Μαριάνθη Δ. Παπαναγιώτου, Σωκράτης Ε. Βαρυτιμίδης

Σχετικά έγγραφα
ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Ευτέρπη Κ. Δεμίρη, Αν. Καθηγήτρια Πλαστικής Χειρουργικής Κλινική Πλαστικής Χειρουργικής ΑΠΘ

ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΓΜΑΤΑΤΩΝ

Χειρουργική Θεραπεία των Οστεοπορωτικών Καταγμάτων

ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ ΚΑΤΑΓΜΑΤΩΝ

ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΕΠΔΕΣΜΟΛΟΓΙΑ

YΠΟΤΡΟΧΑΝΤΗΡΙΑ ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ. Από τον ελάσσονα τροχαντήρα έως το όριο άνω προς μέσο τριτημόριο του μηριαίου

Ελάχιστα επεμβατικές μέθοδοι για την αρθροπλαστική του ισχίου και του γόνατος

ΔΙΑΣΩΣΗ Η ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΣΕ ΣΟΒΑΡΕΣ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ

Όταν χρειάζεται ρύθμιση της ποσότητας των χορηγούμενων υγρών του ασθενή. Όταν θέλουμε να προλάβουμε την υπερφόρτωση του κυκλοφορικού συστήματος

Εργαστήριο. Παθολογική Χειρουργική Νοσηλευτική ΙΙ. «Μέτρηση της αιματηρής. Αρτηριακής Πίεσης»

Α.Τ.Ε.Ι.ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

ΣΩΣΤΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΦΛΕΒΟΚΑΘΕΤΗΡΑ

3 ο Πανελλήνιο Συμπόσιο

Σύνδροµο Καρπιαίου Σωλήνα

Αιµορραγία. Η αιµορραγία αυτή προέρχεται από τη διατοµή µιας φλέβας και

Βογιατζόγλου E, Βογιατζόγλου Δ. Γενικό Νοσοκομείο «Αμαλία. Δόνου Α.,

ΠΡΩΤΕΣ ΒΟΗΘΕΙΕΣ για Πολίτες

Μηχανικές ιδιότητες των οστών

Αρτηριακή παρακέντηση

Χειρουργική Θεραπεία της Οστεοαρθρίτιδας

Αιμορραγική διάθεση ή αιμορραγική εκδήλωση; Δεν είναι πάντα το ίδιο...

ΟΡΘΟΠΕΔΙΚΗ κόστος γύψου. Περιγραφή ιατρικής πράξης ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΒΟΗΘΟΣ Επίσκεψη 30 Εφαρμογή Γύψου. ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΑΝΩ ΑΚΡΟΥ Κάταγμα κλείδας

Γράφει: Τσαπακίδης Ιωάννης, Χειρουργός Ορθοπαιδικός

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ

Η Αρθροσκόπηση της Ποδοκνημικής Άρθρωσης

Εργασία βιολογίας Μ. Παναγιώτα A 1 5 ο ΓΕΛ Χαλανδρίου Αγγειοπλαστική Bypass

Νέα Δεδομένα στην Αγγειοχειρουργική στην Κύπρο - Ενδοφλεβική Θεραπεία με λέϊζερ Μέθοδος EVLA Η πιολιγότερο ανώδυνη ιατρική πρακτική για Κιρσούς

Εργαστήριο. Παθολογική Χειρουργική Νοσηλευτική ΙΙ. «Τοποθέτηση. Κεντρικών Φλεβικών Καθετήρων»

ΥΠΕΡΟΣΜΩΤΙΚΟ ΜΗ ΚΕΤΩΝΙΚΟ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΚΩΜΑ. Φροντίδα στο Σακχαρώδη Διαβήτη- Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Τμήματος

Σεμινάριο. Τραύμα Άνω Άκρου. Με ελευθερη ςυμμετοχη. διοργανωση: κλινικη Χειρουργικης Χεριου - ανω ακρου - ΜικροΧειρουργικης κατ

Δώρα Πετρακοπούλου. Αποκατάσταση μαστού μετά την μαστεκτομή. Τεχνικές αποκατάστασης μαστού ΠΛΑΣΤΙΚΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ

ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ- ΧΕΙΡ/ΘΕΙΣΑ ΧΟΛΟΚΥΣΤΕΚΤΟΜΗ- 6:40 ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ ΠΛΑΣΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ 22/10/ :30 14:55 Ca ΤΡΙΧΩΤΟΥ - ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ-ΒΙΟΨΙΑ

ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΠΟΔΙ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΙΚΟΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ. Κ. ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Διευθυντής Γ.Ν.Α. «Γ. Γεννηματάς»

Σύνδροµο Μηροκοτυλιαίας Πρόσκρουσης Femoroacetabular Impingement Syndrome (FAI)

ΤΜΗΜΑ ΑΑ ΛΙΣΤΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΗΜ/ΝΙΑ ΗΜ.ΕΙΣΟ ΟΥ ΠΙΘΑΝΗ ΕΙ ΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓ.ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ (ΜΟΝ.ΑΡΙΘΜ.) ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΗΜ.ΧΕΙΡ/ΓΕΙΟΥ Χ

TΡΑΥΜΑ ΑΝΩ ΑΚΡΟΥ. ΑΘΗΝΑ 4-5 Nοεµβρίου. Έναρξη 15:00 µ.µ. Αµφιθέατρο Νοσοκοµείου ΚΑΤ «Γ. Χαρτοφυλακίδης» ΜΕ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ

ΑΓΓΕΙΟΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ- ΑΙΜΟΣΤΑΣΗ

Τίτλος Μαθήματος: Πρώτες Βοήθειες για Γενικό Πληθυσμό

Γενικές Μετεγχειρητικές Οδηγίες

5. ΠΕΡΙΝΕΟΤΟΜΙΑ ΡΗΞΕΙΣ ΠΕΡΙΝΕΟΥ

ΒΛΑΒΕΡΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΥΨΗΛΗ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ. Εμμ. Μ. Καραβιτάκης Παιδίατρος

ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΡΟΔΟΥ ΛΙΣΤΑ ΕΠΕΙΓΩΝΤΩΝ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΩΝ 16/08-31/08/2018 ΗΜ/ΝΙΑ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΚΩΔΙΚΟΣ ΙΑΤΡ. ΠΡΑΞΗΣ

ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΗΣ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗΣ

Ο Πρόσθιος Χιαστός Σύνδεσμος του Γόνατος και η Συνδεσμοπλαστική

ΕΙΔΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟΥ. Υποσκληρίδιο αιμάτωμα 7/7/2017

ΥΔΡΟΚΗΛΗ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΟΣΧΕΟΥ - ΥΔΡΟΚΗΛΗ - ΚΙΡΣΟΚΗΛΗ - ΣΥΣΤΡΟΦΗ ΣΠΕΡΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΝΟΥ - ΚΥΣΤΗ ΕΠΙΔΙΔΥΜΙΔΑΣ - ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΥΣΤΗ - ΚΥΣΤΕΣ ΟΣΧΕΟΥ

ΟΛΙΚΗ ΑΡΘΡΟΠΛΑΣΤΙΚΗ ΙΣΧΊΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΘΡΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΙΣΧΙΟΥ

ΤΜΗΜΑ ΑΑ ΛΙΣΤΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΗΜ/ΝΙΑ ΗΜ.ΕΙΣΟ ΟΥ ΠΙΘΑΝΗ ΕΙ ΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓ.ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ (ΜΟΝ.ΑΡΙΘΜ.) ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΗΜ.ΧΕΙΡ/ΓΕΙΟΥ Χ

Η ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΣΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΦΛΕΓΜΟΝΩΝ ΣΤΟ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΠΟΔΙ. Κ. ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Διευθυντής Γ.Ν.Α. «Γ. Γεννηματάς»

Οδηγίες για Ασθενείς που Φέρουν Νάρθηκες

18 18/8/2018 ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΚΑΘΕΤΗΡΑ ΠΕΡΙΤΟΝΑΪΚΗΣ ΑΙΜΟΚΑΘΑΡΣΗΣ-ΣΥΜΦΥΣΙΟΛΥΣΗ

ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΜΕΛΗ. Τι είναι τα πρόσθετα μέλη;

Ρήξη του Τενοντίου Πετάλου του Ώμου: Γενικές Πληροφορίες

Νοσηλευτική προσέγγιση στο διαβητικό πόδι

Περιφερική Αγγειοπάθεια Ενημέρωση Ασθενών Επεμβατική Ακτινολογία: Η εναλλακτική σου στη χειρουργική

Σακχαρώδης διαβήτης και οστεοπόρωση - Ο Δρόμος για την Θεραπεία Τρίτη, 23 Νοέμβριος :22

Αντιθρομβωτική αγωγή στις περιφερικές αρτηρίες

ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΚΑΡΔΙΟΠΑΘΕΙΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Γυναίκα 50 ετών με σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι εισάγεται με ιστορικό από 48ωρου ανορεξίας, δύσπνοιας και κεφαλαλγίας. Το σάκχαρο αίματος ήταν 550mg/dl

ΚΑΡΔΙΑΚΟΣ ΚΑΘΕΤΗΡΙΑΣΜΟΣ

ΠΡΩΤΕΣ ΒΟΗΘΕΙΕΣ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

ΠΛΑΣΤΙΚΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΑΡΑΜΕΛΗΜΕΝΟΥ ΤΡΑΥΜΑΤΟΣ ΔΑΚΤΥΛΟΥ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ ΥΓΕΙΑΣ. Νικόλαος Η. Λιάκος 1, Κων/νος Ν.

Μυϊκές θλάσεις και αποκατάσταση ΠΗΔΟΥΛΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΕΦΑΑ ΚΟΜΟΤΙΝΗΣ

Αντιμετώπιση νόσων αρτηριών κάτω άκρων Μ. Γ. Περούλης MD, MSc, PhD Επικ. Επιµελητής Αγγειοχειρουργικής Πανεπιστηµιακού Γενικού Νοσοκοµείου Ιωαννίνων

Levin E.M The Diabetic Foot 3 rd edition ιαβητολογικό Κέντρο Τζανείου Γ.Ν. Πειραιά

(2) 3-6 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 05/03/ :05 CTEAM (2) 3-6 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 19/04/ :30 (4) ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 18/09/ :41

ΤΜΗΜΑ ΑΑ ΛΙΣΤΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΗΜ/ΝΙΑ ΗΜ.ΕΙΣΟ ΟΥ ΠΙΘΑΝΗ ΕΙ ΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓ.ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ (ΜΟΝ.ΑΡΙΘΜ.) ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΗΜ.ΧΕΙΡ/ΓΕΙΟΥ Χ

Μιχάλης Τσαματσούλης Χειρουργός Θώρακος. Καρδιοχειρουργική Κλινική Γ.Ν.Α «Ο Ευαγγελισμός»

Ευτέρπη Κ. ΔΕΜΙΡΗ Αναπλ. Καθηγήτρια Πλαστικής Χειρουργικής Α.Π.Θ. Κλινική Πλαστικής Χειρουργικής Α.Π.Θ. Νοσοκομείο Παπαγεωργίου Θεσσαλονίκης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ

ΚΡΑΝΙΟΕΓΚΕΦΑΛΙΚΕΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ

Τι είναι η αρθροσκόπηση του ώμου;

Ανευρύσματα Εγκεφάλου

Ενημέρωση και συγκατάθεση για χειρουργική τοποθέτηση οδοντικών εμφυτευμάτων

(2) 3-6 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 05/03/ :05 (2) 3-6 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 19/04/ :30 CTEAM (4) ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ 18/09/ :41

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ. Λειτουργία των νεφρών. Συμπτώματα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας

Καρβελάς Φώτης Δ/ντής Χειρουργικής κλινικής «Άγιος Ανδρέας»

ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΕΓΚΑΥΜΑΤΩΝ - ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΝΤΑΕΤΙΑΣ

ΦΛΕΒΟΚΕΝΤΗΣΗ - ΑΙΜΟΛΗΨΙΑ

Γράφει: Χρίστος Κουνούδης, Χειρουργός

Γ. Χ. Μπομπότης 1, Ι. Π. Λαζαρίδης 2, Η. Ι. Καπιτσίνης 1, Α. Θ. Παπαδόπουλος 1, Π. Γ. Δοκόπουλος 1, Α. Ι. Καρακάνας 1, Ι.Γ. Στυλιάδης 1 1.

