Κεφάλαιο 7: Δυναμική Ανάλυση στο Πεδίο των Συχνοτήτων

Σχετικά έγγραφα
Εισαγωγή στις Τηλεπικοινωνίες. Δομή της παρουσίασης

Σήματα και Συστήματα. Διάλεξη 9: Μελέτη ΓΧΑ Συστημάτων με τον Μετασχηματισμό Fourier. Δρ. Μιχάλης Παρασκευάς Επίκουρος Καθηγητής

4. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ FOURIER

Σήματα και Συστήματα. Διάλεξη 10: Γραμμικά Φίλτρα. Δρ. Μιχάλης Παρασκευάς Επίκουρος Καθηγητής

Σήματα και Συστήματα. Διάλεξη 2: Στοιχειώδη Σήματα Συνεχούς Χρόνου. Δρ. Μιχάλης Παρασκευάς Επίκουρος Καθηγητής

Εξαναγκασμένη Ταλάντωση. Τυχαία Φόρτιση (Ολοκλήρωμα Duhamel)

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Σερρών Τμήμα Πληροφορικής & Επικοινωνιών Σήματα και Συστήματα

Σήματα και Συστήματα. Διάλεξη 7: Μετασχηματισμός Fourier. Δρ. Μιχάλης Παρασκευάς Επίκουρος Καθηγητής

Ο μετασχηματισμός Fourier

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Σερρών Τμήμα Πληροφορικής & Επικοινωνιών Σήματα και Συστήματα

Εξαναγκασμένη Ταλάντωση. Αρμονική Φόρτιση

Εισαγωγή στις Τηλεπικοινωνίες. Δομή της παρουσίασης

Σήματα και Συστήματα. Διάλεξη 1: Σήματα Συνεχούς Χρόνου. Δρ. Μιχάλης Παρασκευάς Επίκουρος Καθηγητής

ΑΝΑΠΤΥΓΜA - ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ FOURIER ΑΝΑΛΟΓΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ. Περιγράψουµε τον τρόπο ανάπτυξης σε σειρά Fourier ενός περιοδικού αναλογικού σήµατος.

Δυναμική Μηχανών I. Διάλεξη 8. Χειμερινό Εξάμηνο 2013 Τμήμα Μηχανολόγων Μηχ., ΕΜΠ

Δυναμική Μηχανών I. Επίλυση Προβλημάτων Αρχικών Συνθηκών σε Συνήθεις. Διαφορικές Εξισώσεις με Σταθερούς Συντελεστές

Σήματα και Συστήματα. Διάλεξη 6: Ανάλυση Σημάτων σε Ανάπτυγμα Σειράς Fourier. Δρ. Μιχάλης Παρασκευάς Επίκουρος Καθηγητής

Ανάλυση Κυκλωμάτων. Φώτης Πλέσσας Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών & Μηχανικών Υπολογιστών

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Σερρών Τμήμα Πληροφορικής & Επικοινωνιών Σήματα και Συστήματα

Εισαγωγή στις Τηλεπικοινωνίες. Δομή της παρουσίασης

ΣΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ. Εισαγωγή στα Σήµατα Εισαγωγή στα Συστήµατα Ανάπτυγµα - Μετασχηµατισµός Fourier Μετασχηµατισµός Z

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Στοχαστικές Μέθοδοι στους Υδατικούς Πόρους Φασματική ανάλυση χρονοσειρών

ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΜΕ ΤΟ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟ FOURIER

Παραρτήματα. Παράρτημα 1 ο : Μιγαδικοί Αριθμοί

ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ Ενότητα 3&4: ΤΑΛΑΝΤΩΣΗ ΑΡΜΟΝΙΚΗΣ ΔΙΕΓΕΡΣΗΣ. Διδάσκων: Κολιόπουλος Παναγιώτης ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ

Εξίσωση Κίνησης Μονοβάθμιου Συστήματος (συνέχεια)

Γενικευμένα Mονοβάθμια Συστήματα

4. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ FOURIER

Επομένως το εύρος ζώνης του διαμορφωμένου σήματος είναι 2.

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ MATLAB... 13

Σήματα και Συστήματα. Νόκας Γιώργος

Δυναμική Ανάλυση Κατασκευών - Πειράματα Μονοβαθμίων Συστημάτων (ΜΒΣ) σε Σεισμική Τράπεζα

website:

Επικοινωνίες στη Ναυτιλία

1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΣΗΜΑΤΑ

Σήματα και Συστήματα

ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ. Διδάσκων: Κολιόπουλος Παναγιώτης

ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ. Διδάσκων: Κολιόπουλος Παναγιώτης

Τι είναι σήμα; Παραδείγματα: Σήμα ομιλίας. Σήμα εικόνας. Σεισμικά σήματα. Ιατρικά σήματα

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Σερρών Τμήμα Πληροφορικής & Επικοινωνιών Σήματα και Συστήματα

Ελεύθερη Ταλάντωση Μονοβάθμιου Συστήματος

Παράδειγμα 14.2 Να βρεθεί ο μετασχηματισμός Laplace των συναρτήσεων

ΣΗΜΑΤΑ & ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ. Καθηγητής Τσιριγώτης Γεώργιος

ΘΕΜΑ Α Στις ερωτήσεις να επιλέξετε το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση χωρίς να αιτιολογήσετε την επιλογή σας.

Δυναμική Μηχανών I. Απόκριση Γραμμικών Συστημάτων στο. Πεδίο της Συχνότητας

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα ΣΗΜΑΤΑ & ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

ΤΑΛΑΝΤΩΣΕΙΣ ΜΕ ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΚΑΙ ΔΙΕΓΕΡΣΗ

Σήματα και Συστήματα. Διάλεξη 8: Ιδιότητες του Μετασχηματισμού Fourier. Δρ. Μιχάλης Παρασκευάς Επίκουρος Καθηγητής

Γραμμικό και Χρονικά Αμετάβλητο Σύστημα σε καθοριστική και τυχαία πρόκληση (8.1.3)

20-Φεβ-2009 ΗΜΥ Διακριτός Μετασχηματισμός Fourier

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ Ι ΙΟΜΟΡΦΩΝ ΣΤΗ ΜΕΘΟ Ο ΕΠΑΛΛΗΛΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΦΥΣΙΚΗΣ. ΘΕΩΡΙΑ ΚΥΚΛΩΜΑΤΩΝ και ΣΗΜΑΤΩΝ Σ.Δ. Φωτόπουλος 1/22

Αρχές Τηλεπικοινωνιών

Διακριτός Μετασχηματισμός Fourier

Θέματα Εξετάσεων Ιουνίου 2003 στο μάθημα Σήματα και Συστήματα και Λύσεις

Συστήματα Επικοινωνιών Ι

, όπου οι σταθερές προσδιορίζονται από τις αρχικές συνθήκες.

Μαθηματική Εισαγωγή Συναρτήσεις

ΘΕΩΡΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ. Κεφάλαιο 4 : Σήματα Χρήστος Ξενάκης. Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων

Σήματα και Συστήματα. Διάλεξη 13: Μελέτη ΓΧΑ Συστημάτων με τον Μετασχηματισμό Laplace. Δρ. Μιχάλης Παρασκευάς Επίκουρος Καθηγητής

Συστήματα Επικοινωνιών Ι

Σήματα και Συστήματα. Διάλεξη 5: Γραφική Μέθοδος Υπολογισμού του Συνελικτικού Ολοκληρώματος. Δρ. Μιχάλης Παρασκευάς Επίκουρος Καθηγητής

Εισαγωγή στην Επεξεργασία Σήματος. Νόκας Γιώργος

T 4 T 4 T 2 Τ Τ Τ 3Τ Τ Τ 4

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 2. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΚΥΚΛΩΜΑΤΩΝ

ΘΕΩΡΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ. Κεφάλαιο 4 : Σήματα Διάλεξη: Κώστας Μαλιάτσος Χρήστος Ξενάκης, Κώστας Μαλιάτσος. Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων

Ψηφιακή Επεξεργασία και Ανάλυση Εικόνας. Ακαδημαϊκό Έτος Παρουσίαση Νο. 2. Δισδιάστατα Σήματα και Συστήματα #1

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Σερρών Τμήμα Πληροφορικής & Επικοινωνιών Σήματα και Συστήματα

Αριθμητική Ανάλυση και Εφαρμογές

ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ. Διδάσκων: Κολιόπουλος Παναγιώτης

Εισαγωγή στις Τηλεπικοινωνίες

Επεξεργασία Στοχαστικών Σημάτων

Κυκλώματα με ημιτονοειδή διέγερση

ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΚΟΥΤΙ. 1. Το περιεχόμενο του μαύρου κουτιού. 2. Είσοδος: σήματα (κυματομορφές) διέγερσης 3. Έξοδος: απόκριση. (απλά ηλεκτρικά στοιχεία)

Σεισμική Απόκριση Μονοβάθμιου Συστήματος

Στοχαστικές Ανελίξεις

ΘΕΩΡΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ. Κεφάλαιο 7-8 : Συστήματα Δειγματοληψία Χρήστος Ξενάκης. Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων

17-Φεβ-2009 ΗΜΥ Ιδιότητες Συνέλιξης Συσχέτιση

Ψηφιακή Επεξεργασία Σημάτων

[1] είναι ταυτοτικά ίση με το μηδέν. Στην περίπτωση που το στήριγμα μιας συνάρτησης ελέγχου φ ( x)

Υπολογισμός της σταθεράς ελατηρίου

ΕΝΟΤΗΤΑ 12: ΑΠΟΚΡΙΣΗ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ BODE

Ενδεικτικές Ασκήσεις για το μάθημα: «Μετρήσεις Φυσικών Μεγεθών»

Ψηφιακή Επεξεργασία Σημάτων

Κεφάλαιο 0 Μιγαδικοί Αριθμοί

Σεισμολογικά Όργανα Κεφάλαιο 8. Chang Heng 132 π.χ.

