Αντιγόνο. ξένη) με μια σχετικά ισχυρή δύναμη σύνδεσης.



Σχετικά έγγραφα
ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΑ. 1. Εισαγωγή (κυρίως στην επίκτητη ανοσία) 2. Φυσική ανοσία ΕΠΙΚΤΗΤΗ ΑΝΟΣΙΑ

5 Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. ΕΙΔΙΚΗ ΑΝΟΣΙΑ Dr.ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ ΤΕΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Επίκτητη Ανοσιακή Απάντηση (χυμικό σκέλος) Β λεμφοκύτταρα

Κεφ. 8. ραστικοί µηχανισµοί της χυµικής ανοσίας: Η εξάλειψη των εξωκυττάριων µικροοργανισµών και τοξινών

Αντιγόνα & Ανοσοσφαιρίνες

Εισαγωγή στην Ανοσολογία Επίκτητη Ανοσία I. Σωτήρης Ζαρογιάννης Επίκ. Καθηγητής Φυσιολογίας Εργαστήριο Φυσιολογίας Τμήμα Ιατρικής Π.Θ.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Ανοσολογία. Αντιγόνα, αντισώματα Διδάσκων: Αναπληρωτής Καθηγητής Γεώργιος Θυφρονίτης

Επίκτητη (ειδική) ανοσία Χυμικό σκέλος

Αντιγόνα & Aνοσοσφαιρίνες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΑΝΟΣΟΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΑΜΕΣΗ COOMBS

ΑΝΤΙΓΟΝΑ. Aπτίνες Ετερόφιλα αντιγόνα Ομάδες αίματος 18/3/2015, M.ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΟΥ

όλοι αναπνευστική οδός στομάχι στόμα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 Χυμικές ανοσοαπαντήσεις Ενεργοποίηση των Β λεμφοκυττάρων και παραγωγή των αντισωμάτων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Φυσιολογία Ι. Ανοσία - Αναιμία Διδάσκων: Αν. Καθηγήτρια Πατρώνα Βεζυράκη

Αντιγόνο και ανοσογόνο

Μοριακή κυτταρική βιοχημεία Ανοσοποιητικό σύστημα

Ανοσιακή απάντηση Αικατερίνη Ταράση

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΑΜΥΝΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

Βιολογία γενικής παιδείας τάξη Γ

ΚΥΤΤΑΡΙΚΕΣ ΑΝΟΣΟΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ: Ενεργοποίηση των Τ κυττάρων από τους µικροοργανισµούς. Οι φάσεις των Τ κυτταρικών απαντήσεων

ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΜΟΝΟΚΛΩΝΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΜΒΟΛΙΑ. Εργαστήριο Γενετικής, ΓΠΑ

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

Κεφάλαιο 4 ο ΑΙΜΑ ΜΑΡΙΑ ΣΗΦΑΚΗ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ - ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΙΙ 1

ΑΝΤΙΓΟΝΑ. Aπτίνες Ετερόφιλα αντιγόνα Ομάδες αίματος. M. Xριστοφίδου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Παθοφυσιολογία Ι

ΑΝΟΣΟΒΙΟΛΟΓΙΑ. Εξεταστική Ιανουαρίου 2010

7. Χυµικές ανοσοαπαντήσεις. Ενεργοποίηση των Β λεµφοκυττάρων και παραγωγή αντισωµάτων

Αντιγόνα & Ανοσοσφαιρίνες. Ε. Παρασκευά Αναπλ. Καθηγήτρια Κυτταρικής Φυσιολογίας, Τμήμα Ιατρικής, Παν. Θεσσαλίας

Ανοσιακή απάντηση (immune response)

2 Ο ΜΑΘΗΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ ΤΕΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥΣ ΑΜΥΝΑΣ

οµή Ανοσιακού Συστήµατος Ελένη Φωτιάδου-Παππά Τµήµα Ανοσολογίας Γ.Ν. Νίκαιας-Πειραιά

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ - ΛΑΘΟΥΣ. ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ

ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΔΡΑΣΗΣ ΕΜΒΟΛΙΩΝ. Μαρία Χατζηστυλιανού Σιδηροπούλου Ομότιμη Καθηγήτρια Παιδιατρικής Ανοσολογίας Τμήματος Ιατρικής, ΣΕΥ, ΑΠΘ

να ταράξουν την λειτουργία των ιστών και των οργάνων του; α. τη θέση τους στο ανθρώπινο σώμα β. την γενικευμένη ή εξειδικευμένη δράση

Κεφάλαιο 4ο Αίµα. στην άµυνα του οργανισµού (µε τα λευκά αιµοσφαίρια και τα αντισώµατα) και. Τεχνητή. Φυσική

ΣΤΗΛΗ Α Αντιβιοτικό Αντισώματα ιντερφερόνες Τ- Τ- (αντιγόνα) κυτταροτοξικά βοηθητικά Τοξίνες Vibrio cholera

Ανοσολογική απόκριση στην λοίμωξη Ενεργητική και παθητική ανοσοποίηση Εμβόλια

Αντιγόνα & Ανοσοσφαιρίνες

Η πρωτογενής ανοσοβιολογική απόκριση ενεργοποιείται κατά την πρώτη επαφή του οργανισμού με ένα αντιγόνο. Περιλαμβάνει τα εξής στάδια:

ΣΥΓΚΟΛΛΗΤΙΝΟΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ Μ. ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΟΥ, 19/3/2015 ΕΡΓ. ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΑΣ, 4 ΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΘΕΡΙΝΑ) ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 15/11/2015

3. Η ΠΡΟΣΛΗΨΗΤΟΥ ΑΝΤΙΓΟΝΟΥ ΚΑΙ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΣΤΑ ΛΕΜΦΟΚΥΤΤΑΡΑ

ΘΕΜΑ 1 Ο ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΘΕΡΙΝΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 10/11/2013

Επίδραση και άλλων παραγόντων στην Αλλοστερική συμπεριφορά της Αιμοσφαιρίνης

αποτελούν το 96% κ.β Ποικιλία λειτουργιών

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ. Εξειδίκευση: προϊόντα (κύτταρα ή αντισώματα) ειδικά για το αντιγόνο. Μνήμη: κύτταρα

Βασικοί Μηχανισμοί πρόκλησης αλλεργιών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 Δραστικοί μηχανισμοί της χυμικής ανοσίας: Η εξάλειψη των εξωκυττάριων μικροοργανισμών και τοξινών

Μικροοργανισμοί. Οι μικροοργανισμοί διακρίνονται σε: Μύκητες Πρωτόζωα Βακτήρια Ιούς

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΜΗΤΑΛΑΣ ΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ

Ανοσοποιητικό σύστημα

- Θεωρία- Δρ. ΠέτρουΚαρκαλούσου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Παθοφυσιολογία Ι

Εισαγωγή στην Ανοσολογία Επίκτητη Ανοσία II. Σωτήρης Ζαρογιάννης Επίκ. Καθηγητής Φυσιολογίας Εργαστήριο Φυσιολογίας Τμήμα Ιατρικής Π.Θ.

4. Η κίρρωση του ήπατος προκαλείται εξαιτίας της αποθήκευσης στα ηπατικά κύτταρα: Πρωτεϊνών Υδατανθράκων Λιπών Αλκοόλ

ΑΡΧΕΣ ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΘΕΩΡΙΑ 3 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. ΚΥΤΤΑΡΟΚΙΝΕΣ ή ΚΥΤΤΟΚΙΝΕΣ Dr ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ ΤΕΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Γιάννης Δρακόπουλος 1. ΚΕΦ.1.3 ΘΕΜΑΤΑ (ομάδα Δ)

6. ΡΑΣΤΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΚΥΤΤΑΡΙΚΗΣ ΑΝΟΣΙΑΣ: Εξάλειψη των ενδοκυττάριων µικροοργανισµών

ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΑ ΘΕΩΡΙΑ 1 Ο ΜΑΘΗΜΑ

Εργαστήριο Ανοσοποιητικό σύστημα Λεμφικά όργανα. Υπατία Δούση-Αναγνωστοπούλου, MD, PhD Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Εργαστήριο Ιστολογίας-Εμβρυολογίας

Εργαστηριακή άσκηση 2: Συγκολλητινοαντιδράσεις. Εργαστήριο Ανοσολογίας Εαρινό εξάμηνο 2019 Υπεύθυνες Διδάσκουσες: Βογιατζάκη Χρυσάνθη, Τσουμάνη Μαρία

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΘΕΡΙΝΑ) ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 15/11/2015

Επιστημονικά Δεδομένα για τη βιοχημική δράση της αντιοξειδωτικής Βιταμίνης C.

ΜΕΛΕΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ 1 ο ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 1 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Θέµατα Πανελληνίων Βιολογίας Γ.Π Άµυνα - Ανοσία

Φαρµακευτική Ανοσολογία

µικροοργανισµών στον οργανισµό µας

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΑΝΤΙΓΟΝΟΥ/ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΟΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ Λυκείου Γενικής Παιδείας

Τα χημικά στοιχεία που είναι επικρατέστερα στους οργανισμούς είναι: i..

ΘΕΜΑ Α Να επιλέξετε την φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις:

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ

ΥΠΟΠΛΗΘΥΣΜΟΙ Τ ΛΕΜΦΟΚΥΤΤΑΡΩΝ. Αλεξάνδρα Φλέβα Ph.D Βιολόγος Τμήμα Ανοσολογίας-Ιστοσυμβατότητας Γ.Ν. «Παπαγεωργίου»

ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΑ. 1. Εισαγωγή (κυρίως στην επίκτητη ανοσία) 2. Φυσική ανοσία

ΑΝΟΣΙΑΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΙ ΕΜΒΟΛΙΑ (ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ) ΓΕΝΙΚΑ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

Προβλήματα σχετιζόμενα με την τυποποίηση αντιγόνων Ι

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

τα βιβλία των επιτυχιών

Ανοσολογικοί μηχανισμοί άμυνας

4. Η κίρρωση του ήπατος προκαλείται εξαιτίας της αποθήκευσης στα ηπατικά κύτταρα: Πρωτεϊνών Υδατανθράκων Λιπών Αλκοόλ

ΟΜΑΔΕΣ ΑΙΜΑΤΟΣ ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΟΡΙΑΚΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ. Εργαστηριακό Μάθημα ΙΙ-Εαρινό εξάμηνο

2. Τα πρωτόζωα α. δεν έχουν πυρήνα. β. είναι μονοκύτταροι ευκαρυωτικοί οργανισμοί. γ. είναι πολυκύτταρα παράσιτα. δ. είναι αυτότροφοι οργανισμοί.

ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Πρόσληψη του αντιγόνου και παρουσίασή του στα λεμφοκύτταρα: Τι βλέπουν τα λεμφοκύτταρα

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1(ΥΓΕΙΑ-ΑΝΘΡΩΠΟΣ)

Μηχανισμοί άμυνας ανθρώπινου οργανισμού Βασικές αρχές ανοσίας.

Ποιες είναι οι προϋποθέσεις που πρέπει να τηρούνται για την αποφυγή µετάδοσης ασθενειών που οφείλονται σε παθογόνους µικροοργανισµούς;

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΕΝΟΤΗΤΑ 4: ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΑΜΥΝΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ - ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΑΝΟΣΙΑΣ - ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΜΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ-ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002 ÈÅÌÅËÉÏ

Αυτοφαγία & Ανοσολογικό Σύστημα. Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΑΝΟΣΙΑΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Ανοσιακή ανοχή

Transcript:

Αντιγόνα Αντισώματα

Αντιγόνο Ως αντιγόνο ορίζεται κάθε ουσία που προέρχεται από το εξωτερικό ή εσωτερικό περιβάλλον και είναι ικανή να αντιδράσει με τα προϊόντα της ανοσιακής απάντησης (αναγνωρίζεται από τον οργανισμό ως ξένη) με μια σχετικά ισχυρή δύναμη σύνδεσης. Antigen Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου συστατικά του ίδιου του οργανισμού αναγνωρίζονται ως ξένα, με αποτέλεσμα την παραγωγή αυτοαντισωμάτων και την εμφάνιση αυτοανοσίας.

Ανοσογόνο Οόρος ανοσογόνο εμπεριέχεται στην πλατύτερη έννοια του αντιγόνου και χαρακτηρίζει την ικανότητα εκείνη που έχει κάθε ουσία που εισερχόμενη στον οργανισμό προκαλεί παραγωγή ειδικών έναντι αυτής αντισωμάτων και κυτταρολυτικών Τ-λεμφοκυττάρων, επάγει δηλαδή χυμική ή κυτταρική ανοσολογική απάντηση.

Αντιγόνο Ένα μόριο που μπορεί να συνδεθεί είτε με ένα υποδοχέα των Β κυττάρων (αντίσωμα) είτε με ένα υποδοχέα των Τ κυττάρων. Μπορεί να είναι πεπτίδιο, πρωτεΐνη, υδατάνθρακας ή λιπίδιο. Στον υποδοχέα των Β κυττάρων συνδέονται όλα τα είδη αντιγόνων Ο όρος αντιγόνο δεν είναι ενώ στον υποδοχέα των Τ κύττάρων συνδέονται μόνο πεπτίδια. συνώνυμος με τον όρο Ένα παθογόνο μπορεί να φέρει πολλά αντιγόνα. ανοσογόνο. Υπάρχουν αντιγόνα που δεν προκαλούν ανοσολογική απόκριση Ωστόσο μόνο μακρομοριακά αντιγόνα μπορούν να προκαλέσουν τη διέγερση των Β κυττάρων. Επίτοπος: το μέρος του αντιγόνου με το οποίο συνδέεται ο αντιγονικός υποδοχέας. Ένα αντιγόνο μπορεί να φέρει πολλούς επιτόπους.

Αντιγονικοί επίτοποι Αντιγονικός επίτοπος (ή αντιγονικός καθοριστής (είναι κάθε προέχουσα χημική διαμόρφωση πάνω στην εξωτερική επιφάνεια του αντιγόνου που μπορεί να συνδεθεί στερεοχημικά με το ομόλογό της αντίσωμα ή τον ομόλογο της μεμβρανικό υποδοχέα του Τ-λεμφοκυττάρου. Ένα αντιγόνο μπορεί να φέρει πολλούς επιτόπους Αντιγονικοί Επίτοποι Επίτοπος - παράτοπος. TCR-Ag-MHC complex

Αντιγονικά είδη Τα κυριότερα αντιγόνα είναι πρωτεΐνες και πολυσακχαρίτες, γλυκοπρωτεΐνες, αλλά και πολυνουκλεοτίδια, λιπίδια, απτίνες. πρωτεΐνες πολυσακχαρίτες γλυκοπρωτεΐνες πολυνουκλεοτίδια απτίνες

Είδη αντιγόνων Ένας επίτοπος, πχ απτίνη Πολλοί επίτοποι της ίδιας ειδικότητας, πχ ομοπολυμερείς πολυσακχαρίτες Πολλοί επίτοποι διαφορετικών ειδικοτήτων, πχ πρωτείνες

