερη αναφέρεται σε στροφή προς συγκομιδές περισσότερο κερδοφόρες, οι οποίες στα νότια κλίματα απαιτούν συχνά την άρδευση. Ίσως η μέγιστη δυνατότητα για την αποταμίευση νερού στη βόρεια Ευρώπη βρίσκεται στη μείωση των ποσοστών διαρροής στα συστήματα διανομής νερού, ιδιαίτερα για την οικιακή χρήση. Στη νότια Ευρώπη τη μεγαλύτερη πρόκληση αποτελεί η μείωση των απωλειών στα συστήματα άρδευσης,

καθώς επίσης και η κατεύθυνση προς τις καλλιέργειες που απαιτούν μικρότερες ποσότητες νερού άρδευσης και ταυτόχρονα είναι κερδοφόρες. ΑΣΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ Η συνολική αστική χρήση νερού στην Ευρώπη εκτιμάται περίπου σε 53.294Hm3 /year, το οποίο ισοδυναμεί με το 18% της συνολικής λήψης νερού και με το 27% της κατανάλωσης. Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1990 2001 η αστική κατά κεφαλή χρήση μειώθηκε. Μια τέτοια τάση μπορεί να αποδοθεί σε πολλές αλλαγές όπως: αυξανόμενη αστικοποίηση, αλλαγές στον τρόπο ζωής, χρήση αποδοτικότερων τεχνολογιών και μέσων ταμίευσης νερού, χρήση των εναλλακτικών πόρων του νερού (αφαλάτωση, άμεση επαναχρησιμοποίηση υγρών αποβλήτων, μέτρηση κατανάλωσης και χρήση των οικονομικών μέσων (τιμολόγηση νερού και χρεώσεις), αν και οι τελευταίες παρουσιάζουν μια μη ελαστική συμπεριφορά (Karavitis, C.A. 1999). Η σύνδεση των συστημάτων παροχής νερού και των υπηρεσιών προς τον πληθυσμό έχει επίσης αυξηθεί, ειδικά στις Μεσογειακές χώρες. Το νερό που απαιτείται προς πόση και άλλες οικιακές χρήσεις αποτελεί σημαντικό ποσοστό της συνολικής ζήτησης νερού. Το ποσοστό του νερού που προσφέρεται για αστική χρήση κυμαίνεται από περίπου 6.5% στη Γερμανία ως περισσότερο από 50% στο Ηνωμένο Βασίλειο (UNEP, 2004). Η κατανομή και η πυκνότητα του πληθυσμού είναι πολύ σημαντικοί παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα των υδάτινων πόρων. Η αυξανόμενη αστικοποίηση αυξάνει τη ζήτηση νερού και μπορεί να οδηγήσει στην υπερεκμετάλλευση των τοπικών υδατικών πόρων. Το υψηλότερο βιοτικό επίπεδο και ο μεταβαλλόμενος τρόπος ζωής αλλάζουν επίσης τη ζήτηση νερού. Αυτό απεικονίζεται κυρίως σε αυξανόμενη οικιακή χρήση νερού, και μάλιστα για λόγους προσωπικής υγιεινής. Το μεγαλύτερο μέρος του ευρωπαϊκού πληθυσμού διαθέτει σύγχρονες εγκαταστάσεις οικιακών λυμάτων, ενώ τα λουτρά χρησιμοποιούνται πλέον καθημερινά. Το αποτέλεσμα είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος της αστικής κατανάλωσης νερού χρησιμοποιείται για οικιακή χρήση. Η μεγαλύτερη ποσότητα νερού που χρησιμοποιείται στα νοικοκυριά καταναλώνεται στην τουαλέτα (33%), στο μπάνιο και στο ντους (20 32%) και στα πλυντήρια ρούχων και πιάτων (15%). Το ποσοστό του νερού που χρησιμοποιείται για το μαγείρεμα και την πόση (3%) είναι ελάχιστο έναντι των άλλων χρήσεων ii. Σχήμα 2. Χρήση νερού ανά τομέα στην Ευρώπη (EEA, 1999) ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ Η συνολική βιομηχανική χρήση νερού στην Ευρώπη είναι 34.194 Hm3 /year, ποσό το οποίο αντιπροσωπεύει το 18% της κατανάλωσης νερού. 3