Διδάσκων: Κολιόπουλος Παναγιώτης

2. Ανάλυση και Σύνθεση κυματομορφών με την μέθοδο Fourier

Σήματα- συμβολισμοί. x(n)={x(n)}={,x(-1),x(0), x(1),.} x(n)={0,-2,-3, -1, 0, 1, 2, 3, 4,0 }

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΙΙ

MAJ. MONTELOPOIHSH II

Περιεχόμενα. 1. Ειδικές συναρτήσεις. 2. Μιγαδικές Συναρτήσεις. 3. Η Έννοια του Τελεστή. Κεφάλαιο - Ενότητα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. Ηλεκτρονικη και 1/60 Πληροφορίας

Άσκηση 1: Λύση: Για το άθροισμα ισχύει: κι επειδή οι μέσες τιμές των Χ και Υ είναι 0: Έτσι η διασπορά της Ζ=Χ+Υ είναι:

Ο ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ Ζ διακριτές σήματα και συστήματα διακριτού χρόνου χρονοσειρές (time series)

ΤΑΛΑΝΤΩΣΕΙΣ (23 ΠΕΡΙΟΔΟΙ)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Δυναμική Μηχανών I. Διάλεξη 9. Χειμερινό Εξάμηνο 2013 Τμήμα Μηχανολόγων Μηχ., ΕΜΠ

Υπολογίζουμε εύκολα τον αντίστροφο Μετασχηματισμό Fourier μιας συνάρτησης χωρίς να καταφεύγουμε στην εξίσωση ανάλυσης.

Transcript:

Κεφάλαιο 7: Δυναμική Ανάλυση στο Πεδίο των Συχνοτήτων 7.1 Τα Πεδία του Χρόνου και της Συχνότητας Όπως αναφέρθηκε και στα προηγούμενα κεφάλαια, ο μονοβάθμιος ταλαντωτής (MBT) είναι το πλέον απλό προσομοίωμα κατασκευής υπό δυναμική φόρτιση και αποτελείται από τη μάζα m (μετρούμενη συνήθως σε τόνους μάζας, t, στο Διεθνές Σύστημα μονάδων SI, όπου 1 t=1000 kg μάζας), τη δυσκαμψία k (σε kn/m) και την απόσβεση c (σε kn. s/m). Συνήθως στη θέση της απόσβεσης χρησιμοποιείται ο συντελεστής απόσβεσης c/ km c / c cr, που είναι αδιάστατος (ως %). Η κυκλική ιδιοσυχνότητα του μονοβάθμιου ταλαντωτή ορίζεται ως k / m (σε rad/s), όπου χάριν απλότητας χρησιμοποιούμε τον συμβολισμό 0, η δε ιδιοπερί- T (σε s). Τέλος, η εξίσωση δυναμικής ισορροπίας μπορεί να ομαλοποιηθεί ως εξής: οδος ως /... ut () ut () ut () ()/ t m (7.1) όπου () t είναι η χρονικώς μεταβαλλόμενη εξωτερική φόρτιση. Η επιλογή του χρόνου ως η ανεξάρτητη μεταβλητή του προβλήματος είναι ως έναν βαθμό αυθαίρετη (Hart ad Wog, 000), γιατί η εξίσωση δυναμικής ισορροπίας μπορεί να διατυπωθεί σε άλλο πεδίο, όπως αυτό των συχνοτήτων, το οποίο συνδέεται με τον χρόνο μέσω ενός ολοκληρωτικού μετασχηματισμού (itegral trasorm). 7.1.1 Γενική Λύση στο Πεδίο του Χρόνου Η πλέον γενική λύση της παραπάνω εξίσωσης δόθηκε στο Κεφάλαιο με χρονική συνέλιξη εισάγοντας τη συνάρτηση h( t), δηλαδή την απόκριση του μονοβάθμιου ταλαντωτή σε κρούση ( t) 0 ( t), όπου (t) είναι η γενικευμένη συνάρτηση του Dirac με τις εξής ιδιότητες: ( t) 0 όταν t 0 και ( t) dt 1 (7.) Η συνάρτηση h( t), γνωστή ως απόκριση σε μοναδιαία κρούση (uit impulse respose), έχει τη μορφή ht t t (7.3) ( ) { d}exp( )si( d ) όπου d 1 είναι η αποσβεσμένη ιδιοσυχνότητα. Για γενικού τύπου φόρτισης ( t), η απόκριση του ταλαντωτή συντίθεται με επαλληλία κρούσεων ως το χρονικό ολοκλήρωμα συνέλιξης (covolutio itegral) ut () ht ( ) ( ) d (7.4) όπου h( t ) 0 για t 0 και ( ) 0 για 0.. Σημειώνουμε πως το χρονικό ολοκλήρωμα από (, 0 ) στην παραπάνω εξίσωση είναι μηδέν, καθώς το δυναμικό φαινόμενο εξελίσσεται για χρόνους t 0. Επίσης, αγνοούνται οι αρχικές συνθήκες ut ( = 0) = u0, ut ( = 0) = u 0 με το σκεπτικό ότι η επιρροή τους είναι σχετικά αμελητέα μετά την πάροδο αρκετού χρόνου, και με τη φόρτιση ( t) να εξακολουθεί να δρα συνεχώς. 7.1. Λύση για Περιοδικές και Αρμονικές Συναρτήσεις Φόρτισης Η λύση της εξίσωσης δυναμικής ισορροπίας (7.1) του μονοβάθμιου ταλαντωτή μπορεί να διατυπωθεί και στο πεδίο των συχνοτήτων ( rad/sec ). Για αρμονικές ταλαντώσεις, έχουμε την εξωτερική δύναμη που ασκείται στο μονοβάθμιο σύστημα με την παρακάτω γενική μιγαδική μορφή (που αναλύεται σε μία ημιτονοειδή και σε μία συνημιτονοειδή συνιστώσα): 119

όπου F( ) είναι το εύρος ταλάντωσης της φόρτισης και i 1. Για ένα σύστημα με γραμμικώς ελαστική συμπεριφορά, η απόκριση είναι της ίδιας μορφής με τη φόρτιση, δηλαδή ut ( ) U( )exp( i t). Όταν η φόρτιση ( t) T / είναι απλώς περιοδική με περίοδο επαναφοράς (αλλά όχι αρμονική, όπως φαίνεται στο Σχήμα 7.1), τότε στη θέση της Εξίσωσης (7.5) χρησιμοποιούνται οι σειρές Fourier. Έχουμε συνεπώς το ανάπτυγμα της φόρτισης ως 0 1 0 () t a a cos(( / T )) t b si(( / T )) t Οι συντελεστές που εμφανίζονται στις παραπάνω σειρές δίδονται ως εξής: a (1 / T ) ( t) dt, 0 T 0 T a ( / T ) ( t)cos( / T ) dt 0 T b ( / T ) ( t)si( / T ) dt 0 Στην περίπτωση αυτή, η αρχή της επαλληλίας για μία σειρά αρμονικών (harmoics) δίδει τη συνολική δυναμική μετατόπιση του ταλαντωτή ως το άθροισμα της συνεισφοράς των επιμέρους συνιστωσών της φόρτισης ως (7.6) (7.7) 1 1 u( t) a0 1 acos( t) bsi( t), A / k (1 A ) (7.8) Σχήμα 7.1 Περιοδική εξωτερική φόρτιση p(t) με περίοδο επαναφοράς Tp. 10

