ΙΗΜΕΡΙ Α ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΛΛΑ ΟΣ «ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ Ο ΗΓΙΩΝ SEVESO I&II ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ» ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ Ιωάννης Α. Παπάζογλου Εργαστήριο Αξιοπιστίας Συστηµάτων και Βιοµηχανικής Ασφάλειας Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστηµών «ΗΜΟΚΡΙΤΟΣ» Αγία Παρασκευή 153 10 Ε-mail: yannisp@ipta.demokritos.gr ΑΘΗΝΑ 4-5 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2003 1
ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ Ιωάννης Α. Παπάζογλου Εργαστήριο Αξιοπιστίας Συστηµάτων και Βιοµηχανικής Ασφάλειας Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστηµών «ΗΜΟΚΡΙΤΟΣ» Αγία Παρασκευή 153 10 Ε-mail: yannisp@ipta.demokritos.gr 1 Εισαγωγή Σκοπός της εισήγησης είναι η παρουσίαση των βασικών αρχών της ποσοτικής εκτίµησης της επικινδυνότητας καθώς και της αναγκαιότητας της προσέγγισης αυτής για µια ορθολογική διαχείριση της ασφάλειας των εγκαταστάσεων πoυ υπόκεινται στην Οδηγία SEVESO II. Μια σειρά από µεγάλα βιοµηχανικά ατυχήµατα ευαισθητοποίησαν τις Ευρωπαϊκές αρχές και την δεκαετία του 1970 η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέδωσε την πρώτη Κοινοτική Οδηγία που αφορά σε θέµατα πρόληψης και προστασίας από Μεγάλα Βιοµηχανικά ατυχήµατα που έγινε γνωστή και ως Οδηγία SEVESO. Η τελευταία έκδοση της οδηγίας αυτής είναι γνωστή µε το όνοµα SEVESO II. Ο διακηρυγµένος σκοπός της Οδηγίας SEVESO-II, είναι: «η πρόληψη µεγάλων ατυχηµάτων που σχετίζονται µε επικίνδυνες ουσίες και ο περιορισµός των συνεπειών τους στον άνθρωπο και στο περιβάλλον µε σκοπό την διασφάλιση υψηλών επιπέδων προστασίας σε όλη την Κοινότητα µε ένα συνεπή και αποτελεσµατικό τρόπο». Για την ικανοποίηση αυτού του σκοπού είναι προφανές ότι υπάρχει ανάγκη να προσδιορισθεί τι σηµαίνει «µεγάλο» ατύχηµα πως µετριέται δηλαδή το µέγεθος ενός ατυχήµατος, τι σηµαίνει και πως µετριέται η «πρόληψη» των ατυχηµάτων και τι σηµαίνει και πως µετριέται ο «περιορισµός» των συνεπειών. Αξίζει στο σηµείο αυτό να σηµειωθεί ότι η Ελληνική Κοινή Υπουργική Απόφαση που ενσωµατώνει την οδηγία SEVESO-II στην Ελληνική Νοµοθεσία παρουσιάζει ορισµένες διαφορές στον ορισµό του σκοπού από την παραπάνω µετάφραση του Αγγλικού κειµένου. Η Ελληνική διατύπωση του σκοπού έχει ως εξής: «ώστε µε την λήψη των αναγκαίων µέτρων για την πρόληψη των ατυχηµάτων µεγάλης έκτασης που σχετίζονται µ επικίνδυνες ουσίες και των συνεπειών τους στην υγεία και στο περιβάλλον να εξασφαλίζεται υψηλού επιπέδου εθνική και διακοινοτική προστασία.» Στη συνέχεια της παρουσίασης θα σκιαγραφηθεί το πως µπορεί να ποσοτικοποιηθεί και κατά συνέπεια να µετρηθεί το «µέγεθος», η «πρόληψη» καθώς και ο «περιορισµός των συνεπειών» ενός ατυχήµατος και πώς οι σχετικές έννοιες, αρχές και οι µέθοδοι µπορούν να εφαρµοσθούν και στην βελτιστοποίηση του επαγγελµατικού κινδύνου. 2
