ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑΣ-ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ. Διπλωματική εργασία. Σαλατάι Εράλντα
|
|
- Ακακιος Φλέσσας
- 8 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑΣ-ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ Διπλωματική εργασία Σαλατάι Εράλντα Μελέτη του πολυμορφισμού των γονιδίων DQA1 και DQA2 της τάξης II του MHC στο είδος Ovis aries. Λάρισα
2 Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΠΗΡΕΣΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ Ειδική Συλλογή «Γκρίζα Βιβλιογραφία» Αριθ. Εισ.: Ημερ. Εισ.: Δωρεά: Ταξιθετικός Κωδικός: 6593/ Π.Θ. ΠΤ- ΒΒ 2008 ΣΑΛ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
3 Στους πιο γλυκούς ανθρώπους του κόσμου, τους παππούδες μου
4 Η διπλωματική εργασία εκπονήθηκε στο εργαστήριο Γενετικής, Συγκριτικής και Εξελικτικής Βιολογίας, του τμήματος Βιοχημείας & Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, υπό την επίβλεψη του Καθηγητή Γενετικής Ζωικών Πληθυσμών, κ. Ζήση Μαμούρη. Τριμελής επιτροπή: 1. Ζήσης Μαμούρης, Καθηγητής Γενετικής Ζωικών Πληθυσμών, Τμήμα Βιοχημείας & Βιοτεχνολογίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας 2. Αικατερίνη Μούτου, Επίκουρος Καθηγήτρια Βιολογίας Σπονδυλωτών, Τμήμα Βιοχημείας & Βιοτεχνολογίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας 3. Θεολογία Σαραφίδου, Διδάσκουσα με βάση το ΠΔ
5 Θα ήθελα να ευχάριστή } τον Καθηγητή κ. Ζήση Μαμούρη για την εμπιστοσύνη που έδειξε στο πρόσωπο μου αναθέτοντας μου ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ερευνητικό έργο. Την κ. Θεολογία Σαραφίδου για τη συμβολή της στην πραγματοποίηση των πειραμάτων. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω την τριμελή συμβουλευτική επιτροπή, τον κ,ζήση Μαμούρη, Καθηγητής Γενετικής Ζωικών ΙΙληθυσμών, την Επίκουρο Καθηγήτρια βιολογίας σπονδυλωτών κ. Α. Μούτου και την κ. Θεολογία Σαραφίδου διδάσκουσα με βάση το ΠΔ 407. Θα ήθελα ακόμη να ευχαριστήσω θερμά όλη την ομάδα του εργαστηρίου Γενετικής, Συγκριτικής και Εξελικτικής Βιολογίας τον μεταπτυχιακό φοιτητή φίλο και συνάδελφο τον Θεμιστοκλή Γιαννούλη, τους υποψήφιους Διδάκτορες, την Ευαγγελία Κουτσογιαννούλη και ιδιαίτερα τον κ. Κώστα Σταμάτη για την πολύτιμη βοήθεια και το φιλικό κλίμα συνεργασίας. Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω τους στενούς μου φίλους και συνεργάτες, την Μπιρλή Αικατερίνη, την Κουρκουμέλη Χαριτώ, και ιδιαίτερα των Καραγιαννίδη Ιωάννη για την βοήθεια και την υποστήριξη τους αυτά τα 5 χρόνια. Τέλος, ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ στην οικογένειά μου που πιστεύει σε μένα και με στηρίζει όλα αυτά τα χρόνια.
6 Λεριεχομενα
7 Είδρίληψη... 7 Abstract... Εισαγωγή στην εξέλιξη Μικροεξέλιξη και μακροεξέλιξη Η εξέλιξη και ο Δαρβίνος... Εξελικτικοί μηχανισμοί Ειδογένεση... Τι είναι ειδογένεση... Η έννοια της ειδογένεσης Βιολογικός ορισμός του είδους Ειδογενετικές στρατηγικές Μορφές ειδογένεσης Ειδογένεση και χρόνος... Αλλοπάτρια ειδογένεση Παραπάτρια ειδογένεση...22 Συμπάτρια ειδογένεση... Περιπάτρια ειδογένεση...22 Πολυμορφισμός Η έννοια του πολυμορφισμού Η εξελικτική σημασία του πολυμορφισμού...24 Δείκτες πολυμορφισμού Ovis aries... Ιστορία... Φυσική περιγραφή... Διατροφικές συνήθειες Αναπαραγωγή... Εξέλιξη προβάτου...31 Ανοσοποιητικό σύστημα...33 Μηχανισμοί ανοσίας...34 Κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος Ανοσοποιητικό σύστημα και λεμφοκύτταρα...36 Τ- λεμφοκύτταρα
8 Μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας <ΜΗΟ) Οργάνωση του MHC Σημασία του πολυμορφισμού του MHC Μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας (MHC) στον άνθρωπο Εξέλιξη του Μείζονος Συμπλέγματος Ιστοσυμβατότητας (MHC) Μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας (MHC) του προβάτου...46 Σκοπός του πειράματος Υλικά και μέθοδοι Αποτελέσματα Συζήτηση...77 Βιβλιογραφία
9 Το μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας (MHC) κωδικοποιεί μια ομάδα στενά συνδεδεμένων γονιδίων τα οποία παίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στο ανοσοποιητικό σύστημα των σπονδυλωτών. Σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα σε φυσικούς πληθυσμούς θηλαστικών έχει βρεθεί πώς το μόριο MHC παρουσιάζει υψηλά επίπεδα γενετικής ποικιλομορφίας τόσο όσον αφορά τον αριθμό όσο και την έκταση της ποικιλομορφίας μεταξύ των αλληλομόρφων. (Klein et al 1986., Potts et al 1993., Nei et al 1991., Hedrick et al 1994.,) Έτσι o γονιδιακός τόπος του MHC αποτελεί τον πλέον πολυμορφικό τόπο ολόκληρου του γονιδιώματος. Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται η γενετική ποικιλομορφία στο εξόνιο 2 των γονιδίων DQA1 r.a DQA2 της τάξης II του MHC. Τα γονίδια αυτά κωδικοποιούν για μια πολύ σημαντική περιοχή στο μόριο του MHC που παίζει ρόλο στη σύνδεση του αντιγόνου με το αντίσωμα-πεπτίδια. Για τον λόγω αυτόν χρησιμοποιήθηκαν πληθυσμοί προβάτων του είδους Ovis aries από Τρίκαλα και Άρτα. Για την ανάλυση του πολυμορφισμού χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της ανάλυσης πολυμορφισμών διαμόρφωσης ενός κλώνου (SSCP). Με τη μέθοδο SSCP βρέθηκαν 26 πρότυπα για το DQA2 και 19 πρότυπα για το DQA1. Και στα δύο γονίδια εμφανίζονται πολλά πρότυπα σε ετερώζυγη κατάσταση. Τα αποτελέσματα αυτά συμπίπτουν με άλλες έρευνες που έχουν γίνει πάνω στα δυο γονίδια και που προτείνουν την υπόθεση της υπερκυριαρχίας του ετεροζυγώτη. 7
10 mi-asstract The major histocompability complex (MHC) encodes a group of closely linked genes that play a central role in the vertebrate s immune system. Through studies that have been done so far most mammalian populations posses high levels of MHC diversity both in terms of the number of alleles present and in the extent1 of sequence variation among alleles. (Klein et al., 1986, Potts et al 1993., Nei et al 1991., Hedrick et al 1994.,} That is why MHC locus constitute the most polymorphic locus of whole the gen ome. In this investigation is examined the genetic variability in the exon 2 geises DQA1 and DQA2 MHC class II. This genes encodes for the antigen binding site (ABS) and is therefore consired as one of the most important part off the MHC molecule. Populations samples of Ovis aries from different places in Greece Trikala and Aria) were used. For studying the polymorphism in these polulations, single-strand conformation polymorphism (SSCP) method was used. The research shown 26 patterns for the DQA2 and 19 patterns for the BQAL Both genes shown multiple patterns in heterozygous condition. These results coincide with other research tha hav^ been done in 2 genes, they suggest the heterozygous overdominance hypothesis. ' \ ' /*'» 8
11 Εισαγωγή στην εξέλιξη Εξέλιξη σημαίνει αλλαγή στη μορφή στη λειτουργία και στη συμπεριφορά των ζώντων οργανισμών από γενιά σε γενιά και δεν συνεπάγεται αλλαγή κατά την ανάπτυξη ενός οργανισμού. Οι απόγονοι διαφέρουν από τους γονείς τους με διάφορους τρόπους. Όταν οι διαφορές είναι χρήσιμες, ο απόγονος> έχει μια μεγαλύτερη πιθανότητα επιβίωσης και αναπαραγωγής, καθιστώντας τα διαφορετικά του χαρακτηριστικά πιο κοινά στην επόμενη γενιά μέσα από τους απογόνους του. Κατ' αυτό τον τρόπο, οι διαφορές μπορούν να συσσωρευτούν κατά τη διάρκεια του χρόνου, ένα γεγονός που οδηγεί σε σημαντικές αλλαγές σε έναν πληθυσμό. Η εξέλιξη εμφανίζεται μέσω των αλλαγών στα γονίδια, των "συνταγών" για την κατασκευή του οργανισμού. Όταν ένας οργανισμός αναπαράγεται, οι μικρές τυχαίες αλλαγές στα γονίδια καθιστούν τον απόγονο διαφορετικό από το γονέα. Μερικές φορές αυτές οι αλλαγές βοηθούν τον απόγονο να επιζήσει και να-αναπαραχθείυόταν αυτό συμβαίνει, τα γονίδια για τα «ευεργετικά» χαρακτηριστικά μεταφέρονται στον απόγονο του οργανισμού, και γίνονται πιο κοινά στην επόμενη γενεά. Τα γονίδια που δεν βοηθούν τους οργανισμούς να αναπαραχθούν μπορούν να γίνουν σπανιότερα ή να αποβληθούν εντελώς από τον πληθυσμό. Αυτό καλείται φυσική επιλογή, και αποτελεί ένα. μεγάλο μέρος της εξέλιξης. Μέσω της φυσικής επιλογής, οι πληθυσμοί των οργανισμών αλλάζουν αργά κατά τη διάρκεια του χρόνου όπως προσαρμόζονται στις αλλαγές στα περιβάλλοντά τους. ' λ I»ο-. Η εξέλιξη ως έννοια υπήρξε πριν από την τεκμηρίωση της βιολογικής εξέλιξης, βασικό χαρακτηριστικό ποικίλων φιλοσοφικών συστημάτων ή θεωριών. Συμφώνα με τον Αναξαγόρα (4ος αιώνας π.χ) η εσωτερική δύναμη που εμφυσούσε τη ζωή, η vis vitalis (ζωτική δύναμη), δρούσε με τέτοιο τρόπο ώστε να προκαλείται τελειοποίηση του ζωντανού κόσμου, ενώ έναν αιώνα αργότερα ο επίκουρος εμπλούτισε την ιδέα της εξέλιξης θεωρώντας τον κόσμο και το σύμπαν φυσικά φαινόμενα. Η επιστημονική θεωρία της εξέλιξης δηλώνει ότι όλα τα έμβια όντα προέρχονται από έναν ενιαίο κοινό πρόγονο από το απόμακρο παρελθόν. Αυτή η ιδέα καλείται κοινή προέλευση της ζωής. Από την αρχή της ζωής, η εξέλιξη έχει μετασχηματίσει τα πρώτα είδη σε όλο και περισσότερα διαφορετικά είδη δεδομένου ότι η ζωή έχει βρει ποικίλους τρόπους να επιζήσει και να ακμάσει. Αυτό έχει οδηγήσει στις πολλές διαφορετικές μορφές της ζωής που υπάρχουν σήμερα. 9
12
13 και μακροεξέλιξη Στην εξέλιξη διακρίνονται δύο επίπεδα το μακοεξελικτικό και το μικροεξελικτικό. Η μακροεξέλιξη αναφέρεται σε τεράστιες γεωγραφικές περιοχές (όσο ο πλανήτης μας) και μεγάλα χρονικά διαστήματα (εκατομμύρια και δισεκατομμύρια χρόνια) από τότε που εμφανίστηκε η ζωή (3,8 περίπου δισεκατομμύρια χρόνια πριν) στη γη. Χαρακτηριστική διεργασία της μακροεξέλιξης αποτελεί η ειδογένεση, η διάσπαση δηλαδή ενός είδους σε δύο νέα ή η δημιουργία νέου είδους από άλλο, προγονικό. Η μικροεξέλιξη αναφέρεται στις προσαρμοστικές αλλά και στις ουδέτερες εξελικτικές διεργασίες οι οποίες συμβαίνουν γρήγορα, εδώ και τώρα, μέσα στους πληθυσμούς και οι οποίες είναι εύκολα παρατηρήσιμες. Η προσαρμοστική εξέλιξη αφορά χαρακτήρες οι οποίοι ποικίλλουν μεταξύ των ατόμων και επηρεάζουν την επιβίωση και την αναπαραγωγή των οργανισμών. Ένα μέρος της προσαρμοστικής εξέλιξης ελέγχεται από τις μεταλλάξεις στα αλληλόμορφα των γονιδίων, που ποικίλλουν μεταξύ των ατόμων. ^7/εξέλιξη και ο Δαρβίνος Η καριέρα του Charles Robert Darwin ( ) (Εικ. 2) άρχισε με το ταξίδι του ως επίσημου φυσιοδίφη στο πλοίο Beagle για μια εξερευνητική αποστολή δύο χρόνων για να καταγράψει τις ακτές της Νότιας Αμερικής. Μελέτησε μια μεγάλη ποικιλία γεωλογικών χαρακτηριστικών, απολιθώματα και ζώντες οργανισμούς και συγκέντρωσε έναν τεράστιο αριθμό δειγμάτων, πολλά από τα οποία ήταν καινούρια για την επιστήμη. Στα Νησιά Γκαλαπάγκος ο Δαρβίνος ανακάλυψε ότι οι ατριχόρνιθες (mockingbirds) διέφεραν από νησί σε νησί, και επιστρέφοντας στη Βρετανία έμαθε ότι οι χελώνες και οι σπίνοι των νησιών Γκαλαπάγκος ανήκαν σε ξεχωριστά είδη, ανάλογα με το συγκεκριμένο νησί στο οποίο ζούσαν: "Μπορεί κανείς να φανταστεί 11
14 ότι από την αρχική αμετάβλητη ποικιλότητα πουλιών σ'αυτό το αρχιπέλαγος, κάθε ένα είδος μετεξελίχθηκε σε διαφορετικά είδη." Επιστρέφοντας στην Αγγλία προσπάθησε να εξηγήσει τη θεωρία του σε στενούς φίλους αλλά δεν έδειξαν αμέσως ενδιαφέρον και πίστευαν ότι η επιλογή χρειάζεται θεϊκό επιλογέα Ο Δαρβίνος φοβόταν να δημοσιοποιήσει τη θεωρία του ενώ ήταν ακόμα ατελής, καθώς οι ιδέες του περί εξέλιξης θα αμφισβητούνταν έντονα, αν βέβαια κατάφερναν να τραβήξουν την προσοχή. Στις 18 Ιουνίου 1858 έλαβε μια διατριβή του Wallace που περιέγραφε τον εξελικτικό μηχανισμό και του ζητούσε να την προωθήσει. Ο Δαρβίνος το έκανε, αλλά η αρχική ανακοίνωση της θεωρίας δεν τράβηξε μεγάλη προσοχή. Για τους επόμενους δεκατρείς μήνες ο Δαρβίνος αν και άρρωστος I think Case must be that one generation then should be as many living as now. To do this and to have many species in same genus (as is) requires extinction. Thus between A & B immense gap of relation. C & B the finest gradation, B & D rather greater distinction. Thus genera would be formed. bearing relation Εικ.3. Απόσπασμα από τις σημειώσεις του Δαρβίνου στα νησιά Γκαλαπάγκος, όπου διατυπώνει για πρώτη φορά τις αμφιβολίες του για την σταθερότητα των ειδών. (1837). (αριστερά) Το αντίστοιχο κείμενο (κέντρο). Το εξώφυλλο από την πρώτη έκδοση του βιβλίου «η προέλευση των ειδών» (1859) (δεξιά). προσπαθούσε να γράψει μια περίληψη του βιβλίου του «περί των ειδών». Με τη συνεχή ενθάρρυνση των επιστημόνων φίλων του, τελείωσε την περίληψη. Κατέληξαν στον τίτλο On the Origin of Species by Means of Natural Selection, και όταν το βιβλίο διατέθηκε προς πώληση στο εμπόριο στις 22 Νοεμβρίου, 1859, η ζήτηση ξεπέρασε το απόθεμα των αντιτύπων. Εκείνη την εποχή, οι θεωρίες «περί Εξέλιξης» υπονοούσαν δημιουργία χωρίς θεϊκή παρέμβαση, και ο Δαρβίνος απέφυγε τη χρήση των λέξεων «εξέλιξη» και «εξελίσσομαι», αν και το βιβλίο τελείωνε με τη δήλωση ότι «ατελείωτοι σχηματισμοί, πανέμορφοι και υπέροχοι έχουν εξελιχθεί και 12
15 συνεχίζουν να εξελίσσονται»... Η θεωρία του Κάρολου Δαρβίνου ότι η εξέλιξη των ειδών έγινε μέσα από τη φυσική επιλογή άλλαξε την σκέψη πάνω σε αμέτρητες επιστήμες από τη βιολογία μέχρι και την ανθρωπολογία. Η ιδέα ότι δεν υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ του ανθρώπου και του "κτήνους" κατέστησε τον Δαρβίνο για πάντα σύμβολο της εικονοκλασίας που αφαίρεσε τον ρόλο του προνομιούχου ανθρώπου από το κέντρο του σύμπαντος. ^Εξελικτικοί μηχανισμοί Τέσσερεις είναι οι βασικοί μηχανισμοί που οδηγούν την εξέλιξη: I. Φυσική επιλογή II. Μεταλλάξεις III. Γενετική παρέκκλιση IV. Γονιδιακή ροή I. Φυσική επιλογή Η Φυσική επιλογή είναι η διαδικασία εξέλιξης των ειδών μέσω της οποίας οι οργανισμοί που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον αφήνουν περισσότερους απογόνους από εκείνους που είναι λιγότερο προσαρμοσμένοι. Η θεωρία της φυσικής επιλογής διατυπώθηκε επίσημα το 1858, από τους Κάρολο Δαρβίνο και τον Alfred Russel Wallace, που πραγματοποιούσαν εκείνη την περίοδο ανεξάρτητες μεταξύ τους έρευνες. Στηρίζεται στην παρατήρηση πως ορισμένες διαφορές μεταξύ των ατόμων σε έναν πληθυσμό είναι κληρονομήσιμες. Αν λοιπόν ένα κληρονομήσιμο γνώρισμα προσφέρει προσαρμοστικό πλεονέκτημα στο φορέα του, αυτός (είτε γιατί επιβιώνει περισσότερο, είτε γιατί επιλέγεται περισσότερο από τα άτομα του άλλου φύλου, σε σύγκριση με όσους δεν το φέρουν) αφήνει περισσότερους απογόνους με αποτέλεσμα να το μεταβιβάζει με αυξημένη συχνότητα στα άτομα της επόμενης γενιάς. Με τον τρόπο αυτό συσσωρεύονται από γενιά σε γενιά τα ευνοϊκά για την επιβίωση γνωρίσματα, κάτι που μπορεί να οδηγήσει βαθμιαία στη δημιουργία ενός νέου είδους. Με τη διαδικασία αυτή, που είναι απολύτως συμβατή με τα επιστημονικά δεδομένα έχει επιτευχθεί η εξέλιξη των σύνθετων οργανισμών από απλούστερους. 13
16 Τύποι επιλογής Κατευθύνουσα επιλογή > όταν η επιλογή δρα πάντα προς συγκεκριμένη κατεύθυνση, αυξάνοντας την τιμή του ενός χαρακτήρα σε έναν πληθυσμό σε σχέση με το χρόνο. Η σημασία της κατευθύνουσας επιλογής έγκειται στο γεγονός ότι ο άνθρωπος μετατρέπει πολλές φορές το περιβάλλον πολλών οργανισμών, αναγκάζοντάς τους να αντιδρούν γρήγορα προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις νέες περιβαλλοντικές συνθήκες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ αποτελεί ο βιομηχανικός μελανισμός όπου η τεχνητή αλλαγή του περιβάλλοντος προκάλεσε τη δράση της κατευθύνουσας επιλογής με αντιστροφή της κατεύθυνσης της επιλογής. Έτσι, ενώ στα μέσα του 19ου αιώνα στην Αγγλία υπήρχαν στα δέντρα μόνο ανοιχτόχρωμα λεπιδόπτερα Biston betularia, με την αύξηση της βιομηχανικής ρύπανσης άρχισαν να εμφανίζονται και σκουρόχρωμα. Εικ. 4. Ανοιχτόχρωμα και σκουρόχρωμα λεπιδόπτερα σε βιομηχανικές περιοχές. Εικ. 5. Γραφική παράσταση της κατευθύνουσας επιλογής όπου φαίνεται η αλλαγή της συχνότητας και η κατανομή του πληθυσιιού. Σταθεροποιούσα ή εξισορροπούσα επιλογή Όταν η επιλογή απομακρύνει τους ακραίους φαινοτύπους και ευνοεί τους ενδιάμεσους. Η εξισορροπούσα επιλογή λειτουργεί αντίθετα από την διασπαστική επιλογή. Λόγω της δράσης αυτής της επιλογής, οι πληθυσμοί συγκρατούν πολυμορφισμούς και διατηρούν συχνά μια σταθερή γενετική σύσταση αναφορικά με πολλούς γενετικούς τόπους και χαρακτήρες, μια δυνατότητα που είναι γνωστοί ως γενετική ομοιόσταση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εξισορροπημένου πολυμορφισμού είναι το γονίδιο της δρεπανοκυτταρικής αναιμίας στους πληθυσμούς της Αφρικής. Οι ετεροζυγώτες για 14
17 το HbS γονίδιο (ανώμαλη μορφή αιμοσφαιρίνης) είναι Selection against both extremes πιο ανθεκτικοί ελονοσία από στην τους φυσιολογικούς ομοζυγώτες και επομένως έχουν μεγαλύτερη αρμοστικότητα και από τους δύο ομοζυγώτες. Έτσι φαίνεται ότι σε περιοχές όπου υπάρχει η ελονοσία οι δρεπανοκυτταρικοί Εικ.6. Γραφική παρασταση της εξισορροπούσας επιλογής. Το χαρακτηριστικό τείνει προς την κανονική κατανομή. ετεροζυγώτες δείχνουν μια επιλογική ανωτερότητα κατά 10-20% μεγαλύτερη από τα φυσιολογικά άτομα. Διαφοροποιούσα επιλογή > Ευνοεί τους ακραίους φαινοτύπους (και γενότυπους) και απομακρύνει τους ενδιάμεσους Όταν η επιλογή αυξάνει λ.χ. την συχνότητα μικρόσωμων και μεγαλόσωμων ατόμων ενός πληθυσμού εις βάρος των ατόμων με μέσο μέγεθος σώματος,. Ένα παράδειγμα αυτου του είδους επιλογής η Εικ. 7.Γραφική παράσταση της διαφοροποιούσας επιλογής. Ευνοείται ο μεσαίος φαινότυπος. οποία μπορεί να δράσει στο εργαστήριο μελετήθηκε από τους McDonald και Ayala με πειραματικούς πληθυσμούς της Drosophila melanogaster. Μερικοί πληθυσμοί διατηρούνταν για πολλές γενιές στο ίδιο θρεπτικό μέσο ενώ άλλοι σε δύο διαφορετικά θρεπτικά μέσα. Οι πληθυσμοί για τους οποίους χρησιμοποιούνταν διαφορετικά θρεπτικά μέσα (ποικίλλο περιβάλλον) ανέπτυξαν μεγαλύτερη γενετική ποικιλότητα (όπως μετρήθηκε από τη μέση ετεοζυγωτία 20 γενετικών ενζυμικών 15
18 τόπων) σε σχέση με εκείνους που διατηρούνταν σε ομοιόμορφο περιβάλλον (ίδιο θρεπτικό μέσο). Συχνοεξαρτώμενη επιλογή * Όταν η θετική επιλογή ενός φαινοτύπου (ή γενοτύπου) η αρμοστικότητά του δηλαδή, εξαρτάται από την συχνότητα του στον πληθυσμό. Στην περίπτωση αυτή ευνοούνται οι σπάνιοι φαινότυποι με χαμηλή συχνότητα. Φυλετική επιλογή > Η φυλετική επιλογή είναι ένα στοιχείο της φυσικής επιλογής το οποίο σχετίζεται με την αναπαραγωγική επιτυχία και αφορά το επίπεδο των διασταυρώσεων κατά το οποίο ο ανταγωνισμός είτε γίνεται μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου (συνήθως των αρσενικών) είτε αφορά την επιλογή συντρόφου από το ένα φύλο (συνήθως από το θηλυκό). Στη φυλετική επιλογή τα άτομα ευνοούνται από την αρμοστικότητά τους σε σχέση με τα άτομα του ίδιου φύλου, ενώ στη φυσική επιλογή ευνοούνται από την αρμοστικότητά τους σε σχέση με ολόκληρο τον πληθυσμό. II. Μεταλλάξεις Σύμφωνα με τον Dobzhansky (1970) η κληρονομικότητα είναι μια συντηρητική δύναμη που παρέχει σταθερότητα στα βιολογικά συστήματα. Όμως πολλές φορές κατά την αντιγραφή του DNA συμβαίνουν λάθη με αποτέλεσμα την αλλαγή της αλληλουχίας του DNA και την παραγωγή μιας διαφορετικής πρωτεΐνης. Ετσι οι μεταλλάξεις (γονιδιακές ή χρωμοσωμικές) αποτελούν βασική πηγή προέλευσης γενετικής ποικιλότητας πάνω στην οποία θα δράσει η φυσική επιλογή και η γενετική παρέκκλιση. Οι μεταλλάξεις είναι τυχαίες και μη κατευθυνόμενες και ο ρυθμός μεταλλαξιγένεσης εξαρτάται από το μέγεθος του γονιδίου και τη διάρκεια γενιάς. Η φυσική επιλογή ευνοεί οποιαδήποτε μετάλλαξη που παρουσιάζεται ως «ευνοϊκότερη» για επιβίωση του είδους στο νέο περιβάλλον. III. Γενετική παρέκκλιση Εκτός από τη φυσική επιλογή γενετικές αλλαγές στους πληθυσμούς προκαλεί και η ουδέτερη εξέλιξη. Η διαφορά έγκειται στο ότι στην δεύτερη περίπτωση οι αλλαγές των γονιδίων δεν έχουν κάποιο «στόχο», καθώς δεν σχετίζονται με την 16
