ιηµερίδα µε θέµα «ιαχείριση επικινδυνότητας- Η εφαρµογή των οδηγιών SEVESO I και II στη χώρα µας» 4-5 Νοεµβρίου 2003

Σχετικά έγγραφα
ΕΘΝΙΚΟΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΗΜΕΡΙ Α ΤΕΕ,

Η ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΤΕΧΝΙΚΕΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΕΣ ΠΤΥΧΕΣ

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΑΠΟ ΕΡΓΑ Ο ΟΠΟΙΙΑΣ. ΜΙΑ ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΤΙΕΣ ENVIRONMENTAL IMPACT ASSESSMENT AND COASTAL ZONES

Εκτίµηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και

ΙΗΜΕΡΙ Α ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ Ο ΗΓΙΩΝ SEVESO I & II ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΤΕΕ

Ορισμένα στοιχεία. Ορισμένα στοιχεία. Ορισμένα στοιχεία. Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων

Καθορισµός κριτηρίων αξιολόγησης Περιγραφή και βαθµονόµηση κριτηρίων. 1. Εισαγωγή

ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ» Ποσοστό στη.. του Μέτρου. Ποσό (σε ΕΥΡΩ)

Περιβαλλοντική Πολιτική και Βιώσιμη Ανάπτυξη

Περιβαλλοντική διαχείριση

ΙΗΜΕΡΙ Α του ΤΕΕ «ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ : Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ Ο ΗΓΙΩΝ SEVESO I & II ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ» ΕΒΕΑ, 4 & 5 Νοεµβρίου 2003

Εξειδικευµένα κριτήρια που εφαρµόζονται στις αξιολογήσεις Πράξεων µε τη διαδικασία Συγκριτικής Αξιολόγησης όλων των κατηγοριών πράξεων του

Δρ Σταυρούλα Τσιτσιφλή ΤΕΙ Θεσσαλίας

Ορισμένα στοιχεία. Ορισμένα στοιχεία. Ορισμένα στοιχεία

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ (ΤΕΕ, )

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗΣ. Ι ΑΣΚΟΥΣΑ : ρ. Μαρία Π. Θεοδωροπούλου

εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου για την

«Ορυκτός Πλούτος και Τοπικές Κοινωνίες» 13 Ιανουαρίου 2010 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ, ΣΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ. Γ.

Ιωάννης. Μαναριώτης ρ. Πολιτικός Μηχανικός ιεύθυνση Περιβάλλοντος & Χωροταξίας Περιφέρεια υτικής Ελλάδας

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΕΠ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΚΑΙ ΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΧΗΜΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΕΘΝ. ΑΜΥΝΗΣ 25, Τ.Κ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΤΗΛ.

Το Επενδυτικό σχέδιο 3. Βασικές έννοιες και ορισµοί

ΜΕΛΕΤΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Εισαγωγή για νέους µηχανικούς. Εισηγητής: Μυλωνάς Σωτήρης Πολ. Μηχανικός, ΜΒΑ

Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση Στρατηγική ΜΠΕ Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη. Δρ Σταυρούλα Τσιτσιφλή

Ποσοτικοποίηση και Παρακολούθηση Τεχνικών Λύσεων για την Οδική Ασφάλεια

οι ορισμοί της αειφόρου ανάπτυξης προϋποθέτουν την αντίληψη του κόσμου ως ένα σύστημα που συνδέει το χώρο και το χρόνο

«Οι συνέπειες από την εφαρμογή της νομοθεσίας για την Περιβαλλοντική Ευθύνη στην Ελληνική Βιομηχανία»

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ. Περιεχόμενο φακέλου για την εφαρμογή του άρθρου 13 της ΚΥΑ Η.Π /7033/ (ΦΕΚ 332 Β/2003)

«Η Οδηγία Πλαίσιο Κοινοτικής Δράσης στον τομέα πολιτικής υδάτων»

ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΚΤΑΣΗΣ Γενικές διαπιστώσεις. ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΚΤΑΣΗΣ Η ανάγκη για συνεχή βελτίωση. ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΚΤΑΣΗΣ Βασικές αρχές-στόχοι

Περιβαλλοντική Πολιτική και Βιώσιμη Ανάπτυξη

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΣΤΡΑΣ. Ζητήματα ανάπτυξης: παραγωγικές προοπτικές και προστασία των φυσικών πόρων

Εισαγωγή KΕΦΑΛΑΙΟ 1: Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Θεσμικό Πλαίσιο... 3

Ποσοστό στη.. του Μέτρου. Ποσό (σε ΕΥΡΩ)

Countries: Ανάπτυξη συστηµάτων για τη βέλτιστη

Βιομηχανικά Ατυχήματα Μεγάλης Έκτασης και Σχεδιασμός Χρήσεων Γης

Δρ Παναγιώτης Μέρκος, Γενικός Επιθεωρητής

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ ΜΕΛΕΤΩΝ ΕΙΔΙΚΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. Γιώργος Βαβίζος Βιολόγος Eco-Consultants S.A.

Β.Κ. Τσουκαλά, Επίκουρος Καθηγήτρια ΕΜΠ

Ερευνητικές Προτεραιότητες και ανάπτυξη υποδοµών για το όραµα της αειφόρου κατασκευής. Κ. Α. Συρµακέζης, Καθηγητής Ε.Μ.Π.

Βιοτεχνολογία και Παραγωγή: Ποια ερωτήµατα πρέπει να απαντηθούν

ΣΤΕ 2936/2017 [ΝΟΜΙΜΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΛΑΠ ΤΟΥ Υ.Δ. ΗΠΕΙΡΟΥ]

Η πολιτική της χαρτογράφησης vs η χαρτογράφηση της πολιτικής Η εκτίμηση της σπουδαιότητας των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σχεδίων κα προγραμμάτων.

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ. Περιβαλλοντική ρβ Ευθύνη και

τήρησης περιβαλλοντικής νοµοθεσίας σε εξορυκτικές δραστηριότητες»

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Καταθέσαµε σήµερα το πρωί το Σχέδιο Νόµου για τις Συµπράξεις ηµοσίου και Ιδιωτικού Τοµέα.

Με το παρόν σας υποβάλουµε τις παρατηρήσεις της ΑΠ ΠΧ επί του σχεδίου κανονισµού της Α ΑΕ σχετικά µε τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών.

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΙ ΙΚΩΝ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΣΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ Ο ΗΓΙΑΣ SEVESO

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

επιπτώσεων στο περιβάλλον απαιτήσεις σε αντιρρυπαντικά συστήµατα Αέριες Εκποµπές Εκποµπές οσµών

Στο στάδιο ανάλυσης των αποτελεσµάτων: ανάλυση ευαισθησίας της λύσης, προσδιορισµός της σύγκρουσης των κριτηρίων.

