όπου D(f ) = (, 0) (0, + ) = R {0}. Είναι Σχήµα 10: Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (x) = 1/x.

Σχετικά έγγραφα
1 Οι πραγµατικοί αριθµοί

1 Οι πραγµατικοί αριθµοί

4 Συνέχεια συνάρτησης

4 Συνέχεια συνάρτησης

4.3 Παραδείγµατα στην συνέχεια συναρτήσεων

5 Παράγωγος συνάρτησης

Κεφάλαιο 6 Παράγωγος

1 Οι πραγµατικοί αριθµοί

Κεφάλαιο 2 ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΙΑΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ. 2.1 Συνάρτηση

2.3 Ασκήσεις 19/09/2012

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ

1 Ορισµός ακολουθίας πραγµατικών αριθµών

Thanasis Xenos ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΗΜΑΘΙΑΣ

< 1 για κάθε k N, τότε η σειρά a k συγκλίνει. +, τότε η η σειρά a k αποκλίνει.

Όριο συνάρτησης στο x. 2 με εξαίρεση το σημείο A(2,4) Από τον παρακάτω πίνακα τιμών και τη γραφική παράσταση του παραπάνω σχήματος παρατηρούμε ότι:

11 Το ολοκλήρωµα Riemann

Όρια συναρτήσεων. ε > υπάρχει ( ) { } = ± ορίζονται αναλόγως. Η διατύπωση αυτών των ορισµών αφήνεται ως άσκηση. x y = +. = και για κάθε (, ) ( 0,0)

Σηµειώσεις στις συναρτήσεις

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ II ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑ ΑΣ

A2. ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ-ΚΛΙΣΗ-ΜΟΝΟΤΟΝΙΑ

Ασκήσεις για το µάθηµα «Ανάλυση Ι και Εφαρµογές» (ε) Κάθε συγκλίνουσα ακολουθία άρρητων αριθµών συγκλίνει σε άρρητο αριθµό.

Λύσεις των ϑεµάτων, ΑΠΕΙΡΟΣΤΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ Ι, 3/2/2010

Εκπαιδευτικός Οµιλος ΒΙΤΑΛΗ

Κανόνες παραγώγισης ( )

Όρια συναρτήσεων. ε > υπάρχει ( ) { } = ± ορίζονται αναλόγως. Η διατύπωση αυτών των ορισµών αφήνεται ως άσκηση. x y = +. = και για κάθε (, ) ( 0,0)

6 Εφαρµογές των παραγώγων στον υπολογισµό ορίων α- προσδιόριστων µορφών - Κανόνες L Hôpital

ΜΑΘΗΜΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ Σύνολο τιµών Γραφική παράσταση συνάρτησης Βασικές συναρτήσεις Ισότητα συναρτήσεων Πράξεις µε συναρτήσεις

ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ I. ΣΥΝΟΛΑ

Κεφάλαιο 7 Βασικά Θεωρήµατα του ιαφορικού Λογισµού

Ακουλουθίες ρ. Κωνσταντίνα Παναγιωτίδου

Απειροστικός Λογισμός Ι, χειμερινό εξάμηνο Λύσεις έκτου φυλλαδίου ασκήσεων.

ÖÑÏÍÔÉÓÔÇÑÉÏ ÊÏÑÕÖÇ ÓÅÑÑÅÓ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΘΕΜΑ Α ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ & ΕΠΑ.Λ. Β 19 ΜΑΪΟΥ 2010 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

f (x) = l R, τότε f (x 0 ) = l. = lim (0) = lim f(x) = f(x) f(0) = xf (ξ x ). = l. Εστω ε > 0. Αφού lim f (x) = l R, υπάρχει δ > 0

ΜΙΓΑ ΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛ. ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΓΡΑΠΤΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2010 ΛΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

2.1 ΜΟΝΟΤΟΝΙΑ ΑΚΡΟΤΑΤΑ - ΣΥΜΜΕΤΡΙΕΣ

ΜΙΓΑ ΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛ. ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΓΡΑΠΤΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2010 ΛΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ. =. Οι πρώτες µερικές u x y


APEIROSTIKOS LOGISMOS I

Ακρότατα υπό συνθήκη και οι πολλαπλασιαστές του Lagrange

14 Εφαρµογές των ολοκληρωµάτων

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 2008

Συνεχείς συναρτήσεις πολλών µεταβλητών. ε > υπάρχει ( ) ( )

Κεφάλαιο 3 ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ. 3.1 Η έννοια της παραγώγου. y = f(x) f(x 0 ), = f(x 0 + x) f(x 0 )

x - 1, x < 1 f(x) = x - x + 3, x

Σηµειώσεις στις σειρές

1.1 ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ. 1. Ορισµός. 2. Συµβολισµός. 3. Επεξήγηση συµβόλων. 4. Γραφική παράσταση της συνάρτησης f : A R

ΜΕΛΕΤΗ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ. Άρτια και περιττή συνάρτηση. Παράδειγµα: Η f ( x) Παράδειγµα: Η. x R και. Αλγεβρα Β Λυκείου Πετσιάς Φ.- Κάτσιος.