ΤΜΗΜΑ ΑΑ ΛΙΣΤΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΗΜ/ΝΙΑ ΗΜ.ΕΙΣΟ ΟΥ ΠΙΘΑΝΗ ΕΙ ΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓ.ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ (ΜΟΝ.ΑΡΙΘΜ.) ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΗΜ.ΧΕΙΡ/ΓΕΙΟΥ Χ

ΞΗΡΟΥΧΑΚΗ ΜΑΡΙΑ ΠΕΡΑΝΤΩΝΗ ΑΡΙΣΤΕΑ

Παράρτημα III. Τροποποιήσεις των σχετικών παραγράφων της περίληψης των χαρακτηριστικών του προϊόντος και των φύλλων οδηγιών χρήσης

ΔΙΑΒΗΤΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΙΚΗ ΑΓΓΕΙΟΠΑΘΕΙΑ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

ΚΩΔΙΚΟΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΚΛΙΝΙΚΗ

ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΘΩΡΑΚΑ A. ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΠΛΕΥΡΩΝ B. ΠΝΕΥΜΟΘΩΡΑΚΑΣ

ΣΥΓΓΕΝΗΣ ΑΤΡΗΣΙΑ ΤΟΥ ΣΤΕΛΕΧΟΥΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑΣ ΑΡΤΗΡΙΑΣ ΣΕ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΣΘΕΝΗ: ΜΙΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΣΠΑΝΙΑ ΑΝΩΜΑΛΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΓΕΙΟΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΝΕΥΡΥΣΜΑ ΤΗΣ ΚΟΙΛΙΑΚΗΣ ΑΟΡΤΗΣ

1.4 Φυσιολογικές αντιδράσεις στην αύξηση της θερμοκρασίας

Μιχάλης Η. Χαντές. Αθλητικές κακώσεις: Κακώσεις μυών οστών Θεραπευτικές δυνατότητες Προστατευτικός εξοπλισμός.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΜΑΛΑΚΩΝ ΜΟΡΙΩΝ & ΣΚΕΛΕΤΟΥ

11/6/2015 ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΚΑΤΑΓΜΑΤΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΑΑ ΛΙΣΤΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΗΜ/ΝΙΑ ΗΜ.ΕΙΣΟ ΟΥ ΠΙΘΑΝΗ ΕΙ ΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓ.ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ (ΜΟΝ.ΑΡΙΘΜ.) ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΗΜ.ΧΕΙΡ/ΓΕΙΟΥ Χ

ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΑΠΌ ΕΝΔΑΓΓΕΙΑΚΟΥΣ ΚΑΘΕΤΗΡΕΣ

Αθήνα 12 Μαρτίου 2013 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 30 / 03 /2018 ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Δ/ΝΣΗ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β

Transcript:

KΕΦΑΛΑΙΟ ΜΙΚΡΟΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ, ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ & ΤΕΧΝΙΚΕΣ 3 Αντιμετώπιση του Ακρωτηριασμένου Άκρου και Eπανασυγκολλήσεις Δακτύλων και Άκρων Μαριάνθη Δ. Παπαναγιώτου, Σωκράτης Ε. Βαρυτιμίδης Σύνοψη-Προαπαιτούμενη γνώση Παρά τις εξελίξεις τόσο στη χειρουργική τεχνική όσο και στα μέσα και τις συνθήκες διακομιδής ασθενών με ακρωτηριασμούς των άκρων σε ειδικές μονάδες, η αντιμετώπιση αυτού του τύπου κακώσεων παραμένει ιδιαίτερα δύσκολη και απαιτητική. Ο σκοπός της επανασυγκόλλησης δεν είναι απλώς η αποκατάσταση της αγγειακής παροχής στο άκρο αλλά και η επαναφορά της λειτουργικότητας στον μέγιστο δυνατό βαθμό, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί το μέλος στην εργασία και στις καθημερινές δραστηριότητες. Η επιτυχία της επανασυγκόλλησης εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες, οι οποίοι σχετίζονται τόσο με την ίδια την κάκωση και τις συνθήκες στις οποίες πραγματοποιήθηκε όσο και με την αντιμετώπιση που θα ακολουθηθεί. Α. Ακρωτηριαστικές κακώσεις των άκρων - ορισμοί Α.1. Ακρωτηριασμός πλήρης-ατελής Ως πλήρης ακρωτηριασμός ορίζεται η κατάσταση εκείνη στην οποία υπάρχει πλήρης αποχωρισμός του ακρωτηριασθέντος τμήματος από το κεντρικό κολόβωμα (Εικόνα 3.1). Στην περίπτωση που το ακρωτηριασμένο τμήμα συνδέεται με γέφυρα μαλακών μορίων με το κεντρικό κολόβωμα, τότε η κάκωση αναφέρεται ως ατελής ακρωτηριασμός. Ένας ατελής ακρωτηριασμός άκρου μπορεί να χαρακτηριστεί βιώσιμος ή μη βιώσιμος αναλόγως με το εάν το περιφερικό τμήμα του ακρωτηριασμένου μέλους διατηρεί επαρκή αιματική παροχή ή όχι [1,2]. Εικόνα 3.1. Πλήρης ακρωτηριασμός χεριού στο ύψος των μετακαρπίων. 54

Όταν η αιμάτωση του περιφερικού τμήματος ενός μέλους που υπέστη ατελή ακρωτηριασμό είναι επαρκής και δεν απαιτούνται επεμβάσεις μικροαγγειακής αναστόμωσης για τη διάσωσή του, τότε αναφερόμαστε σε ατελή βιώσιμο ακρωτηριασμό (Εικόνα 3.2). Αντίθετα, στους ατελείς μη βιώσιμους ακρωτηριασμούς η αιμάτωση του περιφερικού τμήματος δεν διατηρείται και χρειάζεται να πραγματοποιηθούν μικροαγγειακές αναστομώσεις, προκειμένου να αποκατασταθεί η αιματική παροχή. Εικόνα 3.2. Ατελής μη βιώσιμος ακρωτηριασμός στο ύψος του καρπού, οι ανατομικές δομές του κεντρικού κολοβώματος έχουν αναγνωρισθεί και σημανθεί με ράμματα, προκειμένου να διευκολυνθεί η επανασυγκόλληση του άκρου. Α.2. Απογαντισμός Ένας ιδιαίτερος τύπος ακρωτηριαστικών κακώσεων, λόγω των εκτεταμένων βλαβών των νευραγγειακών δομών που παρατηρούνται σ αυτές, ο οποίος αφορά συνηθέστερα το άνω άκρο, αποτελούν οι κακώσεις από εξελκυσμό ή κακώσεις απογαντισμού. Στις κακώσεις απογαντισμού το δέρμα και το περίβλημα μαλακών μορίων (αγγεία, μύες, τένοντες και νεύρα) αποχωρίζονται από το υποκείμενο οστό, όπως ένα γάντι απο το χέρι (Εικόνα 3.3 και 3.4). Οι τραυματισμοί αυτοί οφείλονται σε δυνάμεις ελκυσμού που ασκούνται στις νευραγγειακές δομές, με αποτέλεσμα αυτές να διατείνονται σημαντικά και, ορισμένες φορές, κυριολεκτικά να «ξεριζώνονται» από τους γύρω ιστούς, με αποτέλεσμα τα άκρα των αγγείων και των νεύρων να αναγνωρίζονται σε αρκετή απόσταση απο την περιοχή του τραυματισμού. Η παρουσία του σημείου της «κορδέλας» (ribbon sign) είναι ενδεικτική βλάβης καθ όλο το μήκος του τοιχώματος του αγγείου και σχετίζεται με κακή πρόγνωση. Οι κακώσεις εξελκυσμού των δακτύλων αποτελούν ειδική κατηγορία (Εικόνα 3.4). Ο Urbaniak [3] ταξινόμησε τις κακώσεις αυτές σε τρεις κατηγορίες. Στην 1 η κατηγορία διατηρείται επαρκής κυκλοφορία στο τραυματισμένο μέλος, στη 2 η κατηγορία η κυκλοφορία είναι ανεπαρκής αλλά αποκαταστάσιμη, ενώ διατηρείται το οστικό υπόβαθρο και οι τένοντες. Τέλος, στην 3 η κατηγορία υπάρχει πλήρης απογαντισμός (απόσπαση του περιβλήματος των μαλακών μορίων απο το οστό) ή και πλήρης ακρωτηριασμός. Εικόνα 3.3. Κάκωση απογαντισμού ποδιού - ποδοκνημικής. 55

Εικόνα 3.4.Απογαντισμός παραμέσου δακτύλου. Α.3. Χρόνος ισχαιμίας Μία ιδιαίτερα σημαντική παράμετρος, η οποία καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την επιτυχή έκβαση ή την αποτυχία της προσπάθειας επανασυγκόλλησης ενός ακρωτηριασμένου μέλους, αποτελεί ο χρόνος ισχαιμίας. Ως χρόνος ισχαιμίας ορίζεται το χρονικό διάστημα μέχρι την αποκατάσταση της αρτηριακής παροχής στο ακρωτηριασμένο τμήμα. Οι μύες αποτελούν τις πιο ευαίσθητες ανατομικές δομές όσον αφορά την παραμονή τους σε συνθήκες ισχαιμίας. Κατά συνέπεια, όσο μεγαλύτερες μυϊκές ομάδες περιλαμβάνει το ακρωτηριασμένο τμήμα, δηλαδή όσο πιο κεντρικά βρίσκεται το επίπεδο του ακρωτηριασμού, τόσο μικρότερος είναι ο χρόνος κατά τον οποίο το άκρο μπορεί να μείνει σε συνθήκες ισχαιμίας, πριν συμβούν μη αναστρέψιμες βλάβες στις μυϊκές του ομάδες [4]. Ο χρόνος ισχαιμίας διακρίνεται σε χρόνο θερμής (σε θερμοκρασία περιβάλλοντος) και ψυχρής ισχαιμίας (εάν το ακρωτηριασμένο μέλος διατηρηθεί σε συνθήκες ψύξης). Για ακρωτηριασμούς που περιλαμβάνουν μεγάλες μυϊκές ομάδες, όπως ακρωτηριασμοί στο ύψος του κεντρικού τριτημορίου της κνήμης, του μηρού, του κεντρικού αντιβραχίου και του βραχιονίου, ο χρόνος θερμής ισχαιμίας δεν μπορεί να υπερβεί τις 6 ώρες, ενώ σε περιφερικότερους ακρωτηριασμούς που αφορούν τα δάκτυλα μπορεί να φτάσει και τις 12 ώρες. Με την ψύξη του ακρωτηριασθέντος τμήματος υπό κατάλληλες συνθήκες μπορεί να επιχειρηθεί επανασυγκόλληση και μετά απο 30 ώρες (δάκτυλα) [5,6]. Β. Διαχείριση ακρωτηριασμένου μέλους Β.1. Στον τόπο του ατυχήματος Οι ακρωτηριαστικές κακώσεις των άκρων είναι συνήθως αποτέλεσμα τραυματισμών υψηλής βίας και, ως εκ τούτου, είναι δυνατό να συνοδεύονται και απο άλλες κακώσεις, συχνά απειλητικές για τη ζωή του ασθενούς. Αν και το ακρωτηριασμένο άκρο είναι, τις περισσότερες φορές, το πιο εμφανές τραύμα, η προσεκτική γενική εξέταση του ασθενούς για πιθανούς συνυπάρχοντες τραυματισμούς και η εφαρμογή των βασικών αρχών του ATLS στον τόπο του ατυχήματος είναι απαραίτητη για τη διάσωση του τραυματία. Στον ασθενή πρέπει να τοποθετείται άμεσα τουλάχιστο μία περιφερική γραμμή, ώστε να ξεκινήσει η ενδοφλέβια χορήγηση υγρών, η οποία είναι ιδιαίτερα σημαντική για τον έλεγχο της αιμοδυναμικής του κατάστασης. Επίσης, πρέπει να χορηγηθούν αναλγητικά (παρακεταμόλη) και, εάν είναι διαθέσιμη, να ξεκινήσει η χορήγηση αντιβιοτικών [2,5,6,7]. Στον τόπο του ατυχήματος πρέπει να επιχειρείται μία αρχική έκπλυση τόσο του ακρωτηριασθέντος τμήματος όσο και του κολοβώματος με φυσιολογικό ορό και, όπου είναι εφικτό, με αραιό διάλυμα φυσιολογικού ορού με αντισηπτικό, ώστε να απομακρυνθούν τυχόν ξένα σώματα και να μειωθεί το μικροβιακό φορτίο. Δεν πρέπει να επιχειρείται κανενός τύπου χειρουργικός καθαρισμός στον τόπο του ατυχήματος. Το ακρωτηριασμένο άκρο, αφού πλυθεί, πρέπει να τυλιχθεί σε αποστειρωμένες γάζες εμποτισμένες με ισότονο διάλυμα (N/S 0,9% ή R/L) και, εν συνεχεία, να τοποθετηθεί σε αποστειρωμένο δοχείο που κλείνει αεροστεγώς και υδατοστεγώς (Εικόνα 3.5). Το δοχείο αυτό τοποθετείται, στη συνέχεια, σε μεγαλύτερο δοχείο με νερό και πάγο σε αναλογία 56

