ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΝΕΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» (ΜΒΑ) ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΥΠΟ:



Σχετικά έγγραφα
Εισόδημα Κατανάλωση

ΜΑΘΗΜΑ 3ο. Βασικές έννοιες

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Β μέρος: Ετεροσκεδαστικότητα. Παπάνα Αγγελική

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Παπάνα Αγγελική

Χ. Εμμανουηλίδης, 1

Χρονολογικές Σειρές (Time Series) Lecture notes Φ.Κουντούρη 2008

ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Μεταπτυχιακό Τραπεζικής & Χρηματοοικονομικής

ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΣΕΙΡΕΣ. Παπάνα Αγγελική

ΜΑΘΗΜΑ 3ο. Υποδείγματα μιας εξίσωσης

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ Κεφάλαιο 2

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ. Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής. Συντάκτης: Δημήτριος Κρέτσης

Απλή Παλινδρόμηση και Συσχέτιση

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία

Αναπλ. Καθηγήτρια, Ελένη Κανδηλώρου. Αθήνα Σημειώσεις. Εκτίμηση των Παραμέτρων β 0 & β 1. Απλό γραμμικό υπόδειγμα: (1)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 7. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Εισαγωγικές Έννοιες 13

ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΣΕΙΡΕΣ. Παπάνα Αγγελική

Αντικείμενο του κεφαλαίου είναι: Ανάλυση συσχέτισης μεταξύ δύο μεταβλητών. Εξίσωση παλινδρόμησης. Πρόβλεψη εξέλιξης

Αξιολόγηση Επενδύσεων

Χρονικές σειρές 2 Ο μάθημα: Εισαγωγή στις χρονοσειρές

Διαχείριση Υδατικών Πόρων

ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΙΓΜΑ ΣΤΟΝ ΠΛΗΘΥΣΜΟ

Εργαστήριο Οικονομετρίας Προαιρετική Εργασία 2016 Χειμερινό Εξάμηνο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΜΕ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΧΡΟΝΟΣΕΙΡΩΝ

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Παπάνα Αγγελική

ΘΕΩΡΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Οικονομετρία Ι. Ενότητα 4: Διάστημα Εμπιστοσύνης - Έλεγχος Υποθέσεων. Δρ. Χαϊδώ Δριτσάκη Τμήμα Λογιστικής & Χρηματοοικονομικής

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Συσχέτιση (Correlation) - Copulas

Απλή Γραμμική Παλινδρόμηση I

ΔΕΟ31 Θεωρία Κεφαλαιαγοράς και υποδείγματα αποτίμησης κεφαλαιακών περιουσιακών στοιχείων

Συνολοκλήρωση και μηχανισμός διόρθωσης σφάλματος

9. Παλινδρόμηση και Συσχέτιση

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

Χρονικές σειρές 6 Ο μάθημα: Αυτοπαλίνδρομα μοντέλα (2)

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ Εισαγωγή

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. ΜΑΘΗΜΑ 4ο

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Η μέθοδος των βοηθητικών μεταβλητών. Παπάνα Αγγελική

Πρόλογος Μέρος Ι: Απλό και πολλαπλό υπόδειγμα παλινδρόμησης Αντικείμενο της οικονομετρίας... 21

Πρόγραμμα Σπουδών: Διοίκηση Επιχειρήσεων & Οργανισμών Θεματική Ενότητα: ΔΕΟ 41 Αγορές Χρήματος & Κεφαλαίου. Ακαδημαϊκό έτος:

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ MSc Τραπεζικής & Χρηματοοικονομικής

Ακολουθούν ενδεικτικές ασκήσεις που αφορούν τη δεύτερη εργασία της ενότητας ΔΕΟ31

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

3. ΣΕΙΡΙΑΚΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ

Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονομικών Διακυμάνσεων

Οικονομετρία Ι. Ενότητα 8: Κανονικότητα. Δρ. Χαϊδώ Δριτσάκη Τμήμα Λογιστικής & Χρηματοοικονομικής

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Παπάνα Αγγελική

Συσχέτιση μεταξύ δύο συνόλων δεδομένων

Επιλογή επενδύσεων κάτω από αβεβαιότητα


5. ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ (GENERAL LINEAR MODEL) 5.1 Εναλλακτικά μοντέλα του απλού γραμμικού μοντέλου: Το εκθετικό μοντέλο

Παραβίασητωνβασικώνυποθέσεωντηςπαλινδρόμησης (Violation of the assumptions of the classical linear regression model)

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Παπάνα Αγγελική

Αν έχουμε δύο μεταβλητές Χ και Υ και σύμφωνα με την οικονομική θεωρία η μεταβλητή Χ προσδιορίζει τη συμπεριφορά της Υ το ερώτημα που τίθεται είναι αν

1. Ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ αυτοπαλίνδρομων υποδειγμάτων (AR) και υποδειγμάτων κινητού μέσου (MA);

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ Ι Κ. Μ. 436

Ελλιπή δεδομένα. Εδώ έχουμε Στον πίνακα που ακολουθεί δίνεται η κατά ηλικία κατανομή 1275 ατόμων

Στασιμότητα χρονοσειρών Νόθα αποτελέσματα-spurious regression Ο έλεγχος στασιμότητας είναι απαραίτητος ώστε η στοχαστική ανάλυση να οδηγεί σε ασφαλή

Ερωτήσεις κατανόησης στην Οικονομετρία (Με έντονα μαύρα γράμματα είναι οι σωστές απαντήσεις)

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗ ΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Δρ. Χάϊδω Δριτσάκη. MSc Τραπεζική & Χρηματοοικονομική

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 0. Απλή Γραμμική Παλινδρόμηση. Ένα Πρόβλημα. Η επιδιωκόμενη ιδιότητα. Ένα χρήσιμο γράφημα. Οι υπολογισμοί. Η μέθοδος ελαχίστων τετραγώνων ...

Χρονικές σειρές 5 Ο μάθημα: Γραμμικά στοχαστικά μοντέλα (1) Αυτοπαλίνδρομα μοντέλα Εαρινό εξάμηνο Τμήμα Μαθηματικών ΑΠΘ

2. ΕΠΙΛΟΓΗ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΜΕ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΤΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ (Backward Elimination Procedure) Στην στατιστική βιβλιογραφία υπάρχουν πολλές μέθοδοι για

Εφαρμοσμένη Στατιστική: Συντελεστής συσχέτισης. Παλινδρόμηση απλή γραμμική, πολλαπλή γραμμική

Έλεγχος Υποθέσεων. Δρ. Αθανάσιος Δαγούμας, Επ. Καθηγητής Οικονομικής της Ενέργειας & των Φυσικών Πόρων, Πανεπιστήμιο Πειραιώς

Μέρος Β /Στατιστική. Μέρος Β. Στατιστική. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Εργαστήριο Μαθηματικών&Στατιστικής/Γ. Παπαδόπουλος (

Θεωρία Χαρτοφυλακίου ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ

Αγορές Χρήματος και Κεφαλαίου. Ενότητα # 3: Θεωρία Χαρτοφυλακίου Διδάσκων: Σπύρος Σπύρου Τμήμα: Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Παπάνα Αγγελική

ΛΥΜΕΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΟ 2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΖΗΤΗΣΗΣ

ΤΜΗΜΑΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Value at Risk (VaR) και Expected Shortfall

Χρονικές σειρές 10 Ο μάθημα: Μη στάσιμα μοντέλα ARIMA Μεθοδολογία Box-Jenkins Εαρινό εξάμηνο Τμήμα Μαθηματικών ΑΠΘ

Επίλυση Υποδειγμάτων με Ορθολογικές Προσδοκίες. Το Πρωτοβάθμιο και Δευτεροβάθμιο Υπόδειγμα

Απλή Γραμμική Παλινδρόμηση II

Περιεχόμενα. Εισαγωγή Απόδοση και Κίνδυνος Λίγα λόγια για τους συγγραφείς... 8 Περιεχόμενα Πρόλογος...