Σχήμα 7. Μιγαδική απόκριση συχνότητας (σε απόλυτο μέγεθος) H(Ω) του μονοβάθμιου ταλαντωτή ως συνάρτηση της απόσβεσης ξ. Η παραπάνω μέθοδος επίλυσης γίνεται πιο συνοπτική με την εισαγωγή εκθετικών σειρών Fourier που απαιτούν τη χρήση μιγαδικών αριθμών ως εξής: ( t) c exp( i t) T c (1 / T ) ( t) exp( i t) dt 0 ut ( ) ch( )exp( i t) (7.9) Στην παραπάνω λύση, ( ) ( 1) H 1 ka i A A, /, με A A, είναι η γνωστή μιγαδική συνάρτηση απόκρισης στο πεδίο των συχνοτήτων του ΜΒΤ (δείτε Κεφάλαιο ) που εδώ δίδεται στο Σχήμα 7.. 11

7.1.3 Γενική Λύση στο Πεδίο των Συχνοτήτων Οταν η φόρτιση έχει την πλέον γενική, μη-περιοδική μορφή, απαιτείται η χρήση του χρονικού μετασχηματισμού Fourier, όπως δίδεται στον Πίνακα 7.1 ως ένα ορισμένο ολοκλήρωμα του χρόνου. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η μετασχηματισμένη εξίσωση δυναμικής ισορροπίας έχει την ακόλουθη μιγαδική μορφή: U( ) iu U F (7.10) όπου U( ) και F( ) είναι αντίστοιχα η μετασχηματισμένη στο πεδίο των συχνοτήτων μετατόπιση και φόρτιση. Πεδίο χρόνου t (s) 1 it ( t) F( ) e d ut ()(απόκριση) ( t) (φόρτιση) h( t) (απόκριση μοναδιαίας κρούσης) R () t (συνάρτηση αυτοσυσχέτισης) Πεδίο συχνοτήτων (rad/s) it F( ) ( t) e dt U ( ) (εύρος ταλάντωσης της απόκρισης) F( ) (εύρος ταλάντωσης της φόρτισης) H( ) (1/ ) S ( ) (μιγαδική απόκριση συχνότητας) (συνάρτηση ισχύος φασματικής πυκνότητας) Πίνακας 7.1 Μετασχηματισμοί Fourier Η λύση στο πεδίο των συχνοτήτων δίδεται ως γινόμενο, δηλαδή απ ευθείας από την Εξίσωση (7.10) έχουμε πως U( ) H( ) F( ) (7.11) Στην παραπάνω λύση, η μιγαδική απόκριση συχνότητας (complex requecy respose) έχει τη μορφή H ( ) 1/ 1 i (7.1) Μπορεί να δειχθεί πως: (i) η συνάρτηση H( ) είναι η μετασχηματισμένη κατά Fourier μορφή της απόκρισης h( t) σε μοναδιαία κρούση και (ii) η σύνθεση της λύσης με ολοκλήρωση στο χρονικό πεδίο, δηλαδή η Eξίσωση (7.4), είναι απολύτως ισοδύναμη με απλό πολλαπλασιασμό στο πεδίο συχνοτήτων, όπως φαίνεται στην Eξίσωση (7.11). Επίσης, η συνάρτηση μιγαδικής απόκρισης συχνότητας μπορεί να γραφεί, όπως κάθε μιγαδικός αριθμός, με τη μορφή απόλυτου μεγέθους (ή εύρους) H( ) και γωνίας φάσης ως με H( ) H( ) exp( i) (7.13) H ( ) 1/ 1 (7.14) 1

και 1 ta / 1 (7.15) Όπως και πριν, το απόλυτο μέγεθος της H( ), δηλαδή το πλάτος της ταλάντωσης, δίδεται στο Σχήμα 7.1 ως συνάρτηση της συχνότητας, όπου η διακριτή συχνότητα έχει τώρα αντικατασταθεί από τη συνεχή μεταβλητή (. ) Επίσης, στο ίδιο σχήμα παρατηρείται το φαινόμενο του συντονισμού όταν η συχνότητα ταλάντωσης και η ιδιοσυχνότητα του ταλαντωτή τείνουν να συμπέσουν. Στον Πίνακα 7.1, εκτός από το εύρος ταλάντωσης της φόρτισης και της απόκριση στο πεδίο των συχνοτήτων, και μιγαδική απόκριση συχνότητας, ορίζονται ταυτόχρονα τα ενεργειακά μεγέθη της αυτοσυσχέτισης (autocorrelatio) και της συνάρτησης ισχύος φασματικής πυκνότητας (power spectral desity uctio) ως S ( ) F( ) / T S ( ) U( ) / T U (7.16) Ο ορισμός αυτός ισχύει στο όριο καθώς η ιδιοπερίοδος φόρτισης/απόκρισης τείνει στο άπειρο, δηλαδή έχουμε πως (T ) και οι συναρτήσεις παύουν να θεωρούνται περιοδικές. Τα παραπάνω μεγέθη παίζουν σημαντικό ρόλο στην επεξεργασία χρονικών σημάτων από μετρήσεις σε κατασκευές, και θα αναφερθούν στην Ενότητα 7. που ακολουθεί. Τέλος, η απόκριση του μονοβάθμιου ταλαντωτή στα πεδία χρόνου και συχνοτήτων συνοψίζεται στον Πίνακα 7.. Φόρτιση Μονοβάθμιος ταλαντωτής Απόκριση Πεδίο χρόνου ( ) R () h( t ) ut () ht ( ) ( ) d Πεδίο συχνοτήτων F( ) S ( ) H( ) H( ) U( ) H( ) F( ) S H S u( ) ( ) ( ) Πίνακας 7. Απόκριση του μονοβάθμιου ταλαντωτή στα πεδία του χρόνου και των συχνοτήτων. 7.1.4 Μετασχηματισμός Fourier Οι ορισμοί του μετασχηματισμού κατά Fourier (Πίνακας 7.1) και ( ) exp U( ) u t exp i t dt 1 ut U it d (7.17) αφορούν τον άμεσο (direct) μετασχηματισμό από το πεδίο του χρόνου σ αυτό των συχνοτήτων καθώς και τον αντίστροφο (iverse) μετασχηματισμό. Συνήθως ο άμεσος μετασχηματισμός γίνεται αναλυτικά με τη βοήθεια των μαθηματικών πινάκων, ο δε αντίστροφος γίνεται αριθμητικά χρησιμοποιώντας τον αλγόριθμο του ταχέως 13

μετασχηματισμού FFT (Fast Fourier Trasorm) των Cooley ad Tuckey που χρονολογείται από το 1960 (Press et al., 1989). Η αποτελεσματικότητα του FFT είναι μεγάλη, καθώς και οι δύο μετασχηματισμοί, άμεσος και αντίστροφος, γίνονται με ταχύτητα ανάλογη του N l( N) αντί N N την, όπου Ν είναι ο αριθμός των σημείων διακριτοποίησης της αρχικής και της μετασχηματισμένης συνάρτησης, και η μόνες διαφορές αφορούν το πρόσημο του εκθέτη της εκθετικής συνάρτησης και τον κοινό παράγοντα 1/( ). Οι εξισώσεις στο πεδίο των συχνοτήτων προκύπτουν με τη βοήθεια των ιδιοτήτων του μετασχηματισμού Fourier, και ιδίως αυτών που αφορούν τις χρονικές παραγώγους: d ut () ut () iu( ) dt d ut () ut () i U( ) U( ) dt (7.18) Σημειώνουμε πως επειδή ο μετασχηματισμός Fourier καλύπτει όλο τον χρονικό άξονα από,, οι αρχικές συνθήκες δεν εμφανίζονται στις εξισώσεις κίνησης του πεδίου των συχνοτήτων. 7.1.5 Μετασχηματισμός Laplace Ο μετασχηματισμός του Laplace ορίζεται ως 0 U ( s) u( t)exp st dt (7.19) οπου s i είναι μία μιγαδική παράμετρος. Ο αντίστροφος μετασχηματισμός απαιτεί ολοκλήρωση πάνω στο μιγαδικό πεδίο και είναι της μορφής i 1 u( t) U ( s)expst dt i (7.0) i Οπως και για το μετασχηματισμό Fourier, ο άμεσος μετασχηματισμός Laplace βρίσκεται μέσω μαθηματικών πινάκων, ο δε αντίστροφος γίνεται με αριθμητική μέθοδο (ολοκλήρωση στο μιγαδικό πεδίο). + Επειδή ο μετασχηματισμός ορίζεται στο χρόνο t = 0 και μετέπειτα, υπεισέρχονται οι αρχικές συνθήκες ut ( = 0), ut ( = 0). Ως εκ τούτου, οι χρονικοί παράγωγοι μετασχηματίζονται ως εξής: u( t) su( s) u(0) u t s U s su u ( ) ( ) (0) (0) (7.1) Η εξίσωση κίνησης στο πεδίο του Laplace παίρνει τη μορφή ms U s csu s ku s F s () () () () (7.) οπου οι αρχικές συνθήκες έχουν αγνοηθεί. Η λύση δίδεται με την εξής μορφή: Fs () U() s H() s F() s ( ms cs k) (7.3) 1 όπου η ανάλογη συνάρτηση με αυτήν της μιγαδικής απόκρισης συχνότητας είναι H () s ( ms cs k). Η επίλυση της δυναμικής απόκρισης του μονοβάθμιου ταλαντωτή ακολουθεί την ίδια πορεία όπως και για το μετασχηματισμό Fourier και συνοψίζεται στον Πίνακα 7.3. 14

