APEIROSTIKOS LOGISMOS I

Σχετικά έγγραφα
x είναι f 1 f 0 f κ λ

APEIROSTIKOS LOGISMOS I

ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΕΝΑΤΟ ΜΑΘΗΜΑ, Μ. Παπαδημητράκης.

0x2 = 2. = = δηλαδή η f δεν. = 2. Άρα η συνάρτηση f δεν είναι συνεχής στο [0,3]. Συνεπώς δεν. x 2. lim f (x) = lim (2x 1) = 3 και x 2 x 2

ΑΝΑΛΥΣΗ 2. Μ. Παπαδημητράκης.

Απειροστικός Λογισμός Ι, χειμερινό εξάμηνο Λύσεις ενδέκατου φυλλαδίου ασκήσεων.

Όριο συνάρτησης στο x. 2 με εξαίρεση το σημείο A(2,4) Από τον παρακάτω πίνακα τιμών και τη γραφική παράσταση του παραπάνω σχήματος παρατηρούμε ότι:

Θεώρημα Βolzano. Κατηγορία 1 η Δίνεται η συνάρτηση:

Απειροστικός Λογισμός Ι, χειμερινό εξάμηνο Λύσεις έβδομου φυλλαδίου ασκήσεων.

Μαθηματικά. Ενότητα 6: Ασκήσεις Ορίων Συνάρτησης. Σαριαννίδης Νικόλαος Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής

APEIROSTIKOS LOGISMOS I

n sin 1 n. 2 n n+1 6 n. = 1. = 1 2, = 13 4.

ΑΝΑΛΥΣΗ 2. Μ. Παπαδημητράκης.

Απειροστικός Λογισμός Ι, χειμερινό εξάμηνο Λύσεις έκτου φυλλαδίου ασκήσεων.

1. Υπολογίστε, όπου αυτές υπάρχουν, τις παραγώγους των συναρτήσεων:

sin(5x 2 ) sin(4x) e 5t 2 1 (ii) lim x 0 10x 3 (iii) lim (iv) lim. 10t sin(ax) = 1. = 1 1 a lim = sin(5x2 ) = 2. f (x) = sin x. = e5t 1 = 1 0 = 0.

********* Β ομάδα Κυρτότητα Σημεία καμπής*********

ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 10: ΕΥΡΕΣΗ ΤΟΠΙΚΩΝ ΑΚΡΟΤΑΤΩΝ

13 Μονοτονία Ακρότατα συνάρτησης

Διαφορικές Εξισώσεις.

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΓΕΝΙΚΑ ΘΕΜΑ Α. , έχει κατακόρυφη ασύμπτωτη την x 0.

2. Αν έχουμε μια συνάρτηση f η οποία είναι συνεχής σε ένα διάστημα Δ.

Απειροστικός Λογισμός Ι Ασκήσεις

Διαφορικές Εξισώσεις.

ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΔΩΔΕΚΑΤΟ ΜΑΘΗΜΑ, Μ. Παπαδημητράκης.

- ΟΡΙΟ - ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 7: ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ - ΠΡΑΞΕΙΣ ΜΕ ΣΥΝΕΧΕΙΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ - ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ ΣΕ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΑ

ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 7: ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΘΕΩΡΗΜΑΤΟΣ ΜΕΣΗΣ ΤΙΜΗΣ

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2018 A ΦΑΣΗ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Θετικής & Τεχνολογικής Κατεύθυνσης Β ΜΕΡΟΣ (ΑΝΑΛΥΣΗ) ΚΕΦ 1 ο : Όριο Συνέχεια Συνάρτησης

Συνέχεια συνάρτησης σε διάστημα. Η θεωρία και τι προσέχουμε. x, ισχύει: lim f (x) f ( ).

1.8 ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ ΘΕΩΡΗΜΑ BOLZANO A. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ

Απειροστικός Λογισμός Ι, χειμερινό εξάμηνο Λύσεις τέταρτου φυλλαδίου ασκήσεων. ( n(n+1) e 1 (

12. ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ Α ΒΑΘΜΟΥ. είναι δύο παραστάσεις μιας μεταβλητής x πού παίρνει τιμές στο

g(x) =α x +β x +γ με α= 1> 0 και

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΜΕ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΗ ΒΙΟΪΑΤΡΙΚΗ

- ΟΡΙΟ - ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 6: ΜΗ ΠΕΠΕΡΑΣΜΕΝΟ ΟΡΙΟ ΣΤΟ

Μέθοδος Α. Β 3. Η γραφική παράσταση της f τέμνει τον άξονα των xx σε ένα σημείο με τετμημένη ξ [α,β],

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 2017

ΑΝΑΛΥΣΗ 2. Μ. Παπαδημητράκης.

ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 6: ΘΕΩΡΗΜΑ ΜΕΣΗΣ ΤΙΜΗΣ ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΜΟΥ (Θ.Μ.Τ.)

Συνθήκες Θ.Μ.Τ. Τρόπος αντιμετώπισης: 1. Για να ισχύει το Θ.Μ.Τ. για μια συνάρτηση f σε ένα διάστημα [, ] (δηλαδή για να υπάρχει ένα τουλάχιστον (, )

ΛΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣΗΣ ΝΟ 2 Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕ.Λ. 18 ΜΑΙΟΥ 2018 ΘΕΜΑ Α. η f ικανοποιεί τις υποθέσεις του θεωρήματος μέσης.

B = F i. (X \ F i ) = i I

Η Θεωρία στα Μαθηματικά κατεύθυνσης της Γ Λυκείου

Μαθηματικά. Ενότητα 2: Διαφορικός Λογισμός. Σαριαννίδης Νικόλαος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων (Κοζάνη)

Κατηγορία 1 η. Σταθερή συνάρτηση Δίνεται παραγωγίσιμη συνάρτηση f : 0, f '( x) 0 για κάθε εσωτερικό σημείο x του Δ

όπου D(f ) = (, 0) (0, + ) = R {0}. Είναι Σχήµα 10: Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x) = 1/x.

Για να εκφράσουμε τη διαδικασία αυτή, γράφουμε: :

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΙΙ, ΣΕΜΦΕ (1/7/ 2013) y x + y.

Για την τοπική μελέτη μιας συνάρτησης f ενδιαφέρον έχει η συμπεριφορά της συνάρτησης γύρω απο κάποια θέση x 0

ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΠΕΜΠΤΟ ΜΑΘΗΜΑ, Μ. Παπαδημητράκης.

f(x) f(c) x 1 c x 2 c

[ α π ο δ ε ί ξ ε ι ς ]

ΤΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

55 Χρόνια ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΑΒΒΑΪΔΗ-ΜΑΝΩΛΑΡΑΚΗ ΠΑΓΚΡΑΤΙ : Εκφαντίδου 26 και Φιλολάου : Τηλ.:

Γ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ. Ημερομηνία: Πέμπτη 20 Απριλίου 2017 Διάρκεια Εξέτασης: 3 ώρες ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΕΒΔΟΜΟ ΜΑΘΗΜΑ, Μ. Παπαδημητράκης.

Μαθηματικά Προσανατολισμού Γ Λυκείου Κανιστράς Δημήτριος. Συναρτήσεις Όρια Συνέχεια Μια πρώτη επανάληψη Απαντήσεις των ασκήσεων

Μαθηματικά Θετικής και Τεχνολογικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου ΚΥΡΤΟΤΗΤΑ - ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΜΠΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ

ΟΡΙΑ ΣΥΝΕΧΕΙΑ: Τύποι - Βασικές έννοιες

ΑΣΥΜΠΤΩΤΕΣ ΓΡΑΦΙΚΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ

Απειροστικός Λογισμός Ι, χειμερινό εξάμηνο Λύσεις ένατου φυλλαδίου ασκήσεων.

ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΑΘΗΜΑ, Μ. Παπαδημητράκης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο: ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 8: ΜΟΝΟΤΟΝΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ [Ενότητα Μονοτονία Συνάρτησης του κεφ.2.6 Μέρος Β του σχολικού βιβλίου].

