ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. «Ιατρική Ερευνητική Μεθοδολογία» ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ



Σχετικά έγγραφα
Τ.Ε.Ι. ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Επιβλέπουσα: Ζακοπούλου Βικτωρία.


ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ - ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΗΣ ΠΑΡΑΛΥΣΗΣ. Ηµιπληγία, ιπληγία, Τετραπληγία, Αθετωσική Ε.Π. (έξω πυραµιδική) και Αταξική Ε.Π. 1.

ΟΡΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΚΛΙΝΙΚΩΝ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ

Τµήµα Υπερήχων & Εµβρυοµητρικής Ιατρικής. Το θαύµα... της ζωής!

Aποµυελινωτικά νοσήµατα Γεώργιος Καρκαβέλας Καθηγητής Παθολογικής

Νικόλαος Δ. Βραχνής. και Εμβρυομητρικής. Αρεταίειο Νοσοκομείο

ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΠΟΔΙ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΙΚΟΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ. Κ. ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Διευθυντής Γ.Ν.Α. «Γ. Γεννηματάς»

Προγεννητικός Έλεγχος - Μαιευτικό Υπερηχογράφημα

Αθλητική ταξινόμηση. Κατηγορία 1. Κατηγορία ΙΙ (κάτω άκρα) Κατηγορία ΙΙ (άνω άκρα) Β έτος

ΣΤΕΝΩΣΗ ΙΣΘΜΟΥ ΑΟΡΤΗΣ

ΥΔΡΟΚΕΦΑΛΟΣ ΣΕ ΕΝΗΛΙΚΕΣ

ΑΠΟΚΌΛΛΗΣΗ ΠΛΑΚΟΎΝΤΑ

Η ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΣΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΦΛΕΓΜΟΝΩΝ ΣΤΟ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΠΟΔΙ. Κ. ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Διευθυντής Γ.Ν.Α. «Γ. Γεννηματάς»

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΜΑΤΟΣ

Απεικόνιση εγκεφάλου με διάχυση (diffusion imaging)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΚΤΙΝΟΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ Από το σημείο στη διάγνωση

Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος: το πρότυπο των αυτόάνοσων ρευματικών νοσημάτων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΕΥΡΟΠΑΘΟΛΟΓΙA Γεώργιος Καρκαβέλας Καθηγητής Παθολογικής Ανατοµικής ΑΠΘ

To «πρόσωπο του γιγαντιαίου πάντα» και το. «πρόσωπο του μικροσκοπικού πάντα» στη νόσο του Wilson

ΠΑΡΕΓΧΥΜΑΤΙΚΕΣ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΕΣ ΕΠΑΣΒΕΣΤΩΣΕΙΣ ΣTON ΥΠΟΠΑΡΑΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟ :ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΜΕ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΙΚΟ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟ

- αποκλίνοντα ή εξωτροπία (το μάτι βρίσκεται προς τα έξω)

διαταραχές και δυσκολία στη βάδιση άνοια επιδείνωση του ελέγχου της διούρησης- ακράτεια ούρων

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΙΔΙ Θ ΕΞΑΜΗΝΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΓΕΙΟΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΝΕΥΡΥΣΜΑ ΤΗΣ ΚΟΙΛΙΑΚΗΣ ΑΟΡΤΗΣ

Η συμβολή των απεικονιστικών μεθόδων στη διάγνωση μαθησιακών και αναπτυξιακών διαταραχών. Φοιτήτρια: Νούσια Αναστασία

Αιτιοπαθογένεια της νόσου

ΤΟ ΦΑΣΜΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΕΜΒΡΥΙΚΟΥ ΑΛΚΟΟΛΙΣΜΟΥ (FASD) ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Γνωστοποιήσεις:

Περιγεννητικά χαρακτηριστικά και κίνδυνος ιδιοπαθούς επιληψίας

Η συμβολή της εμβρυικής Μαγνητικής Τομογραφίας. εγκεφάλου στην πρώιμη διάγνωση της Οζώδους Σκλήρυνσης

Βοηθός Εργοεραπείας Τμήμα: 1ΝΕΡΜΟ1 Εργασια: Σύνδρομο Prader - Willi (Πράντερ - Γουίλι) και Σύνδρομο Sotos (Σότος) Παρδαλού Χριστίνα

25. RHESUS (Rh) ANOΣΟΠΟΙΗΣΗ

ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΝΕΟΓΝΩΝ

Ανευρύσματα Εγκεφάλου

ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ - ΥΣΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

Παιδιά και νέοι με χρόνια προβλήματα υγείας και ειδικές ανάγκες. Σύγχρονες ιατρικές θεωρήσεις και ελληνική πραγματικότητα.

Τι είναι το γλαύκωμα;

ΠΡΩΊΜΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΑΠΟΚΡΙΣΗΣ

ΚΡΑΝΙΟΕΓΚΕΦΑΛΙΚΕΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΛΕΜΦΩΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΗΣΗ. Βιβλιογραφική ενημέρωση, ΓΝΑ Ευαγγελισμός Θ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ

H ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΜΑΓΝΗΤΙΚΗΣ ΦΑΣΜΑΤΟΣΚΟΠΙΑΣ (SPECTROSCOPY-MRS) ΣΕ ΜΑΓΝΗΤΙΚΟ ΤΟΜΟΓΡΑΦΟ 3Τ ΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ

ΣΥΓΓΕΝΗΣ ΑΤΡΗΣΙΑ ΤΟΥ ΣΤΕΛΕΧΟΥΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑΣ ΑΡΤΗΡΙΑΣ ΣΕ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΣΘΕΝΗ: ΜΙΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΣΠΑΝΙΑ ΑΝΩΜΑΛΙΑ

Τι είναι η ωχρά κηλίδα;

Μαρκομανωλάκη Ελένη Α. Μ. : 9799 Επιβλέπων καθηγητής : Νάσιος Γρηγόριος

ΤΟ ΑΓΓΕΙΑΚΟ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΘΕΟΦΑΝΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ

Άτυπο Αναπλαστικό Ολιγοδενδρογλοίωμα: Παρουσίαση περίπτωσης και ανασκόπηση της βιβλιογραφίας

Ατλαντό-Ινιακή Δυσλειτουργία Δυσλειτουργία στην ένωση του κρανίου με τον κορμό στο νεογέννητο μωρό (Ατλαντό-Ινιακή Δυσλειτουργία)

Χειρουργός Οφθαλμίατρος/Παιδοφθαλμίατρος. Consultant Paediatric Ophthalmologist/St James University Hospital/Leeds/UK

ΝΕΥΡΟΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΕΚΒΑΣΗ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΝΕΟΓΝΙΚΟ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ ΕΜΦΡΑΚΤΟ

AΣΘΜΑ ΚΑΙ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΑΣΘΜΑΤΟΣ & ΚΥΗΣΗΣ

ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΗ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ

Βογιατζόγλου E, Βογιατζόγλου Δ. Γενικό Νοσοκομείο «Αμαλία. Δόνου Α.,

Γράφει: Χάρης Χηνιάδης, Μαιευτήρας-Χειρουργός Γυναικολόγος, τ. Επιμελητής Μονάδας Εξωσωματικής Γονιμοποίησης Παν/κού Νοσοκομείου St Bart's, London

ΜΑΘΗΜΑ 9ο ΜΕΡΟΣ Α Η ΑΙΜΑΤΩΣΗ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ

Εγκεφαλική παράλυση. Μιχάλης Η. Χαντές Αναπληρωτής Καθηγητής. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Ορθοπαιδική Κλινική

ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΙΑ

Ρευματολογία. Ψωριασική Αρθρίτιδα. Στέφανος Πατεράκης Φυσικοθεραπευτής, καθηγητής φυσ/πείας

ΑΝΙΧΝΕΥΤΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ- ΠΡΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ Δρ. Ε.Τρακάκης

Σακχαρώδης διαβήτης και οστεοπόρωση - Ο Δρόμος για την Θεραπεία Τρίτη, 23 Νοέμβριος :22

Προληπτική Μαστογραφία Ανακαλύπτοντας το DCIS. Ιωάννης Θ. Νατσιόπουλος Ειδικός Χειρουργός Μαστού

Κύηση Υψηλού Κινδύνου Δεδομένα ΜΕΝΝ ΡΕΑ

Τι είναι ο Κερατόκωνος?

Γράφει: Ηλίας I. Χιντιπάς, Μαιευτήρας - Γυναικολόγος, Διδάκτορας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Συνεργάτης ΓΑΙΑ

Το κινητό τηλέφωνο εκπέμπει παλμική ασύρματη ακτινοβολία συχνότητας

Παθητικό κάπνισμα Θεοτοκά Σοφία Α1 6/5/2014

Μήπως έχω Σκληρόδερµα;

Ανατομία του προστάτη σε ζώνες κατά McNeal

Εσωτερική Κατασκευή των Εγκεφαλικών Ηµισφαιρίων

ΤΑ ΑΝΤΙΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑΚΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΩΝ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ

Προγεννητικός Μοριακός Καρυότυπος. Η τεχνολογία αιχμής στη διάθεσή σας για πιο υγιή μωρά

Κ. Λυμπερόπουλος Γ.Ν.Α «Γ.Γεννηματάς»

Προεκλαμψία. Έγκαιρη εκτίμηση κινδύνου στις εβδομάδες

Υποστηρίζοντας τα παιδιά με γενετικά νοσήματα - Ο Δρόμος για την Θεραπεία Πέμπτη, 16 Ιούνιος :58

Γράφει: Ελένη Αναστασίου, Υπεύθυνη Διαβητολογικού Κέντρου Κύησης του Α' Ενδοκρινολογικού Τμήματος» του Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα»

Π 2107 Ειδική Αγωγή και αποτελεσματική διδασκαλία

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Γ. ΚΕΤΙΚΟΓΛΟΥ MD PhD FESC ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΣ ΔΙΔΑΚΤΩΡ Α.Π.Θ. Δ/ΝΤΗΣ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑΣ ΜΟΝΑΔΑΣ ΚΑΙ ΗΧΩΚΑΡΔΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΙΑΤΡΙΚΟ ΔΙΑΒΑΛΚΑΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ

ΑΝΑΤΟΜΙΑ- ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΠΤΙΚΩΝ ΟΔΩΝ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΩΝ ΟΠΤΙΚΩΝ ΠΕΔΙΩΝ. Δρ Ρούγγας Κων., MD, FEBOph. Δντής Οφθ/κής Κλινικής Νοσ.

Γιαννάκη Ειρήνη Α.Μ: Τμήμα Λογοθεραπείας- Τ.Ε.Ι ΗΠΕΙΡΟΥ

Η βακτηριακήμηνιγγίτιςπαρά την ύπαρξη αποτελεσματικής αντιμικροβιακήςθεραπείας εξακολουθεί να είναι παράγων επιμένουσας

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΜΕΛΩΝ ΑΕΒΕ

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ. Λειτουργία των νεφρών. Συμπτώματα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας

ΑΓΓΕΙΑΚΟ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ ΕΠΕΙΣΟ ΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΞΕΙΑ ΦΑΣΗ ΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝ ΡΕΟΥ ΜΑΡΙΑ ΠΟΥΡΣΑΝΙ ΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ

Τραχειοοισοφαγικό συρίγγιο σε παιδιά: Η προσέγγιση του ακτινολόγου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Κεφάλαιο 15 (Ιατρική Γενετική) Προγεννητική διάγνωση

Θεραπευτικές Παρεμβάσεις στην Πολλαπλή Σκλήρυνση

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΒΙΟΨΙΑ ΗΠΑΤΟΣ

Σύνδροµο Μηροκοτυλιαίας Πρόσκρουσης Femoroacetabular Impingement Syndrome (FAI)

Παλαιά βλάβη. Περιαγγειακή αποµυελίνωση χωρίς φλεγµονή

Καθορίζει η νευρολογική κατάσταση μετά την ΚΑΡΠΑ την έκβαση του θύματος της ανακοπής;

ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΦΡΟΛΙΘΙΑΣΗ

ΠΑΖΑΪΥΟΥ-ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ Κ.

ΔΑΜΔΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ. Βιολογία A λυκείου. Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μαριλένα Ζαρφτζιάν Σχολικό έτος:

Τερζή Κατερίνα ΔΤΗΝ ΑΝΘ ΘΕΑΓΕΝΕΙΟ

ΙΦΝΕ (ΕΚ, ν.crohn, απροσδιόριστη) Συνήθεις λοιμώδεις, παρατεταμένες συστηματικές, αφροδισιακές-παρασιτικές, ιογενείς λοιμώξεις Φάρμακα και τοξίνες

ΚΑΛΟΗΘΕΙΣ ΚΥΣΤΙΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΦΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΡΔΕΛΑΣ, ΠΑΘΟΛΟΓΟΝΑΤΟΜΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ ΠΑΘΟΛΟΓΟΑΝΑΤΟΜΙΚΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΜΑΘΗΜΑ 8ο ΜΕΡΟΣ Α ΑΙΜΑΤΟ-ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΣ ΦΡΑΓΜΟΣ

ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΚΑΡΔΙΟΠΑΘΕΙΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Βασικά γάγγλια. Απ. Χατζηευθυμίου Αν. Καθηγήτρια Ιατρικής Φυσιολογίας

ΥΔΡΟΚΗΛΗ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΟΣΧΕΟΥ - ΥΔΡΟΚΗΛΗ - ΚΙΡΣΟΚΗΛΗ - ΣΥΣΤΡΟΦΗ ΣΠΕΡΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΝΟΥ - ΚΥΣΤΗ ΕΠΙΔΙΔΥΜΙΔΑΣ - ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΥΣΤΗ - ΚΥΣΤΕΣ ΟΣΧΕΟΥ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «Ιατρική Ερευνητική Μεθοδολογία» ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΛΙΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΑΜΦΟΤΕΡΟΠΛΕΥΡΗ ΣΠΑΣΤΙΚΗ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΗ ΠΑΡΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΠΕΡΙΚΟΙΛΙΑΚΗΣ ΛΕΥΚΟΜΑΛΑΚΙΑΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΙΚΗ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ Ψυχογιού Κατερίνα ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, Οκτώβριος 2007

ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Ζαφειρίου Δημήτριος, Επίκουρος Καθηγητής Παιδιατρικής Τριμελής Επιτροπή: Ζαφειρίου Δημήτριος, επίκουρος καθηγητής παιδιατρικής Τσίκουλας Ιωάννης, αναπληρωτής καθηγητής παιδιατρικής Κοντόπουλος Ελευθέριος, επίκουρος καθηγητής παιδιατρικής 2

«Ψυχής πείρατα ιών ουκ αν εξεύροιο, πάσαν επιπορευόμενος οδόν ούτω βαθύν λόγον έχει» («Τα μύχια της ανθρώπινης ψυχής δεν είναι δυνατό να βρεις, έστω κι αν πορευτείς κάθε οδό ερευνητική. Τόσο ανεξιχνίαστα είναι τα βάθη της ψυχής»). Ηράκλειτος Στη μητέρα μου, Φωτεινή 3

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ - ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ Εισαγωγή Ορισμός-Νευροπαθολογία-Κλινικά χαρακτηριστικά της ΠΛ Ιστορική Αναδρομή Συχνότητα Παράγοντες κινδύνου Παθοφυσιολογία Διαγνωστική προσέγγιση Έκβαση Πρόληψη ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ Σκοπός Ασθενείς και μέθοδος Μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου Στατιστική ανάλυση Αποτελέσματα Συζήτηση ΠΕΡΙΛΗΨΗ ABSTRACT ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 4

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η εργασία αυτή πραγματοποιήθηκε στο πλαίσια του μεταπτυχιακού προγράμματος «Ιατρική Ερευνητική Μεθοδολογία» του τμήματος Ιατρικής, του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον κ. Δημήτριο Ζαφειρίου που επέβλεψε την εργασία, για την ανεκτίμητη βοήθεια που μου προσέφερε, το καθημερινό του ενδιαφέρον και την πολύ καλή συνεργασία. Ιδιαίτερες ευχαριστίες θα ήθελα επίσης να εκφράσω στους καθηγητές κ. Ελευθέριο Κοντόπουλο και κ. Ιωάννη Τσίκουλα για το ενδιαφέρον και τις υποδείξεις τους ως μέλη της τριμελούς επιτροπής. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω την κ. Ε. Βαργιάμη για τις ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις της καθώς επίσης και το παραϊατρικό προσωπικό (φυσικοθεραπευτές, εργοθεραπευτή, λογοθεραπεύτρια, ψυχολόγους) του Αναπτυξιακού Κέντρου «Απόστολος Φωκάς», οι οποίοι συνέβαλαν στην ολοκλήρωση της παρούσας εργασίας. Ευχαριστώ ακόμη τους συνεργάτες και φίλους μου Α. Βερβέρη, Δ. Σαμακοβίτη και Ε. Κονταξή για τη βοήθεια και τη συντροφιά τους. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα την οικογένεια μου και πάνω από όλα τη μητέρα μου, χωρίς την αγάπη, την αφοσίωση και την πίστη της σε εμένα, τίποτε δε θα ήταν το ίδιο. 5

ΒΑΣΙΚΕΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΛ ΕΠ ΚΝΣ ΣΑΔ περικοιλιακή λευκομαλακία εγκεφαλική παράλυση κεντρικό νευρικό σύστημα σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας 6

ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ Εισαγωγή Η περικοιλιακή λευκομαλακία (ΠΛ) συνιστά το συχνότερα συναντώμενο υπόστρωμα νευρολογικής βλάβης σε παιδιά με σπαστική εγκεφαλική παράλυση [1,2]. Προσβάλλει την ανώριμη λευκή ουσία των εγκεφαλικών ημισφαιρίων κυρίως μεταξύ 24 ης και 32 ης εβδομάδας της κύησης [3,4] με αποτέλεσμα να παρατηρείται κυρίως στα πρόωρα νεογνά [4], όπου συσχετίζεται κλινικοπαθολογικά με την υποξική-ισχαιμική εγκεφαλοπάθεια [5]. Ωστόσο η ΠΛ έχει περιγραφεί σε αρκετές περιπτώσεις και στα τελειόμηνα νεογνα [5-10]. Αν και τις τελευταίες δεκαετίες το ποσοστό επιβίωσης νεογνών με ΠΛ έχει δραματικά αυξηθεί χάρη στην πρόοδο στο χώρο της μαιευτικής και της νεογνικής φροντίδας, οι νευρολογικές επιπτώσεις αποτελούν κεντρικού ενδιαφέροντος θέμα στην περιγεννητική ιατρική. Η ΠΛ προσβάλλει συχνότερα τα πολύ χαμηλού βάρους γέννησης νεογνά, τα οποία καταφέρνουν να επιβιώσουν, σε σχέση με εκείνα τα οποία καταλήγουν κατά την πρώιμη νεογνική περίοδο, όπου πιθανώς η παθογενετική διαδικασία δεν έχει λάβει ακόμη χώρα. Οι Graham και συν. τονίζουν ότι η ΠΛ αποτελεί τη σημαντικότερη αιτία ΕΠ στα χαμηλού βάρους γέννησης νεογνά [11]. Η ΠΛ αναγνωρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους προγνωστικούς παράγοντες δυσμενούς έκβασης μεταξύ των υψηλού κινδύνου πρόωρων νεογνών [12]. Η πρωταρχική μακροπρόθεσμη νευρολογική έκβαση είναι η σπαστική διπληγία ή η τετραπληγία, οι οποίες συνιστούν υποτύπους εγκεφαλικής παράλυσης, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις η ΠΛ ευθύνεται για γνωστικές ή οπτικές δυσλειτουργίες, επιληψία και άλλες διαταραχές [13-17]. Ορισμός-Νευροπαθολογία-Κλινικά χαρακτηριστικά της ΠΛ Η ΠΛ αποτελεί ιστολογική διάγνωση, που χαρακτηρίζεται από "μαλακή" λευκή ουσία και εστιακή κυστική εκφύλιση [24]. Ορίζεται ως ισχαιμική νέκρωση της λευκής ουσίας, με χαρακτηριστική κατανομή, ραχιαία και πλάγια των πλαγίων κοιλιών του εγκεφάλου, στο ημιωειδές 7

κέντρο (μετωπιαίο κέρας και σώμα), στην οπτική (τρίγωνο και ινιακό κέρας) καθώς και στην ακουστική ακτινοβολία [18]. Μορφολογικά προσδιορίζεται από δύο ιστοπαθολογικά στοιχεία: (1) ένα εστιακό στοιχείο στην εν τω βάθει περικοιλιακή περιοχή της λευκής ουσίας του εγκεφάλου, χαρακτηριζόμενο από νέκρωση όλων των κυτταρικών δομών. Οι νεκρωτικές εστίες μπορεί να επαναρροφηθούν και να εξελιχθούν είτε σε κύστεις είτε σε νευρογλοιακές ουλές. Οι συχνότερες τοποθεσίες εντόπισης των εστιακών νεκρώσεων αφορούν στη λευκή ουσία της περιτριγωνικής περιοχής των πλαγίων κοιλιών και στη λευκή ουσία γύρω από το τρήμα του Monro. Σε αυτές τις τοποθεσίες βρίσκονται οι οριακές ζώνες μεταξύ των τελικών κλάδων των επιμήκων διατιτραίνοντων αρτηριών, που προέρχονται είτε από τη μέση και οπίσθια εγκεφαλική αρτηρία (περιτριγωνική λευκή ουσία) είτε από τη μέση και πρόσθια εγκεφαλική αρτηρία (μετωπιαία λευκή ουσία). (2) ένα διάχυτο στοιχείο, το οποίο συνιστά λιγότερο σοβαρή βλάβη και χαρακτηρίζεται από αντιδραστική γλοίωση της λευκή ουσίας [3,19] και απώλεια των πρόδρομων ολιγοδενδροκυττάρων, που οδηγεί σε καθυστέρηση της μυελίνωσης [20-22]. Οι διάχυτες βλάβες σπανιότερα υφίστανται κυστική εξαλλαγή, με επακόλουθο να διαφεύγουν της προσοχής κατά τη διάρκεια της κρανιακής υπερηχοτομογραφίας [23]. Τα κλινικά χαρακτηριστικά της ΠΛ περιλαμβάνουν τη διαγνωστική προσέγγιση και τις κλινικοπαθολογικές συσχετίσεις [24]. Η διάγνωση του εστιακού στοιχείου της ΠΛ πραγματοποιείται εύκολα στην νεογνική ηλικία με το κρανιακό υπερηχογράφημα. Ωστόσο το διάχυτο στοιχείο δεν είναι ορατό υπερηχογραφικά, παρά μόνο κατόπιν διενέργειας μαγνητικής τομογραφίας με την τεχνική της διάχυσης (diffusion-weighted-dw) [25]. Διαθέσιμα απεικονιστικά δεδομένα δείχνουν ότι με την πρόοδο της νεογνικής εντατικής νοσηλείας, η συχνότητα της εστιακής νεκρωτικής ή κυστικής ΠΛ έχει μειωθεί, ενώ αντίθετα η μη κυστική ΠΛ κυριαρχεί στην κλινική εικόνα [26-28]. Αν και οι εστιακές νεκρωτικές βλάβες συμβαδίζουν με την κινητική αναπηρία στην εγκεφαλική παράλυση, η διάχυτη βλάβη της λευκής ουσίας ενοχοποιείται για τις γνωστικές και συμπεριφορικές διαταραχές, που παρατηρούνται στην ΠΛ [26]. Επιπρόσθετα τονίζεται ότι η βλάβη της λευκής ουσίας δε συνιστά πάντοτε ένα μεμονωμένο εύρημα, αλλά μπορεί να συνυπάρχει και αιμορραγία της βλαστικής μεσσοκυττάριας ουσίας (germinal matrix haemorrhage), με ή χωρίς ενδοκοιλιακή αιμορραγία καθώς και βλάβη του φλοιού ή του θαλάμου [29-30]. 8

