Κεφάλαιο 12 Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγµα Οικονοµικών Διακυµάνσεων

Σχετικά έγγραφα
Κεφάλαιο 8 Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγµα

Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγμα και η Σταδιακή Προσαρμογή του Επιπέδου Τιμών. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

Κεφάλαιο 12 Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγµα και η Σταδιακή Προσαρµογή του Επιπέδου των Τιµών

Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονομικών Διακυμάνσεων

Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγμα και η Σχέση Μεταξύ Ανεργίας και Πληθωρισμού

Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγμα και η Σχέση Μεταξύ Ανεργίας και Πληθωρισμού. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

Ενα Νέο Κλασσικό Υπόδειγμα Χωρίς Κεφάλαιο. Μακροοικονομικές Διακυμάνσεις και Νομισματικοί Παράγοντες

Κεφάλαιο 9 Μακροοικονοµική Πολιτική και Βραχυχρόνια Αλληλεξάρτηση στην Παγκόσµια Οικονοµία

Κεφάλαιο 9 Μακροοικονοµική Πολιτική και Βραχυχρόνια Αλληλεξάρτηση στην Παγκόσµια Οικονοµία

Το Νέο Κεϋνσιανο Υπόδειγμα. Ένα Δυναμικό Στοχαστικό Υπόδειγμα Γενικής Ισορροπίας με Κεϋνσιανά Χαρακτηριστικά

Κεφάλαιο 14 Ατελής Ανταγωνισµός, Κλιµακωτή Προσαρµογή των Τιµών και Μακροοικονοµικές Διακυµάνσεις

Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονομικών Διακυμάνσεων. Το Υπόδειγμα των Πραγματικών Οικονομικών Κύκλων

Κεφάλαιο 11 Το Κεϋνσιανό Υπόδειγµα και η Σχέση µεταξύ Πληθωρισµού και Ανεργίας

Πληθωρισμός, Ανεργία και Αξιοπιστία της Νομισματικής Πολιτικής. Το Πρόβλημα του Πληθωρισμού σε ένα Υπόδειγμα με Υψηλή Ανεργία Ισορροπίας

Ανεργία, Πληθωρισμός και Ορθολογικές Προσδοκίες. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

Ενα Νέο Κεϋνσιανό Υπόδειγμα με Περιοδικό Καθορισμό των Ονομαστικών Μισθών. Καθορισμός των Ονομαστικών Μισθών και Ανεργία

Χρήμα και Οικονομική Μεγέθυνση. Προσφορά Χρήματος, Πληθωρισμός και Οικονομική Μεγέθυνση

Κεφάλαιο 13 Ατελής Ανταγωνισµός, Κλιµακωτή Προσαρµογή των Τιµών και Μακροοικονοµικές Διακυµάνσεις

Κεφάλαιο 5 Το Υπόδειγµα Mundell Fleming

Κεφάλαιο 6 Η Νοµισµατική Προσέγγιση

Μαθηµατικό Παράρτηµα 5 Επίλυση Υποδειγµάτων µε Ορθολογικές Προσδοκίες

Επίλυση Υποδειγμάτων με Ορθολογικές Προσδοκίες. Το Πρωτοβάθμιο και Δευτεροβάθμιο Υπόδειγμα

Κεφάλαιο 7 Το Κλασσικό Υπόδειγµα Πραγµατικών Οικονοµικών Κύκλων

Η Μεγάλη Μεγάλη Ύφεση Ύφεση

Κεφάλαιο 10 Το Βασικό Υπόδειγµα Πραγµατικών Οικονοµικών Κύκλων

Η Διαχρονική Προσέγγιση στο Ισοζύγιο Πληρωμών. Διεθνής Οικονομική Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

Το Υπόδειγμα του Αντιπροσωπευτικού Νοικοκυριού

Κεφάλαιο 12 Το Κεϋνσιανό Υπόδειγµα, η Σχέση µεταξύ Πληθωρισµού και Ανεργίας και η Μακροοικονοµική Πολιτική

Νομισματική και Συναλλαγματική Πολιτική σε μια Μικρή Ανοικτή Οικονομία. Σταθερές ή Κυμαινόμενες Ισοτιμίες;

Κεφάλαιο 14 Αξιοπιστία, Πληθωρισµός και Νοµισµατική Πολιτική

Η Διαχρονική Προσέγγιση στο Ισοζύγιο Πληρωμών

Μακροοικονομική. Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική. Αναπτύχθηκε ως ξεχωριστός κλάδος: Γιατί μελετάμε ακόμη την. Μακροοικονομική Θεωρία και

Συναθροιστική ζήτηση και προσφορά

Κεφάλαιο 12 Ορθολογικές Προσδοκίες και Σταδιακή Προσαρµογή Μισθών

Κεφάλαιο 10 Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονοµικών Διακυµάνσεων

Κεφάλαιο 13 Ανεργία, Πληθωρισµός και Ορθολογικές Προσδοκίες

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Επίλυση Υποδειγμάτων με Ορθολογικές Προσδοκίες. Το Πρωτοβάθμιο Υπόδειγμα

Υποδείγματα Ενδογενούς Οικονομικής Μεγέθυνσης. Εξωτερικότητες από τη Συσσώρευση Φυσικού Κεφαλαίου στην Αποδοτικότητα της Εργασίας

Κεφάλαιο 8 Ένα Δυναµικό Υπόδειγµα Επενδύσεων

π = π e β(u-u n ) + ν

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

Κεφάλαιο 7 Νοµισµατική και Συναλλαγµατική Πολιτική σε µια Μικρή Ανοικτή Οικονοµία

Με άλλα λόγια, η τράπεζα θέτει τα χρήματά σας σε λειτουργία για να κάνει τους τροχούς της βιομηχανίας και της γεωργίας να γυρίσουν.

Το Υπόδειγμα Mundell Fleming και Dornbusch

Κεφάλαιο 8 Οικονοµική Μεγέθυνση και Ισοζύγιο Πληρωµών σε Μία Μικρή Ανοικτή Οικονοµία

Κεφάλαιο 9. Το υπόδειγµα IS-LM/AD-AS : Ένα γενικό πλαίσιο µακροοικονοµικής ανάλυσης

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ

Συνολική Ζήτηση, ΑΕΠ και Συναλλαγματικές Ισοτιμίες. Βραχυχρόνιοι Προσδιοριστικοί Παράγοντες του ΑΕΠ και της Συναλλαγματικής Ισοτιμίας

Κεφάλαιο 11 Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονοµικών Διακυµάνσεων

Η οικονοµία στη Βραχυχρόνια Περίοδο


Κεφάλαιο 10 Η Αγορά Χρήµατος, το Επίπεδο Τιµών και ο Πληθωρισµός

Υποδείγματα Συσσώρευσης Ανθρωπίνου Κεφαλαίου, Ιδεών και Καινοτομιών και Ενδογενούς Μεγέθυνσης

Κεφάλαιο 9 Η Αγορά Χρήµατος, το Επίπεδο Τιµών και ο Πληθωρισµός

Κατανάλωση, Αποταμίευση και Προσδιορισμός του Εθνικού Εισοδήματος σε Κλειστή οικονομία χωρίς Δημόσιο Τομέα

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜAΚΡΟ

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Βασικές αρχές. Εφαρµογές στην Ελληνική Οικονοµία. Ασκήσεις.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

3. Χρήμα, επιτόκια και συναλλαγματικές ισοτιμίες

Το Υπόδειγμα IS-LM. (1) ΗΚαμπύληIS (Ισορροπία στην Αγορά Αγαθών)

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ενότητα 7 : Συνολική Προσφορά - Συνολική Ζήτηση και η μακροοικονομική ισορροπία

Μακροοικονομική. Διάλεξη 4 Η Καμπύλη IS

Περιεχόμενα. Πρόλογος 15

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ 1. Σε ένα κανονικό αγαθό, όταν αυξάνεται το εισόδηµα των καταναλωτών, τότε αυξάνεται και η συνολική δαπάνη των καταναλωτών 2.

