φνθετη λζξη: Η λζξθ που προκφπτει από δφο άλλεσ, αν ενϊςουμε τα κζματά τουσ. Οι δφο αυτζσ λζξεισ ονομάηονται πρϊτο και δεφτερο ςυνθετικό. μπαίνω (κ. μπαιν-) + βγαίνω (κ. βγαιν-) = μπαινοβγαίνω αϋ ςυνκετικό βϋ ςυνκετικό ςφνκετθ λζξθ Μεταξφ των δφο ςυνκετικϊν ςυνικωσ αναπτφςςεται ζνα φωνιεν (τισ περιςςότερεσ φορζσ το ο), το οποίο ονομάηεται ςυνδετικό. Η παραπάνω διαδικαςία ονομάηεται ςφνθεςη. Η ΗΜΑΙΑ ΣΩΝ ΤΝΘΕΣΩΝ Παρατακτικά ςφνκετα λζγονται όςα ςθμαίνουν ό,τι και τα δφο ςυνκετικά τουσ ενωμζνα με το ςφνδεςμο και. μερόνυχτο: μζρα και νφχτα ςτενόμακροσ: ςτενόσ και μακρφσ μπαινοβγαίνω: μπαίνω και βγαίνω Προςδιοριςτικά ςφνκετα λζγονται εκείνα τα ςφνκετα ςτα οποία το αϋ ςυνκετικό προςδιορίηει το δεφτερο. αγριοπερίςτερο: άγριο περιςτζρι ςιγοτραγουδϊ: τραγουδϊ ςιγά ροδοκόκκινοσ: κόκκινοσ ςαν ρόδο κατακόκκινοσ: πολφ κόκκινοσ κουτςοπερνϊ: περνϊ ςχετικά καλά τα δφο τελευταία παραδείγματα το αϋ ςυνκετικό ζχει επιρρθματικι ςθμαςία. Κτητικά ςφνκετα λζγονται όςα ςφνκετα ςθμαίνουν εκείνον που ζχει κάτι ςαν κτιμα του. Αναλφονται ςτθ φράςθ: αυτόσ που ζχει + αυτό που ςθμαίνει το βϋ ςυνκετικό (το αϋ ςυνκετικό χρθςιμεφει ωσ επικετικόσ προςδιοριςμόσ). καλόκαρδοσ: αυτόσ που ζχει καλι καρδιά μεγαλόςωμοσ: αυτόσ που ζχει μεγάλο ςϊμα γαλανομάτθσ: αυτόσ που ζχει γαλανά μάτια ςγουρομάλλθσ: αυτόσ που ζχει ςγουρά μαλλιά Αντικειμενικά ςφνκετα λζγονται τα ςφνκετα ςτα οποία το ζνα ςυνκετικό είναι Αντικείμενο του άλλου. Ζχουν πάντα για αϋ ι βϋ ςυνκετικό ζνα Ριμα. λογογράφοσ: αυτόσ που γράφει λόγουσ χορτοφάγοσ: αυτόσ που τρϊει χόρτα (λαχανικά) ψωμοηιτθσ: αυτόσ που ηθτάει ψωμί (ηθτιάνοσ) 1
2 ΤΝΘΕΗ ΜΕ ΑΧΩΡΙΣΑ ΜΟΡΙΑ Οι ςφνκετεσ λζξεισ ςχθματίηονται με δφο τρόπουσ: Α. Δφο ι περιςςότερεσ λζξεισ ενϊνονται ςε μία. Σάββατο+Κυριακι = Σαββατοκφριακο Β. Μία λζξθ ενϊνεται με ζνα αχϊριςτο μόριο. Αχϊριςτα λζγονται τα μόρια που δε ςυναντϊνται μόνα τουσ ςτο λόγο, αλλά μόνο ωσ πρϊτα ςυνκετικά ςφνκετων λζξεων. Λαϊκά αχϊριςτα μόρια είναι τα εξισ: α-: ξε-: Λζγεται ςτερθτικό μόριο. Αναιρεί τθ ςθμαςία του βϋ ςυνκετικοφ. Π.