Σηµειώσεις. Οικονοµικής των Επιχειρήσεων. Βαγγέλης Τζουβελέκας



Σχετικά έγγραφα
Μονοπώλιο. Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Αρ. Διάλεξης: 10


ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ. Κεφάλαιο 12. Τα χαρακτηριστικά των µονοπωλιακών αγορών

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Αρ. Διάλεξης: 11

εάν είναι ο µοναδικός πωλητής του προϊόντος Το προϊόν της, δεν έχει στενά υποκατάστατα.


ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ. Η δοµή της αγοράς και οι πρακτικές τιµολόγησης

Βασική θεωρία Ολιγοπωλιακού ανταγωνισµού

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΟΥΣ Σάββατο Proslipsis.gr ΚΛΑ ΟΣ ΠΕ 18 ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΤΕΙ

ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Τέλειος ανταγωνισμός είναι μια ακραία συμπεριφορά της αγοράς, όπου πολλές εταιρίες ανταγωνίζονται με τις παρακάτω προϋποθέσεις :

Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας. Οικονομικά της ευημερίας 3/9/2017. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης

Μικροοικονομική. Μορφές αγοράς

ΜΟΝΟΠΩΛΙΑΚΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9. Ολιγοπώλιο και αρχιτεκτονική των επιχειρήσεων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΜΟΡΦΕΣ ΑΓΟΡΑΣ. 1. Τι πρέπει να κατανοήσει ο μαθητής

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΡΙΣΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΦΟΡΟΥ

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Μονοπωλιακός Ανταγωνισμός. Αρ. Διάλεξης: 12

Μονοπώλιο. Μονοπώλιο Κλωνάρης Στάθης

από την ποσοστιαία μεταβολή της ζητούμενης ποσότητας προς την ποσοστιαία Σχέση ελαστικότητας ζήτησης και κλίση της καμπύλης ζήτησης.

ΔΕΟ 34 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΟΜΟΣ 1 ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας 2/26/2016. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto: ορισμός. ορισμός.

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

1 ου πακέτου. Βαθµός πακέτου

Διάλεξη 15. Βραχυχρόνια προσφορά. Προσφορά κλάδου. Προσφορά από ανταγωνιστικό κλάδο

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ

ΜΟΝΟΠΩΛΙΑΚΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ, ΟΛΙΓΟΠΩΛΙΑ, ΘΕΩΡΙΑ ΠΑΙΓΝΙΩΝ

ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

(γ) Τις μορφές στρατηγικής αλληλεπίδρασης που αναπτύσσονται

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

Μικροοικονοµική Θεωρία. Μονοπώλιο. Μονοπώλιο. Μονοπώλιο. Notes. Notes. Notes. Notes. Κώστας Ρουµανιάς. 23 Σεπτεµβρίου 2014

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15 ΜΟΡΦΕΣ ΚΑΙ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΑ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ 1. Σε ένα κανονικό αγαθό, όταν αυξάνεται το εισόδηµα των καταναλωτών, τότε αυξάνεται και η συνολική δαπάνη των καταναλωτών 2.

Ολιγοπώλιο Με ιαφοροποιηµένο Προϊόν 1

ιαφήµιση 1 Το Υπόδειγµα Dorfman-Steiner

HAL R. VARIAN. Μικροοικονομική. Μια σύγχρονη προσέγγιση. 3 η έκδοση

Ισορροπία σε Αγορές Διαφοροποιημένων Προϊόντων

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Notes. Notes. Notes. Notes

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ


Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Η επιστήμη της επιλογής υπό περιορισμούς

ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ

Μορφές Αγοράς. Κλωνάρης Στάθης

10/3/17. Κεφάλαιο 26 Μονοπωλιακή συμπεριφόρά. Μικροοικονομική. Πώς πρέπει να τιµολογεί ένα µονοπώλιο; Πολιτικές διάκρισης τιµών

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ. και το Κόστος

Τα μέσα της εμπορικής πολιτικής

Μεταλλευτική Οικονομία

Προσφορά από ανταγωνιστικό κλάδο

Διάλεξη 6. Μονοπωλιακή Συμπεριφορά VA 25

Μικροοικονομία ΙΙ: Μονοπωλιακός ανταγωνισμός

(1β) Μη Χωροθετικά Υποδείγματα Διαφοροποιημένου Προϊόντος με Ενδογενές Πλήθος Επιχειρήσεων

Οικονοµία. Βασικές έννοιες και ορισµοί. Η οικονοµική επιστήµη εξετάζει τη συµπεριφορά

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 4 η. Επιπτώσεις Επενδυτικών Έργων και Μέτρων Πολιτικής

Ζήτηση, Προσφορά και Ισορροπία στην Ανταγωνιστική Αγορά

Πλήρης ανταγωνισμός. Καθηγήτρια: Β. ΠΕΚΚΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ. Υποψήφια Διδάκτωρ: Σ. ΤΑΚΑΟΓΛΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ Α Θεωρία Ζήτησης Ενός Αγαθού - Ανάλυση Συμπεριφοράς Καταναλωτή

45 Γ Β Χ 2. Η τεχνολογία βελτιώθηκε στην παραγωγή: β) Του Υ µόνο

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

ΜΙΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΜΜΕ ΕΝΟΤΗΤΑ 4η: Ανάλυση του Ανταγωνισμού με βάση την Οικονομική Θεωρία

ΛΥΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΠΡΩΤΟΥ ΠΑΚΕΤΟΥ. max. ( ) (16 ) Q Q = +. [1]

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ

Βασικά σημεία πλάνο απάντησης :

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Επιχειρήσεις σε ανταγωνιστικές αγορές. Αρ. Διάλεξης: 09

ΔΙΑΛΕΞΗ 1 Η. Ζήτηση, Προσφορά, Ελαστικότητες και Ισορροπία

Προσφορά επιχείρησης

Οικονομίες κλίμακας, ατελής ανταγωνισμός και διεθνές εμπόριο 6-1

2. Διαφήμιση σε Αγορές όπου υπάρχουν πολλές Επιχειρήσεις

3.1 Ανεξάρτητες αποφάσεις - Κατανομή χρόνου μεταξύ εργασίας και σχόλης

ΔΙΑΦΟΡΙΣΜΟΣ ΤΙΜΩΝ. Κεφάλαιο 8. Οικονομικά των Επιχειρήσεων. Ε. Σαρτζετάκης 1

(2B) Επιλογή Προϊόντος της Μονοπωλιακής Επιχείρησης

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

Πολιτική Οικονομία Ενότητα

Εισαγωγή στην Οικονομική Ανάλυση

10/3/17. Μικροοικονομικ ή Μια σύγχρονη προσέγγιση 3 η έκδοση. Κεφάλαιο 25 Μονοπώλιο. Τέλειο µονοπώλιο. Γιατί µονοπώλια;

Προσφορά και κόστος. Κατηγορίες κόστους. Οριακό κόστος και µεγιστοποίηση του κέρδους. Μέσο κόστος. TC MC = q TC AC ) AC

Ολιγοπώλιο και αρχιτεκτονική των επιχειρήσεων - 2

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Αρ. Απάντηση Αρ. Απάντηση Ερώτησης 1. A 6. C 2. C 7. A 3. A 8. E 4. B 9. A 5. E 10. C

Μικροοικονομική. Ελαστικότητες

ΔΕΟ43. Απάντηση 2ης ΓΕ Επιμέλεια: Γιάννης Σαραντής. ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ 17 Περιστέρι ,

ηµόσια Οικονοµική Βασίλης Ράπανος, Γεωργία Καπλάνογλου µόνο Τµήµα Ι.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Ακαδηµαϊκό έτος (διαβάζουμε κεφ. 4 από Μ. Χλέτσο και σημειώσεις στο eclass)

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΕΠΙΛΟΓΗΣ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) 25 ΜΑΪΟΥ 2016 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΑ ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Γ Ι Ω Ρ Γ Ο Σ Κ Α Μ Α Ρ Ι Ν Ο Σ Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ο Σ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Μονοπώλιο. U(q, m) = B(q) + m γραμμικές (οιωνεί) w i αρχική του αγαθού m

Μικροοικονομική Ι. Ενότητα # 5: Μορφές αγοράς Διδάσκων: Πάνος Τσακλόγλου Τμήμα: Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών

ΑΡΧΕΣ ΟΙΝΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

Ολιγοπωλιακή Ισορροπία

Θεµελιώδεις Οικονοµικές Έννοιες και Αρχές του Δίκαιου Ανταγωνισµού της ΕΕ

Διάλεξη 14. Προσφορά επιχείρησης

Mικροοικονοµικές Πολιτικές της ΕΕ. Χρυσοβαλάντου Μήλλιου Οικονοµικό Πανεπιστήµιο Αθηνών

Transcript:

Σηµειώσεις Οικονοµικής των Επιχειρήσεων Βαγγέλης Τζουβελέκας Ρέθυµνο, 2003

1. Εισαγωγή Σε αντίθεση µε την παραδοσιακή µικροοικονοµική θεώρηση σε πραγµατικές συνθήκες ο ανταγωνισµός δεν είναι τέλειος. Πλήρης ανταγωνιστικές ή µονοπωλιακές αγορές είναι απλά τα αντίθετα άκρα µέσα στα οποία υπάρχουν αρκετές διαβαθµίσεις οργάνωσης της αγοράς. Στις περισσότερες περιπτώσεις συναντώνται ολιγοπωλιακές δοµές στην αγορά όπου είτε υπάρχει ένας αριθµός σχετικά µεγάλων επιχειρήσεων που µπορεί να ελέγχει ένα µεγάλο µέρος της αγοράς, είτε δοµές µονοπωλιακού ανταγωνισµού, όπου υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις µε διαφοροποιηµένα προϊόντα αλλά καµία από αυτές δεν κατέχει αρκετά µεγάλο µερίδιο ώστε να κυριαρχεί στην αγορά. Επιπλέον, η θεωρία της Βιοµηχανικής Οργάνωσης αναγνωρίζει και εξετάζει τη σηµασία που έχουν για την διαµόρφωση των ανταγωνιστικών πιέσεων στην αγορά παράγοντες όπως η έρευνα και ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, ο σχεδιασµός της διαφηµιστικής εκστρατείας, η ποικιλία και διαφοροποίηση των προϊόντων, οι συγχωνεύσεις και εξαγορές, η κρατική πολιτική κ.α. Πίνακας 1.1 οµές αγοράς οµές αγοράς Προϋποθέσεις Παραδείγµατα Αµιγές Μονοπώλιο Κυρίαρχη Επιχ/ση Ισχυρό Ολιγοπώλιο Ασθενές Ολιγοπώλιο Μονοπωλιακός Ανταγωνισµός Πλήρης Ανταγωνισµός Μία επιχ/ση κατέχει το 100% της αγοράς Μία επιχ/ση κατέχει >50% της αγοράς χωρίς να υπάρχει ανταγωνιστής Οι 4 µεγαλύτερες επιχ/σεις κατέχουν >60% της αγοράς και µπορούν εύκολα να έρθουν σε συµφωνία για τις τιµές πώλησης Οι 4 µεγαλύτερες επιχ/σεις κατέχουν λιγότερο του 40% της αγοράς και η συµφωνία µεταξύ τους για την διαµόρφωση των τιµών δεν είναι εφικτή Υπάρχουν πολλοί ανταγωνιστές κανένας εκ των οποίων δεν κατέχει περισσότερο του 10% της αγοράς Υπάρχουν περισσότεροι από 50 ανταγωνιστές µε πολύ µικρά µερίδια αγοράς Ηλεκτρικό, νερό κ.α. δηµόσιες υπηρεσίες Σταθερή τηλεφωνία, αεροµεταφορές Βιοµηχανία τσιµέντων Εφηµερίδες, περιοδικά Λιανικό εµπόριο, βιοµηχανία αλλαντικών Γεωργικά προϊόντα Κάθε βιοµηχανικός κλάδος περιέχει πολλές επιµέρους αγορές όπως αυτές ορίζονται από τα διαφοροποιηµένα προϊόντα τα οποία παράγει καθώς και από τη γεωγραφική περιοχή. Κάθε µία από αυτές τις αγορές έχει την δική της δοµή, συµπεριφορά και αποδοτικότητα η οποία κυµαίνεται από αµιγές µονοπώλιο έως τον πλήρη ανταγωνισµό. Οι κυριότερες δοµές της αγοράς παρουσιάζονται περιληπτικά - 1 -

