New oral anticoagulant drugs and their role in acute coronary syndromes



Σχετικά έγγραφα
Αντιπηκτική αγωγή σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή και συνοδά νοσήματα

ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΗΣ ΝΟΣΟΥ ΣΧΕΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ - ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ Αντιθροµβωτική θεραπεία

ΝΕΟΤΕΡΑ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΑ- ΚΟΛΠΙΚΗ ΜΑΡΜΑΡΥΓΗ

Αντιθρομβωτική αγωγή σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή και Διαδερμική Στεφανιαία Παρέμβαση

από τις ενδείξεις στην κλινική πράξη

Nεώτερα από του στόματος αντιπηκτικά φάρμακα- Κλινικές μελέτες στην κολπική μαρμαρυγή

Περιορισμοί στη χρήση των νεότερων. αντιπηκτικών

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

ΟΞΕΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΗ ΧΡΟΝΙΑΣ ΛΗΨΗΣ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ. ΚΑΛΠΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΘΡΙΑΣΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

Θετική γνωμοδότηση της επιτροπής CHMP για τη ριβαροξαμπάνη της Bayer σε ασθενείς με στεφανιαία ή περιφερική αρτηριακή νόσο

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Ι. ΚΑΡΒΟΥΝΗΣ Καθηγητής Καρδιολογίας Α.Π.Θ.

ΑΝΤΙΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ.

Διάρκεια Διπλής Αντιαιμοπεταλιακής Αγωγής μετά από PCI

Αντιθρομβωτικοί παράγοντες στη 3 η ηλικία

Αντιπηκτική και Αντιαιμοπεταλιακή Αγωγή στις Διαδερμικές Στεφανιαίες Παρεμβάσεις ΜΠΟΣΤΑΝΙΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ Α Γ.Ν.

Δελτίο Τύπου. Συνέδριο Αμερικάνικου Κολεγίου Καρδιολογίας 2017 (ACC.17)

Νεώτερα αντιαιμοπεταλιακά και αντιπηκτικά φάρμακα. Φαρμακοδυναμικά χαρακτηριστικά και κλινική αξιολόγηση

Διαχείριση ασθενούς με κολπική μαρμαρυγή στο οξύ στεφανιαίο σύνδρομο

Δελτίο Τύπου. Συνέδριο Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας 2016 (ESC 2016) GR252016F

ΠΕΡΙΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΩΝ. Νικόλαος Παπακωνσταντίνου Επικουρικός Ιατρός Καρδιολογική Κλινική Γ.Ν.

Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο σε ασθενείς µε κολπική µαρµαρυγή: Πρόδροµα επιδηµιολογικά δεδοµένα της µελέτης MISOAC-AF

KOΛΠΙΚΗ ΜΑΡΜΑΡΥΓΗ ΑΝΝΑ Π. ΑΝΤΩΝΙΟΥ

Διαδερμική επεμβατική αντιμετώπιση ασθενών της τέταρτης ηλικίας

Νέα δεδομένα για τη ριβαροξαμπάνη, σε ασθενείς με καρκίνο από την μελέτη CASSINI

Αρρυθμίες και Αντιπηκτική αγωγή

ΑΝΤΙΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑΚΗ ΑΓΩΓΗ. ΔΗΜ ΤΟΥΣΟΥΛΗΣ Καθηγητής Καρδιολογίας Παν/μιου Αθηνών

Αγγειοπλαστική σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή. Φαρμακολογικές παρεμβάσεις και επιλογές.

ΠΕΡΙΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΤΙΘΡΟΜΒΩΤΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ. Ανδρέας Μ. Λάζαρης ΠΓΝ «Αττικόν»

Προ εγχειρητικός Καρδιολογικός Έλεγχος

ΤΑ ΑΝΤΙΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑΚΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΩΝ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ

3ο Πανελλήνιο Συνέδριο Εφαρµοσµένης Φαρµακευτικής του Φαρµακευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης Αντιπηκτικά & αντιαιµοπεταλαιακά. Ενδείξεις & περιορισµοί

Μεικτή αθηρογόνος δυσλιπιδαιμία: βελτιώνοντας το συνολικό λιπιδαιμικό προφίλ

ΛΟΥΚΑΣ Κ. ΠΑΠΠΑΣ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΣ ΓΝΑ «Γ. ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ»

Επίβλεψη. Κολπική µαρµαρυγή 3/12/ κ. Σταύρος Κωνσταντινίδης Καθηγητητής Καρδιολογίας.Π.Θ. 1-2% του γενικού πληθυσµού

ΑΣΘΕΝΗΣ ΜΕ ΟΞΥ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ (ΟΣΣ) Ή PCI KAI KOΛΠΙΚΗ ΜΑΡΜΑΡΥΓΗ. ΠΡΟΛΗΨΗ ΘΡΟΜΒΟΕΜΒΟΛΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Παρουσίαση περιστατικού. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΑΤΖΗΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Καρδιολόγος Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Αθήνα Νοέμβριος 2018 Αγαπητοί συνάδελφοι και φίλοι του Ελληνικού Οργανισμού Εγκεφαλικών,

Προφανής κλινική διάγνωση: Ισχαιμικό έμφρακτο αριστερής Μέσης Εγκεφαλικής Αρτηρίας

Πρόληψη αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων στη μη βαλβιδική κολπική μαρμαρυγή. Δεδομένα κλινικών μελετών και εξατομίκευση της θεραπείας με Apixaban

