Κλασικοί παράγοντες κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες κινδύνου (άγχος, κατάθλιψη, κοινωνική τάξη, συμπεριφορά τύπου Α). Ψυχιατρικές διαταραχές Ψυχοκοινωνικά προβλήματα (ψυχολογικές διαπροσωπικές προσαρμοστικές δυσκολίες) Αναθεώρηση της 4 ης έκδοσης του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου Ψυχικών Διαταραχών (DSM- IV-TR) της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Εταιρείας. Κοινωνικό Υποστηρικτικό δίκτυο (LPSS).
Η κατάθλιψη παραμένει η πιο συχνή ψυχιατρική νόσος. Η θεραπεία της κατάθλιψης αποτελεί πρόκληση στον τομέα των καρδιαγγειακών παθήσεων Οι δείκτες της κατάθλιψης είναι a) δυσθυμία b) ανηδονία c) λειτουργική έκπτωση (αλλαγές τρόπου σκέψης & αλλαγές καθημερινότητας)
Στερεότυπο συμπεριφοράς τύπου Α (ΤΑΒΡ): συνδυασμό πίεσης χρόνου και εχθρικότητας. Πίεση χρόνου: η ανυπομονησία, η ακρίβεια, η ταυτόχρονη εκτέλεση πολλών καθηκόντων, η φιλοδοξία, και η αίσθηση δυσφορίας όταν υπάρχει ελεύθερος χρόνος για ξεκούραση. Στοιχείο της εχθρικότητας: συχνά ξεσπάσματα θυμού, επιθετικότητα, πολυτάραχες διαπροσωπικές σχέσεις, αυστηρή κριτική για τη συμπεριφορά άλλων και δυσπιστία στον αλτρουϊσμό. Τα σημεία της πίεσης χρόνου και εχθρικότητας εμφανίζονται όχι μόνο λεκτικά, αλλά και μέσω ψυχοκινητικών σημείων.
Οι ψυχικές ασθένειες προσβάλλουν κάθε χρόνο πάνω από το 27% των ενηλίκων Ευρωπαίων και ευθύνονται για τους περισσότερους από τους 58.000 ετήσιους θανάτους λόγω αυτοκτονίας. Η κατάθλιψη είναι η συχνότερη ψυχική διαταραχή. Υπολογίζεται ότι 1 στα 5 άτομα θα αντιμετωπίσει ένα καταθλιπτικό επεισόδιο σε κάποια στιγμή της ζωής του. Η διπολική (ή μανιοκαταθλιπτική) διαταραχή είναι πιο σπάνια, εμφανίζεται σε 1 άτομο στα 100 και η συχνότητα εμφάνισης είναι ίδια και για τα δύο φύλα. Την τελευταία δεκαετία στην χώρα μας εξαπλασιάστηκε η χρήση φαρμάκων για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης (το 1995 δαπανήθηκαν 25.861.293 ευρώ, το 2000 δαπανήθηκαν 62.599.136 ευρώ, ενώ το 2005 το ποσό δαπάνης έφτασε τα 144.000.000 ευρώ).
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει επεξεργαστεί ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας σε συνεργασία με την Παγκόσμια Τράπεζα του ΟΗΕ, με βάση το δείκτη βαρύτητας που μετρά τη συνολική επιβάρυνση στην προσωπική επαγγελματική & κοινωνική ζωή, πέντε από τις δέκα αρρώστιες με τον υψηλότερο δείκτη είναι ψυχικές. Σύμφωνα με τον δείκτη DALYs, η κατάθλιψη κατέχει σήμερα την 4 η θέση, από πλευράς απώλειας ετών ζωής, αναπηρίας και κοινωνικής δυσλειτουργίας. Προβλέπεται ότι το 2020 θα καταλάβει τη 2 η θέση παγκοσμίως και στις ανεπτυγμένες χώρες την πρώτη, ενώ ήδη αποτελεί ένα από τα τρία συχνότερα προβλήματα υγείας στον εργασιακό χώρο.