στον παραπάνω πίνακα 1.1. Οι πρώτες τρεις κατηγορίες αγοράς (αµιγές µονοπώλιο, κυρίαρχη επιχείρηση και ισχυρό ολιγοπώλιο) χαρακτηρίζονται από ασθενείς ανταγωνιστικές πιέσεις ενώ η καµπύλη αγοραίας ζήτησης είναι σχετικά ανελαστική. Αντίθετα, στις τρεις τελευταίες κατηγορίες (ασθενές ολιγοπώλιο, µονοπωλιακός ανταγωνισµός και πλήρης ανταγωνισµός) ο ανταγωνισµός είναι αποτελεσµατικός (effectve competton), ενώ η καµπύλη αγοραίας ζήτησης είναι ελαστική. Μόνο στην περίπτωση που υπάρχουν σηµαντικές οικονοµίες κλίµακας σε µία αγορά ή ύπαρξη µονοπωλιακών δοµών σε αυτή είναι αποτελεσµατική. Αποτελεσµατικός Ανταγωνισµός (Effectve Competton) Μία αγορά χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη αποτελεσµατικού ανταγωνισµού (effectve competton) όταν µεταξύ των επιχειρήσεων υπάρχει τόσο έντονος συναγωνισµός έτσι ώστε κάθε µία από αυτές θα πρέπει να καταβάλει τη µέγιστη δυνατή προσπάθεια µέσα στην αγορά έτσι ώστε να επιτύχει τα µέγιστα δυνατά οικονοµικά αποτελέσµατα. Καµία από τις επιχειρήσεις δεν είναι σε θέση να αυξήσει τις τιµές πολύ πιο πάνω από το κόστος παραγωγής ενώ είναι αδύνατος ο αποκλεισµός των ανταγωνιστών. Αντίθετα, όταν ο ανταγωνισµός είναι αναποτελεσµατικός (neffectve) τότε µία ή περισσότερες επιχειρήσεις κυριαρχούν στην αγορά κατέχοντας πολύ µεγαλύτερα µερίδια από ότι οι υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου. Ο αµοιβαίος ανταγωνισµός δεν είναι έντονος καθώς οι κυρίαρχες επιχειρήσεις δεν υφίστανται σηµαντικές πιέσεις σε αντίθεση µε τις µικρότερες επιχειρήσεις οι οποίες υπόκεινται σε σηµαντικές πιέσεις και κίνδυνο (rsk). Εποµένως για την ύπαρξη αποτελεσµατικού ανταγωνισµού σε µία αγορά είναι απαραίτητες οι ακόλουθες εσωτερικές (nternal) και εξωτερικές (external) προϋποθέσεις: Ικανοποιητικός αριθµός επιχειρήσεων έτσι ώστε να µην είναι εφικτή η στρατηγική συµφωνία µεταξύ τους. Σχετική ισοτιµία µεταξύ των επιχειρήσεων ως προς τα µερίδια που κατέχουν στην αγορά. Ελευθερία εισόδου και εξόδου από την αγορά. Ακόµα και εάν ο αριθµός των κυρίαρχων επιχειρήσεων είναι µικρός, η απειλή ότι µπορεί να υπάρξει µαζική είσοδος στην αγορά από νέες επιχειρήσεις είναι δυνατό να τις οδηγήσει να συµπεριφέρονται περισσότερο ανταγωνιστικά. Το Παράδοξο του Ανταγωνισµού - 2 -

Η ύπαρξη ικανοποιητικού βαθµού ανταγωνισµού σε µία αγορά εµπεριέχει ένα σηµαντικό δίληµµα. Κάθε επιχείρηση που δραστηριοποιείται σε µία αγορά επιθυµεί να κυριαρχήσει σε αυτή έτσι ώστε να επιτύχει υψηλότερα κέρδη. Όταν επιτύχει υψηλότερα κέρδη τότε είναι πολύ πιθανό να τα χρησιµοποιήσει έτσι ώστε να µειώσει τον ανταγωνισµό στην αγορά εξωθώντας ορισµένες επιχειρήσεις του κλάδου έξω από την αγορά. Εάν αυτό συµβεί σε µία αγορά τότε ο ανταγωνισµός αντικαθίσταται από κάποιας µορφής µονοπωλιακής διάρθρωσης. Ακόµα και η κατάκτηση του 50% µίας αγοράς από µία επιχείρηση συνήθως οδηγεί σε υψηλού βαθµού µονοπωλιακή δύναµη. 2. είκτες Αποδοτικότητας των Αγορών (Performance Values) Οι οικονοµική αποδοτικότητα κάθε αγοράς συνήθως αξιολογείται µε βάση τα παρακάτω κριτήρια: Αποτελεσµατικότητα στην κατανοµή των πόρων. 1. Εσωτερική αποτελεσµατικότητα (nternal effcency, X-effcency). Οι επιχειρήσεις καταβάλουν την µέγιστη δυνατή προσπάθεια έτσι ώστε να έχουν την µέγιστη απόδοση από τους παραγωγικούς πόρους που χρησιµοποιούν. Η εσωτερική αποτελεσµατικότητα επιτυγχάνεται µε δύο τρόπους: α) η χρήση των παραγωγικών εισροών είναι η ελάχιστη δυνατή και β) το εργατικό δυναµικό καταβάλει την µέγιστη δυνατή προσπάθεια. Εάν και οι δύο αυτές συνθήκες ικανοποιούνται τότε η επιχείρηση λειτουργεί στην ελάχιστη δυνατή καµπύλη µέσου κόστους που της επιτρέπει η τεχνολογία παραγωγής. Ένας δείκτης µέτρησης της εσωτερικής αναποτελεσµατικότητας δίνεται από τον λόγο του υπερβάλλοντος κόστους προς το ελάχιστο δυνατό κόστος παραγωγής. υπερβάλλον κόστος X neffcency = πραγµατικό κόστος 2. Αποτελεσµατικότητα διανοµής (allocatve effcency). Οι παραγωγικοί πόροι κατανέµονται µεταξύ των αγορών και των επιχειρήσεων µε τέτοιο τρόπο ώστε να µεγιστοποιείται το παραγωγικό αποτέλεσµα της οικονοµίας. Για όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου οι τιµές είναι ίσες µε το µακροχρόνιο οριακό κόστος και στο ελάχιστο του µέσου κόστους. Η επίτευξη αποτελεσµατικότητας διανοµής σε όλες της αγορές ή έστω η προσέγγιση σε αυτή οδηγεί σε µεγιστοποίηση του πλεονάσµατος των καταναλωτών σε όλες τις επιµέρους αγορές. 3. Μη-κατασπατάληση πόρων. Αποφυγή της κατασπατάλησης πόρων σε κάθε αγορά συµπεριλαµβανοµένης και της διαφήµισης η οποία - 3 -

µεταβάλει απλά τις καταναλωτικές προτιµήσεις. Όταν η διαφήµιση αποσκοπεί στην ενηµέρωση των καταναλωτών προωθεί την αποτελεσµατικότητα στην αγορά, ενώ αντίθετα εάν αποσκοπεί στο να µεταβάλει τις προτιµήσεις των καταναλωτών τότε αποτελεί κόστος για την αποτελεσµατικότητα. Τεχνολογική πρόοδος. Υπάρχει σχετική ευκολία στην έρευνα και ανάπτυξη νέων προϊόντων και νέων µεθόδων παραγωγής καθώς και στην διάχυση της τεχνολογίας µεταξύ των επιχειρήσεων. Ίση κατανοµή του εισοδήµατος. Υπάρχει ισότητα στην κατανοµή του εισοδήµατος και των ευκαιριών µε βάση της προτιµήσεις και την ιεράρχηση του κοινωνικού συνόλου. Ένταση του ανταγωνισµού. Από µόνη της η ύπαρξη ανταγωνισµού παρέχει κοινωνικές αξίες. Λοιποί παράγοντες όπως η ελευθερία επιλογής, ασφάλεια από κινδύνους κ.α. Αποδοτικότητα και Πλήρης Ανταγωνισµός Κάτω από ορισµένες προϋποθέσεις η ύπαρξη ανταγωνισµού στην αγορά µπορεί να ικανοποιήσει τα κριτήρια αποδοτικότητας. Η µακροχρόνια κατάσταση ισορροπίας µίας ανταγωνιστικής βιοµηχανίας έχει τέσσερα γενικά χαρακτηριστικά µε µεγάλη σηµασία: Το κόστος παραγωγής της τελευταίας µονάδας προϊόντος (οριακό κόστος) είναι ίσο µε την τιµή που πληρώνουν οι καταναλωτές. Επειδή σε µία ανταγωνιστική βιοµηχανία καµία επιχείρηση δεν µπορεί να επηρεάσει τις τιµές µόνη της, είναι αναγκαίο να φτάσει µέχρι το επίπεδο εκείνο παραγωγής όπου µεγιστοποιεί τα κέρδη της. Αυτό έχει σαν συνέπεια µία ορθολογική κατανοµή των πόρων µεταξύ των κλάδων της οικονοµίας που έτσι αξιοποιούνται παραγωγικά. Όταν η τιµή είναι ίση µε το µέσο κόστος παραγωγής τα υπερκανονικά κέρδη (supernormal profts) δεν υπάρχουν. Οι επενδυτές λαµβάνουν ένα ποσοστό κέρδους σαν αµοιβή του επενδυµένου κεφαλαίου τους αρκετή για να διατηρήσουν το ύψος των επενδύσεων που είναι απαραίτητες για να παράγουν σε επίπεδο παραγωγής που αντιστοιχεί στην κατάσταση ισορροπίας. Έτσι επιτυγχάνεται µία δίκαιη και ίση κατανοµή του εισοδήµατος µεταξύ των παραγωγικών µονάδων της οικονοµίας. Κάθε επιχείρηση µακροχρόνια παράγει ποσότητα προϊόντος που αντιστοιχεί στο χαµηλότερο σηµείο της καµπύλης µέσου κόστους. Οι - 4 -