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Το Υπόδειγμα του Αντιπροσωπευτικού Νοικοκυριού

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ


Η Επιστήµη της Μακροοικονοµικής

Κεφάλαιο 3 Το Υπόδειγµα του Αντιπροσωπευτικού Νοικοκυριού

Κεφάλαιο 5 Συνολική Ζήτηση και Συνολική Προσφορά Το Υπόδειγµα AD AS

Υποδείγματα Επαλλήλων Γενεών

Μαθηµατικό Παράρτηµα 2 Εξισώσεις Διαφορών

Κεφάλαιο 4 Διαχρονικές Επιπτώσεις της Δηµοσιονοµικής Πολιτικής

3. Χρήμα, επιτόκια και συναλλαγματικές ισοτιμίες

H Βραχυχρόνια Καμπύλη Συναθροιστικής Προσφοράς - Μακροχρόνια περίοδος: Κατακόρυφη καμπύλη Συναθροιστικής Προσφοράς (Υ=Υ f ), δηλαδή σταθερή παραγωγή

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Παράρτηµα 3 Εξισώσεις Διαφορών και Στοχαστικές Διαδικασίες

Κεφάλαιο 4 Υποδείγµατα Επαλλήλων Γενεών

Απόθεµα περιουσιακών στοιχείων. Χρήσιµο για τις συναλλαγές. Μία µορφή πλούτου. Επάρκεια. Χωρίς Χρήµα. Ανταλλακτική Οικονοµία (Barter economy)

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Να απαντήσετε τα παρακάτω θέματα σύμφωνα με τις οδηγίες των εκφωνήσεων. Η διάρκεια της εξέτασης είναι 3 (τρεις) ώρες.

Επαναληπτικές Ερωτήσεις - ΟΣΣ5. Τόμος Α - Μικροοικονομική

Κεφάλαιο 4 Η Διαχρονική Προσέγγιση στο Ισοζύγιο Πληρωµών

Κεφάλαιο 5 Χρήµα και Οικονοµική Μεγέθυνση

Μάθηµα 5ο. Το υπόδειγµα της Συνολικής Ζήτησης

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ

ΕΚΠΑ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Ακ. Ετος

Κεφάλαιο 13 Το Ζήτηµα της Αξιοπιστίας της Αντιπληθωριστικής Πολιτικής

είναι η καµπύλη συνολικής ζήτησης εργασίας από τις επιχειρήσεις και η καµπύλη S

Ενότητα 10: Πληθωρισμός και ανεργία

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Transcript:

Γιώργος Αλογοσκούφης, Διαχρονική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2013 Κεφάλαιο 12 Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγµα Οικονοµικών Διακυµάνσεων Η πιο διαδεδοµένη προσέγγιση στην ανάλυση των οικονοµικών κύκλων βασίζεται στα Κεϋνσιανά υποδείγµατα. Τα υποδείγµατα αυτά έλκουν την καταγωγή τους από τη Γενική Θεωρία του Keynes (1936) και την προσέγγιση IS-LM του Hicks (1937). Σε αντίθεση µε τα υποδείγµατα των πραγµατικών οικονοµικών κύκλων, τα οποία άλλωστε είναι µεταγενέστερα, στα παραδοσιακά υποδείγµατα κεϋνσιανού χαρακτήρα, οι µακροοικονοµικές σχέσεις δεν συνάγονται ρητά από µικροοικονοµικά θεµέλια που βασίζονται στη διαχρονική βελτιστοποίηση από νοικοκυριά και επιχείρησεις. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την βασική υπόθεση τους περί ακαµψίας ή σταδιακής προσαρµογής του επιπέδου των τιµών και των ονοµαστικών µισθών. Επιπλέον, τα υποδείγµατα αυτά επικέντρωνονται σε βραχυχρόνια ανάλυση, µε την έννοια ότι δεν παρακολουθούν τη διαχρονική διαδικασία συσσώρευσης του κεφαλαίου, των περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών και του δηµοσίου χρέους. Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζουµε τη διάρθρωση του βασικού κεϋνσιανού υποδείγµατος, υποθέτοντας αρχικά σταθερό επίπεδο τιµών, και κατόπιν σταδιακή προσαρµογή του επιπέδου των τιµών, σε ένα υπόδειγµα µε τυχαίες διαταραχές. Αναλύουµε τις επιπτώσεις νοµισµατικών αλλά και πραγµατικών διαταραχών στις διακυµάνσεις του εισοδήµατος και του πληθωρισµού. Η κριτική που συνήθως ασκείται στο βασικό κεϋνσιανό υπόδειγµα αφορά στη µικροοικονοµική θεµελίωσή του. Η κριτική αυτή σε κάποιο βαθµό σήµερα αντιµετωπίζεται, καθώς µεγάλο µέρος της σύγχρονης έρευνας στη µακροοικονοµική επικεντρώνεται στα µικροοικονοµικά θεµέλια της κεϋνσιανής προσέγγισης. Στο κεφάλαιο αυτό, αφού αναλύσουµε το παραδοσιακό κεϋνσιανό υπόδειγµα, κατόπιν συνάγουµε τις βασικές σχέσεις του για τη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών και τη ζήτηση χρήµατος από ένα πρόβληµα διαχρονικής βελτιστοποίησης εκ µέρους ενός αντιπροσωπευτικού νοικοκυριού. Δείχνουµε ότι τα µικροοικονοµικά θεµέλια του κεϋνσιανού υποδείγµατος για τη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών και τη ζήτηση χρήµατος είναι ανάλογα µε αυτά των θεωριών των πραγµατικών οικονοµικών κύκλων. Αυτό που διαχωρίζει τα κεϋνσιανά από τα κλασσικά υποδείγµατα είναι η υπόθεση της της σταδιακής προσαρµογής των τιµών (ή/και των ονοµαστικών µισθών). Δείχνουµε πως µε την υπόθεση αυτή, το βασικό κεϋνσιανό υπόδειγµα µπορεί να εξηγήσει νοµισµατικούς κύκλους, δηλαδή οικονοµικές διακυµάνσεις οι οποίες προκαλούνται από νοµισµατικές διαταραχές και διαταραχές στη συνολική ζήτηση, οι οποίες µεταδίδονται στα πραγµατικά µεγέθη και εµµένουν στο χρόνο µέσω της σταδιακής προσαρµογής των τιµών (ή και των ονοµαστικών µισθών). Τέτοιοι νοµισµατικοί κύκλοι δεν µπορούν να προκληθούν σε υποδείγµατα µε άµεση προσαρµογή των τιµών και των µισθών, στα οποία οι νοµισµατικές διαταραχές επηρεάζουν µόνο ονοµαστικές και όχι πραγµατικές µεταβλητές όπως το ΑΕΠ, η απασχόληση, οι πραγµατικοί µισθοί και τα πραγµατικά επιτόκια.