Απτίνες Μικρά μόρια με αντιγονικές ιδιότητες τα οποία όμως δεν μπορούν μόνα τους να προκαλέσουν ανοσολογική απόκριση Δεν είναι ανοσογόνα Για να προκαλέσουν ανοσολογική απόκριση πρέπει να βρίσκονται συνδεδεμένα με άλλα μεγαλύτερα μόρια φορείς πχ πρωτεΐνες

Είδη επιτόπων

Σθένος αντιγονικού μορίου Το σύνολο του αριθμού των επιτόπων ενός αντιγονικού μορίου δεν καθορίζει πάντα το αντιγονικό σθένος. Όταν η δομή του Ag δεν επιτρέπει να γίνονται ευδιάκριτοι όλοι οι επίτοποι από τα Abs ή όταν η μερική επικάλυψη των Abs ανταγωνίζεται τη δέσμευση, τότε ο υπολογισμός του σθένους γίνεται έμμεσα από τον αριθμό των αντισωμάτων που δεσμεύει. Η πολυσθενικότητα του αντιγόνου πολλές φορές είναι ενεργητική, γιατί με την πολλαπλή σύνδεση εμποδίζεται η διάσπαση του συμπλέγματος αντιγόνου-αντισώματος.

Αποτελούν ομάδα γλυκοπρωτεϊνών με παρόμοια δομή και βασική λειτουργία την αντισωματική τους δράση για την προστασία του οργανισμού. Ανοσοσφαιρίνες Παράγονται από τα Β κύτταρα, είτε ως μεμβρανικές πρωτεΐνες (υποδοχείς του Β κυττάρου για την αναγνώριση του αντιγόνου). Είτε εκκρίνονται ως διαλυτές πρωτεΐνες του πλάσματος ή ορισμένων εκκρίσεων, από τα διαφοροποιημένα Β κύτταρα (πλασματοκύτταρα) μετά την επίδραση του αντιγονικού ερεθίσματος

Δομή μορίου ανοσοσφαιρινών Όλες οι ανοσοσφαιρίνες παρά την ανομοιογένειά τους συγκροτούνται από μια βασική δομική μονάδα που αποτελείται 4 πολυπεπτιδικές αλυσίδες (2 βαριές-η και 2 ελαφρές- L) πτυχωμένες στην τρισδιάστατη δομή δίνοντας σφαιρική μορφή στο μόριο. Κάθε H και L αλυσίδα αποτελείται από επαναλαμβανόμενα πεδία, τμήματα 100-110 αμινοξέων

Μεταβλητές και σταθερές περιοχές H και L αλυσίδων Η μεταβλητότητα της αλληλουχίας των αμινοξέων στα πεδία ποικίλει, με αποτέλεσμα στο μόριο να διακρίνονται σταθερές και μεταβλητές περιοχές. Μεταβλητή περιοχή Τα αμινοτελικά πεδία των H και L αλυσίδων παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλομορφία στην αλληλουχία των αμινοξέων και καθορίζουν την μεταβλητή περιοχή (V, variable region). Σταθερές περιοχές Τα υπόλοιπα πεδία έχουν σταθερότερη δομή γι αυτό και αναφέρονται ως σταθερές περιοχές (C, constant regions).

Υπερμεταβλητές περιοχές H και L αλυσίδων (μεταβλητότητα αλληλουχίας αμινοξέων ) Η μεταβλητότητα της αλληλουχίας των αμινοξέων δεν κατανέμεται όμοια στις μεταβλητές περιοχές των H και L. VH VL HVR1 HVR2 HVR3 HVR1 HVR2 HVR3 JH VH VH VL VL JL Υπάρχουν τρεις υπερμεταβλητές περιοχές (HVR1, HVR2, HVR3) που σχηματίζουν το σημείο της αντιγονικής σύνδεσης και στις οποίες οφείλεται η απεριόριστη ειδικότητα των αντισωμάτων.

ομική ποικιλομορφία ανοσοσφαιρινών Ισότυποι Καθορίζονται από τις σταθερές περιοχές των βαριών και ελαφρών αλυσίδων και κάθε ισότυπος κωδικοποιείται από ένα ξεχωριστό γονίδιο της C περιοχής των βαριών αλυσίδων. Τα γονίδια για την ποικιλία των ισοτύπων υπάρχουν σε όλα τα μέλη ενός είδους. Αλλότυποι Είναι αντιγονικοί καθοριστές (επίτοποι που προκύπτουν από αντικατάσταση αμινοξέων) στις C περιοχές των βαριών και ελαφρών αλυσίδων σε μέλη του ιδίου είδους. Αποτελούν πολυμορφικά συστήματα που κωδικοποιούνται από αλληλόμορφα γονίδια (Gm της IgG, 24 φαινότυποι). Ιδιότυποι Είναι αντιγονικοί καθοριστές που εντοπίζονται στις υπερμεταβλητές περιοχές. Η παρουσία τους είναι αποτέλεσμα της κληρονομούμενης βλαστικής ετερογένειας από την οποία προέρχονται οι υπερμεταβλητές περιοχές.