επιχειρήσεις που αποτυγχάνουν να παράγουν τα προϊόντα στο σηµείο αυτό, όπου υπάρχει το χαµηλότερο µέσο κόστος, θα έχουν ζηµιές ή θα προσπαθήσουν να πουλήσουν τα προϊόντα τους σε υψηλότερη τιµή και συνεπώς δεν θα επιβιώσουν µακροχρόνια. Έτσι λοιπόν οι πόροι αξιοποιούνται αποδοτικά στο µέγιστο επίπεδο παραγωγής σε µία ανταγωνιστική βιοµηχανία. Επειδή υπάρχουν ισχυρές πιέσεις στις τιµές και το κόστος, οι επιχειρήσεις έχουν ισχυρά κίνητρα να επενδύσουν σε έρευνα και ανάπτυξη σύγχρονων τεχνολογιών. Αυτός είναι ένας τρόπος να αποκτήσουν έστω και προσωρινά περισσότερα κέρδη δεδοµένου ότι η πρωτοπορία σε νέες τεχνολογίες επιφέρει χαµηλό κόστος, αύξηση της παραγωγής και των πωλήσεων καθώς και υψηλότερη ποιότητα. ΙΑΓΡΑΜΜΑ 2.1 ΑΓΟΡΑΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ P, C MC P S C P SR CS P LR D O q LR q SR q Q LR Q Περιορισµοί Η ύπαρξη πλήρους ανταγωνισµού δεν εξασφαλίζει πάντοτε την αποδοτικότητα στην αγορά. Αυτό εξαρτάται από πέντε παράγοντες: Εξωτερικές επιδράσεις. Η ύπαρξη σηµαντικών εξωτερικών επιδράσεων είτε στην κατανάλωση είτε στην παραγωγή οδηγεί σε απόκλιση µεταξύ αγοραίας και αποτελεσµατικής τιµής ισορροπίας στην αγορά των αγαθών. Ανισοκατανοµή εισοδήµατος. Η ύπαρξη αποτελεσµατικότητας στην αγορά δεν διασφαλίζει πάντοτε ισοκατανοµή του εισοδήµατος µεταξύ των παραγωγικών µονάδων. - 5 -

Ρυθµός τεχνολογικής προόδου. Η υιοθέτηση τεχνολογικών καινοτοµιών από τις επιχειρήσεις δεν απαιτεί την ύπαρξη ανταγωνισµού στην αγορά. Μικρές επιχειρήσεις µε µικρό µερίδιο αγοράς είναι δυνατόν να είναι καινοτόµες αλλά δεν µπορούν να εισάγουν µεγάλες τεχνολογικές καινοτοµίες λόγω έλλειψης πόρων. Από την άλλη πλευρά όλες οι επιχειρήσεις του κλάδου µπορούν σχετικά εύκολα να ωφεληθούν από οποιαδήποτε καινοτοµία που αναπτύσσει οποιαδήποτε επιχείρηση στην αγορά και να εµποδίσουν την καινοτόµο επιχείρηση να αποκοµίσει τα κέρδη τα οποία επιζητούσε. Εποµένως τα κίνητρα για υιοθέτηση τεχνολογικών καινοτοµιών από πλευράς επιχειρήσεων µειώνονται όσο αυξάνονται οι ανταγωνιστικές πιέσεις στην αγορά εάν δεν υπάρχει θεσµική ρύθµιση για την εσωτερίκευση των θετικών επιδράσεων που δηµιουργεί η επιστηµονική γνώση. Επιρροή της διαφήµισης. Οι επιχειρήσεις µπορούν άµεσα να επηρεάσουν τις καταναλωτικές προτιµήσεις µέσω της διαφήµισης ή άλλων στρατηγικών προώθησης των προϊόντων τους. Ο ανταγωνισµός δεν διασφαλίζει πάντοτε την ισότητα στις ευκαιρίες µεταξύ των παραγωγών και των καταναλωτών σε µία οικονοµία. 3. Ευηµεριακές Επιπτώσεις του Μονοπωλίου Η καµπύλη ζήτηση της µονοπωλιακής επιχείρησης (ή του ολιγοπωλίου) δεν είναι οριζόντια αλλά έχει αρνητική κλίση όσο αυξάνεται το επίπεδο παραγωγής. Αυτό συµβαίνει γιατί η µονοπωλιακή επιχείρηση προκειµένου να πουλήσει µία επιπλέον µονάδα πρέπει να µειώσει την τιµή της τελευταίας µονάδας όσο και όλων των προηγούµενων ποσοτήτων που θα αγοράζονταν από τους πελάτες ακόµη και χωρίς µείωση της τιµής. Με άλλα λόγια η µονοπωλιακή επιχείρηση αντιµετωπίζει το σύνολο της αγοραίας ζήτησης του προϊόντος της. Εποµένως, η συνάρτηση συνολικής προσόδου δίνεται: TR = pq όπου p = f ( q). Η µονοπωλιακή επιχείρηση όπως και κάθε άλλη επιχείρηση αποσκοπεί στη µεγιστοποίηση των κερδών της. ηλαδή: max Q = pq - TC (3.1) Οι συνθήκες πρώτης τάξης µεγιστοποίησης απαιτούν όπως ΜR=MC. Εποµένως η τιµή ισορροπίας στην αγορά είναι υψηλότερη από αυτή του πλήρους ανταγωνισµού όπου ισχύει P=MC. - 6 -

Ας υποθέσουµε ότι η συνάρτηση ζήτησης της µονοπωλιακή επιχείρησης είναι της µορφής: P = α βq (3.2) Τα συνολικά έσοδα είναι: 2 ( α βq) Q = αq βq TR = pq = (3.3) Με βάση την (3.3) η µέση και οριακή πρόσοδος ορίζονται ως: και pq R = = p = α βq Q (3.4) TR MR = = α 2βQ Q (3.5) Εποµένως η κλίση της καµπύλης οριακού εσόδου της µονοπωλιακής επιχείρησης είναι υποδιπλάσια από εκείνη της καµπύλης µέσου εσόδου και εποµένως της ζήτησης. P, C ΙΑΓΡΑΜΜΑ 3.1 ΑΓΟΡΑΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟΥ MC P 0 B C c 0 Γ O Q 0 MR R=D Q - 7 -

Το παραπάνω διάγραµµα 3.1 παρουσιάζει την αγοραία ισορροπία της µονοπωλιακής επιχείρησης. Το σηµείο Α όπου MC=MR, είναι το σηµείο όπου ο µονοπωλητής µεγιστοποιεί τα κέρδη. Η τιµή και η ποσότητα ισορροπίας είναι P 0 και Q 0 αντίστοιχα. Στο σηµείο αυτό ισορροπίας η επιχείρηση πραγµατοποιεί κέρδη ίσα µε το εµβαδόν της επιφάνειας P 0 ΒΓc 0 : = TR TC = P Q TC = OP0BΓ c0γq0o = P0ΒΓc0 (3.6) TC εδοµένου ότι TC = C = Q. Τα κέρδη αυτά είναι πέρα από την αµοιβή Q του κεφαλαίου της επιχείρησης από την ενασχόλησης τους στην παραγωγή του Q. Το γεγονός ότι η τιµή ισορροπίας είναι µεγαλύτερη από το MC οδηγεί στην παρέκκλιση της αγοράς από την αποτελεσµατική ισορροπία του πλήρους ανταγωνισµού. Η ένταση αυτή της παρέκκλισης εξαρτάται αφενός από την κλίση της καµπύλης ζήτησης ή µέσης προσόδου, δηλαδή την ελαστικότητας ζήτησης του προϊόντος, και αφετέρου από την κλίση της καµπύλης οριακού κόστους. Όσο πιο ανελαστική είναι η καµπύλη ζήτησης τόσο µεγαλύτερη είναι η απόκλιση από την αποτελεσµατική ισορροπία όπου P=MC=C. Η παρέκκλιση αυτή αποτελεί και ένα ποσοτικό δείκτη µέτρησης της µονοπωλιακής δύναµης της επιχείρησης. Σύµφωνα µε τον Lerner (1934, RES) µπορούµε να µετρήσουµε την µονοπωλιακή δύναµη κάθε επιχείρησης µε τον λόγο: LI M P MC ( MC= MR) 1 = = (3.7) P e p όπου e p είναι η ελαστικότητα ζήτησης του προϊόντος. Για να γίνει ευκολότερα αντιληπτή η παρέκκλιση από την αποτελεσµατική ισορροπία του πλήρους ανταγωνισµού ας υποθέσουµε προς το παρόν ότι το συνολικό µέσο και οριακό κόστος είναι σταθερά και ίσα µε c 0. Το παρακάτω διάγραµµα 3.2 παρουσιάζει την ισορροπία της µονοπωλιακής επιχείρησης κάτω από την παραπάνω υπόθεση. Αρχικά η επιχείρηση µεγιστοποιεί τα κέρδη της στο σηµείο E όπου το οριακό έσοδο είναι ίσο µε το οριακό κόστος. εδοµένης όµως της µονοπωλιακής διάρθρωσης της αγοράς, η επιχείρηση δεν καταβάλει τη µέγιστη δυνατή προσπάθεια για µεγιστοποίηση του παραγωγικού αποτελέσµατος των πόρων που απασχολεί. Το γεγονός αυτό δηµιουργεί εσωτερική αναποτελεσµατικότητα (X-effcency) για την µονοπωλιακή επιχείρηση µε συνέπεια την - 8 -

αύξηση του συνολικού, µέσου και οριακού κόστους παραγωγής. Η απόσταση c 0 -c είναι το επιπλέον κόστος που δηµιουργεί η ύπαρξη εσωτερικής αναποτελεσµατικότητας στην µονοπωλιακή επιχείρηση. Έτσι το τελικό σηµείο ισορροπίας της επιχείρησης είναι το Α όπου το οριακό έσοδο είναι ίσο µε το αυξηµένο λόγω εσωτερικής αναποτελεσµατικότητας οριακό κόστος. Στο σηµείο αυτό η τιµή και η ποσότητα ισορροπίας είναι p και Q 0 αντίστοιχα, και τα κέρδη της επιχείρησης ίσα µε το εµβαδόν της επιφάνειας pβαc. ΙΑΓΡΑΜΜΑ 3.2 ΕΥΗΜΕΡΙΑΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟΥ P, C Ζ P B c Γ TC=C=MC c 0 Ε O Q 0 MR Q c R=D Q Από την άλλη πλευρά η συνολική κοινωνική ευηµερία είναι ίση µε το πλεόνασµα των καταναλωτών από την κατανάλωση Q 0 ποσότητας συν τα υπερκανονικά κέρδη της επιχείρησης. ηλαδή: W = CS + = ZBp + pbc ZBc (3.8) m m m = Αντίθετα, εάν η αγορά χαρακτηρίζονταν από την ύπαρξη πλήρους ανταγωνισµού το σηµείο ισορροπίας θα ήταν το σηµείο όπου p=c=mc. Η τιµή και η ποσότητα ισορροπίας θα ήταν c 0 και Q c αντίστοιχα. Το συνολικό κόστος παραγωγής είναι ίσο µε το εµβαδόν της επιφάνειας c 0 Q c Ο µεγαλύτερο από αυτό της µονοπωλιακής επιχείρησης πράγµα που σηµαίνει ότι αξιοποιούνται µεγαλύτερες ποσότητες από τους παραγωγικούς συντελεστές και παράγεται µεγαλύτερη - 9 -