1 Οι πραγµατικοί αριθµοί

Σχολικός Σύµβουλος ΠΕ03

APEIROSTIKOS LOGISMOS I

KΕΦΑΛΑΙΟ 4 AΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΑΡΙΘΜΩΝ

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΑΣ Β ΛΥΚ. ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

ProapaitoÔmenec gn seic.

Παραδείγµατα συναρτήσεων: f:[0,+ ) IR, f(x)=2+ x f:ir IR: f(x)=

Περιεχόμενα μεθόδευση του μαθήματος

8 Ακρότατα και µονοτονία

ΙΙ ιαφορικός Λογισµός πολλών µεταβλητών. ιαφόριση συναρτήσεων πολλών µεταβλητών

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΘΕ: ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΉ Ι (ΠΛΗ 12) ΛΥΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3

Όριο και συνέχεια πραγματικής συνάρτησης

( ) ΕΚΘΕΤΙΚΗ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ. Σηµείωση. 2. Παραδοχή α = Ιδιότητες x. αβ = α = α ( ) x. α β. α : α = α = α

2.1 (i) f(x)=x -3x+2 Η f(x) ορίζεται x R

12 Το αόριστο ολοκλήρωµα

Μη πεπερασµένα όρια και όριο στο άπειρο

5.3 ΛΟΓΑΡΙΘΜΙΚΗ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ


f( x 1, x ( ) ( ) f x > f x. ( ) ( )

ΠΟΛΥΩΝΥΜΙΚΕΣ - ΡΗΤΕΣ ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ P x = x+ 2 4 x x 3x x x x 3x

13 Μέθοδοι υπολογισµού ολοκληρωµάτων Riemann

Ο ΕΥΚΛΕΙ ΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ. Το εσωτερικό γινόµενο

2.1 ΜΟΝΟΤΟΝΙΑ ΑΚΡΟΤΑΤΑ ΣΥΜΜΕΤΡΙΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ

APEIROSTIKOS LOGISMOS I

Αρµονική Ανάλυση. Ενότητα: L p Σύγκλιση. Απόστολος Γιαννόπουλος. Τµήµα Μαθηµατικών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ, ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΑ( FUNCTIONS,TRIGONOMETRY)

ΜΑΘΗΜΑ ΚΥΡΤΟΤΗΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΜΠΗΣ Κοίλα κυρτά συνάρτησης Σηµεία καµπής Θεωρία Σχόλια Μέθοδοι Ασκήσεις

ΛΥΜΕΝΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Ορια Συναρτησεων - Ορισµοι

math-gr Παντελής Μπουμπούλης, M.Sc., Ph.D. σελ. 2 math-gr.blogspot.com, bouboulis.mysch.gr


αx αx αx αx 2 αx = α e } 2 x x x dx καλείται η παραβολική συνάρτηση η οποία στο x

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2012 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ. β α

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο: ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΑΛΓΕΒΡΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ

Υπολογισµός διπλών ολοκληρωµάτων µε διαδοχική ολοκλήρωση

ΜΑΘΗΜΑ ΜΗ ΠΕΠΕΡΑΣΜΕΝΟ ΟΡΙΟ ΣΤΟ xο

ΣΕΙΡΕΣ TAYLOR. Στην Ενότητα αυτή θα ασχοληθούµε µε την προσέγγιση συναρτήσεων µέσω πολυωνύµων. Πολυώνυµο είναι κάθε συνάρτηση της µορφής:

Α. ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

Μάθηµα 5. Κεφάλαιο: ιαφορικός Λογισµός. Θεµατικές ενότητες: 1. Συνέχεια συνάρτησης

Μάθηµα Θεωρίας Αριθµών Ε.Μ.Ε

Η f(x) y είναι συνεχής στο [0, 2α], σαν διαφορά των συνεχών f(x) και y = 8αx 8α 2