Τάξεις (ισότυποι) Ανοσοσφαιρινών Ισότυποι βαριών αλυσίδων παρουσιάζουν διαφορές: στην ακολουθία των αμινοξέων των CΗ, τον αριθμό και τη θέση των δεσμών, τους ολιγοσακχαρίτες και την αρθρωτή περιοχή. IgG=γ (IgG 1, IgG 2, IgG 3, IgG 4 ) IgA=α (IgA 1, IgA 2 ) IgM=μ IgD=δ IgE=ε Ισότυποι ελαφρών αλυσίδων διαφορές στη CL. κ κ/λ 2/1 human κ/λ 20/1 mouse λ (λ 1,λ 2,λ 3,λ 4 )

Ανοσοσφαιρίνη G(IgG) Αποτελεί το 75 % των Igs και το 15% της συνολικής πρωτεΐνης του ορού. Κατανέμεται ισότιμα στον ενδοαγγειακό και εξωαγγειακό χώρο. Αποτελεί το κύριο αντίσωμα στις δευτερογενείς αντιδράσεις και τη μοναδική τάξη αντιτοξινών. Είναι η μόνη που διέρχεται μέσω του πλακούντα στο έμβρυο (αυξάνει 3 ο -4 ο μήνα, κύησης). Τον 3-4 μήνα μετά τη γέννηση η IgG αρχίζει να μειώνεται και το νήπιο αρχίζει να παράγει δική του IgG. Μητρική IgG από το πύαρ διέρχεται από τον εντερικό αυλό προς την κυκλοφορία δια μέσου ειδικού υποδοχέα που παρουσιάζει δομική ομοιότητα με τα τάξης I MHC μόρια. Τέσσερις υποτάξεις IgG1, IgG2, IgG3, IgG 4

Ανοσοσφαιρίνη G(IgG) Βιολογικές ιδιότητες Συγκόλληση και σχηματισμός των ιζημάτων Οψωνινοποίηση Εξαρτώμενη από το Ab κυτταροτοξικότητα Ενεργοποίηση του συμπληρώματος Εξουδετέρωση τοξινών Εξουδετέρωση ιών Ακινητοποίηση των βακτηριδίων

Ανοσοσφαιρίνη Μ (IgΜ) - Η IgM είναι η πρώτη ανοσοσφαιρίνη που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια μιας άνοσης απάντησης. Αυτά τα πρώιμα μονομερή IgM αντισώματα παράγονται πριν τα Β-κύτταρα υποστούν σωματική υπερμετάλλαξη με αποτέλεσμα να είναι χαμηλής συγγένειας. - Ακολούθως τα IgM μόρια γίνονται πενταμερή συνδεόμενα μεταξύ τους με ένα χωριστό πεπτίδιο αποκαλούμενο αλυσίδα J πριν την έκκρισή τους από τα κύτταρα. - 10 αντιγονοδεσμευτικές θέσεις που μπορούν ταυτόχρονα να δεσμεύσουν πολυδύναμα αντιγόνα (πολυσακχαρίτες του βακτηριακού τοιχώματος), με αποτέλεσμα να αναπληρώνεται η χαμηλή συγγένεια των μονομερών με την πολυσημειακή δέσμευση, η οποία προκαλεί υψηλή συγγένεια. - Βρίσκεται στο αίμα, απελευθερώνεται όμως στους ιστούς στη διάρκεια της φλεγμονώδους αντίδρασης. - Ενεργοποιεί με την κλασική οδό το συμπλήρωμα. - Είναι η μόνη τάξη Ig που συντίθεται από το έμβρυο (5ο μήνα κύησης)

Ανοσοσφαιρίνη Α (IgΑ) Η IgA είναι ο κύριος ισότυπος των εκκρίσεων του βλεννογόνου του πεπτικού και αναπνευστικού συστήματος και συμβάλλει καθοριστικά στην τοπική ανοσία. Υπάρχουν δύο κύριες μοριακές μορφές της IgA, η μονομερής της οποίας η βασική δομή είναι παρόμοια με της IgG και η διμερής, τα μόρια της οποίας συνδέονται με την αλυσίδα J. Η μονομερής IgA, είναι η δεύτερη πιο κοινή ανοσοσφαιρίνη στον ορό των ενηλίκων, ενώ η διμερής IgA βρίσκεται κυρίως στις εξωτερικές εκκρίσεις και παράγεται από τα υποβλεννογόνια πλασματοκύτταρα. Υπάρχουν δύο υποτάξεις της IgA: IgA1, IgA2

Εκκριτική sιgα ανοσοσφαιρίνη Το πλήρες μόριο φέρει δύο μονάδες IgA ένα εκκριτικό συστατικό και μια αλυσίδα J. Το εκκριτικό συστατικό δεν παράγεται από τα πλασματοκύτταρα αλλά από επιθηλιακά κύτταρα. Η διμερής IgA δεσμεύεται από τον πολυ-ig- υποδοχέα που είναι μια ειδικευμένη πρωτεΐνη μεταφοράς και εκφράζεται στη βασική μεμβράνη των επιθηλιακών κυττάρων, ενδοκυτταρώνεται και μεταφέρεται στην πλευρά του βλεννογόνου όπου απελευθερώνεται. Πριν από την απελευθέρωσή της, το μόριο του υποδοχέα διαχωρίζεται ενζυματικά, απελευθερώνοντας το εξωκυττάριο τμήμα του προσαρτημένο στο Fc τμήμα της διμερούς IgA (εκκριτικό συστατικό).