19 αναπαραγωγική επιτυχία, είναι δηλαδή αλλαγές ουδέτερες σχετικά με την επιλογή τους. Η διεργασία αυτή είναι γνωστή ως γενετική παρέκκλιση, όρος που σηματοδοτεί την έλλειψη κατεύθυνσης της συχνότητας των ουδέτερων γονιδίων (γονιδιακών παραλλαγών), η συχνότητα των οποίων παρεκκλίνει τυχαία σε έναν πληθυσμό με τις γενιές και σε γοργότερο ρυθμό στους μικρούς πληθυσμούς. IV. Γονιδιακή ροή Η γονιδιακή ροή μεταξύ δύο πληθυσμών my, μετρά το ποσοστό των ατόμων που γεννιούνται στον πληθυσμό j, αλλά αφήνουν τους απογόνους τους στον πληθυσμό ϊ. Όταν το my είναι υψηλό οι δύο πληθυσμοί θεωρούνται σαν ένας παμμικτικός πληθυσμός του οποίου το μέγεθος ισούται με το άθροισμά των δύο. Διακρίνουμε τέσσερα βασικά μοντέλα γονιδιακής ροής ανάλογα με τη δομή των πληθυσμών: Το μοντέλο «ήπειρος-νησί» (continent-island), στο οποίο ενδιαφερόμαστε μόνο για τη ροή από έναν μεγάλο πληθυσμό (ήπειρο) σ έναν άλλο πολύ μικρότερο (νησί) Το μοντέλο «των νησιών» (island), όπου η ροή γίνεται μεταξύ μικρών πληθυσμών κατά τυχαίο τρόπο Το μοντέλο «του βηματισμού» (stepping-stone), στο οποίο υπάρχουν πολλοί πληθυσμοί, αλλά γονιδιακή ροή υπάρχει μόνο μεταξύ γειτονικών πληθυσμών μέσα στο χρονικό διάστημα μιας γενιάς Το μοντέλο «της απομόνωσης λόγω απόστασης» (isolation-by-distance), όπου η γονιδιακή ροή είναι συνάρτηση της απόστασης μεταξύ τοπικών πληθυσμών που αποτελούν μια συνέχεια. 17
20 (Ειδογένεση είναι ειδογένεση Η ειδογένεση αποτελεί τη γέφυρα που συνδέει την μικροεξέλιξη με την μακροεξέλιξη και είναι μια εξελικτική διαδικασία με την οποία προκύπτουν νέα είδη. Στην ειδογένεση οφείλεται η τεράστια ποικιλότητα του έμβιου κόσμου με περίπου 10 εκατομμύρια είδη που υπάρχουν σήμερα με μόλις 2 από αυτά καταγραμμένα. JL έννοια της ειδογένεσης Σύμφωνα με το Mayr υπάρχουν 3 έννοιες για τον καθορισμό του είδους. Η τυπολογική έννοια του είδους: σύμφωνα με αυτή, εάν δύο οργανισμοί είναι μορφολογικά διακριτοί θεωρούνται δύο διακριτά είδη. Η μη-χωροχρονική έννοια του είδους: άτομα ενός είδους θεωρούνται αυτά που βρίσκονται στην ίδια τοποθεσία την ίδια στιγμή. Θεωρείται δε δεδομένος χωροχρονικός διαχωρισμός του ενός είδους από ένα άλλο. η έννοια της διασταύρωσης μεταξύ των πληθυσμών: είδος θεωρείται μία ομάδα ατόμων που πραγματικά ή δυνητικά διασταυρώνονται μεταξύ τους. Συγκριτικά με τις παραπάνω έννοιες, έχει το πλεονέκτημα να είναι πολυδιάστατη ως προς το ότι πληθυσμοί που καταλαμβάνουν διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές ή ζουν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους μπορούν να καταταγούν ως προς την ικανότητά τους να αναπαραχθούν. (Βιολογικός ορισμός του είδους Ο βιολογικός ορισμός του είδους (που προτάθηκε από τον Dobzhansky και τελειοποιήθηκε από τον Mayr) αναφέρεται σε ομάδες αμφιγονικά αναπαραγόμενων πληθυσμών που είναι αναπαραγωγικά απομονωμένες από άλλες ομάδες με τις οποίες δεν έχουν κοινό μηχανισμό αναγνώρισης για σύζευξη. Ο παραπάνω ορισμός ισχύει μονό για τους φυλετικά αναπαραγόμενους πληθυσμούς και όχι για εκείνους που αναπαράγονται μονογονικά. 18
21 ογενετικές στρατηγικές Η ενδογένεση μπορεί να προκληθεί από δυο διαφορετικές πορείες την αναγένεση και την κλαδογένεση. Η αναγένεση ή φυλετική εξέλιξη περιλαμβάνει γρήγορες εξελικτικές αλλαγές που συμβαίνουν σε μια μονοφυλετική φυλογενετική γραμμή, χωρίς ωστόσο να συμβαίνει ειδογένεση. Η κλαδογένεση ή πρωταρχική ειδογένεση ή διχοτομική ενδογένεση συμβαίνει όταν μια φυλογενετική γραμμή διασπάται σε δυο η περισσότερες που εξελίσσονται ανεξάρτητα. ANACENESIS VS. CLADOGENESIS./νΖορφές ειδογένεσης Οι γενετικοί φραγμοί στη διαειδική αναπαραγωγή ή απομονωτικοί μηχανισμοί, μπορεί να προκόψουν με διάφορους τρόπους και αντίστοιχα η ειδογένεση μπορεί να ταξινομηθεί σε διάφορες κατηγορίες. Δύο τέτοιες ταξινομήσεις δίνουν έμφαση, αντίστοιχα, στη γεωγραφική κλίμακα μέσα στην οποία μπορεί να συμβεί η ενδογένεση και στα γενετικά γεγονότα που συνεπάγονται την αναπαραγωγική απομόνωση. Σύμφωνα με τον Mayr γεωγραφική απομόνωση είναι σχεδόν πάντα απαραίτητη προϋπόθεση για την ειδογένεση. Έτσι βάσει της γεωγραφικής 19
22 απομόνωσης υπάρχει η αλλοπάτρια, η παραπάτρια, η συμπάτρια και η περιπάτρια ειδογένεση. Όλοι οι τύποι ειδογένεσης έχουν συμβεί κατά τη διάρκεια της εξέλιξης αλλά παραμένει άγνωστη η σημασία του καθενός στη βιοποικιλότητα που έχει προκύψει. Original population Allopatric Peripatric Parapatric Sympatric o o o o Initial step of speciation ID CDP o Evolution of reproductive Barrier formation New niche entered New niche entered Genetic polymorphism isolation OD o In isolation New distinct species after equilibration ^> of new ranges In isolated niche In adjacent niche Within the population c > Εικ. 9. Οι διάφορες μορφές ειδογένεσης. Ειδογένεση καιχρονος Η ταχύτητα με την οποία μπορεί να προκύψει ειδογένεση εξαρτάται από το είδος του οργανισμού και τη δομή του πληθυσμού που λαμβάνει χώρα. Σήμερα έχουν βρεθεί πληθυσμοί, που έχουν απομονωθεί για πολλά εκατομμύρια χρόνια και έχουν υποστεί ελάχιστη μορφολογική αλλαγή και εξακολουθούν να είναι αναπαραγωγικά συμβατοί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα αμερικανικά και τα ευρασιατικά είδη πλατάνου του γένους Platanus (Stebbins et al, 1950) τα οποία ενώ έχουν απομονωθεί για τουλάχιστον 20 εκατομμύρια χρόνια συνεχίζουν να δίνουν γόνιμους απογόνους. Αντίθετα σε άλλες περιπτώσεις η ειδογένεση μπορεί να είναι μία αρκετά γρήγορη διαδικασία όπως είναι η κβαντική ειδογένεση. Πολλά ζεύγη πληθυσμών που απομονώθηκαν σε διαφορετικές περιοχές από τους παγετώνες του Πλειστόκαινου 20
23 έχουν αναπτύξει κάποιο βαθμό αναπαραγωγικής απομόνωσης ύστερα από γεωγραφική απομόνωση 1,8 εκατομμυρίων ετών, ενώ σε άλλες περιπτώσεις παρατηρείται ακόμη και η διαμόρφωση νέων ειδών από το Πλειστόκαινο μέχρι σήμερα, όπως το θηλαστικό Thalarctos (πολική αρκούδα) και Microtus (αρουραίος), (Stanley et al, 1979). Επιπλέον ο ρυθμός της ειδογένεσης φαίνεται να επηρεάζεται και από τον τρόπο αναπαραγωγής του είδους και την οικολογία του. Ομάδες που έχουν πολύπλοκη ερωτοτροπική συμπεριφορά εμφανίζουν εξαιρετικά γρήγορη ειδογένεση, γιατί στις περιπτώσεις αυτές είναι εύκολο οι πληθυσμοί να αποκτήσουν ελαφρώς διαφορετικούς τρόπους συμπεριφοράς μέσω φυλοεπιλογής (Simpson et al, 1944). _^λλοπάτρια ειδογένεση Η αλλοπάτρια ειδογένεση, είναι αποτέλεσμα της γεωγραφικής απομόνωσης πληθυσμών οι οποίοι διαφοροποιούνται γενετικά λόγω της ανεξάρτητης δράσης της φυσικής επιλογής και της γενετικής παρέκκλισης. Υπάρχουν δύο μοντέλα αλλοπάτριας ειδογένεσης: Το μοντέλο όπου το προγονικό είδος διαιρείται σε δύο περίπου ίσα μισά, καθένα από τα οποία καταλήγει σε νέο είδος Το μοντέλο, όπου απομονώνεται ένας περιφερειακός μικρός πληθυσμός και δημιουργεί ένα νέο είδος Σύμφωνα με το πρώτο μοντέλο το προγονικό είδος διχοτομείται σε δύο ίσα περίπου μισά (λόγω γεωγραφικού φραγμού κυρίως) και το καθένα ξεχωριστά οδηγεί σε νέο είδος. Οι τελευταίοι παγετώνες του Πλειστόκαινου λειτούργησαν ως τέτοιοι φραγμοί. (Vuilleumier, 1975, 1992). Στο δεύτερο μοντέλο από το προγονικό είδος απομονώνεται ένας περιφερειακός μικρός πληθυσμός και δημιουργεί ένα νέο είδος. Οι απομονωμένοι πληθυσμοί υφίστανται γονοτυπικές και φαινοτυπικές αλλαγές. Η γενετική διαφοροποίηση επάγεται στη περίπτωση αυτήν είτε από τη φυσική επιλογή είτε από την τυχαία γενετική παρέκκλιση. Όταν οι πληθυσμοί βρεθούν ξανά στην ίδια γεωγραφική περιοχή (λόγω μετανάστευσης ή γεωλογικών ανακατατάξεων της επιφάνειας της γης) οι πληθυσμοί θα έχουν εξελιχθεί έτσι ώστε να είναι αναπαραγωγικά ασύμβατοι με αποτέλεσμα να περιοριστεί η γονιδιακή ροή. 21
24 αραπάτρια ειδογένεση Στην παραπάτρια ειδογένεση, δύο πληθυσμοί ζουν ο ένας δίπλα στον άλλον και μοιράζονται κοινά σύνορα, όπως λ.χ. ορισμένα τρωκτικά που ζουν υπογείως και ταυτόχρονα έχουν μικρή κινητικότητα. Οι πληθυσμοί μπορούν να διαφοροποιηθούν σε αναπαραγωγικά απομονωμένα είδη, αν υπάρχει ισχυρή επιλογή ως προς ένα ή περισσότερα γονίδια που ελέγχουν κάποια μορφή αναπαραγωγικής απομόνωσης (Endler, 1977' Barton & Charlesworth, 1984). Έτσι, άτομα από τα δύο είδη μπορεί να έρθουν σε επαφή, ωστόσο η μειωμένη αρμοστικότητα των ετεροζυγωτών οδηγεί σε επιλογή για συμπεριφορές ή μηχανισμούς που εμποδίζουν τη γονιμοποίηση μεταξύ των δύο ειδών. μπάτρια ειδογένεση Στη συμπάτρια ειδογένεση υποπληθυσμοί του ίδιου είδους αποκλίνουν γενετικά, ενώ συνεχίζουν να ζουν στο ίδιο μέρος. Στην ανάπτυξη της συμπατρικής ειδογένεσης συμβάλλει η διαφοροποιούσα επιλογή με τις διαφοροποιούσες διασταυρώσεις. Παραδείγματα συμπάτριας ειδογένεσης υπάρχουν σε πολλές ομάδες φυτοφάγων εντόμων π.χ. ακρίδες των δένδρων Enchenopa (Wood and Guttman 1983) όπου στενά συγγενικά είδη είναι συνδεδεμένα με διαφορετικά φυτά-ξενιστές τόσο για τροφή όσο και για σύζευξη. Η πολυπλοειδία είναι ένας ακόμα μηχανισμός που συνεισφέρει στην συμπάτρια ειδογένεση. Αυτός ο μηχανισμός οδηγεί σε ειδογένεση κυρίως στα φυτά. Συμβαίνει και στα ζώα όμως πολύ πιο σπάνια. Κυρίως συμβαίνει στα μαλάκια και τα έντομα, είδη που αναπαράγονται ταυτόχρονα φυλετικά και παρθενογενετικά (Dobzhansky, 1940, Mayr, 1969)../Ιεριπάτρια ειδογένεση Αναφέρεται στην ποικιλοποίηση ενός μικρού πληθυσμού που ζει στη περιφέρεια του μεγάλου προγονικού πληθυσμού από τον οποίον προέρχεται, και διαφοροποιείται σε νέο είδος λόγω της φυσικής επιλογής και της γενετικής παρέκκλισης. Τα νέα είδη που σχηματίζονται από τους απομονωμένους, μικρούς πληθυσμούς δεν ανταλλάσσουν γονίδια με τον κύριο πληθυσμό. Σχετίζεται άμεσα με το φαινόμενο της αρχής του 22
25 ιδρυτή, όπου μικροί πληθυσμοί προέρχονται από φαινόμενα στενωπού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ είναι το μοντέλο του Kaneshiro, ο οποίος προτείνει ότι σημαντικό ρόλο στην περιπάτρια ειδογένεση παίζει η φυλετική επιλογή. Όταν οι πληθυσμοί υφίστανται στενωπούς προκύπτουν αρσενικά με λιγότερο ελκυστικά χαρακτηριστικά προς τα αρχικά θηλυκά, ενώ προκύπτουν και θηλυκά λιγότερο εκλεκτικά. Αυτό επιτρέπει την ανταλλαγή νέων γενετικών στοιχείωνπου θα εξελιχθούν σε χαρακτηριστικά του νέου πληθυσμού (Oedeen & Florin, 2002 Kaneshiro, 1989). 23
26 ^7Ζολυμορφισμός έννοια του πολυμορφισμού Το γονίδιο που καθορίζει την σύνθεση μιας πρωτεΐνης υπάρχει στους διπλοειδείς οργανισμούς σε δύο αλληλόμορφα, τα οποία εκφράζονται ανεξάρτητα για την παραγωγή του ίδιου πολυπεπτιδίου ενώ το καθένα είναι υπεύθυνο για την παραγωγή της μισής ποσότητας του πολυπεπτιδίου. Όταν όμως τα δυο αλληλόμορφα διαφέρουν σε κάποιο κωδικόνιο, τότε ο γονιδιακός τόπος θα παράγει δυο πολυπεπτίδια που ενδέχεται να διαφέρουν σε ένα αμινοξύ και θα αναφερόμαστε στην ύπαρξη του πολυμορφισμού. Πολυμορφισμός είναι το φαινόμενο κατά το οποίο διαφορετικά αλληλόλομορφα ταυτοποιούνται σε έναν μόνο γενετικό τόπο. Ένας γονιδιακός τόπος θεωρείται πολυμορφικός όταν το πιο κοινό αλληλόμορφό του έχει συχνότητα λιγότερο από 0,99. Στη φύση ο πολυμορφισμός είναι συχνός, π.χ. έχουν βρεθεί τουλάχιστον 900 αλληλόμορφα του γονιδίου που είναι υπεύθυνο για την ινοκυστική νόσο ενώ τα γονίδια του MHC παρουσιάζονται ως οι πιο πολυμορφικοί γενετικοί τόποι. ^7/εξελικτική σημασία του πολυμορφισμού. Δυο είναι οι βασικές ιδέες που προσπάθησαν να εξηγήσουν την σημασία της γενετικής ποικιλότητας. Η πρώτη αναφέρεται στη «θεωρία της ουδετερότητας» και υποστηρίζει ότι η πλειονότητα των νουκλεοτιδικών αντικαταστάσεων δεν έχουν κάποιο εξελικτικό πλεονέκτημα, είναι ουδέτερες. Η δεύτερη θεωρία αναφέρεται στην επιλογή και στο μοντέλο εξέλιξης μέσω προσαρμογής. Οποιαδήποτε αλλαγή που συμβαίνει στο γενετικό υλικό υπόκειται άμεσα σε επιλεκτικό έλεγχο. Η γενετική ποικηλότητα μπορεί να ερμηνευθεί με τουλάχιστον πέντε πιθανές εξηγήσεις: Οι διάφοροι γονότυποι είναι κατά μεγάλη προσέγγιση επιλεκτικά ισοδύναμοι και οι συχνότητες των αλληλομορφων ακολουθούν τους κανόνες της τυχαίας παρέκκλισης. *** Οι γονότυποι δεν είναι επιλεκτικά ισοδύναμοι, αλλά το έργο της επιλογής δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Οι πολυμορφισμοί που παρατηρούμε είναι 24
27 καταστάσεις «εν εξελίξει» (παροδικοί πολυμορφισμοί) που θα καταλήξουν σε μονομορφισμό, είτε διότι η επιλογή δρα απευθείας επάνω τους, είτε διότι δρα σε γειτονικά γονίδια με τα οποία οι πολυμορφισμοί βρίσκονται σε ανισορροπία σύνδεσης. Το έργο της επιλογής αντισταθμίζεται από τη δράση της γονιδιακής ροής. Το έργο της επιλογής αντισταθμίζεται από τη δράση της μετάλλαξης. > Η επιλογή δρα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να επιβάλλει στον πληθυσμό έναν εξισορροπημένο πολυμορφισμό (Dobzhansky). ΖΪείκτες πολυμορφισμού Μέχρι σήμερα, η εξέταση της ποικιλομορφίας των ατόμων στηρίζονταν σε μορφολογικά χαρακτηριστικά του είδους, όπως πχ. το χρώμα του τριχώματος, το μέγεθος των αυτιών κ.α. Οποιαδήποτε όμως αλλαγή σε αυτά τα χαρακτηριστικά, λόγω αλλαγών στις περιβαλλοντικές συνθήκες, είτε λόγω μετανάστευσης των ατόμων σε διαφορετικό περιβάλλον, δεν σημαίνει κατά ανάγκη ότι τα άτομα διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη γενετική τους σύσταση. Σήμερα, έχουν αναπτυχθεί διάφορες μοριακές τεχνικές με τις οποίες επιτυγχάνεται η μελέτη της γενετικής ποικιλομορφίας τόσο ενδοειδικά μεταξύ των πληθυσμών όσο και διαειδικά. Μερικές από τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται για τη μελέτη της γενετικής ποικιλομορφίας είναι οι ακόλουθες: Polymerase Chain Reaction (PCR) Η αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) είναι μια ευαίσθητη τεχνική, γρήγορη, εύκολη και αυτοματοποιημένη ώστε ένα απλό μόριο DNA μπορεί να πολλαπλασιαστεί ενζυμικά in vitro με την βοήθεια ειδικών πολυμερασών και να ενισχυθεί. Οι πολυμεράσες είναι ένζυμα τα οποία κάτω από κατάλληλες συνθήκες ph και θερμοκρασίας επιμηκύνουν αλυσίδες νουκλεοτιδίων. 25
28 Random amplified Polymorphic DNA (RAPD) Η τεχνική RAPD δίνει τη δυνατότητα να ταυτοποιηθεί μεγάλο αριθμό πολυμορφισμών σε ολόκληρο το γονιδίωμα ενός οργανισμού. Βασίζεται στην τυχαία ενίσχυση DNA με τη χρήση της τεχνικής PCR. Χρησιμοποιώντας μικρά εκκινητικά μόρια (συνήθως μεγέθους 10 βάσεων) και μετά από ενίσχυση των τμημάτων στόχων τους με τη βοήθεια της PCR είναι δυνατό να ελεγχθούν πολλές θέσεις στο γονιδίωμα ταυτόχρονα όσον αφορά την ύπαρξη συντηρημένων ή πολυμορφικών αλληλουχιών. Ο μεγάλος αριθμός των θέσεων και κατ' επέκταση των προϊόντων που προκύπτουν μετά την ενίσχυση μπορεί να οδηγήσει στον εντοπισμό περιοχών που τα άτομα διαφέρουν όσον αφορά το μέγεθος των κλασμάτων των μορίων που έχουν ενισχυθεί. Amplified Fragment Length Polymorphism (AFLP) Η τεχνική αυτή αποτελεί πιο εξελιγμένη μορφή της τεχνικής RAPD και τυπικά μπορεί να ανιχνεύσει μεγαλύτερο αριθμό πολυμορφισμών σε κάθε αντίδραση σε σύγκριση με την ανάλυση RAPD και RFLP. Βασίζεται στη ταυτόχρονη κοπή γενωμικού DNA με τη χρήση δύο περιοριστικών ενζύμων ένα εκ των οποίων κόβει πιο συχνά το γενωμικό υλικό και το άλλο πιο σπάνια. Τα προϊόντα-κλάσματα που προκύπτουν μετά την κοπή συνδέονται με ειδικά μόρια προσαρμογής και τα αποτελέσματα απεικονίζονται σε πήκτωμα μετά από ηλεκτροφόρηση. Η ύπαρξη πολυμορφισμού ανιχνεύεται με την εμφάνιση στο πήκτωμα διαφορετικών ζωνώσεων. Επειδή, όμως ο αριθμός των ζωνών που εμφανίζονται στο πήκτωμα ταυτόχρονα είναι μεγάλος τα αποτελέσματα που λαμβάνονται συνήθως δεν είναι αξιόπιστα διότι μια ζώνη δεν μπορεί να διαχωρίσει τα διαφορετικά αλληλόμορφα που προέρχονται από τον ίδιο γενετικό τόπο. Αλλοένζυμα Το αλλοένζυμο είναι μια από τις δύο ή περισσότερες μορφές ενζύμου που κωδικοποιούνται από τον ίδιο γενετικό τόπο. Τα μόρια αυτά είναι δυνατόν να προσδιοριστούν σε πήκτωμα με ηλεκτροφόρηση κατά την οποία οι διαφορετικές μορφές του ίδιου ενζύμου χωρίζονται λόγω της διαφορετικής κινητικότητας που παρουσιάζουν στο πήκτωμα. Τα αλλοένζυμα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον 26
29 προσδιορισμό παραμέτρων όπως είναι ο βαθμός ετεροζυγωτίας μεταξύ πληθυσμών ενός είδους ή ο αριθμός των αλληλομόρφων ανά γονιδιακό τόπο. Τα αλλοένζυμα έχουν ισχυρή επίδραση σε φαινοτυπικούς χαρακτήρες οι οποίοι είναι δυνατό να υπόκεινται συχνά σε επιλεκτικές πιέσεις καθώς όμως εξελίσσονται αρκετά αργά είναι δυνατό να μη διακρίνουν γενετικές διαφορές μεταξύ των ατόμων ενός πληθυσμού ενός είδους αλλά και μεταξύ ατόμων συγγενικών ειδών (Black et al, 1992: Cognato et al., 1995) DNA Sequencing- Απευθείας Αλληλούχιση DNA Η τεχνική αλληλούχισης του DNA sequencing χρησιμοποιεί αναλυτικές συσκευές και με τη βοήθεια κατάλληλα διαμορφωμένων και αυτοματοποιημένων προγραμμάτων επιτυγχάνεται η ανεύρεση πολυμορφισμών σε συγκεκριμένη περιοχή του γονιδιώματος, ενώ υπάρχει πιθανότητα εντοπισμού και μη γνωστών πολυμορφισμών. Με τη μέθοδο αυτή είναι δύσκολο να αναλυθούν και να διαχωριστούν τα ετερόζυγα άτομα και απαιτείται αλληλούχιση και προς τις δύο κατευθύνσεις του συγκεκριμένου τμήματος του γονιδίου που εξετάζεται προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν τα σφάλματα, ειδικότερα όταν το μήκος του εξεταζόμενου τμήματος είναι σχετικά μεγάλο. Ένζυμα περιορισμού - Restriction Fragment Length Polymorphism (RFLP) a) Southern blotting RFLP Η μέθοδος βασίζεται στη χρήση ενζύμων τα οποία κόβουν το γονιδίωμα σε συγκεκριμένες θέσεις. Για τα τμήματα που προκύπτουν μετά την κοπή χρησιμοποιούνται τμήματα ανιχνευτών (probes) οι οποίοι προσκολλώνται ταυτόχρονα σε πολλές διαφορετικές θέσεις και υβριδοποιούνται με το τμήμα του γονιδίου που αναλύεται για την εύρεση πολυμορφισμών (minisatellites). Η μέθοδος δίνει αρκετά καλά αποτελέσματα καθώς διαχωρίζονται πολύ εύκολα τα ετερόζυγα άτομα. Βασικά μειονεκτήματα της μεθόδου είναι ότι απαιτεί μεγάλες σχετικά ποσότητες γενωμικού DNA περίπου 5 pg, η υβριδοποίηση των ανιχνευτών είναι αρκετά επίπονη εργαστηριακή διαδικασία. Παρ ότι ανιχνεύεται ο πολυμορφισμός του εξεταζόμενου τμήματος του γονιδίου, δεν προσδιορίζεται η ακριβής θέση που εντοπίζεται ο πολυμορφισμός, ενώ για ανιχνευθεί πραγματικά πολυμορφισμός θα 27