3η Ενότητα Προβλέψεις

Α. Αυτάρκης Οικονομία

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Α μέρος: Πολυσυγγραμμικότητα. Παπάνα Αγγελική

Πολλαπλή παλινδρόμηση (Multivariate regression)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. ΜΑΘΗΜΑ 3ο

ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Μεταπτυχιακό Τμήμα Τραπεζικής & Χρηματοοικονομικής

Κεφάλαιο 9. Έλεγχοι υποθέσεων

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΙΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ, ΑΠΛΗ ΠΑΛΙΝΔΡΟΜΗΣΗ

ΠΟΣΟΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΙI (ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ) (ΟΔΕ 2116)

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Ενότητα 2: Παλινδρόμηση. Αναπλ. Καθηγητής Νικόλαος Σαριαννίδης Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων (Γρεβενά)

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Κεφάλαιο 10. Εισαγωγή στην εκτιμητική

Απλή Γραμμική Παλινδρόμηση και Συσχέτιση 19/5/2017

ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗΣ. Επικ. Καθ. Στέλιος Ζήμερας. Τμήμα Μαθηματικών Κατεύθυνση Στατιστικής και Αναλογιστικά Χρηματοοικονομικά Μαθηματικά

Χρονικές σειρές 11 Ο μάθημα: Προβλέψεις

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Ενότητα 3: Πολλαπλή Παλινδρόμηση. Αναπλ. Καθηγητής Νικόλαος Σαριαννίδης Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων (Γρεβενά)

Έλεγχος υποθέσεων και διαστήματα εμπιστοσύνης

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΝΕΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» (ΜΒΑ) ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΥΠΟ: ΜΑΡΙΝΑΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α/Μ: 72 ΘΕΜΑ: «ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΟ CAPITAL ASSET PRICING MODEL. ΜΟΝΤΕΛΑ GARCH.» ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ : Κ. ΣΥΡΙΟΠΟΥΛΟΣ - Καθηγητής Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων Πανεπιστημίου Πατρών.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Βασικός στόχος αυτής τη εργασίας είναι να παρουσιάσει με λεπτομερή και τεκμηριωμένο τρόπο την διαδικασία που ακολουθεί ένας χρηματοοικονομικός αναλυτής έτσι ώστε να προσδιορίσει την σχέση απόδοσης και κινδύνου κάποιων χρεογράφων με απώτερο σκοπό να καταλήξει σε ορθολογικά συμπεράσματα που μπορούν να τον οδηγήσουν στις βέλτιστες αποφάσεις. Οι αποφάσεις αυτές θα αφορούν την δόμηση ενός βέλτιστου χαρτοφυλακίου χρεογράφων το οποίο για δεδομένο κίνδυνο θα αποφέρει την μέγιστη αναμενόμενη απόδοση η αντίστροφα με δεδομένη την επιθυμητή απόδοση θα ενέχει το ελάχιστο ρίσκο. Η χρήση του απλού γραμμικού υποδείγματος, της μεθόδου ελαχίστων τετραγώνων (OLS), των διαστημάτων εμπιστοσύνης και της στατιστικής συμπερασματολογίας είναι κάποιες από τις μεθόδους που θα εφαρμόσουμε για να προσδιορίσουμε με ακρίβεια την σχέση απόδοσης και κινδύνου χρεογράφων των οποίων έχουμε επιλέξει για τις εφαρμογές μας. Οι διαταράξεις των υποθέσεων του απλού γραμμικού υποδείγματος, όπως η αυτοσυσχέτιση και η ετεροσκεδαστικότητα είναι επίσης αντικείμενα προς εξέταση,παράγοντες οι οποίοι αλλοιώνουν τις οικονομετρικές εκτιμήσεις της μεθόδου των ελαχίστων τετραγώνων και πρέπει να άρονται από τον αναλυτή, έτσι ώστε να καταλήγει η ανάλυση και η έρευνα των χρηματοοικονομικών εφαρμογών σε αξιόπιστες εκτιμήσεις. Ιδίως στην αντιμετώπιση της ετεροσκεδαστικότητας, η χρήση των μοντέλων ARCH/GARCH, μπορεί να μας οδηγήσει στο ζητούμενο,το οποίο είναι η εκτίμηση και η πρόβλεψη του μελλοντικού κινδύνου αγοράς ενός χρεογράφου όπως η μετοχή. 2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΕΛ. Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή 4 Κεφάλαιο 2: Μεθοδολογία 6 2.1: Συλλογή Δεδομένων 6 2.2: Οικονομετρική Προσέγγιση 6 2.3: Χρηματοοικονομική Προσέγγιση 7 2.4: Εμπειρική Ανάλυση 8 2.5: Εκτιμώντας τα Μοντέλα r s =a+bx+u 12 Κεφάλαιο 3: Έλεγχος Αξιοπιστίας Εκτιμήσεων 16 3.1: Αυτοσυσχέτιση 16 3.2: Ετεροσκεδαστικότητα 19 Κεφάλαιο 4: Μοντέλα ARCH/GARCH 23 4.1: Η χρήση των Μοντέλων ARCH/GARCH 23 4.2: Πρόβλεψη της διακύμανσης των αποδόσεων της Μετοχής NBG 26 4.3: Προεκτάσεις και Τροποποιήσεις 31 Κεφάλαιο 5: Χρηματοοικονομική Προσέγγιση 34 5.1: Τι έχουν να προσφέρουν οι μετοχές 34 5.2: Ένα ιστορικό παράδειγμα για τη συμπεριφορά των μετοχών 35 5.3: Πλεονεκτήματα και Μειονεκτήματα της ιδιοκτησίας των μετοχών 36 5.4: Πηγές Κινδύνου Μετοχών 38 Κεφάλαιο 6: Περίληψη και Συμπεράσματα 41 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η φαρέτρα της σύγχρονης χρηματοοικονομικής προσφέρει τα απαραίτητα εργαλεία στον εκάστοτε manager προκειμένου να μπορεί να συλλέγει στοιχεία, να εντοπίζει ενδείξεις, να εκτιμά ποσοτικά αποτελέσματα, να ελέγχει, να βελτιώνει, να φιλτράρει και να προβλέπει. Ο αναλυτής οικονομέτρης καλείται να εκτιμήσει το πόσο θα αλλάξει η τιμή μιας μεταβλητής σαν αντίδραση στην μεταβολή μιας άλλης μεταβλητής και επιπλέον να αναλύσει και να προβλέψει το σφάλμα του μοντέλου του οποίου χρησιμοποιεί. Στις χρηματοοικονομικές εφαρμογές μια από τις συνήθεις μορφές δεδομένων είναι οι χρονοσειρές. Στην προκειμένη περίπτωση θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στη επεξεργασία και την ανάλυση χρονοσειρων οι οποίες περιγράφουν την ιστορική διαχρονική πορεία των αποδόσεων μετοχών και δεικτών και θα χρησιμοποιήσουμε το κλασικό γραμμικό υπόδειγμα Y t = a + b X t + u t για να μελετήσουμε την μεταβλητικοτητα της κάθε χρονοσειρας η οποία ποικίλει και διαφοροποιείται από καιρού εις καιρόν. Η διαδικασία της οικονομετρικής ανάλυσης και επεξεργασίας των δεδομένων από την συλλογή των πρωτογενών δεδομένων (raw data) έως και την εξαγωγή των τελικών αποτελεσμάτων που οδηγούν στη αξιόπιστη συμπερασματολογία, αποτελεί πρόκληση για κάθε διαχειριστή οικονομολόγο, αφού αν εφαρμοστεί ορθολογικά και οδηγήσει στις βέλτιστες αποφάσεις, τότε πραγματικά επιτυγχάνεται το ζητούμενο που είναι το κέρδος η αντίστροφα η ελαχιστοποίηση της ζημίας. Το προσεγγιστικό πλαίσιο το οποίο θα χρησιμοποιήσουμε για να προσδιορίσουμε την σχέση απόδοσης κινδύνου είναι το υπόδειγμα Τιμολόγησης Περιουσιακών Στοιχείων (Capital Asset Pricing Model). Το υπόδειγμα αυτό εξειδικεύει τη σχέση απόδοσης και κινδύνου ενός μείγματος μετοχών οι οποίες δομούν ένα χαρτοφυλάκιο. Στόχος του διαχειριστή (optimal portfolio) το οποίο θα ικανοποιεί τις επενδυτικές ανάγκες, είτε του εργοδότη (company s dealing room), είτε του ατομικού επενδυτή (personal banking), είτε της πελατειακής βάσης μίας τράπεζας. Το προσεγγιστικό πλαίσιο CAPM και η εμπειρική ανάλυση (times series analysis) περιπτώσεων μπορούν να μας οδηγήσουν σε χρήσιμα συμπεράσματα για το συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο το οποίο θα μελετήσουμε. 4