ποσότητα προϊόντος σε χαµηλότερη τιµή. Στην περίπτωση αυτή το συνολικό κοινωνικό πλεόνασµα θα ταυτιζόταν µε το πλεόνασµα του καταναλωτή δηλαδή: W = CSc Z c 0 (3.9) c = Η αύξηση λοιπόν της κοινωνικής ευηµερίας από την ύπαρξη αποτελεσµατικού ανταγωνισµού στην αγορά (ή αντίστοιχα η µείωση της κοινωνικής ευηµερίας από την ύπαρξη µονοπωλίου στην αγορά) είναι ίση: W = 0 Wc Wm = Z c0 ZBc = cγ c + BΓ (3.10) Η επιφάνεια cγ c 0 ισούται µε την απώλεια της κοινωνικής ευηµερίας λόγω της ύπαρξης εσωτερικής αναποτελεσµατικότητας η οποία οφείλεται στην απουσία ανταγωνιστικών πιέσεων στην αγορά και εποµένως στην µικρότερη αποδοτικότητα των παραγωγικών πόρων που απασχολούνται στον κλάδο. Αντίθετα η επιφάνεια ΒΑΓ ισούται µε την απώλεια της κοινωνικής ευηµερίας από την µη άριστη κατανοµή των παραγωγικών πόρων στο σύνολο της οικονοµίας (msallocaton burden). εδοµένου ότι η ύπαρξη µονοπωλίου µειώνει την παραγόµενη ποσότητα του προϊόντος σε µία αγορά σε σχέση µε αυτό που θα συνέβαινε υπό καθεστώς πλήρους ανταγωνισµού απελευθερώνεται ποσότητα παραγωγικών συντελεστών από την παραγωγή του συγκεκριµένου αγαθού η οποία θα πρέπει να απασχοληθεί σε άλλους κλάδους της οικονοµίας. Με άλλα λόγια η ύπαρξη µονοπωλίου σε µία αγορά της οικονοµίας δηµιουργεί προβλήµατα στην κατανοµή των παραγωγικών πόρων για το σύνολο της οικονοµίας. Το µέγεθος αυτής της µεταβολής εξαρτάται από την ελαστικότητα ζήτησης του προϊόντος Q. BΓ 1 = 2 1 = LI 2 = 1 2 ( Γ )( B) M P Q ( LI ) M 1 1 P = P Q = 2 2 P Q 1 P Q Q P = LIM P 2 Q P ( 3. 7) 2 1 1 eptr = ep TR 2 P Q 1 = LIM 2 P PQ = P P Q Q Q = (3.11) ηλαδή όσο αυξάνεται η ελαστικότητα ζήτησης (όσο πιο ελαστική γίνεται η καµπύλη ζήτησης ή µέσου εσόδου) τόσο λιγότερες είναι η απώλειες στην κοινωνική - 10 -

ευηµερία από την µη άριστη κατανοµή των παραγωγικών πόρων στην οικονοµία λόγω της ύπαρξης µονοπωλίου. Πέρα όµως από τις απώλειες στην κοινωνική ευηµερία η ύπαρξη µονοπωλίου δηµιουργεί και µία µεταφορά εισοδήµατος από τους καταναλωτές προς τις επιχειρήσεις (effect on equty). Το εισόδηµα αυτό είναι ίσο µε τα κέρδη που αποκοµίζει η µονοπωλιακή επιχείρηση από την αγορά. Αυτό µε απλά λόγια σηµαίνει µεταφορά εισοδήµατος από τις κατά τεκµήριο χαµηλότερες στις υψηλότερες εισοδηµατικές τάξεις. Τέλος πέρα από τα δύο αυτά αποτελέσµατα το µονοπώλιο δηµιουργεί και δύο επιπλέον προβλήµατα. Πρώτον, µειώνει σηµαντικά το κίνητρο για καινοτοµικότητα για τις επιχειρήσεις και δεύτερον περιορίζει την ελευθερία επιλογής τόσο των καταναλωτών όσο και των παραγωγών. 4. Μονοπωλιακός Ανταγωνισµός Η θεωρία περί µονοπωλιακού ανταγωνισµού αναπτύχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 30 από τον Chamberln. Κατά µία έννοια ο µονοπωλιακός ανταγωνισµός είναι µία µορφή ασθενούς ολιγοπωλίου µε χαµηλή βιοµηχανική συγκέντρωση και ισχυρές ανταγωνιστικές πιέσεις. Παράλληλα όµως οι επιχειρήσεις κατέχουν κάποιο ποσοστό µονοπωλιακής δύναµης. Με άλλα λόγια η τιµή κατανάλωσης προσεγγίζει το µέσο κόστος παραγωγής. ΙΑΓΡΑΜΜΑ 4.1 ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΟΠΩΛΙΑΚΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ P, C P, C MC MC P SR C SR Mn C B Γ C P LR Γ B C O Q SR MR SR R SR =D SR Q O Q LR MR LR Q LR R LR =D LR Q Βραχυχρόνια Ισορροπία Μακροχρόνια Ισορροπία Τα κύρια χαρακτηριστικά του µονοπωλιακού ανταγωνισµού περιλαµβάνουν: - 11 -

Υπάρχει κάποιος βαθµός διαφοροποίησης στο προϊόν το οποίο σηµαίνει ότι οι καταναλωτές µπορούν να διαµορφώσουν διαφορετικές προτιµήσεις ως προς τα προσφερόµενα προϊόντα. Το γεγονός αυτό σηµαίνει ότι η καµπύλη ζήτησης της επιχείρησης έχει κάποια ελαφρά αρνητική κλίση. Η διαφοροποίηση αυτή µπορεί να οφείλεται είτε στα φυσικά χαρακτηριστικά των προϊόντων είτε στην επίδραση της διαφήµισης. Υπάρχει ελεύθερη είσοδος και έξοδος από την αγορά. Νέες επιχειρήσεις µπορούν να εισέλθουν στην αγορά όταν παρατηρούν µεγάλα υπερκανονικά κέρδη. εν υπάρχει αλληλεξάρτηση µεταξύ των επιχειρήσεων του κλάδου. Καµία επιχείρηση δεν κατέχει ικανό µερίδιο της αγοράς έτσι ώστε να µπορεί να επηρεάσει τις τιµές πώλησης. Το παραπάνω διάγραµµα 4.1 παρουσιάζει την βραχυχρόνια και µακροχρόνια ισορροπία του µονοπωλιακού ανταγωνισµού. Στη βραχυχρόνια περίοδο η καµπύλη ζήτησης βρίσκεται λίγο πάνω από την καµπύλη µέσου κόστους της επιχείρησης έτσι ώστε η επιχείρηση να πραγµατοποιεί περιορισµένα υπερκανονικά κέρδη. Συγκεκριµένα το σηµείο ισορροπίας είναι το Α όπου MR=MC, ενώ η τιµή και η ποσότητα ισορροπίας είναι P SR και Q SR αντίστοιχα. Εποµένως τα υπερκανονικά κέρδη είναι ίσα µε το εµβαδόν της επιφάνειας P SR ΓBC SR. εδοµένου όµως ότι η είσοδος στην αγορά είναι ελεύθερη νέες επιχειρήσεις θα εισέλθουν σε αυτή µετατοπίζοντας την καµπύλη ζήτησης προς τα κάτω έτσι ώστε αυτή να εφάπτεται στην καµπύλη µέσου κόστους. Η µετατόπιση αυτή µηδενίζει τα υπερκανονικά κέρδη για την επιχείρηση. Το νέο σηµείο ισορροπίας είναι το Α όπου και πάλι ισχύει MR=MC, ενώ η τιµή και η ποσότητα ισορροπίας είναι P LR και Q LR αντίστοιχα. Εποµένως η ύπαρξη µονοπωλιακού ανταγωνισµού στην αγορά µηδενίζει τα υπερκανονικά κέρδη ακόµα και εάν η καµπύλη ζήτησης δεν είναι πλήρως ελαστική. Παρόλα αυτά η ύπαρξη µονοπωλιακού ανταγωνισµού δηµιουργεί δύο αποκλίσεις από την αποτελεσµατική ισορροπία του πλήρους ανταγωνισµού. Πρώτον η τιµή εξακολουθεί να είναι µεγαλύτερη από το οριακό κόστος και εποµένως από αυτή του πλήρους ανταγωνισµού. εύτερον δηµιουργεί υποχρησιµοποιήση των παραγωγικών πόρων της οικονοµίας (dle capacty) καθώς η επιχείρηση δεν λειτουργεί στο ελάχιστο σηµείο της καµπύλης µέσου κόστους. Στο διάγραµµα αυτό φαίνεται από την απόσταση Q LR Q LR. Άσκηση - 12 -

Έστω ότι η συνάρτηση ζήτησης της µονοπωλιακής επιχείρησης είναι q = 2000 20p και η συνάρτηση συνολικού κόστους C = 5q = 0, 0125q 2. Να βρεθεί η τιµή και η ποσότητα ισορροπίας της µονοπωλιακής επιχείρησης, τα κέρδη του µονοπωλητή ο δείκτης µονοπωλιακής δύναµης και η απώλειες στην κοινωνική ευηµερία. Λύση: Η αγοραία καµπύλη ζήτησης ταυτίζεται µε την συνάρτηση µέσης προσόδου του µονοπωλητή αφού αυτός είναι ο µοναδικός πωλητής. Η αντίστροφη συνάρτηση ζήτησης είναι p = 100 0, 05q η οποία είναι και η R. Τα συνολικά έσοδα της επιχείρησης υπολογίζονται ως εξής: ( ) 2 TR = pq = 100 0, 05q q = 100q 0, 05q (1) Αντίστοιχα τα συνολικά κέρδη της επιχείρησης είναι: 2 π = TR C = 100q 0, 05q 5q 0, 0125q (2) 2 Η συνθήκη 1 ης τάξης για µεγιστοποίηση της (2) απαιτεί όπως ΜR=MC. ηλαδή, 100 0, 10q = 5 + 0, 025q 95 0, 125q = 0 q = 760 (3) Εποµένως τα κέρδη του µονοπωλητή είναι: 2 π = 100 760 0, 05 760 5 760 0, 0125 760 = 36. 100 2 (4) Τέλος, η τιµή ισορροπίας είναι: p = 100 0, 05 760 = 62 (5) Ο δείκτης µονοπωλιακής δύναµης είναι: p MC 62 5 0, 025 760 LI M = = = 0, 61 (6) p 62-13 -