πάγος/νερό = 1/4, προκειμένου να διατηρηθεί το άκρο σε χαμηλή θερμοκρασία. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει το ακρωτηριασμένο μέλος να έρθει σε άμεση επαφή με το νερό ή τον πάγο. Το κεντρικό κολόβωμα του ακρωτηριασμένου μέλους πρέπει να σταθεροποιείται σε νάρθηκα, ώστε να περιοριστεί η αιμορραγία. Σε περιπτώσεις τραυματισμού μεγάλων αγγείων με σημαντική αιμορραγία πρέπει να γίνεται προσπάθεια περιορισμού της αιμορραγίας με ατραυματικά μέσα, όπως ελαστική περίδεση ή τοποθέτηση ίσχαιμου αεροθαλάμου (περιχειρίδας), ενώ δεν πρέπει να επιχειρείται διερεύνηση του τραύματος και απολίνωση των αγγείων ή σύλληψή τους με λαβίδες (Εικόνα 3.6), καθώς αυτή μπορεί να προκαλέσει εκτεταμένες βλάβες σε μεγαλύτερο μήκος του αγγείου και να δυσχεραίνει περαιτέρω τη διαδικασία επανασυγκόλλησης [1,2,5,6,7]. Σε ατελείς ακρωτηριασμούς ακολουθείται ακριβώς η ίδια διαδικασία πλυσίματος και περιποίησης του μέλους. Ολόκληρο το άκρο πρέπει να τυλιχθεί σε καθαρές αποστειρωμένες γάζες και, εν συνεχεία, αφού γίνει η σχετική ανάταξη και τυλιχθεί με αρκετές στρώσεις επιδεσμικού υλικού (ορθομπάν), τοποθετείται σε νάρθηκα. Παγοκύστεις μπορούν να τοποθετηθούν γύρω απο το περιφερικό τμήμα του ακρωτηριασμένου άκρου, χωρίς φυσικά να έρχονται σε άμεση επαφή με αυτό, προκειμένου να παραταθεί ο χρόνος ψυχρής ισχαιμίας [5,6]. Εικόνα 3.5. Δοχείο μεταφοράς ακρωτηριασμένου μέλους. Το ακρωτηριασμένο μέλος, αφού τυλίχθηκε σε αποστειρωμένες γάζες, τοποθετήθηκε σε δοχείο κλεισμένο αεροστεγώς και υδατοστεγώς. Το δοχείο, στη συνέχεια, για μεγαλύτερη, ασφάλεια, τοποθετήθηκε σε πλαστική σακούλα, η οποία μπήκε σε μεγαλύτερο δοχείο με πάγο. Εικόνα 3.6. Η απολίνωση των αγγείων του κεντρικού (α) κολοβώματος είχε ως αποτέλεσμα εκτεταμένη βλάβη στο τοίχωμα του αγγείου, με αποτέλεσμα την αδυναμία πραγματοποίησης τελικοτελικής αναστόμωσης και την ανάγκη τοποθέτησης μοσχεύματος (β). Ο γιατρός και το πλήρωμα του ασθενοφόρου που θα κληθούν να περισυλλέξουν τον τραυματία είναι οι πρώτοι οι οποίοι θα έρθουν σε επαφή μαζί του και οι πληροφορίες που μπορούν να συλλέξουν στον τόπο του ατυχήματος είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Ένα αδρό ιστορικό του ασθενούς με έμφαση στον χρόνο και στον μηχανισμό της κάκωσης, καθώς και σε κάθε άλλο παράγοντα, χημικό, ηλεκτρικό ή θερμικό, που επέδρασε στο τραύμα, πρέπει να ληφθεί στον τόπο του ατυχήματος, ενώ, αν είναι εφικτό, πρέπει να ληφθούν και πληροφορίες σχετικές με το ατομικό ιατρικό ιστορικό του τραυματία και να καταγραφούν οι συνυπάρχουσες παθήσεις (ΣΔ, 57

καρδιοπάθειες, νόσοι του αναπνευστικού κλπ.). Οι πληροφορίες αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την επικοινωνία με το κέντρο το οποίο αρχικά θα δεχτεί τον τραυματία. Β.2. Στο κέντρο υποδοχής Κατά την άφιξη του ασθενούς στο κέντρο υποδοχής επαναλαμβάνεται εξαρχής η διαδικασία εκτίμησης της κατάστασης του τραυματία με βάση τις αρχές του ATLS και επαναξιολογείται η βαρύτητα των κακώσεων. Το πλήρωμα του ασθενοφόρου και ο γιατρός που διακομίζει τον ασθενή οφείλει να ενημερώσει το κέντρο υποδοχής για τις συνθήκες και τον χρόνο του ατυχήματος, καθώς και να μεταφέρει όσα είναι γνωστά για το ατομικό ιστορικό του τραυματία. Οι γιατροί του κέντρου υποδοχής, εν συνεχεία, θα ολοκληρώσουν τη λήψη των απαραίτητων κλινικών πληροφοριών. Στον ασθενή πρέπει να γίνει ο απαραίτητος κλινικοεργαστηριακός έλεγχος και να ληφθεί αίμα για διασταύρωση, ώστε να είναι δυνατή η μετάγγιση του, όποτε αυτό κριθεί απαραίτητο. Αναγκαία είναι η χορήγηση ενδοφλέβιων υγρών (R/L ή N/S), καθώς και προφυλακτικής αντιβιοτικής αγωγής για πιθανή λοίμωξη απο Staphylococus aureus, διάφορα είδη Streptococcous, καθώς και Clostridium perfingens, σε συνδυασμό με τη χορήγηση αντιτετανικού ορού για κάλυψη από τον τέτανο [5,6]. Το ακρωτηριασμένο μέλος, αφού αφαιρεθούν οι επίδεσμοι που το καλύπτουν, επανεκτιμάται υπό άσηπτες συνθήκες και πραγματοποιείται εκ νέου έκπλυσή του με ισότονο διάλυμα. Συνήθως απαιτούνται 5-10 lt διαλύματος για ένα κολόβωμα κνήμης ή βραχίονα. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να επιχειρείται κανενός τύπου χειρουργικός καθαρισμός ή αφαίρεση των νεκρωμένων ιστών στο τμήμα των επειγόντων, παρά μόνο μέσα στο χειρουργείο υπό αυστηρά άσηπτες συνθήκες και υπό μεγέθυνση με τη χρήση Loupes ή χειρουργικού μικροσκοπίου, ώστε να επιτυγχάνεται ακριβέστερος χειρουργικός καθαρισμός μόνο των νεκρωμένων ιστών και να προφυλλάσονται οι γύρω υγιείς ιστοί και οι ευαίσθητες νευραγγειακές δομές [5,6]. Η εξέταση του ακρωτηριασμένου άκρου πρέπει να είναι συστηματική και να αφορά τα ακόλουθα: κατάσταση αγγείων, σταθερότητα σκελετού, αξιολόγηση της κινητικότητας και της αισθητικότητας, και απώλεια μαλακών μορίων. Η κατάσταση των αγγείων αξιολογείται από την εκτίμηση των περιφερικών σφυγμών, του χρώματος, της θερμοκρασίας και του χρόνου επαναπλήρωσης των τριχοειδών σε περιπτώσεις ατελών ακρωτηριασμών. Το παλμικό οξύμετρο, γενικά, είναι εύκολα διαθέσιμο στο τμήμα επειγόντων και είναι πολύ βοηθητικό στην αξιολόγηση της ισχαιμίας, ενώ η εξέταση Doppler και η αγγειογραφία μπορούν, επίσης, να χρησιμοποιηθούν, όπου είναι διαθέσιμα. Η οστική βλάβη εκτιμάται κλινικά από την παρουσία παραμόρφωσης, κριγμού και τοπικής ευαισθησίας, ενώ απαραίτητη είναι η πραγματοποίηση πλήρους ακτινολογικού ελέγχου ολόκληρου του τραυματισμένου άκρου (ακρωτηριασμένο τμήμα και κολόβωμα) σε προσθιοπίσθιες και πλάγιες λήψεις. Η κινητικότητα και αισθητικότητα του άκρου πρέπει, επίσης, να καταγραφεί. Στη φάση αυτή καλό είναι να υπάρξει και φωτογραφική καταγραφή του ακρωτηριασμένου μέλους, η οποία είναι ιδιαίτερα χρήσιμη τόσο για ιατρονομικούς λόγους όσο και για να διευκολύνει την επικοινωνία με το εξειδικευμένο κέντρο αντιμετώπισης, εάν δεν είναι εφικτή η αντιμετώπιση του τραυματία στο κέντρο υποδοχής. Β.3. Συνεννόηση με εξειδικευμένο κέντρο αντιμετώπισης Στην περίπτωση που το κέντρο υποδοχής δεν είναι κατάλληλα εξοπλισμένο και δεν διαθέτει εξειδικευμένους μικροχειρουργούς, οι οποίοι θα πραγματοποιήσουν την επέμβαση επανασυγκόλλησης του άκρου, πρέπει να γίνει συνεννόηση με κατάλληλο εξειδικευμένο κέντρο αντιμετώπισης ακρωτηριαστικών κακώσεων τριτοβάθμιου νοσοκομείου, ώστε να γίνει διακομιδή του τραυματία σ αυτό, αφού, φυσικά, σταθεροποιηθεί η κατάσταση του ασθενούς και η μεταφορά του σε οργανωμένο κέντρο δεν θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του. Κατά την επικοινωνία με το εξειδικευμένο κέντρο πρέπει να γίνει σαφής περιγραφή του τύπου της κάκωσης και συγκεκριμένα να γίνει αναφορά στην εντόπιση του ακρωτηριασμού (άνω ή κάτω άκρο), στο ύψος του ακρωτηριασμού, στον τύπο (πλήρης ή ατελής, βιώσιμος ή όχι), στην παρουσία επιμόλυνσης, στην κατάσταση των μαλακών μορίων, καθώς και στην ύπαρξη καταγμάτων ή οστικού ελλείμματος στο ακρωτηριασθέν άκρο. 58