2 Εκτίµηση Επικινδυνότητας και η Οδηγία SEVESO 2.1 Η έννοια της επικινδυνότητας Η έννοια της επικινδυνότητας αναφέρεται σε τυχαία γεγονότα τα οποία είναι µεν δυνατό να συµβούν δεν συµβαίνουν όµως πάντοτε και γι αυτό χαρακτηρίζονται ως τυχαία. Όταν όµως συµβούν θα υπάρξουν ανεπιθύµητες συνέπειες. Συνήθως αναφερόµαστε σε τέτοια γεγονότα µε τον όρο «ατύχηµα». Η διάσταση του τυχαίου είναι πολύ σηµαντική, γιατί ό,τι κάνουµε σχετικά µε τα ατυχήµατα βασίζεται πάντοτε στο γεγονός ότι τα γεγονότα αυτά δεν θα συµβαίνουν οπωσδήποτε (µε βεβαιότητα). Η διάσταση του τυχαίου σε ένα ατύχηµα µετριέται µε την πιθανότητα ή την σχετική συχνότητα µε την οποία αναµένεται να συµβεί. Η διάσταση των συνεπειών από την άλλη µεριά µετριέται µε το µέγεθος τους όπως για παράδειγµα η σοβαρότητα της βλάβης στην υγεία του ατόµου που ενεπλάκη στο ατύχηµα ή και ο αριθµός των ατόµων που ενεπλάκησαν στο ατύχηµα. Αυτό λοιπόν που χαρακτηρίζει ένα ατύχηµα είναι η επικινδυνότητα (R) που είναι µια συνάρτηση της πιθανότητας του (p) και των συνεπειών του (c). Η µαθηµατική έκφραση της έννοιας αυτής δίνεται από τη σχέση: R=f{p,c} Η ακριβής µορφή της συνάρτησης f ποικίλει και εξαρτάται από τις προτιµήσεις και τις σχετικές αξίες αυτών που εκτίθενται στην επικινδυνότητα, και των εµπλεκοµένων στις διάφορες µορφές διαχείρισης της επικινδυνότητας. Πολλές φορές, λανθασµένα κατά την γνώµη µου, χρησιµοποιείται σαν έκφραση της επικινδυνότητας το γινόµενο της πιθανότητας µε τις συνέπειες αλλά η συζήτηση αυτή βρίσκεται πέρα από τα χρονικά όρια της σηµερινής παρουσίασης. Η έννοια αυτή της επικινδυνότητας είναι απαραίτητη για µια ορθολογική εκτίµηση του βαθµού στον οποίον έχουµε πετύχει το σκοπό της οδηγίας SEVESO καθώς και κάθε µέτρου, ενέργειας, ή πολιτικής που αποσκοπεί στην ικανοποίηση αυτής της Οδηγίας. Ο βαθµός στον οποίο ένα µέτρο ή µια πολιτική συµβάλει στο περιορισµό των συνεπειών µπορεί να µετρηθεί µε την µεταβολή που προκαλεί στο µέγεθος των συνεπειών. Ο βαθµός όµως στον οποίο ένα µέτρο ή µια πολιτική έχει συµβάλει στην επίτευξη του σκοπού της «πρόληψης» µπορεί να µετρηθεί µόνο µε την µεταβολή που προκαλεί στην πιθανότητα έλευσης του ατυχήµατος. Τέλος η σύγκριση εναλλακτικών µέτρων που συνεπάγονται µεταβολές στην πιθανότητα ή στο µέγεθος των συνεπειών ή και στα δύο είναι δυνατή (εκτός πολύ ειδικών περιπτώσεων) µόνο όταν είναι γνωστή η σχέση f που καθορίζει την επικινδυνότητα. 2.2 Ποσοτική Εκτίµηση της Επικινδυνότητας Τα διαδικαστικά βήµατα που οδηγούν στην ποσοτική εκτίµηση της επικινδυνότητας είναι µε µεγάλη συντοµία τα ακόλουθα (Βλ. και Σχήµα 1). 3