Ιστορική Αναδρομή Η ΠΛ είναι γνωστή για περισσότερο από έναν αιώνα. Πρώτος ο Virchow το 1867 χρησιμοποίησε τον όρο «συγγενή εγκεφαλομυελίτιδα» [31] για να περιγράψει τη μακροσκοπική παρατήρηση εκφυλιστικών ανοιχτόχρωμων μαλακών περιοχών στην περικοιλιακή λευκή ουσία πασχόντων νεογνών μεταθανάτια. Ο Virchow υπογράμμιζε το ρόλο των φλεγμονωδών διαδικασιών στην παθογένεση της ΠΛ [32] και υποστήριζε ότι ευθύνεται για ένα σημαντικό ποσοστό της πνευματικής καθυστέρησης και της σπαστικής διπληγίας στην παιδική ηλικία. Νωρίτερα ο WJ Little (1843, 1853) είχε ήδη περιγράψει μια νοσολογική οντότητα (νόσος του Little), με κυρίαρχα χαρακτηριστικά τις σπασμωδικές συσπάσεις των άκρων, τη διπληγία, την πνευματική καθυστέρηση και ενίοτε την επιληψία, την οποία απέδωσε στην προωρότητα και την περιγεννητική ασφυξία [33-34]. Αργότερα ο Parrot διεύρυνε την κλινική συμπτωματολογία για να περιλάβει την υπερδραστηριότητα (hyperactivity), τη σπαστικότητα, το κώμα, τους σπασμούς και τις αναπνευστικές δυσκολίες [35-39]. Αμφισβήτησε τη συμμετοχή της φλεγμονής στην αιτιοπαθογένεια της νόσου και πρότεινε ως πιθανό μηχανισμό την ιδιαίτερη ευπάθεια της ανώριμης λευκής ουσίας, ως αποτέλεσμα διαταραχών της θρέψης και της κυκλοφορίας. Χρησιμοποίησε μάλιστα τον όρο «διάχυτη διάμεση στεάτωση» (diffuse interstitial steatosis). Το 1932 ο Rydberg πρότεινε ως κυρίαρχη αιτιολογία αιμοδυναμικούς παράγοντες, οι οποίοι οδηγούν σε ελάττωση της αιματικής ροής στις προσβεβλημένες περιοχές [40]. Ακολούθησαν οι θεωρίες του Schwartz, ο οποίος σύγκρινε τις περικοιλιακές βλάβες με τις ισχαιμικές βλάβες των ενηλίκων [41-43] και ο οποίος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αλλαγές της ατμοσφαιρικής πίεσης που ασκούνται στο νεογνό κατά τη γέννηση διαδραματίζουν το σημαντικότερο ρόλο. Το 1962 οι Banker και Larroche εισήγαγαν την ονομασία «περικοιλιακή λευκομαλακία», προκειμένου να περιγράψουν τις χαρακτηριστικές περικοιλιακές «λευκές κηλίδες» μέσα στη λευκή ουσία, τις οποίες παρατήρησαν σε αυτοψίες 22 από 117 βρέφη ηλικίας μικρότερης του 1 έτους [44]. Σε όλες τις περιπτώσεις 9

διαπιστώθηκε ανοξία, ενώ η πλειοψηφεία των νεογνών είχε υποστεί επεισόδειο άπνοιας ή καρδιακής ανακοπής, που απαιτούσε καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση. Συχνότητα Η συχνότητα της ΠΛ εξαρτάται από τη μέθοδο της διάγνωσης και είναι υψηλότερη στα πρόωρα νεογνά. Συνήθως προκύπτει από επιδημιολογικές μελέτες, που χρησιμοποιούν ως διαγνωστική τεχνική το υπερηχογράφημα. Δεδομένου ότι το υπερηχογράφημα στερείται ευαισθησίας για τη διάγνωση της μη κυστικής, διάχυτης βλάβης της λευκής ουσίας, οι έρευνες αυτές υποεκτιμούν έως ένα βαθμό την πραγματική συχνότητα της ΠΛ. Η συχνότητα της κυστικής ΠΛ όπως προκύπτει υπερηχογραφικά κυμαίνεται από 5.7% έως 16% στα πρόωρα νεογνά μεταξύ 24 και 33 εβδομάδων κύησης [45-47]. Η κυστική ΠΛ συσχετίζεται επίσης με το χαμηλό βάρος γέννησης, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται στο 2.3% των νεογνών με βάρος γέννησης 1750 γρ. και στο 3.2% των νεογνών με βάρος γέννησης 1500 γρ. [48-49]. Αντίθετα η συχνότητα της ΠΛ σε μελέτες αυτοψίας κυμαίνεται μεταξύ 20% και 75% [24,44]. Οι Inder και συν. με τη βοήθεια μαγνητικής τομογραφίας εγκεφάλου, η οποία αποτελεί την πιο ευαίσθητη απεικονιστική μέθοδο για τις βλάβες της λευκής ουσίας, υπολόγισαν συχνότητα ΠΛ ίση με 20% [50]. Από την άλλη πλευρά η συχνότητα της ΠΛ στα τελειόμηνα νεογνά είναι πολύ χαμηλότερη [51-52], με εξαίρεση νεογνά που έχουν υποβληθεί σε εξωσωματική κυκλοφορία για την αποκατάσταση συγγενούς καρδιακής νόσου, από τα οποία ποσοστό μεγαλύτερο του 50% ανέπτυξε ΠΛ [53]. Η ΠΛ συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο νευρολογικής διαταραχής [54-55]. Ανευρίσκεται σχεδόν πάντοτε στα πρόωρα νεογνά με σπαστική διπληγία και σε ποσοστό 14-85% στα τελειόμηνα νεογνά με κινητικές διαταραχές [52]. Ωστόσο συστηματικές μελέτες γενετικής προδιάθεσης στην ΠΛ ή καθορισμού συσχέτισης μεταξύ ΠΛ και εγκεφαλικής παράλυσης δεν υφίστανται. Παράγοντες κινδύνου Η κατανόηση δράσης των ποικίλων παραγόντων προϋποθέτει τη γνώση βασικών στοιχείων της φυσιολογίας της ανάπτυξης του εγκεφάλου και της ανατομίας του κατά την εμβρυική και νεογνική περίοδο. Ο εγκέφαλος του ανθρώπου διέρχεται από πολλά και σύνθετα στάδια ανάπτυξης τόσο στην ενδομήτρια όσο και στην εξωμήτρια ζωή. Η επίδραση παθογενετικών παραγόντων προκαλεί βλάβες στον 10

αναπτυσσόμενο εγκέφαλο ανάλογα με το στάδιο της ανάπτυξης. Η περικοιλιακή λευκή ουσία και το αγγειακό της δίκτυο αναπτύσσονται δραστικά μεταξύ 24 ης και 32 ης εβδομάδας κύησης, δηλαδή κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του τρίτου τριμήνου της κύησης. Η ανεπαρκής αιμάτωση της περικοιλιακής λευκής ουσίας κατά την περίοδο αυτή οδηγεί στη δημιουργία "οριακών ζωνών", ευαίσθητων στην επίδραση βλαπτικών παραγόντων [56-61]. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την αδυναμία εγκεφαλικής αγγειακής αυτορύθμισης, που παρατηρείται στα πρόωρα νεογνά [62] αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης ΠΛ. Παράγοντες προγεννητικοί, περιγεννητικοί και μεταγεννητικοί, οι οποίοι επηρεάζουν την καρδιοπνευμονική σταθερότητα σε μητέρα και έμβρυο, συνδέονται με την ανάπτυξη της ΠΛ [63-66]. Η αιμορραγία του πρώτου τριμήνου εγκυμοσύνης και η προεκλαμψία αποτελούν προγεννητικούς παράγοντες [46]. Περιγεννητικοί παράγοντες περιλαμβάνουν υποξικά-ισχαιμικά επεισόδια, παρουσία άπνοιας μαζί με υποξία, βραδυκαρδία, χαμηλή κλίμακα Apgar [67], ενδομήτρια καθυστέρηση της ανάπτυξης, πολύδυμη κύηση, υψηλά επίπεδα χολερυθρίνης, νόσο υαλοειδούς μεμβράνης [47], παράταση της εγκυμοσύνης με τοκόλυση άνω των 24 ωρών [45] και με χρήση ριτοδρίνης [46] καθώς και χορήγηση στεροειδών. Μεταγεννητικά η μακράς διάρκειας υποστήριξης με ινότροπα [50] και οξυγόνο [47,68] μπορεί να οδηγήσει σε ΠΛ. Επιπρόσθετα στο 21% των πρόωρων νεογνών με βάρος γέννησης 1750 γρ. [48] εμφανίζεται υπόταση μετά τη γέννηση, με συνέπεια τα νεογνά εκείνα με διαταραχή της εγκεφαλικής αγγειακής αυτορύθμισης να είναι ευπαθή σε ενδεχόμενη βλάβη της λευκής ουσίας του εγκεφάλου [62]. Η ενδομήτρια φλεμονή, όπως λοίμωξη των ουροφόρων οδών [46,69] ή άλλη λοίμωξη [47], η χοριοαμνιονίτιδα και η πρόωρη ρήξη των εμβρυικών υμένων [4,45,48,50] έχουν επίσης ενοχοποιηθεί για την εμφάνιση ΠΛ Η ύπαρξη της ΠΛ έχει καταγραφεί και σε πρόωρα νεογνά μεγαλύτερα των 32 εβδομάδων κύησης όπως και σε τελειόμηνα νεογνά [4,52,70-71]. Στα τελειόμηνα συσχετίζεται με την περιγεννητική ασφυξία, την επιπλεγμένη συγγενή καρδιακή νόσο, την παραμονή σε εξωσωματική κυκλοφορία και τις χρωμοσωμικές ανωμαλίες [52,70-72]. Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι σε ορισμένες περιπτώσεις δεν ανευρίσκεται κανένας από τους παραπάνω παράγοντες και η αιτία παραμένει αδιευκρίνιστη [52]. 11