Για να υπολογίσουµε τις απώλειες στην κοινωνική ευηµερία από την µη άριστη κατανοµή των παραγωγικών πόρων στο σύνολο της οικονοµίας χρειαζόµαστε την τιµή και την ποσότητα ισορροπίας εάν η επιχείρηση λειτουργούσε υπό καθεστώς πλήρους ανταγωνισµού δηλαδή εάν p=mc. 100 0, 05q = 5 + 0, 025q 95 = 0, 025q + 0, 05q 95 = 0, 075q q = 1. 267 (7) Αντίστοιχα η τιµή ισορροπίας θα είναι: p = 100 0, 05 1. 267 = 37 (8) Εποµένως, οι απώλειες στην κοινωνική ευηµερία θα είναι: 1 1 1 W = q p = ( 1. 267 760)( 37 62) = 507 25 = 6. 338 (9) 2 2 2 5. Ορισµός Αγορών Για την αξιολόγηση των συνθηκών ανταγωνισµού σε κάθε αγορά είναι πρώτα από όλα απαραίτητο να ορισθούν τα όρια κάθε αγοράς. Τα όρια αυτά της αγοράς θα πρέπει να προσδιορισθούν όσο πιο ακριβέστερα γίνεται έτσι ώστε να περιλαµβάνονται όλα τα προϊόντα της και να αποκλείονται αυτά τα οποία δεν ανήκουν σε αυτήν. Με την ευρεία έννοια, αγορά είναι µία οµάδα αγοραστών και πωλητών που ανταλλάσσουν προϊόντα τα οποία παρουσιάζουν µεγάλο βαθµό υποκατάστασης µεταξύ τους σε µία συγκεκριµένη γεωγραφική περιοχή. Ο κλασσικότερος τρόπος για να οριστεί η υποκαταστασιµότητα µεταξύ των αγαθών είναι µε την σταυροειδή ελαστικότητα ζήτησης η οποία για τα προϊόντα 1 και 2 ορίζεται ως εξής: e D Q1 p2 = (5.1) p2 Q1 Η σταυροειδής ελαστικότητα ζήτησης δείχνει πως η µεταβολή στην τιµή του προϊόντος 2 επηρεάζει την ζητούµενη ποσότητα του προϊόντος 1. Η σταυροειδής ελαστικότητα ζήτησης µπορεί να χρησιµοποιηθεί και για τον ορισµό των γεωγραφικών ορίων κάθε αγοράς. - 14 -

Παρόλο όµως το γεγονός ότι η ελαστικότητα ζήτησης είναι αρκετά χρήσιµη για τον προσδιορισµό των ορίων κάθε αγοράς, δεν είναι πρακτικά εύκολη η χρήση της. Αφενός δεν είναι εύκολα µετρήσιµη και αφετέρου υπάρχουν ορισµένα ακόµα πρακτικά προβλήµατα από την χρήση της: Χρονικές περίοδοι. Η ανταπόκριση µεταξύ της ζητούµενης ποσότητας διαφορετικών προϊόντων δηµιουργείται σε µία διάσταση χρόνου. Η επιλογή της χρονικής περιόδου είναι µερικές φορές αυθαίρετη και διαφέρει από αγορά σε αγορά. ιαβάθµιση των χαρακτηριστικών των προϊόντων. Τα προϊόντα έχουν ένα πεδίο χαρακτηριστικών που ποικίλει βαθµιαία. Αυτό σηµαίνει ότι υπάρχουν διαβαθµίσεις της σταυροειδούς ελαστικότητας αντί ενός ξεκάθαρου χωρισµού µεταξύ στενών υποκατάστατων προϊόντων και άλλων προϊόντων. Μερίδια αγοράς των προϊόντων. Η ελαστικότητα ζήτησης δεν είναι χρήσιµη στην περίπτωση δύο προϊόντων τα οποία κατέχουν µικρό µερίδιο αγοράς σε µια σχετικά ανταγωνιστική αγορά. ιάσταση µεταξύ ανταγωνιστικών τιµών και τιµών αγοράς. Ο υπολογισµός της ελαστικότητας θα πρέπει να γίνεται µε βάση τις τιµές που θα ίσχυαν υπό καθεστώς ανταγωνισµού και όχι αυτές που υπάρχουν στην αγορά καθώς οι τελευταίες αντανακλούν την ύπαρξη κάποιας µορφής µονοπωλιακής δύναµης. Για τους λόγους αυτούς η σταυροειδής ελαστικότητα ζήτησης δεν είναι ο αποκλειστικός παράγοντας µε τον οποίο προσδιορίζονται τα όρια της αγοράς. Ειδικότερα στην πράξη χρησιµοποιείται ένας συνδυασµός κριτηρίων που σχετίζονται µε τα χαρακτηριστικά των προϊόντων και τη γεωγραφική περιοχή. Ειδικότερα: Χαρακτηριστικά των προϊόντων: Σταυροειδής ελαστικότητα ζήτησης υνατότητα πληροφόρησης από τους αγοραστές και πωλητές ιάκριση µεταξύ αγοραστών και πωλητών ιαφορά στις τιµές και διακριτή τιµολόγηση Γεωγραφική περιοχή: Οι περιοχές στις οποίες κάνουν τις επιλογές τους οι καταναλωτές 1. Τα πραγµατικά πρότυπα αγοράς Οι περιοχές στις οποίες οι πωλητές εµπορεύονται τα προϊόντα τους 1. Το πραγµατικό κόστος µεταφοράς σε σχέση µε το κόστος παραγωγής - 15 -

2. Οι πραγµατικές αποστάσεις από τους τόπους πώλησης των προϊόντων 3. Ο λόγος των προϊόντων που πωλούνται µέσα και έξω από την δεδοµένη περιοχή. Τέλος, σε ορισµένες περιπτώσεις χρησιµοποιείται για τον ορισµό της αγοράς και η σταυροειδής ελαστικότητα προσφοράς οι οποία συνδέει την προσφερόµενη ποσότητα των προϊόντων που βρίσκονται στα όρια της αγοράς µε την τιµή των προϊόντων που βρίσκονται µέσα στην αγορά. 6. Τεχνολογικές Αλλαγές Οι τεχνολογικές αλλαγές και η υιοθέτηση τεχνολογικών καινοτοµιών αποτελούν παράγοντες κεντρικής σηµασίας για κάθε οικονοµία. Πρώτα από όλα οι τεχνολογικές αλλαγές έχουν σηµαντική θετική επίδραση στη παραγωγικότητα των εισροών και εποµένως στο ρυθµό ανάπτυξης της οικονοµίας. Επιπλέον τα νέα προϊόντα που προκύπτουν από την διαδικασία της τεχνολογικής αλλαγής βοηθούν µε δεδοµένη την παραγωγικότητα στη βελτίωση του επιπέδου ζωής των καταναλωτών. Τέλος, η ροπή προς καινοτοµικότητα κάθε οικονοµίας επηρεάζει σηµαντικά το διεθνές της εµπόριο. Σύµφωνα µε τον Schumpeter (1943) υπάρχουν τρία στάδια στη διαδικασία των τεχνολογικών αλλαγών: (α) το στάδιο της εφεύρεσης (nventon) ή δηµιουργίας νέων ιδεών, (β) το στάδιο της καινοτοµίας (nnovaton) στο οποίο οι νέες ιδέες αναπτύσσονται σε εµπορεύσιµα προϊόντα ή διαδικασίες παραγωγής και (γ) στο στάδιο της διάχυσης (dffuson) των καινοτοµιών στο οικονοµικό σύστηµα. Εµπειρικές έρευνας έχουν δείξει ότι για την µετάβαση από το στάδιο της εφεύρεσης στο στάδιο της καινοτοµίας απαιτούνται κατά µέσο όρο 13 έτη, ενώ η µετάβαση από το στάδιο της καινοτοµίας στο στάδιο της διάχυσης από 5 έως 50 έτη ανάλογα µε το προϊόν. Η επίδραση κάθε τεχνολογικής αλλαγής στην οικονοµία εξαρτάται σε µεγάλο βαθµό από την ευρύτητα της διάχυσης της. Το στάδιο της εφεύρεσης από την άλλη πλευρά είναι µια αποµονωµένη διαδικασία η οποία απαιτεί ανθρώπινη ενέργεια. Αντίθετα το στάδιο της καινοτοµίας είναι περισσότερα µια επιχειρηµατική δραστηριότητα η οποία απαιτεί την χρηµατοδότηση και διαχείριση πολύπλοκων δραστηριοτήτων για την εµπορευµατοποίηση της εφεύρεσης. Μπορούµε να διαχωρίσουµε τις καινοτοµίες σε καινοτοµίες παραγωγικών διαδικασιών (process nnovaton) και καινοτοµίες προϊόντων (product nnovaton) αν και εµπειρικά έχει αποδειχθεί ότι και οι δύο αυτοί τύποι καινοτοµιών βρίσκονται συγχρόνως µαζί σε πολλές τεχνολογικές αλλαγές. Επίσης µπορούµε να διαχωρίσουµε τις καινοτοµίες σε αυτόνοµες (autonomous) και υποκινούµενες - 16 -

(nduced). Οι αυτόνοµες τεχνολογικές αλλαγές δηµιουργούνται από µόνες τους µε την ροή της επιστηµονικής γνώσης και τεχνολογίας. Αντίθετα οι υποκινούµενες τεχνολογικές αλλαγές λαµβάνουν χώρα από το κίνητρο των επιχειρήσεων αφενός να αυξήσουν τα κέρδη τους και αφετέρου αν αποκτήσουν συγκριτικό πλεονέκτηµα σε σχέση µε τους ανταγωνιστές. 6.1 Λόγοι αποτυχίας των αγορών στη δηµιουργία και διάχυση νέας γνώσης Βασική αιτία αποτυχίας της αγοράς να δηµιουργήσει νέες τεχνολογίες αποτελεί η φύση της επιστηµονικής γνώσης η οποία έχει χαρακτηριστικά δηµόσιου αγαθού. ηλαδή µε άλλα λόγια για να παραχθεί απαιτείται κάποιο κόστος αλλά από τη στιγµή που θα παραχθεί οποιοσδήποτε µπορεί να τη χρησιµοποιήσει µε πολύ µικρό ή µηδενικό κόστος. Για το λόγο αυτό η κατάλληλη πολιτική θα πρέπει να αποσκοπεί στην ενδυνάµωση του βαθµού πληροφόρησης καθώς και στην δηµιουργία µηχανισµών που θα ανταµείβουν τους δηµιουργούς γνώσης. Μία δεύτερη πιθανή πηγή ατελειών της αγοράς είναι η αβεβαιότητα που επικρατεί σε αυτή. Η δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α) είναι από µόνες τους πολύ αβέβαιες καθώς δεν µπορεί κανείς εκ των προτέρων να γνωρίζει τα αποτελέσµατα της. Αυτό γεννά δύο σχετικά ερωτήµατα: πρώτον, θα δηµιουργήσουν οι αγορές ένα άριστο χαρτοφυλάκιο ερευνητικών έργων σε όρους κινδύνου που αυτά ενέχουν; Ή µε άλλα λόγια θα τείνουν να αποφύγουν υπερβολικά επικίνδυνα έργα ακόµα και αν η κοινωνική τους αξία είναι θετική; εύτερον, πως αντανακλάται αυτό στην κατανοµή των απαραίτητων για την δηµιουργία και διάχυση της επιστηµονικής γνώσης πόρων; Ένας τρίτος λόγος αποτυχίας της αγοράς και ίσως ο πιο σηµαντικός σχετίζεται µε τις ατέλειες του ανταγωνισµού µέσα σε αυτή και ιδιαίτερα µε τον τρόπο οικειοποίησης του οφέλους που προκύπτει από την δηµιουργία της επιστηµονικής γνώσης. Ένας τρόπος επίλυσης του προβλήµατος αποτελεί κρατική επιχορήγηση για την έρευνα και ανάπτυξη νέων τεχνολογιών για όλες τις επιχειρήσεις της οικονοµίας. Ένας άλλος τρόπος είναι η κατοχύρωση δικαιωµάτων πνευµατικής ιδιοκτησίας (patent or lcensng systems). Ας δούµε τώρα γιατί η ισορροπία της αγοράς δεν θα επιτύχει το άριστο αποτέλεσµα σε όρους επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες κάτω από αυτές τις συνθήκες. Οι επιχειρήσεις αποφασίζουν τις επενδυτικές τους αποφάσεις για Ε&Α µε βάση την αναµενόµενη επίδραση τους στο κέρδος και όχι στην αναµενόµενη επίδραση στη κοινωνική ευηµερία. Η κοινωνική ευηµερία σε ένα κλάδο (W) είναι το άθροισµα του πλεονάσµατος των καταναλωτών (CS) συν το κέρδος των επιχειρήσεων (Π). Η αύξηση της κοινωνικής ευηµερίας από την υιοθέτηση κάποιας - 17 -