Παπαγεωργίου Χρυσούλα Αναισθησιολόγος Εντατικολόγος Praticien Hospitalier, Centre Hospitalier Universitaire Tenon, Paris

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ Αναπηρωτής Καθηγητής Καρδιολογίας Α Καρδιολογική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών

Αντιπηκτική Αγωγή στις Διαδερμικές. Στεφανιαίες Παρεμβάσεις ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΟΥΡΓΚΟΥΝΗΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΛΙΝΙΚΗΣ 424 ΓΣΝΕ

Αιµορραγικά συµβάµατα σε ασθενείς µε οξέα στεφανιαία σύνδροµα επίπτωση µειζόνων αιµορραγιών 3-20% διαφορετικοί πληθυσµοί ασθενών ποικίλοι ορισµοί σοβα

Αντίδοτα των νεότερων από του στόματος αντιπηκτικών φαρμάκων

CHADS&ή CHADSVASc στην προληψη θροµβοεµβολικων επεισοδιων σε ασθενεις µε κολπικη µαρµαρυγη;

Αντιθροµβωτική αγωγή σε ασθενείς µε κολπική µαρµαρυγή που υποβάλλονται σε αγγειοπλαστική. Κουλαξής Δηµήτριος Αρχίατρος Καρδιολόγος 424 ΓΣΝΕ

Ρύθμιση της γλυκόζης αίματος ή επίτευξη πολλαπλών θεραπευτικών στόχων?

Circulation. 2014;129:e28-e292

Αντιθρομβωτική αγωγή κατά και μετά τις επεμβάσεις στις καρωτίδες. Ανδρέας Μ. Λάζαρης Αγγειοχειρουργός, ΠΓΝ Αττικόν, ΕΚΠΑ

Aντιθρομβωτικά. Ασπιρίνη, κλοπιδογρέλη (>40 γενόσημα) πρασουγρέλη τικαγρελόρη, καγρελόρη ελινογρέλη, TRAP

Το Xarelto είναι φάρμακο που περιέχει τη δραστική ουσία ριβαροξαβάνη. Διατίθεται σε μορφή δισκίων (2,5, 10, 15 και 20 mg).

Διαδερμική επαναιμάτωση σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη

Τί σημαίνει η επιβεβαίωση ή η απόρριψη του κύριου ερωτήματος που θέτει μια κλινική μελέτη. Αιματολογική και Λεμφωμάτων Κλινική/ΜΜΜΟ

24-26 January καρδία, αγγεία & αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια

(Η εγγραφή στο Συνέδριο είναι ΔΩΡΕΑΝ)

Αντιαιμοπεταλιακή αγωγή στις σύμπλοκες αγγειοπλαστικές

Η εξέλιξη της αντιθρομβωτικής αγωγής στον χρόνο

Παραρτημα III Μεταβολες στις περιληψεις των χαρακτηριστικων του προϊοντος και στα φυλλα οδηγιων χρησης

Αντιθρομβωτική αγωγή στις περιφερικές αρτηρίες

Οι υπερβολές και οι παραλείψεις

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΙΣΧΑΙΜΙΚΩΝ ΑΓΓΕΙΑΚΩΝ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ

Αντιμετώπιση των οξέων ισχαιμικών επεισοδίων στα θύματα της ανακοπής. Γεώργιος Θεοδ. Νικήτας Ειδικευόμενος Καρδιολογίας

Ασθενείς με Κολπική Μαρμαρυγή και υψηλή επικινδυνότητα για Αγγειακό Εγκεφαλικό επεισόδιο

Δεν θα πρέπει όλοι οι ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή να αρχίζουν αντιπηκτική αγωγή με NOAC s

Διάρκεια διπλής αντιαιµοπεταλιακής αγωγής µετά από οξύ στεφανιαίο σύνδροµο. Α. Ζιάκας, Αναπληρωτής Καθηγητής Καρδιολογίας Α.Π.Θ., Π.Γ.Ν.

Πρόληψη αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων στη μη βαλβιδική κολπική μαρμαρυγή. Δεδομένα κλινικών μελετών και εξατομίκευση της θεραπείας με Apixaban

Κατσαφάδος Γ. Μιχαήλ Καρδιολόγος SOS ΙΑΤΡΟΙ

Κολονοσκόπηση σε ασθενή που λαμβάνει αντιπηκτικά-αντιαιμοπεταλιακά.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2014

Κώστας Τσιούφης Αν.Καθηγητής Καρδιολογίας ΕΚΠΑ Α Παν/κή Καρδ/κή Κλινική, Ιπποκράτειο Γ.Ν.Α Αντιπρόεδρος ΕΚΕ

Μη καρδιακό χειρουργείο: Προηγηθείσα και Προεγχειρητική διαδερμική στεφανιαία παρέμβαση. Δ. Ζιούτας MD, PhD, FESC

Συνδυασμοί αντιαιμοπεταλιακών φαρμάκων σε ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο ή μετά από αγγειοπλαστική. Ασφάλεια και αποτελεσματικότητα.

Ασθενής που εμφανίζει μυαλγίες κατά τη χορήγηση στατινών

Υπολιπιδαιμική αγωγή σε ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο

Παρεντερική χορήγηση αντιπηκτικών στα οξέα στεφανιαία σύνδρομα κατά την αγγειοπλαστική. Νεότερα δεδομένα -

Το Pradaxa είναι φάρμακο που περιέχει τη δραστική ουσία ετεξιλική δαβιγατράνη. Διατίθεται υπό μορφή καψακίων (75, 110 και 150 mg).

