ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΑΓΩΝΑ ΧΕΙΡΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ ΠΟΥ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΟΥΝ ΤΗ ΝΙΚΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΤΤΑ

Σχετικά έγγραφα
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

ΤΟ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ 4ν4. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ 4ν4

ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΟΧΕ

Ποδόσφαιρο, τι είναι?

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ

ΓΙΑ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΣΕ ΘΕΣΗ ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙΣ ΝΑ ΠΑΙΞΕΙΣ ΝΑ ΔΙΔΑΞΕΙΣ ΕΝΑ ΑΘΛΗΜΑ ΠΡΕΠΕΙ ΠΡΩΤΑ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ

ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΧΕΙΡΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ

Βημα 2. Μετακίνηση Εμβόλου (Μπρος-Πίσω) και Πλάγιος Βηματισμός: Ατομικές Επιθετικές Κινήσεις... 43

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΑΘΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ Γ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. προγραμμάτων προπόνησης ταχυδύναμης» Designing power training programs. Δρ. Γεροδήμος Βασίλειος Λέκτορας ΤΕΦΑΑ-ΠΘ

Α Γυμνασίου Β Γυμνασίου Γ Γυμνασίου

Οι Κανόνες. Της Χειροσφαίρισης

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ. Είναι υπεύθυνος για την επικοινωνία μεταξύ Εθνικής Ομάδας και παικτών καθώς επίσης και με τις ομάδες τους

Κατηγορίες αθλητικών συναντήσεων

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ ΚΕ1001. Τίτλος Στόχος & Περιεχόµενα Λέξεις κλειδιά ΠΡΟΤΥΠΟ ΟΜΑ ΑΣ ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ

ΕΚΜΑΘΗΣΗ ΤΟΥ ΜΑΝ ΤΟ ΜΑΝ ΣΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 8-10 χρ.

Πρωτο Μeρος τεχνική τακτική

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤO RUGBY ΣΕ ΑΝΑΠΗΡΙΚΟ ΑΜΑΞΙΔΙΟ ΤO RUGBY ΣΕ ΑΝΑΠΗΡΙΚΟ ΑΜΑΞΙΔΙΟ

Περιεχόμενα. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Επίθεση εναντίον αντιπάλου που αμύνεται στη χαμηλή ζώνη άμυνας...23

Πρωτο Μeρος τεχνική τακτική

HFF Coach Educators COACHING PROGRAMME UEFA Α LICENCE

Εισαγωγή. Οι τροποποιήσεις των Κανονισμών Παιδιάς της IHF 2016 Το Shootout. Συζήτηση Μην ξεχνάτε

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΟ ΤΕΛΙΚΟ ΤΡΙΤΟ (ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ MASSIMILIANO ALLEGRI)

Κανόνες διεξαγωγής ερασιτεχνικών αγώνων ποδοσφαίρου αναπτυξιακών ηλικιών

ΑΝΑΛΥΣΗ ΓΚΟΛ Πρόκληση ανισορροπίας στην αμυντική γραμμή του αντιπάλου: Αξιοποιώντας τις αδυναμίες της αντίπαλης άμυνας

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΕΠΟ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΑΛΑΘΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ ΙΙ

ΕΚΜΑΘΗΣΗ ΤΟΥ ΜΑΝ ΤΟ ΜΑΝ ΣΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 8-10 χρ.

Η τεχνική του Τερματοφύλακα. Η βασική τεχνική του τερματοφύλακα καθορίζεται από τα παρακάτω:

FRANK THÖMMES

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΜΥΝΑ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΑ ΖΩΝΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΜΥΝΑ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΑ ΖΩΝΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΟΙ ΡΟΛΟΙ KAI ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΩΝ ΠΑΙΚΤΩΝ...

HFF Coach Educators COACHING PROGRAMME UEFA B DIPLOMA

Η ΑΝΤΟΧΗ ΣΤΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΜΗΤΡΟΤΑΣΙΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ UEFA B

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΑΛΑΘΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ ΙΙ

Εργαστήριο Εργοφυσιολογίας-Εργομετρίας, Τ.Ε.Φ.Α.Α. Θεσσαλονίκης, Σ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ.

Παίκτης λιγότερο. Αμυντική κατάσταση που επαναλαμβάνεται συχνά στο παιχίδι. Αποβολή παίκτη

Η ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΣΤΟ ΜΟΝΤΕΡΝΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΕΠΟ

HFF Coach Educators COACHING PROGRAMME UEFA B DIPLOMA

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ Τμήμα Beach Volley BEACH VOLLEY CAMP ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ - ΕΠΙΠΕΔΟ Ι - Απρίλιος 2017

ΕΙΔΙΚΗ ΤΑΚΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΕΠΟ

ΤΑ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΩΣ ΜΕΣΟ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΝΤΟΧΗΣ ΣΤΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ. Καρυές, Τρίκαλα

Ανάλυση 22 αγωνιστική

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΨΥΧΙΚΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ. Επιλογή Αντιπροσωπευτικών Ομάδων Στίβου

ΤΑ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΕΠΟ

ΕΡΓΟΜΕΤΡΙΑ. Τί είναι η εργομετρία;

Πρόλογος Παιδαγωγικές κατευθυντήριες γραμμές Επισκόπηση Ηλικιακή κατηγορία 8/7 ως 9/8 χρ. Ηλικιακή κατηγορία 10/9 ως 11/10 χρ.

Χριστοδούλου Αλέξης Καθηγητής Φυσικής Αγωγής - Προπονητής Καλαθοσφαίρισης

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΠΟΥΔΕΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ

ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΧΕΙΡΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ mini-handball

ΔΙΑΒΑΣΜΑ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ U.E.F.A. ΤECHICAL DEPARTMENT WE CARE ABOUT FOOTBALL

Editorial 3. Dietmar Molthahn. 1 Ασκήσεις προθέρμανσης με αμυντικές κινήσεις Εξάσκηση ατομικών αμυντικών ικανοτήτων χωρίς σουτ 6-9

ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΕΦΑΑ/ΔΠΘ ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΗΣ. ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ Υπ. Μαθήματος: Φατούρος Γ. Ιωάννης, Επίκουρος Καθηγητής

2 ΜΟΡΦΕΣ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΜΕ ΤΗ ΜΠΑΛΑ

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΨΥΧΙΚΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΚΟΛΛΕΓΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ-ΚΟΛΛΕΓΙΟΥ ΨΥΧΙΚΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Ευχαριστίες

Μοντέλο Προπόνησης. Εισηγητής : Χαράλαμπος Ζελενίτσας. Χανιά 3 4 Αυγούστου 2013

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Διδακτορικό Δίπλωμα Πανεπιστήμιο Αθηνών Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού

Ειδική προπονητική κλασικού αθλητισμού. Σπύρος Κέλλης Καθηγητής προπονητικής ΤΕΦΑΑ-ΑΠΘ

ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ (VOLLEYBALL)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΥΝΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΘΕΣΗ Γνωρίστε τον συγγραφέα... 8 Προπονητικές μορφές... 9

ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ (VOLLEYBALL)

ΜΟΝΤΕΛΟ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΕΞΑΣΚΗΣΗΣ TEXNIKHΣ-ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ ΚΜ: : 305 ΠΑΤΣΙΑΟΥΡΑΣ ΑΣΤΕΡΙΟΣ

ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ ΚΜ: 305 ΠΑΤΣΙΑΟΥΡΑΣ ΑΣΤΕΡΙΟΣ

Στατιστική Αποτίμηση του Πανευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ανδρών Του Σωτήρη Δρίκου Καθηγητή Φυσικής Αγωγής- MSc Προπονητή Πετοσφαίρισης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Η BORUSSIA DORTMUND ΣΤΗ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Η φάση της άμυνας...14 Το pressing...14

Ο επιθετικός δημιουργεί χώρο στον άξονα

151 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΤΑΚΤΙΚΗΣ

Προπόνηση συνθέτων αγωνισμάτων με έμφαση στις αναπτυξιακές ηλικίες

Άσκηση και εκπαίδευση. Τα Ελληνικά αναλυτικά προγράμματα. Τα αναλυτικά προγράμματα φυσικής αγωγής έχουν σαν θεμέλιο

Αντοχή. Γρίβας Γεράσιμος

ΙΩΑΝΝΙΝΑ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΩΝ ΠOΔΟΣΦΑΙΡΟΥ ΗΠΕΙΡΟΥ ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ ΘΕΜΑ : ΘΕΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ

ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ ΕΙ ΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΟ ΤΕΝΙΣ. Αργύρης Θεοδοσίου

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Περιεχόμενα. Το "ζέσταμα τερματοφύλακα" μπορούμε να το εκμεταλλευτούμε με ιδανικό τρόπο και για τη βελτίωση της ικανότητας για σουτ των παικτών!

Ανάπτυξη της αντοχής στο ποδόσφαιρο. Σπύρος Κέλλης Καθηγητής προπονητικής ΤΕΦΑΑ-ΑΠΘ

ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΓΩΝΩΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΩΝ ΗΛΙΚΙΩΝ (GRASSROOTS)

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΑΛΑΘΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ Ι

ΕΞΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΥΡΑΝΟΥΔΗΣ ΔΙΔΑΣΚΩΝ

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ

Αλλαγές στο έµψυχο υλικό ή στο στυλ παιχνιδιού

ΣΩΜΑΤΟΤΥΠΟΣ ΠΑΙΚΤΩΝ ΣΩΜΑΤΟΤΥΠΟΣ ΑΘΛΗΤΗ ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗ ΠΑΙΚΤΩΝ ΣΤΗ ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ

Ανάπτυξη ταχυδύναμης και άκυκλης ταχύτητας στις αναπτυξιακές ηλικίες

«Στέρηση Προφανούς ευκαιρίας για γκολ Σταμάτημα υποσχόμενης επίθεσης» Ομιλητής: Νίκος Ρουμπάνης

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΨΥΧΙΚΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΓΥΜΝΑΣΙΩΝ - ΛΥΚΕΙΩΝ

ΚΙΝΗΣΙΟΛΟΓΙΑ Βιολογική Κατεύθυνση Τόμος 5 Τεύχος 2 Νοέμβριος 2014

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ ΚΜ: : 305 ΠΑΤΣΙΑΟΥΡΑΣ ΑΣΤΕΡΙΟΣ

2019, Τοκπασίδης Παναγιώτης Προπονητής Ποδοσφαίρου Uefa A. 2019,

ΟΡΙΣΜΟΣ. Ατομική επιθετική τακτική είναι η επιθετική συμπεριφορά ενός παίκτη στις διάφορες αγωνιστικές φάσεις του αγώνα

ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΑΝΤΟΧΗ ΕΙ ΙΚΗ ΑΝΤΟΧΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΥΝΑΜΗ ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ


ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ ΠΑΙΔΩΝ - ΠΡΟΕΦΗΒΩΝ -

ΑΝΑΛΥΣΗ ΓΚΟΛ. Παίζοντας την μπάλα στην πλάτη της άμυνας που αμύνεται ψηλά (1) Ρεάλ Μαδρίτης 5-1 Ρεάλ Σοσιεδάδ (5 0 Γκολ): Ρονάλντο - Ασίστ: Ιγκουαΐν

ΚΑΡΟΛΙΝΑ Γ. ΜΠΑΡΖΟΥΚΑ ΕΙΔΙΚΗ ΠΡΟΠΟΝΗΣΙΟΛΟΓΙΑ ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ PhD Επίκουρη Καθηγήτρια Γυμναστικής Σχολής Επιστήμης Φυσικής Αγωγής & Αθλητισμού

Η Δ Ι Δ Α Σ Κ Α Λ Ι Α Τ Η Σ Κ Α Λ Α Θ Ο Σ Φ Α Ι Ρ Ι Σ Η Σ Σ Τ Ο Δ Η Μ Ο Τ Ι Κ Ο Σ Χ Ο Λ Ε Ι Ο. Δήμητρα Δόλωμα Κ. Φ. Α.