καρδιοπάθεια > 33% καρκίνος Περίπου 60% Χρόνιος πόνος Έως 65% ιαβήτης 10% - 30% Νόσος του Parkinson 40% Εγκεφαλικά επεισόδια 40% Άνοια 30% - 50% Σκλήρυνση κατά πλάκας Έως 50%
Μελέτη ΑΤΤΙΚΗ: δείγμα 3000 άτομα, >18 ετών, φαίνεται ότι το 25% των ανδρών και το 33% τωνγυναικώνστη χώρα μας πάσχει από ήπια έως σοβαρή κατάθλιψη. CARDIO 2000: ένα πρόσφατο καταθλιπτικό επεισόδιο αυξάνει κατά 12% την πιθανότητα για καρδιαγγειακό νόσημα. GREECS: Δείγμα 2172 ασθενών με ΟΕΜ ή ασταθή στηθάγχη από ολόκληρη τη χώρα, έδειξε ότι τα ήπια καταθλιπτικά επεισόδια σχετίζονται με πιο σοβαρές ασθένειες και θεωρούνται υπεύθυνα για άμεση επανεισαγωγή στα νοσοκομεία ασθενών που έχουν ήδη υποστεί ΟΕΜ. Εθνική Στατιστική Υπηρεσία: εξιτήρια 1998:4737 άτομα, 2004: 7361 άτομα
Νόσος πολυπαραγοντική Έχουν αναγνωριστεί και προσδιοριστεί ορισμένοι γενετικοί, παθοφυσιολογικοί, ψυχοκοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες.
Ο κίνδυνος νόσησης είναι για συγγενείς 1 ου βαθμού τριπλάσιος από το γενικό πληθυσμό Για τους συγγενείς 2 ου βαθμού διπλάσιος από το γενικό πληθυσμό Για τους συγγενείς 3 ου βαθμού ελαφρώς αυξημένος σε σχέσημετογενικόπληθυσμό Το αλληλόμορφο γονίδιο της G-πρωτείνης beta-3 825 T Το αλληλόμορφο γονίδιο του μετατρεπτικού ενζύμου D Επικρατέστερη άποψη: κληρονομείται μια ευαισθησία (ευαλωτότητα) για τη νόσο, η οποία θα εκδηλωθεί εάν επιδράσουν ψυχοκοινωνικοί στρεσσογόνοι παράγοντες
Ο ρόλος των νευροδιαβιβαστών στην αιτιοπαθογένεια της κατάθλιψης Οι νευροδιαβιβαστές είναι βιοχημικές ουσίες, μέσω των οποίων επικοινωνούν τα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου. Σεροτονίνη νοραδρεναλίνη
Τραυματικές εμπειρίες πρώτων ετών Στρεσσογόνα γεγονότα της ζωής Απειλητικά και επικίνδυνα γεγονότα Δυσαρμονία σχέσεων
Η κατάθλιψη έχει συσχετιστεί: 1. Με την λειτουργία του ανοσοποιητικού 2. Τον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης και την έκκριση κυτοκινών IL-1, IL-6 3. Με την λειτουργικότητα του αρτηριακού τοιχώματος 4. Με την παρουσία του S αλλήλιου του μεταφορέα της σεροτονίνης (5-HTTLPR) 5. Με την παρουσία της 5-λιποξιγενάσης (LOX-5)
Κοινή γενετική προδιάθεση Αυξημένη ενεργοποίηση αιμοπεταλίων Φλεγμονώδεις παράγοντες Αυξημένα επίπεδα κατεχολαμινών Αυξημένα επίπεδα σεροτονίνης Μη συμμόρφωση στην φαρμακευτική αγωγή Παρέκκλιση διαιτητικών οδηγιών Άρνηση άσκησης καθιστική ζωή Φτωχή οικογενειακή και κοινωνική υποστήριξη Ισχαιμία οφειλόμενη σε stress
Μηχανισμός: επαναφέρουν την ισορροπία των νευρομεταβιβαστών στον εγκέφαλο. Τα περισσότερα φάρμακα ενεργούν είτε στην νοραδρεναλίνη, είτε στην σεροτονίνη είτε και στα δύο αυτά συστήματα νευρομεταβιβαστών. Κατηγορίες αντικαταθλιπτικών: Τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά (πχ Anafranil) και τα παρόμοια ετεροκυκλικά (πχ Ludiomil) Αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης (πχ Aurorix) Εκλεκτικοί αναστολείς της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (πχ Ladose, Seropram, Seroxat κλπ) Χρειάζονται 3-4 εβδομάδες για να λειτουργήσουν. Συνιστώνται όχι για περιστασιακή χρήση, αλλά μόνο στα πλαίσια μιας οργανωμένης θεραπείας. Δεν προκαλούν εξάρτηση. Οι παρενέργειες(διαταραχές από το γαστρεντερικό, ζάλη, ξηροστομία, προβλήματα ούρησης) είναι ήπιες και εξαφανίζονται μετά από λίγες ημέρες χρήσης του φαρμάκου.
