ΥΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΥΠΕΡΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ Αίτια πρωτοπαθούς υποθυρεοειδισμού 1). Ιδιοπαθής (χωρίς βρογχοκήλη): Είναι αυτοάνοσης αιτιολογίας και αποτελεί χρόνια αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα (νόσος Hashimoto). Είναι δυνατόν να συνυπάρχει με αναιμία, σακχαρώδη διαβήτη και ρευματοειδή αρθρίτιδα. 2). Αφαίρεση ή καταστροφή του θυρεοειδούς αδένα μετά από χειρουργική επέμβαση ή ακτινοβόληση του αδένα με ραδιενεργό ιώδιο. 3). Αγενεσία ή εκτοπία του αδένα. 4). Βιοσυνθετική ανωμαλία του θυρεοειδικού ιστού από συγγενείς βλάβες ή φάρμακα (προπυλθειουρακίλη). 5). Ακτινοβόληση του λαιμού και της κεφαλής (σπάνιο). 6. Μεταστατικό καρκίνωμα. 1
Κλινική εικόνα Είναι εντυπωσιακό το φάσμα των κλινικών εκδηλώσεων του υποθυρεοειδισμού. Παρατίθενται τα κλινικά σημεία ανά σύστημα: Δέρμα Ξηρό και τραχύ (αναζητείται στην καμπτική επιφάνεια του πήχη και στη ράχη. Οίδημα στα μάτια, τα μετακάρπια και στη ραχιαία επιφάνεια του πέλματος. Το οίδημα δεν αφήνει εντύπωμα στην πίεση. Ωχρότητα. Ελάττωση σμήγματος. Οφθαλμός Οίδημα βλεφάρων (άνω, κάτω). Σπανίως εξόφθαλμος. Ώτα - Λάρυγγας Κώφωση σε βαρύ μυξοίδημα (πλήρης έλλειψη θυρεοειδικών ορμονών). Βράγχος φωνής, ενώ οι φωνητικές χορδές είναι φυσιολογικές. Πεπτικό Ελάττωση ορέξεως Παχιά γλώσσα Αύξηση βάρους λόγω κατακράτησης ύδατος. Δυσκοιλιότητα. Μεγάκολο (σπάνιο). Ατροφική γαστρίτιδα, αχλωρυδρία (συνήθης). Συχνή η μεγαλοβλαστική 2
αναιμία λόγω ελαττωμένης απορροφήσεως της βιταμίνης Β12, Χολολιθίαση. Νευρικό σύστημα Κρετινισμός (1:3000 νεογέννητα). Νυκταλωπία. Σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα. Ελάττωση των τενοντίων αντανακλαστικών ιδίως του Αχίλλειου. Μυοσκελετικό Κράμπες. Αύξηση της CRK Στα παιδιά στικτές επιφύσεις των οστών. Αρθραλγίες στους ενήλικες. Αιμοποιητικό σύστημα Αναιμία ήπια υπόχρωμη, μικροκυτταρική ή νορμόχρωμη, νορμοκυτταρική από έλλειψη βιταμίνης Β12 ή φυλλικού οξέως. Ενδοκρινείς αδένες Υπόφυση. Ελάττωση της παραγωγής της αυξητικής ορμόνης (GH) γιατί οι θυρεοειδικές ορμόνες Τ3 και Τ4 επάγουν το γονίδιο που είναι υπεύθυνο για τη σύνθεση της GH. Ελάττωση της έκκρισης της φλοιοεπινεφριδιοτρόπου ορμόνης (ACTH) στο stress. Επινεφρίδια Ελάττωση 3
της έκκρισης κορτιζόλης ενώ η κορτιζόλη του αίματος είναι φυσιολογική. Καρδιοαγγειακό σύστημα Καρδιομεγαλία Στηθάγχη Άθροιση περικαρδικού υγρού. Πλευριτικό υγρό (σπάνιο). Νεφροί Σε βαρύ υποθυρεοειδισμό έχουμε ελάττωση της σπειραματικής διήθησης. Οι πάσχοντες δεν αποβάλλουν εύκολα φορτίο ύδατος. Εργαστηριακά ευρήματα Ελάττωση των Τ3, Τ4, FT3, FT4 και αύξηση της TSH. Χαμηλά δυναμικά στο ΗΚΓ Αύξηση των CDK, SGOT, SGPT, LDH. Αύξηση ολικής χοληστερόλης και λιποπρωτεϊνών. Στα παιδιά ελάττωση της αλκαλικής φωσφατάσης. Διάγνωση Η διάγνωση τίθεται εργαστηριακά με την ανεύρεση χαμηλών τιμών των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα (Τ3, Τ4, FT3, FT4). Βασικό διαγνωστικό κριτήριο 4
