ΣΕ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ CAD Σύμφωνα με τους ορισμούς, το προοπτικό είναι η κεντρική προβολή (από τη θέση του ματιού του παρατηρητή) ενός σχήματος πάνω στο επίπεδο του πίνακα. Οι παράλληλες ευθείες του αρχικού σχήματος συναντιούνται σε ένα σημείο (σημείο φυγής), το οποίο βρίσκεται πάνω στην ευθεία που προκύπτει από την τομή του επιπέδου του πίνακα με το οριζόντιο επίπεδο που διέρχεται από το ύψος του ματιού του παρατηρητή (γραμμή του ορίζοντα). Από το μάτι φεύγουν ευθείες (οπτικές ακτίνες) που διέρχονται από τα διάφορα σημεία του σχήματος στο χώρο και συναντούν τον πίνακα. Τα ίχνη αυτών των ευθειών πάνω στο επίπεδο του πίνακα αποτελούν τις προοπτικές εικόνες των αντίστοιχων σημείων του αρχικού σχήματος. Ενώνοντας αυτά, προκύπτει η προοπτική εικόνα του αρχικού σχήματος. (σχ.1) Σύμφωνα με την ανάλυση που έγινε στο κεφάλαιο της τομής ευθείας επιπέδου, είναι δυνατόν σε περιβάλλον CAD ένα ευθύγραμμα τμήμα να προεκταθεί μέχρι να κόψει κάποιο επίπεδο, και να βρεθεί έτσι το ίχνος του πάνω στο εν λόγω επίπεδο. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της εντολής EXTEND και όταν το επίπεδο στο οποίο θέλουμε να βρούμε το ίχνος είναι «κατακόρυφο», δηλαδή παράλληλο στον άξονα Ζ (έστω παράλληλο στο επίπεδο ΖΧ των αξόνων). (σχ.2) σχ.1 σχ.2 1
Στο παρακάτω σχήμα δίνεται ένα στερεό και κατασκευάζεται η προοπτική του εικόνα πάνω στο πλάγιο επίπεδο του πίνακα. (σχ.3) Ως γνωστό, για την κατασκευή του προοπτικού θεωρείται ότι ο παρατηρητής κοιτά μετωπικά το επίπεδο του πίνακα. (σχ.4) Αν θέλαμε να πάρουμε την προοπτική εικόνα του στερεού πάνω στο συγκεκριμένο πίνακα χρησιμοποιώντας την εντολή DVIEW, θα έπρεπε να δείξουμε την κόκκινη γραμμή ως γραμμή θέασης. σχ.3 Στην περίπτωση που χρειάζεται να αποδοθεί η προοπτική εικόνα του αντικειμένου με μια διαδικασία δυσδιάστατης σχεδίασης, πρέπει να υλοποιηθούν οι οπτικές ακτίνες που διέρχονται από τις κορυφές του σχήματος και στη συνέχεια να προεκταθούν μέχρι το επίπεδο του πίνακα. (σχ.5) Παρατηρούμε ότι κάποιες ακτίνες συναντούν τον πίνακα πάνω από το έδαφος, ενώ κάποιες άλλες κάτω από αυτό, στην προέκταση του επιπέδου του πίνακα. σχ.4 2
3
Ενώνοντας τα αντίστοιχα σημεία προκύπτει η προοπτική εικόνα. (σχ.6) Κοιτάζοντας από το Ο το προοπτικό αντιλαμβάνεται κανείς ότι πλησιάζει προσεγγιστικά την εικόνα που θα έδινε η εντολή DVIEW. (σχ.7) Πράγματι, εκτελώντας την DVIEW από το Ο και με την κόκκινη γραμμή για γραμμή θέασης, φαίνεται ότι το προοπτικό που σχεδιάστηκε γραμμικά πάνω στον πίνακα και η προοπτική εικόνα που δίνει η DVIEW ταυτίζονται. (σχ.8) σχ.5 σχ.6 4
σχ.7 σχ.8 Αν προεκταθούν τα ευθύγραμμα τμήματα του προοπτικού μέχρι να τμηθούν (FILLET), τότε θα βρεθούν τα σημεία φυγής των δύο διευθύνσεων της κάτοψης του αρχικού σχήματος, τα οποία θα βρίσκονται πάνω σε μια οριζόντια ευθεία πάνω στον πίνακα και σε ύψος ΟΟ. (σχ.9) Τα ευθύγραμμα τμήματα που είναι τα προοπτικά των κατακορύφων του αρχικού σχήματος θα τμηθούν στο σημείο όπου η ΟΟ συναντά το επίπεδο του πίνακα (σημείο φυγής κατακορύφων). 5
Η βασική διαφορά του προοπτικού που προκύπτει γραμμικά με τον παραπάνω τρόπο, από εκείνο που προκύπτει μέσω της DVIEW, είναι ότι η πρώτη παράγει σχέδιο, ενώ η δεύτερη παρέχει στατικές εικόνες του αρχικού σχήματος. Η πρώτη μέθοδος παρέχει ένα δυσδιάστατο σχέδιο που είναι επεξεργάσιμο με τις εντολές δυσδιάστατης σχεδίασης, αρκεί να τοποθετηθεί το επίπεδο ΧΥ πάνω στο επίπεδο του πίνακα. Επίσης, αρκεί να έχει σχεδιαστεί κάποιο τμήμα του αντικειμένου και πολλές από τις συνθετικής φύσεως αποφάσεις μπορούν να παρθούν με τη βοήθεια του προοπτικού, πάνω στο επίπεδο του πίνακα, και στη συνέχεια, με την αντίστροφη διαδικασία, να βρεθούν τα αντίστοιχα σημεία στο χώρο. Πρόκειται δηλαδή για έναν τρόπο σχεδίασης που θυμίζει περισσότερο τα σκίτσα που κάνουν οι αρχιτέκτονες, παρά έναν τρόπο φωτογραφικής ηλεκτρονικής απεικόνισης ενός θέματος. Στη δεύτερη περίπτωση, είναι αναγκαίο να έχει ολοκληρωθεί το τρισδιάστατο μοντέλο, προκειμένου να το «κοιτάξουμε» προοπτικά. Έτσι παράγεται μια στατική εικόνα (ένα καρέ) του αντικειμένου που μπορεί μόνο να εκτυπωθεί. σχ.9 6