τεχνολογικής καινοτοµίας από µία επιχείρηση του κλάδου δίνεται από την παρακάτω εξίσωση: W = Π + CS (6.1) Η µεταβολή στο κέρδος των επιχειρήσεων του κλάδου είναι ίση: Π = Π + S Π 1 + Π 1 (6.2) Όπου Π είναι η αύξηση στα κέρδη της επιχείρησης η οποία καινοτοµεί στην αγορά, Π -1 είναι η µείωση στα κέρδη των υπόλοιπων επιχειρήσεων του κλάδου λόγω της πτώσης της ανταγωνιστικότητας τους σε σχέση µε την καινοτόµο επιχείρηση και S Π είναι η µεταβολή στο κέρδος των υπόλοιπων επιχειρήσεων του 1 κλάδου όταν η καινοτοµία της επιχείρησης δηµιουργεί θετικές εξωτερικότητες (spllovers) στην τεχνολογική ή γενικότερη επιχειρηµατική τους γνώση και τους διευκολύνει να καινοτοµήσουν. Όταν υπάρχουν έντονες εξωτερικές οικονοµίες και δεν υπάρχει κάποιο θεσµικό σύστηµα κατοχύρωσης δικαιωµάτων πνευµατικής ιδιοκτησίας τότε είναι πιθανό να ισχύει S Π 1 + Π > 0. Εάν αντίθετα οι 1 εξωτερικές οικονοµίες που δηµιουργούνται από την καινοτοµία της επιχείρησης δεν είναι έντονες και παράλληλα υπάρχει κάποιο σύστηµα κατοχύρωσης δικαιωµάτων S πνευµατικής ιδιοκτησίας τότε θα ισχύει Π 1 + Π < 0. 1 Σε κάθε περίπτωση όπως φαίνεται από την (6.2) το κίνητρο των επιχειρήσεων να επενδύσουν σε καινοτοµίες είναι µειωµένο σε σχέση µε το κοινωνικά άριστο που δίνεται από την (6.1) καθώς δεν λαµβάνουν υπόψη τους τόσο την µεταβολή στο πλεόνασµα του καταναλωτή όσο και αυτή των εξωτερικών οικονοµιών προς τις άλλες επιχειρήσεις του κλάδου. Και δεν λαµβάνουν υπόψη τους τις µεταβολές αυτές καθώς δεν µπορούν να τις οικειοποιηθούν. Η καινοτόµος επιχείρηση µπορεί να οικειοποιηθεί το πλεόνασµα των καταναλωτών µόνο στην περίπτωση που µπορεί να προχωρήσει σε τέλεια διακριτή τιµολόγηση (perfectly predatory prcng) µεταξύ των καταναλωτών. Επίσης δεν µπορεί να οικειοποιηθεί το S Π 1 εάν δεν συνεργάζεται µε τις υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου µε σκοπό την εσωτερίκευση των οικονοµιών αυτών. Από την άλλη µεριά όµως δεν λαµβάνουν υπόψη τους και την αρνητική µεταβολή στο κέρδος του κλάδου ( Π-1). Εάν ισχύει 1 > Π Π το κίνητρο των επιχειρήσεων είναι µικρότερο από το κοινωνικά επιθυµητό. 0 τότε - 18 -

Τέλος, ένας επιπλέον λόγος για την αποτυχία της αγοράς σχετίζεται µε τις ατέλειες των κεφαλαιαγορών που οδηγούν σε έντονα προβλήµατα στην χρηµατοδότηση των επενδύσεων καθώς και οι ατέλειες στις διαδικασίες µετάδοσης πληροφοριών σχετικά µε τις ερευνητικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται. 6.2 Άριστο Επίπεδο απανών για Ε&Α Οι τεχνολογικές αλλαγές λαµβάνουν χώρα όταν οι πόροι που έχει στην διάθεση της η επιχείρηση αξιοποιούνται για την για την δηµιουργία νέων προϊόντων ή παραγωγικών διαδικασιών. Οι πόροι αυτοί θα πρέπει να χρησιµοποιούνται µέχρι του σηµείου όπου το όφελος για την επιχείρηση είναι ίσο µε το κόστος των πόρων που χρησιµοποιεί για Ε&Α. Κάθε επιχείρηση έχει στην διάθεση της εναλλακτικά σχέδια για Ε&Α νέων προϊόντων ή διαδικασιών τα οποία ταξινοµεί ανάλογα µε την απόδοση που έχει κάθε ένα από αυτά µε την µορφή κέρδους. Από την ταξινόµηση αυτή των εναλλακτικών σχεδίων προκύπτουν οι καµπύλες µέσης (ΑRR) και οριακής (MRR) αναµενόµενης απόδοσης οι οποίες παρουσιάζονται στο παρακάτω διάγραµµα 6.1. Η καµπύλες αυτές έχουν αρνητική κλίση δεδοµένου ότι οι αποδόσεις µειώνονται καθώς κινούµαστε προς τα λιγότερο κερδοφόρα σχέδια Ε&Α. Βεβαίως οι αποδόσεις αυτές είναι αναµενόµενες και όχι πραγµατικές δεδοµένου ότι η επιχείρηση δεν γνωρίζει εκ των προτέρων ακριβώς την απόδοση κάθε σχεδίου. Από την άλλη µεριά το κόστος των σχεδίων ισούται µε το κόστος του κεφαλαίου που απαιτείται για την υλοποίηση τους δηλαδή, µε το τραπεζικό επιτόκιο. ΙΑΓΡΑΜΜΑ 6.1 ΆΡΙΣΤΟ ΕΠΙΠΕ Ο ΑΠΑΝΩΝ ΓΙΑ ΈΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ C, Απόδοση (%) c 1 B c Α RR O R 1 MRR R=D E& ( ) - 19 -

Η επιχείρηση θα επιλέξει την υλοποίηση τόσων επενδυτικών σχεδίων σε Ε&Α µέχρι του σηµείου Α όπου το οριακό κόστος είναι ίσο µε την οριακή ωφέλεια την οποία αποκοµίζει. Στο σηµείο αυτό µεγιστοποιεί τις αποδόσεις της δεδοµένου ότι η µέση απόδοση του συνόλου των επενδυτικών της σχεδίων είναι η µέγιστη. Η αριστοποιητική συµπεριφορά της επιχείρησης υποθέτει ότι δεν υπάρχουν εσωτερικές αναποτελεσµατικότητες στην παραγωγική διαδικασία. Εάν υπάρχουν τέτοιες αναποτελεσµατικότητες η ισορροπία της επιχείρησης θα βρίσκεται σε ένα σηµείο κάτω και αριστερά της καµπύλης αναµενόµενης οριακής απόδοσης 6.3. Άριστο Επίπεδο απανών σε Ε&Α και η οµή της Αγοράς Ένα βασικό πρόβληµα που έχει απασχολήσει αρκετά τους οικονοµολόγους αφορά την σχέση µεταξύ της δοµής της αγοράς και των κινήτρων των επιχειρήσεων για Ε&Α. Ο πρώτος που ασχολήθηκε µε το πρόβληµα αυτό ήταν ο rrow (1962) ο οποίος ανέλυσε τα κίνητρα των επιχειρήσεων για επένδυση σε Ε&Α κάτω από µονοπωλιακή και ανταγωνιστική διάρθρωση της αγοράς. Ειδικότερα θεωρεί ότι το κίνητρο της επιχείρησης ταυτίζεται µε τα κέρδη τα οποία αποκοµίζει από την αγορά από την ανάπτυξη µίας νέας τεχνολογίας. ιέκρινε δύο είδη καινοτοµιών: τις δραστικές και µη-δραστικές. Σύµφωνα µε τον rrow µία καινοτοµία θεωρείται δραστική εάν η τιµή πώλησης του µονοπωλητή µετά την υιοθέτηση της καινοτοµίας είναι µικρότερη από την τιµή που θα επικρατούσε πριν την καινοτοµία υπό καθεστώς πλήρους ανταγωνισµού. Στην αντίθετη περίπτωση, εάν δηλαδή η τιµή πώλησης του µονοπωλητή µετά την υιοθέτηση της καινοτοµίας είναι µικρότερη από την τιµή του ανταγωνισµού πριν την καινοτοµία, έχουµε µη-δραστικές τεχνολογικές καινοτοµίες. Εάν δεν υποθέσουµε ότι η είσοδος στην αγορά δεν είναι ελεύθερη και εποµένως ο µονοπωλητής δεν απειλείται από την είσοδο νέων επιχειρήσεων στον κλάδο, τότε το κίνητρο του για να επενδύσει σε Ε&Α είναι ίσο µε την διαφορά των κερδών του πριν και µετά την καινοτοµία. ηλαδή, IM = Π M B Π M (6.3) Στην περίπτωση των δραστικών καινοτοµιών, όπως φαίνεται από το διάγραµµα 6.2, το κόστος παραγωγής µειώνεται σε c 0 και η επιχείρηση ισορροπεί στο σηµείο Γ όπου ισχύει MR=MC. Η ποσότητα και τιµή ισορροπίας είναι Q και P, αντίστοιχα. Ισχύει δηλαδή ότι P m < c. Εποµένως το κίνητρο του µονοπωλητή είναι ίσο µε: m m - 20 -

