Μικροοικονομία Ενότητα 4: Θεωρία Χρησιμότητας και Καταναλωτική Συμπεριφορά Δριτσάκη Χάιδω Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής
Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που υπόκειται σε άλλου τύπου άδειας χρήσης, η άδεια χρήσης αναφέρεται ρητώς. 2
Χρηματοδότηση Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό έχει αναπτυχθεί στα πλαίσια του εκπαιδευτικού έργου του διδάσκοντα. Το έργο «Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο TEI Δυτικής Μακεδονίας» έχει χρηματοδοτήσει μόνο τη αναδιαμόρφωση του εκπαιδευτικού υλικού. Το έργο υλοποιείται στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση» και συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) και από εθνικούς πόρους. 3
Σκοποί ενότητας Να κατανοήσει ο φοιτητής τη θεωρία της χρησιμότητας και την καταναλωτική συμπεριφορά. 4
Περιεχόμενα ενότητας Καταναλωτική χρησιμότητα. Υποθέσεις της Ορθολογικής Συμπεριφοράς του Καταναλωτή. Συνθήκη Μεγιστοποίησης της χρησιμότητας. Θεωρία Τακτικής Χρησιμότητας. Καμπύλες αδιαφορίας. Ισορροπία του καταναλωτή. 5
Καταναλωτική Χρησιμότητα Η κατανόηση της θεωρίας της καταναλωτικής χρησιμότητας είναι απαραίτητη για την κατανόηση του τρόπου διαμόρφωσης της ζήτησης για ένα αγαθό, δεδομένου ότι τα στοιχεία που χρειάζονται για το σχεδιασμό της καμπύλης ζήτησης ενός καταναλωτή για ένα αγαθό προκύπτουν από την ανάλυση της καταναλωτικής συμπεριφοράς του. Η θεωρία της καταναλωτικής χρησιμότητας συμβάλλει επίσης στην κατανόηση και πολλών άλλων οικονομικών θεμάτων, καθώς επίσης και στη διαδικασία λήψης ορισμένων αποφάσεων κρατικής οικονομικής πολιτικής. 6
Έννοια της χρησιμότητας Η χρησιμότητα ενός αγαθού ή μιας υπηρεσίας (utility) πηγάζει από τη δυνατότητα που έχει να ικανοποιήσει μια ανθρώπινη ανάγκη, δηλαδή να προσφέρει ικανοποίηση στο χρήστη του. Παλαιότερα, οι οικονομολόγοι έκαναν την υπόθεση ότι μπορούσε να γίνει αντικειμενική εκτίμηση της χρησιμότητας με μονάδα μέτρησης «util». Στην πραγματικότητα η εξήγηση της συμπεριφοράς του καταναλωτή μπορεί να γίνει χωρίς να υπάρχει ανάγκη να μετριέται η χρησιμότητα των διαφόρων αγαθών, αρκεί να μπορεί να συγκρίνεται και να ιεραρχείται 7
Νόμος της φθίνουσας οριακής χρησιμότητας Όσο ένα άτομο αυξάνει την κατανάλωση ενός προϊόντος τόσο αυξάνεται συνήθως η συνολική χρησιμότητα (total utility) που αποκομίζει. Αλλά κάθε επιπλέον μονάδα του προϊόντος επιφέρει συνεχώς μικρότερη αύξηση στη συνολική χρησιμότητα. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό ως νόμος της φθίνουσας οριακής χρησιμότητας. Η χρησιμότητα που παρέχει μια επιπλέον μονάδα ενός προϊόντος Α ονομάζεται οριακή χρησιμότητα (MU, marginal utility). 8
