Οδηγούμε την νέα ΒΜW Μ2 στην πίστα Hungaroring Κάθεμοντέλο της σειράς M δημιουργεί ταραχή όταν παρουσιάζεται αλλά είναι γεγονός πως τα μικρότερα, περισσότερο σπορ μοντέλα είναι αυτά που ερωτεύονται και περιμένουν με ανυπομονησία οι petrolheads όλου του πλανήτη. Είχαμε να περιμένουμε πάντα τη νέα M3, που πλέον στη δίθυρη έκδοση ονομάζεται Μ4 αλλά τώρα προέκυψε η Μ2, που για πολλούς αποτελεί το καλύτερο γεφύρωμα μεταξύ των μοντέλων του παρελθόντος και της σημερινής τεχνολογίας. Μαζί με όλους τους οπαδούς της γρήγορης οδήγησης και εμείς ανυπομονούσαμε για την οδήγηση της νέας Μ2 που έχει καταφέρει να μας τρελάνει ήδη από τις φωτογραφίες. Φτάνουμε στην πίστα και το κλίμα είναι πολύ ζεστό με μια μοναδική αίσθηση φιλοξενίας, κάπως πιο Ελληνική. Πάνω από όλα η αίσθηση "σιγουριάς" που εγγυάται η παρουσία του κ.νίκου Ταγκούλη, Διευθυντή Επικοινωνίας της BMW για την Νοτιοανατολικής
Ευρώπης, αλλά και μια μεγάλη επιτυχεία μιας και πρώτη φορά σε Παγκόσμια παρουσίαση οι φωτογράφοι είναι Έλληνες. Οι Γιώργος Καραγιωργάκης, Χρήστος Καραγιωργάκης και Γίωργος Σβολόπουλος μας επιτρέπουν να είμαστε σίγουροι πως στην επιστροφή, θα έχουμε στη βαλίτσα μας υπέροχες εικόνες από την οδήγηση στην πίστα. Στο πλευρό μας και ο πάντα δυναμικός υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων του BMW Group Hellas, Κώστας Διαμαντής. Η ανυπομονησία βαράει κόκκινα. Σε λευκή και μπλε απόχρωση μας περιμένουν οι Μ2 παρατεταγμένες σε σειρά. Η εμφάνιση του μοντέλου πραγματικά κόβει την ανάσα. Χωρίς τη χρήση αεροδυναμικών βοηθημάτων καταφέρνει να δείχνει απίστευτα δυναμικό ή αγγλιστί brutal! Κυριότερη αιτία τα φουσκωμένα φτερά που συμπληρώνουν τα αυξημένα μετατρόχια του αυτοκινήτου. "Πρησμένο" σαν καθαρόαιμο αγωνιστικό δεν χρειάζεται κανένα λογότυπο, τύπου Μ2, για να καταλάβεις πως εδώ κάτι παίζει. Κάτι αντίστοιχο με την Μ3 πρώτης γενιάς. Για την ιστορία τα μετατρόχια είναι αυξημένα κατά 64 mm εμπρός και κατά 71 mm πίσω, διαμορφώνοντας έτσι τα μετατρόχια στα 1.579mm για εμπρός και στα 1.601mm για πίσω. Τα νούμερα είναι ίδια με των Μ3 και Μ4, που δείχνουν ήδη φαρδιά, έχοντας μεγαλύτερο μήκος. Η Μ2 λοιπόν θυμίζει ένα άγριο bulldog έτοιμο να επιτεθεί και να κατασπαράξει τις στροφές που θα βρει μπροστά του. Στη macho εμφάνιση τον ρόλο τους παίζουν οι νέοι προφυλακτήρες, με τον εμπρός να διαθέτει μεγάλους αεραγωγούς και οι υπέροχοι τροχοί των 19in με τα φαρδιά ελαστικά (245/35 εμπρός και 265/35 πίσω), που κρύβουν μέσα τους μεγάλες δισκόπλακες ( 380mm εμπρός και 370mm πίσω) με τετραπίστονες δαγκάνες εμπρός και διπίστονες πίσω. Από όποια πλευρά και να το δεις είναι εθιστικό και στα μάτια μας είναι μια από τις ομορφότερες M όλων των εποχών! Καρδιά κάθε μοντέλου της αλλά και highlight είναι ο κινητήρας. Κάτω λοιπόν από το καπό βρίσκεται ένας τρίλιτρος κινητήρας με έξι κυλίνδρους σε σειρά και με κωδική ονομασία N55, ο οποίος δανείζεται τεχνολογία από τον S55 που για πρώτη φορά τοποθετήθηκε στις Μ3 και Μ4. Έτσι έχει το ίδιο σύστημα ψύξης, έδρανα στροφάλου, πιστόνια αλλά και μέρη από το σύστημα Valvetronic και VANOS. Σε αντίθεση