Μεγάλο µέρος της σύγχρονης ακαδηµαϊκής έρευνας στη µακροοικονοµική επικεντρώνεται στα µικροοικονοµικά θεµέλια της σταδιακής προσαρµογής των τιµών και των ονοµαστικών µισθών Αυτή είναι η λεγόµενη νεο-κεϋνσιανή προσέγγιση. Στο επόµενο κεφάλαιο θα αναλύσουµε µία σειρά υποδειγµάτων που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία. 12.1 Η Διάρθρωση του Βασικού Κεϋνσιανού Υποδείγµατος Ξεκινούµε µε µία απλουστευµένη µορφή του βασικού Κεϋνσιανού υποδείγµατος οικονοµικών κύκλων. Το υπόδειγµα αναλύεται αρχικά σε συνεχή χρόνο µε την υπόθεση ότι δεν υπάρχουν τυχαίες διαταραχές. 12.1.1 Ορισµοί Οι βασικές µεταβλητές ορίζονται ως εξής: y λογάριθµος πραγµατικού συνολικού εισοδήµατος (προϊόντος) p λογάριθµος επιπέδου τιµών g λογάριθµος πραγµατικών δηµοσίων δαπανών m λογάριθµος προσφοράς χρήµατος i ονοµαστικό επιτόκιο y* λογάριθµος πραγµατικού εισοδήµατος µακροχρόνιας ισορροπίας 12.1.2 Ισορροπία στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών Η συνθήκη ισορροπίας στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών (καµπύλη IS) ορίζεται από, y = αg β(i p e ) (12.1) όπου y είναι ο λογάριθµος του πραγµατικού συνολικού εισοδήµατος, p ο λογάριθµος του επιπέδου τιµών, g ο λογάριθµος των πραγµατικών δηµοσίων δαπανών και i το ονοµαστικό επιτόκιο. Τα α και β είναι σταθερές παράµετροι. Το α υποδηλώνει την ελαστικότητα της συνολικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών σε σχέση µε τις δηµόσιες δαπάνες και το β την ηµιελαστικότητά της σε σχέση µε το πραγµατικό επιτόκιο. Η τελεία υποδηλώνει την πρώτη παράγωγο του p σε σχέση µε το χρόνο και ο δείκτης e υποδηλώνει την προσδοκία της αντίστοιχης µεταβλητής. Η καµπύλη IS αποτελεί συνθήκη ισορροπίας µε την έννοια της ισότητας της συνολικής ζήτησης µε τη συνολική παραγωγή (εισόδηµα). Η συνολική κατανάλωση θεωρείται συνάρτηση του εισοδήµατος, οι δηµόσιες δαπάνες αποτελούν µέρος της συνολικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών, και οι επενδύσεις θεωρείται ότι είναι αρνητική συνάρτηση των πραγµατικών επιτοκίων. 12.1.3 Ισορροπία στην Αγορά Χρήµατος Η συνθήκη ισορροπίας στην αγορά χρήµατος (καµπύλη LM) ορίζεται από, m p = y γ i (12.2) 2

όπου m είναι ο λογάριθµος της προσφοράς χρήµατος και γ η (σταθερή) ηµιελαστικότητα της ζήτησης χρήµατος σε σχέση µε το ονοµαστικό επιτόκιο. Η αγορά χρήµατος θεωρείται ότι βρίσκεται συνεχώς σε ισορροπία, µε την έννοια ότι η ζήτηση χρήµατος ισούται µε την προσφορά. Η ζήτηση χρήµατος είναι ανάλογη του ονοµαστικού εισοδήµατος (σε λογαρίθµους y+p), και εξαρτάται αρνητικά από το ονοµαστικό επιτόκιο i, το οποίο µετρά το κόστος ευκαιρίας από τη διακράτηση χρηµατικών διαθεσίµων, τα οποία δεν αποδίδουν τόκο. 12.1.4 Προσαρµογή των τιµών Η σταδιακή προσαρµογή των τιµών προς τις τιµές ισορροπίας p* ορίζεται από, p = 1 (p p*), λ 0 (12.3) λ Η (12.3) υποδηλώνει ότι ο ρυθµός πληθωρισµού είναι αρνητική συνάρτηση της απόκλισης του επιπέδου τιµών από το επίπεδο τιµών ισορροπίας. Υπάρχει σταδιακή προσαρµογή του επιπέδου των τιµών προς το επίπεδο τιµών ισορροπίας, το οποίο ορίζεται ως εκείνο που διασφαλίζει τη µακροχρόνια ισορροπία µε πλήρη ή υψηλή απασχόληση. Το πραγµατικό εισόδηµα µακροχρόνιας ισορροπίας θεωρείται εξωγενές και ο λογάριθµός του υποδηλώνεται ως y*. 1 Η παράµετρος λ µετρά το βαθµό ακαµψίας του επιπέδου των τιµών. Εάν λ=0, τότε το επίπεδο τιµών προσαρµόζεται άµεσα στο επίπεδο τιµών ισορροπίας, και p=p*. Καθώς το λ τείνει προς το άπειρο, έχουµε πλήρη ακαµψία του επιπέδου τιµών. Κατά συνέπεια, από τη συνάρτηση ζήτησης χρήµατος έχουµε, p* = m y * +γ i (12.4) Με την υπόθεση ότι το µακροχρόνιο ονοµαστικό επιτόκιο είναι σταθερό, από την (12.4) θα ισχύει ότι, p * = m y * (12.4 ) Ο πληθωρισµός ισορροπίας ισούται µε τη διαφορά µεταξύ του ρυθµού αύξησης της προσφοράς χρήµατος και του ρυθµού µεγέθυνσης του προϊόντος µακροχρόνιας ισορροπίας. Αντικαθιστώντας τις (12.2) και (12.4) στη (12.3), έχουµε, 1 Αναφερόµαστε στο εισόδηµα µακροχρόνιας ισορροπίας ως το εισόδηµα που αντιστοιχεί σε πλήρη ή υψηλή απασχόληση. Ακόµη και στη µακροχρόνια ισορροπία θα επικρατεί ένα ποσοστό ανεργίας ισορροπίας, το επίπεδο του οποίου θα είναι συνάρτηση της διάρθρωσης και των ατελειών της αγοράς εργασίας (βλ. Κεφάλαιο 11). Αυτός είναι και ο λόγος που στη συνέχεια θα αναφερόµαστε σε υψηλή και όχι πλήρη απασχόληση. Ως µακροχρόνια ισορροπία µε υψηλή απασχόληση εννοούµε την κατάσταση στην οποία το ποσοστό ανεργίας βρίσκεται στη µακροχρόνια ισορροπία του. 3

p = 1 (y y*) (12.5) λ Ο ρυθµός πληθωρισµού εξαρτάται από την υπερβάλλουσα ζήτηση. Όταν το πραγµατικό προϊόν υπολείπεται του προϊόντος µακροχρόνιας ισορροπίας, τότε ο πληθωρισµός είναι µικρότερος από τον πληθωρισµό ισορροπίας και το επίπεδο τιµών συγκλίνει µε το επίπεδο τιµών ισορροπίας. Το αντίθετο συµβαίνει όταν το πραγµατικό προϊόν υπερβαίνει το προϊόν µακροχρόνιας ισορροπίας. Τότε ο πληθωρισµός είναι µεγαλύτερος από τον πληθωρισµό ισορροπίας. Η (12.5), η οποία αποτελεί κεντρικό συστατικό στοιχείο του κεϋνσιανού υποδείγµατος, συχνά αναφέρεται ως καµπύλη Phillips, από τον οικονοµολόγο που το 1958 τεκµηρίωσε την αρνητική σχέση µεταξύ πληθωρισµού και ανεργίας (βλ. Phillips 1958). Από την ώρα που δεν υπάρχει αβεβαιότητα, ο προσδοκώµενος πληθωρισµός στην (12.1) θα ισούται µε τον πραγµατικό πληθωρισµό, όπως δίνεται από την (12.5). Αντικαθιστώντας την (12.5) στην (12.1), και λύνοντας για το πραγµατικό εισόδηµα, έχουµε την προσαρµοσµένη καµπύλη IS, y = λ λ β αg βi β λ y * (12.6) 12.1.5 Γενική Ισορροπία και Προσαρµογή της Οικονοµίας Η επίλυση του υποδείγµατος είναι πλέον απλή. Η (12.2) (καµπύλη LM) και η (12.6) (προσαρµοσµένη καµπύλη IS) προσδιορίζουν το εισόδηµα και το ονοµαστικό επιτόκιο στη βραχυχρόνια ισορροπία. Αφού προσδιοριστεί το εισόδηµα, ο πληθωρισµός προσδιορίζεται από την (12.5). Εάν το εισόδηµα στη βραχυχρόνια ισορροπία βρίσκεται κάτω από το εισόδηµα µακροχρόνιας ισορροπίας, τότε ο πληθωρισµός είναι χαµηλότερος από τον πληθωρισµό ισορροπίας, υπάρχει µία σταδιακή αύξηση των πραγµατικών χρηµατικών διαθεσίµων (ρευστότητα) καθώς ο πληθωρισµός είναι χαµηλότερος από το ρυθµό αύξησης της προσφοράς χρήµατος, και η αύξηση αυτή σταδιακά οδηγεί σε σταδιακή αύξηση των πραγµατικών χρηµατικών διαθεσίµων, σταδιακή µείωση των επιτοκίων και σταδιακή αύξηση του εισοδήµατος (και της απασχόλησης) προς το εισόδηµα (και την απασχόληση) µακροχρόνιας ισορροπίας. Η ισορροπία αυτή αναλύεται στο Διάγραµµα 12.1. Στην αρχική ισορροπία το εισόδηµα είναι κάτω από το εισόδηµα µακροχρόνιας ισορροπίας. Αυτό προκαλεί σταδιακή πτώση των τιµών σε σχέση µε τις τιµές ισορροπίας, καθώς ο πληθωρισµός είναι χαµηλότερος από τον πληθωρισµό ισορροπίας. Αυτό οδηγεί σε σταδιακή αύξηση της πραγµατικής (αποπληθωρισµένης) προσφοράς χρήµατος, και σταδιακή µείωση των ονοµαστικών επιτοκίων, καθώς η καµπύλη LM µετακινείται προς τα δεξιά. Η διαδικασία αυτή συνεχίζεται έως ότου η οικονοµία φθάσει στο επίπεδο µακροχρόνιας ισορροπίας, οπότε ο πληθωρισµός ισούται µε τον πληθωρισµό ισορροπίας και η πραγµατική προσφορά χρήµατος παραµένει σταθερή. Η προσαρµογή της οικονοµίας προς την ισορροπία µε υψηλή απασχόληση είναι µία σταδιακή και αργή διαδικασία, η οποία θα µπορούσε να επιταχυνθεί, είτε µε εφάπαξ επέκταση της προσφοράς χρήµατος (που θα µετακινούσε άµεσα την καµπύλη LM προς τα δεξιά), είτε µε δηµοσιονοµική επέκταση (που θα µετακινούσε άµεσα την καµπύλη IS). 4