30 πρέπει να υπάρχει δημιουργία ή απώλεια μιας θέσεις κοπής του περιοριστικού ενζύμου που χρησιμοποιείται σε σύγκριση με ήδη γνωστή θέση κοπής για το συγκεκριμένο ένζυμο. β) PCR-RFLP Η μέθοδος χαρακτηρίζεται από σχετικά χαμηλό κόστος είναι γρήγορη και δίνει καλά αποτελέσματα διαχωρίζοντας τους ομοζυγώτες από τα ετερόζυγα άτομα. Η PCR- RFPL με τροποποιημένους primers μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον εντοπισμό πολυμορφισμών που δεν δημιουργούν νέες ή προκαλούν απώλεια θέσεων κοπής για τα χρησιμοποιούμενα περιοριστικά ένζυμα. DNA chips/ microarrays Διαφορετικά ολιγονουκλεοτίδια ακινητοποιούνται με μεγάλη πυκνότητα πάνω σε μια γυάλινη ή νάιλον επιφάνεια και πραγματοποιείται υβριδοποίηση σημασμένου δείγματος DNA. Οι συνθήκες της υβριδοποίησης είναι αυστηρές έτσι ώστε να υβριδοποιούνται μόρια που είναι πλήρώς συμπληρωματικά.!! παραπάνω μέθοδος δίνει τη δυνατότητα να εντοπιστεί η ποικιλομορφία ολόκληρου του γονιδιώματος ενός οργανισμού και να αποκαλυφθούν νέοι πολυμορφισμοί. Ωστόσο, ο αριθμός των δειγμάτων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ανεύρεση όσο το δυνατόν περισσότερων πολυμορφισμών είναι μικρός. Οι πληροφορίες των DNA/chips διαβάζονται και επεξεργάζονται από ειδικά αυτοματοποιημένα προγράμματα σε Η/Υ τα οποία αυξάνουν το κόστος της μεθόδου. Single Strand Conformation Polymorphism (SSCP) Η μέθοδος SSCP περιλαμβάνει ηλεκτροφορητικό διαχωρισμό μονόκλωνων αλυσίδων νουκλεϊνικών οξέων. Βασίζεται σε πολύ μικρές διαφορές της αλληλουχίας (ακόμη και διαφορά σε μία βάση), ιδιότητα η οποία τροποποιεί τη δευτεροταγή δομή και επηρεάζει την κινητικότητα των μορίων όταν διαπερνούν μέσα από πήκτωμα κάτω από την επίδραση ηλεκτρικής τάσης (Melcher, 2000). Η μέθοδος αυτή περιλαμβάνει την χρήση καταλλήλων αποδιατακτικών πηκτωμάτων πολυακρυλαμίδης τα οποία υπόκεινται σε ειδική χρώση. Η χρώση περιλαμβάνει είτε προσθήκη ραδιενεργών είτε χρώση με νιτρικό άργυρο. 28
31 Ovis aries Συστηματική κατάταξη Βασίλειο: Animalia Φύλο: Chordata Υπο-ομοταξία: Theriiformes Υπερφύλο: Deuterostomia Υπόφυλο: Vertabrata Κλάση: Mammalia Τάξη: Artiodactyla Οικογένεια: Bovidae Υποοικογένεια: Caprinae Υπερτάξη: Ungulata Γένος: Είδος: Ovis Ovis aries 29
32 στορία Τα πρόβατα είναι από τα πρώτα ζώα που εξημερώθηκαν από τον άνθρωπο, γεγονός που υπολογίζεται ότι έλαβε χώρα μεταξύ χρόνια πριν στην Μεσοποταμία. Σήμερα ελάχιστοι πληθυσμοί άγριων προβάτων υπάρχουν και εντοπίζονται κατ αποκλειστικότητα σε περιοχές που δεν ευνοούν την αρπαγή (συνήθως νησιά). Αρχικά τα ζώα αυτά χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για παραγωγή γάλακτος, κρέατος και δέρματος. Αρχαιολογικές μαρτυρίες από αγάλματα που έχουν βρεθεί στο Ιράν δείχνουν πως η συλλογή μαλλιού άρχισε γύρω στο 6000 π.χ, αν και τα παλιότερα πλεχτά ενδύματα χρονολογούνται χρόνια αργότερα. Εικόνα 11. Θυσία προβάτου και γουρουνιού στη Ρώμη 1ος αιώνας μ.χ. Το οικόσιτο πρόβατο (Ον is aries), το πιο κοινό μέλος της οικογένειας των προβάτων (Ovis), είναι ένα μηρυκαστικό, τετράποδο ζώο, που πιθανότατα κατάγεται από τα άγρια πρόβατα mouflon της Νότιας και Νοτιοδυτικής Ασίας. Τα πρόβατα έχουν συνδεθεί με πολλούς πολιτισμούς, κυρίως στη Βρετανία και τη Μεσόγειο, όπου αποτελούν το πιο κοινό αντικείμενο της κτηνοτροφίας. Σήμερα τα πρόβατα αποτελούν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της Παγκόσμιας Γεωργικής Οικονομίας και ο πληθυσμός τους υπολογίζεται γύρω στο ένα δισεκατομμύριο! Φ» σική περιγραφή Ανάλογα με την ηλικία και το φύλο τους, μέχρι δυο μηνών ονομάζονται αρνιά, μέχρι ενός έτους ζυγούρια, ενώ τα ώριμα αρσενικά κριάρια και προβατίνες τα θηλυκά. 30
33 Έχουν μέτριο μέγεθος που καλύπτεται από πυκνό τρίχωμα, απαλό στην αφή, σγουρό ή ίσιο, μακρύ ή κοντό, λευκό, μαύρο, καστανό ή γκρίζο. Ζουν 10 έως 14 χρόνια, ανάλογα με τις συνθήκες διαβίωσής τους. διατροφικές συνήθειες Τρέφονται με νωπά και ξερά χόρτα, τα οποία καταπίνουν σχεδόν αμάσητα, ώστε να εξασφαλιστούν κατά τη διάρκεια της ημερήσιας βοσκής οι μεγάλες ποσότητες τροφής που απαιτούν - αργότερα όταν αναπαύονται, η τροφή επανέρχεται στο στόμα και αναμασάτε. Αναπαραγωγή Τα πρόβατα είναι πολυγαμικά ζώα και ακολουθούν παρόμοια αναπαραγωγική στρατηγική με άλλα ζώα που ζουν σε κοπάδια. Ένα κοπάδι από προβατίνες ζευγαρώνει με ένα μόνο κριό, ο οποίος είτε έχει επιλεγεί από τον αγρότη, είτε σε άγρια κοπάδια έχει εγκαθιδρύσει την κυριαρχία του μεταξύ άλλων κριών. Έτσι, στο κοπάδι, σε κάθε κριάρι αντιστοιχούν γύρω στις προβατίνες. Οι περισσότερες προβατίνες αναπαράγονται μόνο μια φορά τον χρόνο, αν και βιολογικά έχουν τη δυνατότητα να γεννούν κάθε 6-7 μήνες. Η εγκυμοσύνη διαρκεί κατά μέσο όρο 150 μέρες. Τα θηλυκά γεννούν 1-2 ή σπανιότερα 3-4 μικρά. Τα πρόβατα ενηλικιώνονται σε 2 χρόνια αν είναι αρσενικά, και σε ένα χρόνο αν είναι θηλυκά. Τα μικρά που προορίζονται για αναπαραγωγή θηλάζουν μέχρι και πέντε μήνες. Αντίθετα, εκείνα που προορίζονται για κρέας, θηλάζουν το πολύ μέχρι ένα μήνα και στη συνέχεια αρχίζει η εντατική εκτροφή τους προκειμένου να αναπτυχθούν όσο το δυνατό γρηγορότερα. προβάτου Η προέλευση του σημερινού οικόσιτου προβάτου (Ovis aries) παραμένει ακόμα αδιευκρίνιστη. Μερικά είδη και υποείδη άγριων προβάτων, η ταξινόμηση των οποίων δεν έχει γίνει ακόμα, έχουν προταθεί ως πρόγονοι των εξελικτικά νεότερων οικόσιτων πρόβατων ή πιστεύεται ότι έχουν συνεισφέρει στη δημιουργία φυλών. 31
34 Αναλύσεις μιτοχονδρικού DNA (S. Hiendleder et al,.1998) υποδεικνύουν ότι τα οικόσιτα πρόβατα προήλθαν από δυο διαφορετικές προγονικές μητρικές πηγές. Η επικρατούσα αντίληψη για την προέλευση των οικόσιτων προβάτων θεωρεί τις περιοχές των Ουραλίων και της Κασπίας θάλασσας ως το κέντρο εξημέρωσης απ οπου το υποείδος Urial (Ο. Vignei) εξαπλώθηκε στην μέση Ανατολή και την Ευρώπη. Μια άλλη γραμμή Εικ.12. Χάρτης της περιοχής της Κασπίας θάλασσας. προέλευσης θεωρείται πως είναι και το υποείδος mouflon το οποίο μεταφέρθηκε στην Ευρώπη και αναμείχθηκε με το υποείδος Urial {Ο. Vignei). O.arfes ί> i O.aneS C? Otnusimont) Ο anes ι 1 Q.mustmon a European domestic ' sheep & mouflon Eik. 13. Φυλογενετικό δέντρο άγριων και οικόσιτων προβάτων. 32
35 Ανοσοποιητικό σύστημα Η είσοδος κάποιου ξένου στοιχείου στον οργανισμό κινητοποιεί ένα εξειδικευμένο σύνολο λειτουργιών που αποσκοπούν στην αναγνώριση, στον περιορισμό ή ακόμα και στην καταστροφή αυτών των στοιχείων που ο οργανισμός θεωρεί "ξένα" (Εικ. 14). Το σύστημα που αναλαμβάνει και εκτελεί την προστασία του οργανισμού από τους "ξένους εισβολείς", ονομάζεται ανοσοποιητικό σύστημα («Immunis» ελεύθερος από φόρους ή φορτία). Lymph Εικ. 14. Βασικά στάδια ανοσοαπάντησης στον άνθρωπο. ΦΜβρο Spleen Long bone {marrow) Medical Education and Research. AH rt*m«reserved. Εί αντίδραση του οργανισμού σε κάθε «ξένη» ή «επικίνδυνη» προς αυτόν ουσία, ονομάζεται ανοσία ή ανοσιακή απάντηση. Στις ξένες αυτές ουσίες περιλαμβάνονται οι παθογόνοι μικροοργανισμοί ή τα προϊόντα τους, τα διάφορα τρόφιμα, οι ποικίλες χημικές ουσίες, τα φάρμακα, η γύρη λουλουδιών, καθώς και το τρίχωμα ζώων. Το σημείο εισόδου, καθώς και ο τύπος του παθογόνου μικροοργανισμού (ενδοκυττάριος, εξωκυττάριος) καθορίζουν, κατά ένα μεγάλο μέρος, τον τύπο της ανοσιακής απάντησης που αναπτύσσεται. Έτσι, όλοι οι ιοί, μερικά βακτήρια και μερικά παράσιτα πολλαπλασιάζονται ενδοκυττάρια, με αποτέλεσμα, το ανοσιακό σύστημα να πρέπει να αναγνωρίσει και στη συνέχεια, να καταστρέψει αυτά τα μολυσμένα κύτταρα. 33
36 ./Μηχανισμοί ανοσίας Οι μηχανισμοί άμυνας περιλαμβάνουν τη φυσική ανοσία, που μεσολαβεί στην αρχική φάση της προστασίας απέναντι στις λοιμώξεις, και την επίκτητη ανοσία, που αναπτύσσεται πιο αργά και μεσολαβεί στο όψιμο στάδιο της άμυνας απέναντι στα μικρόβια. Μη-ειδική ή φυσική. Φυλογενετικά είναι η παλαιότερη και βρίσκεται σε όλους τους πολυκύτταρους οργανισμούς. Αναφέρεται σε όλους εκείνους τους προστατευτικούς παράγοντες που υπάρχουν από τη στιγμή της γέννησης και παραμένουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου. Γενικά, οι παράγοντες που συμμετέχουν στην εκδήλωση της μη-ειδικής ανοσίας είναι οι ακόλουθοι. (α) Φυσικοί φραγμοί, όπως είναι το δέρμα και οι βλεννογόνοι. (β) Διαλυτοί παράγοντες, όπως είναι η λυσοζύμη, το συμπλήρωμα, οι πρωτεΐνες οξείας φάσης (φλεγμονώδης, αντίδραση), χυμικοί μεσολαβητές, οι προσταγλανδίνες, οι υπερπεροξειδάσες, νιτρικό οξύ, λευκοτριένες, ο παράγοντας ενεργοποίησης των αιμοπεταλίων, η ισταμίνη και η σεροτονίνη. (γ) Φαγοκύτταρα (μονοκύτταρα, μακροφάγα, ουδετερόφιλα), κύτταρα φυσικοί φονείς (natural killers, ΝΚ), αιμοπετάλια, ιστιοκύτταρα (tissue mast cells). Ειδική ή επίκτητη. Έχει εμφανιστεί πριν από 400 εκατομμύρια χρόνια και ανευρίσκεται σε όλα τα ανώτερα σπονδυλωτά. Αυτό το σύστημα απουσιάζει από τα ασπόνδυλα αλλά και από τα πρωτόγονα αγναθοστόματα σπονδυλωτά (Klein et al, 1994; Matsunaga et al, 1998). Τα χαρακτηριστικά της ειδικής ανοσίας είναι η ειδικότητα και η μνήμη. Υπάρχουν δυο τύποι επίκτητης ανοσίας, η χυμική και η κυτταρική, στις οποίες μεσολαβούν διαφορετικά μόρια και κύτταρα και παρέχουν την άμυνα κατά εξωκυττάριων και ενδοκυττάριων μικροοργανισμών αντίστοιχα. Στη χυμική ανοσία μεσολαβούν πρωτεΐνες που ονομάζονται αντισώματα τα οποία παράγονται από Β-λεμφοκύτταρα. Η άμυνα κατά ενδοκυττάριων μικροοργανισμών που ζουν και πολλαπλασιάζονται μέσα σε μολυσμένα κύτταρα ονομάζεται κυτταρική ανοσία επειδή μεσολαβούν τα Τ-λεμφοκύτταρα. Η επίκτητη ανοσιακή απάντηση έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που την διακρίνουν από άλλα συστήματα του οργανισμού. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι: α) Ειδικότητα β) Διάκριση μεταξύ «ίδιου» και «ξένου» γ) Μνήμη 34
37 ύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος Τα κύτταρα του ανοσιακού συστήματος προέρχονται από πολυδύναμα προγονικά κύτταρα του μυελού των οστών (Εικ. 15). Διακρίνονται δύο κύριες οδοί διαφοροποίησης: (α) Η λεμφική σειρά που δίνει γένεση στα λεμφοκύτταρα. (β) Η μυελική σειρά που δίνει γένεση στα φαγοκύτταρα, καθώς και σε άλλα κύτταρα. Διακρίνονται τρεις μεγάλες κατηγορίες κυττάρων του ανοσιακού συστήματος. - Λεμφοκύτταρα (Τ, Β, μεγάλα κοκκιώδη κύτταρα). - Φαγοκύτταρα (μονοπύρηνα, πολυμορφοπύρηνα κοκκιοκύτταρα). - Βοηθητικά κύτταρα (σιτευτικά κύτταρα, αιμοπετάλια και ενδοθηλιακά κύτταρα) Cells of the Immune System Stem Cell Εικ.15. Κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος 35
38 .νοσοποιητικό σύστημα και λεμφοκύτταρα Τα λεμφοκύτταρα θεωρούνται τα βασικά κύτταρα της ειδικής ανοσιακής απάντησης και αποτελούν το 20-30% των εμπύρηνων κυττάρων του αίματος. Ο αριθμός τους στον ενήλικα ανέρχεται σε 10. Υπάρχουν δύο βασικές ομάδες λεμφοκυττάρων: Τα Β- λεμφοκύτταρα ή Β-κύτταρα, τα οποία όταν ενεργοποιηθούν διαφοροποιούνται σε Ενκ.16. Β-λεμφοκύτταρο. πλασματοκύτταρα που εκκρίνουν ανοσοσφαιρίνες ή αντισώματα (Εικ. 16). Τα Τ-λεμφοκύτταρα ή Τ-κύτταρα, τα οποία όταν ενεργοποιηθούν διαφοροποιούνται σε κυτταροτοξικά Τ-λεμφοκύτταρα ή σε βοηθητικά Τ-λεμφοκύτταρα (Εικ. 17). Τ- λεμφοκύτταρα Τα Τ-λεμφοκυτταρα για να αναγνωρίσουν έναν επίτοπο θα πρέπει να έχει προηγηθεί επεξεργασία του αντιγόνου από ένα αντιγονοπαρουσιαστικό κύτταρο (APC) Επίτοπος ή αντιγονικός καθοριστής ονομάζεται η ανοσοδραστική περιοχή του αντιγονικού μορίου που έχει την ικανότητα να συνδέεται με τα κυκλοφορούντα αντισώματα, τις επιφανειακές ανοσοσφαιρίνες των Β- λεμφοκυττάρων ή τον υποδοχέα του «επεξεργασμένος» επίτοπος συνδέεται με Εικ. 17. Τ-λεμφοκύτταρο. Τ-λεμφοκυττάρου. Στη συνέχεια, ο ένα αντιγόνο ιστοσυμβατότητας και, τελικά, το σύμπλεγμα αυτό εκφράζεται στην επιφάνεια των αντιγονοπαρουσιαστικών κυττάρων (APC). 36
39 ιστοσυμβατότητας (MHC) Σε όλα σχεδόν τα σπονδυλωτά, τα οποία έχουν έως σήμερα μελετηθεί (και ιδίως στα θηλαστικά, συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου) έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη μιας στενά συνδεδεμένης ομάδας γονιδίων, τα προϊόντα της οποίας σχετίζονται με την κυτταρική αναγνώριση και με την διάκριση των αυτό- και άλλο- αντιγόνων. Η ομάδα αυτή των γονιδίων, που είναι σε μεγάλο βαθμό πολυμορφικά, καλείται μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας (Major Histocompatibility Complex, MHC). Τα αντιγόνα αυτά ονομάστηκαν έτσι, επειδή, αναφέρονται στις πρωτεΐνες που κωδικοποιούνται από τα γονίδια του MHC και εκφράζονται στην επιφάνεια της κυτταρικής μεμβράνης των λευκοκυττάρων. Τα πρωτεϊνικά αντιγόνα των μικροοργανισμών που εισέρχονται στον οργανισμό προσλαμβάνονται από επαγγελματικά APC και συγκεντρώνονται στα περιφερικά λεμφικά όργανα, όπου και ξεκινούν οι ανοσοαπαντήσεις. Ο βιολογικός ρόλος του μείζονος συμπλέγματος ιστοσυμβατότητας είναι η παρουσίαση πεπτιδίων στα Τ-λεμφοκύτταρα (Εικ. 18). (Klein, 1986) Με τον τρόπο αυτό, τα MHC-μόρια συμβάλλουν στην: 1. Εναρξη της ειδικής ανοσιακής απάντησης έναντι διαφόρων παθογόνων μικροοργανισμών. 2. Ωρίμανση των Τ-λεμφοκυττάρων κατά την διαφοροποίησή τους στο θύμο. Εικ. 18. Ένα αντιγονοπαρουσιαστικό κύτταρο (APC) το οποίο παρουσιάζει τμήμα του αντιγόνου που έχει επεξεργαστεί στο Τ- λεμφοκύτταρο. 37
40 Επιπλέον τα γονίδια MHC σχετίζονται και με άλλες λειτουργίες εκτός από της ανοσοαπόκρισης, όπως οι αλληλεπιδράσεις με τον υποδοχέα της τρανσφερίνης (TFR.), με τον επιδερμικό αυξητικό παράγοντα (EGF) και διάφορους υποδοχείς ορμονών (πχ ινσουλίνης), καθώς και τη μεταγωγή σήματος. (Phillips et al 1986; Schreiber et al 1984, Fehlmann et al, 1985) Με τον τρόπο αυτό, τα μόρια MHC συμβάλλουν στην έναρξη της ειδικής ανοσιακής απάντησης έναντι διαφόρων παθογόνων μικροοργανισμών και στην ωρίμανση των Τ- λεμφοκυττάρων κατά την διαφοροποίησή τους στο θύμο. Το νοηματικό περιεχόμενο του MHC προσδιορίζεται ως εξής: Μείζον διότι, σε αντίθεση με τα ελάσσονα συστήματα ιστοσυμβατότητας (minor Histocompatibility loci, mh), είναι πολύ σημαντικό για την ταχεία ή μη απόρριψη μοσχευμάτων και την δημιουργία μεγάλου αριθμού κυτταροτοξικών αντισωμάτων. Σύμπλεγμα επειδή αποτελείται από πολλούς γενετικούς τόπους που είναι στενά συνδεδεμένοι μεταξύ τους και κληρονομούνται σαν σύνολο ( en block ). Ιστοσυμβατότητα γιατί η μελέτη τους αφορούσε, τουλάχιστον στα αρχικά στάδια των ερευνών, τη σημασία της ιστοσυμβατότητας στις μεταμοσχεύσεις οργάνων. Οργάνωση του MHC To MHC αποτελείται από λειτουργικά γονίδια και ψευδογονίδια, τα οποία οργανώνονται σε τρία μεγάλα αθροίσματα με κατεύθυνση από το κεντρομερές προς το τελομερές ως εξής: τάξης II, III και I (Εικ.19). Κάθε ένα από αυτά τα αθροίσματα που με τη σειρά του φέρει πολλαπλά αλληλόμορφα παρεμβαίνει σε πολλούς γονιδιακούς τόπους. DP DM DQ DR MHC ρ α up L\IP TAP ρ α ρ ρ u Β C Λ -00!H1 fill- IJH&fr- II I τάξης 11 τάξης 111 τάξης I Εικ. 19. Χρωμοσομική οργάνωση του MHC 38
41 Τα μόρια MHC τάξης I και II είναι μεμβρανικές πρωτεΐνες η καθεμία από τις οποίες περιέχει μια αύλακα σύνδεσης του πεπτιδίου στο αμινοτελικό άκρο της και διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη δομή, την εξειδίκευση δέσμευσης πεπτιδίων και τον τύπο των Τ κυττάρων που ενεργοποιούν (Rothbard and Gefter, 1991). Οι εξωκυτταρικές πρωτεΐνες που μεταφέρονται στο εσωτερικό των επαγγελματικών APCs μέσα σε κυστίδια, υπόκεινται σε επεξεργασία και παρουσιάζονται από μόρια MHC τάξης II τα οποία κωδικοποιούν πεπτίδια που παρουσιάζουν τα ξένα αντιγόνα στα βοηθητικά Τ κύτταρα (εικόνα 22) (Miller et al, 1997). Αντίθετα οι πρωτεΐνες του κυτοσολίου των εμπύρηνων κυττάρων υπόκεινται σε επεξεργασία και παρουσιάζονται από μόρια MHC τάξης I τα οποία κωδικοποιούν πεπτίδια που παρουσιάζουν ενδοκυτταρικά παθογόνα στα κυτταροτοξικά Τ κύτταρα. (Messaoudi et al, 2002). MHC τάξης I Κάθε μόριο MHC τάξης I αποτελείται από δύο πολυπεπτιδικές αλυσίδες μια γλυκοσυλιωμένη βαριά αλυσίδα, την α αλυσίδα, που διαπερνά την κυτταρική μεμβράνη κ μια ελαφρά αλυσίδα, την β2-μικροσφαιρίνη (β2 microglobulin, ή β2ηι) (Grimholt et al, 2003) (Εικ. 20) Στην α αλυσίδα διακρίνεται ένα εξωκυττάριο υδρόφιλο τμήμα με τρία τμήματα (αΐ, α2, α3), ένα διαμεμβρανικό, και ένα ενδοκυττάριο, αποτελούμενο από το υδρόφιλο καρβοξυ-τελικό άκρο (C-τελικό άκρο) μήκους περίπου 30 αμινοξέων. Η β2-πι συνδέεται με μη ομοιοπολικό δεσμό με το α3 πεδίο, ενώ παράλληλα το α3 πεδίο και η β2-ηι παρουσιάζουν δομική ομοιότητα με τις σταθερές περιοχές των ανοσοσφαιρινών. Τα μη κλασσικά μόρια τάξης I είναι περισσότερα σε αριθμό, εμφανίζουν μεγαλύτερη ποικιλομορφία και είναι σημαντικά για την ενεργοποίηση εξειδικευμένων Τ κυττάρων (Edwards and Hedrick,) MHC τάξης II Τα μόρια MHC τάξης II αποτελούνται από μια βαριά γλυκοπρωτεϊνική αλυσίδα α (MB daltons) και μια ελαφρά γλυκοπρωτεϊνική αλυσίδα β (MB daltons) (McConnell et al,. 1998) (Εικ. 21) Οι δύο αλυσίδες συνδέονται μη ομοιοπολικά μεταξύ τους και σχηματίζουν ένα αμινοτελικό εξωκυττάριο τμήμα, που αντιπροσωπεύει περίπου τα δύο τρίτα της κάθε αλυσίδας, ένα διαμεμβρανικό τμήμα μήκους 30 περίπου αμινοξέων και ένα μικρό καρβοξυ-τελικό ενδοκυττάριο τμήμα. 39
42 A loantigenic sites Eik. 20. Δομή και οργάνωση των μορίων MHC τάξης I ΝΗ2 NHj Εικ.21. Δομή και οργάνωση των μορίων MHC τάξης II 40
43 MHC class l-peptide Endocytosed antigens MHC class ll-peptide Plasma Mem bra rv Virus Protein Endosome Proteasome Antigenic Peptides Peptide Fragments Vesicle MHC Class II HLA-DM Compartment Cytosol Endoplasmic Reticulum Invariant Chain Cytosol Nucleus Class I Εικ.22. Επεξεργασία των πρωτεϊνικών αντιγόνων. Οι πρωτεΐνες του κυτοσολίου υπόκεινται σε επεξεργασία και παρουσιάζονται από μόρια MHC τάξης I (αριστερά), ενώ οι εξωκυτταρικές πρωτεΐνες υπόκεινται σε επεξεργασία και παρουσιάζονται από μόρια MHC τάξης II (δεξιά), 41
44 Η προέλευση του εκτεταμένου πολυμορφισμού του MHC αποτελεί αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης. Οι γενετικοί μηχανισμοί οι οποίοι ευθύνονται για την δημιουργία του καθώς και οι επιλεκτικές δυνάμεις οι οποίες ευθύνονται για την διατήρησή του παραμένουν ακόμα αντικείμενο έρευνας. Η υπόθεση της εξέλιξης διαμέσω των ειδών (trans species evolution) προτείνει ότι, ο υψηλού βαθμός πολυμορφισμός ο οποίος παρατηρείται στα σύγχρονα είδη είναι αποτέλεσμα διαφοροποίησης των αλληλομόρφων γονιδίων. Η διαφοροποίηση αυτή πραγματοποιήθηκε στα αρχέγονα είδη και διατηρήθηκε για εκατομμύρια χρόνια (μέσω της επιλογής ή, όπως αρχικά προτάθηκε, μέσω τυχαίας γενετικής μεταστροφής) με μικρή διαφοροποίηση μετά τον σχηματισμό των νέων ειδών. Ωστόσο, αυτή η υπόθεση προσπαθεί να εξηγήσει την προέλευση του πολυμορφισμού πριν από πολλά εκατομμύρια χρόνια, χωρίς όμως να ερμηνεύει την προέλευσή του. Ο πολυμορφισμός του MHC καθιστά δυνατή την αντιμετώπιση μεγάλου εύρους παθογόνων μικροοργανισμών, τα οποία απειλούν τον οργανισμό. Ευθύνεται για την ειδικότητα της αναγνώρισης του αντιγόνου από τα CD4+ Τ-λεμφοκύτταρα, καθώς και για την παρατηρούμενη ποικιλία στον τρόπο ανοσιακής απάντησης διαφόρων ατόμων που εκτίθενται στα ίδια αντιγόνα. Έτσι, ο πολυμορφισμός του MHC μπορεί να συμμετέχει στην επιδεκτικότητα του ατόμου σε διάφορες ασθένειες. Οι περισσότερες μελέτες σε φυσικούς πληθυσμούς θηλαστικών μέχρι τώρα έχουν δείξει υψηλά επίπεδα ποικίλο μορφιάς στο MHC. Λίγες είναι οι περιπτώσεις φυσικών πληθυσμών όπου η ποικιλομορφία του MHC είναι χαμηλή. Τις περισσότερες φορές αυτό οφείλεται στο φαινόμενο της στενωπού που προκαλείται είτε λόγω κυνηγετικών πιέσεων, είτε λόγω παρασιτικών μολύνσεων, είτε μετά από μαζικές εξαφανίσεις είτε σε πληθυσμούς όπου υπάρχει μειωμένη γονιδιακή ροή π.χ. νησιά. (Bellocq et al., 2005) Χαρακτηριστικά παραδείγματα πληθυσμών με χαμηλή ποικιλομορφία του MHC αποτελούν το παμμικτικό είδος της φώκιας Mirounga angustirostris που αποτελούσε είδος προς εξαφάνιση μέχρι τον 19 αιώνα (Stewart et al., 2000, Weber et al., 2004) η αντιλόπη Damaliscus pygarus της Νότιας Αφρικής (Van der wait et al., 2001) το τρωκτικό Hypogeomys antimena (Sommer et al., 2001) καθώς και πληθυσμοί του Σουηδικού ζαρκαδιού A. Alces (Ellegren et al., 1996). 42
