Καρκίνος του Νεφρού Καρκίνος της νεφρικής πυέλου ή του ουρητήρα Λιθίαση ουροποιητικού συστήματος Στένωση Πυελοουρητηρικής Συμβολής Τα Επινεφρίδια Nεφρικές κύστες Καρκίνος του Νεφρού Το Νεφρικό Καρκίνωμα (ΝΚ) είναι ένας όγκος οποίος δημιουργείται από τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό των κυττάρων συγκεκριμένων περιοχών του νεφρού. Είναι το τρίτο σε συχνότητα νεόπλασμα του ουροποιογεννητικού συστήματος στον άνδρα. Στις ημέρες μας με την εξάπλωση της προληπτικής ιατρικής με την συχνότερη επίσκεψη των ασθενών στον Ουρολόγο και με την συχνότερη χρησιμοποίηση απεικονιστικών μεθόδων όπως ο υπέρηχος (υπάρχει πλέον σχεδόν σε όλα τα ιατρεία των Ουρολόγων) και η αξονική τομογραφία, οι πιο πολλοί όγκοι του νεφρού διαγιγνώσκονται στο ασυμπτωματικό στάδιο. Η διάγνωση του ΝΚ γίνεται στην εποχή μας σπανιότερα με τα συμπτώματα αλλά κυρίως με την βοήθεια του υπερηχογραφικού έλεγχου, της αξονικής και της μαγνητικής τομογραφίας. Πρέπει εδώ να αναφέρουμε ότι η διαδερμική ή ανοιχτή βιοψία δεν συνιστάται στη προεγχειρητική διάγνωση του ΝΚ και αυτό γιατί υπάρχει αυξημένος κίνδυνος διασποράς του όγκου και γιατί τα αποτελέσματα τις ιστολογικής εξέτασης με αυτή τη μέθοδο δεν είναι πάντα αξιόπιστα. Η πιο αποτελεσματική θεραπεία του ΝΚ είναι η χειρουργική αφαίρεση του όγκου η οποία γίνεται είτε με αφαίρεση όλου του νεφρού (Ανοιχτη η Λαπαροσκοπική η Ρομποτικη ριζική νεφρεκτομή ), είτε με μερική εκτομή τμήματος του νεφρού με τον όγκο (Ανοιχτη η Λαπαροσκοπική η Ρομποτικη Μερική Νεφρεκτομή).
Καρκίνος της νεφρικής πυέλου ή του ουρητήρα Ο καρκίνος της νεφρικής πυέλου ή του ουρητήρα αναπτύσσεται στην περιοχή της νεφρικής πυέλου ή στο σωλήνα που μεταφέρει τα ούρα απο τους νεφρούς στην ουροδόχο κύστη. Αίτια Τα αίτια αυτού του τύπου καρκίνου δεν είναι πλήρως γνωστά. Ο μακροχρόνιος ερεθισμός των νεφρών από επιβλαβείς ουσίες που αποβάλλονται με τα ούρα ενδέχεται να αποτελεί έναν αιτιολογικό παράγοντα. Αυτός ο ερεθισμός μπορεί να προκληθεί από: διάμεση νεφροπάθεια οφειλόμενη σε αναλγητικά έκθεση σε συγκεκριμένες χρωστικές και χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στη βυρσοδεψία, την υφαντουργία, την παραγωγή πλαστικών και προϊόντων από καουτσούκ το κάπνισμα ασθενείς με ιστορικό καρκίνου της ουροδόχου κύστης βρίσκονται, επίσης, σε κίνδυνο. Οι όγκοι της νεφρικής πυέλου και του ουρητήρα