2.2.1 Πηγές Κινδύνων Μεγάλα Ατυχήµατα Προσδιορίζονται οι πηγές κινδύνων, δηλαδή η ύπαρξη και οι ποσότητες των διαφόρων επικινδύνων ουσιών που τυχόν ευρίσκονται εντός των ορίων της εγκατάστασης. Από νοµικής πλευράς η οδηγία SEVESO προσδιορίζει µέσω ενός σχετικού πίνακα ποιες ουσίες και σε ποιες ποσότητες προσδιορίζουν µια εγκατάσταση σαν «εγκατάσταση SEVESO». Συνεπακόλουθο αυτού του πίνακα είναι και ο ορισµός ενός ατυχήµατος σαν «µεγάλου» όταν εµπλέκει µια από τις ουσίες του πίνακα σε ποσότητα ίση ή µεγαλύτερη από τα αντίστοιχα όρια του πίνακα. Αυτό βεβαίως δηµιουργεί µια πρώτη δυσκολία γιατί όπως θα δούµε παρακάτω ένα ατύχηµα δεν εµπλέκει πάντα το σύνολο της επικίνδυνης ουσίας. Μεθοδολογικά πάντως δεν υπάρχει συγκεκριµένο όριο για την ποσότητα της εµπλεκόµενης ουσίας, εκτός αν είναι φυσικά αδύνατο να δηµιουργηθεί κάποια ακραία κατάσταση από την απελευθέρωση της ποσότητας αυτής. 2.2.2 Ακολουθίες Ατυχηµάτων & Πιθανότητες Στο βήµα αυτό αναλύονται τα διάφορα συστήµατα της εγκατάστασης και προσδιορίζονται οι ακολουθίες συγκεκριµένων βλαβών ή/και ανθρωπίνων σφαλµάτων που αν συµβούν µαζί θα οδηγήσουν στην έκλυση της επικίνδυνης ουσίας στο περιβάλλον ή στην ανάφλεξή της εντός του χώρου στον οποίον περικλείεται. Η ποσότητα που απελευθερώνεται η που µε οποιονδήποτε τρόπο εµπλέκεται στο ατύχηµα εξαρτάται από τη συγκεκριµένη ακολουθία ή «σενάριο» και πάντως δεν είναι πάντοτε η µεγαλύτερη δυνατή. Στη συνέχεια προσδιορίζεται η πιθανότητα έλευσης κάθε συστατικού γεγονότος µιας ακολουθίας και από αυτές τις πιθανότητες η συνολική πιθανότητα κάθε ακολουθίας. Στο προσδιορισµό αυτό λαµβάνεται υπόψη και το σύστηµα διοίκησης και διαχείρισης ασφάλειας της εγκατάστασης καθώς αυτό επηρεάζει και τις πιθανότητες βλαβών αλλά και των ανθρωπίνων σφαλµάτων. 2.2.3 Συνέπειες Ατυχηµάτων Στον Άνθρωπο & Το Περιβάλλον Για κάθε µια ακολουθία ατυχήµατος προσδιορίζεται και προσοµοιάζεται το φυσικό φαινόµενο που ακολουθεί την έκλυση της ουσίας: διασπορά για τοξικές ουσίες, ανάφλεξη και θερµική ακτινοβολία για εύφλεκτες ουσίες ή ανάφλεξη και υπερπίεση για έκρηξη. Η ένταση και η διάρκεια των φαινοµένων προσδιορίζουν την «δόση» που δέχεται ένας άνθρωπος σε κάθε σηµείο του γύρω χώρου καθώς και οι διάφορες συνιστώσες του περιβάλλοντος. Στη συνέχεια και µε βάση υπάρχουσες σχέσεις δόσης απόκρισης προσδιορίζονται οι συνέπειες και οι σχετικές πιθανότητες (π.χ. Αν ένας άνθρωπος εκτεθεί σε µια ορισµένη συγκέντρωση για ένα ορισµένο χρόνο προσδιορίζεται η δόση και η πιθανότητα να πεθάνει υπό τον όρο ότι έχει δεχθεί την συγκεκριµένη δόση) 2.2.4 Υπολογισµός Επικινδυνότητας Το τελικό βήµα της ποσοτικής εκτίµησης της επικινδυνότητας συνίσταται στον συνδυασµό των αποτελεσµάτων των δύο προηγουµένων βηµάτων για να προσδιορισθεί το δυνατό εύρος των συνεπειών ( π.χ. 0 έως 100 θάνατοι ή µόλυνση 0 έως 15 εκταρίων δάσους ) αλλά και οι αντίστοιχες πιθανότητες µε τις οποίες κάθε µια 4
συγκεκριµένη τιµή συνέπειας αναµένεται να συµβεί (π.