Ένας πολύ σημαντικός αδένας, επιστάτης του οργανισμού στην σωστή διαχείριση των ενεργειακών αποθεμάτων του, είναι ο θυρεοειδής. Βρίσκεται στο κατώτερο τριτημόριο του πρόσθιου τμήματος του τραχήλου, έχει σχήμα πεταλούδας, που τα δυο φτερά της αγκαλιάζουν το ανώτερο, πρόσθιο τμήμα της τραχείας. Ο θυρεοειδής είναι υπεύθυνος για την έκκριση τόσο των θυρεοειδικών ορμονών (θυροξίνη ή Τ4 και τριιωδοθυρονίνη ή Τ3) όσο και της καλσιτονίνης. Την έκκριση των θυρεοειδικών ορμονών (Τ3 και Τ4) προκαλεί μια άλλη ορμόνη, η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη (), που παράγεται στην υπόφυση και διεγείρει τον θυρεοειδή. Αφού με την φτάσει το μήνυμα στους ειδικούς υποδοχείς της ( r) που υπάρχουν στα θυρεοειδικά κύτταρα, φυσιολογικά ξεκινά εκεί η παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών (Τ3 και Τ4). Όταν αυτές οι ορμόνες περάσουν στη συστηματική κυκλοφορία τότε η υπόφυση, ανιχνεύοντας τα επίπεδά τους, μειώνει την παραγωγή της και έτσι υπάρχει αυτορρύθμιση του συστήματος ανάλογα με τις ανάγκες του οργανισμού. Οι θυρεοειδικές ορμόνες, σε συνεργασία και με άλλες ορμόνες, συμμετέχουν και ρυθμίζουν τη λειτουργία πολλών οργάνων ενώ έχουν και σημαντικό ρόλο στον τρόπο που ο οργανισμός χρησιμοποιεί και αποθηκεύει ενέργεια, δηλαδή στη ρύθμιση του μεταβολισμού. Έτσι οι θυρεοειδικές ορμόνες ρυθμίζουν το μεταβολισμό των λευκωμάτων, των υδατανθράκων, των λιπών και της χοληστερίνης. Ακόμα ρυθμίζουν την οξυγόνωση των ιστών, τη θερμοκρασία του σώματος, τη λειτουργία της καρδιάς και των αγγείων, του πεπτικού αλλά και του νευρικού συστήματος. Η καλσιτονίνη έχει σημαντικό ρόλο στο μεταβολισμό του ασβεστίου, αλλά οι διαταραχές της μας απασχολούν σπάνια στην καθημερινή ιατρική πράξη. Αντίθετα οι διαταραχές των θυρεοειδικών ορμονών είναι σχετικά συχνές και απασχολούν μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Κυρίως λόγω της συμμετοχής του θυρεοειδή στη ρύθμιση του μεταβολισμού, είναι αρκετά διαδεδομένη η πεποίθηση ότι ο θυρεοειδής ευθύνεται για την παχυσαρκία και τα υπέρβαρα άτομα. Αυτό όμως είναι λάθος αφού συνηθέστερα η παχυσαρκία οφείλεται σε αυξημένη πρόσληψη και μικρότερη ημερήσια κατανάλωση θερμίδων παρά σε δυσλειτουργία του θυρεοειδή. Βέβαια αν ο θυρεοειδής δεν λειτουργεί σωστά τότε είναι ενδεχόμενος ο επηρεασμός του μεταβολισμού και η αύξηση του βάρους. 1 / 5