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Ο ΕΥΚΛΕΙ ΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ. Το εσωτερικό γινόµενο

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ - ΥΠΟ ΕΙΞΕΙΣ ΣΤΙΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

. Όλες οι συναρτήσεις δεν μπορούν να παρασταθούν στο καρτεσιανό επίπεδο όπως για παράδειγμα η συνάρτηση του Dirichlet:

Για την τοπική μελέτη μιας συνάρτησης f ενδιαφέρον έχει η συμπεριφορά της συνάρτησης γύρω απο κάποια θέση x 0


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Ι ΕΡΓΑΣΙΑ 6 ΛΥΣΕΙΣ

Γραμμική Άλγεβρα και Μαθηματικός Λογισμός για Οικονομικά και Επιχειρησιακά Προβλήματα

Μαθηματικά. Ενότητα 2: Διαφορικός Λογισμός. Σαριαννίδης Νικόλαος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων (Κοζάνη)

ΜΑΘΗΜΑ ΜΟΝΟΤΟΝΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

f x = f a + Df a x a + R1 x, a, x U και από τον ορισµό της 1 h f a h f a h a h h a R h a i i j

Transcript:

3 Ορια συναρτήσεων 3. Εισαγωγικές έννοιες. Ας ϑεωρήσουµε την συνάρτηση f () = όπου D(f ) = (, 0) (0, + ) = R {0}. Είναι Σχήµα 0: Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f () = /. ϕυσικό να αναζητήσουµε την τιµή της f () όταν το παίρνει αυθαίρετα µεγάλες ϑετικές τιµές ή αλλιώς όπως ϑα λέµε η ανεξάρτητη µεταβλητή τείνει στο +. Είναι προφανές ότι αν στο κλάσµα / ο παρανοµαστής γίνεται όσο µεγάλος ϑετικός αριθµός ϑέλουµε ( + ), το κλάσµα / γίνεται αντίστοιχα όσο µικρός ϑετικός αριθµός ϑέλουµε (y 0 + ), δηλαδή η τιµή της f () τείνει να γίνει 0 από ϑετικές τιµές. Επειδή η f () είναι περιττή συνάρτηση, το γράφηµά της είναι συµµετρικό ως προς την αρχή των αξόνων κι έχουµε αντίστοιχες διαπιστώσεις όταν το παίρνει πολύ µεγάλες αρνητικές τιµές ( ). Σε αυτή την περίπτωση η τιµή της f () γίνεται πολύ κοντά στο 0 από αρνητικές τιµές. Είναι τώρα ϕυσικό να αναζητήσουµε την τιµή της συνάρτησης όταν το παίρνει τιµές κοντά στο 0 από αριστερά ( < 0) και δεξιά ( > 0), γνωρίζοντας ϐέβαια ότι 0 / D(f ). Με παρόµοιες διαπιστώσεις όπως προηγουµένως και από το σχήµα συµπεραίνουµε ότι όταν το 0 + τότε f () +, και αντίστοιχα όταν το 0, τότε f (). Από την παραπάνω ανάλυση ανακύπτει το αρχικό ερώτηµα για ποιά σηµεία µπορούµε να αναζητούµε πως συµπεριφέρονται οι τιµές µιας συνάρτησης f (). Ορισµός 3.. Ενα σηµείο 0 ονοµάζεται σηµείο συσσώρευσης του πεδίου ορισµού της f () αν και µόνο αν σε κάθε περιοχή ϖ( 0 ) του 0, υπάρχει τουλάχιστον ένα σηµείο του D(f ) 28