Τοκπασίδης Παναγιώτης Προπονητής Ποδοσφαίρου UEFA A Η ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ

ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ στο τέλος του εξαμήνου με ΑΝΟΙΧΤΑ βιβλία ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ο καθένας θα πρέπει να έχει το ΔΙΚΟ του βιβλίο ΔΕΝ θα μπορείτε να ανταλλάσετε βιβλία ή να

Transcript:

i Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού Τομέας Αθλοπαιδιών Χειροσφαίριση ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΑΓΩΝΑ ΧΕΙΡΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ ΠΟΥ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΟΥΝ ΤΗ ΝΙΚΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΤΤΑ ΚΑΡΑΣΤΕΡΓΙΟΣ ΑΛΕΞΙΟΣ Α.Μ.: 9980201100073 Επιβλέπων Καθηγητής: Μπάγιος Ιωάννης ΙΟΥΝΙΟΣ 2017

Copyright Καραστέργιος Αλέξιος

iii Εγκρίθηκε: Μπάγιος Ιωάννης, Καθηγητής ΣΕΦΑΑ Πανεπιστημίου Αθηνών

1 Περιεχόμενα 1. Εισαγωγή 3 1.1. Προσδιορισμός του προβλήματος 4 1.2. Σκοπός της εργασίας 4 1.3. Περιορισμοί 4 1.4. Πρακτική αξία της εργασίας 5 2. Ανασκόπηση Βιβλιογραφίας 2.1. Τα φυσιολογικά χαρακτηριστικά του αθλήματος 6 2.2. Η ειδίκευση των παικτών 10 3. Μεθοδολογία 3.1. Δείγμα 16 3.1.1. Μεταβλητές 16 3.2. Στατιστική επεξεργασία 18 4. Αποτελέσματα 4.1. Παράμετροι επιθετικής δραστηριότητας των ομάδων 19 4.2. Αποτελεσματικότητα τερματοφυλάκων 21 4.3. Τεχνικά λάθη και παραβάσεις κανονισμών 22 5. Συζήτηση αποτελεσμάτων 23 6. Συμπεράσματα 26 7. Βιβλιογραφία 27 8. Παραρτήματα 31

2 Περίληψη Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να προσδιορίσει και να εξηγήσει τις διαφορές μεταξύ νικητριών και ηττημένων γυναικείων ομάδων χειροσφαίρισης της Α1 κατηγορίας, με βάση ανάλυσης τους δείκτες των τελικών επιθετικών ενεργειών και των τεχνικών λαθών σε αγώνες που έληξαν μέχρι τρία τέρματα διαφορά. Μέσω του σειριακού ελέγχου Mann-Whitney U που εφαρμόστηκε, μεταξύ 20 αγώνων, τα κυριότερα αποτελέσματα που προκύπτουν είναι τα εξής: 1. Οι νικήτριες ομάδες παρουσίασαν μεγαλύτερο συνολικό αριθμό ρίψεων, με περισσότερες ρίψεις από τα 9μ, από θέση πλαγίων, είχαν περισσότερες προσπάθειες από διείσδυση και περισσότερους αιφνιδιασμούς. 2. Η τελική αποτελεσματικότητα των τερματοφυλάκων των νικητριών ομάδων διέφερε σημαντικά (p<.001) από εκείνη των ομάδων που έχασαν τον αγώνα. Οι νικητές τερματοφύλακες είχαν κατά μέσο όρο 1.8 περισσότερες αποκρούσεις ανά αγώνα. 3. Οι νικήτριες ομάδες πραγματοποίησαν κατά μέσο όρο σημαντικά περισσότερα φάουλ από τις ηττημένες (p =.02), καταγράφοντας 8.6 περισσότερα ανά αγώνα. Επιπλέον, οι νικήτριες ομάδες υπέπεσαν σε σημαντικά (p =.03) λιγότερες παραβάσεις κανονισμών που αλλάζουν την κατοχή της μπάλας, με τους ηττημένους να καταγράφουν κατά μέσο όρο 2.2 περισσότερες παραβάσεις ανά αγώνα. 4. Το ενεργητικό μαρκάρισμα (φάουλ), τα τεχνικά λάθη και η γενικότερη απόδοση του τερματοφύλακα φαίνεται να είναι οι κύριοι παράγοντες που διαχωρίζουν τους νικητές από τους ηττημένους σε αγώνες μεταξύ ισάξιων αντιπάλων.

3 1. Εισαγωγή Η ανάλυση του αγώνα αλλά και των επιμέρους δράσεων και ενεργειών των παικτών, είναι ένα ερευνητικό πεδίο το οποίο παίζει σημαντικό ρόλο στην σημειωματική και στατιστική ανάλυση του αγώνα. Τέτοιου είδους αναλύσεις παρέχουν στους παίκτες την απαραίτητη ανατροφοδότηση για τις προπονήσεις και τους αγώνες (Taylor et al. 2004). Η περιγραφική στατιστική ανάλυση, επιτρέπει την κατανόηση των σχέσεων μεταξύ εκείνων των παραγόντων που οδηγούν στη νίκη, παρέχοντας μία καλύτερη αντίληψη για το αποτέλεσμα και τις απαιτήσεις του αγώνα (Volossovitch, 2005). Έτσι, η ανάλυση του αγώνα παρέχει τη δυνατότητα αξιολόγησης των βασικών ατομικών και ομαδικών χαρακτηριστικών της ομάδας και βοηθά τον προπονητή να παρέμβει αναγνωρίζοντας αδυναμίες και προτερήματα και επομένως να ενισχύσει το προπονητικό πλάνο (Meletakos et al. 2011; Ferrari et al. 2014). Επιπλέον, προκειμένου να ενισχυθεί η κατανόηση του παιχνιδιού, είναι απαραίτητη μια ανάλυση που θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε καλύτερα την σχέση μεταξύ των διαφόρων παραγόντων του αγώνα, κάνοντας με αυτόν τον τρόπο την σχέση μεταξύ της δυναμικής του αγώνα και του προτύπου της επιτυχίας της νικήτριας ομάδας περισσότερο κατανοητή (Ferrari et al. 2014; Volossovitch, 2005). Από αυτή την άποψη, είναι σημαντικό ότι οι προπονητές, ως βασικά φυσικά γνωρίσματα μεταξύ άλλων, θεωρούν και την ικανότητα του παίκτη να αλληλεπιδρά με το περιβάλλον, καθώς επίσης και την ατομική και ομαδική λήψη αποφάσεων μέσα στον αγώνα (Araújo et al. 2006). Στη χειροσφαίριση, το τελείωμα της επιθετικής δραστηριότητας γίνεται μέσω της ριπτικής διαδικασίας (σουτ) και το συνολικό αποτέλεσμα αυτής, φανερώνει την ολική επιθετική δραστηριότητα της ομάδας αλλά και την ορθολογιστική δραστηριότητα της αμυνόμενης ομάδας. Από την άλλη πλευρά, είναι σημαντικό, στα πλαίσια της ανάλυσης ενός αγώνα, να λαμβάνονται υπόψη όλες εκείνες οι παράμετροι που καθορίζουν την αγωνιστική δραστηριότητα (κανόνες του παιχνιδιού, τεχνική, τακτική, λάθη, σκορ, χρόνος, επικοινωνία κλπ). Οι λεγόμενοι κλειστοί αγώνες (εκείνοι που αφήνουν ίσα περιθώρια για νίκη της μίας ή της άλλης ομάδας), φαίνεται να είναι ένα πιθανό συστατικό που καθορίζει την ανταγωνιστικότητα του επιπέδου σε ένα πρωτάθλημα (Meletakos & Bayios, 2010). Για παράδειγμα, σε μία αναμέτρηση ισοδύναμων ομάδων, είναι προφανές πως υπάρχουν περισσότεροι περιορισμοί ανάπτυξης του παιχνιδιού, καθώς και οι δύο ομάδες διεκδικούν με ίσους όρους την νίκη, ενώ σε ένα μη ισορροπημένο παιχνίδι χαμηλού

4 επιπέδου με μεγάλη διαφορά τερμάτων, οι επιλογές των παικτών δεν παίζουν μεγάλο ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα. 1.1 Προσδιορισμός του προβλήματος Βασικός προβληματισμός για τους προπονητές ομαδικών αθλημάτων, αλλά και για τους ίδιους τους αθλητές και τις αθλήτριες, είναι το κατά πόσο η συνολική ομαδική και ατομική απόδοση επηρέασε το τελικό αποτέλεσμα του αγώνα. Συνήθως, οι ομάδες διαφέρουν πολύ σε ότι αφορά το επίπεδο των τεχνικών και τακτικών χαρακτηριστικών τους, ιδίως όταν κριτήριο είναι η ανταγωνιστική επιτυχία και η πορεία προς τη νίκη. Για τον καθορισμό του τελικού αποτελέσματος ενός αγώνα χειροσφαίρισης, έχει αναφερθεί ότι υψηλή ποιότητα πρόβλεψης φαίνεται να βρίσκεται στις μεταβλητές των επιθετικών ενεργειών (επιτυχία ρίψεων) και του μεγέθους των τεχνικών λαθών (Foretić et al., 2010). Αναμφισβήτητα, η αποτελεσματικότητα των ρίψεων επηρεάζει την εξέλιξη του αγώνα και το τελικό του αποτέλεσμα. 1.2 Σκοπός της μελέτης Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να προσδιορίσει και να εξηγήσει τις διαφορές μεταξύ νικητριών και ηττημένων γυναικείων ομάδων χειροσφαίρισης της Α1 κατηγορίας, με βάση ανάλυσης τους δείκτες των τελικών επιθετικών ενεργειών και των τεχνικών λαθών σε αγώνες που έληξαν μέχρι τρία τέρματα διαφορά. Στοχεύει κυρίως στην αξιολόγηση της επιθετικής διαδικασίας, στην συσχέτιση της αποτελεσματικότητας της επίθεσης της νικήτριας ομάδας και στην ανάλυση εκείνων των μεταβλητών της επίθεσης που διαφοροποιούν τη νίκη από την ήττα. 1.3 Όρια και περιορισμοί της μελέτης Η μελέτη αφορά αγώνες γυναικών Α1 κατηγορίας που το τελικό αποτέλεσμα ήταν μικρότερο από τρία τέρματα, σε μία προσπάθεια να αναδειχθούν εκείνοι οι δείκτες που επηρέασαν την έκβαση του τελικού αποτελέσματος μεταξύ θεωρητικά ισάξιων ομάδων που είχαν τις ίδιες ευκαιρίες για νίκη. Λόγω της χαμηλής ανταγωνιστικότητας του Ελληνικού πρωταθλήματος και της υψηλής διαφοράς απόδοσης μεταξύ των τριώντεσσάρων πρώτων ομάδων με τις υπόλοιπες του πρωταθλήματος δεν κατέστη δυνατόν να καταγραφούν περισσότερα από 20 παιχνίδια με τέτοια διαφορά τερμάτων τα τελευταία 4 χρόνια.

