1
Το βιολογικό φύλο (sex) Το κοινωνικό φύλο (gender) Λίγη ιστορία, πάνω σε μια εννοιολογική διάκριση (Πολίτης, 2006): Η έννοια του κοινωνικού φύλου (gender) προέρχεται από την έννοια των έμφυλων ρόλων (sex roles), της ανθρωπολόγου Margaret Mead d( (1935) Ann Oakley (1972) Sex, gender and society «Το βιολογικό φύλο (sex) είναι μια λέξη που αναφέρεται στις βιολογικές διαφορές μεταξύ αρσενικών και θηλυκών: οι εμφανείς διαφορές στα γεννητικά όργανα, οι διαφορές που αναφέρονται στην αναπαραγωγική λειτουργία. Το κοινωνικό φύλο (gender), όμως, αποτελεί ζήτημα πολιτισμού: αναφέρεται στην κοινωνική ταξινόμηση στο ανδρικό και το γυναικείο» 2
Kessler & McKenna (1985): «Θα χρησιμοποιήσουμε τον όρο κοινωνικό φύλο (gender), παρά βιολογικό φύλο (sex), ακόμα κι όταν αναφερόμαστε σε εκείνες τις πλευρές του να είσαι γυναίκα (κορίτσι) ή άνδρας (αγόρι) οι οποίες παραδοσιακά θεωρούνται ως βιολογικές. Αυτό θα εξυπηρετήσει στο να δώσει έμφαση στη θέση μας ότι το στοιχείο της κοινωνικής κατασκευής είναι πρωταρχικό από κάθε άποψη για να είσαι γυναίκα ή άνδρας» Monique Witting, Judith Buttler: δεν υπάρχει κοινωνικό φύλο, άρα ούτε και βιολογικό 1 ος τρόπος: Ταυτότητα του «φυσικού φύλου» Βασίζεται σε μια ατομικιστική συνείδηση του φύλου Πρόκειται για την πιο διαδεδομένη προοπτική στις δυτικές κοινωνίες Το βιολογικό φύλο (τα φυσικά χαρακτηριστικά) καθορίζει το κοινωνικό φύλο Το κοινωνικό φύλο αποτελεί μετάφραση του βιολογικού: σχέση ομολογίας Η βιολογική έμφυλη διαφορά γίνεται αντιληπτή ως θεμέλιο της ταυτότητας του εαυτού, της κοινωνικής και συμβολικής τάξης. Το βιολογικό φύλο ως ατομικό, ανατομικό πεπρωμένο 3
2 ος τρόπος: «Έμφυλη ταυτότητα» ο εαυτός δεν τοποθετείται μόνο ως άτομο σε σχέση με το βιολογικό του φύλο, αλλά η ταυτότητα του εαυτού συνδέεται στενά με μια μορφή συλλογικής συνείδησης: Δηλαδή, επιβάλλονται κοινωνικές συμπεριφορές στα άτομα βάσει του βιολογικού τους φύλου Το κοινωνικό φύλο συμβολίζει το βιολογικό: μια σχέση αναλογίας Έμφαση: στην κοινωνική έκφραση της βιολογικής διαφοράς των φύλων, στην πολιτισμική διαμόρφωση της διαφοράς Ρόλοι του φύλου κατασκευή του κοινωνικού φύλου Η θηλυκότητα & ο ανδρισμός θεωρούνται ότι είναι προς εκπλήρωση, προς τελειοποίηση, προς ανακάλυψη. 3 ος τρόπος: ταυτότητα «φύλου» (τάξης φύλου) Το κοινωνικό φύλο κατασκευάζει το βιολογικό φύλο! Η βιολογική «πραγματικότητα» ρ η του φύλου,, δεν αποτελεί παρά αποτέλεσμα του ιδεολογικού καθορισμού της βιολογίας. Είναι οι κυρίαρχες ιδεολογίες, λόγοι, πρακτικές που κατασκευάζουν την φαντασία ενός βιολογικού φύλου, μια βιολογικής διαφοράς. Δεν υπάρχει ο άνθρωπος ή το φύλο σε μια «φυσική κατάσταση» Η διαφορά των δύο φύλων είναι κοινωνικά κατασκευασμένη. 4