Αυτή είναι και η βάση των ιδιοτήτων των κεϋνσιανών υποδειγµάτων για το ρόλο της νοµισµατικής και δηµοσιονοµικής πολιτικής. Σε µία περίοδο ύφεσης, η νοµισµατική και η δηµοσιονοµική πολιτική θα µπορούσε να χρησιµοποιηθεί για την επιτάχυνση της επιστροφής της οικονοµίας σε υψηλή απασχόληση, µέσω αυξήσεων στην προσφορά χρήµατος και τις δηµόσιες δαπάνες. Αντίθετα, σε µία περίοδο υπερθέρµανσης της οικονοµίας, στην οποία η συνολική ζήτηση ξεπερνά το εισόδηµα µακροχρόνιας ισορροπίας και στην οποία ο πληθωρισµός ξεπερνά τον πληθωρισµό ισορροπίας, πρέπει να γίνει το αντίθετο. Μία µείωση της προσφοράς χρήµατος και των δηµοσίων δαπανών, προκειµένου η οικονοµία να επανέλθει στο µακροχρόνιο επίπεδο ισορροπίας µε υψηλή απασχόληση. 12.2 Ένα Κεϋνσιανό Υπόδειγµα µε Διαταραχές στη Συνολική Ζήτηση Αγαθών και Υπηρεσιών και στη Ζήτηση Χρήµατος Στη συνέχεια παρουσιάζουµε ένα κεϋνσιανό υπόδειγµα οικονοµικών κύκλων στο οποίο εισάγουµε διαταραχές στη συνολική ζήτηση, και διαταραχές στην αγορά χρήµατος, οι οποίες δηµιουργούν διακυµάνσεις. Το υπόδειγµα αυτό είναι σε διακριτό χρόνο, και βασίζεται στην υπόθεση των ορθολογικών προσδοκιών. Όπως και προηγουµένως, η εξέλιξη της οικονοµίας περιγράφεται από τρεις βασικές µακροοικονοµικές σχέσεις. Την ισορροπία στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών (IS), την ισορροπία στην αγορά χρήµατος (LM) και την εξίσωση προσαρµογής των τιµών (καµπύλη Phillips). Η ισορροπία στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών στην περίοδο (καµπύλη IS), δίδεται από, y = αg β(i E p +1 + p ) + v d (12.7) α είναι η ελαστικότητα της ζήτησης αγαθών σε σχέση µε τις δηµόσιες δαπάνες, β είναι η ηµιελαστικότητα της ζήτησης αγαθών σε σχέση µε το πραγµατικό επιτόκιο, και το v µε υπερδείκτη d είναι µία τυχαία διαταραχή στη συνολική ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών. Ο τελεστής E υποδηλώνει την µαθηµατική (ορθολογική) προσδοκία της µεταβλητής στην οποία εφαρµόζεται (στην προκειµένη περίπτωση το p) µε βάση τις πληροφορίες που υπάρχουν κατά την περίοδο. Προφανώς, E p = p H (12.7) µπορεί να συναχθεί από την ταυτότητα του συνολικού εισοδήµατος, όπου η συνάρτηση κατανάλωσης εξαρτάται θετικά από το y, και η συνάρτηση επενδύσεων εξαρτάται αρνητικά από το πραγµατικό επιτόκιο. Η ισορροπία στην αγορά χρήµατος σηµαίνει ότι η ζήτηση χρήµατος πρέπει να ισούται µε την προσφορά. Η ζήτηση χρήµατος στην περίοδο είναι ανάλογη του συνολικού ονοµαστικού εισοδήµατος και εξαρτάται αρνητικά από το ονοµαστικό επιτόκιο. 5

m p = y γ i + v m (12.8) Το γ είναι η ηµι-ελαστικότητα της ζήτησης χρήµατος σε σχέση µε το ονοµαστικό επιτόκιο, και το v µε υπερδείκτη m είναι µία τυχαία διαταραχή στη ζήτηση χρήµατος. Με όρους του παραδοσιακού κεϋνσιανού υποδείγµατος η (12.8) περιγράφει την καµπύλη LM. 12.2.1 Το Κεϋνσιανό Υπόδειγµα µε Προκαθορισµένες Τιµές Με την υπόθεση ότι οι τιµές είναι προκαθορισµένες και η προσφορά χρήµατος και οι δηµόσιες δαπάνες είναι εξωγενείς, το σύστηµα των (12.7) και (12.8) καθορίζει τα επίπεδα βραχυχρόνιας ισορροπίας των y και i. Η υπόθεση ότι οι τιµές είναι προκαθορισµένες σηµαίνει ότι, p = p _, (12.9 ) Κατά συνέπεια, οι (12.7) και (12.8) παίρνουν τη µορφή, y = αg βi + v d (12.7 ) m p _ = y γ i + v m (12.8 ) καθώς p = E p +1 = p _. Το σύστηµα των (12.7 ) και (12.8 ) περιγράφει το βασικό µακροοικονοµικό υπόδειγµα που αναλύεται στα προ-πτυχιακά εγχειρίδια µακροοικονοµικής. Στη µορφή αυτή αναλύθηκε πρώτη φορά από τον Hicks το 1937, ένα µόλις χρόνο µετά την παρουσίαση της Γενικής Θεωρίας του Keynes το 1936. Το σύστηµα µπορεί να επιλυθεί για το πραγµατικό εισόδηµα και το ονοµαστικό επιτόκιο, ως συναρτήσεις των εξωγενών και προκαθορισµένων µεταβλητών p, g, m και των διαταραχών v. Η λύση παίρνει τη µορφή, 1 i = αg m + p _ + v d m + v β + γ y = γ β + γ αg + v d ( ) + β m p _ m v β + γ (12.10 ) (12.11 ) Από το σύστηµα των (12.10 ) και (12.11 ) έχουµε όλες τις γνωστές ιδιότητες του συστήµατος IS- LM. Μία αύξηση των δηµοσίων δαπανών προκαλεί αύξηση τόσο στο εισόδηµα όσο και στο ονοµαστικό επιτόκιο (κατά µήκος της καµπύλης LM). Μία αύξηση της προσφοράς χρήµατος προκαλεί αύξηση στο εισόδηµα αλλά µείωση στο ονοµαστικό επιτόκιο (κατά µήκος της καµπύλης IS). Μία θετική διαταραχή στη συνολική ζήτηση προκαλεί αύξηση τόσο στο εισόδηµα όσο και στο ονοµαστικό επιτόκιο (κατά µήκος της καµπύλης LM). Μία θετική διαταραχή στη ζήτηση χρήµατος προκαλεί µείωση του πραγµατικού εισοδήµατος αλλά αύξηση του ονοµαστικού επιτοκίου (κατά 6

