18-19 Ο. Βεργετάκη Γ. ασκαλόπουλος Αλλαντική τοξίνη Α για την υπερλειτουργική κύστη και την υπερλειτουργικότητα του εξωστήρα µυός σε ασθενείς µε νόσο Parkinson και πολυσυστηµατική ατροφία. Botulin Toxin A for Overactive Bladder and Detrusor Muscle Overactivity in Patients With Parkinson's Disease and Multiple System Atrophy. Antonella Giannantoni, et al The Journal of Urology; October 2009, Vol. 182, 1453-1457. Η δυσλειτουργία της ουροδόχου κύστης µπορεί να αποτελεί το κυριότερο κλινικό πρόβληµα των ασθενών µε νόσο Parkinson και πολυσυστηµατική ατροφία. Οι ασθενείς αυτοί κυρίως παρουσιάζουν επιτακτικότητα, συχνουρία, ακράτεια και µεγάλο υπόλειµµα ούρων. Τα συµπτώµατα αυτά συνήθως αντιµετωπίζονται µε από του στόµατος αντιχολινεργικά σκευάσµατα, που η αποτελεσµατικότητά τους, σε ασθενείς µε νόσο Parkinson και πολυσυστηµατική ατροφία υπολείπεται τεκµηρίωσης µε διπλά τυφλά τυχαιοποιηµένες και µε placebo ελεγχόµενες µελέτες. Επίσης, τα σκευάσµατα αυτά έχουν ανεπιθύµητες ενέργειες όπως, ξηροστοµία, δυσκοιλιότητα και έκπτωση του νοητικού επιπέδου. Όταν η ακράτεια των ούρων επιµένει µε σηµαντική καταπόνηση των ασθενών, ο µόνιµος ουροκαθετήρας είναι η επιλογή. 01 Σκοπός της µελέτης αυτής είναι η διερεύνηση της αποτελεσµατικότητας και της ασφάλειας της ενδοεξωστηριακής έγχυσης της αλλαντικής τοξίνης Α σε ασθενείς µε νόσο Parkinson και πολυσυστηµατική ατροφία µε εµµένοντα συµπτώµατα υπερλειτουργικής κύστης και υπερλειτουργικού εξωστήρα. Όλοι οι ασθενείς της µελέτης υποβλήθηκαν σε κλινική και ουροδυναµική εξέταση και συµπλήρωσαν ερωτηµατολόγιο ποιότητας ζωής πριν την έγχυση της αλλαντικής τοξίνης Α και ακολούθως σε ένα και σε τρεις µήνες µετά την έγχυση. Τέσσερις ασθενείς µε νόσο Parkinson και δύο µε πολυσυστηµατική ατροφία συµµετείχαν στη µελέτη. Όλοι οι ασθενείς έλαβαν 200 U αλλαντικής τοξίνης τύπου Α ενδοεξωστηριακά σε 20 διαφορετικά σηµεία υπό κυστεοσκόπηση σε µία συνεδρία. Οι παράµετροι που αξιολογήθηκαν ήταν η κλινική βελτίωση (ηµερολόγιο ούρησης µε καταγραφή της συχνότητας των ουρήσεων κατά τη διάρκεια της ηµέρας και της νύχτας, επεισόδια επιτακτικότητας και επιτακτικής ακράτειας), οι ουροδυναµικές µεταβολές (συµπεριλαµβάνοντας τον πρώτο όγκο και τη µέγιστη πίεση εµφάνισης των ακούσιων εξωστηριακών συσπάσεων, καθώς και τη µέγιστη κυστεοµετρική χωρητικότητα) και η αποτίµηση των µελετών πίεσης - ροής. Στον ένα και στους τρεις µήνες µετά την έγχυση της τοξίνης, όλοι οι ασθενείς ανέφεραν µείωση της συχνότητας των ουρήσεων κατά τη διάρκεια της ηµέρας και της νύχτας και βελτίωση της ποιότητας ζωής. Κανένας ασθενής δεν παρουσίασε επεισόδια επιτακτικότητας και επιτακτικής