Υποθέσεις της Ορθολογικής Συμπεριφοράς του Καταναλωτή (1) 1. Κάθε καταναλωτής έχει ακριβή και πλήρη γνώση όλων των πληροφοριών που σχετίζονται με τις καταναλωτικές του αποφάσεις. Δηλαδή, γνωρίζει τα διαθέσιμα αγαθά και τις δυνατότητες τους να ικανοποιούν τις ανάγκες του, γνωρίζει τις αγοραίες τιμές και το χρηματικό του εισόδημα. 2. Κάθε καταναλωτής μπορεί να συγκρίνει τους διάφορους συνδυασμούς των αγαθών έτσι ώστε: i. Μεταξύ δύο συνδυασμών ο Α προτιμάται από τον Β ή ο Β από τον Α ή τέλος, ο καταναλωτής είναι αδιάφορος μεταξύ τους. 9
Η συνάρτηση συνολικής χρησιμότητας Όπως αναφέρθηκε, το κριτήριο με βάση το οποίο παίρνει τις αποφάσεις του ο καταναλωτής είναι η μεγιστοποίηση της συνολικής του χρησιμότητας Η συνολική χρησιμότητα του εξαρτάται από τις ποσότητες των διαφόρων αγαθών που καταναλώνει. Η σχέση μεταξύ της συνολικής χρησιμότητας του καταναλωτή και των ποσοτήτων που καταναλώνει περιγράφεται από τη συνάρτηση συνολικής χρησιμότητας η οποία είναι μία συνάρτηση των ποσοτήτων των διαφόρων αγαθών που καταναλώνει και όχι το άθροισμα των επιμέρους χρησιμοτήτων των αγαθών αυτών. 10
Συνάρτηση συνολικής χρησιμότητας Η συνάρτηση συνολικής χρησιμότητας εκφράζεται αλγεβρικά ως εξής: Όπου: U = F (x 1,x 2, x 3,..,x n ) U = η συνολική χρησιμότητα του καταναλωτή. x 1,x 2, x 3,..,x n = οι ποσότητες των διαφόρων αγαθών που καταναλώνει. 11
Παράδειγμα 1 (1) Έστω ένας υποθετικός καταναλωτής ο οποίος καταναλώνει μόνο δύο αγαθά Χ 1 και Χ 2. Εάν η συνάρτηση της συνολικής χρησιμότητας του είναι της μορφής: U = F (X 1,X 2 ) = X 1 X 2 τότε μπορούμε να κατασκευάσουμε τον ακόλουθο πίνακα: Πίνακας 1. Πίνακας παραδείγματος 1 (Πηγή: διδάσκων, 2014) 12
Παράδειγμα 1 (2) Από τον πίνακα είναι φανερό ότι ένας ορθολογικός καταναλωτής προτιμάει τον συνδυασμό Α από τον Γ και τον Β από το Γ ενώ είναι αδιάφορος μεταξύ των Α και Β. Μελετώντας όμως τη θεωρία χρησιμότητας αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε είναι το γεγονός ότι παρατηρώντας τον πίνακα δεν μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η χρησιμότητα που αντλεί ο καταναλωτής από το συνδυασμό Α είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερη από αυτή του Γ. Με άλλα λόγια, η συνάρτηση χρησιμότητας εκφράζει απλά την κατάταξη των συνδυασμών των αγαθών κατά τις προτιμήσεις του καταναλωτή, δίνοντας μεγαλύτερη τιμή σε ορισμένους συνδυασμούς έναντι άλλων χωρίς όμως, να έχουν σημασία οι αριθμοί, επομένως και οι μεταξύ τους διαφορές (θεωρία της τακτικής χρησιμότητας). 13