είναι συνήθως καρκίνοι του μεταβατικού επιθηλίου. Περίπου 10% αποτελούν καρκινώματα από πλακώδη κύτταρα. Συνολικά, ο καρκίνος της νεφρικής πυέλου και του ουρητήρα υπολογίζεται ότι δεν υπερβαίνει το 5% όλων των καρκίνων των νεφρών και των ανώτερης αποχετευτικής μοίρας του ουροποιητικού συστήματος. Προσβάλλει συχνότερα τους άνδρες από ότι τις γυναίκες, και εμφανίζεται πιο συχνά σε ηλικία μεγαλύτερη των 65 ετών. Συμπτώματα πόνος στη νεφρική χώρα αιματουρία αίσθημα καύσου, πόνος, ή δυσφορία κατά την ούρηση σκοτεινόχρωμα, ή καστανόχρωμα ούρα καταβολή οσφυαλγία (οσφυϊκός πόνος) νυχτουρία απώλεια βάρους συχνουρία ή τεινεσμός δυσουρία καθυστέρηση στην έναρξη της ούρησης
Διαγνωστικές εξετάσεις Η γενική εξέταση αίματος μπορεί να δείξει την ύπαρξη αναιμίας. Καρκινικά κύτταρα ενδέχεται να διαπιστωθούν στις ακόλουθες εξετάσεις: κυτταρολογική εξέταση ούρων που πραγματοποιείται μετά λήψη δείγματος με κυστεοσκόπηση κυτταρολογική εξέταση δείγματος ούρων από ελεύθερη ούρηση Όγκοι, ή σημεία απόφραξης των ουροφόρων οδών, μπορούν να εμφανιστούν σε: αξονική τομογραφία κοιλίας ενδοφλέβια πυελογραφία υπερηχογράφημα μαγνητική τομογραφία κοιλίας σπινθηρογράφημα νεφρών Η απλή ακτινογραφία, η αξονική ή η μαγνητική τομογραφία άλλων περιοχών του σώματος ενδέχεται να καταδείξουν διασπορά του καρκίνου από τους νεφρούς. Θεραπεία Τον θεραπευτικό στόχο αποτελεί η εξάλειψη του καρκίνου. Η χειρουργική αφαίρεση ολόκληρου ή τμήματος του νεφρού (νεφρεκτομή) συστήνεται, συνήθως, σε περίπτωση καρκινώματος. Ενδέχεται να περιλαμβάνει την αφαίρεση μέρους της ουροδόχου κύστης και των ιστών που την περιβάλλουν, ή των περιοχικών λεμφαδένων. Αν ο όγκος εντοπίζεται στον ουρητήρα, είναι πιθανό να αφαιρεθεί με διατήρηση του σύστοιχου νεφρού. Σε περίπτωση διασποράς του καρκίνου εκτός του νεφρού ή του ουρητήρα, χρησιμοποιείται συχνά χημειοθεραπεία. Καθότι αυτοί οι όγκοι είναι συχνά όμοιοι με μορφές καρκίνου της ουροδόχου κύστης, αντιμετωπίζονται θεραπευτικά με τον ίδιο τύπο χημειοθεραπείας. Λιθίαση ουροποιητικού συστήματος Ο σχηματισμός λίθων στο ουροποιητικό σύστημα αποτελεί την τρίτη κατά σειρά συχνότητας πάθηση στον άνθρωπο μετά τις ουρολοιμώξεις και τις παθήσεις του προστάτη. Οι λίθοι του ουροποιητικού συστήματος εμφανίζονται σε άτομα κάθε ηλικίας και φύλου, σε κάθε φυλή και χώρα και είναι γνωστοί από τους αρχαίους χρόνους.
