ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΕΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ Παρά τις προόδους των παιδιών στην ανάπτυξη της γλώσσας (δηλ. τη γλωσσική ικανότητα ή τη γνώση γραµµατικής,φωνολογίας και εν µέρει και λεξιλογίου ) Τα παιδιά αντιµετωπίζουν προβλήµατα στο σχολείο µε Κατανόησηκειµένων, οδηγιών, προφορικών διαλέξεων, εξηγήσεωνκλπ. ιατύπωση προφορική και κυρίως γραπτή Τα προβλήµατα των παιδιών οφείλονται σε δύο παράγοντες: Γνωστικούς: Ανεπαρκείς νοητικές, γλωσσικές και κυρίως επικοινωνιακές ικανότητες. Το κυριότερο, ορισµένα είδη λόγου πιο απαιτητικά, ενώ το σχολείο βασίζεται κυρίως σε είδη λόγου µη οικεία στην καθηµερινή ζωή και απαιτητικά γνωσιακά π.χ. Η γραφή µιας εργασίας στη φυσική που παρουσιάζει ένα πείραµα απαιτεί νοητική ωρίµανση για περιγραφή αφηρηµένου κόσµου, τεχνικό λεξιλόγιο, γνώση του πώς δοµείται ένα κείµενο εργασίας στις φυσικές επιστήµες και ειδικότερα η αναφορά ενός πειράµατος. Κοινωνικούς: Ανεπαρκείς εµπειρίες µε ορισµένα είδη λόγου. ιαφορετικές εµπειρίες ανάλογα µε το κοινωνικο-πολιτισµικόπεριβάλλον. π.χ. Η ανάγνωση παραµυθιών δεν συνηθίζεται σε όλα τα περιβάλλοντα, σε άλλα µόνο η προφορική αφήγηση, ενώ σε άλλα αποθαρρύνονται γενικότερα τα παραµύθια. Εποµένως, κάποια µόνο παιδιά θα έχουν εµπειρίες µε τη δοµή µιας γραπτής αφήγησης φανταστικών γεγονότων. 1 2 Τα προβλήµατα εν µέρει αναπόφευκτα και εν µέρει επιλύσιµα 1. Φυσικό τα παιδιά να µην κατέχουν είδη λόγου περισσότερο απαιτητικά (γνωστικά-γλωσσικάεπικοινωνιακά). 2. Φυσικό η εκπαίδευση να βασίζεται σε είδη λόγου απαιτητικά και µη οικεία, τα οποία επιλέγει ανάλογα µε τους στόχους της και το περιεχόµενό της (δηλ. ποια γνωστικά αντικείµενα διδάσκονται και µε ποιους τρόπους, π.χ. απλή αναπαραγωγή κειµένων ιστορίας ή γραφή εργασιών ποικίλου τύπου). Προβλήµατα για την εκπαίδευση: 1. Πώς γεφυρώνεται το χάσµα ανάµεσα σε είδη λόγου που συνηθίζονται στην καθηµερινή ζωή και σε αυτά που συνηθίζονταιστοσχολείο; Εκπαίδευση οφείλει να παρέχει ικανότητες/δεξιότητες σε είδηλόγουµηοικείακαιδύσκολα. Πώς όµως µπορεί πιο αποτελεσµατικά; Απάντηση: γεφυρώνοντας σταδιακά την απόσταση ανάµεσα στο λόγο καθηµερινής ζωής και σχολείου. ιερευνώντας ποια είδη λόγου συνηθίζονται σε κάθε κοινωνικοπολιτισµικό περιβάλλον, χρησιµοποιώντας τα αρχικά και εµπλουτίζοντας σταδιακά τις ικανότητες των παιδιών σε είδη λόγου λιγότερο οικεία και απαραίτητα γιαεκπαίδευση. 3 4