5 1.4 Πρακτική σημασία της μελέτης Η πρακτική εφαρμογή της παρούσας μελέτης συνίσταται στο γεγονός της ανάδειξης των σημαντικών στοιχείων που αφορούν στους προπονητές των ομάδων για τις ενέργειες που μπορούν να οδηγήσουν μία ομάδα στην νίκη. Επιπλέον, να προετοιμάσουν μέσω των παρατηρήσεων αυτών το κατάλληλο ασκησιολόγιο στην προπόνηση για τη βελτίωση των ενεργειών αυτών. Τέλος, επειδή δεν υπάρχει μεγάλος αριθμός παρόμοιων ερευνών, είναι καλό να συγκριθούν τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης με νέες μελλοντικές εργασίες για νέα συμπεράσματα και προβληματισμούς.

6 2. Ανασκόπηση 2.1 Τα φυσιολογικά χαρακτηριστικά του αθλήματος Η χειροσφαίριση είναι από φυσιολογικής άποψης μια πολύ απαιτητική αθλοπαιδιά και το επίπεδο της φυσικής κατάστασης που απαιτείται από τους αθλητές έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της εξέλιξης των κανόνων του παιχνιδιού (γρήγορη σέντρα). Χαρακτηρίζεται από σύνολο διαφορετικών κινήσεων σε άμυνα και επίθεση, αλμάτων, εναλλασσόμενων ταχυτήτων, επιταχύνσεων, ξαφνικών αλλαγών κατεύθυνσης, επαφών με τον αντίπαλο και τεχνικοτακτικών κινήσεων σε σύντομο χρόνο. Επομένως οι αθλητές πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με τα σωματικά (σωματική δομή και σύσταση) και φυσιολογικά (αερόβια και αναερόβια απόδοση, μυϊκή δύναμη και ισχύς) χαρακτηριστικά, τα οποία θα τους βοηθήσουν να αποδώσουν στο άθλημα. Κινητικές δραστηριότητες. Σύμφωνα με ποσοτικές αναλύσεις αγώνων χειροσφαίρισης, η συνολική απόσταση της μετατόπισης στο χώρο κατά τη διάρκεια ενός αγώνα κυμαίνεται από 2.800-7.000 m, ανάλογα με την αγωνιστική θέση του αθλητή και την ποιοτική στάθμη του αντιπάλου και με πιο αντιπροσωπευτικές τιμές τα 4.000-5.500 μέτρα (Povoas et al. 2012, Michalsik et al. 2013, Povoas et al. 2014). Στον Πίνακα 2.1. καταγράφεται το προφίλ των κινητικών δραστηριοτήτων των παικτών κατά τη διάρκεια του αγώνα. Ο χρόνος ανάμεσα σε κάθε αλλαγή κινητικής δραστηριότητας είναι 5.6 ± 1.03 δευτερόλεπτα. Η διάρκεια των ταχυτήτων δεν υπερβαίνει τα 2-3 δευτερόλεπτα. Οι αγωνιστικές κινήσεις στη χειροσφαίριση χαρακτηρίζονται κυρίως από πολύ σύντομες επιταχύνσεις (μικρότερες των 3 μέτρων) με 30-40 ξαφνικά σταματήματα και 30-40 αλλαγές κατεύθυνσης. Πιο πρόσφατες μελέτες αναφέρουν συνολική απόσταση 3900 4700 μέτρα, και ένα μεγάλο αριθμό αλλαγών δραστηριοτήτων (600 1500 ανά αγώνα). Είναι όμως απαραίτητο να πούμε ότι οι φυσιολογικές παράμετροι διαφέρουν μεταξύ ανδρών και γυναικών, καθώς και μεταξύ των ιδιαίτερων θέσεων μέσα στην ομάδα. Πρόσφατη μελέτη, ανάλυσε τα τεχνικά χαρακτηριστικά και τις φυσικές απαιτήσεις των αγώνων στην Premier League της Δανίας και για διάστημα 6 ετών (Michalsik et al. 2015). Στον πίνακα 2.2. παρουσιάζονται οι επιθετικές και αμυντικές ενέργειες των αθλητών κατά τη διάρκεια του αγώνα, όπως αυτές αναλύθηκαν κατά τη διάρκεια της Premier League της Δανίας.

7 Πίνακας 2.1. Κινητικές δραστηριότητες στη διάρκεια του αγώνα (Povoas et al., 2012). Δραστηριότητες Ένταση Στάση Βάδην Τροχάδην Γρήγορο τρέξιμο Ταχύτη τα Πλάγ. Κιν. μεσαία ένταση Πλάγ. κιν υψηλή ένταση Οπίσθιες κινήσεις Υψηλή Χαμηλή Συχνότητα 32.1 31.5 12.0 3.4 2.6 8.9 2.3 7.6 8.8 91.2 % (5.8) (3.57) (3.46) (1.95) (0.87) (3.87) (1.86) (3.24) (2.76) (2.76) Διάρκεια (s) 7.0 (8.26) 5.9 (4.75) 3.9 (1.96) 3.1 (1.25) 2.8 (1.08) 3.1 (1.66) 2.3 (1.010 2.9 (1.35) Απόσταση (m) 7.7 (6.20) 10.3 (5.21) 16.7 (6.88) 18.0 (6.91) 4.2 (2.26) 9.0 (3.89) 2.9 (1.35) % Συνολικού χρόνου 43.0 (9.27) 35.0 (6.94) 8.8 (3.14) 2.2 (1.21) 0.4 (0.31) 5.2 (3.20) 1.1 (0.95) 4.5 (2.33) 3.6 (1.61) 96.7 (1.61) % Συνολικής απόστασης 45.9 (7.16) 23.2 (6.14) 11.5 (5.74) 2.4 (2.02) 6.5 (3.86) 4.3 (4.04) 6.1 (3.05) 18.3 (7.70) 81.7 (7.70) Απόσταση (m) 2002 (427.2) 1014 (334.8) 508 (281.6) 107 (87.3) 287 (173.3) 183 (164.9) 268 (144.8) 798 (370.1) 3571 (658.2) Πίνακας 2.2. Επιθετικές και Αμυντικές ενέργειες των παικτών ανά αγώνα (Michalsik et al., 2015). Όλοι οι παίκτες Πλάγιοι Π. Γραμμής Περιφερειακοί Επιθετικές ενέργειες Παικτικός Χρόνος 26.2 (3.1) 26.5 (3.6) 26.1 ( 2.7) 26.0 (3.1) (min) Διεισδύσεις 1.5 (1.4) 1.2 (1.2) 1.0 (0.5) 1.8 (1.3) Αιφνιδιασμοί 6.0 (4.2) 8.9 (3.1) 8.3 (4.0) 3.4 (3.2) Δυνατή επαφή 7.5 (4.4) 4.3 (2.1) 11.6 (3.2) 7.5 (2.7) Χαλαρή επαφή 27.0 (18.4) 10.6 (2.3) 58.9 (20.3) 22.2 (10.0) Φράγματα 4.8 (8.3) 0.4 (0.7) 16.7 (9.6) 2.2 (4.3) Τεχνικά λάθη 1.5 (1.3) 1.2 (0.9) 1.6 (1.2) 1.5 (1.7) Ρίψεις 8.5 (4.2) 6.0 (2.5) 7.0 (2.0) 10.5 (3.4) Ποσοστά ευστοχίας 44.9 (17.7) 46.9 (23.9) 48.8 (24.2) 42.0 (14.6) (%) Αμυντικές ενέργειες Παικτικός Χρόνος 27.7 (4.2) 26.28 (2.40) 27.08 (2.42) 28.70 (2.80) (min) Δυνατή επαφή 5.8 (3.6) 4.9 (3.3) 6.6 (3.2) 6.0 (3.3) Χαλαρή επαφή 24.1 (12.6) 14.6 (5.9) 33.7 (12.4) 25.2 (7.3) Φράγματα 6.1 (3.1) 0.9 (1.5) 12.4 (7.4) 6.3 (3.7) Μπλοκ 3.7 (3.5) 0.2 (0.4) 5.5 (3.2) 4.9 (2.8) Αμυντικά λάθη 3.8 (2.5) 3.0 (2.2) 5.4 (1.8) 3.7 (2.3)

8 Αγωνιστική ένταση. Οι κανονισμοί του αθλήματος από το 2002 και μετά, έχουν επιτρέψει στις ομάδες να αγωνιστούν σε μεγαλύτερες εντάσεις στη διάρκεια του αγώνα. Για να έχουν τη δυνατότητα οι αθλητές να ανταποκριθούν στους υψηλούς ρυθμούς του αγώνα και της προπόνησης είναι ανάγκη να διαθέτουν ικανοποιητική αερόβια ικανότητα. Είναι προφανές πως κατά τη διάρκεια του αγώνα και της προπόνησης, οι αθλητές που διαθέτουν υψηλή αερόβια ικανότητα έχουν τη δυνατότητα να παράγουν περισσότερο έργο προμηθεύοντας έτσι τους μυς με περισσότερη ενέργεια. Αυτό βοηθάει τον αθλητή να συγκρατεί υψηλούς ρυθμούς και να αντιστέκεται στην κόπωση. Επιπλέον έχει αποδειχθεί, ότι η κόπωση που προέρχεται από τις αγωνιστικές επιβαρύνσεις, μειώνει τις νοητικές λειτουργίες και την πληροφόρηση από το περιβάλλον με αποτέλεσμα την αδυναμία ακριβούς στόχευσης προς το αντίπαλο τέρμα (Zapartidis et al. 2007). Στη διάρκεια του παιχνιδιού, η αγωνιστική ένταση κυμαίνεται από 70-90% της μέγιστης πρόσληψης οξυγόνου και εξαρτάται από τη θέση του παίκτη, το επίπεδο του αγώνα, την κρισιμότητα και τη φυσική κατάσταση. Η Καρδιακή Συχνότητα, κατά τη διάρκεια του αγώνα κυμαίνεται από 135 έως και 190 σφυγμούς το λεπτό (Povoas et al. 2012), με μέσες τιμές μεταξύ 160-180 σφυγμούς, και δεν φαίνεται να διαφοροποιείται μεταξύ των δύο ημιχρόνων. Οι Povoas et al. (2012) σημείωσαν ότι το 53% του χρόνου του παιχνιδιού οι παίκτες εμφανίζουν καρδιακή συχνότητα άνω του 80% της μέγιστής τους. Η συμμετοχή του αερόβιου μηχανισμού στον αγώνα είναι αδιαμφισβήτητα πολύ σημαντική (Hefco et al. 2004, Gorostiaga et al. 2006), φαίνεται όμως ότι δεν αποτελεί προϋπόθεση της απόδοσης των παικτών (Delamarche et al. 1987). Με άλλα λόγια, οι παίκτες που έχουν υψηλή αερόβια ικανότητα δεν είναι απαραίτητα και οι πιο δραστήριοι μέσα στο γήπεδο (Delamarche et al. 1987, Rannou et al. 2001). Σωματική δομή και σύσταση. Οι σωματικές διαστάσεις και σύσταση των αθλητών μπορούν, θεωρητικά, να φέρουν μια ομάδα σε πλεονεκτική θέση. Οι μυώδεις και ψηλοί παίκτες υπερτερούν τόσο στην άμυνα, όσο και στην επίθεση συγκριτικά με κοντύτερους και λιγότερο μυώδεις παίκτες (Bayios et al. 2006, Gorostiaga et al. 2006). Οι Bayios et al. (2006) μελέτησαν τα σωματικά χαρακτηριστικά των Ελληνίδων χειροσφαιριστριών και παρατήρησαν ότι είναι μεσο-ενδομορφικές (ένδο-μέσο-έξω-μορφία: 4.2-4.7-1.8), κοντύτερες και ελαφρύτερες από τις αθλήτριες πετοσφαίρισης και καλαθοσφαίρισης. Σημαντικές ήταν και οι διαφορές στον σωματότυπο μεταξύ αθλητριών Α1 και Α2 κατηγορίας, όπου οι χαμηλότερης κατηγορίας αθλήτριες ήταν περισσότερο