45 μασία του πολυμορφισμού του MHC Ο MHC-πολυμορφισμός καθιστά δυνατή την αντιμετώπιση μεγάλου εύρους παθογόνων μικροοργανισμών, τα οποία απειλούν τον οργανισμό. Ευθύνεται για την ειδικότητα της αναγνώρισης του αντιγόνου από τα CD4+ Τ- λεμφοκύτταρα, καθώς και για την παρατηρούμενη ποικιλία στον τρόπο ανοσιακής απάντησης διαφόρων ατόμων που εκτίθενται στα ίδια αντιγόνα. Έτσι, ο MHC-πολυμορφισμός μπορεί να συμμετέχει στην επιδεκτικότητα του ατόμου σε διάφορες ασθένειες (πίνακας 1). Παράδειγμα! Παρατηρήθηκε ότι στη Δυτική Αφρική, όπου ενδημεί (μόνιμα αυξημένη συχνότητα της νόσου στην περιοχή) η ελονοσία (malaria), αρκετά άτομα δεν προσβάλλονται από την νόσο. Βρέθηκε ότι τα άτομα αυτά έχουν το MHC-B53 αλληλόμορφο γονίδιο, το οποίο έχει συσχετιστεί με προστασία έναντι της ελονοσίας. Αυξάνει την ποικιλία και των αριθμό των αντιγονικών πεπτιδίων που παρουσιάζονται από τα MHC αντιγόνα. Η ύπαρξη τόσο μεγάλου πολυμορφισμού έχει ως αποτέλεσμα την μείωση της πιθανότητας ανεύρεσης μη συγγενών ατόμων, πλήρως MHC-συμβατών με τον υποψήφιο για μεταμόσχευση λήπτη (περίπου 1: ή μικρότερη). σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας (MHC) στον άνθρωπο Στα θηλαστικά η οικογένεια των γονιδίων του MHC διακρίνεται σε τρεις κύριες υποοικογένεις: τα γονίδια τάξης I (HLA-A, HLA-B, HLA-C), τα γονίδια τάξης II (DP, DQ και DR) και το γονίδια της τάξης III To MHC στον άνθρωπο αναφέρεται ως Η-2, ύστερα από πρόταση του Jean Dausset (βραβείο Nobel 1981), ως ανθρώπινα λευκοκυτταρικά αντιγόνα (Human Leucocyte Antigen, HLA).To μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας του ανθρώπου είναι ένα πολύμορφο γενετικό σύστημα αποτελούμενο από περίπου 200 μη ομοιόμορφα κατανεμημένα γονίδια. Χαρτογραφείται στο βραχύ σκέλος (ρ) του χρωμοσώματος 6 σε απόσταση 17cM από το κεντρομερίδιο. Το σύστημα αυτό αντιπροσωπεύει το 1/1000 της όλης γενετικής πληροφορίας του ανθρώπου και καταλαμβάνει έκταση η οποία κυμαίνεται από
46 Mbp (mega basis pair) έως 4 Mbp (αντιστοιχεί στο μέγεθος του γενώματος της E.coli) ή Kb και αντιπροσωπεύει ένα από τα πλέον καλά μελετημένα βιολογικά συστήματα. Εικ.23 Ε[ θέση των MHC στο ανθρώπινο χρωμόσωμα 6. Ασθένεια Θυρεοϊδίτιδα Hashimoto Ρευματοϊδής αρθρίτιδα Σύνδρομο Goodpasture Σκλήρυνση κατά πλάκας Αγκυλοποιητική σπονδυλοαρθρίτιδα Ψωρίαση Μυασθένεια Gravis MHC-αλληλόμορφο DR5 DR4 DR2 DR2 Β27 C6 Β8 Πίνακας 1. Παραδείγματα συσχέτισης MHC-μορίων στον άνθρωπο με διάφορες ασθένειες. 44
47 ίεξέλιξη του Μείζονος Συμπλέγματος Ιστοσυμβατότητας (MHC) To MHC θεωρείται ότι εξελίχθηκε ακολουθώντας διπλασιασμό των γονιδίων βασικών λειτουργιών σε κάποια χρονική περίοδο που εντοπίζεται μετά τον διαχωρισμό από τα αγναθοστόματα σπονδυλωτά. Ο διπλασιασμός πιθανόν να επέτρεψε στο ένα γονίδιο να διατηρήσει τη βασική του λειτουργία και το άλλο να διαφοροποιηθεί (Kasahara et al, 1996; Kasahara, Nakaya et al, 1996). Δεν έχει προσδιοριστεί σαφώς μέχρι σήμερα ποια τάξη του MHC εξελίχθηκε πριν από την άλλη. Ενώ, λοιπόν, αναφέρεται ότι η τάξη II εξελίχθηκε πρώτη, υπάρχει και η αντίθετη άποψη που υποστηρίζει ότι η τάξη I δημιουργήθηκε πρώτη ως αποτέλεσμα ανασυνδυασμού μεταξύ μιας καρβοξυτελικής περιοχής που μοιάζει με ανοσοσφαιρίνη και της περιοχής πρόσδεσης πεπτιδίου μιας HSP70 πρωτεΐνης. (Flajnik et al, 1991) Μια φυλογενετική ανάλυση υποδεικνύει τη σχέση μεταξύ της α αλυσίδας της τάξης II του MHC και της β2 μικροσφαιρίνης και μεταξύ της β αλυσίδας της τάξης II του MHC και της α αλυσίδας της τάξης I. Τα περισσότερα στοιχεία συνηγορούν υπέρ της υπόθεσης ότι το αρχέγονο μόριο MHC είχε μια δομή που προσομοιάζει με τα μόρια της τάξης II και από αυτά δημιουργήθηκαν στη συνέχεια τα μόρια της τάξης I (Hughes & Nei 1993). Οι περισσότερες ενδείξεις υποστηρίζουν την υπόθεση ότι το προγονικό μόριο MHC είχε δομή όμοια με αυτή του μορίου τάξης II και από αυτό προήλθαν τα μόρια του MHC τάξης I. (Hughes & Nei, 1993' Lawlor et al., 1990' Klein et al., 1993) To επίκτητο ανοσοποιητικό σύστημα φαίνεται να εξελίσσεται από τα πιο πρωτόγονα γναθοστόματα σπονδυλωτά, δηλ., τους χονδριχθύες (καρχαρίες, σαλάχια) προς τα πάνω, αν και διάφορα είδη, συμπεριλαμβανομένων των φυτών και των ασπόνδυλων έχουν γονίδια ιστοσυμβατότητας και γονίδια ορθόλογα με το MHC. To MHC σαν οργανωμένη μονάδα προκύπτει με την ειδογένεση των γναθοστόματων σπονδυλωτών (Kelley et al., 2004). Τα αλληλόμορφα του MHC φαίνεται ότι έχουν υψηλό ρυθμό σύνθεσης και αποικοδόμησης (turn over). Η έλλειψη αντιστοιχίας αλληλόμορφων του MHC, μεταξύ του ανθρώπου και χιμπατζή, καθώς και ο εξελικτικός διαχωρισμός που συνέβη 5 εκατομμύρια χρόνια πριν, δείχνει ότι τα αλληλόμορφα του MHC II υφίστανται συνεχώς τροποποιήσεις κατά την διάρκεια της εξέλιξης των ειδών.(parham et al., 1996) 45
48 ίλίείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας (MHC) του προβάτου To MHC του προβάτου ανακαλύφθηκε 30 χρόνια πριν μέσω από ορολογικών μελετών σε λεμφοκύτταρα και αντιγόνα των προβάτων (Millot et al., 1978) και απο τότε αναφέρεται ως Ovar-MHC (Ovis aries). To Ovar-MHC έχει μελετηθεί ελάχιστα σε σχέση το MHC άλλων θηλαστικών για παράδειγμα στον άνθρωπο ή στο ποντίκι που έχουν μελετηθεί εκτενώς. (Deverson et al., 1991, Kostia et al., 1998) Παρ όλα αυτά, η γενική δομή του Μείζονος Συμπλέγματος Ιστοσυμβατότητας (MHC) των προβάτων είναι ίδια συγκρινόμενη με τα άλλα θηλαστικά και παρουσιάζεται αρκετά συντηρημένη συμπεριλαμβανομένων τριών κύριων τάξεων (I, II, III) με διαφορετικό λειτουργικό ρόλο η κάθε μια. (Amills et al., 1998). Τα γονίδια τάξης II και III είναι ορθόλογα, έχουν προέλθει από κοινό πρόγονο χωρίς να έχουν υποβληθεί σε γονιδιακές ανακατατάξεις (εκτός των μηρυκαστικών) με αποτέλεσμα η γονιδιακή τους διάταξη να έχει συντηρηθεί. Στα μηρυκαστικά τα γονίδια τάξης II διαιρούνται σε δύο υποπεριοχές, "α" και "b", που χωρίζονται μεταξύ τους από μια περιοχή τουλάχιστον 15cM. (Andersson et al., 1988, Van eijk et al., 1995) Αντιθέτως τα γονίδια τάξης I είναι παράλογα, έχουν προέλθει από διπλασιασμό και έχουν υποστεί ανακατατάξεις αρκετές φορές. ( Kelley et al., 2005) Ο γενετικός τόπος του MHC στα πρόβατα εντοπίζεται στο χρωμόσωμα 20 και τα γονίδια αυτά έχουν παρόμοια δομή με τα γονίδια του MHC του ανθρώπου. (Εικ. 24) (Scott et al., 1987) Chromosome 20 Class II b Class II a Class III Class 1 DYA, DYB DRA DQA1 C4A, C4B OLA A DNA, DOB DRB1 DQA2 CYP21 OLAB DMA. DMB DRB2 DQB1 C2, Bf OLA C? DRB3 DQB2 TNF OLA D? DRB4 HSP70 Εικ. 24. Η δομή του MHC 46
49 Τα γονίδια τάξης I περιλαμβάνουν κλασικά και μη κλασικά γονίδια. Τα κλασικά γονίδια είναι μέλη της υπεροικογένειας των ανοσοσφαιρινών και σχετίζονται με την παρουσίαση των πεπτιδίων (τα οποία προέρχονται από ενδοκυτταρικές πρωτεΐνες και μικροοργανισμούς) στα CD+8 κυτταροτοξικά Τ- λεμφοκύτταρα. Έχει βρεθεί επιπλέον πως τα γονίδια αυτά σχετίζονται και με τα φυσικά κυτταροκτόνα κύτταρα (ΝΚ) για να εμποδίσουν την κυτταρική λύση που προκαλούν τα ΝΚ. (Reybum et al., 1997) Τα μη κλασικά γονίδια σχετίζονταιι και αυτά με την ανοσιακή απάντηση και ιδιαίτερα με την αναγνώριση των ΝΚ κυττάρων υπό συγκεκριμένες συνθήκες. (Lee et al,. 1998) Τα γονίδια τάξης I περιλαμβάνουν τους γονιδιακούς τόπους OLA-A και OLA-B (εικ.24), και επιπλέον υπάρχουν ενδείξεις για την ύπαρξη δυο ακόμα γενετικών τόπων OLA- C και OLA- D. (Dukkipati et al.,2007) Τα γονίδια τάξης II είναι επίσης μέλη της υπεροικογένειας των ανοσφαιρινών, σχετίζονται με την παρουσίαση των αντιγονικών πεπτιδίων (τα οποία προέρχονται από εξωκυτταρικές πρωτεΐνες και μικροοργανισμούς) στα CD+4 βοηθητικά Τ- λεμφοκύτταρα. Ανάμεσα από τις τρεις περιοχές του MHC τα γονίδια τάξης II είναι αυτά που έχουν μελετηθεί σε μεγαλύτερο βαθμό. Τα γονίδια αυτά έχουν ταξινομηθεί σε διάφορες οικογένειες όπως και στον άνθρωπο και περιλαμβάνουν τα γονίδια DQ, DP, DR και άλλα. (Hein et al,. 1997) Η ύπαρξη των γονιδίων DQ περιγράφτηκε για πρώτη φορά με χρήση της ανάλυσης Southern blot χρησιμοποιώντας ομόλογους ανιχνευτές για τις περιοχές HLA DQA/B (Chardon et al. 1985; Scott et al. 1987). Πρόσφατες μελέτες στα γονίδια της τάξης II έδειξαν πως τα πρόβατα έχουν γονίδια DQ και DR δεν έχουν όμως τα γονίδια DP. (Dukkipati et al., 2007). Τα γονίδια τάξης II διαιρούνται σε δυο υποκατηγορίες: στα γονίδια της τάξης Ila και στα γονίδια τάξης lib. Η Ila υποπεριοχή περιέχει τα γονίδια DQ και DR, ενώ η υποπεριοχή lib περιέχει γονίδια όπως DY (Wright et al., 1994), DM (Schwaiger et al., 1996) και DN/DO (Wright et al., 1995,1996). Στον γενετικό τόπο του MHC II τα γονίδια DR παρουσιάζουν ιδιαίτερα μεγάλο πολυμορφισμό και τα μόρια II που κωδικοποιούνται από τα γονίδια αυτά βρίσκονται σε μεγαλύτερη συγκέντρωση στην επιφάνεια των μακροφάγων και των Β λεμβοκυττάρων σε σχέση με τα μόρια DQ (Outteridge et al., 1996 Amills et al., 1998). Στην περιοχή Ila υπάρχει ένα γονίδιο DRA, τέσσερα γονίδια DRB, δυο γονίδια DQA (DQA1 και DQA2) και δυο γονίδια DQB (DQB1 και DQB2). Το ένα και μοναδικό γονίδιο DRA (εικ.24) είναι ομόλογο με το ανθώπινο γονίδιο DRA 47
50 (Dukipatti et al., 2007) Από όλα τα γονίδια του MHC τα γονίδια DRB είναι εκείνα που παρουσιάζουν τον μεγαλύτερο πολυμορφισμό. Υπάρχουν τέσσερα γονίδια DRB τα DRB1, DRB2, DRB3 και DRB4). To DRB1 παρουσιάζεται ως λειτουργικό γονίδιο που μεταγράφεται και μεταφράζεται, ενώ τα άλλα τρία γονίδια είναι ψευδογονίδια. (Schwaiger et ah, 1996, Dukipatti et ah, 2007) Τα γονίδια τάξης II εκτός από τα DR περιλαμβάνουν και DQ γονίδια. Σύμφωνα με τον γενωμικό χάρτη που προτάθηκε από τους Wright και Ballingall (1994) υπάρχουν δύο DQ γενετικοί τόποι που απέχουν μεταξύ τους 22kb όπου ο πρώτος περιλαμβάνει ένα DQA1 και DQB1 γονίδιο και ο δεύτερος περιλαμβάνει ένα DQA2 και ένα DQB2 γονίδιο (εικ.25). Τα γονίδια DQA1 και DQA2 απέχουν 33 kb (Wright and Ballingall, 1994). Μέσα στο μόριο DQ και η α αλυσίδα και η β αλυσίδα φέρουν τους πολυμορφισμούς που καθορίζουν τις δεσμευτικές ιδιότητες των πεπτιδίων, καταλήγοντας σε τέσσερα διαφορετικά μόρια (2 γονίδια DQA και 2 γονίδια DQB). Η καταγραφή αυτών των πολυμορφισμών γίνεται συνήθως για τη μεταμόσχευση μυελών των οστών (Hughes & Nei, 1990). Μελέτες (RFLP) έχουν ταυτοποιήσει επτά αλληλόμορφα (εκ των οποίων το ένα είναι μη λειτουργικό) στο γονίδιο DQA1 και δεκαέξι αλληλόμορφα στο γονίδιο DQA2 που έχουν αλληλουχηθεί (Wright and Ballingall, 1994; Escayg et ah, 1996). Τεχνικές ανάλυσης αλληλουχίας έχουν αποκαλύψει την πλήρη αλληλούχιση των εννέα DQA1 και δέκα DQA2 γονιδίων γεγονός που δηλώνει πως ο πολυμορφισμός στα γονίδια DQA δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί. (Snibson et ah, 1998; Zhou and Hickford, 2001). Ανάλυση σύνδεσης στους γενετικούς τόπους Ovar-DQAl, DQA2, DQB1, DQB2 και DRA δεν έχει δείξει ανασυνδυασμούς μεταξύ των γονιδίων DQA και DQB. (Escayg et ah, 1996) Η ταυτοποίηση των ανασυνδυασμένων απλοτύπων στις περιοχές DQA1 και DQA2, προτείνει ότι κάποιος ανασυνδυασμός έχει συμβεί στην 48
51 περιοχή DQA όχι όμως στην περιοχή DQB. (J. G. Η. Hickford et al., 2006) Αυτή είναι η πρώτη αναφορά σχετικά με τους ανασυνδυασμούς που έχουν συμβεί στην περιοχή DQ στο είδος Ovis aries. Ανασυνδυασμοί μεταξύ των γονιδίων του MHC τάξης II έχουν αναφερθεί στον άνθρωπο (Carrington, 1999), στο ποντίκι (Yauk et al., 2003), και στο βόδι (Andersson et al., 1988). Βάσει μελετών που έχουν πραγματοποιηθεί έχει βρεθεί πως σίγουρα έχουν λάβει χώρα ανασυνδυασμοί στο Ovar MHC, αλλά ακόμα δεν έχει διευκρινιστεί πότε αυτές οι αλλαγές συνέβησαν και το γεγονός αυτό οφείλεται είτε στον μικρό αριθμό των γενεών που μελετάται κάθε φορά (1-2 γενιές) είτε στην μικρή απόσταση που χωρίζει τα γονίδια DQA1 και DQA2, απόσταση που μειώνει την πιθανότητα ανασυνδυασμού. Ανάμεσα στα δυο γονίδια αυτό που παρουσιάζει τον μεγαλύτερο πολυμορφισμό είναι το DQA2 (Dukkipati et al., 2007). Η διατήρηση του πολυμορφισμού του DQA1 οφείλεται κυρίως είτε στην υπερκυριαρχία (οι ετεροζυγώτες έχουν τη μεγαλύτερη φαινοτυπική τιμή) είτε στη συχνο-εξαρτώμενη επιλογή των αρχικών αλληλομόρφων και όχι σε ένα μηχανισμό που παράγει νέα αλληλόμορφα με ανασυνδυασμό των ήδη υπαρχόντων αλληλομόρφων (Gyllensten et al., 1989) 49
52 κοπός του πειράματος Ένα από τα σημαντικότερα ερωτήματα της εξελικτικής βιολογίας παραμένει διασάφηση των μηχανισμών φυσικής επιλογής που καθιστούν τα είδη ικανά να προσαρμόζονται σε αλλαγές του περιβάλλοντος μέσω της γενετικής παρέκκλισης, της γονιδιακής ροής και των μεταλλάξεων. Μέχρι σήμερα έχουν βρεθεί αρκετά γονίδια τα οποία μαρτυρούν την δράση της φυσικής επιλογής είτε αυτή είναι η σταθεροποιούσα, η κατευθύνουσα, η διαφοροποιούσα ή ακόμα η συχνω-εξαρτώμενη επιλογή. Οι μηχανισμοί αυτοί δεν είναι εύκολο να μελετηθούν σε επίπεδο DNA σε πολλούς οργανισμούς. Το πρόβλημα αυτό οφείλεται, πρώτον στον δύσκολο προσδιορισμό και εντοπισμό των γονιδίων που είναι κατάλληλα για τέτοιου είδους μελέτης, σε οργανισμούς που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ως πρότυπα μελέτης και δεύτερον στην έλλειψη πληροφοριών που υπάρχουν για την λειτουργία των γονιδίων αυτών. Τα γονίδια του Μείζονος Σύμπλεγματος Ιστοσυμβατότητας (MHC) αποτελούν ιδανικά πρότυπα μελέτης για την επίδραση της φυσικής επιλογής. Τα γονίδια αυτά εκτός από την επίδραση που ασκούν στη φυσική κατάσταση ενός οργανισμού, εκτός από το λειτουργικό τους ρόλο στην ανοσιακή απάντηση, σχετίζονται και με διαδικασίες όπως η βιωσιμότητα, η επιλογή του συντρόφου, η δυναμική του σπέρματος, τα επίπεδα της τεστοστερόνης και παραγωγής ωαρίων και γάλακτος. (Finchet al., 1995, Schantz et al., 1996) Έτσι τα γονίδια του MFIC προσφέρουν αρκετές πληροφορίες και αποτελούν ίσως τα μοναδικά γονίδια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για μελέτες προσαρμογής στο περιβάλλον των φυσικών πληθυσμών διαφόρων ειδών. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη του πολυμορφισμού των γονιδίων DQA1 και DQA2 σε φυσικούς πληθυσμούς προβάτων του είδους Ovis aries από διάφορες περιοχές του ελλαδικού χώρου με τη χρήση μοριακών τεχνικών. Μελετήθηκαν 58 άτομα για το 2 εξώνιο του γονιδίου DQA2 και 82 άτομα για το 2 εξώνιο του γονιδίου DQA1. Για το σκοπό αυτό έγινε σε πρώτο στάδιο σε όλα τα άτομα απομόνωση του πυρηνικού DNA και στη συνέχεια ενίσχυση των παραπάνω γονιδίων με την μέθοδο της Αλυσιδωτής Αντίδρασης Πολυμεράσης. (PCR). Στη συνέχεια για την εύρεση του πολυμορφισμού εφαρμόστηκε η μέθοδος SSCP, η οποία επέτρεψε τον προσδιορισμό των ομόζυγων και ετερόζυγων ατόμων σε κάθε είδος. 50
53 ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ Βιολογικό υλικό-δείγματα Οι ιστοί που χρησιμοποιηθήκαν συλλέχθησαν από διαφορετικά σημεία του σώματος προβάτων, όπως νεφροί μυς, και συκώτι. Επίσης χρησιμοποιήθηκε και βιολογικό υλικό που απομονώθηκε από αίμα. Η συλλογή των δειγμάτων πραγματοποιήθηκε από κυνηγετικούς συλλόγους διαφόρων περιοχών της Ελλάδας (Άρτα, και Τρίκαλα ). Οι ιστοί (εκτός του αίματος για το οποίο χρησιμοποιήθηκε EDTA) τοποθετήθηκαν σε 100% αιθανόλη και διατηρηθήκαν σε θερμοκρασία 4 C μέχρι την εφαρμογή της διαδικασίας της απομόνωσης. 51
54 1. Απομόνωση του DNA Υλικά: Lysis buffer: 50mM Tris-HCl (ph =8,0), loomm EDTA, loomm NaCl, 1%SDS Proteinase K (1 Omg/ml) RNase A, DNase-free Phenol:chloroform:isoamylalcohol (25:24:1) Chloroform:isoamylalcohol (24:1) Isopropanol 100% Ethanol 70%, 95% Μέθοδος 1. Τοποθετούμε mg ιστού τεμαχισμένο σε eppendorf 1,5ml και προσθέτουμε 700μ1 lysis buffer. 2. Προσθέτουμε 35μ1 από 1 Omg/ml πρωτεινάση Κ στο δείγμα και αναδεύουμε. 3. Επωάζουμε στους C overnight υπό ανάδευση. 4. Προσθήκη 15μ1 RNase A 2mg/ml στο δείγμα. Ανακινούμε ελαφρά και επωάζουμε στους 37 C για 2 ώρες, (υδατόλουτρο) 5. Μεταφορά όλου του διαλύματος σε νέο καθαρό eppendorf του 1,5ml. 6. Προσθήκη 0,5 ml χλωροφόρμιοπσοαμυλική αλκοόλη και ανακινούμε ελαφρά. 7. Φυγοκέντρηση στις στροφές για 10min και στη συνέχεια προσεκτική μεταφορά της υπερκείμενης υδατικής φάσης σε καθαρό eppendorf του 1,5 ml. 8. Επανάληψη των βημάτων 6 και Προσθήκη lml παγωμένης ισοπροπανόλης και ανακίνηση. 11. Επώαση των δειγμάτων 20 min σε θερμοκρασία δωματίου. 12. Απομάκρυνση της ισοπροπανόλης, μετά από κατακρήμνιση του DNA με φυγοκέντρηση 20min στους 4 C. 13. Προσθήκη αιθανόλης 70%, ανάδευση και φυγοκέντρηση 20min στους 4 C. 14. Απομάκρυνση της αιθανόλης 75% και προσθήκη αιθανόλης 95%, ανάδευση και φυγοκέντρηση 20min στους 5 C. 52
55 15. Απομάκρυνση της ανθανόλης 95%. Αφήνουμε τα δείγματα ~ lh να αφυδατωθούν στους 37 C. 16. Προσθήκη ΙΟΟμΙ ddh20* * Για καλύτερη επαναδιάλυση του DNA το αφήνουμε στους 50 C overnight. To lysis buffer περιέχει SDS, το οποίο είναι ένα ιονικό απορρυπαντικό και συμβάλλει στη διάσπαση της πυρηνικής μεμβράνης και στην αποδιάταξη των πρωτεϊνών, προστατεύοντας έτσι το DNA από τις νουκλεάσες. Ο ρόλος του χηλικού παράγοντα EDTA στο διάλυμα αυτό είναι η δέσμευση των ιόντων Ca++ και Mg++ τα οποία είναι απαραίτητα για την δράση των νουκλεασών. Η proteinase Κ προκαλεί την πέψη των πρωτεϊνών. Η φαινόλη χρησιμοποιείται για την αποδιάταξη των πρωτεϊνών και τον διαχωρισμό λιπιδίων, πρωτεϊνών και νουκλεϊκών οξέων. Το διάλυμα φαινόλης που χρησιμοποιείται είναι εξισορροπημένο σε ρη>7 ώστε το DNA να κατανέμεται στην υπερκείμενη υδάτινη φάση. Η μετέπειτα προσθήκη του χλωροφορμίου έχει ως σκοπό τον καλύτερο διαχωρισμό των φάσεων λόγω μεγάλης πυκνότητας. Συμβάλλει επίσης στη μετουσίωση των πρωτεϊνών και στην απομάκρυνση της διαλυμένης φαινόλης από την υδάτινη φάση. Η ισοαμυλική αλκοόλη σταθεροποιεί το χλωροφόρμιο. Η κατακρήμνιση του DNA με ισοπροπανόλη και η ακόλουθη πλύση του με αιθανόλη 70% βασίζεται στο γεγονός ότι το DNA είναι αδιάλυτο στους συγκεκριμένους οργανικούς διαλύτες. 2. Προσδιορισμός συνολικής ποσότητας DNA ανά δείγμα με τη βοήθεια του φασματοφωτόμετρου UV-VIS. Μετά το πέρας της απομόνωσης, το DNA ελέγχεται ποιοτικά και ποσοτικά είτε με φωτομέτρηση είτε με ηλεκτροφόρηση σε πηκτή αγαρόζης 1% w/v. Η φωτομέτρηση πραγματοποιείται μετά από αραίωση Ιμΐ δείγματος απομονωμένου DNA σε 49μ1 dd^o. Οι τιμές της απορρόφησης στα 260nm ανάγονται σε συγκέντρωση DNA η οποία πρέπει να είναι πάνω από 150ng/pl. Ο λόγος της τιμής της απορρόφησης στα 260nm προς την αντίστοιχη τιμή στα 280nm είναι ένας δείκτης καθαρότητας του DNA που αναμένεται να έχει τιμή περίπου 2 σε κατάλληλα για χρήση δείγματα. 53