ακράτειας κατά τη διάρκεια 5µηνης παρακολούθησης. Η ουροδυναµική µελέτη παρουσίασε βελτίωση σε όλες τις µεταβλητές. εν παρατηρήθηκαν συστηµατικές εκδηλώσεις κατά τη διάρκεια και µετά τη θεραπεία. Σε όλους τους ασθενείς αυξήθηκε το υπόλειµµα των ούρων, ενώ διαλείποντες καθετηριασµοί χρειάστηκαν µόνο οι ασθενείς µε πολυσυστηµατική νόσο. Συµπερασµατικά, τα ευεργετικά αποτελέσµατα που αναφέρονται σε αυτή τη µικρού αριθµού δείγµατος µελέτη, ενθαρρύνει την προγραµµατισµό άλλων µεγαλύτερων µελετών, ώστε να επιβεβαιωθεί η αποτελεσµατικότητα και η ασφάλεια της ενδοεξωστηριακής έγχυσης αλλαντικής τοξίνης τύπου Α, στην αντιµετώπιση ασθενών µε εµµένοντα συµπτώµατα υπερλειτουργικής κύστης και υπερλειτουργικού εξωστήρα σε ασθενείς µε νόσο Parkinson και πολυσυστηµατική ατροφία.
Αυξηµένα επίπεδα χαµηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών (LDL) και αυξηµένη πιθανότητα θετικής βιοψίας προστάτη σε µαύρους Αµερικανούς. Increased Low Density Lipoproteins and Increased Likelihood of Positive Prostate Biopsy in Black Americans. Kelvin A. Moses, et al. The Journal of Urology; November 2009, Vol. 182, 2219-2225. Οι διαφορές ανάµεσα στους µαύρους και µη µαύρους άνδρες, όσον αφορά στη συχνότητα εµφάνισης του καρκίνου του προστάτη, στο βαθµό διαφοροποίησης, στο στάδιο κατά τη διάγνωση, καθώς και στην επιβίωση είναι επιβεβαιωµένες. Πρόσφατες µελέτες απέδειξαν το ρόλο των λιπιδίων στην ογκογένεση, συµπεριλαµβανοµένου και του καρκίνου του προστάτη. Στην παρούσα µελέτη ερευνήθηκε η σχέση µεταξύ του λιπιδαιµικού προφίλ µαύρων και µη µαύρων ανδρών και η συχνότητα διάγνωσης καρκίνου του προστάτη ανάµεσά τους. 02 Μελετήθηκαν οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε βιοψία του προστάτη λόγω αύξησης του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA), ή/και λόγω θετικής δακτυλικής εξέτασης, στο Atlanta Veterans Affairs Medical Center. Οι παράµετροι που αναλύθηκαν ήταν η ηλικία, η φυλή, το ειδικό προστατικό αντιγόνο, το µέγεθος του προστάτη, ο δείκτης µάζας σώµατος, το οικογενειακό ιστορικό, τα επίπεδα χαµηλής και υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών και η λήψη αντιλιπιδαιµικής αγωγής. Ένα σύνολο 1775 ανδρών συµπεριελήφθησαν στη µελέτη. Από αυτούς 521 µαύροι και 451 λευκοί άνδρες είχαν θετικές βιοψίες προστάτη. Χρησιµοποιώντας τα 100 mg/dl ή λιγότερο ως το σηµείο αναφοράς, το διορθωµένο OR που αντικατοπτρίζει τη σχέση των επιπέδων των χαµηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών (LDL) και της διάγνωσης καρκίνου του προστάτη σε µαύρους άνδρες ήταν 1,49 (95% CI 1.04-2.13, p = 0.031), 1.51 (95% CI 0.962.39, p = 0.076) και 3,24 (95% CI 1.59-6.92, p = 0.002) για επίπεδα LDL 100-130 mg/dl, 130-160 mg/dl και >160 mg/dl, αντίστοιχα. εν παρατηρήθηκε αντίστοιχη συσχέτιση στους µη µαύρους άνδρες. Συµπερασµατικά τα αυξηµένα επίπεδα ορού χαµηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών σχετίζονται µε αυξη- µένη πιθανότητα διάγνωσης καρκίνου του προστάτη σε µαύρους άνδρες και όχι σε µη µαύρους. Η συσχέτιση αυτή είναι ισχυρότερη στα υψηλότερης επικινδυνότητας επίπεδα LDL. Οι λόγοι για τις φυλετικές αυτές διαφορές δεν είναι γνωστοί, πιθανά όµως σχετίζονται µε γενετικούς, διαιτητικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. 03 Άσκηση και επίπτωση καρκίνου του προστάτη σε µία οµάδα στρατιωτικών που υποβλήθηκαν σε βιοψία προστάτη. Exercise and Prostate Cancer Risk in a Cohort of Veterans Undergoing Prostate Needle Biopsy. Jodi A. Antonelli, et al. The Journal of Urology; November 2009, Vol. 182, 2226-2231. Επιδηµιολογικές και µοριακές µελέτες αποδεικνύουν συσχέτιση µεταξύ άσκησης του σώµατος και µείωση του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του προστάτη. Συγκεκριµένα, η σωµατική άσκηση µειώνει τα επίπεδα ορού µεταβολιτών και ορµονών, που έχουν ενοχοποιηθεί ως προαγωγοί της καρκινογένεσης του προστάτη, καθώς επίσης ενεργοποιεί ενδογενείς αντιοξιδωτικούς µηχανισµούς. Στη µελέτη αυτή ενισχύεται επιπλέον η συσχέτιση αυτή µέσα από τα αποτελέσµατα βιοψιών προστάτη, που έγιναν σε άνδρες οι οποίοι απάντησαν σε ερωτηµατολόγιο σωµατικής άσκησης.
20-21 Author συνέχεια 3 Ένα σύνολο 190 ανδρών που υποβλήθηκαν σε βιοψία προστάτη στο Durham Veterans Affairs Medical Center συµπλήρωσαν ερωτηµατολόγιο σωµατικής άσκησης. Οι συµµετέχοντες ρωτήθηκαν για τη µέση συχνότητα ήπιας, µέτριας και έντονης σωµατικής άσκησης σε µία τυπική εβδοµάδα, καθώς και τη µέση διάρκεια, όπως εκτιµάται από το Godin Leisure Time Exercise Questionnaire. Η συνολική τρέχουσα άσκηση υπολογίστηκε σε metabolic equivalent task (ΜΕΤ) ώρες την εβδοµάδα (<3: καθιστική ζωή, 3-8,9: ήπια άσκηση, 9-17,9: µέτρια άσκηση, >18: έντονη άσκηση). Μελετήθηκαν τα αποτελέσµατα των βιοψιών του προστάτη, καθώς και το Gleason score. Μετά από διόρθωση σύµφωνα µε την ηλικία, τη φυλή, το δείκτη µάζας σώµατος, το ειδικό προστατικό αντιγόνο, τη δακτυλική εξέταση, το οικογενειακό ιστορικό, προηγούµενες βιοψίες του προστάτη και τα συνοδά νοσήµατα, οι άνδρες µε ΜΕΤ 9 ή περισσότερο, παρουσίασαν σε σηµαντικά µικρότερο ποσοστό θετική βιοψία (OR 0.35, CI 0.17-0.75, p=0.007). Από τους άνδρες µε θετική βιοψία και που ανέφεραν µέτρια σωµατική άσκηση (ΜΕΤ 3-8,9), είχαν µικρό ποσοστό υψηλόβαθµης κακοήθειας (Gleason 7 ή µεγαλύτερο, OR 0.14, CI 