ii

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ii"

Transcript

1 Σημειώσεις Γενικής Τοπολογίας Σημειώσεις Μ. Γεραπετρίτη από τις παραδόσεις (διορθώσεις, 2016) Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αθηνών Αθήνα, 2013

2 ii

3 Περιεχόμενα 1 Τοπολογικοί Χώροι Ανοικτά σύνολα, βάσεις και υποβάσεις Κλειστά σύνολα, εσωτερικό, κλειστή θήκη και σύνορο Τοπικές Εννοιες Περιοχές και Βάσεις Περιοχών Φίλτρα και Υπερφίλτρα Σύγκλιση και Συνέχεια Σύγκλιση Δικτύων Συνέχεια Σύγκλιση κατά Υπερφίλτρο Κατασκευή νέων τοπολογικών χώρων Υπόχωροι τοπολογικών χώρων Ασθενής τοπολογία ως προς μια οικογένεια συναρτήσεων Τοπολογία γινόμενο Τοπολογία πηλίκο Διαχωριστικά Αξιώματα Χώροι T Χώροι Hausdorff Κανονικοί Χώροι Φυσιολογικοί Χώροι Τελείως Κανονικοί Χώροι Συνεκτικότητα Συνεκτικοί Χώροι Τοπικά συνεκτικοί χώροι και συνεκτικές συνιστώσες Συμπάγεια Συμπαγείς Χώροι Καρτεσιανά γινόμενα συμπαγών χώρων Το Θεώρημα Tychonoff

4 Περιεχόμενα 1 8 Συνθήκες Αριθμησιμότητας Διαχωρίσιμοι Χώροι Πρώτοι Αριθμήσιμοι Χώροι Δεύτεροι Αριθμήσιμοι Χώροι Χώροι Lindelöf Μετρικοποιησιμότητα Το Θεώρημα μετρικοποιησιμότητας Urysohn Το Θεώρημα Nagata-Smirnov-Bing

5 2 Περιεχόμενα

6 Κεφάλαιο 1 Τοπολογικοί Χώροι Μελετώντας κανείς τους μετρικούς χώρους και τις βασικές τους έννοιες εντοπίζει ότι για κάθε μετρικό χώρο ορίζεται, με αρκετά φυσιολογικό τρόπο, η οικογένεια των ανοικτών συνόλων, η οποία έχει τη βασική ιδιότητα να περιέχει την τομή οποιωνδήποτε δύο στοιχείων της, αλλά και την ένωση των στοιχείων οποιασδήποτε υποοικογένειάς της. Η ιδιότητα αυτή είχε καθοριστικό ρόλο στη μελέτη των μετρικών χώρων, καθώς επέτρεψε να εκφρασθούν και να μελετηθούν δομικές έννοιες, όπως η κλειστή θήκη και το σύνορο συνόλου, με αρχική έννοια το ανοικτό σύνολο και όχι τη μετρική του χώρου. Αυτό μας οδηγεί στο να προσεγγίσουμε την έννοια της τοπολογίας, δηλαδή της οικογένειας των ανοικτών υποσυνόλων ενός συνόλου και να γενικεύσουμε με ουσιαστικό τρόπο την έννοια του μετρικού χώρου, δημιουργώντας μια εξαιρετικά πλουσιότερη κλάση, αυτή των τοπολογικών χώρων. 1.1 Ανοικτά σύνολα, βάσεις και υποβάσεις Ορισμός Εστω X σύνολο. Μια οικογένεια T υποσυνόλων του X καλείται τοπολογία στο X, αν: (i), X T, (ii) Κάθε πεπερασμένη τομή στοιχείων της T ανήκει στην T. Δηλαδή αν n N και G 1, G 2,..., G n T τότε n i=1 G i T και (iii) Κάθε ένωση στοιχείων της T ανήκει στην T. Δηλαδή αν I αυθαίρετο σύνολο δεικτών και G i T i I τότε i I G i T. Το ζεύγος (X, T) X καλείται τοπολογικός χώρος και τα στοιχεία της T καλούνται ανοικτά σύνολα (ως προς T ή του (X, T)) Παρατηρήσεις (α) Εύκολα ελέγχεται με επαγωγή ότι η (ii) του ορισμού είναι ισοδύναμη με την (ii) αν G 1, G 2 T, τότε G 1 G 2 T (β) Αν στην (iii) του ορισμού I = τότε έχουμε i G i =, άρα T (κάτι που περιέχεται στην (i) του ορισμού). Ας εντοπίσουμε κάποια αρχικά παραδείγματα τοπολογικών χώρων.

7 4 Τοπολογικοί Χώροι Παράδειγμα Εστω (X, ρ) μετρικός χώρος. Τότε η οικογένεια T ρ = {A X : x A ε > 0 : B(x, ε) A} των ανοικτών υποσυνόλων του X (ως προς τη μετρική ρ) είναι τοπολογία στο X και καλείται η μετρική τοπολογία που καθορίζεται από τη ρ. Ορισμός Ενας τοπολογικός χώρος (X, T) λέγεται μετρικοποιήσιμος αν υπάρχει μετρική ρ στο X, τέτοια ώστε T = T ρ. Στην περίπτωση αυτή, η τοπολογία T λέγεται μετρικοποιήσιμη. Παραδείγματα Εστω X σύνολο. Οι παρακάτω οικογένειες υποσυνόλων του X είναι τοπολογίες του X: (α) T 1 = P(X), η διακριτή τοπολογία. Ο διακριτός χώρος (X, T 1 ) είναι μετρικοποιήσιμος, αφού T 1 = T ρ για ρ τη διακριτή μετρική του X. (β) T 2 = {, X}, η τετριμμένη τοπολογία. Παρατηρούμε ότι σε κάθε μετρικό χώρο (X, ρ) τα μονοσύνολα είναι κλειστά, δηλαδή X \ {x} T ρ, x X. Συνεπώς αν ο X έχει τουλάχιστον δύο στοιχεία, ο (X, T 2 ) δεν είναι μετρικοποιήσιμος, αφού X \ {x} / T 2 για x X τυχόν. (γ) T 3 = { } {A X : x 0 A} (όπου x 0 X), η τοπολογία του ιδιαίτερου σημείου (x 0 ). Οπως πριν, αν ο X έχει τουλάχιστον δύο στοιχεία, ο (X, T 3 ) δεν είναι μετρικοποιήσιμος, αφού X \{x 0 } / T 3. Στην είδική περίπτωση X = {a, b} (με a b), η T = {, X, {a}} είναι η τοπολογία του ιδιαίτερου σημείου a στο X και ο τοπολογικός χώρος (X, T) λέγεται χώρος του Sierpinski. (δ) T 4 = {X} {A X : x 0 / A} (όπου x 0 X), η τοπολογία του εξαιρούμενου σημείου (x 0 ). Αν ο X έχει τουλάχιστον δύο στοιχεία, ο (X, T 4 ) δεν είναι μετρικοποιήσιμος, αφού X \ {x} / T 4, για x X \ {x 0 }. (ε) T 5 = { } {A X : A c X \ A πεπερασμένο}, η συμπεπερασμένη τοπολογία. Δείχνουμε ότι η T 5 είναι τοπολογία στο X: (i) T 5 και X T 5, αφού X \ X =, πεπερασμένο. (ii) Εστω G 1, G 2 T 5. Τότε, αν G 1 = ή G 2 = έχουμε G 1 G 2 = T 5. Αν τώρα G 1 και G 2, τότε G c 1, G c 2 πεπερασμένα, άρα και το G c 1 G c 2 είναι πεπερασμένο, δηλαδή (G 1 G 2 ) c πεπερασμένο. Άρα G 1 G 2 T 5. (iii) Εστω I σύνολο δεικτών και G i T 5 i I. Αν G i = i I, τότε i I G i = T 5. Διαφορετικά i 0 I : G i0. Τότε (G i0 ) c πεπερασμένο, και αφού ( i I G c i) (Gi0 ) c, έχουμε ότι ( i I G c i) είναι πεπερασμένο, συνεπώς i I G i T 5. Αν ο X είναι πεπερασμένος, τότε (X, T 5 ) = (X, T 1 ), άρα είναι μετρικοποιήσιμος. Αν ο X είναι άπειρος, τότε ο (X, T 5 ) δεν είναι μετρικοποιήσιμος. Πράγματι, σε κάθε μετρικό χώρο, με τουλάχιστον δύο σημεία, υπάρχουν ξένα ανοικτά μη κενά σύνολα (αφού αν x y, τότε B(x, ε) B(y, ε) =, για ε = ρ(x,y) 2 > 0). Ομως στον (X, T 5 ) δεν υπάρχουν τέτοια σύνολα: Αν υποθέσουμε ότι G 1, G 2 είναι ξένα ανοικτά μη κενά, τότε G c 1, G c 2 είναι πεπερασμένα, άρα X = X \ (G 1 G 2 ) = G c 1 G c 2, πεπερασμένο, πράγμα άτοπο. (στ) T 6 = { } {A X : A c X \ A αριθμήσιμο}, η συναριθμήσιμη τοπολογία. Οπως πριν, ο (X, T 6 ) είναι μετρικοποιήσιμος αν και μόνο αν το X είναι αριθμήσιμο σύνολο.

8 1.1. Ανοικτά σύνολα, βάσεις και υποβάσεις 5 Παρατήρηση Αν T είναι τοπολογία σε ένα σύνολο X, τότε T 2 T T 1. Εστω ότι σε ένα σύνολο X έχει κατασκευαστεί μία οικογένεια τοπολογιών. Α- ποτελεί φυσιολογικό ερώτημα, το αν με απλές συνολοθεωρητικές πράξεις μπορούν να κατασκευασθούν επιπλέον τοπολογίες στο X. Πρόταση Εστω X σύνολο και T 1, T 2 δύο τοπολογίες στο X. Τότε η T 1 T 2 είναι τοπολογία στο X. Γενικότερα αν (T i ) i I είναι οικογένεια τοπολογιών στο X, τότε η i I T i είναι τοπολογία στο X. Απόδειξη. (για τομή δύο τοπολογιών) (i) Άμεσα,, X T 1 T 2. (ii) Εστω G 1, G 2 T 1 T 2. Τότε G 1, G 2 T 1 και G 1, G 2 T 2. Αφού T 1, T 2 τοπολογίες, G 1 G 2 T 1 και G 1 G 2 T 2. Δηλαδή G 1 G 2 T 1 T 2. (iii) Εστω G i T 1 T 2 i I, όπου I αυθαίρετο σύνολο. Τότε i I, G i T 1 και G i T 2. Αφού T 1, T 2 τοπολογίες, i I G i T 1 και i I G i T 2. Δηλαδή i I G i T 1 T 2. Παρατήρηση Προφανώς, η i I T i περιέχεται σε κάθε T i και είναι η μεγαλύτερη τοπολογία στο X με αυτήν την ιδιότητα. Πράγματι, αν T τοπολογία στο X με T T i, i I, τότε T i I T i. Σημειώνουμε ότι η (συνολοθεωρητική) ένωση δε συμπεριφέρεται εξίσου καλά. Ενδέχεται η ένωση δύο τοπολογιών να μην είναι τοπολογία, όπως φαίνεται από το ακόλουθο: Παράδειγμα Αν X = {a, b, c}, με a, b, c διακεκριμένα, και T 1 = {, X, {a}}, T 2 = {, X, {b}}, τότε T 1, T 2 είναι τοπολογίες στο X, ενώ η T 1 T 2 δεν είναι τοπολογία, αφού τα {a}, {b} ανήκουν στην T 1 T 2 ενώ {a} {b} = {a, b} / T 1 T 2. Ομως υπάρχει η μικρότερη τοπολογία που περιέχει την T 1 T 2. Το ίδιο ισχύει για κάθε οικογένεια C, υποσυνόλων του X. Πρόταση Εστω X σύνολο και C P(X). τοπολογία T στο X ώστε η T να περιέχει τη C. Τότε υπάρχει η μικρότερη Απόδειξη. Θεωρούμε Γ = {S P(X) : S τοπολογία στο X με C S}. Τότε Γ αφού P(X) Γ. Θέτουμε T = {S : S Γ}. Τότε, από την Πρόταση η T είναι τοπολογία στο X και προφανώς C T. Αν τώρα S είναι τοπολογία στο X με C S, δηλαδή S Γ, τότε T S (από τον ορισμό της T). Δηλαδή η T είναι η μικρότερη τοπολογία που περιέχει την C Ορισμός Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και B υποοικογένεια της T. Η B καλείται βάση για την T, αν κάθε ανοικτό σύνολο είναι μια ένωση στοιχείων της B. Δηλαδή, αν G T (B i ) i I οικογένεια στοιχείων της B, ώστε G = i I B i. Τα στοιχεία της B λέγονται βασικά ανοικτά σύνολα. Ιδιαίτερα, ισχύει η { T = G X : (B i ) i I οικογένεια στοιχείων της B, ώστε G = } B i i I (1.1)

9 6 Τοπολογικοί Χώροι Παρατήρηση Αν X είναι ένα σύνολο, B P(X) και G X, τότε το G γράφεται ως ένωση των στοιχείων κάποιας υποοικογένειας της B αν και μόνο αν για κάθε x G υπάρχει B B ώστε x B G. Πράγματι: αν G = i I B i για κάποια υποοικογένεια (B i ) i I της B, τότε για κάθε x G υπάρχει i 0 I ώστε x B i0 i I B i = G. Αντίστροφα, αν για κάθε x G υπάρχει B x B ώστε x B x G, τότε G = x G B x, όπου (B x ) x G υποοικογένεια της B. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και B T. Τα ακόλουθα είναι ισοδύναμα: (i) Η B είναι βάση για την T. (ii) Για κάθε G T και για κάθε x G, υπάρχει B B ώστε x B και B G. Στην περίπτωση αυτή, για κάθε G X έχουμε: G T x G B B ώστε x B G. Απόδειξη. Άμεσο από την Παρατήρηση και τη σχέση (1.1). Παραδείγματα (α) Εστω (X, ρ) μετρικός χώρος. Οι οικογένειες B = {B(x, ε) : x X, ε > 0} και B = {B ( x, n) 1 : x X, n N} είναι βάσεις για την τοπολογία T ρ. Ειδικά στο R με τη συνηθισμένη τοπολογία, ( η ) B = {(a, b) : a, b a+b R με a < b} είναι βάση (σημειώνουμε ότι (a, b) = B 2, a b 2 ). (β) Αν (X, T) τοπολογικός χώρος και B είναι βάση για την T, τότε κάθε οικογένεια B με B B T είναι βάση για την T. Ειδικά, η T είναι βάση για την T. (γ) Αν (X, T) ο διακριτός τοπολογικός χώρος, τότε η B = {{x} : x X} είναι (η μικρότερη) βάση για την T. Οπως γίνεται φανερό από τη σχέση (1.1), μια τοπολογία καθορίζεται πλήρως από κάθε βάση της. Είναι σημαντικό, όμως, να εξετάσουμε πότε μια οικογένεια υποσυνόλων ενός συνόλου X αποτελεί βάση για κάποια τοπολογία στο X. Αφού τα στοιχεία της οικογένειας αυτής θα πρέπει να είναι σε θέση να παράγουν κάθε ανοικτό σύνολο για εκείνη την τοπολογία, θα πρέπει να είναι σε θέση να παράγουν και το ίδιο το X. Επίσης μια υποψήφια βάση θα πρέπει να περιέχει και «μικρά» σύνολα, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η εσωτερική κάλυψη ανοικτών συνόλων. Το παραπάνω διατυπώνεται αυστηρά στο ακόλουθο: Θεώρημα Εστω X σύνολο και B P(X). Η B είναι βάση για μία (μοναδική από τη σχέση (1.1) ) τοπολογία στο X, αν και μόνο αν: (αʹ) X = B {B : b B} και (βʹ) Αν B 1, B 2 B και x B 1 B 2, τότε B 3 B ώστε x B 3 B 1 B 2 (δηλαδή, από την Παρατήρηση , για κάθε B 1, B 2 B, το B 1 B 2 είναι ένωση στοιχείων της B). Απόδειξη. ( ) Υποθέτουμε ότι η B είναι βάση για μια τοπολογία T. Αφού X T και B 1 B 2 T για κάθε B 1, B 2 B, έπονται τα (i) και (ii). ( ) Θέτουμε T = {G X : C B ώστε G = C}. 1 Η T είναι τοπολογία: x C 1 Το σύνολο C είναι το σύνολο όλων των x X με την ιδιότητα: υπάρχει C C ώστε