I M B = Π Π = Γ Pm c0 BPmc > M M 0 (6.4) ΙΑΓΡΑΜΜΑ 6.2 ΚΙΝΗΤΡΟ ΥΙΟΘΕΤΗΣΗΣ ΡΑΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΩΝ P, C P m B c Ε TC=C=MC P m =c 1 c 0 Γ O Q m Q c Q m MR R=D Q Εάν υποθέσουµε τώρα ότι η αγορά λειτουργεί υπό καθεστώς πλήρους ανταγωνισµού, τότε η ισορροπία πριν την καινοτοµία βρίσκεται στο σηµείο Ε όπου παράγεται Q c ποσότητα σε τιµή c. Σε αυτό το σηµείο ας υποθέσουµε ότι η επιχείρηση που καινοτοµεί µπορεί να κατοχυρώσει δικαιώµατα πνευµατικής ιδιοκτησίας έναντι των ανταγωνιστών της τα οποία µπορεί να πουλήσει στις υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου έναντι ενός αντίτιµου (royaltes) έστω r ανά µονάδα παραγόµενου προϊόντος. Στην περίπτωση των δραστικών τεχνολογικών καινοτοµιών το αντίτιµο το οποίο µεγιστοποιεί τα κέρδη της επιχείρησης είναι ίσο µε c 1 -c 0. Η επιχείρηση η οποία καινοτοµεί ισορροπεί στο σηµείο Γ όπου προσφέρει τιµή P m Q m ποσότητα προϊόντος σε. Για τις υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου η ισορροπία βρίσκεται στο σηµείο δεδοµένου ότι για αυτές το κόστος παραγωγής ανά µονάδα παραγόµενου προϊόντος είναι αυξηµένο κατά r. ηλαδή C n 1 = C + r = C + ( c1 c0 ). Στην προκειµένη περίπτωση το κίνητρο για επένδυση σε Ε&Α από την ανταγωνιστική επιχείρηση είναι ίσο: Ι = Γ P C m c0 > I Μ (6.5) - 21 -

Εποµένως η ύπαρξη ανταγωνισµού στην αγορά αυξάνει το κίνητρο των επιχειρήσεων να επενδύσουν σε Ε&Α για την ανάπτυξη δραστικών τεχνολογικών καινοτοµιών. Στην περίπτωση των µη-δραστικών καινοτοµιών (διάγραµµα 6.3) το κόστος παραγωγής µειώνεται σε c 0 και η επιχείρηση ισορροπεί στο σηµείο Γ όπου πάλι ισχύει MR=MC. Η ποσότητα και η τιµή ισορροπίας είναι Q m και Ισχύει δηλαδή ότι ίσο µε: P m > c P m, αντίστοιχα.. Εποµένως το κίνητρο της µονοπωλιακής επιχείρησης είναι Ν I Μ B = Π Π = Γ Pm c0 BPmc = czγc0 + ΑΗ Ζ > M M 0 (6.6) ΙΑΓΡΑΜΜΑ 6.3 ΚΙΝΗΤΡΟ ΥΙΟΘΕΤΗΣΗΣ ΜΗ- ΡΑΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΩΝ P, C P m P m P c =c Η B Ζ Ε TC=C=MC c 0 Γ Θ O Q m Q m Q c MR R=D Q Από την άλλη πλευρά εάν η αγορά λειτουργούσε υπό καθεστώς πλήρους ανταγωνισµού το αρχικό σηµείο ισορροπίας θα ήταν το σηµείο Ε όπου η τιµή και ποσότητα ισορροπίας θα ήταν c και Q c, αντίστοιχα. Στην περίπτωση αυτή η επιχείρηση η οποία καινοτοµεί θα µεγιστοποιήσει το r έτσι ώστε η νέα τιµή ισορροπίας στην αγορά να είναι µικρότερη ή ίση µε P c. Έστω ότι το αντίτιµο για την παραχώρηση των δικαιωµάτων χρήσης της καινοτοµίας σε όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου ορίζεται ίσο µε την απόσταση r = c c0. Στην προκειµένη περίπτωση το κινητρο της ανταγωνιστικής επιχείρησης για να επενδύσει σε Ε&Α είναι ίσο µε: - 22 -

N N I = P C CEΘc0 > I M (6.7) Το οποίο είναι εµφανώς µεγαλύτερο από το κίνητρο της µονοπωλιακής επιχείρησης. Άρα ανεξάρτητα από το είδος της καινοτοµίας (δραστική ή µη) το κίνητρο που προσφέρει η ύπαρξη πλήρους ανταγωνισµού στις επιχειρήσεις να καινοτοµήσουν είναι µεγαλύτερο από αυτό του µονοπωλίου. Πάντως και στις δύο περιπτώσεις το κοινωνικά άριστο κίνητρο για ανάπτυξη νέας τεχνολογίας είναι µεγαλύτερο από αυτό της ανταγωνιστικής και εποµένως της µονοπωλιακής επιχείρησης. Αυτό φαίνεται εύκολα από το παρακάτω διάγραµµα 6.4. Το κοινωνικά άριστο κίνητρο είναι η µεταβολή στο συνολικό κοινωνικό πλεόνασµα µετά την υιοθέτηση της καινοτοµίας. ΙΑΓΡΑΜΜΑ 6.4 ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΙΝΗΤΡΟ ΥΙΟΘΕΤΗΣΗΣ ΜΗ- ΡΑΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΩΝ P, C B TC=C=MC P c =c P c =c 0 Γ O Q c MR Q c R=D Q Εάν υποθέσουµε ότι η αγορά λειτουργεί σε καθεστώς πλήρους ανταγωνισµού τότε η τιµή και η ποσότητα ισορροπίας είναι P c και Q c, αντίστοιχα. Το συνολικό κοινωνικό πλεόνασµα είναι ίσο µε: W 0 = CS = BP c (6.8) Μετά την υιοθέτηση της µη-δραστικής τεχνολογικής καινοτοµίας το συνολικό κοινωνικό πλεόνασµα είναι ίσο µε: - 23 -

W 1 = CS = ΓBP c (6.9) Εποµένως το κοινωνικό άριστο κίνητρο για Ε&Α είναι ίσο µε: N Ι S = W = ΓΒPc BPc = Pc Pc Γ (6.10) το οποίο είναι µεγαλύτερο από το κίνητρο της ανταγωνιστικής επιχείρησης και εποµένως από της µονοπωλιακής N N Ν I > I = P S C cpc > Ι Μ (6.11) και αυτό διότι οι επιχειρήσεις, όπως είδαµε προηγουµένως, δεν λαµβάνουν υπόψη τους την µεταβολή στο πλεόνασµα του καταναλωτή. Βασικό µειονέκτηµα του υποδείγµατος του rrow αποτελεί το γεγονός ότι δεν καθορίζονται οι άριστες δαπάνες για Ε&Α, δεν υπάρχει είσοδος νέων επιχειρήσεων στην αγορά και δεν υπάρχει τεχνολογικός ανταγωνισµός µεταξύ των επιχειρήσεων. Τα µειονεκτήµατα αυτά του υποδείγµατος του rrow έχουν αντιµετωπιστεί στην διεθνή βιβλιογραφία µε την ανάπτυξη µη-ανταγωνιστικών (non-tournament) και ανταγωνιστικών (tournament) υποδειγµάτων τεχνολογικού ανταγωνισµού. 6.4 Ρυθµός Υιοθέτησης Τεχνολογικών Καινοτοµιών: Κυρίαρχη Επιχείρηση Οι τεχνολογικές καινοτοµίες προϋποθέτουν τόσο ένα σχετικό κόστος για να πραγµατοποιηθούν αλλά παράλληλα απαιτούν και κάποια χρονική περίοδο για να εφαρµοσθούν. Είναι λογικό να υποθέσουµε ότι το κόστος της τεχνολογικής καινοτοµίας θα σχετίζεται αντιστρόφως ανάλογα µε την χρονική στιγµή κατά την οποία δηµιουργείται και υιοθετείται η καινοτοµία. Το κόστος αυτό σε σχέση µε το χρόνο µπορούµε να το αναπαραστήσουµε µε την καµπύλη ΤC t στο παρακάτω διάγραµµα 1.9. Όσο πιο γρήγορα αναπτυχθεί και υιοθετηθεί κάποια καινοτοµία τόσο υψηλότερο είναι το κόστος της για την επιχείρηση. Από την άλλη πλευρά τα αναµενόµενα οφέλη για την επιχείρηση εξαρτώνται σε µεγάλο βαθµό από το µερίδιο το οποίο κατέχει στην αγορά. Μία κυρίαρχη επιχείρηση είναι λογικό ότι µπορεί να αποκοµίσει µεγαλύτερα οφέλη από οποιαδήποτε µικρότερη επιχείρηση του κλάδου από οποιαδήποτε τεχνολογική καινοτοµία δεδοµένου ότι κατέχει το µεγαλύτερο µερίδιο στην αγορά. Εποµένως η καµπύλη συνολικών εσόδων θα βρίσκεται αρκετά υψηλά. Επιπλέον η καµπύλη αυτή - 24 -

θα έχει µικρή κλίση δεδοµένου ότι η επιχείρηση είναι κυρίαρχη στην αγορά και εποµένως δεν φοβάται να µην χάσει µέρος των αναµενόµενων εσόδων από τις ανταγωνίστριες επιχειρήσεις (καµπύλη ΤR D ) όσο καθυστερεί να υιοθετήσει την τεχνολογική καινοτοµία. Εποµένως η κυρίαρχη επιχείρηση τείνει να υιοθετεί αργότερα τεχνολογικές καινοτοµίες από ότι οι µικρότερες επιχειρήσεις του κλάδου. Από την άλλη πλευρά µία µικρότερη επιχείρηση θα έχει λιγότερα αναµενόµενα έσοδα από την υιοθέτηση οποιασδήποτε τεχνολογικής καινοτοµίας δεδοµένου ότι αισθάνεται άµεσα τον ανταγωνισµό από τις υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου. Εποµένως η καµπύλη συνολικών εσόδων της θα βρίσκεται χαµηλότερα από αυτήν της κυρίαρχης επιχείρησης και θα έχει µεγαλύτερη κλίση. Αυτή θα βρίσκεται στη θέση TR S στο διάγραµµα 6.5 δεδοµένου ότι οι απώλειες των αναµενόµενων εσόδων της αυξάνονται σηµαντικά µε την καθυστέρηση στην υιοθέτηση της καινοτοµίας. ΙΑΓΡΑΜΜΑ 6.5 ΡΥΘΜΟΣ ΥΙΟΘΕΤΗΣΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΩΝ R, C R D B TR D R S c S Γ TR S TR S1 c D ΤC t O t S t D tme Κάθε µία από τις επιχειρήσεις του κλάδου θα µεγιστοποιήσει τα κέρδη της εκεί όπου το οριακό έσοδο είναι ίσο µε το οριακό κόστος της καινοτοµίας, δηλαδή εκεί που η κλίση των καµπυλών κόστους και εσόδων είναι ίσες. Για την κυρίαρχη επιχείρηση αυτό θα συµβεί στο σηµείο Α όπου θα επιλέξει να καινοτοµήσει στον χρόνο t D, όπου το συνολικό της κόστος θα είναι c D και τα συνολικά της έσοδα R D. Εποµένως το συνολικό της κέρδος από την καινοτοµία θα είναι ίσο µε την απόσταση ΑΒ. Αντίθετα η µικρότερη επιχείρηση θα ισορροπήσει στο σηµείο Γ καινοτοµώντας τον χρόνο t S και αποκοµίζοντας κέρδη ίσα µε την απόσταση Γ (συνολικό κόστος c S - 25 -