Εάν είναι δυνατό, οι φωτογραφίες του άκρου, καθώς και του ακτινολογικού ελέγχου πρέπει να αποστέλλονται ηλεκτρονικά στο κέντρο αναφοράς, ενώ είναι απαραίτητο να ενημερώνονται οι γιατροί του τριτοβάθμιου κέντρου υποδοχής για τον ακριβή μηχανισμό της κάκωσης, τον χρόνο της κάκωσης, την παρουσία συνοδών κακώσεων, καθώς και το ιατρικό ιστορικό του ασθενούς (Πίνακας 3.1). Επίσης, οι ιατρικές πράξεις που πραγματοποιήθηκαν στο κέντρο υποδοχής, καθώς και τα υγρά και οι αντιβιώσεις που χορηγήθηκαν, η χορήγηση προφύλαξης για τον τέτανο και η χορήγηση παραγώγων αίματος πρέπει να καταγράφονται και να αποστέλλεται ενημερωτικό σημείωμα στο κέντρο αναφοράς. Το μέσο με το οποίο θα πραγματοποιηθεί η μεταφορά (ασθενοφόρο ή ελικόπτερο) παίζει σπουδαίο ρόλο στην έγκαιρη αντιμετώπιση του ακρωτηριασμού. Η μεταφορά με ελικόπτερο είναι δικαιολογημένη για μεγάλους ακρωτηριασμούς, για πολυτραυματίες και σε χώρες όπου οι αποστάσεις ανάμεσα σε ένα κέντρο πρωτοβάθμιας φροντίδας και σε ένα κέντρο δευτεροβάθμιας περίθαλψης υπερβαίνουν τα 300 χλμ. Η μεταφορά με ασθενοφόρο ενδείκνυται για τους περισσότερους ασθενείς με σταθερό αιμοδυναμικό προφίλ, οι οποίοι βρίσκονταν σε γενικά καλή κατάσταση. Όσον αφορά το ακρωτηριασμένο μέλος, αυτό πρέπει, όπως προαναφέρθηκε, να μεταφέρεται υπό άσηπτες συνθήκες σε ειδικό δοχείο [6,7,8,9,10]. 1 Ηλικία, φύλο, επάγγελμα 2 Γενική κατάσταση της υγείας 3 Συνύπαρξη άλλων βλαβών που σχετίζονται με το τραύμα 4 Σημείο βλάβης, πλευρά, επικρατούν χέρι 5 Μηχανισμός τραυματισμού 6 Χρόνος ισχαιμίας 7 Κατάσταση των ακρωτηριασμένων τμημάτων 8 Επιμόλυνση του ακρωτηριασμένου τμήματος ή του κολοβώματος 9 Εκτίμηση του χρόνου που θα απαιτηθεί για τη μεταφορά του ασθενούς 10 Ιστορικό καπνίσματος κατανάλωσης αλκοόλ ή χρήση ουσιών Πίνακας 3.1. Στοιχεία που βοηθούν στην επικοινωνία με το εξειδικευμένο κέντρο αντιμετώπισης ακρωτηριαστικών κακώσεων των άκρων. Β.4. Αντιμετώπιση στο εξειδικευμένο κέντρο Η τελική εκτίμηση και αντιμετώπιση των ακρωτηριαστικών κακώσεων των άκρων γίνεται πάντα στη χειρουργική αίθουσα με τον ασθενή σε καταστολή και υπό αυστηρά άσηπτες συνθήκες. Εκεί, αφού ολοκληρωθεί ο κλινικοεργαστηριακός έλεγχος και ακτινολογικός έλεγχος, και αφού πραγματοποιηθεί προσεκτικός καθαρισμός του ακρωτηριασθέντος μέλους και αφαίρεση όλων των νεκρωμένων ιστών, λαμβάνεται και η τελική απόφαση για τη διάσωση ή όχι του μέλους. Η λήψη της τελικής απόφασης για την προσπάθεια επανασυγκόλλησης του μέλους είναι ιδιαίτερα δύσκολη διαδικασία στην πλειονότητα των περιπτώσεων και εξαρτάται από έναν σημαντικό αριθμό παραμέτρων, τόσο σχετικών με τη γενικότερη κατάσταση της υγείας του τραυματία όσο και με τον ίδιο τον τραυματισμό (Πίνακας 3.2). Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στο προσδοκώμενο λειτουργικό αποτέλεσμα μετά την επανασυγκόλληση, καθώς και στον αριθμό και το είδος των επανεπεμβάσεων στις οποίες πρέπει να υποβληθεί ο ασθενής, προκειμένου να επιτευχθεί το βέλτιστο τελικό αποτέλεσμα. Η αποκατάσταση της αγγειακής παροχής δεν εγγυάται σε καμία περίπτωση την επανάκτηση της λειτουργικότητας του άκρου, καθώς οι βλάβες των μυϊκών μαζών οι οποίες υπέστησαν παρατεταμένη ισχαιμία είναι μη αναστρέψιμες [4,8,9]. Οι σχετιζόμενοι με τον ασθενή παράγοντες, οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη στην απόφαση διάσωσης του μέλους, είναι η γενική κατάσταση της υγείας του ασθενή, η ύπαρξη συστηματικών νοσημάτων, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και τα ρευματικά νοσήματα, η ύπαρξη καρδιαγγειακών νοσημάτων ή νοσημάτων του αναπνευστικού, η ηλικία, το επάγγελμα, οι λειτουργικές απαιτήσεις και το κοινωνικό-οικονομικό υπόβαθρο του ασθενούς, οι συνήθειες και ο τρόπος ζωής των ασθενών (κάπνισμα, χρήση ουσιών ή αλκοολισμός), καθώς και η 59

ύπαρξη υποκείμενης ψυχικής νόσου που μπορεί να δυσχεραίνει τη συμμόρφωση του ασθενούς στο πρόγραμμα αποκατάστασης. Επίσης, ιδιαίτερη σημασία έχουν οι συνυπάρχουσες κακώσεις, καθώς μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο επιπλοκών απο το καρδιαγγειακό ή το αναπνευστικό [1,2,6,7]. Οι σχετιζόμενοι με το άκρο παράγοντες περιλαμβάνουν τον χρόνο που μεσολάβησε από τον τραυματισμό, τη βαρύτητα του τραυματισμού, την κατάσταση του σκελετού και των μαλακών μορίων και την προ του τραυματισμού λειτουργική κατάσταση του άκρου (Εικόνα 3.7). Χρόνος θερμής ισχαιμίας μεγαλύτερος των έξι ωρών σε ακρωτηριασμούς που αφορούν μεγάλες μυϊκές ομάδες (ακρωτηριασμοί στο ύψος του βραχιονίου του αντιβραχίου ή της κνήμης) οδηγεί σε μη αντιστρέψιμες αλλαγές στην κυτταρική δομή του μυών. Έτσι, ακόμα και αν η λειτουργία των αγγείων αποκατασταθεί, η νέκρωση των ιστών δεν θα αποφευχθεί. Ο χρόνος θερμής ισχαιμίας μπορεί να παραταθεί για περιφερικότερους ακρωτηριασμούς που αφορούν μικρότερες μυϊκές ομάδες (π.χ. δάκτυλα <12 ώρες), ενώ, εφόσον το άκρο διατηρηθεί σε συνθήκες ψυχρής ισχαιμίας, μπορεί να επιχειρηθεί επανασυγκόλληση του μέλους έως και 30 ώρες μετά τον τραυματισμό σε περίπτωση ακρωτηριασμού δακτύλων. Εικόνα 3.7. α,β. Ακρωτηριασμός άνω άκρου σε πολλαπλά επίπεδα. Λόγω του εκτεταμένου τραυματισμού της απώλειας μαλακών μορίων και της μεγάλης επιμόλυνσης του τραύματος αποφασίστηκε διαμόρφωση κολοβώματος σε πρώτο χρόνο. γ. το τελικό αποτέλεσμα 3 μήνες μετά τον ακρωτηριασμό. Απόλυτες ενδείξεις Παιδιά Αντίχειρας Πολλαπλά δάκτυλα Ακρωτηριασμός στο μέσο της παλάμης Ακρωτηριασμός στον καρπό Ακρωτηριασμός στο αντιβράχιο Σχετικές ενδείξεις Προσωπική απαίτηση (αισθητικοί, κοινωνικοί λόγοι κλπ.) Απογαντισμός με διατήρηση ακέραιου του οστού Πίνακας 3.2. Ενδείξεις και αντενδείξεις επανασυγκόλλησης. Απόλυτες αντενδείξεις Ασθενής υψηλού κινδύνου Αδυναμία πραγματοποίησης επέμβασης λόγω τοπικών συνθηκών Σχετικές αντενδείξεις Ηλικία>70 ετών Συνύπαρξη άλλων κακώσεων Συνυπάρχουσες παθήσεις Ψυχικές διαταραχές Αυτοτραυματισμός Καπνιστές Αλκοολικοί Χρήση ναρκωτικών Τραυματισμοί πολλαπλών επιπέδων Σύνθλιψη, εξελκυσμός Φυσικοί παράγοντες, βαριά επιμόλυνση τραύματος 60

Προκειμένου να διευκολυνθεί η λήψη αποφάσεων για τη διάσωση ή όχι ενός ακρωτηριασμένου μέλους, έχουν αναπτυχθεί διάφορα συστήματα που προσφέρουν πολύτιμες κατευθυντήριες γραμμές αξιολόγησης των ακρωτηριαστικών κακώσεων των άκρων. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι το Mangled Extremity Severity Score (MESS), το Limb Salvage Index (LSI) και το Nerve, Ischemia, Soft tissue, Skeletal, Shock and Age (NISSSA) [11,12,13,14]. Η κλίμακα MESS (Πίνακας 3.3) βρίσκει εφαρμογές τόσο στο άνω όσο και στο κάτω άκρο (Εικόνα 3.8). Πρέπει, ωστόσο, να τονιστεί οτι στις περισσότερες περιπτώσεις ακρωτηριαστικών κακώσεων του άνω άκρου η χρήση της είναι ιδιαίτερα δύσκολη και συχνά αναποτελεσματική. Οι κλίμακες NISSSA και LSI (πίνακες 3.4 και 3.5) χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε ακρωτηριασμούς που αφορούν τα κάτω άκρα. Γενικά, επικρατεί η άποψη οτι στους ακρωτηριασμούς του άνω άκρου πρέπει να καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια αποκατάστασης. Τύπος Χαρακτηριστικά Βαθμοί Οστική βλάβη/ 1. Χαμηλής ενέργειας 1 Μαλακά μόρια 2. Ενδιάμεσης ενέργειας 2 3. Υψηλής ενέργειας 3 4. Βαριά συνθλιπτική κάκωση 4 Σοκ 1. Φυσιολογική πίεση/αιμοδυναμικά σταθερός ασθενής 0 2. Παροδική υπόταση 1 3. Παρατεταμένη υπόταση 2 Ισχαιμία* 1. Χωρίς σημεία ισχαιμίας -καλά ψηλαφητοί παλμοί 0 2. Ήπια ισχαιμία (μη ψηλαφητές σφύξεις χωρίς κλινικά σημεία ισχαιμίας) 1 3. Ενδιάμεση (μη ανιχνεύσιμες σφύξεις στο Doppler, καθυστερημένη τριχοειδική 2 επαναφορά, παραισθησία, μειωμένη κινητικότητα) 4. Προχωρημένη ισχαιμία (ψυχρό, άσφυγμό, αναίσθητο και παράλυτο άκρο) 3 Ηλικία 1. < 30 ετών 1 2. 30-50 ετών 2 3. >50 ετών 3 * για χρόνο ισχαιμίας > 6 ώρες οι βαθμοί ισχαιμίας διπλασιάζονται Πίνακας 3.3. Κλίμακα MESS: Όταν το συνολικό άθροισμα υπερβεί τους 7 βαθμούς 100% πρόβλεψη για ακρωτηριασμό. Εικόνα 3.8. Βαριά μικτή κάκωση κνήμης MESS:7 συνεπεία τροχαίου ατυχήματος. 61

Τύπος βλάβης Μέγεθος βλάβης Βαθμοί Νευρική βλάβη Πλήρης αισθητικότητα 0 Εκτίμηση στο τμήμα Στη ράχη του ποδιού 1 επειγόντων Μερική πελματιαία 2 Πλήρης πελματιαία 3 Ισχαιμία* Καμία 0 Ήπια (μειωμένες αλλά ψηλαφητές σφύξεις) 1 Ενδιάμεση (μη ψηλαφητές σφύξεις, καθυστερημένη τριχοειδική επαναφορά, ανιχνεύσιμες σφύξεις στο Doppler) 2 Σοβαρή (άσφυγμο ψυχρό άκρο χωρίς ανιχνεύσιμες σφύξεις στο Doppler) 3 Μαλακά μόρια Ελάχιστη ή καθόλου βλάβη μαλακών μορίων 0 Ενδιάμεση βλάβη (Gustilo II) 1 Σημαντικού βαθμού (Gustilo III A) 2 Βαριά βλάβη, μεγάλη σύνθλιψη μαλακών μορίων (Gustilo III B) 3 Οστική Χαμηλής ενέργειας 0 Μέσης ενέργειας 1 Υψηλής ενέργειας 2 Κατάγματα μεγάλης ενέργειας με σημαντικού βαθμού απώλεια οστού ή βαριά 3 συντριπτικά Σοκ Φυσιολογική αρτηριακή πίεση 0 Παροδική υπόταση 1 Εμμένουσα υπόταση που δεν ανταποκρίνεται στην χορήγηση υγρών 2 Ηλικία <30 ετών 0 30-50 ετών 1 >50 ετών 2 * για χρόνο ισχαιμίας > 6 ώρες οι βαθμοί ισχαιμίας διπλασιάζονται Πίνακας 3.4. Κλίμακα NISSSA: Score 7 προβλέπει με 100% ευαισθησία και 46% ειδικότητα ενδεχόμενο ακρωτηριασμό, ενώ score 11 έχει θετική προγνωστική αξία για ενδεχόμενο ακρωτηριασμό με ειδικότητα 100%. Σε κάθε περίπτωση, η τελική απόφαση διάσωσης ή όχι του ακρωτηριασμένου μέλους πρέπει να είναι εξατομικευμένη, βασισμένη στην εκτίμηση όλων των παραμέτρων των σχετικών με τον ασθενή και με το άκρο, ενώ πάντα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι επιθυμίες και οι προσδοκίες του κάθε ασθενή ξεχωριστά. Ως εκ τούτου, ο θεράπων οφείλει να ενημερώνει εκ των προτέρων τον ίδιο τον ασθενή αλλά και τους οικείους του για την βαρύτητα την κατάστασης, τους πιθανούς κινδύνους που ενέχει η προσπάθεια επανασυγκόλλησης του άκρου, το ενδεχόμενο αποτυχίας της επανασυγκόλλησης και την πιθανότητα ακρωτηριασμού σε δεύτερο χρόνο, καθώς και το ενδεχόμενο διενέργειας πολλαπλών επεμβάσεων, προκειμένου να επιτευχθεί το βέλτιστο λειτουργικό αποτέλεσμα. Επίσης, πρέπει να υπογραμμιστεί στον ασθενή και τους οικείους του ότι η επιτυχής επανασυγκόλληση του άκρου δεν εγγυάται την πλήρη λειτουργική αποκατάσταση και να γίνει ενημέρωση για τη δυνατότητα τοποθέτησης πρόθεσης, καθώς και τους τύπους προθέσεων που υπάρχουν. Η σωστή ενημέρωση είναι πολύτιμη τόσο για την ψυχολογική προετοιμασία του ασθενή που πρόκειται να υποβληθεί σε επέμβαση διάσωσης μέλους όσο και για ιατρονομικούς λόγους [11,12,13,14]. 62