όμως με τον κινητήρα της Μ3, Μ4 αλλά και της προγόνου 1 Μ Coupe έχει ένα turbo αντί για δυο. Μάλιστα είναι το πρώτο μοντέλο στην ιστορία των μοντέλων Μ με ένα turbo και αυτό καθορίζει και μέρος του χαρακτήρα του. Η απόδοση βρίσκεται στα 370 Ps/6500rpm, δηλαδή 30 Ps περισσότερα από την 1 Μ Coupe αλλά και 60 Ps λιγότερα από τις M3 και Μ4. Είναι εμφανές πως η BMW κρατά μια ισορροπία, με την Μ2 να είναι δυνατότερη, ως οφείλει, σε σύγκριση με τον προκάτοχο, αλλά και σε μια απόσταση ασφαλείας
από τις αρκετά ακριβότερες Μ3 & M4. Στον τομέα της ανάρτησης έχουν χρησιμοποιηθεί μέρη από την Μ4, ενώ έχουν καταργηθεί τα πίσω σινεμπλόκ. Το ηλεκτρονικά ελεγχόμενο μπλοκέ διαφορικό προέρχεται και αυτό από την Μ4 ενώ το πίσω υποπλαίσιο είναι απευθείας βιδωμένο στο πλαίσιο. Από εκεί και πέρα υπάρχει η δυνατότητα επιλογής μεταξύ χειροκίνητου εξατάχυτου κιβώτιου αλλά και αυτόματου 7 σχέσεων DCT διπλού συμπλέκτη. Για αυτούς που δίνουν έμφαση στην λεπτομέρεια, η έκδοση με το DCT είναι κατά 25 κιλά βαρύτερη. Οι επιδόσεις που ανακοινώνει η εταιρία είναι ανάλογες του ύφους με τα πρώτα 100 Km/h να έρχονται σε 4,5 sec. ενώ ο ίδιος χρόνος πέφτει στα 4,3sec. στην έκδοση με DCT. Η τελική περιορίζεται στα 250 km/h ενώ με το έξτρα οδηγικό πακέτο φτάνει τα 270 Km/h. Στην πίστα που βρισκόμαστε σίγουρα δεν θα δούμε την τελική του μοντέλου αλλά θα έχουμε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να πλησιάσουμε τα όρια του αυτοκινήτου με ασφάλεια. Το Hungaroring, στο οποίο βρισκόμαστε έχει πολύ ενδιαφέρουσα χάραξη με υψομετρικές διαφορές, που μας αρέσουν πολύ! Μπαίνοντας στο εσωτερικό, η εικόνα δεν είναι αντίστοιχα ξεχωριστή, όπως συμβαίνει με την εξωτερική σχεδίαση. Η ποιότητα είναι πολύ καλή, όπως σε κάθε έκδοση της σειράς 2, με μικρές αλλαγές όπως κάποιες επενδύσεις σε απομίμηση carbon αλλά και τα καθίσματα με το λογότυπο M. Τα τελευταία δε διαφέρουν από τα αντίστοιχα που ανήκουν στο πακέτο M-Pack των κοινών εκδόσεων. Θα προτιμούσαμε να υπάρχει η επιλογή καθισμάτων με καλύτερη στήριξη, αλλά κάπως έπρεπε να κρατηθεί το κόστος χαμηλά.
Ωστόσο το ζήτημα είναι η οδήγηση και ήδη σε αναστατώνει με τον ήχο της, μόλις βάλεις μπρος τον κινητήρα. Ακούγεται υπέροχα με έναν ωραίο μεταλλικό ήχο, που έχει άποψη και χαρακτήρα. Διαφορετική χροιά από της Μ4, με μια αγωνιστική πινελιά. Η θέση οδήγησης μας βόλεψε στα μοντέλα με μηχανική ρύθμιση στα καθίσματα, αλλά σε εκείνα με ηλεκτρική ρύθμιση η θέση μας έπεφτε λίγο πιο ψηλά από το ιδανικό. Όλα τα μοντέλα ήταν εφοδιασμένα με το αυτόματο κιβώτιο 7 σχέσεων και παρόμοιο επίπεδο εξοπλισμού, οπότε μόνο το χρώμα διέφερε. Η χαρά όταν έχεις μπροστά σου μια πίστα προδιαγραφών F1 και ένα τόσο ποθητό μοντέλο είναι απερίγραπτη. Με τα δυο χέρια στο υπέροχο τιμόνι με το σηματάκι Μ, δεν χάνουμε την ευκαιρία να επιταχύνουμε δυναμικά. Με το πόδι στο πάτωμα σε ενθουσιάζει η επιτάχυνση, ο ήχος, οι αλλαγές των ταχυτήτων αλλά και η πρόσφυση. Σίγουρα παίζει ρόλο η καλή ποιότητα του οδοστρώματος, αλλά τα μοντέλα M πολλές φορές αδιαφορούν για αυτό! Βρισκόμαστε με τη ρύθμιση Sport+ στα διαθέσιμα