10 1.1. Ανοικτά σύνολα, βάσεις και υποβάσεις 7 (i) T (θέτοντας C = ) και X T (θέτοντας C = B). (ii) Εστω G 1, G 2 T. Τότε G 1 = C 1 και G 2 = C 2 για κάποιες C 1, C 2 B. Άρα G 1 G 2 = {B C : B C 1, C C 2 }. Ομως κάθε B C είναι ένωση στοιχείων της B, λόγω του (β ). Άρα το G 1 G 2 είναι ένωση στοιχείων της B, δηλαδή G 1 G 2 T. (iii) Εστω I σύνολο και G i T i I. Τότε C i B ώστε G i = C i i I. Θέτουμε C = i I C i. Τότε C B και i I G i = C. Συνεπώς i I G i T. Η B είναι βάση για την T: Αφού για κάθε B B έχουμε B C για C = {B}, έπεται ότι κάθε στοιχείο της B ανήκει στην T. Άρα, από τον ορισμό της T, η B είναι βάση για την T. Παραδείγματα (α) Εστω B = {(a, b] : a, b R, a b} (όπου (a, a] = ). Η B είναι βάση για κάποια τοπολογία του R, αφού: (i) R = B ( = n N ( n, n]) και (ii) Αν (a 1, b 1 ], (a 2, b 2 ] B τότε η τομή (a 1, b 1 ] (a 2, b 2 ] ανήκει στη B, αφού, είτε είναι κενή, είτε (a 1, b 1 ] (a 2, b 2 ] = (a, b] με a = max{a 1, a 2 } και b = min{b 1, b 2 }. Η μοναδική τοπολογία T S του R που έχει βάση την B ονομάζεται τοπολογία των αριστερά ημιανοικτών διαστημάτων. Ο τοπολογικός χώρος (R, T S ) συμβολίζεται επίσης R S. Η τοπολογία T S είναι μεγαλύτερη από τη συνήθη τοπολογία T του R, διότι αν a, b R και a < b τότε (a, b) = n=n 0 (a, b 1 n ], όπου n 0 N ώστε a b 1 n 0. Άρα (a, b) T S. Οι δύο τοπολογίες δεν ταυτίζονται, εφόσον (a, b] / T (όταν a < b) ενώ (a, b] T S κι επομένως T T S. (β) Η οικογένεια C = {(, a) : a R} {(b, + ) : b R} δεν είναι βάση για κάποια τοπολογία του R διότι δεν ικανοποιείται η συνθήκη (β ) του Θεωρήματος Πράγματι, αν a, b R, a < b, τότε (, b) (a, + ) = (a, b), που δεν είναι ένωση στοιχείων της C. Ομως, όπως θα δούμε αναλυτικά παρακάτω, τα στοιχεία της μορφής B C : B, C C αποτελούν βάση για τη συνήθη τοπολογία του R. Το τελευταίο παράδειγμα μας οδηγεί στον ακόλουθο ορισμό. Ορισμός Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος. Μια υποοικογένεια C της T καλείται υποβάση για την T αν η οικογένεια των πεπερασμένων τομών στοιχείων της C αποτελεί βάση για την T. Δηλαδή, αν η { n } B = C i : n N, C i C για i = 1, 2,..., n {X} είναι βάση για την T. i=1 Αν C είναι υποβάση για την τοπολογία T, τότε τα στοιχεία της T είναι ακριβώς τα σύνολα της μορφής G = i I n i j=1 όπου I αυθαίρετο σύνολο, n i N i I και C i j C. C i j (1.2) Πρόταση Εστω C οικογένεια υποσυνόλων ενός συνόλου X. Τότε υπάρχει μοναδική τοπολογία T στο X που έχει υποβάση την C.

11 8 Τοπολογικοί Χώροι Απόδειξη. Εστω B = { n i=1 C i : n N, C i C για i = 1, 2,..., n} {X}. Τότε X B και η τομή δύο στοιχείων της B ανήκει στην B. Άρα, από το Θεώρημα , η B είναι βάση για κάποια τοπολογία T στο X. Για την T η C είναι υποβάση. Η μοναδικότητα έπεται από τη σχέση (1.2). Παρατήρηση Αν C P(X) και T τοπολογία στο X με υποβάση τη C, τότε από τη σχέση (1.2) η T είναι η μικρότερη τοπολογία στο X που περιέχει τη C. Ετσι έχουμε μια δεύτερη απόδειξη της Πρότασης , κατά την οποία περιγράφονται πιο κατασκευαστικά τα ανοικτά σύνολα της τοπολογίας T. Παραδείγματα (α) Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος. Τότε κάθε βάση B της T είναι και υποβάση για την T. Πράγματι, αν B είναι η οικογένεια των πεπερασμένων τομών στοιχείων της B, τότε B B T. Άρα η B είναι βάση για την T. Δηλαδή, η B είναι υποβάση της T. (β) Η οικογένεια C = {(, a) : a R} {(b, + ) : b R} είναι υποβάση για τη συνήθη τοπολογία στο R. Πράγματι, έστω B η οικογένεια των πεπερασμένων τομών στοιχείων της C. Παρατηρούμε ότι a, b R, a < b, (, b) (a, + ) = (a, b). Άρα η B περιέχει τη βάση για τη συνήθη τοπολογία {(a, b) : a, b R, a < b} και προφανώς περιέχεται στη συνήθη τοπολογία. Ετσι, η B είναι βάση και συνεπώς, η C υποβάση για τη συνήθη τοπολογία του R. (γ) Ανάλογα με το (β), η C = {(, a] : a R} {(b, + ) : b R} είναι υποβάση για την τοπολογία T S των αριστερά ημιανοικτών διαστημάτων. 1.2 Κλειστά σύνολα, εσωτερικό, κλειστή θήκη και σύνορο Κατά τη μελέτη των μετρικών χώρων, πέρα από τα ανοικτά σύνολα, κεντρικά αντικείμενα ήταν τα κλειστά σύνολα καθώς και οι έννοιες του εσωτερικού, της κλειστής θήκης και του συνόρου. Οι ίδιες έννοιες θα μας απασχολήσουν και θα αποδειχθούν εξίσου κεντρικές κατά τη μελέτη των τοπολογικών χώρων. Στην αναζήτηση και α- πόδειξη των ιδιοτήτων των παραπάνω αντικειμένων, οδηγός μας θα είναι τα αντίστοιχα αποτελέσματα που εμφανίζονται στους μετρικούς χώρους. Ορισμός Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος. Ενα F X καλείται κλειστό στο X (ή κλειστό ως προς T), αν το συμπλήρωμά του είναι ανοικτό. Δηλαδή το F είναι κλειστό αν F c T. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος. Τότε: (i) Τα, X είναι κλειστά στο X. (ii) Κάθε πεπερασμένη ένωση κλειστών συνόλων είναι κλειστό σύνολο. (iii) Κάθε τομή (αυθαίρετου πλήθους) κλειστών συνόλων είναι κλειστό σύνολο. Απόδειξη. (i) c = X T = κλειστό, X c = T = X κλειστό. (ii) Εστω n N και F 1, F 2,..., F n X κλειστά. Τότε τα F1 c, F2 c,..., Fn c είναι ανοικτά. Άρα το n i=1 F i c = ( n i=1 F i) c είναι ανοικτό. Επομένως το n i=1 F i είναι κλειστό.

12 1.2. Κλειστά σύνολα, εσωτερικό, κλειστή θήκη και σύνορο 9 (iii) Ανάλογα, χρησιμοποιώντας ότι η αυθαίρετη ένωση ανοικτών είναι ανοικτό. Παραδείγματα (α) Σ ένα διακριτό τοπολογικό χώρο όλα τα υποσύνολα είναι κλειστά (και συγχρόνως ανοικτά). (β) Σ έναν τετριμμένο τοπολογικό χώρο τα μόνα κλειστά σύνολα είναι τα, X. (γ) Αν (X, T) έχει τη συμπεπερασμένη τοπολογία, τότε τα κλειστά σύνολα είναι τα πεπερασμένα και το X. (δ) Αν (X, T) έχει τη συναριθμήσιμη τοπολογία, τότε τα κλειστά σύνολα είναι τα αριθμήσιμα και το X. Ορισμός Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και A X. Το σύνολο {G : G A και G ανοικτό} λέγεται εσωτερικό του A και συμβολίζεται A ή int T A. Παρατήρηση Το A είναι ανοικτό σύνολο, περιέχεται στο A και είναι το μεγαλύτερο ανοικτό σύνολο που περιέχεται στο A. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος. Τότε για κάθε A, B X: (i) A A (ii) A T A = A (iii) (A ) = A (iv) Αν A B, τότε A B (v) (A B) = A B Απόδειξη. (i), (ii) Άμεσα, από την Παρατήρηση (iii) Επεται από τη (ii) αφού A ανοικτό. (iv) Αν A B, τότε κάθε ανοικτό σύνολο που που περιέχεται στο A, περιέχεται και στο B. Επομένως, από τον ορισμό έπεται A B. (v) A B A A B B Από την (i) έχουμε: } A A B B } Άρα A B = (A B). (iv) = (A } B) A (A B) B = (A B) A B = A B A B A B ανοικτό } = A B (A B) Ορισμός Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και A X. Το σύνολο {F : F A και F κλειστό} λέγεται κλειστή θήκη του A και συμβολίζεται A ή cl T A. Παρατήρηση Το A είναι κλειστό σύνολο, περιέχει το A και είναι το μικρότερο κλειστό σύνολο που περιέχει το A. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος. Τότε για κάθε A, B X: (i) A A

13 10 Τοπολογικοί Χώροι (ii) A κλειστό A = A (iii) (A) = A (iv) Αν A B, τότε A B (v) (A B) = A B Απόδειξη. Ομοια με την απόδειξη της Πρότασης Παραδείγματα (α) Αν (X, T) είναι διακριτός τοπολογικός χώρος, τότε A = A = A A X. (β) Αν (X, T) είναι τετριμμένος τοπολογικός χώρος, τότε { { A, A X, A = = X, A = X, A = X, A (γ) Αν (X, T) έχει την συμπεπερασμένη τοπολογία, τότε { A A, αν A = c πεπερασμένο αν A c άπειρο, A = { A, αν A πεπερασμένο X, αν A άπειρο Παρατηρήσεις (α) Η ιδιότητα (iv) του εσωτερικού και της κλειστής θήκης γενικεύονται με επαγωγή, για κάθε n N και A 1, A 2,..., A n X, ως εξής: (A 1 A 2... A n ) = A 1 A 2... A n και (A 1 A 2... A n ) = A 1 A 2... A n Ομως οι σχέσεις αυτές δεν ισχύουν για άπειρες τομές και ενώσεις. Για παράδειγμα στο R έχουμε: Άρα ( n=1 Ανάλογα ( Άρα n=1 ( 1 n, 1 ) ) = {0} = ενώ n ( n=1 n=1 ( 1 n, 1 ) ) n [ 0, 1 1 n] ) = [0, 1) = [0, 1] ενώ ( n=1 n=1 [ 0, 1 1 n] ) ( 1 n, 1 n) = n=1 n=1 ( 1 n, 1 n). [ 0, 1 1 ] = n n=1 [ 0, 1 1 ]. n n=1 ( 1 n, 1 ) = {0} n [ 0, 1 1 ] = [0, 1). n (β) Δεν ισχύουν γενικά οι σχέσεις (A B) = A B, (A B) = A B. Για παράδειγμα στο R, αν A = Q και B = R \ Q έχουμε: (A B) = R = R και A B = = (A B) = = και A B = R R = R

14 1.2. Κλειστά σύνολα, εσωτερικό, κλειστή θήκη και σύνορο 11 Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και A X. Τότε (i) X \ A = (X \ A) ή ισοδύναμα, A = X \ (X \ A). (ii) X \ A = (X \ A) ή ισοδύναμα, A = X \ (X \ A). Απόδειξη. (i) Εχουμε διαδοχικά: X \ A = X \ {G X : G ανοικτό, G A} = {X \ G X : G ανοικτό, G A} = {F X : F κλειστό, X \ A F } = (X \ A). (ii) Από το (i), θέτοντας X \ A στη θέση του A, έχουμε: X \ (X \ A) = (X \ (X \ A)) = A Άρα (X \ A) = X \ A. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος, A X και x X. Τότε x A G A G T : x G. Απόδειξη. Από την Πρόταση (ii), έχουμε: x A x / (X \ A) = {G X, G ανοικτό και G X \ A} G T με G X \ A ισχύει x / G G T με x G ισχύει G X \ A, δηλαδή G A. Παρατήρηση Αν B είναι βάση για την T, τότε x A B A B B : x B. Πράγματι, αν κάθε B B που περιέχει το x τέμνει το A, τότε κάθε G T που περιέχει το x επίσης θα τέμνει το A, εφόσον υπάρχει B B με x B G. Επομένως x A από την Πρόταση Η αντίστροφη κατεύθυνση είναι προφανής από την Πρόταση Παράδειγμα Στον R S, έχουμε (a, b) = (a, b], a, b R με a < b. Πράγματι, (a, b) (a, b) και για x R \ (a, b) αν x a, τότε για B = (x 1, x] B έχουμε B (a, b) =. Άρα x / (a, b). αν x > b, τότε για B = (b, x] B έχουμε B (a, b) =. Άρα x / (a, b). αν x = b και B B με x B, τότε B (a, b). Άρα x (a, b). (όπου B η συνήθης βάση του R S ) Ορισμός Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και D X. Το D λέγεται πυκνό στο X (ή πυκνό υποσύνολο του X) αν D = X.

15 12 Τοπολογικοί Χώροι Παρατήρηση Από την Πρόταση , ένα υποσύνολο D είναι πυκνό αν και μόνο αν G D G T, G. Αντίστοιχα, αν B είναι μια βάση για την T, τότε το D είναι πυκνό αν και μόνο αν B D B B, B. Παραδείγματα (α) Αν (X, T) είναι τετριμμένος τοπολογικός χώρος, τότε κάθε μη κενό D X είναι πυκνό. (β) Αν (X, T) είναι διακριτός τοπολογικός χώρος, τότε ένα D X είναι πυκνό στο X αν και μόνο αν D = X, αφού {x} T x X. (γ) Αν (X, T) έχει την τοπολογία του ιδιαίτερου σημείου x 0, τότε το {x 0 } είναι πυκνό στο X. (δ) Στον R S το Q είναι πυκνό, διότι Q (a, b] για κάθε a, b R με a < b. Ορισμός Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος, A X και x X. Το x καλείται σημείο συσσώρευσης του A αν για κάθε G T με x G ισχύει ότι A G \ {x} =. Συμβολίζουμε με A το σύνολο των σημείων συσσώρευσης του A. Το A καλείται παράγωγο σύνολο του A. Κάθε σημείο του A που δεν είναι σημείο συσσώρευσης, καλείται μεμονωμένο σημείο του A. Παρατήρηση Ενα στοιχείο x είναι σημείο συσσώρευσης του A αν και μόνο αν x A \ {x}. Πράγματι, από την Πρόταση έχουμε ότι x A \ {x} αν και μόνο αν για κάθε ανοικτό σύνολο G με x G ισχύει (A \ {x}) G, δηλαδή A G \ {x}. Παραδείγματα (α) Αν (X, T) είναι διακριτός τοπολογικός χώρος, τότε A = για κάθε A X (παίρνουμε G = {x} στον ορισμό). Δηλαδή κάθε σημείο του A είναι μεμονωμένο. (β) Αν (X, T) έχει την τοπολογία του ιδιαίτερου σημείου x 0, τότε {x 0 } = X \ {x 0 }. Πράγματι, x 0 / {x 0 } αφού {x 0 } \ {x 0 } = =, άρα x 0 / {x 0 } \ {x 0 }. Επίσης, αν x X \ {x 0 }, τότε x {x 0 } αφού {x 0 } \ {x} = {x 0 } = X, άρα x {x 0 } \ {x}. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και A X. Τότε (i) A = A A (ii) A κλειστό αν και μόνο αν A A. Απόδειξη. (i) Εχουμε ότι A A (Πρόταση 1.2.9) A A (Πρόταση ) } = A A A. Για την αντίστροφη σχέση, αρκεί να δείξουμε ότι A \ A A. Εστω x A \ A και G T με x G. Αφού x A, έχουμε A G (Πρόταση ). Αφού x / A, έχομε (A \ {x}) G = A G. Επομένως x A. (ii) Άμεσο από (i). Ορισμός Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και A X. Το σύνολο A (X \ A) καλείται σύνορο του A και συμβολίζεται Bd A ή A. Παρατήρηση Το σύνορο ενός συνόλου είναι κλειστό σύνολο, ως τομή κλειστών συνόλων. Επιπλέον ισχύει ότι Bd A = Bd A c για κάθε A X, δηλαδή κάθε σύνολο έχει το ίδιο σύνορο με το συμπλήρωμά του.