Εντόπιση Βαθμοί Έκταση Αρτηρία 0 Αιμάτωμα, ρήξη του έσω χιτώνα, μερική διάσχιση ή εξελκυσμός αγγείου (ψευδο-ανεύρυσμα) χωρίς περιφερική θρόμβωση και ψηλαφητές σφύξεις ποδιού ή πλήρης - απόφραξη σε 1 απο τα 3 εν τω βάθει αγγεία. 1 Απόφραξη σε 2 απο τα 3 εν τω βάθει αγγεία ή πλήρη διάσχιση, εξελκυσμός ή μερική θρόμβωση της μηριαίας ή ιγνυακής χωρίς ψηλαφητές σφύξεις στο πόδι. 2 Πλήρης απόφραξη της μηριαίας ή της ιγνυακής χωρίς περιφερική ροή ή πλήρης απόφραξη 3 αγγείων χωρίς περιφερική ροή. Νεύρο 0 Πίεση ή εξελκυσμός νεύρου, μικρής έκτασης τραυματισμός μηριαίου, κνημιαίου ή περονιαίου νεύρου, με σαφή και καθαρά όρια. 1 Μερική διατομή ή εξελκυσμός ισχιακού νεύρου. Πλήρης ή μερική διατομή ή εξελκυσμός- μηριαίου, κνημιαίου ή περονιαίου. 2 Πλήρης διατομή ή εξελκυσμός ισχιακού νεύρου. Πλήρης διατομή ή εξελκυσμός του κνημιαίου και περονιαίου. Οστά 0 Μονοπολικό ή διπολικό κλειστό κάταγμα. Ανοικτό κάταγμα χωρίς συντριβή ή ελάχιστα παρεκτοπισμένο, κλειστό εξάρθρημα χωρίς κάταγμα. Ανοικτή άρθρωση χωρίς ξένο σώμα. Κάταγμα περόνης. 1 Τρία ή περισσότερα κλειστά κατάγματα στο ίδιο άκρο. Ανοικτό κάταγμα με συντριβή ή μεσου προς μεγάλου βαθμού παρεκτόπιση, Απώλεια οστικού τμήματος. Κάταγμα εξάρθρημα. Ανοικτή άρθρωση με ξένο σώμα. Οστική απώλεια <3 cm. 2 Οστικό έλλειμμα >3 cm, ανοικτά κατάγματα Gustillo τύπου IIIB, IIIC, εκτεταμένη συντριβή, εκτεταμένες βλάβες μαλακών μορίων. Δέρμα 0 Καθαρό τραύμα, δυνάμενο να αποκατασταθεί σε πρώτο χρόνο, εγκαύματα πρώτου βαθμού. 1 Ανάγκη για καθυστερημένη σύγκλειση λόγω επιμόλυνσης, εξελκυσμός μαλακών μορίων μεγάλης έκτασης, ανάγκη για χρήση δερματικού μοσχεύματος μερικού πάχους, ή κρημνού για την κάλυψη του ελλείμματος, εγκαύματα δευτέρου προς τρίτου βαθμού. Μύες 0 Μικρο-ρήξη ή εξελκυσμός που αφορά ένα μυικό διαμέρισμα ή έναν τένοντα. Ρήξη ή εξελκυσμός που αφορά δύο ή περισσότερα μυικά διαμερίσματα ή 1 πλήρης ρήξη ή εξελκυσμός δύο ή περισσότερων τενόντων. 2 Συνθλιπτική κάκωση. Εν τω βάθει φλέβες 0 Τραυματισμός, μερική ρήξη ή εξελκυσμός, πλήρης ρήξη εφόσον διατηρείται παρά πλευρη φλεβική λειτουργία, τραυματισμός επιτολής φλεβικού δικτύου. 1 Πλήρης ρήξη ή εξελκυσμός χωρίς διατήρηση παράπλευρης κυκλοφορίας. Χρόνος θερμής 0 < 6 ώρες ισχαιμίας 1 6-9 ώρες 2 9-12 ώρες 3 12-15 ώρες 4 >15 ώρες Πίνακας 3.5. Κλίμακα LSI: Score > 6 βαθμούς σχετίζεται με 100% πιθανότητα ακρωτηριασμού. 63

Γ. Επανασυγκόλληση ακρωτηριασθέντος άκρου Η προτεινόμενη σειρά με την οποία γίνεται η αποκατάσταση της συνέχειας των ανατομικών δομών κατά την διαδικασία της επανασυγκόλλησης ενός ακρωτηριασμένου άκρου είναι η εξής: 1. νεαροποίηση, 2. ταυτοποίηση και σήμανση αγγείων και νεύρων, 3. βράχυνση και σταθεροποίηση του οστού, 4. αποκατάσταση εκτεινόντων και καμπτήρων τενόντων, 5. αναστόμωση αρτηριών, 6. αποκατάσταση φλεβών, 7. νευρική αποκατάσταση, 8. κάλυψη δέρματος. Η σειρά αυτή εφαρμόζεται κυρίως στις ακρωτηριαστικές κακώσεις του άνω άκρου και κυρίως σ αυτές που αφορούν το χέρι, όπου οι μυϊκές ομάδες είναι μικρότερες και η αντοχή τους στην ισχαιμία μεγαλύτερη. Μπορεί να διαφοροποιηθεί ανάλογα με το επίπεδο της βλάβης, τον τύπο της και τον χρόνο ισχαιμίας του άκρου [5,6,8]. Γ.1. Νεαροποίηση - ταυτοποίηση ανατομικών δομών Η ανατομική παρασκευή του ακρωτηριασμένου τμήματος μπορεί να προηγηθεί της παρασκευής του κολοβώματος, κατά τη διάρκεια της χειρουργικής προετοιμασίας του ασθενούς και ενώ γίνεται η εισαγωγή του στην αναισθησία, έτσι ώστε να κερδηθεί πολύτιμος χειρουργικός χρόνος. Επιμελής έκπλυση του άκρου και νεαροποίηση του τραύματος με αφαίρεση των νεκρωμένων ιστών πρέπει να πραγματοποιηθεί σ αυτόν τον χρόνο, ενώ τα αγγεία και νεύρα πρέπει να ταυτοποιηθούν, να παρασκευαστούν σε μεγάλο μήκος και να τοποθετηθεί σ αυτά ειδική σήμανση η οποία θα διευκολύνει, εν συνεχεία, την ανασυγκόλλησή τους με το κεντρικό κολόβωμα (Εικόνα 3.9). Οι τένοντες πρέπει, επίσης, να αναγνωριστούν και να τοποθετηθούν σ αυτούς ράμματα, ενώ μπορεί να γίνει βράχυνση του οστού, εάν αυτή κριθεί αναγκαία, και εφόσον είναι εφικτό να τοποθετηθεί το περιφερικό τμήμα της οστεοσύνθεσης, προκειμένου να επιταχυνθεί η διαδικασία της σκελετικής σταθεροποίησης του άκρου. Σ αυτό το στάδιο είναι δυνατό να ληφθούν δείγματα ιστών και να αποσταλούν για μικροβιολογικό έλεγχο και καλλιέργεια, προκειμένου να ταυτοποιηθούν τυχόν παθογόνοι μικροοργανισμοί. Μετά την εισαγωγή του ασθενούς στην αναισθησία, μια δεύτερη χειρουργική ομάδα μπορεί να ξεκινήσει την παρασκευή του ακρωτηριασμένου κολοβώματος με παρόμοιο τρόπο. Η αρχική παρασκευή του κεντρικού κολοβώματος πραγματοποιείται υπό τον έλεγχο της αιμορραγίας με την τοποθέτηση ίσχαιμου αεροθαλάμου (tourniquet), για να επιτρέψει στον χειρουργό να φέρει σε πέρας τα αρχικά στάδια της επέμβασης πιο γρήγορα απ ό,τι αν το πεδίο ήταν αιματηρό. Η συνεργασία δύο ξεχωριστών ομάδων είναι ιδιαίτερα σημαντική, ώστε να μειωθεί ο χρόνος επαναιμάτωσης του άκρου [5,6,7,8]. Εικόνα 3.9. Πλήρης ακρωτηριασμός χεριού σε χειρώνακτα στο ύψος των μετακαρπίων. α. Ακρωτηριασμένο μέλος στο οποίο οι τένοντες έχουν σημανθεί με ράμματα. β. Ακρωτηριασμένο μέλος και κεντρικό κολόβωμα πριν την έναρξη της επανασυγκόλλησης. γ. Άμεσο μετεγχειρητικό αποτέλεσμα. 64