Οι άνδρες προσβάλλονται συχνότερα από τις γυναίκες σε αναλογία 2,5:1, με υψηλότερο ποσοστό εμφάνισης στην ηλικία των 30 ετών για τους άνδρες, ενώ στις γυναίκες η εμφάνιση λίθων είναι συχνότερη στις ηλικίες των 35 και 55 ετών. Επιπλέον, έχει βρεθεί ότι η πιθανότητα σχηματισμού νέου λίθου ένα χρόνο μετά το αρχικό επεισόδιο νεφρολιθίασης φθάνει το 10%, ενώ μέσα σε 5-7 χρόνια το ποσοστό υποτροπής ανέρχεται στο 50%. Σήμερα θεωρείται ότι για την εμφάνιση της λιθίασης ευθύνονται κληρονομικές και γενετικές ανωμαλίες. Πάντως, μελέτες έχουν δείξει ότι στο 25% των ασθενών με λιθίαση αναφέρεται ύπαρξη λιθίασης και σε άλλα μέλη της οικογένειας, κάτι που πιθανόν να οφείλεται στις ίδιες διατροφικές συνήθειες και τις συνθήκες διαβίωσης. Τι είδους συμπτωματολογία παρουσιάζουν οι ασθενείς με λιθίαση Η λιθίαση του ουροποιητικού εμφανίζεται κλινικά σαν οξύς πόνος, ο γνωστός μας κωλικός, δηλαδή πόνος στην οσφυϊκή χώρα με αντανάκλαση στο κάτω τεταρτημόριο της κοιλιάς. Ο ασθενής που πονά κινείται χαρακτηριστικά συνεχώς μη μπορώντας να βρει ανακούφιση σε καμία θέση. Όσο ο λίθος πλησιάζει προς την ουροδόχο κύστη, ο πόνος αλλάζει χαρακτηριστικά και επεκτείνεται στη περιοχή της κύστης, ενώ συνυπάρχει έντονη συχνουρία και τάση προς ούρηση. Καθώς μάλιστα η νεύρωση του στομάχου και του νεφρού είναι η ίδια, ο πόνος τις περισσότερες φορές συνοδεύεται από ναυτία και εμετούς. Πως θα γίνει η διάγνωση της λιθίασης Για τη διάγνωση της λιθίασης η πρώτη εξέταση που ζητά κανείς είναι η απλή ακτινογραφία νεφρών, ουρητήρων και κύστης (ΝΟΚ), ενώ το υπερηχογράφημα είναι μια ταχεία, εύχρηστη και ακίνδυνη εξέταση που βοηθά στη διάγνωση της λιθίασης, γιατί μας δίνει συμπληρωματικές πληροφορίες. Σε ορισμένες περιπτώσεις που υπάρχει διαγνωστικό πρόβλημα συνιστάται η διενέργεια ενδοφλέβιας ουρογραφίας( πυελογραφίας). Ποιά είναι η θεραπεία σε περίπτωση λιθίασης Η θεραπεία της λιθίασης έχει διπλό σκοπό, αρχικά την αντιμετώπιση του πόνου και κατόπιν την απομάκρυνση του λίθου. Η καλύτερη και οριστική θεραπεία ενός επεισοδίου κωλικού είναι είτε η αποβολή του λίθου αυτόματα είτε η αφαίρεσή του. Σε ποσοστό 85% περίπου οι λίθοι διαμέτρου μικρότερης των 5 χιλ. αποβάλλονται συνήθως αυτόματα, ενώ οι πιθανότητες να περάσουν και να αποβληθούν αυτόματα αυξάνονται όσο πιο χαμηλά είναι οι λίθοι, δηλαδή όσο πιο κοντά προς την κύστη. Σε περίπτωση μη αυτόματης αποβολής του λίθου επεμβαίνει ο γιατρός. Πως επεμβαίνει ο γιατρός στην απομάκρυνση του λίθου Η αντιμετώπιση της λιθίασης είναι η εξωσωματική λιθοτριψία, η ουρητηροσκοπική και η διαδερμική νεφρολιθοτριψία.