«η έμφυλη ταυτότητα και η εκδηλωμένη συμπεριφορά αποτελούν παράγωγα ενός κοινωνικά και πολιτισμικά καθιερωμένου συστήματος και ιεραρχίας, και όχι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα φυσικών διαφορών μεταξύ ανδρών και γυναικών. Μπορεί να γεννιόμαστε με συγκεκριμένους τύπους σωμάτων, αλλά αυτοί δεν καθορίζουν τους τρόπους παρουσίασης, τα πρότυπα συμπεριφοράς, την κατανομή της κοινωνικής και οικονομικής εξουσίας και ευκαιριών που μαζί διαμορφώνουν την έμφυλη δομή μιας δεδομένης κοινωνίας. Αυτή η δομή είναι παράγωγο γ μια συγκεκριμένης πολιτική ιστορίας και συγκεκριμένων θεσμών» (Nick Mansfield 2000, σελ. 68) Και όπως μας προειδοποιεί η Monique Witting (1992, σελ. 10 11): «Παραδεχόμενοι ότι υφίσταται μια φυσική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών, φυσικοποιούμε την ιστορία, υποθέτοντας αξιωματικά ότι άνδρες και γυναίκες πάντοτε υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν. Δεν φυσικοποιούμε μόνο την ιστορία, αλλά ως συνέπεια φυσικοποιούμε οιούμε και τα κοινωνικά φαινόμενα τα οποία εκφράζουν την καταπίεσή μας, καθιστώντας την αλλαγή αδύνατη». 5
Οι 4 διεργασίες που θεωρείται ότι συγκροτούν τα βιολογικά θεμέλια της έμφυλης ταυτότητας (Stainton Rogers, 2004): 1. Εξέλιξη (η διαδικασία διαμόρφωσης του ανθρώπινου είδους: υποτίθεται ότι εξαιτίας αυτής όλα τα ανθρώπινα όντα μοιράζονται κάποιες κοινές ςβασικές ποιότητες) 2. Γενετική κληρονομικότητα (η διαδικασία μέσω της οποίας τα άτομα αποκτούν κατά τη σύλληψη, και επομένως γεννιούνται με, συγκεκριμένες ποιότητες. Αυτές οι ποιότητες υποτίθεται ότι είναι σταθερές και αμετάλλακτες) 3. Φυσιολογία (οι χημικές διαδικασίες του σώματος μέσω των οποίων θεωρείται ότι τα γονίδια ασκούν την επίδρασή τους στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Ιδιαίτερα σημασία δίνεται στις ορμόνες) 4. Μορφολογία (οι διαδικασίες μέσω των οποίων το σώμα αναπτύσσεται ως αποτέλεσμα βιολογικών επιδράσεων. Σχετικά με το φύλο, 2 είναι σημαντικές: Οι ορατές σωματικές διαφορές, και η «αρχιτεκτονική του εγκεφάλου που επηρεάζει την γνωστική επίδραση) Στηρίζονται στην υπόθεση ότι αν από πολύ μικρή ηλικία παρατηρούνται διαφορές ανάμεσα στα 2 φύλα, τότε αυτές οφείλονται σε βιολογικούς παράγοντες. 2η η βασική υπονοούμενη υπόθεση: ότι το ανθρώπινο ον δεν είναι εξαρχής κοινωνικό. Ότι από κάποια στιγμή και μετά κοινωνικοποιείται Τρόποι «απόδειξης» των βιολογικών διαφορών: Διαπολιτισμικές έρευνες Βιολογικές μελέτες σε ζώα Βιολογικές μελέτες σε ανθρώπους 6