Φόρτιση Μονοβάθμιος ταλαντωτής Απόκριση Πεδίο χρόνου ( ) h( t ) ut () ht ( ) ( ) d Πεδίο Laplace Fs () H() s Us () HsFs () () Πίνακας 7.3 Απόκριση του μονοβάθμιου ταλαντωτή στο πεδίο Laplace. 7. Στοιχεία της Θεωρίας Σημάτων Προκειμένου να αποκωδικοποιηθούν όλες οι πληροφορίες που μεταφέρει ένα χρονικώς μεταβαλλόμενο σήμα, απαιτείται η κατάλληλη επεξεργασία. Για την εκπομπή της πληροφορίας απαιτείται μία πηγή-πομπός (source), για τη μεταφορά της πληροφορίας απαιτείται ένας δίαυλος-κανάλι και για τη λήψη της πληροφορίας απαιτείται ένας δέκτης (receiver). Συνήθως, ο πομπός παράγει πολλών ειδών πληροφορίες, ενώ ο δέκτης λαμβάνει ένα υποσύνολο αυτών διότι ο δίαυλος αποκόπτει τμήμα πληροφοριών ενεργώντας ταυτόχρονα και ως φίλτρο (ilter). Επίσης, κατά τη διάρκεια της λήψης ενός σήματος υπεισέρχονται παράσιτα σήματα, που ονομάζονται γενικά θόρυβος, και τα οποία αλλοιώνουν την πρωτογενή πληροφορία. Στο πλαίσιο της θεωρίας των σημάτων, η επεξεργασία του σήματος (sigal processig) γίνεται με τη χρήση μαθηματικών εργαλείων, δηλαδή με σειρές Fourier, με συναρτήσεις ετεροσυσχέτισης (correlatio) και αυτοσυσχέτισης (autocorrelatio), με μιγαδικούς αριθμούς, και με στατιστικούς όρους. Το τελικό φιλτραρισμένο σήμα, που απομένει στον δέκτη μετά την απομάκρυνση του θορύβου, δεν συμπίπτει με το αρχικό σήμα, παρά το γεγονός ότι διατηρεί πολλά από τα σημαντικά χαρακτηριστικά του αρχικού. Σε γενικές γραμμές, η πληροφορία που μεταφέρεται δίνει τη χρονική μεταβολή κάποιου μεγέθους που μας ενδιαφέρει, όπως π.χ. η επιτάχυνση. Οσον αφορά τη μέτρηση του σήματος, επιλέγεται ένα μικρό χρονικό βήμα, ώστε η συνεχής ροή πληροφορίας να μετατρέπεται σε διακριτά ζεύγη τιμών, που απαρτίζουν ψηφιακά σήματα (digital sigals) και είναι τα πλέον κατάλληλα για την επεξεργασία με Η/Υ. Στη Δυναμική των Κατασκευών εμφανίζεται η ανάγκη της επεξεργασίας σημάτων επιτάχυνσης ή ταχύτητας, που καταγράφονται ενόργανα είτε στις κατασκευές είτε στο έδαφος εξαιτίας σεισμικών διεγέρσεων ή άλλων περιβαλλοντικών φορτίσεων. Οι κατασκευές τίθενται σε σύνθετες ταλαντωτικές κινήσεις υπό την επίδραση των παραπάνω αιτιών. Ακολούθως επιλέγονται με ορθολογικά κριτήρια κάποια χαρακτηριστικά σημεία της κατασκευής για τις μετρήσεις. Η ενόργανη καταγραφή των σημάτων στα χαρακτηριστικά σημεία γίνεται ψηφιακά, ενώ παλαιότερα γινόταν αναλογικά σε γράφημα. Τα σήματα αυτά ονομάζονται επιταχυνσιογράμματα και αποτελούνται από ζεύγη τιμών χρόνου και επιτάχυνσης, σε μικρά σταθερά χρονικά βήματα που κυμαίνονται στο διάστημα 0.005-0.01sec. Τα επιταχυνσιογράμματα εμπεριέχουν, εκτός από κάποια χαρακτηριστικά της εξωτερικής διέγερσης, και τις ιδιομορφές ταλάντωσης της κατασκευής ενισχυμένες σε διαφορετικό βαθμό. Συνεπώς, η ανάπτυξη υπολογιστικών τεχνικών για την ανίχνευση του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού ιδιομορφών ταλάντωσης της κατασκευής σε ένα σήμα αποτελεί ένα ανοικτό πεδίο έρευνας. Πιο συγκεκριμένα, ο υπολογισμός των ιδιοπεριόδων και ιδιομορφών ταλάντωσης διά μέσω ανάλυσης των επιταχυνσιογραμμάτων, χωρίς την προηγουμένη διενέργεια ιδιομορφικής ανάλυσης του σχετικού μαθηματικού προσομοιώματος της κατασκευής, απαιτεί συνδυασμό δύο γνωστικών αντικειμένων, αυτό της θεωρίας σημάτων με το αντίστοιχο της δυναμικής ανάλυσης των κατασκευών. 7..1 Κατηγοριοποίηση των Σημάτων Tα σήματα είναι συναρτήσεις μίας ή περισσοτέρων μεταβλητών, όπου συνήθως ο χρόνος t είναι η ανεξάρτητη μεταβλητή, ενώ το φυσικό φαινόμενο που μετράται είναι η εξαρτημένη μεταβλητή x(t). Διενεργώντας την απαραίτητη δειγματοληψία, οι δύο μεταβλητές t, x(t) παίρνουν διακριτές τιμές, και εμφανίζονται ως ζεύγη τιμών (, x() ). Διακρίνουμε δύο μεγάλες κατηγορίες σημάτων (Bedat ad Piersol, 000), (i) τα περιοδικά 15