Εξωσωματική λιθοτριψία Η εξωσωματική λιθοτριψία εχει καλύτερα αποτελέσματα στους λίθους του νεφρού και του αρχικού τμήματος του ουρητήρα, ενώ όλα σχεδόν τα είδη των λίθων αντιμετωπίζονται με τη μέθοδο αυτή. Ουρητηροσκόπηση και ενδοσωματική (Ενδοσκοπική) λιθοτριψία Η ουρητηροσκόπηση είναι μέθοδος κατά την οποία ένα μακρύ και λεπτό όργανο, το ουρητηροσκόπιο, προωθείται υπό άμεση όραση διαμέσου της ουρήθρας και της κύστης στον ουρητήρα μέχρι το σημείο που βρίσκεται ο λίθος. Μέσα από το όργανο αυτό εισάγονται οι λιθοτρίπτες που θρυμματίζουν το λίθο, αλλά και οι ειδικές λαβίδες που τον συλλαμβάνουν και τον αφαιρούν. Διαδερμική νεφρολιθοτριψία Η διαδερμική λιθοτριψία είναι μέθοδος με εξαιρετικά υψηλά ποσοστά επιτυχίας. Έχει ένδειξη κυρίως για τους λίθους εκείνους που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με την εξωσωματική λιθοτριψία. Τέτοιες περιπτώσεις είναι λίθοι μεγαλύτεροι από 2.5 εκ., οι κοραλλιογενείς λίθοι, οι σκληροί λίθοι που είναι ιδιαίτερα ανθεκτικοί στην εξωσωματική λιθοτριψία, καθώς και λίθοι σε ασθενείς με δυσμορφία του σκελετού τους ή μεγάλη παχυσαρκία. Στένωση Πυελοουρητηρικής Συμβολής Η στένωση της πυελοουρητηρικής συμβολής είναι μια από τις πιο συχνές συγγενείς ανωμαλίες και αποτελεί το συχνότερο αίτιο απόφραξης του ανώτερου ουροποιητικού συστήματος. H πυελοουρητηρική συμβολή (ΠΟΣ) είναι το σημείο εκείνο που ο ουρητήρας συνδέεται με την νεφρική πύελο. Η στένωση της ΠΟΣ μπορεί να είναι πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής. Στην πρώτη περίπτωση είναι συγγενής, υπάρχει δηλαδή από τη γέννηση και οφείλεται σε τοπική ανωμαλία της περιοχής, ενώ στη δεύτερη είναι αποτέλεσμα κάποιας άλλης πάθησης που αποφράσσει, στραγγαλίζει ή πιέζει την ΠΟΣ όπως η λιθίαση. Η πάθηση μερικές φορές είναι τελείως ασυμπτωματική και ανακαλύπτεται τυχαία στα πλαίσια απεικονιστικού ελέγχου (υπερηχογράφημα, αξονική τομογραφία) ή κατά την κλινική εξέταση (ψηλάφηση μάζας στο νεφρό, ιδιαίτερα στα παιδιά). Συνήθως εκδηλώνεται με πόνο στην οσφυϊκή χώρα ή με συμπτώματα ουρολοίμωξης. Η θεραπεία της στένωσης της πυελοουρητηρικής συμβολής είναι χειρουργική. Έχουν περιγραφεί διάφορες επεμβάσεις, που όλες αποσκοπούν στην καλή παροχέτευση των ούρων. Φαίνεται ότι τα καλύτερα αποτελέσματα επιτυγχάνονται με
την αφαίρεση του στενωμένου τμήματος και τη δημιουργία νέας αναστόμωσης (πυελοπλαστική). Το ποσοστό επιτυχίας της μεθόδου είναι άνω του 90%. Η επέμβαση μπορεί να γίνει είτε ανοικτά, δηλαδή με τομή στη περιοχή του νεφρού, είτε λαπαροσκοπικά ή ρομποτικά. Εάν η στένωση παραμείνει χωρίς θεραπεία μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές όπως λοιμώξεις, νεφρολιθίαση, χρόνιο πόνο και τελικά πλήρη καταστροφή του νεφρού με απώλεια της νεφρικής λειτουργίας. Τα Επινεφρίδια Τα επινεφρίδια είναι 2 μικροί αδένες που βρίσκονται πάνω στους αντίστοιχους νεφρούς στο βάθος της κοιλιάς. Κάθε επινεφρίδιο αποτελείται από το φλοιό και το μυελό, που παράγουν διαφορετικές ορμόνες. Οι παθήσεις των επινεφριδίων είναι οι εξής Σύνδρομο Cushing Σύνδρομο Conn Συγγενής υπερπλασία Φαιοχρωμοκύττωμα Διαγνωστική προσέγγιση Οι διάφορες παθήσεις δημιουργούν ποικιλία συμπτωμάτων. Ο έλεγχος γίνεται με ειδικές αιματολογικές και απεικονιστικές εξετάσεις (CT, MRI,). Χειρουργική θεραπεία επινεφριδίων Επεμβάσεις στα επινεφρίδια νεφρού (Ανοιχτα η Λαπαροσκοπικα η Ρομποτικα) γίνονται συνήθως, για σύνδρομο Cushing, σύνδρομο Conn, φαιοχρωμοκύττωμα και σπανιώτερα για μη λειτουργικούς όγκους (τυχαιώματα, μεταστατικός καρκίνος). Οι απλές νεφρικές κύστες Οι απλές νεφρικές κύστες είναι οι πιο συχνές νεφρικές μάζες, που συνήθως ανακαλύπτονται τυχαία κατά τη διάρκεια απεικονιστικού ελέγχου της κοιλίας για άλλο λόγο (με υπέρηχο, αξονική ή μαγνητική τομογραφία). ρόνων επίσης αυξάνει και το μέγεθος των κυστών.
