Σύνδροµο µη θυρεοειδικής νόσου 1

Σχετικά έγγραφα
Dr ΣΑΡΡΗΣ Ι. - αµ. επ. καθηγ. ΑΒΡΑΜΙ ΗΣ Α. ενδοκρινολόγοι. gr

ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΜΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ

Ν. Κατσίκη¹, Α. Γκοτζαμάνη-Ψαρράκου², Φ. Ηλιάδης¹, Τρ. Διδάγγελος¹, Ι. Γιώβος³, Δ. Καραμήτσος¹

Επίπεδα λεπτίνης και γκρελίνης σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 πριν και 6 μήνες μετά την έναρξη ινσουλινοθεραπείας

ΑΥΞΗΤΙΚΗ ΟΡΜΟΝΗ, ΙΝΣΟΥΛΙΝΟΜΙΜΗΤΙΚΟΣ ΑΥΞΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ-Ι ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ

Θυρεοειδής και τρίτη ηλικία

Ν. Κατσίκη[1], Α. Γκοτζαμάνη-Ψαρράκου[2], Φ. Ηλιάδης[1], Τρ. Διδάγγελος[1], Ι. Γιώβος[3], Δ. Καραμήτσος[1]

Πεδίο Εφαρμογής. Πρόληψη και Παράγοντες Κινδύνου

Υποκατάσταση με θυροξίνη: αλληλεπιδράσεις με άλλα συγχορηγούμενα φάρμακα

gr

Σύγκριση Λιποκινών μεταξύ παιδιών και εφήβων με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1 με παχυσαρκία και φυσιολογικό δείκτη μάζας σώματος

Υπεργλυκαιμία λόγω χρήσης Γλυκοκορτικοειδών. Μαρινέλλα Κυριακίδου Χειμώνα Ενδοκρινολόγος 24 ο Ετήσιο Συνέδριο ΔΕΒΕ Νοέμβριος 2010

Γ.Ν.Θ. Ιπποκράτειο «Ενδοκρινολογική Κλινική» Διευθύντρια: Dr. Μαρίνα Κήτα Εργαστηριακοί προσδιορισμοί θυρεοειδικής λειτουργίας

Φυσιολογία θυρεοειδούς στην εγκυµοσύνη

Το κύριο εκκριτικό προιόν του θυρεοειδούς, η Τ4, υπόκειται σε μια πολύπλοκη

Συστήματα επικοινωνίας Ανθρωπίνου σώματος. ενδοκρινολογικό νευρικό σύστημα

Μεταβολικές ανάγκες ανοσοκυττάρων

ΘΤΡΕΟΕΙΔΙΚΑ ΥΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ ΚΑΡΔΙΑ ΓΙΩΡΓΟ ΜΙΙΦΡΟΝΗ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΟ ΚΕΝΣΡΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ

ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΖΙΑΜΟΥΡΤΑΣ, Ph.D., C.S.C.S

Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη διάγνωση και παρακολούθηση διαταραχών λειτουργίας του θυρεοειδούς σε ενήλικες

Φαρμακοκινητική. Χρυσάνθη Σαρδέλη

Ενδοκρινής Μοίρα του Παγκρέατος. 21/5/18 Ε. Παρασκευά, Εργ. Φυσιολογίας, Τµήµα Ιατρικής Π.Θ.

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΕΡΕΥΝΑΣ ΜΥΟΚΑΡ ΙΑΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟ ΕΜΦΡΑΓΜΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΟΜΑ Α

ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΥ

Βασικές Αρχές Ενδοκρινολογίας

ΕΡΑΣΜΕΙΟΣ ΕΛΛΗΝΟΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΑΥΞΗΤΙΚΗ ΟΡΜΟΝΗ, ΙΝΣΟΥΛΙΝΟΜΙΜΗΤΙΚΟΣ ΑΥΞΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ-Ι ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ

«ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΚΛΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΣΕ ΟΜΑΔΑ ΥΠΟΚΛΙΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΘΥΡΟΞΙΝΗΣ»

Θυρεοειδής αδένας. Ο θυρεοειδής αδένας εκκρίνει Τ3 & Τ4, υπό τον έλεγχο του υποθαλάµου & της υπόφυσης

Νευροενδοκρινικές προσαρμογές στο βαρέως πάσχοντα

Θυρεοειδική λειτουργία και αµιοδαρόνη

Μεταβολικό σύνδρομο και νόσος Alzheimer

gr

Συντάχθηκε απο τον/την ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΙΡΗΣ Παρασκευή, 30 Σεπτέμβριος :08 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 02 Μάρτιος :48

Αναλογία των ιωδιωμένων ενώσεων στο φυσιολογικό θυρεοειδή στον άνθρωπο. 23% ΜΙΤ 33% DIT 35% T 4 7% T 3 ίχνη RT 3

ΚΥΤΟΚΙΝΕΣ, ΜΥΟΚΙΝΕΣ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ Χαρά Κ. Δελή, PhD

Φυσιολογία ΙΙ Ενότητα 2:

Ενδοκρινολογικές μεταβολές στην παχυσαρκία

MANAGING AUTHORITY OF THE OPERATIONAL PROGRAMME EDUCATION AND INITIAL VOCATIONAL TRAINING ΟΡΜΟΝΕΣ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ. ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΖΙΑΜΟΥΡΤΑΣ, Ph.D., C.S.C.

Αγωγή με γλυκοκορτικοειδή: σχήμα διακοπής για την αποφυγή επινεφριδικής ανεπάρκειας. Γεώργιος Ν. Κουκούλης Ενδοκρινολόγος

ΣΤΡΕΣ ΚΑΙ ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΜΑΝΩΛΙΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΣΤΕΛΛΑ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗ ΕΥΗ ΡΕΜΕΔΙΑΚΗ

SHAPE UP ΓΙΑ ΜΙΑ ΤEΛΕΙΑ ΣΩΜΑΤΙΚH ΣYΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΠΙΟ ΕΝΕΡΓΟ ΤΡΟΠΟ ΖΩΗΣ

ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΗ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ

Επίδραση φαρµάκων στη θυρεοειδική λειτουργία και µεταβολισµό θυρεοειδικών ορµονών

Τελικό κείμενο της Μελέτης. Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών: Διατροφή και Υγεία

Ισχαιμική - λειτουργική ανεπάρκεια της μιτροειδούς βαλβίδος. Χαράλαμπος Ι. Καρβούνης.

