Κρανιοεγκεφαλική Κάκωση: Από το Τμήμα Επειγόντων στο Χειρουργείο



Σχετικά έγγραφα
Μηχανικός Αερισμός σε Κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Αντωνία Κουτσούκου


ΚΡΑΝΙΟΕΓΚΕΦΑΛΙΚΕΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ

Καταπληξία. Δημήτριος Τσιφτσής ΤΕΠ ΓΝ Νικαίας

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΜΗΝΑΣΙΔΟΥ Ε.

ΠΑΙΔΙΚΟ ΤΡΑΥΜΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΝ

ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗ ΥΠΕΡΤΑΣΗ ΣΕ. Παρουσίαση περιστατικού. ΑΜΕΘ Γ.Ν.Θ. «Γ. Παπανικολάου»

ΥΔΡΟΚΕΦΑΛΟΣ ΣΕ ΕΝΗΛΙΚΕΣ

Παράρτημα III. Τροποποιήσεις των σχετικών παραγράφων της περίληψης των χαρακτηριστικών του προϊόντος και των φύλλων οδηγιών χρήσης

Επιστημονική ημερίδα με θέμα. "Σακχαρώδης Διαβήτης: Ένα σύγχρονο πρόβλημα υγείας"

Γυναίκα 50 ετών με σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι εισάγεται με ιστορικό από 48ωρου ανορεξίας, δύσπνοιας και κεφαλαλγίας. Το σάκχαρο αίματος ήταν 550mg/dl

ΥΠΕΡΟΣΜΩΤΙΚΟ ΜΗ ΚΕΤΩΝΙΚΟ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΚΩΜΑ. Φροντίδα στο Σακχαρώδη Διαβήτη- Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Τμήματος

9. ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΟΚΕΤΟ (ΡΡΗ)

ΚΡΑΝΙΟΕΓΚΕΦΑΛΙΚΕΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ : ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ. Ευστάθιος Ι. Μποβιάτσης, Νευροχειρουργός

Η κλινική Προσέγγιση του Ασθενούς σε Κωματώδη Κατάσταση στο ΤΕΠ. Βασίλης Γροσομανίδης Αναισθησιολόγος

DAMAGE CONTROLL ORTHOPAEDICS

ΚΑΡΔΙΟΝΕΦΡΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΑΥΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ Ε.Σ.Υ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ.Ν.

ΚΡΑΝΙΟΕΓΚΕΦΑΛΙΚΕΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ µάθηµα 3ο

ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΗΝΤΗΡΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΜΟΝΑΔΑΣ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΓΝΛσιας

Χατζηαντωνίου Χρήστος Επιμελητής Α Χειρουργικής Θώρακος Νοσοκομείο ΚΑΤ

ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΗ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ

Μετεκπαιδευτικά μαθήματα από τον Ι.Σ.Α. και την Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ Β' ΚΥΚΛΟΣ: 2η ενότητα: ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΟΛΟΓΙΑ

Κρανιοεγκεφαλικές Κακώσεις (ΚΕΚ)

Τι είναι το γλαύκωμα;

ΤΟ ΑΓΓΕΙΑΚΟ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΘΕΟΦΑΝΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ

ΠΟΙΑ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ ΩΣ ΑΝΤΙΡΡΟΠΙΣΤΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ ΣΤΗΝ ΟΞΕΟΒΑΣΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ. Δημήτρης Α. Λαγονίδης MD, PhD, FCCP Πνευμονολόγος-Εντατικολογος

Εργαστήριο. Παθολογική Χειρουργική Νοσηλευτική ΙΙ. «Μέτρηση της αιματηρής. Αρτηριακής Πίεσης»

Aξιολόγηση/ εκτίμηση Πολίτες εκπαιδευμένοι στις Πρώτες Βοήθειες

Επίπεδο της συνείδησης

Όταν χρειάζεται ρύθμιση της ποσότητας των χορηγούμενων υγρών του ασθενή. Όταν θέλουμε να προλάβουμε την υπερφόρτωση του κυκλοφορικού συστήματος

ΠΡΩΊΜΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΑΠΟΚΡΙΣΗΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΕΤΑΓΓΙΣΗΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΕΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ «ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ»

Αντιμετώπιση των Κρανιοεγκεφαλικών Κακώσεων

Ε Ν Η Μ Ε Ρ Ω Σ Ο Υ. νεφρά

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΠΝΟΙΑ ΥΠΝΟΥ

ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ ΟΞΕΙΑΣ ΚΑΡΔΙΑΚΗΣ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑΣ. ΚΟΥΛΟΥΡΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ Ειδικός Καρδιολόγος Επιμελητής Β, Γ.Ν. Κοζάνης Μαμάτσειο

Νέα Δεδομένα στην Αγγειοχειρουργική στην Κύπρο - Ενδοφλεβική Θεραπεία με λέϊζερ Μέθοδος EVLA Η πιολιγότερο ανώδυνη ιατρική πρακτική για Κιρσούς

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΔΙΑΚΑΘΕΤΗΡΙΑΚΗΣ ΕΜΦΥΤΕΥΣΗΣ ΑΟΡΤΙΚΩΝ ΒΑΛΒΙΔΩΝ

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ STATUS EPILEPTICUS ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Επιστηµονικό Πρόγραµµα Σεµινάριο Ιατρικής Προσοµοίωσης «Ο Καρδιοπαθής ασθενής» Οµιλητές. Microsimulation

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΙΣΧΑΙΜΙΚΩΝ ΑΓΓΕΙΑΚΩΝ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ

Εξάμηνο Γ (χειμερινό)

Version 7.2, 10/2006 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Περιεγχειρητική φροντίδα ασθενούς με σακχαρώδη διαβήτη. Χαϊνοπούλου Θ. RN,MSc(c) Προϊσταμένη Μ.ΜΑ.Φ. Γ.Ν. Άγιος Παύλος Θεσσαλονίκη

Ο Αλγόριθμος του ALS ΔΑΦΝΗ ΚΟΡΕΛΑ ΕΙΔΙΚΕΥΟΜΕΝΗ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ Β ΠΑΘ. ΒΓΝΗ

Θεραπεία αναπνευστικής αλκάλωσης. Ελένη Μάνου, νεφρολόγος, Γ.Ν.Παπαγεωργίου

ηλικία περιεκτικότητα σε λίπος φύλο

ΥΝΑΜΙΚΟ ΕΓΧΡΩΜΟ TRIPLEX ΤΩΝ ΑΓΓΕΙΩΝ ΤΟΥ ΠΕΟΥΣ

Φυσιολογία-Ι. Ουροποιητικό σύστημα. Ισοζύγιο νερού και ηλεκτρολυτών. Β. Στεργίου Μιχαηλίδου Επίκουρη Καθηγήτρια Εργ. Πειραματικής Φυσιολογίας

Γ. Χ. Μπομπότης 1, Ι. Π. Λαζαρίδης 2, Η. Ι. Καπιτσίνης 1, Α. Θ. Παπαδόπουλος 1, Π. Γ. Δοκόπουλος 1, Α. Ι. Καρακάνας 1, Ι.Γ. Στυλιάδης 1 1.

ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥ ΑΣΘΕΝΗ ΣΤΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΕΘ

Πανελλήνια Σεμινάρια Ομάδων Εργασίας 2019 ΤΧΗΣ (ΥΝ) ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΔΟΥ ΜΑΡΙΑ ΑΙΜΟΔΥΝΑΜΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΡΙΟ 424 ΓΣΝΕ

ΜΑΡΚΑΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΚΟΥ, MSc, ΒΠΓΝΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ

Η διαχείριση ενός ενδιαφέροντος περιστατικού: Πού εστιάζεται η νοσηλευτική φροντίδα; Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών

Εκτίμηση αερίων αίματος στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών. Ασημάκος Ανδρέας Πνευμονολόγος-Εντατικολόγος Α Πανεπιστημιακή Κλινική Εντατικής Θεραπείας

Μετεγχειρητική φροντίδα παιδιατρικών ασθενών που έχουν υποβληθεί σε ηπατεκτομή

Ο ρόλος της ΜΕΘ στη δωρεά οργάνων

Αξιολόγηση και θεραπεία Από τα πρωτόκολλα των SOS Ιατρών Επιμέλεια Γεώργιος Θεοχάρης

Πρακτικές οδηγίες χρήσης του πρωτοκόλλου της διαβητικής κετοξέωσης.

Αιμορραγική διάθεση ή αιμορραγική εκδήλωση; Δεν είναι πάντα το ίδιο...

Η ΗΠΙΟΤΕΡΗ ΣΤΟΧΕΥΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ (ΤΤΜ) ΑΝΤΙΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΡΜΙΑ

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ. Λειτουργία των νεφρών. Συμπτώματα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας

OΞΥ ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΟ ΟΙΔΗΜΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΑΛΥΒΟΥ ΕΛΕΝΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΑ ΤΕ Τ.Ε.Π ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ Γ.Ν.Α

ΓΕΩΡΓΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΧΑΡΔΑΒΕΛΑ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

Κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις

Η πνευμονία στον νοσηλευόμενο ασθενή στη ΜΕΘ

Η θρομβοεμβολική νόσος στον ορθοπαιδικό ασθενή

ανακοπής ; Το τριφασικό μοντέλο αντιμετώπισης της ανακοπής ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΗ ΦΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΟΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΟΕΓΚΕΦΑΛΙΚΗ ΑΝΑΖΩΟΓΟΝΗΣΗ

Προγράμματα Εκπαίδευσης της Πανεπιστημιακής Νευροχειρουργικής Κλινικής, του ΠΓΝ Λάρισας.

Σταυρούλα Λύρα. Μονάδα απεικόνισης Μαγνητικού Συντονισμού Κοργιαλένειο Μπενάκειο Ν.Ε.Ε.Σ

Εκτίµηση της στεφανιαίας µικροκυκλοφορίας µε διοισοφάγειο υπερηχοκαρδιογραφία Doppler στους διαβητικούς τύπου ΙΙ

ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΑΝΑΚΟΠΗ ΣΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ 1. 31/3/2011 Bogdan Raitsiou M.D 1

ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗΣ ΔΥΣΧΕΡΕΙΑΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ

Εργασία βιολογίας Μ. Παναγιώτα A 1 5 ο ΓΕΛ Χαλανδρίου Αγγειοπλαστική Bypass

ΣΥΓΚΟΠΤΙΚΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ-ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ- ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ

ΠΩΣ ΕΠΙΔΡΑ Η ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

Κοιλιοαρτηριακή σύζευξη στην πνευμονική υπέρταση

Νεφρική ρύθμιση όγκου αίματος και εξωκυτταρίου υγρού. Βασίλης Φιλιόπουλος Νεφρολόγος Γ.Ν.Α «Λαϊκό»

ΟΞΕΙΕΣ ΥΠΕΡΓΛΥΚΑΙΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

Αιμοδυναμικό monitoring Βασικές αρχές Δυναμικοί δείκτες. Τσαγκούριας Ματθαίος ΜΕΘ Γ.Ν.Θ. Παπαγεωργίου

Τσάμη Ευανθία / ΤΕ Νοσηλεύτρια. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ : Επείγουσα Νοσηλευτική

ΜΑΡΚΑΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΒΠΓΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΚΟΥ 2018

ΘΩΡΑΚΟΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΕΙΓΟΝΤΑ ΣΤΟ ΠΛΟΙΟ. Πλωτάρχης (YΙ) Π. Χουντής ΠΝ

Θωρακική Επισκληρίδιος Αναισθησία σε Καρδιοχειρουργικούς Ασθενείς.

Νεογνικές και παιδιατρικές μεταγγίσεις. Ελισάβετ Γεωργίου Αιματολόγος, Επίμ. Β Αιματολογικό Τμήμα Γ. Ν. Παπαγεωργίου

ΚΛΕΙΣΤΗ ΝΟΣΗΛΕΙΑ ΣΕ ΚΕΝΤΡΟ ΑΠΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ - ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

O Νοσηλευτής στο νεφρολογικό τμήμα

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟΥ ΑΣΘΕΝΗ

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Γ. ΚΕΤΙΚΟΓΛΟΥ MD PhD FESC ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΣ ΔΙΔΑΚΤΩΡ Α.Π.Θ. Δ/ΝΤΗΣ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑΣ ΜΟΝΑΔΑΣ ΚΑΙ ΗΧΩΚΑΡΔΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΙΑΤΡΙΚΟ ΔΙΑΒΑΛΚΑΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ

Οργάνωση και Logistics νοσοκοµείου για τη διενέργεια ενδοαυλικής αποκατάστασης σε ΡΑΚΑ

Πνευμονικό αγγειακό δίκτυο

Μήπως έχω Σκληρόδερµα;

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Καταγραφή ασθενών προσερχόµενων στο Τµήµα Επειγόντων Περιστατικών µε Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο σε νοσοκοµείο της Κεντρικής Ελλάδας

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΟΥ ΒΑΡΕΩΣ ΠΑΣΧΟΝΤΟΣ

ΥΠΟΘΕΡΜΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΥΠΟΘΕΡΜΙΑΣ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟΥ ΑΣΘΕΝΗ

Βαριά ΚΕΚ- Τι κάνουμε τώρα; Χαρίκλεια Σ. Βρεττού Επιμ. Α ΚΕΘ ΓΝΑ «Ευαγγελισμός» 9/2/2019

Transcript:

28 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΙΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ Κρανιοεγκεφαλική Κάκωση: Από το Τμήμα Επειγόντων στο Χειρουργείο Ν. ΤΣΟΤΣΟΛΗΣ-Ε. ΒΟΛΑΚΛΗ Οι τραυματικές κακώσεις του εγκεφάλου δεν είναι μόνο ένα μείζον ιατρικό πρόβλημα, είναι συγχρόνως και ένα σημαντικότατο κοινωνικοοικονομικό πρόβλημα που αφορά όλα τα κοινωνικά στρώματα και κυρίως τις νεαρές ηλικίες. Ο αναισθησιολόγος εμπλέκεται άμεσα και ενεργά σ' όλες τις φάσεις και σε όλα τα επίπεδα αντιμετώπισης στον τόπο του ατυχήματος, στα εξωτερικά ιατρεία, κατά τη διάρκεια των διαγνωστικών εξετάσεων, στη χειρουργικ1i αντιμετώπιση και στην μετεγχειρητική περίοδο, στη μονάδα εντάτικής θεραπείας. ΠΑΘΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ Η εγκεφαλική κάκωση είναι μια "υπερδυναμική κατάσταση" που η εξέλιξή της εξαρτάται τόσο από την αρχικ1i εγκεφαλική βλάβη, όσο και από τις δευτε ρογενείς βλάβες που αναπτύσσονται. α) Η αρχική βλάβη συμβαίνει κατά τη στιγμή της αρχικής προσβολ1iς (μέσα σε δευτερόλεπτα ως λεπτά) και είναι το αποτέλεσμα των μηχανικών επιδράσεων των δυνάμεων που εξασκούνται στο κρανίο και στον εγκέφαλο. Σ' αυτήν περιλαμβάνονται κατάγματα, θλάσεις και ρ1iξεις στην επιφάνεια του εγκεφάλου, διάχυτες βλάβες της εγκεφαλικής ουσίας, διάχυτες αγγειακές βλάβες (πολλαπλές πετεχειώδεις αιμορραγίες). β) Η δευτερογενής βλάβη συμβαίνει μετά από λεπτά ως ώρες και αντιπροσωπεύει όλες τις πρόσθετες βλαβες που έχουν σαν γενεσιουργό αίτιο την αρχική προσβολή. Τέτοιες είναι η ισχαιμία, η υπεραιμία και το εγκεφαλικό οίδημα, η ενδοκράνια αιμορραγία και η ενδοκράνια υπέρταση. Παράγοντες που μπορούν να επιδεινώσουν την αρχική προσβολή είναι η υποξία, η αναιμία, η υπόταση, η υπερκαπνία, η υπέρμετρη υποκαπνία και η υπεργλυκαιμία. Η πρόληψη και η άμεση αντιμετώπιση αυτών των καταστάσεων μπορεί να βελτιώσει την τελικ1i έκβαση. Οι σπασμοί, η λοίμωξη και η σήψη που ενδεχομένως θα εμφανιστούν σε μεταγενέστερη φάση, θα επιδεινci'jσουν ακόμα περισσότερο την εγκεφαλικ1i βλάβη και γι' αυτό θα πρέπει να προληφθούν και να αντιμετωπιστούν έγκαιρα. Εξαιτίας της κάκωσης, μπορεί να επέλθουν μη αναστρέψιμες βλάβες, σαν αποτέλεσμα είτε ανεπαρκούς εγκεφαλικής αιματικ1iς ροής (CBF) είτε αυξημένων μεταβολικών απαιτήσεων του εγκεφάλου. Έτσι, η χαμηλή συστηματική μέση πίεση (ΜΑΡ) 1l αυξημένη ενδοκράνια πίεση (ICP) θα προκαλέσουν σημαντικ1i ελάττωση της πίεσης άρδευσης (CPP) (CPP=MAP ICP) και κατά συνέπεια ισχαιμική εγκεφαλικ1i βλάβη. Επίσης, σε καταστάσεις όπως η υπερθερμία 1l το status epilepticus, μπορεί οι ενεργειακές ανάγκες του εγκεφάλου σε οξυγόνο και γλυκόζη να ξεπεράσουν τη δυνατότητα του κυκλοφορικού στο να τις καλύψει, με αποτέλεσμα τελικά πάλι την ισχαιμικ1i βλάβη. Επίσης η εγκεφαλικ1i κάκωση, με μηχανισμούς που ακόμα δεν έχουν γίνει πλ1iρως κατανοητοί, μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στην εγκεφαλικ1l κυκλοφορία που με τη σειρά τους θα συμβάλλουν στη δημιουργία της δευτερογενούς βλάβης1 Συνεπώς η διαταραχή του ισοζυγίου παροχ1iς/κατανάλωσης 02 σε συνδυασμό με ελαττωμένη αντίδραση της εγκεφαλικής κυκλοφορίας, θα καταστήσει τον εγκέφαλο πιο ευάλωτο σε συστηματικές προσβολές όπως είναι οι ακραίες τιμές της συστηματικ1ίς aρτηριακής πίεσης, η υποξία, η υπερκαπνία κλπ. Σε βιοχημικό επίπεδο, η ισχαιμία μπορεί να προκαλέσει δευτεροπαθή βλάβη, λόγω συσσώρευσης διε-

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΠΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 29 γερτικών αμινοξέων (γλουταμινικού - ασπαρτικού), η αλληλεπίδραση των οποίων με NMDA (Ν-μεθυλ-Dασπαρτικών) υποδοχέων, οδηγεί σε ενδοκυττάρια συσσώρευση ιόντων Ca++. Μεταγενέστερη ενεργοποίηση της φωσφολιπάσης, των μεταβολιτών του αραχιδονικού οξέος, των ελεύθερων ριζών οξυγόνου συμβάλλουν στον τελικό θάνατο του εγκεφαλικού κυττάρου 2 Ενδοκράνια πίεση (ICP) Το κρανίο είναι μία κλειση], μη ευένδοτη κοιλότητα με καθορισμένο όγκο. Αν κάποιο από τα συστατικά του (εγκέφαλος, ΕΝΥ, αίμα) αυξηθεί σε όγκο θα αυξηθεί και η ICP. Αιτίες που προκαλούν αύξηση της ICP είναι: τα αιματώματα, το εγκεφαλικό οίδημα, η αγγειοδιαστολ1] των εγκεφαλικών αγγείων και η απόφραξη του παροχευτικού συση]ματος του ΕΝΥ. Μια αύξηση της ICP θα προκαλέσει ισχαιμία, η οποία με τη σειρά της θα προκαλέσει τη δημιουργία περαιτέρω οιδήματος και πιθανό εγκολεασμό. Η ενδοκράνια υπέρταση είναι μία συχνή αιτία θανάτου στους ΚΕΚ αρρώστους και απαιτεί άμεση αντιμετώπιση. Η ταυτόχρονη μέτρηση της ICP και της αρτηριακ1]ς πίεσης ενδείκνυται σ' αυτούς τους αρρώστους ώστε να εκτιμάται συνεχώς η CPP. Ο στόχος μας είναι η διατήρηση της CPP>60mm Hg ώστε να επιτυγχάνεται επαρκ1]ς εγκεφαλικ1] άρδευση. Εγκεφαλική αιματική ροή Σημαντικές μεταβολές επισυμβαίνουν στη CBF και στον εγκεφαλικό μεταβολισμό (CMR02)1 μετά την ΚΕΚ. Στα παιδιά και στους νεαρούς ενήλικες συχνά παρατηρείται μια "υπεραιμικ1] φάση" που διαρκεί μερικές ημέρες. Αντίθετα στους ενήλικες η υπεραιμία αυτή μπορεί να είνα μικρότερης διάρκειας ή και να απουσιάζει, ενο5 δεν αποκλείονται και περιπτώσεις υποάρδευσης (συνήθως μεταγενέστερα λόγω αγγειόσπασμου ΥΌ Στην οξεία φάση της κάκωσης η εγκεφαλικίi αυτορρύθμιση συν1]θως διαταράσσεται1 (τοπικά 1] ημισφαιρικά 1] συνολικά), με αποτέλεσμα η CBF να εξαρτάται άμεσα από την αρτηριακ1] πίεση. Η υπέρταση λοιπόν μπορεί να προκαλέσει υπεραιμία που θα οδηγήσει σε αγγειογενές οίδημα και αυξημένη ICP, ενώ η υπόταση μπορεί να προκαλέσει ισχαιμία που θα οδηγ1]σει σε κυτταροτοξικό ο{δημα. Στον υγιή εγκέφαλο, η υποκαπνία προκαλεί αγγειοσύσπαση ενώ η υπερκαπνία προκαλεί αγγειοδιαστο- λή. Αυτή η αντίδραση των εγκεφαλικών αγγείων στις μεταβολές του co2 μπορεί να επηρεαστεί στους ΚΕΚ αρρώστους. Εγκεφαλικό οίδημα Το οίδημα που ακολουθεί την εγκεφαλική κάκωση είναι ένας περίπλοκος συνδυασμός αγγειογενούς και κυτταροτοξικού οιδ1]ματος. Το αγγειογενές ή διάμεσο οίδημα είναι η συχνότερη κλινικ1] μορφή εγκεφαλικού οιδήματος λόγω μηχανικής κάκωσης και οφείλεται στην εξαγγείωση πρωτε'ίνών και υγρού μέσω ενός διαταραγμένου αιματοεγκεφαλικού φραγμού (ΒΒΒ) και καταλ1]γει σε μια αύξηση του εξωαγγειακού χώρου. Η μορφή αυτή του οιδήματος μπορεί να επιδεινωθεί από την αρτηριακti υπέρταση και τα αναισθητικά που αυξάνουν την CBF. Το κυτταροτοξικό οίδημα συμβαίνει σαν αποτέλεσμα της κυτταρικής υποξίας και οφειλετaι σε ενδοκυττάρια συσσώρευση νερού και νατρίου. Η εστιακ1] ή η σφαιρική ισχαιμία, η υποωσμωτικότητα του πλάσματος 1] η παρατεταμένη.υποξία μπορούν να προκαλέσουν κυτταροτοξικό οίδημα. Παρά τις ερευνητικές προσπάθειες, αποτελεσματικ1] ειδικ1] θεραπεία για την αντιμετώπιση του εγκεφαλικού οιδψιατος σε ΚΕΚ αρρώστους δεν έχει βρεθεί. Η μαννιτόλη και τα υπέρτονα διαλύματα που χρησιμοποιούνται για την ελάττωση του όγκου του εγκεφάλου και της ICP, πιθανώς μετακινούν νερό μόνο από τις περιοχές όπου ο ΒΒΒ είναι άθικτος, ενώ τα κορτικοειδrj (που βοηθούν στην αντιμετώπιση οιδ1]ματος οφειλόμενου σε όγκους-aποστήματα) δεν έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά σε ΚΕΚ αρρώστους. ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΑΝτΙΜΕΤΩΠΙΣΗ Οι ενέργειες και οι στόχοι του αναισθησιολόγου παραμένουν οι ίδιοι, είτε όταν αντιμετωπίζει τον ΚΕΚ τραυματία στον τόπο του ατυχ1]ματος σαν μέλος της ομάδας διάσωσης, είτε εντός νοσοκομείου στο τμήμα επειγόντων περιστατικών (τεπ). Η αντιμετcδπιση πρέπει να εντοπιστεί στην προφύλαξη του εγκεφάλου από τις δευτεροπαθείς βλάβες και στη δημιουργία του βέλτιστου φυσιολογικού περιβάλλοντος που θα μεγιστοποι1]σει την πιθανότητα ανάνηψης του εγκεφάλου. Η εξασφάλιση και διαη]ρηση του αεραγωγού, του επαρκούς αερισμού - οξυγόνωσης και ενός, εντός