Απόβλητα Εκσκαφών Κατασκευών & Κατεδαφίσεων Εισηγητής : Π. Κουτσογιαννόπουλος Πολιτικός Μηχανικός

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ ΜΕΤΡΟΥ 1.7- «ΑΣΟΚΟΜΙΑ» (ΜΗ ΗΜΟΣΙΑ ΑΣΟΠΟΝΙΑ ΓΙΑ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΟΠΑΑΧ)

Ανάπτυξη και αποτελέσµατα πολυκριτηριακής ανάλυσης Κατάταξη εναλλακτικών σεναρίων διαχείρισης ΟΤΚΖ Επιλογή βέλτιστου σεναρίου διαχείρισης

Η Τυποποίηση σε θέµατα Υγείας & Ασφάλειας

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Αντιμετώπιση Πλημμυρών. Ευρωπαϊκή Νομοθεσία και ιακρατική Συνεργασία. ρ. Αγγελική Καλλία ικηγόρος Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Χ. Βλ. Γκόρτσος Επίκ. Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου Γενικός Γραμματέας ΕΕΤ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ

Εθνικό Σύστηµα ιαπίστευσης Α.Ε.

Ενότητα 1 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ [ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ] 1.1. ΓΕΝΙΚΑ ΕΝΟΤΗΤΑ 1

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ ΜΕΤΡΟΥ 1.7 «ΑΣΟΚΟΜΙΑ»

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. Περίληψη. της εκτίμησης των επιπτώσεων που συνοδεύει. την πρόταση

ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΛΕΤΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Αθήνα 3 Ιανουαρίου 2007 Α.Π. : 605

ενηµέρωση των κατευθυντήριων γραµµών σχετικά µε τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Ερωτηµατολόγιο

Κρατικές ενισχύσεις: κατευθυντήριες γραµµές σχετικά µε τις κρατικές ενισχύσεις για το περιβάλλον συχνές ερωτήσεις (βλ.

Ευρωπαϊκή Ένωση: Νέες Μέθοδοι και Εργαλεία για την Αειφόρο Ανάπτυξη

Αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ ΑΜΕΣΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΕ ΥΑ ΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΒΑΘΜΟΛΟΓΗΣΗΣ (ΜΕΤΡΟ 3.4)

ΥΨΗΛΗ ΚΑΛΗ ΜΕΤΡΙΑ ΕΛΛΙΠΗΣ ΚΑΚΗ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ ΜΕΤΡΟΥ 1.7 «ΑΣΟΚΟΜΙΑ»

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 1ης ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ Ε.Π. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

Ποιότητα και Πρότυπα στη Διοίκηση Επιχειρήσεων Συστήµατα Διασφάλισης Ποιότητας Γενική επισκόποηση και Επεκτάσεις- Διάλεξη 8

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

Σχεδιασµός Οικολογικού ιαµεσολαβητή για την εποπτεία και διαχείριση δικτύου διανοµής ηλεκτρικής ενέργειας

Στο πλαίσιο της διαχείρισης χαρτοφυλακίων ΟΣΕΚΑ, οι εντολές που δίνονται για λογαριασµό των υπό διαχείριση ΟΣΕΚΑ δεν οµαδοποιούνται µε εντολές που

Υποστηρικτικές ράσεις για την εφαρµογή της Οδηγίας Πλαίσιο ΥΠΕΧΩ Ε, 2002

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Μεθοδολογία, Τεχνικές και Θεωρία για Οικονοµοτεχνικές Μελέτες. Πρόλογος 9 Ο Σκοπός αυτού του βιβλίου 11

ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ ΑΜΕΣΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΕ ΥΑ ΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΒΑΘΜΟΛΟΓΗΣΗΣ (ΜΕΤΡΟ 5.2)

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΥΔΡΟΜΕΝΤΩΡ»

Γιώργος Δ. Κωνσταντινόπουλος Δικηγόρος παρ Αρείω Πάγω Ειδικός Εμπειρογνώμονας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε περιβαλλοντικά έργα και αξιολογήσεις

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 25 Μαρτίου 2011 (31.03) (OR. en) 8068/11 PROCIV 32 JAI 182 ENV 223 FORETS 26 AGRI 237 RECH 69

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

Συνδ (Rev. CoP14)* Αειφορική χρήση της βιοποικιλότητας: Αρχές και Κατευθύνσεις της Αντίς Αµπέµπα

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Π Ε Ρ Ι Φ Ε Ρ Ε Ι Α Σ Τ Ε Ρ Ε Α Σ Ε Λ Λ Α Α Σ

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 61/

Νομοθεσία για τη φύση: Κατάσταση εφαρμογής των ευρωπαϊκών οδηγιών για τη φύση Προτάσεις για τη βελτίωση εφαρμογής τους

Ελλάδα Επιχειρησιακό πρόγραµµα : Περιβάλλον και αειφόρος ανάπτυξη

Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Περιοχών

Transcript:

ιηµερίδα µε θέµα «ιαχείριση επικινδυνότητας- Η εφαρµογή των οδηγιών SEVESO I και II στη χώρα µας» 4-5 Νοεµβρίου 2003 ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΟΤΗΤΑΣ (Ο ΗΓΙΕΣ SEVESO I ΚΑΙ II) Γεωργίου Κ. Μανούρη, ρ. πολιτικού µηχανικού ΕΜΠ οικονοµολόγου- νοµικού, νση Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΥΠΕΧΩ Ε, Λυσάνδρου 2, 16341 Ηλιούπολη, Τηλ: 210-6415728, 6437793, 9968492, 9918103, κιν. 6978639211, Fax: 210-6452606, Email: gkman@in.gr 1. Εισαγωγή Αποτελεί αναµφισβήτητο γεγονός ότι τα πολύπλοκα τεχνολογικά συστήµατα και εγκαταστάσεις, έχουν βέβαια αναµφισβήτητα οφέλη, µπορούν όµως σε ορισµένες περιπτώσεις να προκαλέσουν σοβαρά ατυχήµατα µε ιδιαίτερα σηµαντικές επιπτώσεις στην δηµόσια υγεία, στην οικονοµία καθώς και στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Η αλήθεια αυτού του γεγονότος, έχει δυστυχώς πιστοποιηθεί, µε µεγάλα ατυχήµατα που συγκλόνισαν την κοινή γνώµη, τόσο στο εξωτερικό, (Seveso, Μοµπάλ ) όσο και στην Ελλάδα (Jet Oil, Petrola). Λόγω ακριβώς των προαναφερθεισών άκρως σηµαντικών επιπτώσεων των ατυχηµάτων αυτών και στο περιβάλλον, η στενή σχέση τους µε θέµατα προστασίας και διαχείρισης του τελευταίου είναι εµφανής. Εµφανής επίσης είναι για ανάλογο λόγο, η σχέση τους µε τον θεσµό της εκτίµησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΕΠΕ). 2. ΕΠΕ και διαχείριση επικινδυνότητας Η πληθώρα των περιβαλλοντικών προβληµάτων που απαντώνται στο σύγχρονο κόσµο, πολλά των οποίων έχουν αποκτήσει καθολικό χαρακτήρα, η δραµατική πολλές φορές µείωση της «φέρουσας ικανότητας» των διαφόρων οικοσυστηµάτων, οι σηµαντικές επιδράσεις που δηµιουργούν ιδιαίτερα τα µεγάλα έργα, οι εκτεταµένες δραστηριότητες και τα προγράµµατα στους παράγοντες και µεταβλητές του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, αλλά και η υιοθέτηση σε διεθνές επίπεδο, της αρχής της βιώσιµης ανάπτυξης, αποτελούν κάποιους από τους βασικότερους λόγους, για τους οποίους η παλαιά κλασσική αρχή του ρυπαίνοντος (ο ρυπαίνων πληρώνει), έχει αντικατασταθεί από την αρχή της πρόληψης. Με την υιοθέτηση της τελευταίας αρχής, µετατοπίστηκε το βάρος της περιβαλλοντικής προστασίας, από την αποκατάσταση στην πρόληψη. Η υλοποίηση της αρχής της πρόληψης, επέρχεται σε σηµαντικό βαθµό µε την εκτίµηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, στα πλαίσια της οποίας, επιχειρείται να εκτιµηθούν εκ των προτέρων, πάσης φύσεως επιδράσεις (θετικές-αρνητικές, µεγάλες-µικρές, άµεσες-έµµεσες, κ.λ.π) που προκαλούνται στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, από έργα δραστηριότητες και προγράµµατα. Το θέµα της ΕΠΕ, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, ιδιαίτερα στην περίπτωση των µεγάλων έργων, των εκτεταµένων δραστηριοτήτων και των αναλόγων προγραµµάτων λόγω κυρίως της φύσης και του είδους αυτών, τα οποία εκτός των άλλων, ασκούν σηµαντική κοινωνικοοικονοµική επιρροή στην ευρύτερη περιοχή τους και παρουσιάζουν αλληλεξάρτηση µε µια σειρά άλλων έργων δραστηριοτήτων και προγραµµάτων. Συνεπώς, επηρεάζουν ένα πλήθος παραγόντων και µεταβλητών του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος και για το λόγο αυτό, η προσέγγιση του θέµατος επιβάλλεται να είναι όσο το δυνατόν ολοκληρωµένη και πλήρης. Η εκτίµηση αυτή των επιδράσεων, επιβάλλεται να λαµβάνει χώρα τόσο κατά το σχεδιασµό, όσο και κατά την κατασκευή καθώς και την λειτουργία ενός έργου η δραστηριότητας η την υλοποίηση ενός προγράµµατος. Τα µεγάλα τεχνολογικά ατυχήµατα, όπως προελέχθη, είναι δυνατόν να προκαλέσουν σηµαντικές επιπτώσεις, τόσο στο φυσικό όσο και στο ανθρωπογενές περιβάλλον. Μεταξύ των εν λόγω ατυχηµάτων περιλαµβάνονται και αυτά που εµπίπτουν στο ρυθµιστικό πεδίο των Οδηγιών Seveso I και II, καθώς και του νοµοθετικού πλαισίου µε το οποίο οι εν λόγω Οδηγίες ενσωµατώθηκαν στην εσωτερική έννοµη τάξη. Εύλογα προκύπτει εν προκειµένω το συµπέρασµα, ότι µία διαδικασία εκτίµησης θα πρέπει να συµπεριλάβει και την εκτίµηση των επιπτώσεων από τα ατυχήµατα αυτά, σε συνδυασµό βεβαίως µε τις πιθανότητες πρόκλησης τέτοιων ατυχηµάτων. Η άποψη αυτή ισχύει έτι περαιτέρω, διότι η εν λόγω εκτίµηση στα µεγάλα έργα, στις εκτεταµένες δραστηριότητες καθώς και 1