Στις χρηματοοικονομικές εφαρμογές βασικό αντικείμενο μελέτης είναι η μεταβλητότητα. Σύγχρονα και αξιόπιστα εργαλεία σύμφωνα με την διεθνή βιβλιογραφία είναι τα μοντέλα ARCH/ GARCH. Η βασική μέθοδος των ελαχίστων τετραγώνων υποθέτει ότι η αναμενόμενη τιμή του διαταρακτικού όρου στο τετράγωνο είναι η ίδια σε κάθε δεδομένο σημείο. Αυτή η υπόθεση αποκαλείται ομοσκεδαστικότητα και είναι η υπόθεση στην οποία επικεντρώνουν τη δράση τους τα μοντέλα ARCH/ GARCH. Δεδομένα στα οποία οι διακυμάνσεις των διαταρακτικών όρων u t δεν είναι σταθερές και στα οποία τα σφάλματα αναμένονται να είναι μεγαλύτερα σε κάποια σημεία από κάποια άλλα, τότε λέγεται ότι πάσχουν από ετεροσκεδαστικότητα. Η βασική ένδειξη ύπαρξης ετεροσκεδαστικότητας είναι ότι οι εκτιμήτριες του μοντέλου μετά την OLS παραμένουν αμερόληπτες, αλλά τα τυπικά σφάλματα και τα διαστήματα εμπιστοσύνης υποεκτιμούνται με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε σε λανθασμένα συμπεράσματα. Αντί να αντιμετωπιστεί η ετεροσκεδαστικότητα σαν μια διατάραξη η οποία πρέπει να θεραπευτεί με την χρήση των ARCH/ GARCH προσεγγίζεται σαν μία διατάραξη η οποία μοντελοποιείται. Με αυτό τον τρόπο δεν επιτυγχάνεται μόνο η διόρθωση των εκτιμήσεων της μεθόδου των ελαχίστων τετραγώνων, αλλά επιπλέον δίνεται και μία πρόβλεψη για τη διακύμανση των διαταρακτικών όρων. Αυτή η πρόβλεψη είναι πολύ χρήσιμη στις χρηματοοικονομικές εφαρμογές. Ένα εύλογο ερώτημα που αντιμετωπίζει ο αναλυτής είναι το ποσοστιαίο μέγεθος ακρίβειας πρόβλεψης του μοντέλου του. Σε αυτή την περίπτωση κομβικό σημείο είναι η διακύμανση του σφάλματος και οι παράγοντες που την μεταβάλλουν. Στις χρηματοοικονομικές εφαρμογές όταν η εξαρτημένη μεταβλητή του μοντέλου είναι η αναμενόμενη απόδοση της τιμής μιας μετοχής, η διακύμανση αυτής της απόδοσης θα αντιπροσωπεύει το επίπεδο κινδύνου αυτής της μετοχής. Το πιο συχνό φαινόμενο στην ανάλυση χρονοσειρών είναι ότι κάποιες χρονικές περίοδοι χαρακτηρίζονται από υψηλότερο κίνδυνο από ότι κάποιες άλλες, συνεπώς και η μεταβλητότητα των σφαλμάτων είναι μεγαλύτερη σε κάποιες χρονικές στιγμές από ότι σε κάποιες άλλες. Τα μοντέλα ARCH/ GARCH κατασκευάστηκαν για να αντιμετωπίζουν όλα αυτά τα ζητήματα και έχουν γίνει ευρέως διαδεδομένα, για τους αναλυτές, εργαλεία για την ανάλυση ετεροσκεδαστικών χρονοσειριακών μοντέλων. Ο στόχος των μοντέλων αυτών είναι να μετρούν τη μεταβλητότητα σαν μία τυπική απόκλιση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για χρηματοοικονομικές αποφάσεις που αφορούν την ανάλυση του ρίσκου, την επιλογή χαρτοφυλακίων και την τιμολόγηση ομολογιών. 5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ 2.1 Συλλογή δεδομένων Τα δεδομένα που χρησιμοποιούμε είναι της μορφής χρονοσειρών. Για την επεξεργασία, ανάλυση και την μοντελοποίηση των δεδομένων χρησιμοποιούμε το στατιστικό λογισμικό E-views το οποίο μας προσφέρει την πολυτέλεια να συλλέγουμε, να υπολογίζουμε και να παρουσιάζουμε γραφικές παραστάσεις χρήσιμες για την επιχειρηματολογία, μας γρήγορα και αξιόπιστα. Οι σειρές τις οποίες θα μελετήσουμε είναι οι ιστορικές αποδόσεις των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας, της Τράπεζας Κύπρου όπως επίσης και του Γενικού Δείκτη του ΧΑΑ για τη χρονική περίοδο από 20-09-2007 έως 18-09-2008, οι παρατηρήσεις της δειγματοληψίας θα είναι ημερήσιες (Daily Week-5Days) έτσι ώστε να μπορέσουμε να αποκρυσταλλώσουμε ρεαλιστικότερα τον κίνδυνο κάθε μετοχής. 2.2 Οικονομετρική προσέγγιση. Τα μοντέλα τα οποία θα δομήσουμε είναι της μορφής r s = a + bσ s + u s αφού η απόδοση και ο κίνδυνος χαρακτηρίζονται από γραμμική σχέση. Όπου r s (εξαρτημένη μεταβλητή) είναι η αναμενόμενη απόδοση της μετοχής και όπου σ s είναι η διακύμανση των αποδόσεων της μετοχής, a είναι το επιτόκιο χωρίς κίνδυνο ( risk free rate) και b είναι η εκτιμήτρια (συντελεστής κινδύνου) η οποία αντιπροσωπεύει την κλίση της ευθείας παλινδρόμησης και ερμηνεύεται ως το ποσό της μεταβολής της αναμενόμενης απόδοσης της μετοχής όταν ο κίνδυνος μεταβάλλεται κατά μία μονάδα. Η μέθοδος που θα ακολουθήσουμε για να υπολογίσουμε τις εκτιμήτριες b είναι η μέθοδος των ελαχίστων τετραγώνων και το πλαίσιο το οποίο θα διέπει την ανάλυσή μας θα είναι οι κλασικές υποθέσεις του απλού γραμμικού υποδείγματος. Αρχικές υποθέσεις: 1. r i = a+bx i +u i, i = 1, 2,, n 2. u i ~ (0,σ 2 ) Ε(u i )=0 6