Οι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την θυρεοειδική λειτουργία είναι πολλοί. Για την εκδήλωση παθήσεων του θυρεοειδούς συνήθως συνυπάρχουν γενετικοί αλλά και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Η αυξημένη πρόσληψη ιωδίου στη διατροφή σε όλο τον κόσμο ενοχοποιείται για την αυξημένη συχνότητα εμφάνισης χρόνιας θυρεοειδίτιδας, μιας κατάστασης που μπορεί να εξελιχθεί σε δυσλειτουργία του θυρεοειδή, δηλαδή σε υπέρ ή και σε υποθυρεοειδισμό. Άλλοι παράγοντες που μπορούν να συμβάλλουν στην κακή λειτουργία του αδένα είναι το κάπνισμα, οι λοιμώξεις (ιογενείς και μικροβιακές), η ακτινοθεραπεία για άλλους λόγους (συνήθως λεμφώματα) της περιοχής του τραχήλου, περιβαλλοντικοί ρύποι αλλά και φάρμακα (αντιαρρυθμικά του τύπου της αμιοδαρόνης ( ANGORON ), λίθιο, ιντερφερόνη κ.α.). Σε άλλες περιπτώσεις αυτοάνοσης αιτιολογίας, το ανοσοποιητικό σύστημα δεν αναγνωρίζει τον θυρεοειδή σαν στοιχείο του ίδιου του οργανισμού και του επιτίθεται στο πλαίσιο μιας ιδιόμορφης αλλά και αδικαιολόγητης άμυνας. Έτσι μετά από αυτή την ανεξήγητη δράση του ανοσοποιητικού μπορεί να έχουμε διέγερση και υπερλειτουργία του αδένα (νόσος του Graves - υπερθυρεοειδισμός) ή προοδευτική καταστροφή και υπολειτουργία του θυρεοειδή (θυρεοειδίτιδα Hashimoto - υποθυρεοειδισμός). μικροπολυοζώδης υφή και αυξημένη αγγείωση (εικόνα συμβατή με υποθυρεοειδισμό) 2 / 5
Ιστολογική εικόνα αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας (Hashimoto) Όταν ο θυρεοειδής υπολειτουργεί έχουμε υποθυρεοειδισμό, με χαμηλές τιμές T3, T4 και υψηλές τιμές. Η είναι αυξημένη επειδή έχοντας το ρόλο του επιστάτη των θυρεοειδικών κυττάρων πρέπει να τα διεγείρει για την παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών ( T 3, T 4). Έτσι, όσο η παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών από τα θυρεοειδικά κύτταρα είναι ελαττωμένη τόσο η υπόφυση παράγει μεγαλύτερα ποσά για να καταφέρει τη διέγερση των θυρεοειδικών κυττάρων στην παραγωγή των απαραίτητων θυρεοειδικών ορμονών. Η υπολειτουργία του αδένα είναι ύπουλη και δεν γίνεται αντιληπτή αμέσως. Ένας σχετικά μεγάλος αριθμός ατόμων δεν γνωρίζει ότι πάσχει από υποθυρεοειδισμό, λόγω της άτυπης εκδήλωσης αυτής της υπολειτουργίας. Ο υποθυρεοειδισμός είναι συχνότερος στις γυναίκες (6:1). Η γνώση των συμπτωμάτων του υποθυρεοειδισμού μπορεί να προσφέρει σημαντική βοήθεια στην αντιμετώπιση μιας πιθανής υπολειτουργίας του θυρεοειδή. Κόπωση, κατακράτηση υγρών με ταυτόχρονη αύξηση του βάρους, υπνηλία, τριχόπτωση, ξηρό και ψυχρό δέρμα, εύθρυπτα νύχια, δυσκοιλιότητα, υπογονιμότητα, διαταραχές του κύκλου, αυξημένη συχνότητα αποβολών είναι συμπτώματα που πρέπει να μας βάλουν την υπόνοια της υπολειτουργίας του θυρεοειδή. Η θεραπεία του υποθυρεοειδισμού είναι θεραπεία υποκαταστάσεως αφού αυτή αφορά την χορήγηση των θυρεοειδικών ορμονών (T3, T4) που όπως είδαμε δεν παράγονται ή παράγονται σε μικρές ποσότητες από τα θυρεοειδικά κύτταρα και είναι συνήθως ισόβια αφού μέχρι σήμερα δεν μπορεί να διορθωθεί η υπολειτουργία των θυρεοειδικών κυττάρων. Όταν υπάρχει υπερλειτουργία έχουμε υπερθυρεοειδισμό με υψηλές τιμές Τ3, Τ4 και φυσικά χαμηλές τιμές. Στον υπερθυρεοειδισμό συνήθως αυξάνεται το μέγεθος και διαφοροποιείται η υφή του αδένα που 3 / 5