Παθοφυσιολογία Η παθογένεση και η εξέλιξη της ΠΛ αποτελεί ένα θέμα εξαιρετικού ενδιαφέροντος και μελέτης για περισσότερο από τρεις δεκαετίες [73] κατά τη διάρκεια των οποίων ποικίλες παράμετροι της διαταραχής αυτής έχουν εκτενώς μελετηθεί [49,57,74-83]. Πολλές υποθέσεις έχουν διατυπωθεί για την εμφάνιση και παθοφυσιολογία αυτής της βλάβης. Οι κύριοι παθογενετικοί μηχανισμοί που προτείνονται για την ΠΛ είναι η ιδιομορφία του περικοιλιακού αγγειακού δικτύου των πρόωρων νεογνών, η διαταραχή της εγκεφαλικής αγγειακής αυτορύθμισης που οδηγεί σε ισχαιμία του εγκεφάλου [84-85], η αυξημένη ευπάθεια των ολιγοδενδροκυττάρων και η εμβρυομητρική λοίμωξη [86-87], καθένας από τους οποίους αναπτύσσεται λεπτομερώς ακολούθως. Α) Ανώριμο περικοιλιακό αγγειακό δικτύο. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι τα πρόωρα νεογνά εμφανίζουν σε πολύ υψηλότερο βαθμό ΠΛ. Η ιδιαίτερη αυτή ευαισθησία των πρόωρων εξηγείται εάν ληφθούν υπόψη τα μοναδικά ανατομικά χαρακτηριστικά του ανώριμου εγκεφάλου. Η περιοχή της λευκής ουσίας, όπου παρατηρείται η βλάβη αρδεύεται από τις διατιτραίνοντες αρτηρίες, οι οποίες συνιστούν κλάδους κύρια της μέσης και λιγότερο της πρόσθιας και οπίσθιας εγκεφαλικής αρτηρίας. Οι διατιτραίνοντες αυτές αρτηρίες αφού διαπεράσουν τη χοριοειδή μήνιγγα εισέρχονται στο εγκεφαλικό παρέγχυμα, όπου χορηγούν βραχείς (short penetrators) και επιμήκεις (long penetrators) κλάδους, οι οποίοι καταλήγουν σε τελικές (end zones) και οριακές (border zones) ζώνες με χαρακτηριστική κατανομή στις υποφλοιώδεις περιοχές και στην εν τω βάθει περικοιλιακή περιοχή αντίστοιχα [29] (Εικόνα 1). Οι απομακρυσμένες αυτές ζώνες σχηματίζουν τη λεγόμενη «μεταβατική ζώνη», η οποία είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στην ελάττωση της πίεσης διάχυσης και της εγκεφαλικής αιματικής ροής. Η πρώτη περιγραφή του αγγειακού δικτύου της περικοιλιακής λευκής ουσίας πραγματοποιήθηκε από τους De Reuck και συν. [73,88-89] και αργότερα από τους Takashima και Tanaka [59,90]. Η ανάπτυξη του περικοιλιακού δικτύου και κατ επέκταση η αγγειακή ωριμότητα και ικανότητα αντιμετώπισης ισχαιμικών επεισοδίων του εγκεφάλου εξαρτάται ουσιωδώς από την ηλικία κύησης. Οι Takashima και Tanaka [1978] και ο 12

De Reuck [1984] με τη χρήση εγκεφαλικής μικροαγγειογραφίας διαπίστωσαν ότι κατά την περίοδο των 28-40 εβδομάδων της κύησης ολοκληρώνεται η ανάπτυξη του περικοιλιακού αγγειακού συστήματος. Η εμφάνιση της διάχυτης ΠΛ στα πολύ πρόωρα νεογνά συσχετίζεται εν μέρει με την περιφερικότερη ανάπτυξη των διατιτραίνοντων αρτηριών [29,59,89-90]. Μεταξύ 24 και 32 εβδομάδων κύησης οι επιμήκεις διατιτραίνοντες αρτηρίες παρουσιάζουν λίγους παράπλευρους κλάδους και ελάχιστες αναστομώσεις με τις βραχείες διατιτραίνοντες αρτηρίες, των οποίων ο αριθμός είναι επίσης μικρός, με αποτέλεσμα οι τελικές ζώνες των βραχέων κλάδων και οι οριακές ζώνες μεταξύ των επιμήκων κλάδων να απομακρύνονται από την περικοιλιακή περιοχή. Μετά τις 32 εβδομάδες η αύξηση των βραχέων αρτηριών και του αριθμού των αναστομώσεων οδηγεί σε σημαντική ελάττωση των ζωνών αυτών στην υποφλοιώδη και περικοιλιακή λευκή ουσία. Αντίθετα η εστιακή νεκρωτική ΠΛ εντοπίζεται στις τελικές ζώνες κατανομής των επιμήκων αρτηριακών κλάδων. Από τους ανατομικούς αγγειακούς παράγοντες σε συνδυασμό με τα νευροπαθολογικά στοιχεία που προαναφέρθηκαν, γίνεται κατανοητό ότι οι εστιακές νεκρώσεις, που επηρεάζουν όλα τα κυτταρικά στοιχεία και εντοπίζονται στην εν τω βάθει περικοιλιακή λευκή ουσία συσχετίζονται με την εμφάνιση σοβαρής ισχαιμίας, σε αντίθεση με την περιφερική διάχυτη βλάβη, που προσβάλλει τα πρόδρομα ολιγοδενδροκύτταρα, διασώζοντας τους νευράξονες και τα αστροκύτταρα και η οποία φαίνεται να ευθύνεται για ηπιότερα ισχαιμικά επεισόδια. 13

Εικόνα 1: Στεφανιαία τομή του εγκεφάλου που απεικονίζει την εστιακή και τη διάχυτη βλάβη της ΠΛ στο ένα ημισφαίριο και την εγκεφαλική αγγειακή άρδευση στο άλλο ημισφαίριο. Το εστιακό νεκρωτικό τμήμα απεικονίζεται με τους μαύρους κύκλους, ενώ το διάχυτο τμήμα με τη γκρι σκιά. Οι επιμήκεις και οι βραχείες διατιτραίνοντες αρτηρίες τροφοδοτούν τη λευκή ουσία. Β) Διαταραχή του αυτορυθμιστικού μηχανισμού της εγκεφαλικής αιματικής ροής. Η αιματική ροή της λευκής ουσίας στα πρόωρα νεογνά είναι πολύ χαμηλότερη από ότι στα τελειόμηνα και στους ενήλικες [91] στους οποίους η εγκεφαλική αιματική ροή διατηρείται σταθερή ανεξάρτητα της αρτηριακής πίεσης. Στο πρόωρο με πολλά προβλήματα νεογνό η αυτορύθμιση αυτή δε διατηρείται και η εγκεφαλική κυκλοφορία καθίσταται παθητική της πίεσης [81]. Ως εκ τούτου μια μικρή πτώση της αρτηριακής πίεσης μπορεί να προκαλέσει νέκρωση των κυττάρων στη μεταβατική ζώνη της λευκής ουσίας [92-92]. Κλινικά η απώλεια της αυτορύθμισης της εγκεφαλικής αιματικής ροής μπορεί να εμφανισθεί δευτερογενώς στο πάσχον νεογνό κατόπιν οξέωσης, σηπτικού shock, υποκαπνίας, ανοιχτού αρτηριακού πόρου, υποτροπιάζουσας άπνοιας και βραδυκαρδίας, ερμηνεύοντας τη συσχέτιση αυτών των γεγονότων με την ΠΛ [95-102]. 14

Γ) Aυξημένη ευπάθεια των ολιγοδενδροκυττάρων της περικοιλιακής λευκής ουσίας. Η ευπάθεια των ολιγοδενδροκυττάρων κατά τη διάρκεια συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου της εμβρυικής ζωής συμβάλλει σύμφωνα με μεγάλο αριθμό ερευνών, στην παθογένεση της ΠΛ [19,103-109]. Η περίοδος υψηλότερου κινδύνου για ΠΛ συμπίπτει με το στάδιο της πρώιμης ανάπτυξης των ολιγοδενδροκυττάρων, τα οποία χαρακτηρίζονται ως πρόδρομα ολιγοδενδροκύτταρα (περίπου 23η-32η εβδομάδα κύησης) [107]. Αν και συγκεκριμένοι μηχανισμοί που εμπλέκονται στη βλάβη των ολιγοδενδροκυττάρων αμφισβητούνται, έχουν κατά καιρούς ενοχοποιηθεί η τοξίκωση από γλουταμικό (που πυροδοτείται από την υποξία), οι ελεύθερες ρίζες [21,110] και οι κυτοκίνες (που συσχετίζονται με τα μακροφάγα και τη μικρογλοία που συνοδεύουν τη φλεγμονή λόγω ισχαιμίας) καθώς και η έλλειψη αντιοξειδωτικών ενζύμων στα ολιγοδενδροκύτταρα, τα οποία ρυθμίζουν φυσιολογικά το οξειδωτικό stress [19,103-104,111-112]. Η ισχαιμία ευθύνεται για την νέκρωση των νευρώνων, με αποτέλεσμα να απελευθερώνεται γλουταμικό (Glu) στον εξωκυττάριο χώρο. Η άμεση απελευθέρωση του γλουταμικού οδηγεί στο θάνατο των προγονικών ολιγοδενδροκυττάρων, είτε με το μηχανισμό της νέκρωσης, είτε με το μηχανισμό της απόπτωσης. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται τοξίκωση από διεγερτικά αμινοξέα (ΤΑΔΑ, excitotoxicity). Η μικρογλοία και τα μακροφάγα του εγκεφάλου απελευθερώνουν ελεύθερες ρίζες και δραστικές μορφές οξυγόνου και αζώτου, που καταστρέφουν τα ολιγοδενδροκύτταρα της λευκής ουσίας [21,110,113-114]. Γιατί τα ολιγοδενδροκύτταρα είναι τόσο ευαίσθητα δεν είναι ακόμη γνωστό. Η αυξημένη τοπική συγκέντρωση σιδήρου και η ανεπαρκής αντιοξειδωτική ικανότητα προτείνονται για την ερμηνεία του φαινομένου. Η βιταμίνη Ε, ως αντιοξειδωτικός παράγοντας και εκκαθαριστής ελευθέρων ριζών μαζί με τη δεσφεριοξαμίνη, ως χηλικό παράγοντα απομάκρυνσης της περίσσειας του σιδήρου θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν προληπτικά, εμποδιζοντας την καταστροφή των ολιγοδενδροκυττάρων [81]. Δ) Λοίμωξη Σύμφωνα με μεγάλο αριθμό επιδημιολογικών ερευνών κυρίαρχο ρόλο στην παθογένεση της ΠΛ διαδραματίζει η ύπαρξη ενδομήτριας λοίμωξης [56,65,161-163]. Τα τελευταία χρόνια τονίζεται ιδιαίτερα η συσχέτιση της λοιμωξης (χοριοαμνιονίτιδα, φλεγμονή του ομφάλιου λώρου, πρόωρη ρήξη εμβρυικών υμένων) με την ΠΛ [45,48] 15