4 Μεταξύ 1990 και 2001 η βιομηχανική χρήση είχε μειωθεί. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής οι διάφορες αλλαγές που εμφανίστηκαν και επηρέασαν τη βιομηχανική χρήση νερού συμπεριλαμβάνουν την πτώση της βιομηχανικής παραγωγής, τη χρήση αποδοτικότερων τεχνολογιών, με χαμηλότερες απαιτήσεις νερού, καθώς επίσης και τη χρήση των οικονομικών εργαλείων (χρεώσεις για την κατανάλωση επεξεργασμένου νερού και για την αποχέτευση ακαθάρτων). Οι μεγαλύτεροι βιομηχανικοί χρήστες νερού είναι η χημική βιομηχανία, οι βιομηχανίες χάλυβα και σιδήρου, η μεταλλουργία και η βιομηχανία πολτού και χαρτιού. Εντούτοις, από το 1980 στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η χρήση νερού από τη βιομηχανία έχει μειωθεί. Στη δυτική Ευρώπη αυτό οφείλεται πρώτιστα στον οικονομικό ανασχεδιασμό, με το κλείσιμο βιομηχανιών που έκαναν εντατική χρήση νερού, όπως είναι οι βιομηχανίες που παράγουν κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και χάλυβα, αλλά και στη στροφή προς βιομηχανίες με μικρότερη κατανάλωση νερού. Οι τεχνολογικές βελτιώσεις στον εξοπλισμό ως προς την ένταση χρήσης του νερού και η αυξανόμενη τάση προς ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση έχουν επίσης συμβάλει σε μια τέτοια πτώση. Στην Ανατολική Ευρώπη η κατανάλωση φαίνεται να ελαττώνεται, λόγω της σοβαρής μείωσης της βιομηχανικής δραστηριότητας σε όλους τους τομείς. Γενικά, οι μηχανισμοί τιμολόγησης χρησιμοποιούνται κυρίως για να ενθαρρύνουν τις αποδοτικότερες χρήσεις νερού στο βιομηχανικό τομέα, περισσότερο από ότι στον οικιακό και τον γεωργικό. Ο στόχος δηλαδή είναι η υιοθέτηση, από τις βιομηχανίες, τεχνολογιών αποταμίευσης νερού, εφόσον κάτι τέτοιο θα μείωνε τις δαπάνες τους. Επίσης η οικονομική επιβάρυνση για την παραλαβή των λυμάτων από το δίκτυο αποχέτευσης είναι ένα σημαντικό κίνητρο για τις βιομηχανίες, έτσι ώστε να βελτιώσουν τις τεχνολογικές διαδικασίες, προκειμένου να μειωθεί η ποσότητα νερού που απαιτείται, αλλά και η ποσότητα νερού που τελικά χρησιμοποιείται και απορρίπτεται ως λύμα. Οι προβλέψεις για τη βιομηχανική χρήση νερού στην Ευρώπη παρουσιάζουν γενικά πτωτικές τάσεις, λόγω της αυξανόμενης αποτελεσματικότητας των εφαρμοζόμενων διαδικασιών, της επαναχρησιμοποίησης νερού και της μείωσης των βιομηχανιών που χρησιμοποιούν εντατικά τους φυσικούς πόρους στην Ευρώπη. ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ Το νερό που χρησιμοποιείται για την ενεργειακή παραγωγή θεωρείται μη καταναλώσιμη χρήση και αποτελεί περίπου το 30% όλων των χρήσεων στην Ευρώπη. Οι δυτικές, κεντρικές και δυτικές πρώην υπό ένταξη χώρες είναι οι μεγαλύτεροι χρήστες νερού για παραγωγή ενέργειας και ιδιαίτερα το Βέλγιο, η Γερμανία και η Εσθονία, που χρησιμοποιούν περισσότερο από το μισό διαθέσιμο νερό για ενεργειακή παραγωγή. Γενικά, το πιο σημαντικό μέρος του νερού που χρησιμοποιείται από τις βιομηχανίες προορίζεται για την ψύξη. Εντούτοις, το νερό αυτό επιστρέφει στον υδρολογικό κύκλο αμετάβλητο, μόνο που μπορεί να παρουσιάζει μια αύξηση στη θερμοκρασία του και κάποια πιθανή μόλυνση από τα βιοκτόνα. ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ Από τις διαθέσιμες πηγές στοιχείων δεν είναι δυνατή μια ξεκάθαρη διάκριση μεταξύ των αστικών και τουριστικών χρήσεων. Υπολογίστηκε ότι το 1990 στην περιοχή της Μεσογείου διέμειναν κατά μήκος των ακτών 135 εκατομμύρια τουρίστες (διεθνείς και εσωτερικοί), οι οποίοι αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το μισό του συνολικού τουρισμού σε όλες τις μεσογειακές χώρες και διπλασίασαν τον παράκτιο πληθυσμό. Ο τουρισμός ασκεί ένα μεγάλο εύρος πιέσεων στο περιβάλλον που επηρεάζει. Ο αντίκτυπος στην ποσότητα νερού (συνολικοί και μέγιστοι όγκοι) εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα του στο χρόνο και τον τόπο που απαιτείται από τον τουρισμό, αλλά και από την ικανότητα του συστήματος παροχής νερού να ικανοποιήσει τις μέγιστες ζητήσεις. Η ένταση της χρήσης των φυσικών πόρων από τον τουρισμό μπορεί να συγκρουστεί με άλλες ανάγκες, ειδικά στις περιοχές όπου το καλοκαίρι οι υδατικοί πόροι είναι λιγοστοί και αυξάνεται ο ανταγωνισμός με άλλους τομείς της οικονομίας, όπως η γεωργία και η δασονομία. Τις τελευταίες δεκαετίες είναι χαρακτηριστική η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη του τουρισμού, η οποία έχει οδηγήσει σε υποβάθμιση της ποιότητας του περιβάλλοντος, ιδιαίτερα στις παράκτιες και ορεινές ζώνες. Η τουριστική χρήση νερού είναι γενικά υψηλότερη από αυτή του μόνιμου πληθυσμού. Ένας τουρίστας καταναλώνει περίπου 300 lt/day, ενώ η οικιακή

κατανάλωση στην Ευρώπη είναι περίπου 150 200 lt/day. Επιπλέον, ψυχαγωγικές δραστηριότητες, όπως οι πισίνες, το γκολφ, και τα αθλήματα νερού, ασκούν μεγάλες πιέσεις στους υδατικούς πόρους. Εν προκειμένω στην πιο πρόσφατη έκθεση της ΕΕA iii διατυπώνεται ότι, αν και μόνο λίγες ευρωπαϊκές χώρες υφίστανται σοβαρές ελλείψεις νερού, η άνιση κατανομή της προσφοράς και της ζήτησης στις διάφορες χρονικές περιόδους έχει προκαλέσει τη δημιουργία υδρολογικά ευαίσθητων περιοχών, όπου η τοπική κατανάλωση νερού τετραπλασιάζεται το καλοκαίρι, με αντίκτυπο στη λειτουργία και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων. Οι ελλείψεις είναι πιο έντονες γύρω από μερικές μεγαλουπόλεις, στα μικρά νησιά καθώς και σε μερικές μεσογειακές παράκτιες τουριστικές περιοχές όπως είναι τα νησιά του ελληνικού αρχιπελάγους. Επιπλέον, σημαντικές μηνιαίες και ετήσιες διακυμάνσεις/αυξομειώσεις στον ανεφοδιασμό νερού μπορούν να προκαλέσουν τις ελλείψεις. Κάτι τέτοιο παρατηρείται στη νότια Ευρώπη, όπου η ζήτηση, ειδικά από τη γεωργία, είναι συνήθως μέγιστη, όταν ο ανεφοδιασμός/παροχή είναι ελάχιστος. Τέλος, η χρήση νερού ανά τομέα συνοψίζεται στο Σχήμα 3. Σχήμα 3: Χρήσεις νερού ανά τομέα στην Ευρώπη. (UNEP 2004) ΠΛΕΟΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΈΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΖΩΝΕΣ βιομηχανία, 18% για την οικιακή χρήση και 18% για την παραγωγή ενέργειας. Το 2005 η EΕA υπολόγισε ότι η γεωργία καταναλώνει το 32%, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας το 31%, η βιομηχανία το 13% και τα νοικοκυριά το 24% (της συνολικής απόληψης νερού στην Ευρώπη). Εντούτοις