ΘΑ ΧΟΡΗΓΗΘΟΥΝ ΜΟΡΙΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Κωνσταντίνος Τζιόμαλος Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας Α Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική ΑΠΘ, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ

Τα καρδιαγγειακά νοσήματα τα

Αντιαιμοπεταλιακή Θεραπεία σε Ασθενείς με Οξύ Στεφανιαίο Σύνδρομο και Σακχαρώδη ιαβήτη

Συµβάλλει η γλυκόζη στην αθηρωµάτωση ;

Διαδερμική επαναγγείωση με χρήση ενδοστεφανιαίας πρόθεσης. Μπορούμε να εγκαταλείψουμε την ασπιρίνη;

Η ενδοσκόπηση σε ασθενείς που λαμβάνουν αντιαιμοπεταλιακά ή αντιπηκτικά φάρμακα

Ι. Μ. Ε. Θ. Α. Θρόμβωση-Αντιθρομβωτικά Φάρμακα. Από την Παθοφυσιολογία στην Κλινική Πράξη. 7-9 Νοεμβρίου Καλάβρυτα. Ξενοδοχείο Kalavrita Canyon

5 η Επιστηµονική Εκδήλωση

Ivabradine. Σημείο δέσμευσης. DiFrancesco D. Curr Med Res Opin. 2005;7:

Αντιπηκτική αγωγή και χημειοπροφύλαξη στις ουρολογικές επεμβάσεις ΚΟΡΙΤΣΙΑΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Γ.Ν.Ε.ΘΡΙΑΣΙΟ

Αντιθρομβωτική αγωγή στην Επεμβατική Καρδιολογία Ο ρόλος των δοκιμασιών λειτουργικότητας των αιμοπεταλίων και του γονιδιακού ελέγχου

NSTEMI: ΕΠΕΜΒΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ. Ιωαννίδης Ευστάθιος Ιατρικό Διαβαλκανικό Κέντρο

Eίναι τελικά ο διαβήτης ισοδύναμο στεφανιαίας νόσου; Η αλήθεια για τον πραγματικό καρδιαγγειακό κίνδυνο στον ΣΔ τύπου 2

Διαβήτης και Στεφανιαία Νόσος

Αντιαιμοπεταλιακή αγωγή στο Σακχαρώδη Διαβήτη. Μιχαήλ Δούμας Παθολόγος Β ΠΠ Κλινική ΑΠΘ

Στρατηγική µεταγγίσεων: Περιοριστική vs Ελεύθερη

Χρόνια σταθερή. στεφανιαία νόσος και. κολπική μαρμαρυγή

Φαρμακοκινητική. Χρυσάνθη Σαρδέλη

Νεώτερα από του στόματος αντιπηκτικά. Ένα βήμα μπροστά.

ΟΣΣ σε ειδικές ομάδες ασθενών PCI σε ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΦΛΕΒΙΚΗΣ ΘΡΟΜΒΟΕΜΒΟΛΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ Π.Ε. ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΑ

Ασθενής με Κολπική Μαρμαρυγή υπό Ριβαροξαμπάνη και Οξύ Έμφραγμα Μυοκαρδίου

Συγχορήγηση νεότερων αντιπηκτικών και αντιαιμοπεταλιακών στη καθημερινή κλινική πράξη. Συνδυασμός χρήσιμος ή επικίνδυνος;

Transcript:

Α Ν Α Σ Κ Ο Π Η Σ Η Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 5(2):92 105 R E V I E W Hellenic Journal of Atherosclerosis 5(2):92 105 Τα νέα από του στόματος αντιπηκτικά φάρμακα και ο ρόλος τους στα οξέα στεφανιαία σύνδρομα Μ.Ε. Τσουμάνη, 1 Ι.A. Γουδέβενος, 2 Α.Δ. Τσελέπης 1 1 Κέντρο Αθηροθρόμβωσης, Εργαστήριο Βιοχημείας, Τμήμα Χημείας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 2 Καρδιολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα New oral anticoagulant drugs and their role in acute coronary syndromes M.E. Tsoumani, 1 J.A. Goudevenos, 2 A.D. Tselepis 1 1 Atherothrombosis Research Center, Laboratory of Biochemistry, Department of Chemistry, University of Ioannina, 2 Department of Cardiology, School of Medicine, University of Ioannina, Ioannina, Greece ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Παρά τη σημαντική πρόοδο στην αντιμετώπιση των οξέων στεφανιαίων συνδρόμων (ΟΣΣ) και τη μακροχρόνια χορήγηση αντιαιμοπεταλιακής θεραπείας μετά το ΟΣΣ, οι ασθενείς συνεχίζουν να διατρέχουν κίνδυνο υποτροπιαζόντων ισχαιμικών συμβάντων. Υπάρχουν δεδομένα που δείχνουν πως ο κίνδυνος αυτός μπορεί να οφείλεται στην ενεργοποίηση του καταρράκτη πήξης στην οξεία φάση του ΟΣΣ. Αυτή η αυξημένη πηκτικότητα που καταγράφεται μετά το αρχικό συμβάν ο- δήγησε στην προσθήκη των αντιπηκτικών φαρμάκων για την καλύτερη αντιμετώπιση των ΟΣΣ. Κλινικές μελέτες φάσης ΙΙ και ΙΙΙ έδειξαν πως η προσθήκη ενός νεότερου αντιπηκτικού σε ασθενείς με ΟΣΣ που λαμβάνουν διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή έχει ως συνέπεια τη μέτρια μείωση των μειζόνων καρδιαγγειακών συμβάντων αυξάνει όμως αρκετά τις κλινικά σημαντικές αιμορραγίες. Με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα, μόνο η χρήση μικρής δόσης ριβαροξαμπάνης (2,5 mg 2) επιπρόσθετα της διπλής αντιαιμοπεταλιακής θεραπείας για τη δευτερογενή πρόληψη ισχαιμικών επεισοδίων σε ασθενείς με ΟΣΣ μπορεί να αποτελέσει εναλλακτική θεραπευτική στρατηγική, σε ειδικές ομάδες ασθενών. Η χρησιμότητα των νεότερων α- πό του στόματος αντιπηκτικών στη μείωση του υπολειπόμενου κινδύνου υποτροπιαζόντων ισχαιμικών συμβάντων στα ΟΣΣ θα πρέπει να τεκμηριωθεί με επιπλέον κλινικές μελέτες. Λέξεις ευρετηρίου: Οξύ στεφανιαίο σύνδρομο, αντιπηκτικά, αντιαιμοπεταλιακή αγωγή. Αλέξανδρος Δ. Τσελέπης, MD, PhD Κέντρο Αθηροθρόμβωσης, Εργαστήριο Βιοχημείας, Τμήμα Χημείας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 451 10 Ιωάννινα Tηλ: 2651 0 08365, Fax: 2651 0 08785 e-mail: atselep@uoi.gr ABSTRACT: Despite significant advances in the management of acute coronary syndrome (ACS) and longterm antiplatelet therapy after an ACS event, patients continue to be at risk of further cardiovascular events. There is evidence that recurrent events are at least partly attributed to the persistent activation of the coagulation system after ACS. This persistent coagulation led to the addition of anticoagulants for better treatment of ACS. Clinical phase II and III trials showed that the addition of a newer anticoagulant in patients with ACS has lead to a modest reduction of major cardiac events but increases the clinically significant bleeding. Based on the data so far, only the use of low dose rivaroxaban (2,5 mg 2) in addition to dual antiplatelet therapy for secondary prevention of ischemic events in patients with ACS may be an alternative treatment strategy, in specific patient groups. The usefulness of novel oral anticoagulants in reducing the residual risk of recurrent ischemic events in ACS should be investigated by additional clinical trials. Key words: Αcute coronary syndrome, anticoagulants, antiplatelet therapy. Alexandros D. Tselepis, MD, PhD Atherosclerosis Research Center, Laboratory of Biochemistry, Department of Chemistry, University of Ioannina, GR-451 10 Ioannina, Greece Tel: (+30) 2651 0 08365, Fax: (+30) 2651 0 08785 e-mail: atselep@uoi.gr