0.02-0.94, p=0.04). Τα αποτελέσµατα αυτά παρέχουν τις πρώτες ενδείξεις συσχέτισης ανάµεσα στη σωµατική άσκηση και τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του προστάτη, καθώς επίσης και του βαθµού διαφοροποίησης, στους ασθενείς θετικούς στη νόσο. Χρειάζεται περισσότερη έρευνα σε µεγαλύτερο δείγµα ασθενών προκειµένου να επιβεβαιωθούν αυτά τα ευρήµατα. Μακροχρόνια αποτελεσµατικότητα (7 έτη) των κολπικών ταινιών χωρίς τάση στην αντιµετώπιση της γυναικείας ακράτειας από προσπάθεια. The 7-year outcome of the tension-free vaginal tape procedure for treating female stress urinary incontinence. Phil Hyung Song, et al. BJU International 2009; 104:1113-1117. 04 Η τοποθέτηση των κολπικών ταινιών χωρίς τάση (TVT), αποτελεί µια από τις πιο δηµοφιλείς χειρουργικές τεχνικές στην αντιµετώπιση της γυναικείας ακράτειας από προσπάθεια (ΑΟΠ), λόγω της ασφάλειας και της αποτελεσµατικότητας της µεθόδου. Ωστόσο, είναι απαραίτητη η τεκµηρίωση της αποτελεσµατικότητας σε βάθος χρόνου. Προς το παρόν, οι µελέτες που παρέχουν στοιχεία για την µακροχρόνια αποτελεσµατικότητα είναι λίγες στην βιβλιογραφία. Στην παρούσα αναδροµική, πολυκεντρική µελέτη καταγράφηκαν τα µακροχρόνια αποτελέσµατα (χρονικό διάστηµα e 7 έτη) της τοποθέτησης των κολπικών ταινιών χωρίς τάση, σε ένα επιλεγµένο οµογενή πληθυσµό γυναικών. Στο χρονικό διάστηµα 1999-2001, τοποθετήθηκε TVT σε 364 γυναίκες µε ΑΟΠ, σε 3 νοσοκοµεία στην Κορέα. Από αυτές τις γυναίκες τελικά οι 306 (µέση ηλικία: 50.7 έτη, SD: 8.7) ήταν διαθέσιµες για παρακολούθηση, για χρονικό διάστηµα µεγαλύτερο των 7 ετών (µέσο χρονικό διάστηµα: 92.3 µήνες, εύρος: 84-110 µήνες). Η συλλογή των πληροφοριών έγινε κατά την επίσκεψη των γυναικών στην κλινική 1 µήνα, 1 έτος και 7 έτη µετά την επέµβαση. Καταγράφηκαν και αναλύθηκαν µε στατιστικές µεθόδους οι ακόλουθοι παράµετροι: εγκράτεια, επιπλοκές, προγνωστικοί παράγοντες αποτελεσµατικότητας και ικανοποίηση από την θεραπεία. Το συνολικό ποσοστό ίασης 7 έτη µετά την επέµβαση ήταν 84.6%. Το ποσοστό ικανοποίησης από τη θεραπεία ήταν 69.3%. Τα ποσοστά ίασης ήταν χαµηλότερα σε γυναίκες µε high-grade ΑΟΠ (50% σε grade III ΑΟΠ, 82.8% σε grade ΙΙ ΑΟΠ και 90.7% σε grade Ι ΑΟΠ; P<0.001). Στην πολυπαραγοντική ανάλυση δεν υπήρχαν ανεξάρτητοι παράγοντες κινδύνου σε σχέση µε την ίαση και η επιτακτικότη-