διαφορετικό από το 0, δηλαδή ϖ( 0 ) D(f ) { 0 }. Για παράδειγµα, αφού η συνάρτηση f () = /, ορίζεται στο διάστηµα (0, + ) το οποίο είναι µια περιοχή του +, τότε το σηµείο + είναι σηµείο συσσώρευσης του D(f ), και έχει νόηµα να αναζητούµε τις οριακές τιµές της f () καθώς το τείνει στο +. Το σηµείο συσσώρευσης του D(f ) µπορεί να ανήκει στο D(f ), αλλά µπορεί να µήν ανήκει στο D(f ). Για παράδειγµα το 0 είναι σηµείο συσσώρευσης του D(f ) της συνάρτησης f () = /, αλλά δεν ανήκει στο πεδίο ορισµού της D(f ). Για να µπορούµε να εξετάσουµε αν υπάρχει η οριακή τιµή συνάρτησης f () κα- ϑώς 0, πρέπει και αρκεί το 0 να είναι σηµείο συσσώρευσης του D(f ), κι όχι απαραίτητα σηµείο του D(f ). Με πιό απλά λόγια, όταν αναζητάµε τις οριακές τιµές µιας συνάρτησης f () καθώς το τείνει στο 0 µας ενδιαφέρει τι συµβαίνει µε τις τιµές της f () σε κάθε γειτονιά του 0, αλλά όχι ακριβώς πάνω στο 0, το οποίο σηµείο 0 ενδεχοµένως να µην ανήκει καν στο πεδίο ορισµού D(f ) της f (). Ορισµός 3.2. Ενα σηµείο 0, το οποίο δεν είναι σηµείο συσσώρευσης του D(f ) λέγεται µεµονωµένο σηµείο του D(f ). ηλαδή, ένα σηµείο 0 λέγεται µεµονωµένο σηµείο του πεδίου ορισµού D(f ) της f () αν και µόνο αν (i) 0 D(f ) και (ii) υπάρχει περιοχή του 0, έστω ϖ( 0 ), τέτοια ώστε το µοναδικό κοινό σηµείο της ϖ( 0 ) µε το πεδίο ορισµού D(f ) να είναι το 0, δηλαδή ϖ( 0 ) D(f ) = { 0 }. Σύµφωνα µε τον ορισµό ένα µεµονωµένο σηµείο του D(f ), αναγκαστικά ανήκει στο D(f ). Για παράδειγµα, το σηµείο 0 = είναι µεµονωµένο σηµείο του πεδίου ορισµού της f () µε τύπο { ln, αν > 0, f () =, αν =, αφού D(f ) και υπάρχει περιοχή του, (για ( ) - y παράδειγµα το ανοικτό διάστηµα I = ( ε, + ε), µε κάθε 0 < ε < ) όπου το µοναδικό κοινό σηµείο του διαστήµατος I µε το πεδίο ορισµού D(f ) της f () είναι το σηµείο 0 =. 3.2 Οριακή τιµή συνάρτησης όταν + Ας ϑεωρήσουµε την συνάρτηση f () = 2 + όπου D(f ) = (, 3) ( 3, + ) = + 3 R { 3}. Ορίζεται λοιπόν το διάστηµα ( 3, + ) οπότε µπορούµε ν αναζητήσουµε που άρα ϑα περιέχει άπειρα σηµεία του D(f ), αφού αυτό συµβαίνει για κάθε περιοχή ( 0 ε, 0 + ε), µε ε R, 29

Σχήµα : Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f () = 2 + +3. τείνουν οι τιµές της f () καθώς το τείνει στο +. Εχουµε f () = 2 + + 3 (2 + /) = ( + 3/) = 2 + + 3 2 + 0 + 0 = 2 = 2 Ορισµός 3.3. Αν υπάρχει πραγµατικός αριθµός L τέτοιος που οι τιµές της συνάρτησης f () να είναι αυθαίρετα κοντά στην τιµή L, καθώς το παίρνει αυθαίρετα ϑετικά µεγάλες τιµές ( + ), ϑα λέµε ότι το όριο της f () είναι ο αριθµός L, και ϑα γράφουµε f () = L Σχήµα 2: Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f () = 3 + 2. 30

Ας ϑεωρήσουµε τώρα την συνάρτηση f () = 3 + 2 όπου D(f ) = R. Άρα µπορούµε να αναζητήσουµε το όριο της f () καθώς το απειρίζεται ϑετικά. Είναι προφανές ότι όταν το +, τότε η f () +. Ορισµός 3.4. Θα λέµε ότι η f () έχει όριο το + ( ) καθώς το + αν και µόνο αν οι τιµές της f () γίνονται αυθαίρετα ϑετικά (αρνητικά) µεγάλες όταν το +, και ϑα γράφουµε Παράδειγµα 3.5. Θέλουµε να ϐρούµε το = ±. f () για την συνάρτηση f () = 3 2 + + 2 2 D(f ) = R {, } = (, ) (, ) (, + ), άρα ορίζεται στο διάστηµα (, + ) και συνεπώς µπορούµε να µιλάµε για το f (). Εχουµε f () = 3 2 + + 2 2 = 2 (3 + + 2 2 ) 2 ( 2 ) = 3 + + 2 2 2 3 + 0 + 0 0 = 3 = 3 Άρα f () = 3. Παράδειγµα 3.6. Θέλουµε να ϐρούµε το + 3 f () για την συνάρτηση f () = 2 4 D(f ) = R { 2, 2} = (, 2) ( 2, 2) (2, + ), άρα ορίζεται στο διάστηµα (2, + ) και συνεπώς µπορούµε να µιλάµε για το f (). Εχουµε f () = + 3 2 4 = ( + 3 ) 2 ( 4 2 ) = + 3 4 2 0 + 0 0 = 0 = 0 Άρα f () = 0. Παράδειγµα 3.7. Θέλουµε να ϐρούµε το f () για την συνάρτηση f () = 2 2 + + D(f ) = R { } = (, ) (, + ), άρα ορίζεται στο διάστηµα (, + ) και συνεπώς µπορούµε να µιλάµε για το f (). Εχουµε f () = 2 2 + + = 2 (2 + ( + ) = 2 + 2 2 + 2 ) + 2 + 0 + 0 = + 2 = + Άρα f () = +. 3