Συνθήκη Μεγιστοποίησης της χρησιμότητας Ας εξετάσουμε τώρα το πώς ένας ορθολογικός καταναλωτής με δεδομένο εισόδημα θα αποφασίσει τον συνδυασμό αγαθών που θα αγοράσει. Θα χρησιμοποιήσουμε τον γνωστό κανόνα αριστοποίησης. Στόχος είναι η μεγιστοποίηση της χρησιμότητας με βάση το περιορισμένο εισόδημα. Αν η σαμπάνια σας προσφέρει διπλάσια ικανοποίηση από το κρασί αλλά η τιμή της είναι πενταπλάσια, τι από τα δύο θα διαλέξετε; Θα διαλέξετε το κρασί, γιατί έτσι αξιοποιούνται καλύτερα τα χρήματά σας. 14
Μεγιστοποίηση της χρησιμότητας: Συνθήκη Ο καταναλωτής πρέπει να διαθέσει το εισόδημά του έτσι ώστε το τελευταίο ευρώ που ξοδεύει για κάθε ένα από τα Ν προϊόντα που καταναλώνει να του δίνει την ίδια χρησιμότητα. ΚΑΝΟΝΑΣ ΑΡΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ 15
Εφαρμογές: Το παράδοξο της αξίας «Γιατί το νερό που είναι τόσο σημαντικό για τον άνθρωπο είναι τόσο φθηνό; Ενώ με τα διαμάντια συμβαίνει το αντίστροφο». Απάντηση: πρέπει να εξετάσουμε την οριακή χρησιμότητά τους. Το νερό έχει μεγάλη συνολική χρησιμότητα και επομένως μικρή οριακή χρησιμότητα, ενώ τα διαμάντια έχουν μικρή συνολική χρησιμότητα και μεγάλη οριακή χρησιμότητα. 16
Εφαρμογές: Το πλεόνασμα του καταναλωτή Το οριακό πλεόνασμα του καταναλωτή (consumer surplus) ορίζεται ως η διαφορά μεταξύ του τί είναι διατεθειμένος ο καταναλωτής να πληρώσει για μια παραπάνω μονάδα του αγαθού και του τί ακριβώς πληρώνει. Το συνολικό πλεόνασμα του καταναλωτή είναι το άθροισμα των οριακών πλεονασμάτων του καταναλωτή από όλες τις μονάδες του αγαθού που καταναλώνονται. 17
Θεωρία Τακτικής Χρησιμότητας 18
Ιδιότητες των καμπυλών αδιαφορίας Στη συνηθισμένη περίπτωση οι καμπύλες αδιαφορίας έχουν τις ακόλουθες ιδιότητες: Από κάθε σημείο του χώρου των αγαθών διέρχεται μία καμπύλη αδιαφορίας, κατά συνέπεια, οι καμπύλες αδιαφορίας δεν τέμνονται. Έχουν αρνητική κλίση έτσι, όσο ψηλότερα ή δεξιότερα είναι μία καμπύλη αδιαφορίας, τόσο ψηλότερα είναι στην ταξινόμηση των προτιμήσεων του καταναλωτή οι συνδυασμοί της καμπύλης αυτής. Οι καμπύλες αδιαφορίας είναι κυρτές. 19
Καμπύλες Αδιαφορίας (1) Πίνακας 2. Καμπύλες Αδιαφορίας (Πηγή: διδάσκων, 2014) 20
Καμπύλες Αδιαφορίας (2) Διάγραμμα 1. Καμπύλες Αδιαφορίας (Πηγή: Κώττη & Πετράκη- Κώττη (2005)). 21
Οριακός Λόγος υποκατάστασης (ΟΛΥ) Οριακός λόγος υποκατάστασης ΟΛΥ ΑΒ (marginal rate of substitution): πόσες μονάδες του Α πρέπει να θυσιάσει ο καταναλωτής για να πάρει μια επιπλέον μονάδα του Β, διατηρώντας ταυτόχρονα το επίπεδο της ικανοποίησης U σταθερό. ΟΛΥ ΑΒ = ΔΑ / ΔΒ = - MU B /MU A 22
Χάρτης Καμπύλων Αδιαφορίας Διάγραμμα 2. Χάρτης Καμπυλών Αδιαφορίας ( Πηγή: Κώττη & Πετράκη-Κώττη (2005)). 23
Ασυνήθιστες καμπύλες αδιαφορίας Διάγραμμα 3. Ασυνήθιστες Καμπύλες Αδιαφορίας (Πηγή: Κώττη & Πετράκη-Κώττη (2005)). 24