µήκος της καµπύλης IS). Το ίδιο συµβαίνει και µε µία αύξηση του (προκαθορισµένου) επιπέδου των τιµών. Το υπόδειγµα αυτό επιτρέπει µία νοµισµατική ερµηνεία των υφέσεων, για παράδειγµα της µεγάλης ύφεσης της δεκαετίας του 1930, ή της διεθνούς ύφεσης του 2009. Μία µείωση της συνολικής ζήτησης, σε συνδυασµό µε µία αύξηση της ζήτησης χρήµατος προκαλούν µείωση του συνολικού εισοδήµατος (και της απασχόλησης). Αν παράλληλα η νοµισµατική και η δηµοσιονοµική πολιτική οδηγήσουν σε µείωση των δηµοσίων δαπανών και της προσφοράς χρήµατος, έχουµε επιπλέον µείωση του πραγµατικού εισοδήµατος. Αυτό φαίνεται να έγινε τα πρώτα χρόνια µετά την εκδήλωση της µεγάλης ύφεσης το 1929. Η ενδεδειγµένη πολιτική όταν υπάρχουν τέτοιες αρνητικές διαταραχές στη συνολική ζήτηση είναι η επέκταση της προσφοράς χρήµατος και των δηµοσίων δαπανών (ή εναλλακτικά η µείωση των φόρων). Επίσης, στο υπόδειγµα αυτό οι διακυµάνσεις του ΑΕΠ και των ονοµαστικών επιτοκίων οφείλονται µόνο στις διακυµάνσεις των παραγόντων που επηρεάζουν τη συνολική ζήτηση. Αυτοί οι παράγοντες είναι οι δηµόσιες δαπάνες, η προσφορά χρήµατος και οι διαταραχές στη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών καθώς και στη ζήτηση χρήµατος. Ήδη καθίσταται σαφής η διαφορά του κεϋνσιανού υποδείγµατος από τα υποδείγµατα των πραγµατικών κύκλων. Καθαρά νοµισµατικές διαταραχές προκαλούν διακυµάνσεις στο πραγµατικό εισόδηµα και την απασχόληση. Για παράδειγµα, ας υποθέσουµε ότι όλοι οι παράγοντες στη δεξιά πλευρά της (12.11 ) ισούνται µε το µηδέν, και ότι η διαταραχή στη ζήτηση χρήµατος ακολουθεί µια αυτοπαλλίνδροµη διαδικασία πρώτου βαθµού της µορφής, v m = ρv m 1 + ε m (12.12 ) όπου το ε ακολουθεί µια διαδικασία λευκού θορύβου, µε µέσο µηδέν και σταθερή διακύµανση. Από την (12.11 ) έχουµε ότι, y = β β + γ v m = ρy 1 β β + γ ε m (12.13 ) Από τη (12.13 ) ο λογάριθµος του πραγµατικού ΑΕΠ ακολουθεί µία αυτοπαλλίνδροµη στοχαστική διαδικασία, ίδια µε τη διαδικασία των νοµισµατικών διαταραχών. Λόγω της ακαµψίας του επιπέδου τιµών, καθαρά νοµισµατικές διαταραχές προκαλούν διακυµάνσεις στο ΑΕΠ, καθώς, προκειµένου να ισορροπήσουν οι αγορές αγαθών και υπηρεσιών και η αγορά χρήµατος προκαλούνται µεταβολές στο πραγµατικό ΑΕΠ και τα ονοµαστικά επιτόκια. Ωστόσο η υπόθεση ότι το επίπεδο των τιµών δεν µεταβάλλεται καθόλου δεν είναι διόλου ικανοποιητική. Για παράδειγµα, σε τέτοια περίπτωση δεν θα υπήρχε καθόλου πληθωρισµός. Μπορεί µε την υπόθεση της ακαµψίας των τιµών να έχουµε τις βασικές ιδιότητες του κεϋνσιανού υποδείγµατος, αλλά στον πραγµατικό κόσµο οι τιµές µεταβάλλονται, έστω και αν επιδεικνύουν µερική και όχι πλήρη προσαρµογή. Στη συνέχεια γενικεύουµε το υπόδειγµα, υιοθετώντας την υπόθεση της σταδιακής προσαρµογής των τιµών. 7

12.2.2 Σταδιακή Προσαρµογή του Επιπέδου των Τιµών Υπάρχουν πολλοί τρόποι µε τους οποίους µπορεί κανείς να περιγράψει τη µερική προσαρµογή του επιπέδου των τιµών. Μία απλή υπόθεση, που χρησιµοποιήσαµε και στο πρώτο µέρος αυτού του κεφαλαίου, είναι ότι υπάρχει µερική προσαρµογή του επιπέδου των τιµών προς το επίπεδο τιµών που διασφαλίζει την µακροχρόνια ισορροπία µε υψηλή απασχόληση. Η υπόθεση αυτή δεν βασίζεται σε συγκεκριµένα µικροοικονοµικά θεµέλια, αλλά περιγράφει τις επιπτώσεις πολλών από τις εναλλακτικές υποθέσεις που συνήθως γίνονται στα νεοκεϋνσιανά υποδείγµατα και τις οποίες θα δούµε µε περισσότερες λεπτοµέρειες σε επόµενα κεφάλαια. Επιπλέον, η υπόθεση αυτή µας επιτρέπει να αναλύσουµε και την περίπτωση της πλήρους προσαρµογής των τιµών, ως ειδικής περίπτωσης της µερικής προσαρµογής των τιµών. Με την υπόθεση της µερικής προσαρµογής έχουµε, p p 1 = (1 λ)(p * p 1 ), 0 λ 1 (12.9) όπου (1-λ) είναι η ταχύτητα της προσαρµογής και p* είναι το επίπεδο των τιµών το οποίο διασφαλίζει υψηλή απασχόληση (επίπεδο τιµών ισορροπίας). Όταν το λ ισούται µε το µηδέν, έχουµε την περίπτωση της πλήρους προσαρµογής των τιµών, και το υπόδειγµα προβλέπει συνεχή µακροχρόνια ισορροπία του ΑΕΠ και της απασχόλησης. Όταν το λ ισούται µε τη µονάδα, τότε έχουµε την περίπτωση της πλήρους ακαµψίας των τιµών, που αναλύσαµε στο προηγούµενο τµήµα. Για να προσδιορίσουµε τη δυναµική εξέλιξη του επιπέδου των τιµών, πρέπει πρώτα να προσδιορίσουµε το επίπεδο τιµών ισορροπίας. Άλλωστε, αυτό είναι το επίπεδο τιµών προς το οποίο τείνουν σταδιακά οι τιµές. Το p* προσδιορίζεται από τις (12.7) και (12.8), για εισόδηµα ίσο µε το εισόδηµα µακροχρόνιας ισορροπίας y*, το οποίο θεωρείται εξωγενές. Από τις (12.7) και (12.8), µε την υπόθεση y=y* έχουµε, p * = m y * + γ i v m (12.10) * i = E p +1 p * + 1 β (αg + v d y * ) (12.11) Αντικαθιστώντας το ονοµαστικό επιτόκιο i από την (12.11) στη (12.10), έχουµε, p * = γ 1+ γ E p * +1 + 1 m y * v m + γ 1+ γ β (αg + v d y * ) (12.12) Το επίπεδο τιµών ισορροπίας εξαρτάται από το προσδοκώµενο επίπεδο τιµών ισορροπίας στην επόµενη περίοδο, καθώς το πραγµατικό επιτόκιο εξαρτάται από το προσδοκώµενο µελλοντικό επίπεδο τιµών. Για να λύσουµε για το επίπεδο τιµών ισορροπίας πρέπει να προσδιορίσουµε την µαθηµατική προσδοκία του µελλοντικού επιπέδου τιµών. Αυτό µπορεί να γίνει επιλύοντας το υπόδειγµα µε την υπόθεση των ορθολογικών προσδοκιών. 8