2. Η εκπαίδευση επιλέγει είδη λόγου και µε κριτήρια κοινωνικά όχι µόνο αντικειµενικά. Πριµοδοτεί εκείνα που είναιοικείασταανώτερακοινωνικάστρώµατα. Π.χ. διδασκαλίαπρώτηςανάγνωσηςµετιτύπουκείµενα; Παιδική λογοτεχνία; Κείµενα ειδικά κατασκευασµένα γιατοσκοπόαυτόόπωςτωνελληνικώναναγνωστικών; Χρηστικά κείµενα καθηµερινής ζωής όπως ετικέτες;. Μόνο τα τελευταία οικεία σε όλα τα παιδιά ανεξάρτητα από κοινωνικοπολιτισµική προέλευση. Όταν τα παιδιά δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του σχολείου όχι κατανάγκη «γλωσσικά στερηµένα» ή µε «υποβαθµισµένο γλωσσικό κεφάλαιο». Μερικές φορές κατέχουν απαιτητικές ικανότητες, τις οποίες όµως δεν προκρίνει το σχολείο (δηλ. δεν εντάσσει στο αναλυτικό πρόγραµµα) π.χ. Heath (1983): H ικανότητα παιδιών προσχολικής ηλικίας να διαβάζουν τιµές και ετικέτες σε µια κοινότητα φτωχών µαύρων των ΗΠΑ παραγνωρίζεται από το σχολείο. Στην πρώτη δηµοτικού το σχολείο εκλαµβάνει ως ανάγνωση µόνο την κατανόηση κειµένων παιδικής λογοτεχνίας. Παραγνωρίζει επίσης την ικανότητα ειδικά των αγοριών αυτής της κοινότητας να εµπλέκονται σε αφηγήσεις περίπλοκες ΓΝΩΣΙΑΚΕΣ ΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ: Γιατί είναι πιο απαιτητικά ορισµένα είδη λόγου; Απαιτούν γνωστική ωρίµανση (π.χ. για να µπορούµε να δούµε τον κόσµο από την οπτική του άλλου και έτσι να αφηγηθούµε παρέχοντας όλες τις πληροφορίες που ο συνοµιλητής δεν γνωρίζει και χρειάζεται να καταλάβει), πιο προχωρηµένες γλωσσικές ικανότητες (κυρίως γνώση πιο αφηρηµένου λεξιλογίου) και πιο προχωρηµένες επικοινωνιακές ικανότητες (π.χ. για συγκρότηση γραπτών δοκιµίων). Τοσχολείοπάντα βασίζεταισεχρήσειςτουλόγουπουδεν συνηθίζονται στην καθηµερινή ζωή, ειδικά των µικρών παιδιών. Kάποιες από αυτές τις χρήσεις είναι πιο απαιτητικές και λιγότερο οικείες. µε στοιχεία φαντασίας και ποίησης. 5 6 Γιατί πιο δύσκολες κάποιες χρήσεις της γλώσσας (ήείδηλόγου); Για απαντήσεις, χρήσιµο να διακρίνουµε ταείδηλόγουσεδιαφορετικάείδη. Π.χ.: κοινωνικός-προσωπικός λόγος αποπλαισιωµένος-πλαισιωµένος λόγος κατευθυντικός-ερµηνευτικός λόγος αναφορικός-εκφραστικός λόγος ασυνείδητη γνώση γλώσσας-µεταγλωσσική γνώση Κοινωνικός-προσωπικός λόγος Χρήση γλώσσας για επικοινωνία και σκέψη (Βυγκότσκι) Κοινωνικός λόγος: επικοινωνία µε άλλους (π.χ. πρώτες συνοµιλίες µικρών παιδιών µε οικογένεια, γραφή επιστηµονικού κειµένου). Προσωπικός λόγος: επικοινωνία µε εαυτό ή χρήση για σκέψη και αυτοέλεγχο (π.χ. µονόλογοι δίχρονης όταν µόνη στο δωµάτιό της σε έρευνα της Νέλσον, µονόλογοι σε παιχνίδια προσποίησης) 7 8