είναι η αύξηση της TSH (θυρεοειδοτρόπος ορμόνη) που πολλές φορές αρκεί από μόνη της για να θέσει τη διάγνωση του υποθυρεοειδισμού. Διαφορική διάγνωση Νεφρωσικό Σύνδρομο. Χρόνια Νεφρίτιδα Νευρασθένεια. Κατάθλιψη. Συμφορητική Καρδιακή Ανεπάρκεια Πρωτοπαθής Αμυλοείδωση. Άνοια. Επιπλοκές Αν δεν διαγνωσθεί στα νεογνά ο υποθυρεοειδισμός έχουμε κρετινισμό. Σε ενήλικες αν δεν θεραπευτεί ο ασθενής θα οδηγηθεί σε μυξοιδηματικό κώμα. Θεραπεία Χορηγείται στους πάσχοντες θεραπεία υποκατάστασης με θυρεοειδικές ορμόνες. Προτιμάται η Τ4 από την Τ3. Η δοσολογία σε νέους ανθρώπους είναι γύρω στα 100mg ημερησίως. Σε ηλικιωμένους 5
ασθενείς ποτέ δεν χορηγούμε μεγάλες δόσεις. Στόχος της θεραπείας είναι η TSH να φτάσει σε φυσιολογικά επίπεδα. Σε κατεστραμμένο θυρεοειδή η δόση είναι γύρω στα 150mg ημερησίως. Υπερθυρεοειδισμός Ο υπερθυρεοειδισμός προκαλείται από την αυξημένη κυκλοφορία στο αίμα των θυρεοειδικών ορμονών. Θυρεοτοξίκωση ονομάζεται το κλινικό σύνδρομο που εμφανίζεται από την έκθεση των διάφορων ιστών του σώματος σε υψηλά επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών. Αιτιολογία-Παθογένεια 1). Υπερπαραγωγή θυρεοειδικών ορμονών (θυροξίνη, τριιωδοθυρονίνη) από το θυρεοειδή - Αυτόνομη υπερλειτουργία - Ενδογενής υπερθυρεοειδισμός. Τοξική διάχυτη βρογχοκήλη (Νόσος Graves): Προκαλείται από την παρουσία αντισωμάτων τα 6
οποία διεγείρουν το θυρεοειδή να υπερλειτουργήσει (Thyroid stimulating antibodies). Συχνά συνοδεύεται από θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια και εξόφθαλμο. Εμφανίζεται συνήθως σε νεαρά άτομα (20-40 ετών). Τοξικό αδένωμα: Εμφανίζεται αρχικά σαν θερμός όζος στο σπινθηρογράφημα, ο οποίος μεγαλώνει σταδιακά και υπερλειτουργεί καταστέλλοντας το υπόλοιπο θυρεοειδικό παρέγχυμα. Εμφανίζεται σε ηλικίες συχνότερα άνω των 40 ετών. Τοξική πολυοζώδης βρογχοκήλη: Οφείλεται σε υπερλειτουργία περισσότερων του ενός θερμών όζων μίας, επί σειράς ετών μη τοξικής πολυοζώδους βρογχοκήλης. Εμφανίζεται συχνότερα σε ηλικιωμένους. 2). Απελευθέρωση αυξημένων ποσών θυρεοειδικών ορμονών λόγω φλεγμονής του θυρεοειδή. Υποξεία 7
θυρεοειδίτιδα: Συνοδεύεται από πυρετό και πόνο στην περιοχή του τραχήλου. Υπερθυρεοειδική φάση της θυρεοειδίτιδας Hashimoto: Διαρκεί λίγους μήνες, αποκαθιστάται η θυρεοειδική λειτουργία ή εμφανίζεται υποθυρεοειδισμός. 3). Εξωγενής-Φαρμακευτικός υπερθυρεοειδισμός Προκαλείται από υπερβολική δοσολογία θυροξίνης ή τριιωδοθυρονίνης για την αντιμετώπιση όζων του θυρεοειδούς. 4). Υπερθυρεοειδισμός από λήψη Ιωδίου Συνήθως προϋπάρχει κάποια μορφή θυρεοειδοπάθειας. Προκαλείται από λήψη φαρμακευτικών σκευασμάτων που περιέχουν μεγάλη ποσότητα ιωδίου (σκιαγραφικά μέσα για εξετάσεις, Lugol, Betadine, κ.α.). 8
5). Σπανιότατα: Καρκίνωμα θυρεοειδούς, υποφυσιακό αδένωμα, σύνδρομο αντίστασης στις θυρεοειδικές ορμόνες, έκτοπος θυρεοειδικός ιστός. Συμπτώματα-Κλινική εικόνα Προκαλούνται από την αύξηση του βασικού μεταβολισμού, των καύσεων και του έργου της καρδιάς. Υπερβολική εφίδρωση. Αίσθημα παλμών- Ταχυκαρδία-Ανοδος της αρτηριακής πίεσης. Έντονη κόπωση ιδίως στην προσπάθεια Αύξηση της όρεξης. Απώλεια βάρους. Νευρικότητα-Λεπτός τρόμος άνω άκρων. Μυϊκή αδυναμία-μείωση μυϊκής μάζας. Δυσανεξία στη ζέστη, προτίμηση χαμηλών θερμοκρασιών. Σε ηλικιωμένους προεξάρχουν συμπτώματα από το κεντρικό νευρικό σύστημα όπως απάθεια, κατάθλιψη, διέγερση, σύγχυση και την καρδιά όπως 9