χ. 0.99 για 0 θανάτους, 10-3 για 1 θάνατο,,10-4 για 100 θανάτους). ύο από τα πιο συνηθισµένα µέτρα επικινδυνότητας για επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων είναι Ατοµική ιακινδύνευση Θανάτου. Ορίζεται ως η πιθανότητα να πεθάνει ένα άτοµο που ευρίσκεται σε ένα συγκεκριµένο σηµείο στην ευρύτερη περιοχή της εγκατάστασης, σαν αποτέλεσµα κάποιου ατυχήµατος που θα συµβεί στην εγκατάσταση. Συλλογική ιακινδύνευση Θανάτου [ Καµπύλη f(n) ] Ορίζεται ως η πιθανότητα να συµβούν περισσότεροι από Ν θάνατοι σαν αποτέλεσµα ενός ατυχήµατος που µπορεί να συµβεί στην εγκατάσταση. ΠΗΓΩΝ ΚΙΝ ΥΝΟΥ ΠΗΓΩΝ ΚΙΝ ΥΝΟΥ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΝΟΥΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΝΟΥΝ ΕΠΙΚ. ΟΥΣΙΑ ΕΠΙΚ. ΟΥΣΙΑ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑΣ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑΣ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΣΥΝΕΠΕΙΩΝ ΣΥΝΕΠΕΙΩΝ Είδος βλάβης & κόστος Είδος βλάβης & κόστος ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΛΗΨΗΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΟΣΗΣ ΛΗΨΗΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΟΣΗΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΩΝ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΩΝ ΜΕΤΡΑ & ΜΕΤΡΑ & ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΛΑΤΤΩΣΗΣ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ ΕΛΑΤΤΩΣΗΣ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ Σχήµα 1. Σχηµατική παράσταση βασικών βηµάτων ποσοτικής εκτίµησης της επικινδυνότητας 5
3 Εξωτερική και Εσωτερική Επικινδυνότητα Ένα από τα ενδιαφέροντα προβλήµατα που παρουσιάζονται στην εφαρµογή της Οδηγίας SEVESO έχει να κάνει µε την διάκριση των συνεπειών σε συνέπειες εξωτερικές της εγκατάστασης και σε συνέπειες εσωτερικές της εγκατάστασης όπου το εσωτερικό ή εξωτερικό των συνεπειών καθορίζεται από τα όρια της εγκατάστασης. Σχεδόν πάντοτε οι εξωτερικές συνέπειες αναφέρονται στο γενικό κοινό δηλαδή σε ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν άµεση επαγγελµατική σχέση µε την εγκατάσταση ενώ οι εσωτερικές συνέπειες αναφέρονται στους εργαζόµενους στην εγκατάσταση. 3.1 ιαφορετικές Αρµόδιες Αρχές για Εσωτερικές και Εξωτερικές Συνέπειες. Στα περισσότερα κράτη µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης η αρµόδια αρχή για την αξιολόγηση και την αποδοχή της επικινδυνότητας µιας εγκατάστασης είναι διαφορετική για τις εσωτερικές και τις εξωτερικές συνέπειες. Στην Ελλάδα για παράδειγµα, το ΥΠΕΧΩ Ε είναι υπεύθυνο για την αποδοχή ή µη της εξωτερικής επικινδυνότητας (επικινδυνότητα στους ανθρώπους εκτός της εγκατάστασης και στο περιβάλλον) ενώ το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για την εσωτερική επικινδυνότητα ( στους εργαζόµενους). Παρόµοια αντιµετώπιση υπάρχει και στην Ολλανδία. Στην Ελλάδα αν υπάρχει ανάγκη για πρόσθετα µέτρα ελάττωσης της επικινδυνότητας υπεύθυνο και για τον προσδιορισµό τους και για τον έλεγχο εφαρµογής τους είναι το Υπουργείο Ανάπτυξης. Αποτέλεσµα αυτής της διάκρισης των διαφόρων ρυθµιστικών και ελεγκτικών αρµοδιοτήτων είναι ο κίνδυνος, εάν οι αρχές αυτές δεν είναι καλά συντονισµένες µεταξύ τους και αν δεν υπάρχει µια ενιαία και εσωτερικά συνεπής µέθοδος εκτίµησης τη επικινδυνότητας, να υπάρξει µια ανισοβαρής αντιµετώπιση της επικινδυνότητας µε την πλάστιγγα να γέρνει είτε προς την εξωτερική είτε