ή τη μετέπειτα ανάπτυξη ΕΠ [81,115-116]. Η προκληθείσα συστημική φλεγμονώδης απόκριση του εμβρύου σε συνδυασμό με τις κυκλοφορούσες προφλεγμονώδεις κυτοκίνες θεωρούνται ότι συνεισφέρουν καθοριστικά στη βλάβη της λευκής ουσίας. Η βακτηριακή κολπίτιδα, η οποία είναι ασυμπτωματική στη μητέρα, συγκαταλέγεται επίσης ανάμεσα στις μικροβιακές λοιμώξεις που συνδέονται με τον πρόωρο τοκετό [157], ενώ αυξημένες συγκεντρώσεις κυτοκινών έχουν βρεθεί στο αμνιακό υγρό πρόωρων νεογνών των οποίων οι μητέρες έπασχαν από χοριοαμνιονίτιδα [159-160]. Οι φλεγμονές του ενδομητρίου, του πλακούντα ή του αμνιακού υγρού, όπως και η τοπική παραγωγή και κυκλοφορία υψηλών επιπέδων φλεγμονωδών κυτοκινών οδηγούν σε πρόωρη ρήξη των εμβρυικών υμένων ή πρόωρο τοκετό, πριν τη συμπλήρωση των 30 εβδομάδων [157-158]. Επίσης μεγάλος αριθμός πειραματικών ερευνών έχουν δείξει ότι η παρουσία φλεγμονής και οι κυτοκίνες είτε ανεξάρτητα είτε σε συνδυασμό μπορεί να οδηγήσουν σε ισχαιμία και τελικά σε καταστροφή ολιγοδενδροκυττάρων (164-168). Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, οι μικροβιακοί παράγοντες διεγείρουν τα κυκλοφορούντα μονοπύρηνα κύτταρα του εμβρύου προς παραγωγή κυτοκινών (ιντερλευκίνη 1β, ιντερλευκίνη 6 και παράγοντας TNF-a), γεγονός που αυξάνει τη διαπερατότητα του αιματοεγκεφαλικού φραγμού και επιτρέπει την είσοδο τους στο ΚΝΣ. Αυτές οι κυτοκίνες μπορούν να διεγείρουν τη μικρογλοία του εμβρύου, με αποτέλεσμα την παραπέρα παραγωγή κυτοκινών [117,136,155-156], την πιθανή άμεση τοξική επίδραση στα ολιγοδενδροκύτταρα και την υπερτροφία των αστροκυττάρων, η οποία θεωρείται ως πρώιμος προνεκρωτικός δείκτης της λευκής ουσίας. Στον αιτιολογικό αυτό μηχανισμό στηρίζεται και η προτεινόμενη προληπτική παρέμβαση με αντιβιοτική θεραπεία. Διαγνωστική προσέγγιση Τα τελευταία χρόνια η επιβίωση των πολύ μικρών για την ηλικία κύησης νεογνών συσχετίζεται με την αύξηση της συχνότητας της ΠΛ [118]. Ο συνδυασμός της αύξησης των περιστατικών ΠΛ και της εξέλιξης στα μέσα νευροαπεικόνισης έχει καθιερώσει τη χρήση απεικονιστικών διαγνωστικών μεθόδων στην ΠΛ. Κατά κύριο λόγο χρησιμοποιούνται το υπερηχογράφημα εγκεφάλου, η μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου (MRI) καθώς και οι νεότερες τεχνικές μαγνητικής τομογραφίας. Η 16

υπολογιστική τομογραφία (CT) εγκεφάλου δεν προτιμάται, λόγω της χαμηλότερης ευκρίνειας και της υψηλότερης έκθεσης σε ακτινοβολία σε σύγκριση με τη μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου [10,119]. Α) Υπερηχογράφημα εγκεφάλου Το υπερηχογράφημα εγκεφάλου αποτελεί αναντικατάστατη απεικονιστική εξέταση για την αρχική διάγνωση της ΠΛ. Η ευκολία μεταφοράς και χρησιμοποίησής του στις μονάδες εντατικής θεραπείας το καθιστά πολύτιμο διαγνωστικό εργαλείο. Οι υπερηχογραφικές εικόνες ορίζουν με σαφήνεια τις κοιλίες του εγκεφάλου και απεικονίζουν με υψηλή ευαισθησία ενδεχόμενη ενδοκρανιακή αιμορραγία και μεθαιμορραγικό υδροκέφαλο. Όσον αφορά την ΠΛ, περιγράφεται σειρά προοδευτικών αλλαγών των απεικονιστικών ευρημάτων [24]. Αρχικά στην οξεία φάση παρατηρούνται ηχογένειες στην περιοχή της περικοιλιακής λευκής ουσίας, εφαπτόμενες στο έξω τρίγωνο της πλάγιας κοιλίας, που οφείλονται στις τοπικές εστιακές νεκρώσεις. Στο στάδιο αυτό το υπερηχογράφημα στερείται ευαισθησίας για ανίχνευση υποξικών-ισχαιμικών βλαβών της λευκής ουσίας. Αντίθετα στην υποξεία φάση τα υπερηχογραφικά ευρήματα γίνονται περισσότερο παθογνωμικά. Έτσι μετά από 1 έως 3 εβδομάδες οι βλάβες αυτές εξελίσσονται σε πολλαπλές μικρές υποηχοϊκές κοιλότητες, κύστεις (εικόνα "ελβετικού τυριού"), στάδιο που συμπίπτει με το σχηματισμό των κύστεων, λόγω απώλειας ιστού (171). H σοβαρότητα της ΠΛ συσχετίζεται με το μέγεθος και την κατανομή των κύστεων. Στους 2 με 3 μήνες εμφανίζεται κοιλιομεγαλία στην ίδια περιοχή, που συνοδεύεται συχνά με εξαφάνιση των κύστεων (χρόνιο στάδιο). Η βλάβη μπορεί να είναι διάχυτη ή εντοπισμένη [12,24,120], ενώ σχετίζεται με την καθυστέρηση της σύνθεσης της μυελίνης και/ή τη γλοίωση, σε συνδυασμό με τη σύμπτωση των κύστεων (Εικόνα 2). Η χρονική στιγμή που πραγματοποιείται το υπερηχογράφημα μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη στο καθορισμό του χρόνου επέλευσης της βλάβης. Για παράδειγμα κυστική ΠΛ που διαγιγνώσκεται υπερηχογραφικά την πρώτη ημέρα της ζωής υποδηλώνει βλάβη προγεννητικής παρά περι- ή μεταγεννητικής προελεύσεως. Παρόλα αυτά το υπερηχογράφημα παρουσιάζει και κάποια μειονεκτήματα. Η λήψη εικόνων διά της πρόσθιας πηγής παρέχει περιορισμένη ορατότητα των δομών του εγκεφάλου, ενώ η λήψη και η ερμηνεία των υπερηχογραφικών εικόνων εξαρτάται από το χειριστή σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι στη μαγνητική τομογραφία. Επισημαίνεται ακόμη η χαμηλή ευαισθησία της μεθόδου για τις μη κυστικές βλάβες [24,27,121], η υποκειμενική εκτίμηση της αυξημένης ηχογένειας σε πολλές 17

περιπτώσεις καθώς και η διαφοροποίηση της ποιότητας της εικόνας στα ποικίλα ιατρικά κέντρα. Για όλους αυτούς τους λόγους κρίνεται αναγκαία η διενέργεια επιπρόσθετων απεικονιστικών εξετάσεων, που θα δώσουν σαφή εικόνα της θέσης, της έκτασης και της εξέλιξης της βλάβης. Εικόνα 2. (A) περικοιλιακό flare, όπως αποκαλείται, σφαιρική περιοχή αυξημένης ηχογένειας, ενδεικτική σοβαρής βλάβης. (B) Σχηματισμός κύστεων (βέλη) στην περικοιλιακή λευκή ουσία. Β) Μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου (MRI) Η μαγνητική τομογραφία κατέχει σημαντικότατο ρόλο στην απεικόνιση του ΚΝΣ του νεογνού. Επιτρέπει την πολυδιάστατη απεικόνιση προς όλες τις κατευθύνσεις με εξαιρετική ανάλυση, περιγράφει λεπτομερώς τις ανατομικές δομές, καθιστά σαφή και ευδιάκριτη τη διάκριση μεταξύ λευκής και φαιάς ουσίας, ενώ με τη χρήση νέων μεθόδων, όπως η μαγνητική τομογραφία διάχυσης αποκαλύπτονται λειτουργικές πληροφορίες, μη εφικτές με διαφορετικό τρόπο. Η MRI εγκεφάλου χρησιμοποιείται για την απεικόνιση των τελικών βλαβών του εγκεφάλου. Όπως τονίσθηκε και παραπάνω διακρίνονται τρία στάδια της νόσου: οξύ, υποξύ και χρόνιο ή τελικού σταδίου (end-stage PVL). Η διάγνωση της ΠΛ στο οξύ στάδιο είναι δύσκολη, διότι η ένταση του σήματος είναι ίδια με αυτή του εμφράκτου και της μη μυελινωμένης εγκεφαλικής ουσίας. Ωστόσο κατά την πρώιμη νεογνική περίοδο οι κύστεις απεικονίζονται στην Τ1-W ακολουθία ως περιοχές με χαμηλής έντασης 18

μαγνητικό σήμα, ενώ στην Τ2-W ακολουθία ως περιοχές με υψηλής έντασης μαγνητικό σήμα στην περικοιλιακή περιοχή. Στο υποξύ στάδιο οι εστιακές νεκρωτικές βλάβες της λευκή ουσίας στο νεογνό απεικονίζονται ως εστίες υψηλού μαγνητικού σήματος στην ακολουθία Τ1-W στην περικοιλιακή λευκή ουσία, στην εν τω βάθει λευκή ουσία, στα δύο ημιωειδή κέντρα και στις οπτικές ακτινοβολίες, ενώ η Τ2-W ακολουθία δείχνει χαμηλής έντασης σήμα στις περιοχές αυτές [122-123]. Στο τελικό στάδιο στην Τ2-W ακολουθία, στην ακολουθία πυκνότητος πρωτονίων και στην εικόνα FLAIR απεικονίζονται περιοχές με σήμα ιδιαίτερα υψηλής έντασης στη λευκή ουσία περικοιλιακά, γύρω από τα σώματα των πλαγίων κοιλιών, των ινιακών κεράτων και των τριγώνων καθώς και στα δύο ημιωειδή κέντρα. Μετά τον δεύτερο χρόνο της ζωής, όταν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της μυελίνωσης, η MRI εγκεφάλου χαρακτηρίζεται από περικοιλιακή γλοίωση, η οποία συνήθως αφορά την περιτριγωνική περιοχή και εκτείνεται προς την περιοχή γύρω από τα σώματα των πλαγίων κοιλιών και γύρω από την περικοιλιακή λευκή ουσία. Η γλοίωση συνήθως συνοδεύεται από απώλεια της περικοιλιακής λευκής ουσίας και δημιουργία κύστεων (νεκρωτικές βλάβες), που απεικονίζονται στην Τ1 ακολουθία. Η διάταση των κοιλιών με ανώμαλα όρια και η λέπτυνση του μεσολοβίου συνιστούν δευτερογενείς εκδηλώσεις [124-126]. Η διάχυτη μη κυστική βλάβη της περικοιλιακής λευκής ουσίας διαγιγνώσκεται ευκολότερα με τη συμβατική μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου παρά με το υπερηχογράφημα κατά την οξεία φάση (2 η -5 η μέρα). Οι βλάβες απεικονίζονται ως μικρές περιοχές με υψηλής έντασης σήμα στην Τ1-W ακολουθία (27,138), ως αποτέλεσμα της πιθανής αντιδραστικής γλοίωσης, που λαμβάνει χώρα (171). Στην υποξεία φάση απεικονίζεται διάχυτο σήμα πολύ υψηλής έντασης (DEHSI) στην Τ2- W ακολουθία (172), το οποίο είναι ιδιαίτερα έντονο στην περικοιλιακή λευκή ουσία, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί και σε όλη τη λευκή ουσία. Ωστόσο τονίζεται ότι η συμβατική μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου αδυνατεί να απεικονίσει με μεγάλη ακρίβεια και αντικειμενικότητα τη μη-κυστική βλάβη, με συνέπεια την ανάπτυξη νέων τεχνικών, οι οποίες θα περιγραφούν διεξοδικότερα στη συνέχεια. Μελέτες μαγνητικών τομογραφιών πολύ πρόωρων νεογνών με διάχυτη βλάβη της λευκής ουσίας παρουσιάζουν μείωση της φαιάς ουσίας [50,127-128], η οποία εκδηλώνεται με διαπλάτυνση του υπαραχνοειδούς χώρου και ανωριμότητα των ελίκων. Το φαινόμενο αυτό αν και δεν έχει ερμηνευθεί, εξηγεί ικανοποιητικά την 19