ΤΑ ΝΕΑ ΑΠΟ ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΣΤΑ ΟΞΕΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ 93 1. Εισαγωγή Η σύγχρονη αντιθρομβωτική αγωγή σε ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο (ΟΣΣ) επικεντρώνεται κυρίως στην άμεση χορήγηση διπλής αντιαιμοπεταλιακής αγωγής, ασπιρίνη και ένας ανταγωνιστής του αιμοπεταλιακού υποδοχέα P2Y 12, της διφωσφορικής αδενοσίνης (ADP), η οποία σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ελληνικής, 1 της Ευρωπαϊκής 2,3 και των Αμερικανικών Καρδιολογικών Εταιρειών (ACC/AHA) 4,5 είναι δυνατόν να συνεχιστεί έως και 1 έτος από το επεισόδιο. Η μεγάλη πρόοδος των τελευταίων δεκαετιών ως προς την αντιαιμοπεταλιακή φαρμακολογία (κυρίως ως προς τους ανταγωνιστές του υποδοχέα του ADP), σε συνδυασμό με τη χρήση της τεχνικής της διαδερμικής στεφανιαίας παρέμβασης (PCI) έχουν οδηγήσει στη σημαντική μείωση της νοσηρότητας και θνησιμότητας στους ασθενείς με ΟΣΣ. Παρά όμως τις παραπάνω σημαντικές εξελίξεις ως προς την αντιμετώπιση των ασθενών με ΟΣΣ, ο κίνδυνος για ένα νέο ισχαιμικό επεισόδιο στους ασθενείς αυτούς εξακολουθεί να παραμένει σχετικά υψηλός φθάνοντας μέχρι και 9,1% στους 6 μήνες μετά το συμβάν. 6 Στη μελέτη CURE, κατά τη διάρκεια των 12 μηνών παρακολούθησης, το 9,3% των ασθενών που έλαβαν διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή με ασπιρίνη και κλοπιδογρέλη, εμφάνισαν το σύνθετο καταληκτικό σημείο (έμφραγμα του μυοκαρδίου, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και καρδιαγγειακό θάνατο). 7 Ακόμη και στη μελέτη PLATO, στην οποία μελετήθηκε η κλινική αποτελεσματικότητα της συγχορήγησης ασπιρίνης και τικαγρελόρης, ενός φαρμάκου με μεγαλύτερη, ταχύτερη και σταθερότερη αναστολή της λειτουργίας των αιμοπεταλίων σε σύγκριση με την κλοπιδογρέλη, ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών (9,8%) εμφάνισαν το παραπάνω σύνθετο καταληκτικό σημείο κατά τη διάρκεια των 12 μηνών παρακολούθησης, το οποίο βέβαια ήταν σημαντικά μικρότερο σε σχέση με το ποσοστό 11,7% των ασθενών που έλαβαν ασπιρίνη και κλοπιδογρέλη. 8 Ο κυριότερος υποκείμενος μηχανισμός που ερμηνεύει την αδυναμία των αντιαιμοπεταλιακών φαρμάκων, ακόμα και αυτών νεότερης γενιάς, να ελαχιστοποιήσουν τον υπολειπόμενο κίνδυνο υποτροπιαζόντων ισχαιμικών συμβάντων σε ασθενείς με ΟΣΣ είναι η ενεργοποίηση του καταρράκτη πήξης στην οξεία φάση του ΟΣΣ, η οποία οδηγεί σε αυξημένη παραγωγή θρομβίνης, που διαρκεί για τουλάχιστον 6 μήνες μετά το επεισόδιο. 9 Η θρομβίνη αποτελεί τον ισχυρότερο ενεργοποιητή των αιμοπεταλίων, ενώ παράλληλα καταλύει τον σχηματισμό του ινώδους και τη σταθεροποίηση του θρόμβου. 10 Η κατάσταση υπερπηκτικότητας στην οποία υπόκειται ο οργανισμός κατά τη διάρκεια του ΟΣΣ, αλλά και για τουλάχιστον 6 μήνες μετά, μπορεί να εκτιμηθεί με διαφόρους τρόπους, όπως ο προσδιορισμός της θρομβίνης και του σχηματισμού του ινώδους καθώς και των προϊόντων διάσπασής του στο πλάσμα. Δείκτες όπως τα D-διμερή, ο ιστικός ενεργοποιητής του πλασμινογόνου (t-ρα) και το ινωδογόνο, έχουν αποδειχθεί πως μπορεί να αποτελούν ανεξάρτητους παράγοντες κινδύνου για την επανεμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου. 11 Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης της ασταθούς στηθάγχης ή του εμφράγματος του μυοκαρδίου, έχουν παρατηρηθεί αυξημένες συγκεντρώσεις των κλασμάτων F1,2 της προθρομβίνης και του ινωδοπεπτιδίου Α στο πλάσμα, οι οποίες έχουν συσχετιστεί με δυσμενή κλινική έκβαση για τους α- σθενείς αυτούς. 12 Αυτή η αυξημένη πηκτικότητα που καταγράφεται μετά το αρχικό συμβάν οδήγησε στην προσθήκη των αντιπηκτικών φαρμάκων για την καλύτερη αντιμετώπιση των ΟΣΣ. Πράγματι, στην οξεία φάση ενός ΟΣΣ, η παρεντερική χορήγηση ενός αντιπηκτικού ό- πως είναι οι μικρού μοριακού βάρους ηπαρίνες, 13 το fondaparinux 14 ή η μπιβαλιρουδίνη, 15 παράλληλα με τη διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή, μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο ισχαιμικού επεισοδίου. Όμως η χορήγηση των παραπάνω αντιπηκτικών περιορίζεται μόνο στην οξεία φάση και συνεπώς δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την παρατεταμένη παραγωγή θρομβίνης. Η σημασία της παρατεταμένης παραγωγής θρομβίνης στον υπολειπόμενο κίνδυνο υποτροπιαζόντων ισχαιμικών συμβάντων σε ασθενείς με ΟΣΣ αποδεικνύεται από πολλές μελέτες στις οποίες η χορήγηση ανταγωνιστών της βιταμίνης Κ, είτε ως μονοθεραπεία είτε σε συνδυασμό με ασπιρίνη, είναι αποτελεσματική ως προς τη μείωση των υποτροπιαζόντων ισχαιμικών επεισοδίων. 16,17 Τα αποτελέσματα μετα-ανάλυσης κλινικών μελετών που διερεύνησαν την αποτελεσματικότητα των ανταγωνιστών της βιταμίνης Κ σε ασθενείς με ΟΣΣ έδειξαν ότι ο συνδυασμός της βαρφαρίνης με ασπιρίνη μειώνει σημαντικά τα ισχαιμικά συμβάντα [οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου (ΟΕΜ), αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (ΑΕΕ)] χωρίς όμως να μειώνει σημαντικά τη θνησιμότητα σε σύγκριση με την ασπιρίνη. 18 Η αυξημένη όμως συχνότητα αιμορραγικών επιπλοκών στους ασθενείς που έλαβαν βαρφαρίνη σε συνδυασμό με τη δυσκολία συμμόρφωσης των ασθενών εξαιτίας των πολλών περιορισμών της