Γ.2. Βράχυνση οστού και σκελετική σταθεροποίηση Η βράχυνση του οστού γίνεται ώστε να επιτραπεί η αποκατάσταση των τραυματισμένων δομών σε πρώτο σκοπό χωρίς να είναι αναγκαία η παρεμβολή αγγειακών ή νευρικών μοσχευμάτων, συμβάλλοντας, επίσης, στην καλύτερη, χωρίς τάση, σύγκλειση του δέρματος. Το μήκος οστού που πρέπει να αφαιρεθεί εξαρτάται από το επίπεδο της βλάβης. Στις φάλαγγες των δακτύλων συνήθως είναι απαραίτητη η εκτομή 0,5-1 cm οστού. Ακρωτηριασμοί του αντιβραχίου ή του βραχίονα απαιτούν εκτομή οστού τουλάχιστον 2-4 cm. Σε αντίθεση με το άνω άκρο, στο οποίο η σκελετική βράχυνση είναι σχετικά καλά ανεκτή, με εξαίρεση την επίδραση της βράχυνσης των μετακαρπίων στη λειτουργικότητα των αυτόχθονων μυών του χεριού, στους ακρωτηριασμούς του κάτω άκρου μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το τελικό λειτουργικό αποτέλεσμα, καθώς προκαλεί ανισοσκελία και χωλότητα. Η μέθοδος οστεοσύνθεσης που θα επιλεγεί εξαρτάται απο πολλούς παράγοντες οι οποίοι αφορούν τον τύπο του κατάγματος, την κατάσταση των μαλακών μορίων και τη δυνατότητα ή όχι επαρκούς κάλυψης των υλικών της οστεοσύνθεσης (εάν επιλεγεί εσωτερική οστεοσύνθεση) από τα γύρω μαλακά μόρια [5,6,7,8]. Γ.3. Αποκατάσταση εκτεινόντων και καμπτήρων τενόντων Η αποκατάσταση των εκτεινόντων έπεται της σκελετικής σταθεροποίησης, καθώς προσδίδει περαιτέρω σταθερότητα. Η συρραφή των τενόντων γίνεται με πολλές τεχνικές (Tajima, Kessler κλπ). Ακολουθεί η αποκατάσταση των καμπτήρων με τον ίδιο τρόπο. Σε περιπτώσεις που το μήκος των εναπομεινάντων τενόντων δεν είναι επαρκές και η ποιότητα των ιστών δεν είναι ικανοποιητική, τοποθετείται ράβδος σιλικόνης στο τενόντιο έλλειμμα, προκειμένου να επιχειρηθεί αποκατάσταση σε δεύτερο χρόνο με τη χρήση μοσχεύματος [5,6,7,8]. Γ.4. Αποκατάσταση νευραγγειακών δομών Η αποκατάσταση των νευραγγειακών δομών γίνεται πάντα υπό μεγέθυνση με τη χρήση χειρουργικού μικροσκοπίου ή μεγεθυντικών γυαλιών (loupes) [5,6,7,8]. Γ.4.α. Αρτηριακή αναστόμωση Πριν ξεκινήσουμε την πρώτη αρτηριακή αναστόμωση, μια ποσότητα 3000 5000 μονάδων ενδοφλέβιας ηπαρίνης χορηγείται, για να αποφευχθεί η θρόμβωση στο σημείο της αναστόμωσης. Ξεκινά τότε μια συνεχής χορήγηση 1000 μονάδων/ώρα, η οποία προσαρμόζεται ανάλογα με την εξέλιξη του περιστατικού και τον βαθμό αιμορραγίας του ασθενούς. Αν η αιμορραγία είναι εκτεταμένη, ο ηπαρινισμός διακόπτεται, τουλάχιστον προσωρινά [5,6,7,8]. Αρχικά πραγματοποιείται η λύση του ίσχαιμου αεροθαλάμου (tourniquet), ώστε να αναγνωριστούν οι αρτηρίες και να διαπιστωθεί η καλή ροή του αίματος σ αυτές. Εν συνεχεία, ο αεροθάλαμος μπορεί να ξαναφουσκώσει, για να πραγματοποιηθούν και οι αγγειακές επιδιορθώσεις, καθώς η αιμορραγία καλύπτει το χειρουργικό πεδίο. Γίνεται προσεκτική παρασκευή των αρτηριών σε μεγάλο μήκος, ενώ, σε περίπτωση που διαπιστωθεί οτι τα άκρα του αγγείου είναι κατεστραμμένα, αυτά εκτέμνονται ωσότου αναγνωριστεί υγιές αγγείο. Αν προκύψει σημαντικό τμηματικό έλλειμμα το οποίο καθιστά αδύνατη την αποκατάσταση του αγγείου σε συνέχεια, είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί παρεμβαλλόμενο φλεβικό μόσχευμα, προκειμένου να καλυφθεί το κενό. Οι συνηθέστερες περιοχές λήψης φλεβικού μοσχεύματος είναι οι παλαμιαίες ή ραχιαίες φλέβες γύρω από τον καρπό, η ραχιαία του ποδός, και η σαφηνής (σε βλάβες μεγαλύτερων αγγείων). Είναι σημαντικό, σε περίπτωση που χρησιμοποιηθεί φλεβικό μόσχευμα απο τα κάτω άκρα, αυτό να τοποθετηθεί ανάστροφα, ώστε οι βαλβίδες του φλεβικού μοσχεύματος να μην προκαλέσουν κόλλημα στην αρτηριακή αιματική ροή [5,6,7,8]. Τα άκρα της αρτηρίας προς αναστόμωση συγκρατούνται με ειδικές αγγειολαβίδες, ώστε να είναι πιο εύκολος ο χειρισμός του αγγείου. Μετά την προετοιμασία των αρτηριακών άκρων, εγχύεται μέσα στον αυλό τους αραιωμένο διάλυμα ηπαρίνης, ώστε να αποτραπεί δημιουργία θρόμβων. Η αρτηριακή συρραφή πραγματοποιείται με την τοποθέτηση διακεκομμένων ραμμάτων νάιλον. Για αναστομώσεις περιφερικών αρτηριών (π.χ. δάκτυλα) χρησιμοποιείται το 10/0 Nylon, ενώ πιο κεντρικές αναστομώσεις απαιτούν ράμματα 9/0 ή 8/0. Αρχικά, 65

τοποθετούνται δύο ράμματα στο πρόσθιο τοίχωμα του αγγείου, σε γωνία 120 ο μεταξύ τους. Εν συνεχεία, με τη χρήση της αγγειολαβίδας, το αγγείο αναστρέφεται και τοποθετείται ένα ράμμα στο οπίσθιο τοίχωμα του. Τέλος, η συρραφή ολοκληρώνεται με την τοποθέτηση ενδιάμεσων ραμμάτων. Ο αριθμός των ραμμάτων που θα τοποθετηθούν ποικίλλει ανάλογα με το μέγεθος του αγγείου [5,6,7,8]. Μετά την ολοκλήρωση της συρραφής, πρέπει πάντα να εκτιμάται η βατότητα της αναστόμωσης και η καλή αιματική ροή στο αγγείο από το κέντρο προς την περιφέρεια. Ανεπαρκής αρτηριακή ροή μπορεί να οφείλεται σε πίεση του αγγείου κεντρικά της βλάβης από μετακινούμενους δερματικούς κρημνούς, σε θρόμβωση ή σε αγγειακό σπασμό. Κάθε περίπτωση πρέπει να διερευνάται διεξοδικά και να αντιμετωπίζεται ανάλογα [5,6,7,8]. Γ.4.β. Φλεβική αναστόμωση Για κάθε αρτηριακή αναστόμωση που πραγματοποιείται πρέπει να γίνονται τουλάχιστο δύο φλεβικές αναστομώσεις, ώστε να αυξάνονται οι πιθανότητες επιτυχούς επανασυγκόλλησης [5,6,7,8]. Η φλεβική αναστόμωση, αν και ακολουθεί τα ίδια στάδια μ αυτά της αρτηριακής, είναι συνήθως το πιο απαιτητικό τεχνικά μέρος της επανασυγκόλλησης. Το πιο κοινό σφάλμα που πραγματοποιείται κατά τη φλεβική αναστόμωση είναι η συρραφή του αγγείου υπό τάση. Αυτό, γενικά, μπορεί να αποφευχθεί, εάν έχει προηγηθεί σκελετική βράχυνση ή με την χρήση παρεμβαλλόμενου φλεβικού μοσχεύματος. Η ανεύρεση των φλεβικών στελεχών στο ακρωτηριασμένο μέλος είναι ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς η διακοπή της αιματικής παροχής έχει ως αποτέλεσμα τα τοιχώματα του αγγείου να συμπέσουν (collapse). Η πραγματοποίηση της φλεβικής αναστόμωσης μετά την αρτηριακή έχει το πλεονέκτημα της ευκολότερης ανεύρεσης του αγγείου μετά την επαναιμάτωση του μέλους. Η φλεβική αναστόμωση, αφού αναγνωριστούν τα άκρα του αγγείου, μπορεί να πραγματοποιηθεί υπό ίσχαιμο περίδεση, έτσι ώστε να περιοριστούν οι απώλειες αίματος και να είναι πιο εύκολη η αποκατάσταση του αγγείου σε αναίμακτο πεδίο [5,6,7,8,9]. Γ.4.γ. Νευρική αποκατάσταση Η αποκατάσταση των νεύρων κατά πρώτο σκοπό συνήθως επιτελείται χωρίς δυσκολία, εφόσον έχει πραγματοποιηθεί επαρκής βράχυνση του οστού. Ο αριθμός και το μέγεθος των ραμμάτων που απαιτούνται για τη συρραφή ποικίλλει ανάλογα με το μέγεθος του νεύρου. Για την αποκατάσταση των δακτυλικών νεύρων αρκούν 3 ή 4 ράμματα νάιλον 8/0 ή 9/0, ενώ σε κεντρικότερες βλάβες νευρικών στελεχών μεγαλύτερης διαμέτρου απαιτούνται περισσότερα. Προτιμάται η δεσμιδική συρραφή για καλύτερο αποτέλεσμα, ενώ, σε περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατή η άμεση αποκατάσταση με τελικοτελική συρραφή, μπορούν να χρησιμοποιηθούν νευρικά μοσχεύματα (π.χ. γαστροκνημιαίο, έσω δερματικό του αντιβραχίου, ραχιαίος κλάδος του κερκιδικού στον καρπό) (Εικόνα 3.10). Εφόσον δεν είναι εφικτή η αποκατάσταση σε πρώτο χρόνο, τα νευρικά κολοβώματα, τόσο κεντρικά όσο και περιφερικά, πρέπει να σημαίνονται με ράμματα, ώστε να είναι αναγνωρίσιμα όταν χρειαστεί να πραγματοποιηθεί επανεπέμβαση για την αποκατάστασή τους, συνήθως 1-3 μήνες μετά την αρχική επέμβαση. Εικόνα 3.10. Αποκατάσταση νευρικού ελλείμματος που προέκυψε μετά απο ατελή βιώσιμο ακρωτηριασμό στην περιοχή του καρπού με νευρικά μοσχεύματα. 66

Αν και η νευρική αποκατάσταση είναι τεχνικά λιγότερο απαιτητική απο την αρτηριακή ή φλεβική αποκατάσταση, εντούτοις η αξιολόγηση του τελικού αποτελέσματος της νευρικής συρραφής είναι ιδιαίτερα χρονοβόρα, καθώς ο ρυθμός αναγέννησης των νευραξόνων είναι ιδιαίτερα μικρός (1mm την ημέρα), με συνέπεια όσο κεντρικότερη είναι η βλάβη τόσο περισσότερο να καθυστερεί η επανανεύρωση των οργάνων στόχων. Αποτυχία της νευρικής αποκατάστασης συνεπάγεται αποτυχία στην αποκατάσταση της λειτουργικότητας του ακρωτηριασμένου μέλους [5,6,7,8,9,10]. Γ.5. Σύγκλειση δέρματος - αποκατάσταση ελλειμμάτων μαλακών μορίων Το τελικό βήμα στη διαδικασία της επανασυγκόλλησης είναι η σύγκλειση του δέρματος και η αποκατάσταση των ελλειμμάτων των μαλακών μορίων. Εφόσον είναι εφικτό, η σύγκλειση των τραυμάτων μπορεί να γίνει σε πρώτο σκοπό, με την αποφυγή, όμως, σε κάθε περίπτωση, της δημιουργίας τάσης στο τραύμα, ώστε να αποφευχθεί η άσκηση πίεσης στις αγγειακές αναστομώσεις. Η χρήση κρημνών (τοπικών ή ελεύθερων) μπορεί, επίσης, να χρησιμοποιηθεί για τη χωρίς τάση σύγκλειση των τραυμάτων, ενώ, όπου απαιτούνται δερματικά μοσχεύματα, η τοποθέτηση τους μπορεί να γίνει σε δεύτερο χρόνο. Ιδιαίτερη σημασία για τη διαχείριση των μαλακών μορίων κατά τη διαδικασία της επανασυγκόλλησης έχει η διάνοιξη των περιτονιών, ώστε να γίνεται απελευθέρωση όλων των διαμερισμάτων του άκρου και να προλαμβάνεται η αύξηση της ενδοδιαμερισματικής πίεσης κατά την επαναιμάτωση και η δημιουργία συνδρόμου διαμερίσματος [5,6,7,8,9,10]. Μετεγχειρητικά το άκρο καλύπτεται με βαζελινούχες γάζες και ακινητοποιείται με χαλαρή επίδεση σε νάρθηκα με προσοχή, για να μην υπάρχουν σημεία πίεσης τα οποία μπορεί να επηρεάσουν τις αγγειακές αναστομώσεις και την βιωσιμότητα του άκρου [5,6,7,8,9,10]. Η χορήγηση επαρκούς αναλγησίας είναι ιδιαίτερα σημαντική κατά την μετεγχειρητική περίοδο, ώστε να αποφευχθεί ο αγγειόσπασμος (ως συνέπεια της δράσης του συμπαθητικού) που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την επιτυχία της επανασυγκόλλησης. Η περιοχική έγχυση ουσιών οι οποίες προκαλούν περιφερικό αποκλεισμό μπορεί να φανεί ιδιαίτερα χρήσιμη. Δ. Μετεγχειρητική φροντίδα Η σωστή μετεγχειρητική αντιμετώπιση του ασθενούς ο οποίος έχει υποβληθεί σε επέμβαση επανασυγκόλλησης ακρωτηριασμένου άκρου είναι κριτικής σημασίας για την επιτυχία της επέμβασης. Μετεγχειρητικά o ασθενής θα πρέπει να προστατευτεί από παράγοντες που προκαλούν αγγειόσπασμο, όπως ο πόνος, το στρες, το κάπνισμα, οι χαμηλές θερμοκρασίες και η καφεΐνη, οι οποίοι μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο τη λειτουργία των αγγειακών αναστομώσεων. Το δωμάτιο του ασθενούς πρέπει να διατηρείται σε θερμοκρασία άνω των 21 ο C. Το μέλος τοποθετείται σε ένα μαλακό υπόστρωμα σε ελαφρά ανάρροπη θέση (Εικόνα 3.11). Εάν η επιτυχία της αρτηριακής αναστόμωσης απασχολεί τον χειρουργό, τότε είναι δυνατό να χαμηλώσει η θέση του άκρου, ώστε να επιτευχθεί καλύτερη αιματική παροχή σε αυτό. Αντίθετα, σε περιπτώσεις φλεβικής συμφόρησης το άκρο πρέπει να ανυψωθεί [5,6,7,8,9,10]. Εικόνα 3.11. Μετεγχειρητική φροντίδα ανασυγκολημένου μέλους, το άκρο τυλίγεται χαλαρά με πολλές στρώσεις βαμβάκι, τοποθετείται σε νάρθηκα και σε ανάρροπη θέση, προκειμένου να ανακουφιστεί η φλεβική συμφόρηση. 67