Author συνέχεια 3 τα ήταν ο µοναδικός ανεξάρτητος παράγοντας, που συσχετίστηκε µε την ικανοποίηση των ασθενών από τη θεραπεία (P=0.008; odds ratio 2.47). Ένα µήνα µετά την επέµβαση 71 (23.2%) γυναίκες παρουσίασαν επιπλοκές, αλλά µόνο 8 (2.6%) παρουσίασαν επιπλοκές 7 χρόνια µετά την επέµβαση (διάβρωση από την ταινία σε 6 γυναίκες και de novo επιτακτικότητα σε 2). Οι συγγραφείς συµπεραίνουν ότι η τοποθέτηση του TVT είναι η θεραπεία επιλογής για την αντιµετώπιση της γυναικείας ΑΟΠ. Τα αντικειµενικά και υποκειµενικά ποσοστά επιτυχίας παραµένουν υψηλά µετά από µακροχρόνια παρακολούθηση 7 ετών και ταυτόχρονα η νοσηρότητα της µεθόδου είναι µικρή. Επίσης, δεν υπάρχουν ανεξάρτητοι προγνωστικοί παράγοντες, που να επηρεάζουν την µακροχρόνια αποτελεσµατικότητα. Η κατανάλωση αλκοόλ συσχετίζεται µε µικρότερο κίνδυνο ανάπτυξης καλοήθους υπερτροφίας του προστάτη. Alcohol consumption is associated with a decreased risk of benign prostatic hyperplasia. J. Kellogg Parsons and Ronald Im. The Journal of Urology; October 2009, Vol. 182, 1463-1468. 05 Η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη (ΚΥΠ) είναι µια από τις πλέον συχνές παθήσεις που προσβάλλουν τους άνδρες µέσης ηλικίας και άνω, που αρχικά εκδηλώνεται µε συµπτώµατα από το κατώτερο ουροποιητικό (LUTS). H αιτιολογικοί παράγοντες της ΚΥΠ/LUTS, δεν έχουν πλήρως διευκρινιστεί. Εχει διατυπωθεί η άποψη ότι συστηµατικές µεταβολικές διαταραχές, πιθανόν να ενοχοποιούνται στην παθογένεση της ΚΥΠ/LUTS. Πρόσφατα στοιχεία αναφέρουν ότι, πολλές από τις µεταβολικές διαταραχές που αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, όπως η παχυσαρκία, ο σακχαρώδης διαβήτης και η δυσλιπιδαιµία, µπορεί επίσης να εµπλέκονται στην αύξηση του κινδύνου για την ανάπτυξη της ΚΥΠ και των LUTS. εδοµένου ότι, παράγοντες όπως η φυσική δραστηριότητα και η δίαιτα έχουν κάποιο ρυθµιστικό ρόλο στις µεταβολικές διαταραχές επηρεάζοντας έτσι τον κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο, είναι λογικό αυτοί οι παράγοντες να επηρεάζουν επίσης τον κίνδυνο ανάπτυξης ΚΥΠ και LUTS. Πράγµατι, µελέτες έχουν δείξει ότι η µέτρια κατανάλωση αλκοόλ µειώνει το κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο και συσχετίζεται επίσης µε µειωµένη πιθανότητα για χειρουργική επέµβαση λόγω ΚΥΠ, κλινική και ιστολογική ΚΥΠ και LUTS. Ωστόσο, οι αναφορές γι' αυτό το θέµα στη βιβλιογραφία είναι αντιφατικές. Αλλες µελέτες έχουν δείξει ότι η αυξηµένη κατανάλωση αλκοόλ συνδέεται µε εντονότερα LUTS. Οι συγγραφείς επιχείρησαν µια συστηµατική ανασκόπηση και µετα-ανάλυση των δηµοσιευµένων µελετών, προκειµένου να διερευνήσουν αν υπάρχει συσχέτιση της κατανάλωσης αλκοόλ µε την ΚΥΠ και τα LUTS στους άνδρες. Η έρευνα περιελάµβανε την ανεύρεση δηµοσιεύσεων και περιλήψεων ανακοινώσεων στην αγγλόφωνη βιβλιογραφία, µέσω του MEDLINE (από το Μάρτιο 2008) µε τη χρήση του PubMED, του Cochrane Central Search Library (από το Μάρτιο 2008), του Web Science και του AUA web site (www.auanet.org) στο