στα προγράµµατα επεκτείνεται σε ένα πλήθος παραγόντων και µεταβλητών (φυσικών, οικονοµικών κοινωνικών κ.λ.π ), ποσοτικού αλλά και ποιοτικού χαρακτήρα. Σηµαντικό στοιχείο στην εν λόγω εκτίµηση, αποτελεί και η εκάστοτε σχεδιαζοµένη διαχείριση της επικινδυνότητας από τα εξεταζόµενα τεχνολογικά ατυχήµατα. Με άλλα λόγια µία διαδικασία εκτίµησης, θα πρέπει να λαµβάνει ιδιαίτερα υπόψη της και την εν λόγω διαχείριση, για να εκτιµηθούν εν τέλει, κατά τον πλέον πρόσφορο τρόπο, οι τελικές επιπτώσεις στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Αν και ο θεσµός της ΕΠΕ, δεν περιορίζεται µόνο στην εκπόνηση των µελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ), οι τελευταίες αποτελούν τον βασικό µηχανισµό της λειτουργίας του. Η πληρότητα, η αξιοπιστία αλλά και η σφαιρική προσέγγιση των επιδράσεων, που θα εκτιµηθούν µέσω µιας ΜΠΕ, είναι προφανές ότι συµβάλουν αποτελεσµατικά στην υλοποίηση της αρχής της πρόληψης. Βασικά στοιχεία που επηρεάζουν µεταξύ των άλλων την αξιοπιστία των µελετών αυτών, είναι η συνύπαρξη ποσοτικών και ποιοτικών µεταβλητών, η υποκειµενικότητα των κρίσεων, η ακαταλληλότητα των χρησιµοποιουµένων µεθόδων και τεχνικών εκτίµησης, η ιδιαιτερότητα των σχεδίων και προγραµµάτων και οι διαφορές τους µε τα έργα, η οριοθέτηση του πεδίου µελέτης (scoping), η επιλογή των έργων που υποβάλλονται σε εκτίµηση (screening), η πρόβλεψη στα πλαίσια της µελέτης µηχανισµού παρακολούθησης της λειτουργίας του έργου και της υλοποίησης του προγράµµατος (monitoring), κ.λ.π. Ειδικότερα για τα εν λόγω στοιχεία, λεκτέα είναι, µεταξύ των άλλων και τα εξής: ι) στις ΜΠΕ συνυπάρχουν ποσοτικοί παράγοντες και µεταβλητές (οι οποίοι είναι µετρήσιµοι), αλλά και αντίστοιχοι ποιοτικοί (κατ αρχήν µη µετρήσιµοι). Η ανάγκη συνεξέτασης των εν λόγω ποσοτικών και ποιοτικών παραγόντων (επιβεβληµένη και από το γεγονός της εξεύρεσης και εν συνεχεία σύγκρισης κατ αρχήν πρόσφορων, εναλλακτικών λύσεων και επιλογής της πλέον πρόσφορης), επιβάλλει αφ ενός µεν την αναζήτηση µεθόδων και τεχνικών σχετικής τουλάχιστον ποσοτικοποίησης ποιοτικών µεταβλητών, αφ ετέρου δε, σε περίπτωση ύπαρξης τέτοιων µεθόδων και τεχνικών, την αναζήτηση της πλέον κατάλληλης, για τη συγκεκριµένη µελέτη η το ορθότερον του πλέον καταλλήλου συνδυασµού αυτών, ιι) οι ανωτέρω µέθοδοι και τεχνικές, εκτός των άλλων θα πρέπει να περιορίζουν την υπάρχουσα υποκειµενικότητα των κρίσεων, που συναρτάται άµεσα µε την ύπαρξη ποιοτικών µεταβλητών, ιιι) η οριοθέτηση του πεδίου µελέτης αποτελεί καθοριστικό παράγοντα, λαµβανοµένου υπόψη και του γεγονότος, ότι ιδιαίτερα στα µεγάλα έργα και προγράµµατα, η αντιµετώπιση του θέµατος της ΕΠΕ, επιβάλλει την εκπόνηση σειράς µελετών από τα ανώτερα επίπεδα σχεδιασµού έως και τα στάδια της εκτέλεσης και λειτουργίας. 3. Μέθοδοι και τεχνικές εκτίµησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και διαχείριση επικινδυνότητας Κατόπιν των προαναφερθεισών επισηµάνσεων, καθίσταται προφανές ότι ειδικότερα στοιχεία που πρέπει, εκτός των άλλων, να ληφθούν υπόψη, για µία πρόσφορη εκτίµηση των επιπτώσεων που προκαλούνται από τα ανωτέρω έργα, δραστηριότητες η προγράµµατα είναι τα υλικά κατασκευής, ούτως ώστε εκτός από την απαραίτητη ευστάθεια, να εξασφαλίζεται η αντοχή σε δυναµικές και ιδιαίτερα σεισµικές καταπονήσεις, η διαθεσιµότητα των εν λόγω υλικών σε τοπικό επίπεδο, η ύπαρξη επικινδύνων ουσιών στις διάφορες µονάδες που µπορεί να προκαλέσουν τεχνολογικά ατυχήµατα µεγάλης έκτασης, η αποδοτικότητα του έργου, της δραστηριότητας η του προγράµµατος τόσο σε χρηµατοοικονοµική όσο και σε κοινωνικοοικονοµική βάση και άλλες άµεσες και έµµεσες επιπτώσεις στο φυσικό, οικονοµικό, κοινωνικό, και πολιτιστικό περιβάλλον. Ιδιαίτερα κατά την εξέταση των σχετικών θεµάτων, θα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη, η πρόκληση και η εµφάνιση πολλαπλασιαστικών η υποπολλαπλασιαστικών φαινοµένων, καθώς επίσης και η αλληλοσυσχέτιση µεταξύ των παραγόντων και µεταβλητών οι οποίες υφίστανται τις εν λόγω επιπτώσεις. Επί παραδείγµατι, πρόκληση εκτεταµένων ζηµιών η κατάρρευσης της εγκατάστασης µετά από µια σεισµική δράση, µπορεί να προκαλέσει σηµαντικά τεχνολογικά ατυχήµατα. Εξάλλου είναι γνωστό ότι η βασική γενεσιουργός αιτία ενός σηµαντικού τεχνολογικού ατυχήµατος µπορεί να είναι µία προηγηθείσα αυτού φυσική καταστροφή, µε συνέπεια η πρόσφορη λήψη µέτρων προς την κατεύθυνση του περιορισµού των επιπτώσεων που µπορεί να προέλθουν από µια φυσική καταστροφή, να συµβάλει δευτερογενώς στον περιορισµό των πιθανοτήτων πρόκλησης µιας οφειλοµένης σε αυτή τεχνολογικής καταστροφής. Οι ΜΠΕ, θα πρέπει να είναι προσανατολισµένες προς τις ανωτέρω κατευθύνσεις. Ιδιαίτερη προσοχή επιβάλλεται να δοθεί στην επιλογή των καταλλήλων µεθόδων και τεχνικών εκτίµησης, που κατά κανόνα πρέπει να χρησιµοποιούνται συνδυαστικά. Στα πλαίσια της παρούσας, επιχειρείται µία αξιολόγηση γνωστών µεθόδων και τεχνικών, όσον αφορά την καταλληλότητα χρήσης τους, για την ενσωµάτωση της συνιστώσας του κινδύνου δηµιουργίας σηµαντικής τεχνολογικής καταστροφής. Η χρήση των «κλασσικών» µεθόδων, είναι περιορισµένη και έχει κατά κανόνα συµπληρωµατικό χαρακτήρα, γεγονός που οφείλεται κατά βάση στο ότι για τις µεθόδους αυτές, ισχύουν ορισµένες 2