Εισοδηματική γραμμή ή γραμμή δυνατοτήτων κατανάλωσης Η εισοδηματική γραμμή αντιπροσωπεύει όλους τους εναλλακτικούς συνδυασμούς ποσοτήτων των δύο αγαθών που είναι σε θέση να αποκτήσει ο καταναλωτής με το συγκεκριμένο χρηματικό εισόδημα που μπορεί να διαθέτει για κατανάλωση και με τις τιμές των προϊόντων που ισχύουν στην αγορά. 25
Εισοδηματική γραμμή ή δυνατοτήτων κατανάλωσης Διάγραμμα 4. Διάγραμμα Εισοδηματικής Γραμμής (Πηγή: Κώττη & Πετράκη-Κώττη (2005)). 26
Εξίσωση εισοδηματικής γραμμής Η εξίσωση μιας εισοδηματικής γραμμής είναι: Υ = (Π χ Τ χ ) + (Π ψ Τ ψ ) Υ = εισοδηματικός περιορισμός Π χ = ποσότητα του αγαθού Χ Τ χ = τιμή του Χ Π ψ = ποσότητα του αγαθού Ψ Τ ψ = τιμή του Ψ Αν λύσουμε ως προς Π ψ βρίσκουμε ότι: Π ψ = Υ/ Τ ψ (Τ χ / Τ ψ ) Π χ 27
Ισορροπία του καταναλωτή (1) Διάγραμμα 6. Ισσοροπία Καταναλωτή (Πηγή: Κώττη & Πετράκη-Κώττη (2005)). 28
Ισορροπία του καταναλωτή (2) Γενικά, για να μεγιστοποιήσει την ικανοποίησή του ο καταναλωτής πρέπει να αγοράσει το συνδυασμό που αντιστοιχεί στο σημείο επαφής της εισοδηματικής γραμμής του με την υψηλότερη δυνατή καμπύλη αδιαφορίας. Σημείο Κ: Σημείο καταναλωτικής ισορροπίας: Όταν ο καταναλωτής μεγιστοποιεί την ικανοποίησή του λέγεται ότι βρίσκεται σε κατάσταση ισορροπίας γιατί δεν έχει κίνητρο να μεταβάλει τις ποσότητες των αγαθών που αγοράζει. 29
Ισορροπία του καταναλωτή (3) Ισχύει η ακόλουθη σχέση: Δηλαδή για να βρίσκεται σε ισορροπία ο καταναλωτής, πρέπει να αποκομίζει την ίδια οριακή χρησιμότητα από την τελευταία χρηματική μονάδα που δαπανά για το καθένα από τα δύο αυτά αγαθά. 30
Βιβλιογραφία μαθήματος (1) Arnold, R. A. (2007). Εισαγωγή στην Οικονομική, Εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη. Begg, D., Fischer, S. & Dornbusch, R. (1998). Εισαγωγή στην Οικονομική, Τόμος Α. Επιστημονική Βιβλιοθήκη, Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα. Chacholiades, M. (1990). Μικροοικονομική Ι. Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα. Mankiw, G. N. (2002). Αρχές της Οικονομικής, Τόμος Α. Εκδόσεις Τυπωθήτω - Γιώργος Δαρδάνος, Αθήνα 31
Βιβλιογραφία μαθήματος (2) Varian, H. (2006). Μικροοικονομική, μία σύγχρονη προσέγγιση. Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα. Γεωργακόπουλος, Θ., Λιανός, Θ., Μπένος, Θ., Τσεκούρα, Γ., Χατζηπροκοπίου, Μ. & Χρήστου, Γ. (1988). Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία, Ε Έκδοση. Εκδόσεις Μπένου, Αθήνα. Δρανδάκης, Ε., Μπήτρος, Γ. & Μπαλτάς, Ν. (1994). Μικροοικονομική Θεωρία, Τόμος Α. Εκδόσεις Σταμούλης, Αθήνα. Κώττη, Γ. & Πετράκη-Κώττη, Α. (2005). Σύγχρονη Μικροοικονομική. Εκδόσεις Μπένου, Αθήνα. 32
Τέλος Ενότητας