Μερικές μελέτες δείχνουν μια σταθερότητα ορισμένων έμφυλων προτύπων συμπεριφοράς, μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών. Π.χ. η «Μελέτη των 6 πολιτισμών» των Whiting & Edwards (1988): Κένυα, Ινδία, Ιαπωνία, Φιλιππίνες, Μεξικό, ΗΠΑ. Στις περισσότερες από αυτές τις κοινωνίες: τα κορίτσια εκδήλωναν περισσότερη στοργή, τα αγόρια ήταν περισσότερο επιθετικά κυριαρχικά, και έπαιζαν πιο «σκληρά» παιχνίδια από τα κορίτσια. Τα κορίτσια αναζητούσαν περισσότερη εγγύτητα σε ενηλίκους και άλλα παιδιά, ενώ τα αγόρια περνούσαν περισσότερο χρόνο μακριά από το σπίτι. Κριτική σε αυτού του είδους τις έρευνες: Μήπως υφίστανται κοινοί περιβαλλοντικοί & πολιτισμικοί παράγοντες? Εστίαση στην Κατεύθυνση της διαφοράς, αλλά Τι γίνεται με την Έκταση (το μέγεθος) ) της διαφοράς?? Και με τη διακύμανση κάθε μιας από τις ομάδες? Μήπως υπάρχει συχνά επικάλυψη? Μήπως εστιάζουμε κυρίως στις διαφορές και αγνοούμε τις ομοιότητες? Σε ποιο συγκεκριμένο πλαίσιο εκδηλώνονται αυτές οι «διαφορές»? φ ρ ς Ποια είναι η επίδραση της ερευνητικής διαδικασίας? Πόσο μεγάλη συνάφεια παρατηρείται μεταξύ διαφορετικών διαστάσεων του κοινωνικού φύλου? Εξετάζουμε τα διαφορετικά νοήματα που κάθε πολιτισμός αποδίδει σε αυτές τις «έμφυλες διαφορές»? 7
Δράση των ορμονών του φύλου πριν τη γέννηση Κατά τη περίοδο της ήβης Διαφορές στη δομή του εγκεφάλου. Χρωμοσωμική διαφορά μεταξύ των 2 φύλων (ΧΧ, ΧΥ) Αυτό οδηγεί στην παραγωγή διαφορετικών ορμονών του φύλου. Όρχεις: τεστοστερόνη Ωοθήκες: Οιστρογόνα & προγεστερόνη! Όρχεις & Ωοθήκες παράγουν και τις 3 ορμόνες!! Τα επινεφρίδια και στα 2 φύλα παράγουν ανδρογόνα! Προγεννητική ανάπτυξη: τεστοστερόνη = ανδρικά γεννητικά όργανα Ήβη: τα κορίτσια εισέρχονται νωρίτερα σε αυτή την περίοδο από τα αγόρια (2 χρ. περίπου). διαφορετικά δευτερογενή γνωρίσματα αναπτύσσονται Συγγενής επινεφριδική ανωμαλία (CAH), (και στα 2 φύλα, αυξημένη παραγωγή ανδρογόνων) ) Σύνδρομο έλλειψης ευαισθησίας στα ανδρογόνα (στα έμβρυα με ΧΥ) Σύνδρομο Turner (ΧΟ, στα κορίτσια): 1 στις 10000 γεννήσεις θηλυκών Σύνδρομο Klinefelter (ΧΧΥ): 2 στα 1000 γεννήσεις αρσενικών Σύνδρομο ΧΥΥ («υπεραρσενικά» Witkin et al. 1976) Σύνδρομο ΧΧΧ Kwolu aatmwol: Νέα Γουινέα & Δομινικανή Δημοκρατία: Guevedoces (1 ανά 90 άνδρες) (Guevedoces: αυτοί που αποκτούν όρχεις στα 12 τους χρόνια) 8
Dabbs & Morris (1990) Δείγμα: 4462 ανδρες Οι άνδρες ρςτων οποίων η ποσότητα της τεστοστερόνης ηςβρισκόταν στο ανώτερο 10% του δείγματος, ανέφεραν πιο συχνά: προβλήματα με τους γονείς, καθηγητές και συμμαθητές, ότι ήταν πιο επιθετικοί προς άλλους ενήλικους, λιποταξία στο στρατό, χρήση ναρκωτικών, μαριχουάνα και αλκοόλ. Ανέφεραν ότι είχαν περισσότερους ερωτικούς συντρόφους. Αλλά τα ευρήματα αυτά βρέθηκε να αλληλεπιδρούν με το κοινωνικο οικονομικό επίπεδο! Μόνο στην ομάδα των ανδρών με χαμηλό οικονομικό & μορφωτικό επίπεδο, βρέθηκε ότι τα υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης σχετίζονταν με την αντι κοινωνική συμπεριφορά. Οι άνδρες με ανώτερο εισόδημα και μορφωτικό επίπεδο είχαν χαμηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης, από τους άνδρες με χαμηλό οικονομικό & μορφωτικό επίπεδο. Dabbs et al. (1988) Δείγμα: γυναίκες φυλακισμένες και φοιτήτριες Και οι δύο ομάδες είχαν τον ίδιο μέσο όρο τεστοστερόνης. Στην ομάδα των φυλακισμένων γυναικών, όσες είχαν αυξημένα επίπεδα τεστοστερόνης ήταν πιο πιθανό να έχουν στο φάκελο τους πολλά περιστατικά απρόκλητης βίαιης συμπεριφοράς, ενώ Όσες είχαν καταδικαστεί για βίαιη συμπεριφορά για λόγους αυτοπροστασίας, είχαν χαμηλότερα ποσοστά τεστοστερόνης. Dabbs et al. (1990): τεστοστερόνη και επάγγελμα Τα πιο υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης είχαν οι ποδοσφαιριστές και οι ηθοποιοί. Τα χαμηλότερα οι εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι. Οι πωλητές και οι πυροσβέστες δεν είχαν υψηλά ποσοστά τεστοστερόνης 9
Τα «μπλε» και τα «ροζ» μωρά : η θεωρία των έμφυλων ρόλων Πως αποκτώνται? Μέσω της κοινωνικοποίησης Σε τι συνίσταται? Στην εκμάθηση & εσωτερίκευση νορμών, κανόνων, προσδοκιών, προτύπων Μέσω? Της μάθησης, της παρατήρησης, της μίμησης, της ενίσχυσης Bandura & Walters (1963), Bandura (1977) & Mischel (1966, 1970) Μέσω της ενίσχυσης Μέσω της παρατήρησης (μίμησης) Φορείς κοινωνικοποίησης: Γονείς, δάσκαλοι, συνομήλικοι, ΜΜΕ, κ.λπ. Τα παιδιά μιμούνται έμφυλα μοντέλα ρόλων, που αντιλαμβάνονται ως όμοια με το φύλο τους 10
Sandra Bem (1985) Θεωρία του έμφυλου σχήματος (gender schema) Η ενεργητική από μέρους του παιδιού διαδικασία δ κωδικοποίησης και οργάνωσης πληροφοριών σύμφωνα με τις πολιτισμικές νοηματοδοτήσεις του αρρενωπότητας και της θηλυκότητας Οι διαδικασίες συγκρότησης έμφυλων σχημάτων απορρέουν από τις έμφυλες πρακτικές διάκρισης κάθε κοινωνικής ομάδας. Smith και Lloyd (1978): παρατήρησαν τη συμπεριφορά νεαρών μητέρων από τις οποίες ζητήθηκε να φροντίσουν για λίγο ένα άλλο παιδί, άγνωστο προς αυτές. Όταν τους έλεγαν πως το παιδί ήταν αγόρι, τότε του έδιναν ελευθερία να μετακινείται και η ανησυχία θεωρούνταν ως ένδειξη της ανάγκης για ζωηρότητα. Όταν τους έλεγαν πως ήταν κορίτσι, το κρατούσαν κοντά τους και η ανησυχία του αποτελούσε ένδειξη της ανάγκης για φροντίδα και καθησυχασμό. Αυτές οι συμπεριφορές εκδηλώνονταν ανεξάρτητα από το πραγματικό βιολογικό φύλο του παιδιού! Rubin et al. (1974): ζήτησαν από γονείς νεογέννητων να περιγράψουν τα μωρά τους. Οι κόρες περιγράφηκαν ως πιο απαλές, καλοσχηματισμένες και ντελικάτες, ενώ οι γιοί ως πιο στιβαροί, σε μεγαλύτερη ετοιμότητα, και ως πιο δυνατοί. 11