προϋποθέσεις, όπως το µη αβέβαιο περιβάλλον, το περιβάλλον εκλογικευµένης επιλογής και το στατικό περιβάλλον, προϋποθέσεις που δεν ισχύουν στην εξεταζοµένη περίπτωση. Σηµαντικές ατέλειες των ιδίων µεθόδων είναι, µεταξύ άλλων, η αδυναµία ενσωµάτωσης διαφορετικών συντελεστών και η αδυναµία χειρισµού ποιοτικών δεδοµένων. Οι µέθοδοι «πολυκριτηριακής» ανάλυσης, παρουσιάζουν σηµαντικά πλεονεκτήµατα σε σχέση µε τις κλασσικές κυρίως διότι α) το περιβάλλον µπορεί να είναι αβέβαιο, β) µπορεί να είναι µη στατικό, µε αποτέλεσµα ο σχεδιασµός να διαµορφώνεται στο πλαίσιο µιας διαρκούς διάδρασης σκοπών και µέσων, γ) τα αποτελέσµατα των εν λόγω µεθόδων µπορούν να σχετίζονται µε διαφορετικές διαβαθµίσεις, εναλλακτικά ως προς κάποια κριτήρια µε διαφορετικές προτεραιότητες (ειδικά βάρη κριτηρίων). Επίσης, δίδεται δυνατότητα χειρισµού ποιοτικών δεδοµένων, διότι στις πολυκριτηριακές προσεγγίσεις, είναι δυνατός ο χειρισµός µητρώων µικτών η και αποκλειστικά µητρώων ποιοτικών δεδοµένων (αριθµητικές/ η και τακτικές κλιµακώσεις τιµών στα κριτήρια). Για τους λόγους αυτούς, κρίνονται κατ αρχήν κατάλληλες για την εκτίµηση των επιπτώσεων που θα περιλαµβάνουν και τις επιπτώσεις από τεχνολογικά ατυχήµατα, αν και η καταλληλότητά τους αυτή µπορεί να περιορισθεί, λόγω της ύπαρξης άλλων προβληµάτων, µεταξύ των οποίων περιλαµβάνονται η αδυναµία «αντικειµενικής» αποτίµησης και µέτρησης ποιοτικών µεταβλητών, η αδυναµία προσδιορισµού του συνόλου των σχέσεων µεταξύ των περιβαλλοντικών παραγόντων και µεταβλητών, αλλά και η αδυναµία πλήρους προσδιορισµού και «εσωτερικοποίησης» του εξωτερικού κόστους, θέµα για το οποίο θα γίνει ειδικότερη αναφορά στη συνέχεια. Τα πολυκριτηριακά µοντέλα λήψης περιβαλλοντικών αποφάσεων, που ονοµάζονται και διαχειριστικά η τεχνολογικά µοντέλα, έχουν καθοριστική συµβολή στην περιγραφή των περιβαλλοντικών συστηµάτων και συνεπακόλουθα στη λήψη των περιβαλλοντικών αποφάσεων, µε αποτέλεσµα να θεωρούνται κατ αρχήν κατάλληλα για την εκτίµηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων στις οποίες περιλαµβάνονται και αυτές από τα αναφερόµενα τεχνολογικά ατυχήµατα. Παρ όλα αυτά, αρκετές φορές τα αποτελέσµατα χρήσης των δεν είναι ικανοποιητικά, διότι µεταξύ άλλων: α) ανακύπτουν θεωρητικές δυσκολίες, που έχουν σχέση µε την κατασκευή των µοντέλων. Οι δυσκολίες αυτές, οφείλονται κυρίως στην αδυναµία ακριβούς µαθηµατικού προσδιορισµού διαφόρων εννοιών που περιγράφουν τα πραγµατικά φαινόµενα, δεδοµένου του µεγάλου αριθµού αλληλεπιδράσεων και διεργασιών των τελευταίων, β) η προϋπόθεση της ύπαρξης επαρκών και αξιόπιστων στοιχείων δεν ισχύει πάντα, µε αποτέλεσµα την αδυναµία κατασκευής κατάλληλων µοντέλων, γ) η έλλειψη επαρκών γνώσεων για τα περιβαλλοντικά προβλήµατα και των αλληλοσυσχετίσεων και αλληλεπιδράσεων των προσδιοριστικών τους παραγόντων (ιδιαίτερα αυτών που έχουν καθολικό χαρακτήρα), συντελεί στην αδυναµία κατασκευής ενός αξιόπιστου µοντέλου. Η συστηµική µέθοδος, µπορεί υπό ορισµένες προϋποθέσεις να ενταχθεί στην κατηγορία των κατ αρχήν κατάλληλων µεθόδων. Πολλές φορές όµως, δηµιουργούνται προβλήµατα που περιορίζουν την εν λόγω καταλληλότητα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στο στάδιο του προσδιορισµού του συστήµατος, προβλήµατα µπορεί να δηµιουργηθούν από την έλλειψη επαρκών σε ποσότητα και ποιότητα στοιχείων, καθώς και την έλλειψη γνώσης του πλήρους εύρους των στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος και των αλληλεπιδράσεων αυτών. Κατά την κατασκευή του υποδείγµατος, µπορεί επιπλέον να δηµιουργηθούν πρόσθετα προβλήµατα επιλογής των στοιχείων του, αφού είναι γνωστό ότι ένα τέτοιο υπόδειγµα, θα πρέπει να περιλαµβάνει για λόγους δυνατότητας χειρισµού, µικρό αριθµό στοιχείων, κατάλληλα επιλεγµένων και τις σχέσεις που τις συνδέουν, κατάλληλα ορισµένες. Στο στάδιο επιλογής/ καθορισµού του συνόλου των κριτηρίων, εµφανίζεται επιπλέον το πρόβληµα της ποσοτικοποίησης, αφού όλα τα φαινόµενα, θα πρέπει να ποσοτικοποιηθούν κατά τάξη η κατά πλήθος. Ανάλογα ως προηγουµένως προβλήµατα, µπορεί να ανακύψουν και σε άλλα στάδια της διαδικασίας, όπως επί παραδείγµατι στο στάδιο της εξεύρεσης εναλλακτικών λύσεων, της αξιολόγησης αυτών και στην επιλογή της πιο πρόσφορης. Πλέον κατάλληλη µέθοδος εµφανίζεται αυτή που στηρίζεται στην ανάλυση αποφάσεων. Σύµφωνα µε την εν λόγω µέθοδο, ο σχεδιασµός των έργων και η δηµιουργία προγραµµάτων, περιγράφεται ως µια διαδικασία λήψης αποφάσεων, δηλαδή επιλογή µιας λύσης, µετά πολλών εναλλακτικών σε συνθήκες αβεβαιότητας. Η θεωρία των αποφάσεων, δίδει το κατάλληλο πλαίσιο για τη λήψη αυτών σε συνθήκες επικινδυνότητας, διότι παρέχει την δυνατότητα αποτίµησης και των ανεπιθυµήτων συνεπειών, που είναι αποτέλεσµα αστοχίας των υπό ανάλυση αποφάσεων. Η ανάπτυξη και επίλυση µοντέλων προσοµοίωσης των φυσικών φαινοµένων, που λαµβάνει χώρα, οδηγεί στον υπολογισµό των πιθανοτήτων αστοχίας, δεδοµένου ότι η αξιολόγηση των επιπτώσεων από την πιθανή αστοχία των έργων/ προγραµµάτων, λαµβάνει χώρα στο στάδιο της τεχνικής ανάλυσης, η οποία ενσωµατώνεται στην όλη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Σηµαντικό συγκριτικό πλεονέκτηµα της εν λόγω µεθόδου, έναντι κυρίως της κλασσικής κόστους/ οφέλους, είναι ότι δίδεται η δυνατότητα αποτίµησης συνεπειών και επιπτώσεων που δεν µεταφράζονται εύκολα σε χρήµα, όπως ασθένειες, δυστυχήµατα, απώλειες ζωών, ρύπανση ατµόσφαιρας και υδάτων, οικολογικές καταστροφές κ.λ.π. Η 3