Η συστηματική χορήγηση αντιπηκτικών είναι, επίσης, σημαντική για την αποφυγή της δημιουργίας θρόμβων στα αναστομωμένα αγγεία. Ο συνδυασμός ασπιρίνης απο του στόματος με ενδοφλέβια χορήγηση ηπαρίνης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για 3-4 μέρες, με έλεγχο των επιπέδων του χρόνου μερικής θρομβοπλαστίνης, τα οποία πρέπει να κυμαίνονται 1,5 φορές πάνω απο το ανώτερο φυσιολογικό όριο. Προσοχή πρέπει να δοθεί για την αποφυγή επιπλοκών, εξαιτίας της αιμορραγικής διάθεσης που προκαλείται απο τη συστηματική χορήγηση αντιπηκτικών, ιδίως σε ασθενείς με συνοδές κακώσεις από το κεντρικό νευρικό ή με κακώσεις κοίλων σπλάχνων. Για ανασυγκολλήσεις άκρων σε πιο κεντρικές θέσεις η χορήγηση ηπαρίνης μπορεί να μην επαρκεί και αντ αυτού δίνεται Dextran, 500 ml ημερησίως [5,6,7,8,9]. Η χορήγηση της κατάλληλης αναλγητικής αγωγής, όπως προαναφέρθηκε, είναι εξίσου σημαντική, ώστε να περιοριστεί ο αγγειόσπασμος που οφείλεται στην υπερδιέγερση του συμπαθητικού, λόγω του άλγους. Ταυτόχρονα με τον περιοχικό αποκλεισμό με μπλοκ του τραυματισμένου μέλους, μπορεί να δοθούν ενδοφλέβια ή απο του στόματος αναλγητικά. Αγχολυτικά μπορούν, επίσης, να χορηγηθούν, ώστε να μειώσουν τα επίπεδα του μετεγχειρητικού στρες. Συγκεκριμένα, η χορήγηση χλωροπρομαζίνης, εκτός από τις ιδιότητές της ως αγχολυτικού, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την πρόκληση αγγειοδιαστολής [5,6,7,8,9]. Ο ασθενής πρέπει να διατηρείται καλά ενυδατωμένος, ώστε να υπάρχει επαρκής αιματική παροχή στο ακρωτηριασμένο μέλος, αλλά και για να διατηρηθεί σε καλά επίπεδα η νεφρική λειτουργία, η οποία συχνά επιβαρύνεται απο τα προϊόντα καταβολισμού των ιστών, τα οποία απελευθερώνονται στη συστηματική κυκλοφορία μετά την ολοκλήρωση της επανασυγκόλλησης. Η ενυδάτωση γίνεται με χορήγηση φυσιολογικού ορού (125 ml με 150 ml ανά ώρα) για τις πρώτες 5 ημέρες, ενώ πλήρης εργαστηριακός έλεγχος πρέπει να λαμβάνεται σε καθημερινή βάση για να διαπιστώνεται η κατάσταση της νεφρικής και ηπατικής λειτουργίας, αλλά και να ελέγχεται το αιμοδυναμικό προφίλ του ασθενούς, ώστε να μεταγγιστεί εάν αυτό κριθεί αναγκαίο [5,6,7,8,9]. Το ανασυγκολλημένο άκρο παρακολουθείται ως προς το χρώμα, τη θερμοκρασία και την σπαργή του δέρματος, την εμφάνιση οιδήματος και τον χρόνο τριχοειδικής επαναφοράς. Ο έλεγχος του χρώματος, της σπαργής, του οιδήματος και της τριχοειδικής επαναφοράς μπορεί να γίνει κλινικά, ενώ για τον προσδιορισμό της θερμοκρασίας μπορούν να χρησιμοποιηθούν ειδικοί επιφανειακοί καθετήρες που προσκολλώνται στο δέρμα. Αν η θερμοκρασία πέσει κάτω από τους 30 ο C, αυτό αποτελεί ένδειξη πτωχής αιματικής παροχής στο μέλος, η οποία χρήζει αντιμετώπισης. Η αιματική παροχή και, κατά συνέπεια, η οξυγόνωση του άκρου είναι δυνατό να παρακολουθηθεί και με τη χρήση παλμικού οξύμετρου ή καταγραφικού Doppler [5,6,7,8,9]. Εάν η βιωσιμότητα του επαναασυγκολληθέντος μέλους φαίνεται να διατρέχει κίνδυνο, θα πρέπει να ληφθούν άμεσα όλα τα κατάλληλα μέσα για την αποκατάσταση της αιματικής παροχής σε αυτό. Αρχικά, πρέπει να εκτιμηθεί η κατάσταση ενυδάτωσης του ασθενούς και το αιμοδυναμικό προφίλ του ασθενούς, ώστε να χορηγηθεί ο απαραίτητος όγκος υγρών ή να δοθεί μετάγγιση. Σε περίπτωση που η κλινική εικόνα είναι χαρακτηριστική θρόμβωσης, μια δόση ηπαρίνης μπορεί να χορηγηθεί και, εάν αυτό δεν αποδώσει, ο ασθενής πρέπει να οδηγηθεί αμέσως στο χειρουργείο για διερεύνηση, αναθεώρηση της αναστόμωσης, απομάκρυνση τυχών θρόμβων ή τοποθέτηση φλεβικού μοσχεύματος. Η χειρουργική παρέμβαση πρέπει να γίνει εντός 4 ωρών απο την εκδήλωση της συμπτωματολογίας, ώστε να φέρει κάποιο αποτέλεσμα. Σε περιπτώσεις ανεπάρκειας του φλεβικού στελέχους, αρχικά γίνεται προσπάθεια για βελτίωση της παροχέτευσης με αλλαγή της θέσης του μέλους, ενώ είναι δυνατό να εφαρμοστούν τοπικά βδέλλες, οι οποίες μπορούν να ανακουφίσουν την φλεβική συμφόρηση. Η διερεύνηση της φλεβικής αναστόμωσης σπάνια ενδείκνυται αν έχουν περάσει 72 ώρες από την επανασυγκόλληση [5,6,7,8,9]. Ε. Επιπλοκές που σχετίζονται με την επανασυγκόλληση άκρων Οι επιπλοκές που σχετίζονται με την επανασυγκόλληση ενός ακρωτηριασμένου μέλους μπορεί να είναι τοπικές ή συστηματικές. Οι τοπικές επιπλοκές μπορεί να είναι άμεσες και να εμφανιστούν τα πρώτα 24ωρα μετά την επανασυγκόλληση ή να είναι απώτερες, οι οποίες αφορούν, κυρίως, το τελικό λειτουργικό αποτέλεσμα. Οι άμεσες τοπικές μετεγχειρητικές επιπλοκές αφορούν, κυρίως, την αστοχία της επαναγγείωσης του μέλους που οφείλεται σε ρήξη ή θρόμβωση των αγγειακών αναστομώσεων και πρέπει να αντιμετωπιστεί αμέσως με αναθεώρηση της αναστόμωσης, προκειμένου να διασωθεί το μέλος (Εικόνα 3.12). Επίσης, η πιθανότητα λοίμωξης του επανασυκολλημένου άκρου είναι μία εξίσου απειλητική επιπλοκή, η οποία μπορεί να εμφανιστεί 68

τόσο κατά την πρώιμη μετεγχειρητική περίοδο όσο και απώτερα, και σχετίζεται με αυξημένα ποσοστά ακρωτηριασμού σε δεύτερο χρόνο (Εικόνα 3.13). Οι απώτερες επιπλοκές σχετίζονται με καταστάσεις που επιβαρύνουν το τελικό λειτουργικό αποτέλεσμα και απαιτούν πολλαπλές δευτερεύουσες επεμβάσεις για την αντιμετώπισή τους. Ως απώτερη επιπλοκή μπορεί να χαρακτηριστεί η δημιουργία ψευδάρθωσης ή η αστοχία της οστεοσύνθεσης, η οποία αντιμετωπίζεται χειρουργικά με την αναθεώρηση της οστεοσύνθεσης, ενώ συχνά είναι απαραίτητη και η χρήση οστικών μοσχευμάτων. Η δημιουργία ουλών και η ρίκνωση των μυών που παρέμειναν σε συνθήκες ισχαιμίας μέχρι την επαναγγείωση του μέλους είναι μία μη αναστρέψιμη κατάσταση και αποτελεί σημαντική επιπλοκή των επεμβάσεων επανασυγκόλλησης, ενώ εξίσου σημαντική επιπλοκή είναι και η αποτυχία της νευρικής αποκατάστασης. Και οι δύο αυτές καταστάσεις επιβαρύνουν σημαντικά το τελικό λειτουργικό αποτέλεσμα της επανασυγκόλλησης του ακρωτηριασμένου άκρου και απαιτούν μεγάλο αριθμό επανεπεμβάσεων (τενοντομεταφορές, τοποθέτηση νευρικών μοσχευμάτων σε δεύτερο χρόνο κλπ.), προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργικότητα του άκρου, ενώ μπορεί να αποτελέσουν αιτία ακρωτηριασμού του μη λειτουργικού μέλους σε δεύτερο χρόνο [5,7,11,12,13,14,15]. Εικόνα 3.12. Ακρωτηριασμός δακτύλων χεριού στο ύψος των μετακαρποφαλαγγικών αρθρώσεων (α). Ανεπιτυχής προσπάθεια συγκόλλησης όλων των δακτύλων (β). Τελικό αποτέλεσμα με διατήρηση του αντίχειρα και διαμόρφωση κολοβώματος στα υπόλοιπα δάκτυλα (γ). Εικόνα 3.13. Ακρωτηριασμός στη μεσότητα της κνήμης σε άνδρα 20 ετών, συνεπεία τροχαίου ατυχήματος MESS:7 (α και β). Πραγματοποιήθηκε προσπάθεια επανασυγκόλλησης, η οποία αρχικά ήταν επιτυχής (γ). Ο ασθενής ανέπτυξε εν τω βάθει λοίμωξη και εκτεταμένες νεκρώσεις των μαλακών μορίων (δ). Λόγω σήψης, αποφασίστηκε ακρωτηριασμός του επανασυγκολλημένου άκρου, προκειμένου να διασωθεί η ζωή του ασθενούς και έγινε διαμόρφωση κολοβώματος κάτωθεν του γόνατος (ε). 69