(periodic) και (ii) τα τυχαία ή στοχαστικά (radom). Ως παράδειγμα, στην πρώτη κατηγορία σημάτων έχουμε την ελεύθερη ταλάντωση ενός μονοβάθμιου ταλαντωτή χωρίς απόσβεση, ενώ στη δεύτερη κατηγορία έχουμε τη σεισμική εδαφική κίνηση ή τη σεισμική απόκριση των κατασκευών. Πιο συγκεκριμένα, εάν ένα πείραμα δυναμικού χαρακτήρα δεν μπορεί να σχεδιαστεί ώστε να παράγει όμοια αποτελέσματα όταν αυτό επαναληφθεί, τότε κάθε επανάληψη συγκροτεί ένα σύνολο τυχαίων δεδομένων. Τα τυχαία δεδομένα δεν έχουν περιοδικότητα ή συμμετρία, ενώ είναι αδύνατη η πρόβλεψη μίας ακριβούς τιμής σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο. 7.. Δειγματοληψία των Σημάτων Προκειμένου να μετατραπεί ένα αναλογικό σήμα x(t) σε ψηφιακό (), πρέπει να αφαιρεθεί η συντριπτική πλειονότητα τιμών στα σημεία του χρόνου. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται δειγματοληψία και τα ολιγάριθμα χρονικά σημεία που απομένουν θα πρέπει να αποδίδουν με επαρκή ακρίβεια το φυσικό φαινόμενο. Η δειγματοληψία θα πρέπει να υπακούει στους κανόνες αξιοπιστίας του δείγματος που προβλέπει η θεωρία της Στατιστικής και η διαδικασία γίνεται με τη συνέλιξη (covolutio) του εξεταζόμενου αναλογικού σήματος x(t) με το σήμα K(t) των πολλαπλών μοναδιαίων στιγμιαίων κρούσεων (ή τρένο): x(t) * K(t) () (7.4) Το παραπάνω τρένο είναι ένα περιοδικό σήμα, με περίοδο ίση με το χρονικό βήμα της δειγματοληψίας, και αποτελείται από μοναδιαίες κρούσεις, απειροστής χρονικής διάρκειας dt, δείτε το Σχήμα 7.3. Συνεπώς, το ψηφιακό σήμα έχει τις ίδιες τιμές με το αρχικό αναλογικό σήμα μόνο στα σημεία δειγματοληψίας. Ο συνολικός χρόνος καταγραφής ενός σήματος καθορίζει την ελάχιστη δυνατή συχνότητα κύκλων επανάληψης που μπορεί να ανιχνευτεί, ενώ το μέγεθος του χρονικού βήματος καθορίζει τη μέγιστη δυνατή ανιχνεύσιμη συχνότητα του νέου ψηφιακού σήματος. Σχήμα 7.3 Συνέλιξη αναλογικού σήματος με το «τρένο» μοναδιαίων στιγμιαίων κρούσεων. Ως παράδειγμα, εαν θεωρήσουμε το τυχαίο αναλογικό σήμα x(t) του Σχήματος 7.4, πρέπει πρώτα να επιλέξουμε τον αριθμό των Ν χρονικών διαστημάτων ίσου μήκους h. Θεωρώντας ότι ο αξιόπιστος χρόνος καταγραφής (record time legth) είναι Τ, με έναρξη μέτρησης του χρόνου τη χρονική στιγμή t o, προκύπτει ότι T Nh. Σημειώνεται ότι παρά το γεγονός πως τα τυχαία σήματα δεν έχουν περιοδικότητα, μπορούμε να θεωρήσουμε πως έχουν περίοδο ίση με τον συνολικό χρόνο καταγραφής Τ τους. Η παραδοχή αυτή οδηγεί στην ελάχιστη δυνατή συχνότητα κύκλων επανάληψης του ψηφιακού σήματος ως mi 1. Για λόγους αξιοπιστίας της δειγματοληψίας, πρέπει το χρονικό βήμα h να δίδει γραμμική κατανομή του σήματος x(t) μεταξύ δύο διαδοχικών χρονικών στιγμών. Η επιλογή του h καθορίζει και τη μέγιστη δυνατή συχνότητα max που μπορεί να ανιχνευτεί στο ψηφιακό σήμα, δηλαδή την συχνότητα Nyquist ως max 1Tmi 1h (7.5) 16

Σχήμα 7.4 Ψηφιοποίηση αναλογικού σήματος. 7..3 Μαθηματική Διατύπωση της Επεξεργασίας των Σημάτων Εδώ δίδονται οι βασικοί στατιστικοί όροι που χρησιμοποιούνται στην ανάλυση των τυχαίων σημάτων. Προϋπόθεση για την εφαρμογή στατιστικής επεξεργασίας στα σήματα είναι ότι δεν θα πρέπει να είναι αλλοιωμένα (π.χ., με προσθήκη μηδενικών όρων στην αρχή ή στο πέρας των σημάτων, αφαίρεση όρων, κ.λπ.), αλλιώς θα οδηγηθούμε σε εσφαλμένα συμπεράσματα. Έχουμε συνεπώς τους εξής όρους: R x 1. Δειγματικό εύρος (sample rage) max xmi των δεδομένων ορίζεται η διαφορά της ελάχιστης xmi από τη μέγιστη τιμή του δείγματος xmax.. Δειγματική μέση τιμή (sample mea value) x ενός αναλογικού περιοδικού σήματος x(t) ορίζεται για μια περίοδο Τ ως εξής: T x 1 x( t ) t 0 d (7.6) Η δειγματική μέση τιμή x ενός τυχαίου ψηφιακού σήματος x() ορίζεται για το συνολικό χρονικό διάστημα καταγραφής του σήματος με ζεύγη τιμών (, x() ) είναι η εξής: 1 (7.7) 1 x ( 1 / ) x( ) ( 1 / ){ x( ) x( )... x( )} 3. Η θετική ρίζα μέσης τετραγωνικής τιμής (root mea square value value) x rms ενός αναλογικού περιοδικού σήματος x(t) δίδεται ως εξής: T xrms 1 x (t) dt 0 (7.8) Η θετική ρίζα μέσης τετραγωνικής τιμής x rms ενός τυχαίου ψηφιακού σήματος x() ορίζεται για το συνολικό χρονικό διάστημα καταγραφής με ζεύγη τιμών (, x() ) ως εξής: x rms (1 ) x () (1 ){x ( 1) x ( )... x ()} 1 (7.9) 4. Η δειγματική διασπορά ή διακύμανση (sample variace) μία από τις ακόλουθες εξισώσεις: s {1(1)} x() x {1(1)} x () x 1 1 s ενός τυχαίου ψηφιακού σήματος δίδεται από (7.30) 17

5. Η δειγματική τυπική απόκλιση (stadard deviatio) s ενός ψηφιακού σήματος είναι η τετραγωνική ρίζα της δειγματικής διασποράς s (7.31) 1 s { x() x (1)} 6. Η συσχέτιση (correlatio) μεταξύ δύο τυχαίων μεταβλητών Χ και Υ, δηλαδή πως η μία τυχαία μεταβλητή μεταβάλλεται ως προς την άλλη. Συνήθως χρησιμοποιείται ο δειγματικός συντελεστής συσχέτισης r= S XY (SX S Y ) όπου x( ) x 1 SX x () x 1 1 1 1 y( ) y 1 SY y () y 1 1 1 1 1 1 S XY 1 x() x x() x 1 1 x() y() x y 1 (7.3) Εάν r = ±1, υπάρχει απόλυτη συσχέτιση μεταξύ των εξεταζόμενων μεταβλητών X και Y, καθότι από την τιμή της μίας μεταβλητής προσδιορίζουμε και την τιμή της άλλης. Όταν r > 0.90, υπάρχει ισχυρή συσχέτιση και όταν r < 0.10, τότε οι δύο μεταβλητές είναι στατιστικά σχεδόν ασυσχέτιστες. Τέλος, όταν r=0, τότε X και Y είναι στατιστικά ασυσχέτιστες. 7. Για το εσωτερικό γινόμενο δύο σημάτων, θεωρούμε το διανυσματικό χώρο των πραγματικών ή των μιγαδικών αριθμών με τις γνωστές ιδιότητες των διανυσματικών πράξεων. Θεωρούμε επίσης δύο ψηφιακά σήματα x( ) και y( ), ψηφιοποιημένα ανά κοινό σταθερό χρονικό βήμα h, που παριστάνουν διανύσματα Ν βαθμού, με τον εκθέτη Τ να δηλώνεται το ανάστροφο διάνυσμα: X T y()= y y... y T x() x x... x = 1 Y 1 (7.33) To εσωτερικό γινόμενο x() y() των δύο παραπάνω ψηφιακών σημάτων ορίζεται ως T X Y 11 i i (7.34) i1 x() y() x y x y... x y x y Στην περίπτωση που δύο διανύσματα είναι μεταξύ τους ορθογώνια, τότε το εσωτερικό τους γινόμενο είναι μηδέν. Επίσης, η απόλυτος τιμή X ενός διανύσματος Χ δίνεται: 11 i (7.35) i1 X x() x() x x x x... x x x 8. Η απόσταση δύο σημάτων δηλώνει κατά πόσο τα δύο σήματα απέχουν μεταξύ τους. Δύο σήματα ταυτίζονται εάν η μεταξύ τους απόσταση είναι μηδενική. Συνεπώς, η έννοια της απόστασης εκφράζει το σφάλμα (ή την καθυστέρηση) που εμφανίζεται μεταξύ δύο σημάτων. Στο χώρο των Ν διαστάσεων η απόσταση μεταξύ δύο διανυσμάτων X και Y είναι: N N i i (7.36) i1 D x y 18