υψηλή συχνότητα γνωστικών διαταραχών στην ομάδα αυτή των νεογνών. Για το σκοπό αυτό προοπτικές μελέτες παρακολούθησης με τις νέες απεικονιστικές τεχνικές κρίνονται αναγκαίες. Μετά από τις 34 εβδομάδες κύησης στη μαγνητική τομογραφία εκτός από τα ευρήματα ΠΛ, παρατηρείται και συμμετοχή φλοιικών και υποφλοιικών περιοχών, με αποτέλεσμα την απεικόνιση υποφλοιώδους λευκομαλακίας, πολυκυστικής εγκεφαλομαλακίας και γλοίωσης. Η μαγνητική τομογραφία αποτελεί το καλύτερο μέσο για την απεικόνιση της έκτασης των βλαβών του εγκεφάλου [124]. Οι κλινικές επιπτώσεις των περικοιλιακών βλαβών της λευκής ουσίας εξαρτώνται από την τοπογραφία και την έκταση των βλαβών. Σε μονόπλευρες βλάβες η τυπική κλινική εικόνα είναι σπαστική ημιπληγία (ΕΠ) όταν η βλάβη αφορά τις κινητικές οδούς [129]. Σε αμφοτερόπλευρες βλάβες η τυπική νευρολογική σημειολογία είναι σπαστική τετραπληγία. Τα ευρήματα της μαγνητικής τομογραφίας εγκεφάλου μπορούν να συσχετισθούν με τη σοβαρότητα της κινητικής ή γνωστικής διαταραχής προκειμένου να καθορισθεί το επίπεδο της νευροφυσιολογικής διαταραχής και να ξεκινήσει έγκαιρα πρόγραμμα φυσικής αποκατάστασης [14,130-132]. Η έκταση των βλαβών στις κινητικές οδούς αντανακλά τη νευρολογική-κινητική εικόνα των ασθενών π.χ. ήπια-μέτρια-σοβαρή ΕΠ [9,133]. Σοβαρή ΠΛ με εκτεταμένη απώλεια ιστού στην περιτριγωνική περιοχή (με κινητική επακόλουθη διαταραχή συνήθως μέτρια ή βαριά σπαστική τετραπληγία) αφορά συχνά και την οπτική ακτινοβολία, οδηγώντας σε σοβαρή εγκεφαλική οπτική διαταραχή [134-135]. Στα μειονεκτήματα της μαγνητικής τομογραφίας περιλαμβάνονται η περιορισμένη διαθεσιμότητα, το υψηλότερο κόστος, η μεταφορά στο χώρο λήψης και η χορήγηση νάρκωσης. Γ) Μη συμβατικές τεχνικές μαγνητικής τομογραφίας Τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκαν νέες τεχνικές μαγνητικής τομογραφίας, οι οποίες, διευκολύνουν σημαντικά τόσο τη μελέτη της βλάβης κατά την οξεία φάση όσο και τη διάγνωση και ακριβή περιγραφή της διάχυτης βλάβης. Η τεχνική κυτταρικής διάχυσης (Diffusion Weighted Ιmaging - DWI) μετράει την ταχύτητα διάχυσης των μορίων του νερού μέσα στους ιστούς. Τα μόρια του νερού διαχέονται με τρόπο τυχαίο μέσα σε ένα υγρό περιβάλλον, ενώ οι κυτταρικές μεμβράνες και τα οργανίλια μπορεί να επηρεάσουν αυτή τη μετακίνηση. Επομένως, η μαγνητική τομογραφία διάχυσης δίνει πληροφορίες για το μέγεθος, το σχήμα και τη γεωμετρία 20

των ιστών του ΚΝΣ. Παθολογικές καταστάσεις που προκαλούν απώλεια των ιστικών εκείνων δομών, που εμποδίζουν την ελεύθερη διάχυση των μορίων του νερού ή μεταβολή της διαπερατότητάς τους από το νερό προκαλούν ανάλογες μεταβολές στην εικόνα της μαγνητικής τομογραφίας διάχυσης [137]. Στο οξύ/υποξύ στάδιο η μέθοδος αυτή αποκαλύπτει αυξημένη ένταση των εστιακών περικοιλιακών βλαβών της λευκής ουσίας, περιορισμένη διάχυση δια μέσου των εστιακών νεκρώσεων και χαμηλό σχετικό συντελεστή διάχυσης (Apparent Diffusion Coefficient-ADC), ακόμη και σε περιπτώσεις όπου το υπερηχογράφημα ή η συμβατική μαγνητική τομογραφία δεν απεικονίζουν παθογνωμικά ευρήματα [27,138-139]. Στη διάχυτη βλάβη, οι περιοχές με αυξημένο μαγνητικό σήμα στις Τ2- ακολουθίες παρουσιάζουν υψηλό σχετικό συντελεστή διάχυσης (ADC), επιβεβαιώνοντας την υψηλότερη περιεκτικότητα των ιστών σε νερό [140-141]. Με τον τρόπο αυτό καθίσταται δυνατή η διάγνωση της διάχυτης βλάβης κατά την πρώιμη νεογνική περίοδο, γεγονός ανέφικτο με το υπερηχογράφημα εγκεφάλου [25]. Η μαγνητική φασματοσκοπία (Magnetic Resonance Spectroscopy MRS) είναι ποσοτική επίσης μέθοδος, η οποία μετρά την ποσότητα μεταβολιτών στους ιστούς και κατά συνέπεια μπορεί να ανιχνεύσει βιοχημικές μεταβολές στις εστίες της βλάβης. Ανιχνεύει δείκτες αναερόβιας γλυκόλυσης στην οξεία φάση της βλάβης της λευκής ουσίας και αποκαλύπτει υψηλά επίπεδα γαλακτικού. Η ανισοτροπική εικόνα μοριακής διάχυσης (Diffusion Tensor Imaging - DTI) αποτελεί μία άλλη πολλά υποσχόμενη μέθοδο για τη μελέτη ωρίμανσης της λευκής ουσίας και την πρόβλεψη νευρολογικής διαταραχής. Η τεχνική αυτή επιτρέπει τη λήψη λεπτομερών εικόνων των ινωδών οδών της λευκής ουσίας που συνδέουν τις εγκεφαλικές περιοχές [142]. Πρόκειται για μια επίσης ποσοτική μέθοδο εκτίμησης της ακεραιότητας του νευρικού συστήματος, η οποία δε δίνει πληροφορίες για κάποια συγκεκριμένη ουσία ή δομή του νευρικού συστήματος, αλλά για την ακεραιότητα της δομής του στην περιοχή που μελετάται. Η χαρτογράφηση των νευρικών οδών, αν και προς το παρόν έχει περιορισμένη κλινική εφαρμογή, αναμένεται να βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση του παθολογοανατομικού υποστρώματος των διαταραχών της λευκής ουσίας. 21

Έκβαση Η πιο συχνά περιγραφόμενη μακροχρόνια συνέπεια της ΠΛ στο πρόωρο νεογνό είναι η σπαστική διπληγία (68%) [12,24,120,143-144], όπου προσβάλλονται περισσότερο τα κάτω άκρα και πολύ λιγότερο τα άνω άκρα. Η αναπηρία συσχετίζεται με την τοπογραφία της βλάβης, δεδομένου ότι η νέκρωση εδράζεται σε περιοχές της λευκής ουσίας που διασχίζονται από κατιούσες ίνες της φλοιονωτιαίας οδού έτσι, ώστε να προσβάλλονται συχνότερα οι εγγύτερες νευρικές ίνες που κατανέμονται στα κάτω άκρα από ότι οι περιφερικότερες που κατανέμονται στα άνω άκρα και στο πρόσωπο [24]. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες η διάχυτη βλάβη της λευκής ουσίας συνδέεται σε μεγαλύτερο βαθμό με την εμφάνιση σπαστικής τετραπληγίας καθώς και οπτικών και γνωστικών διαταραχών [48,143,145,147-148]. Στη σπαστική τετραπληγία προσβάλλονται και τα τέσσερα άκρα, ο κορμός και ενίοτε οι μύες που ελέγχουν το στόμα, τη γλώσσα και το φάρυγγα. Συνοδές διαταραχές, που ενδέχεται να παρουσιασθούν, περιλαμβάνουν νοητική υστέρηση (15-17%) (5,6,9-11,21,24), ορθοπεδικά προβλήματα, προβλήματα όρασης [12,24,120,143,145] και ακοής καθώς και επιληψία (3-10%) [24,146]. Η ΠΛ στα τελειόμηνα νεογνά εκδηλώνεται συνήθως με καθυστέρηση της σωματικής ανάπτυξης και με νευρολογικές ανωμαλίες και σπανιότερα με την κλασική μορφή της σπαστικής διπληγίας [52]. Πρόληψη Δεδομένου ότι καμία θεραπευτική παρέμβαση δεν είναι διαθέσιμη, οι προσπάθειες των ερευνητών επικεντρώνονται στην πρόληψη της ΠΛ. Η πρόληψη θεωρείται δύσκολη διότι: α) η βλάβη δεν είναι συχνή, β) ο παθογενετικός μηχανισμός είναι πολύπλοκος και γ) δεν υπάρχει πρώιμη εμφανής εκδήλωση. Κύριοι στόχοι της έρευνας σήμερα είναι: α) η πρόληψη της ίδιας της προωρότητας. Η χρήση αντιβιοτικών νωρίς κατά την εγκυμοσύνη μπορεί να μειώσει σημαντικά την τη λοίμωξη ή τη φλεγμονή μητέρας - εμβρύου και κατ επέκταση την προωρότητα [149]. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η χρήση αντιβιοτικών πριν τον πρόωρο τοκετό προλαμβάνει την ΠΛ, αλλά κάτι τέτοιο δεν έχει επιβεβαιωθεί από ελεγχόμενες μελέτες [150-151]. β) η διατήρηση της πίεσης διήθησης. Η In vivo φασματοσκοπία με υπέρυθρη ακτινοβολία για την ανίχνευση νεογνών με διαταραχή της αυτορύθμισης του 22