Οι συστηματικές επιπλοκές μετά απο μία επέμβαση επανασυγκόλλησης άκρου είναι ιδιαίτερα θορυβώδεις και θέτουν σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή του ασθενούς. Κατά την παραμονή του άκρου σε ισχαιμία, συσσωρεύονται σ αυτό διάφορα τοξικά προϊόντα του μεταβολισμού των μυϊκών ομάδων. Επίσης, η καταστροφή των μυϊκών μαζών έχει ως αποτέλεσμα τη ραβδομυόλυση και την είσοδο στην κυκλοφορία της μυοσφαιρίνης. Κατά την επαναγγείωση, όλα τα τοξικά προϊόντα του μυϊκού καταβολισμού εισέρχονται στην κυκλοφορία, με αποτέλεσμα να προκαλούν επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας, μεταβολική οξέωση και υπερκαλιαιμία. Για την πρόληψη αυτών των επιπλοκών, απαιτείται στενή παρακολούθηση των βιοχημικών δεικτών του ασθενούς, ενώ ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί και στην καλή ενυδάτωση του, ώστε να μπορέσουν να απομακρυνθούν έγκαιρα οι τοξικοί μεταβολίτες απο την κυκλοφορία. Προκειμένου να αποφευχθεί η είσοδος όλων αυτών των τοξικών ουσιών στην κυκλοφορία, προτείνεται το άκρο να αφεθεί να παροχετευτεί μετά την αρτηριακή και πριν τη φλεβική αποκατάσταση, ώστε να απαλλαγεί από τους συσσωρευμένους τοξικούς μεταβολίτες των νεκρωμένων μυών. Η παροχέτευση αυτή, βέβαια, πρέπει να είναι ελεγχόμενη, ώστε να αποφευχθεί η εκτεταμένη απώλεια αίματος, η οποία θα θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του ασθενούς. Η χορήγηση μίας δόσης διττανθρακικού νατρίου πριν την έναρξη της φλεβικής αποκατάστασης και η στενή παρακολούθηση του ασθενούς για σημεία μεταβολικής οξέωσης μπορούν να συμβάλουν στην πρόβλεψη αυτής της επιπλοκής [1,7]. Όσο μεγαλύτερης έκτασης είναι ο ακρωτηριασμός και όσο μεγαλύτερες μυϊκές ομάδες υπάρχουν στο ακρωτηριασμένο μέλος, τόσο αυξάνει η πιθανότητα εκδήλωσης των συστηματικών επιπλοκών. Μετά την επιτυχή επανασυγκόλληση ο ασθενής θα πρέπει να υποβάλλεται σε τακτικούς χειρουργικούς καθαρισμούς και αφαίρεση των νεκρωμένων ιστών, ώστε να απομακρύνονται μ αυτούς οι τοξικοί μεταβολίτες που συσσωρεύονται στο μέλος, ενώ ταυτόχρονα μειώνεται η πιθανότητα λοίμωξης, καθώς οι νεκροί ιστοί αποτελούν υπόστρωμα για την ανάπτυξη μικροβίων. Ο πρώτος χειρουργικός καθαρισμός πραγματοποιείται συνήθως 48-72 ώρες μετά την ανασυγκόληση [1, 7, 8]. ΣΤ. Ειδικές περιπτώσεις, χέρι-δάκτυλα Κατά κοινή ομοφωνία, ακρωτηριασμοί του αντίχειρα, καθώς και ακρωτηριασμοί στο επίπεδο του μέσου της παλάμης, του καρπού και του αντιβραχίου στα παιδιά έχουν απόλυτη ένδειξη για επανασυγκόλληση. Γενικά, τα περισσότερα κέντρα ανέφεραν καλύτερα αποτελέσματα στα παιδιατρικά περιστατικά όπου οι ενδείξεις μικροκαι μακρο- επανασυγκόλλησης πρέπει να είναι πιο εκτεταμένες από ό,τι στους ενήλικες, ενώ η επακόλουθη διαταραχή στην αύξηση του μήκους του άκρου δεν θεωρείται πλέον αντένδειξη επανασυγκόλλησης στις μικρές ηλικίες. Ωστόσο, παραμένει το ερώτημα εάν πρέπει ή όχι να επανασυγκολλώνται τα ακροδάκτυλα στα πολύ μικρά παιδιά ή απλά να αντικαθίστανται με σύνθετα μοσχεύματα. Αν και η αναστόμωση της αρτηρίας σ αυτές τις περιπτώσεις είναι γενικά εφικτή, οι μικροαναστομώσεις των φλεβών είναι πολύ πιο δύσκολες. Αντίθετα, η τοποθέτηση σύνθετου μοσχεύματος - εντός πέντε ωρών από τον τραυματισμό - στα παιδιά έχει μεγαλύτερη από 60% πιθανότητα επιβίωσης του ακρωτηριασμένου μέλους, χωρίς να παρουσιάζει κανέναν επιπλέον κίνδυνο [16,17,18,20]. Ασθενείς μεγαλύτεροι των 70 ετών, ο αυτοτραυματισμός, οι ψυχιατρικές διαταραχές, ο τραυματισμός σε πολλαπλά επίπεδα, οι βαριές κακώσεις και ο απογαντισμός με οστική συμμετοχή θεωρούνται σχετικές αντενδείξεις (Πίνακας 3.1), ενώ οι απόψεις διίστανται για το αν η συνύπαρξη κρανιοεγκεφαλικών κακώσεων, οι πολυτραυματίες, η συνύπαρξη άλλης νόσου, το κάπνισμα, ο αλκοολισμός, η χρήση ναρκωτικών ουσιών και η HIV λοίμωξη πρέπει να θεωρούνται απόλυτες αντενδείξεις μεταμόσχευσης [5,16,17,18,19,21,22]. Σχετικές αντενδείξεις θεωρούνται ο τραυματισμός σε πολλαπλά επίπεδα, οι συνθλιπτικές κακώσεις και ο απογαντισμός με οστική συμμετοχή, ενώ αντενδεικνύεται απόλυτα κάθε επέμβαση που θέτει σε υψηλό κίνδυνο τη ζωή του ασθενούς ή που καθίσταται τεχνικά ανέφικτη λόγω τοπικών συνθηκών [5,16,17,18,21,22]. Σχετικά με το επίπεδο του ακρωτηριασμού, η μόνη απόλυτη αντένδειξη είναι ο ακρωτηριασμός στο ύψος της ωμοπλάτης με εξελκυσμό του βραχιονίου πλέγματος. Ακρωτηριασμοί από το ύψος του βραχιονίου ως το ύψος του καρπού έχουν δυνατότητα λειτουργικής αποκατάστασης και πρέπει να επιχειρείται η επανασυγκόλληση σε επιλεγμένες περιπτώσεις και μετά από προσεκτική εκτίμηση. Η ίδια εκτίμηση και επιλογή περιπτώσεων συνιστάται και για ακρωτηριασμούς μονήρους δακτύλου και άπω φάλαγγας [17,18,19,21,22]. Το πόσο σημαντικό είναι να επιχειρηθεί η επανασυγκόλληση ακρωτηριασμένου μονήρους δακτύλου εξαρτάται από παράγοντες που σχετίζονται με τον ασθενή, με το ποιο είναι το δάκτυλο και με το ύψος του 70

ακρωτηριασμού. Συγκεκριμένα, για τον αντίχειρα όλοι συμφωνούν ότι πρέπει να επιχειρείται η επανασυγκόλληση του, ακόμη και αν αυτός έχει υποστεί ασυνήθεις τύπους τραυματισμού. Το ποσοστό επιτυχίας επανασυγκόλλησης του αντίχειρα, με διατήρηση του μήκους αυτού, αναφέρεται ότι είναι 80% [22]. Για τα υπόλοιπα δάκτυλα, οι πιο ευνοϊκοί προγνωστικοί παράγοντες μεταμόσχευσης των δακτύλων είναι η διατήρηση της πρώτης και δεύτερης φάλαγγας του δείκτη, αν και η πιθανή ανάπτυξη δυσκαμψίας σε ακρωτηριασμούς της εγγύς μετακαρποφαλαγγικής άρθρωσης του δείκτη σε χειρώνακτα θεωρείται αντένδειξη μεταμόσχευσης του δακτύλου. Η τελική απόφαση για επανασυγκόλληση μονήρους δακτύλου εξαρτάται από τις λειτουργικές, αισθητικές και κοινωνικές ανάγκες του ασθενούς και τη στάθμιση οφέλους-κινδύνου [18,20]. Αυστηρά και απόλυτα πρωτόκολλα δεν έχουν θέση σ αυτό το θέμα, ενώ, όταν υπάρχει επιθυμία για συγκεκριμένο κοσμητικό αποτέλεσμα ή ο ασθενής έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις στον χώρο της εργασίας του, η επανασυγκόλληση πρέπει να επιχειρείται [19,20,21,22]. Όσον αφορά τους ακρωτηριασμούς της άπω φάλαγγας, αυτοί χωρίζονται σε 4 ζώνες μετά την κατάφυση του εν τω βάθει καμπτήρα, σύμφωνα με την ταξινόμηση κατά Ishikawa. Οι παράγοντες που πρέπει να συνεκτιμώνται κατά τη λήψη της απόφασης για επανασυγκόλληση αυτών των ακρωτηριασμών είναι η λειτουργικότητα, η αισθητικότητα και η αιμάτωση του επανασυγκολλημένου ακροδακτύλου. Γενικά, η αποκατάσταση του ακροδακτύλου έχει 90-100% πιθανότητα επιτυχίας για ακρωτηριασμούς με καθαρά άκρα και 60% για τις συντριπτικές κακώσεις ή τους εξελκυσμούς, όταν εκτελείται από έμπειρο χειρουργό [18,19,20,21]. Ομοφωνία υπάρχει και στο θέμα της αντιμετώπισης ακρωτηριασμών πολλαπλών δακτύλων, οι οποίοι θεωρείται ότι έχουν απόλυτη ένδειξη επανασυγκόλλησης. H αποκατάσταση του αντίχειρα είναι ο βασικός στόχος και πρέπει να γίνεται κάθε δυνατή προσπάθεια για την ανασυγκόλησή του. Σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, γίνεται αντιχειροποίηση ενός άλλου δακτύλου. Όσον αφορά τα υπόλοιπα δάκτυλα, ο σχεδιασμός της επέμβασης επανασυγκόλησής τους πρέπει να είναι ρεαλιστικός και να εξετάζεται η πιθανότητα αυτά να είναι λειτουργικά. Σε σύνθετους ακρωτηριασμούς δακτύλων πρέπει να αποφασιστεί πόσα δάκτυλα μπορούν να επανασυγκολληθούν και σε ποια μετακάρπια. Οι επαναδιατάξεις των ακρωτηριασμένων δακτύλων που χρησιμοποιούνται ευρέως διακρίνονται σ αυτές των οποίων οι δάκτυλοι ή τμήματα αυτών μετακινούνται σε ωλένια θέση (ωλενιοποίηση) και σ αυτές που μετακινούνται σε κερκιδική θέση (κερκιδοποίηση) [22]. Όταν δεν είναι διαθέσιμος ο δείκτης, μπορεί να επιχειρηθεί η διαμόρφωση του χεριού «Disney» με κενό στα κερκιδικά μετακάρπια, το οποίο παρουσιάζει καλή λειτουργικότητα. Όταν και τα τέσσερα δάκτυλα είναι σε καλή κατάσταση και προσφέρονται για επανασυγκόλληση, η προτεινόμενη σειρά από τους Landi και Elliot είναι 3,4,5,2. Είναι σημαντικό να διατηρηθούν όσο το δυνατό περισσότεροι ζωντανοί ιστοί στο χέρι ώστε, ακόμα και αν δεν είναι δυνατή η επανασυγκόλληση όλων των δακτύλων, αυτά να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως τράπεζα ιστών σε δευτερεύουσες επεμβάσεις αποκατάστασης [18,19,20,21,22,23]. Ζ. Επίπτωση ακρωτηριασμών Οι ακρωτηριασμοί των άκρων έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία των ασθενών, ενώ, παράλληλα, αποτελούν σοβαρό κοινωνικοοικονομικό πρόβλημα, καθώς σχετίζονται με αυξημένη νοσηρότητα, πολλαπλές επεμβάσεις, παρατεταμένους χρόνους νοσηλείας και αυξημένα ποσοστά αναπηρίας. Παρά το γεγονός οτι οι εξελίξεις στον τομέα της μικροχειρουργικής καθιστούν εφικτή την επανασυγκόλληση των ακρωτηριασμένων μελών, αυτό δεν εγγυάται την αποκατάσταση της λειτουργικότητας τους στα προ τις κάκωσης επίπεδα. Ο χειρουργός πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις εκάστοτε απαιτήσεις του ασθενούς, δρώντας, όμως, πρωταρχικά με γνώμονα τη διάσωση του ασθενούς πριν τη διάσωση του μέλους. Η σωστή ενημέρωση του ασθενούς και των οικείων του για το πιθανό τελικό λειτουργικό και κοσμητικό αποτέλεσμα της επανασυγκόλλησης ενός άκρου, για τις τυχόν επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν κατά την επέμβαση, καθώς και για τις ενδεχόμενες επανεπεμβάσεις που μπορεί να απαιτηθούν για την καλύτερη δυνατή αποκατάσταση, είναι σημαντική για την λήψη της τελικής απόφασης. Ο χειρουργός πρέπει να είναι ειλικρινής και κατανοητός στον ασθενή του χωρίς να του δημιουργεί ψευδείς ελπίδες. Το ενδεχόμενο τοποθέτησης κάποιας πρόθεσης πρέπει να εξηγείται και να αναλύονται όλες οι δυνατές επιλογές. Σήμερα η τεχνολογία έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη προθέσεων με πολύ καλό λειτουργικό και αισθητικό αποτέλεσμα. Δυστυχώς, όμως, οι προθέσεις αυτές αφορούν κυρίως το κάτω άκρο. Το άνω άκρο αποτελεί βασικό όργανο για την αντίληψη αφής, πίεσης και πόνου, και σημαντικό στοιχείο έκφρασης, εμφάνισης, επικοινωνίας. 71