30 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΙΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ φυσιολογικών ορίων, αιμοδυναμικού πλαισίου αποτελούν το πρώτο μέλημα του αναισθησιολόγου, ώστε να αποφευχθούν οι δευτερογενείς εγκεφαλικές βλάβες από την υποξία, την υπερκαπνία και την υπόταση. Πριν τη διασωλήνωση ( εφόσον αυτή κριθεί απαραίτητη -βλέπε για τις ενδείξεις σε προηγούμενο κεφάλαιο-), μια γρήγορη εκτίμηση της νευρολογικής κατάστασης του τραυματία και ο εντοπισμός συνοδών κακώσεων πρέπει πάντα να γίνεται. Δεδομένου ότι στο 15% των ΚΕΚ αρρώστων συνυπάρχει και κάκωση της ΑΜΣΣ ή και του ΝΜ θα πρέπει να λαμβάνονται πρόσθετα μέτρα (βλέπε αντίστοιχο κεφάλαιο ). Σε τραυματίες χωρίς κρανιοπροσωπικές κακώσεις και με πιθαν1i εύκολη διασωλ1jνωση, ενδείκνυται η ταχεία διασωλήνωση, μετά από προοξυγόνωση με σύγχρονη πίεση του κρικοειδούς χόνδρου και έλξη του αυχένα. Όλα τα αναισθητικά φάρμακα εκτός της κεταμίνης μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Προτείνεται η χρήση θειοπεντάλης 3-4 mg/kg, λιδοκαίνης 1-1,5 mg/kg, απιοειδών και μυοχάλασης. Η χρ1iση της σουκινυλοχολίνης έιναι αμφιλεγόμενη. Στα μειονεκτ1iματά της περιλαμβάνεται η αύξηση της ICP r '. Εφόσον προηγηθεί θειοπεντάλη και μικρή δόση ενός μη αποπολωτικού μυοχαλαρωτικού αυτή η αύξηση της ICP μπορεί να είναι ελάχιση{ Στις περιπτώσεις λοιπόν που απαιτείται επείγουσα διασωλήνωση, η ωφέλεια από την γρήγορη έναρξη δράσης της σουκινυλοχολίνης υπερτερεί σε σπουδαιότητα από την πιθανή παροδικ1i αύξηση της ICP. Κατάγματα του προσωπικού κρανίου και οίδημα των μαλακών μορίων μπορεί να κατασηjσουν την διασωλήνωση δύσκολη έως αδύνατη. Η χρ1jση ινοοπτικού βρογχοσκοπίου ( εφόσον υπάρχει η δυνατότητα) μπορεί να αποτελέσει λύση, ενώ δεν αποκλείεται και η πιθανότητα διενέργειας κρικοθυρεοτο ηjς ή τραχειοστομίας. Η ρινικ1j διασωλήνωση αποφεύγεται, ιδιαίτερα επί υπόνοιας καταγμάτων της βάσης του κρανίου, καταγμάτων του προσωπικού κρανίου και αιμορραγικ1iς διάθεσης. Στη συνέχεια η προσοχ1i μας πρέπει να εντοπιστεί στην υποστήριξη του κυκλοφορικού. Στα μικρά παιδιά η αιτία της υποβολαιμίας και της υπότασης μπορεί να είναι μια μεγάλη ενδοκράνια αιμορραγία 1j τραύματα του τριχωτού της κεφαλής. Αντίθετα στους ενήλικες η αιτία της επιμένουσας, παρά την χορ1iγηση υγρών, υπότασης θα πρέπει να αναζητηθεί εκτός ΚΝΣ. Το είδος και η ποσότητα των χορηγούμενων υγρών αποτελούν αιτία διχογνωμίας και διαμάχης ειδικά στους πολυτραυματίες όπου συνυπάρχει ΚΕΚ κάκωση. Σε πρόσφατες έρευνες έχει φανεί ότι κ : α) η ελάττωση της κολλοειδούς ογκωτικ1iς πίεσης (COP) με διαηiρηση όμως σε φυσιολογικά επίπεδα της ωσμωτικής πίεσης του πλάσματος οδηγεί σε αύξηση του συνολικού υγρού σε διάφορους ιστούς, όχι όμως στον εγκέφαλο. β) η ελάττωση της ωσμωτικ1iς πίεσης μετά από χορίiγηση "ελεύθερου νερού" (D5W, NaCI 0,45%) οδηγεί στη δημιουργία οιδ1jματος σ' όλους τους ιστούς, συμπεριλαμβανομένου και του εγκεφάλου γ) σε ΚΕΚ η ελάττωση της ωσμωτικ1jς πίεσης, οδηγεί στην αύξηση του οιδ1jματος και της ICP αλλά οι αυξίjσεις αυτές είναι βασικά το αποτέλεσμα αλλαγών που συμβαίνουν σε φυσιολογικές περιοχές του εγκεφάλου όπου ο ΒΒΒ παραμένει άθικτος''. Φαίνεται λοιπόν ότι η διαηjρηση της ωσμωτικίiς πίεσης σε φυσιολογικά επίπεδα είναι πιο σημαντικ1i από την διαηiρηση της ογκωτικ1jς πίεσης. Στόχος μας λοιπόν θα πρέπει να είναι η έκπτυξη του κυκλοφοριακού χωρίς να ελαττωθεί η ωσμωτικότητα του πλάσματος. Έτσι, μπορεί να μην ελαττωθεί το "νερό" από τις οιδηματώδεις περιοχές του εγκεφάλου, αλλά θα προληφθεί η αύξηση του "συνολικού νερού" στις υγιείς περιοχές. Συνεπώς: 1. Υπότονα διαλύματα (D5W, NaCI 0,45%) δεν πρέπει να χορηγούνται 2. Ισότονα ηλεκτρολυτικά διαλύματα ελεύθερα γλυκόζης όπως το NaCI 0,9% μπορούν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν. (το R/L είναι σχετικά υπότονο osmolality 273m0sm) 3. Διαλύματα που περιέχουν γλυκόζη δεν πρέπει να χορηγούνται. Έχει αποδειχθεί ότι η υπεργλυκαιμία επιδεινώνει την ισχαιμική εγκεφαλικ1i βλάβη 10 και συνδέεται με χειρότερη νευρολογική έκβαση στους ΚΕΚ αρρώστους11 (ανεπάρκεια του οξειδωτικού μεταβολισμού της γλυκόζης παρουσία ισχαιμίας 1j υποξίας και μετάπτωση σε αναερόβιο μεταβολισμό με τελικά προ'ίόvτα τα γαλακτικά) 4. Τα κολλοειδή διαλύματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν αφού συνυπολογιστούν όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως όπως επίσης το υψηλό κόστος τους και οι πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειές τους. (Η Δεξτράνη επηρεάζει τη λειτουργικότητα των αιμοπεταλίων,

ΘΕΜΛΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΠΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΠΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 31 το Hetastιιrch ( αμυλοειδές διάλυμα) προκαλεί διαταραχές του πηκτικού μηχανισμού μέσω επηρασμού του παράγοντα VIII και το Hι-ιemacel (γελατινούχο διάλυμα) αλλεργικές αντιδράσεις) 5. Η χορήγηση υπέρτονων διαλυμάτων (Νι-ιCΙ 7,5%) συνοδεύεται από χαμηλότερη ενδοκράνια πίεση 121', βελτιωμένη τοπική εγκεφαλική ροή13 και φυσικά με γρήγορη έκπτυξη του ενδοαγγειακού όγκου. Τα υπέρτονα διαλύματα φαίνεται να είναι ισοδύναμα με την μαννιτόλη σε ότι αφορά την ικανότητά τους να ελαττώνουν την ΙCΡ1Ό Όμως όπως και η μαννιτόλη έτσι κι αυτά προκαλούν την "αφυδατικ1ί" τους επίδραση, μόνο στις υγιείς περιοχές του εγκεφάλου όπου ο ΒΒΒ είναι άθικτος και μάλλον είναι μη αποτελεσματικά στις διάχυτες ισχαιμικές εγκεφαλικές βλάβες1ό Προτείνεται η χορήγηση κρυσταλλοειδών NaCl 0,9% ή συνδυασμού κολλοειδών με N<ιCI 0,9% όπου δεν επαρκούν τα προηγούμενα (με τους περιορισμούς που αναφέρθηκαν) 1l και υπέρτονων διαλυμάτων NaCI 7,5% (αν και η καθημεριν1ί χρ1ίση τους δεν έχει γίνει ακόμη ευρέως αποδεκηl). Είναι γεγονός ότι η υπέρμετρη χορ1jγηση υγρών επιδεινώνει το εγκεφαλικό οίηδημα, από την άλλη μεριά όμως ο πλ1jρης περιορισμός των υγρών και τα έντονα αρνητικά ισοζύγια δεν είναι αποδεκτά. Τα χορηγούμενα υγρά πρέπει να είναι τόσα όσα χρειάζονται. Σαν οδηγός πρέπει να χρησιμοποιείται η αιμοδυναμικ1j σταθερότητα του τραυματία ( σταθερ1j ΑΠ και σφύξεις, ικανοποιητικές πιέσεις πλ1jρωσης των καρδιακών κοιλοτ1jτων, επαρκ1jς διούρηση). Σε περιπτώσεις με μεγάλες απώλειες θα απαιτηθεί και μετάγγιση αίματος. Ο παραδεκτός ελάχιστος αιματοκρίτης είναι δύσκολο να προσδιοριστεί. Έχει διαπιστωθεί όμως ότι η παροχ1j 02 στους ιστούς είναι επαρκής όταν ο Ht είναι 25-30%. Υπέρταση, ταχυκαρδία και αυξημένη καρδιακή παροχή συχνά εμφανίζονται σε ασθενείς με τραυματική εγκεφαλική βλάβη, όπως επίσης και ηλεκτροκαρδιογραφικές μεταβολές και επικίνδυνες αρρυθμίες. Η υπερδυναμικ1j αυηj απάντηση οφείλεται πιθανο)ς στα αυξημένα επίπεδα επινεφρίνης που συνοδεύουν τις καταστάσεις αυτές1r'. Τα aπιοειδή, η λαβεταλόλη και η εσμολόλη μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον έλεγχο της ταχυκαρδίας και της υπέρτασης. Σε μερικούς, η μεγάλη ενδοκράνια υπέρταση προ- καλεί αντανακλαστικ1j υπέρταση και βραδυκαρδία (αντανακλαστικό Cushing). Η απότομη ελάττωση της αρτηριακ1jς πίεσης σ' αυτούς τους αρρώστους θα επιδεινώσει ακόμα περισσότερο την εγκεφαλικ1j ισχαιμία λόγω της απότομης πτώσης της CPP. Η συστηματική αρτηριακή πίεση πρέπει να ελαττώνεται σταδιακά και προσεκτικά όταν η ενδοκράνια υπέρταση είναι μεγάλη. Σ' αυτές τις περιπτώσεις η ελάττωση της ενδοκράνιας πίεσης θα διακόψει το αντανακλαστικό. Μετά την σταθεροποίηση του τραυματία σε ότι αφορά το αναπνευστικό και το κυκλοφορικό, οι επόμενες θεραπευτικές παρεμβάσεις πρέπει να κατευθυνθούν προς τον έλεγχο της ICP. ί) Το κεφάλι πρέπει να παραμένει aνυψωμένο (15-20"), σε ουδέτερη θέση χωρίς να κάμπτεται 1j να στρέφεται. ίί) Η μαννιτόλη 20% δίνεται σαν ρουτίνα για την αντιμετώπιση του εγκεφαλικού οιδ1jματος και σαν κλασικ1j εξ1jγηση του μηχανισμού δράσης της είναι η ωσμωτικ1j διούρηση. Η ελάττωση του οιδ1jματος όμως είναι παροδικ1j17 και η διάρκειά της εξαρτάται από τον ρυθμό με τον οποίο εξαφανίζεται η ωσμωτικ1j διαφορά καθώς τα ωσμωτικώς δρώντα μόρια διαχέονται στους εγκεφαλικούς ιστούς. Η μαννιτόλη επίσης προκαλεί αγγεισύσπαση 1'1 ( αντιρροπιστικά στην αύξηση της CBF λόγω της προκαλούμενης μείωσης της γλοιότητας του αίματος) και συνεπώς ελαττcίjνει τον εγκεφαλικό όγκο αίματος (CBV). Η επίδραση της φουροσεμίδης στο εγκεφαλικό οίδημα είναι αμφιλεγόμενη. Μερικές μελέτες υποστηρίζουν ότι η φουροσεμίδη προκαλεί μείωση του εγκεφαλικού οιδ1jματος, αντίθετα άλλες αναφέρουν ότι δεν προκαλεί καμιά σημαντικ1j μεταβολ1j. Άλλοι τέλος υποστηρίζουν ότι η σύγχρονη χορήγηση μαννιτόλης και φουροσεμίδης έχει καλύτερα αποτελέσματα παρά τον κίνδυνο της μεγάλης αποβολ1jς ούρων και των ηλεκτρολυτικών διαταραχών. Σε καταστάσεις όπου το εγκεφαλικό οίδημα παραμένει παρά την χορ1jγηση διουρητικών μπορεί να δοκιμαστεί υπέρτονο διάλυμα NaCI 7,5% που όμως η δράση του είναι παροδικ1j1υ. ίίί) Ο υπεραερισμός αποτελεί έναν από τους πιο aποτελεσματικούς τρόπους ελάττωσης του CBV και συνεπώς της ICP. Η μείωση εν τούτοις του PaC02, μέσω του μηχανικού αερισμού και υπεραερισμού, που αποσκοπεί στην εγκεφαλικ1j αγγειοσύσπαση και την ελάττωση του CBV, ενέχει και κάποιους κινδύ-