όλα τα δεδομένα δείχνουν πως η κατανομή της κατανάλωσης νερού μεταξύ των διαφόρων οικονομικών τομέων ποικίλλει αρκετά από μια περιοχή σε άλλη και εξαρτάται από τις φυσικές συνθήκες και τις οικονομικές και δημογραφικές δομές. Στη Γαλλία (64%), τη Γερμανία (64%) και την Ολλανδία (55%), παραδείγματος χάριν, το μεγαλύτερο μέρος του νερού που αφαιρείται από τους υδατικούς πόρους χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (UNEP, 2004). Στην Ελλάδα (περίπου 83 88%), στην Ισπανία (72%) και στην Πορτογαλία (60%) το νερό χρησιμοποιείται συνήθως για την άρδευση. Στις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Φινλανδία και η Σουηδία, μόνο μία περιορισμένη ποσότητα νερού χρησιμοποιείται στη γεωργία. Αντίθετα, η παραγωγή κυτταρίνης και χαρτιού, βιομηχανίες με έντονη κατανάλωση νερού (intensive water consuming industries), είναι σημαντικές δραστηριότητες και το νερό καταναλώνεται κυρίως για βιομηχανικούς σκοπούς, (66% και 28% αντίστοιχα της συνολικής κατανάλωσης). Ωστόσο, τέτοιες αντιπαραβαλλόμενες εκτιμήσεις, σχετικές με την ποσότητα νερού που αφαιρείται από τους υδατικούς πόρους, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εξέταση των πρόσφατων τάσεων και των πιθανών προβλέψεων για τη διαθεσιμότητα νερού στην Ευρώπη. Σε αυτό το πλαίσιο η συνολική προσφορά νερού έχει μειωθεί από τις αρχές της δεκαετίας του '90, μια τάση που αναμένεται να συνεχιστεί, με μια προβλεπόμενη πιθανή περαιτέρω μείωση περίπου 11% της προσφοράς μεταξύ 2000 και 2030, σε περίπου 275 km 3 ετησίως όπως δηλώνεται από την EEA (Σχήμα 4). Ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας εμφανίζεται ως ο τομέας με τη μέγιστη προβλεφθείσα μείωση. 5 Υπάρχουν διάφορες εκτιμήσεις για την απόληψη νερού στην Ευρώπη. Το 2004 το Περιβαλλοντικό πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών, UNEP, υπέδειξε ότι το 42% της συνολικής κατανάλωσης στην Ευρώπη χρησιμοποιείται για τη γεωργία, 23% για τη

6 Σχήμα 4. Κατανάλωση νερού στην Ευρώπη (ΕΕΑ 31 χωρίς την Ιρλανδία) (ΕΕΑ 2005) Οι νότιες ευρωπαϊκές χώρες αποτελούν το 74% της συνολικής αρδευόμενης έκτασης της Ευρώπης. Το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί μετά από την ανάπτυξη των τεχνολογιών άρδευσης σε μερικές χώρες. Στις κεντρικές πρώην υπό ένταξη χώρες της ΕΕ οι αλλαγές στην οικονομία και την ιδιοκτησία της γης, και η επακόλουθη κατάρρευση των μεγάλης κλίμακας αρδευτικών και στραγγιστικών συστημάτων αλλά και της γεωργικής παραγωγής είναι οι κύριοι οδηγοί για τις γεωργικές αλλαγές των προηγούμενων 10 ετών. Η βιομηχανική ζήτηση νερού σχετίζεται με έντονα κατοικημένες αστικές περιοχές, καθώς οι βιομηχανίες βρίσκονται συνήθως σε αυτές τις περιοχές. Το ποσό νερού που χρησιμοποιείται στη βιομηχανία και το ποσοστό της συνολικής προσφοράς που αντιστοιχεί στον τομέα αυτό διαφοροποιείται πολύ μεταξύ των χωρών. Η προσφορά νερού για βιομηχανικούς λόγους στην Ευρώπη έχει μειωθεί από το 1980. Η αστική κατά κεφαλήν χρήση νερού στις σκανδιναβικές χώρες είναι υψηλότερη απ' ότι στην κεντρική Ευρώπη, με εύρος τιμών από 104 m 3 /inhabitant/year, στη Σουηδία ως 310 m 3 /inhabitant/year, στην Ισλανδία. Μερικές μελέτες αναφέρουν ότι αυτή η υψηλή χρήση συσχετίζεται με την προσωπική υγιεινή και τη χρήση πλυντηρίων πιάτων. Στην κεντρική Ευρώπη οι τιμές αυτές ποικίλλουν, από 68 m 3 /inhabitant/year, στη Γερμανία, σε 147, 122 και 106 m 3 /inhabitant/year, στην Ελβετία, την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο αντίστοιχα iv (EEA, 1999). Τέτοιες διακυμάνσεις απεικονίζουν τους διαφορετικούς τρόπους ζωής, αλλά και τις διαφορές μεταξύ της δομής των συστημάτων παροχής νερού και των μέτρων αποταμίευσης που εφαρμόζονται. Οι βόρειες πρώην υπό ένταξη χώρες χρησιμοποιούν το 21% του διαθέσιμου νερού για αστική χρήση, ποσοστό το οποίο αποτελεί το 54% της συνολικής κατανάλωσης τους. Η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Σλοβενία, με 136, 110 και 110m 3 /inhabitant/year αντίστοιχα, έχουν την υψηλότερη αστική κατά κεφαλή χρήση νερού. Τα υψηλά επίπεδα της χρήσης στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία μπορούν να εξηγηθούν από τις βλάβες στα δίκτυα εφοδιασμού νερού, την έλλειψη μετρητών κατανάλωσης νερού, τις απώλειες νερού και τις απώλειες λόγω σπατάλης. Οι δομικές μεταρρυθμίσεις πραγματοποιούνται αργά. Το μερίδιο νερού που προορίζεται για αστική χρήση στη νότια Ευρώπη είναι περίπου το 16% του διαθέσιμου συνολικού και αποτελεί το 21% της συνολικής κατανάλωσης. Το ποσοστό αυτό είναι το χαμηλότερο στην Ευρώπη, μαζί με αυτό που προκύπτει από τις νότιες πρώην υπό ένταξη χώρες. Σχήμα 5. Κατανάλωση από τα νοικοκυριά στην Ευρώπη (ΕΕΑ, 2003)

Η σχετικά υψηλή κατά κεφαλή χρήση στις Μεσογειακές χώρες, περίπου 120 m 3 /inhabitant/year το 2001, είναι αποτέλεσμα του ζεστού κλίματός τους (αυξανόμενη κατανάλωση νερού για το ντους, πότισμα κήπων, δημόσιες υπηρεσίες). Η τάση αυτή απεικονίζει ταυτόχρονα τρόπους ζωής, με μεγάλη κατανάλωση νερού, που προέρχεται από τις διάφορες βαθιά ριζωμένες ιδέες και τους πολιτισμούς της κάθε χώρας, π.χ. τα λουτρά της αρχαίας Ελλάδας και της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Οι νότιες πρώην υπό ένταξη χώρες χρησιμοποιούν το 11% της απολαμβανόμενης ποσότητας νερού για αστικούς λόγους και εμφανίζουν το ίδιο ποσοστό για την αντίστοιχη κατανάλωση. Η αστική χρήση νερού από πόρους γλυκού νερού έχει σημειώσει απότομη κάμψη τα τελευταία δύο χρόνια. Οι εγκαταστάσεις αφαλάτωσης παρέχουν νερό στις πόλεις και τις παράκτιες τουριστικές περιοχές και με τον τρόπο αυτό αποφεύγονται οι ελλείψεις, αλλά και η κοστολόγηση στον πληθυσμό. ζήτηση νερού, ιδιαίτερα από τους αγρότες, που χρειάζονται περισσότερο νερό για να αρδεύσουν τις καλλιέργειες τους. Σε αυτή την περιοχή της Ευρώπης, η έλλειψη νερού ή η υποβάθμιση της ποιότητας του σε πολλές ποτάμιες λεκάνες αναμένεται να αυξηθεί (Σχήμα 6). ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ Σύμφωνα με την ΕΕΑ, καθώς επίσης και τη σχετική πιο πρόσφατη έρευνα, οι ουσιαστικές αλλαγές στα κατακρημνίσματα, που συνδέονται ενδεχομένως με την αλλαγή του κλίματος, είναι ήδη εμφανείς στην Ευρώπη. Σε μερικές βόρειες χώρες έχει σημειωθεί μια χαρακτηριστική αύξηση των κατακρημνίσεων τις τελευταίες δεκαετίες, ιδιαίτερα το χειμώνα, ενώ ταυτόχρονα στη νότια και κεντρική Ευρώπη τους καλοκαιρινούς μήνες σημειώνονται μειωμένες βροχοπτώσεις. Εάν αυτές οι τάσεις συνεχιστούν, μπορεί να προκληθεί σοβαρή έλλειψη νερού ή υποβάθμιση της ποιότητας του στη νότια Ευρώπη (Σχήμα 6). Σε κάποιες βόρειες περιοχές της Ευρώπης οι πρόσθετες βροχοπτώσεις μπορούν να αυξήσουν την παροχή των ποταμών. Μέχρι το 2030 η διαθεσιμότητα νερού μπορεί να αυξηθεί κατά 10% ή περισσότερο στο μεγαλύτερο μέρος της Σκανδιναβίας και σε μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου. Στη νότια Ευρώπη ένας συνδυασμός μειωμένων βροχοπτώσεων και αυξανόμενης εξάτμισης μπορεί να προκαλέσει μια μείωση 10% ή και περισσότερο στην απορροή σε πολλές λεκάνες απορροής ποταμών στην Ελλάδα, τη νότια Ιταλία και την Ισπανία και σε κάποια μέρη της Τουρκίας, ταυτόχρονα. Στη νότια Ευρώπη αυτός ο μειωμένος εφοδιασμός θα γίνει εντονότερος, εάν αυξηθεί η Σχήμα 6: Παρούσα (Current) διαθεσιμότητα νερού και αναμενόμενες αλλαγές έως το 2030 (ΕΕΑ, 2005) Κυρίαρχα παραδείγματα μπορούν να αποτελέσουν οι ποταμοί Guadalquivir και Guadiana στην Ισπανία και στην Πορτογαλία. Η λειψυδρία στην Ιβηρική Χερσόνησο την περίοδο άνοιξη/καλοκαίρι 2005 και στην Ελλάδα το 2006 2007 υπογραμμίζει τη δριμύτητα των παραπάνω συνθηκών. Στους διασυνοριακούς ποταμούς οι αυξημένες απαιτήσεις σε νερό, λόγω κοινής εκμετάλλευσης του πόρου από περισσότερες από μία χώρες, είναι ένας επιπλέον παράγοντας στη σύνθετη αυτή κατάσταση για παράδειγμα το 2005 οι παροχές μερικών ποταμών στην Πορτογαλία μειώθηκαν ιδιαίτερα, με αντίκτυπο στην παραγωγή της υδροηλεκτρικής ενέργειας, στη διαθεσιμότητα νερού για την άρδευση και ακόμη και στην ποσότητα νερού που προοριζόταν για την ανθρώπινη κατανάλωση. Γενικότερα, η βόρεια Ευρώπη φαίνεται επιρρεπής σε πλημμύρες, ενώ η νότια Ευρώπη είναι επιρρεπής 7

8 στην ξηρασία, καθώς φαίνεται να αυξάνεται η πιθανότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων όχι μόνο ξηρασίες και αύξηση της θερμότητας, αλλά και έντονες θύελλες και πλημμύρες, όπως αυτές που παρατηρούνται στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Στη βιβλιογραφία είναι χαρακτηριστικό ότι οι ολοκληρωμένες τεχνολογίες σχεδιασμού και ανάπτυξης των υδατικών πόρων αποτελούν εστία ερίδων και συζητήσεων. Παρόλα αυτά είναι πλέον αποδεκτό ότι, προκειμένου να αυξηθούν τα οφέλη από οποιαδήποτε μελέτη ανάπτυξης των υδατικών πόρων, απαιτείται ολοκληρωμένη συστημική περιβαλλοντική ανάλυση, διεύρυνση των στενών παραδοσιακών προσεγγίσεων σχεδιασμού και διαχείρισης, καθώς και αυξανόμενη ευαισθησία στα προβλήματα λήψης αποφάσεων που σχετίζονται με πολλαπλούς στόχους, δράσεις πολλαπλών σκοπών και παραμέτρους πολλαπλών χρήσεων/χρηστών. Οποιαδήποτε περαιτέρω χρήση νερού θα περιλάμβανε απαραιτήτως και όχι μόνο ιδανικά τη χρήση όλων των παραμέτρων όπως είναι οι φυσικές συνθήκες (π.χ. ξηρασία, κλιματική αλλαγή), οι διάφοροι τύποι χρήσης νερού (άρδευση, αστικές χρήσεις, ποιότητα νερού, επεξεργασία υγρών αποβλήτων κ.