και συνολικά έσοδα R S ). Εµφανώς τα κέρδη της κυρίαρχης επιχείρησης είναι µεγαλύτερα από αυτά της µικρότερης δεδοµένου ότι αυτή κατέχει το µεγαλύτερο µερίδιο στην αγορά. Πέρα όµως από τα κέρδη των επιχειρήσεων το σηµαντικότερο που βγαίνει από την παραπάνω ανάλυση είναι το γεγονός ότι οι µικρότερες επιχειρήσεις του κλάδου τείνουν να καινοτοµήσουν γρηγορότερα από τις µεγαλύτερες. Πρακτικά αυτό σηµαίνει ότι οι µεγαλύτερες αφήνουν τις µικρότερες επιχειρήσεις οι οποίες αντιµετωπίζουν πιο έντονο ανταγωνισµό να αναλάβουν το ρίσκο της επένδυσης σε Ε&Α και εάν αυτές αποδειχθούν κερδοφόρες να τις µιµηθούν. Βέβαια θα πρέπει να σηµειωθεί ότι το αποτέλεσµα αυτό εξαρτάται από το είδος της καινοτοµίας. Μεγάλες καινοτοµίες που απαιτούν υψηλό κόστος δεν µπορούν να αναληφθούν από µικρές επιχειρήσεις καθώς η καµπύλη συνολικών εσόδων τους µπορεί να βρίσκεται κάτω και αριστερά από την καµπύλη κόστους (TR S1 ). Επίσης θα πρέπει να σηµειωθεί ότι οι µικρότερες επιχειρήσεις οι οποίες αντιµετωπίζουν εντονότερες ανταγωνιστικές πιέσεις είναι πιθανό να έχουν µικρότερο συνολικό κόστος ανάπτυξης της καινοτοµίας λόγω καλύτερης εσωτερικής αποτελεσµατικότητας. 7. Βιοµηχανική Συγκέντρωση Η βιοµηχανική συγκέντρωση αναφέρεται στην συγκέντρωση των πωλήσεων των προϊόντων των επιχειρήσεων που ανήκουν στον ίδιο βιοµηχανικό κλάδο. Η βιοµηχανική συγκέντρωση αποτελεί σηµαντική παράµετρο στην δοµή της αγοράς καθώς καθορίζει σε µεγάλο βαθµό την µονοπωλιακή δύναµη των επιχειρήσεων και εποµένως την αποδοτικότητα του κλάδου. εδοµένου ότι δεν είναι πρακτικά εφικτή η ακριβής µέτρηση της µονοπωλιακής δύναµης και εποµένως του ανταγωνισµού που επικρατεί στην αγορά, αρκετοί οικονοµολόγοι πρότειναν την χρήση συγκεκριµένων δεικτών µέτρησης της βιοµηχανικής συγκέντρωσης σε ένα κλάδο προκειµένου να καθορίσουν τον βαθµό µονοπωλιακής δύναµης. Βέβαια αυτό δεν σηµαίνει ότι πάντοτε αγορές µε υψηλό δείκτη βιοµηχανικής συγκέντρωσης έχουν και υψηλή µονοπωλιακή δύναµη. Η κερδοφορία των επιχειρήσεων µπορεί να αυξάνεται µονοτονικά αυξανοµένης της βιοµηχανικής συγκέντρωσης στην αγορά, αλλά µπορεί αυτό να µην συµβαίνει πάντοτε. Παραδείγµατος χάρη, εµπειρικές έρευνας απέδειξαν ότι σε ορισµένες αγορές η κερδοφορία αυξάνεται κατακόρυφα από ένα επίπεδο βιοµηχανικής συγκέντρωσης και πάνω, ενώ σε άλλες ο ρυθµός µεταβολής είναι µικρός (διάγραµµα 7.1). Αυτό οφείλεται σε τρεις κυρίως παράγοντες: πρώτον, στο ότι υπάρχει απεριόριστη διαβάθµιση της δοµής των ολιγοπωλιακών αγορών. Συνήθως - 26 -

διακρίνουµε δύο είδη ολιγοπωλίου το ισχυρό (tght) και το ασθενές (loose) αλλά στην πραγµατικότητα οι αγορές βρίσκονται µεταξύ των δύο αυτών ακραίων καταστάσεων. εύτερον, ο βαθµός και το αποτέλεσµα της αλληλεξάρτησης µεταξύ των επιχειρήσεων διαφέρει σηµαντικά ακόµα και σε αγορές µε την ίδια διάρθρωση. Οι επιχειρήσεις µπορεί να ανταγωνίζονται, να συµφωνούν µεταξύ τους, είτε να αγνοούν η µία την ύπαρξη της άλλης. Τρίτο, η δοµή της οµάδας των κυρίαρχων επιχειρήσεων µπορεί να επηρεάζει το επίπεδο του ανταγωνισµού. Για παράδειγµα µία οµάδα από κυρίαρχες επιχειρήσεις οι οποίες κατέχουν τα ίδια µερίδια αγοράς συµπεριφέρονται διαφορετικά από µία οµάδα από κυρίαρχες επιχειρήσεις µε διαφορετικά µερίδια. Εποµένως η σχέση µεταξύ βιοµηχανικής συγκέντρωσης και κερδοφορίας των επιχειρήσεων δεν είναι µονοσήµαντη, αλλά εξαρτάται από τις ιδιαιτερότητες της αγοράς. ΙΑΓΡΑΜΜΑ 7.1 ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΚΕΡ ΟΦΟΡΙΑΣ π (%) O Βιοµηχανική Συγκέντρωση Οι δείκτες µέτρησης της βιοµηχανικής συγκέντρωσης θα πρέπει να πληρούν τις παρακάτω προϋποθέσεις ώστε να θεωρούνται συνεπείς: Η αύξηση στο αθροιστικό µερίδιο των µεγάλων επιχειρήσεων συνεπάγεται αύξηση της συγκέντρωσης στην αγορά. Η συγκέντρωση πρέπει να αυξάνεται, εάν το µερίδιο αγοράς µίας µεγάλης επιχείρησης του κλάδου αυξάνεται σε βάρος µίας µικρότερης. Η είσοδος στην αγορά µίας επιχείρησης θα πρέπει να µειώνει την συγκέντρωση σε αυτή. - 27 -

Οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές συντελούν στην αύξηση της συγκέντρωσης εκτός εάν αφορούν επιχειρήσεις µε µικρά µερίδια αγοράς. 7.1 Στατικοί είκτες Μέτρησης της Βιοµηχανικής Συγκέντρωσης Ένας απλός δείκτης µέτρησης της βιοµηχανικής συγκέντρωσης είναι το αθροιστικό µερίδιο αγοράς των 4 µεγαλύτερων επιχειρήσεων του κλάδου (concentraton rato). Συµβολίζεται µε CR 4 και υπολογίζεται ως εξής: όπου 4 CR4 = S = 1 x S = n x = 1 (7.1) (7.2) είναι το µερίδιο αγοράς της επιχείρησης, x είναι οι συνολικές πωλήσεις η προστιθέµενη αξία της επιχείρησης, και =1, 2,, n είναι ο αριθµός των επιχειρήσεων στην αγορά. Ο δείκτης CR 4 παίρνει τιµές µεταξύ 0 και 1, για τέλειο ανταγωνισµό και µονοπώλιο, αντίστοιχα. Εάν θέλουµε να µετρήσουµε την αθροιστική συγκέντρωση σε µία οικονοµία θα πρέπει να χρησιµοποιήσουµε τον λόγο συγκέντρωσης των 100 µεγαλύτερων επιχειρήσεων της οικονοµίας CR 100 και όχι τον CR 4. Ένας δεύτερος δείκτης βιοµηχανικής συγκέντρωσης είναι ο συντελεστής Gn που µετρά τη διαφορά µεταξύ της καµπύλης του Lorenz και της διαγωνίου που δείχνει την κατανοµή όπου τα µερίδια των επιχειρήσεων είναι ίσα (στον κάθετο άξονα έχουµε τα αθροιστικά µερίδια των επιχειρήσεων και στον οριζόντιο τα σχετικά µερίδια τους). n 1 1 G = S (7.3) 2 2n S n = 1 Η τιµή 0 δείχνει ότι υπάρχει τέλεια ισοκατανοµή των σχετικών µεριδίων των επιχειρήσεων και εποµένως ανταγωνισµό στην αγορά, ενώ η τιµή 1 δείχνει την επικράτηση µονοπωλίου στην αγορά. Ο δείκτης Gn δεν είναι τόσο αξιόπιστος καθώς είναι µέτρο ανισότητας παρά συγκέντρωσης στην αγορά και δίνει περισσότερη βαρύτητα στις επιχειρήσεις µικρού µεγέθους. - 28 -

Ένας τρίτος δείκτης µέτρησης της βιοµηχανικής συγκέντρωσης και πιο αντικειµενικός είναι ο δείκτης Herfndahl που υπολογίζεται από τον παρακάτω τύπο: H = n = 1 S 2 (7.4) Όταν η βιοµηχανία κυριαρχείται από µία µόνο επιχείρηση, ο δείκτης παίρνει τη µέγιστη τιµή 1. Η τιµή του µειώνεται µε την αύξηση του αριθµού των επιχειρήσεων. Ο δείκτης Herfndahl σε µία αγορά µε Ν επιχειρήσεις ίσου µεγέθους παίρνει την τιµή 1/Ν. Κατά τον υπολογισµό του δείκτη λαµβάνεται υπόψη περισσότερο το σχετικό µέγεθος των µεγαλύτερων επιχειρήσεων του κλάδου. Για τον λόγο αυτό όταν υπολογίζεται ο δείκτης Herfndahl θα πρέπει να περιλαµβάνονται επιχειρήσεις των οποίων το µερίδιο αγοράς είναι µεγαλύτερο του 1%. Εναλλακτικά η βιοµηχανική συγκέντρωση στην αγορά µπορεί να µετρηθεί µε τον δείκτη της εντροπίας που ορίζεται ως εξής: E = n = 1 S log 2 ( ) S (7.5) Όταν ο δείκτης της εντροπίας πάρει την τιµή 0 επικρατεί µονοπώλιο στην αγορά. Όταν τα µεγέθη των επιχειρήσεων στην αγορά είναι ίσα τότε παίρνει την τιµή log 2 (N ). Τέλος, ένα επίσης µέτρο της βιοµηχανικής συγκέντρωσης σε ένα κλάδο είναι η διακύµανση των λογαριθµικών µεριδίων αγοράς των επιχειρήσεων. V = n ( log S log S ) = 1 n 1 2 (7.6) Όπως και στην περίπτωση του συντελεστή Gn, η διακύµανση των λογαριθµικών µεριδίων αγοράς των επιχειρήσεων είναι περισσότερο ένα µέτρο ανισότητας παρά συγκέντρωσης καθώς δίνει µεγαλύτερη έµφαση στις µικρές επιχειρήσεις. Στον παρακάτω πίνακα 7.1 παρουσιάζονται οι συνολικές πωλήσεις καθώς και τα µερίδια αγοράς στον κλάδο των ζυµαρικών στην Ελλάδα το 1987 και 1993. Με βάση τα στοιχεία αυτά έχουν υπολογιστεί οι στατικοί δείκτες βιοµηχανικής - 29 -