Γ ε ν ι κ έ ς εξ ε τ ά σ ε ι ς Μαθηματικά Γ λυκείου Θ ε τ ι κ ών και οικονομικών σπουδών

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Απαντήσεις ισχυρισμών και αντιπαραδείγματα. Για το Α Θέμα των Πανελληνίων Εξετάσεων

Πολλά ψέματα λίγες αλήθειες. ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΜΕΡΟΣ 1 ο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τμήμα Φυσικής Σημειώσεις Ανάλυσης Ι (ανανεωμένο στις 5 Δεκεμβρίου 2012)

a = f( x ) =. (Μονάδες 8) 2 = =,από όπου προκύπτει ( υψώνοντας στο τετράγωνο ), x =, επομένως x = 0 x = ή Άσκηση 4679 Δίνεται η συνάρτηση:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 2008

Φίλη μαθήτρια, φίλε μαθητή,

Ασύμπτωτες. Διαφορικός Λογισμός μιας μεταβλητής Ι

Λύσεις των θεμάτων των Πανελλαδικών Εξετάσεων στα Μαθηματικά Προσανατολισμού 2016

ΘΕΜΑ Α. A1. Έστω f μια συνεχής συνάρτηση σε ένα διάστημα [α, β]. Αν G είναι μια παράγουσα της f στο [α, β], τότε να αποδείξετε ότι:

Διαγώνισμα (Μονάδες 2) β. Μια συνάρτηση f μπορεί να μην είναι συνεχής στα άκρα ακαι β αλλά να είναι συνεχής στο [ α, β ].

ΜΕΛΕΤΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ

Ο μαθητής που έχει μελετήσει τo κεφάλαιο αυτό θα πρέπει να είναι σε θέση:

ΑΝΑΛΥΣΗ 2. Μ. Παπαδημητράκης.

ΑΝΑΛΥΣΗ 2. Μ. Παπαδημητράκης.

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ. f ( x) 0 0 2x 0 x 0

A. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ

Κεφάλαιο 4: Διαφορικός Λογισμός

f x x, ν Ν-{0,1} είναι παραγωγίσιμη στο R

ΘΕΜΑ Α A1. Έστω μια συνάρτηση παραγωγίσιμη σε ένα διάστημα (α,β), με εξαίρεση ίσως ένα σημείο του x 0, στο οποίο όμως η f είναι συνεχής.

x x = e, x > 0 έχει ακριβώς δυο Γ4. Να βρείτε το εμβαδόν του χωρίου που περικλείεται από τη γραφική


A. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ

ΣΤΑΘΕΡΗ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ. Το Θεώρημα και το Πόρισμα ισχύουν σε διαστήματα και όχι σε ένωση διαστημάτων.

( ) f( x ) ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ. Επώνυμο: Όνομα: Τμήμα: Ημερομηνία: Α Βαθ. Β Βαθ. Μ.Ο. (ενδεικτικές λύσεις)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τμήμα Φυσικής Ανάλυση Ι 5 Δεκεμβρίου 2014

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ ΚΩΛΕΤΤΗ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ-ΛΑΘΟΥΣ

ΑΝΑΛΥΣΗ 2. Μ. Παπαδημητράκης.

Π Κ Τ Μ Ε Μ Λύσεις των ασκήσεων

Μ Α Θ Η Μ Α Τ Α Γ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΘΕΜΑ Β. Να εξετάσετε αν ισχύουν οι υποθέσεις του Θ.Μ.Τ. για την συνάρτηση στο διάστημα [ 1,1] τέτοιο, ώστε: C στο σημείο (,f( ))

Η ΜΕΘΟΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΕΞΙΣΩΣΕΩΝ

[Κεφάλαιο 1 Μέρος Β' του σχολικού βιβλίου] x είναι συνεχής στο σαν άθροισμα συνεχών συναρτήσεων. για x. άρα g(x) 0 και αφού είναι συνεχής

κυρτές συναρτήσεις. Αν η g είναι γνησίως αύξουσα τότε η gof : είναι κυρτή. . Θα δείξουμε ότι η h είναι γνησίως αύξουσα.

Transcript:

APEIROSTIKOS LOGISOS I ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ Λύσεις ασκήσεων φυλλαδίου. Άσκηση : Αποδείξτε με τον ορισμό ότι:. lim ( ) = +,. lim =,. lim ln( + ) = ln, + 4. lim + =. Λύση:. Θεωρούμε αυθαίρετο > 0 και θέλουμε να βρούμε κάποιον δ > 0 έτσι ώστε, αν είναι στο πεδίο ορισμού της y = ( ) και 0 < < δ, να συνεπάγεται ( ) >. Κατ αρχάς, παρατηρούμε ότι η σχέση 0 < < δ εξασφαλίζει ότι το είναι στο πεδίο ορισμού της y = ( ), οπότε, απλώς, θέλουμε να βρούμε κάποιον δ > 0 έτσι ώστε από την 0 < < δ να συνεπάγεται ( ) >. Διερευνούμε την ( ) > και βλέπουμε ότι είναι ισοδύναμη με την <. Άρα, είναι φανερό ότι, αν επιλέξουμε τον δ έτσι ώστε 0 < δ, τότε από την 0 < < δ συνεπάγεται η < η ( ) >. και από αυτήν συνεπάγεται. Θεωρούμε αυθαίρετο > 0 και θέλουμε να βρούμε κάποιον N > 0 έτσι ώστε, αν είναι στο πεδίο ορισμού της y = και < N, να συνεπάγεται <. Επειδή το πεδίο ορισμού της y = είναι ολόκληρο το R, θέλουμε, απλώς, να βρούμε κάποιον N > 0 έτσι ώστε από την < N να συνεπάγεται <. Βλέπουμε ότι η < είναι ισοδύναμη με την < =. Άρα, αν επιλέξουμε τον N έτσι ώστε N, τότε από την < N συνεπάγεται η < και από αυτήν συνεπάγεται η <.. Θεωρούμε αυθαίρετο ε > 0 και θέλουμε να βρούμε κάποιον δ > 0 έτσι ώστε, αν είναι στο πεδίο ορισμού της y = ln( + ) δηλαδή αν > και 0 < < δ να συνεπάγεται ln( + ) ln < ε. Βλέπουμε ότι (για > ) η ln( + ) ln < ε είναι ισοδύναμη με την ln ε < ln( + ) < ln + ε κι αυτή με την e ε < + < e ε κι αυτή με την e ε < < e ε. Παρατηρούμε ότι < e ε < < e ε, δηλαδή ο αριθμός δεν ανήκει στο διάστημα (e ε, e ε ) και μάλιστα βρίσκεται αριστερά του διαστήματος, ενώ ο αριθμός ανήκει στο διάστημα αυτό. Αν, λοιπόν, βρούμε κάποιον δ > 0 έτσι ώστε η ένωση διαστημάτων ( δ, ) (, + δ) να περιέχεται στο διάστημα (e ε, e ε ), τότε κάθε που ικανοποιεί την 0 < < δ θα ικανοποιεί και την > και την e ε < < e ε.

Επιλέγουμε, λοιπόν, τον δ > 0 έτσι ώστε να είναι το πολύ τόσος όση η απόσταση του από το κοντινότερο προς αυτόν άκρο του διαστήματος (e ε, e ε ). Δηλαδή, επιλέγουμε 0 < δ min{ (e ε ), (e ε ) } = min{ e ε, e ε } = e ε. (Για την τελευταία ισότητα αποδεικνύουμε με λίγες πράξεις ότι e ε e ε.) Ανακεφαλαιώνουμε: Επιλέγουμε κάποιον (οποιονδήποτε) δ ώστε 0 < δ e ε. Τότε από την 0 < < δ συνεπάγεται αφ ενός ότι > (οπότε ο είναι στο πεδίο ορισμού της y = ln(+) ) και αφ ετέρου ότι e ε < < e ε και από αυτήν συνεπάγεται ln( + ) ln < ε. 4. Θεωρούμε αυθαίρετο ε > 0 και θέλουμε να βρούμε κάποιον δ > 0 έτσι ώστε, αν είναι στο πεδίο ορισμού της y = + + δηλαδή αν και 0 < < δ να συνεπάγεται + + < ε. Πρώτη λύση (Σταλλόνε): Διερευνούμε την + + ότι είναι ισοδύναμη με την ε < + < +ε ανάλογα με το πρόσημο του ε. < ε και, κατ αρχάς, βλέπουμε. Τώρα διακρίνουμε περιπτώσεις Περίπτωση ε <. ε Τότε η < + < +ε είναι ισοδύναμη με την +ε < + < 6ε ε κι αυτή με την +ε < < +6ε ε. Παρατηρούμε ότι ο αριθμός δεν ανήκει στο διάστημα ( 6ε +ε, +6ε ε ) ενώ ο αριθμός ανήκει σ αυτό το διάστημα. Επομένως, επιλέγουμε έναν (οποιονδήποτε) δ > 0 το πολύ τόσο όση είναι η απόσταση του από το κοντυνότερο προς αυτόν άκρο του διαστήματος ( 6ε ). Δηλαδή, επιλέγουμε +ε, +6ε ε { 0 < δ min 6ε + ε, + 6ε } { 9ε ε = min + ε, 9ε } = 9ε ε + ε. Τότε, αν 0 < < δ συνεπάγεται αφ ενός ότι (οπότε ο ανήκει στο πεδίο ορισμού της y = + 6ε + ) και αφ ετέρου ότι +ε < < +6ε ε και από αυτήν συνεπάγεται ότι + + < ε. Περίπτωση ε =. ε Τότε η < + < +ε είναι ισοδύναμη με την 0 < + < κι αυτή με την + > κι αυτή με την >. Παρατηρούμε ότι ο αριθμός δεν ανήκει στο διάστημα (, + ) ενώ ο ανήκει στο διάστημα αυτό. Επομένως, επιλέγουμε έναν (οποιονδήποτε) δ > 0 το πολύ ίσο με την απόσταση του από το άκρο του διαστήματος, δηλαδή ( 0 < δ ) =. Τότε, αν 0 < < δ συνεπάγεται αφ ενός ότι (οπότε ο ανήκει στο πεδίο ορισμού της y = + + ) και αφ ετέρου ότι > και από αυτήν συνεπάγεται ότι + + < ε (με ε = ). Περίπτωση ε >. ε Τότε η < + < +ε είναι ισοδύναμη με είτε 6ε (0 <) +ε < + είτε + < ε (< 0), δηλαδή ισοδύναμη με είτε > +ε είτε < +6ε ε. Παρατηρούμε ότι ο αριθμός ανήκει στο διάστημα ( 6ε +ε, + ), οπότε