προς την εσωτερική επικινδυνότητα ανάλογα µε την σχετική εγρήγορση και ενδιαφέρον κάθε υπηρεσίας. Για παράδειγµα αν επικρατεί η αντίληψη ότι το «µέγεθος» ενός ατυχήµατος εξαρτάται µόνο από την δυνατή έκταση των συνεπειών και υπάρχει µια δραστήρια περιβαλλοντική αρχή, υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρηθούν σαν «µεγάλα» ατυχήµατα µόνο εκείνα των οποίων οι συνέπειες βγαίνουν έξω από το φράκτη της εγκατάστασης ανεξάρτητα από την σχετική πιθανότητα έλευσής τους ενώ άλλα µε συνέπειες µόνο στους εργαζόµενους εντός της εγκατάστασης ανεξάρτητα από το µέγεθος των συνεπειών ή την πιθανότητα τους να θεωρηθούν de facto ως µικρά. Υπάρχει λοιπόν η ανάγκη για µια ενιαία θεώρηση της επικινδυνότητας, µιας συστηµατικής και συνεπούς εκτίµησής της και ανεξάρτητα από το πού συµβαίνουν οι όποιες συνέπειες. Η µεθοδολογία που σκιαγραφήθηκε στη προηγούµενη ενότητα προσφέρεται για ένα τέτοιο ρόλο. 4 ιαχείριση Κινδύνου Η ποσοτικοποίηση της επικινδυνότητας προσφέρει αφενός ένα συνεπές και ποσοτικό µέτρο του κινδύνου στον οποίο εκτίθεται ένα άτοµο µια οµάδα ατόµων ή το περιβάλλον αλλά και ένα ορθολογικό πλαίσιο για τον προσδιορισµό και την 6
αξιολόγηση της σχετικής αξίας ή αποδοτικότητας διαφόρων µέτρων και πολιτικών για την µείωση της επικινδυνότητας. Το τελευταίο επιτυγχάνεται µέσα από τον λεπτοµερή προσδιορισµό όλων των συνιστωσών της επικινδυνότητας (συγκεκριµένα συστήµατα, πρακτικές, διαδικασίες κλπ.) καθώς και της σχετικής συµµετοχής τους στο ποσοτικό µέτρο της επικινδυνότητας (πιθανότητα και συνέπειες). Ο καθορισµός µέτρων και πολιτικών που αποσκοπούν στην ελάττωση της επικινδυνότητας αναφέρεται συλλογικά σαν διαχείριση κινδύνου. Θα αναφερθούµε σε αυτά που προτείνονται από την οδηγία SEVESO πολύ περιληπτικά κυρίως για να υπογραµµίσουµε ποια από αυτά έχουν εφαρµογή στην εξωτερική επικινδυνότητα και ποια στην εσωτερική. 4.1.1 Πρόσθετα Μέτρα Ασφαλείας Η πλέον προφανής κατηγορία πρόσθετων µέτρων ελάττωσης της επικινδυνότητας είναι η προσθήκη νέων µέτρων ασφαλείας. Αυτό σηµαίνει ότι στην παρούσα κατάσταση της εγκατάστασης προσθέτουµε κάτι νέο. Τα µέτρα αυτά µπορεί να έχουν την µορφή: τεχνολογικών συστηµάτων ασφαλείας που αποσκοπούν είτε στην πρόληψη (π.χ. σύστηµα ψύξης δεξαµενής αποθήκευσης αµµωνίας) είτε στην καταστολή (π.χ. συστήµατα πυρανίχνευσης κα πυρόσβεσης). Νέων πολιτικών συντήρησης υπαρχόντων συστηµάτων (π.χ. Αλλαγή της συχνότητας ή/και του τρόπου συντήρησης κάποιας κατηγορίας εξαρτηµάτων) ιοικητικών µέτρων( όπως αλλαγή των απαιτούµενων εσωτερικών αδειών για να επιτραπεί και να αρχίσει κάποια συντήρηση, ένταση της εκπαίδευσης και της ενηµέρωσης των εργαζοµένων για τους κανόνες και θέµατα ασφαλείας). Η ποσοτική εκτίµηση της επικινδυνότητας επιτρέπει τον προσδιορισµό των πλέον ευάλωτων πλευρών µιας εγκατάστασης, υποβοηθά στον προσδιορισµό πρόσθετων µέτρων και κυρίως επιτρέπει την αξιολόγηση της σχετικής τους συνεισφοράς στην ελάττωση της επικινδυνότητας και κατά συνέπεια επιτρέπει την σύγκριση δύο διαφορετικών εναλλακτικών µέτρων. 