Η υπόθεση των ορθολογικών προσδοκιών προβλέπει ότι η προσδοκώµενη µελλοντική τιµή του επιπέδου των τιµών ισούται µε τη µαθηµατική προσδοκία της µεταβλητής αυτής, µε βάση τη διάρθρωση του υποδείγµατος, και το σύνολο των πληροφοριών που είναι διαθέσιµες στην περίοδο που σχηµατίζεται η προσδοκία. 12.2.3 Προσδιορισµός Τιµών Ισορροπίας µε Ορθολογικές Προσδοκίες Η απλούστερη µέθοδος είναι να χρησιµοποιήσουµε τον τελεστή των µελλοντικών προσδοκιών. Ο τελεστής µελλοντικών προσδοκιών για µία µεταβλητή x, ορίζεται από, F i x = E x +i, i=0,1,2,... Χρησιµοποιώντας τον τελεστή µελλοντικών προσδοκιών, η (12.12) µπορεί να γραφεί ως, p * 1 γ 1+ γ F = 1 m y * v m + γ 1+ γ β (αg + v d y * ) (12.13) Από την (12.13), p * = 1 γ 1+ γ F 1 1 m y * v m + γ 1+ γ β (αg + v d y * ) (12.14) Αναπτύσσοντας τη (12.14) ως γεωµετρική πρόοδο, έχουµε, j p * = 1 γ * 1+ γ 1+ γ E m + j y + j v m + j + γ β (αg + v d * + j + j y + j ) j=0 (12.15) Βλέπουµε από την (12.15) ότι το επίπεδο τιµών ισορροπίας εξαρτάται από τις προσδοκίες για τη µελλοντική εξέλιξη όλων των εξωγενών µεταβλητών που προσδιορίζουν την πορεία της οικονοµίας. Αυτό συµβαίνει διότι το σηµερινό επίπεδο τιµών ισορροπίας εξαρτάται από την προσδοκία για το επίπεδο τιµών ισορροπίας της εποµένης περιόδου, εκείνη µε τη σειρά της από την προσδοκία για το επίπεδο τιµών ισορροπίας της µεθεποµένης περιόδου, και ούτω καθεξής. Αξίζει να παρατηρήσουµε ότι όταν οι τιµές προσαρµόζονται πλήρως η οικονοµία βρίσκεται συνεχώς στο επίπεδο µακροχρόνιας ισορροπίας και οι διαταραχές στη ζήτηση δεν επηρεάζουν το επίπεδο του πραγµατικού εισοδήµατος, παρά µόνο το επίπεδο των τιµών και τα επιτόκια. Οι προβλέψεις του υποδείγµατος είναι ανάλογες µε τις προβλέψεις των υποδειγµάτων πραγµατικών οικονοµικών κύκλων. Προκειµένου να καταλήξουµε σε µία συγκεκριµένη λύση για το επίπεδο τιµών, αλλά και για τις υπόλοιπες ενδογενείς µεταβλητές, πρέπει να εξειδικεύσουµε τις υποθέσεις µας για την πορεία των εξωγενών µεταβλητών και των διαταραχών. Αν δεν γνωρίζουµε πως εξελίσσονται οι εξωγενείς 9

µεταβλητές, δεν µπορούµε να προσδιορίσουµε στην (12.15) τις προσδοκίες για τη µελλοντική τους εξέλιξη. Θα υποθέσουµε ότι όλες οι εξωγενείς µεταβλητές είναι σταθερές στο µακροχρόνιο επίπεδό τους. Αναφορικά µε τις διαταραχές στη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών και στη ζήτηση χρήµατος θα υποθέσουµε ότι είναι διαδικασίες λευκού θορύβου, µε µέσο µηδέν και σταθερή διακύµανση. Ειδικώτερα υποθέτουµε ότι, y * = y * (12.16 a) m = m * (12.16 b) g = g * (12.16 c) v d N(0,σ d 2 ) (12.16 d) v m N(0,σ m 2 ) (12.16 e) y*, m* και g* είναι οι τιµές µακροχρόνιας ισορροπίας των αντίστοιχων µεταβλητών, οι οποίες υποτίθεται ότι είναι σταθερές. Με αυτές τις υποθέσεις, η (12.15) απλοποιείται σε, p * = m * + αγ β g* β + γ β y* 1 v m γ 1+ γ β v d = p * 1 v m γ 1+ γ β v d (12.17) Το p* ορίζεται ως το επίπεδο τιµών στη µακροχρόνια ισορροπία, όταν έχουν εξουδετερωθεί οι επιπτώσεις των διαταραχών στη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών και στη ζήτηση χρήµατος. Ορίζεται δηλαδή ως, p * = m * + αγ β g* β + γ β y* (12.18) Εκτός από την περίπτωση που το λ ισούται µε το µηδέν, το πραγµατικό επίπεδο τιµών δεν ισούται µε το επίπεδο τιµών ισορροπίας. Αντικαθιστώντας την (12.17) στην (12.9), µπορούµε να δούµε τις επιπτώσεις των διαταραχών στο επίπεδο τιµών. Δεδοµένου ότι υπάρχει µερική προσαρµογή, οι επιπτώσεις στο πραγµατικό επίπεδο τιµών θα είναι µικρότερες από ότι στο επίπεδο τιµών ισορροπίας. Ως εκ τούτου, η οικονοµία θα αποκλίνει από το επίπεδο µακροχρόνιας ισορροπίας. Διαταραχές που µειώνουν το επίπεδο τιµών ισορροπίας θα οδηγήσουν σε µείωση τιµών, αλλά και σε µείωση του εισοδήµατος σε σχέση µε το εισόδηµα ισορροπίας. Από τις (12.9) και (12.17), έχουµε, 10

p = 1 λ 1 λl p * = λ p 1 + (1 λ) p * 1 v m γ 1+ γ β v d (12.19) όπου το p* ορίζεται από την (12.18). Από την (12.19) προκύπτει ότι, E p +1 = λ p + (1 λ)p * (12.20) Από την (12.20), E p +1 p = (1 λ) ( p * p ) (12.21) Μπορούµε τώρα να επιλύσουµε για το πραγµατικό συνολικό εισόδηµα. Από την συνάρτηση ζήτησης χρήµατος (12.8), επιλύοντας για το ονοµαστικό επιτόκιο, έχουµε ότι, i = 1 γ m p y v m ( ) (12.22) Mπορούµε να αντικαταστήσουµε τις (12.19), (12.21) και (12.22) στην (12.7) και να λύσουµε για το πραγµατικό προϊόν. Καταλήγουµε σε, ( ) (β + γ )(1+ γ ) λ (1+ γ ) + γ (1 λ) y = (1 λ)y *+λy 1 + γ v d m ( βv ) λ β + γ γ v d 1 m ( βv 1 ) (12.23) Από τη (12.23) προκύπτει ότι διαταραχές στη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών (στην καµπύλη IS) και διαταραχές στην προσφορά και τη ζήτηση χρήµατος προκαλούν διακυµάνσεις στο πραγµατικό προϊόν, σε σχέση µε το επίπεδο της µακροχρόνιας ισορροπίας. Κάτι τέτοιο δεν συµβαίνει στα υποδείγµατα των πραγµατικών οικονοµικών κύκλων. Ο βαθµός εµµονής των αποκλίσεων του πραγµατικού ΑΕΠ από το επίπεδο της µακροχρόνιας ισορροπίας µε υψηλή απασχόληση εξαρτάται αποκλειστικά από το λ, το συντελεστή που µετρά το βαθµό ακαµψίας του επιπέδου των τιµών. Το λ επίσης προσδιορίζει τις επιπτώσεις των διαταραχών στη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών και στη ζήτηση χρήµατος επί του βραχυχρόνιου ΑΕΠ και της απασχόλησης. Μια θετική διαταραχή στη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών στην περίοδο, οδηγεί το πραγµατικό προϊόν και την απασχόληση πάνω από το επίπεδο µακροχρόνιας ισορροπίας, ενώ µία αρνητική διαταραχή το οδηγεί κάτω από το πραγµατικό επίπεδο µακροχρόνιας ισορροπίας. Αυτό συµβαίνει διότι οι τιµές δεν προσαρµόζονται πλήρως ώστε να εξουδετερώσουν την επίπτωση των διαταραχών στα επιτόκια και τη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών. Κατά συνέπεια, µέρος της προσαρµογής γίνεται από το συνολικό εισόδηµα, καθώς το ονοµαστικό και το πραγµατικό επιτόκιο µεταβάλλονται. Η οικονοµία κινείται κατά µήκος της καµπύλης IS. Στις επόµενες περιόδους, και καθώς το επίπεδο τιµών συγκλίνει προς το επίπεδο τιµών ισορροπίας, οι αρχικές επιπτώσεις επί του πραγµατικού προϊόντος σταδιακά αντιστρέφονται, και το πραγµατικό προϊόν επανέρχεται προς το επίπεδο της µακροχρόνιας ισορροπίας. 11