επικεντρωνόμαστε σ αυτό το διάστημα, και, επίσης, παρατηρούμε ότι ο αριθμός δεν ανήκει σ αυτό το διάστημα. Επομένως, επιλέγουμε έναν (οποιονδήποτε) δ > 0 το πολύ ίσο με την απόσταση του από το άκρο 6ε +ε αυτού του διαστήματος, δηλαδή 0 < δ 6ε + ε = 9ε + ε. Τότε, αν 0 < < δ συνεπάγεται αφ ενός ότι (οπότε ο ανήκει στο πεδίο ορισμού της y = + 6ε + ) και αφ ετέρου ότι > +ε και από αυτήν συνεπάγεται + + < ε. Ανακεφαλαιώνουμε: Επιλέγουμε κάποιον (οποιονδήποτε) δ ώστε 0 < δ Δηλαδή, σε κάθε περίπτωση επιλέγουμε 9ε +ε, αν 0 < ε <,, αν ε =, 9ε +ε, αν ε >. 0 < δ 9ε + ε. Τότε από την 0 < < δ συνεπάγεται αφ ενός ότι (οπότε ο είναι στο πεδίο ορισμού της y = + + + ) και αφ ετέρου ότι + < ε. Δεύτερη λύση (Οδυσσέας): Θέλοντας να αποφύγουμε το «κακό» σημείο στο οποίο ο λόγος + + απειρίζεται, αποφασίζουμε να επιλέξουμε κάποιον δ > 0 ο οποίος θα είναι μικρότερος από την απόσταση του αριθμού από το, δηλαδή δ <. Για παράδειγμα, αποφασίζουμε να επιλέξουμε δ > 0 έτσι ώστε δ. Η σχέση + + < ε είναι ισοδύναμη με την + < ε. Τώρα σκεφτόμαστε ότι οι που ικανοποιούν την 0 < < δ ικανοποιούν και την < (αφού δ ) και, επομένως, και την < < και, επομένως, και την < + και, επομένως, και την + <. Σκεφτόμαστε, επίσης, ότι (λόγω της τελευταίας ανισότητας) από την < ε συνεπάγεται η + < ε. Επομένως, αν βρούμε κάποιον δ έτσι ώστε από την 0 < < δ να συνεπάγεται η < ε, τότε (με τον ίδιο δ) από την 0 < < δ θα συνεπάγεται και η + < ε. Ομως, για να συνεπάγεται η < ε από την 0 < < δ, είναι φανερό ότι αρκεί να επιλέξουμε κάποιον (οποιονδήποτε) δ ώστε 0 < δ ε. Επειδή θέλουμε να είναι και δ, τελικά επιλέγουμε {, αν ε 0 < δ min{ε, } =, ε, αν 0 < ε <. Ανακεφαλαιώνουμε: Επιλέγουμε κάποιον (οποιονδήποτε) δ ώστε 0 < δ min{ε, }. Τότε από την 0 < < δ συνεπάγεται αφ ενός ότι < (αφού δ ) οπότε > (οπότε, δηλαδή ο είναι στο πεδίο ορισμού της συνάρτησης)