προαναφερθείσα καταλληλότητα της εν λόγω µεθόδου είναι ευχερώς διαπιστώσιµη, στην εξεταζοµένη περίπτωση, αφού κυρίως ο σχεδιασµός, κατασκευή και ιδίως η λειτουργία έργων, από τα οποία µπορεί να προκληθούν τεχνολογικά ατυχήµατα ενδέχεται να παρουσιάζουν, µεταξύ άλλων, τα χαρακτηριστικά της αβεβαιότητας, των πιθανών αστοχιών, της αναγκαιότητας αντιµετώπισης των σχετικών θεµάτων µε βάση τις µεθόδους περισσοτέρων επιστηµονικών περιοχών (στατιστική θεωρία, ανάλυση συστηµάτων, επιχειρησιακή έρευνα, οικονοµία, ψυχολογία κ.λ.π), της αναγκαιότητας εκτίµησης ποικίλων παραγόντων και µεταβλητών αποτιµητών και µη αποτιµητών σε χρήµα κ.λ.π, χαρακτηριστικά δηλαδή που προσιδιάζουν στη χρήση της εν λόγω µεθόδου. Εξάλλου, στα πλαίσια αυτών των µεθόδων, εξετάζονται και φαινόµενα τύπου «ντόµινο», θέµα που ενδιαφέρει ιδιαίτερα την διαχείριση των εξεταζοµένων κινδύνων. Βεβαίως και πάλι ενδέχεται να εµφανισθούν ανάλογα µε τα αναφερόµενα στις άλλες µεθόδους και τεχνικές προβλήµατα. Σε κάθε όµως περίπτωση, η εξεταζοµένη µέθοδος είναι προσφορότερη από τις λοιπές. Τέλος, θα πρέπει να επισηµανθεί και πάλι ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων εκτίµησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων στα πλαίσια των οποίων εξετάζονται και οι πιθανότητες πρόκλησης τεχνολογικών ατυχηµάτων, επιβάλλεται να εφαρµόζεται ένας πρόσφορος για την κάθε περίπτωση συνδυασµός µεθόδων και τεχνικών εκτίµησης. 4. ΕΠΕ, διαχείριση επικινδυνότητας και οικονοµία Η οικονοµική παράµετρος παίζει ιδιαίτερο ρόλο στην εξεταζοµένη εκτίµηση που περιλαµβάνει και την περίπτωση των τεχνολογικών ατυχηµάτων. Θέµατα που σχετίζονται µε την εν λόγω παράµετρο, είναι µεταξύ άλλων, η δυνατότητα «εσωτερικοποίησης» του εξωτερικού κόστους, η δυνατότητα χρήσης των πλέον πρόσφορων, κατά περίπτωση, οικονοµικών µέσων, ο προσδιορισµός της κοινωνικής ευηµερίας που προκαλείται από την κατασκευή των συγκεκριµένων έργων, την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων και την υλοποίηση των προγραµµάτων, ο εντοπισµός και η αξιολόγηση των «οικονοµιών κλίµακας» και των «εξωτερικών οικονοµιών» (κατ εξοχήν στις αρνητικές εξωτερικές οικονοµίες περιλαµβάνονται η µόλυνση, ρύπανση η υποβάθµιση του περιβάλλοντος, καθώς και οι καταστροφές που προκαλούνται από τεχνολογικά ατυχήµατα) και η αδυναµία πλήρους λογιστικής απεικόνισης ωφελειών και κόστους, ιδιαίτερα στους ποιοτικούς παράγοντες, οι οποίοι σηµειωτέον, θα πρέπει να συνεκτιµηθούν µε τους ποσοτικούς, στα πλαίσια εκπόνησης των ΜΠΕ, προκειµένου να εξετασθεί ποια εκ των εναλλακτικών λύσεων µεγιστοποιεί τα οφέλη και ελαχιστοποιεί τα κόστη των εξεταζοµένων επιπτώσεων. Ιδιαίτερη αναφορά, επιβάλλεται, για τον λόγο αυτό να λάβει χώρα, για το είδος των προβληµάτων που δηµιουργούνται, λόγω της αδυναµίας της οικονοµικής επιστήµης να συµπεριλάβει στους διαφόρους «λογαριασµούς», την περιβαλλοντική συνιστώσα ιδιαίτερα στην περίπτωση των µεγάλων έργων, των εκτεταµένων δραστηριοτήτων και των προγραµµάτων, µε αποτέλεσµα, µεταξύ άλλων, ούτε κατάλληλη κατά περίπτωση «εσωτερικοποίηση» του εξωτερικού κόστους να είναι δυνατόν να επιτευχθεί, ούτε εκ του λόγου αυτού, να είναι δυνατή η επιλογή των πλέον πρόσφορων εναλλακτικών λύσεων. Η εν λόγω δυσκολία, καθίσταται µεγαλύτερη, όταν υπάρχουν πιθανότητες πρόκλησης σοβαρών τεχνολογικών ατυχηµάτων, όπως αυτά που καλύπτονται από τις Οδηγίες Seveso I,II, διότι στην προκειµένη περίπτωση, η «εσωτερικοποίηση» θα πρέπει να επιχειρηθεί, υπό καθεστώς αβεβαιότητας πρόκλησης σηµαντικού τεχνολογικού ατυχήµατος. Καθίσταται κατανοητή, η προκύπτουσα ωφέλεια, όταν η λήψη µέτρων περιορίζει σε σηµαντικό βαθµό τη πιθανότητα πρόκλησης σηµαντικού ατυχήµατος, µε αποτέλεσµα να µην συµπεριληφθεί στις επιπτώσεις το κόστος του και φυσικά να µην επιχειρηθεί η «εσωτερικοποίησή» του. Τα εξεταζόµενα προβλήµατα, θα πρέπει να αντιµετωπισθούν, εκτός των άλλων, µε βάση τις εξής κατευθύνσεις: ι) την κατεύθυνση της πλήρους και πλέον πρόσφορης εκµετάλλευσης των υπαρχόντων µεθόδων και τεχνικών εκτίµησης που περιορίζουν το εύρος τους, ιι) την κατεύθυνση της συνεξέτασης των βασικών τουλάχιστον κοινωνικοοικονοµικών παραµέτρων µε τις λοιπές τεχνικού, νοµικού, οργανωτικού κ.λ.π. χαρακτήρα στα πλαίσια εκπόνησης ΜΠΕ και ιιι) την κατεύθυνση της κρατικής παρέµβασης και της λήψης ενιαίων µέτρων από την πολιτεία, όταν η συµπεριφορά της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, οδηγεί στην δηµιουργία εκτεταµένων αρνητικών εξωτερικών οικονοµιών, µεταξύ των οποίων, προέχουσα θέση έχει η υποβάθµιση του περιβάλλοντος και η αύξηση του κινδύνου πρόκλησης σοβαρών τεχνολογικών ατυχηµάτων. 4