9 μεσομορφικές. Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι το ύψος δεν αποτελούσε σημαντικό κριτήριο για την επιλογή των αθλητριών (Bayios et al., 2006). Οι Granados et al. (2007) παρατήρησαν ότι οι κορυφαίες αθλήτριες χειροσφαίρισης ήταν ψηλότερες κατά 6% και με 10% λιγότερη λιπώδη μάζα συγκριτικά με τις συναθλήτριές τους χαμηλότερων κατηγοριών. Οι Οξύζογλου και Χατζημανουήλ (2003) σύγκριναν μεταξύ άλλων το σωματικό ανάστημα, βάρος, την αμφοακρωμιακή απόσταση, την έκταση χεριών, και το μήκος παλάμης σε Έλληνες και Γιουγκοσλάβους διεθνείς, σε χώρες με σαφώς διαφορετικό αγωνιστικό επίπεδο. Οι Γιουγκοσλάβοι παίκτες ήταν βαρύτεροι, ψηλότεροι και με μεγαλύτερες διαστάσεις συγκριτικά με τους Έλληνες. Άνω άκρα. Η μέγιστη δύναμη των άνω άκρων των Ισπανών χειροσφαιριστών, όπως εκφράζεται με τη δυνατότητα ανύψωσης βάρους στην άσκηση πιέσεων στον πάγκο, ήταν 75 κιλά, σημαντικά υψηλότερη από την αντίστοιχη των ποδηλατών, των δρομέων ή των ανάσκητων ατόμων, αλλά χαμηλότερη από αυτήν των αθλητών της άρσης βαρών (Izquierdo et al. 2002). Οι επαγγελματίες χειροσφαιριστές σηκώνουν σημαντικά περισσότερα κιλά (107±12) στις πιέσεις πάγκου από ότι οι ερασιτέχνες (83±10 κιλά) (Gorostiaga et al. 2005). Οι αθλήτριες χειροσφαίρισης έχουν μεγαλύτερη δύναμη λαβής (45.3 κιλά) από τις μη αθλήτριες (33.5 κιλά), αλλά χαμηλότερες τιμές συγκριτικά με τους μη αθλούμενους άνδρες (55.2 κιλά) (Leyk et al. 2007). Κάτω άκρα. Οι άνδρες κορυφαίοι χειροσφαιριστές μπορούν να ανυψώσουν από θέση ημικαθίσματος 160-170 κιλά ενώ οι γυναίκες 95-125 κιλά (Kvorning 2006). Σε μια μελέτη όπου συγκρίθηκε η δυνατότητα μέγιστου βάρους από ημικάθισμα σε αθλητές διαφορετικών αθλημάτων, οι χειροσφαιριστές μπορούσαν να ανυψώσουν περίπου 130 κιλά, σημαντικά περισσότερα από αυτά που μπορούσαν να σηκώσουν δρομείς αποστάσεων και ανάσκητα άτομα, παρόμοια με εκείνα των ποδηλατών και χαμηλότερα από τα αντίστοιχα των αθλητών της άρσης βαρών (Izquierdo et al. 2002). Συμπερασματικά, ο αθλητές χειροσφαίρισης δεν πρέπει να παίζουν για να προπονηθούν, αλλά να προπονούνται για να παίζουν. Για να αποδώσει ο αθλητής χειροσφαίρισης, εκτός της τεχνικής, θα πρέπει να είναι μυώδης και ισχυρός, με καλό επίπεδο αερόβιας ικανότητας και πολύ καλό αναερόβιας ικανότητας. Η μεταφορά των ωφελειών της προπόνησης εντός και εκτός γηπέδου στον αγώνα, είναι η πρόκληση την οποία καλείται να αντιμετωπίσει ο γυμναστής-προπονητής, δηλαδή τις φυσιολογικές απαιτήσεις ενός αγώνα χειροσφαίρισης.

10 2.2 Η ειδίκευση των παικτών ανάλογα με τη θέση στην ομάδα Οι μακροχρόνιες προπονητικές διαδικασίες στη χειροσφαίριση, μαζί με την κατάλληλη επιλογή των αθλητών και αθλητριών, οδηγούν στο σχηματισμό των βέλτιστων εκείνων δομών που είναι υπεύθυνες για την επίτευξη υψηλών επιδόσεων στη χειροσφαίριση. Οι ατομικές θέσεις των παικτών μέσα στην ομάδα διαφέρουν ανάλογα με τις ιδιαίτερες και ειδικές απαιτήσεις κάθε θέσης που πρέπει να πληρούν οι παίκτες. Οι διαφορές αυτές είναι εμφανείς τόσο στα σωματομετρικά χαρακτηριστικά όσο και στις φυσικές και κινητικές ικανότητες. Στο γράφημα 2.1 παρουσιάζονται οι διαφορές του σωματικού αναστήματος ανάλογα με τη θέση μέσα στην ομάδα, όπως αυτές καταγράφηκαν κατά το ΠΠ του 2013. Τα σύγχρονα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε θέσης σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη βιβλιογραφία είναι: Περιφερειακοί παίκτες (αριστερός δεξιός ενδιάμεσοι, κεντρικός) Το σωματικό τους ανάστημα είναι πάνω από τα 192 cm με τάσεις προς τα 2 μέτρα και άνοιγμα χεριών κοντά στα 200 cm. Όλοι οι περιφερειακοί παίκτες πρέπει να διαθέτουν άριστη τεχνική κατάρτιση στις πάσες και τις ρίψεις και να έχουν ηγετικό ταλέντο. Τους διακρίνει ταχύτητα αντίδρασης και επιτάχυνσης καθώς και υψηλή επίδοση στο κατακόρυφο άλμα. Επιπλέον, θα πρέπει να διαθέτουν ταχύτητα κίνησης των χεριών, ταχύτητα αλλαγής ρυθμού, ταχύτητα κίνησης καρπού και δακτύλων, ικανότητα σκόπευσης και προσανατολισμό αντίδρασης (άμεση απόφαση στο χρόνο αντίδρασης ύστερα από οπτικό ερέθισμα). Γράφημα 2.1. Μέσοι όροι σωματικού αναστήματος αθλητών Παγκοσμίου Πρωταθλήματος 2013 ανάλογα με τη θέση στην ομάδα.

11 Ο κεντρικός περιφερειακός παίκτης είναι συνήθως ο κοντύτερος από τους περιφερειακούς παίκτες. Στη διεθνή βιβλιογραφία τις περισσότερες φορές δεν διαφοροποιείται η θέση του από τους άλλους περιφερειακούς και αναφέρεται ως backcourt. Το ύψος του σε ομάδες υψηλού επιπέδου προσεγγίζει τα 190 cm. Είναι ο παίκτης που έχει την μεγαλύτερη συχνότητα τελειώματος της επίθεσης της ομάδας και ο παίκτης με τις περισσότερες μεταβιβάσεις. Αυτό είναι κατανοητό καθώς ο συγκεκριμένος παίκτης έχει ευνοϊκή θέση μέσα στην ομάδα, ως επί το πλείστον έχει στην κατοχή του την μπάλα και έχει τις περισσότερες δυνατότητες για την υλοποίηση της επιθετικής ενέργειας. Στη σύγχρονη χειροσφαίριση, το σωματικό ανάστημα του κεντρικού τείνει να φτάσει εκείνο των ενδιάμεσων. Σε παλαιότερες αναφορές, οι «κοντοί» κεντρικοί παίκτες είχαν ως κύριο στόχο την οργάνωση του παιχνιδιού και τις μεταβιβάσεις στον παίκτη γραμμής και τους ενδιάμεσους περιφερειακούς. Αναφορικά με το είδος των ρίψεων που εκτελούνται από τους περιφερειακούς παίκτες, αυτές γίνονται σε μεγαλύτερο ποσοστό με άλμα (79.9%), ακολουθούν οι ρίψεις από πέναλτι (7.8%), οι ρίψεις από σταθερή θέση (4.9%), οι ρίψεις με τρέξιμο (4.3%) και τέλος οι ρίψεις κάτω από τον ώμο (3.1%), (Γράφημα 2. Στην αριστερή πλευρά του γραφήματος φαίνονται τα ποσοστά των ρίψεων ανάλογα με το είδος της ρίψης και στη δεξιά πλευρά τα μέσα ποσοστά αποτελεσματικότητας της κάθε ρίψης όπως αυτά καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια 6 ετών της Premier League του Δανέζικου πρωταθλήματος (Michalsik et al. 2015). Πλάγιοι Το σωματικό τους ανάστημα αγγίζει πλέον τα 185-190 cm. είναι οι ταχύτεροι παίκτες στην ομάδα, καθώς είναι αυτοί κυρίως που εκδηλώνουν τον άμεσο αιφνιδιασμό. Η επίδοσή τους στα 30 μέτρα ταχύτητα είναι κάτω από 4.35 sec. Είναι συνήθως θεαματικοί παίκτες και λόγω της δράσης τους κατά τον αιφνιδιασμό μπορούν να επηρεάσουν το τελικό αποτέλεσμα. Πρέπει να τους διακρίνει ικανότητα άμεσης αντίδρασης, ευκινησία, ταχεία ανάπτυξη ταχύτητας, εκρηκτικότητα και δυνατότητα γρήγορης αλλαγής ρυθμού. Το πέρασμά τους και η διείσδυση στη γραμμή των 6 μέτρων σε μία προωθημένη άμυνα δημιουργεί πολλούς ανοικτούς χώρους μεταξύ των αμυντικών και αυτό βοηθάει τους περιφερειακούς να βρουν καταλληλότερες ευκαιρίες για ρίψη. Μελέτη ανάδειξε πως οι πλάγιοι παίκτες της εθνικής ομάδας της Ρωσίας σε σχέση με τους περιφερειακούς, κινούνται κατά 25.9% λιγότερο στην αεροβική ζώνη αλλά 15% και