Var (u i ) = σ 2 3. Cov (u i, u j ) =0 4. Η μεταβλητή x δεν είναι στοχαστική. Οι τιμές της παραμένουν σταθερές και δεν είναι όλες ίσες μεταξύ τους. Αφού γίνουν οι αρχικές εκτιμήσεις των μοντέλων θα ακολουθήσει η στατιστική συμπερασματολογία για την αξιοπιστία των εκτιμήσεων. Η πρακτική εφαρμογή της ανάλυσης των χρονοσειρών θα μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι στην πραγματικότητα οι κλασικές υποθέσεις του απλού γραμμικού υποδείγματος διαταράσσονται με αποτέλεσμα οι εκτιμήσεις μας να μην είναι αξιόπιστες και τα μοντέλα μας να είναι ψευδή. Οι διαταράξεις τις οποίες θα αντιμετωπίσουμε είναι η αυτοσυσχέτιση των διαταρακτικών όρων και κατ επέκταση η ύπαρξη τάσης στα δεδομένα μας και δεύτερον η ετεροσκεδαστικότητα δηλαδή το φαινόμενο της μεταβλητότητας της διακύμανσης σ 2 των σφαλμάτων. Με τις μεθόδους που μας προσφέρει η σύγχρονη οικονομετρία θα επιχειρήσουμε να καταστήσουμε τις σειρές μας από μη στάσιμες σε στάσιμες έτσι ώστε να αποφύγουμε το σφάλμα τύπου 1 στις εκτιμήσεις μας και εν συνεχεία με τη χρήση των μοντέλων ARCH/ GARCH θα προσεγγίσουμε τη διακύμανση των σφαλμάτων ως εξαρτημένη μεταβλητή και θα προσδιορίσουμε τους συντελεστές παράγοντες οι οποίοι προκαλούν τη διαφοροποίηση της σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. 2.3 Χρηματοοικονομική προσέγγιση. Capital Asset Pricing Model. Η ανάλυση και τα συμπεράσματα για τις αποδόσεις και τον κίνδυνο του δείγματος των μετοχών βασίζεται στην ανάπτυξη του υποδείγματος CAPM από τον W. Sharpe ο οποίος απέδειξε ότι ο κίνδυνος αγοράς (market risk) κάθε μετοχής μπορεί να υπολογιστεί από την τάση της μετοχής να συμπεριφέρεται όπως η συνολική αγορά (Γενικός Δείκτης ΧΑΑ). Συνεπώς στο απλό γραμμικό μοντέλο y t =a+bx t +u t η εξαρτημένη μεταβλητή Y εκφράζει τις αποδόσεις της μετοχής και η ανεξάρτητη μεταβλητή Χ τις αποδόσεις του Γενικού Δείκτη του ΧΑΑ. Με τη μέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων θα εκτιμήσουμε την ευθεία παλινδρόμησης της εκάστοτε μετοχής και το συντελεστή b ο οποίος αποτελεί το συστηματικό κίνδυνο της μετοχής. 7

Σύμφωνα με τον Sharpe η ευθεία της παλινδρόμησης ονομάζεται χαρακτηριστική γραμμή. Οι βασικές υποθέσεις του CAPM προσφέρουν ένα ελεγχόμενο περιβάλλον για την ισχύ των αναλύσεων και των επιχειρημάτων μας. Βασικές υποθέσεις CAPM 1. Οι επενδυτές επιχειρούν να μεγιστοποιήσουν την χρησιμότητα τους και θα επιλέξουν μεταξύ μετοχών, με κριτήρια τον κίνδυνο και την αναμενόμενη απόδοση. 2. Όλοι οι επενδυτές μπορούν να δανείζουν και να δανείζονται κεφάλαια στο επιτόκιο χωρίς κίνδυνο (rfr). 3. Όλοι οι επενδυτές έχουν τις ίδιες εκτιμήσεις για τις αναμενόμενες αποδόσεις, διακυμάνσεις και συνδιακυμάνσεις μεταξύ των αποδόσεων των μετοχών. Άρα υπάρχει ομοιογένεια στις προσδοκίες. 4. Δεν υπάρχει κόστος συναλλαγών και τα χρεόγραφα είναι πλήρως και άμεσα ρευστοποιήσιμα. 5. Δεν υπάρχει φορολογία. 6. Οι τιμές δίνονται εξωγενώς και κανείς ατομικά δεν μπορεί να τις επηρεάσει. 7. Ο πληθωρισμός θεωρείται μηδενικός, τα επιτόκια και οι κεφαλαιαγορές βρίσκονται σε ισορροπία. 2.4 ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ Περιγραφικά στατιστικά μέτρα Αρχικά θα εξετάσουμε την κάθε σειρά, μια προς μια, ως προς τα στατιστικά περιγραφικά μέτρα, έτσι ώστε να βγουν κάποια πρώτα συμπεράσματα για την διαχρονική πορεία των αποδόσεων των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας, της Τράπεζας Κύπρου και του γενικού δείκτη του ΧΑΑ. Οι παρατηρήσεις μας είναι ημερήσιες σε πενθήμερη βάση και αφορούν την περίοδο από 20/9/2007 έως 18/9/2008, το πλήθος των παρατηρήσεων είναι 246. Τα περιγραφικά στατιστικά μέτρα για κάθε χρονοσειρα προκύπτουν από την επεξεργασία των δεδομένων στο στατιστικό λογισμικό E-views. Εξετάζοντας αρχικά την χρονοσειρα της Τράπεζας Κύπρου παρατηρούμε τα εξής : 8