οπότε + > και αφ ετέρου ότι < ε (αφού δ ε) και, επομένως, ότι + + < < ε και, επομένως, ότι + < ε. Άσκηση : Υπολογίστε με τον ορισμό τα πλευρικά όρια στο των παρακάτω συναρτήσεων και εξετάστε αν υπάρχουν τα όρια καθώς. {, αν >, f() =, αν <. g() = { +, αν >,, αν <. Λύση:. Αν το πλησιάζει το από δεξιά, καταλαβαίνουμε «διαισθητικά» ότι η παράσταση f() = πλησιάζει το. Θα αποδείξουμε, επομένως, ότι lim + f() =, δηλαδή ότι lim + ( ) =. Γι αυτό θεωρούμε αυθαίρετο ε > 0 και θα βρούμε κατάλληλο δ > 0 ώστε, αν το ανήκει στο πεδίο ορισμού της f και είναι 0 < < δ να συνεπάγεται ( ) < ε. Επειδή η σχέση 0 < < δ αποκλείει από μόνη της να ισχύει = (δηλαδή το να είναι το έξω από το πεδίο ορισμού της συνάρτησης), θέλουμε να βρούμε δ > 0 ώστε από την 0 < < δ να συνεπάγεται ( ) < ε. Τώρα, η ( ) < ε είναι ισοδύναμη με την < ε. Άρα επιλέγουμε έναν οποιονδήποτε δ ώστε 0 < δ ε και τότε: από την 0 < < δ συνεπάγεται < ε και από αυτήν συνεπάγεται ( ) < ε. Αν το πλησιάζει το από αριστερά, καταλαβαίνουμε ότι η παράσταση f() = τείνει στο, αφού ο αριθμητής είναι περίπου και ο παρονομαστής είναι πολύ μικρός και αρνητικός. Άρα, θα αποδείξουμε ότι lim f() =, δηλαδή ότι lim =. Γι αυτό θεωρούμε αυθαίρετο > 0 και θα βρούμε κατάλληλο δ > 0 ώστε, αν το ανήκει στο πεδίο ορισμού της f και είναι δ < < 0 να συνεπάγεται <. Επειδή, και πάλι, η σχέση δ < < 0 αποκλείει από μόνη της να ισχύει =, θέλουμε να βρούμε δ > 0 ώστε από την δ < < 0 να συνεπάγεται <. Τώρα, η < είναι ισοδύναμη (αφού < ) με την > +. Παρατηρούμε ότι ο αριθμός ανήκει στο διάστημα ( +, + ) και ότι θέλουμε να βρούμε δ > 0 ώστε το διάστημα ( δ, ) να περιέχεται στο διάστημα ( +, + ). Άρα επιλέγουμε έναν οποιονδήποτε δ ώστε 0 < δ + και τότε: από την δ < < 0 συνεπάγεται > + και από αυτήν συνεπάγεται <. Επειδή τα δυο πλευρικά όρια είναι διαφορετικά, το lim f() δεν υπάρχει.. Αν το πλησιάζει το από δεξιά, καταλαβαίνουμε ότι η παράσταση g() = + πλησιάζει το 5. Θα αποδείξουμε, επομένως, ότι lim + g() = 5, δηλαδή ότι lim + (+) = 5. Γι αυτό θεωρούμε αυθαίρετο ε > 0 και θα βρούμε κατάλληλο δ > 0 ώστε, αν το ανήκει στο πεδίο ορισμού της g και είναι 0 < < δ να συνεπάγεται ( + ) 5 < ε. Επειδή η σχέση 0 < < δ αποκλείει από μόνη της να ισχύει = (δηλαδή το να είναι το έξω από το πεδίο ορισμού της συνάρτησης), θέλουμε να βρούμε δ > 0 ώστε από την 0 < < δ να συνεπάγεται ( + ) 5 < ε. Τώρα, η ( + ) 5 < ε είναι ισοδύναμη με την < ε. Άρα επιλέγουμε έναν οποιονδήποτε δ ώστε 0 < δ ε και τότε: από την 0 < < δ συνεπάγεται < ε και από αυτήν συνεπάγεται ( + ) 5 < ε. 4