Παράδειγµα 3.8. Θέλουµε να ϐρούµε το f () για την συνάρτηση f () = 2 + 2 D(f ) = { R : 2+ 2 0} = { R : 2 2 0} = { R : 2} = [, 2]. Άρα το f () δεν υπάρχει γιατί υπάρχει µια περιοχή του + στη οποία η f () δεν ορίζεται, π.χ. η (2, + ). Παράδειγµα 3.9. Θέλουµε να ϐρούµε το f () για την συνάρτηση f () = sin D(f ) = R, άρα µπορούµε να αναζητήσουµε το f (). Ας πάµε στο ϑετικό άπειρο µε δυο διαφορετικούς τρόπους : a) = 2 n π b) = 2 n π + π/2, n = 0,, 2, 3... Πράγµατι, χρησιµοποιώντας την Αρχιµήδεια ιδιότητα των πραγµατικών µπορούµε να συµπε- ϱάνουµε εύκολα ότι καθώς το n διατρέχει τους ϕυσικούς αριθµούς, οι πραγµατικοί αριθµοί και µας οδηγούν σε οποιονδήποτε µεγάλο ϑετικό πραγµατικό ϑέλουµε, δηλαδή + και +. Οµως : Συνεπώς το sin = sin(2 n π) = 0, sin = sin(2 n π + π/2) = sin δεν υπάρχει, αφού αν υπήρχε ϑα έπρεπε 3.3 Οριακή τιµή συνάρτησης όταν sin = + sin. Ορισµός 3.0. Αν υπάρχει πραγµατικός αριθµός L στον οποίο η f () παίρνει τιµές αυθαίρετα κοντά στον L, καθώς το, λέµε ότι η f () έχει όριο το L και γράφουµε f () = L Ορισµός 3.. Αν η f () παίρνει αυθαίρετα µεγάλες ϑετικές (αρνητικές) τιµές καθώς το, λέµε ότι η f () έχει όριο το + ( αντίστοιχα) και γράφουµε f () = ± Παρατήρηση 3.2. Για να µπορούµε να µιλάµε για το όριο της f () όταν το, αρκεί η f να ορίζεται σε διάστηµα της µορφής (, a). Παράδειγµα 3.3. Εστω f () = 2 2 + 3 +, µε πεδίο ορισµού D(f ) = R. µπορούµε να αναζητήσουµε το όριο f (). Εχουµε Συνεπώς Άρα = +. f () = 2 ( + 3 + 2 ) (+ ) ( + 0 + 0) = + 32