16 1.2. Κλειστά σύνολα, εσωτερικό, κλειστή θήκη και σύνορο 13 Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και A X. Τότε (i) Bd A = A \ A (ii) Bd A A = (iii) A = Bd A A (iv) Τα σύνολα A, (X \ A), Bd A διαμερίζουν το X. Απόδειξη. (i) Bd A = A (X \ A) = A (X \ A ) = A \ A. (ii) Bd A A = γιατί Bd A X \ A = X \ A. (iii) Bd A A = A (A (X \ A)) = A (A (X \ A )) = A. (iv) Από το (iii) έχουμε Bd A A = A και συνεπώς A Bd A (X \ A) = A (X \ A) = A (X \ A) = X. Επιπλέον, A (X \ A) A (X \ A) =, A Bd A = (από τη (ii)) και (X \ A) Bd A = (X \ A) Bd(X \ A) = (από την (ii) για το X \ A). Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και A, B X. Τότε (i) Bd( ) = (ii) Bd A = Bd(A c ) (iii) Bd(Bd A) Bd A (iv) A B Bd(A B) = A B (Bd A Bd B) (v) Το A είναι ανοικτό αν και μόνο αν A Bd A = (vi) Το A είναι κλειστό αν και μόνο αν Bd A A Απόδειξη. Αφήνεται ως άσκηση.

17 14 Τοπολογικοί Χώροι

18 Κεφάλαιο 2 Τοπικές Εννοιες 2.1 Περιοχές και Βάσεις Περιοχών Η προσοχή μας τώρα μεταφέρεται από τις ολικές έννοιες, που ορίσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, στη συμπεριφορά της τοπολογίας κοντά σε κάθε σημείο του χώρου. Για κάθε σημείο του χώρου θα θεωρήσουμε το σύστημα περιοχών του, δηλαδή την οικογένεια των συνόλων που περιέχουν το σημείο στο εσωτερικό τους. Στη συνέχεια θα μελετήσουμε οικογένειες βασικών περιοχών του σημείου, οι οποίες αποτελούν ανάλογο της οικογένειας των μπαλών με σταθερό κέντρο, οι οποίες αποτέλεσαν κεντρικό εργαλείο κατά τη μελέτη των μετρικών χώρων. Ορισμός Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και x X. Ενα U X καλείται περιοχή του x αν x U. Το σύνολο των περιοχών του x καλείται σύστημα περιοχών του x και συμβολίζεται με N x (ή με N T x για διάκριση της τοπολογίας). Παρατηρήσεις (α) Ισχύει ότι αφού U = {G T : G U}. U N x G T με x G U, (β) Σύμφωνα με τον ορισμό που έχουμε δώσει, δεν απαιτείται από το σύνολο U να είναι ανοικτό, για να είναι περιοχή. Για παράδειγμα, αν a, b R, a < b, τότε το (a, b] στο R είναι περιοχή κάθε σημείου x (a, b) (αλλά δεν είναι περιοχή του b), ενώ το (a, b] δεν είναι ανοικτό στο R. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος. Τότε τα συστήματα περιοχών {N x, x X} έχουν τις εξής ιδιότητες: (i) Αν U N x, τότε x U (άρα U ). (ii) Αν U 1, U 2 N x, τότε U 1 U 2 N x. (iii) Αν U N x και U V X, τότε V N x. (iv) Ενα G X είναι ανοικτό αν και μόνο αν G N x x G. (v) Αν U N x τότε υπάρχει G N x με G U και G N y y G.

19 16 Τοπικές Εννοιες Απόδειξη. (i) Αν U N x, τότε x U U. Άρα x U. (ii) Αν U 1, U 2 N x, τότε x U1 και x U2. Άρα x U1 U2 = (U 1 U 2 ). Επομένως U 1 U 2 N x. } U N (iii) x x U U V U V = x V = V N x. (iv) Εστω G X. Το G είναι ανοικτό G = G G G για κάθε x G ισχύει x G G N x x G. (v) Εστω U N x. Υπάρχει G T με x G U (Παρατήρηση (α)). Τότε, από την (iv), G N y y G. Ειδικά, για y = x έχουμε G N x. Παρατηρούμε ότι η ιδιότητα (iv) δίνει ένα χαρακτηρισμό των ανοικτών συνόλων με χρήση της έννοιας της περιοχής. Επίσης οι ιδιότητες (i), (ii), (iii), (v) χαρακτηρίζουν την τοπολογία, κατά την έννοια του ακόλουθου Θεωρήματος, το οποίο μας παρέχει έναν επιπλέον μηχανισμό παραγωγής τοπολογιών. Θεώρημα Εστω X ένα σύνολο και για κάθε x X έστω N x μια μη κενή οικογένεια υποσυνόλων του X με τις ιδιότητες: (αʹ) Αν U N x, τότε x U. (βʹ) Αν U 1, U 2 N x, τότε U 1 U 2 N x. (γʹ) Αν U N x και U V X, τότε V N x. (δʹ) Αν U N x, τότε υπάρχει G N x, τέτοιο ώστε G U και G N y y G. Θέτουμε T = {G X : G N x x G} { }. Τότε Η T είναι τοπολογία στο X. Το σύστημα περιοχών κάθε σημείου x X, ως προς την T, είναι η οικογένεια N x. Δηλαδή, N T x = N x για κάθε x X. Απόδειξη. Η T είναι τοπολογία στο X: (i) Από τον ορισμό της T, έχουμε T. Ακόμη, αφού N x για κάθε x X, υπάρχει U x N x, U x X. Άρα, από την ιδιότητα (γ ), X N x για κάθε x X. Συνεπώς X T. (ii) Εστω G 1, G 2 T. Αν G 1 G 2 =, τότε προφανώς G 1 G 2 T. Διαφορετικά, έστω x G 1 G 2. Τότε x G 1 και x G 2. Άρα G 1 N x και G 2 N x. Από την ιδιότητα (β ) παίρνουμε ότι G 1 G 2 N x. Αφού το x G 1 G 2 ήταν τυχόν, έχουμε ότι G 1 G 2 T. (iii) Εστω I αυθαίρετο σύνολο και G i T για κάθε i I. Εστω x i I G i. Υπάρχει i 0 I ώστε x G i0 T. Άρα G i0 N x. Από την ιδιότητα (γ ), παίρνουμε ότι i I G i N x. Συνεπώς i I G i T. N T x = N x για κάθε x X: Εστω x X και U N T x, μια περιοχή του x ως προς την T. Τότε x U, με U T. Άρα U N x. Από την ιδιότητα (γ ), παίρνουμε ότι U N x. Συνεπώς N T x N x x X. Αντίστροφα, έστω U N x. Από την ιδιότητα (δ ), υπάρχει ανοικτό σύνολο G N x με G U. Από την ιδιότητα (α ), έχουμε ότι x G. Συνεπώς G N T x. Τώρα, αφού G U, έπεται ότι U N T x. Άρα N x N T x. Αποδείχθηκε λοιπόν ότι N T x = N x για κάθε x X.

20 2.1. Περιοχές και Βάσεις Περιοχών 17 Ορισμός Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και x X. Μια υποοικογένεια B x του N x λέγεται βάση περιοχών του x, αν για κάθε U N x υπάρχει B B x ώστε B U. Τα στοιχεία της B x λέγονται βασικές περιοχές του x. Η B x (για διάκριση της τοπολογίας) συμβολίζεται και με B T x. Παρατήρηση Αν για κάθε x X δοθεί μια βάση περιοχών B x του x, το σύστημα περιοχών του x είναι το σύνολο N x = {U X : B B x με B U}. Δηλαδή ένα υποσύνολο του X είναι περιοχή του x αν και μόνο αν περιέχει μια βασική περιοχή του x (η ισότητα εξασφαλίζεται από την Πρόταση (iii)). Παραδείγματα (α) Το N x είναι βάση περιοχών του x. (β) Αν B x είναι βάση περιοχών του x, τότε B x = N x B B x και U X με B U ισχύει U B x. Πράγματι, ( ) Από Πρόταση (iii). ( ) Εστω U N x. Τότε, από τον ορισμό της βάσης περιοχών, υπάρχει B B x ώστε B U. Από την υπόθεση, έπεται ότι U B x. Άρα N x B x και επομένως N x = B x. (γ) Η οικογένεια B x = {G X : G ανοικτό και x G} είναι βάση περιοχών του x: Προφανώς B x N x και για κάθε U N x, το U B x και U U. (δ) Σε κάθε μετρικό χώρο (X, ρ), η οικογένεια B x = {B(x, ε) : ε > 0} είναι βάση περιοχών του x (για κάθε x X). Πράγματι B x N x γιατί κάθε B(x, ε) είναι ανοικτό σύνολο που περιέχει το x. Αν U είναι μια περιοχή του x (U N x ), τότε x U, άρα υπάρχει ε > 0 ώστε B(x, ε) U U, όπου B(x, ε) B x. Ανάλογα, οι οικογένειες {B(x, ε) : ε > 0, ε Q} και {B ( x, n) 1 : n N} είναι βάσεις περιοχών του x. (ε) Σε κάθε διακριτό τοπολογικό χώρο, η B x = {{x}} είναι βάση περιοχών του x, αφού B x N x και για κάθε U N x έχουμε {x} B x και {x} U. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και για κάθε x X, έστω B x βάση περιοχών του x. Τότε (i) Αν B B x, τότε x B (άρα B ). (ii) Αν B 1, B 2 B x, τότε υπάρχει B 3 B x ώστε B 3 B 1 B 2. (iii) Ενα G X είναι ανοικτό αν και μόνο αν για κάθε x G υπάρχει B x B x ώστε B x G. (iv) Αν B B x, τότε υπάρχει G X ώστε x G B και y G B y B y ώστε B y G. Απόδειξη. (i) Αν B B x, τότε B N x. Άρα από Πρόταση (i), x B. (ii) Αν B 1, B 2 B x, τότε B 1, B 2 N x. Άρα, από Πρόταση (ii), B 1 B 2 N x. Άρα, αφού B x βάση περιοχών του x, υπάρχει B 3 B x ώστε B 3 B 1 B 2. (iii) G ανοικτό G N x x G (Πρόταση (iv)) x G B x B x ώστε B x G (Παρατήρηση 2.1.6). (iv) Εστω B B x. Τότε B N x, άρα υπάρχει G X ανοικτό, ώστε x G B. Από την (iii), για κάθε y G υπάρχει B y B y ώστε B y G.

21 18 Τοπικές Εννοιες Το ακόλουθο Θεώρημα δίνει μια επιπλέον μέθοδο κατασκευής τοπολογιών, ανάλογη με τη μέθοδο του Θεωρήματος 2.1.4, αυτή τη φορά με κεντρική έννοια τη βασική περιοχή. Θεώρημα Εστω X ένα σύνολο και για κάθε x X έστω B x μια μη κενή οικογένεια υποσυνόλων του X με τις ιδιότητες: (αʹ) Αν B B x, τότε x B. (βʹ) Αν B 1, B 2 B x, τότε υπάρχει B 3 B x ώστε B 3 B 1 B 2. (γʹ) Αν B B x, τότε υπάρχει G X, τέτοιο ώστε x G B και για κάθε y G υπάρχει B y B y ώστε B y G. Θέτουμε T = {G X : για κάθε x G υπάρχει B B x ώστε B G} { }. Τότε Η T είναι τοπολογία στο X. Για κάθε x X η οικογένεια B x είναι μια βάση περιοχών του x ως προς την τοπολογία T. Απόδειξη. Η απόδειξη είναι ανάλογη με αυτή του Θεωρήματος και γι αυτό α- φήνεται ως άσκηση. Θεώρημα (Κριτήριο Hausdorff). Εστω X σύνολο και T 1, T 2 δύο τοπολογίες στο X. Για κάθε x X έστω B 1 x, B 2 x βάσεις περιοχών του x ως προς T 1 και T 2 αντίστοιχα. Τότε τα ακόλουθα είναι ισοδύναμα: (αʹ) T 1 T 2 (βʹ) Για κάθε x X και κάθε B 1 B 1 x, υπάρχει B 2 B 2 x ώστε B 2 B 1. Απόδειξη. Θεωρούμε τη συνθήκη: (γ ) N 1 x N 2 x για κάθε x X όπου N 1 x, N 2 x είναι τα συστήματα περιοχών του x ως προς T 1 και T 2 αντίστοιχα. Θα δείξουμε ότι (α ) (γ ) (β ). (α ) (γ ) Εστω x X και U N 1 x. Τότε υπάρχει G T 1 ώστε x G U. Από το (α ) έπεται ότι G T 2. Άρα U N 2 x. Επομένως N 1 x N 2 x. (γ ) (α ) Εστω G T 1. Τότε G N 1 x x G (Πρόταση (iv)). Από το (γ ) έπεται ότι G N 2 x x G. Άρα G T 2. Επομένως T 1 T 2. (γ ) (β ) Εστω x X και B 1 B 1 x. Τότε B 1 N 1 x, άρα από το (γ ), B 1 N 2 x. Αφού B 2 x είναι βάση περιοχών του x ως προς T 2, έπεται ότι υπάρχει B 2 B 2 x με B 2 B 1. (β ) (γ ) Εστω x X και U N 1 x. Αφού B 1 x είναι βάση περιοχών του x ως προς T 1, υπάρχει B 1 B 1 x ώστε B 1 U. Από το (β ), υπάρχει B 2 B 2 x ώστε B 2 B 1. Τότε B 2 U κι έτσι U N 2 x. Επομένως N 1 x N 2 x. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και B T. Τότε, η B είναι βάση για την T για κάθε x X η οικογένεια B x = {B B : x B} είναι βάση περιοχών του x.

22 2.2. Φίλτρα και Υπερφίλτρα 19 Απόδειξη. Θα χρησιμοποιήσουμε το χαρακτηρισμό βάσης για την T (Πρόταση ). ( ) Εστω x X. Εχουμε B x N x διότι κάθε στοιχείο της B x είναι ανοικτό (από την υπόθεση) και περιέχει το x. Εστω U N x. Τότε x U T. Αφού B είναι βάση για την T, από την Πρόταση , υπάρχει B B : x B U. Προφανώς B B x και B U. Επεται ότι η B x είναι βάση περιοχών του x. ( ) Εστω G T και x G. Τότε G N x. Αφού B x βάση περιοχών του x, υπάρχει B B x, ώστε B G. Τότε B B και x B G. Άρα, από την Πρόταση , η B είναι βάση περιοχών για την T. Συμπεραίνουμε ότι ολικά ερωτήματα, όπως το αν μια τοπολογία είναι ισχυρότερη από μια άλλη, μεταφράζονται και απαντώνται πλήρως με χρήση τοπικών εννοιών, όπως οι βάσεις περιοχών. 2.2 Φίλτρα και Υπερφίλτρα 1 Η έννοια του φίλτρου και αντίστοιχα, του υπερφίλτρου, αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο τόσο για τη Θεωρία Συνόλων όσο και για την Τοπολογία. Η σημασία των υπερφίλτρων είναι φανερή κατά την περιγραφή της συμπαγοποίησης Stone-Čech του συνόλου των φυσικών αριθμών, αλλά και μέσα από τις πλούσιες εφαρμογές. Μια μη τετριμμένη εφαρμογή αποτελεί η απόδειξη του Θεωρήματος Ramsey, την οποία θα παρουσιάσουμε παρακάτω. Οι ιδιότητες ενός συστήματος περιοχών και μιας βάσης περιοχών ενός σημείου σε έναν τοπολογικό χώρο παρουσιάζουν ιδιαίτερο συνολοθεωρητικό ενδιαφέρον γι αυτό απομονώνονται στον ορισμό του φίλτρου. Ορισμός Εστω ένα σύνολο X και F μια μη κενή οικογένεια υποσυνόλων του X. Η F καλείται φίλτρο στο X αν ικανοποιεί τις εξής ιδιότητες: (i) / F (ii) Αν A, B F, τότε και A B F. (iii) Αν A F και B A, τότε B F. Σε αυτό το σημείο θα ήταν γόνιμο να αναρωτηθεί κανείς, τι θα σήμαινε η φράση «μεγάλο» υποσύνολο του X. Με άλλα λόγια, τι είδους ιδιότητες θα αναμέναμε να ικανοποιεί μια οικογένεια L, «μεγάλων» υποσυνόλων του X; Παραθέτουμε κάποιες μάλλον φυσιολογικές ιδιότητες: X L και / L. Αν A L και B A, τότε B L. Υπάρχουν κι άλλες ιδιότητες, με περιθώρια διαπραγμάτευσης. Δύο πιθανές είναι οι: Δεν μπορεί να υπάρχουν A, B L, με A B =. Αν A L και B / L για κάποιο B A, τότε A \ B L. Η τελευταία ιδιότητα εμπεριέχει μια έννοια σταθερότητας για την οικογένεια L: ένα μεγάλο σύνολο δεν μπορεί να γίνει μη-μεγάλο εξαιτίας μιας αφαίρεσης ενός μη-μεγάλου υποσυνόλου του. Μια συνέπεια αυτού είναι το ότι αν A, B L,τότε και A B L. Αυτό διότι, αν A B / L, τότε τα σύνολα A\(A B) και B \(A B) ανήκουν στο L), αλλά είναι ξένα. Η έννοια του υπερφίλτρου αποτυπώνει πλήρως τη φύση του «μεγάλου συνόλου», όπως αυτή περιγράφεται από τις τέσσερις ιδιότητες που αναφέραμε. 1 (Συμπλήρωμα από τον Μ. Γεραπετρίτη. Δεν διδάχθηκε)