12 12.1% περισσότερο στην αερόβια-αναερόβια και αναερόβια γλυκολυτική ζώνη αντίστοιχα (Sidorchuk, 2007). Γράφημα 2.2. Ποσοστά ρίψεων και αποτελεσματικότητας αυτών για τους περιφερειακούς παίκτες Οι διαφορές στην αεροβική ζώνη οφείλονται στη μεγαλύτερη αγωνιστική δραστηριότητα των περιφερειακών σε εύρος σφυγμών από 91-150 ανά λεπτό. Στην αερόβια - αναερόβια ζώνη, οι διαφορές εμφανίζονται εξ αιτίας της σημαντικά μικρότερης δραστηριότητας των περιφερειακών σε εύρη σφυγμών από 161-170 και 171-180 ανά λεπτό σε σχέση με τους πλάγιους. Τέλος στην αναερόβια γλυκολυτική ζώνη, στο εύρος σφυγμών από 181-210 ανά λεπτό, η αγωνιστική επιβάρυνση των πλαγίων είναι σημαντικά μεγαλύτερη από εκείνη των περιφερειακών. Οι πλάγιοι παίκτες τα τελευταία χρόνια έχουν βελτιώσει σημαντικά τις κινήσεις τους χωρίς μπάλα με βάση το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των επιθέσεων ένας παίκτης είναι τις περισσότερες φορές χωρίς μπάλα. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού ένας παίκτης έχει στην κατοχή του την μπάλα για μόλις 4 λεπτά το πολύ (Anton-Garcia, 2011). Σε γενικές γραμμές, οι πλάγιοι παίκτες χαρακτηρίζονται από αγωνιστική επιθετικότητα, πρωτοβουλία και δημιουργικότητα, που βασίζονται στην υψηλή ικανότητα πρόβλεψης. Η δεύτερη θέση στην οποία οι πλάγιοι παίκτες πρέπει να εξειδικεύονται είναι του παίκτη γραμμής, καθώς με τις κινήσεις και τις ενέργειές τους στα 6 μέτρα με ή χωρίς την μπάλα διευκολύνουν τις επιθετικές προσπάθειες των περιφερειακών. Κατά τη διάρκεια του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Γυναικών του 2012, οι πλάγιες παίκτριες είχαν ανά αγώνα 12 ενέργειες που τις έφερναν σε θέση ρίψης. Στο συγκεκριμένο τουρνουά, ο μέσος όρος των γκολ για τις πλάγιες παίκτριες ανά παιχνίδι ήταν 8.3. Από αυτά 3.2 ήταν από τη θέση τους, 1.7 από αιφνιδιασμό, 2.2 από πέναλτι και μόνον 1.2 γκολ από άλλες θέσεις (πίβοτ, από τα 9μ, 1:1, κλπ).

13 Παίκτες Γραμμής Στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρονται ως line players ή pivots. Είναι από τους υψηλότερους παίκτες στην ομάδα και σε μέσους όρους σημαντικά βαρύτεροι από όλους τους άλλους παίκτες. Οι 67 παίκτες γραμμής που πήραν μέρος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2013 είχαν μέσο ανάστημα 192.61±6.33cm, σωματική μάζα 99.66±9.47kg και δείκτη μάζας σώματος 26.85±2.18 kg/m 2. Σε αντιπαράθεση, οι 5 κορυφαίοι Ευρωπαίοι παίκτες γραμμής στη διάρκεια του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος 2014, ήταν υψηλότεροι και βαρύτεροι και με μεγάλη αθλητική εμπειρία καθώς ήταν μεγαλύτεροι των 30 ετών (Cărăbaş,2014) (Πιν. 2.1). Πολλές από τις ενέργειες του σύγχρονου παιχνιδιού βασίζονται στις κινήσεις του παίκτη γραμμής καθώς με τα φράγματα και τις τοποθετήσεις του ανάμεσα στην άμυνα δίνει τη δυνατότητα στους περιφερειακούς και τους πλάγιους να βρουν περισσότερες λύσεις για σκοράρισμα. Πινάκας 2.1. Σωματικά χαρακτηριστικά των 5 κορυφαίων παικτών γραμμής του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος 2014 (Cărăbaş, 2014). Όνομα Χώρα Ανάστημα (cm) Σ. Μάζα (kg) Ηλικία Noddesbo J Δανία 199 100 34 Aguinagalde J Ισπανία 195 110 32 Sorhaindo C Γαλλία 192 100 30 Vori I Κροατία 203 114 34 Karlsson T Σουηδία 196 102 33 Για να μπορέσει να υλοποιήσει τα καθήκοντά του ο παίκτης γραμμής πρέπει να διαθέτει υψηλές κινητικές δεξιότητες, δύναμη, ευκινησία και πνευματική ισορροπία. Η καλή λειτουργία των αρθρώσεων, και η μυϊκή σταθερότητα είναι απαραίτητες καθώς οι ρίψεις και το πιάσιμο της μπάλας γίνονται πάντα υπό πίεση, σπρωξίματα, τραβήγματα και ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες. Το να είναι σε θέση να πιάσει την μπάλα με τα δύο χέρια κάτω από αντίξοες συνθήκες, δεν είναι πια αρκετό. Θα πρέπει να μπορεί να πιάσει την μπάλα με το ένα χέρι, τις χαμηλές και ψηλές πάσες και τις δύσκολες πάσες με κακό προσανατολισμό. Η προοδευτικά αυξανόμενη παρουσία παικτών στη θέση αυτή με υψηλά ποιοτικά προσόντα κρίνεται ως ένας από τους αποφασιστικούς παράγοντες για

14 την τελική έκβαση του αγώνα. Μελέτες που ανέλυσαν Παγκόσμια Πρωταθλήματα και Ολυμπιακούς αγώνες, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το να παίζεις με τον παίκτη γραμμής είναι η πιο πετυχημένη μορφή επίθεσης (Spate, 2005). Επιπρόσθετα, έχει διαπιστωθεί ότι σε αγώνες κορυφαίου επιπέδου γυναικών, οι πλάγιες και οι παίκτριες γραμμής διαδραματίζουν σημαντικά αποφασιστικό ρόλο στην επιτυχία της ομάδας και στο τελικό αποτέλεσμα (Gruic et al. 2005). Σχετικά πρόσφατη μελέτη (Meletakos et al. 2011), ανέλυσε τα δεδομένα των ρίψεων σε τρία ΠΠ ανδρών (2005, 2007, 2009). Αν και οι ρίψεις από τη θέση γραμμής σημείωσαν σημαντική μείωση και οι ρίψεις από τα 9 μέτρα σημαντική αύξηση, η αποτελεσματικότητα των ρίψεων (σκοράρισμα), αυξήθηκε σημαντικά για τους παίκτες γραμμής, αλλά παρέμεινε σταθερή για τις ρίψεις από τα 9 μέτρα (Γράφημα 2.3). Γράφημα 2.3. Ποσοστά και αποτελεσματικότητα ρίψεων από τα 9μ και τα 6μ (πίβοτ) σε 3 συνεχόμενα ΠΠ. Η μπλε συνεχόμενη γραμμή δηλώνει θέση πίβοτ, η κόκκινη διακοπτόμενη γραμμή θέση 9μ. (Meletakos et al. 2011). Τερματοφύλακες Είναι οι πιο συγκεκριμένοι παίκτες ανάμεσα σε όλους τους συμπαίκτες τους. Παίζουν σημαντικό και αναπόσπαστο ρόλο στην απόδοση της ομάδας, καθώς είναι η πρώτη και η τελευταία γραμμή άμυνας και οι πρώτοι και τελευταίοι επιθετικοί (Dumitru, 2010). Oι (Srhoj et al. 2002) περιέγραψαν τους τερματοφύλακες ως αθλητικά δομημένους παίκτες με έντονες διαμήκεις διαστάσεις. Επίσης σε έρευνά τους σε τερματοφύλακες διεθνούς επιπέδου ο μέσος όρος αναστήματος ήταν 191.86 cm και σωματικής μάζας 91.79 kg. Παρόμοια αποτελέσματα είχαν και οι (Urban, Kadrac & Taborsky, 2011) σε νέους τερματοφύλακες διεθνούς επιπέδου. Σημαντικά κριτήρια επιλογής τερματοφυλάκων είναι το σωματικό ανάστημα και η μάζα σώματος. Άλλες έρευνες ωστόσο δεν βρίσκουν το

15 σωματικό ανάστημα ως πλεονέκτημα για την απόδοση των τερματοφυλάκων. Άλλες σημαντικές παράμετροι στην απόδοση ενός τερματοφύλακα είναι επίσης η ταχύτητα και η ευκινησία (Mohamed et al. 2009) και η σωματική διάπλαση με υψηλά επίπεδα αντοχής και δύναμης (Gardasevic, Jakolvljevic, Pajic & Preljevic, 2011). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι τερματοφύλακες ενεργούν ξεχωριστά, μέσα σε περιορισμένο χώρο και χρόνο και η δράση τους επικεντρώνεται σε γρήγορη και εκρηκτική εφαρμογή απλών κινήσεων σε κλάσμα ενός δευτερολέπτου (Srhoj et al. 2002). Επιπρόσθετα, είναι οι παίκτες που ξεκινούν τον άμεσο αιφνιδιασμό και για τον λόγο αυτό συνήθως διακρίνονται για τις εύστοχες, ευθύβολες και δυνατές μακρινές πάσες. Στους τελευταίους 3 ΟΑ η αποτελεσματικότητα των ανδρών ΤΦ ήταν 31.3% στο σύνολο των ρίψεων. Η υψηλότερη αποτελεσματικότητα ήταν για τις ρίψεις από τα 9 μέτρα (43.7%) και τις ρίψεις από τους πλάγιους (32.2%), ακολούθησαν η αποτελεσματικότητα από τα 6 μέτρα (25.6%) και ύστερα από διείσδυση (22.2%). Τέλος, στις ρίψεις από πέναλτι και ύστερα από αιφνιδιασμό οι ΤΦ είχαν 19.2% και 18.9% ποσοστά αποκρούσεων.

16 3 : Μέθοδος 3.1 Δείγμα Τα δεδομένα για αυτή τη μελέτη συλλέχθηκαν μέσω παρατήρησης με τη χρήση DVD, όλων των αγώνων που το τελικό αποτέλεσμα ήταν μέχρι τρία τέρματα διαφορά. Παρατηρήθηκαν 20 αγώνες του γυναικείου πρωταθλήματος της Α1 κατηγορίας της Ελλάδας στη διάρκεια των ετών 2014-2017. Τα δεδομένα για τις νικήτριες και ηττημένες ομάδες κάθε αγώνα καταγράφονταν ταυτόχρονα. Για την ελαχιστοποίηση των τυχών διαφορών στην ανάλυση, κάθε αγώνας παρατηρήθηκε και καταγράφηκε δύο φορές με διαφορά 15 ημερών. Σε περίπτωση διαφορετικών δεδομένων γινόταν και τρίτη παρατήρηση του συγκεκριμένου αγώνα. Στη συνέχεια, τα δεδομένα καταχωρήθηκαν στο πρόγραμμα Microsoft Excel., για να χρησιμοποιηθούν στις επιμέρους αναλύσεις. 3.2 Μεταβλητές Επιλέχθηκαν οι σημαντικότερες μεταβλητές που κατά τη γνώμη μας θα μπορούσαν να διακρίνουν τις ηττημένες από τις νικήτριες ομάδες. Οι περισσότερες από αυτές τις μεταβλητές έχουν χρησιμοποιηθεί σε διάφορες μελέτες, που σκοπό είχαν τη διαπίστωση διαφορών μεταξύ νικητών και ηττημένων, σε ομαδικά αθλήματα μπάλας. 1. Συνολικές τελικές ρίψεις: Ο συνολικός αριθμός των ρίψεων όλης της ομάδας. (TSHOT) 2. Σύνολο τερμάτων: Ο συνολικός αριθμός τερμάτων που πέτυχε η ομάδα. (TGOAL) 3. Ρίψεις από τα 9 μέτρα: Ρίψεις που έγιναν πίσω από τη γραμμή των 9 μέτρων. (S9m) 4. Τέρματα από τα 9 μέτρα: Τέρματα που πέτυχε η ομάδα πίσω από τη γραμμή των 9 μ. (G9m) 5. Χαμένες ρίψεις από τα 9 μέτρα. (M9m) 6. Ρίψεις από τα 6 μέτρα: Ρίψεις από θέση παίκτη γραμμής. (SPIV) 7. Τέρματα από τα 6 μέτρα. (GPIV) 8. Χαμένες ρίψεις από τα 6 μέτρα. (MPIV) 9. Ρίψεις από τους πλάγιους. (SEXTR) 10. Τέρματα από τους πλάγιους. (GEXTR) 11. Χαμένες ρίψεις πλαγίων. (MEXTR) 12. Ρίψεις 7 μέτρων (πέναλτι). (S7m)