5. Νοµοθετικό πλαίσιο Η έκδοση των οδηγιών 97/11ΕΕ για την εκτίµηση των επιπτώσεων ορισµένων σχεδίων δηµοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ) και 96/61/ΕΕ για την ολοκληρωµένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης, επέβαλαν, µεταξύ άλλων, την ανάγκη τροποποίησης των άρθρων 3,4,5 του Ν.1650/86 για το περιβάλλον, που είχαν κατά βάση εξειδικευτεί µε τις ΚΥΑ 69269/5387/90 και 75308/5512/90. Η τροποποίηση έλαβε χώρα µε την έκδοση του Ν.3010/2002(ΦΕΚ 91Α /25-4-2002) «Εναρµόνιση του Ν. 1650/1986 µε τις οδηγίες 97/11 ΕΕ και 96/61 ΕΕ, διαδικασία οριοθέτησης και ρυθµίσεις θεµάτων για τα υδατορέµατα και άλλες διατάξεις». Σε συνέχεια του παρόντος νόµου εκδόθηκε, µεταξύ άλλων, η ΚΥΑ ΗΠ 15393/2332/2002 (ΦΕΚ 1022Β/ 5-8-2002) «Κατάταξη δηµοσίων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες και υποκατηγορίες, σύµφωνα µε το άρθρο 3 του Ν.1650/1986 όπως αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 1 του Ν. 3010/2002 Εναρµόνιση του Ν 1650/86 µε τις οδηγίες 97/11ΕΕ και 96/61ΕΕ κ.α (Α91)», στα πλαίσια της οποίας, τα έργα και οι δραστηριότητες της Α και Β κατηγορίας, υποδιαιρούνται στις υποκατηγορίες 1 και 2 (για τη Α) και 3 και 4 (για τη Β). Ακόµη εκδόθηκε η αριθ. 25535/3281/2002 ΚΥΑ (ΦΕΚ 1463Β/ 20-11-2002) «Έγκριση περιβαλλοντικών όρων από το Γενικό Γραµµατέα της Περιφέρειας των έργων και δραστηριοτήτων που κατατάσσονται στην υποκατηγορία 2 της Α κατηγορίας σύµφωνα µε την υπ αρ. ΗΠ 15393/2332/2002 ΚΥΑ Κατάταξη δηµόσιων και ιδιωτικών έργων σε κατηγορίες κ.λ.π κ.λ.π (Β 1022)». Όσον αφορά το νοµοθετικό πλαίσιο, που διέπει το θέµα των τεχνολογικών ατυχηµάτων µεγάλης έκτασης, ισχύει ήδη η Οδηγία Seveso II (96/82/ΕΚ), η οποία έχει καταργήσει την οδηγία Seveso I (82/501/EEC και την µετέπειτα 89/610/EEC τροποποίησή της οι οποίες ενσωµατώθηκαν στην εσωτερική έννοµη τάξη µε τις ΚΥΑ 18187/272/88 και 77119/4607/93). H εν λόγω νέα Οδηγία, ενσωµατώθηκε στην εσωτερική έννοµη τάξη, µε την υπ αρίθµ. οικ 5697/590/29-3-2000 (ΦΕΚ Β 405) ΚΥΑ «Καθορισµός µέτρων και όρων για την αντιµετώπιση των κινδύνων από ατυχήµατα µεγάλης έκτασης σε εγκαταστάσεις η µονάδες λόγω της ύπαρξης επικίνδυνων ουσιών». Σύµφωνα µε την παλαιοτέρα Οδηγία Seveso I, και τις σχετικές ΚΥΑ, οι βιοµηχανικές εγκαταστάσεις στις οποίες χρησιµοποιούνται η ενδεχοµένως χρησιµοποιηθούν ποσότητες επικινδύνων ουσιών, που µπορούν να προκαλέσουν σηµαντικά ατυχήµατα, θα πρέπει να υποβάλουν µελέτη ασφαλείας και να λάβουν όλα τα απαραίτητα µέτρα για την αποτροπή ενός τέτοιου ενδεχοµένου, ενώ οι αρχές θα πρέπει να συντάξουν εξωτερικά σχέδια εκτάκτου ανάγκης για την εκτίµηση, την πρόληψη και την αντιµετώπιση των κινδύνων από ενδεχόµενα τεχνολογικά ατυχήµατα. Η νεωτέρα Οδηγία και η ΚΥΑ που την ενσωµάτωσε στην εσωτερική έννοµη τάξη, είναι σαφώς βελτιωµένες. Μεταξύ άλλων, ι)το νεώτερο νοµοθετικό πλαίσιο, προβλέπει γενίκευση του κριτηρίου, σύµφωνα µε το οποίο εντάσσεται µια επιχείρηση στις διατάξεις του νόµου, καθόσον αρκεί η παρουσία επικινδύνων ουσιών σε µια εγκατάσταση που υπερβαίνει µια κρίσιµη ποσότητα, ιι)γενικεύονται οι κατηγορίες των επικινδύνων ουσιών (προβλέπονται, µεταξύ άλλων, ουσίες επικίνδυνες για το περιβάλλον ), ιιι)εισάγεται η έννοια του φαινοµένου ντόµινο, ιν)προβλέπεται ο σχεδιασµός χρήσεων γης, µε βασικό στόχο την εξασφάλιση κατάλληλων αποστάσεων µεταξύ των επικινδύνων εγκαταστάσεων αλλά και µεταξύ αυτών και κατοικηµένων περιοχών και ν) ορίζονται κριτήρια για την αναφορά ενός µεγάλου ατυχήµατος βάσει των ποσοτήτων και των συνεπειών του, τόσο στον άνθρωπο, όσο και στο περιβάλλον νι) δίδεται βαρύτητα στην εγκατάσταση, στον έλεγχο και στη διαχείριση ενός διαχειριστικού συστήµατος ασφαλείας στην επιχείρηση. Προβαίνοντας σε µια συνδυασµένη αξιολόγηση, των προαναφερθέντων νοµοθετικών πλαισίων, που αφορούν αφ ενός µεν την ΕΠΕ, αφ ετέρου δε, την αναφεροµένη διαχείριση επικινδυνότητας από τεχνολογικά ατυχήµατα µεγάλης έκτασης, διαπιστώνεται, ότι παρ όλη τη σηµαντική βελτίωση ενός εκάστου εξ αυτών, δεν υπήρξε σε νοµοθετικό επίπεδο, ανάλογη πρόοδος στην επίτευξη συµβατότητας και ιδιαίτερα, προς την κατεύθυνση της πλήρους ενσωµάτωσης της συνιστώσας του πιθανού κινδύνου από πρόκληση σοβαρών τεχνολογικών ατυχηµάτων, σε µια πρόσφορη διαδικασία εκτίµησης των σχετικών επιπτώσεων στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον 6. Οι θέσεις της νοµολογίας Η εξεταζοµένη νοµολογία, κατά κύρια βάση ανευρίσκεται στο θεµατικό πεδίο των ΕΠΕ και των ΜΠΕ. Μεταξύ των θέσεων που έχει διατυπώσει περιλαµβάνονται και οι εξής: ι) η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος απορρέει απ ευθείας από το άρθρο 24 του Συντάγµατος, το οποίο έχει άµεση ισχύ, ιι) η εκτίµηση θα πρέπει να ξεκινά από το κατάλληλο, κατά περίπτωση επίπεδο σχεδιασµού, ιιι) µεταξύ των χαρακτηριστικών της εκτίµησης, είναι ότι αυτή πρέπει να είναι σφαιρική, πλήρης, ολοκληρωµένη και να εξετάζει τις εναλλακτικές λύσεις και της µηδενικής 5