Παράδειγµα 3.4. Εστω f () =, µε πεδίο ορισµού D(f ) = R { 2} = (, 2) + 2 ( 2, + ). Αφού η f ορίζεται στο διάστηµα (, 2) µπορούµε να αναζητήσουµε το όριο f (). Σε αυτό το διάστηµα για πολύ µεγάλα αρνητικά έχουµε ότι < 0, άρα = ( ) και διάφορα από το 2, 2, οπότε f () = + 2 = ( ) + 2 = ( + /) ( + 2/) = + / + 2/ + 0 + 0 = Άρα =. 3.4 Οριακή τιµή συνάρτησης όταν 0 R Ας ϑεωρήσουµε την συνάρτηση µε τύπο f () = κι ας αναζητήσουµε που τείνουν οι τιµές της f καθώς το πλησιάζει το σηµείο 3, που είναι σηµείο συσσώρευσης του D(f ). Εχουµε f () = 3 3 2 άρα f () = 3 3 2 Ας ϑεωρήσουµε τώρα την συνάρτηση µε τύπο { f () = 2 αν 2 αν = 2 κι ας αναζητήσουµε το όριο της f καθώς το 2. Μας ενδιαφέρει η συµπεριφορά της f στην περιοχή του = 2 κι όχι τι γίνεται µε την τιµή της συνάρτησης ακριβώς για = 2. ηλαδή µας ενδιαφέρει τι τιµές παίρνει η f καθώς το 2 σε ένα διάστηµα της µορφής (a, 2) (2, b), µε a < 2 < b. Σηµειώνουµε ότι µπορεί η f () να µην ορίζεται για = 2 αλλά το 2 f () να υπάρχει! 2 = 4. Οπότε η απάντηση στο προηγούµενο ερώτηµα είναι ότι Ορισµός 3.5. Θα λέµε ότι το όριο της συνάρτησης f () είναι ο πραγµατικός αριθµός L κα- ϑώς η αναξάρτητη µεταβλητή τείνει στον πραγµατικό αριθµό 0 αν και µόνο αν οι τιµές της f () γίνονται αυθαίρετα κοντινές στο L για κάθε περιοχή του 0 αλλά µε 0. Ας ϑεωρήσουµε την συνάρτηση µε τύπο f () = f καθώς 2. D(f ) = R {2} = (, 2) (2, + ) κι ας αναζητήσουµε το όριο της ( 2) 2 Σε κάθε περιοχή (a, 2) (2, b) έχουµε ότι ( 2) 2 0, κι επειδή ( 2) 2 > 0 έχουµε ( 2) +. 2 Ορισµός 3.6. Θα λέµε ότι το όριο της f είναι το +, ( ) καθώς το 0 αν οι τιµές της f () γίνονται αυθαίρετα µεγάλες ϑετικά (αρνητικά) καθώς το στο πεδίο ορισµού D(f ) πλησιάζει το 0 και αυτό συµβαίνει σε κάθε περιοχή του 0 µε 0. 33

3.4. Πλευρικά όρια Ας ϑεωρήσουµε την συνάρτηση f µε τύπο { f () = 2 αν 2 αν > µε D(f ) = R κι ας αναζητήσουµε το όριο της f () καθώς το τείνει στο σηµείο. Μπορούµε να πλησιάσουµε το = από δυο περιοχές την (a, ) και την (, b) όπου a < < b. Αν πλησιάσουµε το µε > λέµε ότι έχουµε το της f από δεξιά του, + f () κι αν < λέµε ότι έχουµε το όριο της f από αριστερά του, f () Σχήµα 3: Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f (). Ορισµός 3.7. Θα λέµε ότι η f έχει όριο το L R (ή ± ) καθώς το τείνει στο 0 από δεξιά αν οι τιµές της f γίνονται αυθαίρετα κοντά στο L (ή ϑετικά-αρνητικά µεγάλες) καθώς το πλησιάζει αυθαίρετα κοντά το 0 σε κάθε περιοχή µε > 0. Το όριο αυτό το σηµειώνουµε µε + 0 = L (ή ± ) Ορισµός 3.8. Θα λέµε ότι η f έχει όριο το L R (ή ± ) καθώς το τείνει στο 0 από αριστερά αν οι τιµές της f γίνονται αυθαίρετα κοντά στο L (ή ϑετικά-αρνητικά µεγάλες) καθώς το πλησιάζει αυθαίρετα κοντά το 0 σε κάθε περιοχή µε < 0. Το όριο αυτό το σηµειώνουµε µε 0 = L (ή ± ) Τα όρια που ορίσαµε προηγουµένως λέγονται πλευρικά όρια της f (). Παρατήρηση 3.9. Αν η f ορίζεται στο διάστηµα (a, 0 ) αλλά όχι στο ( 0, b) τότε < 0 οπότε έχει νόηµα να αναζητούµε µόνο το όριο 0 f () = µε D(f ) = (, ) και άρα 0 f () = 0 f () = 0 f () = 0 f (). Για παράδειγµα, 34