56 3. Αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) Η αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) είναι ένα έξυπνο εργαλείο της μοριακής βιολογίας και ανακαλύφθηκε σχετικά πρόσφατα μόλις το 1984 από τον βιοχημικό Kary Mullis. Είναι μια ευαίσθητη τεχνική, γρήγορη, εύκολη και αυτοματοποιημένη ώστε ένα απλό μόριο DNA μπορεί να πολλαπλασιαστεί ενζυμικά in vitro με την βοήθεια ειδικών πολυμερασών και να ενισχυθεί. Οι πολυμεράσες είναι ένζυμα τα οποία κάτω από κατάλληλες συνθήκες ph και θερμοκρασίας επιμηκύνουν αλυσίδες νουκλεοτιδίων και απομονώνονται σχετικά εύκολα, κυρίως από βακτήρια. Η πιο συνήθης DNA πολυμεράση που χρησιμοποιείται σε αντιδράσεις PCR σήμερα, είναι η Taq πυλυμεράση η οποία απομονώθηκε από το θερμόφιλο βακτήριο Thermus aquaticus και η οποία δρα σε αρκετά υψηλές θερμοκρασίες, (ακόμη και στους 100 C.) όπου τα μόρια DNA έχουν αποδιαταχθεί και μπορεί να επιμηκύνει τις πολυνουκλεοτιδικές αλυσίδες. Η αρχή λειτουργίας της μεθόδου στηρίζεται στη χρήση πολύ μικρής ποσότητας γενετικού υλικού που χρησιμοποιείται ως μόριο-στόχος για την σύνθεση πανομοιότυπων μορίων (Mullis et al 1989). Υπάρχουν 3 κύρια στάδια σε μία PCR τα οποία επαναλαμβάνονται για 30 έως 40 κύκλους. Η διαδικασία λαμβάνει χώρα σε έναν αυτοματοποιημένο κυκλοποιητή ο οποίος μπορεί να θερμαίνει και να ψύχει το μίγμα της αντίδρασης σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Η σύνθεση επιτυγχάνεται με τη βοήθεια ειδικών μονόκλωνων μορίων εκκινητών (primers) με μήκος νουκλεοτίδια. Μετά την υβριδοποιήση των εκκινητικών μορίων (primers) στα αποδιαταγμένα μόρια DNA, η επιμήκυνση των αλυσίδων γίνεται με τη βοήθεια της Taq πολυμεράσης. ειδικού ρυθμιστικού διαλύματος για την Taq καθώς και διαλύματος MgC12 και διαλύματος dntps. Για την ενίσχυση του 2ου εξονίου του γονιδίου DQA1 και του 2ου εξονίου του DQA2 πραγματοποιήθηκε αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης. Για την PCR χρησιμοποιήθηκαν οι εξής εκκινητές : 54
57 DQA1 Εκκινητής DQA1 Forward Αλληλουχία 5 - ACCTGACTCACCTGACCACA-3 DQA1 Reverse 5 - AAC AC ATACTGTTGGTAGC AGC A-3 Πίνακας 2. Αλληλουχίες εκκινητών για το γονίδιο DQA1 DQA2 Εκκινητής Αλληλουχία DQA2 Forward 5 '-C AC ATGTT AC AGT GCAAAARC AGC-3 DQA2 Reverse 5 '-CCCTC YC ACC A ACGTTTCCC AG-3' Πίνακας 3. Αλληλουχίες εκκινητών για το γονίδιο DQA2 * Όπου R σημαίνει Α ή G. 55
58 Τα στάδια της PCR είναι η αποδιάταξη του DNA στους 94 C, η θερμική επαναδιάταξη στους 54 C και η επιμήκυνση στους 72 C. Αποδιάταξη στους 94 C: Κατά τη διάρκεια της αποδιάταξης το δίκλωνο DNA μετατρέπεται σε μονόκλωνο και όλες οι ενζυμικές αντιδράσεις σταματούν, π.χ. η επιμήκυνση ενός μορίου από τον προηγούμενο κύκλο. Θερμική επαναδιάταξη στους 54 C: Ιονικοί δεσμοί σχηματίζονται και διασπώνται συνεχώς μεταξύ των εκκινητών και των μονόκλωνων αλυσίδων. Οι πιο σταθεροί δεσμοί διαρκούν λίγο περισσότερο (στο σημείο όπου οι εκκινητές είναι ακριβώς συμπληρωματικοί με τις μονόκλωνες αλυσίδες) και σ αυτό το μικρό διάστημα των δίκλωνων DNA (εκκινητής και μήτρα) η πολυμεράση μπορεί να προσδεθεί και να ξεκινήσει την αντιγραφή του μονόκλωνου DNA. Μόλις προστεθούν λίγες βάσεις ο ιοντικός δεσμός είναι πλέον τόσο ισχυρός μεταξύ του εκκινητή και της μήτρας που δεν μπορεί να σπάσει. Επιμήκυνση στους 72 C: Αυτή είναι η ιδανική θερμοκρασία για τη δράση της πολυμεράσης. Οι εκκινητές στους οποίους προστέθηκαν λίγες βάσεις έχουν ισχυρότερη ιοντική έλξη στη μήτρα από τις δυνάμεις που διασπούν αυτή την έλξη. Οι εκκινητές που δεν είναι τελείως συμπληρωματικοί με την αλληλουχία στην οποία έχουν προσδεθεί αποδιατάσσονται (εξαιτίας της υψηλής θερμοκρασίας) και έτσι δεν αντιγράφεται αυτό το τμήμα. Οι βάσεις που προστίθενται στους εκκινητές είναι συμπληρωματικές με το μονόκλωνο μόριο του DNA και προστίθενται στο 3 'άκρο του εκκινητή (η πολυμεράση προσθέτει τα νουκλεοτίδια σε μία κατεύθυνση 5 'προς 3'). Η ευρεία χρήση της PCR οδήγησε στην ανάπτυξη πολλών τροποποιήσεών της που την προσαρμόζουν κάθε φορά στις απαιτήσεις των πειραμάτων. Μερικές από αυτές είναι: Inverse PCR, Nested PCR, Ligation-mediated PCR, RT-PCR, Assembly PCR, Asymmetric PCR, Quantitative PCR, Quantitative real-time PCR, Touchdown PCR, Colony PCR, RACE-PCR, Multiplex-PCR, Methylation Specific PCR. Πιο πρόσφατα έχουν αναπτυχθεί η Tail PCR και η Meta PCR. 56
59 Σε κάθε κύκλο και οι δύο αλυσίδες των μορίων DNA αντιγράφονται με αποτέλεσμα να υπάρχει εκθετική αύξηση των αντιγράφων ενός τμήματος DNA. 57
60 Εικόνα 27. Η εκθετική αύξηση των αντιγράφων του επιθυμητού τμήματος DNA. Δύο βασικά αντιδραστήρια της PCR είναι οι εκκινητές και η πολυμεράση. Η επιλογή του μήκους της αλληλουχίας των εκκινητών και της Tm τους εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Η Tm ενός εκκινητή ορίζεται ως η θερμοκρασία στην οποία οι μισές περιοχές που είναι οι στόχοι των εκκινητών είναι κατειλημμένες. Η Tm αυξάνει όσο μεγαλώνει και το μήκος του εκκινητή. Εκκινητές με μικρό μήκος θα προσδένονται σε διάφορες θέσεις στο μόριο του DNA, με αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό ανεπιθύμητων τμημάτων DNA. Υψηλές θερμοκρασίες, π.χ. πάνω από 80 C, μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα στην DNA πολυμεράση καθώς είναι λιγότερο δραστική σε τέτοιες θερμοκρασίες. Το ιδανικό μήκος για τους εκκινητές είναι από 15 έως 30 νουκλεοτίδια με Tm από 55 C έως 65 C. Για τις ανάγκες της PCR πρέπει να χρησιμοποιηθεί μία πολυμεράση η οποία θα είναι θερμοσταθερή, δηλαδή θα αντέχει την επαναλαμβανόμενη θέρμανση στους 94 C. Έτσι, δε χρειάζεται η προσθήκη πολυμεράσης σε κάθε κύκλο και η διαδικασία μπορεί να αυτοματοποιηθεί. Μία από τις πρώτες θερμοσταθερές πολυμεράσες είναι η Taq πολυμεράση η οποία ακόμη και σήμερα είναι ευρύτερα χρησιμοποιούμενη. Η Taq πολυμεράση απομονώθηκε από το θερμόφιλο οργανισμό Thermus ciquaticus. Ένα μειονέκτημα της Taq είναι ότι δεν έχει δράση 3'-5'εξωνουκλεάσης με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διορθώσει τα λάθη που η ίδια κάνει κατά την επιμήκυνση του DNA. Αυτό το μειονέκτημα της Taq το καλύπτουν δύο άλλες πολυμεράσες η Pwo και η Pfu που υπάρχουν σε αρχαία και έτσι μειώνεται ο αριθμός των λαθών. Ωστόσο, αυτές οι πολυμεράσες επιμηκύνουν το DNA με πιο αργό ρυθμό από την Taq. Για τη σωστή 58
61 δράση της πολυμεράσης απαιτείται ειδικό ρυθμιστικό διάλυμα (buffer) και κατάλληλη συγκέντρωση διαλύματος MgCl2. Η σύσταση των διαλυμάτων των αντιδράσεων που χρησιμοποιούνται για την PCR περιγράφεται στον πίνακα 4. Η PCR έχει εφαρμοστεί και για την ενίσχυση τμήματος DNA με μήκος 10kb, ωστόσο, ο μέσος όρος των τμημάτων που ενισχύονται με την PCR είναι από μερικές εκατοντάδες έως μερικές χιλιάδες βάσεις. Η αρχή λειτουργίας της μεθόδου (Mullis et al., 1987) στηρίζεται στη χρήση: 1. Μικρής ποσότητας DNA που χρησιμοποιείται ως εκμαγείο 2. Ειδικού ρυθμιστικού διαλύματος (buffer) για την πολυμεράση 3. Διάλυμα MgCl2 κατάλληλης συγκέντρωσης 4. Ζεύγος συνθετικών νουκλεοτιδίων για την έναρξη της αντιγραφής (εκκινητές) 5. Κατάλληλο διάλυμα ελεύθερων 5'τριφωσφορικών δεοξυριβονουκλεοτιδίων 6. Taq πολυμεράση η οποία είναι θερμοσταθερή Οι συνθήκες που χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση του 2ου εξονίου του γονιδίου DQA1 είναι: Αρχική αποδιάταξη : 95 C για 5 min Αποδιάταξη: 95 0 C για 40 sec Συγκόλληση εκκινητών : 52 0 C για 1 min Επιμήκυνση: 72 C για 30 sec Τελική επιμήκυνση: 72 0 C για 10 min Εκμαγείο DNA dntps (10mM το κάθε ένα) MgCl2 (50mM) Buffer 10x Εκκινητής Fw 50 pmol/μΐ Εκκινητής Rv 50 pmol/μΐ Taq DNA Polymerase 5 U/μΙ ddh20 Συνολικός όγκος J > 35 κύκλοι 200ng 1 μΐ 2 μΐ 5 μΐ 1 μΐ 1 μΐ 0,2 μΐ 38,8 μΐ 50 μΐ Πίνακας 4. Όγκοι και ποσότητες των αντιδραστηρίων που χρησιμοποιηθήκαν για την ενίσχυση του 2ου εξονίου του γονιδίου DQA1 59
62 Οι συνθήκες ενίσχυσης του 2ου εξονίου του γονιδίου DQA2 είναι: Αρχική αποδιάταξη : 95 για 5 min Αποδιάταξη: 95 για 40 sec Συγκόλληση εκκινητών: 50 C για 1 min 35 κύκλοι Επιμήκυνση: 72 0 C για 30 sec Τελική επιμήκυνση: 72 C για 10 min Εκμαγείο DNA dntps (10mM each) MgCl2 (50mM) Buffer lox Εκκινητής Fw 50 pmol/μΐ Εκκινητής Rv 50 pmol/μΐ Taq DNA Polymerase 5 U/μΙ ddh20 Συνολικός όγκος 200ng 1 μΐ 2 μΐ 5 μΐ 1 μΐ 1 μΐ 0,2 μΐ 38,8 μΐ 50 μΐ Πίνακας 4. Όγκοι και ποσότητες των αντιδραστηρίων που χρησιμοποιηθήκαν για την ενίσχυση του 2ου εξονίου του γονιδίου DQA2 Στη συνέχεια ακολούθησε ηλεκτροφόρηση των δειγμάτων σε πηκτή αγαρόζης. 4. Ηλεκτροφόρηση σε πηκτή αγαρόζης Η ηλεκτροφόρηση σε πηκτή αγαρόζης χρησιμοποιείται για το διαχωρισμό τμημάτων DNA ανάλογα με το μέγεθος τους. Το μέγεθος των τμημάτων εκτιμάται με βάση κάποιο μάρτυρα μοριακών μεγεθών τμημάτων DNA. Τα διαλύματα που χρησιμοποιούνται για την τεχνική αυτή είναι τα εξής: 60
63 TAE 50x (500ml) Tris Base 121 gr Acetic Acid 28,5ml EDTA 0,5M 50ml ddeeo έως τα 500ml Loading buffer 6x (10ml) Bromophenol blue 1% w/v 1ml TBE 20x 0,5ml Glycerol 5ml ddh20 έως τα 10ml Αρχικά παρασκευάζουμε διάλυμα TAE lx αραιώνοντας το διάλυμα stock 5Ox (20ml σε τελικό όγκο lit). Για την προετοιμασία της πηκτής συγκέντωσης 2% ζυγίζουμε και τοποθετούμε 0,6gr αγαρόζης σε κωνική φιάλη των 100 ml αφού έχουμε προσθέσει προηγουμένως 30ml TAE lx. Το μίγμα αγαρόζης- TAE θερμαίνεται κατάλληλα για την διάλυση της αγαρόζης και, αφού αφεθεί σε θερμοκρασία δωματίου, ακολουθεί προσθήκη 3μ1 βρωμιούχου αιθιδίου (10mg/ml^ οποία πραγματοποιείται σε απαγωγό εστία και μακριά από πηγή φωτός επειδή το τοξικό βρωμιούχο αιθίδιο είναι φωτοευαίσθητο και λόγω της τοξικότητας του καθίσταται ακόμη πιο επιβλαβές. Στη συνέχεια γίνεται έκχυση του διαλύματος σε ειδικό πιατάκι που χρησιμοποιείται για την ηλεκτροφόρηση στο οποίο τοποθετούνται ειδικές χτένες για την δημιουργία πηγαδιών, όπου θα τοποθετηθούν τα δείγματα.. Το διάλυμα αφήνεται να πήξει μέσα στη συσκευή και να πολυμεριστεί για λεπτά περίπου. Η συγκέντρωση της πηκτής αγαρόζης διαφοροποιείται ανάλογα με το μέγεθος των τμημάτων DNA που πρέπει να διαχωριστούν. Το βρωμιούχο αιθίδιο προστίθεται για να είναι εμφανείς οι ζώνες του DNA κατά την παρατήρηση της πηκτής σε λάμπα υπεριώδους φωτός. 5. Τοποθέτηση και ηλεκτροφόρηση του δείγματος σε πηκτή αγαρόζης Για την ηλεκτροφόρηση των δειγμάτων απαιτείται η προσθήκη loading buffer σε αυτά. Σε 5μ1 PCR προϊόντος προστίθενται 3μ1 loading buffer. Το διάλυμα αυτό περιέχει μπλε της βρωμοφαινόλης, γλυκερόλη και Tris. Το μπλε της βρωμοφαινόλης είναι ένα αλογονωμένο παράγωγο της φαινόλης το οποίο έχει την ιδιότητα να δεσμεύει όξινα μόρια, στην περίπτωση αυτή μόρια DNA. Δείγματα τα οποία περιέχουν αρκετή ποσότητα DNA μετά την αντίδραση PCR ανιχνεύονται στο πήκτωμα κάτω από UV. Η γλυκερόλη συμβάλλει στην καθίζηση του δείγματος μέσα στα πηγαδάκια του πηκτώματος ηλεκτροφόρησης. Ενώ το Tris είναι ρυθμιστικό διάλυμα κατάλληλο για την ρύθμιση του ph του κάθε διαλύματος. Μαζί με τα 61
64 δείγματα ηλεκτροφορείται και ένας μάρτυρας γνωστών μεγεθών τμημάτων DNA. Η ηλεκτροφόρηση πραγματοποιείται στα 100 volts και ακολουθεί παρατήρηση της πηκτής σε λάμπα υπεριώδους φωτός (UV). Εικ. 28. Ηλεκτροφόρηση σε πηκτή αγαρόζης 2%. Με τα βελάκια φαίνονται τα δείγματα που δεν ενισχύθηκαν και συνεπώς δεν δίνουν θετικό αποτέλεσμα Αντίθετα τα δείγματα που ενιχύονται δίνουν θετικό αποτέλεσμα (ανίχνευση ζωνών) Η ηλεκτροφόρηση σε πηκτή αγαρόζης πραγματοποιείται για την ποσοτικοποίηση και τον έλεγχο της ποιότητας των προϊόντων PCR που χρησιμοποιούνται σε περαιτέρω πειράματα για την ανάλυση των πολυμορφισμών. Τα δείγματα εκείνα στα οποία δεν πραγματοποιήθηκε με επιτυχία η Αλυσιδωτή Αντίδραση Πολυμεράσης κατά την διάρκεια της παρατήρησης της πηκτής σε λάμπα υπεριώδους φωτός δεν παρουσιάζουν 6. Ανάλυση SSCP (Single Strand Conformation Polymorphism) Η κινητικότητα των δίκλωνων μορίων DNA σε πήκτωμα εξαρτάται από το μήκος και το μέγεθος αλλά είναι σχετικά ανεξάρτητη από το είδος της νουκλεοτιδικής αλυσίδας. Ωστόσο η κινητικότητα των μονόκλωνων αλυσίδων, επηρεάζεται αξιοσημείωτα από πολύ μικρές αλλαγές της αλληλουχίας, ακόμη και από μία αλλαγή σε σύνολο αρκετών εκατοντάδων βάσεων, διότι απουσία της συμπληρωματικής αλυσίδας, το μονόκλωνο τμήμα μπορεί να υποστεί διμερισμό με τμήμα της ίδιας αλληλουχίας, δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο βρόγχους και αναδιπλώσεις οι οποίες δίνουν στη μονόκλωνη αλυσίδα μοναδική τριτοταγή δομή. Η μέθοδος SSCP εκμεταλλεύεται την παραπάνω ιδιότητα των μονόκλωνων μορίων DNA και περιλαμβάνει ηλεκτροφορητικό διαχωρισμό μονόκλωνων αλυσίδων νουκλεϊνικών οξέων. Η 62
65 μέθοδος αυτή περιλαμβάνει την χρήση καταλλήλων αποδιατακτικών πηκτωμάτων πολυακρυλαμίδης τα οποία υπόκεινται σε ειδική χρώση συνήθως με νιτρικό άργυρο. Βασίζεται σε πολύ μικρές διαφορές της αλληλουχίας (ακόμη και διαφορά σε μία βάση), ιδιότητα η οποία τροποποιεί τη δευτεροταγή δομή και επηρεάζει την κινητικότητα των μορίων όταν διαπερνούν μέσα από πήκτωμα κάτω από την επίδραση ηλεκτρικού πεδίου. (Arita et al., 1989) Η ανάλυση SSCP αποτελείται από τρία στάδια: την αποδιάταξη των προϊόντων της PCR. την ηλεκτροφόρηση σε πηκτή πολυακρυλαμίδης και τη χρώση της πηκτής για την απεικόνιση των αποτελεσμάτων. Ανάλογα με το πόσο γρήγορα είναι επιθυμητό να τρέξουν τα δείγματα και κατά πόσο θέλουμε να διαχωριστούν μεταξύ τους τα προϊόντα, χρησιμοποιούνται πηκτώματα πολυακρυλαμίδης με διάφορες συγκεντρώσεις 8%, 10% και 12%. όσο πιο μικρό σε μήκος (αριθμό βάσεων) είναι το τμήμα του εξεταζόμενου δείγματος μονόκλωνου DNA τόσο πιο πυκνό θα πρέπει να είναι το πήκτωμα πολυακρυλαμίδης για να επιτευχθεί καλύτερος διαχωρισμός. Το πήκτωμα πολυακρυλαμίδης τοποθετείται σε κατάλληλη κάθετη συσκευή ηλεκτροφόρησης με ρυθμιστικό διάλυμά ΤΒΕ 0,5Χ. Στη συσκευή εφαρμόζεται τάση Volts και τα δείγματα αφήνονται να ηλεκτροφορούνται για 18-20h σε θερμοκρασία δωματίου. Συγκεκριμένα για το γονίδιο DQA2 η ηλεκτροφόρηση διαρκούσε 18 ώρες σε θερμοκρασία 4 C (220V), ενώ για το γονίδιο DQA1 20 ώρες σε θερμοκρασία δωματίου (180V). Αποδιάταςη προϊόντων PCR: Για την αποδιάταξη των τμημάτων DNA χρησιμοποιήθηκε denaturation buffer, η σύσταση του οποίου είναι η εξής: Denaturation buffer 95% formamide 0,05% Bromophenol blue 0,05% Xylene Cyanol lomm NaOH 63
66 Σε 5-7μ1 PCR προϊόντος (ανάλογα με την συγκέντρωσή του) προστίθενται 10μ1 denaturation buffer και τα δείγματα επωάζονται για 6 min στους 96 C. Σκοπός της αποδιάταξης είναι η μετατροπή των δίκλωνων τμημάτων DNA σε μονόκλωνα. Ακολούθως τα δείγματα τοποθετούνται σε πάγο οπού διατηρούνται σε μονόκλωνη κατάσταση. Παρασκευή πηκτής πολυακρυλαμίδης Για την παρασκευή των πηκτών πολυακρυλαμίδης χρησιμοποιήθηκαν τα ακόλουθα διαλύματα : Διάλυμα ακρυλαμίδης 38.5% (200ml) Ακρυλαμίδη 75 gr Bis-acrylamide 2gr ddhoo έως τα 200ml ΤΒΕ 10x (21t) Tris Base 216gr Boric acid 11 Ogr EDTA 16,6gr ddeeo έως τα 21t Glycerol 50% v/v APS 20% w/v TEMED Για την ηλεκτροφόρηση των προϊόντων PCR για το 2 εξόνιο του DQA1 χρησιμοποιείται πηκτή ακρυλαμίδης 10%, ενώ για το 2 εξόνιο του DQA2 χρησιμοποιείται πηκτή ακρυλαμίδης 12%. Οι ποσότητες των συστατικών που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή πηκτών πολυακρυλαμίδης 10% και 12% αναγράφονται στον παρακάτω πίνακα. 64
67 12% 10% Διάλυμα ακρυλαμίδης 38,5% 15,6 ml 13,3 ml Glycerol 50% 5ml 5 ml ΤΒΕ ΙΟχ 3,75 ml 3,75ml TEMED 50μ1 50μ1 APS 20% 300μ1 300μ1 Η20 Έως τα 62,5ml Έως τα 62,5ml Συνολικός όγκος 62,5ml 62,5ml Μετά τον πολυμερισμό της ακρυλαμίδης, ηλεκτροφορούνται τα αποδιατεταγμένα δείγματα με χρήση ρυθμιστικού διαλύματος ΤΒΕ 0,5χ. Η ηλεκτροφόρηση πραγματοποιείται με τάση 180 volts στους 4 C για 18 ώρες για το DQA2 και 220 volts σε θερμοκρασία δωματίου για το DQA1. Εικ. 29. Συνοπτική παρουσίαση του SSCP. 65
68 Χρώση των πηκτών πολυακρυλαμίδικ με νιτρικό άργυρο (Silver Staining) Για την εμφάνιση των αποτελεσμάτων της ηλεκτροφόρησης γίνεται χρώση των πηκτών με νιτρικό άργυρο. Η τεχνική αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι ο άργυρος συνδέεται στο DNA και στη συνέχεια αντιδρά με την φορμαλδεΰδη, παρουσία βάσης. Οι ζωνώσεις του DNA εμφανίζονται με καφέ χρώμα σε κίτρινο φόντο. Για τη χρώση χρησιμοποιούνται τα εξής διαλύματα : Διάλυιια 1 (400ml) EtOH 8ml Acetic Acid 0,5ml ddeto ως τα 400ml Διάλυιια 2 (200ml) Διάλυμα AgN03 lgr/lt Διάλυιια 3 (200ml) NaOH 3gr NaBH4 0,0 lgr Formaldehyde 1ml ddhao έως τα 200ml Στο πρώτο στάδιο της χρώσης, οι πηκτές εμβαπτίζονται σε 200ml του διαλύματος 1 και αναδεύονται για 3 min. Το διάλυμα 1 απομακρύνεται και η διαδικασία επαναλαμβάνεται. Ακολουθεί πλύση των πηκτών με απεσταγμένο νερό για 1 min. Στο δεύτερο στάδιο προστίθεται το διάλυμα AgNC>3 και οι πηκτές αναδεύονται για 20min. Στη συνέχεια πραγματοποιούνται 2 πλύσεις με απεσταγμένο νερό, διάρκειας lmin η κάθε μια. Στο τρίτο και τελευταίο στάδιο προστίθεται το διάλυμα 3 και πραγματοποιείται ανάδευση μέχρι την εμφάνιση ορατών ζωνών στις πηκτές. 66
69 οτελέσματα 67
70 Στην παρούσα μελέτη εφαρμόστηκε η μέθοδος PCR-SSCP για την ανάλυση του 2ου εξωνίου του γονιδίου DQA1 και του DQA2 σε φυσικούς πληθυσμούς προβάτων από την περιοχή των Τρικάλων και της Άρτας του είδους Ovis aries. Στην πρώτη φάση της ανάλυσης τα εξώνια ενισχύθηκαν με την αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης. Στη συνέχεια, αναλύθηκαν τα προϊόντα με SSCP, μια ευαίσθητη μέθοδο για την μελέτη των πολυμορφισμών. Αρχικά μελετήθηκαν 58 άτομα για το 2 εξόνιο του γονιδίου DQA2 και στη συνέχεια τα ίδια άτομα μελετήθηκαν και για το 2 εξόνιο του γονιδίου DQA1. Για το γονίδιο DQA1 μελετήθηκαν άλλα 24 άτομα του ίδιου είδους από την περιοχή της Άρτας. Συμφώνα με την βιβλιογραφία το γονίδιο που παρουσιάζει τον μεγαλύτερο πολυμορφισμό είναι το DQA2. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης PCR-SSCP έδειξαν επίσης μεγαλύτερο πολυμορφισμό στο γονίδιο DQA2. Για τα 58 άτομα που μελετήθηκαν για το γονίδιο DQA2 βρέθηκαν 26 διαφορετικά πρότυπα. Στον Πίνακα 5 παρουσιάζονται τα πρότυπα των 58 ατόμων που μελετήθηκαν για το γονίδιο DQA2. Στο διάγραμμα 1 παρουσιάζεται η κατανομή των εμφανιζόμενων προτύπων ενώ στην εικόνα 29 παρουσιάζονται μερικά από τα πρότυπα που προσδιορίστηκαν με τη μέθοδο του SSCP για το 2 εξώνιο του γονιδίου DQA2. Όπως μπορούμε να διακρίνουμε, το πρότυπο που εμφανίζει την μεγαλύτερη συχνότητα είναι το πρότυπο 1. Φυσικά, ο ακριβής προσδιορισμός του αριθμού των αλληλομόρφων δεν είναι δυνατός μέσω αυτής της μεθόδου. Η μέθοδος αποτελεί μια πρώτη ένδειξη της ποικιλομορφίας μεταξύ των ατόμων. Η ποικιλότητα αυτή μπορεί να διερευνηθεί εκτενέστερα με τεχνικές όπως η αλληλούχηση του DNA. Όπως φαίνεται στην Εικόνα 29 τα πρότυπα του γονιδίου DQA2 εμφανίζουν πολύ μεγάλα ποσοστά ετεροζυγωτίας και τα άτομα που εμφάνισαν ομοζυγωτία ήταν συνολικά 5 στα 58 άτομα. Ένα παράδειγμα ομοζυγωτίας στην εικόνα 29 παρουσιάζει η στήλη 7. Στην μελέτη αυτή αποδείχθηκε πως ο αριθμός των εμφανιζόμενων προτύπων είναι σχετικά μεγάλος για το γονίδιο DQA2 και πως λίγα άτομα έδειξαν ίδια πρότυπα μεταξύ τους π.χ. στήλη 6. 68
71 DQA2 Αριθμός Κωδικός Πρότυπο Αριθμός Κωδικός Πρότυπο δείγματος δείγματος δείγματος δείγματος δείγματος δείγματος 1 ΕΜ1 1 2 ΕΜ2 1 3 ΕΜ5 1 4 ΕΜ8 1 5 ΕΜ9 1 6 ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ16 5 ΕΜ46 6 ΕΜ35 7 ΕΜ4 8 ΕΜ6 8 ΕΜ14 8 ΕΜ18 8 ΕΜ28 8 ΕΜ3 9 ΕΜ7 10 ΕΜ12 10 ΕΜ11 11 ΕΜ13 12 ΕΜ26 12 ΕΜ21 13 ΕΜ22 14 ΕΜ27 15 ΕΜ29 16 ΕΜ34 17 ΚΚ10 18 ΚΚ6 19 ΚΚ7 19 ΚΚ1 20 ΚΚ2 21 ΚΚ4 22 ΚΚ3 23 ΚΚ8 24 ΚΚ9 25 ΚΚ5 26 Πίνακας 5. Τα πρότυπα του γονιδίου DQA2 όπως ταυτοποιήθηκαν με PCR-SSCP.