ΕΝ ΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ

ΕΠΙΝΕΦΡΙΔΙΑ ΚΟΡΤΙΖΟΛΗ

Ηλίας Ν. Μυγδάλης. Β Παθολογική Κλινική και Διαβητολογικό Κέντρο, Γενικό Νοσοκομείο ΝΙΜΤΣ, Αθήνα

Ο ρόλος του λιπώδους ιστού

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ

Πρόκειται για 4 μικρούς αδένες στο μέγεθος "φακής" που βρίσκονται πίσω από το θυρεοειδή αδένα. Οι αδένες αυτοί παράγουν μια ορμόνη που λέγεται

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΑΘΗΣΕΩΝ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ. Φαρμακα. Θυροξίνη (Τ 4 ), Τριιωδοθυρονίνη (Τ 3 ) Αντιθυρεοειδικά

Κώστας Β. Μάρκου Ιατρικό Τμήμα Πανεπιστημίου Πατρών

EΠΙΝΕΦΡΙΔΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ. Aννα Αγγελούση Eπιστημονική υπότροφος Ενδοκρινολόγος, τμήμα Παθολογικής Φυσιολογίας

Κωνσταντίνος Τζιόμαλος Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας Α Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική ΑΠΘ, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ

11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ

Βασικές Αρχές Ενδοκρινολογίας

ΟΙ ΕΠΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΔΡΑΣΕΩΣ

Υποθάλαμος. Γιαρένη Ελευθερία Πουλάκης Ορέστης - Κυριάκος. Εισαγωγή στις Νευροεπιστήμες ΠΜΣ ΓΝΩΣΙΑΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Η νεφρική ορμονική αντίδραση στην καρδιακή ανεπάρκεια, ως προγνωστικός δείκτης καρδιαγγειακού θανάτου

Σιωπηλή και µετά τοκετό θυρεοείτιδα

ΟΡΜΟΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΘΛΗΣΗ

Φυσιολογία ΙΙ Ενότητα 2:

ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗΣ ΤΩΝ ΟΓΚΩΝ

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Θυρεοειδής αδένας. 8/5/18 Ε. Παρασκευά, Εργ. Φυσιολογίας, Τµήµα Ιατρικής Π.Θ.

ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ. Οι ρυθμιστές του οργανισμού

Φλοιοτρόπος ορμόνη ή Κορτικοτροπίνη (ACTH) και συγγενή πεπτίδια

Νευροδιαβιβαστές και συμπεριφορά

Η εντόπιση του οξέος εμφράγματος μυοκαρδίου και η σχέση της με τη φλεγμονή της ένοχης αθηρωματικής πλάκας

ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥ ΑΣΘΕΝΗ ΣΤΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΕΘ

Μήπως έχω µεγαλακρία; Πώς θα το καταλάβω;

Θ. Στρατηγού 1,2, Γ. Αντωνάκος 3, Ι. Μαρίνου 4, Ε. Καραμπελά 5, Γ.Σ. Χριστοδουλάτος 1, Ν. Βαλλιάνου 6, Ε. Βογιατζάκης 4, Μ.

ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (ΤΚΕ)

35. ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΠΑΘΕΙΑ ΚΑΙ ΚΥΗΣΗ

ΚΑΡΔΙΟΝΕΦΡΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΑΥΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ Ε.Σ.Υ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ.Ν.

Φυσιολογία ΙΙ Ενότητα 2:

ΚΥΣΤΑΤΙΝΗ C ΟΡΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΟΜΕΝΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΟΞΕΙΑΣ ΝΕΦΡΙΚΗΣ ΒΛΑΒΗΣ ( Acute kidney injury )

gr

Αναστολείς της PCSK9. ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ ΡΑΛΛΙΔΗΣ, FESC Αναπληρωτής Καθηγητής Καρδιολογίας Β ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ «ΑΤΤΙΚΟΝ»

11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ

Malamidou A., Pantazaki A.A. *, Koliakos G., Tsolaki M.

Αρχικά θα πρέπει να προσδιορίσουμε τι είναι η παχυσαρκία.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΡΤΗΡΙΑΚΗΣ ΠΙΕΣΗΣ

ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΝΗΣΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΡΑΦΕΝΤΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ Tον ανθρώπινο µεταβολισµό το χαρακτηρίζουν δύο στάδια. Tοπρώτοείναιηκατάστασητουοργανισµούµετά

«Θεραπευτικός αλγόριθµος ADA/EASD 2012»

Ρυθµιστικός ρόλος της TSH

Παρενέργειες (μεταβολικές και μη) από τη χορήγηση ΤΚΙς

ΛΙΠΩΔΗΣ ΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΔΟΘΗΛΙΟ: ΜΙΑ ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΣΧΕΣΗ. Κ. ΜΑΚΕΔΟΥ, Ιατρός Βιοπαθολόγος

Ο Βασικός μεταβολισμός εξαρτάται από ένα πλήθος παραγόντων όπως:

Οζώδης βρογχοκήλη και κύηση

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ «ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ» D. Π.Ν. ΣΥΓΚΕΛΛΑΚΗΣ Ενδοκρινολόγος, ΜD, PhD Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών.

και τη διαχείριση του βάρους

ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΓΓΕΙΑΚΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ. Ειδικές έννοιες φυσιολογίας ρύθμισης της αρτηριακής πίεσης

Λιπώδης ιστός και Φλεγμονή. Αγαθοκλής Τσατσούλης Ενδοκρινολογική Κλινική Διαβητολογικό Κέντρο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Ανακεφαλαιώνοντας, οι διάφορες ρυθµίσεις ώστε να µη γίνεται ταυτόχρονα και βιοσύνθεση και β-οξείδωση είναι οι ακόλουθες: Ηγλυκαγόνηκαιηεπινεφρίνη

Συστηματικές επιδράσεις της οξέωσης της υπερκαπνίας των βαριά πασχόντων ασθενών

ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ

ΑΡΤΗΡΙΑΚΗ ΥΠΕΡΤΑΣΗ & ΑΣΚΗΣΗ

Transcript:

30 Σύνδροµο µη θυρεοειδικής νόσου 1 Ι. ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ, 2 Γ.Ν. ΚΟΥΚΟΥΛΗΣ 1 Ενδοκρινολόγος 2 Αναπληρωτής Καθηγητής Παθολογίας-Ενδοκρινολογίας, Κλινική Ενδοκρινολογίας και Μεταβολικών Νόσων, Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας Εισαγωγή Κρίσιμη διαταραχή της υγείας (ΚΔΥ) θεωρείται κάθε κατάσταση κατά την οποία απαιτείται εντατική ιατρική υποστήριξη ζωτικών λειτουργιών του οργανισμού με στόχο την επιβίωση. Κλινικές παρατηρήσεις έδειξαν ότι η οξεία και η χρόνια φάση μιας ΚΔΥ είναι διαφορετικές όσον αφορά τις μεταβολικές και ενδοκρινικές μεταβολές. Οι μεταβολές στο αρχικό στάδιο μιας ΚΔΥ οδηγούν σε αύξηση της προσφοράς γλυκόζης, λιπαρών οξέων και αμινοξέων στα ζωτικά όργανα του οργανισμού όπως το ανοσοποιητικό σύστημα και ο εγκέφαλος. Θεωρούνται ευνοϊκές αντιδράσεις προσαρμογής που ίσως ματαιώνουν αναβολικές δραστηριότητες και την ίδια στιγμή ενεργοποιούν το ανοσοποιητικό σύστημα. Στην χρόνια ΚΔΥ συμβαίνει το ονομαζόμενο σύνδρομο σπατάλης (wasting syndrome) κατά το οποίο, παρά την κανονική διατροφή, συνεχίζουν να χάνονται πρωτεΐνες από ζωτικά όργανα και ιστούς λόγω μειωμένης σύνθεσης και αυξημένου καταβολισμού τους ενώ δεν επηρεάζεται ο λιπώδης ιστός. Απόρροια των ανωτέρω μεταβολών είναι η μυϊκή ατροφία που συνοδεύεται από αδυναμία. Σε παρατεταμένες περιπτώσεις ΚΔΥ η θνητότητα παραμένει αυξημένη προσεγγίζοντας το 20%. Την τελευταία 10ετία έχει καταβληθεί μεγάλη προσπάθεια για την κατανόηση των νευροενδοκρινικών χαρακτηριστικών της ΚΔΥ. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία η οξεία φάση χαρακτηρίζεται από αύξηση της λειτουργικότητας της πρόσθιας υπόφυσης (κεντρική δράση) και μείωση της δραστικότητας των αναβολικών ορμονών στους περιφερικούς ιστούς (περιφερική δράση), ενώ η παρατεταμένη ΚΔΥ από ελαττωμένη νευροενδοκρινική διέγερση των περιφερικών ενδοκρινών αδένων.(1) Φυσιολογία της θυρεοειδικής λειτουργίας Στα υγιή άτομα ο άξονας υποθαλάμου-υπόφυσης-θυρεοειδούς αδένος (ΥΥΘ) λειτουργεί ως ένα κλασσικό ενδοκρινικό κύκλωμα αμφίδρομης αλληλεπίδρασης. -419-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ Στο επίπεδο του υποθαλάμου η ορμόνη που εκλύει την θυρεοτροπίνη (ΤRH) απελευθερώνεται και διεγείρει την έκκριση της θυρεοτρόπου ορμόνης (TSH) από την πρόσθια υπόφυση (σχήμα 1). Ακολούθως η TSH ρυθμίζει την έκκριση της προ ορμόνης θυροξίνης (Τ4) και σε μικρότερο βαθμό της τρι-ιωδοθυρονίνης (Τ3) από τον θυρεοειδή αδένα. Στους περιφερικούς ιστούς η Τ4 μετατρέπεται στην βιολογικά ενεργό Τ3 και την ανάστροφη Τ3 (rτ3) που θεωρείται μεταβολικά ανενεργός. Σε αντίθεση με την Τ4 που παράγεται μόνο στον θυρεοειδή, το 80% της κυκλοφορούσης Τ3 παράγεται από την περιφερική αποιωδίωση της Τ4 σε Τ3 στο ήπαρ και τους νεφρούς. Από την άλλη πλευρά οι κυκλοφορούσες Τ4 και Τ3 ασκούν αρνητική ρύθμιση στο επίπεδο του υποθαλάμου και της υπόφυσης. Σχήµα 1. Σχηµατική απεικόνιση του θυρεοειδικού άξονα σε υγιή άτοµα, και άτοµα µε οξεία και χρόνια κρίσιµη διαταραχή της υγείας (Κ Υ). Οι θυρεοειδικές ορμόνες μπορούν να ασκούν ταχεία μη γενομική δράση, κυρίως στο μυοκάρδιο, πλην όμως η κύρια δράση τους προκαλείται μέσω σύνδεσης της Τ3 με πυρηνικούς υποδοχείς και τροποποίηση της έκφρασης διαφόρων γονιδίων. Ωστόσο για την άσκηση αυτής της δράσης είναι απαραίτητο να φθάσουν στους περιφερικούς ιστούς, να εισέλθουν εντός των κυττάρων δια της κυτταρικής μεμβράνης και να υποστούν τη δράση των ιωδιοθυρεονικών αποϊωδινασών. Οι -420-

Ι. ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ, Γ.Ν. ΚΟΥΚΟΥΛΗΣ: ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΜΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ θυρεοειδικές ορμόνες μεταφέρονται στους περιφερικούς ιστούς συνδεδεμένες με πρωτεΐνες (την σφαιρίνη που συνδέει την θυροξίνη (ΤBG), την τρανσθυρετίνη και την αλβουμίνη) και μόλις ένα μικρό ποσοστό της ολικής Τ4 (0,03%) και της ολικής Τ3 (0,3%) κυκλοφορεί μη συνδεδεμένο με πρωτείνες ώς ελεύθερο κλάσμα. Το ελεύθερο κλάσμα της Τ4 (FΤ4) και της Τ3 (FT3) αποτελούν το μέρος εκείνο των θυρεοειδικών ορμονών που μπορεί να μεταφερθεί στο εσωτερικό του κυττάρου δια της κυτταρικής μεμβράνης, θεωρούμενο ως το βιολογικά δραστικό. Η μεταφορά της Τ4 και Τ3 εντός του κυττάρου γίνεται με ειδικούς μεταφορείς ο σπουδαιότερος των οποίων είναι ο μονοκαρβοξυλικός μεταφορέας-8 (MCT-8). Πρόσφατα, δείχθηκε ότι αυξήθηκε η έκφραση του γονιδίου του MCT-8 στα ηπατικά και μυϊκά κύτταρα ασθενών με χρόνια ΚΔΥ.(2) Επιπρόσθετα, βρέθηκε αντίστροφη συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών αίματος και της έκφρασης των MCT-8 μεταφορέων στους σκελετικούς μύες(2). Η αύξηση του MCT-8 σε συνθήκες χαμηλών συγκεντρώσεων των θυρεοειδικών ορμονών και το αντίστροφο υποδηλώνουν ένα μηχανισμό ιστικής προσαρμογής στην κυτταρική πρόσληψη των θυρεοειδικών ορμονών. Η μεταφορά των θυρεοειδικών ορμονών στους περιφερικούς ιστούς, ο μεταβολισμός τους και η σύνδεση τους με τους υποδοχείς τους, αποτελούν κρίσιμα βήματα για την έκφραση της δράσης τους στους περιφερικούς ιστούς. Σε ασθενείς με ΚΔΥ έχουν βρεθεί αλλαγές σε όλα τα ως άνω βήματα. Ειδικότερα, σε χρόνιες ΚΔΥ επιμένουν οι περιφερικές μεταβολές ενώ προστίθεται και καταστολή της παραγωγής Τ4 μέσω νευροενδοκρινικών προσαρμογών.(3) Αποϊωδίωση των θυρεοειδικών ορμονών Όπως προαναφέρθηκε στους περιφερικούς ιστούς συμβαίνει μετατροπή της προορμόνης Τ4 σε Τ3 και rτ3 (σχήμα 1). Η μετατροπή αυτή γίνεται με τη βοήθεια των αποϊωδινασών (Deiodinases), τριών ενζύμων (Α1, Α2 και Α3) που ανήκουν στην οικογένεια των σεληνιπρωτεϊνών. Τα ένζυμα αυτά αποσπούν εκλεκτικά άτομα ιωδίου από την Τ4 και τα παράγωγα της ενεργοποιώντας ή απενεργοποιώντας τα προκύπτοντα προϊόντα. Κάθε ένα ένζυμο εκφράζεται, γενικά, σε συγκεκριμένους τύπους κυττάρων. Η αποϊωδινάση Α1 εκφράζεται στον θυρεοειδή, το ήπαρ, τους νεφρούς και την υπόφυση και έχει την ιδιότητα να αποσπά ιώδιο από το εξωτερικό δακτύλιο συμβάλλοντας στην μετατροπή της Τ4 σε Τ3. Επίσης έχει την ιδιότητα να αποσπάει ιώδιο και από τον εσωτερικό δακτύλιο ιδιαίτερα της Τ4 και Τ3 που συνδέονται με θειικές ομάδες. Η δραστικότητα της Α1 ρυθμίζεται από την Τ3 στο επίπεδο της αντιγραφής του γονιδίου της οδηγώντας σε αύξηση της δραστικότητας της στον υπερθυρεοειδισμό και ελάττωση της δραστικότητας της στον υποθυρεοειδισμό. Η αποϊωδινάση Α2 εκφράζεται στον θυρεοειδή αδένα, τον εγκέφαλο, τους σκε- -421-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ λετικούς μύες και την υπόφυση και έχει την ιδιότητα να αποσπά ιώδιο από το εξωτερικό δακτύλιο. Έτσι, η Α2 μετατρέπει την Τ4 σε Τ3 και την rτ3 σε δυϊώδοθυρονίνη (Τ2). Η Α2 θεωρείται ότι συμβάλλει στην παραγωγή της κυκλοφορούσης Τ3 και είναι σημαντική για την τοπική παραγωγή Τ3 ιδιαίτερα στον εγκέφαλο και την υπόφυση. Η αποϊωδινάση Α3 εκφράζεται στον εγκέφαλο, το δέρμα και σε ορισμένους ιστούς του εμβρύου. Επίσης εκφράζεται στην εγκυμονούσα μήτρα και τον πλακούντα όπου θεωρείται ότι προστατεύει το έμβρυο από την έκθεση σε αυξημένες συγκεντρώσεις Τ3. Έχει την ιδιότητα να αποσπάει ιώδιο από τον εσωτερικό δακτύλιο καταλύοντας την αποδόμηση των θυρεοειδικών ορμονών δηλαδή της Τ4 σε rτ3 και της Τ3 σε Τ2. Μεταβολές των θυρεοειδικών ορμονών και της TSH σε ΚΔΥ Κρίσιμες διαταραχές της υγείας προκαλούν σημαντικές αλλαγές στο νευροενδοκρινικό σύστημα. Ειδικώτερα, οι αλλαγές τη λειτουργία του ΥΥΘ άξονα χαρακτηρίζονται από μεταβολές των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών αίματος όπου κυριαρχεί η ελάττωση της Τ3, γεγονός που οδήγησε στην ορισμό αυτών των μεταβολών ως «σύνδρομο χαμηλής Τ3» (low Τ3 syndrome). Παλαιότερα για την περιγραφή των ως άνω μεταβολών χρησιμοποιήθηκε ο όρος, «euthyroid-sick syndrome» γιατί οι ασθενείς αυτοί θεωρούνταν ευθυρεοειδικοί παρά την ελάττωση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών. Σήμερα χρησιμοποιείται ο όρος «σύνδρομο της μη θυρεοειδικής νόσου» (ΣΜΘΝ) ο οποίος περιλαμβάνει όλες τις τυπικές αλλαγές στη συγκέντρωση των θυρεοειδικών ορμονών που συνοδεύουν κάθε οξεία ή χρόνια ΚΔΥ αλλά δεν οφείλονται σε ενδοθυρεοειδική βλάβη. Το είδος και η ένταση των μεταβολών των θυρεοειδικών ορμονών και της TSH στην κυκλοφορία, εξερτάται απο την βαρύτητα και τη χρονική διάρκεια της ΚΔΥ (σχήμα 2). Η εκτίμηση της θυρεοειδικής λειτουργίας σε ασθενείς με μη θυρεοειδική νόσο και ειδικά σε νοσηλευόμενους σε εντατική μονάδα είναι πολύ δύσκολη. Πολλοί από αυτούς έχουν χαμηλές συγκεντρώσεις θυροξίνης και τριιωδοθυρονίνης ενώ συχνά είναι χαμηλή και η TSH ορού. Η μείωση της Τ3 είναι το πιο συχνό εύρημα. Στην εντατική μονάδα το 70% των ασθενών παρουσιάζει χαμηλή Τ3 και το 50% χαμηλή Τ4.(4) Οι μεταβολές των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών δεν περιορίζονται σε ασθενείς με οργανική νόσο αλλά παρατηρούνται και σε ασθενείς με ψυχιατρική νόσο ή σοβαρή στέρηση τροφής. Στη χρόνια ψυχιατρική διαταραχή συχνό εύρημα είναι η κατασταλμένη TSH με φυσιολογική FT4 ενώ, αντίθετα, στην οξεία ψυχιατρική νόσο παρατηρείται υψηλή Τ4 με φυσιολογική ή υψηλή TSH, υποδηλώνοντας κεντρική ενεργοποίηση του ΥΥΘ άξονα.(5) -422-