9. Η στιγμιαία ισχύς P( t ) ενός αναλογικού σήματος x(t) ισούται με το τετράγωνο αυτού, δηλαδή P(t) = x (t), ενώ η στιγμιαία ισχύς P( ) ενός ψηφιακού σήματος x() ορίζεται ως P() = x (). Η μέση ισχύς P(t ) ενός αναλογικού σήματος x(t) ορίζεται για μία περίοδο Τ, κατά πλήρη αναλογία με τη μέση τιμή, ως εξής: T T P(t) (1 ) P(t) dt (1 ) x (t) dt 0 0 (7.37) ενώ η μέση ισχύς P( ) ενός ψηφιακού σήματος x() ορίζεται ως (7.38) 1 1 P() (1/) P() (1/) x () Όταν η μέση ισχύς P(t ) είναι μεγαλύτερη του μηδενός για την περίπτωση που το χρονικό διάστημα Τ τείνει στο άπειρο, τότε τα σήματα αυτά ονομάζονται σήματα ισχύος (power sigals), όπως είναι π.χ., τα περιοδικά σήματα. Επίσης παρατηρούμε ότι η μέση ισχύς P(t ) ισούται αριθμητικά με το τετράγωνο του x rms του σήματος x(). 10. Η ενέργεια ενός αναλογικού σήματος προκύπτει από το ολοκλήρωμα τα στιγμιαίας ισχύος στη διάρκεια μίας περιόδου Τ, δηλαδή T T W P( t ) dt x ( t ) dt 0 0 (7.39) ενώ η ενέργεια W ενός ψηφιακού σήματος x() ορίζεται από το άθροισμα της στιγμιαίας ισχύος στη διάρκεια του σήματος W x () (7.40) 1 Παρατηρούμε ότι η ενέργεια ενός σήματος συμπίπτει με το εσωτερικό του γινόμενο. Όταν η ενέργεια W δεν απειρίζεται για T (σε αναλογικά σήματα) ή για (σε ψηφιακά σήματα), τότε έχουμε το σήμα ενέργειας, όπως είναι όλα τα σήματα πεπερασμένης χρονικής διάρκειας. Από τον ορισμό της ενέργειας W προκύπτει εναλλακτικά και η μέση ισχύς P( ) του ψηφιακού σήματος x(), ως το τετράγωνο της x rms τιμής του σήματος x(), ήτοι: rms (7.41) 1 P() (1/) x () W / x Η παραπάνω σχέση είναι ιδιαίτερα σημαντική διότι συνδέει την ενέργεια του σήματος με τη μέση ισχύ και με τη θετική ρίζα της μέσης τετραγωνικής x rms τιμής του. Στις εφαρμογές επεξεργασίας σημάτων, χρησιμοποιείται κατά κανόνα ο υπολογισμός της x rms, διότι έτσι εκφράζεται έμμεσα τόσο η ενέργεια όσο και η μέση ισχύς του σήματος. 11. Για την απόδοση της ομοιότητας δύο ψηφιακών σημάτων x(t) και y(t), Σχήμα 7.5, απαιτείται η χρήση ενός κατάλληλου κριτηρίου. Για παράδειγμα, το εσωτερικό γινόμενο δύο σημάτων είναι ένα μέτρο συσχετισμού, διότι για ορθογώνια διανύσματα το εσωτερικό τους γινόμενο είναι μηδέν. Εάν όμως το σήμα y(t) είναι χρονικά μετατοπισμένο κατά τ=τ σε σχέση με το x(t), και θεωρήσουμε ως αρχή μέτρησης του χρόνου το σημείο 0 του πρώτου σήματος, τότε το εσωτερικό γινόμενο είναι μηδέν που δεν αποδίδει την ομοιότητα των δύο σημάτων. Το παραπάνω πρόβλημα επιλύεται με τον υπολογισμό του εσωτερικού γινομένου xy( ) R των δύο νέων σημάτων, για όλες τις δυνατές τιμές της χρονικής καθυστέρησης (time delay) τ του ενός σήματος ως προς το άλλο, ως ακολούθως: 19

Σχήμα 7.5 Δύο εν δυνάμει όμοια χρονικά σήματα με σχετική χρονική μετατόπιση τ. R ( ) x(t) y(t ) (7.4) xy Στα ψηφιακά σήματα, η χρονική καθυστέρηση εκφράζεται ως h, όπου o δείκτης (lag umber) R =0,1,,3, N. Η κατανομή του εσωτερικού γινομένου xy( ) ονομάζεται χρονική συνάρτηση ετεροσυσχέτισης (cross-correlatio uctio) και αποδίδει την ομοιότητα δύο σημάτων: Μεγάλες τιμές της R xy( ) R 0 σηματοδοτούν μεγάλη συσχέτιση των δύο σημάτων, ενώ όταν xy( ) τα δύο σήματα είναι ασυσχέτιστα. Επίσης χρησιμοποιείται και η χρονική συνάρτηση αυτοσυσχέτισης (auto-correlatio R uctio) xx( ) x( t ) x( t ) κατά τρόπο ανάλογο. Εφαρμογές των χρονικών συναρτήσεων της αυτοσυσχέτισης και της ετεροσυσχέτισης είναι στην ανίχνευση του θορύβου στα σήματα. Πιο συγκεκριμένα, για την απομάκρυνση του θορύβου και τη δημιουργία καθαρού (ή φιλτραρισμένου) σήματος, πρέπει R 0 τα σήματα να είναι ασυσχέτιστα, δηλαδή xy( ). 7..4 Αριθμητική Εφαρμογή Αυτοσυσχέτισης και Ετεροσυσχέτισης Θεωρούμε τα δύο σήματα x(t), y(t) με ψηφιακή μορφή στο Σχήμα 7.6, αποτελούμενα από =5 καταγραφές (Πίνακας 7.4) και τα οποία είναι ψηφιοποιημένα ανά 0.05s. (a) (b) Σχήμα 7.6 Γραφική παράσταση των σημάτων (a) x(t) και (b) y(t). 130

Σύμφωνα με τα παραπάνω, υπολογίζεται ο συντελεστής αυτοσυσχέτισης R xx (τ) για το διάστημα -1.0 <τ<+1.0, στον Πίνακα 7.4, ενώ οι γραφικές παραστάσεις της αυτοσυσχέτισης R xx (τ) και της ετεροσυσχέτισης R xy (τ) δίδονται στο Σχήμα 7.7. t x(t) y(t) τ R xx (τ) R xy (τ) 1 0.00 0.000000 0.000000-1.0 0.000000 1.000000 0.05 0.6105 0.000000-1.15 0.000000 0.000000 3 0.10 0.517638 0.000000-1.10 0.068150 0.5100 4 0.15 0.765367 0.000000-1.05 0.7060 1.557380 5 0.0 1.000000 0.000000-1.00 0.667550 3.088110 6 0.5 1.1753 0.000000-0.95 1.314470 5.088110 7 0.30 1.41414 0.000000-0.90.56740 7.53160 8 0.35 1.586707 0.000000-0.85 3.59570 10.351590 9 0.40 1.73051 0.000000-0.80 5.15630 13.55000 10 0.45 1.847759 0.000000-0.75 7.14680 16.989100 11 0.50 1.93185 0.000000-0.70 9.497490 0.68460 1 0.55 1.98890.000000-0.65 1.189970 4.54830 13 0.60.000000.000000-0.60 15.191510 8.514100 14 0.65 1.98890.000000-0.55 18.4550 3.514100 15 0.70 1.93185.000000-0.50 1.90800 36.479880 16 0.75 1.847759.000000-0.45 5.515630 39.81480 17 0.80 1.73051.000000-0.40 9.15630 4.48170 18 0.85 1.586707.000000-0.35 3.75010 44.415090 19 0.90 1.41414.000000-0.30 36.197860 45.588500 0 0.95 1.1753.000000-0.5 39.395430 45.981890 1 1.00 1.000000.000000-0.0 4.36770 45.588500 1.05 0.765367.000000-0.15 44.616800 44.415090 3 1.10 0.517638.000000-0.10 46.43590 4.48170 4 1.15 0.6105.000000-0.05 47.589350 39.81480 5 1.0 0.000000 0.000000 0.00 48.000000 36.479883 Πίνακας 7.4 Στοιχεία των χρονικών σημάτων x(t) και y(t). 131

(a) (b) Σχήμα 7.7 Η χρονική συνάρτηση (a) αυτοσυσχέτισης Rxx(τ) του σήματος x(t), συμμετρική ως προς τ=0 και (b) ετεροσυσχέτισης Rxy(τ) των σημάτων x(t) και y(t), συμμετρική ως προς τ=-0.5. 7..5 Συναρτήσεις Πυκνότητας Φάσματος 1. Η πυκνότητα φάσματος ενέργειας (eergy desity spectrum) ενός σήματος προκύπτει από την εξίσωση ενέργειας με μετασχηματισμό Fourier σε συνάρτηση της κυκλικής συχνότητας ω (ή της συχνότητας ) ως F d (7.43) 0 W (1/ ) (ω) F( ω) Ο όρος ονομάζεται πυκνότητα του φάσματος ενέργειας και ισούται με το τετράγωνο του εύρους F( ω) ταλάντωσης στο πεδίο Fourier. Επίσης, το μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εύρεση της ενέργειας του σήματος μέσα σε μία ζώνη συχνοτήτων ( ω1 ) ως: 1 1 W(, ) (1/ ) F(ω) d (1/ ) F(ω) d 1 (7.44) Παρατηρούμε ότι η ενέργεια συνεκτιμά την ολοκλήρωση για θετικές και για αρνητικές συχνότητες. Επειδή ο όρος F( ω) είναι πάντοτε θετικός, για τον αριθμητικό υπολογισμό της ενέργειας του σήματος μπορούμε να περιοριστούμε μόνο στην περιοχή των θετικών κυκλικών συχνοτήτων, απλώς διπλασιάζοντας την τιμή της τελικής ενέργειας.. Η πυκνότητα φάσματος ισχύος σήματος, είναι η θεωρητικά άπειρη ενέργεια που εμπεριέχεται σε σήματα ισχύος. Από τον συνδυασμό της μέσης ισχύος του σήματος και της πυκνότητας φάσματος ενέργειας που αναφέρθηκαν προηγουμένως, ορίζεται ως πυκνότητα φάσματος ισχύος (power desity spectrum) ο όρος F( ω) T, όπου T είναι η συνολική διάρκεια του σήματος. Είναι προφανές ότι προκειμένου να υπολο- 13