προγράμματα οδήγησης, όπου απενεργοποιούνται μερικώς τα ηλεκτρονικά βοηθήματα, μιας και δεν επιτρεπόταν για το μεγαλύτερο μέρος της παρουσίασης η πλήρης απενεργοποίηση τους. Γρήγορα αποκτάς εμπιστοσύνη και πιέζεις όλο και περισσότερο. Παρά τις μαζεμένες διαστάσεις δεν έχεις την αίσθηση ενός νευρικού μοντέλου που έχει την τάση να σε τιμωρήσει στο παραμικρό λάθος. Η ανάρτηση δουλεύει εξαιρετικά. Χωρίς να επιτρέπει στο αμάξωμα να πάρει κλίσεις, δίνοντας ταυτόχρονα αρκετή δόση πληροφόρησης. Όταν τα όρια ξεπεραστούν με το Sport+ η φυσική συνέχεια είναι η υποστροφή, μιας και τα συστήματα δεν αφήνουν το πίσω μέρος να ανοίξει την τροχιά παρά μόνο σε λίγες περιπτώσεις και σε μικρές γωνίες. Η λειτουργία του συστήματος είναι διακριτική, επιτρέποντας σε μεγάλο βαθμό την πλήρη εκμετάλλευση της δύναμης χωρίς άσκοπα σπιναρίσματα. Στο τέλος όταν και οδηγήσαμε για λίγο το μοντέλο με τα ηλεκτρονικά απενεργοποιημένα νιώσαμε ακόμα καλύτερα. Εκεί ανάλογα με τις επιθυμίες σου μπορείς και να καθορίσεις τη συμπεριφορά. Πιο επιθετικά θα κινηθεί υπερστροφικά, πιο ομαλά ουδέτερα με
ελαφρά τάση υποστροφής. Τότε είναι που δε θες να τελειώσει ο χρόνος, να μείνεις εκεί μέχρι να νυχτώσει ή μέχρι να τελειώσει η βενζίνη. Γνωστά επίπεδα χαράς που τα μοντέλα Μ ξέρουν να προσφέρουν. Ο κινητήρας έχει αρκετή δύναμη αλλά χαίρεται περισσότερο από τις μεσαίες rpm και πάνω. Σε αυτόν τον τομέα, όπως και στην απόκριση, θα βοηθούσε η ύπαρξη δυο turbo, όπως δηλαδή συμβαίνει στην περίπτωση των M3 και M4, αλλά είναι και αυτό μέρος της διαφοράς που επιβάλλεται να έχουν τα δυο μοντέλα ώστε να μην κανιβαλιστούν. Πάντως ο ρυθμός μπορεί να γίνει πολύ γρήγορος και αυτό είναι κάτι που διαπιστώσαμε καθισμένοι στο αριστερό κάθισμα και με οδηγό τον Antonio Felix da Costa, επίσημο οδηγό της BMW στα DTM και πρώην test driver της Red Bull. Κυριολεκτικά έκανε ότι ήθελε την Μ2 οδηγώντας την είτε με γραμμές είτε πλαγιολισθαίνοντας από στροφή σε στροφή. Τιείναι η M2; Είναι ένα πολύ εντυπωσιακό μοντέλο που θα αγαπηθεί όσο λίγα σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η BMW έχει κάνει άριστη δουλειά στο στήσιμο αλλά και στην εμφάνιση του μοντέλου, που είναι εντυπωσιακή χωρίς να γίνεται κραυγαλέα. Από την άλλη έπρεπε να κρατηθεί μια απόσταση από την ακριβότερη Μ4 και ομολογουμένως έχει γίνει με ψυχραιμία και σοφία. Η γκάμα των Μ ποτέ δεν ήταν τόσο πλήρης σε βαθμό που να μην ξέρεις τι να διαλέξεις, όπως διαπιστώσαμε στην δυνατότητα οδήγησης των υπόλοιπων μοντέλων της γκάμας στον δρόμο.
Χαιρόμαστε που η BMW είναι μια από τις λίγες εταιρίες μαζικής παραγωγής που τολμά ακόμα να παράγει μοντέλα αφιερωμένα στον πραγματικό οδηγό, χαιρόμαστε που αυτή τη στιγμή στην παραγωγή βρίσκεται ένα μοντέλο σαν την Μ2. Αν σας ενδιαφέρει θα πρέπει να κάνετε υπομονή μιας και η ζήτηση είναι τόσο μεγάλη που η αναμονή φτάνει το ένα έτος. Πάντως στη χώρα μας η τιμή του μοντέλου βρίσκεται στα 73.000, νούμερο λογικό για ένα τόσο ξεχωριστό μοντέλο. Κείμενο: Δημήτρης Χατζητόλιος Φωτογραφίες: Γιώργος&Χρήστος Καραγιωργάκης, Γιώργος Σβολόπουλος Διαβάστε το άρθρο στο Capital.gr