αρρυθμία (κολπική μαρμαρυγή), καρδιακή ανεπάρκεια, στηθάγχη. Εργαστηριακός έλεγχος Η διάγνωση του υπερθυρεοειδισμού γίνεται με τη μέτρηση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα. Σε οριακές καταστάσεις χρησιμοποιούνται ειδικές δοκιμασίες. Ακολουθεί η διερεύνηση της αιτιολογίας του υπερθυρεοειδισμού, σημαντική για την θεραπεία και την πρόγνωση. Χρήσιμες εξετάσεις είναι: Έλεγχος στο αίμα των αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων ή και των ειδικών διεγερτικών. Σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς με ραδιενεργό ιώδιο ή τεχνήτιο. Υπερηχογράφημα θυρεοειδούς. Σε οφθαλμοπάθεια γίνεται υπερηχογράφημα, αξονική ή μαγνητική τομογραφία οφθαλμικών κογχών. 10
Επιπλοκές Θυρεοτοξική κρίση Βαρεία επιδείνωση όλων των συμπτωμάτων που χρήζει παρακολούθησης σε μονάδα εντατικής. Πυρετός Σημαντική ταχυκαρδία- Αρρυθμία Υπέρταση-Συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια Υπερκινησίες- Σύγχυση- Κώμα Ναυτία- Διάρροιες- Ίκτερος. Επίδραση στα οστά Μείωση της οστικής πυκνότητας. Επίδραση στη γονιμότητα Αυξημένη πιθανότητα αποβολής σε υπερθυρεοειδική έγκυο. Διαταραχή της έμμηνης ρύσης. Επίδραση στη καρδιά Κυρίως σε ηλικιωμένους: καρδιακή ανεπάρκεια, έμφραγμα, αρρυθμίες. Θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια. Κατατάσσεται σε διάφορα στάδια ανάλογα με τη βαρύτητα. Συμπτώματα: Βάρος στα μάτια, οίδημα βλεφάρων, υπεραιμία επιπεφυκότων (κοκκίνισμα στα μάτια), ήπιο άλγος στις κινήσεις των ματιών, ξηροφθαλμία. Στον εξόφθαλμο παρατηρείται πρόπτωση, λόγω πάχυνσης των οφθαλμικών μυών και του οπισθοβολβικού λίπους. Εκτός της σωστής 11
ρύθμισης της θυρεοειδικής λειτουργίας, μπορεί να χρειασθεί επικουρική αγωγή με διουρητικά, κορτιζόνη ή σωματοστατίνη (εξατομικεύεται ανάλογα του σταδίου της οφθαλμοπάθειας). Θεραπεία Α. Αντιμετώπιση υπερθυρεοειδισμού. Σε ενδογενή υπερθυρεοειδισμό ή υπερθυρεοειδισμό από λήψη ιωδίου: Χορήγηση αντιθυρεοειδικών φαρμάκων που αναστέλλουν την παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών (μεθιμαζόλη, καρβιμαζόλη, προπυλθειουρακίλη). Χορήγηση αναστολέων των β- υποδοχέων (προπανολόλη κ.α.) επικουρικά για τη μείωση των συμπτωμάτων από το καρδιαγγειακό. Σε θυρεοειδίτιδες: Χορήγηση αναστολέων των β- υποδοχέων. Β. Τελική θεραπεία. Μόνο φαρμακευτική. Υπάρχει πιθανότητα υποτροπής. Λήψη ραδιενεργού ιωδίου. 12
Σχεδόν ολική χειρουργική αφαίρεση του θυρεοειδή. Η επιλογή εξατομικεύεται αναλόγως της μορφής του υπερθυρεοειδισμού, της ηλικίας, του βαθμού της διόγκωσης του θυρεοειδή, της γενικής κατάστασης της υγείας του ασθενή. Γ. Παρενέργειες αντιθυρεοειδικών φαρμάκων Προσοχή στον τακτικό έλεγχο των θυρεοειδικών ορμονών κατά τη διάρκεια της θεραπείας για τον καθορισμό της σωστής δόσης της αγωγής. Έλεγχος συχνά των ηπατικών ενζύμων και των λευκών αιμοσφαιρίων (απαραίτητα σε πυρετό ή κυνάγχη). Ειδικά επί λευκοπενίας (πτώση λευκών αιμοσφαιρίων και κυρίως των ουδετερόφιλων) συνιστάται διακοπή των φαρμάκων και άμεση επικοινωνία με τον ενδοκρινολόγο. 13
Ομάδες με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης υπερθυρεοειδισμού Συγγενείς ατόμων με υπερθυρεοειδισμό αυτοάνοσης αιτιολογίας. Περίοδος εγκυμοσύνης - λοχείας έως και 1 έτος από τον τοκετό. Ασθενείς που λαμβάνουν μεγάλες ποσότητες ιωδίου για εξετάσεις (π.χ. πυελογραφία), έως και 6 μήνες μετά από τη λήψη. 14