Ι. ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ, Γ.Ν. ΚΟΥΚΟΥΛΗΣ: ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΜΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ Σχήµα 2. µεταβολές των θυρεοειδικών ορµονών και της TSH ανάλογα µε τη βαρύτητα της κρίσιµης διαταραχής της υγείας (Κ Υ). Η κίτρινη περιοχή υποδηλώνει τα φυσιολογικά όρια. 1. Μεταβολές Τ3 Το οξύ στρες το οφειλόμενο σε σήψη, εγχείρηση, έμφραγμα του μυοκαρδίου κτλ., προκαλεί μέσα σε λίγες ώρες από την έναρξη του οξεία πτώση στα επίπεδα της Τ3 και αύξηση των επιπέδων της rt3 αίματος(6) (σχήματα 1 και 2). Ταυτόχρονα παρατηρείται μια παροδική αύξηση στα επίπεδα της Τ4 και της ΤSH.(7) Οι αλλαγές στον ΥΥΘ άξονα κατά τις οξείες ΚΔΥ είναι τόσο ομοιόμορφες ώστε να θεωρούνται ευεργετικές προσαρμογές και δεν απαιτούν θεραπευτική παρέμβαση. Στις χρόνιες ΚΔΥ τα επίπεδα της Τ3 ελαττώνονται ακόμα περισσότερο ενώ αρχίζουν να ελαττώνονται και τα επίπεδα της Τ4.(8) Παρά τα χαμηλά επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών, τα επίπεδα της TSH δεν αυξάνουν αλλά παραμένουν εντός των φυσιολογικών ορίων (πίνακας 1) υποδηλώνοντας ότι στην χρόνια φάση της ΚΔΥ οι ασθενείς αναπτύσουν μια πρόσθετη νευροενδοκρινική διαταραχή.(8) Υπάρχουν ενδείξεις ότι η εικόνα των θυρεοειδικών ορμονών και της TSH στο πλάσμα, στην περίπτωση αυτή, οφείλεται σε ελαττωμένη υποθαλαμική δραστηριότητα. 2. Μεταβολές της Τ4 Ποσοστό 15-20% των νοσηλευομένων ασθενών και 50% των ασθενών στην εντατική μονάδα, παρουσιάζουν χαμηλές συγκεντρώσεις Τ4 ορού (low T4 syndrome). (σχήμα 2) Αυτό συμβαίνει λόγω της μείωσης της συγκέντρωσης μίας ή περισσοτέρων πρωτεϊνών σύνδεσης των θυρεοειδικών ορμονών. Επιπρόσθετα, αιτία ελαττωμένων επιπέδων της Τ4 αποτελεί και η παρουσία ουσιών στην κυκλοφορία που εμποδίζουν την Τ4 να συνδεθεί στις πρωτεΐνες σύνδεσης. Ωστόσο, η εξωγενής -423-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ χορήγηση Τ4 σε ασθενείς με χρόνια ΚΔΥ επέτυχε να αποκαταστήσει φυσιολογικά επίπεδα Τ4 υποδηλώνοντας άλλους μηχανισμούς ελάττωσης της.(9) Μικρές μειώσεις στις πρωτεΐνες σύνδεσης των θυρεοειδικών ορμονών δεν μεταβάλλουν τα επίπεδα ελεύθερης Τ4 του ορού τα οποία είναι συνήθως φυσιολογικά σε ασθενείς με νόσο που δεν είναι σοβαρή. Η χαμηλή συγκέντρωση της Τ4 στον ορό στις χρόνιες ΚΔΥ πιθανώς οφείλεται σε μειωμένη παραγωγή TBG ή σε παραγωγή TBG με χαμηλή συγγένεια προς την Τ4, λόγω μη φυσιολογικής γλυκοζυλίωσης της. Πάντα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η μέθοδος μέτρησης της Τ4. Οι δοκιμασία πρόσληψης της Τ3 απο ριτίνη (T3-resin uptake) συνήθως δεν διορθώνει την ελάττωση των πρωτεϊνών σύνδεσης όταν οι τελευταίες είναι πολύ χαμηλές. Πίνακας 1. Απλοποιηµένο σχήµα των µεταβολών των θυρεοειδικών ορµονών και της TSH στον πρωτοπαθή υποθυρεοειδισµό, τον κεντρικό υποθυρεοειδισµό και τη µη θυρεοειδική νόσο. 3. Μεταβολές της TSH Οι μέθοδοι προσδιορισμού της TSH πρέπει να έχουν χαμηλό κατώτερο όριο ανίχνευσης (0.01mU/L) όταν εκτιμάται η θυρεοειδική λειτουργία σε βαρέως πάσχοντες. Σε χρονίως πάσχοντες με ΚΔΥ παρά την ελάττωση της Τ4 και Τ3 ορού, τα επίπεδα της TSH δεν αυξάνουν αλλά παραμένουν εντός των φυσιολογικών ορίων. Σχεδόν όλοι οι ασθενείς που έχουν χαμηλή αλλά ανιχνεύσιμη TSH (0.05 mu/l <TSH <0.3 mu/l) είναι ευθυρεοειδικοί μετά την ανάρρωση. Αντίθετα, σχεδόν το 75% των ασθενών με μη ανιχνεύσιμη TSH (<0.01 mu/l) έχουν υπερθυρεοειδισμό. Κατά την φάση της ανάρρωσης οι ασθενείς με ΚΔΥ παρουσιάζουν παροδική αύξηση της TSH ορού με τιμές μέχρι 20 mu/l. Μόνιμο υποθυρεοειδισμό συνήθως παρουσιάζουν εκείνοι που είχαν τιμή TSH ορού> 20 mu/l. -424-