23 20 Τοπικές Εννοιες Ορισμός Ενα φίλτρο καλείται υπερφίλτρο αν είναι μεγιστικό ως προς τη σχέση του περιέχεσθαι. Δηλαδή, ένα φίλτρο στο X είναι υπερφίλτρο αν δεν περιέχεται γνήσια σε κανένα φίλτρο στο X. Παράδειγμα Για ένα μη κενό S X, το σύνολο F(S) = {A X : S A} είναι ένα φίλτρο. Το F(S) είναι υπερφίλτρο αν και μόνο αν S = {x}, μονοσύνολο. Σε αυτή την περίπτωση γράφουμε F(x) αντί του F(S). Ορισμός Ενα υπερφίλτρο F καλείται πρωταρχικό (ή τετριμμένο) αν υπάρχει x X ώστε F = F(x). Ορισμός Θα λέμε ότι μια μη κενή οικογένεια I υποσυνόλων του X έχει την ιδιότητα της πεπερασμένης τομής αν για κάθε n N και A 1, A 2,..., A n I ισχύει ότι n i=1 A i. Παράδειγμα Κάθε φίλτρο έχει την ιδιότητα της πεπερασμένης τομής. Πρόταση Αν F είναι μια μη κενή οικογένεια υποσυνόλων του X με την ιδιότητα της πεπερασμένης τομής, τότε υπάρχει ένα υπερφίλτρο F στο X με F F. Ιδιαίτερα, κάθε φίλτρο περιέχεται σε ένα υπερφίλτρο. Απόδειξη. Θεωρούμε την οικογένεια Γ = {I P(X) : με F I και η I έχει την ιδιότητα της πεπερασμένης τομής} Στην οικογένεια Γ θεωρούμε τη μερική διάταξη (Γ, ) με I 1 I 2 I 1 I 2. Εστω C μια αλυσίδα στη Γ. Τότε η I = C Γ. Πράγματι, έχουμε προφανώς ότι F I και αν A 1, A 2,..., A n I, τότε υπάρχει στοιχείο της αλυσίδας I 0 που να περιέχει όλα τα A 1, A 2,..., A n και αφού I 0 Γ, έχουμε ότι n i=1 A i. Άρα κάθε αλυσίδα στη Γ έχει άνω φράγμα. Συνεπώς, από το Λήμμα του Zorn, υπάρχει μεγιστικό στοιχείο F Γ. Ισχυριζόμαστε ότι το F είναι υπερφίλτρο. Πράγματι, / F αφού το F έχει την ιδιότητα της πεπερασμένης τομής. Αν A F και B A, τότε B F, διότι διαφορετικά θα μπορούσαμε να επισυνάψουμε το B στο F χωρίς να βλάψουμε την ιδιότητα της πεπερασμένης τομής. Αν A, B F, τότε A B F, για τον ίδιο λόγο. Ετσι, το F είναι φίλτρο. Αν G είναι φίλτρο με F G, τότε G Γ και από τη μεγιστικότητα του F, έπεται G = F. Άρα το F είναι υπερφίλτρο. Πόρισμα Εστω F και G υπερφίλτρα στο X. Τότε (i) Αν για ένα B X ισχύει ότι B A για κάθε A F, τότε: B F. (ii) Αν για A, B X ισχύει ότι B A F, τότε το F περιέχει τουλάχιστον ένα από τα A, B. (iii) Αν F G, τότε υπάρχουν A F και B G ώστε A B =. Απόδειξη. (i) Παρατηρούμε ότι η οικογένεια B = {A B : A F} είναι μη κενή και έχει την ιδιότητα της πεπερασμένης τομής, συνεπώς επεκτείνεται σε ένα υπερφίλτρο F. Εχουμε ότι B F, αλλά και F F (γιατί;). Άρα F = F και B F.

24 2.2. Φίλτρα και Υπερφίλτρα 21 (ii) Αν A, B / F, τότε από (i), υπάρχουν C, D F ώστε A C = και B D =. Άρα (A B) (C D) = και αφού C D F έχουμε ότι A B / F, πράγμα άτοπο. (iii) Αφού G F, υπάρχει B F \G. Άρα, από (i), υπάρχει A F με A B =. Με επαγωγή, μπορούμε να γενικεύσουμε τη (ii) του Πορίσματος ως εξής: Πόρισμα Εστω F ένα υπερφίλτρο και A F. Αν το A γράφεται A = A 1 A 2 A n, τότε τουλάχιστον ένα από τα A i ανήκει στο F. Αν επιπλέον τα A i είναι ξένα ανά δύο, τότε ακριβώς ένα από τα A i ανήκει στο F. Δίνουμε τώρα ένα χαρακτηρισμό των υπερφίλτρων. Πρόταση Εστω X ένα σύνολο και F μια οικογένεια υποσυνόλων του X. Η F είναι υπερφίλτρο αν και μόνο αν ικανοποιεί τα ακόλουθα: (i) / F. (ii) Αν A, B F, τότε A B F. (iii) Για κάθε A X, είτε A F είτε A c F. Ιδιαίτερα, ένα φίλτρο G στο X είναι υπερφίλτρο αν και μόνο αν για κάθε A X, είτε A G είτε A c G. Απόδειξη. Αν η F είναι υπερφίλτρο, τότε προφανώς ικανοποιέι τις παραπάνω συνθήκες. Αντίστροφα, έστω ότι η F ικανοποιεί τις (i), (ii), (iii). Εστω A F και B A. Υποθέτοντας ότι B / F παίρνουμε ότι B c F κι έτσι A B c = F, πράγμα άτοπο. Συνεπώς η F είναι φίλτρο. Η μεγιστικότητα εξασφαλίζεται από την (iii). Ενα ακόμη σημαντικό αποτέλεσμα που θα χρειαστούμε είναι η ύπαρξη μη τετριμμένων υπερφίλτρων. Πρόταση Εστω X ένα άπειρο σύνολο. Τότε υπάρχει μη τετριμμένο υπερφίλτρο στο X. Επιπλέον, κάθε στοιχείο ενός μη τετριμμένου υπερφίλτρου είναι άπειρο. Απόδειξη. Για ένα άπειρο σύνολο X, η οικογένεια C των συμπεπερασμένων υποσυνόλων του X (δηλαδή των συνόλων με πεπερασμένο συμπλήρωμα) έχει την ιδιότητα της πεπερασμένης τομής. Άρα, από Πρόταση 2.2.7, η C περιέχεται σε ένα υπερφίλτρο F, το οποίο είναι βέβαια μη τετριμμένο (γιατί;). Το ότι κάθε στοιχείο ενός μη τετριμμένου υπερφίλτρου είναι άπειρο, έπεται άμεσα από την Πρόταση (ii). Στη συνέχεια κατασκευάζουμε έναν τοπολογικό χώρο που θα μας απασχολήσει αρκετά στο μέλλον. Παράδειγμα Εστω F ένα μη τετριμμένο υπερφίλτρο στο σύνολο N των φυσικών αριθμών (η ύπαρξη του οποίου εξασφαλίστηκε από την Πρόταση ). Ορίζουμε το σύνολο Σ = N {F} και θέτουμε για τα στοιχεία του Σ: B n = {{n}} για n N και B F = {A {F} : A F} Οι οικογένειες B n, n N ικανοποιούν με τετριμμένο τρόπο τις συνθήκες του Θεωρήματος Ελέγχουμε τις συνθήκες για την B F.

25 22 Τοπικές Εννοιες (αʹ) Προφανώς F A {F} για κάθε A F B F (βʹ) Αν A 1 {F}, A 2 {F} B F, τότε (A 1 {F}) (A 2 {F}) = (A 1 A 2 ) {F} B F, αφού (A 1 A 2 ) F (το F είναι φίλτρο). (γʹ) Αν A {F} B F, θέτουμε G = A {F}. Προφανώς F G A {F}. Εστω τώρα y G. Αν y = F, θέτουμε B y = G B y και έχουμε τετριμμένα B y G. Αν y A, θέτουμε B y = {y} B y και έχουμε ότι B y G. Άρα, από το Θεώρημα 2.1.9, υπάρχει τοπολογία T στο Σ στην οποία κάθε x Σ έχει τη B x ως βάση περιοχών του. Παρατηρούμε ότι κάθε σημείο n N είναι μεμονωμένο στοιχείο του Σ, ενώ το F είναι σημείο συσσώρευσης του Σ. Επίσης, το N είναι πυκνό υποσύνολο του Σ. Το ότι το F είναι υπερφίλτρο δε χρησιμοποιήθηκε ουσιαστικά για τον ορισμό της τοπολογίας του χώρου Σ. Η χρησιμότητα θα φανεί, όταν επιστρέψουμε στη μελέτη του χώρου Σ και των ιδιοτήτων του. Κλείνουμε αυτήν την αναφορά μας στα φίλτρα και τις ιδιότητές τους με μια ενδιαφέρουσα εφαρμογή. Σημειώνουμε ότι για ένα σύνολο S και έναν αριθμό n N θα συμβολίζουμε με [S] n το σύνολο {A S : A = n}, δηλαδή την οικογένεια των υποσυνόλων του S με ακριβώς n στοιχεία. Θεώρημα (Ramsey). Εστω X ένα άπειρο σύνολο, n, r N κι έστω ότι [X] n = A 1 A 2 A r. Τότε υπάρχει j {1, 2,..., r} και ένα απειρο υποσύνολο S του X, έτσι ώστε [S] n A j Προτού προχωρήσουμε στην απόδειξη, ας εξηγήσουμε λίγο το όλο πλαίσιο. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι τα σύνολα A i που καλύπτουν το [X] n είναι ανά δύο ξένα (γιατί;). Ακόμη, συνηθίζουμε να σκεφτόμαστε τους αριθμούς 1, 2,..., r ως ένα πεπερασμένο πλήθος χρωμάτων κι ότι ένα σύνολο x [X] n έχει το χρώμα i αν x A i. Τότε το Θεώρημα ανάγεται στο ότι, αν το σύνολο [X] n χρωματιστεί με πεπερασμένο πλήθος χρωμάτων, τότε υπάρχει άπειρο υποσύνολο S του X, έτσι ώστε το [H] n να είναι μονοχρωματικό. Απόδειξη. Περνώντας σε ένα υποσύνολο του X, μπορούμε να υποθέσουμε ότι το X είναι αριθμήσιμο (άπειρο) σύνολο. Χάριν απλότητας, αντικαθιστούμε το σύνολο X με ένα σύνολο ίδιου πληθαρίθμου, το N εφοδιασμένο με τη συνήθη διάταξη. Για n = 1, το συμπέρασμα είναι άμεσο από την αρχή του Περιστερεώνα. Παρουσιάζουμε την απόδειξη για την απλούστερη μη τετριμμένη περίπτωση, n = 2. Η γενική περίπτωση αφήνεται ως άσκηση. Ουσιαστικά θα εργασθούμε με τη συνάρτηση χρωματισμού c : [N] 2 I = {1, 2,..., r} με c({x, y}) = i {x, y} A i Εστω F ένα μη τετριμμένο υπερφίλτρο του N. Για i I και x X θέτουμε A i (x) = {y N : c({x, y}) = i}. Τότε για κάθε x N τα σύνολα A i (x) είναι ξένα ανά δύο και η ένωσή τους είναι το σύνολο X \ {x} F, αφού το F είναι μη τετριμμένο. Επεται ότι υπάρχει ακριβώς ένα i I τέτοιο ώστε A i (x) F. Στη συνέχεια θέτουμε B j = {x N : A j (x) F}.

26 2.2. Φίλτρα και Υπερφίλτρα 23 Τα B j καλύπτουν το N και από τα παραπάνω προκύπτει ότι επιπλέον είναι ξένα ανά δύο. Ετσι, υπάρχει μοναδικό j 0 I ώστε B j0 F. Για την κατασκευή του μονοχρωματικού υποσυνόλου εργαζόμαστε επαγωγικά. Εστω a 1 B j0 τυχόν. Αν έχουμε επιλέξει a 1, a 2,..., a m έτσι ώστε c({a s, a t }) = j 0 για κάθε s, t {1,..., m} με s t, ορίζουμε ( m ) S = B j0 A j0 (a s ). s=1 Το S είναι πεπερασμένη τομή στοιχείων του F, άρα S F. Επιλέγουμε στοιχείο a m+1 S \ {a 1, a 2,..., a m }. Αυτό είναι εφικτό, αφού το F είναι μη τετριμμένο και κατά συνέπεια κάθε στοιχείο του είναι άπειρο (Πρόταση ).

27 24 Τοπικές Εννοιες

28 Κεφάλαιο 3 Σύγκλιση και Συνέχεια 3.1 Σύγκλιση Δικτύων Για τη μελέτη των μετρικών χώρων και των τοπολογικών ιδιοτήτων τους, κεντρικής σημασίας μέσο αποτέλεσαν οι ακολουθίες. Η χρησιμότητά τους εντοπίστηκε σε κομβικά σημεία, όπως στο χαρακτηρισμό της κλειστής θήκης ενός συνόλου ή της συνέχειας μιας συνάρτησης (αρχή της μεταφοράς). Ο ορισμός της σύγκλισης ακολουθιών γενικεύεται φυσιολογικά για ακολουθίες σε τοπολογικούς χώρους. Για το λόγο αυτό, φαίνεται δόκιμο το να εξετάσουμε κατά πόσο η έννοια της ακολουθίας είναι ικανή να διατηρήσει τον κεντρικό αυτό ρόλο στην ευρύτερη κλάση των τοπολογικών χώρων. Ορισμός Εστω X τοπολογικός χώρος, (x n ) n N μια ακολουθία στο X και x X. Λέμε ότι η ακολουθία (x n ) συγκλίνει στο x (θα γράφουμε x n x) αν για κάθε περιοχή U N x υπάρχει n 0 = n 0 (U) N ώστε x n U για κάθε n n 0. Παρατήρηση Είναι εμφανές ότι αν η ακολουθία (x n ) συγκλίνει στο x, τότε κάθε υπακολουθία (x kn ) της (x n ) συγκλίνει στο x. Παραδείγματα (α) Στον τοπολογικό χώρο (N, T), όπου T η συμπεπερασμένη τοπολογία, η ακολουθία (x n ) με x n = n n N συγκλίνει σε κάθε x N. Πράγματι, έστω x N και U N x. Τότε x U T, άρα X \ U πεπερασμένο άρα προφανώς X \ U πεπερασμένο. Άρα υπάρχει n 0 N ώστε x n / X \ U για κάθε n n 0, δηλαδή x n U. Επομένως x n x. (β) Στον τοπολογικό χώρο (X, T), όπου X υπεραριθμήσιμο σύνολο και T η συναριθμήσιμη τοπολογία, παρατηρούμε τα εξής: Αν (x n ) ακολουθία στο X και x X ώστε x n x, τότε η (x n ) είναι τελικά σταθερή και ίση με x (δηλαδή υπάρχει n 0 N ώστε x n = x για n n 0 ). Εστω, προς άτοπο, ότι η (x n ) δεν είναι τελικά σταθερή και ίση με x. Τότε το {n N : x n x} είναι άπειρο σύνολο. Άρα υπάρχει (x kn ) υπακολουθία της (x n ) με x kn x για κάθε n N. Θέτουμε U = X \ {x kn : n N}. Το σύνολο {x kn : n N} είναι αριθμήσιμο και δεν περιέχει το x, οπότε x U και U T, άρα U N x. Ακόμη x kn / U για κάθε n N. Επομένως η (x kn ) δεν συγκλίνει στο x, πράγμα που έρχεται σε αντίφαση με το ότι x n x. X = X (κάθε σημείο του X είναι σημείο συσσώρευσης). Πράγματι, έστω x X. Τότε για κάθε U ανοικτό με x U έχουμε U X \ {x} = U \ {x}, αφού το U είναι υπεραριθμήσιμο (γιατί;). Επομένως x X.