Οι περισσότερες μελέτες στη Βόρειο Αμερική σχετικά με την κατάθλιψη σε ασθενείς με πρόσφατο ιστορικό ΕΜΦ ανέφεραν ποσοστά επιπολασμού της μείζονος κατάθλιψης περίπου 15-20% και παρόμοια ποσοστά ελάσσονος κατάθλιψης, σύμφωνα με τους ορισμούς του DSM-IV. Έτσι το 30%των ασθενών πληρούν τα κριτήρια μιας καταθλιπτικής διαταραχής. Σε μερικές μελέτες για τον προσδιορισμό του επιπολασμού της κατάθλιψης χρησιμοποιήθηκαν ερωτηματολόγια αυτοκαταγραφής, όπως η κλίμακα κατάθλιψης του Κέντρου Επιδημιολογικών Μελετών (Center for Epidemiologic Studies Depression scale, CES-D) ή το Ερωτηματολόγιο Κατάθλιψης Beck (Beck Depression Inventory, BDI) και όχι οι κλασικές διαγνωστικές συνεντεύξεις για τις διαταραχές του DSM-IV. Σε όλες αυτές τις μελέτες παρατηρήθηκε μια τάση υψηλότερων ποσοστών επιπολασμού της κλινικά σοβαρής κατάθλιψης, που σε μερικές φορές έφτασε μέχρι και το 60%. Ηδιαφορά οφείλεται κυρίως στη χαμηλή εξειδίκευση αυτών των ερωτηματολογίων κατάθλιψης.
Επειδή η κατάθλιψη είναι πολύ συχνή σε ασθενείς με πρόσφατο ΟΕΜ, πιστεύεται ότι αυτές οι περιπτώσεις κατάθλιψης προκαλούνται από το ΕΜ. Ωστόσο, το 40% με 50% των ασθενών με μείζονα κατάθλιψη μετά από ΟΕΜ ήταν ήδη καταθλιπτικοί όταν έπαθαν ΕΜ. Σε μερικές περιπτώσεις, η έναρξη του καταθλιπτικού επεισοδίου προηγείται του ΕΜ, από αρκετές εβδομάδες μέχρι πολλούς μήνες. Η κατάθλιψη είναι το ίδιο συχνή σε ασθενείς με κλινικά σταθερή ΣΝ όσο και στους ασθενείς με πρόσφατο ΕΜ. Επίσης είναι πολύ συχνή τον πρώτο χρόνο μετά από επέμβαση bypass. Μελέτες υποδηλώνουν ότι η κατάθλιψη είναι πιο συχνή και πιο επίμονη, μετά από επέμβαση bypass παρά μετά από ΕΜ.
Κλινική μελέτη Enhancing Recovery in Coronary Heart Disease (ENRICHD): συμμετείχαν ασθενείς μετεμφραγματικοί που είχαν κατάθλιψη και χαμηλή κοινωνική υποστήριξη (χαμηλό κοινωνικό υποστηρικτικό δίκτυο LPSS): για 6 μήνες θεραπεία, ομάδα Α (συνήθης θεραπεία), ομάδα Β (ομάδα ψυχοθεραπείας γνωστική συμπεριφορική θεραπεία και σερτραλίνη) Αποτελέσματα: η πλήρης ύφεση της κατάθλιψης είναι μια σχεδόν αδύνατη έκβαση τους πρώτους 6 μήνες μετά από ΟΕΜ. Πολλοί ασθενείς που πάσχουν από κλινικά σοβαρό μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο τη στιγμή του ΕΜ θα συνεχίσουν να έχουν υποκλινικά καταθλιπτικά συμπτώματα ή ακόμη και χρόνια καταθλιπτική διαταραχή, για μήνες μετά την επείγουσα νοσηλεία τους.
Η συχνή εμφάνιση καταθλιπτικής συμπτωματολογίας καθώς και η επιβαρυντική της επίπτωση στην πρόγνωση των ασθενών με ΣΝ κάνει επιτακτική την ανάγκη να μην διαλάθει της έγκαιρης διάγνωσης και της εμπεριστατωμένης αξιολόγησης αυτών των ασθενών με μια τόσο σημαντική ψυχική διαταραχή. H άσκηση με τις αιμοδυναμικές, αγγειακές, μεταβολικές και ιστολογικές δομικές μεταβολές που επιφέρει βελτιώνει τόσο την καρδιακή λειτουργία όσο και τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες. Με την άσκηση παρεμβάλλεται μια σειρά παραμέτρων που εμπλέκουν το ενδοθήλιο, τις φλεγμονώδεις ουσίες καθώς και την ισορροπία μεταξύ συμπαθητικού και του παρασυμπαθητικού νευρικού συστήματος