94 Μ.Ε. Τσουμάνη και συν χρήσης των ανταγωνιστών της βιταμίνης Κ, είχε ως αποτέλεσμα τα φάρμακα αυτά να μην μπορούν να βρουν ευρεία εφαρμογή στα ΟΣΣ. Η είσοδος στην κλινική πράξη των νεότερων από του στόματος αντιπηκτικών, τα οποία εμφανίζουν πολλαπλά πλεονεκτήματα σε σχέση με τους ανταγωνιστές της βιταμίνης Κ, άνοιξε τον δρόμο για τη διενέργεια κλινικών μελετών προκειμένου να διερευνηθεί αν η μακροχρόνια αναστολή τής παραγωγής και δράσης τής θρομβίνης με τα νέα αυτά φάρμακα σε συνδυασμό με τη διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή μπορεί να είναι κλινικά αποτελεσματική και ασφαλής ως προς τη μείωση του υπολειπόμενου κινδύνου υποτροπιαζόντων ισχαιμικών συμβάντων σε ασθενείς με ΟΣΣ. Στο παρόν άρθρο ανασκόπησης παραθέτονται τα κυριότερα φαρμακοδυναμικά και φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά των νέων από του στόματος αντιπηκτικών και γίνεται μια σύντομη ανάλυση των αποτελεσμάτων των μέχρι σήμερα κλινικών μελετών οι οποίες διερεύνησαν την κλινική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των φαρμάκων αυτών σε ασθενείς με ΟΣΣ. 2. Φαρμακοδυναμικά και φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά των νέων από του στόματος αντιπηκτικών Τα νέα από του στόματος αντιπηκτικά αποτελούν ά- μεσους εκλεκτικούς αναστολείς, είτε της θρομβίνης είτε του παράγοντα πήξης Xa (εικόνα 1). Άμεσοι από του στόματος αναστολείς της θρομβίνης: Τα φάρμακα αυτά χορηγούνται από το στόμα και α- ναστέλλουν εκλεκτικά τη θρομβίνη δεσμευόμενα στο ενεργό της κέντρο. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται η ξιμελαγκατράνη, η νταμπιγκατράνη και το AZD0837. Από τους παράγοντες αυτούς, μόνο η νταμπιγκατράνη είναι διαθέσιμη και χρησιμοποιείται στην κλινική πράξη. Η ξιμελαγκατράνη ήταν το πρώτο αντιπηκτικό αυτής της κατηγορίας που εγκρίθηκε τον Μάιο του 2004 στην Ευρώπη για θρομβοπροφύλαξη σε ασθενείς που υποβάλλονται σε αρθροπλαστική γονάτου. Το φάρμακο όμως αυτό αποσύρθηκε τον Φεβρουάριο του 2006 ε- ξαιτίας της ηπατοτοξικότητας που προκάλεσε μετά από μακροχρόνια χρήση. 19 Η νταμπιγκατράνη (Pradaxa-Boehringer Ingelheim) είναι το πρώτο χορηγούμενο από το στόμα αντιπηκτικό το οποίο εγκρίθηκε στις ΗΠΑ μετά από τη βαρφαρίνη που είχε εγκριθεί το 1951. Έχει λάβει έγκριση για Έναρξη Φάσεις πήξης Διάδοση Σχηματισμός ινώδους IX VIIa Καταρράκτης πήξης IXa X TF/VIIa Θρομβίνη Ινωδογόνο II (Προθρομβίνη) Εικόνα 1. Συνοπτικό σχηματογράφημα του καταρράκτη της πήξης στο οποίο φαίνονται τα σημεία δράσης των νέων από του στόματος αντιπηκτικών. κλινική χρήση τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη για την ελάττωση του κινδύνου καρδιοεμβολικού ΑΕΕ σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή (ΚΜ) μη βαλβιδικής αιτιολογίας. Χορηγείται, επίσης, για θρομβοπροφύλαξη σε ασθενείς που υποβάλλονται σε αρθροπλαστική γόνατος ή ισχίου. 20 Η νταμπιγκατράνη είναι δυσαπορρόφητη στο στομάχι και γι αυτό χορηγείται με τη μορφή ετεξιλικής νταμπιγκατράνης (dabigatran etexilate) η οποία εμφανίζει ταχύτερη απορρόφηση, είναι όμως αδρανές φάρμακο, δηλαδή προφάρμακο. Η απορρόφηση της ετεξιλικής νταμπιγκατράνης απαιτεί όξινο περιβάλλον, το οποίο επιτυγχάνεται με την προσθήκη τρυγικού οξέος στη φαρμακοτεχνική μορφή. Υπό αυτές τις συνθήκες, η βιοδιαθεσιμότητα του φαρμάκου είναι 6,5% (πίνακας 1). 21 Μετά την απορρόφησή της, η ετεξιλική νταπιγκατράνη υδρολύεται ταχέως από εστεράσες του ήπατος και του πλάσματος, απελευθερώνοντας τη δραστική νταπιγκατράνη, της οποίας η μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα επιτυγχάνεται εντός 1 2 h. 21 Συνδέεται στο ενεργό κέντρο της θρομβίνης και αναστέλλει τη μετατροπή του ι- νωδογόνου σε αδιάλυτο ινώδες και την αναδραστική ενεργοποίηση των παραγόντων FVIII, FXI, FV από τη θρομβίνη. Το φάρμακο αυτό συνδέεται τόσο στην ε- Xa IIa Νέα από του στόματος αντιπηκτικά Ινώδες Ριβαροξαμπάνη Απιξαμπάνη Εντοξαμπάνη Μπετριξαμπάνη Νταρεξαμπάνη (αποσύρθηκε) Νταμπιγκατράνη AZD0837