72 DQA2 Άτομα που μελετήθηκαν Διάγραμμα 1. Κατανομή των εμφανιζόμενων προτύπων $ k^.^i Μη «ΙμΜ Μ Μ W Μ msm Εικόνα 30. Ενδεικτική ηλεκτροφόρηση που περιλαμβάνει μερικά από τα 26 εμφανιζόμενα πρότυπα μετά από ανάλυση SSCP του 2ου εξονίου του DQA2. 70
73 Αντίστοιχα η εφαρμογή της μεθόδου PCR-SSCP σε 82 άτομα προβάτων του είδους Ον is aries για το 2 εξόνιο του γονιδίου DQA1 αποκάλυψε και στους δυο πληθυσμούς συνολικά 19 πρότυπα. Στα 82 άτομα που μελετήθηκαν για το γονίδιο DQA1 τα 58 άτομα ήταν από την περιοχή των Τρικάλων (Μπούτσικα), ενώ τα 24 άτομα ήταν από την περιοχή της Άρτας (Frizarta). Τα 58 δείγματα από την περιοχή την Θεσσαλίας παρουσίασαν 8 διαφορετικά πρότυπα (πίνακας 6), ενώ τα 24 δείγματα από την Άρτα έδειξαν 11 πρότυπα (πίνακας 7), αναλογικά μεγάλος αριθμός για τα δείγματα που μελετήθηκαν από την κάθε περιοχή. Κάθε πρότυπο αντιστοιχεί σε διαφορετικό συνδυασμό αλληλομόρφων. Σε αντίθεση με το γονίδιο DQA2, το DQA1 εμφανίζεται σε ομοζυγωτικές καταστάσεις με μεγαλύτερη συχνότητα, γεγονός που συμφωνεί με τα βιβλιογραφικά δεδομένα.. Όπως φαίνεται στην εικόνα 30 τα πρότυπα 2, 4 και 5 βρίσκονται σε ομόζυγη κατάσταση. Το πρότυπο με τη μεγαλύτερη συχνότητα είναι το πρότυπο 1. Το πρότυπο αυτό δηλώνει μια ετερόζυγη κατάσταση, και υποθετικά μπορούμε να πούμε πως παρατηρείται υπερκυριαρχία του ετεροζυγώτη. Σε αντίθεση με τον πληθυσμό των Τρικάλων που εμφάνισε αρκετούς ομοζυγώτες, ο πληθυσμός της Άρτας δεν εμφάνισε ούτε μια ομοζυγωτία. Το μεγάλο ποσοστό ετεροζυγωτίας που παρατηρήθηκε στα δείγματα της Άρτας μπορεί να οφείλεται στην αυξημένη γονιδιακή ροή. Το γεγονός αυτό οφείλεται κάθε φορά στον κτηνοτρόφο και τι είδους αρσενικού προβάτου (κριός) εισέρχεται στο κοπάδι να διασταυρώσει τα πρόβατα. Μια άλλη διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι είναι δυο διαφορετικές φυλές. Δεν ζουν στο ίδιο περιβάλλον και παρουσιάζουν διαφορετικές αρμοστικότητες. Μεταξύ των δύο πλυθησμών που αναλύθηκαν με τη μέθοδο SSCP δεν βρέθηκαν ίδια πρότυπα (πίνακας 8). Περεταίρω ανάλυση των παραπάνω προτύπων μέσω της αλληλούχισης του DNA είναι θα μπορούσε να επιβεβαιώσει ή όχι τα αποτελέσματα της SSCP ανάλυσης. 71
74 DQA1 Αριθμός Κωδικός Πρότυπο Αριθμός Κωδικός Πρότυπο δείγματος δείγματος δείγματος δείγματος δείγματος δείγματος 1 ΕΜ1 1 2 ΕΜ2 1 3 ΕΜ3 1 4 ΕΜ5 1 5 ΕΜ6 1 6 ΕΜ7 1 7 ΕΜ8 1 8 ΕΜ9 1 9 ΕΜ EM ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ ΕΜ34 1 ΕΜ35 1 ΕΜ36 1 ΕΜ37 1 ΕΜ38 1 ΕΜ39 1 ΕΜ40 1 ΕΜ41 1 ΕΜ42 1 ΕΜ43 1 ΕΜ44 1 ΚΚ3 1 ΚΚ4 1 ΕΜ4 2 ΕΜ4 2 ΕΜ28 2 ΕΜ29 2 ΕΜ12 3 ΕΜ46 4 ΕΜ47 4 ΕΜ48 4 ΚΚ9 4 ΕΜ45 5 ΚΚ6 6 ΚΚ7 6 ΚΚ8 6 ΚΚ10 6 ΚΚ1 7 ΚΚ2 9 Πίνακας 6. Τα πρότυπα του γονιδίου DQA1 όπως ταυτοποιήθηκαν με PCR-SSCP
75 Εικόνα 31. Τα 8 εμφανιζόμενα πρότυπα μετά από SSCP ανάλυση του 2ου εξωνίου του DQA1. Διάγραμμα 2. Κατανομή των εμφανιζόμενων προτύπων στο DQA1 στα Μπούτσικα. 73
76 DQA1 Άρτα Αριθμός Κωδικός Πρότυπο Αριθμός Κωδικός Πρότυπο δείγματος δείγματος δείγματος δείγματος δείγματος δείγματος 1 Artal 8 2 Arta Arta Arta Arta5 8 6 Arta Arta Arta Arta Artal Artal Artal Artal 3 19 Artal 4 8 Artal 5 14 Artal 6 15 Artal 7 12 Artal 8 13 Artal 9 16 Arta20 11 Arta21 8 Arta22 14 Arta23 17 Arta24 18 Πίνακας 7. Τα αποτελέσματα προτύπων για το γονίδιο DQA1 στα Frizarta DQA1 Άρτα Άτομα που μελετήθηκαν Διάγραμμα 3. Κατανομή των εμφανιζόμενων προτύπων στο DQA1 στα Frizarta. 74
77 Ν. Τρικάλων Ν. Άρτας Εμφανιζόμενο πρότυπο (+/-) Άτομα που εμφάνισαν το (+/-) Άτομα που εμφάνισαν το πρότυπο πρότυπο Πίνακας 7. Τα αποτελέσματα προτύπων για το γονίδιο DQA1 στα Μπούτσικα (Τρίκαλα) και στα Frizarta (Άρτα). Η SSCP ανάλυση δεν έδειξε κοινά πρότυπα. 75
78 DQA1 σε Άρτα και Τρίκαλα > ο * Γ CD W < W 2. D Ο t= σ 2. Ο ι- < Τ ρίκαλα Άρτα Εμφανιζόμενο πρότυπο Διάγραμμα 3. Κατανομή των εμφανιζόμενων προτύπων στο DQA1 στα Μπούτσικα (Τρίκαλα) και στα Frizarta (Άρτα). 76
79 ήτηση 77
80 Τα γονίδια του MHC αποτελούν τα πλέον πολυμορφικά ολόκληρου του γονιδιώματος. Έχει διατυπωθεί η θεωρία ότι αυτός ο πολυμορφισμός έχει αναπτυχθεί εξελικτικά για να εξασφαλίσει ότι ο πληθυσμός δε θα υποκύψει σε ένα νέο μικροοργανισμό γιατί τουλάχιστον κάποια άτομα θα είναι ικανά να εγείρουν αποτελεσματικές απαντήσεις κατά οποιουδήποτε πεπτιδίου. Οι μηχανισμοί που είναι υπεύθυνοι για τον πολυμορφισμό των γονίδιων MHC έχουν συζητηθεί και ερευνηθεί κατά καιρούς. (Hughes et 1998, Meyer et al., 2001, Bernatchez et al 2003) Βασικό χαρακτηριστικό του πολυμορφισμού στο MHC είναι ο αριθμός των αυξημένων αλληλομόρφων. Τα αλληλόμορφα αυτά γονίδια κληρονομούνται σαν δύο σύνολα (sets), ένα από κάθε γονέα, χωρίς διάσπαση και ανασυνδυασμό μεταξύ των διαφόρων θέσεων. Έτσι υπάρχουν πολλά αλληλόμορφα γονίδια σε κάθε λειτουργικό τόπο του συστήματος και κάθε ένα από αυτά εμφανίζεται με αξιόλογη συχνότητα στον πληθυσμό. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με το φαινόμενο το οποίο παρατηρείται σε άλλα γενετικά συστήματα, στα οποία κάθε τόπος έχει είτε ένα μόνο αλληλόμορφο είτε λίγα αλληλόμορφα από τα οποία μόνο ένα είναι το πιο συχνό. Επειδή υπάρχουν πολλοί τόποι MHC και κάθε ένας έχει πολλά αλληλόμορφα είναι θεωρητικά δυνατοί πάρα πολλοί συνδυασμοί αλληλομόρφων (10 ). Ωστόσο, λόγω της στενής σύνδεσης των γονιδίων του συστήματος και της κληρονομικότητάς τους, μόνο ένα μέρος αυτών των πιθανών συνδυασμών απαντά στην πραγματικότητα. Ένα άλλο χαρακτηριστικό είναι πως οι διαφορές ορισμένων αλληλομόρφων γονιδίων στο MHC μπορεί να οφείλονται σε 100 ή περισσότερες αντικαταστάσεις νουκλεοτιδίων. Τέλος ο πολυμορφισμός εντοπίζεται στην περιοχή πρόσδεσης πεπτιδίου, συγκεκριμένα στα αΐ και α2 τμήματα των τάξης I MHC-αντιγόνων, στα αΐ και βΐ τμήματα των τάξης II MHC-αντιγόνων και ιδιαίτερα στο έδαφος της σχισμοειδούς θήκης, καθώς και τις εσωτερικές και τις ανώτερες επιφάνειες των α-ελίκων. Σύμφωνα με την θεωρία της υπερκυριαρχίας του ετεροζυγώτη (overdominance selection) ή την επικράτηση του ετεροζυγωτικού φαινοτύπου, ένα άτομο που βρίσκεται σε ετερόζυγη κατάσταση, στον γενετικό τόπο του MHC, έχει καλύτερη ανοσιακή «εποπτεία» στους παθογόνους οργανισμούς. Οι περιοχές α1/α2 και αΐ/βΐ των τάξεων I και II αποτελούν την κινητήρια δύναμη της ετεροζυγωτικής επιλογής, παρουσία προκλήσεων από παθογόνους οργανισμούς. 78
81 Μελέτες του Μείζονος Συμπλέγματος Ιστοσυμβατότητας (MHC) σε κατοικίδια ζώα ξεκίνησαν αρκετά χρόνια αργότερα από τις μελέτες στον άνθρωπο και στο ποντίκι. Τα είδη MHC των ατόμων μπορούν να προσδιοριστούν μέσω ορολογικών (μονοκλωνικά αντισώματα), κυτταρικών (κυτταροτοξικότητα) και μεθόδων του DNA (SSCP και RFLP). (Snibson et al., 1998) Εδώ και 20 χρόνια αρκετές μελέτες έχουν εστιάσει στην κατανόηση και λειτουργία του Μείζονος Συμπλέγματος Ιστοσυμβατότητας του προβάτου (Ovar- MHC). Τα πρόβατα αποτελούν το πιο κοινό αντικείμενο της κτηνοτροφίας καια έχουν επίσης μεγάλη οικονομική σημασία. Παρ όλα αυτά σε σχέση με άλλα κατοικίδια το Ovar- MHC δεν έχει μελετηθεί σε μεγάλο βαθμό. Ανάμεσα στα οικόσιτα είδη έχουν αναφερθεί γενωμικές αλληλουχίες για το MHC τάξης II στην όρνιθα (Kaufman et al., 1999), για το το MHC τάξης I στο ορτύκι (Shiina et al., 1999), για το το MHC τάξης II στην γάτα (Beck et al., 2001) και για το το MHC τάξης I στο γουρούνι (Renard et al., 2001, Chardon et al., 2001) Οι περισσότερες μελέτες του Ovar- MHC, στοχεύουν στην μελέτη της τάξης II και συγκεκριμένα στα γονίδια DQ και DP. Μελέτες RFLP σε τρεις μινιδορυφόρους (ένας σε κάθε DRB1, DRB2 και DYA γονίδιο) καθώς και στο δεύτερο εξώνιο στα DRB1, DQA1, DQA2 και DQB γονίδια έχουν πραγματοποιηθεί σε διάφορες φυλές προβάτων. (Dukkipati et al., 2006) Αντιθέτως το MHC τάξης I στα πρόβατα έχει μελετηθεί ελάχιστα. Είναι γενικά αποδεκτό πως ο πολυμορφισμός των MHC γονιδίων οδηγείται από ένα είδος φυσικής επιλογής που ονομάζεται σταθεροποιούσα επιλογή. (Hughes et al., 1999) Σύμφωνα με την παραπάνω άποψη ο αριθμός των μη συνώνυμων αντικαταστάσεων θα υπερέβαινε τον αριθμό των συνωνύμων αντικαταστάσεων εάν η επιλογή δρούσε σε αυτές τις θέσεις. Παρ ολά αυτά μελέτες στο γονίδιο DQA1 των προβάτων έδειξαν πως ο αριθμός αντικατάστασης είναι ίδιος στις συνώνυμες και μη συνώνυμες μεταλλάξεις που συμβαίνουν στα κωδικόνια της περιοχής πρόσδεσης του πεπτιδίου ABS (Antigen binding site). (Zhou et al., 2003) Για το DQA1 γονίδιο μελέτες έχουν δείξει πως οι σημειακές μεταλλάξεις και η γονιδιακή μετατροπή παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην γέννηση πολυμορφισμού στο γονίδιο αυτό. Ενώ στις σημειακές μεταλλάξεις του MHC ασκείται θετική επιλογή, αυτό παραμένει ένα ιδιαίτερα αργό φαινόμενο σε σύγκριση με την γονιδιακή μετατροπή. Ο συνδυασμός και των δύο αυτών δυνάμεων μπορεί να επισπεύσει την 79
82 εξέλιξη καινούργιων αλληλομόρφων για να μεγιστοποιήσει την αναγνώριση των παθογόνων μικροοργανισμών. Συγκρίσεις μεταξύ φυλογενετικών δέντρων σε διάφορες περιοχές του γονιδίου DQA2 έδειξαν πως αλλαγές γενετικών τμημάτων έχουν λάβει χώρα μεταξύ προγονικών αλληλομόρφων. Αυτό επιβεβαιώνεται με την ύπαρξη κοινών αλληλουχιών μεταξύ των αλληλομόρφων. (Zhou et al., 2004) Χρησιμοποιώντας τις τεχνικές PCR-SSCP αναλύθηκαν 2000 πρόβατα των ειδών Merino, Corrediale, Borderale, Romney, Awassi και Finish Landrace για το γονίδιο DQA2. Τα αποτελέσματα έδειξαν 23 αλληλουχίες του εξονίου 2 από τα οποία τα 5 ήταν παρόμοια με κάποιες αλληλουχίες των γονιδίων DQA3 και DQA4 της αγελάδας. (Hickford et al., 2001) Δεν υπήρχε όμως καμία ένδειξη ότι μπορεί να υπάρχει και 3 γονίδιο (DQA3) στα πρόβατα. Μια διαφορετική μελέτη, χρησιμοποιώντας τις ίδιες τεχνικές, στο DQA1 300 προβάτων (φυλές όπως Merino, Corrediale, Borderale, Romney, Awassi και Finish Landrace) αποκάλυψε 14 αλληλόμορφα στους πληθυσμούς αυτούς. FI σύγκριση των αλληλουχιών του εξωνίου 2 των προβάτων αποκάλυψαν ότι ορισμένα από τα αλληλόμορφα του προβάτου είναι περισσότερο κοντινά σε επίπεδο αλληλουχίας με τα αλληλόμορφα της αγελάδας παρά με τα αλληλόμορφα άλλων προβάτων. Έχει προταθεί πως αυτός ο δια-ειδικός πολυμορφισμός είναι αποτέλεσμα της σταθεροποιούσας επιλογής στον γενετικό τόπο DQA1. (Zhou and Hickford 2004) Σύμφωνα με άλλες μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί στα πρόβατα το γονίδιο που παρουσιάζει την μεγαλύτερη ποικιλομορφία είναι το DQA2. Πάνω από 8 αλληλόμορφα έχουν αναφερθεί για το γονίδιο DQA1 και 16 αλληλόμορφα για το γονίδιο DQA2. (Scott et al., 1991a, Fabb et al., 1993, Escayg et al., 1996, Hickford et al., 2000) Ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα αυτών των μελετών είναι ότι το 36% των προβάτων που μελετήθηκαν δεν εμφάνισαν κάποιο αλληλόμορφο του γονιδίου DQA1. Έτσι άτομα τα οποία δεν εμφανίζουν κάποιο από τα γονίδια του DQA δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν άλλα πιθανότατα βρίσκονται σε ανενεργή κατάσταση. Η παρούσα μελέτη είχε ως αντικείμενο την ανάλυση των πολυμορφισμών σε γονίδια MHC από αντιπροσωπευτικά άτομα πληθυσμών του είδους Ovis aries.. Συγκεκριμένα, ερευνήθηκε η ποικιλότητα του 2ου εξονίου του γονιδίου DQA1 (τάξης I) και του 2ου εξονίου του γονιδίου DQA2 (τάξης II). Η ανάλυση πραγματοποιήθηκε με την εφαρμογή της μεθόδου PCR-SSCP. 80
83 Για το 2 εξόνιο του γονιδίου DQA1 αποκαλύφθηκαν 19 πρότυπα, τα οποία εμφανίζονται στους πληθυσμούς Άρτας και των Τρικάλων. Στην περίπτωση του 2ου εξονίου του γονιδίου DQA2 αποκαλύφθηκαν 26 πρότυπα. Τα πρότυπα και η κατανομή τους δε μπορούν να δώσουν συγκεκριμένες πληροφορίες για τη γενετική δομή των πληθυσμών που αναλύθηκαν. Αποτελούν μια πρώτη ένδειξη της πιθανής διαφοροποίησης μεταξύ των πληθυσμών αυτών. Τα αποτελέσματα από την ανάλυση των γονιδίων MHC είναι σύμφωνα με τις προηγούμενες αναλύσεις. Το γονίδιο με την μεγαλύτερη ποικιλομορφία είναι το DQA2 (26 πρότυπα). Το υψηλό ποσοστό ετεροζυγωτίας και στα δύο γονίδια, δικαιολογεί πιθανότατα ότι τα ετερόζυγα άτομα για το συγκεκριμένο γονιδιακό τόπο (DQA1 ή DQA2) είναι ικανά να προσδένουν και να παρουσιάζουν μια μεγαλύτερη ποικιλία αντιγονικών πεπτιδίων σε σχέση με τα ομοζυγωτικά άτομα. Η αρμοστικότητα τους είναι πιθανώς μεγαλύτερη και κατά συνέπεια είναι ικανά να αναπτύσσουν έντονη ανοσιακή απόκριση και ταυτόχρονα είναι ανθεκτικά σε μεγαλύτερο πλήθος παθογόνων μικροοργανισμών. Η παρατήρηση αυτή είναι σύμφωνη με την σταθεροποιούσα επιλογή η οποία απομακρύνει τους ακραίους φαινοτύπους και ευνοεί τους ενδιάμεσους. (Εικ.6) Η σταθεροποιούσα επιλογή βοηθά τους πληθυσμούς να συγκρατούν τους πολυμορφισμούς και να διατηρούν συχνά μια σταθερή γενετική σύσταση αναφορικά με πολλούς γενετικούς τόπους και χαρακτήρες, μια δυνατότητα που είναι γνωστοί ως γενετική ομοιόσταση. Τα παραπάνω αποτελέσματα συμφωνούν και με την υπόθεση της υπερκυριαρχίας του ετεροζυγώτη ( overdominance selection). Τα πρότυπα και η κατανομή τους δε μπορούν να δώσουν συγκεκριμένες πληροφορίες για τη γενετική δομή των πληθυσμών που αναλύθηκαν. Αποτελούν μια πρώτη ένδειξη της πιθανής διαφοροποίησης μεταξύ των πληθυσμών αυτών. Επίσης ο αριθμός των δειγμάτων είναι αρκετά μικρός (82 άτομα για το DQA1 και 58 άτομα για το DQA2) και δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει το σύνολο για την ποικιλομορφία των πληθυσμών. Τέλος είναι αδύνατον να συσχετίσουμε τα παραπάνω άτομα μεταξύ τους καθώς η ανάλυση PCR-SSCP δε δίνει ακριβή αποτελέσματα με τα οποία μπορεί να δομηθεί μια φυλογενετική συσχέτιση μεταξύ των υπό μελέτη πληθυσμών. Η περαιτέρω επεξεργασία των δεδομένων και η ανάλυση των προτύπων σε επίπεδο αλληλομόρφων καθώς και των αλληλουχιών θα παρέχει μια εικόνα της ποικιλομορφίας και των φυλογενετικών σχέσεων μεταξύ των δύο αυτών φυσικών πληθυσμών. 81
84 βλιογραφία: 82
85 Αλαχιώτης Σ.: Εισαγωγή στη εξέλιξη, Εκδόσεις Α.Α. Λιβάνη, 2007: σελ , Abbas A., Lichtman Α:Βασική Ανοσολογία, Ιατρικές εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης, 2004: σελ Andersson, L., A. Lunden, S. Sigurdardottir, C. J. Davies, and L. Rask Linkage relationships in the bovine MHC region. High recombination frequency between class II subregions. Immunogenet. 27: Amills M, Ramiya V, Norimine J, Lewin HA. The major histocompatibility complex of ruminants. Rev Sci Tech Apr;17(l): Review. Barton N. H., Charlesworth B: Genetic revolutions, founder effect and speciation. Ann. Rev. Ecol. Syst. 15: , 1984 Bellocq j.g. et al., Allelic diversity at the MHC-DQA locus of woodmouse polulations (Apodemus sylvaticus) present in the islands and mainland of the northern Mediterranean, Global Ecology and Biogeography, (2005) 14, Carrington, M Recombination within the human MHC. Immunol. Rev. 167: Chardon P., Kirszenbaum M., Cullen P.R. et al. (1985) Analysis of sheep MHC using class I, II & C4 cdna probes. Immunogenetics 22, 349±58. Deverson EV, Wright H, Watson S, Ballingall K, et al. (1991). Class II major histocompatibility complex genes of the sheep. Anim. Genet. 22: Dobzhansky T: Speciation as a stage in Evolutionary divergence. American Naturalist, 74: 312±321,
86 Dukkipati VSR, Blair HT, Garrick DJ and Murray A (2006). Ovar-Mhc - Ovine major histocompatibility complex: role in genetic resistance to diseases. N. Z. Vet. J. 54: Dutia, B. Μ., I. McConnell, K. T. Ballingall, P. Keating, and J. Hopkins Evidence for the expression of two distinctmhcclass IIDRbeta like molecules in the sheep. Anim. Genet. 25: Edwards, S. and Hedrick, P. Evolution and ecology of MHC molecules: from genomics to sexual selection Ellegren H, Mikko S, Wallin K, Andersson L. Limited polymorphism at major histocompatibility complex (ME1C) loci in the Swedish moose A. alces. Mol Ecol Feb;5(l):3-9. Endler J. A: Geographic variation, speciation and dines. Princeton University Press, Princeton, New Jersey, 1977 Escayg, A. P., J. G. Hickford, G. W. Montgomery, K. G. Dodds, and D. W. Bullock Polymorphism at the ovine major histocompatibility complex class II loci. Anim. Genet. 27: Fabb, S. A., J. F. Maddox, K. J. Gogolin-Ewens, L. Baker, M. J. Wu, and M. R. Brandon Isolation, characterization and evolution of ovine major histocompatibility complex class II DRA and DQA genes. Anim. Genet. 24: Fehlmann, M., Peyron, J.F, Samson, M., Van Obberghen, E., Brandenburg, D., and Brossette, N., (1985) Molecular association between major histocompatibility complex class I antigens and insulin receptors in mouse liver membranes, Proc Natl Acad Sci USA. December; 82(24): Flajnik, M.F., Canel, C., Kramer, J., Kasahara, M., (1991) Evolution of the major histocompatibility complex: molecular cloning of major histocompatibility complex class I from the amphibian Xenopus. Proc Natl Acad Sci USA 88,
87 Futuyma D.J: Εξελικτική Βιολογία, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2η έκδοση, 1995: σελ Grimholt, U. Stig, L., Rolf, N., Midtlyng, P., Kjoeglum, S., Storset, A., Saebi)/ S., Stet, R.J.M (2003) MHC polymorphism and disease resistance in Atlantic salmon (Salmo salar); facing pathogens with single expressed major histocompatibility class 1 and class 11 loci Immunogenetics 55: Hein WR (1997). Molecular genetics of immune molecules. In: The Genetics of sheep (Piper L and Ruvinsky A, eds.). CAB International, New York, NY, USA, Hughes, A.L, Nei, M., (1993): Evolutionary relationships of the classes of major histocompatibility complex genes. Immunogenetics 37:337 Hughes AL, Nei M: Evolutionary relationships of class II major-histocompatibility- complex genes in mammals. Molecular Biology & Evolution 7:491, 1990 J. G. H. Hickford,2 H. Zhou, and Q. Fang Haplotype analysis of the DQA genes in sheep: Evidence supporting recombination between the loci J. Anim.Sci : doi: /jas Kaneshiro K.Y: The dynamics of sexual selection and founder effects in speciation formation. In: Genetics, Speciation, and the Founder Principle (L. Giddings, K. Kaneshiro & W. Anderson, eds), pp Oxford University Press, Oxford, 1989 Kasahara, M., Hayashi, M., Tanaka, K., Inoko, H., Sugaya, K., Ikemura, T., Ishibashi, T. (1996): Chromosomal localization of the proteasome Z subunit gene reveals an ancient chromosomal duplication involving the major histocompartibility complex. Proceedings of the National Academy of Sciences USA 93:
88 Kelley J., Walter L., Trowsdale J: Comparative genomics of major histocompatibility complexes. Immunogenetics 56: , 2005 Klein, J. (1986). Natural History of the Major Histocompatibility Complex. New York: John Wiley Klein J, O'hUigin C: Composite origin of major histocompatibility complex genes [Review], Current Opinion in Genetics & Development 3:923, 1993 Klein, J., O huigin, C. (1994) MHC polymorphism and parasites. Philosophical Transactions of the Royal Society of London. Series B, Biological Sciences, 346, Kostia S, Kantanen J, Kolkkala M and Varvio SL (1998). Applicability of SSCP analysis for MHC genotyping: fingerprinting of Ovar-DRBl exon 2 alleles from Finnish and Russian breeds. Anim. Genet. 29: Kowalski H, Erickson AL, Cooper S, Domena JD, Parham P, Walker CM. Patr- A and B, the orthologues of HLA-A and B, present hepatitis C virus epitopes to CD8+ cytotoxic T cells from two chronically infected chimpanzees. J Exp Med Apr 1; 183(4): Lawlor DA, Zemmour J, Ennis PD, Parham P: Evolution of class-i MHC genes and proteins: from natural selection to thymic selection. Annual Review of Immunology 8:23, 1990 Lee N, Llano M, Carretero M, Ishitani A, et al. (1998). HLA-E is a major ligand for the natural killer inhibitory receptor CD94/NKG2A. Proc. Natl. Acad. Sci. USA 95: Matsunaga, T., Rahman, A. (1998): What brought the adaptive immune system to vertebrates? Immunological Reviews 166:177 86
89 Mayr E: Animal Species and Evolution. 2nd edn. Harvard University Press, Cambridge, MA, 1969 McConnell, T., Godwin, U. B.,. Norton, S. F., Nairn, R. S., Kazianis, S., and Morizot, D. C., (August 1998) Identification and Mapping of Two Divergent, Unlinked Major Histocompatibility Complex Class II B Genes in Xiphophorus Fishes Genetics 149: Messaoudi, I., Guevara, P. J., Dyall, R., LeMaoult, J., Nikolich-Z''ugich, J., (NOVEMBER 2002) Direct Link Between mhc Polymorphism, T Cell Avidity, and Diversity in Immune Defense SCIENCE VOL Miller, K. M., Withler, R. E., and. Beacham, T. D. (1997). Molecular evolution at MHC genes in two populations of chinook salmon Oncorhynchus tshawytscha. Mol. Ecol. 6:937. Millot P (1978). The major histocompatibility complex of sheep (OLA) and two minor loci. Anim. Blood Groups Biochem. Genet. 9: Miltiadou D, Ballingall KT, Ellis SA, Russel GC, et al. (2005). Haplotype characterization of transcribed ovine major histocompatibility complex (MHC) class I genes. Immimogenetics 57: Mullis K.B., Faloona F.A: Specific synthesis of DNA in vitrovia a polymerase - catalyzed chain reaction. Methods in Entomology 155: , 1987 Oedeen A. & Florin A.-B: Sexual selection and peripatric speciation: the Kaneshiro model revisited J. Evol.. Biol. 15: , 2002 Orita, M., Iwahana, H., Kanazawa, H., Hayashi, K., and Sekiya, (1989) T. Detection of polymorphisms of human DNA by gel electrophoresis as single-strand conformation polymorphism. Proc Natl Acad Sci USA 86: Parham P: Virtual reality in the MHC. Immunol Rev 167: 5-16,
90 Paterson S. Evidence for balancing selection at the major histocompatibility complex in a free-living ruminant. JHered 89: , Phillips, L., Moule, M., Delovitch, T., Yip, C., (May 1986) Class I histocompatibility antigens and insulin receptors: Evidence for interactions Proc. Natl. Acad. Sci. USA Vol. 83, pp , Medical Sciences Potts WK, Wakeland EK: Evolution of MEIC genetic diversity: a tale of incest, pestilence and sexual preference. Trends in Genetics 9: 408, 1993 Puri NK, Scott SC, Choi CL and Brandon MR (1987d). Biochemical and molecular analysis of sheep MHC class II molecules. Vet. Immunol. Immunopathol. 17: Reusch TB, Haberli MA, Aeschlimann PB, Milinski M. Female sticklebacks count alleles in a strategy of sexual selection explaining MHC polymorphism. Nature 414: , Rothbard, J.B, Gefter, M.L. (1991) Interactions between immunogenetic peptides and Mhc proteins. Annu Rev Immunol 9, Schreiber, A., Schlessinger, J., and Edidin, M., (1984) Interaction between Major Histocompatibility Complex Antigens and Epidermal Growth Factor Receptors on Human Cells THE JOURNAL OF CELL BIOLOGY " VOLUME 98 FEBRUARY Scott, P. C., K. J. Gogolin-Ewens, T. E. Adams, and M. R. Brandon Nucleotide sequence, polymorphism, and evolution of ovine MHC class II DQA genes. Immunogenetics 34: Scott, P. C., C. L. Choi, and M. R. Brandon Genetic organization of the ovine MHC class II region. Immunogenetics 25:
91 Scott, P.C., Gogolin-Ewens, K.J., Adams, T.E. & Brandon, M.R. (1991) Nucleotide sequence, polymorphism and evolution of ovine MHC class II DQA genes. Immunogenetics 34, 69±79. S. Hiendleder, K. Mainz, Y. Plante, and H. Lewalski Analysis of Mitochondrial DNA Indicates That Domestic Sheep Are Derived From Two Different Ancestral Maternal Sources: No Evidence for Contributions From Urial and Argali Sheep Journal of Heredity 1998;89: Simpson G.G: Tempo and mode of evolution. Columbia University Press, New York, 1944 Sommer S, Tichy H. Major histocompatibility complex (MHC) class II polymorphism and paternity in the monogamous Hypogeomys antimena, the endangered, largest endemic Malagasy rodent. Mol Ecol Mar;13(3): Snibson, K. J., J. F. Maddox, S, A. Fabb, and M. R. Brandon Allelic variation of ovine MHC class II DQA1 and DQA2 genes.anim. Genet. 29: Stanley S. M: Macroevolution: pattern and process. Freeman, San Francisco, 1979 Stebbins G.L: Variation and evolution in plants. Columbia University Press, New York, 1950 Stewart BS, Weber DS, Garza JC, Lehman N. An empirical genetic assessment of the severity of the northern elephant seal population bottleneck. Curr Biol Oct 19; 10(20): Schwaiger FW, Maddox J, Ballingall K, Buitkamp J, et al. (1996). The ovine major histocompatibilty complex. In: The major histocompatibility complex region of 89
92 domestic animal species (Schook LB and Lamont SJ, eds.) CRC Press, Inc., Boca Raton, FL, USA, Todd I., Spickett C.,: Ανοσολογία, Επιστημονικές Εκδόσεις Παρισιάνου, σελ 3-12, Van der Walt JM, Nel LH, Hoelzel AR. Characterization of major histocompatibility complex DRB diversity in the endemic South African antelope Damaliscus pygargus: a comparison in two subspecies with different demographic histories. Mol Ecol Jul; 10(7): Van Eijk MJ, Beever JE, Da Y, Stewart JA, et al. (1995). Genetic mapping of BoLA-A, CYP21, DRB3, DYA and PRL on BTA23. Mamm. Genome 6: Weber DS, Stewart BS, Schienman J, Lehman N. Major histocompatibility complex variation at three class II loci in the northern elephant seal. Mol Ecol Mar; 13(3): Wright, H., and K. T. Ballingall Mapping and characterization of the DQ subregion of the ovine MHC. Anim. Genet. 25: Yauk, C. L., P. R. Bois, and A. J. Jeffreys High-resolution sperm typing of meiotic recombination in the mouse MHC Ebeta gene. EMBO J. 22: Zhou, H., and J. G. H. Hickford Rapid communication: Three new allelic sequences at the ovine MHC class II DQA1 locus. J. Anim. Sci. 79: Zhou, H., and J. G. H. Hickford2 Allelic polymorphism in the ovine DQA1 genel Animal and Food Sciences Division, Lincoln University, Canterbury, New Zealand J. Anim. Sci :
Θεωρία - Εφαρμογές ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΦΥΤΩΝ - ΜΟΡΙΑΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ 1
ΜΟΡΙΑΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ Θεωρία - Εφαρμογές ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΦΥΤΩΝ - ΜΟΡΙΑΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΥΣ ΜΟΡΙΑΚΟΥΣ Έπιλογή με βάση: ΔΕΙΚΤΕΣ Φαινοτυπικοί δείκτες Γενετικοί δείκτες Μοριακοί δείκτες (Πρωτεϊνικοί &
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΚΑΙ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΚΑΙ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ Οι αρχές της εξελικτικής σκέψης Η προέλευση των ειδών Ορθές και λανθασµένες αντιλήψεις σχετικά µε τη θεωρία της εξέλιξης Η θεωρία της εξέλιξης
ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΦΥΤΩΝ
ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΦΥΤΩΝ Μοριακοί Δείκτες Επιμέλεια διαφανειών Τραντάς Μάνος 1 Μοριακοί Δείκτες είναι αλληλουχίες DNA (ή πρωτεϊνών) που μπορούν να συσχετιστούν με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ώστε να ανιχνευτούν
Δασική Γενετική Εισαγωγή: Βασικές έννοιες
Δασική Γενετική Εισαγωγή: Βασικές έννοιες Χειμερινό εξάμηνο 2014-2015 Γενετική Πειραματική επιστήμη της κληρονομικότητας Προέκυψε από την ανάγκη κατανόησης της κληρονόμησης οικονομικά σημαντικών χαρακτηριστικών
Βιολογία Ζώων Ι. Σίνος Γκιώκας. Πανεπιστήμιο Πατρών Τμήμα Βιολογίας. Πάτρα 2015
Βιολογία Ζώων Ι Σίνος Γκιώκας Πανεπιστήμιο Πατρών Τμήμα Βιολογίας Πάτρα 2015 Πατρών 2015 1 Η Βιολογική Εξέλιξη Πατρών 2015 2 Η Θεωρία της Εξέλιξης Η βιολογική εξέλιξη ερμηνεύει την ποικιλότητα των έμβιων
Μοριακή Ανάλυση Φυτών
Μοριακή Ανάλυση Φυτών Μοριακοί Δείκτες Αριστοτέλης Χ. Παπαγεωργίου Εργαστήριο Δασικής Γενετικής / ΔΠΘ Γενετική ποικιλομορφία Είναι η βάση της εξέλιξης Προϋπόθεση προσαρμογής σε νέα περιβάλλοντα Το μέρος
Βιοτεχνολογία Φυτών. Μοριακοί Δείκτες (Εισαγωγή στη Μοριακή Βιολογία)
Βιοτεχνολογία Φυτών ΔΠΘ / Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης ΠΜΣ Αειφορικά Συστήματα Παραγωγής και Περιβάλλον στη Γεωργία Μοριακοί Δείκτες (Εισαγωγή στη Μοριακή Βιολογία) Αριστοτέλης Χ. Παπαγεωργίου Εργαστήριο
Εργαλεία Μοριακής Γενετικής
Εργαλεία Μοριακής Γενετικής Αρχές Μοριακής κλωνοποίησης Τα περιοριστικά ένζυμα: αναγνωρίζουν αλληλουχίες (θέσεις περιορισμού). 2 τύποι ενζύμων: -Τύπος I = Κόβουν κοντά στη θέση περιορισμού -σπάνια χρησιμοποιούνται.
Πληθυσμιακή και Ποσοτική Γενετική. Εξέλιξη
Πληθυσμιακή και Ποσοτική Γενετική Εξέλιξη Σύνοψη Οι πληθυσμοί χαρακτηρίζονται από τις συχνότητες των γενοτύπων και των αλληλομόρφων τους Κάθε πληθυσμός έχει τη δική του γενετική «δομή» Μπορούμε να μετρήσουμε
ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΜΟΝΟΚΛΩΝΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΜΒΟΛΙΑ. Εργαστήριο Γενετικής, ΓΠΑ
ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΜΟΝΟΚΛΩΝΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΜΒΟΛΙΑ Στάδια μικροβιακής λοίμωξης δημιουργία αποικίας σε εξωτερική επιφάνεια διείσδυση στον οργανισμό τοπική μόλυνση συστηματική (γενικευμένη) μόλυνση H σημασία
ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ
ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΥΛΗΣ Δρ. Κώστας Ποϊραζίδης, Δασολόγος ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2009-2010 ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΥΛΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 2.2: Ορισμός είδους, Συστηματική, Οικολογία και Εξέλιξη, Φυσική επιλογή
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Τρίτη 18 Ιουνίου 2019 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ. (Ενδεικτικές Απαντήσεις)
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Τρίτη 18 Ιουνίου 2019 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (Ενδεικτικές Απαντήσεις) ΘΕΜΑ Α Α1. α Α2. β Α3. γ Α4. γ Α5. β ΘΕΜΑ Β Β1. 1-ζ 2-στ
Περιεχόμενα. 1 Η ιστορία της εξελικτικής βιολογίας: Εξέλιξη και Γενετική 2 Η Προέλευση της Μοριακής Βιολογίας 3 Αποδείξεις για την εξέλιξη 89
Περιεχόμενα Οι Συγγραφείς Πρόλογος της Ελληνικής Έκδοσης Πρόλογος της Αμερικανικής Έκδοσης Σκοπός και Αντικείμενο του Βιβλίου ΜΕΡΟΣ Ι ΜΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ 1 Η ιστορία της εξελικτικής
Πολλαπλασιασμός των ειδών - Ειδογένεση. Αλλοπάτρια, παραπάτρια και συμπάτρια ειδογένεση. Μηχανισμοί αναπαραγωγικής απομόνωσης.
Πολλαπλασιασμός των ειδών - Ειδογένεση. Αλλοπάτρια, παραπάτρια και συμπάτρια ειδογένεση. Μηχανισμοί αναπαραγωγικής απομόνωσης. Εισηγητής: Ν. Πουλακάκης Ειδογένεση H ειδογένεση αναφέρεται στο σχηματισμό
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
27 Μαΐου 2016 ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Απαντήσεις Θεμάτων Πανελλαδικών Εξετάσεων Ημερησίων Γενικών Λυκείων (Νέο & Παλιό Σύστημα) ΘΕΜΑ Γ Γ.1 Ο χαρακτήρας της ομάδας αίματος στον άνθρωπο
όλοι αναπνευστική οδός στομάχι στόμα
κεράτινη στιβάδα περιέχει σμήγμα λιπαρά οξέα Μηχανισμοί που παρεμποδίζουν την είσοδο Δέρμα περιέχει ιδρώτας φυσιολογική μικροχλωρίδα λυσοζύμη γαλακτικό οξύ μικροοργανισμών Βλεννογόνοι όλοι αναπνευστική
Επίκτητη Ανοσιακή Απάντηση (χυμικό σκέλος) Β λεμφοκύτταρα
Επίκτητη Ανοσιακή Απάντηση (χυμικό σκέλος) Β λεμφοκύτταρα φυσική ή μη ειδική ανοσία δεν απαιτεί προηγούμενη έκθεση στο παθογόνο και δεν διαθέτει μνήμη. σε επίκτητη ή ειδική ανοσία χυμική ανοσία με παραγωγή
να ταράξουν την λειτουργία των ιστών και των οργάνων του; α. τη θέση τους στο ανθρώπινο σώμα β. την γενικευμένη ή εξειδικευμένη δράση
Ερωτήσεις κατανόησης της θεωρίας του 1 ο κεφαλαίου (συνέχεια) 1. Από τι εξαρτάται η επιβίωση του ανθρώπου και ποιοι εξωτερικοί παράγοντες θα μπορούσαν να ταράξουν την λειτουργία των ιστών και των οργάνων
Μοριακή κυτταρική βιοχημεία Ανοσοποιητικό σύστημα
Μοριακή κυτταρική βιοχημεία Ανοσοποιητικό σύστημα κωδικός μαθήματος: ETY-335 Χειμερινό εξάμηνο 2014 / 2015 Μαρία Χατζηνικολαΐδου mchatzin@materials.uoc.gr Έμφυτο και προσαρμοστικό ανοσοποιητικό σύστημα
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 16 IOYNIOY 2017 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 16 IOYNIOY 2017 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ Α Α1. δ Α2. δ Α3. β Α4. γ Α5. α ΘΕΜΑ Β Β1. Α I Β IV Γ VI
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΜΑ 1 ο Στις ερωτήσεις 1-5 να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της ερώτησης και δίπλα του το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση. 1. Στο πείραμα
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ Καθώς η επιστημονική γνώση και κατανόηση αναπτύσσονται, ο μελλοντικός σχεδιασμός βιοτεχνολογικών προϊόντων περιορίζεται μόνο από τη φαντασία μας Βιοτεχνολογία
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ & ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β ) ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΞΕΤΑΣΗΣ: 20/05/2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΘΕΜΑ Α Α1. γ Α2.
ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2007 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ
ΘΕΜΑ 1ο ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2007 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθµό καθεµιάς από τις παρακάτω ηµιτελείς προτάσεις 1 έως 5 και δίπλα το γράµµα που αντιστοιχεί στη λέξη ή τη φράση,
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΑΜΥΝΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΑΜΥΝΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ Η πρώτη γραπτή αναφορά στο φαινόμενο της ανοσίας μπορεί να αναζητηθεί στον Θουκυδίδη, τον μεγάλο ιστορικό του Πελοποννησιακού Πολέμου Ανάπτυξη και επιβίωση o
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β ) ΤΕΤΑΡΤΗ 30 ΜΑΪΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β ) ΤΕΤΑΡΤΗ 30 ΜΑΪΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΘΕΜΑ Α Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό καθεμιάς
ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Απαντήσεις του κριτηρίου αξιολόγησης στη βιολογία γενικής παιδείας 1 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΘΕΜΑ 1 ο Να γράψετε τον αριθμό καθεμίας από τις ημιτελείς προτάσεις 1 έως και 5, και δίπλα σε αυτόν το γράμμα που αντιστοιχεί
Βιολογία Ο.Π. Θετικών Σπουδών Γ' Λυκείου
Βιολογία Ο.Π. Θετικών Σπουδών Γ' Λυκείου ΘΕΜΑ Α Α1. Η αναλογία Α+G/T+C στο γενετικό υλικό ενός ιού είναι ίση με 2/3. Ο ιός μπορεί να είναι: α. ο φάγος λ. β. ο ιός της πολιομυελίτιδας. γ. φορέας κλωνοποίησης
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ο.Ε.Φ.Ε. 2004 ΘΕΜΑΤΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ο.Ε.Φ.Ε. 2004 ΘΕΜΑ 1 Ο Α. Να επιλέξετε την ορθή πρόταση: ΘΕΜΑΤΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 1. Το κωδικόνιο του mrna που κωδικοποιεί το αµινοξύ µεθειονίνη είναι α. 5 GUA
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ' ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ' ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΘΕΜΑ Α Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό καθεμιάς από τις παρακάτω ημιτελείς
Βιολογία Κατεύθυνσης Γ Λυκείου ΚΥΡΙΑΚΗ 9 ΜΑΡΤΙΟΥ 2014 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Βιολογία Κατεύθυνσης Γ Λυκείου ΚΥΡΙΑΚΗ 9 ΜΑΡΤΙΟΥ 2014 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Επιμέλεια: Δημήτρης Κοτρόπουλος ΘΕΜΑ Α Α1. γ Α2. γ Α3. γ Α4. δ Α5. δ ΘΕΜΑ B B1. Στήλη Ι Στήλη ΙΙ 1. στ 2. ζ 3. ε 4. α 5. δ 6. β 7. γ Β2.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΚΑΒΑΣ 1 ΒΙΟΛΟΓΟΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ον ΜΕΝΔΕΛΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΡΩ 1. Τι είναι κυτταρικός κύκλος, και τα δυο είδη κυτταρικής διαίρεσης. 2. Από τα γεγονότα της μεσόφασης να μην μου διαφεύγει η αντιγραφή του γενετικού
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΑ 23 ΙΟΥΝΙΟΥ 2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
1 ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΑ 23 ΙΟΥΝΙΟΥ 2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΘΕΜΑ Α Α1. γ Α2. β Α3. β Α4. δ Α5. α ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ Β Β1. Σχολικό
ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟ 2003-2013
ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟ 2003-2013 ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΠΕΡΔΙΟΥ ΒΙΟΛΟΓΟΣ (MSc) 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΕΛΙΔΑ Ενότητα 2 : Χημεία της ζωής 4 Ενότητα 3: Ενέργεια και οργανισμοί 13 Ενότητα 4: κυτταρική
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ & ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β )
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ & ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β ) ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 14 / 05 / 2011 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΠΡΟΧΕΙΡΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ. Η τεχνολογία του ανασυνδυασμένου DNA και οι εφαρμογές της...
ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ Η τεχνολογία του ανασυνδυασμένου DNA και οι εφαρμογές της... Γενετική Μηχανική o Περιλαμβάνει όλες τις τεχνικές με τις οποίες μπορούμε να επεμβαίνουμε στο γενετικό υλικό των οργανισμών.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΕΚΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΕΚΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΠΟΥ ΥΠΗΡΕΤΟΥΝ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΔΕΥΤΕΡΑ 10 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2018
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΕΚΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΕΚΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΠΟΥ ΥΠΗΡΕΤΟΥΝ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΔΕΥΤΕΡΑ 10 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2018 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ Α Α1. δ
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ 2015 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Επιμέλεια: Aβραμίδου Δέσποινα
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ 2015 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Επιμέλεια: Aβραμίδου Δέσποινα ΘΕΜΑ Α 1. γ 2. α 3. β 4. β 5. δ ΘΕΜΑ Β Β1. 1. Β 2. Α 3. Α 4. Β 5. Β 6. Α 7. Α 8. Β Β2. Η απάντηση βρίσκεται στη σελίδα
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2010
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2010 ΘΕΜΑ Α 1. δ 2. β 3. α 4. β 5. γ ΘΕΜΑ Β 1. Σελ. 17 σχολ. Βιβλίου: Το γενετικό υλικό ενός κυττάρου αποτελεί το γονιδίωμά του όπως είναι τα
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. ΘΕΜΑ Α Α1. β Α2. β Α3. δ Α4. γ Α5. γ. ΘΕΜΑ Β Β1. Στήλη Ι Στήλη ΙΙ 1 Α 2 Γ 3 Α 4 Β 5 Α 6 Α 7 Γ
ΘΕΜΑ Α Α1. β Α2. β Α3. δ Α4. γ Α5. γ 1 ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β) ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 27 ΜΑΪΟΥ 2016 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΒΙΟΛΟΓΙΑ
Εργαστήριο Συστηματικής Βοτανικής / Ζιζανιολογίας 2 ο Εξάμηνο (Εαρινό) Εισαγωγή. Δρ. Γεωργία Τοουλάκου
Εργαστήριο Συστηματικής Βοτανικής / Ζιζανιολογίας 2 ο Εξάμηνο (Εαρινό) 2018-2019 Εισαγωγή Δρ. Γεωργία Τοουλάκου Η Συστηματική Βοτανική είναι κλάδος της Βοτανικής. δηλαδή της επιστήμης η οποία ασχολείται
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΣΧΟΛΙΟ: Τα θέματα είναι πολύ εύκολα και αναμένονται ιδιαίτερα υψηλές βαθμολογίες από τους σωστά προετοιμασμένους υποψηφίους. ΘΕΜΑ Α Α1. δ Α2. β Α3. α Α4.
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
20 Μαΐου 2015 ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Απαντήσεις Θεμάτων Πανελληνίων Εξετάσεων Ημερησίων Γενικών Λυκείων ΘΕΜΑ Α. Α1. γ Α2. α Α3. β Α4. β Α5. δ ΘΕΜΑ Β. Β1. 1. Β 2. Α 3. Α 4. Β 5. Β 6. Α 7. Α 8. Β 1 Β2.
Γενικές εξετάσεις 2015 Βιολογία Γ λυκείου γενικής παιδείας
Φροντιστήρια δυαδικό 1 ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ δυαδικό Τα θέματα επεξεργάστηκαν οι καθηγητές των Φροντιστηρίων «δυαδικό» Μελλίδης Κ. Πασσιά Α. Θέμα Α Γενικές εξετάσεις 2015 Βιολογία Γ λυκείου γενικής παιδείας Να
Θέματα Εξέλιξης από Πανελλήνιες ( ) Σελ
Θέματα Εξέλιξης από Πανελλήνιες (2010-2012) Σελ. 119-131 1. Πώς μπορεί να εξηγηθεί με βάση τη θεωρία της φυσικής επιλογής η επικράτηση του χαρακτηριστικού «ψηλός λαιμός» στις καμηλοπαρδάλεις; Μονάδες 8
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 1 ΙΟΥΛΙΟΥ 2004 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
1 ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 1 ΙΟΥΛΙΟΥ 2004 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ 1ο 1. β 2. γ 3. α 4. γ 5. δ ΘΕΜΑ 2ο 1. Σχολικό
Βιολογία προσανατολισμού
Βιολογία προσανατολισμού Α. 1. β. 2. γ. 3. γ. 4. α. 5. δ. ΘΕΜΑ Α ΘΕΜΑ Β Β1. Σχολικό βιβλίο σελ. 131 «Το βακτήριο... στο σώμα των φυτών.» Β2.1 Ε, 2 Δ, 3 Α, 4 Β Β3. Σχολικό βιβλίο σελ. 108 «Η θερμοκρασία..
ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 6 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΘΕΜΑ Α ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: ΕΞΙ (6) Να γράψετε στο τετράδιό
ΓΕΝΕΤΙΚΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΦΥΤΑ. (Μοριακή Βελτίωση)
ΓΕΝΕΤΙΚΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΦΥΤΑ (Μοριακή Βελτίωση) 1 Βασίζεται στη χρήση μοριακών δεικτών που είναι συνδεδεμένοι με επιθυμητές χρωμοσωμικές περιοχές. Μοριακοί δείκτες είναι τυχαία επιλεγμένα τμήματα DNA χωρίς
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β) ΤΕΤΑΡΤΗ 20 ΜΑΪΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
1 ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β) ΤΕΤΑΡΤΗ 20 ΜΑΪΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΘΕΜΑ Α Α1. γ (σύφιλη) Α2. α (ερυθρός μυελός των οστών)
ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΟΡΟΣΗΜΟ ΘΑΛΗΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ. Α1. γ Α2. α Α3. β Α4. β Α5. δ
ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΘΕΜΑ Α Α1. γ Α2. α Α3. β Α4. β Α5. δ ΘΕΜΑ Β Β1. 1 Β 2 Α 3 Α 4 Β 5 Β 6 Α 7 Α 8 Β Β2. Σελ. 18 Σχολικού βιβλίου Το γενετικό
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΜΑ Α. Α1. Για τις παρακάτω προτάσεις να επιλέξετε τη σωστή απάντηση.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΜΑ Α Α1. Για τις παρακάτω προτάσεις να επιλέξετε τη σωστή απάντηση. 1. Έχοντας στη διάθεσή μας στο εργαστήριο αμιγή στελέχη για ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό
Βιολογία Γενικής Παιδείας 20-5-2015
ΘΕΜΑ Α Α1. γ Α2. α Α3. β Α4. β Α5. δ ΘΕΜΑ Β Βιολογία Γενικής Παιδείας 20-5-2015 Β1. 1 Β, 2 Α, 3 Α, 4 Β,5 Β, 6 Α, 7 Α, 8 Β Β2. Σχολικό βιβλίο σελ. 18 «Το γενετικό υλικό ενός ιού τον πολλαπλασιασμό του»
ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟ 26 ΜΑΪΟΥ 2007 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟ 26 ΜΑΪΟΥ 2007 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 1 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ 1ο 1. γ 2. β 3. α 4. β 5. δ ΘΕΜΑ 2ο 1. Σχολικό βιβλίο, σελ.
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ Α A1. α Α2. β Α3. γ Α4. γ Α5. β ΘΕΜΑ Β Β1. ζ στ α
Βελτίωση και Προστασία Δασογενετικών Πόρων. Στρατηγικές Βελτίωσης
Βελτίωση και Προστασία Δασογενετικών Πόρων Στρατηγικές Βελτίωσης 5 Σύνοψη Στη βελτίωση προσπαθούμε να συμπεράνουμε την απόδοση των απογόνων βασιζόμενοι στο φαινότυπο και την απόδοση των γονέων Η μαζική
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ:ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΤΡΙΤΗ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ:ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΤΡΙΤΗ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΘΕΜΑ 1 ο A1. α Α2. β Α3. γ Α4. γ Α5. β ΘΕΜΑ 2 ο Β1. 1-ζ 2-στ 3-α 4-ε 5-β 6-δ Β2. Απάντηση: Σύνθεση DNA θα πραγματοποιηθεί στο μοριο
Βελτίωση Φυτών. Βελτίωση Σταυρογονιμοποιούμενων φυτών. Είδη ποικιλιών
Βελτίωση Σταυρογονιμοποιούμενων φυτών Είδη ποικιλιών Πληθυσμοί ελεύθερης επικονίασης (OP) Είναι ετερογενείς και ετεροζύγωτοι πληθυσμοί που παράγονται με ανοιχτή, χωρίς έλεγχο επικονίαση. Η επιλογή τέτοιου
«Μεταλλάξεις και ο ρόλος τους στην γενετική ποικιλότητα»
«Μεταλλάξεις και ο ρόλος τους στην γενετική ποικιλότητα» «Τι είναι Μετάλλαξη» Γενικά με τον όρο μετάλλαξη ονομάζουμε τις αλλαγές στο γενετικό υλικό, το DNA δηλαδή ενός ζωντανού οργανισμού και πρόκειται
ΣΤΗΛΗ Α Αντιβιοτικό Αντισώματα ιντερφερόνες Τ- Τ- (αντιγόνα) κυτταροτοξικά βοηθητικά Τοξίνες Vibrio cholera
Α1. 1. β Βιολογία ΘΕΜΑ Α γενιικής παιιδείίας 2. γ 3. γ 4. γ 5. δ Α2. ΣΤΗΛΗ Α Αντιβιοτικό Αντισώματα ιντερφερόνες Τ- Τ- (αντιγόνα) κυτταροτοξικά βοηθητικά Τοξίνες Vibrio cholera Ηπατίτιδα C + Candida albicans
Α Π Α Ν Τ Η Σ Ε Ι Σ Θ Ε Μ Α Τ Ω Ν Π Α Ν Ε Λ Λ Α Δ Ι Κ Ω Ν Ε Ξ Ε Τ Α Σ Ε Ω Ν ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ
Α Π Α Ν Τ Η Σ Ε Ι Σ Θ Ε Μ Α Τ Ω Ν Π Α Ν Ε Λ Λ Α Δ Ι Κ Ω Ν Ε Ξ Ε Τ Α Σ Ε Ω Ν 2 0 1 5 ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 20.05.2015 ΘΕΜΑ Α Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό καθεμίας από τις παρακάτω
ΘΕΜΑ Α Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις:
ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΟΠ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΘΕΡΙΝΑ) ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 22/01/2017 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ: ΝΟΤΑ ΛΑΖΑΡΑΚΗ ΘΕΜΑ Α Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις: 1. Από
ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΜΑ Α Α1. Δ Α2. Β Α3.Α Α4.Α Α5.Β ΘΕΜΑ Β Β1. 1. Γ, 2. Β, 3. Γ, 4. Α, 5. Γ, 6. Γ, 7. Β
ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΜΑ Α Α1. Δ Α2. Β Α3.Α Α4.Α Α5.Β ΘΕΜΑ Β Β1. 1. Γ, 2. Β, 3. Γ, 4. Α, 5. Γ, 6. Γ, 7. Β Β2. Ο μικροοργανισμός Β είναι αυτός που μπορεί να ανήκει στο γένος Lactobacillus.
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΑ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
1 ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΑ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΘΕΜΑ Α Α1. δ Α2. γ Α3. δ Α4. β Α5. α 2 β 5 γ 6 δ 1 ε 3 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. ΘΕΜΑ Α A1. β Α2. γ Α3. γ Α4. α Α5. δ
ΘΕΜΑ Α A1. β Α2. γ Α3. γ Α4. α Α5. δ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β ) ΤΕΤΑΡΤΗ 15 ΙΟΥΝΙΟΥ 2016 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (ΝΕΟ
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΘΕΜΑ Α Α1 Α2 Α3 Α4 Α5 γ α β β δ ΘΕΜΑ Β Β1 1 Β 2 Α 3 Α 4 Β 5 Β 6 Α 7 Α 8 Β Β2 Σελίδα 18 σχολικού βιβλίου «Το γενετικό υλικό ενός ιού εως απαραίτητων για τον πολλαπλασιασμό
Βιολογία. Γ ΚΥΚΛΟΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΤΙΚΩΝ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ Προτεινόμενα Θέματα Γ ΓΕΛ. Ιανουάριος προσανατολισμού ΘΕΜΑ Α
Βιολογία προσανατολισμού ΘΕΜΑ Α Να επιλέξετε τη σωστή απάντηση. Α1. Αν μια ασθένεια καθορίζεται από επικρατές φυλοσύνδετο γονίδιο θα εμφανίζεται: α. Σε όλους τους απογόνους εφόσον ο ένας γονέας έχει την
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ 2017 ΘΕΜΑ Α Α1. δ Α2. δ Α3. β Α4. γ Α5. α ΘΕΜΑ Β Β1. Ι Α, ΙΙ Ε, ΙΙΙ ΣΤ, ΙV Β, V Ζ, VII Γ, VII Δ Β2. Η εικόνα 1 αντιστοιχεί σε προκαρυωτικό κύτταρο. Στους προκαρυωτικούς
Εξελικτική Οικολογία. Σίνος Γκιώκας Πανεπιστήμιο Πάτρας Τμήμα Βιολογίας 2014
Εξελικτική Οικολογία Σίνος Γκιώκας Πανεπιστήμιο Πάτρας Τμήμα Βιολογίας 2014 Εξελικτική Οικολογία - Σίνος Γκιώκας - Παν. Πατρών - Τμ. Βιολογίας - 2014 1 Πού συναντιούνται τα δύο πεδία; Οι κιχλίδες των Μεγάλων
Αγαπητέ μου, καταγόμαστε από τους πιθήκους! Ας ελπίσουμε να μην είναι αλήθεια αλλά και αν είναι, ας προσευχηθούμε να μην γίνει ευρύτερα γνωστό
Αγαπητέ μου, καταγόμαστε από τους πιθήκους! Ας ελπίσουμε να μην είναι αλήθεια αλλά και αν είναι, ας προσευχηθούμε να μην γίνει ευρύτερα γνωστό Michelangelo 1510 ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΑ ΘΕΩΡΙΑ (ΘΕΩΡΗΜΑ) ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΛΙΘΟΣΦΑΙΡΙΚΩΝ
ΘΕΜΑ Α Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις:
ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΟΠ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 18/09/2016 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΝΟΤΑ ΛΑΖΑΡΑΚΗ ΘΕΜΑ Α Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις: 1. Η Χαρά
Κυριακή 15/02/2015 Ημερομηνία
Διαγώνισμα 2014-15 Ενδεικτικές απαντήσεις Κυριακή 15/02/2015 Ημερομηνία Βιολογία Κατεύθυνσης Εξεταζόμενο μάθημα Γ Λυκείου Τάξη Θέμα 1 ο : 1 α, 2 γ, 3 ε, 4 α, 5 ε Θέμα 2 ο : Α. Η απεικόνιση των μεταφασικών
ΜΕΝΔΕΛΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ. Ο Mendel καλλιέργησε φυτά σε διάστημα 8 ετών για να φτάσει στη διατύπωση των νόμων της κληρονομικότητας
ΜΕΝΔΕΛΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ Ο Mendel καλλιέργησε 28.000 φυτά σε διάστημα 8 ετών για να φτάσει στη διατύπωση των νόμων της κληρονομικότητας Λόγοι επιτυχίας των πειραμάτων του Mendel 1. Μελέτησε μία ή δύο
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Επιμέλεια: Ομάδα Βιολόγων της Ώθησης
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Επιμέλεια: Ομάδα Βιολόγων της Ώθησης 1 Σάββατο, 14 Μα ου 2011 Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΜΑ Α Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό καθεμιάς από τις παρακάτω ημιτελείς προτάσεις
Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ÏÅÖÅ
1 Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΜΑ 1 ο Α. 1 - Γ 2 - Β 3-4 - Γ 5 - Β. 1 - Σ 2 - Λ 3 - Λ 4 - Λ 5 - Σ ΘΕΜΑ 2 ο ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 1. Κάθε είδος αντισώµατος που αναγνωρίζει έναν αντιγονικό καθοριστή παράγεται
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 24 ΜΑΪΟΥ 2013
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 24 ΜΑΪΟΥ 2013 ΘΕΜΑ Α Α1. γ Α2. β Α3. α Α4. δ Α5. α ΘΕΜΑ Β Β1. Σελ. 123 124 σχολ. βιβλίου: «Η διαδικασία που ακολουθείται παράγουν το ένζυμο ADA». Β2. Σελ. 133 σχολ.
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2107 ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΘΕΜΑ Α Α1. δ Α2. δ Α3. β Α4. γ Α5. α ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΜΑ Β Β1. Ι: κωδική αλυσίδα (Δ) ΙΙ: μεταγραφόμενη αλυσίδα (Γ) ΙΙΙ: αμινομάδα (ΣΤ) ΙV: mrna (Β) V: RNA πολυμεράση (Ζ) VI: φωσφορική
Μίτωση - Μείωση και φυλετικοί βιολογικοί κύκλοι Γ. Παπανικολάου MD, PhD
Μίτωση - Μείωση και φυλετικοί βιολογικοί κύκλοι Γ. Παπανικολάου MD, PhD Ομοιότητα και διαφορά Κληρονομικότητα: η μεταβίβαση χαρακτηριστικών από τη μια γενιά στην άλλη Ποικιλία: εκτός από την ομοιότητα
«Μεταλλάξεις και ο ρόλος τους στην γενετική ποικιλότητα» Εργασία στο μάθημα της Βιολογίας ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΕΡΑΤΕΑΣ
«Μεταλλάξεις και ο ρόλος τους στην γενετική ποικιλότητα» Εργασία στο μάθημα της Βιολογίας ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΕΡΑΤΕΑΣ Μια εργασία των: Μακρυδάκη Ελευθερία Μπούρλα Ελένη Τμήμα: Γ 3 Ημερομηνία: 27/1/2015 Γενικά με
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. «Τα ζώα της φάρμας» Ναταλία Ραγκούση Νίκος Ταμπούσο Κώστας Μπερντούφης 1 «Πώς από το πρόβατο «φτάνουμε» στο μάλλινο σκούφο;» Κουρεύουν το προβατάκι παίρνουν το τρίχωμα το πλένουν
3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ανάλυση θεωρίας
Κεφάλαιο Εξέλιξη 3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ανάλυση θεωρίας Πολλές από τις επιστημονικές απόψεις που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί δεν γίνονται εύκολα αποδεκτές, διότι αντιβαίνουν την αντίληψη που οι άνθρωποι διαμορφώνουν
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ Θετική Κατεύθυνση
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ Θετική Κατεύθυνση ΘΕΜΑ Α Α1. α Α2. γ Α3. δ Α4. β Α5. γ ΘΕΜΑ Β Β1. Σελίδα 120 σχολικού βιβλίου : «Τα κύτταρα των οργάνων να είναι επιτυχείς.» Β2. Σελίδα 136 σχολικού βιβλίου : «Το 1997
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΜΑ 1ο Να γράψετε στο τετράδιο σας τον αριθμό καθεμιάς από τις παρακάτω ημιτελείς προτάσεις 1 έως 5 και δίπλα το γράμμα που αντιστοιχεί στη φράση που συμπληρώνει
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΘΕΜΑ
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΘΕΜΑ 1ο Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό καθεμιάς από τις παρακάτω ημιτελείς προτάσεις 1 έως 5 και δίπλα το γράμμα που αντιστοιχεί στη λέξη ή τη φράση, η οποία συμπληρώνει
ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ(ΟΜΑΔΑ Β ) ΣΑΒΒΑΤΟ 28 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: ΠΕΝΤΕ (5) ΘΕΜΑ Α Να γράψετε στο
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΘΕΜΑ Α 1. Α. 2. Β. 3. Α. 4. Β. 5. Δ. ΘΕΜΑ Β I. Βιβλίο σελ. 15 17 (ή 19 21 στη νέα έκδοση) .
ΘΕΜΑ 1 Ο Α. Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις: 1. Ως φορείς κλωνοποίησης χρησιμοποιούνται:
ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΧΕΙΜΕΡΙΝΑ ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 04/03/12 ΘΕΜΑ 1 Ο Α. Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις: 1. Ως φορείς κλωνοποίησης
Πανελλήνιες Εξετάσεις Ημερήσιων Γενικών Λυκείων. Εξεταζόμενο Μάθημα: Βιολογία Θετικής Κατεύθυνσης, Ημ/νία: 22 Μαΐου 2015. Απαντήσεις Θεμάτων
Πανελλήνιες Εξετάσεις Ημερήσιων Γενικών Λυκείων Εξεταζόμενο Μάθημα: Βιολογία Θετικής Κατεύθυνσης, Ημ/νία: 22 Μαΐου 2015 Απαντήσεις Θεμάτων ΘΕΜΑ Α A1. β A2. γ A3. α A4. δ Α5. γ ΘΕΜΑ Β Β1. 1. Στην πλειονότητά
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Επαναληπτικό διαγώνισμα ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ 1-9 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 1/3/2015 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Σημείωση: η διπλή αρίθμηση στις σελίδες αφορά την παλιά και τη νέα έκδοση του σχολικού βιβλίου
ΝΕΕΣ MΟΡΙΑΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΒΑΚΤΗΡΙΩΝ
ΝΕΕΣ MΟΡΙΑΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΒΑΚΤΗΡΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΝΤΑΡΑΚΗΣ ΒΙΟΛΟΓΟΣ (M.Sc, Ph.D) Επιδημίες μολυσματικών ασθενειών συχνά οφείλονται σε έκθεση σε μία κοινή πηγή ενός αιτιολογικού παράγοντα.
Θετικών Σπουδών. Ενδεικτικές απαντήσεις θεμάτων
Πανελλαδικές Εξετάσεις Ημερήσιων Γενικών Λυκείων Εξεταζόμενο μάθημα: Βιολογία Προσανατολισμού Θετικών Σπουδών Παρασκευή, 16 Ιουνίου 2017 Ενδεικτικές απαντήσεις θεμάτων Θέμα Α Α1. α) 3 CAT 5 β) 3 TAC 5
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Δ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΑ 23 ΙΟΥΝΙΟΥ 2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
1 ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Δ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΑ 23 ΙΟΥΝΙΟΥ 2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΘΕΜΑ Α Α1. γ Α2. β Α3. γ Α4. δ Α5. α ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ Β Β1. Σχολικό
Κεφάλαιο 4 Σύγχρονη Εξελικτική θεωρία
ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ 16η-17η ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ 8/11/2016 Π.Παπαζαφείρη Κεφάλαιο 4 Σύγχρονη Εξελικτική θεωρία Πώς συμβαίνουν οι εξελικτικές αλλαγές σε επίπεδο πληθυσμού; Τι είναι η ειδογένεση και πως συμβαίνει;
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΜΑ 1ο Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό καθεμιάς από τις παρακάτω ημιτελείς προτάσεις 1 έως 5 και δίπλα το γράμμα που αντιστοιχεί στη λέξη ή τη φράση, η οποία
4. Η κίρρωση του ήπατος προκαλείται εξαιτίας της αποθήκευσης στα ηπατικά κύτταρα: Πρωτεϊνών Υδατανθράκων Λιπών Αλκοόλ
ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΠ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΘΕΡΙΝΑ) ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 22/10/2017 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΛΑΖΑΡΑΚΗ ΝΟΤΑ ΘΕΜΑ Α Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις: 1. Το
Κεφάλαιο 5: ΜΕΝΔΕΛΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ
Κεφάλαιο 5: ΜΕΝΔΕΛΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ -ΘΕΩΡΙΑ- Κληρονομικότητα: Η ιδιότητα των ατόμων να μοιάζουν με τους προγόνους τους. Κληρονομικοί χαρακτήρες: Οι ιδιότητες που κληρονομούνται στους απογόνους. Γενετική:
ΘΕΜΑ Α. 1. δ 2. δ 3. β 4. γ 5. α ΘΕΜΑ Β Β1. Α I Β IV Γ VI Δ VII Ε II ΣΤ III Ζ V Η -
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2017 ΛΥΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Π. ΚΡΥΣΤΑΛΛΙΔΗΣ 1. δ 2. δ 3. β 4. γ 5. α ΘΕΜΑ Α Β1. Α I Β IV Γ VI Δ VII Ε II ΣΤ III Ζ V Η - ΘΕΜΑ Β Β2. Η εικόνα αντιστοιχεί
Πανελλήνιες Εξετάσεις Ημερήσιων Γενικών Λυκείων. Εξεταζόμενο Μάθημα: Βιολογία Θετικής Κατεύθυνσης, Ημ/νία: 04 Ιουνίου 2014. Απαντήσεις Θεμάτων
Πανελλήνιες Εξετάσεις Ημερήσιων Γενικών Λυκείων Εξεταζόμενο Μάθημα: Βιολογία Θετικής Κατεύθυνσης, Ημ/νία: 04 Ιουνίου 2014 Απαντήσεις Θεμάτων ΘΕΜΑ Α A1. Τα πλασμίδια είναι: δ. κυκλικά δίκλωνα μόρια DNA
ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
10 Ιουνίου 2013 ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Απαντήσεις Θεμάτων Επαναληπτικών Πανελληνίων Εξετάσεων Ημερησίων Γενικών Λυκείων Περιεχόμενα ΘΕΜΑ Α.... 2 Α1.... 2 Α3.... 2 Α5.... 2 ΘΕΜΑ B.... 2 Β1.... 2 Β2....
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 22 ΜΑΪΟΥ 2015 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
www.romvos.edu.gr ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 22 ΜΑΪΟΥ 2015 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΘΕΜΑ Α 1.Β 2.Γ 3.Α 4.Δ 5.Γ ΘΕΜΑ Β Β1) 1.Α 2.Β 3.Β 4.Α 5.Α 6.Α 7.Β 8.Β Β2) Σελ. 40 σχολικού βιβλίου : Κατά την έναρξη