29 26 Σύγκλιση και Συνέχεια Ετσι, για κάθε x X έχουμε x X \ {x}, αλλά δεν υπάρχει ακολουθία (x n ) στο X \ {x}, ώστε x n x. Από τα παραπάνω παραδείγματα γίνεται φανερό ότι οι ακολουθίες (σε γενικούς τοπολογικούς χώρους), όχι μόνο δεν έχουν τις συνηθισμένες «καλές» ιδιότητες που έχουν σε μετρικούς χώρους, όπως η μοναδικότητα του ορίου (Παράδειγμα 3.1.3(α)), αλλά είναι και ανεπαρκείς για την πλήρη περιγραφή εννοιών, όπως αυτή της κλειστής θήκης (Παράδειγμα 3.1.3(β)). Ετσι, η έννοια της ακολουθίας φαίνεται να είναι μάλλον ανεπαρκής για τους σκοπούς μας. Το πρόβλημα εντοπίζεται, κατά κύριο λόγο, στο ότι είναι δυνατόν σε έναν τοπολογικό χώρο να μην υπάρχει βάση περιοχών ενός σημείου που να είναι αριθμήσιμη. Επομένως, αν επιθυμούμε να γενικεύσουμε την έννοια της ακολουθίας έτσι ώστε το νέο αντικείμενο να είναι ικανό να περιγράψει έναν τοπολογικό χώρο, όπως ακριβώς οι ακολουθίες στην περίπωση των μετρικών χώρων, θα πρέπει να επιτρέψουμε στο αντικείμενο αυτό έχει σύνολα «δεικτών» αυθαίρετα «μεγάλα» (τα οποία θα εφοδιάζονται με την ελάχιστη ικανή έννοια διάταξης). Ορισμός Ενα σύνολο Λ λέγεται κατευθυνόμενο αν είναι εφοδιασμένο με μια σχέση που είναι αυτοπαθής (δηλαδή a a για κάθε a Λ) και μεταβατική (δηλαδή αν a, b, c Λ με a b και b c, τότε a c) 1 και επιπλέον ικανοποιεί την συνθήκη: για κάθε a, b Λ υπάρχει c Λ ώστε a c και b c. Οταν a b, λέμε ότι ο a προηγείται του b. Παραδείγματα (α) Κάθε ολικά διατεταγμένο σύνολο είναι κατευθυνόμενο σύνολο. Ειδικά τα N, Z, Q, R είναι κατευθυνόμενα με τη συνήθη διάταξη. (β) Το δυναμοσύνολο P(X) κάθε συνόλου X είναι κατευθυνόμενο σύνολο με τις: A 1 B A B και A 2 B A B. (γ) Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και x X. Το N x είναι κατευθυνόμενο σύνολο με την U V U V ( ) Πράγματι, το (N x, ) είναι προφανώς προδιατεταγμένο. Εστω τώρα U 1, U 2 N x. Τότε για το U = U 1 U 2 N x έχουμε ότι U 1 U και U 2 U. Γενικότερα, αν B x είναι βάση περιοχών του x, τότε το B x είναι κατευθυνόμενο σύνολο με την ( ). Ορισμοί (α) Εστω X σύνολο. Ενα δίκτυο στο X είναι μια συνάρτηση p : Λ X, όπου (Λ, ) είναι κατευθυνόμενο μη κενό σύνολο. Θέτουμε p λ p(λ) και συμβολίζουμε το δίκτυο p με (p λ ) λ Λ ή με (p λ ). (β) Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος, (p λ ) λ Λ ένα δίκτυο στο X και x X. Λέμε ότι το δίκτυο (p λ ) λ Λ συγκλίνει στο x, αν για κάθε U N x υπάρχει λ 0 = λ 0 (U) Λ ώστε p λ U για κάθε λ λ 0. Γράφουμε τότε p λ x ή lim λ p λ = x. Παρατήρηση Προφανώς κάθε ακολουθία στο X είναι δίκτυο με κατευθυνόμενο σύνολο το (N, ). Σε αυτήν την περίπτωση, ο ορισμός της σύγκλισης δικτύου συμπίπτει με το γνωστό ορισμό της σύγκλισης μιας ακολουθίας. 1 αλλά όχι κατ ανάγκην αντισυμμετρική, δηλ. οι σχέσεις a b και b a δεν συνεπάγονται κατ ανάγκην την ισότητα a = b

30 3.1. Σύγκλιση Δικτύων 27 Παραδείγματα (α) Αν (X, T) είναι διακριτός τοπολογικός χώρος, ένα δίκτυο (p λ ) λ Λ συγκλίνει σε ένα x X αν και μόνο αν υπάρχει λ 0 Λ ώστε p λ = x για κάθε λ λ 0 (αφού {x} N x ). (β) Αν (X, T) είναι ο τετριμμένος τοπολογικός χώρος, κάθε δίκτυο (p λ ) λ Λ στο X συγκλίνει σε κάθε x X, αφού N x = {X}. Παρατήρηση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος, x X και το κατευθυνόμενο σύνολο (B x, ). Για κάθε U B x επιλέγουμε 2 ένα σημείο p U U. Ετσι ορίζεται ένα δίκτυο (p U ) U Bx. Ισχύει ότι p U x. Πράγματι, έστω V N x. Τότε υπάρχει U 0 B x με U 0 V, αφού B x βάση περιοχών του x. Για κάθε U B x με U U 0 έχουμε p U U U 0 V. Άρα p U x. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος, A X και x X. Τότε x A αν και μόνον αν υπάρχει δίκτυο (p λ ) στο X ώστε p λ A για κάθε λ Λ και p λ x. Απόδειξη. ( ) Υποθέτουμε ότι x A. Τότε A U για κάθε U N x. Επιλέγουμε ένα σημείο p U U A για κάθε U N x. Τότε το (p U ) U Nx είναι ένα δίκτυο στο X. Προφανώς κάθε p U ανήκει στο A και αφού p U U για κάθε U N x, από την Παρατήρηση 3.1.9, έχουμε ότι p U x. ( ) Εστω U N x. Αφού p λ x, υπάρχει λ 0 Λ ώστε p λ U για κάθε λ λ 0. Ειδικά, p λ0 U A (αφού p λ A λ Λ) κι έτσι U A. Άρα U A για κάθε U N x και συνεπώς x A. Πόρισμα Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος και A X. Τότε (i) Α κλειστό για κάθε δίκτυο (p λ ) λ Λ στο X και για κάθε x X με p λ A λ Λ και p λ x, ισχύει x A. (ii) Ενα σημείο x X είναι σημείο συσσώρευσης του A υπάρχει δίκτυο (p λ ) λ Λ στο X, ώστε p λ A \ {x} λ Λ και p λ x. Απόδειξη. (i) A κλειστό A = A A A. Το συμπέρασμα έπεται από την Πρόταση (ii) Επεται από την Πρόταση , αφού x A x A \ {x}. Ορισμοί (α) Εστω (Λ, ) κατευθυνόμενο σύνολο και N Λ. καλείται ομοτελικό (στο Λ), αν για κάθε λ Λ υπάρχει ν N με ν λ. Το N (β) Εστω (Λ, ), (M, ) κατευθυνόμενα σύνολα. Μια συνάρτηση φ : M Λ καλείται αύξουσα αν για κάθε µ 1, µ 2 M με µ 1 µ 2 ισχύει φ(µ 1 ) φ(µ 2 ). (γ) Εστω p : (Λ, ) X ένα δίκτυο στο X. Μια συνάρτηση q : (M, ) X, όπου (M, ) κατευθυνόμενο σύνολο, καλείται υποδίκτυο του p αν υπάρχει αύξουσα συνάρτηση φ : (M, ) (Λ, ) ώστε το φ(m) να είναι ομοτελικό στο Λ και q = p φ. Λέμε τότε ότι το υποδίκτυο q καθορίζεται από το ζεύγος (M, φ). Το υποδίκτυο q συμβολίζεται με (p φ(µ) ) µ M ή με (p φ(µ) ) και προφανώς είναι δίκτυο. 2 Η ύπαρξη της συνάρτησης επιλογής U p U εξασφαλίζεται από το αξίωμα της επιλογής.

31 28 Σύγκλιση και Συνέχεια Παρατηρήσεις (α) Ενα M N είναι ομοτελικό το M είναι άπειρο. (β) Αν (X, T) είναι τοπολογικός χώρος και x X, ένα υποσύνολο B N x είναι βάση περιοχών του x, αν και μόνο αν το (B, ) είναι ομοτελικό στο (N x, ). (γ) Αν (Λ, ) είναι κατευθυνόμενο σύνολο και λ 0 Λ, τότε το M = {λ Λ : λ λ 0 } είναι ομοτελικό. Το ίδιο ισχύει και για κάθε σύνολο N Λ που περιέχει το ένα ομοτελικό σύνολο. (δ) Κάθε υπακολουθία (x kn ) μιας ακολουθίας (x n ) είναι υποδίκτυο της ακολουθίας (αφού k(n) είναι άπειρο). Προφανώς υπάρχουν υποδίκτυα της (x n ) που δεν είναι υπακολουθίες. (ε) Κάθε ομοτελικό υποσύνολο M ενός κατευθυνόμενου συνόλου Λ είναι κατευθυνόμενο (με τον περιορισμό της προδιάταξης του Λ). Πράγματι, έστω µ 1, µ 2 M. Αφού Λ κατευθυνόμενο, υπάρχει λ Λ ώστε λ µ 1 και λ µ 2. Αφού M ομοτελικό, υπάρχει µ M ώστε µ λ. Τότε µ µ 1 και µ µ 2. Κατά συνέπεια, Αν p : (Λ, ) X είναι δίκτυο και M Λ ομοτελικό, τότε το q = p M είναι υποδίκτυο του p. Πράγματι, η συνάρτηση φ : M Λ με φ(µ) = µ (M κατευθυνόμενο) είναι αύξουσα, η εικόνα φ(m)(= M) είναι ομοτελικό στο Λ και ισχύει q = p φ. (στ) Αν (p λ ) είναι δίκτυο στον τοπολογικό χώρο X και x X, τότε ισχύει p λ x υπάρχει U N x ώστε λ 0 Λ λ λ 0 με p λ / U υπάρχουν U N x και M Λ ομοτελικό ώστε p λ / U λ M. Από το (ε), έπεται ότι το (p λ ) λ M είναι υποδίκτυο του (p λ ) λ Λ με p λ / U λ M. Πρόταση Εστω (X, T) τοπολογικός χώρος, (p λ ) δίκτυο στο X και x X. Τότε: p λ x κάθε υποδίκτυο του (p λ ) συγκλίνει στο x. Απόδειξη. ( ) Εστω q = p φ : M X υποδίκτυο του (p λ ) και U N x. Αφού p λ x, υπάρχει λ 0 Λ ώστε p λ U λ λ 0. Αφού το φ(m) είναι ομοτελικό στο Λ, υπάρχει µ 0 M ώστε φ(µ 0 ) λ 0. Τότε για κάθε µ M με µ µ 0 έχουμε φ(µ) φ(µ 0 ) λ 0 κι έτσι p φ(µ) U. Επομένως p φ(µ) x. ( ) Είναι προφανές, αφού το (p λ ) είναι υποδίκτυο του (p λ ). Ορισμός Εστω (p λ ) ένα δίκτυο σε ένα τοπολογικό χώρο X και x X. Το x καλείται οριακό σημείο του (p λ ) αν για κάθε U N x και για κάθε λ Λ υπάρχει µ Λ με µ λ και p µ U. Δηλαδή το x είναι οριακό σημείο του (p λ ) αν για κάθε U N x το {λ Λ : p λ U} είναι ομοτελικό στο Λ. Παρατήρηση Αν p λ x, τότε το x είναι οριακό σημείο του (p λ ). Πράγματι, έστω U N x. Τότε υπάρχει λ 0 Λ ώστε p λ U για κάθε λ λ 0, δηλαδή {λ Λ : p λ U} {λ Λ : λ λ 0 } κι έτσι, από Παρατήρηση (γ), το {λ Λ : p λ U} είναι ομοτελικό, δηλαδή το x είναι οριακό σημείο. Θεώρημα Εστω X τοπολογικός χώρος, (p λ ) δίκτυο στο X και x X. Το x είναι οριακό σημείο του (p λ ) αν και μόνο αν υπάρχει υποδίκτυο του (p λ ) που συγκλίνει στο x.

Shmei seic Genik c TopologÐac. Miqa l GerapetrÐthc

Shmei seic Genik c TopologÐac. Miqa l GerapetrÐthc Shmei seic Genik c TopologÐac Miqa l GerapetrÐthc Tm ma Majhmatik n Panepist mio Ajhn n Aj na, 2013 ii Perieqìmena Εισαγωγή 1 1 Τοπολογικοί Χώροι 3 1.1 Ανοικτά σύνολα, βάσεις και υποβάσεις..................

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Τοπολογία

Εισαγωγή στην Τοπολογία Ενότητα: Τοπικές έννοιες Γεώργιος Κουµουλλής Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Τοπολογία

Εισαγωγή στην Τοπολογία Ενότητα: Τοπολογικοί χώροι Γεώργιος Κουµουλλής Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commos. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Τοπολογία

Εισαγωγή στην Τοπολογία Ενότητα: Σύγκλιση και Συνέχεια Γεώργιος Κουµουλλής Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

5 Σύγκλιση σε τοπολογικούς χώρους

5 Σύγκλιση σε τοπολογικούς χώρους 121 5 Σύγκλιση σε τοπολογικούς χώρους Στο κεφάλαιο αυτό πρόκειται να μελετήσουμε την έννοια της σύγκλισης σε γενικούς τοπολογικούς χώρους, πέραν των μετρικών χώρων. Όπως έχουμε ήδη διαπιστώσει ( πρβλ.

Διαβάστε περισσότερα

V x, y W x, y, y συνιστούν προφανώς ένα ανοικτό

V x, y W x, y, y συνιστούν προφανώς ένα ανοικτό 81 3.2 Το θεώρημα Tychooff. Στην παράγραφο αυτή θα ασχοληθούμε με το θεώρημα Tychooff, δηλαδή ότι ένα αυθαίρετο καρτεσιανό γινόμενο συμπαγών χώρων είναι, με την τοπολογία γινόμενο, συμπαγής χώρος. Το θεώρημα

Διαβάστε περισσότερα

Όταν δεν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης γράφουμε συνήθως ο τοπολογικός χώρος X και χρησιμοποιούμε την σύντμηση τ.χ. (= τοπολογικός χώρος).

Όταν δεν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης γράφουμε συνήθως ο τοπολογικός χώρος X και χρησιμοποιούμε την σύντμηση τ.χ. (= τοπολογικός χώρος). 4 Τοπολογικοί χώροι. Στοιχειώδεις έννοιες της τοπολογίας Στην παράγραφο αυτή εισάγουμε τις βασικές έννοιες της τοπολογίας, δηλαδή αυτές του ανοικτού και κλειστού συνόλου, της κλειστότητας και του εσωτερικού

Διαβάστε περισσότερα

R ισούται με το μήκος του. ( πρβλ. την ιστορική σημείωση 3.27 στο τέλος

R ισούται με το μήκος του. ( πρβλ. την ιστορική σημείωση 3.27 στο τέλος 73 3. Συμπαγείς χώροι 3. Συμπαγείς χώροι και βασικές ιδιότητες Οι συμπαγείς χώροι είναι μια από τις πιο σημαντικές κλάσεις τοπολογικών χώρων. Η κλάση των συμπαγών χώρων περιλαμβάνει τα κλειστά διαστήματα,b

Διαβάστε περισσότερα

Καλώς ήρθατε στην Τοπολογία! http://eclass.uoa.gr/courses/math451/ Χειμερινό Εξάμηνο 2015-16 Υπενθύμιση: Η τοπολογία της ομοιόμορφης σύγκλισης Εστω K ένα σύνολο (π.χ. K = [a,b]) και f n,f : K R φραγμένες

Διαβάστε περισσότερα

1.2 Βάσεις και υποβάσεις.