ΤΑ ΝΕΑ ΑΠΟ ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΣΤΑ ΟΞΕΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ 95 Πίνακας 1. Τα κυριότερα φαρμακολογικά χαρακτηριστικά των νέων από του στόματος αντιπηκτικών. Χαρακτηριστικό Νταμπιγκατράνη ΑΖD0837 Ριβαροξαμπάνη Απιξαμπάνη Εντοξαμπάνη Μπετριξαμπάνη Εμπορικό όνομα Pradaxa (Boehringer- Ingelheim) (Astra Zeneca) Lixiana (Daiichi Sankyo) (Portola/Merck) Xarelto (Bayer Healthcare and Johnson & Johnson) Eliquis (Bristol- Myers- Squibb & Pfizer) Στόχος Θρομβίνη Θρομβίνη Παράγων Xa Παράγων Xa Παράγων Xa Παράγων Xa Βιοδιαθεσιμότητα 6,5% 22 52% 80% 66% 50% 47% Ημερήσια 2 φορές 1 φορά 1 φορά 2 φορές 1 φορά 1 φορά χορήγηση Προφάρμακο Nαι Ναι Όχι Όχι Όχι Όχι Χρόνος ημισείας 12 14 9 14 7 13 8 13 8 10 19 ζωής, h Εργαστηριακή Όχι Όχι Όχι Όχι Όχι Όχι παρακολούθηση Απέκκριση Νεφρική (80%) Νεφρική (66%) Νεφρική (25%) Νεφρική (49%) Μεταβολισμός διαμέσου κυτοχρωμάτων Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα Νεφρική (66%) (το μισό ως ανενεργό φάρμακο) Όχι Ναι CYP3A4 CYP3A4 Όχι Όχι Επαγωγείς ή Αναστολείς της P-γλυκοπρωτεΐνης Αναστολείς του CYP3A4 Επαγωγείς ή Αναστολείς της P-γλυκοπρωτεΐνης και του CYP3A4 Επαγωγείς ή Αναστολείς του CYP3A4 Αναστολείς της P-γλυκοπρωτεΐνης Αμετάβλητη στη χολή, Νεφρική (17%) Δεν έχει αναφερθεί λεύθερη θρομβίνη όσο και σε αυτή που είναι δεσμευμένη στο ινώδες. Η νταμπιγκατράνη απεκκρίνεται κυρίως (80%) από τους νεφρούς. Ο χρόνος ημισείας ζωής του φαρμάκου σε άτομα με φυσιολογική νεφρική λειτουργία είναι 12 14 h (πίνακας 1). Σημαντικό ρόλο στην απορρόφηση και το μεταβολισμό της νταμπιγκατράνης διαδραματίζει η γλυκοπρωτεΐνημεταφορέας, P-γλυκοπρωτεΐνη (πίνακας 1). Συνεπώς αντενδείκνυται η συγχορήγηση της νταμπιγκατράνης τόσο με αναστολείς της P-γλυκοπρωτεΐνης (π.χ. αμιοδαρόνη, βεραπαμίλη, κλαριθρομυκίνη, κετοκοναζόλη) οι οποίοι αυξάνουν τη συγκέντρωση της νταμπιγκατράνης στο πλάσμα όσο και με επαγωγείς της P-γλυκοπρωτεΐνης (π.χ. ριφαμπικίνη, καρβαμαζεπίνη), οι οποίοι μειώνουν τη συγκέντρωση του φαρμάκου στο πλάσμα. 21 Υπό διερεύνηση βρίσκεται σήμερα το AZD0837 (AstraZeneca), ένας παρόμοιος με τη ξιμελαγκατράνη παράγοντας που όμως δεν εμφανίζει ηπατοτοξικότητα. 22 Το AZD0837 είναι προφάρμακο το οποίο μετά την ταχεία απορρόφησή του μετατρέπεται στην ενεργό μορφή του, AR-H067637. Οι ισομορφές 2C9, 2C19 και 3Α4 του κυτοχρώματος P450 μετατρέπουν τον παράγοντα AZD0837 στον ενδιάμεσο μεταβολίτη AR-HO69927, ο οποίος υφίσταται περαιτέρω μεταβολισμό για την παραγωγή τελικά τής ενεργού μορφής, AR-H067637. Ο χρόνος ημισείας ζωής του φαρμάκου είναι 9 14 h και απεκκρίνεται τόσο από τη νεφρική ό- σο και την ηπατική οδό (πίνακας 1). Η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια του AZD-0837 σε σύγκριση με τη βαρφαρίνη διερευνήθηκε σε ασθενείς με ΚΜ σε κλινικές μελέτες φάσης ΙΙ. 23,24 Οι κλινικές μελέτες αυτές έδειξαν πως δεν υπάρχουν στατιστικά σημαντικές διαφορές στην εμφάνιση ΟΕΜ ανάμεσα στις δύο ομάδες. Στην κλινική μελέτη φάσης ΙΙ από τους Olsson et al, 24 τα συνολικά καρδιαγγειακά επεισόδια συμπεριλαμβανομένων της στηθάγχης, του ΟΕΜ, της κολπικής ή κοιλιακής αρρυθμίας εμφανίστηκαν σε 7 ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με τον παράγοντα AZD0837 αλλά σε κανέναν ασθενή που έλαβε βαρφαρίνη. Από τα δε-