17 13. Τέρματα από πέναλτι. (G7m) 14. Χαμένες ρίψεις από πέναλτι. (M7m) 15. Ρίψεις από διείσδυση. (TBTH) 16. Τέρματα από διείσδυση. (GBTH) 17. Χαμένες ρίψεις από διείσδυση. (MBTH) 18. Ρίψεις αιφνιδιασμού. (SFBR) 19. Τέρματα από αιφνιδιασμό. (GFBR) 20. Χαμένες ρίψεις αιφνιδιασμού. (MFBR) 21. Αποκρούσεις τερματοφύλακα. (GKSVS) 22. Ρίψεις εκτός στόχου: χαμένες ρίψεις όπου δεν ήρθε σε επαφή με την μπάλα ο ΤΦ. (aout), (dok) 23. % Αποτελεσματικότητα ομάδας: Ποσοστό τερμάτων σε σχέση με τις ρίψεις. 24. % Ρίψεων 9 μέτρων: Ποσοστό ρίψεων 9μ σε σχέση με τις συνολικές ρίψεις. 25. % Ρίψεων 6 μέτρων: Ποσοστό ρίψεων 6μ σε σχέση με τις συνολικές ρίψεις. 26. % Ρίψεων πλαγίων: Ποσοστό ρίψεων από πλάγιους σε σχέση με συνολικές ρίψεις 27. % Ρίψεων 7μ.: Ποσοστό ρίψεων 7μ σε σχέση με τις συνολικές ρίψεις. 28. % Ρίψεων διείσδυσης: Ποσοστό ρίψεων από διείσδυση σε σχέση με συνολικές ρίψεις. 29. % Ρίψεων αιφνιδιασμού: Ποσοστό ρίψεων αιφνιδιασμού σε σχέση με συνολικές ρίψεις. 30. % Τερμάτων 9 μέτρων: Ποσοστό τερμάτων 9μ σε σχέση με συνολικά τέρματα. 31. % Τερμάτων 6 μέτρων: Ποσοστό τερμάτων 6μ σε σχέση με συνολικά τέρματα. 32. % Τερμάτων πλαγίων: Ποσοστό τερμάτων πλάγιων σε σχέση με συνολικά τέρματα. 33. % Τερμάτων 7μ.: Ποσοστό τερμάτων 7μ σε σχέση με συνολικά τέρματα. 34. % Τερμάτων διείσδυσης: Ποσοστό τερμάτων από διείσδυση σε σχέση με συνολικά τέρματα. 35. % Τερμάτων αιφνιδιασμού: Ποσοστό τερμάτων αιφνιδιασμού σε σχέση με συνολικά τέρματα. 36. % Αποτελεσματικότητα ΤΦ.: Ποσοστό αποκρούσεων ΤΦ σε σχέση με τις ρίψεις εντός στόχου. 37. Αμυντικά φάουλ. (faoul) 38. Δίλεπτοι αποκλεισμοί: Αριθμός 2 λεπτων αποκλεισμών (συμπεριλαμβάνονται κόκκινες κάρτες). (2 m), (red)

18 39. Τεχνικά λάθη: Σύνολο τεχνικών λαθών και παραβάσεων (βήματα, λάθος μεταβίβαση, γραμμή, πόδια, επιθετικό φάουλ, παθητικό παιχνίδι). (vimat), (podia), (line), (epithet), (lathp), (pathit). 3.3 Στατιστική επεξεργασία Για τη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων, αρχικά έγινε χαρακτηρισμός του δείγματος με χρήση περιγραφικών στατιστικών συμπεριλαμβανομένων των μέσων όρων, της τυπικής απόκλισης και του εύρους των τιμών. Ακολούθησε η χρήση στατιστικού μοντέλου μη παραμετρικής στατιστικής με εφαρμογή σειριακού ελέγχου Mann-Whitney U για ανεξάρτητα δείγματα (Ferrari, et al., 2014). Το επίπεδο σημαντικότητας ορίστηκε σε p<.05. Η στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας το πρόγραμμα SPSS 11.5 για Windows.

19 4 : Αποτελέσματα 4.1 Παράμετροι επιθετικής δραστηριότητας των ομάδων Ο έλεγχος Mann-Whitney δεν ανέδειξε στατιστικά σημαντικές διαφορές σε καμία από τις παραμέτρους επιθετικής δραστηριότητας μεταξύ νικητριών και ηττημένων ομάδων (Πιν. 4.1 και 4.2). Οι νικήτριες ομάδες παρουσίασαν μεγαλύτερο συνολικό αριθμό ρίψεων, με περισσότερες ρίψεις από τα 9μ, από θέση πλαγίων, είχαν περισσότερες προσπάθειες από διείσδυση και περισσότερους αιφνιδιασμούς. Τα τέρματα από πλάγια θέση παρουσίασαν μία τάση εμφάνισης σημαντικότητας (p=.08) υπέρ των νικητριών ομάδων. Οι ηττημένες ομάδες είχαν περισσότερες ρίψεις από τη θέση παίκτη γραμμής, και από πέναλτι. Οι νικήτριες ομάδες πέτυχαν σε μέσο όρο τα περισσότερα τέρματα ύστερα από διείσδυση, ακολουθούμενα από τις ρίψεις 9μ, ενώ οι ηττημένες ομάδας πέτυχαν τα περισσότερα τέρματα από τα 9μ, ακολουθούμενα από διεισδύσεις. Πίνακας 4.2. Περιγραφικά στατιστικά και αποτελέσματα ελέγχου Mann-Whitney μέσων τιμών ρίψεων και τερμάτων ανά αγώνα. ΝΙΚΗΤΕΣ HTTHMENOI mean sd Mean Rank mean sd Mean Rank z p Σύνολο Ρίψεων 51.90 7.31 22.80 49.70 6.08 18.20-1.247.21 Σύνολο Τερμάτων 27.25 4.65 23.13 25.10 4.63 17.88-1.412.16 Ρίψεις 9μ 20.50 5.56 20.58 19.60 3.86 20.43 -.041.96 Τέρματα 9μ 6.85 3.38 20.85 6.45 2.54 20.15 -.191.85 Ρίψεις 6μ (πιβοτ) 4.85 2.74 18.77 5.80 3.20 22.23 -.939.35 Τέρματα 6μ 3.20 2.17 18.50 3.85 1.98 22.50-1.100.27 Ρίψεις Πλαγίων 6.60 3.14 22.60 6.00 3.63 18.40-1.147.25 Τέρματα Πλαγίων 2.75 1.21 23.68 2.40 2.50 17.43-1.756.08 Ρίψεις 7μ 3.85 2.28 18.40 4.55 2.11 22.60-1.148.25 Τέρματα 7μ 2.90 1.55 20.02 3.25 1.89 20.98 -.263.79 Διεισδύσεις 9.85 3.31 21.68 9.25 3.08 19.33 -.639.52 Τέρμ. Διεισδύσεις 7.05 2.80 22.83 6.15 2.89 18.18-1.268.21 Αιφνιδιασμοί 5.60 3.72 22.00 4.30 2.90 19.00 -.994.32 Τέρμ. Αιφνιδιασμοί 4.35 2.60 22.98 3.10 2.31 18.02-1.353.18

20 Γράφημα 4.1. Αναλογίες ειδών ρίψης για νικητές και ηττημένους Πίνακας 4.2. Περιγραφικά στατιστικά και αποτελέσματα ελέγχου Mann-Whitney μέσων ποσοστών ειδών ρίψεων σε σχέση με το σύνολο των ρίψεων και τερμάτων σε σχέση με τις ρίψεις. ΝΙΚΗΤΕΣ HTTHMENOI mean sd Mean Rank mean sd Mean Rank z p % Ρίψεις 9μ 39.56 9.76 19.83 39.74 8.42 21.18 -.365.71 % Ρίψεις Πίβοτ 9.06 4.72 18.27 11.70 6.48 22.73-1.204.23 % Ρίψεις Πλαγίων 12.65 5.56 22.58 12.03 6.99 18.43-1.123.26 % Ρίψεις 7μ 7.76 5.23 18.27 9.01 3.80 22.73-1.204.23 % Διεισδύσεις 19.17 6.53 20.73 18.46 5.06 20.27 -.122.90 % Αιφνιδιασμοί 10.77 6.90 22.00 8.64 5.82 19.00 -.812.42 % Τέρματα 9μ 32.02 11.02 20.50 32.73 11.05 20.50.000 1.0 % Τέρματα 6μ 66.69 21.69 17.81 72.14 18.78 21.03 -.897.37 % Τέρματα Πλαγίων 44.26 15.88 22.84 35.23 20.22 17.30-1.527.13 % Τέρματα 7μ 79.15 25.74 22.53 73.30 20.30 18.48-1.122.26 % Τέρματα Διεισδύσεις 71.52 17.64 22.35 66.08 20.40 18.65-1.002.32 % Τέρματα Αιφνιδιασμ 81.63 19.09 20.48 73.41 20.74 16.03-1.286.20 % Τέρματα Ρίψεων 52.67 6.62 23.13 50.36 5.91 17.88-1.421.16

21 Γράφημα 4.2. Σχέση τερμάτων ρίψεων για όλες τις ρίψεις για νικητές και ηττημένους 4.2 Αποτελεσματικότητα τερματοφυλάκων Πίνακας 4.3. Περιγραφικά στατιστικά και αποτελέσματα ελέγχου Mann-Whitney της αποτελεσματικότητας των τερματοφυλάκων για όλες τις ρίψεις. ΝΙΚΗΤΕΣ HTTHMENOI mean sd Mean Rank mean sd Mean Rank z p Αποκρούσεις 14.60 3.28 23.93 12.80 3.72 17.08-1.862.06 % Ρίψεις 9μ 57.27 11.05 20.53 57.98 11.02 20.48 -.014.99 % Ρίψεις Πίβοτ 27.86 18.77 17.93 33.31 21.70 21.25 -.927.35 % Ρίψεις Πλαγίων 64.76 20.22 22.85 55.74 15.88 17.00-1.610.11 % Ρίψεις 7μ 26.70 20.97 22.53 20.85 25.74 18.48-1.122.26 % Διεισδύσεις 33.92 20.40 22.40 28.48 17.64 18.60-1.029.30 % Αιφνιδιασμοί 26.58 20.74 20.97 18.37 19.10 16.52-1.286.20 % Συνολικών Ρίψεων 49.63 5.91 29.23 35.69 6.77 11.78-4.721 <.001 Η τελική αποτελεσματικότητα των τερματοφυλάκων των νικητριών ομάδων διέφερε σημαντικά (p<.001) από εκείνη των ομάδων που έχασαν τον αγώνα. Οι νικητές τερματοφύλακες είχαν κατά μέσο όρο 1.8 περισσότερες αποκρούσεις ανά αγώνα, διαφορά που τείνει να γίνει σημαντική (p=.06).