Ανοσοσφαιρίνη D(IgD) Η IgD αποτελεί το λιγότερο από το 1% του συνόλου των ανοσοσφαιρινών του πλάσματος αλλά υπάρχει σε μεγάλες ποσότητες στην κυτταρική μεμβράνη των Β-κυττάρων. Η ακριβής βιολογική της λειτουργία είναι άγνωστη, πιθανώς να παίζει κάποιο ρόλο στη διαφοροποίηση των λεμφοκυττάρων που πυροδοτείται από αντιγόνο.

Ανοσοσφαιρίνη E (IgE) Η IgE παίζει σημαντικό ρόλο στην άμυνα του οργανισμού έναντι των παρασιτικών λοιμώξεων και είναι αρμόδια για τις αλλεργικές απαντήσεις. Προκαλεί φλεγμονώδη αντίδραση που προτρέπει τα φαγοκύτταρα να φθάσουν στην περιοχή και να καταστρέψουν το παθογόνο. Η IgE υπάρχει σε πολύ μικρές ποσότητες στον ορό, βρίσκεται όμως στην επιφάνεια της κυτταρικής μεμβράνης των βασεόφιλων, των σιτευτικών και των κυττάρων των βλεννογόνιων επιφανειών, όπως του επιπεφυκότα, του ρινικού και βρογχικού βλεννογόνου. Τα σιτευτικά κύτταρα φέρουν υποδοχείς για την IgE, που βρίσκονται σε επαφή με το πλάσμα και τα υγρά των ιστών. Όταν οι υποδοχείς συνδεθούν με την IgE και το αλλεργιογόνο, τα κύτταρα αυτά απελευθερώνουν μια σειρά αγγειοδραστικές ουσίες, σημαντικότερη των οποίων είναι η ισταμίνη.

Βιολογική δράση ανοσοσφαιρινών Κάθε μόριο ανοσοσφαιρίνης διαθέτει διακριτά δομικά τμήματα που επιτελούν δύο ξεχωριστές βασικές λειτουργίες: Αντιγόνο συνδεδεμένο με αντίσωμα Ελαφρά αλυσίδα Αντιγόνο Θέση σύνδεσης αντιγόνου α) Ειδική σύνδεση με το αντιγόνο για την οποία είναι υπεύθυνη η μεταβλητή περιοχή (V) στο Fab τμήμα του μορίου. Βαριά αλυσίδα Υδρογονάνθρακες Δισουλφιδικοί δεσμοί Εκτελεστικό τμήμα β) Εκτελεστικές λειτουργίες μεσολαβούμενες από την Fc περιοχή του μορίου (στρατολόγηση άλλων κυττάρων ή μορίων που θα καταστρέψουν το παθογόνο αφού το αντίσωμα προσκολληθεί σε αυτό).

Ανάλογα με τον τρόπο που επάγουν την ανοσολογική απάντηση τα αντιγόνα διακρίνονται: Θυμοανεξάρτητα και Θυμοεξαρτώμενα B cell B cell Θυμοανεξάρτητα αντιγόνα: Μερικά αντιγόνα μη-πρωτεϊνικά αντιδρούν απ ευθείας με τα Β λεμφοκύτταρα για την παραγωγή αντισωμάτων χωρίς την βοήθεια των Τ-λεμφοκυττάρων. Από χημική άποψη τα μόρια αυτά αποτελούνται από επαναλαμβανόμενες μονάδες (μικροβιακοί πολυσακχαρίτες, δεξτράνη, φικόλη). Η αντισωματική απάντηση στα αντιγόνα αυτά γίνεται σε ορισμένες περιοχές του λεμφικού ιστού όπως στη marginal zone του σπληνός είναι IgM αντισώματα και δεν αναπτύσουν ανοσολογική μνήμη. Θυμοεξαρτώμενα αντιγόνα: Είναι πρωτεϊνικά αντιγόνα τα οποία επάγουν την παραγωγή αντισωμάτων από τα Β-κύτταρα μόνο με την βοήθεια των CD4 Τ- λεμφοκυττάρων. Τέτοια αντιγόνα είναι: ερυθροκύτταρα, πρωτεΐνες ορού κ. Από χημική άποψη αποτελούνται από διάφορες αντιγονικές καθοριστικές ομάδες.

Αναγώριση θυμοεξαρτώμενου αντιγόνου από τα Β κύτταρα Παρουσίαση στα Τ κύτταρα 2 σήμα 1 σήμα Όταν το Β κύτταρο αναγνωρίσει ένα θυμοεξαρτώμενο αντιγόνο (όπως είναι τα περισσότερα) το προσροφά, το επεξεργάζεται και παρουσιάζει στην επιφάνειά του πεπτίδια του Ag συνδεδεμένα με δικά του MHC ΙΙ μόρια. Τα CD4 παρθένα Τ κύτταρα με τον TCR αναγνωρίζουν τα πεπτίδια, διαφοροποιούνται σε ΤΗ2 CD4 κύτταρα που παράγουν IL 2, IL 4, IL 5 και ενεργοποιούν τα Β για να παράγουν αντισώματα και Β κύτταρα μνήμης.