εγκεφαλοαγγειακού συστήματος, τα οποία είναι σε υψηλό κίνδυνο για ανάπτυξη ΠΛ μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη. γ) η χρήση αντιοξειδωτικών παραγόντων για ελεύθερες ρίζες, όπως η βιταμίνη Ε [12]. δ) η χρήση παραγόντων που αποκλείουν τους υποδοχείς των κυτοκινών και της μικρογλοίας προκειμένου να προληφθεί η καταστροφή των ολιγοδενδροκυττάρων [12,24]. Έως ώτου κάποιο από τα μέτρα αυτά περάσει από την έρευνα στην κλινική πράξη, η προσπάθεια του αρμόδιου ιατρού οφείλει να εστιασθεί: - στην αποφυγή παραγόντων που μπορεί να οδηγήσουν σε εγκεφαλική ισχαιμία, όπως σοβαρή υπόταση ή υποκαπνία ή παραγόντων που μπορεί να διαταράξουν την αυτορύθμιση, όπως μέτρια υποξαιμία ή σοβαρή υπερκαπνία. Για το σκοπό αυτό η προσεκτική παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης και της πίεσης του διοξειδίου του άνθρακα του νεογνού κρίνεται απαραίτητη. Η χρήση εξελιγμένων τεχνολογικών μέσων στις μονάδες εντατικής θεραπείας για παρακολούθηση της εγκεφαλοαγγειακής αυτορύθμισης και της ηλεκτροφυσιολογίας του εγκεφάλου συμβάλλει στην έγκαιρη πρόληψη και θεραπευτική παρέμβαση [62,152] - στην κατάλληλη θεραπεία των νεογνών με χαμηλή πίεση, με χορήγηση NaCl 9% ή ινοτρόπων [12,24,120]. - στον προσεκτικό χειρισμό των αναπνευστήρων σε νεογνά με ΣΑΔ, έτσι ώστε να αποφεύγεται η υποκαπνία, παρά το γεγονός ότι ο μηχανισμός που οδηγεί από την υποκαπνία στην ΠΛ παραμένει άγνωστος [12,24]. - στην αποφυγή κορτικοστεροειδών για την αντιμετώπιση της χρόνιας πνευμονοπάθειας των μικρών προώρων, που πρόσφατα συσχετίσθηκαν με την εμφάνιση ΠΛ [153-154]. Οι πρόσφατες εξελίξεις στην παθογένεση της ΠΛ και στη νευροβιολογία των πρόδρομων ολιγοδενδροκυττάρων οδηγούν στη διαλεύκανση αμφιλεγόμενων έως τώρα παθοφυσιολογικών μηχανισμών, ώστε να εξασφαλίζονται οι προοπτικές για σύντομη εφαρμογή των νέων προληπτικών παρεμβάσεων. 23

ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ Σκοπός Όπως τονίστηκε στο γενικό μέρος, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην περιγεννητική φροντίδα, η συχνότητα της ΕΠ δεν έχει ελαττωθεί σημαντικά. Δεδομένου του κοινωνικού, οικονομικού και ιατρικού κόστους και λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΠΛ συνιστά το κύριο υπόβαθρο της ΕΠ, σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η συμβολή κλινικών χαρακτηριστικών και νευροαπεικονιστικών ευρημάτων στον καθορισμό της έκβασης της ΠΛ. Η δυνατότητα πρόγνωσης συνοδών διαταραχών ή αναπηριών, ανάλογα με την ηλικία κύησης, το βαθμό της ΠΛ (ήπια, μέτρια, βαριά) και τον τύπο της ΕΠ (σπαστική διπληγία ή τετραπληγία) κρίνεται καθοριστικής σημασίας για την έγκαιρη έναρξη κατάλληλων προγραμμάτων αποκατάστασης (φυσικοθεραπεία, λογοθεραπεία, εργοθεραπεία) και τη βελτίωση κατά το μέτρο του δυνατού της κλινικής εικόνας του παιδιού και κατ επέκταση της ποιότητας ζωής του. Επίσης η συσχέτιση της ηλικίας κύησης με το βαθμό της ΠΛ επιτείνει την ανάγκη για τήρηση όλων εκείνων των ενεργειών που επιβάλλονται περιγεννητικά, προκειμένου να αποφευχθεί η εμφάνιση εγκεφαλικής ισχαιμίας ή λοίμωξης. Ως προς τη διαθέσιμη σχετική βιβλιογραφία, αξίζει να αναφερθεί ότι αν και υπάρχουν πολλές έρευνες οι οποίες υπογραμμίζουν την προγνωστική αξία της μαγνητικής τομογραφίας, συσχετίζοντας τα νευροαπεικονιστικά ευρήματα με τη νευροαναπτυξιακή έκβαση, λίγες είναι οι μελέτες εκείνες που περιλαμβάνουν στο δείγμα τους μόνο τις μαγνητικές τομογραφίες εγκεφάλου με ευρήματα ΠΛ. Ως εκ τούτου περιορίζονται σημαντικά οι έρευνες που αφορούν στην ΠΛ και τη συσχέτισή της σοβαρότητάς της με την κλινική κατάσταση. Στα μειονεκτήματα των σχετικών μελετών συμπεριλαμβάνονται είτε ο μικρός αριθμός παιδιών με ΠΛ είτε η συμμετοχή μόνο πρόωρων (κυρίως) ή μόνο τελειόμηνων νεογνών ή η μελέτη ενός μόνου τύπου ΕΠ (διπληγία ή τετραπληγία). Για όλους αυτούς τους λόγους καταφύγαμε στη διενέργεια αναδρομικής μελέτης, που περιγράφεται εκτενώς στη συνέχεια. 24

Ασθενείς και μέθοδοι Ο πληθυσμός που μελετήθηκε αναδρομικά αποτελείται από 147 παιδιά, ηλικίας 5 έως 13 ετών, που προσήλθαν για επανέλεγχο την τελευταία τετραετία στα εξωτερικά ιατρεία του Αναπτυξιακού Κέντρου «Απόστολος Φωκάς» της Α Πανεπιστημιακής Παιδιατρικής Κλινικής του "Ιπποκράτειου" Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, το οποίο συνιστά κέντρο αναφοράς εγκεφαλικής παράλυσης στη Βόρειο Ελλάδα. Κριτήρια εισόδου στη μελέτη ήταν η κλινική διάγνωση αμφοτερόπλευρης σπαστικής εγκεφαλικής παράλυσης, η οποία τέθηκε κυρίως από την παρουσία σπαστικής διπληγίας ή τετραπληγίας και η ύπαρξη περικοιλιακής λευκομαλακίας στη μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου. Χρησιμοποιήθηκε ο ορισμός της ΕΠ που προτείνει το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εγκεφαλικής Παράλυσης (173). Παιδιά με δυσκινητική, αταξική και μεικτή ΕΠ (πυραμιδική και εξωπυραμιδική) αποκλείσθηκαν από τη μελέτη, όπως επίσης αποκλείσθηκαν παιδιά με σπαστική ημιπληγία. Η διάγνωση της σπαστικής ΕΠ τέθηκε από την παρουσία τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα κριτήρια (173): I. ανώμαλη στάση ή κίνηση του σώματος II. αυξημένος τόνος III. αυξημένα αντανακλαστικά (hyperreflexia) Η κινητικότητα αξιολογήθηκε είτε ως σπαστική διπληγία είτε ως σπαστική τετραπληγία. Ως διπληγία ορίσθηκε η εμφανώς παρατηρούμενη αδυναμία και σπαστικότητα, που αφορούσε κυρίως τα κάτω άκρα, με ή χωρίς πλαγίωση και με απούσα ή μικρή συμμετοχή των άνω άκρων, ενώ ως τετραπληγία ορίσθηκε η αδυναμία και σπαστικότητα τόσο των άνω όσο και των κάτω άκρων, με συμμετοχή ή μη του κορμού και των μυών του προσώπου (175-176). Οι συνοδές διαταραχές αξιολογήθηκαν ως ακολούθως: Η νοητική υστέρηση ορίσθηκε ως δείκτης νοημοσύνης μικρότερος του 70, ο οποίος σε παιδιά ηλικίας μεγαλύτερης των 6,5 ετών μετράται με το τεστ νοημοσύνης WISC, ενώ σε παιδιά ηλικίας μικρότερης των 6,5 ετών μετράται με το αναπτυξιακό Griffiths τεστ. Αδυναμία ελεύθερης βάδισης διαπιστώθηκε στα παιδιά εκείνα, τα οποία αδυνατούσαν να περπατήσουν μόνα τους, με ή χωρίς υποστήριξη. 25

Οι ορθοπεδικές διαταραχές περιλαμβάνουν την εμφάνιση είτε σκολίωσης είτε αγκυλώσεων είτε εξαρθρήματος ισχίου. Οι διαταραχές της όρασης συνίστανται στη διάγνωση μίας ή περισσότερων από τις ακόλουθες διαταραχές: στραβισμός, διαθλαστικές ανωμαλίες, ατροφία του οπτικού νεύρου και ελάττωση της οπτικής οξύτητας. Επιπρόσθετα εξαιρέθηκαν παιδιά με γνωστό γενετικό σύνδρομο ή χρωμοσωμική ανωμαλία, διότι η κινητική βλάβη που παρατηρείται στις κληρονομούμενες διαταραχές (όπως π.χ. η αταξία του συνδρόμου Angelman), δεν περιλαμβάνεται στις επιδημιολογικές μελέτες της ΕΠ (174). Οι ιατρικοί φάκελοι ελέγχθηκαν σε όλες τις περιπτώσεις. Οι παράμετροι που εκτιμήθηκαν περιλαμβάνουν το προγεννητικό και περιγεννητικό ιστορικό, την αρχική νευρολογική εξέταση, την παρουσία συνοδών διαταραχών και την παρακολούθηση της πορείας των ασθενών. Στον έλεγχο συνεκτιμήθηκαν επίσης και οι εκθέσεις των εργοθεραπευτών, των ψυχολόγων και των λογοθεραπευτών του κέντρου. Οι παράγοντες που αναζητήθηκαν αφορούν: 1) στην ηλικία κύησης: πάρα πολύ πρόωρα (<28 εβδ.), πολύ πρόωρα (29-32 εβδ.), πρόωρα (33-36 εβδ.) και τελειόμηνα (>37εβδ.) νεογνά. 2) στο βαθμό σοβαρότητας της ΠΛ: ήπια, μέτρια και βαριά ΠΛ. 3) στον τύπο της ΕΠ: σπαστική διπληγία και σπαστική τετραπληγία. 4) στην εμφάνιση ή μη συνοδών διαταραχών: επιληψία, νοητική υστέρηση, αδυναμία ελεύθερης βάδισης, διαταραχές όρασης, διαταραχές ομιλίας και ορθοπεδικές διαταραχές. Μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου Οι μαγνητικές τομογραφίες διενεργήθηκαν σε μονάδα μαγνητικού μαγνητικού συντονισμού Siemens 1,5 Tesla, με ακολουθίες Τ1, Τ2, FLAIR και T1 μετά από σκιαστικό. Η νευροαπεικόνιση διενεργήθηκε την ίδια χρονική περίοδο με την αρχική εξέταση. Τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν σύμφωνα με τη βιβλιογραφία για τη διάγνωση της ΠΛ περιλαμβάνουν παθολογικό μαγνητικό σήμα στη λευκή ουσία στην Τ2-ακολουθία και την ακολουθία πυκνότητας πρωτονίων, ατροφία της λευκής ουσίας πέριξ των τριγώνων με ή χωρίς διάταση των κοιλιών, όπως επίσης και ενίοτε βαθιές έντονες φλοιικές αύλακες, ανωμαλίες των τοιχωμάτων των πλάγιων κοιλιών και λέπτυνση του μεσολοβίου (16,126,148,169-170). 26