Ι. ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ, Γ.Ν. ΚΟΥΚΟΥΛΗΣ: ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΜΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ 4. Κλινική αξιολόγηση των μεταβολών Οι ασθενείς με σοβαρή μη θυρεοειδική νόσο, μπορεί να παρουσιάσουν εργαστηριακή εικόνα συμβατή με παροδικό κεντρικό υποθυρεοειδισμό (πίνακας 1). Στην σοβαρή μη θυρεοειδική νόσο, όσο και τον κεντρικό υποθυρεοειδισμό, η TSH είναι φυσιολογική ή απρόσφορα κατασταλμένη παρά τα χαμηλά επίπεδα της Τ3 στην κυκλοφορία και επιπλέον αμφότερες οι διαταραχές παρουσιάζουν κατάργηση της νυχτερινής αιχμής, της κατά ώσεις έκκρισης, και της γλυκοζυλίωσης της ΤSH που ίσως μειώνει την βιοδραστικότητα της. Η διαφορά ανάμεσα στον κεντρικό υποθυρεοειδισμό και το ΣΜΘΝ αφορά μόνο στα αυξημένα επίπεδα της rt3 στην τελευταία Η τιμή της rt3 είναι χαμηλή λόγω της στον κεντρικό υποθυρεοειδισμό λόγω χαμηλής θυρεοειδικής παραγωγής Τ4 που αποτελεί το υπόστρωμα για την παραγωγή της rt3. Όμως σε καταστάσεις ήπιου υποθυρεοειδισμού, περιορίζεται η χρησιμότητα της rt3 η οποία μπορεί να είναι φυσιολογική ή λίγο αυξημένη και όχι χαμηλή. Στις περιπτώσεις ασθενών με ΚΔΥ είναι αναγκαίο να προσδιορίζεται η Τ3 ορού η οποία βοηθάει στην διαφοροδιάγνωση του ΣΜΘΝ από τον υπερθυρεοειδισμό κυρίως στις περιπτώσεις με χαμηλή συγκέντρωση της TSH ορού. Η τιμή της Τ3 ορού είναι συνήθως υψηλή ή στα ανώτερα φυσιολογικά στον υπερθυρεοειδισμό και χαμηλή ή στα κατώτερα φυσιολογικά στο ΣΜΘΝ. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ο προσδιορισμός της TSH σε τυχαίο δείγμα αίματος δεν μπορεί να διακρίνει μεταξύ των δύο καταστάσεων αφού συνήθως οι τιμές είναι φυσιολογικές. Η εκτίμηση της κατά ώσεις έκκρισης της TSH με πολλαπλά δείγματα μπορεί μεν να καταδείξει την παρουσία χαμηλής TSH αλλά είναι τεχνικά αδύνατη στις συνήθεις συνθήκες κλινικής αξιολόγησης. Η αύξηση της TSH, κατά την ανάρρωση και η συνοδός αύξηση της Τ4 αποτελούν μέν αποδείξεις της παρουσίας του ΣΜΘΝ αλλά έρχονται πολύ αργά. Κατά την κλινική αξιολόγηση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών με ΚΔΥ είναι επιβεβλημένο να αποκλεισθούν καταστάσεις η φαρμακευτική αγωγή που επηρεάζουν τις θυρεοειδικές ορμόνες προς την κετεύθυνση του ΣΜΘΝ. Ειδικότερα, 1) Υπερκορτιζολαιμία σαν απάντηση στο στρες ή λόγω εξωγενούς χορήγησης γλυκοκορτικοειδών, 2) Αναστολείς της αποιωδινάσης όπως τα λιπαρά οξέα 3) Φάρμακα όπως η αμιοδαρώνη, η προπανολόλη, τα ιωδιούχα σκευάσματα, τα βαρβιτουρικά, η ντοπαμίνη, τα οπιούχα, οι βενζοδιαζεπίνες, οι σουλφοναμίδες, η σωματοστατίνη και η φουροσεμίδη, 4) Κυττοκίνες όπως η ιντερφερόνη γ. Αλλαγές του ΥΥΘ άξονα κατά τις ΚΔΥ -425-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ Περιφερικός μεταβολισμός θυρεοειδικών ορμονών Ενώ υπάρχουν αρκετές μελέτες οι οποίες δείχνουν ότι τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών ελαττώνονται κατά τη διάρκεια ΚΔΥ, λίγες είναι εκείνες όπου έγινε προσπάθεια να μετρηθούν τα ιστικά επίπεδα. Οι Peeters και συν. έειξαν ότι υπάρχει καλή συσχέτιση μεταξύ της κυκλοφορούσης Τ3 και των επιπέδων της στο ηπατικό παρέγχυμα και τους σκελετικούς μύες σε ασθενείς με χρόνιες ΚΔΥ.(10) Επιπρόσθετα, η εξωγενής χορήγηση θυρεοειδικών ορμονών συνοδεύτηκε από αύξηση της συγκέντρωσης στους σκελετικούς μύς. Τα ευρήματα επιβεβαιώθηκα σε άλλη μελέτη(11) και γενικά τα επίπεδ της Τ3 στους ιστούς ασθενών με χρόνια ΚΔΥ είναι ελαττωμένα. Αυτό υποδηλώνει ότι τα κυκλοφορούντα χαμηλά επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών στις ΚΔΥ αντιστοιχούν σε ιστικό υποθυρεοειδισμό. Κατά τις ΚΔΥ, οι παρατηρούμενες μεταβολές των θυρεοειδικών ορμονών (ελάττωση της Τ3 και αύξηση της rt3) υποδηλώνουν ότι στο φαινόμενο ενέχεται ελάττωση της αποϊωδίωσης της Τ4.(12) Η ελάττωση της αποϊωδίωσης της Τ4 οδηγεί σε ελαττωμένη παραγωγή ενεργού Τ3 και αύξηση του καταβολισμού της Τ4 σε rt3, κάτι που επιβεβαιώθηκε σε ασθενείς με χρόνια ΚΔΥ στους οποίους διαπιστώθηκε ελαττωμένη δραστικότητα της ηπατικής αποϊωδινάσης Α1, η οποία παρουσίαζε θετική συσχέτιση με το λόγο Τ3/rT3.(13) Η ελαττωμένη ηπατική έκφραση και δραστηριότητα της αποϊωδινάσης Α1 στη χρόνια ΚΔΥ επιβεβαιώθηκε και σε πειραματικό μοντέλο κουνεκιών.(14) Το σημαντικό όμως εύρημα ήταν η αποκατάσταση της δραστικότητας του ενζύμου μετά εξωγενή χορήγηση TRH και η επαναφορά της T4 σε φυσιολογικά επίπεδα.(14) Η μειωση της δραστικότητας της αποϊωδινάσης Α1 οδηγεί επίσης και σε μειωμένη κάθαρση της rt3 σε διιωδοθυρονίνη (Τ2). Συνεπώς, στο ΣΜΘΝ αναμένεται υψηλή συγκέντρωση της rt3 με εξαίρεση τους ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια και κάποιους με σύνδρομο επίκτητης ανοσοανεπάρκειας. Η δραστικότητα της αποϊωδινάσης Α2 ρυθμίζεται από τις θυρεοειδικές ορμόνες στο προ- και μετγραφικό επίπεδο. Ο υποθυρεοειδισμός αυξάνει την έκφραση του ενζύμου ενώ τα αυξημένα επίπεδα της Τ3 την καταστέλλουν.(15) Η Α2 λογίζεται το ένζυμο που συμβάλλει στην διαμόρφωση των περιφερικών επιπέδων της Τ3. και συνεπώς η ελαττωμένη δραστικότητα του ενζύμου σε χρόνιες ΚΔΥ θα μπορούσε να παίζει ρόλο στην μειωμένη τοπική μετατροπή της Τ4 σε Τ3. Η υπόθεση αυτή δεν έχει ερείσματα αφού η δραστικότητα της Α2 βρέθηκε αυξημένη σε χρόνιες όχι όμως σε οξείες ΚΔΥ.(16) Φυσιολογικά η δραστικότητα της αποϊωδινάσης Α3 είναι πρακτικά απούσα στους περιφερικούς ιστούς ενηλίκων υγιών ατόμων. Ομως στις περιπτώσεις χρόνιας ΚΔΥ παρατηρείται μια ενεργοποίηση του ενζύμου,(17) η οποία καταστέλλεται όταν αυξηθούν τα επίπεδα της Τ3 μετά από χορήγηση TRH σε συνδυασμό με εκκριταγωγό αυξητικής ορμόνης ή σκέτη αυξητική ορμόνη.(14) Είναι προφανές ότι ο συνδυασμός της ελαττωμένης δραστικότητας της Α1 και της αυξημένης δραστικότητας της Α3, οδηγούν σε ελαττωμένη ενεργοποίηση και αυξημένη απενεργοποίηση των -426-