32 νους και περιορισμούς. Στους κινδύνους περιλαμβάνεται η επιδείνωση της εγκεφαλικής ισχαιμίαξ σε περιπτώσεις ελαττωμένης CBF και η μειωμένη παροχή 02 στους ιστούς (λόγω και της μετάθεσης της καμπύλης αποδέσμευσης της αιμοσφαιρίνης προς τ' αριστερά). Οι περιορισμοί αφορούν κυρίως το "φαινόμενο της aντίστροφης υποκλοπ1jς" στην ισχαιμικ1j περιοχή επί διαταραγμένης ανταπόκρισης των εγκεφαλικών αγγείων στις μεταβολές της PaC02. Σύμφωνα μ' αυτόν το μηχανισμό ενδέχεται να προκληθεί μαζική αύξηση της CBF στην πάσχουσα περιοχή με αποτέλεσμα την επίταση του οιδ1jματος. Γι' αυτούς τους λόγους και εφόσον δεν έχει εγκατασταθεί πλήρες ιnonitoring (μέτρηση ICP, μέτρηση Sjν02, μέτρηση γαλακτικών) η υπέρμετρη υποκαπνία πρέπει να αποφεύγεται. Ζητούμενο θα πρέπει να είναι η αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της υποκαπνίας (27-30 mmhg) χωρίς του κινδύνους της έντονης αγγειοσύσπασης. ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝτΙΜΕΤΩΠΙΣΗ Περίπου το 20% των ΚΕΚ αρρώστων έχουν βλάβες οι οποίες χρήζουν χειρουργικής αντιμετώπισης. Οι χειρουργικές επεμβάσεις είναι συνήθως: κρανιοτομία και αφαίρεση επισκληριδίου 1j υποσκληρίδιου 1j ενδοεγκεφαλικού αιματώματος, κρανιεκτομία και αποσυμπιεστική επέμβαση, ανάταξη εμπιεστικού κατάγματος, τοποθέτηση ICPmonitor (μπορεί να γίνει και εκτός χειρουργείου), μη νευροχειρουργικές επεμβάσεις. Η αναισθησιολογική αντιμετώπιση αποτελεί συνέχεια της αρχικής αντιμετώπισης. Ο αεραγωγός, το κυκλοφορικό και η ICP είναι τα πεδία μέσα στα οποία κινούνται οι αναισθησιολογικές παρεμβάσεις. Η διατήρηση ικανοποιητικ1jς πίεσης άρδευσης του εγκεφάλου, η αποφυγ1j εγκεφαλικής ισχαιμίας, η αποφυγ1j φαρμάκων και τεχνικών που αυξάνουν την ICP και η λ1jψη μέτρων για την ελάττωσή της, αποτελούν και πάλι τις βασικές αρχές της αντιμετώπισης. Οι αναισθητικοί παράγοντες επηρεάζουν ποικιλοτρόπως την CBF, τον CBV, το CMR02, την ICP την παραγωγtj και την αντίσταση στην απορρόφηση του ΕΝΥ'1 Η επιλογή των αναισθησιολογικcijν φαρμάκων εξαρτάται από την αιμοδυναμική κατάσταση του τραυματία. Σε αιμοδυναμικά σταθερούς ασθενείς με ενδοκράνια υπέρταση, ο συνδυασμός βαρβιτουρικών, ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΠΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ βενζοδιαζεπινών, απιοειδών και μη αποπολωτικο)ν μυοχαλαρωτικών είναι μια αποδεκηj τεχνικ1j. Σαν συμπληρωματικά φάρμακα για την ελάττωση της υπέρτασης, της ταχυκαρδίας και της ICP μπορεί να χρησιμοποιηθούν οι β-αναστολείς και η λιδοκαlνη. Σε τραυματίες με μικρής βαρύτητας εγκεφαλικ1j βλάβη που πρόκειται να aφυπνιστούν μετά το τέλος της επέμβασης, μικρές δόσεις ισοφλουρανίου 1j δεσφλουρανίου ή προποφόλης μπορούν να χρησιμο;τοιηθούν. Η αναγνώριση όλων εκείνων των καταστάσεων ;του θα μπορούσαν να προκαλέσουν υπερκωτνία. ωτοξαιμία, υπέρταση, φλεβική απόφραξη και κατά σι νέ;τεια απότομη αύξηση της ICP διεγχειρητικά (κακ1j θέση στο χειρουργικό τραπέζι, λάθος ρύθμιση 1j βλάβη του αναπενυστ1jρα, κάμψη του τραχειοσωλ1jνα. ενδοβρογχικjj διασωλ1jνωση, αιμο;rνευμοθυ)ρcαας. cινεπαρκ1jς εκπνευστική βαλβίδα, ανεπαρr.έ::: βάθος αναισθησίας, μεγάλες απώλειες αίματος κ./.,;τ. ). θα πρέπει να είναι άμεση, η δε αντιμετώ;τιση έγκαιρη. Η υποξυγοναιμία μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα λόγω συνυπάρχουσα; πνευμονικ1jς θλάσης. εισρόqησης, χρόνιας πνευμονοπάθειας. Τα πλεονεκηjματu της εφαρμογ1jς ΡΕΕΡ θα πρέπει να συνυ:τολογιστοί ν με τον πιθανό κίνδυνο της αύξησης της ICP. Γενιr.ά θα πρέπει να αποφεύγεται ΡΕΕΡ μεγcι/.ύτερη cαό locιn Η20, εφόσον δεν υπάρχει ICP monitoring. Μοιιίtοrίιιg: Το βασικό ωonitoring ;rεριλcιμ!)(ινει: ΗΚΓ, οισοφάγειο στηθοσκόπιο έμμεση μέτρηση της ΑΠ, θερμοκρασία, μέτρηση της διούρησης. :ταλμικό οξύμετρο, καπνογράφο και μέτρηση του τε/.οεκ;τνευστικού co 2. ο ενδοαρτηριακός καθετηριασμό::: '(LU. άμεση μέτρηση της ΑΠ και για λ1jψη δειγμάτων αίματος είναι και εύκολος και πρακτικός. Η μέτρηση της CVP, της ΡΑΡ και PCWP, αν και επιθυμηηj σε ορισμένες καταστάσεις, δεν είναι πάντα εφικηj ί.όγω πίεσης χρόνου. Στις προχωρημένες μορφές monitoring περιλαμβcινονται: η μέτρηση της ενδοκράνιας πίεσης (ICP monitoring), η οξυμετρία του σφαγιτιδικού βολβού (SjV02 n1onitoring) και η διακρανιακ1j Doppler υπερηχογραφία (τcd). ICP monίtorίng: Σε περιπτώσεις που επιβάλλεται επείγουσα χειρουργική αντιμετώπιση για εξωκράνια αιμορραγία (π.χ. σπληνεκτομ1j) πριν τη διενέργεια CT εγκεφάλου, η τοποθέτηση ICP monitor θα επιτρέψει κατάλληλες παρεμβάσεις για τον έλεγχο της ICP. Στην μονάδα εντατικ1jς η συνεχ1jς άμεση μέτρηση της