Διάγραμμα 2.1 Στο παραπάνω γράφημα παρουσιάζονται το ιστόγραμμα και τα βασικά στατιστικά μέτρα για τις αποδόσεις της μετοχής της Τράπεζας Κύπρου. Παρατηρούμε ότι ο μέσος και η διάμεσος δεν συμπίπτουν (mean= -0,1783 median = -0,07).Το εύρος των παρατηρήσεων είναι από 6,61% έως + 9,32%.Ο συντελεστής SK=0,52 και αποκλίνει από την τιμή 0 ενώ o συντέλεστης κύρτωσης KU= 3,86 και αποκλίνει απ τήν τιμή 3. Αυτά τα χαρακτηριστικά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η σειρά δεν ακολουθεί κανονική κατανομή. Το παρακάτω διάγραμμα αφορά την διαγραμματική παρουσίαση της διαχρονικής πορείας των αποδόσεων της μετοχής της Cyprus Bank. Διάγραμμα 2.2 9

Στην συνέχεια παρουσιάζονται το ιστόγραμμα και τα βασικά περιγραφικά μέτρα των αποδόσεων της μετοχής της Εθνικής Τράπεζας (nbg). Διάγραμμα 2.3 Παρατηρούμε ότι ο μέσος αποκλίνει από την διάμεσο (mean= -0,14% median= - 0,24%).Το εύρος των παρατηρήσεων είναι από 8,01% έως + 12,41%. Ο συντελεστής SK αποκλίνει από την τιμή του 0 και ο συντελεστής κύρτωσης KU αποκλίνει από την τιμή 3(SK=0,83 KU=4,97). Επίσης τα χαρακτηριστικά της σειράς nbg μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν ακολουθεί κανονική κατανομή. Το παρακάτω γράφημα αφορά την διαγραμματική παρουσίαση της διαχρονικής πορείας των αποδόσεων της μετοχής της Εθνικής Τράπεζας. Διάγραμμα 2.4 10

Την ίδια διαδικασία ακολουθούμε και για την χρονοσειρα του Γενικού Δείκτη του ΧΑΑ. Διάγραμμα 2.5 Και σε αυτήν την περίπτωση παρατηρούμε παρόμοια στατιστικά χαρακτηριστικά. Ο μέσος αποκλίνει από την διάμεσο (mean=-0,197% median=-0,035%).το εύρος της σειράς κυμαίνεται από -6,17% έως 8%.Ο συντελεστής SK είναι διάφορος του μηδέν ενώ ο συντελεστής κύρτωσης KU αποκλίνει από την τιμή 3(SK=0,34 KU=5,44). Συνεπώς ούτε η σειρά του γενικού δείκτη ακολουθεί την κανονική κατανομή. Το παρακάτω γράφημα παρουσιάζει διαγραμματικά την διαχρονική πορεία των αποδόσεων της αγοράς ως σύνολο. Διάγραμμα 2.6 11

Με μια πρώτη σύγκριση που μπορεί να γίνει μετά τον υπολογισμό των στατιστικών περιγραφικών μέτρων της κάθε σειράς ξεχωριστά είναι γεγονός ότι η σειρά της Τράπεζας Κύπρου είναι περισσότερο προβλέψιμη απ οτι είναι η σειρά της Εθνικής Τράπεζας.Η τυπική απόκλιση των αποδόσεων της Cyprus είναι 2,81 ενώ η τυπική απόκλιση της σειράς nbg είναι 2,99. Οι συντελεστές SK & KU είναι πιο κοντά στις τιμές των αντίστοιχων συντελεστών της κανονικής κατανομής για την σειρά Cyprus παρά για την σειρά nbg. Την πιο ομαλή πορεία από τις τρεις χρονοσειρες ακολουθούν οι αποδόσεις του Γενικού Δείκτη του ΧΑΑ αφού έχει την μικρότερη τυπική απόκλιση (sd=1,69) κάτι που επίσης φαίνεται και από την σύγκριση των διαγραμμάτων (linegrafs) των τριών χρονοσειρών. Το συμπέρασμα αυτό συμπλέει με το γεγονός ότι οι αποδόσεις του Γενικού Δείκτη αντιπροσωπεύουν τις αποδόσεις του συνόλου της αγοράς. Συνεπώς στην σειρά gindex υπάρχει η επίδραση της διαφοροποίησης η οποία και μειώνει τη μεταβλητότητα των παρατηρήσεων αφού η σειρά αποτελείται από πολλά συστατικά (μετοχές) είναι δηλαδή ένα χαρτοφυλάκιο. 2.5 Εκτιμώντας τα μοντέλα r s =a+b X+u Σύμφωνα με την προσέγγιση CAPM η αναμενόμενη απόδοση και ο κίνδυνος των αποδόσεων είναι γραμμικοί συνδυασμοί, συνεπώς μπορούμε να εντοπίσουμε τα σημεία εκείνα στα οποία με δεδομένο τον κίνδυνο μεγιστοποιείται η αναμενόμενη απόδοση ή αντίστροφα με δεδομένη την επιθυμητή απόδοση ελαχιστοποιείται το επίπεδο του κινδύνου. Από τα σημεία αυτά περνάει η γραμμή, η οποία είναι ο γεωμετρικός τόπος των σημείων όπου για δεδομένο επίπεδο κινδύνου (σ s ) έχουν την μέγιστη αναμενόμενη απόδοση (r s ) συνεπώς οι συντεταγμένες των σημείων θα είναι s=(r s,σ s ). Η γραμμή αυτή δεν περνάει από την αρχή των αξόνων αλλά τέμνει τον άξονα των αποδόσεων (κάθετος άξονας) στο σημείο που αντιστοιχεί στην τιμή του συντελεστή a στο απλό γραμμικό υπόδειγμα. Το σημείο αυτό αντιπροσωπεύει την απόδοση χωρίς κίνδυνο (risk free rate). Αυτός ο γεωμετρικός τόπος ονομάζεται καμπύλη χρεογράφων (SML). Κάτω από τις συνθήκες του CAPM η επικινδυνότητα μιας μετοχή μετράται με τον συντελεστή b (beta coefficient) που αντιπροσωπεύει την κλίση της καμπύλης χρεογράφων. Στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζουμε την ανάπτυξη του υποδείγματος τιμολόγησης περιουσιακών στοιχείων από τον W.Sharpe σύμφωνα με την οποία ο κίνδυνος αγοράς κάθε μετοχής (market risk) υπολογίζεται από την τάση της να 12

