Yποθυρεοειδισµός στα παιδιά και εφήβους



Σχετικά έγγραφα
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΑΘΗΣΕΩΝ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ. Φαρμακα. Θυροξίνη (Τ 4 ), Τριιωδοθυρονίνη (Τ 3 ) Αντιθυρεοειδικά

Συντάχθηκε απο τον/την ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΙΡΗΣ Παρασκευή, 30 Σεπτέμβριος :08 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 02 Μάρτιος :48

Dr ΣΑΡΡΗΣ Ι. - αµ. επ. καθηγ. ΑΒΡΑΜΙ ΗΣ Α. ενδοκρινολόγοι. gr

gr

ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ

Φυσιολογική Αύξηση Παιδιού & Εφήβου & Διαταραχές

Πεδίο Εφαρμογής. Πρόληψη και Παράγοντες Κινδύνου

Σιωπηλή και µετά τοκετό θυρεοείτιδα

Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη διάγνωση και παρακολούθηση διαταραχών λειτουργίας του θυρεοειδούς σε ενήλικες

ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ ΦΥΣΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Τί είναι ο θυρεοειδής αδένας;

Με ποια συμπτώματα μπορεί να εκδηλώνεται η κοιλιοκάκη;

gr

ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΖΙΑΜΟΥΡΤΑΣ, Ph.D., C.S.C.S

.aiavramidis.gr www

ΚΟΝΤΟ ΠΑΙΔΙ. Σαββίδου Αβρόρα

«ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΚΛΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΣΕ ΟΜΑΔΑ ΥΠΟΚΛΙΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΘΥΡΟΞΙΝΗΣ»

Εντοπίζεται συνήθως τυχαία διότι δεν εκδηλώνεται με πόνο. Εξαίρεση αποτελούν κάποιες πολύ σπάνιες προχωρημένες περιπτώσεις.

ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΜΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ

Θυρεοειδής και τρίτη ηλικία

Μέρος Ι Υπερβολικό άγχος;

Οι παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα

Η βρογχοκήλη δεν είναι ψηλαφητή ή ορατή ακόμα και σε έκταση του τραχήλου

ΘΤΡΕΟΕΙΔΙΚΑ ΥΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ ΚΑΡΔΙΑ ΓΙΩΡΓΟ ΜΙΙΦΡΟΝΗ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΟ ΚΕΝΣΡΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ

ΛΕΙΣΟΤΡΓΙΚΕ ΔΙΑΣΑΡΑΧΕ ΘΤΡΕΟΕΙΔΟΤ

Θυρεοειδικά νοσήματα. Ζ. Μούσλεχ Ενδοκρινολόγος Διδάκτωρ Ιατρικής ΑΠΘ Διευθυντής Πολυιατρείου ΕΟΠΥΥ Ανάληψης Θεσσαλονίκη

ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ. Θεόδωρος Αλεξανδρίδης Καθηγητής Παθολογίας-Ενδοκρινολογίας Διευθυντής Ενδοκρινολογικού Τμήματος

Ολα όσα πρέπει να γνωρίζουμε για τον θυρεοειδή - Ο Δρόμος για την Θεραπεία Τετάρτη, 16 Μάρτιος :52

Μήπως έχω µεγαλακρία; Πώς θα το καταλάβω;

Θυρεοειδής αδένας: όσα πρέπει να γνωρίζει ο παιδίατρος

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ

ΑΝΙΧΝΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΩΝ. Δρ.Δ.Λάγγας

Υποθυρεοειδισμός. Διάγνωση Η πιο σημαντική και απαραίτητα εξέταση για τη διάγνωση του

ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΗΣ ΘΥΡΟΕΙΔΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

gr

Οζώδης βρογχοκήλη και κύηση

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΟ DOWN ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΙΓΊΔΑ ΤΗΣ ΙΕΡΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ. Μαλτέζος Ιωάννης

35. ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΠΑΘΕΙΑ ΚΑΙ ΚΥΗΣΗ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ

Μήπως έχω Σκληρόδερµα;

Θέματα Αναπαραγωγικής Υγείας στην Προεφηβεία & Εφηβεία. Φλώρα Μπακοπούλου Παιδίατρος Εφηβικής Ιατρικής

Το παιδί µε κοντό ανάστηµα. Όλγα Φαφούλα Επιµελήτρια Α Παιδιατρικής Υπεύθυνη Ενδοκρινολογικού Ιατρείου Γενικό Νοσοκοµείο Παίδων Πεντέλης

Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος: το πρότυπο των αυτόάνοσων ρευματικών νοσημάτων

Κεφάλαιο 15 (Ιατρική Γενετική) Προγεννητική διάγνωση

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΕς ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΚΕΣ

ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΕΣ ΧΡΩΜΟΣΩΜΙΚΕΣ ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΙΣ

«β-μεσογειακή αναιμία: το πιο συχνό μονογονιδιακό νόσημα στη χώρα μας»

Συντάχθηκε απο τον/την birisioan Πέμπτη, 23 Φεβρουάριος :36 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 23 Φεβρουάριος :12

Σύγκριση Λιποκινών μεταξύ παιδιών και εφήβων με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1 με παχυσαρκία και φυσιολογικό δείκτη μάζας σώματος

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ. Λειτουργία των νεφρών. Συμπτώματα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας

Φυσιολογία του θυρεοειδούς αδένα από τη νεογνική στην πρώτη παιδική ηλικία 1

Από τους πιο σημαντικούς ελέγχους που πρέπει να κάνουμε πολύ συχνά μέχρι μια συγκεκριμένη ηλικία του παιδιού είναι η σωματική του ανάπτυξη!

-Αναστολή της οργανικής σύνδεσης του ιωδίου που προσλαμβάνεται από το θυρεοειδή αδένα -Ανοσοκατασταλτική δράση με αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής

Κλινική περιγραφή μεταγεννητική ομοιόσταση της γλυκόζης σε μεγάλα πρόωρα και τελειόμηνα νεογνά

Δεκαπεντάλεπτη προετοιμασία του φοιτητή, για την παρακολούθηση του μαθήματος του καρκίνου του προστάτη.

Αν. Καθηγήτρια Ε. Λαμπρινουδάκη

Οικογενησ Μεσογειακοσ Πυρετοσ

Νοσος Cushing Μάθετε περισσότερα

Προς Ιατρική Εταιρεία Αθηνών κ. Ε. Θηραίο. Κοινοποίηση: Γεν. Γραμ. Δημόσιας Υγείας κα Χ. Παπανικολάου

Διαταραχές της έμμηνης ρύσης Από το σύμπτωμα στην αιτιολογία και την αντιμετώπιση

ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ

αμινοξύ. Η αλλαγή αυτή έχει ελάχιστη επίδραση στη στερεοδιάταξη και τη λειτουργικότητα της πρωτεϊνης. Επιβλαβής

Λίγα λόγια για τους καρκίνους, τη γενετική τους βάση και διερεύνηση

Πρόκειται για 4 μικρούς αδένες στο μέγεθος "φακής" που βρίσκονται πίσω από το θυρεοειδή αδένα. Οι αδένες αυτοί παράγουν μια ορμόνη που λέγεται

ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΔΙΕΓΕΡΣΗΣ ΜΕ ACTH

Πού χρησιμεύουν Οι θυρεοειδικές ορμόνες?

ΣΟΙΧΕΙΑ ΠΑΙΔΙΑΣΡΙΚΗ ΠΑΘΗΕΙ ΕΝΔΟΚΡΙΝΩΝ ΑΔΕΝΩΝ

Β. Σιωπηλές μεταλλάξεις: όταν προκύπτει συνώνυμο κωδικόνιο, οπότε το αμινοξύ που προκύπτει από τη μετάφραση είναι ίδιο με το φυσιολογικό

Τμήμα Καθ' έξιν Αποβολών

ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ - ΥΣΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

Γ.Ν.Θ. Ιπποκράτειο «Ενδοκρινολογική Κλινική» Διευθύντρια: Dr. Μαρίνα Κήτα Εργαστηριακοί προσδιορισμοί θυρεοειδικής λειτουργίας

ΓΕΝΙΚΗ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΤΟΜΙΚΗ - ΤΡΙΤΟ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ: ΤΙ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΤΗ ΝΟΣΟ; Πρόδρομος Χυτίρογλου Βασιλική Κωτούλα-Δημητριάδου

Θυρεοειδική λειτουργία και αµιοδαρόνη


ΑΚΜΗ στην ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ. ΑΛΙΝ ΤΑΝΤΡΟΣ Δερματολόγος Αφροδισιολόγος

Υγεία και Άσκηση Ειδικών Πληθυσμών ΜΚ0958

Τµήµα Υπερήχων & Εµβρυοµητρικής Ιατρικής. Το θαύµα... της ζωής!