Η αιτιολογία τους είναι άγνωστη αν και πιθανόν προέρχονται από υπερπλασία του επιθηλίου των σωληναρίων. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν προκαλούν συμπτώματα και δεν έχουν ιδιαίτερη κλινική σημασία, ωστόσο θα πρέπει να αποκλείονται άλλες επικίνδυνες για τον ασθενή καταστάσεις. Από τη μορφολογία της κύστης στον υπέρηχο θα πρέπει αποκλειστεί η πιθανότητα κακοήθειας. Κύστες με ανώμαλο πάχος ή μορφολογία τοιχώματος, παχιά διαφραγμάτια στο εσωτερικό τους, ρυπαρό περιεχόμενο ή αποτιτανώσεις έχουν αυξημένη πιθανότητα κακοήθειας και πρέπει να ελέγχονται με αξονική ή και μαγνητική τομογραφία. Επίσης η συνύπαρξη πυρετού με πόνο στην περιοχή του νεφρού και ρυπαρό περιεχόμενο κύστης με διαφραγμάτια θέτει την υποψία επιμολυσμένης κύστης. Κύστες που εντοπίζονται κοντά στη νεφρική πύελο (παραπυελικές κύστες) μπορεί να δώσουν την εντύπωση διάτασης της πυέλου, οδηγώντας στην εσφαλμένη διάγνωση της απόφραξης του πυελοκαλυκικού συστήματος. Οι απλές κύστες μπορεί αν είναι μονήρεις ή πολλαπλές. Στη δεύτερη περίπτωση πρέπει να γίνεται διαφορική διάγνωση από την πολυκυστική νόσο των νεφρών, κατάσταση κληρονομική που επηρεάζει τη νεφρική λειτουργία. Πολλαπλές κύστες εμφανίζουν επίσης οι ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια που βρίσκονται σε υποκατάσταση της νεφρικής λειτουργίας (επίκτητη κυστική νόσος των νεφρών). Οι ασθενείς αυτοί πρέπει να ελέγχονται τακτικά καθώς οι κύστες τους εμφανίζουν υψηλή πιθανότητα κακοήθους εξαλλαγής. Εφόσον αποκλειστεί η πιθανότητα κακοήθειας ή πολυκυστικής νόσου και καταλήξουμε ότι πρόκειται για οι απλές κύστες, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται σε τακτικά διαστήματα τόσο για τυχόν αλλαγές στο μέγεθος ή τη μορφολογία των κυστών. Σε σπάνιες περιπτώσεις οι απλές κύστες μεγαλώνουν γρήγορα και προκαλούν συμπτώματα από πίεση παρακείμενων οργάνων. Στην περίπτωση αυτή μπορεί αν απαιτηθεί η εκκένωση ή και η χειρουργική εξαίρεση των κυστών (Ανοιχτα η Λαπαροσκοπικα η Ρομποτικα).