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣlΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΊΊΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 33 ICP κρίνεται απαραίτητη. SjV02 monίtorίng:aν και η τοποθέτηση του καθετήρα του σφαγιτιδικού βολβού είναι υπόθεση λίγων μόνο λεπτών, το SjV02 monitoring εφαρμόζεται συνήθως στις μονάδες εντατικής. Χρησιμοποιείται σαν μέθοδος παρακολούθησης της επάρκειας της οξυγόνωσης του εγκεφάλου αλλά και σαν οδηγός του εφαρμοζόμενου υπεραερισμού. Αύξηση της ICP που συνοδεύεται από αύξηση του SjV02, δηλώνει αύξηση της ICP η οποία οφείλεται σε αυξημένη CBF (εγκεφαλική υπεραιμία). Σ' αυηί την περίπτωση η αγωγ1ί πρέπει να αποσκοπεί στην ελάτωση της CBF (υπεραερισμός και βαρβιτουρικά). Αντίθετα αύξηση της ICP συνοδευόμενη από πτώση SjV02, φανερώνει ελάττωση της CBF λόγω συμπίεσης των εγκεφαλικών αγγείων 1l αγγειόσπασμου. Η συνέχιση του ίδιου βαθμού υπεραερισμού θα επιδεινώσει την κατάσταση, γι' αυτό οι παρεμβάσεις μας θα πρέπει να κατευθυνθούν προς την αύξηση της CBF (όχι υπεραερισμός) και προς την ελάττωση της ICP με χρ1ίση μαννιτόλης ή υπέρτονου NaCI 7.5%. TCD monίtorίng: Είναι μια επεμβατικ1ί μέθοδος που στο μέλλον ίσως παίξει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση των ΚΕΚ αρρώστων. Επί του παρόντος η χρ1iση της περιορίζεται στις μονάδες εντατικ1iς, όπου με την μελέτη των κυματομορφών της ταχύτητας ρωiς αναγνωρίζονται ο αγγειόσπασμος αλλά και η διακο Π1l της εγκεφαλικής κυκλοφορίας. Μετά το τέλος του χειρουργείου, ο αναισθητοποιημένος, διασωληνωμένος και μηχανικά αεριζόμενος τραυματίας θα πρέπει να μεταφερθεί σε μονάδα εντατικ1jς θεραπείας. Κατά την διάρκεια της μεταφοράς, εφόσον είναι δυνατόν, η μέτρηση της ICP θα πρέπει να συνεχιστεί. Μερικοί τραυματίες με μικρ1jς βαρύτητας ΚΕΚ (GCS 12-15) που υποβλήθηκαν σε χειρουργικ1ί επέμβαση (π.χ. αφαίρεση επισκληρίδιου αιματώματος), μπορούν να aφυπνιστούν άμεσα μετεγχειρητικά, εντός του χειρουργείου, εφόσον δεν συνυπάρχει σημαντικού βαθμού εγκεφαλικό οίδημα. Ιδιαίτερη προσοχ1j πρέπει να δοθεί κατά τη φάση της αποδιασωλ11νωσης ώστε να αποφευχθεί β1jχας και "σφίξιμο" που θα προκαλούσαν αφ' ενός μεν παροδικ1ί αύξηση της ICP, αφετέρου δε πιθαν1j επαναιμορραγία. Η αφαίρεση του τραχειοσωλ1jνα πρέπει να γίνει πριν ο ασθενής αρχίσει να ενοχλείται από αυτόν. Η λιδο- κα'lνη ενδοφλεβίως μέχρι και 3mg/kg σε διηρημένες δόσεις καταστέλλει αποτελεσματικά το αντανακλαστικό του βήχα χωρίς να επηρεάζει τον αερισμό και χωρίς να προκαλεί σημαντική καταστολ1j. Σε περιπτώσεις πολυτραυματιών όπου συνυπάρχει κρανιοεγκεφαλική κάκωση, τα ερωηjματα που συνήθως τίθενται είναι: ποιά κάκωση πρέπει να αντιμετωπιστεί πρώτα και ποιες εξετάσεις πρέπει να προηγηθούν πριν την χειρουργική αντιμετώπιση. Κατηγορηματικ1j απάντηση δύσκολα μπορεί να δοθεί λόγω της ιδιαιτερότητας κάθε περιστατικού. Είναι λογικό όμως ότι μετά τα πρώτα μέτρα υποσηjριξης προτεραιότητα πρέπει να δοθεί σε εκείνη την κάκωση που απειλεί άμεσα τη ζω1j του τραυματία22 Η αντιμετώπιση για παράδειγμα ενός υπό τάση πνευμοθώρακα θα πρέπει να προηγείται κάθε άλλης εξέτασης. Η αναγνώριση του δεν πρέπει να καθυστερήσει, μπορεί να γίνει κάλλιστα μόνο με κλινικά κριηjρια και δεν χρειάζεται ακτινολογική επιβεβαίωση εφόσον υπάρχει πίεση χρόνου. Η περιτονα'ίκ1j πλύση θα προηγηθεί της CT εγκεφάλου εφόσον και οι δύο θα πρέπει να γίνουν; Η απάντηση είναι απλ1j. Το πιο "ασταθές"σύστημα (ΚΝΣ 1j κυκλοφορικό) θα πρέπει να ελεγχθεί και να αντιμετωπιστεί πρώτα. Αν και τα δύο συσηjματα χαρακτηριστούν "ασταθ11" συστήνεται: υποστήριξη με μεγάλες ποσότητες υγρών κατά την διενέργεια της CT εγκεφάλου και ακολούθως χειρουργική αντιμετώπιση εκείνου του συστήματος που επιβάλλεται. Δεν αποκλείεται φυσικά, εφόσον απαιτείται, ταυτόχρονη χειρουργικ1j αντιμετώπιση της ΚΕΚ και της ενδοκοιλιακής αιμορραγίας. Αν θεωρηθεί ότι το κυκλοφορικό είναι εκείνο που απειλεί τη ζω1j του τραυματία θα πρέπει να προηγηθεί η ερευνητικ1j λαπαροτομία της CT εγκεφάλου. (σε περίπτωση αιμοδυναμικής αστάθειας η ερευνητι Κ1j λαπαροτομία κρίνεται πιο κατάλληλη από την περιτοναίκ1j πλύση). Σε περίπτωση επιδείνωσης του ΚΝΣ κατά τη διάρκεια της λαπαροτομίας συνιστάται τυφλ1j κρανιοανάτρηση (blind l)urr holes ). Πάντως οποιαδ1jποτε σειρά και αν ακολουθηθεί, απαιτείται άριστη συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων ειδικοηjτων, ενώ δεν επιτρέπεται χάσιμο πολύτιμου χρόνου για άσκοπες μετακιν1jσεις και περιττές ενέργειες.