Τα νεογνά δεν διαθέτουν θυμοανεξάρτητη απάντηση Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι τα νεογνά δεν μπορούν να αναπτύξουν μια θυμοανεξάρτητη απάντηση (ιδιαίτερα μια απάντηση TH 2). Αυτό είναι πολύ σχετικό με πολλά κοινά βακτηρίδια που τις κάψες τους περιλαμβάνουν πολυσακχαρίτες όπως: Streptococcus pneumoniae, Streptococcus agalactiae, Neisseria menigitidis and Haemophilus influenzae. Ο λόγος ότι τα νεογνά δεν μπορούν να δημιουργήσουν αντισώματα έναντι πολυσακχαριτών με πολλαπλούς επαναλαμβανόμενους επιτόπους δεν έχει διευκρινισθεί. Πιθανό να οφείλεται στην ανωριμότητα των υποδοχέων της φυσικής ανοσίας (TLRs) ή στο γεγονός ότι τα περισσότερα Β κύτταρα είναι ανώριμα και οι BCRs τους δεν είναι ικανοί να δεσμεύσουν το αντιγόνο. Η δυνατότητα να αποκριθεί o οργανισμός στα αντιγόνα πολυσακχαριτών αναπτύσσεται στην ηλικία των 18 μηνών 2 ετών. Janeway et.al. 2005 Bondada et.al, 2000.

Αλληλεπίδραση Β και Τ κυττάρων Memory cells Memory cells Antibodies Antibodies

Η αναγνώριση του αντιγόνου Ο ακρογωνιαίος λίθος της επίκτητης ανοσίας Δύο είδη μόριων είναι επιφορτισμένα να αναγνωρίζουν αντιγόνο Οι μεμβρανικές ανοσοσφαιρίνες (υποδοχέας των Β κυττάρων) Ο υποδοχέας των Τ κυττάρων (TCR) Κάθε λεμφοκύτταρο φέρει ένα είδος υποδοχέα (Β ή Τ) και όλοι οι υποδοχείς ενός λεμφοκυττάρου αναγνωρίζουν μόνο ένα αντιγόνο Οι υποδοχείς είναι κλωνικά κατανεμημένοι δηλαδή κάθε λεμφοκύτταρο έχει υποδοχείς μίας μόνο αντιγονικής ειδικότητας

Δέσμευση του αντιγόνου από το αντίσωμα CDR L2 CDR H3 CDR H1 Οι περιοχές καθορισμού συμπληρωματικότητας, CDR1, CDR2, CDR3, της L και της H, δημιουργούν το σημείο σύνδεσης του αντιγόνου διαμορφώνοντας μια επιφάνεια συμπληρωματική του αντιγόνου (παράτοπος). CDR L1 CDR L3 CDR H2 Η ακριβής σειρά της αλληλουχίας των αμινοξέων στις έξι CDRs υπερμεταβλητές περιοχές είναι αυτή που κυρίως καθορίζει την ειδικότητα του αντισώματος. Επίτοπος-παράτοπος

Δέσμευση του αντιγόνου από το αντίσωμα Οι CDRs φέρονται σε πολύ μικρή απόσταση μεταξύ τους και σχηματίζουν ένα βαθύ θύλακα (pocket) ή μια ρηχή σχισμή που αποτελεί τη θέση σύνδεσης του αντιγόνου.

Δέσμευση του αντιγόνου από το αντίσωμα Τα μικρά αντιγόνα, απτίνες ή μικρά πεπτίδια, δεσμεύονται σε ένα βαθύ θύλακα ή ρηχό αυλάκι. Στη σύνδεση μπορεί να μη συμμετέχουν όλες οι CDRs (π.χ. L2 στο σχήμα). H2 Ag L3 H3 H1 L1 L2 Στα μεγάλα πρωτεϊνικά μόρια η επαφή Ag-Ab αφορά εκτεταμένη επιφάνεια που περιλαμβάνει όλες τις CDRs και μπορεί να είναι κοίλη, επίπεδη, κυρτή ή κυματοειδής.

Δέσμευση του αντιγόνου από το αντίσωμα Oταν τα αντισώματα δεσμεύουν αμιγείς πρωτεΐνες (πρωτεϊνικό περίβλημα ιών) το αντίσωμα συνδέεται με τη φυσική διαμόρφωση της πρωτεΐνης και οι περιοχές που αναγνωρίζονται, ονομάζονται επίτοποι. VP1 VP2 Ιός πολυομυελίτιδας VP3 L αλυσίδα Επίτοποι λυσοζύμης Gln121 λυσοζύμη H αλυσίδα Λυσοζύμη λευκώματος αυγού όρνιθας

Μη ομοιοπολικές ελκτικές δυνάμεις Η σύνδεση του αντιγόνου με το αντίσωμα λαμβάνει χώρα με το σχηματισμό πολλαπλών μη ομοιοπολικών δεσμών μεταξύ των αντιγονικών επιτόπων και των αμινοξέων της θέσης σύνδεσης. Oι ελκτικές δυνάμεις που συμμετέχουν (δεσμοί υδρογόνου, ηλεκτροστατικές, van der Waals και υδρόφοβες δυνάμεις) είναι εξαιρετικά ασθενείς σε σχέση με τους ομοιοπολικούς δεσμούς, όμως η πολλαπλότητά τους εξασφαλίζει υψηλή ενέργεια σύνδεσης. Ag Ab