Αν το πλησιάζει το από αριστερά, καταλαβαίνουμε ότι η παράσταση g() = πλησιάζει το. Θα αποδείξουμε, επομένως, ότι lim g() =, δηλαδή ότι lim ( ) =. Θεωρούμε, επομένως, αυθαίρετο ε > 0 και θα βρούμε κατάλληλο δ > 0 ώστε, αν το ανήκει στο πεδίο ορισμού της g και είναι δ < < 0 να συνεπάγεται ( ) ( ) < ε. Επειδή η σχέση δ < < 0 αποκλείει από μόνη της να ισχύει =, θέλουμε να βρούμε δ > 0 ώστε από την δ < < 0 να συνεπάγεται ( ) ( ) < ε. Τώρα, η ( ) ( ) < ε είναι ισοδύναμη με την < ε. Άρα επιλέγουμε έναν οποιονδήποτε δ ώστε 0 < δ ε και τότε: από την δ < < 0 συνεπάγεται < ε και από αυτήν συνεπάγεται ( ) ( ) < ε. Επειδή τα δυο πλευρικά όρια είναι διαφορετικά, το lim g() δεν υπάρχει. Άσκηση : Ποιες από τις παρακάτω προτάσεις είναι ισοδύναμες με το ότι το όριο τής f() καθώς το τείνει στο ξ είναι l; Αιτιολογήστε πλήρως τίς απαντήσεις σας.. Για κάθε 0 < ε < υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε.. Για κάθε ε > υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε.. Για κάθε ε > 0 υπάρχει 0 < δ < τέτοιο ώστε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε. Λύση:. Πρέπει να δούμε αν είναι ισοδύναμη η πρόταση «για κάθε 0 < ε < υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε» με το lim ξ f() = l, δηλαδή με την πρόταση «για κάθε ε > 0 υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε». Ας υποθέσουμε ότι η δεύτερη πρόταση είναι αληθής. Δηλαδή ότι «για κάθε ε > 0 υπάρχει...». Αν θεωρήσουμε έναν αυθαίρετο ε που ικανοποιεί την 0 < ε <, τότε αυτός ο ε προφανώς ικανοποιεί και την ε > 0. Επομένως, για αυτόν τον (αυθαίρετο) ε θα υπάρχει.... Αποδείξαμε, λοιπόν, ότι «για κάθε 0 < ε < υπάρχει...». Άρα, αν η δεύτερη πρόταση είναι αληθής τότε και η πρώτη πρόταση είναι αληθής. Ας υποθέσουμε ότι η πρώτη πρόταση είναι αληθής. Δηλαδή ότι «για κάθε 0 < ε < υπάρχει...». Αν θεωρήσουμε έναν αυθαίρετο ε που ικανοποιεί την ε > 0, διακρίνουμε δυο περιπτώσεις. Πρώτη περίπτωση: Ισχύει 0 < ε <. Τότε για αυτόν τον ε θα υπάρχει.... Δεύτερη περίπτωση: Ισχύει ε. Σ αυτήν την περίπτωση παίρνουμε έναν δεύτερο ε ο οποίος να ικανοποιεί την 0 < ε <. Για παράδειγμα, παίρνουμε τον ε =. Σύμφωνα με την υπόθεσή μας, θα υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε για κάθε 5

στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l <. Επειδή, όμως, < ε, συμπεραίνουμε ότι υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε. Άρα και γι αυτόν τον ε θα υπάρχει.... Συνδυάζοντας τις δυο περιπτώσεις, καταλήγουμε στο ότι «για κάθε ε > 0 υπάρχει...». Άρα, αν η πρώτη πρόταση είναι αληθής τότε και η δεύτερη πρόταση είναι αληθής. Άρα οι δυο προτάσεις είναι ισοδύναμες.. Πρέπει να δούμε αν είναι ισοδύναμη η πρόταση «για κάθε ε > υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε» με το lim ξ f() = l, δηλαδή με την πρόταση «για κάθε ε > 0 υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε». Ας υποθέσουμε ότι η δεύτερη πρόταση είναι αληθής. Δηλαδή ότι «για κάθε ε > 0 υπάρχει...». Αν θεωρήσουμε έναν αυθαίρετο ε που ικανοποιεί την ε >, τότε αυτός ο ε προφανώς ικανοποιεί και την ε > 0. Επομένως, για αυτόν τον (αυθαίρετο) ε θα υπάρχει.... Αποδείξαμε, λοιπόν, ότι «για κάθε ε > υπάρχει...». Άρα, αν η δεύτερη πρόταση είναι αληθής τότε και η πρώτη πρόταση είναι αληθής. Αν προσπαθήσουμε να αποδείξουμε ότι «αν η πρώτη πρόταση είναι αληθής τότε και η δεύτερη πρόταση είναι αληθής» δεν θα τα καταφέρουμε. Ο πιο σίγουρος τρόπος να δούμε ότι η πρώτη πρόταση δεν συνεπάγεται την δεύτερη πρόταση είναι με ένα «αντιπαράδειγμα». Θεωρούμε την συνάρτηση f() = {, αν > 0, =, αν < 0, τον αριθμό ξ = 0 και τον αριθμό l = 0. Θα δείξουμε ότι στην περίπτωση αυτή η πρώτη πρόταση είναι αληθής. Πράγματι, θεωρούμε έναν αυθαίρετο ε >. Παρατηρούμε ότι η σχέση f() 0 < ε ισχύει για κάθε 0, αφού είναι f() 0 = ± 0 = < ε. Άρα υπάρχει δ > 0 πάρτε για παράδειγμα τον δ = τέτοιο ώστε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < 0 < δ = (δηλαδή, αν 0 < < ) τότε f() 0 < ε. Από την άλλη μεριά, η δεύτερη πρόταση δεν είναι αληθής. Πράγματι, το lim 0 f() = 0 δεν είναι σωστό, αφού (όπως έχουμε δει) το lim 0 f() δεν υπάρχει.. Πρέπει να δούμε αν είναι ισοδύναμη η πρόταση «για κάθε ε > 0 υπάρχει 0 < δ < τέτοιο ώστε για κάθε στο 6

πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε» με το lim ξ f() = l, δηλαδή με την πρόταση «για κάθε ε > 0 υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε». Ας υποθέσουμε ότι η πρώτη πρόταση είναι αληθής. Δηλαδή ότι «για κάθε ε > 0 υπάρχει 0 < δ < τέτοιο ώστε...». Επειδή, όμως, κάθε δ που ικανοποιεί την 0 < δ < ικανοποιεί προφανώς και την δ > 0, συμπεραίνουμε αμέσως ότι «για κάθε ε > 0 υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε...». Άρα, αν η πρώτη πρόταση είναι αληθής τότε και η δεύτερη πρόταση είναι αληθής. Ας υποθέσουμε ότι η δεύτερη πρόταση είναι αληθής. Δηλαδή ότι «για κάθε ε > 0 υπάρχει δ > 0 τέτοιο ώστε...». Ας θεωρήσουμε τώρα έναν αυθαίρετο ε > 0. Σύμφωνα με την υπόθεσή μας, υπάρχει κάποιο δ > 0 τέτοιο ώστε «για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ τότε f() l < ε». Διακρίνουμε δυο περιπτώσεις. Πρώτη περίπτωση: Ισχύει 0 < δ <. Τότε γι αυτόν τον ε > 0 υπάρχει 0 < δ < τέτοιο ώστε.... Δεύτερη περίπτωση: Ισχύει δ. Σ αυτήν την περίπτωση παίρνουμε ένα δεύτερο δ ο οποίος να ικανοποιεί την 0 < δ <. Για παράδειγμα, παίρνουμε το δ =. Τότε για κάθε στο πεδίο ορισμού τής f, αν 0 < ξ < δ = τότε 0 < ξ < δ (αφού < δ) οπότε (σύμφωνα με αυτό που ισχύει) f() l < ε. Άρα, γι αυτόν τον ε > 0 υπάρχει 0 < δ = < τέτοιο ώστε.... Συνδυάζοντας τις δυο περιπτώσεις, καταλήγουμε στο ότι «για κάθε ε > 0 υπάρχει 0 < δ < (το αρχικό δ στην πρώτη περίπτωση και το δ = στην δεύτερη περίπτωση) τέτοιο ώστε...». Άρα, αν η δεύτερη πρόταση είναι αληθής τότε και η πρώτη πρόταση είναι αληθής. Άρα οι δυο προτάσεις είναι ισοδύναμες. 7