4.1.2 Συστήµατα Ελέγχων και Επιθεωρήσεων Αυτή είναι ίσως η πιο σηµαντική κατηγορία µέτρων διαχείρισης των κινδύνων η οποία υπαγορεύεται και από την Οδηγία SEVESO. Σκοπός του συστήµατος ελέγχου και επιθεωρήσεων είναι να διασφαλισθεί η παραµονή της εγκατάστασης ( τεχνικά, διοικητικά και διαδικαστικά) όπως έχει απεικονισθεί στην σχετική µελέτη ασφαλείας και στην αντίστοιχη εκτίµηση της επικινδυνότητας. Ένα σύστηµα ελέγχων και επιθεωρήσεων αφορά σε στοιχεία που επηρεάζουν είτε την εξωτερική είτε την εσωτερική επικινδυνότητα και οποιασδήποτε κατηγορίας κινδύνων (τυχαία έκλυση µεγάλων ποσοτήτων ουσιών, χρόνια έκθεση και άλλα ατυχήµατα.) Ένα ακόµα σηµαντικό προσόν των ελέγχων και επιθεωρήσεων είναι ότι συµβάλουν κυρίως στην πρόληψη των ατυχηµάτων αλλά και στην καταστολή αφού διασφαλίζουν την καλή κατάσταση και λειτουργία των διαφόρων συστηµάτων ή την εφαρµογή διαφόρων διαδικασιών. 7
Η ΠΕΕ επιτρέπει τον προσδιορισµό των πλέον κρισίµων συστηµάτων η/και διαδικασιών από πλευράς ασφαλείας και συνεπώς την ιεράρχηση των διαφόρων στοιχείων της εγκατάστασης που θα πρέπει να ελέγχονται καθώς κα την σχετική συχνότητα των ελέγχων. (Βλ. Σχήµα 2) Σύµφωνα µε την Ελληνική Νοµοθεσία (SEVESO) αρµόδια αρχή για τον καθορισµό και την διεξαγωγή των ελέγχων και των επιθεωρήσεων είναι το Υπουργείο Ανάπτυξης. Τέτοιο σύστηµα δεν έχει ακόµα εφαρµοσθεί ή µελετηθεί στη χώρα µας. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΥΚΛΟΣ ΖΩΗΣ: ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ, ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ, ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ,ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΙΝ ΥΝΟΥ ΓΡΑΜΜΕΣ ΑΜΥΝΑΣ ΣΕΝΑΡΙΑ ΑΠΩΛΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΛΗΜΑΤΟΣ ΑΦΟΡΜΕΣ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΠΗΓΕΣ ΚΙΝ ΥΝΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΕΩΝ Σχήµα 2. Η ποσοτική εκτίµηση επικινδυνότητας επιτρέπει τον ορθολογικό προσδιορισµό ενός συστήµατος ελέγχων και επιθεωρήσεων 4.1.3 Σχέδια Έκτακτης Ανάγκης Τα σχέδια έκτακτης ανάγκης αφορούν στην αποµάκρυνση η στην προστασία του πληθυσµού εκτός της εγκατάστασης (εξωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης)καθώς και στην αποµάκρυνση ή προστασία των εργαζοµένων σε µια εγκατάσταση. Είναι κατά συνέπεια από την φύση τους κατασταλτικού χαρακτήρα. Εφαρµόζονται βέβαια µόνο στις περιπτώσεις ατυχηµάτων. Η οδηγία SEVESO απαιτεί την εκπόνηση και δοκιµή σχεδίων έκτακτης ανάγκης και εξωτερικών και εσωτερικών. Τα εξωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης καταρτίζονται από τις αρµόδιες ρυθµιστικές αρχές µε βάση τις πληροφορίες που παρέχει η εγκατάσταση. Στην Ελλάδα διακρίνονται σε Γενικά Σχέδια Αντιµετώπισης Τεχνολογικών Ατυχηµάτων Μεγάλης 8