χ θ λζξθ άβραςτοσ ςθμαίνει όχι βραςτόσ. Σο μόριο αυτό ςυχνά -όχι πάντα- παίρνει τθ μορφι αν-, όταν το βϋ ςυνκετικό ξεκινάει από φωνιεν (ανϊριμοσ=α+ϊριμοσ, ανάξιοσ=α+άξιοσ, αναιμία, ανάλατοσ κλπ). πανιότερα, ζχει τθ μορφι ανα- (αναβροχιά=α+βροχι, αναδουλειά=α+δουλειά κλπ.). τθν ποιθτικι γλϊςςα ςυνθκίηεται και ο τφποσ ανε- (ανζμυαλοσ=α+μυαλό). Ζχει τισ εξισ ςθμαςίεσ: ζξω: ξεπορτίηω, ξεμυτίηω πολφ: ξζμακρα, ξετρελαίνομαι εντελϊσ: ξεπαγιάηω, ξεπουλϊ ςτζρθςθ, αναίρεςθ του βϋ ςυνκετικοφ: ξεβάφω, ξεδιψϊ, ξεγράφω (μπροςτά από φωνιεν ζχει τθ μορφι ξ-: ξαραχνιάηω=ξε+αραχνιάηω) ανα-: Ζχει τισ εξισ ςθμαςίεσ: επάνω: αναδίδω, αναςθκϊνω πάλι: αναγζννθςθ, αναδάςωςθ πίςω: ανακαλϊ (μπροςτά από φωνιεν ζχει τθ μορφι αν-: ανοικοδομϊ=ανά+οικοδομϊ) Σα κυριότερα λόγια αχϊριςτα μόρια είναι τα εξισ: αει-: αμφί-: αρτι-: αρχι-: δια-: διχο-: δυς-: πάντοτε, αδιάκοπα: αεικίνθτοσ από τα δφο μζρθ, γφρω: αμφίκυρτοσ διχαςμόσ: αμφίρροποσ, αμφιβάλλω πριν από λίγο: αρτιγζννθτοσ πρϊτοσ, ανϊτεροσ: αρχιςτράτθγοσ, αρχιμθνιά ανάμεςα: διαβαίνω παντοφ: διαδίδω διάλυςθ: διαςπϊ διάφορα άλλα: διαδζχομαι διαίρεςθ, διχαςμόσ: διχογνωμία άςχθμοσ, κακόσ: δυςάρεςτοσ, δυςοίωνοσ
3 εις-: εκ-, εξ-: κίνθςθ προσ τα μζςα: ειςάγω ζξω: εκφράηω αλλαγι: εξελλθνιςμόσ πολφ: ζκκαμβοσ εν-, εγ-, εμ-, ερ-, ελ-: μζςα: ενιλικοσ, ζγχορδοσ, εμπρόκετοσ, ζρρινοσ, ζλλογοσ ενδο-: μζςα: ενδοχϊρα επι-, επ-, εφ-: επάνω: επίγειοσ ζμφαςθ: επιηθτϊ, επιμζνω ευ-: καλόσ: ευάεροσ, ευκαιρία εφκολοσ: ευερζκιςτοσ ημι-: μιςό, ςχεδόν: θμίκεοσ ομο-: μαηί: ομόκρθςκοσ οψι-: αργά: οψιμάκεια περι-: γφρω: περικυκλϊνω πολφ: περιηιτθτοσ ςυν-, ςυγ-, ςυλ-, ςυμ-, ςυρ-, ςυς-, ςυ-, ςυνε-: μαηί: ςυνζδριο, ςυγκλίνω, ςυλλυποφμαι, ςυμπακϊ, ςυρροι, ςφςπαςθ, ςυνεφζρνω τηλε-: μακριά: τθλεςκόπιο υπο-, υπ- υφ-: από κάτω: υπόγειο, υφιςτάμενοσ κρυφά, λίγο: υπομειδιϊ ςυνοδεία: υπόκρουςθ πίςω: υποχωρϊ υψι-: ψθλά: υψίπεδο ΤΝΘΕΗ ΛΕΞΕΩΝ, το αϋ ςυνθετικό α) Σο αϋ ςυνθετικό όνομα: Σα επίκετα ςε -φσ ωσ αϋ ςυνκετικό φυλάγουν ςυνικωσ το υ κατά τθ ςφνκεςθ ι το μετατρζπουν ςε ιο ι ο. βακφσ: βακφπλουτοσ βαρφσ: βαρυςιμαντοσ, βαριόμοιροσ δαςφσ: δαςφτριχοσ μακρφσ: Μακρυγιάννθσ, μακρολαίμθσ Όταν το βϋ ςυνκετικό αρχίηει από ι, τότε ςτθ ςφνκετθ λζξθ παραμζνει το ζνα [ι]. βακφσ+ίςκιοσ=βακφςκιωτοσ