Μια θετική διαταραχή στη ζήτηση χρήµατος στην περίοδο, οδηγεί το πραγµατικό προϊόν κάτω από το προϊόν µακροχρόνιας ισορροπίας, ενώ µία αρνητική διαταραχή στη ζήτηση χρήµατος το οδηγεί πάνω από το πραγµατικό προϊόν µακροχρόνιας ισορροπίας. Αυτό συµβαίνει διότι οι τιµές δεν προσαρµόζονται πλήρως ώστε να εξουδετερώσουν την επίπτωση των νοµισµατικών διαταραχών στα επιτόκια και τη ζήτηση χρήµατος. Κατά συνέπεια, µέρος της προσαρµογής γίνεται από το συνολικό εισόδηµα, καθώς το ονοµαστικό και το πραγµατικό επιτόκιο µεταβάλλονται. Η οικονοµία κινείται κατά µήκος της καµπύλης IS. Στις επόµενες περιόδους, και καθώς το επίπεδο τιµών συγκλίνει προς το επίπεδο τιµών ισορροπίας, οι αρχικές επιπτώσεις επί του πραγµατικού προϊόντος σταδιακά αντιστρέφονται, και το πραγµατικό προϊόν επανέρχεται προς το επίπεδο της µακροχρόνιας ισορροπίας. Η σταδιακή προσαρµογή των τιµών προς το επίπεδο τιµών ισορροπίας είναι απαραίτητη για να υπάρχουν πραγµατικές επιπτώσεις από διαταραχές στη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών και από νοµισµατικές διαταραχές. Αυτό είναι σαφές από την εξίσωση (12.23). Εάν η προσαρµογή των τιµών δεν είναι σταδιακή αλλά πλήρης, αυτό σηµαίνει ότι λ=0. Στην περίπτωση αυτή, από την (12.23), το προϊόν θα ισούται πάντοτε µε το προϊόν µακροχρόνιας ισορροπίας. Οι πραγµατικές επιπτώσεις των διαταραχών στη συνολική ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών και των νοµισµατικών διαταραχών, οι οποίες οφείλονται στην ατελή προσαρµογή των τιµών, συνιστούν τη βασική διαφορά των κεϋνσιανών από τα υποδείγµατα των πραγµατικών οικονοµικών κύκλων. Στο υπόδειγµά µας, οι πραγµατικές επιπτώσεις των ονοµαστικών διαταραχών και η εµµονή των αποκλίσεων του ΑΕΠ από το επίπεδο της µακροχρόνιας ισορροπίας εξαρτάται από το λ, που µετρά το βαθµό της ακαµψίας του επιπέδου των τιµών. Στα κεϋνσιανά υποδείγµατα των οικονοµικών κύκλων, η ακαµψία του επιπέδου των τιµών, είναι και ο βασικός µηχανισµός µετάδοσης των νοµισµατικών διαταραχών στο πραγµατικό εισόδηµα και την απασχόληση. 12.3 Μικροοικονοµικά Θεµέλια του Κεϋνσιανού Υποδείγµατος Τα κεϋνσιανά υποδείγµατα που αναλύσαµε ως τώρα έχουν µία βασική αδυναµία. Ούτε η συνάρτηση της συνολικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών (IS), ούτε η συνάρτηση συνολικής ζήτησης χρήµατος (LM), βεβαίως ούτε και η υπόθεση για την ακαµψία των τιµών, προκύπτουν από ικανοποιητικά µικροοικονοµικά θεµέλια. Σε αντίθεση µε τα υποδείγµατα των πραγµατικών οικονοµικών κύκλων, τα οποία είναι δυναµικά υποδείγµατα γενικής ισορροπίας που βασίζονται στη διαχρονική βελτιστοποίηση εκ µέρους των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, οι εξισώσεις συµπεριφοράς του βασικού κεϋνσιανού υποδείγµατος δεν έχουν εξαχθεί από σαφώς καθορισµένα µικροοικονοµικά θεµέλια που να βασίζονται στη διαχρονική βελτιστοποίηση εκ µέρους νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Ωστόσο, δεν είναι δύσκολο να εξάγουµε τη συνάρτηση συνολικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών (IS) και την συνάρτηση συνολικής ζήτησης χρήµατος (LM) από προβλήµατα διαχρονικής βελτιστοποίησης, ανάλογα εκείνων που χρησιµοποιούνται στο υπόδειγµα των πραγµατικών οικονοµικών κύκλων. Στο υπόλοιπο του κεφαλαίου αυτού θα διερευνήσουµε τα µικροοικονοµικά θεµέλια της ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών, και της ζήτησης χρήµατος στο κεϋνσιανό υπόδειγµα, µε την υπόθεση της ακαµψίας του επιπέδου τιµών. Στο επόµενο κεφάλαιο διερευνούµε τα µικροοικονοµικά θεµέλια της πιο θεµελιώδους διαφοράς των κεϋνσιανών από τα κλασσικά υποδείγµατα, της ίδιας της υπόθεσης της ακαµψίας των τιµών. 12

Θα ξεκινήσουµε µε ένα υπόδειγµα στο οποίο υπάρχει ένας µεγάλος αριθµός πανοµοιότυπων νοικοκυριών και ανταγωνιστικών επιχειρήσεων. Υποθέτουµε µια κλειστή οικονοµία, χωρίς δηµόσιο τοµέα και χωρίς επενδύσεις. Άρα το εισόδηµα ισούται µε την συνολική κατανάλωση. Η παραγωγή των επιχειρήσεων εξαρτάται θετικά από τον αριθµό των απασχολουµένων και υπόκειται σε φθίνουσες αποδόσεις. Y = F(L), F (L) > 0, F (L) 0 (12.24) Υπάρχει ένα µεγάλος αριθµός πανοµοιότυπων νοικοκυριών τα οποία αντλούν χρησιµότητα από την κατανάλωσή τους, τα πραγµατικά χρηµατικά διαθέσιµα που έχουν στη διάθεσή τους και το ελεύθερο χρόνο τους. Ο πληθυσµός είναι σταθερός, και η συνάρτηση χρησιµότητας του αντιπροσωπευτικού νοικοκυριού δίνεται από, =0 1 1+ ρ U(C ) + Λ( M ) N(L ) P, ρ > 0 (12.25) ρ είναι το ποσοστό διαχρονικής προτίµησης του νοικοκυριού, και υπάρχει φθίνουσα οριακή χρησιµότητα για την κατανάλωση και τα πραγµατικά νοµισµατικά διαθέσιµα, καθώς και αύξουσα οριακή αποστροφή στην εργασία. Κατά συνέπεια έχουµε, U > 0, U < 0, Λ > 0, Λ < 0, N > 0, N < 0 Υποθέτουµε ότι U και Λ έχουν τη συνήθη µορφή σταθερής ελαστικότητας υποκατάστασης. U(C ) = C 1 θ 1 θ, θ > 0 (12.26) Λ(M / P ) = (M / P ) 1 ν, ν > 0 (12.27) 1 ν Η υπόθεση ότι το χρήµα είναι άµεση πηγή χρησιµότητας είναι ένας απλός τρόπος για να λάβουµε υπόψη ότι η κατοχή χρηµατικών διαθεσίµων επιτρέπει στα νοικοκυριά να κάνουν τις συναλλαγές τους ευκολώτερα. 2 Τα νοικοκυριά µπορούν να διακατέχουν δύο ειδών περιουσιακά στοιχεία. Χρηµατικά διαθέσιµα, τα οποία δεν δίδουν επιτόκιο, και οµολογίες, των επιτόκιο των οποίων είναι i. Ο εισοδηµατικός περιορισµός των νοικοκυριών δίνεται από, 2 Δείτε τα κλασσικά υποδείγµατα των Baumol (1952) και Tobin (1956) για την συναγωγή συναρτήσεων ζήτησης χρήµατος για λόγους συναλλαγών. Ο Feensra (1986) αποδεικνύει ότι οι δύο προσεγγίσεις είναι ισοδύναµες αναφορικά µε τις προβλέψεις τους. 13