1.2 Βάσεις και υποβάσεις. . Βάσεις και υποβάσεις. Το «καθήκον» του ορισμού μιας τοπολογίας διευκολύνεται αν είμαστε σε θέση να περιγράψουμε αρκετά ανοικτά σύνολα τα οποία να παραγάγουν όλα τα ανοικτά σύνολα. Ορισμός.9. Έστω X,

Διαβάστε περισσότερα

Έχοντας υπόψιν το Λήμμα του Urysohn, είναι φυσικό να θέσουμε το ακόλουθο ερώτημα: Αν

Έχοντας υπόψιν το Λήμμα του Urysohn, είναι φυσικό να θέσουμε το ακόλουθο ερώτημα: Αν 3 4.3 Τελείως κανονικοί χώροι ( ). 3 2 Έχοντας υπόψιν το Λήμμα του Urysoh, είναι φυσικό να θέσουμε το ακόλουθο ερώτημα: Αν κανονικός χώρος, x και κλειστό ώστε x. Υπάρχει τότε συνεχής συνάρτηση f :, ώστε

Διαβάστε περισσότερα

f(f 1 (B)) f(f 1 (B)) B. X \ (f 1 (C)) = X \ f 1 (C) = f 1 (Y \ C) X \ (f 1 (C)) f 1 (Y \ C). f 1 (Y \ C) = f 1 (Y \ C ) = X \ f 1 (C ).

f(f 1 (B)) f(f 1 (B)) B. X \ (f 1 (C)) = X \ f 1 (C) = f 1 (Y \ C) X \ (f 1 (C)) f 1 (Y \ C). f 1 (Y \ C) = f 1 (Y \ C ) = X \ f 1 (C ). Κεφάλαιο 4 Συναρτήσεις μεταξύ μετρικών χώρων 4.1 Συνεχείς συναρτήσεις Εστω (X, ρ) και (Y, σ) δύο μετρικοί χώροι. Στην 2.2 δώσαμε τον ορισμό της συνέχειας μιας συνάρτησης f : X Y σε κάποιο σημείο x 0 X:

Διαβάστε περισσότερα

ή κανονικός ( regular ), αν για κάθε x και κάθε κλειστό αντιπαραδείγματα με τα οποία αποδεικνύεται ότι οι αντίστροφες συνεπαγωγές δεν ισχύουν.

ή κανονικός ( regular ), αν για κάθε x και κάθε κλειστό αντιπαραδείγματα με τα οποία αποδεικνύεται ότι οι αντίστροφες συνεπαγωγές δεν ισχύουν. 93 4 Διαχωριστικά αξιώματα Στο κεφάλαιο αυτό εισάγουμε τα λεγόμενα διαχωριστικά αξιώματα και εξετάζουμε τις βασικές ιδιότητές τους. Ένα από αυτά το έχουμε ήδη εισαγάγει δηλαδή το αξίωμα Husdorff ( ορισμός

Διαβάστε περισσότερα

i=1 i=1 i=1 (x i 1, x i +1) (x 1 1, x k +1),

i=1 i=1 i=1 (x i 1, x i +1) (x 1 1, x k +1), Κεφάλαιο 6 Συμπάγεια 6.1 Ορισμός της συμπάγειας Οπως θα φανεί στην αμέσως επόμενη παράγραφο, υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους μπορεί κανείς να εισάγει την έννοια του συμπαγούς μετρικού χώρου. Ο

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Τοπολογία

Εισαγωγή στην Τοπολογία Ενότητα: Συµπάγεια Γεώργιος Κουµουλλής Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που υπόκειται σε άλλου

Διαβάστε περισσότερα

B = F i. (X \ F i ) = i I

B = F i. (X \ F i ) = i I Κεφάλαιο 3 Τοπολογία μετρικών χώρων Ομάδα Α 3.1. Εστω (X, ρ) μετρικός χώρος και F, G υποσύνολα του X. Αν το F είναι κλειστό και το G είναι ανοικτό, δείξτε ότι το F \ G είναι κλειστό και το G \ F είναι

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Τοπολογία

Εισαγωγή στην Τοπολογία Ενότητα: Συνεκτικότητα Γεώργιος Κουµουλλής Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που υπόκειται σε

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Τοπολογία

Εισαγωγή στην Τοπολογία Ενότητα: Συνθήκες αριθµησιµότητας Γεώργιος Κουµουλλής Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που

Διαβάστε περισσότερα

4 Ασθενείς τοπολογίες σε χώρους με νόρμα. 4.1 θεωρήματα Mazur, Alaoglou, Goldstine.

4 Ασθενείς τοπολογίες σε χώρους με νόρμα. 4.1 θεωρήματα Mazur, Alaoglou, Goldstine. 8 Έστω (, ) 4 Ασθενείς τοπολογίες σε χώρους με νόρμα 4. θεωρήματα Mazur, Alaoglou, Goldste. χώρος με νόρμα. Υπενθυμίζουμε ότι η ασθενής τοπολογία T του έχει ως βάση ( ανοικτών ) περιοχών του όλα τα σύνολα

Διαβάστε περισσότερα

6 Συνεκτικοί τοπολογικοί χώροι

6 Συνεκτικοί τοπολογικοί χώροι 36 6 Συνεκτικοί τοπολογικοί χώροι Έστω R διάστημα και f : R συνεχής συνάρτηση τότε, όπως γνωρίζουμε από τον Απειροστικό Λογισμό, η f έχει την ιδιότητα της ενδιάμεσου τιμής. Η ιδιότητα αυτή δεν εξαρτάται

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Τοπολογία

Εισαγωγή στην Τοπολογία Ενότητα: Κατασκευή νέων τοπολογικών χώρων Γεώργιος Κουµουλλής Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες,

Διαβάστε περισσότερα

Y είναι τοπολογία. Αυτή περιέχει το και

Y είναι τοπολογία. Αυτή περιέχει το και 8.3 Σχετική τοπολογία και υπόχωροι. Ορισμός.37. Έστω X, τ.χ. Αν U : U X, τότε η οικογένεια είναι μια τοπολογία στο σύνολο, η οποία ονομάζεται η σχετική ( ή επαγόμενη ) τοπολογία του. Ο χώρος, ονομάζεται

Διαβάστε περισσότερα

f I X i I f i X, για κάθεi I.

f I X i I f i X, για κάθεi I. 47 2 Πράξεις σε τοπολογικούς χώρους 2. Η τοπολογία γινόμενο Σε προηγούμενη παράγραφο ορίσαμε την τοπολογία γινόμενο στο καρτεσιανό γινόμενο Y δύο τοπολογικών χώρων Y, ( παράδειγμα.33 () ). Στην παρούσα

Διαβάστε περισσότερα

x \ B T X. A = {(x, y) R 2 : x 0, y 0}

x \ B T X. A = {(x, y) R 2 : x 0, y 0} ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΕΜ Χειμερινό εξάμηνο 2017-18 ΜΕΜ231-ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ, 6Η ΔΙΑΛΕΞΗ ΚΛΕΙΣΤΑ ΣΥΝΟΛΑ, ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΚΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟΤΗΤΕΣ, ΟΡΙΑΚΑ ΣΥΝΟΛΑ, ΧΩΡΟΙ HAUSDORFF ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Ι.Δ. ΠΛΑΤΗΣ 1. Κλειστα συνολα Εχοντας

Διαβάστε περισσότερα

ι3.4 Παραδείγματα T ) έχει την ιδιότητα Heine-Borel, αν κάθε κλειστό και φραγμένο υποσύνολό του είναι συμπαγές.

ι3.4 Παραδείγματα T ) έχει την ιδιότητα Heine-Borel, αν κάθε κλειστό και φραγμένο υποσύνολό του είναι συμπαγές. 6 ι3.4 Παραδείγματα Στην παράγραφο αυτή θα μελετήσουμε κάποια σημαντικά παραδείγματα, για τις εφαρμογές, χώρων συναρτήσεων οι οποίοι είναι τοπικά κυρτοί και μετρικοποιήσιμοι αλλά η τοπολογία τους δεν επάγεται

Διαβάστε περισσότερα

f x 0 για κάθε x και f 1

f x 0 για κάθε x και f 1 06 4.2 Το Λήμμα του Uysoh το Λήμμα της εμφύτευσης και το θεώρημα μετρικοποίησης του Uysoh. Ο κύριος στόχος αυτής της παραγράφου είναι η απόδειξη ενός θεμελιώδους αποτελέσματος γνωστού ως το Λήμμα του Uysoh.

Διαβάστε περισσότερα

Κ X κυρτό σύνολο. Ένα σημείο x Κ

Κ X κυρτό σύνολο. Ένα σημείο x Κ 8 5 Το θεώρημα Kre-Mlm Βασικές ιδιότητες συμπαγών και κυρτών συνόλων. Ορισμός 5. Έστω X διανυσματικός χώρος και Κ X κυρτό σύνολο. Ένα σημείο x Κ λέγεται ακραίο ( extreme ) σημείο του Κ, αν δεν είναι γνήσιος

Διαβάστε περισσότερα

f(t) = (1 t)a + tb. f(n) =

f(t) = (1 t)a + tb. f(n) = Παράρτημα Αʹ Αριθμήσιμα και υπεραριθμήσιμα σύνολα Αʹ1 Ισοπληθικά σύνολα Ορισμός Αʹ11 (ισοπληθικότητα) Εστω A, B δύο μη κενά σύνολα Τα A, B λέγονται ισοπληθικά αν υπάρχει μια συνάρτηση f : A B, η οποία

Διαβάστε περισσότερα

4.2 Αυτοπάθεια και ασθενής συμπάγεια * * X, x X, είναι επί του. X. Σημειώνουμε ότι υπάρχουν παραδείγματα μη

4.2 Αυτοπάθεια και ασθενής συμπάγεια * * X, x X, είναι επί του. X. Σημειώνουμε ότι υπάρχουν παραδείγματα μη 94 Ένας χώρος με νόρμα (, ( ( ( ϕ : : ϕ =, ( 4.2 Αυτοπάθεια και ασθενής συμπάγεια λέγεται αυτοπαθής ( refleive, αν η κανονική εμφύτευση,, είναι επί του, δηλαδή ϕ =. Παρατηρούμε ότι ένας αυτοπαθής χώρος

Διαβάστε περισσότερα

f 1 (A) = {f 1 (A i ), A i A}

f 1 (A) = {f 1 (A i ), A i A} ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΕΜ Χειμερινό εξάμηνο 2017-18 ΜΕΜ231-ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ, 11Η ΔΙΑΛΕΞΗ ΣΥΜΠΑΓΕΙΑ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Ι.Δ. ΠΛΑΤΗΣ Μετά τη συνεκτικότητα, όπου είδαμε κάπως αναλυτικά την ιδιότητα εκείνη που επιτρέπει σύνολα

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Τοπολογία

Εισαγωγή στην Τοπολογία Ενότητα: Μετρικοποιησιµότητα Γεώργιος Κουµουλλής Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

1 Χώροι πηλίκα { } x = y x y Y. Με τις πράξεις της πρόσθεσης και του βαθμωτού πολλαπλασιασμού που ορίζονται με τον

1 Χώροι πηλίκα { } x = y x y Y. Με τις πράξεις της πρόσθεσης και του βαθμωτού πολλαπλασιασμού που ορίζονται με τον Χώροι πηλίκα Έστω διανυσματικός χώρος και Y διανυσματικός υπόχωρος του. Για κάθε θεωρούμε το σύμπλοκο σχετικά με τον Y, = + y y Y = + Y ορ { : } δηλαδή το είναι η παράλληλη μεταφορά του Y κατά το διάνυσμα.

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Τοπολογία

Εισαγωγή στην Τοπολογία Ενότητα: ιαχωριστικά αξιώµατα Γεώργιος Κουµουλλής Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

f(x) = lim f n (t) = d(t, x n ) d(t, x) = f(t)

f(x) = lim f n (t) = d(t, x n ) d(t, x) = f(t) Κεφάλαιο 7 Ακολουθίες και σειρές συναρτήσεων 7.1 Ακολουθίες συναρτήσεων: κατά σημείο σύγκλιση Ορισμός 7.1.1. Εστω X σύνολο, (Y, ρ) μετρικός χώρος και f n, f : X Y (n = 1, 2,...). Λέμε ότι η ακολουθία συναρτήσεων

Διαβάστε περισσότερα

4.2 Αυτοπάθεια και ασθενής συμπάγεια * * X, x X, είναι επί του. X. Σημειώνουμε ότι υπάρχουν παραδείγματα μη

4.2 Αυτοπάθεια και ασθενής συμπάγεια * * X, x X, είναι επί του. X. Σημειώνουμε ότι υπάρχουν παραδείγματα μη 94 Ένας χώρος με νόρμα (, ( ( ( ϕ : : ϕ =, ( 4. Αυτοπάθεια και ασθενής συμπάγεια λέγεται αυτοπαθής ( refleive, αν η κανονική εμφύτευση,, είναι επί του, δηλαδή ϕ =. Παρατηρούμε ότι ένας αυτοπαθής χώρος

Διαβάστε περισσότερα

3.5 Το θεώρημα Hahn-Banach σε τοπολογικούς διανυσματικούς χώρους.

3.5 Το θεώρημα Hahn-Banach σε τοπολογικούς διανυσματικούς χώρους. 7 3.5 Το θεώρημα Hah-Baach σε τοπολογικούς διανυσματικούς χώρους. Εξετάζουμε καταρχήν τη σχέση μεταξύ ενός μιγαδικού διανυσματικού χώρου E και του υποκείμενου πραγματικού χώρου E R. Έστω E μιγαδικός διανυσματικός

Διαβάστε περισσότερα

a n = sup γ n. lim inf n n n lim sup a n = lim lim inf a n = lim γ n. lim sup a n = lim β n = 0 = lim γ n = lim inf a n. 2. a n = ( 1) n, n = 1, 2...

a n = sup γ n. lim inf n n n lim sup a n = lim lim inf a n = lim γ n. lim sup a n = lim β n = 0 = lim γ n = lim inf a n. 2. a n = ( 1) n, n = 1, 2... ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ Β.ΒΛΑΧΟΥ, Α. ΣΟΥΡΜΕΛΙΔΗΣ Τμήμα Μαθηματικών, Πανεπιστήμιο Πατρών Φθινόπωρο 2013 1 Θα θέλαμε να αναφέρουμε ότι για την συγγραφή αυτών των σημειώσεων χρησιμοποιήσαμε ιδιαίτερα α)το βιβλίο

Διαβάστε περισσότερα

Πραγµατική Ανάλυση ( ) Ασκήσεις - Κεφάλαιο 3

Πραγµατική Ανάλυση ( ) Ασκήσεις - Κεφάλαιο 3 Πραγµατική Ανάλυση (2015-16) Ασκήσεις - Κεφάλαιο 3 Οµάδα Α 1. Εστω (X, ρ) µετρικός χώρος και F, G υποσύνολα του X. Αν το F είναι κλειστό και το G είναι ανοικτό, δείξτε ότι το F \ G είναι κλειστό και το

Διαβάστε περισσότερα

j=1 x n (i) x s (i) < ε.

j=1 x n (i) x s (i) < ε. Κεφάλαιο 5 Πληρότητα 5.1 Πλήρεις μετρικοί χώροι Ορισμός 5.1.1 (πλήρης μετρικός χώρος). Ενας μετρικός χώρος (X, ρ) λέγεται πλήρης (complete) αν κάθε ρ βασική ακολουθία (x n ) στον X είναι ρ συγκλίνουσα.

Διαβάστε περισσότερα

x < A y f(x) < B f(y).

x < A y f(x) < B f(y). Χειμερινό Εξάμηνο 2016 2017 Ασκήσεις στα Κεφάλαια 5 & 6 1. Αυτή είναι ουσιαστικά η Άσκηση 5.2 (σελ. 119), από τις σημειώσεις του Σκανδάλη. Εστω A, < καλά διατεταγμένο σύνολο και έστω στοιχείο a A. Αποδείξτε

Διαβάστε περισσότερα

Το φασματικό Θεώρημα

Το φασματικό Θεώρημα Το φασματικό Θεώρημα 1 Το φάσμα ενός τελεστή Λήμμα 1.1 Έστω A B(H) φυσιολογικός τελεστής. Αν x H είναι ιδιοδιάνυσμα του A με ιδιοτιμή λ, τότε A x = λx. Έπεται ότι οι ιδιόχωροι ενός φυσιολογικού τελεστή

Διαβάστε περισσότερα

2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. με νόρμα, με τις ακόλουθες νόρμες οι οποίες ορίζονται μέσω των νορμών των X και Y.