οποίο αναζητήθηκαν οι περιλήψεις των ανακοινώσεων που παρουσιάστηκαν στις AUA annual meetings (2002-2008). Συνολικά 19 µελέτες (120.091 άνδρες) εκπληρούσαν τα κριτήρια της έρευνας. Οι συγγραφείς κατέληξαν στο συµπέρασµα ότι, η κατανάλωση αλκοόλ συσχετίζεται µε ελαττωµένη πιθανότητα για ΚΥΠ. Αντίθετα, η προστατευτική δράση του αλκοόλ στην ΚΥΠ δεν παρατηρήθηκε στα LUTS, όπου η κατανάλωση αλκοόλ δεν έχει προστατευτικό ρόλο (αυξηµένη πιθανότητα για LUTS). Αυτή η παρατήρηση πιθανόν υποδεικνύει εγγενείς διαφορές µεταξύ ΚΥΠ και LUTS ως κλινικών καταστάσεων. Απαιτούνται περισσότερες µελέτες προκειµένου να κατανοηθεί ο µηχανισµός µέσω του οποίου το αλκοόλ επηρεάζει τον κίνδυνο για ΚΥΠ και αν αλλαγές στην κατανάλωση του αλκοόλ µπορεί να επηρεάσουν την κλινική πρόοδο της ΚΥΠ.
22-23 Κυστεκτοµή µε διατήρηση του προστάτη: µακροχρόνια ογκολογικά αποτελέσµατα. Prostate-sparing cystectomy: long-term oncological results. Remco R. de Vries, et al. BJU International 2009; 104: 1239-1243. 06 Η παραδοσιακή τεχνική της ριζικής κυστεκτοµής (standard cystoprostatectomy, SC) στους άνδρες περιλαµβάνει την αφαίρεση της ουροδόχου κύστης, του προστάτη, των σπερµατοδόχων κύστεων. Οι συγγραφείς άρχισαν να εφαρµόζουν την κυστεκτοµή µε διατήρηση του προστάτη (Prostate-sparing cystectomy, PSC) από το 1994 (η αρχική ονοµασία της τεχνικής ήταν: sexuality-preserving cystectomy neobladder), µε σκοπό την προφύλαξη της σεξουαλικής λειτουργίας µε ανατοµική ανακατασκευή του κατώτερου ουροποιητικού και χωρίς να επηρεάζεται το ογκολογικό αποτέλεσµα. Ωστόσο, η ασφάλεια της PSC από ογκολογικής πλευράς αποτελεί αντικεί- µενο συζήτησης, µε πολλούς συγγραφείς να αµφισβητούν έντονα την ασφάλεια της τεχνικής. Ο σκοπός της παρούσης µελέτης, ήταν να εκτιµηθούν αναδροµικά τα ογκολογικά αποτελέσµατα σε ασθενείς που αντιµετωπίστηκαν µε PSC και να συγκριθούν µε τα αποτελέσµατα των ασθενών που υποβλήθηκαν σε SC, στην ίδια κλινική και στην ίδια χρονική περίοδο. Το χρονικό διάστηµα 1994-2006, 63 άνδρες αντιµετωπίστηκαν µε PSC (πυελική λεµφαδενεκτοµή και αφαίρεση της ουροδόχου κύστης µε παραµονή του προστάτη και των σπερµατοδόχων κύστεων) και ορθότοπη νεοκύστη και 73 άνδρες αντιµετωπίστηκαν µε SC και εκτροπή ούρων (ορθότοπη νεοκύστη), από τους οποίους παρέ- µειναν τελικά στη µελέτη 63. Τα κριτήρια επιλογής για την PSC ήταν: ένδειξη για κυστεκτοµή και επιθυµία για διατήρηση της σεξουαλικής λειτουργίας. Τα κριτήρια αποκλεισµού ήταν: επέκταση του όγκου στον κυστικό αυχένα ή στην προστατική ουρήθρα (αποκλείστηκε µε διουρηθρική εκτοµή του κυστικού αυχένα και της προστατικής ουρήθρας) και καρκίνος του προστάτη (αποκλείστηκε