A +1 = M + (A + W L P C M )(1+ i ) (12.28) όπου, A είναι τα συνολικά περιουσιακά στοιχεία του νοικοκυριού, WL είναι το εισόδηµά του από εργασία και PC είναι η τρέχουσα καταναλωτική του δαπάνη. Από τις συνθήκες πρώτης τάξης για τη βελτιστοποίηση της (12.25) υπό τον περιορισµό (12.28), προκύπτει ότι, C θ = 1+ r 1+ ρ C θ +1 (12.29) όπου το πραγµατικό επιτόκιο r ορίζεται από, 1+ r = (1+ i )P / P +1 (12.30) Λαµβάνοντας του λογαρίθµους και των δύο πλευρών της (12.29) και επιλύοντας, έχουµε, lnc = lnc +1 1 θ ln 1+ r 1+ ρ lnc 1 +1 θ (r ρ) (12.31) Δεδοµένου ότι έχουµε υποθέσει ένα αντιπροσωπευτικό νοικοκυριό, και ότι όλο το προϊόν καταναλώνεται, η συνολική κατανάλωση θα ισούται µε τη συνολική παραγωγή. Άρα, υποκαθιστώντας το συνολικό προϊόν για την συνολική κατανάλωση, θα έχουµε, lny lny +1 1 θ (r ρ) (12.32) Η (12.32) είναι γνωστή ώς η νεοκεϋνσιανή καµπύλη IS. Προκύπτει από σαφή µικροοικονοµικά θεµέλια αναφορικά µε την επιλογή της κατανάλωσης εκ µέρους των νοικοκυριών. Η διαφορά της από την παραδοσιακή IS είναι η παρουσία του (προσδοκώµενου) µελλοντικού εισοδήµατος στη δεξιά πλευρά της. Το βασικό της χαρακτηριστικό είναι η αρνητική σχέση µεταξύ τρέχοντος εισοδήµατος και τρέχοντος πραγµατικού επιτοκίου. Δεδοµένου δε ότι όλες σχεδόν οι θεωρίες για τον προσδιορισµό των επενδύσεων προβλέπουν µία παρόµοια αρνητική σχέση, η αρνητική αυτή σχέση ενισχύεται αν έχουµε ένα υπόδειγµα το οποίο εκτός από την κατανάλωση προσδιορίζει και τις επενδύσεις. Αντιστοίχως, από τις συνθήκες για τη βελτιστοποίηση της (12.25) υπό τον περιορισµό (12.28), µπορούµε να συνάγουµε και τη συνάρτηση ζήτησης χρήµατος. Από τις συνθήκες πρώτης τάξης προκύπτει ότι, Λ M P = i U (C ) (12.33) 1+ i 14

Χρησιµοποιώντας την υπόθεση ότι το εισόδηµα ισούται µε την κατανάλωση, καθώς και τις συναρτήσεις (12.26), (12.27), έχουµε, M P = Y θ /ν 1+ i i 1/ν (12.34) Από την (12.34), η ζήτηση χρήµατος είναι θετική συνάρτηση του συνολικού εισοδήµατος και αρνητική συνάρτηση του ονοµαστικού επιτοκίου. Αν τώρα υποθέσουµε ότι το επίπεδο τιµών είναι δεδοµένο, δηλαδή, P = P _,, η καµπύλη IS όπως προσδιορίζεται από την (12.32) µετατρέπεται σε αρνητική σχέση µεταξύ τρέχοντος εισοδήµατος και του ονοµαστικού επιτοκίου. lny lny +1 1 θ (i ρ) (12.35) Το σύστηµα των εξισώσεων (12.34) και (12.35) έχει όλες τις ιδιότητες του συστήµατος IS-LM που αναλύσαµε στην αρχή αυτού του κεφαλαίου. 12.4 Συµπεράσµατα Τα κεϋνσιανά υποδείγµατα, όπως αυτό που αναλύσαµε στο κεφάλαιο αυτό, από πολλούς θεωρούνται πιο ρεαλιστικά από τα υποδείγµατα των πραγµατικών οικονοµικών κύκλων. Ωστόσο, τα παραδοσιακά υποδείγµατα IS-LM έχουν σηµαντικές αναλυτικές αδυναµίες, µε κυριότερη το γεγονός ότι δεν συνάγουν τις βασικές σχέσεις που διέπουν την εξέλιξη της οικονοµίας από αναλυτικά µικροοικονοµικά θεµέλια. Για το λόγο αυτό δεν µπορούµε εύκολα να ερµηνεύσουµε τις παραµέτρους τους, και να είµαστε βέβαιοι για την ερµηνεία και τη σταθερότητά τους. Ωστόσο, στη σύγχρονη κεϋνσιανή ανάλυση, οι συναρτήσεις IS και LM µπορούν να συναχθούν από µικροοικονοµικά θεµέλια, ανάλογα εκείνων που ισχύουν και για τα υποδείγµατα των πραγµατικών οικονοµικών κύκλων. Μια άλλη, πιο θεµελιώδης, αδυναµία τους, το γεγονός ότι επικεντρώνονται στη βραχυχρόνια περίοδο και δεν αναλύουν τη διαδικασία συσσώρευσης του κεφαλαίου, θα µπορούσε και αυτή να διορθωθεί, φέρνοντας τα υποδείγµατα αυτά εγγύτερα στα υποδείγµατα των πραγµατικών οικονοµικών κύκλων. Σε τελευταία ανάλυση όµως, αυτό που διαχωρίζει τα κεϋνσιανά από τα κλασσικά υποδείγµατα είναι η υπόθεση της ακαµψίας των τιµών (και των µισθών). Μεγάλο µέρος της έρευνας των τελευταίων χρόνων επικεντρώνεται στα µικροοικονοµικά θεµέλια της ακαµψίας των ονοµαστικών µισθών και των τιµών. Αυτή είναι η λεγόµενη νεο-κεϋνσιανή προσέγγιση. Στο επόµενο κεφάλαιο αναλύουµε µία σειρά υποδειγµάτων που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία. 15

16

Διάγραµµα 12.1 Η Βραχυχρόνια και η Μακροχρόνια Ισορροπία στο Κεϋνσιανό Υπόδειγµα i IS LM LM i 0 y i* y 0 y* y 17

Παραποµπές Baumol W.J. (1952), The Transacions Demand for Cash: An Invenory Theoreic Approach, Quarerly Journal of Economics, 66, pp. 545-556. Feensra R.C. (1986), Funcional Equivalence beween Liquidiy Coss and he Uiliy of Money, Journal of Moneary Economics, 17, pp. 271-291. Hicks J.R. (1937), Mr Keynes and he Classics: A Suggesed Inerpreaion, Economerica, 5, pp. 147-159. Keynes J.M. (1936), The General Theory of Employmen, Ineres and Money, Macmillan, London. Phillips A.W. (1958), The Relaionship beween Unemploymen and he Rae of Change of Money Wages in he Unied Kingdom, 1861-1957, Economica, 25, pp. 283-299. Tobin J. (1956), The Ineres Elasiciy of he Transacions Demand for Cash, Review of Economics and Saisics, 38, pp. 241-247. 18