γισθεί είτε η πυκνότητα φάσματος ισχύος, είτε η πυκνότητα φάσματος ενέργειας, πρέπει προηγουμένως να διερευνηθεί εαν έχουμε σήμα ισχύος ή σήμα ενέργειας, αντίστοιχα. Εδώ χρησιμοποιείται το ακόλουθο θεώρημα των Wieer-Khitchie (Papoulis 1985): Τόσο η πυκνότητα του φάσματος ενέργειας ενός σήματος ενέργειας, όσο και η πυκνότητα του φάσματος ισχύος ενός φάσματος ισχύος, ισούνται με το φάσμα πλατών της εκθετικής μιγαδικής μορφής Fourier της χρονικής συνάρτησης αυτόσυσχέτισης R xx (τ). Το εν λόγω φάσμα πλατών Fourier ονομάζεται, σε αμφότερες των περιπτώσεων, συνάρτηση αυτόφασματικής πυκνότητας (auto-spectral desity uctio) και μπορεί να υπολογισθεί για οποιοδήποτε τυχαίο σήμα, χωρίς να είναι απαραίτητη η διάκριση σε σήμα ενέργειας ή σε σήμα ισχύος. 3. Η συνάρτηση αυτοφασματικής πυκνότητας (auto-spectral desity uctio) S xx ( ) [ή η ισοδύναμη power spectral desity G xx ( )] χρησιμοποιείται σε σχέση με τυχαία σήματα. Η διάκριση μεταξύ των δύο βασίζεται στο ότι ο κάθε αρμονικός όρος αποτελείται από δύο μιγαδικά μέρη, σύμφωνα με τη σχέση του Euler. Πιο συγκεκριμένα, η συνάρτηση Sxx ( ) χρησιμοποιείται όταν το σήμα ορίζεται αρνητικές και θετικές συχνότητες (διάγραμμα δύο-πλευρών), ενώ η Gxx ( ) αναφέρεται σε διάγραμμα μίας πλευράς, δηλαδή για θετικές συχνότητες μόνο. Ο υπολογισμός της συνάρτησης Gxx ( ) ενός σήματος x( t ) μπορεί να γίνει με διάφορες αριθμητικές μεθόδους υπολογισμού (Bedat ad Piersol, 000), εκ των οποίων η απλούστερη περιγράφεται από το θεώρημα των Wieer-Khitchie ως ακολούθως: Η Gxx ( ) ισούται με το φάσμα πλατών της εκθετικής μιγαδικής μορφής Fourier της χρονικής συνάρτησης αυτόσυσχέτισης R xx (τ) του σήματος x( t ). Στην περίπτωση αναλογικών σημάτων η συνάρτηση αυτόφασματικής πυκνότητας Sxx ( ) ορίζεται ως Sxx( )= R xx( ) e -jπτ dτ, - < < Για το αντίστοιχο διάγραμμα μίας-πλευράς, έχουμε (7.45) G ( )= S ( ), 0< < xx xx (7.46) Επίσης, για δύο διαφορετικά σήματα x( t ) και y( t ), η συνάρτηση ετεροφασματικής πυκνότητας (crossspectral desity uctio) υπολογίζεται όπως και στην περίπτωση της αυτόφασματικής πυκνότητας, με μόνη R διαφορά ότι χρησιμοποιείται η χρονική συνάρτηση ετερο-συσχέτισης xy(τ) αντί της R xx (τ). 7.3 Γραμμικά Φίλτρα Στη Δυναμική των Κατασκευών, τα φίλτρα λειτουργούν ως γραμμικά συστήματα αλλοίωσης σημάτων. Το πιο απλό φίλτρο είναι η συνάρτηση δέλτα δ(t), Σχήμα 7.8, που αντιπροσωπεύει ένα σήμα μοναδιαίου πλάτους και μικρής διάρκειας dt (κρουστικό σήμα) ως δ (t) 0, t 0; δ (t) 1, t 0. Εάν η συνάρτηση δ(t) μετατοπισθεί κατά χρόνο τ, τότε ισχύει πως δ (t τ) 0, t τ; δ (t τ) 1, t τ. Σημειώνουμε εδώ πως ο παραπάνω ορισμός δεν αντιστοιχεί μαθηματικά στην έννοια της γενικευμένης συνάρτησης του Dirac, διότι τότε η χρονική της διάρκεια είναι απειροστή και το εύρος της απειρίζεται. Για την συνάρτηση δ(t) προκύπτουν οι ακόλουθες ιδιότητες: 0 δ( t)dt δ( t)dt 1, δ( tτ) xt ( ) d t xτ ( ) (7.47) 0 Η δεύτερη από τις παραπάνω εξίσωσης διατυπώνεται ως η συνέλιξη της συνάρτησης δέλτα δ( t τ) με ένα σήμα x(t) δίνει την τιμή του σήματος x(t) στη χρονική στιγμή τ. Στην περίπτωση των ψηφιακών σημάτων αποτελούμενων από Ν παρατηρήσεις (=1,,, N), η συνάρτηση δ() εκφράζεται ως εξής: δ() 0, 0; δ() 1, 0 και αποτελεί τη θεωρητική βάση της δειγματοληψίας κατά τη μετατροπή ενός συνεχούς σήματος σε ψηφιακό. 133

(a) (b) Σχήμα 7.8 Η συνάρτηση δέλτα στο πεδίο (a) του χρόνου και (b) της συχνότητας (λευκός θόρυβος). Πιο συγκεκριμένα, το τρένο των μοναδιαίων στιγμιαίων κρούσεων που χρησιμοποιείται στη δειγματοληψία για να μετατραπεί ένα συνεχές σήμα σε ψηφιακό, είναι μία σειρά ακαριαίων μοναδιαίων κρούσεων, μικρής (απειροστής) χρονικής διάρκειας, ανά σταθερά χρονικά διαστήματα h της δειγματοληψίας. Μία επιπλέον ιδιότητα της συνάρτησης δέλτα είναι πως ο μετασχηματισμός της κατά Fourier δίνει σταθερό φάσμα πλατών για όλες τις συχνότητες, Σχήμα 7.8, γνωστό ως λευκό θόρυβο (white oise). Σε μια μέτρηση της απόκρισης ενός δυναμικού συστήματος, όπως π.χ. ο μονοβάθμιος ταλαντωτής, το αρχικό σήμα x(t) που παράγεται διέρχεται μέσα από μία σειρά διαύλων (δηλαδή από το μέσο διάδοσης του σήματος και από τα όργανα μέτρησης) που το αλλοιώνουν, μετατρέποντάς το στο καταγεγραμμένο σήμα εξόδου y(t). Η όλη διαδικασία απαρτίζεται από (i) ένα σήμα εισόδου x(t), (ii) ένα σύστημα Η αλλοίωσης και (iii) ένα σήμα εξόδου y(t). Η διερεύνηση του συστήματος Η αποτελεί τη βάση για την ανάπτυξη μαθηματικών φίλτρων για την απομόνωση του θορύβου των σημάτων. Ένα σύστημα Η θεωρείται ως ένας μετασχηματισμός σήματος ως y(t) = Hx(t). Στην περίπτωση πολυμεταβλητών συστημάτων (multivariable systems), έχουμε την ακόλουθη μητρωική μορφή, Σχήμα 7.9: x 1(t) y 1(t) x (t) y (t).. y(t) Hx(t); x(t), y (t) (7.48).... x (t) y (t) 134