λπ.), οι πόροι εφοδιασμού (επιφανειακά νερά, υπόγεια νερά, μικτά) και οι κοινωνικό δημογραφικές συνθήκες (όπως η πληθυσμιακή αύξηση, η αστικοποίηση, η εκβιομηχάνιση, κ.λπ.). Επιπλέον, έχει επικρατήσει η ενσωμάτωση των επιφανειακών και των υπόγειων υδατικών πόρων σε μία λεκάνη και η εξισορρόπηση του ανταγωνισμού της τοπικής ζήτησης με τις ανάγκες του οικοσυστήματος μέσα στην ίδια υδρολογική μονάδα, κάτι που γίνεται ολοένα και περισσότερο αποδεκτό σε όλο τον κόσμο. Εντούτοις, τα πολιτικά όρια, που δεν συμπίπτουν απαραιτήτως με τα φυσικά όρια των λεκανών, μπορούν να συνεργαστούν, όχι μόνο σε διεθνές επίπεδο, αλλά και σε εθνικό, τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Γενικότερα, η δίκαιη χρήση νερού και η ανάγκη για ολοκληρωμένη διαχείριση των υδατικών πόρων πρέπει να αντιμετωπίσουν τις συνεχείς αλλαγές στις αξίες και στο μετασχηματισμό των κοινωνικών δομών, καθώς επίσης και στις περιβαλλοντικές και εξωγενείς αλλαγές (όπως είναι οι κλιματικές ανωμαλίες και οι αυξανόμενες αλληλεξαρτήσεις). Τέτοιες θεμελιώδεις αλλαγές έχουν δημιουργήσει συνθήκες υψηλής πολυπλοκότητας και συνθετότητας, παγκοσμιοποίησης, αναταραχής, τρωτότητας και αβεβαιότητας. Λαμβάνοντας επίσης υπόψη εννοιολογικές, μεθοδολογικές και θεσμικές εκτιμήσεις, ένα πρότυπο της χρήσης νερού ικανοποιητικής ποιότητας και επαρκούς ποσότητας προσπαθεί να συγκεντρώσει όλες τις παραπάνω κυρίαρχες ανησυχίες με τα θεμελιώδη κριτήρια της κοινωνικής δικαιοσύνης, της οικονομικής αποδοτικότητας και της περιβαλλοντικής ακεραιότητας. Η πρόσβαση στο επαρκές και ικανοποιητικό νερό έχει γίνει ένα ιδιαίτερα αμφισβητούμενο ζήτημα που προκαλεί έριδες και η κατάσταση αυτή οξύνεται περισσότερο από τις παραδοσιακές αξίες και τα έθιμα, τις θρησκευτικές θεωρήσεις, τους ιστορικούς παράγοντες και τις γεωκλιματικές ανωμαλίες. Πάνω από όλες αυτές τις δυνάμεις της αλληλοεξάρτησης και της κοινωνικοπολιτικής αναταραχής, υπάρχουν νέα πρότυπα ανάπτυξης που περιστρέφονται γύρω από την αειφορία, τις ολιστικές προσεγγίσεις και την παγκοσμιοποίηση. Οι βασικές συγκρούσεις και οι ανησυχίες προκύπτουν από το συνδυασμό της χρήσης των υδατικών πόρων με την ανάπτυξη και τη διατήρηση της αειφορίας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Υπάρχουν και διάφορες άλλες σχετικές διαστάσεις στο γενικό πρόβλημα. Μερικοί επιστήμονες έχουν συνοψίσει αυτά τα ζητήματα με τον ακόλουθο τρόπο v : 1) Η κρίση μεταξύ ζήτησης και προσφοράς νερού είναι κυρίως διάσταση εφαρμοσμένης μηχανικής. Μια τέτοια διάσταση ενσωματώνει όλες τις παγίδες που αφορούν τη μείωση της κατανάλωσης νερού και την αύξηση της προσφοράς. 2) Η κρίση λόγω της επιδείνωσης της ποιότητας νερού παράγει την οικολογική διάσταση του θέματος. Προβλήματα λόγω έλλειψης ασφαλούς και επαρκούς εφοδιασμού νερού κατανάλωσης, στο χώρο και στο χρόνο, λόγω επιδείνωσης της ποιότητας και μόλυνσης των υπόγειων νερών και της παρέμβαση των συστημάτων ανάπτυξης των υδατικών πόρων στους φυσικούς περιβαλλοντικούς κύκλους των διαφόρων φαινομένων, γίνονται πλέον εμφανή. 3) Η κρίση της οργάνωσης του εφοδιασμού σε νερού αναπτύσσεται σε μια διαχειριστική διάσταση. Απαιτείται προσοχή για να γίνει συνδυασμός του κατάλληλου προσωπικού, των εγκαταστάσεων και των διαδικασιών, για να προωθηθούν περισσότερο