Ι. ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ, Γ.Ν. ΚΟΥΚΟΥΛΗΣ: ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΜΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ θυρεοειδικών ορμονών. 2. Υποθαλαμο-υποφυσιακή ρύθμιση Ένα από τα χαρακτηριστικά ευρήματα της χρόνιας ΚΔΥ είναι η καταστολή της έκφρασης του γονιδίου της TRH στον υποθάλαμο παρά τα χαμηλά επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών στην κυκλοφορία. Η Τ3 ασκεί σοβαρή ανασταλτική δράση στην παραγωγή TRH στον παρακοιλιακό πυρήνα, πλην όμως οι TRH νευρώνες δεν έχουν την δυνατότητα μετατροπής της Τ4 σε Τ3. Πηγή της τοπικής Τ3 είναι νευρογλοιακά κύτταρα στο έδαφος της 3ης κοιλίας που επεκτείνονται στον υποθάλαμο (tanycytes)(18) Η ελάττωση της TRH από τον υποθάλαμο οδηγεί στην εγκατάσταση κεντρικού υποθυρεοειδισμού. Για την ερμηνεία της καταστολής του ΥΥΘ άξονα έχουν προταθεί αρκετοί μηχανισμοί. Ανάμεσα τους ο μηχανισμός της υποθαλαμικής θυρεοτοξίκωσης παρά τα χαμηλά επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών στην περιφέρεια. Είναι γνωστό ότι πάνω από το 80% της Τ3 στον εγκέφαλο προέρχεται από την τοπική μετατροπή της Τ4 σε Τ3 με την δράση της αποϊοδινάσης Α2.(19) Συνεπώς, αυξημένη δραστηριότητα της αποϊωδινάσης Α2 στο μεσοβασικό υποθάλαμο θα μπορούσε να ερμηνεύσει την διαφορά της Τ3 μεταξύ υποθαλάμου και περιφέρειας και την καταστολή της TRH. Πράγματι, πρόσφατα διαπιστώθηκε αυξημένη δραστηριότητα της αποϊωδινάσης Α2 στο μεσοβασικό υποθάλαμο κουνελιών που παρουσίαζαν ΚΔΥ.(20) Επιπρόσθετα, η χορήγηση λιποπολυσακχαρίτη σε επίμυες συνοδεύτηκε από αύξηση της έκφρασης και της δραστικότητας της αποϊωδινάσης Α2.(21) Εναλακτικά, τα αυξημένη υποθαλαμικά επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών και η καταστολή της TRH θα μπορούσαν να ερμηνευθούν από την ελαττωμένη αδρανοποίηση της Τ4 και Τ3 από την αποϊωδινάση Α3. Η άποψη αυτή ενισχύεται από την παρατήρηση της ελαττωμένης έκφρασης του γονιδίου της αποϊωδινάσης Α3 στον παρακοιλιακό πυρήνα ποντικιών με χρόνια φλεγμονή.(22) Η αύξηση της μεταφοράς των θυρεοειδικών ορμονών στα υποθαλαμικά κύτταρα θα μπορούσε επίσης να ερμηνεύσει την καταστολή της TRH. Η αύξηση της υποθαλαμικής έκφρασης των μεταφορέων των θυρεοειδικών ορμονών που παρατηρήθηκε πρόσφατα σε κουνέλια με ΚΔΥ,20 ενισχύει την ανωτέρω άποψη όπως και το γεγονός ότι η παρουσία του μεταφορέα MCT-8 είναι απαραίτητη για την ρύθμιση της φυσιολογικής λειτουργίας των υποφυσιοτρόπων TRH νευρώνων. Η αύξηση της υποθαλαμική Τ3 μέσω ενός ή περισσοτέρων από τους ανωτέρω μηχανισμούς σε ανθενείς με ΚΔΥ θα μπορούσε να ερμηνεύσει την καταστολή της TRH μέσω του μηχανισμού ανατροφοδότησης. Ωστόσο, η άποψη αυτή αντικρούεται από μια παλαιά μελέτη στην οποία διαπιστώθηκε ότι ασθενείς με χρόνια ΚΔΥ είχαν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα Τ3 στον υποθάλαμο τους σε σύγκριση με άτομα που αποβίωσαν λόγω ατυχήματος.(11) Οι TRH νευρώνες, στον παρακοιλιακό πυρήνα, λαμβάνουν μηνύματα από το σύστημα της μελανοκορτίνης το οποίο αποτελείται, τουλάχιστον, από δύο αντα- -427-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ γωνιζόμενες ομάδες νευρώνων στον τοξοειδή υποθαλαμικό πυρήνα. Η μία ομάδα νευρώνων συνθέτει την α-msh και παράλληλα εκφράζει το πεπτίδιο CART (cocaine-amphetamine-regulated transcript), ενώ η άλλη ομάδα συνθέτει το νευροπεπτίδιο Υ (ΝPY) και παράλληλα εκφράζει το πεπτίδιο AGRP (agouti-related peptide). Τα μηνύματα που λαμβάνουν οι ΤRH νευρώνες είναι διεγερτικά από το σύστημα της a-msh και ανασταλτικά από το σύστημα του NPY.(23) Η δραστηριότητα των ως άνω ομάδων νευρώνων επηρεάζεται από την λεπτίνη η οποία ελαττώνεται στη φάση της νηστείας και επανέρχεται στα «φυσιολογικά» επίπεδα με την πρόσληψη τροφής. Η ελάττωση των επιπέδων της λεπτίνης, κατά τη νηστεία, συνοδεύεται από αναστολή της παραγωγής α-μsh και αύξηση της παραγωγής του πεπτιδίου AGRP και πιθανώς ερμηνεύει την ελάττωση της υποθαλαμικής TRH που παρατηρείται κατά την νηστεία.(24) Ωστόσο, στις περιπτώσεις ΚΔΥ οι μηχανισμοί που οδηγούν σε ελάττωση της υποθαλαμικής TRH μοιάζουν να είναι διαφορετικοί αφού συνοδεύονται μάλλον από αύξηση της της έκφρασης του γονιδίου της α-μsη ενώ δεν αλλάξει την έκφραση του γονιδίου της NPY.(25) Επιπρόσθετα, σε ασθενείς που αποβίωσαν από σοβαρή νόσο η υποθαλαμική έκφραση του NPY ήταν ελαττωμένη και συσχετιζόταν θετικά με τα επίπεδα της TRH.(23) Ως πιθανοί παράγοντες του οξέως εγκατεστημένου συνδρόμου χαμηλής Τ3 θεωρήθηκαν οι κυττοκίνες. Ωστόσο, μόνο η ιντερφερόνη-γ προκάλεσε σε ποντίκια συστηματική νόσο που συνοδεύτηκε με δοσοεξαρτώμενη ελάττωση των επιπέδων της Τ4 και Τ3 ορού χωρίς μεταβολή της ΤSH. Μελέτες στον άνθρωπο έδειξαν συσχέτιση των επιπέδων της Τ3 με την ιντερλευκίνη-6, ενώ η χορήγηση TNF-α συνοδεύτηκε από ελάττωση της Τ3 που θύμιζε το σύνδρομο χαμηλής Τ3. Ωστόσο, παρά τις ανωτέρω ενδείξεις η χορήγηση αναστολέων των κυττοκινών απέτυχε να αποκαταστήσει φυσιολογική θυρεοειδική λειτουργία σε ανθρώπους και πειραματόζωα με σύνδρομο χαμηλής Τ3. Θεραπευτική παρέμβαση Είναι αμφιλεγόμενο αν οι μεταβολές του ΥΥΘ άξονα στο ΣΜΘΝ αντιπροσωπεύουν παθολογία που χρειάζεται υποκατάσταση με θυροξίνη ή προσαρμοστική απάντηση στο στρες που οδηγεί σε επιβράδυνση του μεταβολισμού για την προστασία του ασθενούς. Η θεραπεία με θυροξίνη αυτών των ασθενών, φαίνεται να παρέχει μικρό κέρδος και ίσως να είναι επιβλαβής. Είναι πιθανό οι αλλαγές της θυρεοειδικής λειτουργίας στη σοβαρή νόσο να προστατεύουν τον ασθενή από υπερβολικό ιστικό καταβολισμό. Κλινικές μελέτες προσπαθούν να δώσουν απάντηση εάν η θεραπεία υποκατάστασης με θυρεοειδικές ορμόνες παρέχει οφέλη για τον βαρέως πάσχοντα και αν αυτό συμβαίνει ποια είναι η ενδεδειγμένη θεραπεία. Η θεραπεία υποκατάστασης με Τ4 ή Τ3 δεν έδειξε κάποιο σημαντικό όφελος. Ειδικότερα, η χορήγηση Τ3 σε εγκαυματίες δεν είχε καμία σημαντική επίδραση σε μεταβολικούς παράγοντες ή -428-