4 Κάποιεσ λζξεισ, όταν εμφανίηονται ωσ αϋ ςυνκετικό, παρουςιάηονται διαφορετικζσ από τθν αρχικι τουσ μορφι. Σζτοιεσ λζξεισ είναι οι εξισ: γηγθ γεωγαι(ο)- πατζρασ πατρο- μθτζρα μητρο- μθτρόπολθ χάρθ χαριτο- χαριτολογϊ χζρι χερο- χερόμυλοσ χειρο- χειρόγραφο καλόσ καλο- καλοκαίρι καλλι- καλλιτζχνθσ μεγάλοσ μεγαλ(ο)- μεγα- γιλοφοσ γεωγραφία γαιάνκρακεσ, γαιοκτιμονασ πατροπαράδοτοσ μεγαλοπιάνομαι μεγακιριο β) Σο αϋ ςυνθετικό αριθμητικό Σα αρικμθτικά που χρθςιμεφουν ωσ αϋ ςυνκετικό παίρνουν κατά τθ ςφνκεςθ τθν ακόλουκθ μορφι: ζνα μον(ο)- μονάκριβοσ δφο δι- δίβουλοσ, δικζφαλοσ δις- διςζγγονοσ τρία τρι- τρίγλυφο, τριφφλλι τρις- τριςάγιο τζςςερα τετρα- τετράγωνο πζντε πεντα- πεντανόςτιμοσ πενθη- πενκιμερο ζξι εξα- εξάχρονοσ εφτά εφτα- εφτάψυχοσ, (Επτάνθςα) οχτϊ οχτα- οχτάςτιχο, (οκτάςτθλο) εννιά εννια- εννιάμερα δζκα δεκα- δεκάχρονοσ εκατό εκατο- εκατόλιρο χίλια χιλιο- χιλιόχρονοσ γ) Σο αϋ ςυνθετικό Ρήμα Αν το αϋ ςυνκετικό είναι Ριμα, τότε χρθςιμοποιοφμε ςτθ ςφνκεςθ το κζμα του Αορίςτου κυρίωσ, και ςπανιότερα του Ενεςτϊτα. χαςομζρθσ (χάνω, ζχαςα) κλαψομοφρθσ (κλαίω, ζκλαψα) φυγόδικοσ (φεφγω, ζφυγα)
5 δ) Σο αϋ ςυνθετικό άκλιτο Αν το αϋ ςυνκετικό είναι άκλιτο, τότε μπορεί να είναι: α) επίρρημα: Κυρίωσ μερικά τοπικά και τροπικά επιρριματα κατωςζντονο (κάτω), καλοβλζπω (καλά), κρυφομιλϊ (κρυφά). Όςα επιρριματα είναι αϋ ςυνκετικά και λιγουν ςε ω διατθροφν το ω κατά τθ ςφνκεςθ. Σα υπόλοιπα αποβάλλουν το τελικό τουσ φωνιεν και παίρνουν το ςυνδετικό ο. β) πρόθεςη: τθ ςφνκεςθ χρθςιμεφουν οι ακόλουκεσ προκζςεισ: κατά, παρά, μετά, από, αντί, προσ. Όςεσ τελειϊνουν ςε φωνιεν ςυχνά το χάνουν, όταν το βϋ ςυνκετικό αρχίηει από φωνιεν παραβλζπω (παρά), μεταφυτεφω (μετά), καταγίγνομαι (κατά), παρακοφω (παρά, μετοικϊ (μετά), μεθαφριο (μετά), αντιαεροπορικά (αντί), ανθελλθνικόσ (αντί), προςευχι (προσ), προςδιορίηω (προσ), κατάξεροσ (κατά), κάταςπροσ (κατά), απομεινάρι (από), απάνεμοσ (από), απαρνιζμαι (από). ΤΝΘΕΗ ΛΕΞΕΩΝ, το βϋ ςυνθετικό Όταν το βϋ ςυνκετικό είναι ουςιαςτικό, τότε θ ςφνκετθ λζξθ μπορεί να είναι ουςιαςτικό, επίκετο, ριμα ι επίρρθμα: άνεμοσ + μφλοσ ανεμόμυλοσ ςτενόσ + καρδιά ςτενόκαρδοσ ξε- + πόρτα ξεπορτίηω. Όταν το βϋ ςυνκετικό είναι επίθετο, τότε θ ςφνκετθ λζξθ είναι επίκετο: ζνα + ακριβόσ μονάκριβοσ κατά + γαλανόσ καταγάλανοσ. Όταν το βϋ ςυνκετικό είναι ρήμα, τότε θ ςφνκετθ λζξθ μπορεί να είναι ριμα, ουςιαςτικό ι επίρρθμα: καλά + κάθομαι καλοκάθομαι καντιλι + ανάβω καντθλανάφτθσ ζνα + ρουφϊ μονοροφφι. Όταν το βϋ ςυνκετικό είναι μετοχή, τότε και θ ςφνκετθ λζξθ είναι μετοχι: κόςμοσ + γυριςμζνοσ κοςμογυριςμζνοσ ιλιοσ + καμζνοσ θλιοκαμζνοσ.
6 Όταν το βϋ ςυνκετικό είναι επίρρημα, τότε και θ ςφνκετθ λζξθ κα είναι επίρρθμα: κατά + αντίκρυ κατάντικρυ ΠΑΡΑΤΝΘΕΣΑ - ΓΝΗΙΑ ΚΑΙ ΚΑΣΑΧΡΗΣΙΚΗ ΤΝΘΕΗ Παραςφνθετα ή παραςφνθετεσ λζξεισ λζγονται οι παράγωγεσ λζξεισ που δεν παράγονται από απλζσ λζξεισ αλλά από ςφνκετεσ, με τθν προςκικθ τθσ παραγωγικισ κατάλθξθσ. το καλωςόριςμα < καλωςορίηω + παραγωγ. κατάλθξθ -μα ςιδηροδρομικόσ < ςιδθρόδρομοσ + παραγωγ. κατάλθξθ ικόσ Παραςφνκετεσ ονομάηονται και οι λζξεισ που γίνονται από δφο άλλεσ λζξεισ οι οποίεσ ςυνικωσ λζγονται μαηί: Αιγαίο Πζλαγοσ > Αιγαιοπελαγίτησ τερεά Ελλάδα > τερεοελλαδίτησ Γνήςια ςφνθεςη: Αυτι κατά τθν οποία χρθςιμοποιοφνται μόνο τα θζματα των δφο ςυνκετικϊν. Ζτςι, ανάμεςα ςτα δφο ςυνκετικά αναπτφςςεται ζνα ςυνδετικό φωνιεν (ςυνικωσ το ο) και ςτο τζλοσ τθσ ςφνκετθσ λζξθσ μία κλιτικι κατάλθξθ. αςτραπι + βροντι (αςτραπ- + βροντ-) = αςτραπόβροντο γυναίκεσ + παιδιά (γυναικ- + παιδ-) = γυναικόπαιδα Καταχρηςτική ςφνθεςη: Αυτι κατά τθν οποία το ζνα ςυνκετικό τίκεται δίπλα ςτο άλλο (το ίδιο το ςυνκετικό, όχι απλϊσ το κζμα του), ενϊ ςυχνά προςτίκεται και μία παραγωγικι κατάλθξθ. Νζα + πόλθ = Νεάπολη Χριςτοφ + γζννα = Χριςτοφγεννα