Πιο φυσική για τον Βυγκότσκι η κοινωνική χρήση της γλώσσας για επικοινωνία. Αναπτυξιακά µεταγενέστερη η προσωπική. Πρώτη χρήση γλώσσας η συνδιαλλαγή µε τους άλλους Προσωπικός µονόλογος αρχικά κυρίως στα παιχνίδια προσποίησης στα µέσα προσχολικής ηλικίας όταν τα παιδιά στήνουν το σκηνικό του παιχνιδιού αρχικά αλληλένδετος µε πράξεις, δηλ. κινήσεις του παιδιού στο παιχνίδι δρα κατευθυντικά, υποβοηθώντας το σχεδιασµό και την εκτέλεση του σεναρίουτουπαιχνιδιού. Χωρίς τη γλώσσα αδύνατο το παιχνίδι προσποίησης. Μελέτη διδύµων χωρίς γλώσσα που δεν µπορούσαν να σχεδιάσουν και να αναφερθούν στο µέλλον (Luria & Yudovich 1959) Αναπτυξιακά o µονόλογος παιχνιδιού καθίσταται όλο και πιο ελλειπτικός, σιωπηλός, ενώ αποδεσµεύεται από σωµατικές κινήσεις. Εξαφανίζεται γύρω στα 7 χρόνια και εµφανίζεται στους ενήλικες µόνο σε ειδικές περιστάσεις. Επί της ουσίας ο φωναχτός προσωπικός µονόλογοςµετατρέπεταισεεσωτερικό λόγος, δηλ. σκέψη. Αντιθέτως, ο Piaget ερµηνεύει διαφορετικά το µονόλογο αυτό, δηλ. ως εγωκεντρικό. ΘέσηΒυγκότσκιυπερισχύειαργότερα. 9 ιάφορα είδη προσωπικού και κοινωνικού λόγου Προσωπικός λόγος πάντα µονόλογος, όχι δοµηµένος κατ ανάγκη συντακτικά (σιωπηλή σκέψη αλλά ακόµη καισηµείωµαστονεαυτόγιαναµην ξεχάσεικάτι). Σπάνιες ωστόσο οι χρήσεις τους οι φωναχτές. Ακόµη και ηµερολόγιο όχι κατανάγκη προσωπικός λόγος. Κοινωνικόςλόγοςκαιδιάλογοςκαιµονόλογος. Πιο φυσικός όµως ο διάλογος και πιο εύκολος (π.χ. συνοµιλία πριν από αφήγηση). Κοινωνικός µονόλογος αντιθέτως πολύ απαιτητικός γιατί πρέπει να είναι επεξηγηµατικός στους άλλους (π.χ. αφήγηµα). 10 Αποπλαισιωµένος-πλαισιωµένος λόγος Πόσο πολύ το µήνυµα στηρίζεται µόνο στη γλώσσα ή και σε άλλα µέσα επικοινωνίας; Πλαισιωµένος λόγος: τα λόγια χρησιµοποιούνται ταυτόχρονα µε άλλα µέσα για να δείξουν κάτι, δηλ. µαζί µε εξωγλωσσικά µέσα επικοινωνίας (όπως το βλέµµα, το χρώµα της φωνής, οι χειρονοµίες και γενικότερο το άµεσο φυσικό περιβάλλον της επικοινωνίας). Συνήθως ο καθηµερινός διάλογος µε οικεία πρόσωπα για οικεία και απτά θέµατα. Γλώσσα του παρόντος (για τοεδώκαιτοτώρα) Αποπλαισιωµένος λόγος: όταν το µήνυµα µεταφέρεται µόνο µέσα από τα λόγια (π.χ. γραπτό αφήγηµα, επιστηµονικό κείµενο, προσωπική επιστολή). Γλώσσα της µετάθεσης, δηλ. για φαινόµενα όχιάµεσααπτά. ιαβαθµίσεις πλαισίωσης-αποπλαισίωσης π.χ. Συζήτηση στην κουζίνα για φαγητό που τρώµε Προφορική αφήγηση Γραπτή αφήγηση Επιστηµονικό κείµενο που αναφέρεται γενικευτικά στον κόσµο Οαποπλαισιωµένοςλόγοςπιοδύσκολος: απαιτητικός γνωστικά και ταυτόχρονα λιγότερο συνηθισµένος στην καθηµερινή επικοινωνία. Τα παιδιά αρχικά δείχνουν και λένε ταυτόχρονα. Βαθµιαία µόνο περνάνε σε µηνύµατα µόνο µέσααπόλόγια. ιδακτικά, γέφυρα προς την αποπλαισίωση του γραπτού λόγου, το προφορικό αφήγηµα. 11 12