34 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΠΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΝΑ Ι ανισοκορία ετερόπλευρη διαταραχή κινητικότητας ----1 Επίπεδο συνείδησης f--- GCS<S ΟΧΙ ανισοκορία ετερόπλευρη διαταραχή κινητικότητας ΝΑ Ι ΟΧΙ ΝΑ Ι ΟΧΙ I ανοικτή κάκωση; ΝΑ Ι ΟΧΙ πιθανή διάγνωση ενέοyειες μεγάλη διάχ υ τη μάζα βλάβη εισαγωγή διασωλήνωση IIIICP CT χειρο υ ργείο εισαγωγή πιθανή #βάσης ΟΧΙ I θλάση μάζα διατιτραίνον μικρή μάζα ΝΑ Ι τραύμα μετα-διάσειση ΟΧΙ ΝΑ Ι I διάσειση κάταγμα I --- μικρή βλάβη διασωλήνωση I I I IIIΙCP εισαγωγή εισαγωγή εισαγωγ1j cτ CT CT CT CT CT monitor ΜΕΘ χtιι)ιιι'(!γεί!ι Ι'ti((,ΙΙLΚ!Ιλιιι.Jt\ηιιη χει(!ιιt'ι_ι)'rίη παιmχιιλιιι111ψrη ιίχι βλάβη εισαγωγή εισαγωγή εξιηjριο I I I παριικολιιύflηοη παρωωλιιύllψrιι πuιιωωληύllψιιι οδηγίες Στον πίνακα παρουσιάζεται ένας αλγr5ριθμος (23) που αφορά τραυματίες αμιγώς κρανιοεγκεφαλικούς. Φυσικά δεν καλι!πτει ιiλες τις περιπτώσεις αλλά θα μπορούσε να χρησιμοποιηθε[ ως βοήθημα *Τα επισκληρίδια αιματώματα αν χειρουργηθούν έγκαιρα έχουν άριστη πρr5γνωση επειδιί η υποκε[μενη εγκεφαλικιί βλάβη είναι μικριί. Καθ[σταται σαφές λοιπόν, ιiτι η ταχεία διάγνωση και η ciσo το δυνατιi ταχύτερη αντιμετώπιση θα οδηγιίσει σε καλή έκβαση. ** GCS>8 και η απουσία ανισοκορ(ας ιί ετεριiπλεvρης διαταραχής κινητικιiτητας δεν αποκλειέι την ύπαρξη αιματώματος (επισκληρίδωυ-υποσκληρίδιου ή ενδοεγκεφαλικού). ***Η οποιαδήποτε πτώση του επιπέδου σvνε[δησης δεν πρέπει να αποδfδεται αβασάνιστα σε μέθη ή λιίψη τοξικο!ν ιί κατασταλτικών φαρμιί.κων. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Bouma GJ., Muizelaar JP.: Cerebral blood flow, cerebral blood volume and cerebrovascular reactivity after severe head injury. J Neurotrauma 1992, (Suppl1 ): 5333 2. Arthur Μ. Lam.: Anesthesia for neurosurgical emergencies. ASA 1994. Annual Refresher Course Lectures 3. Obrist WD., Langfh τw, Jaggid L. et al: Cerebral blood flow and metabolism in comatose patients with acute head injury. Relationship to intracranial hypertension. J. Neurosurg 1984, 61: 241 4. Weber m., Grolimud Ρ., Seiler RW.: Neurosurgury 1990, 27: 106-112 5. Martin ΝΑ., Doberstein C., Zane C et al: J Neurosurg 1992, 77: 575-583 6. Minton MD., Grosslight Κ, Stirt JA et al.: Increases in intracranial pressure from succinylcholine: Prevention by prior nondepolarερing blockade. Anesthesiology 1986,65: 165-9 7. Stirt JA, Grosslight Κ., Bedford RF, Vallmer D.: "Defasciculation" with metocurine prevents succinycholine induced increases in intracranial pressure. Anesthesiology 1987: 67-50-3 8. John C DRummond: Fluid management for neurosurgical patients. ASA 1993 Annual Refresher Course Lectures 9. Kaidra R., Todd Μ., Cook LN. et al: Acute effects of changing plasma osmolality and colloid oncotic

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΤ ΕΝΤΑΙΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 35 pressure on the formation of brain edema after cryogenic injury. Neurosurgery 1989, 24: 671-678 10. Sieber FE. et al: Glucose: a reevaluation of its intraoperative use. Anesthesiology 1987,67:72-71 11. Lam Am, Winn HR, Cullen BF, Sundling Ν.: Hyperglycemia and neurologic outcome in patients with head injury. J Neurosurg 1991, 75: 545 12. Chestnut RM., Marshall LF., Marshall SB.: Medical management of intracranial pressure. In Cooper PR (ed.): Head injury, 3rd edition 1993,225-246 13. Prough PS., Whitley JM., Taylor CL. et al: Regional cerebral blood flow following resuscitation from hemorrhagic shock \Vith hypertonic saline. Anesthesiology 1191,75: 319-327 14. Scl1eller MS., Zornow ΜΗ., Oh YS.: Α comparison of the cerebral and hemorrhagic effect of mannitol and hypertonic saline in a rabbit model of acute cryogenic brain injury. J Neurosurg Anesth 1991: 3-291-6 15. Prough DS.: Preoperaitve fluid management: The uses of crystalloid, colloid and hypertonic solutions. ASA 1993 Annual Refresher Course Lectures 16. Elizabeth Am Frost: Neurologic trauma. Textbook Trauma Anesthesiιι ιιηd Critical Care. 1993, 513-514 17. McManus ML., Strange Κ.: Anesthesiology 1993, 78:1132-1137 18. Muiselaar JP., Lutz ΗΑ., Becker DP.: Effects of mannitol on ICP and CBF Correlation with pressure autoregulation in severely head injured patients, J Neurosurg 1984, 61: 700 19. Fisher Β., Thomas D., Peterson Β.: Hypertonic saline lowers raised intracranial pressure in children after head trauma. J Neurosurg Anesth 1992, 4:4-1 Ο 20. Ward JD., Chois., Marmorou Α et al: Effects of prophylactic hyperventilation on outcome in patients with severe head injury in: Hoff JT, Betz AL ( eds) Intracranial pressure VII p. 630-633 Berlin Springer-Verlag 1989 21. Ζάμπουρη Αθηνά: Στοιχεία φυσιολογίας του εγκεφάλου. Αναισθησία στη Νευροχειρουργική. Θέματα Αναισθησιολογίας και Εντατικής Ιατρικής. Τεύχος 10ο, τόμος 5ος, Μάρτιος 1995 σελ. 15-23. 22. Christopher Μ. Grand: Interface of an anesthesiology and emergency medicine in traum<ι management Textbook of Trauma Anesthesia and Critical Care 1993 p 112. 23. ATLS: Advanced Trauma Life Support Course Chapter 6: Head Trauma 1989, p. 147