Ι. ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ, Γ.Ν. ΚΟΥΚΟΥΛΗΣ: ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΜΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ στη θνησιμότητα. Αντίθετα, η έγχυση ΤRH και εκκριταγωγών της GH οδήγησε σε βελτίωση καταβολικών παραμέτρων και αποκαταστάθηκαν επιτυχώς τα επίπεδα των θυρεοειδικώνές ορμονών.(26) Με δεδομένο ότι η χορήγηση θυρεοειδικών ορμονών έχει σημαντική επίδραση στην καρδιακή λειτουργία, πολλές μελέτες διερεύνησαν την επίδραση της χορήγησης θυροξίνης σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, μετά από μεταμόσχευση.(27) Σε δότες πριν την μεταμόσχευση καρδιάς, η χορήγηση Τ3 σταθεροποίησε και βελτίωσε την καρδιακή λειτουργία. Επίσης, σε ασθενείς με κλάσμα εξώθησης <45% η βραχυχρόνια χορήγηση Τ3 προκάλεσε αναζωογόνηση της καρδιακής λειτουργίας και βελτίωση της καρδιακής παροχής. Αντίθετα, πριν και κατά την διάρκεια καρδιοαναπνευστικού bypass, όπου παροδικά μειώνεται η Τ3, η χορήγηση Τ3 δεν είχε κανένα όφελος. Η μετεγχειρητική ενδοφλέβια χορήγηση Τ3 για 6 ώρες, αύξησε το μέσο όρο του καρδιακού δείκτη και ελάττωσε τις συστηματικές αντιστάσεις χωρίς όμως να επηρεάσει την περιεγχειρητική θνητότητα και θνησιμότητα. Προς το παρόν δεν υπάρχει πειστική ένδειξη για την χορήγηση θυρεοειδικών ορμονών σε ασθενείς με χρόνια ΚΔΥ, με εξαίρεση ίσως σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια μελοντικά.σίγουρα χρειάζονται περισσότερες και μεγαλύτερης διάρκειας μελέτες. Προγνωστική αξία του συνδρόμου χαμηλής Τ3 Η σοβαρότητα των αλλαγών της θυρεοειδικής λειτουργίας στους ασθενείς με μη θυρεοειδική νόσο ποικίλει ανάλογα με τη σοβαρότητα της νόσου. (Σχήμα 2). Υψηλή rt3 με χαμηλό κλάσμα Τ3/rT3 την πρώτη ημέρα νοσηλείας στην εντατική μονάδα, σχετίσθηκε με υψηλή θνησιμότητα. Επίσης υπάρχει υψηλή συσχέτιση της χαμηλής Τ4 και θνησιμότητας. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Σε κρίσιμες διαταραχές της υγείας παρατηρείται χαρακτηριστική ελάττωση της Τ3 και σε μικρότερο βαθμό της Τ4 στην κυκλοφορία που οφείλονται σε αλλαγές στην κεντρική (αναστολή έκκρισης της TRH) και περιφερική ρύθμιση (μειωμένη αποϊωδίωση της Τ4 και αυξημένος καταβολισμός της rt3) της λειτουργίας του ΥΥΘ άξονα. Οι μεταβολές αυτές εξαρτώνται από την ένταση και τη διάρκεια της ΚΔΥ του ασθενούς. Οι μεταβολές στις οξείες ΚΔΥ θεωρούνται ευεργετικές προσαρμογές του οργανισμού, όχι όμως και οι μεταβολές στις χρόνιες ΚΔΥ. Ο Ενδοκρινολόγος καλείται να διαγνώσει το ΣΜΘΝ αποκλείοντας τον κεντρικό υποθυρεοειδισμό και σπάνια τον υπερθυρεοειδισμό. Η χορήγηση θυρεοειδικών ορμονών θεραπευτικά δεν έχει θέση, επί του παρόντος. -429-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ Βιβλιογραφία 1. Mebis L. Van den Berghe G, The hypothalamus-pituitary-thyroid axis in critical illness. Neth J Med 2009; 67:332-340. 2. Mebis L, Paletta D, Debaveye Y, et al. Expression of thyroid hormone transporters during critical illness. Eur J Endocrinol. 2009;161:243-50. 3. Van den Berghe G, de Zegher F, Bouillon R. Acute and Prolonged Critical Illness as Different Neuroendocrine Paradigms. J Clin Endocrinol Metab. 1998; 83:1827-34. 4. Ray DC, Macduff A, Drummond GB, Wilkinson E, Adams B & Beckett GJ Endocrine measurements in survivors and non-survivors from critical illness. Care Medicine 2002; :1301 1308. 5. Sabeen S, Chou C & Holroyd S Abnormal thyroid stimulating hormone (TSH) in psychiatric long-term care patients. Archives of Gerontology and Geriatrics 2009 DOI: 10.1016/j. archger.2009.06.002. 6. Chopra IJ, Chopra U, Smith SR, Reza M, Solomon DH. Reciprocal changes in serum concentrations of 3,3,5-triiodothyronine (T3) in systemic illnesses. J Clin Endocrinol Metab. 1975; 41:1043-9. 7. Michalaki M, Vagenakis AG, Makri M, Kalfarentzos F, Kyriazopoulou V. Dissociation of the early decline in serum T(3) concentration and serum IL-6 rise and TNFalpha in nonthyroidal illness syndrome induced by abdominal surgery. J Clin Endocrinol Metab. 2001; 86:4198-205. 8. Van den Berghe G, de Zegher F, Veldhuis JD, et al. Thyrotrophin and prolactin release in prolonged critical illness: dynamics of spontaneous secretion and effects of growth hormonesecretagogues. Clin Endocrinol (Oxf ). 1997; 47:599-612. 9. Brent GA, Hershman JM. Thyroxine therapy in patients with severe nonthyroidal illnesses and low serum thyroxine concentration. J Clin Endocrinol Metab. 1986; 63:1-8. 10. Peeters RP, van der Geyten S, Wouters PJ, et al. Tissue Thyroid Hormone Levels in Critical Illness. J Clin Endocrinol Metab. 2005; 90:6498-507. 11. Arem R, Wiener GJ, Kaplan SG, Kim HS, Reichlin S, Kaplan MM.Reduced tissue thyroid hormone levels in fatal illness. Metabolism.1993; 42:1102-8. 12. Van Wassenaer AG, Kok JH, de Vijlder JJ, et al. Effects of thyroxine supplementation on neurologic development in infants born at less than 30 weeks gestation. N Engl J Med. 1997; 336:21-6. 13. Fliers E, Alkemade A, Wiersinga WM. The hypothalamic-pituitarythyroid axis in critical illness. Best Pract Res Clin Endocrinol Metab. 2001; 15:453-64. 14. Debaveye Y, Ellger B, Mebis L, et al. Tissue deiodinase activity during prolonged critical illness: effects of exogenous thyrotropin-releasing hormone and its combination with growth hormone-releasing peptide-2.endocrinology. 2005; 146:5604-11. 15. Bianco AC, Salvatore D, Gereben B, Berry MJ, Larsen PR. Biochemistry, Cellular and Molecular Biology, and Physiological Roles of the Iodothyronine Selenodeiodinases. Endocr Rev. 2002; 23:38-89. 16. Mebis L, Langouche L, Visser TJ, van den Berghe G. The type II iodothyronine deiodinase is up-regulated in skeletal muscle during prolonged critical illness. J Clin Endocrinol Metab. 2007; 92:3330-3. 17. Peeters RP, Wouters PJ, Kaptein E, van Toor H, Visser TJ, van den Berghe G. Reduced activation and increased inactivation of thyroid hormone in tissues of critically ill patients. J Clin Endocrinol Metab.2003; 88:3202-11. 18 Lechan RM The dilemma of the nonthyroidal illness syndrome. Biomedica 2008; :165 171. 19. Crantz FR, Silva JE, Larsen PR. An analysis of the sources and quantity of 3,5,3 -triiodothyronine -430-