22 4.3 Τεχνικά λάθη και παραβάσεις κανονισμών Τα περιγραφικά χαρακτηριστικά και τα αποτελέσματα της στατιστικής ανάλυσης παρουσιάζονται στον Πιν. 4.4. Οι νικήτριες ομάδες πραγματοποίησαν κατά μέσο όρο σημαντικά περισσότερα φάουλ από τις ηττημένες (p =.02), καταγράφοντας 8.6 περισσότερα ανά αγώνα. Επιπλέον, οι νικήτριες ομάδες υπέπεσαν σε σημαντικά (p =.03) λιγότερες παραβάσεις κανονισμών που αλλάζουν την κατοχή της μπάλας (βήματα, γραμμή, πόδια, παθητικό παιχνίδι), με τους ηττημένους να καταγράφουν κατά μέσο όρο 2.2 περισσότερες παραβάσεις ανά αγώνα. Δεν βρέθηκαν σημαντικές διαφορές στις παραμέτρους δίλεπτος αποκλεισμός, λάθος μεταβίβαση και κλέψιμο της μπάλας. Πίνακας 4.4. Περιγραφικά στατιστικά και αποτελέσματα ελέγχου Mann-Whitney για τα τεχνικά λάθη και τις παραβάσεις κανονισμών της παιδιάς. ΝΙΚΗΤΕΣ HTTHMENOI mean sd Mean mean sd Mean z p Rank Rank Φάουλ 38.30 11.03 24.73 27.00 10.96 16.27-2.288.02 2λ αποκλεισμός 3.55 2.01 19.58 3.95 1.99 21.43 -.506.61 Λάθος μεταβίβαση 4.40 2.14 20.85 4.50 2.86 20.15 -.192.85 Κλέψιμο μπάλας 6.00 2.60 22.63 4.95 2.14 18.38-1.160.25 Παραβάσεις κανόνων 6.20 3.02 16.52 8.40 2.82 24.48-2.163.03

23 5 : Συζήτηση Στην παρούσα έρευνα έγινε μία προσπάθεια να προσδιορισθούν ποιές παράμετροι των επιθετικών ενεργειών και των λαθών, διαχωρίζουν τη νικήτρια από την ηττημένη ομάδα μεταξύ ισάξιων αντιπάλων. Η ανάλυση των δεδομένων δεν φανέρωσε στατιστικά σημαντικές διαφορές με το είδος το ρίψεων και την αποτελεσματικότητά τους μεταξύ νικητών και ηττημένων, αναδεικνύοντας την ισάξια δυναμικότητα των ομάδων σε αυτές τις παραμέτρους. Παρόλα αυτά, οι νικήτριες ομάδες παρουσίασαν, σε απόλυτους αριθμούς, μεγαλύτερο συνολικό αριθμό ρίψεων, περισσότερες ρίψεις από τα 9 μέτρα και από θέση πλαγίων, και είχαν περισσότερες προσπάθειες από διείσδυση και αιφνιδιασμούς. Ομοίως, οι Gomez et al. (2014), Ferrari et al. (2014) και Gruic et al. (2006) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ποικιλομορφία στο σκοράρισμα κατά την εκδήλωση οργανωμένων επιθέσεων, καθώς και η αποτελεσματικότητα από τα 9 μέτρα, τα 7 μέτρα και τον αιφνιδιασμό, καθόρισαν τους νικητές σε αγώνες που έληξαν με μικρή διαφορά στο σκορ. Οι (Yamada et al. 2014) συμπληρώνουν πως τα ποσοστά εκδήλωσης αιφνιδιασμού και ευστοχίας στην οργανωμένη επίθεση ήταν σημαντικά χαμηλότερα για τις ηττημένες ομάδες, όπως επίσης χαμηλότερος ήταν ο αριθμός των σουτ και η ευστοχία από τα 6 μέτρα καθώς και ο συνολικός αριθμός των διεισδύσεων. Επιπρόσθετα, οι (Foretic et al. 2010) αναφέρουν ότι, όταν οι παίκτες των ομάδων που έφτασαν στη νίκη μπορούσαν να επιλέξουν την θέση από την οποία θα πραγματοποιούταν η ρίψη μέσω της τακτικής, υπήρχε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στα σουτ και καλύτερη μετάβαση στην άμυνα. Ωστόσο, στην έρευνά τους τα περισσότερα σουτ από τα 9 μέτρα πραγματοποιήθηκαν από τις ηττημένες ομάδες. Μολαταύτα, όπως αναφέρουν οι (Srhoj et al. 2001) η επιτυχία της επίθεσης δεν εξαρτάται από την ποσότητα αλλά από την ποιότητα των σουτ και τονίζουν την σημασία του άμεσου και έμμεσου αιφνιδιασμού ως ειδοποιό διαφορά στο αποτέλεσμα του αγώνα. Οι Volossovitch και Gonçalves (2003), προτείνουν τρεις μεταβλητές που φαίνεται να επηρεάζουν σημαντικά το αποτέλεσμα του παιχνιδιού: την αποτελεσματικότητα του τερματοφύλακα, την αποτελεσματικότητα των ρίψεων και την αποτελεσματικότητα της αντεπίθεσης. Στην παρούσα έρευνα, οι νικήτριες ομάδες πραγματοποίησαν κατά μέσο όρο σημαντικά περισσότερα φάουλ από τις ηττημένες καταγράφοντας 8.6 περισσότερα ανά αγώνα. Το τακτικό σφάλμα (φάουλ) στην άμυνα και τα λιγότερα λάθη στην επίθεση φαίνεται να είναι οι κυριότεροι παράγοντες που διαχωρίζουν τους νικητές από τους ηττημένους

24 μεταξύ ισάξιων αντιπάλων. Στη χειροσφαίριση, το φάουλ έχει ως στόχο το σταμάτημα της επιθετικής δραστηριότητας των αντιπάλων και τη διακοπή της κίνησης του επιθετικού παίκτη που γίνεται απειλητικός για το τέρμα. Δεδομένου λοιπόν ότι το χάντμπολ χαρακτηρίζεται από μεγάλο αριθμό ισχυρών σωματικών επαφών, εφόσον η εφαρμογή τους επιτρέπεται από τους κανόνες του παιχνιδιού, οι επιθέσεις και οι αμυντικές ενέργειες είναι εξαιρετικά σημαντικές για την κατάληψη ή όχι της καλύτερης θέσης για σκοράρισμα (Gómez et al. 2014). Κατ αυτόν τον τρόπο, η αμυντική τακτική που στηρίζεται στα πολλά φάουλ επιφέρει εκνευρισμό και σύγχυση στην επιτιθέμενη ομάδα και οδηγεί σε βεβιασμένες προσπάθειες για ρίψη καθώς ανακόπτεται ο επιθετικός ρυθμός της αντίπαλης ομάδας. Υπό τη έννοια αυτή, οι αμυντικοί παίκτες εκτός από την επιδίωξή τους να μη δεχθούν τέρμα στοχεύουν στον περιορισμό κάθε επιθετικής δραστηριότητας. Σε αυτό θα μπορούσαμε να πούμε ότι συμβάλουν αφενός (Μπάγιος, 2000) η γενική φυσική κατάσταση των αθλητριών της νικήτριας ομάδας (άμεση αντίδραση, ταχύτητα εκτέλεσης, συγχρονισμός της κίνησης για το μαρκάρισμα), τα ψυχικά χαρακτηριστικά (πρόβλεψη και προσαρμογή της κίνησης του αντιπάλου, αποφασιστικότητα κλπ) και αφετέρου η ποιοτικότερη συνεργασία και μεθοδικότερη προετοιμασία των αθλητριών. Οι νικήτριες ομάδες υπέπεσαν σε σημαντικά λιγότερες παραβάσεις κανονισμών που αλλάζουν την κατοχή της μπάλας (βήματα, γραμμή, πόδια, παθητικό παιχνίδι), με τους ηττημένους να καταγράφουν κατά μέσο όρο 2.2 περισσότερες παραβάσεις ανά αγώνα. Η αλλαγή κατοχής της μπάλας επιτρέπει στην ομάδα που την κατέχει περισσότερες επιθέσεις και επομένως περισσότερες ευκαιρίες για επίτευξη τέρματος. Στη διάρκεια του ΠΠ γυναικών του 2003 στην Κροατία, τόσο οι νικήτριες όσο και οι ηττημένες ομάδες υπέπεσαν σε αρκετά μεγάλο αριθμό λαθών, ωστόσο, οι ηττημένες ομάδες είχαν κατά μέσο όρο 5 περισσότερα λάθη από ότι οι νικήτριες (Ohnjec et al. 2008). Η επίδοση των τερματοφυλάκων, όπως αυτή καταγράφηκε με τη γενική αποτελεσματικότητα και τις επεμβάσεις, φαίνεται να έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη νίκη. Οι νικητές τερματοφύλακες είχαν 1.8 περισσότερες αποκρούσεις ανά αγώνα και 13.9% υψηλότερη αποτελεσματικότητα στο σύνολο των ρίψεων από τους ηττημένους. Ο τερματοφύλακας αποτελεί το βασικότερο στοιχείο του αμυντικού συστήματος της ομάδας δεδομένου πως είναι ο παίκτης που είναι ο κύριος υπεύθυνος για την αποφυγή τέρματος από την αντίπαλη ομάδα και επομένως η απόδοσή του ενδεχομένως να

25 καθορίζει εν μέρει και το τελικό αποτέλεσμα. Οι περισσότερες μελέτες υπογραμμίζουν την επίδραση τόσο της αποτελεσματικότητας των τερματοφυλάκων όσο και της αποτελεσματικότητας των ρίψεων από τους επιθετικούς (Gruić et al. 2006, Rogulj et al. 2004, Ohnjec et al. 2008).

26 6 : Συμπεράσματα Το ενεργητικό μαρκάρισμα (φάουλ), τα τεχνικά λάθη και η γενικότερη απόδοση του τερματοφύλακα φαίνεται να είναι οι κύριοι παράγοντες που διαχωρίζουν τους νικητές από τους ηττημένους σε αγώνες μεταξύ ισάξιων αντιπάλων. Το γεγονός πως δεν βρέθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στις παραμέτρους της επιθετικής δραστηριότητας όπως αυτές εκφράστηκαν με το είδος των ρίψεων και την αποτελεσματικότητά τους υποδηλώνει ότι ενδεχομένως και άλλοι παράγοντες είναι υπεύθυνοι για το τελικό αποτέλεσμα ενός αγώνα. Η εφαρμογή διαφορετικών αμυντικών και επιθετικών συστημάτων, και η γενικότερη τακτική μέσα στο παιχνίδι πρέπει επίσης να επηρεάζουν σημαντικά την τελική του έκβαση. Θα ήταν ενδιαφέρουσα κάποια μελέτη, η οποία εκτός από τα συγκεκριμένα δεδομένα της παρούσας έρευνας, εξέταζε και τα τακτικά χαρακτηριστικά των ομάδων.