Σχήμα 7.9 Η σχηματική απεικόνιση πολυμεταβλητών συστημάτων. Στην περίπτωση των σημάτων συνεχούς χρόνου, ο τελεστής Η είναι ένα γραμμικό σύστημα διαφορικών εξισώσεων Ν-οστής τάξης, ενώ στην περίπτωση των ψηφιακών σημάτων, είναι είτε μία εξίσωση πεπερασμένων διαφορών ή μία εκθετική μιγαδική συνάρτηση. Ένα σύστημα Η λέγεται αιτιατό (causal) όταν η απόκριση y( t ) στη χρονική στιγμή t δεν εξαρτάται από μελλοντικές τιμές της διέγερσης x( t ). Όταν η τιμή εξόδου y( t ) εξαρτάται μόνο από την τιμή της διέγερσης x( t ) στην ίδια χρονική στιγμή, τότε το σύστημα Η ονομάζεται στιγμιαίο (istataeous). Σε αντίθετη περίπτωση, το σύστημα Η ονομάζεται δυναμικό, διότι η τιμή εξόδου y( t ) εξαρτάται από όλες τις προηγούμενες τιμές του σήματος εισόδου x( t ). Το σύστημα Η είναι γραμμικό όταν ισχύει η αρχή της επαλληλίας, δηλαδή όπου a, b είναι συντελεστές και x 1(t),x (t) είναι σήματα εισόδου. Στο πεδίο του χρόνου, το σήμα εξόδου y( t ) δίνεται από τη συνέλιξη του σήματος εισόδου x( t ) με την κρουστική απόκριση h( t ) : Στο πεδίο των συχνοτήτων ισχύουν οι σχέσεις όπου Y(),X() είναι οι μετασχηματισμοί Fourier των σημάτων y(t),x(t), αντίστοιχα, και H( ) είναι ο μετασχηματισμός Fourier της κρουστικής απόκρισης h( t ). Σε ορισμένες περιπτώσεις, το σήμα εξόδου y( t ) δίδεται ως ανάπτυγμα σειρών Fourier της μορφής X k του σήματος εισόδου x( t ) επί το αντί- όπου το το σήμα εξόδου y( t ) ισούται με το γινόμενο του πλάτους στοιχο πλάτος H( ) της κρουστικής απόκρισης h( t ). H ax (t) bx (t) ahx (t) b Hx (t) (7.49) 1 1 y(t) x(t) * h(t) (7.50) Y() X() H() Y() X() H() (7.51) y( t ) X H( ) exp(i π t ) (7.5) 7.3.1 Κατηγορίες Φιλτρων Οι επιθυμητές ιδιότητες των μαθηματικών φίλτρων είναι (i) να μην αλλοιώνουν την πληροφόρηση που μεταφέρεται από το σήμα εισόδου x( t ) και (ii) να απομακρύνουν το θόρυβο που έχει εισέλθει στο σήμα εξόδου y( t ) Τα βασικά φίλτρα είναι τα εξής: 1. Ανω-διαβατό φίλτρο (high-pass ilter ή HPF), που επιτρέπει τη διέλευση όλων των αρμονικών όρων ενός σήματος εισόδου με συχνότητα μεγαλύτερη τη συχνότητα αποκοπής (cut-o requecy) 1H, Σχήμα 7.10. Το φίλτρο δίδεται σε εκθετική μιγαδική μορφή ως H( ) A exp(-i t), > 1H; H( ) 0, < 1H (7.53) Για παράδειγμα, θεωρούμε το σύνθετο περιοδικό σήμα εξόδου του Σχήματος 7.11, που αποτελείται από δύο αρμονικούς όρους με συχνότητες 1 = Hz και = 0 Hz, και εύρος ταλάντωσης A 1 = 5 και 135

A = 0.5 αντίστοιχα, ως y(t) 5si( π 1 t) 0.5si( π t). Εαν επιθυμούμε να φιλτράρουμε το σήμα αποκόπτοντας τον αρμονικό όρο με τη χαμηλότερη συχνότητα, τότε πρέπει να θεωρήσουμε ένα άνω-διαβατό φίλτρο με συχνότητα αποκοπής μεγαλύτερη των Hz, π.χ., 1H = 4 Hz. Το σήμα που απομένει μετά την απομάκρυνση του παραπάνω αρμονικού όρου δίδεται στο Σχήμα 7.11.. Κάτω-διαβατό φίλτρο (low-pass ilter ή LPF), που επιτρέπει τη διέλευση όλων των αρμονικών όρων ενός σήματος εισόδου με συχνότητα μικρότερη από τη χαρακτηριστική συχνότητα H, Σχήμα 7.10. Το φίλτρο δίδεται σε εκθετική μιγαδική μορφή ως H( ) A exp(-i t), < H; H( ) 0, > H (7.54) (α) (b) (c) (d) Σχήμα 7.10 (a) Aνω-διαβατό φίλτρο (HPF), (b) κάτω-διαβατό φίλτρο (LPF), (c) Το ζωνό-διαβατό φίλτρο (ΒPF) και (d) Το ζωνό-αδιάβατο φίλτρο (ΒSF). 136

Σε σχέση με το προηγούμενο παράδειγμα, τώρα φιλτράρουμε το σύνθετο περιοδικό σήμα εξόδου αποκόπτοντας τώρα τον αρμονικό όρο με την υψηλότερη συχνότητα. Θεωρούμε ένα κάτω-διαβατό φίλτρο (LPF) με συχνότητα αποκοπής μικρότερη των 0Hz, έστω H = 15 Hz Το σήμα που απομένει μετά δίδεται στο Σχήμα 7.11. 3. Ζωνό-διαβατό φίλτρο (bad-pass ilter ή BPF), που επιτρέπει τη διέλευση όλων των αρμονικών όρων ενός σήματος εισόδου που διαθέτουν συχνότητα σε μία ζώνη μεταξύ 1H και H, Σχήμα 7.10. Το φίλτρο δίδεται σε εκθετική μιγαδική μορφή ως H( ) = A exp(-i t), 1H < < H ; H( ) = 0, < 1H, H < (α) (b) (c) Σχήμα 7.11 (a) Σύνθετο περιοδικό σήμα εξόδου, (b) φιλτραρισμένο σήμα μετά την απομάκρυνση του αρμονικού όρου χαμηλής συχνότητας και (c) φιλτραρισμένο σήμα μετά την απομάκρυνση του αρμονικού όρου υψηλής συχνότητας. 4. Ζωνό-αδιάβατο φίλτρο (bad-stop ilter ή (BSF), που επιτρέπει τη διέλευση όλων των αρμονικών όρων ενός σήματος εισόδου που διαθέτουν συχνότητα αφενός μεγαλύτερη από H και αφετέρου μικρότερη από 1H, Σχήμα 7.10. Το φίλτρο δίδεται σε εκθετική μιγαδική μορφή ως H( ) A exp(-i t), < 1H, H ; H( ) 0, 1H < < H (7.55) 5. Το πλάτος ζώνης συχνοτήτων (badwidth) δηλώνει μία ζώνη συχνοτήτων από την οποία διέρχονται μόνο οι αρμονικοί όροι ενός τυχαίου σήματος με συχνότητες που εμπίπτουν στη ζώνη συχνοτήτων, Σχήμα 7.1, φίλτρο τύπου Butterworth. Σημειώνουμε πως ιδανικά φίλτρα μπορούν να υπάρξουν μόνο όταν είναι γνωστό το πλήρες συχνοτικό περιεχόμενο και το φάσμα πλατών του σήματος, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με περιοδικά σήματα. 137

(α) (b) Σχήμα 7.1 (a) Το πλάτος ζώνης συχνοτήτων σε ζωνό-διαβατό φίλτρο τύπου Butterworth και (b) η καμπύλη προσαρμογής του μεγέθους του φίλτρου για χαρακτηριστική συχνότητα H =10Hz. Το φίλτρο Butterworth, που χρησιμοποιείται σε προβλήματα της πράξης, χαρακτηρίζεται από σταθερό μέγεθος 0.95<Α<1.0 για ολόκληρο σχεδόν το πλάτος ζώνης των συχνοτήτων, ενώ οι συχνότητες αποκοπής 1H και H κατέρχονται στην τιμή A = 0.707A, που αντιστοιχεί στον στατιστικό μέσο όρο του 50% της ισχύος του μεγέθους Α. Η τετραγωνισμένη καμπύλη βαθμού Ν, N=1-8, η οποία και συνεχίζεται μέχρι να μηδενισθεί ασυμπτωτικά το μέγεθος του φίλτρου, που καθορίζεται από την ακόλουθη εξίσωση, Σχήμα 7.1: A1/ 1 ( i / H ) N (7.56) Στην περίπτωση των τυχαίων σημάτων, η διαδικασία απομάκρυνσης του θορύβου είναι μία επαναληπτική διαδικασία, και για την υλοποίησή της κατασκευάζονται κατά περίπτωση διάφορα ψηφιακά φίλτρα, αλλά με ανεπαρκή συνήθως μαθηματική τεκμηρίωση. 138