μπορεί να φθάσει μέχρι την οζώδη βρογχοκήλη, δηλαδή έναν μεγάλο θυρεοειδή με πολλούς όζους διάσπαρτα στο αδενικό παρέγχυμα. Οι όζοι είναι διογκώσεις του αδένα, δηλαδή ογκίδια με διαφορετική σύσταση από τον υπόλοιπο ιστό, που αποτελούνται από συναθροίσεις θυρεοειδικών κυττάρων που έχουν χάσει τη ρύθμισή τους. Οι όζοι μπορεί να συνιστούν απλά μια υπέρμετρη συλλογή φυσιολογικών θυρεοειδικών κυττάρων ή να είναι κύστεις που περιέχουν υγρό, να είναι συναθροίσεις στοιχείων φλεγμονής (θυρεοειδίτιδα) ή ακόμα να είναι και διαφοροποιημένοι όγκοι (καλοήθεις ή κακοήθεις). Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον ένας στους εννέα ή ένας στους δέκα ανθρώπους από το γενικό πληθυσμό έχει τουλάχιστον έναν όζο στο θυρεοειδή του. Και ο υπερθυρεοειδισμός προσβάλει συχνότερα τις γυναίκες. Η δυσλειτουργία του αδένα είναι και εδώ ύπουλη και δεν γίνεται αντιληπτή για μεγάλο χρονικό διάστημα αφού τα συμπτώματα που προκαλεί μπορεί να είναι αμβλυχρά και άτυπα. Όμως μετά από μια λανθάνουσα περίοδο, τα πράγματα γίνονται ευκολότερα. Εφίδρωση, ανησυχία και νευρικότητα, τρέμουλο στα χέρια, εξάψεις, ταχυκαρδία ή και αρρυθμίες, εύκολη κόπωση, απώλεια βάρους παρά την αυξημένη λήψη τροφής, διάρροιες, πρήξιμο γύρω από τα μάτια ή ακόμα και εξόφθαλμος είναι συμπτώματα που οδηγούν, στον ενδοκρινολόγο. Αν μάλιστα αυτά τα συμπτώματα συνδυάζονται με διόγκωση στο πρόσθιο και κατώτερο τριτημόριο του τραχήλου με πόνο, δυσκολία στην κατάποση και βήχα, τότε η διάγνωση της οζώδους βρογχοκήλης είναι πολύ πιθανή. Φυσικά το αποτέλεσμα της εξέτασης, ακόμα και το φυσιολογικό θα πρέπει πάντοτε να αξιολογείται μαζί με τα υπόλοιπα εργαστηριακά και κλινικά ευρήματα (T3,T4,, αντιθυρεοειδικά αντισώματα ). Με το έγχρωμο υπερηχογράφημα DOPPLER ελέγχονται οι διαστάσεις, η υφή και η αγγείωση του κάθε λοβού ξεχωριστά. Επίσης υπό υπερηχογραφικό έλεγχο γίνεται, όταν ζητείται και η παρακέντηση για βιοψία F.N.A (F ine Needle Aspiration ) σε κάποιον όζο του αδένα. Άλλη εξέταση που μπορεί να ζητηθεί ανάλογα με τα ευρήματα, κυρίως για τον έλεγχο της σύστασης και τον λειτουργικό χαρακτηρισμό κάποιου όζου σε θερμό ή ψυχρό αλλά και για την εντόπιση έκτοπου θυρεοειδικού ιστού, είναι το σπινθηρογράφημα με ραδιοϊσότοπο Tc 99 m. 4 / 5
Η θεραπεία του υπερθυρεοειδισμού γίνεται είτε με αντιθυρεοειδικά φάρμακα ή και ραδιενεργό ιώδιο που καταστρέφει τον αδένα που υπερλειτουργεί είτε χειρουργικά. Όταν βέβαια αφαιρεθεί ή καταστραφεί με ραδιενεργό ιώδιο ο αδένας, τότε η φαρμακευτική υποκατάσταση είναι απαραίτητη και ισόβια. Γιάννης Α. Μπίρης Γενικός χειρουργός 5 / 5