Λειτουργίες μεσολαβούμενες από το αντίσωμα Εξουδετέρωση βακτηρίων και ιών Η λειτουργική δράση των αντισωμάτων εξαρτάται και από τη διαμεσολάβηση άλλων μορίων ή κυττάρων, εντούτοις σε πολλές περιπτώσεις τα αντισώματα δρουν άμεσα εξουδετερώνοντας το αντιγόνο. Τα αντισώματα έχουν την ικανότητά τους να δεσμεύουν και να εξουδετερώνουν βακτήρια και ιούς εμποδίζοντας την δέσμευση στους υποδοχείς επιφανείας και την είσοδό τους στο κύτταρο.

Δέσμευση προσκολλητινών Πολλά βακτήρια φέρουν στην επιφάνειά τους ειδικά μόρια, τις προσκολλητίνες που τους επιτρέπουν να προσκολληθούν στην επιφάνεια των κυττάρων του ξενιστή. Τα αντισώματα δεσμεύουν τις προσκολλητίνες μη επιτρέποντας την είσοδο των βακτηρίων στα κύτταρα.

Συγκόλληση και συνάθροιση μικροοργανισμών Τα αντισώματα επίσης λόγω του ότι έχουν δύο περιοχές σύνδεσης για το αντιγόνο, μπορούν να συγκολλούν και να συναθροίζουν μικροοργανισμούς δυσχεραίνοντας την ελεύθερη διακίνησή τους και την διέλευσή τους μέσω των φυσικών φραγμών και των κυτταρικών μεμβρανών. Παράλληλα η συνάθροιση αυτή διευκολύνει την φαγοκυττάρωσή τους από τα μακροφάγα, που δεν είναι πολύ αποτελεσματικά σε πολύ μικρά μόρια.

Λειτουργίες μεσολαβούμενες από το αντίσωμα και άλλα μόρια ή κύτταρα Η σύνδεση του Ab/Ag εκτός από το άμεσο προστατευτικό αποτέλεσμα συνεπάγεται και την ενεργοποίηση άλλων δραστικών μη ειδικών μηχανισμών (συμπλήρωμα, ανοσοδραστικοί κυτταρικοί πληθυσμοί) για τους οποίους είναι υπεύθυνο το Fc τμήμα.

Fc Υποδοχείς ανοσοσφαιρινών Fc υποδοχείς ανοσοσφαιρινών Στους ανθρώπους υπάρχουν τρεις τάξεις Fc υποδοχέων για την IgG, ο FcγRΙ (CD64), o FcγRΙΙ (CD32) και ο FcγRΙΙΙ (CD16), δύο τάξεις για την IgE (FcεRI, FcεRII) καθώς επίσης και Fc υποδοχείς για την IgA (FcαR), την IgM (FcμR) και την IgD (FcδR).

Υποδοχείς για την Fc περιοχή των ανοσοσφαιρινών Το Fc τμήμα (C H 2, C H 3) των Igs συνδέεται με τα διάφορα κύτταρα, μέσω των Fc υποδοχέων. Οι Fc υποδοχείς είναι πρωτεΐνες με πολλές υποομάδες, που βρίσκονται στην επιφάνεια ορισμένων κυττάρων (ΝΚ, ΜΦ, ΟΥΔ, ΔΚ, ΗΩ, Mast). Μία υποομάδα απαιτείται για την ειδική αναγνώριση, οι άλλες αφορούν την μεταφορά στην κυτταρική επιφάνεια και τη μεταγωγή των σημάτων. Cartoon of two Fcγ RIIb binding one antibody red- green (Η), yellow (L)

Λειτουργίες Fc Υποδοχέων Μετά τη σύνδεσή των Abs με τους Fc υποδοχείς ακολουθούν αλληλοεπιδράσεις και ενεργοποίηση των κυττάρων αποτέλεσμα την φαγοκυττάρωση, την εξαρτώμενη από το αντίσωμα κυτταροτοξικότητα (ADCC) και την απελευθέρωση μεσολαβητών φλεγμονής.

Πολύ απλουστευμένα, μπορούμε να πούμε, ότι το αποτέλεσμα της κατεύθυνσης της άνοσης απάντησης εξαρτάται από ποιος φορέα της φυσικής άνοσης απάντησης (π.χ. δενδριτικό κύτταρο) αναγνώρισε το εισερχόμενο παθογόνο, πώς παρουσιάστηκαν τα πεπτίδια που προήλθαν από τα αντιγονικά συστατικά (μόρια MHC Ι ή MHC ΙΙ) και ποια ανοσοτροποποιητικά μόρια παρήχθησαν (π.χ. IL 12 ΤΗ1 ή IL 4 TH2 απάντηση). Επομένως απαιτείται συνεργασία μεταξύ της αρχικής φυσικής και της επίκτητης απάντησης που ακολουθεί, για την αποτελεσματική λειτουργία του ανοσιακού συστήματος.