Κλαίρη Μ. Εργασία στη Βιολογία Α'2 Λυκείου

Γράφει: Ελένη Αναστασίου, Υπεύθυνη Διαβητολογικού Κέντρου Κύησης του Α' Ενδοκρινολογικού Τμήματος» του Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα»

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΥΠΟΦΥΣΗΣ

ΑΝΙΧΝΕΥΤΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ- ΠΡΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ Δρ. Ε.Τρακάκης

ΤΡΙΤΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΝΟΗΤΙΚΗ ΥΣΤΕΡΗΣΗ


11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ

Εργαστηριακή διερεύνηση υπογονιμότητας στις γυναίκες

Αιτιοπαθογένεια της νόσου

Προγεννητικός Μοριακός Καρυότυπος. Η τεχνολογία αιχμής στη διάθεσή σας για πιο υγιή μωρά

Εργασία Βιολογίας Α' Λυκείου με θέμα: Μάριος Μ., Α'2. Νόσος του Πάρκινσον

ΘΕΜΑ 1 Ο Α. Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις:

Κληρονοµικά νοσήµατα και καταστάσεις που οφείλονται σε γονιδιακές µεταλλάξεις

Κεφάλαιο 6: Μεταλλάξεις


Υποστηρίζοντας τα παιδιά με γενετικά νοσήματα - Ο Δρόμος για την Θεραπεία Πέμπτη, 16 Ιούνιος :58

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΘΕΡΙΝΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 26/01/2014

ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ

Προεκλαμψία. Έγκαιρη εκτίμηση κινδύνου στις εβδομάδες

Θυρεοειδής αδένας. 8/5/18 Ε. Παρασκευά, Εργ. Φυσιολογίας, Τµήµα Ιατρικής Π.Θ.

Όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζεις

Παράρτημα I Επιστημονικά πορίσματα και λόγοι για την τροποποίηση των όρων άδειας(-ών) κυκλοφορίας

Θεραπευτικές παρεμβάσεις (How to treat) Στεφανιαίος ασθενής 75 ετών με υποκλινικό υπερθυρεοειδισμό

Transcript:

22 Yποθυρεοειδισµός στα παιδιά και εφήβους Ε. ΒΛΑΧΟΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ Παιδίατρος - Ενδοκρινολόγος Διευθύντρια Τμήμα Αύξησης κι Ανάπτυξης, Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. Κυριακού» 1. Εισαγωγή υποθυρεοειδισμός απαντάται σχετικά συχνά στην παιδική και εφηβική ηλικία. Ο Διακρίνουμε το συγγενή και τον επίκτητο υποθυρεοειδισμό. Ο συγγενής υποθυρεοειδισμός διαγιγνώσκεται τις πρώτες μέρες της ζωής με το νεογνικό screening ενώ ο επίκτητος κατά την παιδική ηλικία και συχνότερα κατά την εφηβική ηλικία, κυρίως ως απότοκος αυτοάνοσων θυρεοειδίτιδων, αλλά και τραυμάτων του ΚΝΣ και θεραπείας κυρίως ακτινοβολίας για κακοήθειες της παιδικής ηλικίας. 2. Συγγενής υποθυρεοειδισμός Η επίπτωση του συγγενούς υποθυρεοειδισμού είναι 1:4000. Παγκοσμίως η συχνότερη αιτία συγγενούς υποθυρεοειδισμού είναι η ιωδοπενία. Η αιτιολογία στις περιοχές με επαρκές ιώδιο περιλαμβάνει δυσγενεσία θυρεοειδούς (αγενεσία, υποπλασία, έκτοπος θυρεοειδής), δυσορμονογένεση, υποθαλαμική ή υποφυσιακή ανεπάρκεια TSH και παροδικός υποθυρεοειδισμός (χρήση ιωδίου, μητρικά αντισώματα, φάρμακα). Σχετικά πρόσφατα έχουν ανιχνευθεί αρκετές μεταλλάξεις υπεύθυνες για τον υποθυρεοειδισμό. Οποιαδήποτε διαταραχή στη σύνθεση, στη ρύθμιση και στη δράση των θυρεοειδικών ορμονών μπορεί να οδηγήσει σε υποθυρεοειδισμό. Οι αιτίες του συγγενούς υποθυρεοειδισμού αναφέρονται αναλυτικά στον πίνακα 1. Η σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών εξαρτάται από την επαρκή προσφορά ιωδίου, την επαρκή πρόσληψη ιωδίου (trapping), την οξείδωση και την οργανοποίηση καθώς επίσης και την επαρκή σύνθεση θυρεοσφαιρίνης. Η απελευθέρωση των θυρεοειδικών ορμονών γίνεται μέσω πρωτεόλυσης. Οι θυρεοειδικές ορμόνες μεταφέρονται στην κυκλοφορία συνδεδεμένες κυρίως με πρωτεΐνες και η περιφερική μετατροπή τους στις δραστικές μορφές επιτυγχάνεται μέσω αποϊωδίωσης από τις αποϊωδινάσες. Η ενεργή Τ3 συνδέεται στους υποδοχείς του πυρήνα -321-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ και μεταγραφικά ενεργοποιεί γονίδια με thyroid hormone response elements. Η σύνθεση και ο μεταβολισμός της θυροξίνης βρίσκεται υπό τον έλεγχο του υποθαλαμο-υποφυσιακού άξονα (του εκλυτικού παράγοντα της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης,trh και της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης, TSH). Σχήμα 1. Δυσλειτουργία σε οποιοδήποτε από τα στάδια οδηγεί σε υποθυρεοειδισμό. Πίνακας 1: Αίτια συγγενούς υποθυρεοειδισµού -322-

Ε. ΒΛΑΧΟΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: YΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΟΥΣ Σχήµα 1: Σχηµατική αναπαράσταση του θυρεοειδικού θυλακίου µε τη σύνθεση και έκκριση των θυρεοειδικών ορµονών. Πηγή: Fisher D., A. & Grueters A. Thyroid Disorders in Childhood and Adolescence, σ. 230. Στο Pediatric Endocrinology, Saunders, 2008 3. ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΕΝΟΥΣ ΥΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΥ 3.1 Πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός 3.1.1 Δυσγενεσία του θυρεοειδούς Η δυσγενεσία του θυρεοειδούς αποτελεί τη συχνότερη αιτία συγγενούς υποθυρεοειδισμού στις ιωδοεπαρκείς περιοχές, αφορά το 80% των περιστατικών και αποτελεί το συχνότερο αίτιο του μόνιμου συγγενούς υποθυρεοειδισμού. Απαντάται με διπλάσια συχνότητα στα κορίτσια. Συνήθως εμφανίζεται σποραδικά αλλά σε -323-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ ποσοστό 2-3% υπάρχει οικογενής εμφάνιση η οποία συνδυάζεται με μεταλλάξεις στα homeobox genes TTF1 (NKF 2.1), TTF2(FΟΧΕ1), PAΧ8. Πρόσφατα μεταλλάξεις στο μεταγραφικό παράγοντα GL153 συνδυάστηκαν με την εμφάνιση ενός σπάνιου συνδρόμου που περιλαμβάνει νεογνικό διαβήτη, συγγενή υποθυρεοειδισμό και συγγενές γλαύκωμα. Οι πρώτου βαθμού συγγενείς των νεογνών με θυρεοειδική δυσγενεσία έχουν αυξημένο επιπολασμό ημιαγενεσίας του θυρεοειδούς, έκτοπο θυρεοειδή, θυρεογλωσσική κύστη και πυραμιδικό λοβό γεγονός που υποδηλώνει κληρονομικότητα κατά τον επικρατούντα τύπο με μειωμένη διαπερατότητα. Επίσης ο επιπολασμός της δυσγενεσίας του θυρεοειδούς είναι αυξημένος σε παιδιά που πάσχουν από σύνδρομο Down. Δεν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ αυτοανοσίας στη μητέρα και εμφάνισης δυσγενεσίας του θυρεοειδούς στο νεογνό. Η δυσγενεσία του θυρεοειδούς συνδυάζεται με συγγενείς καρδιοπάθειες, γεγονός που υποδηλώνει κοινή έκθεση σε κάποιο παράγοντα ή έλλειμμα σε γονίδιο που επηρεάζει τον θυρεοειδή και το διαχωρισμό των καρδιακών κοιλοτήτων. Το γονίδιο TTF-2 έχει συνδυασθεί με δισχιδή υπερώα και συγγενή υποθυρεοειδισμό. Υπάρχει μια σειρά από σύνδρομα που περιλαμβάνουν τον υποθυρεοειδισμό όπως σύνδρομο Pendred, ψευδοϋποπαραθυρεοειδισμός, υποπαραθυρεοειδισμός, Beckwith- Wiedeman, σύνδρομο Sotos, νευροοπτική δυσπλασία. Η δυσγενεσία του θυρεοειδούς περιλαμβάνει την πλήρη αγενεσία του θυρεοειδούς, την υποπλασία ή τον έκτοπο θυρεοειδή. Στα 2/3 των περιπτώσεων υπάρχει μικρή ποσότητα θυρεοειδικού ιστού. Η διαφοροδιάγνωση μερικής και πλήρους αγενεσίας, μπορεί να γίνει με τη μέτρηση Τ4, Τ3, θυρεοσφαιρίνης, το σπινθηρογράφημα και το υπερηχογράφημα θυρεοειδούς. Τιμές Τ3 στα χαμηλά φυσιολογικά με χαμηλές τιμές Τ4 υποδηλώνουν ύπαρξη θυρεοειδικού ιστού. Επί πλήρους αγενεσίας δεν ανιχνεύεται θυρεοσφαιρίνη. 3.1.2 Δυσορμονογένεση Οι διαταραχές στη σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών αποτελούν το 10-16% των περιπτώσεων του συγγενούς υποθυρεοειδισμού. Αφορούν, ανεπάρκεια ιωδίου, πρόβλημα στη σύνδεση και δράση της TSH, μειωμένη πρόσληψη και οργανοποίηση του ιωδίου, δομικές ανωμαλίες της θυρεοσφαιρίνης ή ανεπάρκεια στην αποϊωδίωση και ανακύκλωση της ιωδοτυροσίνης. Οι διαταραχές αυτές μεταβιβάζονται κατά τον υπολειπόμενο σωματικό τύπο κληρονομικότητας. Χαρακτηριστικό τους είναι ότι συνήθως αναπτύσσεται βρογχοκήλη η οποία μπορεί να είναι εμφανής ήδη από τη γέννηση ή να εμφανιστεί αργότερα. 3.1.3 Αντίσταση στη TSH Σχετικά σπάνια διαταραχή. Τα νεογνά έχουν πολύ χαμηλή Τ4 και υψηλή TSH,υπάρχει μειωμένη πρόσληψη ιωδίου η οποία δεν ανταποκρίνεται στην TSH. -324-

Ε. ΒΛΑΧΟΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: YΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΟΥΣ 3.1.4 Διαταραχές του συμμεταφορέα Νατρίου/Ιωδίου Σπάνια διαταραχή, έχουν περιγραφεί λιγότερες από 50 περιπτώσεις. Η διάγνωση βασίζεται στην παρουσία βρογχοκήλης, περιορισμένη πρόσληψη ή απουσία πρόσληψης του ραδιενεργού ιωδίου και αυξημένη TSH. Το 1996 ανακαλύφθηκε το γονίδιο. Τα άτομα με υποθυρεοειδισμό είναι ομόζυγα ως προς μια μετάλλαξη ή φέρουν συνδυασμό δυο διαφορετικών μεταλλάξεων και έχουν γονείς οι οποίοι είναι ετεροζυγώτες ασυμπτωματικοί. 3.1.5 Διαταραχή του συστήματος της υπεροξειδάσης Η διαταραχή μπορεί να αφορά ποσοτική ανεπάρκεια της υπεροξειδάσης, μη φυσιολογική και λειτουργικά ανεπαρκή υπεροξειδάση ή ανεπαρκή παραγωγή υπεροξειδίου του υδρογόνου. Το πλήρες έλλειμμα μπορεί να διαγνωσθεί με τη δοκιμασία του υπερχλωρικού οξέος. Το υπερχλωρικό οξύ χορηγείται 1-2 ώρες μετά τη δόση του ραδιενεργού ιωδίου. Εάν υπάρχει διαταραχή στην οργανοποίηση, παρατηρείται γρήγορη και σημαντική απελευθέρωση του ραδιενεργού ιωδίου που είχε καθηλωθεί κατά τις επόμενες 1-2 ώρες. Ασθενείς με μερική ανεπάρκεια της υπεροξειδάσης έχουν μικρότερου βαθμού απελευθέρωση. Το γονίδιο της υπεροξειδάσης βρίσκεται στο χρωμόσωμα 2 και έχουν ανιχνευθεί περισσότερες από 20 μεταλλάξεις. Οι διαφορετικές μεταλλάξεις αντανακλούν στη διαφορετική κλινική εικόνα που εμφανίζουν οι ασθενείς με διαταραχές στην οργανοποίηση του ιωδίου. Έχουν περιγραφεί ασθενείς οι οποίοι ήταν ευθυρεοειδικοί ή ήπια υποθυρεοειδικοί με βρογχοκήλη, οι οποίοι είχαν μειωμένη απελευθέρωση ιωδίου στο τεστ υπερχλωρικού οξέος. Έλλειμμα στη σύνθεση του υπεροξειδίου του υδρογόνου είναι σπάνιο. Έχουν ανιχνευθεί δύο γονίδια που κωδικοποιούν τις NADPH οξειδάσες, αναφέρονται ως THOX1 και THOX2, και βρίσκονται στο χρωμόσωμα 15. 3.1.6 Το σύνδρομο Pendred Χαρακτηρίζεται από οικογενή βρογχοκήλη και νευροαισθητηριακή κώφωση και κληρονομείται με αυτοσωματικό υπολειπόμενο χαρακτήρα. Ο επιπολασμός είναι περίπου 1,5-3 περιπτώσεις ανά 100.000 παιδιά σχολικής ηλικία. Οι ασθενείς εμφανίζουν κώφωση πλήρη ή μόνο στις υψηλές συχνότητες και βρογχοκήλη, όντας ευθυρεοειδικοί ή ήπια υποθυρεοειδικοί. Τα νεογνά δεν εμφανίζουν υποθυρεοειδισμό εκτός εάν βρίσκονται σε περιβάλλον ιωδοπενίας. Το γονίδιο εντοπίζεται στο χρωμόσωμα 7 και η έκφραση του αφορά πρωτεΐνη μεταφοράς χλωρίου-ιωδίου που είναι γνωστή ως πενδρίνη. Η αιτιολογία της κώφωσης παραμένει αμφιλεγόμενη. -325-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ 3.1.7 Διαταραχές στη σύνθεση της Θυρεοσφαιρίνης Η θυρεοσφαιρίνη είναι ένα απαραίτητο υπόστρωμα για την οργανοποίηση και αποτελεί το κύριο πρωτεϊνικό στοιχείο του θυρεοειδικού κολλοειδούς. Το γονίδιο της θυρεοσφαιρίνης βρίσκεται στο γονίδιο 9. Γενετικά ελλείμματα οδηγούν σε μειωμένη σύνθεση ή δομικές ανωμαλίες της θυρεοσφαιρίνης. Εμφανίζονται σε 1:80.000, έως 1:100.000. Υποθυρεοειδισμός και βρογχοκήλη εμφανίζονται συνήθως κατά τη γέννηση αλλά σε ηπιότερα ελλείμματα μπορεί να εμφανισθούν αργότερα. 3.1.8 Διαταραχές της αποϊωδινάσης των ιωδοτυροσινών Ανεπάρκεια της αποϊωδινάσης μπορεί να οδηγήσει σε συγγενή υποθυρεοειδισμό με βρογχοκήλη ή μια λιγότερο βαριά μορφή οικογενούς βρογχοκήλης. Οι πρώτοι ασθενείς που είχαν περιγραφεί ήταν κρετίνοι με βρογχοκήλη, είχαν γρήγορη πρόσληψη ραδιενεργού ιωδίου και γρήγορη απελευθέρωση. Μέσα σε 48 ώρες είχαν αποβάλλει όλη την ποσότητα του ραδιενεργού ιωδίου. Σε περιπτώσεις μερικής ανεπάρκειας η κλινική εικόνα είναι ηπιότερη. Πρόσφατα κωδικοποιήθηκε το γονίδιο της αποϊωδινάσης (DELHA1). Μεταλλάξεις του DELHA1 έχουν βρεθεί σε 3 ασθενείς με συγγενή υποθυρεοειδισμό από διαφορετικές οικογένειες. 3.1.9 Αντίσταση στις θυρεοειδικές ορμόνες Εμφανίζεται με αυξημένες τιμές Τ4 και Τ3 και υψηλές τιμές TSH. Διαγιγνώσκεται από τα προγράμματα screening που μετρούν TSH αλλά διαφεύγει στα προγράμματα που μετρούν T4. Διακρίνονται τρεις υποκατηγορίες: α. Γενικευμένη αντίσταση στις θυρεοειδικές ορμόνες β. Αντίσταση μόνο στο επίπεδο της υπόφυσης γ. Αντίσταση μόνο στην περιφέρεια. Σε όλες τις οικογενείς περιπτώσεις κληρονομείται κατά τον επικρατούντα αυτοσωματικό χαρακτήρα. Σε 20% των περιπτώσεων εμφανίζεται σποραδικά. Ο επιπολασμός δεν έχει προσδιορισθεί. Υπολογίζεται περίπου σε 1:10.000. Κλινικά, μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα υποθυρεοειδισμού, καθυστέρηση ρυθμού ανάπτυξης, καθυστερημένη οστική ηλικία, νωθρότητα ή σύνδρομο υπερκινητικότητας ή σπανιότερα συμπτώματα υπερθυρεοειδισμού. 3.1.10 Διαταραχή της διαμεμβρανικής μεταφοράς των θυρεοειδικών ορμονών Μεταφορά των θυρεοειδικών ορμονών, μέσω ειδικών μεταφορέων για την οποία απαιτείται κατανάλωση ενέργειας, έχει περιγραφεί σε διάφορες κυτταρικές σειρές. Η σημασία των μεταφορέων αυτών δεν έχει πλήρως διευκρινισθεί. Πρόσφατα βρέθηκαν μεταλλάξεις για το γονίδιο του μεταφορέα του μονοκαρβοξυλίου (MCT) που βρίσκεται στο χρωμόσωμα Χ, οι οποίες συνδυάζονται με υποθυρεοειδισμό και νευρολογική διαταραχή. -326-

Ε. ΒΛΑΧΟΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: YΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΟΥΣ 3.2 ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΥΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ Σπανιότατο αίτιο συγγενούς υποθυρεοειδισμού. Η συχνότητα υπολογίζεται σε 1:30.000. Δεν διαγιγνώσκεται από τα προγράμματα screening που μετρούν TSH, αλλά μόνο από τα προγράμματα που μετρούν Τ4 ή το λόγο Τ4/TSH. Ο υποθαλαμουποφυσιακός ή κεντρικός υποθυρεοειδισμός μπορεί να οφείλεται σε υποπλασία της υπόφυσης ή μεμονωμένη ανεπάρκεια της TSH. Έχουν βρεθεί γονίδια που αφορούν ομοιοστατικά κυτία (homeobox) ή μεταγραφικούς παράγοντες και συνδυάζονται με υποθαλαμο-υποφυσιακή δυσγενεσία. Ελλείμματα των SHH, ZIC2 και SIX3 έχουν βρεθεί σε ασθενείς με ολοπορεγκεφαλία, ενώ ελλείμματα του HESX1, έχουν βρεθεί στη διαφραγματοοπτική δυσπλασία, GL13 μετάλλαξη στο σύνδρομο pallister-hall και ελλείμματα των LHX3, PROP1, PIT1, και POUIFI στην υποφυσιακή ανεπάρκεια. 3.2.1 Ανεπάρκεια του υποθαλαμικού παράγοντα TRH Το γονίδιο έχει χαρτογραφηθεί στο χρωμόσωμα 3q13.3.-q21 αλλά δεν έχουν βρεθεί μεταλλάξεις. Έχει περιγραφεί ένας ασθενής διπλός ετεροζυγώτης για μετάλλαξη του γονιδίου του υποδοχέα του TRH, ο οποίος εμφανίστηκε με συγγενή υποθυρεοειδισμό, χαμηλό ανάστημα και πνευματική καθυστέρηση. 3.2.3 Ανεπάρκεια της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης TSH Η μεμονωμένη ανεπάρκεια της TSH είναι σπάνια διαταραχή η οποία έχει περιγραφεί σε Ιάπωνες ασθενείς. Εμφανίζουν συγγενή υποθυρεοειδισμό χωρίς συνοδό βρογχοκήλη ο οποίος κληρονομείται κατά τον αυτοσωματικό υπολειπόμενο τρόπο κληρονομικότητας. Τα επίπεδα των Τ4 και TSH είναι χαμηλά ενώ οι υπόλοιπες υποφυσιακές ορμόνες είναι φυσιολογικές. Ο θυρεοειδής αδένας απαντά στην TSH αλλά η TSH δεν απαντά στο TRH. Η συχνότερη μετάλλαξη που οδηγεί σε σοβαρό συγγενή υποθυρεοειδισμό είναι μετάλλαξη απαλοιφής 1-bp στο κωδικόνιο 105 του γονιδίου της TSH (C105V). Έχουν βρεθεί τουλάχιστον 4 διαφορετικές μεταλλάξεις του γονιδίου Pit-1 που συνδυάζονται με υποφυσιακή ανεπάρκεια που συνδυάζει ανεπάρκεια αυξητικής ορμόνης, προλακτίνης και TSH. Μεταλλάξεις του γονιδίου Prop-1 εμφανίζουν τις προηγούμενες ορμονικές ανεπάρκειες αλλά εμφανίζουν επίσης ανεπάρκεια γοναδοτροπινών. Όλες αυτές οι διαταραχές χαρακτηρίζονται από χαμηλή T4 και χαμηλή ή στα χαμηλά φυσιολογικά επίπεδα TSH. Εάν τεθεί η υποψία ανεπάρκειας ΤSH καλό είναι να προσδιορισθούν επίπεδα αυξητικής ορμόνης και κορτιζόλης για να ελεγχθεί η ύπαρξη πανυποφυσιακής ανεπάρκειας. Η μαγνητική τομογραφία υπόφυσης υποθαλάμου είναι χρήσιμη για να ελεγχθεί η ανατομία της περιοχής. Η χαμηλή απάντηση της TSH στο TRH (7μg/kg) επιβεβαιώνει την ανεπάρκεια TSH. -327-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ 3.3 Παροδικός υποθυρεοειδισμός Παροδικός υποθυρεοειδισμός αντιστοιχεί στο 5-10% των νεογνών που ανιχνεύονται με το νεογνικό screening. Συνήθως έχουν χαμηλά ή φυσιολογικά επίπεδα Τ4 και υψηλά επίπεδα TSH. Οφείλονται στην επίδραση εξωγενών παραγόντων που προκαλούν υποθυρεοειδισμό ή στην ύπαρξη μητρικών αντισωμάτων έναντι του υποδοχέα της TSH (TSH receptor blocking maternal autoantibodies). Σε ιωδοπενικές περιοχές η έλλειψη ιωδίου μπορεί να οδηγήσει σε παροδικό υποθυρεοειδισμό λόγω σχετικής ιωδοπενίας σε συνδυασμό με τις αυξημένες ανάγκες των πρώτων ημερών της ζωής. Η χρήση μεγάλων ποσοτήτων ιωδίου ή αντιθυρεοειδκών φαρμάκων από τη μητέρα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Σε περιπτώσεις αυτοάνοσης θυρεοειδικής νόσου στη μητέρα, η ύπαρξη αντισωμάτων πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Το σπινθηρογράφημα έχει διαφορετικά αποτελέσματα ανάλογα με το αίτιο. Σε περίπτωση αυξημένης πρόσληψης ιωδίου αναστέλλεται η πρόσληψη ενώ τα φάρμακα ή οι βρογχοκηλογόνες ουσίες αυξάνουν την πρόσληψη ραδιενεργού ιωδίου. Η διάρκεια του υποθυρεοειδισμού είναι συνήθως σύντομη στην περίπτωση λήψης φαρμάκων, περίπου 2 εβδομάδες, ενώ διαρκεί επί μακρότερο στη περίπτωση της ύπαρξης αντισωμάτων. Όταν ο υποθυρεοειδισμός διαρκεί περισσότερο από 2 εβδομάδες πρέπει να χορηγηθεί θεραπεία. Η παρακολούθηση των αντισωμάτων συμβάλλει στο να αποφασισθεί πότε θα διακοπεί η θεραπεία. 4. ΔΙΑΓΝΩΣΗ 4.1 Το νεογνικό screening Ο ρόλος του νεογνικού screening είναι να ανιχνεύσει έγκαιρα θεραπεύσιμες, σοβαρές νόσους, για τις οποίες η έγκαιρη έναρξη της θεραπείας επηρεάζει την πρόγνωση και η καθυστέρηση θεραπείας συνοδεύεται από σοβαρή νοσηρότητα ή και θνητότητα. Το πρόγραμμα νεογνικού ελέγχου για Τ4 και TSH εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το 1970. Σήμερα είναι υποχρεωτικό στις ΗΠΑ, τον Καναδά τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Επίσης εφαρμόζεται σε κάποιες χώρες της Ασίας, της Μέσης Ανατολής και της Λατινικής Αμερικής. Πριν την εφαρμογή του νεογνικού ελέγχου μόνο το 1/3 των περιπτώσεων συγγενούς υποθυρεοειδισμού διαγιγνώσκετο πριν την ηλικία των 3 μηνών και αυτό είχε ως συνέπεια στα παιδιά που καθυστερούσε η διάγνωση, την εμφάνιση πνευματικής καθυστέρησης και δυσκολιών στο λόγο και στο συντονισμό. Στις αρχικές φάσεις εφαρμογή του προγράμματος, ο στόχος ήταν η έναρξη της θεραπείας μέχρι την ηλικία των 2 μηνών. Σήμερα ο στόχος είναι η έναρξη της θεραπείας μέχρι τη ηλικία των 2 εβδομάδων. Η έγκαιρη έναρξη θεραπείας εξασφαλίζει απόλυτα φυσιολογική ανάπτυξη και άρα η σχέση κόστους-ωφέλειας είναι άριστη. -328-

Ε. ΒΛΑΧΟΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: YΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΟΥΣ 4.2 Τύποι νεογνικού screening Πρωτογενής έλεγχος της T4 και δευτερογενώς της TSH εφόσον τα επίπεδα της Τ4 είναι κάτω από συγκεκριμένο όριο το οποίο έχει καθορισθεί και κάτω από ορισμένη εκατοστιαία θέση για το συγκεκριμένο πληθυσμό (π.χ. Τ4 <13g/dl ή <10%). Αυτή η προσέγγιση επιτρέπει τη διάγνωση του πρωτοπαθούς και του δευτεροπαθούς υποθυρεοειδισμού. Υπάρχουν όμως και κάποια μειονεκτήματα τα οποία είναι ότι υπάρχει μεγάλο εύρος στα φυσιολογικά όρια, τα επίπεδα της Τ4 είναι χαμηλά στα πρόωρα και άρρωστα νεογνά και σε περίπτωση ανεπάρκειας της TBG. Πρωτογενής μέτρηση της TSH με ή χωρίς μέτρηση της Τ4 δευτερογενώς. Αυτή η προσέγγιση είχε επιλεγεί αρχικά από τις Ευρωπαΐκές χώρες, και είναι χρήσιμη για ανίχνευση στις ιωδοπενικές περιοχές γιατί δίνει το μέσο όρο τιμών TSH για τον πληθυσμό. Άλλο πλεονέκτημα αυτής της μεθόδου είναι ότι διαγιγνώσκει τον αντιρροπούμενο υποθυρεοειδισμό. Ο συνδυασμός Τ4 και TSH αποτελεί την πιο ευαίσθητη μέθοδο για τη διάγνωση τόσο του κεντρικού υποθυρεοειδισμού όσο και του αντιρροπούμενου πρωτοπαθούς υποθυρεοειδισμού, αλλά η ευαισθησία καθορίζεται από τα όρια που θα επιλεγούν. Η μέτρηση της ελεύθερης Τ4 είναι δυνητικά η πιο ευαίσθητη και ειδική μέθοδος η οποία μέχρι τώρα έχει χρησιμοποιηθεί μόνο σε ένα πρόγραμμα. Η καλύτερη χρονική στιγμή για να γίνει η λήψη του δείγματος είναι μεταξύ 3ης- 5ης μέρας. Το όριο που χρησιμοποιείται στις περισσότερες χώρες είναι 20 μiu/ml. Στην Ελλάδα χρησιμοποιείται το όριο των 6 μiu/ml. 4.3 Έλεγχος μετά από θετικό νεογνικό δείγμα Μετά την ειδοποίηση ότι το νεογνικό δείγμα ήταν εκτός ορίων, το νεογνό πρέπει να εξετασθεί άμεσα και να γίνει λεπτομερής λήψη ιστορικού. Το ιστορικό πρέπει να περιλαμβάνει ερωτήσεις για νόσο του θυρεοειδούς στη μητέρα ή άλλα μέλη της οικογένειας, λήψη φαρμάκων από τη μητέρα και ιδιαίτερα αντιθυρεοειδικών ή ιωδίου, λήψη φαρμάκων από το νεογνό ιωδίου, στεροειδών ή ντοπαμίνης. Η κλινική εξέταση πρέπει να περιλαμβάνει έλεγχο για σημεία υποθυρεοειδισμού, βρογχοκήλη, υπογλώσσια μάζα, σημεία συνδρόμων. Εάν η τιμή της TSH είναι υψηλότερη του 40 μiu/ml η διάγνωση του υποθυρεοειδισμού είναι σχεδόν βέβαιη. Στέλνεται δείγμα στο εργαστήριο για Τ4 και TSH και χορηγείται θεραπεία. Το υπερηχογράφημα θυρεοειδούς θα δείξει αν υπάρχει θυρεοειδής αδένας, το μέγεθος του ή αν υπάρχει έκτοπος θυρεοειδικός ιστός. Εάν ο θυρεοειδής είναι φυσιολογικός υπερηχογραφικά, πρέπει να γίνει σπινθηρογράφημα με 123Ι ή με 99mTc για να ελεγχθεί η πρόσληψη. Εάν η τιμή της TSH είναι μεταξύ 20-40 μiu/ml στέλνεται δείγμα για Τ4 και TSH. Εφόσον η Τ4 είναι>12μg/dl, επανάληψη του δείγματος είναι αρκετή. Για τον πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό η ύπαρξη δυο δειγμάτων με TSH>2OμIU/ml θεωρείται επαρκής για τη διάγνωση. -329-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ Η διαφορική διάγνωση της χαμηλής Τ4 με φυσιολογική TSH περιλαμβάνει κεντρικό υποθυρεοειδισμό, προωρότητα, ασθένεια, ανεπάρκεια TBG. Εάν από το ιστορικό προκύπτει υπογλυκαιμία και στην εξέταση υπάρχει υποσπαδίας, οι πιθανότητες κεντρικού υποθυρεοειδισμού είναι ιδιαίτερα αυξημένες. Στα αγόρια νεογνά η πιθανότητα ανεπάρκειας TBG είναι αυξημένη λόγω του φυλοσύνδετου τρόπου κληρονομικότητας. Εάν επιβεβαιώνεται η χαμηλή τιμή Τ4, στα τελειόμηνα νεογνά, πρέπει να προσδιορισθεί η ελεύθερη Τ4. Στα πρόωρα νεογνά επειδή η αύξηση της TSH μπορεί να καθυστερήσει λαμβάνονται διαδοχικά δείγματα Τ4, TSH ανά 2 εβδομάδες. Επί υποψίας κεντρικού υποθυρεοειδισμού πρέπει να γίνει διέγερση με TRH (7μg/ kg). Υπεραπάντηση της TSH οδηγεί σε υποθαλαμική δυσλειτουργία, ενώ χαμηλή απάντηση της TSH σε υποφυσιακή δυσλειτουργία. Και στις δυο περιπτώσεις πρέπει να γίνει μαγνητική τομογραφία υπόφυσης υποθαλάμου για να ελεγχθεί η ανατομία της περιοχής. Αναλυτικά ο αλγόριθμος στο σχήμα 2. Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί ότι σε οποιοδήποτε περίπτωση όπου υπάρχουν σημεία ή συμπτώματα υποθυρεοειδισμού, θα πρέπει να γίνεται προσδιορισμός Τ4 και TSH ακόμα και εάν το screening ήταν φυσιολογικό. Σχήµα 2 ιαγνωστική διαδικασία µετά από θετικό νεογνικό screening Στις περισσότερες περιπτώσεις το υπερηχογράφηµα και το σπινθηρογράφηµα θέτουν τη διάγνωση Σε περίπτωση θετικού οικογενειακού ιστορικού και παρουσίας βρογχοκήλης στο νεογνό το υπερηχογράφηµα µπορεί να παραληφθεί και να γίνει TBG νωρίτερα. Εάν υπάρχει αυτοανασία στη µητέρα και ιστορικό παροδικού υποθυρεοειδισµού σε αδέλφια, θα πρέπει να προσδιορισθού ανρισώµατα. Πηγή: Larson CA Congenital hypothyroidism in Pediatric Endocrinology a Practical Clinical Guide, eds Radovick S, MacGillivray MH, Humana Press -330-

Ε. ΒΛΑΧΟΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: YΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΟΥΣ 5. ΘΕΡΑΠΕΙΑ Η λεβοθυροξίνη είναι η θεραπεία εκλογής η οποία χορηγείται σε μεγάλη δόση 10-15μg/kg, με στόχο τα επίπεδα της θυροξίνης ορού να είναι στα ανώτερα φυσιολογικά όρια, 2 εβδομάδες μετά την έναρξη θεραπείας. Η θεραπεία είναι καλά ανεκτή και δεν έχει παρενέργειες. Το χάπι μετατρέπεται σε σκόνη διαλύεται σε λίγο νερό και χορηγείται με σύριγγα στο στόμα. Τα επίπεδα Τ4 και TSH προσδιορίζονται στις 2 εβδομάδες, στις 4, κατόπιν κάθε μήνα μέχρι τους 6 μήνες, κάθε 2 μήνες μέχρι τους 12 μήνες και κάθε 2-3 μήνες μέχρι τα τρία χρόνια και ακολούθως κάθε 3-4 μήνες μέχρι την ολοκλήρωση της ανάπτυξης. Σε περίπτωση κεντρικού υποθυρεοειδισμού, έλεγχος του επινεφριδιακού άξονα πρέπει να προηγηθεί πριν τη χορήγηση θυροξίνης για να μην προκληθεί επινεφριδιακή κρίση. 6. ΠΡΟΓΝΩΣΗ Υπάρχουν πολλές μελέτες που δείχνουν ότι η νευροαναπτυξιακή εξέλιξη των παιδιών είναι απόλυτα φυσιολογική. Σε περιπτώσεις απουσίας του θυρεοειδούς, ή αντισωμάτων μπορεί να υπάρχουν ήπια ευρήματα τα οποία αποδίδονται σε υποθυροξιναιμία του εμβρύου. Υπήρχαν κάποιες ανησυχίες για το κατά πόσο η υψηλή δόση θυροξίνης μπορεί να οδηγήσει σε επιπλοκές ανάλογες με αυτές του νεογνικού υπερθυρεοειδισμού, όπως συνοστέωση, ταχυκαρδία, ταχυαρρυθμία, που όμως δεν έχουν επιβεβαιωθεί λόγω του ότι η Τ3 παραμένει εντός φυσιολογικών ορίων ακόμα και όταν τα επίπεδα της Τ4 είναι στα ανώτερα φυσιολογικά. Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει αγενεσία του θυρεοειδούς, έκτοπος θυρεοειδής, απουσία πρόσληψης ιωδίου ή τιμή TSH>10 κατά τη διάρκεια της θεραπείας, δεν υπάρχει λόγος δοκιμαστικής διακοπής στην ηλικία των 3 χρόνων. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάπτυξη του νευρικού συστήματος έχει ολοκληρωθεί στην ηλικία των 3 χρόνων, στις υπόλοιπες περιπτώσεις μπορούμε να μειώσουμε τη δόση στο μισό για 30 ημέρες και να γίνει προσδιορισμός Τ4, TSH. Εάν δεν παρατηρηθεί αύξηση της TSH, προχωράμε σε διακοπή της θεραπείας και επανέλεγχο σε 30 ημέρες. Εάν δεν σημειωθεί αύξηση διακόπτεται η θεραπεία οριστικά. Η οικογένεια ενημερώνεται για τα συμπτώματα του υποθυρεοειδισμού, και επανέλεγχος γίνεται εάν προκύψει κάποιο σύμπτωμα ή σημείο. 7. ΥΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ Εκτός από τις αιτίες υποθυρεοειδισμού που αναφέραμε ότι εμφανίζονται ως συγγενής υποθυρεοειδισμός και παραμένουν και κατά την παιδική ηλικία θα αναφερθούν παρακάτω οι αιτίες που μπορούν να προκαλέσουν υποθυρεοειδισμό ο οποίος εκδηλώνεται αργότερα κατά την παιδική ή εφηβική ηλικία. -331-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ 7.1 ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΥΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ 7.1.1 Βρογχοκηλογόνες ουσίες Οποιαδήποτε ουσία που προέρχεται από την τροφή ή το περιβάλλον γενικότερα και παρεμβαίνει στο μεταβολισμό των θυρεοειδικών ορμονών μπορεί να προκαλέσει βρογχοκήλη και υποθυρεοειδισμό. Δεν είναι γνωστές όλες οι ουσίες που μπορεί να παρέμβουν στο μεταβολισμό. Στον πίνακα 2 αναφέρονται κάποιες από τις γνωστές ουσίες. Δεν είναι εύκολο να αναγνωρισθούν ουσίες που λαμβάνονται με τις τροφές. Επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι περιβαλλοντικοί ρύποι μπορεί να ευθύνονται για περιπτώσεις επίκτητου υποθυρεοειδισμού. Σε περιπτώσεις που δεν προκύπτει άλλη πιθανή αιτιολογία για τον επίκτητο υποθυρεοειδισμό πρέπει να διερευνάται μέσω του ιστορικού η έκθεση σε παράγοντες όπως οι χλωριούχες ή βρωμιούχες διφαινόλες καθώς και οι δινιτροφαινόλες. Επίσης ενοχοποιείται η μόλυνση των υπόγειων υδάτων με μικροοργανισμούς ή άλλες ουσίες. Περαιτέρω πιθανολογείται η συνεργιστική δράση ανάμεσα σε γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. 7.1.2 Δυσγενεσία του θυρεοειδή αδένα Ο έκτοπος θυρεοειδής εάν υπάρχει αρκετός λειτουργικός ιστός ή η απλασία του ενός λοβού μπορεί να μην διαγνωσθεί κατά τη νεογνική περίοδο και ο υποθυρεοειδισμός να εμφανισθεί αργότερα. Πιθανόν να εκδηλωθεί ως διόγκωση στον τράχηλο ή στη βάση της γλώσσας ή να εκδηλωθεί υποθυρεοειδισμός μετά την αφαίρεση θυρεογλωσσικής κύστης, όπου αφαιρείται ο μοναδικός λειτουργικός θυρεοειδικός ιστός. Επίσης η αγενεσία του ενός λοβού, μπορεί να θεωρηθεί ως λειτουργικός όζος του μονήρη λοβού ο οποίος υπερπλάσσεται για να ανταποκριθεί στις ανάγκες. Περαιτέρω περιπτώσεις δυσγενεσίας του θυρεοειδούς που οφείλονται σε μεταλλάξεις του PAX8, έχουν διαγνωσθεί στην παιδική ηλικία και έχουν αποδοθεί σε αυτοανοσία χωρίς μετρήσιμα αντισώματα. 7.1.3 Δυσορμονογένεση Περιπτώσεις ήπιας δυσορμονογένεσης με αντιρροπούμενο υποθυρεοειδισμό μπορεί να διαφύγουν τη διάγνωση με το νεογνικό έλεγχο, σε συνθήκες αυξημένης προσφοράς ιωδίου, και να εμφανισθούν αργότερα κατά την παιδική ηλικία. Η βρογχοκήλη συχνά καθυστερεί να εμφανισθεί ή δεν εκτιμάται. Χαρακτηριστικό της βρογχοκήλης που οφείλεται σε δυσορμονογένεση είναι ότι ο αδένας είναι μαλακός και ομοιογενής και ο όγκος μπορεί να είναι αρκετά μεγάλος σε αντίθεση με την υπόσκληρη υφή της βρογχοκήλης που οφείλεται σε θυρεοειδίτιδα Hashimoto, η οποία συνήθως είναι μετρίου μεγέθους. -332-

Ε. ΒΛΑΧΟΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: YΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΟΥΣ 7.1.4 Θυρεοειδίτιδα Hashimoto Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto ή χρόνια θυρεοειδίτιδα ή αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα περιγράφηκε το 1912 από τον Hashimoto ο οποίος περιέγραψε 4 περιπτώσεις με βρογχοκήλη και διήθηση του θυρεοειδούς με πλασματοκύτταρα και λεμφοκύτταρα, ίνωση, ατροφία του παρεγχύματος και σε κάποια σημεία ηωσινοφιλική εκφύλιση των κυττάρων. Υπάρχει γενετική προδιάθεση και σε 30-40% των περιπτώσεων υπάρχει θετικό οικογενειακό ιστορικό. Εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στα κορίτσια και αποτελεί τη συχνότερη αιτία μη ενδημικής βρογχοκήλης και υποθυρεοειδισμού στις αναπτυγμένες χώρες για παιδιά μεγαλύτερα των 6 ετών. Η έναρξη συνήθως δεν είναι θορυβώδης. Σε ποσοστό 5-10% μπορεί να εμφανισθούν συμπτώματα θυρεοτοξίκωσης (ταχυκαρδία, κόπωση, απώλεια βάρους) αλλά τις περισσότερες φορές εμφανίζεται μικρή βρογχοκήλη με φυσιολογικές τιμές θυρεοειδικών ορμονών ή αντιρροπούμενο υποθυρεοειδισμό και σπάνια με υποθυρεοειδισμό. Ο θυρεοειδής είναι διογκωμένος, υπόσκληρος και με ανάγλυφη υφή. Χωρίς θεραπευτική παρέμβαση η πορεία της θυερεοειδίτιδας ποικίλει. Ποσοστό 5-7% ετησίως αναπτύσσει υποθυρεοειδισμό. Οι έφηβοι σε ποσοστό 30% μπορεί να εμφανίσουν αυτόματη ύφεση. Έχει ανιχνευθεί ποικιλία αντισωμάτων έναντι διαφορετικών στοιχείων του θυρεοειδικού κυττάρου, έναντι της θυρεοσφαιρίνης, στοιχείου του κολλοειδούς διαφορετικού από τη θυρεοσφαιρίνη,της υπεροξειδάσης, του συμμεταφορέα ιωδίου/ νατρίου, του πυρήνα του θυρεοειδικού κυττάρου και του υποδοχέα της TSH. Τα αντισώματα έναντι της θυρεοσφαιρίνης και της υπεροξειδάσης, είναι αυτά που μετριώνται ευρέως και ευρίσκονται θετικά στη θυρεοειδίτιδα Hashimoto χωρίς να είναι παθογνωμονικά, σε 15-20% των περιπτώσεων με θετικά αντισώματα δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία θυρεοειδίτιδας. Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto μπορεί να εμφανιστεί μεμονωμένα ή στα πλαίσια αυτοάνοσου πολυαδενικού συνδρόμου. Το συχνότερο είναι APS2b όπου εμφανίζεται θυρεοειδίτιδα Hashimoto και ινσουλινοεξαρτώμενος σακχαρώδης διαβήτης, στο 30-40% των περιπτώσεων μπορεί να συνδυάζεται με κακοήθη αναιμία και/η λεύκη. Το APS2a είναι συνδυασμός επινεφριδιακής ανεπάρκειας, θυρεοειδίτιδας Hashimoto και ινσουλινοεξαρτώμενου σακχαρώδη διαβήτη. Στο APS1 συνυπάρχει θυρεοιδίτιδα Hashimoto, μυκητησιακή δερματίτιδα, υποπαραθυρεοειδισμός. Έχει βρεθεί ασθενής συσχέτιση με τα HLA DR3, DR4, DR5 και με τόπους στο χρωμόσωμα Χ και στα χρωμοσώματα 14 και 20. Δεν έχουν βρεθεί συγκεκριμένα γονίδια και φαίνεται να υπάρχει πολυγονιδιακή κληρονομικότητα. 7.1.5 Κεντρικός Υποθυρεοειδισμός Νόσοι που προσβάλλουν τον υποθάλαμο και την υπόφυση, συγκεκριμένα κρανιοφαρυγγίωμα, νευρινωμάτωση, κοκκιωματώδεις νόσοι, όγκοι του ΚΝΣ, και κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις μπορεί να αποτελέσουν το αίτιο κεντρικού υποθυρεοειδισμού. -333-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ Συχνότερο αίτιο όμως είναι η ακτινοβόληση του ΚΝΣ για θεραπεία όγκων του ΚΝΣ ή οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας. Ο μεμονωμένος κεντρικός υποθυρεοειδισμός είναι σχετικά σπάνια οντότητα που μπορεί να εμφανισθεί στην παιδική ηλικία με χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης. Σε μια μελέτη αναφέρεται ποσοστό κεντρικού υποθυρεοειδισμού 16% σε παιδιά με χαμηλό ανάστημα. Σε παιδιά με χαμηλό ανάστημα, χαμηλή ελεύθερη Τ4 και σχετικά χαμηλή TSH, τίθεται η διάγνωση του κεντρικού υποθυρεοειδισμού. Σε περιπτώσεις χαμηλού αναστήματος με ελεύθερη Τ4 εντός των φυσιολογικών ορίων αλλά σχετικά χαμηλή, και χαμηλή TSH τίθεται η υποψία κεντρικού υποθυρεοειδισμού. Στις περιπτώσεις αυτές γίνεται μέτρηση TSH ανά ώρα μεταξύ 2-4 μ.μ. και μεταξύ 10μ.μ.-2π.μ. Φυσιολογικά κατά τη διάρκεια του ύπνου παρατηρείται αύξηση της TSH κατά 50-300%. Εάν δεν παρατηρηθεί αύξηση, τίθεται η διάγνωση του κεντρικού υποθυρεοειδισμού. 7.1.6 Θυρεοειδική λειτουργία στη νευρική ανορεξία Στη νευρική ανορεξία τα επίπεδα Τ4 και Τ3 είναι χαμηλά, ενώ συνήθως η TSH είναι φυσιολογική. Η TSH έχει καθυστερημένη (στα 120 λεπτά) και αυξημένη απάντηση στο TRH χαρακτηριστικό υποθαλαμικής αιτιολογίας. Οι μεταβολές αυτές αντανακλούν την προσαρμογή του οργανισμού στις συνθήκες μειωμένης προσφοράς ενέργειας. Η περιφερική αποϊωδίωση της Τ4 στρέφεται προς τη παραγωγή του ανενεργού μεταβολίτη rt3 και όχι της δραστικής Τ3. Τα επίπεδα της Τ3 εμφανίζουν γραμμική συσχέτιση όταν εκφράζεται ως ποσοστό του ιδανικού βάρους σώματος, επανέρχονται δε στα φυσιολογικά επίπεδα μετά την αποκατάσταση του βάρους σε φυσιολογικά επίπεδα. Τα χαμηλά επίπεδα Τ3 εξηγούν τα υποθυρεοειδικά συμπτώματα, όπως κόπωση, δυσκοιλιότητα, υποθερμία 7.1.7 Υποθυρεοειδισμός σε συνδυασμό με σύνδρομα Αυξημένος επιπολασμός υποθυρεοειδισμού εμφανίζεται σε συνδυασμό με σύνδρομα όπως το σύνδρομο Down, Klinefelter, Turner. 8. ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ Η συνηθέστερη εκδήλωση είναι η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης, ενώ ο ρυθμός αύξησης βάρους είναι φυσιολογικός ή αυξημένος. Την αναγνώριση της επιβράδυνσης διευκολύνει η καταγραφή των μετρήσεων ύψους και βάρους του παιδιού στην καμπύλη ανάπτυξης. Σε μακρύτερης διάρκειας υποθυρεοειδισμό μπορεί να εκδηλωθεί κόπωση, δυσκοιλιότητα, βρογχοκήλη. Η οστική ηλικία είναι καθυστερημένη. Συνήθως η εμφάνιση ή η εξέλιξη της εφηβείας καθυστερεί αλλά ο υποθυρεοειδισμός σπανιότερα αποτελεί αιτία πρώιμης ήβης, η οποία υποχωρεί με τη θεραπεία υποκατάστασης με θυροξίνη και την επίτευξη φυσιολογικών επι- -334-

Ε. ΒΛΑΧΟΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: YΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΟΥΣ πέδων θυρεοειδικών ορμονών. Στις έφηβες μετά την εμμηναρχή είναι πιθανό να εκδηλωθεί αραιομηνόρροια. 9. ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ Η αντιμετώπιση ακολουθεί τις ίδιες αρχές με το συγγενή υποθυρεοειδισμό, χορηγείται όμως μικρότερη δόση, 100μg/m2 ;ή 2-3μg/kg. Στόχος η αποκατάσταση της ελεύθερης Τ4 και της TSH, σε φυσιολογικά επίπεδα. Στο παιδί με κεντρικό υποθυρεοειδισμό πρέπει να ολοκληρώνεται ο έλεγχος για τις υπόλοιπες ορμόνες του προσθίου λοβού της υπόφυσης και ιδιαίτερα για την κορτιζόλη και την αυξητική ορμόνη και να γίνει μαγνητική τομογραφία υπόφυσης υποθαλάμου για να εκτιμηθεί η ανατομία της περιοχής και να αποκλεισθεί χωροκατακτητική επεξεργασία. Εάν συνυπάρχει επινεφριδιακή ανεπάρκεια, η χορήγηση κορτιζόλης προηγείται της χορήγησης θυροξίνης για να αποκλεισθεί η εμφάνιση επινεφριδιακής κρίσης. Κλινικά, αυξάνεται σημαντικά ο ρυθμός ανάπτυξης ο οποίος διατηρείται γρήγορος μέχρι το ανάστημα να φτάσει την εκατοστιαία θέση στην οποία αναλογεί το ύψος στόχος. Εάν ο υποθυρεοειδισμός είχε παρατεταμένη διάρκεια (μεγαλύτερη των δύο χρόνων), η αποκατάσταση μπορεί να μην είναι πλήρης. Προσοχή χρειάζεται ώστε να μην χορηγείται δόση μεγαλύτερη απ αυτή που απαιτείται λόγω του ότι προκαλεί επιτάχυνση της οστικής ηλικίας και επιδείνωση της πρόγνωσης τελικού αναστήματος. Η παρακολούθηση περιλαμβάνει συστηματική εξέταση ανά 2-3 μήνες πριν ην ολοκλήρωση της ανάπτυξης με μέτρηση αναστήματος, βάρους, αρτηριακής πίεσης, σφύξεων, ψηλάφηση και εκτίμηση μεγέθους θυρεοειδούς, παρακολόυθηση εξέλιξης εφηβείας και εμμήνου ρύσεως. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Balhara B, Misra M, Levitsky LL. (2010) Clinical Monitoring Guidelines for Congenital Hypothyroidism: Laboratory Outcome Data in the First Year of Life. J Pediatr 157: 894-9 Beltrão CB, Juliano AG, Chammas MC, Watanabe T, Sapienza MT and Marui S (2010) Etiology of congenital hypothyroidism using thyroglobulin and ultrasound combination Endocrine Journal: 57 (7), 587-593 Dias VM, Campos AP, Chagas AJ, Silva RM (2010) Congenital hypothyroidism: etiology. J Pediatr Endocrinol Metab. 23(8):815-26 Eisenberg MC, Santini F, Marsili A, Pinchera A, DiStefano JJ 3rd (2010) TSH regulation dynamics in central and extreme primary hypothyroidism. Thyroid. Nov;20(11):1215-28 Fisher DA, Grueters A (2008) Disorders of the Thyroid in the Newborn and Infant στο Pediatric Endocrinology Ed Sperling, Saunders Fisher DA, Grueters A (2008) Thyroid Disorders in Childhood and Adolescence in Pediatric Endocrinology Ed Sperling, Saunders Kaulfers AM, Backeljauw PF, Reifschneider K, Blum S, Michaud L, Weiss M, Rose SR (2010) Endocrine dysfunction following traumatic brain injury in children. J Pediatr. Dec;157(6):894-9. Epub 2010 Aug 24-335-

ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΚΡΙΝΟΛΟΓΙΑ: 14ΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΘΥΡΕΟ ΕΙΔΗΣ Kempers MJ, Lanting CI, van Heijst AF, van Trotsenburg AS, Wiedijk BM, de Vijlder JJ, Vulsma T (2006) Neonatal screening for congenital hypothyroidismbased on thyroxine, thyrotropin, and thyroxinebinding globulin measurement: potentials and pitfalls. J Clin Endocrinol Metab 91: 3370-3376. LaFranchi SH (2008) Should the levothyroxine starting dose be tailored to disease severity in neonates with congenital hypothyroidism? Nat Clin Pract EndocrinolMetab 4: 658-659. Larson CA (2003) Congenital Hypothyroidism in Pediatric Endocrinology a Practical Clinical Guide eds Radovick S, MacGIllivray MH, Humana Press Perry RJ, Maroo S, Maclennan AC, Jones JH, Donaldson MD (2006) Combined ultrasound and isotope scanning is more informative in the diagnosis of congenital hypothyroidism than single scanning. Arch Dis Child 91: 972-976. Rose SR, Brown RS, Foley T, Kaplowitz PB, Kaye CI, Sundararajan S, Varma SK (2006) Update of newbornscreening and therapy for congenital hypothyroidism. Pediatrics 117: 2290-2303. Zimmermann MB, Hess SY, Molinari L, De Benoist B, Delange F, Braverman LE, Fujieda K, Ito Y, Jooste PL, Moosa K, Pearce EN, Pretell EA, Shishiba Y (2004) New reference values for thyroid volume by ultrasoundin iodine-sufficient schoolchildren: a World Health Organization/ Nutrition for Health and DevelopmentIodine Deficiency Study Group Report. Am J Clin Nutr79: 231-237. -336-

Ε. ΒΛΑΧΟΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: YΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΟΥΣ Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Η συχνότερη αιτία συγγενούς υποθυρεοειδισμού στις ιωδοεπαρκείς περιοχές είναι: α. Κεντρικός υποθυρεοιδισμός β. Δυσορμονογένεση γ. Αντίσταση στη δράση της TSH δ. Δυσγενεσία του θυρεοειδούς αδένα 2. Η λήψη αίματος για το νεογνικό screening για συγγενή υποθυρεοειδισμό πρέπει να γίνεται την. α. 1η-3η μέρα β. 3η-5η μέρα γ. 5η-7η μέρα δ. Οποιαδήποτε 3. Η ύπαρξη θετικού οικογενειακού ιστορικού και βρογχοκήλης κατευθύνει προς τη διάγνωση: α. Αντίσταση στις θυρεοειδικές ορμόνες β. Δυσγενεσία του θυρεοειδούς γ. Αντισώματα της μητέρας δ. Δυσορμονογένεση 4. Η ανεπάρκεια της TBG συνδυάζεται με όλα τα παρακάτω εκτός από: α. Χαμηλή Τ4 β. Φυσιολογική TSH γ. Συχνότερη σε κορίτσια δ. Φυσιολογική FT4 5. Αίτια επίκτητου υποθυρεοειδισμού αποτελούν όλα εκτός: α. Αγενεσία του θυρεοειδούς αδένα β. Ακτινοβολία εγκεφάλου ή ΚΝΣ γ. Θυρεοειδίτιδα Hashimoto δ. Δυσορμονογένεση 6. Κλινική εκδήλωση επίκτητου υποθυρεοειδισμού μπορεί να είναι όλες οι παρακάτω εκτός: α. Επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης β. Πρώιμη ήβη γ. Καθυστερημένη οστική ηλικία δ. Ευερεθιστότητα Σωστές απαντήσεις κατά σειρά δ,β,δ,γ,α,δ -337-