µε δακτυλική εξέταση, προσδιορισµό του PSA, διορθικό υπερηχοτοµογράφηµα και βιοψίες του προστάτη ανεξάρτητα από την τιµή του PSA). Επιπλέον, ως κριτήρια αποκλεισµού θεωρήθηκαν η προεγχειρητική στυτική δυσλειτουργία και η επιθυµία των ασθενών να υποβληθούν σε SC. Η µετεγχειρητική παρακολούθηση των ασθενών ήταν χρονικά ως εξής: ανά 3µηνο το 1ο έτος, ανά 6µηνο τα επόµενα 2 χρόνια και στη συνέχεια ανά έτος. Το ογκολογικό αποτέλεσµα εκτιµήθηκε µε: λήψη ιστορικού, χρήση ερωτηµατολογίων, κυστεοσκόπηση, κυτταρολογική εξέταση ούρων, προσδιορισµό του PSA και απεικονιστικό έλεγχο µε αξονική τοµογραφία. Η µέση ηλικία των ασθενών ήταν 55 και 61 έτη και το µέσο χρονικό διάστηµα παρακολούθησης 56 και 76 µήνες στην οµάδα PSC και SC, αντίστοιχα. Ο ελάχιστος χρόνος παρακολούθησης και στις οµάδες ήταν 1 έτος, ενώ στο 91% των ασθενών ήταν µεγαλύτερο από 2 έτη και στο 78% των ασθενών ήταν µεγαλύτερο από 3 έτη. Η 3ετής και 5ετής επιβίωση από τη νόσο ήταν 77% και 66% στην οµάδα PSC και 68% και 64% στην οµάδα SC (log-rank, P=0.6). Μεταξύ των 2 οµάδων, δεν υπήρξε στατιστικά σηµαντική διαφορά στα ποσοστά τοπικής υποτροπής ή αποµακρυσµένων µεταστάσεων. Συγκεκριµένα: η τοπική υποτροπή ήταν 7.9% και 16% στην οµάδα PSC και SC (P=0.1), αντίστοιχα και τα αντίστοιχα ποσοστά για τις αποµακρυσµένες µεταστάσεις ήταν 29% και 33% (P=0.4). Στην οµάδα PSC 2 (3%) ασθενείς ανέπτυξαν µετεγχειρητικά καρκίνο του προστάτη, αλλά κανείς δεν απεβίωσε λόγω του προστατικού καρκίνου. Στην οµάδα SC στην παθολογοανατοµική εξέταση βρέθηκαν 9 (18%) ασθενείς µε καρκίνο του προστάτη. Στην οµάδα PSC, καµία τοπική υποτροπή δεν αφορούσε τον προστάτη ή την προστατική ουρήθρα, ενώ σε ένα ασθενή διαπιστώθηκε καρκίνωµα in situ 41 µήνες µετεγχειρητικά, που αντιµετωπίστηκε επιτυχώς µε BCG. Οι συγγραφείς καταλήγουν στο συµπέρασµα ότι, η έκβαση της PSC είναι συγκρίσιµη µε αυτή της SC. Η συχνότητα των τοπικών υποτροπών ή των αποµακρυσµένων µεταστάσεων δεν ξεπερνά την αντίστοιχη συχνότητα της SC. Με δεδοµένο ότι ο προεγχειρητικός έλεγχος θα είναι λεπτοµερής, ο κίνδυνος για τοπική υποτροπή στο ουροθήλιο που διατηρείται στην PSC ή η ανάπτυξη κλινικά σηµαντικού προστατικού καρκίνου είναι µικρός. Με βάση αυτά τα δεδοµένα, οι συγγραφείς θεωρούν την PSC ασφαλή από ογκολογικής πλευράς σε επιλεγµένους ασθενείς. Ταυτόχρονα, υπογραµµίζουν την αξία της σχολαστικής επιλογής και θεωρούν ότι αυτή αποτελεί το κλειδί της επιτυχίας. Αποδεχόµενοι τα µειονεκτήµατα των αναδροµικών µελετών (όπως η δική τους) έναντι των τυχαιοποιηµένων µελετών, αναγνωρίζουν την ανάγκη για επιβεβαίωση των ευρηµάτων τους και από άλλες µελέτες µε πιο καλό σχεδιασµό.