συµπεριλαµβανοµένης (δηλαδή την λύση που αποκλείει την κατασκευή του έργου, την ανάπτυξη της δραστηριότητας η την υλοποίηση του προγράµµατος), ιν) µεταξύ των εναλλακτικών, θα πρέπει να επιλέγεται αυτή που προξενεί τις ηπιότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον και είναι τεχνικά πρόσφορη, ν) η ΕΠΕ θα πρέπει να είναι προσανατολισµένη προς την αρχή της βιώσιµης ανάπτυξης, η οποία απορρέει τόσο από το Σύνταγµα, όσο και από το Ευρωπαϊκό Κοινοτικό ίκαιο, αλλά και από ιεθνείς Συνθήκες, νι) η προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί τον σπουδαιότερο παράγοντα, από αυτούς που συνθέτουν το δηµόσιο συµφέρον. Η προαναφερθείσα νοµολογία, οδηγεί, εκτός των άλλων, στην ενίσχυση της άποψης για την αναγκαιότητα ένταξης στη διαδικασία ΕΠΕ και της συνιστώσας του κινδύνου πρόκλησης σοβαρής τεχνολογικής καταστροφής, όπως ειδικότερα αναπτύχθηκε ανωτέρω. Η άποψη αυτή, τεκµηριώνεται, εκτός στων άλλων, και από το γεγονός ότι σε αντίθετη περίπτωση, ούτε το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον προστατεύεται επαρκώς, ούτε η εκτίµηση είναι σφαιρική, πλήρης και ολοκληρωµένη, και βεβαίως δεν είναι προσανατολισµένη στην αρχή της βιώσιµης ανάπτυξης. 7. Η στάση της δηµόσιας διοίκησης Η δηµόσια διοίκηση είναι ένας από τους σηµαντικούς φορείς, ο οποίος θα πρέπει να κινηθεί προς την κατεύθυνση της επίτευξης της επιθυµητής συµβατότητας, µεταξύ της ΕΠΕ και της αντιµετώπισης τεχνολογικών ατυχηµάτων µεγάλης έκτασης. Ένας φορέας που είναι επιφορτισµένος µε την επίτευξη του ανωτέρω στόχου, θα πρέπει, µεταξύ άλλων ι) να διαθέτει εξειδικευµένο προσωπικό ιι) να είναι οργανωτικά διαρθρωµένος κατά τρόπο που συµβάλει στην υλοποίηση του αναφεροµένου στόχου ιιι) να διαθέτει κατ εξοχήν αξιοκρατικό σύστηµα πρόσληψης και εξέλιξης του προσωπικού του ιν) η εν γένει δράση του να είναι εύκαµπτη, να βασίζεται σε κατάλληλες συνεργασίες µε άλλους φορείς (π.χ πανεπιστήµια, άλλα εξειδικευµένα ιδρύµατα στο εσωτερικό και εξωτερικό κ.λ.π) και να εξασφαλίζει την σύγκλιση των διαφόρων τοµεακών στόχων για την επίτευξη του προαναφερθέντος κεντρικού στόχου εξασφάλισης της εν λόγω συµβατότητας. Επί παραδείγµατι, θα πρέπει να θέτει κατάλληλες προδιαγραφές για την εκπόνηση των ΜΠΕ, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η ουσιαστική ένταξη της συνιστώσας της επικινδυνότητας από σοβαρά τεχνολογικά ατυχήµατα στην διαδικασία ΕΠΕ, να ελέγχει την εφαρµογή των εν λόγω προδιαγραφών, να συµµορφώνεται µε τις πάγιες θέσεις της νοµολογίας και να προτείνει νοµοσχέδια η να εκδίδει άλλες κανονιστικές πράξεις, που εκτός από το ότι πρέπει να είναι νόµιµες, επιβάλλεται να ικανοποιούν και τις προαναφερθείσες τεχνικές απαιτήσεις που αναφέρονται κατά βάση στις εφαρµοζόµενες, κατάλληλες για την εξασφάλιση της εν λόγω συµβατότητας, µεθόδους και τεχνικές. Το γεγονός ότι τα ανωτέρω περιγραφέντα χαρακτηριστικά, κατ ελάχιστο συναντώνται στο χώρο της δηµόσιας διοίκησης, δικαιολογεί σε σηµαντικό βαθµό, το γιατί παρ όλη την επιτευχθείσα βελτίωση, η κατάσταση ουδόλως κρίνεται ως ικανοποιητική. 8. Συµπεράσµατα-προτάσεις Από την προαναφερθείσα ανάλυση, προέκυψαν µεταξύ άλλων και τα εξής: 1. Τα τεχνολογικά ατυχήµατα µεγάλης έκτασης, όπως αυτά που εντάσσονται στο ρυθµιστικό πεδίο των Οδηγιών Seveso I, και II, εφόσον λάβουν χώρα, προκαλούν, κατά κανόνα, σηµαντικές επιπτώσεις στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. 2. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει και τα ανωτέρω θέµατα να ενταχθούν σε διαδικασία εκτίµησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων 3. Παρ όλο ότι υπάρχει σηµαντική βελτίωση τόσο σε θέµατα ΕΠΕ όσο και σε θέµατα που σχετίζονται µε µεγάλα τεχνολογικά ατυχήµατα, δεν υπάρχει αντίστοιχη βελτίωση στην επίτευξη ουσιαστικής συσχέτισης των δύο αυτών κατηγοριών θεµάτων. 4. Για να επιτευχθεί η εν λόγω ουσιαστική συσχέτιση, θα πρέπει η προσέγγισή του εξεταζοµένου θέµατος να είναι συνδυαστική και σύνθετη, δηλαδή να λαµβάνει υπόψη της, πλην των άλλων, τις τεχνικές απαιτήσεις, καθώς και οικονοµικά, νοµοθετικά, νοµολογιακά και οργανωτικά δεδοµένα, πρόσφορα για την επίτευξη του εν λόγω στόχου 5. Σχετικά µέτρα που πρέπει να ληφθούν, για το σκοπό αυτό, επιβάλλεται, εκτός των άλλων να κινηθούν προς την κατεύθυνση: α) της βελτίωσης των µεθόδων και τεχνικών εκτίµησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και κυρίως αυτών που αναπτύσσονται υπό καθεστώς αβεβαιότητας 6

β) της συνεκτίµησης της οικονοµικής συνιστώσας του θέµατος και ειδικότερα της οικονοµικής αποτίµησης των αναφεροµένων επιπτώσεων και της εσωτερικοποίησης του εξωτερικού κόστους γ) της λήψης υπόψη των θέσεων της νοµολογίας κυρίως σε θέµατα ΕΠΕ και περιβάλλοντος γενικότερα δ) της διαµόρφωσης καταλλήλου για τον επιδιωκόµενο στόχο νοµοθετικού και εν γένει κανονιστικού πλαισίου ε) της δηµόσιας διοίκησης, ούτως ώστε η εν γένει δράση της να παρουσιάζει τα απαραίτητα για την επίτευξη στόχων, όπως ο εξεταζόµενος, χαρακτηριστικά γνωρίσµατα. 9. Ενδεικτική βιβλιογραφία Κασσιός Κ. (1991). «Σηµειώσεις επιπτώσεων στο περιβάλλον από τεχνικά έργα και προγράµµατα», ΕΜΠ, Αθήνα. Κοντός Ι- Ζευγώλης Μ. «Μεθοδολογία εκτίµησης της επικινδυνότητας των µεταλλουργικών εγκαταστάσεων», Τεχνικά χρονικά 1/2000, σελ. 106 επ. Lee N.- Walsh. (1992). «Strategic environmental assessment», EIA Leaftet series No 13, Manshester. Λέκκας Ε. (1996), «Φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές», Αθήνα Παπάζογλου Ι. (1999). «Ποσοτικός καθορισµός επικινδυνότητας και ορθολογικής διαχείρισης της ασφάλειας βιοµηχανικών εγκαταστάσεων», Τεχνικά χρονικά 1/2000, σελ. 47 επ. ΣΤΕ, Αποφάσεις και Πρακτικά Επεξεργασίας Χρήστου Μ. (1999). «Σχεδιασµός χρήσεων γης και χωροθέτηση βιοµηχανικών εγκαταστάσεων που διαχειρίζονται επικίνδυνες ουσίες», Τεχνικά χρονικά 1/2000, σελ. 20 επ. 7