Η διάγνωση της ΠΛ στη μαγνητική τομογραφία συνοδεύεται και από το χαρακτηρισμό της ως ήπιου, μέτριου ή σοβαρού βαθμού. Η ΠΛ χαρακτηρίζεται ως ήπια, όταν απεικονίζεται υψηλής έντασης μαγνητικό σήμα, χωρίς διάταση των κοιλιών ή ελάττωση της περικοιλιακής λευκής ουσίας ή όταν η ελάττωση της περικοιλιακής λευκής ουσίας περιορίζεται τοπικά στην τριγωνική περιοχή των ινιακών κεράτων. Μέτρια ΠΛ θεωρείται όταν οι διαταραχές του σήματος συνοδεύονται από εμφανή κοιλιομεγαλία ή μείωση της περικοιλιακής λευκής ουσίας, που εκτείνεται έως τα σώματα των πλάγιων κοιλιών ή και από τα δύο, ενώ στη βαριά ΠΛ οι διαταραχές του σήματος συνοδεύονται από έντονη διάταση των κοιλιών και από διάχυτη ατροφία της περικοιλιακής λευκής ουσίας, η οποία εκτείνεται έως την περιοχή των μετωπιαίων κεράτων (Εικόνα 3). Ευρήματα μαγνητικής τομογραφίας ενδεικτικά συγγενούς ή άλλης περιγεννητικής εγκεφαλικής βλάβης (όπως σχιζεγκεφαλία, ανωμαλίες της εν τω βάθει φαιάς ουσίας, αιμορραγία βασικής στιβάδας και υδροκέφαλος) χρησιμοποιήθηκαν για να αποκλείσουν τα παιδιά αυτά από τη μελέτη. Α Β Γ Εικόνα 3. Διάφοροι βαθμοί ΠΛ στην Τ2-W ακολουθία. (Α) Ήπια ΠΛ, που απεικονίζεται με μικρές περιοχές αυξημένου περικοιλιακού σήματος. (Β) Μέτρια ΠΛ, όπου παρατηρούνται πιο εκτεταμένες περικοιλιακές περιοχές με υψηλής έντασης μαγνητικό σήμα, με αύξηση του μεγέθους των πλαγίων κοιλιών και μικρή ατροφία της περικοιλιακής λευκής ουσίας. (Γ) Βαριά ΠΛ, με έντονα διατεταμένες πλάγιες 27

κοιλίες και ανώμαλο σχήμα σε συνδυασμό με σημαντική συρρίκνωση της περικοιλιακής λευκής ουσίας. Στατιστική ανάλυση Η στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε με τη δοκιμασία χ2 κατά ομάδες. Αποτελέσματα Από τα 147 παιδιά που μελετήθηκαν 115 (78,2%) ασθενείς είχαν σπαστική διπληγία (103 πρόωρα, 12 τελειόμηνα) και 32 (21,8%) ασθενείς είχαν σπαστική τετραπληγία (29 πρόωρα, 3 τελειόμηνα). Η ΠΛ χαρακτηρίσθηκε ως ήπια σε 65 (44,2%) ασθενείς, μέτρια σε 35 (23,8%) ασθενείς και βαριά σε 47 (32%) ασθενείς. Όσον αφορά την ηλικία κύησης, 35 (23,8%) ασθενείς γεννήθηκαν πριν την 28 η εβδομάδα κύησης (23,8%), 73 (49,7%) μεταξύ 29-32 εβδομάδων, 24 (16,3%) μεταξύ 33-36 εβδομάδων και 15 (10,2%) ήταν τελειόμηνα (είχαν συμπληρώσει 37 εβδομάδες κύησης). Από το σύνολο των παιδιών που μελετήθηκαν 35 (23,8%) παιδιά εμφάνισαν επιληψία, 56 (38,1%) νοητική υστέρηση, 60 (40,8%) αδυναμία ελεύθερης βάδισης, 85 (57,8%) οφθαλμικές διαταραχές, 84 (57,1%) διαταραχές λόγου και 107 (72,7%) ορθοπεδικά προβλήματα. 1) Τύπος ΕΠ και συνοδές διαταραχές Η νοητική υστέρηση, η αδυναμία βάδισης, οι διαταραχές ομιλίας και τα ορθοπεδικά προβλήματα απαντούσαν συχνότερα στους ασθενείς με σπαστική τετραπληγία (p<0.001), οδηγώντας σε "πολυαναπηρική κατάσταση" (παρουσία τριών ή περισσότερων επιπρόσθετων διαταραχών ή ανωμαλιών) σε ένα σημαντικό αριθμό παιδιών (Πίνακας 1). Μάλιστα το 100% των παιδιών με σπαστική τετραπληγία παρουσίαζε αδυναμία βάδισης, διαταραχές ομιλίας και ορθοπεδικά προβλήματα, ενώ νοητική υστέρηση εμφανίζεται σε ποσοστό 87,5% των παιδιών αυτών. Αντίθετα η επιληψία και οι διαταραχές όρασης δεν εμφάνισαν στατιστικά σημαντική διαφορά με τον τύπο της εγκεφαλικής παράλυσης (Πίνακας 1). 28

Διπληγία (N=115) Τετραπληγία (N=32) p Επιληψία 25 (21,7%) 10 (31,2%) NS Νοητική Υστέρηση 28 (24,3%) 28 (87,5%) <0.001 Αδυναμία Βάδισης 28 (24,3%) 32 (100%) <0.001 Διαταραχές Όρασης 65 (56,5%) 20 (62,5%) NS Διαταραχές Ομιλίας 52 (45,2%) 32 (100%) <0.001 Ορθοπεδικές Διαταραχές 75 (65,2%) 32 (100%) <0,001 Πίνακας 1. Τύπος ΕΠ και συνοδές διαταραχές. 2) Βαθμός ΠΛ και ηλικία κύησης Η συσχέτιση ανάμεσα στο βαθμό ΠΛ και στην ηλικία κύησης απεικονίζεται στο Διάγραμμα 1. Στατιστικά σημαντική διαφορά (P<0,001) διαπιστώθηκε και στους τρεις βαθμούς ΠΛ (ήπια, μέτρια, βαριά). Βαριά και μέτρια ΠΛ βρέθηκε ότι απαντά συχνότερα στην κατηγορία των παιδιών με ηλικία κύησης 29-32 εβδομάδες κύησης, ενώ ήπια ΠΛ ανευρέθηκε ότι απαντά συχνότερα στα τελειόμηνα νεογνά. 29

30 29 25 20 19 23 21 ήπια 15 10 5 0 13 10 10 6 5 6 4 1 <28 W 29-32 W 33-36 W 37 W μέτρια βαριά Διάγραμμα 1. Βαθμός ΠΛ σε σχέση με ηλικία κύησης. (W=εβδομάδες κύησης). 3) Βαθμός ΠΛ και συνοδές διαταραχές Όλες οι συνοδές διαταραχές βρέθηκε ότι απαντούσαν συχνότερα στη βαριά ΠΛ (p<0.001) (Πίνακας 2). 30

Ήπια (N=65) μέτρια (N=35) βαριά (N=47) p Επιληψία 7 11 17 <0.001 Νοητική Υστέρηση 18 17 21 <0.001 Αδυναμία Βάδισης 15 16 29 <0.001 Διαταραχές Όρασης 33 24 28 <0.001 Διαταραχές Ομιλίας 25 31 28 <0.001 Ορθοπεδικές Διαταραχές 39 35 33 <0.001 Πίνακας 2. Βαθμός ΠΛ και συνοδές διαταραχές. 4) Βαθμός ΠΛ και τύπος ΕΠ Η συσχέτιση μεταξύ βαθμού ΠΛ και τύπου ΕΠ αποκάλυψε στατιστικά σημαντική διαφορά (p<0,001) και στους τρεις βαθμούς ΠΛ. Διαπιστώθηκε ότι η σπαστική τετραπληγία είναι το αποτέλεσμα μόνο βαριάς ΠΛ, ενώ η σπαστική διπληγία απαντά με μεγαλύτερη συχνότερα σε ήπια και μέτρια ΠΛ και πολύ λιγότερο σε βαριά ΠΛ (Πίνακας 3). Διπληγία 115 Tετραπληγία 32 Ήπια 65 0 <0,001 p Μέτρια 45 0 <0,001 Βαριά 5 32 <0,001 Πίνακας 3. Βαθμός ΠΛ και τύπος ΕΠ (διπληγία, τετραπληγία). 31

Συζήτηση Στην παρούσα μελέτη ερευνήθηκαν οι διαφορές στο προφίλ των συνοδών διαταραχών ανάλογα με την ηλικία κύησης, τον τύπο της ΕΠ και το βαθμό της ΠΛ. Διαπιστώθηκαν ορισμένες σημαντικές διαφορές στην κλινική εικόνα της πάρεσης ανάμεσα στην ομάδα της τετραπληγικής ΕΠ και σε αυτήν της διπληγικής ΕΠ. Στην τετραπληγική ομάδα οι διαταραχές κινητικότητας, ομιλίας και νοητικής ανάπτυξης απαντούσαν συχνότερα και εντονότερα, γεγονός που συμφωνεί εν μέρει με τα αποτελέσματα της μελέτης των Kulak και συν., οι οποίοι συγκρίνοντας παιδιά με σπαστική διπληγία και παιδιά με σπαστική τετραπληγία διαπίστωσαν σημαντική διαφορά κινητικών και πνευματικών δεξιοτήτων ανάμεσα στις δύο ομάδες ΕΠ (177). Οι Kulak και συν. διαπίστωσαν επίσης στατιστικά σημαντική διαφορά και ως προς την επιληψία, κάτι που δεν προέκυψε όμως στη μελέτη μας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ΕΠ που μελετήθηκε από τους παραπάνω ερευνητές δεν είχε ως υπόβαθρο αποκλειστικά και μόνο την ΠΛ (177). Οι μελέτες των Beckung και Hagberg (178), των Flett και Suaders (179) καθώς και του Edebol-Tysk (180) συμφωνούν επίσης με τα αποτελέσματα της μελέτης μας, μολονότι και εδώ η ΠΛ δεν αποτέλεσε το μοναδικό εύρημα των μαγνητικών τομογραφιών εγκεφάλου. Όσον αφορά τη συσχέτιση μεταξύ βαθμού ΠΛ και ηλικίας κύησης, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το χρονικό διάστημα των 29-32 εβδομάδων κύησης είναι το κρισιμότερο για την εμφάνιση τόσο ήπιας όσο και μέτριας ή βαριάς ΠΛ. Οι Fujimoto και συν., οι οποίοι μελέτησαν 70 παιδιά με ΠΛ, διαπίστωσαν σημαντική ελάττωση της έντασης του σήματος στην περικοιλιακή λευκή ουσία στα νεογνά με ηλικία κύησης μικρότερη των 28 εβδομάδων, γεγονός το οποίο συμφωνεί και στη δική μας μελέτη με την επικράτηση της ήπιας ΠΛ στην κατηγορία αυτή των παιδιών (181). Οι Okumura και συν., μελετώντας 90 παιδιά με ΠΛ και σπαστική ΕΠ, διαπίστωσαν ότι βαριά ΠΛ παρουσιάζεται στα παιδιά με ηλικία κύησης μεταξύ 25-32 εβδομάδων κύησης, ενώ τα τελειόμηνα νεογνά αναπτύσσουν όλα ήπια ΠΛ (1). Τονίζεται ακόμη ότι τα παιδιά με βαριά ΠΛ ανέπτυξαν όλες τις συνοδές διαταραχές. Μελέτες που συνηγορούν υπέρ αυτού του αποτελέσματος είναι των Fujimoto και συν. (181), των Yokochi και συν. (130) και των Koeda και Takeshita (14). Η μελέτη των Mulas και συν., που περιλαμβάνει 31 παιδιά με ΠΛ, συσχετίζει επίσης ικανοποιητικά τη σοβαρότητα της ΠΛ με τη σοβαρότητα της κλινικής εικόνας (182), ενώ η έρευνα των Fedrizzi και συν. συσχέτισε τη σοβαρότητα της διάτασης 32