συμπεριφέρεται όπως η συνολική αγορά.κατ επεκταση ο κίνδυνος της αγοράς της Εθνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Κύπρου προσδιορίζονται από την τάση τους να συμπεριφέρονται όπως ο Γενικός Δείκτης του ΧΑΑ. Με άλλα λόγια θα εκτιμήσουμε δυο μοντέλα της μορφής : r nbg = a + b r gindex + u και r cyprus = a + b r gindex + u Οι εξαρτημένες μεταβλητές r nbg και r cyprus εκφράζουν τις αποδόσεις των μετοχών της Εθνικής και της Κύπρου αντίστοιχα, η ανεξάρτητη μεταβλητή g index εκφράζει τις αποδόσεις της αγοράς ενώ u είναι τα σφάλματα κάτω από τις κλασικές υποθέσεις του απλού γραμμικού υποδείγματος και εκφράζει τον ειδικό κίνδυνο κάθε μετοχής. Με την μέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων (OLS) εκτιμούμε τους συντελεστές b (systematic risk), η γραμμή παλινδρόμησης η οποία προκύπτει ονομάζεται σύμφωνα με τον Sharpe χαρακτηριστική γραμμή. Αποτελέσματα εκτιμήσεων r nbg = a + b r gindex + u Πίνακας 2.1 Μετά την εκτίμηση του μοντέλου με OLS παίρνει την μορφή : 13

r nbg = 0,16 + 1,53 r gindex + u Παρατηρούμε ότι η πορεία των αποδόσεων του Γενικού Δείκτη επηρεάζει θετικά τις αποδόσεις της μετοχής της Εθνικής. Επίσης η τιμή της στατιστικής t για τον συστηματικό κίνδυνο ειναι ο κατά απόλυτη τιμή μεγαλύτερη του 2 συνεπώς ο συντελεστής b είναι στατιστικά σημαντικός και ο παράγοντας r gindex επηρεάζει σημαντικά την απόδοση της μετοχής της Εθνικής. Ο συντελεστής προσδιορισμού R 2 ισούται με 0,76 άρα η συνολική μεταβλητότητα της μετοχής ερμηνεύεται κατά 76% από την ευθεία παλινδρόμησης η οποία και προσαρμόζεται σχετικά καλά στα δεδομένα. Η στατιστική Durbin-Watson ισούται με 1,80, προσεγγίζει αρκετά την τιμή 2 κάτι που αποτελεί ένδειξη για την μη ύπαρξη αυτοσυσχετισης στο μοντέλο. Η αυτοσυσχέτιση και γενικότερα η αξιοπιστία των εκτιμήσεων του μοντέλου μας είναι αντικείμενο εξέτασης παρακάτω. r cyprus = a + b r gindex + u Πίνακας 2.2 Μετά την εκτίμηση του μοντέλου με OLS παίρνει την μορφή: r cyprus = 0,09 + 1,39r gindex + u 14

Παρατηρούμε ότι η πορεία των αποδόσεων του Γενικού Δείκτη του ΧΑΑ επηρεάζει θετικά τις αποδόσεις της μετοχής της Cyprus Bank. Η τιμή της στατιστικής t είναι κατ απόλυτη τιμή μεγαλύτερη του 2, συνεπώς ο συντελεστής b είναι στατιστικά σημαντικός και ο παράγοντας r gindex επηρεάζει σημαντικά την απόδοση της μετοχής της Τράπεζας Κύπρου. Ο συντελεστής προσδιορισμού R 2 =0,70, που σημαίνει ότι το 70% της συνολικής μεταβλητότητας της r Cyprus ερμηνεύεται από την ευθεία παλινδρόμησης η οποία και προσαρμόζεται σχετικά καλά στα δεδομένα. Η στατιστική Durbin-Watson ισούται με 2 κάτι που σημαίνει ότι το μοντέλο μας δεν πάσχει από αυτοσυσχέτιση. 15

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ 3.1 ΑΥΤΟΣΥΣΧΕΤΙΣΗ Η εμπειρική ανάλυση που βασίζεται σε χρονοσειριακά δεδομένα υποθέτει ότι οι σειρές αυτές είναι στάσιμες. Στις παραπάνω εκτιμήσεις και τα αποτελέσματα που παρουσιάσαμε οι ενδείξεις λένε πως τα μοντέλα μας έχουν αξιοπιστία και δεν δείχνουν ψευδή (spurious). Για να μπορέσουμε όμως να πούμε ότι οι εκτιμήσεις μας είναι αξιόπιστες πρέπει πρώτα απ όλα να εξετάσουμε τις σειρές από τις οποίες δομούνται τα μοντέλα μας ως προς την στασιμότητα τους. Στις χρηματοοικονομικές εφαρμογές, όπως είναι οι σειρές αποδόσεων ή τιμών μετοχών παρουσιάζεται το φαινόμενο του τυχαίου περίπατου (random walk phenomenon). Αυτό σημαίνει ότι η καλύτερη πρόβλεψη για την απόδοση μιας μετοχής αύριο, ισούται με την απόδοση της μετοχής σήμερα συν ένα τυχαίο shock(διαταρακτικός όρος). Εάν αυτό ίσχυε στην πράξη τότε η προβλέψεις θα ήταν πραγματικά μια εύκολη διαδικασία. Συνήθως και ιδίως για μεγάλα δείγματα ισχύει το φαινόμενο της ψευδούς παλινδρόμησης λόγω της μη στασιμότητας των σειρών που χρησιμοποιούνται και την αυτοσυσχετιση κατεπεκταση που διαταράσσει την αξιοπιστία του μοντέλου. Στις εκτιμήσεις μας παρατηρούμε ότι η ανεξάρτητη μεταβλητή gindex είναι στατιστικά σημαντική και στις δυο παλινδρομήσεις και ο συντελεστής προσδιορισμού R 2 δεν έχει χαμηλή τιμή (R 2 >70%) σε καμία από τις δυο περιπτώσεις. Επίσης η στατιστική Durbin-Watson είναι αρκετά μεγαλύτερη από 0 και μάλιστα προσεγγίζει την τιμή 2 κάτι που σύμφωνα με τον Yule αποδεικνύει την ανυπαρξία αυτοσυσχετισης στο μοντέλο μας. Ακόμα ο συντελεστής προσδιορισμού και στις δυο περιπτώσεις δεν είναι μεγαλύτερος από την στατιστική d κάτι που σύμφωνα με τους Granger & Newbold είναι ένας καλός λόγος να πιστεύουμε ότι οι παλινδρομήσεις μας είναι αξιόπιστες και όχι spurious. Εάν είχαμε ενδείξεις ότι οι εκτιμήσεις μας ενέχουν σφάλμα τύπου 1 είτε τύπου 2, τότε η καλύτερη πρακτική θα ήταν να υστερήσουμε τα μοντέλα μας κατά όσες περιόδους θα ήταν αναγκαίο για να καταστήσουμε τις σειρές μας από μη στάσιμες σε στάσιμες. 16

Στην οικονομετρική πρακτική λοιπόν αντιμετωπίζουμε δυο βασικά ερωτήματα, πρώτον το πως βρίσκουμε για μια συγκεκριμένη περίοδο, αν οι σειρές οι οποίες εξετάζουμε είναι στάσιμες και δεύτερον αν οι σειρές δεν είναι στάσιμες με ποιον τρόπο μπορούμε να τις καταστήσουμε στάσιμες. Αν και υπάρχουν πολλά είδη ελέγχων στασιμότητας των χρονοσειρων εμείς χρησιμοποιούμε την γραφική ανάλυση και τον έλεγχο του κορελλογράμματος. Για τις σειρές τις οποίες εξετάζουμε, οι γραφικές αναλύσεις (line graphs), οι οποίες έχουν ήδη παρουσιαστεί για κάθε σειρά ξεχωριστά δεν παρουσιάζουν κάποια ανοδική ή καθοδική τάση κάτι που μας δίνει το δικαίωμα να πιστεύουμε ότι χαρακτηρίζονται από στασιμότητα. Από την αίσθηση όμως, οφείλουμε να περάσουμε στην βεβαιότητα. Για να επιβεβαιώσουμε την στασιμότητα των σειρών που χρησιμοποιούμε εφαρμόζουμε autocorrelation function με την βοήθεια του συντελεστή αυτοσυσχετισης ρ κ. Για να υπολογίσουμε τον συντελεστή αυτοσυσχέτισης χρησιμοποιούμε την διακύμανση και την συνδιακύμανση του δείγματος. ρ κ = covariance (lag=k)/variance όπου κ=36 (E-views default) Η γραφική απεικόνιση του παραπάνω λόγου είναι γνωστή ως κορελόγραμμα του δείγματος. Με την βοήθεια του E-views εφαρμόζουμε την παραπάνω διαδικασία στις σειρές του παραδείγματος μας NBG, Cyprus & Gindex, παρακάτω παρουσιάζονται τα κορελογραμματα της κάθε σειράς. Πίνακας 3.1 17