Παρατήρηση 3.20. Αν η f ορίζεται σε διάστηµα (, 0 ) ( 0, b) κι έχουµε + 0 f () = l 2 µε l l 2 τότε δεν υπάρχει το 0 f (). 0 f () = l, Παρατήρηση 3.2. Αν κάποιο πλευρικό όριο έχει νόηµα αλλά δεν υπάρχει τότε είναι ϕανερό ότι δεν υπάρχει και το 0 f (). Παρατήρηση 3.22. Εστω ότι η f ορίζεται σε διάστηµα (, 0 ) ( 0, b). Τότε 0 f () = l είναι ισοδύναµο µε το να συµβαίνει 0 f () = + 0 f () = l. Παράδειγµα 3.23. Εστω η συνάρτηση f () = + 3 κι ας αναζητήσουµε το όριο f (). Επειδή το D(f ) = (, ) (, + ) έχει νόηµα να αναζητήσουµε το όριο αριστερά και δεξιά του =. Στην περιοχή (, + ), τότε > 0 και + 3 > 0, άρα + 3 f () = + = + Σε µια περιοχή ( ε, ) µε ε πολύ µικρό τότε < 0 και + 3 > 0 άρα + 3 f () = = Αφού f () + f (), το όριο f () δεν υπάρχει. Σχήµα 4: Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f () του παραδείγµατος 3.23. Παράδειγµα 3.24. Εστω τώρα η συνάρτηση f () = + 3 κι ας αναζητήσουµε το όριο ( ) 2 f (). Επειδή το D(f ) = (, ) (, + ) έχει νόηµα να αναζητήσουµε το όριο αριστερά και δεξιά του =. 35

Σε αυτή την περίπτωση όµως ( ) 2 > 0 και + 3 > 0 σε κάθε περιοχή κοντά στο αλλά µε, οπότε + 3 + 3 f () = = + f () = ( ) 2 + + ( ) = + 2 και αφού f () = + f () = +, τότε f () = +. Σχήµα 5: Η γραφική παράσταση της συνάρτησης f () του παραδείγµατος 3.24. Παράδειγµα 3.25. Εστω η συνάρτηση f () = 2 f (). 2 4. Να ϐρεθεί (αν υπάρχει) το όριο 2 3 + 2 3.5 Ιδιότητες ορίων Επειδή οι παρακάτω ιδιότητες ορίων ισχύουν τόσο όταν 0 R, δηλαδή σε πραγµατικό αριθµό, όσο και όταν ±, ϑα συµβολίζουµε µε R το σύνολο R {, + }. Ετσι αν το τείνει στο 0 που µπορεί να είναι πραγµατικός αριθµός ή + ή ϑα γράφουµε 0 R.. Αν f () = l R και g() = l 2 R, τότε (f () ± g()) = l ± l 2, εκτός από τις περιπτώσεις : (+ )+( ), ( )+(+ ), (+ ) (+ ), ( ) ( ). 2. Αν το f () υπάρχει και δεν υπάρχει το (f () ± g()) 3. Αν δεν υπάρχει το f () και δεν υπάρχει το µπορεί να υπάρχει ή να µην υπάρχει. 36 g(), τότε δεν υπάρχει το g(), τότε το (f () ± g())

Για παράδειγµα, το δεν υπάρχει και το δεν υπάρχει αλλά για την συνάρτηση f () + g() = + = + = το όριο καθώς το τείνει στο 0 0 0 είναι. 4. Αν f () = l R και g() = l 2 R, τότε (f () g()) = l l 2, εκτός από τις περιπτώσεις : 0 (+ ), (+ ) 0, 0 ( ), ( ) 0. f () 5. Αν f () = l R και g() = l 2 R, τότε g() = l, εκτός από l 2 + τις περιπτώσεις : +, +, +,, + 0, 0, 0 0, l 0 όπου l (απροσδιόριστες µορφές). R, l 0, 0 Σηµειώνουµε ότι ισχύει + = 0, και 0 = 0. 6. Αν για κάθε που ανήκει στην περιοχή του 0 R και 0 έχουµε f () g() και g() = 0, τότε f () = 0 7. Εστω ότι για κάθε που ανήκει στην περιοχή του 0 R µε 0 έχουµε f () g(). Αν αν f () = +, τότε g() =, τότε g() = +, ενώ f () =. 8. Αν για κάθε που ανήκει στην περιοχή του 0 R µε 0 έχουµε f () g() και f () = l R, g() = l 2 R, τότε f () g(), ή ισοδύναµα l l 2. 9. (Θεώρηµα ισοσυγκλινουσών συναρτήσεων ή ϑεώρηµα παρεµβολής.) Αν για κάθε που ανήκει στην περιοχή του 0 R µε 0 έχουµε h() f () g() και h() = g() = l R τότε f () = l. 0. Αν f () = l R, τότε f () = l.. Αν f () = 0 και η g() είναι ϕραγµένη στην περιοχή του 0, δηλαδή g() M, τότε (f () g()) = 0. Οι προηγούµενες ιδιότητες ισχύουν ακόµα κι όταν έχουµε γνήσιες ανισότητες (<, αντί ). 37