Ι. ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ, Γ.Ν. ΚΟΥΚΟΥΛΗΣ: ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΜΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ specifically bound to nuclear receptors in ratcerebral cortex and cerebellum. Endocrinology. 1982; 110:367-75. 20. Mebis L, Debaveye Y, Ellger B, et al. Changes in the central component of the hypothalamuspituitary-thyroid axis in a rabbit model of prolonged critical illness. Crit Care. 2009;13(5):R147. 21. Fekete C, Sarkar S, Christoffolete MA, Emerson CH, Bianco AC, Lechan RM. Bacterial lipopolysaccharide (LPS)-induced type 2 iodothyronine deiodinase (D2) activation in the mediobasal hypothalamus (MBH) is independent of the LPS-induced fall in serum thyroid hormone levels. Brain Res. 2005; 1056:97-9. 22. Boelen A, Kwakkel J, Wiersinga WM, Fliers E. Chronic local inflammation in mice results in decreased TRH and type 3 deiodinase mrna expression in the hypothalamic paraventricular nucleus independently of diminished food intake. J Endocrinol. 2006;191(3):707-14. 23. Lechan RM, Fekete C. Role of melanocortin signaling in the regulation of the hypothalamicpituitary-thyroid (HPT) axis. Peptides. 2006; 27:310-25. 24. Ahima RS, Prabakaran D, Mantzoros C, et al. Role of leptin in the neuroendocrine response to fasting. Nature. 1996;382(6588):250-2. Sergeyev V, Broberger C, Hokfelt T. Effect of LPS administration on the expression of POMC, NPY, galanin, CART and MCH mrnas in the rat hypothalamus. Brain Res Mol Brain Res. 2001; 90:93-100. 26. Van den, Berghe G, Wouters, P, Weekers, F, et al. Reactivation of pituitary hormone release and metabolic improvement by infusion of growth hormone-releasing peptide and thyrotropinreleasing hormone in patients with protracted critical illness. J Clin Endocrinol Metab 1999; 84:1311. 27 Farwell AP Thyroid hormone therapy is not indicated in the majority of patients with the sick euthyroid syndrome. Endocrine Practice 2008; 14:1180 1187. -431-