Πίνακας 3.2 Πίνακας 3.3 Στον κάθε πίνακα η στήλη AC είναι το sample autocorrelation function και παρουσιάζεται στο αριστερό διάγραμμα αυτοσυσχέτισης. Η ενιαία γραμμή στο κέντρο του διαγράμματος αντιπροσωπεύει τον άξονα του 0. Οι παρατηρήσεις δεξιά του άξονος είναι οι θετικές, ενώ οι παρατηρήσεις αριστερά του άξονος είναι οι αρνητικές τιμές. Όπως είναι φανερό από τα παραπάνω κορελογραμματα οι αυτοσυσχετισεις κινούνται γύρω από την τιμή 0 συνεπώς οι σειρές που εξετάζουμε έχουν τα χαρακτηριστικά του λευκού θορύβου (white noise phenomenon) και είναι στάσιμες. Συνεπώς μπορούμε να πούμε ότι οι εκτιμήσεις που έγιναν αρχικά στην εμπειρική ανάλυση των μοντέλων r nbg = a + b r gindex + u r cyprus = a + b r gindex + u και 18

είναι αξιόπιστες και τα μοντέλα μας δεν είναι ψευδή. Αφού ελέγξαμε την ενδεχόμενη ύπαρξη αυτοσυσχετισης στα μοντέλα μας, στην συνέχεια θα αναλύσουμε τον άλλο άσπονδο φίλο των αξιόπιστων προβλέψεων που είναι η ετεροσκεδαστικότητα. 3.2 ΕΤΕΡΟΣΚΕΔΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ Μια από τις κλασικές υποθέσεις του απλού γραμμικού υποδείγματος είναι, ότι τα σφάλματα u t είναι ομοσκεδαστικά, που σημαίνει ότι η διακύμανση των σφαλμάτων είναι σταθερή var(u t )= σ 2 εναλλακτικά Ε(u 2 t)= σ 2 για t = 1,2,.,n. Παρ όλα αυτά στις χρηματοοικονομικές εφαρμογές ιδίως σε παραδείγματα μελέτης χρονοσειρών οι διακυμάνσεις των διαταρακτικων όρων δεν είναι σταθερές, αλλά μεταβάλλονται μεταξύ διαφορετικών χρονικών περιόδων. Ο χρόνος κατά τον οποίο εξελίσσονται οι παρατηρήσεις των αποδόσεων των μετοχών χωρίζεται σε τμήματα με μεγαλύτερη μεταβλητότητα και σε αλλά με μικρότερη μεταβλητότητα (volatility clustering). Συνεπώς σε αυτές τις περιπτώσεις διαταράσσεται η υπόθεση της ομοσκεδαστικότητας και εντοπίζεται η ύπαρξη της ετεροσκεδαστικότητας var(u) σ 2. Μια πρώτη ένδειξη της ύπαρξης της ετεροσκεδαστικοτητας είναι όταν παρατηρείται συστηματική σχέση μεταξύ των τετραγώνων των καταλοίπων είτε στις τιμές της εκτιμημένης εξαρτημένης μεταβλητής, που στην περίπτωση μας είναι οι r nbg και r cyprus είτε στις τιμές της ανεξάρτητης μεταβλητής r gindex.εάν υπάρχει ετεροσκεδαστικότητα οι εκτιμήτριες των συντελεστών είναι γραμμικές και αμερόληπτες, όμως δεν είναι αποτελεσματικές δηλαδή δεν έχουν την ελάχιστη διακύμανση. Επίσης τα διαστήματα εμπιστοσύνης των εκτιμητών θα υποεκτιμούνται και οι έλεγχοι t και F θα δέχονται την μηδενική υπόθεση, της μη σημαντικότητας της ανεξάρτητης μεταβλητής ενώ θα έπρεπε να την απορρίπτουν. Συνεπώς και πάλι θα πρέπει να εξετάσουμε την εκτιμητική αξιοπιστία των μοντέλων μας από την σκοπιά της ετεροσκεδαστικότητας. Υπάρχουν αρκετά είδη ελέγχων της ύπαρξης της ετεροσκεδαστικότητας, εμείς θα εφαρμόσουμε τον έλεγχο White. Ο έλεγχος αυτός δεν είναι ευαίσθητος στην υπόθεση της κανονικότητας. Εφαρμόζεται στην παλινδρόμηση τετραγώνων των καταλοίπων επάνω στην ανεξάρτητη μεταβλητή gindex.από την παραπάνω βοηθητική παλινδρόμηση υπολογίζεται ο συντελεστής προσδιορισμού. Κάτω από την υπόθεση της μη ύπαρξης ετεροσκεδαστικότητας, το γινόμενο του αριθμού των παρατηρήσεων 19

n επί τον συντελεστή προσδιορισμού R 2 ακολουθεί την κατανομή Χ 2 με βαθμούς ελευθερίας ίσους με τον αριθμό των ανεξάρτητων μεταβλητών, στην περίπτωση μας οι βαθμοί ελευθερίας ισούνται με 1 και το επίπεδο εμπιστοσύνης 0,05. n * R 2 X 2 Την παραπάνω διαδικασία την εφαρμόζουμε στα εκτιμημένα μοντέλα r nbg = 0,16 + 1,53 r gindex + u & r cyprus = 0,09 + 1,39r gindex + u και λαμβάνουμε τα παρακάτω αποτελέσματα. Πίνακας 3.4 Πίνακας 3.5 20