3.6 Βασικά όρια συναρτήσεων. k = k 0, k N. 2. a k = a k 0, k N. 3. Αν f () = a k k + a k k + +a + a 0 πολυώνυµο, τότε f () = f ( 0). 4. k = +, k N. 5. k = + αν k άρτιος ϕυσικός, k = αν k περιττός ϕυσικός. 6. ± 7. 0 + = 0 και γενικότερα = +, 0 ± = 0, k N. k =, άρα το δεν υπάρχει. 0 8. sin = sin 0, cos = cos 0 9. tan = tan 0 µε 0 k π + π/2, k Z. 0. cotan = cotan 0 µε 0 k π, k Z. sin. 0 =. 2. a = a 0 µε a > 0, 0 R. 3. a = +, a = 0 αν a >, a = 0, a = + αν 0 < a <, 4. 0 log = log 0, 0 > 0. 5. log = +, log = log =. 0 + 0 sin Παρακάτω ϑα αποδείξουµε το ϐασικό όριο, δηλαδή ότι =, όπου το µέτρο 0 τόξου σε ακτίνια. Θεωρούµε τον τριγωνοµετρικό κύκλο του σχήµατος. Επειδή ο κύκλος είναι τριγωνοµετρικός ισχύουν ΟΑ = ΟΒ =, Β = sin, Ο = cos, ΑΓ = tan. Επιπλέον παρατηρούµε ότι εµδαδό τριγώνου ΟΑΒ < εµδαδό κυκλικού τοµέα ΟΑΒ < εµδαδό τριγώνου ΟΑΓ ( ) 38

sin Σχήµα 6: 0 =, όπου το µέτρο τόξου σε ακτίνια. Οµως οπότε η ανισότητα ( ) γίνεται εµδαδό τριγώνου ΟΑΒ = 2 ΟΑ Β = 2 sin εµδαδό κυκλικού τοµέα ΟΑΒ = π ΟΑ 2 2 π = 2 εµδαδό τριγώνου ΟΑΓ = 2 ΟΑ ΑΓ = 2 tan 2 sin < 2 < sin tan sin < < tan cos < 2 < (0, π/2) Αν ( π/2, 0) τότε cos( ) < sin( ) <, ή ισοδύναµα cos < sin <, οπότε cos < sin < ( π/2, 0) (0, π/2) ( ) Επειδή 0 cos = cos 0 =, και 0 =, εφαρµόζοντας το ϑεώρηµα των ισοσυγκλινουσών συναρτήσεων (ϑεώρηµα παρεµβολής) στην ανισότητα ( ), έχουµε ότι sin 0 =. 39

3.7 Ασκήσεις Ασκηση. Αν υπάρχουν, να υπολογισθούν τα παρακάτω όρια : a) π/2 sin, b) π sin, c) sin, d) e) sin( ), f ) 0 2 sin( ), g) sin( ), h) 0 Απ. a) 2/π, b) 0, c) 0, d) 0, e) 0, f ) +, g), h). sin, tan. Ασκηση 2. Να δειχθεί ότι δεν υπάρχουν τα όρια : a) cos, b) sin( ), c) 0 0, d) 0 sin. Ασκηση 3. Αν υπάρχουν, να ϐρεθούν τα παρακάτω όρια : 2 + 3 2 + 2 a), b), c) 2 2 + 3 2, d) 0 2 + ( ). Απ. a), b) /2, c) 0, d). Ασκηση 4. Αν υπάρχουν, να ϐρεθούν τα παρακάτω όρια : a), b) ( 2 + ), c) ( 2 + + ). Απ. a) /2, b) 0, c) +. Ασκηση 5. ίνεται η συνάρτηση f µε τύπο + αν, f = + αν < < 0, αν > 0. Να ϐρεθούν, αν υπάρχουν, τα όρια : a) f (), Απ. a) εν υπάρχει, b), c) 3. b) f (), 0 c) f () 4 Ασκηση 6. Να προσδιορισθεί ο πραγµατικός αριθµός a, έτσι ώστε το όριο να είναι πραγµατικός αριθµός. Απ. Για a = το όριο είναι /2. ( 2 + + a ), 40