2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. με νόρμα, με τις ακόλουθες νόρμες οι οποίες ορίζονται μέσω των νορμών των X και Y. 2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. Έστω ( X, ) και (, ) X Y {( x, ) : x X και Y} Y χώροι με νόρμα. Τότε ο διανυσματικός χώρος = ( με τις συνήθεις κατά σημείο πράξεις ) γίνεται

Διαβάστε περισσότερα

Το φασματικό Θεώρημα

Το φασματικό Θεώρημα Το φασματικό Θεώρημα 1 Το φάσμα ενός τελεστή Λήμμα 1.1 Έστω A B(H) φυσιολογικός τελεστής. Αν x H είναι ιδιοδιάνυσμα του A με ιδιοτιμή λ, τότε A x = λx. Έπεται ότι οι ιδιόχωροι ενός φυσιολογικού τελεστή

Διαβάστε περισσότερα

S n = ( 1, 0] 1 + b 1 a1 + b 1 I 1 I 2 I 3...,

S n = ( 1, 0] 1 + b 1 a1 + b 1 I 1 I 2 I 3..., ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΕΜ Χειμερινό εξάμηνο 017-18 ΜΕΜ31-ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ 1, 3Η ΔΙΑΛΕΞΗ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΤΟΠΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ R ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Ι.Δ. ΠΛΑΤΗΣ 1. Ανοικτα και κλειστα συνολα του R Το σύνολο R των πραγματικών

Διαβάστε περισσότερα

Ας ξεκινήσουμε υπενθυμίζοντας τον ορισμό της συνέχειας σε μετρικούς χώρους. διατυπώνεται και με τον ακόλουθο τρόπο: για κάθε σφαίρα

Ας ξεκινήσουμε υπενθυμίζοντας τον ορισμό της συνέχειας σε μετρικούς χώρους. διατυπώνεται και με τον ακόλουθο τρόπο: για κάθε σφαίρα 33.4.Συνεχείς συναρτήσεις Η έννοια της συνεχούς συνάρτησης είναι θεμελιώδης και μελετάται κατ αρχήν για συναρτήσεις μιας και κατόπιν δύο ή περισσότερων μεταβλητών στα μαθήματα του Απειροστικού Λογισμού.

Διαβάστε περισσότερα

B X Y : T X Y = U i V i : U i T X, V i T Y. (x, y) (U 1 V 1 ) (U 2 V 2 ) = (U 1 U 2 ) (V 1 V 2 ) B X Y. ((0, 2) (1, 3)) ((1, 3) (1, 2)) B X B Y

B X Y : T X Y = U i V i : U i T X, V i T Y. (x, y) (U 1 V 1 ) (U 2 V 2 ) = (U 1 U 2 ) (V 1 V 2 ) B X Y. ((0, 2) (1, 3)) ((1, 3) (1, 2)) B X B Y ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΕΜ Χειμερινό εξάμηνο 2017-18 ΜΕΜ231-ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ, 5Η ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ ΓΙΝΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΕΠΑΓΟΜΕΝΗ ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Ι.Δ. ΠΛΑΤΗΣ 1. Τοπολογια γινομενο και προβολες Εστω X, Y τοπολογικοί

Διαβάστε περισσότερα

Συναρτησιακή Ανάλυση, μεταπτυχιακό μάθημα

Συναρτησιακή Ανάλυση, μεταπτυχιακό μάθημα Συναρτησιακή Ανάλυση, μεταπτυχιακό μάθημα Περίληψη του μαθήματος Μιχάλης Παπαδημητράκης Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Κρήτης 1η εβδομάδα. Στα πρώτα δύο μαθήματα είπαμε κάποια πολύ βασικά πράγματα για

Διαβάστε περισσότερα

(a + b) + c = a + (b + c), (ab)c = a(bc) a + b = b + a, ab = ba. a(b + c) = ab + ac

(a + b) + c = a + (b + c), (ab)c = a(bc) a + b = b + a, ab = ba. a(b + c) = ab + ac Σημειώσεις μαθήματος Μ1212 Γραμμική Άλγεβρα ΙΙ Χρήστος Κουρουνιώτης ΤΜΗΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ 2014 Κεφάλαιο 1 Διανυσματικοί Χώροι Στο εισαγωγικό μάθημα Γραμμικής Άλγεβρας ξεκινήσαμε μελετώντας

Διαβάστε περισσότερα

Απειροσ τικός Λογισμός ΙΙ Πρόχειρες Σημειώσεις Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αθηνών

Απειροσ τικός Λογισμός ΙΙ Πρόχειρες Σημειώσεις Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αθηνών Απειροστικός Λογισμός ΙΙ Πρόχειρες Σημειώσεις Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αθηνών - Περιεχόμενα Υπακολουθίες και βασικές ακολουθίες. Υπακολουθίες. Θεώρημα Bolzno Weierstrss.αʹ Απόδειξη με χρήση της

Διαβάστε περισσότερα

Συνεκτικά σύνολα. R είναι συνεκτικά σύνολα.

Συνεκτικά σύνολα. R είναι συνεκτικά σύνολα. 4 Συνεκτικά σύνολα Έστω, Ι R διάστηµα και f : Ι R συνεχής, τότε η f έχει την ιδιότητα της ενδιαµέσου τιµής, δηλαδή, η f παίρνει κάθε τιµή µεταξύ δύο οποιονδήποτε διαφορετικών τιµών της, συνεπώς το f (

Διαβάστε περισσότερα

Συνεκτικά σύνολα. R είναι συνεκτικά σύνολα.

Συνεκτικά σύνολα. R είναι συνεκτικά σύνολα. 4 Συνεκτικά σύνολα Έστω, Ι διάστηµα και f : Ι συνεχής, τότε η f έχει την ιδιότητα της ενδιαµέσου τιµής, δηλαδή, η f παίρνει κάθε τιµή µεταξύ δύο οποιονδήποτε διαφορετικών τιµών της, συνεπώς το f ( Ι )

Διαβάστε περισσότερα

x R 2 : (x 1 x 01 ) 2 + (x 2 x 02 ) 2 < ε}

x R 2 : (x 1 x 01 ) 2 + (x 2 x 02 ) 2 < ε} 1 Ανοικτή μπάλα στον R n Ορισμός: Εστω x 0 R n και ε > 0. Ανοικτή μπάλα του R n με κέντρο x 0 και ακτίνα ε καλείται το σύνολο: B( x 0, ε) = { x R n : x x 0 < ε} Κλειστή μπάλα στον R n Ορισμός: Εστω x 0

Διαβάστε περισσότερα

Το Θεώρημα Stone - Weierstrass

Το Θεώρημα Stone - Weierstrass Το Θεώρημα Stone - Weierstrass Θεώρημα 1 Έστω ¹ X συμπαγής χώρος Hausdorff και έστω C R (X η πραγματική άλγεβρα όλων των συνεχών συναρτήσεων f : X R. Έστω ότι ένα υποσύνολο A C R (X (1 το A είναι υπάλγεβρα

Διαβάστε περισσότερα

Παράρτηµα Β. Στοιχεία Θεωρίας Τελεστών και Συναρτησιακής Ανάλυσης [ ) ( )

Παράρτηµα Β. Στοιχεία Θεωρίας Τελεστών και Συναρτησιακής Ανάλυσης [ ) ( ) Παράρτηµα Β Στοιχεία Θεωρίας Τελεστών και Συναρτησιακής Ανάλυσης Β1 Χώροι Baach Βάσεις Schauder Στο εξής συµβολίζουµε µε Z,, γραµµικούς (διανυσµατικούς) χώρους πάνω απ το ίδιο σώµα K = ή και γράφουµε απλά

Διαβάστε περισσότερα

h(x, y) = card ({ 1 i n : x i y i

h(x, y) = card ({ 1 i n : x i y i Κεφάλαιο 1 Μετρικοί χώροι 1.1 Ορισμός και παραδείγματα Ορισμός 1.1.1 μετρική). Εστω X ένα μη κενό σύνολο. Μετρική στο X λέγεται κάθε συνάρτηση ρ : X X R με τις παρακάτω ιδιότητες: i) ρx, y) για κάθε x,

Διαβάστε περισσότερα

ΤΜΗΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ: ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ Κλασικές και Στατιστικές Συγκλίσεις σε Τοπολογικούς Χώρους ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Γεώργιος Α. Πρίνος Επιβλέπων:

Διαβάστε περισσότερα

Μιχάλης Παπαδημητράκης. Αρμονική Ανάλυση. Τμήμα Μαθηματικών. Πανεπιστήμιο Κρήτης

Μιχάλης Παπαδημητράκης. Αρμονική Ανάλυση. Τμήμα Μαθηματικών. Πανεπιστήμιο Κρήτης Μιχάλης Παπαδημητράκης Αρμονική Ανάλυση Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Κρήτης Περιεχόμενα 1 Το ολοκλήρωμα Lebesgue. 1 1.1 Σύνολα μηδενικού μέτρου..................................... 1 1.2 Η συλλογή C

Διαβάστε περισσότερα

Συναρτησιακή Ανάλυση, μεταπτυχιακό μάθημα

Συναρτησιακή Ανάλυση, μεταπτυχιακό μάθημα Συναρτησιακή Ανάλυση, μεταπτυχιακό μάθημα Περίληψη του μαθήματος Μιχάλης Παπαδημητράκης Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Κρήτης 1η εβδομάδα. Στα πρώτα δύο μαθήματα είπαμε κάποια πολύ βασικά πράγματα για

Διαβάστε περισσότερα

Υπολογιστικά & Διακριτά Μαθηματικά

Υπολογιστικά & Διακριτά Μαθηματικά Υπολογιστικά & Διακριτά Μαθηματικά Ενότητα 8: Σχέσεις - Πράξεις Δομές Στεφανίδης Γεώργιος Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό,

Διαβάστε περισσότερα

ονομάζεται τότε χώρος πηλίκο. διατηρεί τα συμπληρώματα συνόλων, ένα σύνολο F είναι είναι κλειστό στον.

ονομάζεται τότε χώρος πηλίκο. διατηρεί τα συμπληρώματα συνόλων, ένα σύνολο F είναι είναι κλειστό στον. 67 2.3 Χώροι πηλίκο και τοπολογία πηλίκο Στην παρούσα παράγραφο θα δείξουμε πως μπορούμε μέσω μιας απεικόνισης ενός δεδομένου τοπολογικού χώρου επί ενός συνόλου να εισαγάγουμε τοπολογία στο σύνολο, την

Διαβάστε περισσότερα

1 1 + nx. f n (x) = nx 1 + n 2 x 2. x2n 1 + x 2n

1 1 + nx. f n (x) = nx 1 + n 2 x 2. x2n 1 + x 2n Οι ασκήσεις αυτές έχουν σκοπό να βοηθήσουν τους φοιτητές στην μελέτη τους για το μάθημα «Ανάλυση ΙΙ» του Τμήματος Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Συνιστούμε στους φοιτητές να επεξεργαστούν αυτές

Διαβάστε περισσότερα

2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. με νόρμα, με τις ακόλουθες νόρμες οι οποίες ορίζονται μέσω των νορμών των X και Y.

2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. με νόρμα, με τις ακόλουθες νόρμες οι οποίες ορίζονται μέσω των νορμών των X και Y. 2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. Έστω (, ) και (, ) {( x, ) : x και } χώροι με νόρμα. Τότε ο διανυσματικός χώρος = ( με τις συνήθεις κατά σημείο πράξεις ) γίνεται χώρος με

Διαβάστε περισσότερα

Παράρτηµα Α. Στοιχεία θεωρίας µέτρου και ολοκλήρωσης.

Παράρτηµα Α. Στοιχεία θεωρίας µέτρου και ολοκλήρωσης. Παράρτηµα Α Στοιχεία θεωρίας µέτρου και ολοκλήρωσης Α Χώροι µέτρου Πέραν της «διαισθητικής» περιγραφής του µέτρου «σχετικά απλών» συνόλων στο από το µήκος τους (όπως πχ είναι τα διαστήµατα, ενώσεις/τοµές

Διαβάστε περισσότερα

Ξέρουμε ότι: Συνάρτηση-απεικόνιση με πεδίο ορισμού ένα σύνολο Α και πεδίο τιμών ένα σύνολο Β είναι κάθε μονοσήμαντη απεικόνιση f του Α στο Β.

Ξέρουμε ότι: Συνάρτηση-απεικόνιση με πεδίο ορισμού ένα σύνολο Α και πεδίο τιμών ένα σύνολο Β είναι κάθε μονοσήμαντη απεικόνιση f του Α στο Β. Η έννοια της ακολουθίας Ξέρουμε ότι: Συνάρτηση-απεικόνιση με πεδίο ορισμού ένα σύνολο Α και πεδίο τιμών ένα σύνολο Β είναι κάθε μονοσήμαντη απεικόνιση f του Α στο Β. Δηλαδή: f : A B Η ακολουθία είναι συνάρτηση.

Διαβάστε περισσότερα

Φ(s(n)) = s (Φ(n)). (i) Φ(1) = a.

Φ(s(n)) = s (Φ(n)). (i) Φ(1) = a. 1. Τα θεμελιώδη αριθμητικά συστήματα Με τον όρο θεμελιώδη αριθμητικά συστήματα εννοούμε τα σύνολα N των φυσικών αριθμών, Z των ακεραίων, Q των ρητών και R των πραγματικών. Από αυτά, το σύνολο N είναι πρωτογενές

Διαβάστε περισσότερα

Ασκήσεις Απειροστικού Λογισμού ΙΙ Πρόχειρες Σημειώσεις Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αθηνών Περιεχόμενα Υπακολουθίες και ακολουθίες Cuchy Σειρές πραγματικών αριθμών 3 3 Ομοιόμορφη συνέχεια 3 4 Ολοκλήρωμα

Διαβάστε περισσότερα

R f. P = {a = x 0 < x 1 < x 2 <... < x n = b} m k = inf{f(x) : x k x x k+1 } και M k = sup{f(x) : x k x x k+1 }

R f. P = {a = x 0 < x 1 < x 2 <... < x n = b} m k = inf{f(x) : x k x x k+1 } και M k = sup{f(x) : x k x x k+1 } Σημειώσεις Θεωρίας Μέτρου Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αθηνών Αθήνα, 2014 ii Πρώτη έκδοση, πιθανόν με τυπογραφικά λάθη. Περιεχόμενα Εισαγωγή 1 1 σ-άλγεβρες 5 1.1 Άλγεβρες και σ-άλγεβρες.........................

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Πρότυπα. x y x z για κάθε x, y, R με την ιδιότητα 1R. x για κάθε x R, iii) υπάρχει στοιχείο 1 R. ii) ( x y) z x ( y z)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Πρότυπα. x y x z για κάθε x, y, R με την ιδιότητα 1R. x για κάθε x R, iii) υπάρχει στοιχείο 1 R. ii) ( x y) z x ( y z) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Πρότυπα Στο κεφάλαιο αυτό θα υπενθυμίσουμε τις βασικές έννοιες που αφορούν πρότυπα πάνω από ένα δακτύλιο Θα περιοριστούμε στα πλέον απαραίτητα για αυτά που ακολουθούν στα άλλα κεφάλαια Η κατευθυντήρια

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Πρόλογος 3

Περιεχόμενα. Πρόλογος 3 Πρόλογος Τα πρώτα μαθήματα, σχεδόν σε όλους τους κλάδους των μαθηματικών, περιέχουν, ή θεωρούν γνωστές, εισαγωγικές έννοιες που αφορούν σύνολα, συναρτήσεις, σχέσεις ισοδυναμίας, αλγεβρικές δομές, κλπ.