Για την περίπτωση της μετοχής της Εθνικής Τράπεζας παρατηρούμε ότι το γινόμενο nr 2 είναι πολύ μεγαλύτερο από την κριτική τιμή της κατανομής x 2 για διάστημα εμπιστοσύνης 0.05 και 1 βαθμό ελευθερίας (nr 2 = 24.62, p = 3.136) συνεπώς δε μπορούμε να δεχτούμε την αρχική υπόθεση της μη ύπαρξης ετεροσκεδαστικότητας. Το μοντέλο μας προφανώς, πάσχει από ετεροσκεδαστικότητα που σημαίνει ότι η διακύμανση των σφαλμάτων δεν είναι σταθερή και ο εκτιμητής b μπορεί να είναι γραμμικός και αμερόληπτος όμως δεν είναι αποτελεσματικός δηλαδή δεν έχει την ελάχιστη διακύμανση. Αντίθετα στην περίπτωση του δεύτερου γραμμικού μοντέλου με εξαρτημένη μεταβλητή την απόδοση της μετοχής της Τράπεζας Κύπρου το γινόμενο nr 2 είναι μικρότερο από την κριτική τιμή της κατανομής x 2 με διάστημα εμπιστοσύνης 0.05 και 1 βαθμό ελευθερίας (nr 2 = 2.66 p = 3.146). Συνεπώς δεν έχουμε λόγο να απορρίψουμε την αρχική υπόθεση της ομοσκεδαστικότητας των καταλοίπων. Στην περίπτωση αυτή λοιπόν οι εκτιμήσεις που προέκυψαν από τη μέθοδο OLS είναι αξιόπιστες γιατί το μοντέλο μας δεν πάσχει από ετεροσκεδαστικότητα ούτε από αυτοσυσχέτιση όπως αποδείξαμε παραπάνω. Οι συνέπειες της ύπαρξης ετεροσκεδαστικών καταλοίπων όπως αναφέρθησαν πιο πάνω είναι σοβαρές και ο αναλυτής οφείλει να τις άρει και όχι να τις αγνοήσει. Η σύγχρονη βιβλιογραφία μας προσφέρει δύο εναλλακτικούς τρόπους να αντιμετωπίσουμε την ετεροσκεδαστικότητα. Ο πρώτος είναι να εφαρμόσουμε διαδικασία θεραπείας του μοντέλου από την ετεροσκεδαστικότητα και ο δεύτερος είναι να ανάγουμε τα κατάλοιπα u t σε εξαρτημένη μεταβλητή προς εκτίμηση. Ο δικός μας στόχος είναι να προβλέψουμε και να αναλύσουμε το μέγεθος των σφαλμάτων του μοντέλου, έτσι ώστε να δώσουμε αξιόπιστες απαντήσεις για το μέγεθος της μεταβλητότητας των αποδόσεων της μετοχής της Εθνικής και της Κύπρου. Συνεπώς θα ακολουθήσουμε τον δεύτερο τρόπο ο οποίος μας παραπέμπει στην χρήση του ARCH/GARCH model. 21

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΜΟΝΤΕΛΑ ARCH/GARCΗ 4.1 Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ARCH/GARCH Τα ARCH/GARCH μοντέλα που ετυμολογικά σημαίνουν αυτοπαλίνδρομος παράγοντας ετεροσκεδαστικότητας και γενικευμένος αυτοπαλίνδρομος παράγοντας ετεροσκεδαστικότητας αντίστοιχα, κατασκευάστηκαν για να αντιμετωπίζουν τη μεταβολή του μεγέθους της διακύμανσης μέσα στο χρόνο και έχουν γίνει ευρέως διαδεδομένα εργαλεία για την επεξεργασία και ανάλυση ετεροσκεδαστικών χρονοσειρών. Η χρήση τους στοχεύει στη μέτρηση της μεταβλητότητας και της προσέγγισής της ως προς μια τυπική απόκλιση η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις χρηματοοικονομικές αποφάσεις που αφορούν ανάλυση κινδύνου, επιλογή χαρτοφυλακίου και τιμολόγηση ομολογιών. Θα προσαρμόσουμε τη θεωρητική βάση των μοντέλων ARCH/GARCH στην προκείμενη χρηματοοικονομική των αποδόσεων και του κινδύνου της μετοχής της Εθνικής Τράπεζας. Συνεπώς η εξαρτημένη μεταβλητή είναι η r nbg, η μέση τιμή είναι m και η διακύμανση είναι h. Τότε η απόδοση r ισούται με την μέση τιμή του r, συν την τυπική απόκλιση του r (τετραγωνική ρίζα της διακύμανσης) συν τον διαταρακτικό όρο για τη δεδομένη χρονική περίοδο. Η οικονομετρική πρόκληση είναι να προσδιορίσουμε τον τρόπο που θα χρησιμοποιήσουμε τα δεδομένα για να προβλέψουμε το μέσο και την διακύμανση της απόδοσης δεδομένων των ιστορικών στοιχείων. Πολλές προσπάθειες είχαν γίνει κατά το παρελθόν για την προσέγγιση της μέσης τιμής της απόδοσης, με σκοπό να προβλεφθούν οι μελλοντικές αποδόσεις, στην πραγματικότητα όμως καμία μέθοδος δεν ήταν διαθέσιμη για την πρόβλεψη της διακύμανσης, μέχρι την παρουσίαση των μοντέλων ARCH. Τα μέχρι τότε περιγραφικά εργαλεία ήταν η κινητή τυπική απόκλιση. Αυτή ήταν η τυπική απόκλιση που υπολογιζόταν με την χρήση ενός αριθμού που στηριζόταν στις πιο πρόσφατες παρατηρήσεις. Αυτός ήταν ο πρόδρομος για το πρώτο μοντέλο ARCH, αφού υπέθετε ότι η διακύμανση της αυριανής 22

απόδοσης είναι ένας ισοσταθμικός μέσος όρος των τετραγώνων των καταλοίπων των τελευταίων 22 ημερών. Η ισοσταθμική όμως προσέγγιση έδειχνε αναξιόπιστη, αφού η λογική έλεγε ότι οι πιο πρόσφατες παρατηρήσεις θα έπρεπε να φέρουν υψηλότερο ποσοστό στάθμισης. Το ARCH μοντέλο, που παρουσιάστηκε από τον Engle το 1982, αντιμετωπίζει αυτές τις σταθμίσεις ως παραμέτρους που πρέπει να εκτιμηθούν και αφήνει τα δεδομένα να μας οδηγήσουν στις βέλτιστες σταθμίσεις που θα χρησιμοποιηθούν στην πρόβλεψη της διακύμανσης. Μια αξιόπιστη γενίκευση αυτού του μοντέλου είναι η παραμετροποίηση GARCH, η οποία παρουσιάστηκε από τον Bollerslev το 1986. Αυτό το μοντέλο είναι επίσης ένας σταθμικός μέσος όρος των ιστορικών τετραγώνων των καταλοίπων, τα οποία φέρουν φθίνουσες σταθμίσεις που συγκλίνουν στο μηδέν αλλά δεν γίνονται μηδέν. Με τη χρήση των μοντέλων GARCH τα μοντέλα έχουν αξία προβλεψιμότητας ακόμα και στην πιο απλή τους μορφή και επίσης έχουν αποδειχθεί αρκετά αξιόπιστα στην πρόβλεψη της διακύμανσης. Η πιο ευρέως διαδεδομένη εφαρμογή GARCH, ισχυρίζεται ότι η καλύτερη πρόβλεψη της διακύμανσης στην επόμενη περίοδο είναι ένας σταθμικός μέσος όρος της μακροχρόνιας μέσης διακύμανσης, της εκτίμησης της διακύμανσης για τη δεδομένη περίοδο και των νέων δεδομένων αυτής της περιόδου που προσδιορίζονται από τα πιο πρόσφατα τετράγωνα των καταλοίπων. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι χρησιμοποιούμε το h για να ορίσουμε τη διακύμανση των καταλοίπων μιας παλινδρόμησης της μορφής: r t = m t + h t Σε αυτήν την περίπτωση η διακύμανση των ε t είναι 1. Το μοντέλο GARCH για τη διακύμανση έχει την εξής μορφή: h t+1 = ω + a(r t m t ) 2 + bh t = ω + ah t ε t 2 +bh t 23