Συνήθως δίνονται διαφορετικά παιχνίδια στα αγόρια και στα κορίτσια και ενθαρρύνονται να παίζουν ξεχωριστά είδη παιχνιδιών. Μέχρι την ηλικία των 2 ή 3 ετών ηγνώση του φύλου για το παιδί είναι κεντρική για την αναπτυσσόμενη αίσθηση ταυτότητας: τα παιδιά συνήθως περιγράφουν τον εαυτό τους σε σχέση με το όνομά τους, την ηλικία τους και το κοινωνικό τους φύλο. Σε αυτή την ηλικία τα παιδιά έχουν μια σαφή αίσθηση του ρόλου του κοινωνικού φύλου τους, πιστεύοντας πως τα κορίτσια θα καθαρίζουν το σπίτι όταν μεγαλώσουν και τα αγόρια θα κάνουν διαφορετικές δουλειές, όπως να κόβουν το γρασίδι (Kuhn et al.,1978). Πολλά στοιχεία της σχολικής ζωής μπορεί να ενισχύσουν αυτή την αίσθηση διαφοράς κοινωνικού φύλου. Οι περισσότερες ομάδες παιδιών που παίζουν μαζί αποτελούνται από ένα φύλο. Στην ηλικία των 4 ετών τα παιδιά παίζουν 3 φορές περισσότερο με παιδιά του ίδιου φύλου απ' ό,τι με παιδιά του αντίθετου φύλου. Ως την ηλικία των 6½ η αναλογία γίνεται 11: 1 (Maccoby και ]acklin, 1987). Ένα αγόρι ή ένα κορίτσι που επιμένει να παίζει με παιδιά του αντίθετου φύλου θα υποστεί πειράγματα, γεγονός που σημαίνει πως υπάρχει ισχυρός κοινωνικός έλεγχος που διασφαλίζει τη διατήρηση ομάδων αποτελούμενων από ένα φύλο. Αυτός ο κοινωνικός έλεγχος είναι ισχυρότερος για τα αγόρια. Ένα κορίτσι που θεωρείται αγοροκόριτσο προκαλεί κάποια κριτική η οποία όμως περιορίζεται σε χαριτωμένα πειράγματα. Το αγόρι, όμως, που θεωρείται πως «γυναικοφέρνει» συνήθως αντιμετωπίζει σκληρή κριτική από τους συνομηλίκους του και την έντονη ανησυχία των γονιών του. 12
Κάθε ομάδα που αποτελείται από ένα φύλο αναπτύσσει τη δική της δυναμική: Οι ομάδες των αγοριών χαρακτηρίζονται από ανταγωνισμό (Malz και Borker, 1983). Σε ομάδες κοριτσιών υπάρχει μεγαλύτερη υποστήριξη μεταξύ τους. Όταν, για παράδειγμα, σε μία σχολική τάξη τα αγόρια και τα κορίτσια πρέπει να συνεργαστούν, η δυναμική της ομάδας δεν αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμη, κυρίως για τα κορίτσια που αντιμετωπίζουν την ανταγωνιστική συμπεριφορά των αγοριών. Αυτό το ανταγωνιστικό στοιχείο για τα αγόρια νομιμοποιείται από τα παιχνίδια και τα αθλήματα με τα οποία ασχολούνται και τα οποία επιτρέπουν το σωματικό ανταγωνισμό και την επιθετικότητα μέσα σε προδιαγεγραμμένα όρια. Σε πολλές περιπτώσεις, οι καβγάδες αποτρέπονται μόνο με τη δημιουργία πολύπλοκων κανόνων συμπεριφοράς και με καθιερωμένες ιεραρχίες κοινωνικής υπεροχής. Συχνά όλες οι ομάδες αντρών, όπως στο σχολείο, στο στρατό, στις αθλητικές λέσχες, χαρακτηρίζονται από τον κεντρικό ρόλο της τελετουργίας, της ιεραρχίας, που υποδηλώνεται από την υιοθέτηση ενός κώδικα ντυσίματος με διακριτικά και εμβλήματα καθώς και με ένα σαφή καθορισμό της αποδεκτής συμπεριφοράς. Αντιθέτως, τα κορίτσια εμφανίζονται λιγότερο ανταγωνιστικά και περισσότερο συνεργάσιμα. Οι Askew και Ross (1988) περιγράφουν τι συμβαίνει όταν ζητείται από ζευγάρια παιδιών να ζωγραφίσουν μαζί μια εικόνα. Τα κορίτσια θα συζητήσουν και έπειτα θα συνεργαστούν για την ολοκλήρωση του έργου που τους ανατέθηκε. Τα αγόρια είναι πιθανόν να τραβήξουν μια γραμμή στη μέση και το καθένα θα ζωγραφίσει στο δικό του μισό αγνοώντας το άλλο. 13