Κατευθυντικός-ερµηνευτικός λόγος Ολόγοςωςπράξηκαιολόγοςωςπεριγραφήτουκόσµου Από νωρίς στην ανάπτυξη, τόσο ο κατευθυντικός όσο και ο ερµηνευτικός λόγος, δηλ. η χρήση γλώσσας για να κατευθύνουµε τους άλλους να κάνουν κάτι που εκπληρώνει επιθυµίες µας (προσταγές, αιτήµατα κλπ.) και για να περιγράψουµε τον κόσµο (σχόλια, πληροφορίεςκλπ.). Η περιγραφή του κόσµου όµως ποτέ µια αντικειµενική φωτογράφιση. Πάντα µια υποκειµενική ερµηνεία κόσµου, αφαίρεση, επιλογή, εξήγηση. Ο κατευθυντικός λόγος πιο λίγες και απλές µορφές. Ο ερµηνευτικός λόγος απλός µεν αρχικά (π.χ. «βαβάβ!» = να ένας σκύλος), αλλά µπορεί αργότερα να καταστεί περίπλοκος (π.χ. από προφορικό κουτσοµπολιό έως λογοτεχνικό και επιστηµονικό κείµενο) 13 Εκφραστικός-αναφορικός λόγος ύο εκδοχές ερµηνευτικού λόγου: Εκφραστικός λόγος: Υποκειµενική και συναισθηµατική περιγραφήκόσµου (π.χ. λογοτεχνία, κουτσοµπολιό). Αναφορικός λόγος: Αντικειµενική, αποστασιοποιηµένη από προσωπικό βίωµα και συναίσθηµα περιγραφή (π.χ. επιστηµονικόκείµενο). Καθηµερινός λόγος συνήθως εκφραστικός, ενώ σχολικός συχνάαναφορικός. Το σχολείο οφείλει να εξοικειώσει τα παιδιά µε µορφές αναφορικούλόγου (ειδικάτουεπιστηµονικού). Ωστόσο, και καθηµερινές χρήσεις αναφορικού λόγου (π.χ. οδηγίες µαγειρικής, φαρµάκων, λογαριασµοί, το πρόγραµµα της τηλεόρασης). ιδακτικά µπορούµε να τις εκµεταλλευτούµε ως γέφυρα για µετάβαση στον επιστηµονικό λόγο. Επιπλέον, το σχολείο µπορεί να εκπαιδεύσει σε µορφές εκφραστικούλόγουµηπροσιτέςόπωςηλογοτεχνικήγραφή. 14 αφηγηµατικός-δοκιµιακός λόγος αφηγηµατικός: προσωπικός, χρονολογικός, σπάνια στοιχεία αξιολόγησης δοκιµιακός: συνεχώςαξιολογήσεις (εισαγωγή, κρίση, συµπέρασµα), όχι χρονολογικός, λογικός και ιεραρχικός. Κοινωνικο-ϖολιτισµικές διαφορές στις χρήσεις της γλώσσας εν αφορούν τόσο την ίδια τη γλώσσα (δηλ. την προφορά το λεξιλόγιο, τη γραµµατική) όσο τις χρήσεις της Η ίδια η γλώσσα µαθαίνεται εξίσου σε όλα τα κοινωνικά περιβάλλοντα. Ολα τα παιδιά κατέχουν τη γλωσσική ικανότητα. Ολες οι γλώσσες και διάλεκτοι θεωρούνται εξίσου ικανές να εκφράσουν νοήµατα. Ωστόσο, κοινωνικές διαφορές στις αντιλήψεις και πρακτικές γλωσσικής επικοινωνίας: Χρήσεις αλληλένδετες µε τρόπους ζωής και αντιλήψεις/στάσεις απέναντι στα παιδιά, τη γλώσσα, την κοινωνία. Συνέπεια: ιαφορές στις επικοινωνιακές ικανότητες, ειδικότερα στα κειµενικά είδη µε τα οποία είναι εξοικειωµένα τα παιδιά. 15 16
ιαφορές στους τρόϖους ανατροφής και στις αντιλήψεις για τα ϖαιδιά συνεϖάγονται διαφορές στις χρήσεις της γλώσσας ειδικότερα στο ϖόσο ϖολύ, µε ϖοιους, ϖότε, για ϖοιο θέµα και λόγο µιλούν τα ϖαιδιά π.χ. σε διάφορες µελέτες Στη Σαµόα τα παιδιά συνοµιλούν κυρίως µε άλλα παιδιά και την ευρύτερη οικογένεια, ενώ στα µεσοαστικά στρώµατα ύσης του 20 ου αιώνα κυρίως µε µητέρες. Όταν δικό τους χώρο µέσα στο σπίτι, τότε πιο πολύ µονολόγους. Πόσο πολύ οι µεγάλοι απευθύνονται στα παιδιά άµεσα ή µέσω τρίτων. Πόσο διδάσκονται άµεσα τη γλώσσα (π.