Έκτασης (ΣΑΤΑΜΕ) τα οποία καταρτίζονται κεντρικά και στα Εδικά ΣΑΤΑΜΕ τα οποία καταρτίζονται από τις εντόπιες αρµόδιες αρχές. Τα γενικά ΣΑΤΑΜΕ έχουν εκπονηθεί ενώ τα ειδικά ευρίσκονται υπό εκπόνηση. Τα εσωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης καταρτίζονται από τον ασκούντα την εκµετάλλευση µια ς εγκατάστασης. Όλες οι εγκαταστάσεις διαθέτουν εσωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης. 4.1.4 Χωροταξικός Σχεδιασµός Ο χωροταξικός σχεδιασµός είναι ένα µέτρο κατασταλτικό περιορισµού των συνεπειών ενός µεγάλου ατυχήµατος και αφορά στην εξωτερική επικινδυνότητα. Αποσκοπεί στον έλεγχο της πληθυσµιακής πυκνότητας γύρω από την εγκατάσταση µέσω του ελέγχου των χρήσεων γης του πολεοδοµικού σχεδιασµού κλπ. Αξίζει να σηµειωθεί ότι όταν αφορά στην τοποθεσία µιας εγκατάστασης καθώς και στην απόσταση µεταξύ διαφορετικών εγκαταστάσεων, ο χωροταξικός σχεδιασµός έχει προληπτικό χαρακτήρα γιατί αποφεύγονται τοποθεσίες που ευνοούν φαινόµενα που αυξάνουν την πιθανότητα έλευσης ενός ατυχήµατος (σεισµοί, πληµµύρες δυνατοί άνεµοι κλπ.) ή εµποδίζουν την διάδοση ενός ατυχήµατος από µια εγκατάσταση σε µια άλλη (φαινόµενο DOMINO). Μια προσέγγιση που συνήθως προτείνεται στην περίπτωση αυτή βασίζεται στο παλιό (από την εποχή του Ναπολέοντα) Γαλλικό µοντέλο των τριών ζωνών οι οποίες ορίζονται µε βάση την έκταση των συνεπειών του πλέον σοβαρού ατυχήµατος που µπορεί να συµβεί.(σχήµα 3) Η προσέγγιση όµως αυτή δεν είναι πλέον επαρκής για µια ορθολογική διαχείριση των κινδύνων. Αυτό γιατί αγνοώντας την πιθανότητα µε την οποία αναµένεται ένα ατύχηµα βάζει κανείς σε ίδια µοίρα µια εγκατάσταση που διαθέτει για παράδειγµα µια σφαίρα LPG µε τα τελειότερα µέτρα προστασίας, τα καλύτερα συστήµατα επιθεωρήσεων ελέγχων και συντήρησης, µε άρτια εκπαιδευµένο προσωπικό µε µια εγκατάσταση όπου το µόνο που διαθέτει από τα παραπάνω είναι η σφαίρα του LPG. 5 ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η οδηγία SEVESO αποσκοπεί στην πρόληψη µεγάλων ατυχηµάτων και στο περιορισµό των συνεπειών τους. Η ποσοτική εκτίµηση της επικινδυνότητας προσφέρει ένα λογικό και εσωτερικά συνεπές σύστηµα εκτίµησης και διαχείρισης των διαφόρων κινδύνων. Συνίσταται στην εκτίµηση του εύρους των δυνατών συνεπειών αλλά και στην πιθανότητα µε την οποία αναµένεται κάθε τιµή στο εύρος αυτό. «Μεγάλα Ατυχήµατα» έχουν συνέπειες και εκτός και εντός της εγκατάστασης. Χρειάζεται προσοχή ώστε η εφαρµογή της Οδηγίας SEVESO να δίνει την πρέπουσα προσοχή και στις εσωτερικές συνέπειες (στους 9
εργαζόµενους) των ατυχηµάτων µε εξωτερικές συνέπειες, αλλά και στα ατυχήµατα µε µόνο εσωτερικές συνέπειες. Πρέπει να αποφευχθεί ο κίνδυνος να θεωρούνται «Μεγάλα ατυχήµατα» µόνο όσα µπορούν να έχουν επιπτώσεις πέρα από τον φράκτη της εγκατάστασης. Η ποσοτική εκτίµηση της επικινδυνότητας µπορεί και πρέπει να εφαρµοσθεί και στις άλλες κατηγορίες επαγγελµατικού κινδύνου. Άµεση προτεραιότητα για την Ελλάδα σχετικά µε την Οδηγία SEVESO έχει η δηµιουργία ενός συστήµατος Ελέγχων και Επιθεωρήσεων που θα διασφαλίσει την διατήρηση των σηµερινών επιπέδων ασφαλείας. 10