Διαβάστε περισσότερα

Νιάχος ιονύσιος Χώροι Συναρτήσεων (Function Spaces) Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστήµιο Πατρών

Νιάχος ιονύσιος Χώροι Συναρτήσεων (Function Spaces) Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστήµιο Πατρών Νιάχος ιονύσιος Χώροι Συναρτήσεων (Functon Spaces) Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστήµιο Πατρών 2 3 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ UNIVERSITY OF PATRAS ΤΜΗΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ

Διαβάστε περισσότερα

Αρµονική Ανάλυση. Ενότητα: L 2 -σύγκλιση σειρών Fourier. Απόστολος Γιαννόπουλος. Τµήµα Μαθηµατικών

Αρµονική Ανάλυση. Ενότητα: L 2 -σύγκλιση σειρών Fourier. Απόστολος Γιαννόπουλος. Τµήµα Μαθηµατικών Ενότητα: L -σύγκλιση σειρών Fourier Απόστολος Γιαννόπουλος Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες,

Διαβάστε περισσότερα

Διακριτά Μαθηματικά ΙΙ Χρήστος Νομικός Τμήμα Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 2018 Χρήστος Νομικός ( Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Διακριτά

Διακριτά Μαθηματικά ΙΙ Χρήστος Νομικός Τμήμα Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 2018 Χρήστος Νομικός ( Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Διακριτά Διακριτά Μαθηματικά ΙΙ Χρήστος Νομικός Τμήμα Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 2018 Χρήστος Νομικός ( Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Διακριτά και Πληροφορικής Μαθηματικά Πανεπιστήμιο ΙΙ Ιωαννίνων

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Συνθήκες Αλυσίδων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Συνθήκες Αλυσίδων ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Συνθήκες Αλυσίδων Μελετάμε εδώ τη συνθήκη της αύξουσας αλυσίδας υποπροτύπων και τη συνθήκη της φθίνουσας αλυσίδας υποπροτύπων Αυτές συνδέονται μεταξύ τους με την έννοια της συνθετικής σειράς

Διαβάστε περισσότερα

[(W V c ) (W c V c )] c \ W = [(W V c ) (W c V c )] c \ W = [(W V c ) c (W c V c ) c ] \ W = [(W c W ) V ] \ W

[(W V c ) (W c V c )] c \ W = [(W V c ) (W c V c )] c \ W = [(W V c ) c (W c V c ) c ] \ W = [(W c W ) V ] \ W ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ Ιανουάριος 2012 Τμήμα Μαθηματικών Διδάσκων: Χρήστος Κουρουνιώτης Μ1124 ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ Παρατηρήσεις 1. Διαβάστε προσεκτικά τα θέματα πριν αρχίσετε να απαντάτε. Οι απαντήσεις

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία Υπολογισμού και Πολυπλοκότητα Μαθηματικό Υπόβαθρο

Θεωρία Υπολογισμού και Πολυπλοκότητα Μαθηματικό Υπόβαθρο Θεωρία Υπολογισμού και Πολυπλοκότητα Μαθηματικό Υπόβαθρο Στην ενότητα αυτή θα μελετηθούν τα εξής επιμέρους θέματα: Σύνολα Συναρτήσεις και Σχέσεις Γραφήματα Λέξεις και Γλώσσες Αποδείξεις ΕΠΛ 211 Θεωρία

Διαβάστε περισσότερα

G n. n=1. n=1. n=1 G n) = m (E). n=1 G n = k=1

G n. n=1. n=1. n=1 G n) = m (E). n=1 G n = k=1 ΣΧΟΛΗ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ & ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ Επαναληπτικές Εξετάσεις στη Θεωρία Μέτρου και Ολοκλήρωση Θέμα. Εστω R Lebesgue μετρήσιμο σύνολο. (αʹ) Να αποδειχθεί ότι για κάθε ε

Διαβάστε περισσότερα

Μορφές αποδείξεων Υπάρχουν πολλά είδη αποδείξεων. Εδώ θα δούμε τα πιο κοινά: Εξαντλητική μέθοδος ή μέθοδος επισκόπησης. Οταν το πρόβλημα έχει πεπερασμ

Μορφές αποδείξεων Υπάρχουν πολλά είδη αποδείξεων. Εδώ θα δούμε τα πιο κοινά: Εξαντλητική μέθοδος ή μέθοδος επισκόπησης. Οταν το πρόβλημα έχει πεπερασμ Μαθηματικά Πληροφορικής 4ο Μάθημα Τμήμα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών Πανεπιστήμιο Αθηνών Μορφές αποδείξεων Υπάρχουν πολλά είδη αποδείξεων. Εδώ θα δούμε τα πιο κοινά: Εξαντλητική μέθοδος ή μέθοδος επισκόπησης.

Διαβάστε περισσότερα

35 ΛΥΜΕΝΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΤΟΠΟΛΟΓΙΑΣ Του προπτυχιακού φοιτητή Ευάγγελου Γκούμα

35 ΛΥΜΕΝΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΤΟΠΟΛΟΓΙΑΣ Του προπτυχιακού φοιτητή Ευάγγελου Γκούμα 35 ΛΥΜΕΝΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΤΟΠΟΛΟΓΙΑΣ Του προπτυχιακού φοιτητή Ευάγγελου Γκούμα Ασκήσεις στους τοπολογικούς χώρους 1.Δίνεται το σύνολο Χ={a, b, c, d, e}. Να εξετάσετε αν τα σύνολα και τ 1= {, Χ, {a},

Διαβάστε περισσότερα

Πραγματική Ανάλυση Πέτρος Βαλέττας Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αθηνών

Πραγματική Ανάλυση Πέτρος Βαλέττας Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αθηνών Πραγματική Ανάλυση Πέτρος Βαλέττας Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αθηνών 2010-11 Περιεχόμενα I Μετρικοί χώροι 1 1 Μετρικοί χώροι 3 1.1 Ορισμός και παραδείγματα........................... 3 1.2 Χώροι με

Διαβάστε περισσότερα

n = r J n,r J n,s = J

n = r J n,r J n,s = J Ανάλυση Fourer και Ολοκλήρωμα Lebesgue (2011 12) 4ο Φυλλάδιο Ασκήσεων Υποδείξεις 1. Εστω E [a, b] με µ (E) = 0. Δείξτε ότι το [a, b] \ E είναι πυκνό υποσύνολο του [a, b]. Υπόδειξη. Θεωρήστε ένα μη κενό

Διαβάστε περισσότερα

Sunarthsiak Anˆlush. Shmei seic gia metaptuqiakì mˆjhma

Sunarthsiak Anˆlush. Shmei seic gia metaptuqiakì mˆjhma Sunarthsiak Anˆlush Shmei seic gia metaptuqiakì mˆjhma Μ. Παπαδημητράκης Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Κρήτης νοιξη 2004 2 Perieqìmena 1 Εισαγωγικά 7 1.1 Διατάξεις............................... 7 1.2

Διαβάστε περισσότερα

f(x) f(c) x 1 c x 2 c

f(x) f(c) x 1 c x 2 c Μαθηματικός Λογισμός Ι Φθινόπωρο 2014 Σημειώσεις 1-12-14 Μ. Ζαζάνης 1 Πραγματικές Συναρτήσεις και Ορια Εστω S R ένα υποσύνολο του R και f : S R μια συνάρτηση με πεδίο ορισμού το S και τιμές στους πραγματικούς

Διαβάστε περισσότερα

π B = B και άρα η π είναι ανοικτή απεικόνιση.

π B = B και άρα η π είναι ανοικτή απεικόνιση. 3 Παράρτημα 2 Παρατηρήσεις, ασκήσεις και Διορθώσεις Παράγραφος ) Σελίδα, : Παρατηρούμε τα ακόλουθα για το χώρο πηλίκο / Y : Y = / Y και (α) { } (β) = Y / Y { } Επίσης από τον τύπο () έπεται ιδιαίτερα ότι

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Ριζικό του Jacobson

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Ριζικό του Jacobson ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Ριζικό του Jacobso Στο κεφάλαιο αυτό μελετάμε δακτυλίους του Art χρησιμοποιώντας το ριζικό του Jacobso. Ως εφαρμογή αποδεικνύουμε ότι κάθε δακτύλιος του Art είναι και της Noether. 4.1. Δακτύλιοι

Διαβάστε περισσότερα

i) Για να δείξουμε την επιθυμητή ισότητα, δείχνουμε πως A B {A x : x B} και πως {A x : x B} A B. Για τον πρώτο εγκλεισμό, έστω a A B, δηλάδη a A και a

i) Για να δείξουμε την επιθυμητή ισότητα, δείχνουμε πως A B {A x : x B} και πως {A x : x B} A B. Για τον πρώτο εγκλεισμό, έστω a A B, δηλάδη a A και a Θεωρία Συνόλων Χειμερινό Εξάμηνο 2016 2017 Λύσεις 1. Άσκηση 1.9 (σελ. 17), από τις σημειώσεις του Σκανδάλη. Εστω A, B δεδομένα σύνολα. Θα χρησιμοποιήσουμε τα αξιώματα αλλά αναφερόμενοι, αποκλειστικά, είτε

Διαβάστε περισσότερα

Ακολουθίες πραγματικών αριθμών

Ακολουθίες πραγματικών αριθμών ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ακολουθίες πραγματικών αριθμών Όταν διαδοχικές τιµές που παίρνει µία μεταβλητή προσεγγίζουν απεριόριστα µία συγκεκριµένη τιµή έτσι ώστε τελικά να διαφέρουν από αυτήν λιγότερο από όσο επιθυµεί

Διαβάστε περισσότερα

(ii) X P(X). (iii) X X. (iii) = (i):

(ii) X P(X). (iii) X X. (iii) = (i): Θεωρία Συνόλων Χειμερινό Εξάμηνο 2016 2017 Λύσεις 1. Δείξτε ότι ισχύουν τα ακόλουθα: (i) ω / ω (με άλλα λόγια, το ω δεν είναι φυσικός αριθμός). (ii) Για κάθε n ω, ισχύει ω / n. (iii) Για κάθε n ω, το n

Διαβάστε περισσότερα

Σημειώσεις Ανάλυσης Ι. Θεωρούμε γνωστούς τους φυσικούς αριθμούς

Σημειώσεις Ανάλυσης Ι. Θεωρούμε γνωστούς τους φυσικούς αριθμούς Σημειώσεις Ανάλυσης Ι 1. Οι ρητοί αριθμοί Θεωρούμε γνωστούς τους φυσικούς αριθμούς 1, 2, 3, και τις πράξεις (πρόσθεση - πολλαπλασιασμό)μεταξύ αυτών. Οι φυσικοί αριθμοί είναι επίσης διατεταγμένοι με κάποια

Διαβάστε περισσότερα

Κατευθυνόμενα γραφήματα. Μαθηματικά Πληροφορικής 6ο Μάθημα. Βρόχοι. Μη κατευθυνόμενα γραφήματα. Ορισμός

Κατευθυνόμενα γραφήματα. Μαθηματικά Πληροφορικής 6ο Μάθημα. Βρόχοι. Μη κατευθυνόμενα γραφήματα. Ορισμός Κατευθυνόμενα γραφήματα Μαθηματικά Πληροφορικής 6ο Μάθημα Τμήμα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών Πανεπιστήμιο Αθηνών Κατευθυνόμενο γράφημα G είναι ένα ζεύγος (V, E ) όπου V πεπερασμένο σύνολο του οποίου

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΗΜΑ ROLLE ΘΕΩΡΗΜΑ ROLLE

ΘΕΩΡΗΜΑ ROLLE ΘΕΩΡΗΜΑ ROLLE ΘΕΩΡΗΜΑ ROLLE ΘΕΩΡΗΜΑ ROLLE Αν μια συνάρτηση f είναι : συνεχής στο κλειστό [α,β] παραγωγίσιμη στο ανοιχτό (α,β) f(α)=f(β) f 0 τότε υπάρχει ένα τουλάχιστον, τέτοιο ώστε ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΑ : σημαίνει ότι υπάρχει

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ. και την ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ»

ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ. και την ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ «ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ σε ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ και την ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» Εφαρμογές

Διαβάστε περισσότερα

Μεταθέσεις και πίνακες μεταθέσεων

Μεταθέσεις και πίνακες μεταθέσεων Παράρτημα Α Μεταθέσεις και πίνακες μεταθέσεων Το παρόν παράρτημα βασίζεται στις σελίδες 671 8 του βιβλίου: Γ. Χ. Ψαλτάκης, Κβαντικά Συστήματα Πολλών Σωματιδίων (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο,

Διαβάστε περισσότερα

Ισότητα, Αλγεβρικές και Αναλυτικές Ιδιότητες Πραγματικών Ακολουθιών

Ισότητα, Αλγεβρικές και Αναλυτικές Ιδιότητες Πραγματικών Ακολουθιών Ισότητα, Αλγεβρικές και Αναλυτικές Ιδιότητες Πραγματικών Ακολουθιών Συμβολισμοί Σε αναλογία με τους ορισμούς συμβολίζουμε μια ακολουθία: 1 είτε μέσω του διανυσματικού ορισμού, παραθέτοντας αναγκαστικά

Διαβάστε περισσότερα

Μιχάλης Παπαδημητράκης. Πραγματική Ανάλυση. Μέτρο και ολοκλήρωμα Lebesgue στο R. Τμήμα Μαθηματικών. Πανεπιστήμιο Κρήτης

Μιχάλης Παπαδημητράκης. Πραγματική Ανάλυση. Μέτρο και ολοκλήρωμα Lebesgue στο R. Τμήμα Μαθηματικών. Πανεπιστήμιο Κρήτης Μιχάλης Παπαδημητράκης Πραγματική Ανάλυση Μέτρο και ολοκλήρωμα Lebesgue στο R Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Κρήτης Περιεχόμενα Το μέτρο Lebesgue.. Μήκη διαστημάτων..................................2

Διαβάστε περισσότερα

2. Η πιθανότητα της αριθμήσιμης ένωσης ξένων μεταξύ τους ενδεχομένων είναι το άθροισμα των πιθανοτήτων των ενδεχομένων.

2. Η πιθανότητα της αριθμήσιμης ένωσης ξένων μεταξύ τους ενδεχομένων είναι το άθροισμα των πιθανοτήτων των ενδεχομένων. Ένα μέτρο πιθανότητας πάνω στο δειγματικός χώρο Ω, είναι μία συνάρτηση P ( ) που αντιστοιχεί σε υποσύνολα του Ω, έναν αριθμό στο [ 0, ], με τις εξής ιδιότητες: P ( Ω ) 2 Η πιθανότητα της αριθμήσιμης ένωσης

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΟΡΙΖΟΥΣΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΟΡΙΖΟΥΣΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ :. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σε κάθε τετραγωνικό πίνακα ) τάξης n θα αντιστοιχίσουμε έναν πραγματικό ( ij αριθμό, τον οποίο θα ονομάσουμε ορίζουσα του πίνακα. Η ορίζουσα θα συμβολίζεται det ή Α ή n n

Διαβάστε περισσότερα

Α Δ Ι. Παρασκευή 15 Νοεμβρίου Ασκηση 1. Να ευρεθεί η τάξη τού στοιχείου a τής ομάδας (G, ), όπου. (4) a = ( 1 + i 3)/2, (G, ) = (C, ),

Α Δ Ι. Παρασκευή 15 Νοεμβρίου Ασκηση 1. Να ευρεθεί η τάξη τού στοιχείου a τής ομάδας (G, ), όπου. (4) a = ( 1 + i 3)/2, (G, ) = (C, ), Α Δ Ι Α - Φ 4 Δ : Ν. Μαρμαρίδης - Α. Μπεληγιάννης Ι Μ : http://users.uoi.gr/abeligia/algebraicstructuresi/asi2013/asi2013.html, https://sites.google.com/site/maths4edu/home/algdom114 Παρασκευή 15 Νοεμβρίου

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΜ251 Αριθμητική Ανάλυση

ΜΕΜ251 Αριθμητική Ανάλυση ΜΕΜ251 Αριθμητική Ανάλυση Διάλεξη 03, 12 Φεβρουαρίου 2018 Μιχάλης Πλεξουσάκης Τμήμα Μαθηματικών και Εφαρμοσμένων Μαθηματικών Περιεχόμενα 1. Επαναληπτικές μέθοδοι - Γενική θεωρία 2. Η μέθοδος του Newton

Διαβάστε περισσότερα

Μαθηματική Ανάλυση Ι

Μαθηματική Ανάλυση Ι Τμήμα Μηχανικών Πληροφορικής & Τηλεπικοινωνιών Μαθηματική Ανάλυση Ι Ενότητα 1: Σύνολα, Πραγματικοί αριθμοί Επίκ. Καθηγητής Θ. Ζυγκιρίδης e-mail: tzygiridis@uowm.gr Τμήμα Μηχανικών Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών

Διαβάστε περισσότερα

Τίτλος Μαθήματος: Θεωρία Ομάδων. Ενότητα: Ευθέα Γινόμενα Ομάδων. Διδάσκων: Καθηγητής Νικόλαος Μαρμαρίδης. Τμήμα: Μαθηματικών

Τίτλος Μαθήματος: Θεωρία Ομάδων. Ενότητα: Ευθέα Γινόμενα Ομάδων. Διδάσκων: Καθηγητής Νικόλαος Μαρμαρίδης. Τμήμα: Μαθηματικών Τίτλος Μαθήματος: Θεωρία Ομάδων Ενότητα: Ευθέα Γινόμενα Ομάδων Διδάσκων: Καθηγητής Νικόλαος Μαρμαρίδης Τμήμα: Μαθηματικών Κεφάλαιο 3 Ευθέα Γινόμενα Ομάδων Για την περαιτέρω ανάπτυξη τής θεωρίας θα χρειαστούμε

Διαβάστε περισσότερα