χ. αυτό το λέµε «µήλο». Πώς το λέµε αυτό;» ή δίνονται οδηγίες π.χ. «φύγε» πες της) ή αφήνονται να την ανακαλύψουν µόνα τους µέσα από τη φυσική χρήση της; Πόσο ενθαρρύνονται να µιλούν ή να σιωπούν; (ΗΠΑ vs. Iαπωνία). ιαφορές φύλου µεταξύ άλλων: κορίτσια pιο πολύ τραγούδια, ποιηµατάκια, γλωσσικά παιχνίδια όπως κορακίστικα ενώ αγόρια σε αφηγήσεις. Πόσο αφηγούνται µε στοιχεία φαντασίας ή όχι; Πόσο πολύ η επαφή µε παιδιά γλωσσική ή σωµατική; Με µωρουδίστικη οµιλία ή χωρίς; Εµπλουτισµός της οµιλίας των παιδιών ή όχι; Ενθάρρυνση γλωσσικού παιχνιδιού; φαντασίας; Ή όχι; Τι τίπου ερωτήσεις; Π.χ. ΗΠΑ µεσοαστικά στρώµατα: ερωτήσεις παντού ακόµη και στο δρόµο για πολύ αυτονόητα και ερωτήσεις επεξεργασίας/κατανόησης αφηγηµάτων & υποθετικές, αναλογική σκέψη «σαν τι πράγµα είναι αυτό;» 17 18 Η ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΕΙ ΕΜΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ, ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΝΤΑΣ Α ΙΚΑ ΤΑ ΠΑΙ ΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΤΡΩΜΑΤΩΝ ΩΣ ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΣΤΕΡΗΜΕΝΑ Η εκπαίδευση οφείλει να διερευνήσει τα είδη λόγου στα οποία βασίζεται και να αναρωτηθεί εάν είναι κατανάγκη απαραίτητα ή απλώς πιο οικεία στα ανώτερα κοινωνικά στρώµατα. Πολλές φορές, τα παιδιά των κατώτερων κοινωνικών στρωµάτων κατέχουν δεξιότητες απαιτητικές (π.χ. αφήγηση στους νέγρους, ποιητικός λόγος, αναλογική σκέψη..), τις οποίες όµως το σχολείο δεν αξιολογεί όπως πρέπει και δεν χρησιµοποιεί. Παραδείγµατα κοινωνικών διαφορών στις χρήσεις γλώσσας και αναϖαραγωγή ανισοτήτων αϖό εκϖαίδευση: Ηeath (1983) Μελέτη τριών κοινοτήτων στο Νότο ΗΠΑ. ιαφορές. Μεσοαστικά στρώµατα: διαβάζουν παιδική λογοτεχνία ακόµη και σε βρέφη. Ρωτούν ερωτήσεις κατανόησης µετά την ανάγνωση ακοµη και αυτές µε αυτονόητη απάντηση. Φτωχοί λευκοί: δεν διαβάζουν λογοτεχνία, δεν ενθαρρύνουν παραµύθια, αγοράζουν µόνο εκπαιδευτικά βιβλία (µε αλφάβητο, πληροφορίες για τα ζώα Φτωχοί νέγροι: δεν διαβάζουν βιβλία, ενθαρρύνουν όµως περίπλοκες αφηγήσεις µε φαντασία, παιδιά προσχολικής ηλικίας διαβάζουν τιµές και ετικέτες. 19 20
Μελέτη Heath: Σχολείο δεκαετίας 70: Εισαγωγή σε πρώτη ανάγνωση µέσω παιδικής λογοτεχνίας (αποθαρρύνει άλλα κοινωνικά στρώµατα) και ερωτήσεις κατανόησης κειµένου σαν αυτές που συνηθίζουν οι µεσοαστοί. Παιδική λογοτεχνία όµως ξένη για τους φτωχούς νέγρους και λευκούς. Ειδικότερα για τους τελευταίους, εµφανίζεται και ηθικά απαράδεκτη γιατί οι ιστορίες της φανταστικές συνήθως. Σχολείο δεκαετίας 80 µετά τη συνειδητοποίηση εκπαιδευτικών για χρήσεις γλώσσας: Εισαγωγή σε πρώτη ανάγνωση µε γραπτό λόγο οικείο σε όλα τα παιδιά, δηλ. ετικέτες.. 21