27 7. Βιβλιογραφία 1. Anton- Garcia, J. (2011). Attacking without the ball: alternatives to the individual tactical intention Defender mobilization. EHF Web Periodical. 2. Araújo, D., Davids, K. & Hristovski, R. (2006). The ecological dynamics of decision making in sport. Psychology of Sports & Exercise, 7:653-76. 3. Bayios, I., Bergeles, N., Apostolidis, N., Noutsos, K., Koskolou, M. (2006). Anthropometric, body composition and somatotype differences of Greek elite female basketball, volleyball and handball players. Journal of Sports Medicine and Physical Fitness, 46:271 280. 4. Carabas, I. (2014). Aspects regarding the pivot player tasks in the handball game. Timișoara, Physical Education and Rehabilitation Journal, 7(13), 123-127, DOI: 10.1515/tperj -2015-0021 5. Delamarce, P., Gratas, A., Beillot, J., Dassonville, J., Rochcongar, P. & Lessard, Y. (1987). Extent of lactic anaerobic metabolism in handballers. International Journal of Sports Medicine, 8: 55-59. 6. Dumitru, D.C. (2010). The importance of a specific warm-up on the performance of the handball goalkeeper. Journal of Physical Education and Sport, 28(3), 23-31 7. Ferrari, W., Valente, J., dos Santos, Vasco Parreiral Simoes Vaz. (2014). Offensive process analysis in handball: Identification of game actions that differentiate winning from losing teams. American Journal of Sports Science, 2(4): 92-96. 8. Gómez, M., Lago-Peñas, C., Viaño, J., González-Garcia, I. (2014). Effects of game location, team quality and final outcome on game-related statistics in professional handball close games. Kinesiology, 46(2014) 2:249-257. 9. Gardasević, B., Jakovljević, S., Pajić, Z., & Preljević, A. (2011). Some anthropometric and power characteristics of elite junior handball and basketball players. APES, 39(1), 5-9. 10. Gorostiaga, E.M., Granados, C., Ibanez, J., Gonzalez-Badillo, J.J., Izquierdo M. (2006). Effects of an entire season on physical fitness changes in elite male handball players. Medicine and Science in Sports and Exercise, 38, 357-366. 11. Gorostiaga, E.M., Granados, C., Ibanez, J., Izquierdo, M. (2005) Differences in physical fitness and throwing velocity among elite and amateur male handball players. International Journal of Sports Medicine, 26, 225-232. 12. Granados, C., Izquierdo, M., Ibáñez, J., Bonnabau, H., Gorostiaga, E. (2007).

28 Differences in physical fitness and throwing velocity among elite and. amateur female handball players. International Journal of Sports Medicine., 28: 850-867. 13. Hefco, V., Bates, K. & Acsinte, A. (2004). Biochemical and physiological changes in handball players during a specific high intensity training program. Romanian Journal of Physiology, 41: 133-141. 14. Gruić, I., Vuleta, D., Milanović, D. (2006). Performance indicators of teams at the 2003 men s World handball championship in Portugal. Kinesiology, 38, 2:164-175. 15. Izquierdo, M., Ibanez, J., Gonzalez-Badillo, J.J., Gorostiaga, E.M. (2002). Effects of creatine supplementation on muscle power, endurance, and sprint performance. Medicine and Science in Sports and Exercise 34, 332-343. 16. Kvoming, T., Bagger, M., Caserotti, P., & Madsen, K. (2006). Effects of vibration and resistance training on neuromuscular and hormonal measures. European Journal of Applied Physiology, 96, 615-625. 17. Leyk, D., Gorges, W., Ridder, D., Wunderlich, M., Ruther, T., Sievert, A. & Essfeld, D. (2007). Hand-grip strength of young men, women and highly trained female athletes. European Journal of Applied Physiology, 99: 415-421. 18. Meletakos, P., Bayios I. (2010). General Trends in European Men s Handball: A Longitudinal Study, International Journal of Performance Analysis of Sports, 10, 221-228. 19. Meletakos, P., Vagenas G., Bayios I. (2011). A multivariate assessment of offensive performance indicators in Men's Handball: Trends and differences in the World Championships. International Journal of Performance Analysis of Sports, 11(2), 285-295. 20. Michalsik, LB., Madsen, K., and Aagaard, P. (2015). Technical match characteristics and influence of body anthropometry on playing performance in male elite team handball. Journal of Strength Conditioning Research, 29 (2): 416-428. 21. Mohamed, H. (2009). Anthropometric and Performance Measures for the Development of a Talent Detection and Identification Model in Youth Handball. In Journal of Sport Sciences, 27 (3): 257-266. 22. Ohnjec, K., Vuleta, D., Milanovic, D., Gruic, I. (2008). Performance indicators of teams at the 2003 world handball championship for women in Croatia. Kinesiology. 40:69-79. 23. Povoas, S.C.A., Seabra, A.F.T., Ascensao, A., Magalhaes, J., Soares, J.M.C.,

29 Rebelo, A.N.C. (2012). Physical and physiological demands of elite team handball. Journal of Strength and Conditioning Research, 26, 3365-3375. 24. Rannou, F., Prioux, J., Zouhal, H., Gratas-Delamarche, A., Delamarche P. (2001). Physiological profile of handball players. Journal of Sports Medicine and Physical Fitness, 41, 349-353. 25. Rogulj, N., Srhoj, V., Srhoj, L. (2004). The contribution of collective attack tactics in differentiating handball score efficiency. Collegium Antropologicum, 28 (2):739-46. 26. Sidorchuk, S.A. (2007). Structure of loading in competitive exercise. EHF Web Periodical. 27. Spate, D. (2005). High-speed handball at the 2005 World Championships-now even faster. World handball magazine. Special Supplement, V, 4-5. 28. Srhoj, V., Marinovic W. & Rogulj, N. (2002). Position specific morphological characteristics of top-level male handball players. Journal Collegium Antropologicum, 1: 219-227. 29. Srhoj, V., Rogulj, N., Katić, R. (2001). Influence of the attack end conduction on match result in handball. Journal Collegium Antropologicum, 25(2), 611-617. 30. Taylor, S. E., Sherman, D. K., Kim, H. S., Jarcho, J., Takagi, K., & Dunagan, M. S. (2004). Culture and social support: Who seeks it and why? Journal of Personality and Social Psychology, 87, 354-362. 31. Urban, F., Kandrac, R., Taborsky, F. (2011). Position- related categorization of somatotypes in top level handball players. EHF Web Periodical. 32. Volossovitch, A. (2005). Analysis of the performance in handball: perspectives and tendencies. Technical Handball Magazine, 3:16-20. 33. Volossovitch, A., & Gonçalves, I. (2003). The significance of game indicators for winning and losing team in handball. E. Müller, H. Schwameder, G. Zallinger & V. Fastenbauer (Eds.), Proceedings of the 8th Annual Congress of European College of Sport Science (pp. 335). 35. Yamada, E., Aida, H., Fujimoto, H., Nakagawa, A. (2014). Comparison of Game Performance among European National Women's Handball Teams. Coaching and Training, 1-10. 36. Zapartidis, H., Gouvali, M., Bayios, I. & Boudolos, K. (2007). Throwing effectiveness and rotational strength of the shoulder in team handball. Journal of Sports Medicine and Physical Fitness, 47(2), 169-78.

30 37. Μπάγιος, Ι. (2000). Η Τακτική της χειροσφαίρισης, αυτοέκδοση, Αθήνα. 38. Oξύζογλου, Ν. & Χατζηεμμανουήλ, Δ. (2003). Αξιολόγηση των μορφολογικών χαρακτηριστικών και των κινητικών ικανοτήτων δύναμης ταχύτητας και ευκινησίας επίλεκτων αθλητών χειροσφαίρισης ηλικίας 19-21 ετών. Αναζητήσεις στη Φυσική Αγωγή και τον Αθλητισμό, 1:221-227.

31 8. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

32 NIKHTEΣ GROUP S9m G9m Μ9m SPIV GPIV ΜPIV SEXTR GEXTR ΜEXTR S7m G7m Μ7m TBTH GBTH ΜBTH SFBR GFBR 1 19 3 16 4 1 3 10 4 6 6 5 1 15 14 1 2 2 1 18 4 14 5 3 2 4 1 3 5 4 1 6 5 1 10 9 1 16 6 10 3 2 1 7 3 4 2 1 1 11 6 5 6 5 1 19 9 10 6 3 3 12 4 8 3 2 1 10 7 3 4 3 1 14 3 11 8 5 3 5 1 4 2 2 0 12 10 2 8 8 1 16 6 10 2 2 0 5 2 3 6 4 2 10 8 2 16 10 1 30 8 22 6 5 1 8 4 4 1 1 0 7 6 1 2 2 1 22 8 14 10 6 4 9 3 6 2 2 0 8 6 2 9 5 1 17 5 12 4 2 2 5 4 1 4 4 0 13 8 5 9 7 1 27 13 14 4 2 2 7 3 4 2 0 2 3 1 2 2 1 1 21 9 12 7 3 4 7 3 4 4 4 0 15 11 4 3 3 1 18 4 14 6 4 2 5 3 2 4 3 1 8 7 1 2 2 1 27 9 18 5 5 0 3 2 1 2 2 0 10 8 2 8 6 1 21 5 16 4 2 2 13 4 9 2 2 0 8 4 4 8 4 1 31 11 20 6 5 1 9 4 5 1 1 0 6 5 1 2 2 1 17 6 11 10 9 1 8 2 6 8 5 3 14 8 6 5 4 1 26 13 13 5 3 2 3 2 1 5 3 2 9 6 3 6 5 1 10 1 9 2 2 0 7 4 3 6 5 1 11 10 1 3 3 1 25 10 15 0 0 0 0 0 0 3 3 0 14 5 9 5 5 1 16 4 12 0 0 0 5 2 3 9 5 4 7 6 1 2 1 GROUP MFBR TSHOT TGOAL GKSVS aout dok faoul 2'm red vimat podia line epithet lathp pathit block 1 0 56 29 18 2 1 37 1 0 0 0 3 3 5 0 2 1 1 47 26 12 7 6 38 3 0 2 0 1 0 5 0 1 1 1 45 23 16 1 3 18 5 0 4 1 1 2 4 2 2 1 1 56 29 18 3 1 25 1 0 0 0 0 2 5 0 1 1 0 49 29 19 2 5 26 5 0 0 0 1 0 3 0 2 1 6 55 32 21 2 0 58 2 0 1 3 3 0 4 0 1 1 0 64 26 16 2 5 50 5 0 0 1 0 2 2 0 1 1 4 60 30 16 4 8 37 5 0 1 2 6 3 8 0 1 1 2 52 30 10 7 5 27 3 0 4 2 3 1 7 0 1 1 1 45 21 14 5 5 22 0 0 3 3 0 3 5 0 3 1 0 57 33 18 6 5 42 6 1 4 0 0 3 7 0 3 1 0 43 23 13 2 1 27 1 0 2 0 5 3 9 0 0 1 2 55 32 10 10 7 39 2 0 2 1 1 2 4 0 2 1 4 56 21 15 4 6 51 4 0 4 0 0 1 5 0 3 1 0 56 28 13 4 4 48 5 0 0 1 0 2 2 0 1 1 1 63 35 9 3 6 25 6 0 5 0 1 1 4 0 1 1 1 54 32 13 5 6 43 3 0 3 0 1 1 2 1 0 1 0 39 25 16 1 2 29 2 0 1 0 1 2 4 1 2 1 0 47 23 14 9 4 39 5 0 4 0 2 2 1 0 2 1 1 39 18 11 5 4 45 6 0 3 0 1 0 2 0 2