αειφόρα μοντέλα και τρόποι χρήσης, καθώς επίσης και για να τηρηθούν οι νομικές και διοικητικές οδηγίες (ανάπτυξη των πολιτιστικών και τεχνολογικών ικανοτήτων του προσωπικού). 4) Τέλος, η κρίση πληροφοριών και δεδομένων που είναι σχετική με την ισχύ, την αξιοπιστία, τη διαθεσιμότητα και τη συγκρισιμότητα τους και την παροχή της εμπειρίας στην αξιολόγηση των προβλημάτων. Εδώ περιλαμβάνεται ο συνδυασμός των διαθέσιμων στοιχείων και της κρίσης, η ανάπτυξη μοντέλων, και η οικοδόμηση των εφαρμόσιμων συστημάτων λήψης απόφασης. Σε αυτό το πλαίσιο, όλοι αυτοί οι σχετικοί παράγοντες τονίζουν την ανάγκη για έγκαιρες, με προσανατολισμό στην πρόβλεψη, νέες κατευθύνσεις για τον σχεδιασμό και τη διαχείριση των υδατικών πόρων στην Ευρώπη, και μάλιστα χωρίς καθυστέρηση. Εν κατακλείδι, τα προβλήματα που περιγράφονται παραπάνω θα ήταν προτιμότερο να προληφθούν και να τεθούν σε ισχύ τα πιθανά σενάρια αντιμετώπισης τους, πριν εμφανιστούν οι σοβαρότερες ελλείψεις νερού, η ρύπανση και η διάβρωση του εδάφους και προκαλέσουν αιτίες για κοινωνικο οικονομική και περιβαλλοντική υποβάθμιση. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Aquastat, 2003. Review of world water resources by country. FAO, Rome. EC, 2002. European Commission (EC): Bathing Water Quality, Annual Report, 2002 bathing season. EC, Eurostat, DG Environment & DG Agriculture, 1999. Water and agriculture: contribution to an analysis of a critical but difficult relationship. EEA, 1999. Environment in the European Union at the turn of the Century. State of the Environment report No.1. European Environmental Agency, Copenhagen EEA, 2003. Europe s Environment: The Third Assessment. Environmental assessment report No 10. http://reports.eea.eu.int/environmental_assessment _report_2003_10/chapter8 EEA, 2005. The European Environment:. State and Outlook 2005. European Environmental Agency, Copenhagen JMP, 2003. Joint Monitoring Programme (WHO and UNICEF) for water supply and sanitation: The Global Water Supply and Sanitation Assessment 2000 Karavitis, C. A. 1999. Decision Support Systems for Drought Management Strategies in Metropolitan Athen, Water International,Vol. 24, No. 1, pp. 10 21. Karavitis, C. A. and P. Kerkides, 2002. Estimation of the Water Resources Potential in the Island System of the Aegean Archipelago, Greece, Water International, Vol. 27, No. 21, pp. 243 254. OECD, 2002. Environmental Data : Compendium 2002, Inland Waters; OECD Environment Directorate, Working Group on Environment Information and Outlooks. UNEP, 2004. Freshwater in Europe Facts, figures and maps. UNEP/DEWA Europe, Switzerland. Vlachos, E.C. and B. Braga, 2001. The challenge of Urban Water Management. In: Frontiers in Urban Water Management: Deadlock or Hope. C. Makcimovic and G.A. Tejada Juibert, Eds. IWA Publishing, London, UK 9