96 Μ.Ε. Τσουμάνη και συν δομένα που είναι διαθέσιμα δεν είναι ξεκάθαρο αν τα επεισόδια αυτά προκλήθηκαν από την ισχαιμία μόνο ή λόγω των αρρυθμιογόνων ιδιοτήτων του AZD0837. Όσον αφορά την ασφάλεια του παράγοντα δεν εμφανίστηκαν διαφορές ως προς τις μείζονες αιμορραγίες σε σχέση με τη βαρφαρίνη. Οι ελάσσονες αιμορραγίες ήταν περισσότερες στους ασθενείς που έλαβαν την υψηλότερη δόση AZD0837 (350 mg δύο φορές ημερησίως) σε σύγκριση με αυτούς που έλαβαν τη χαμηλότερη δοσολογία (150 mg δύο φορές ημερησίως) και με αυτούς που έλαβαν βαρφαρίνη. H μελέτη από τους Lip et al, 25 έδωσε παρόμοια αποτελέσματα για την α- ποτελεσματικότητα του παράγοντα ενώ εμφάνισε χαμηλότερο αιμορραγικό κίνδυνο σε σχέση με τη βαρφαρίνη. Προς το παρόν δεν υπάρχουν άλλες κλινικές μελέτες φάσης ΙΙ ή ΙΙΙ για τη διερεύνηση της δράσης του παράγοντα ΑΖD0837. 26 Άμεσοι από του στόματος αναστολείς του παράγοντα Xa (FXa): Τα φάρμακα αυτά αναστέλλουν τον ελεύθερο FXa, αλλά και αυτόν που είναι δεσμευμένος τόσο στο σύμπλεγμα της προθρομβινάσης στην επιφάνεια των αιμοπεταλίων όσο και στο ινώδες. Σημειώνεται ότι τα φάρμακα αυτά εμποδίζουν την παραγωγή νέων μορίων θρομβίνης (ένα μόριο FXa καταλύει το σχηματισμό περίπου 1000 μορίων θρομβίνης), χωρίς όμως να ε- πηρεάζουν την ενεργότητα και δράση της προϋπάρχουσας θρομβίνης. Οι άμεσοι από του στόματος χορηγούμενοι αναστολείς του FΧa είναι η ριβαροξαμπάνη, η απιξαμπάνη, η εντοξαμπάνη, η μπετριξαμπάνη και η νταρεξαμπάνη 27 [(YM150-Astellas) που πλέον έχει αποσυρθεί] (εικόνα 1) εκ των οποίων σε εκτεταμένες κλινικές μελέτες έχουν υποβληθεί η ριβαροξαμπάνη και η απιξαμπάνη. Ριβαροξαμπάνη (Xarelto - Bayer Pharma AG). H ριβαροξαμπάνη, τον Σεπτέμβριο του 2008 πήρε ευρωπαϊκή έγκριση για την πρόληψη της φλεβοθρόμβωσης σε ασθενείς που υποβάλλονται σε αρθροπλαστική ισχίου ή γόνατος. Επίσης, έχει λάβει έγκριση για την ελάττωση του κινδύνου ΑΕΕ σε ασθενείς με ΚΜ μη βαλβιδικής αιτιολογίας. Η ριβαροξαμπάνη χορηγείται για την ένδειξη αυτή μία φορά την ημέρα σε δόση των 20 mg και σε ασθενείς με κάθαρση κρεατινίνης 15 49 ml/min σε δόση 15 mg ημερησίως. Η βιο διαθεσιμότητα σε νηστεία της ριβαροξαμπάνης στη δόση των 20 mg είναι 66%, ενώ στη δόση των 2,5 mg και 10 mg, που είναι η δόση για πρόληψη της φλεβικής θρομβοεμβολής, είναι 80 100%. Ο χρόνος ημισείας ζωής του φαρμάκου είναι 7 11 h. Παρόλ αυτά, η αναστολή του παράγοντα Χa διαρκεί 24 h γι αυτό μπορεί να χορηγείται σε μια ημερήσια δόση (πίνακας 1). Το φάρμακο αποβάλλεται κατά το ένα τρίτο πριν μεταβολιστεί από τους νεφρούς, ενώ το υπόλοιπο αποικοδομείται στο ήπαρ μέσω μεταβολικών μονοπατιών εξαρτώμενων και ανεξάρτητων από το CYP3A4 (πίνακας 1). Οι ανενεργοί μεταβολίτες του αποβάλλονται κυρίως από τους νεφρούς και δευτερευόντως (28%) στα κόπρανα. Σημαντικό ρόλο στην απορρόφηση και τον μεταβολισμό της ριβαροξαμπάνης διαδραματίζει, επίσης, η P-γλυκοπρωτεΐνη. Συνεπώς, θα πρέπει να αποφεύγεται η συγχορήγηση της ριβαροξαμπάνης με επαγωγείς του CYP3A4 (ριφαμπικίνη, καρβαμαζεπίνη) ή αναστολείς του CYP3A4 ή της P-γλυκοπρωτεΐνης (π.χ. κετοκοναζόλη). Η ριβαροξαμπάνη δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο τελικού σταδίου (κάθαρση κρεατινίνης <15 ml/min). Τέλος, θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με κίρρωση του ήπατος και μέτρια ηπατική ανεπάρκεια. 28 Απιξαμπάνη (Eliquis, Bristol-Myers Squibb). Η απιξαμπάνη έλαβε ευρωπαϊκή έγκριση για την πρόληψη ΑΕΕ και συστηματικής εμβολής σε ασθενείς με μη βαλβιδική ΚΜ. Η βιοδιαθεσιμότητα του φαρμάκου είναι 50%. Η μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα ε- πιτυγχάνεται 3 4 h μετά τη χορήγηση, ενώ ο χρόνος ημισείας ζωής είναι 12 h, γεγονός που επιβάλλει τη χορήγησή του 2 φορές ημερησίως (πίνακας 1). Αποικοδομείται στο ήπαρ κυρίως μέσω μεταβολικών μονοπατιών εξαρτώμενων από το CYP3A4 (πίνακας 1). Συνεπώς θα πρέπει να αποφεύγεται η συγχορήγηση της απιξαμπάνης με επαγωγείς ή αναστολείς του CYP3A4 (ριφαμπικίνη, καρβαμαζεπίνη, κετοκοναζόλη). Αποβάλλεται κατά 25% στα ούρα και κατά 25% στα κόπρανα, ενώ το υπόλοιπο αποβάλλεται διαμέσου της χολής και του εντέρου. Η απιξαμπάνη χορηγείται σε ασθενείς με μη βαλβιδικής αιτιολογίας ΚΜ δύο φορές την ημέρα σε δόση 5 mg με ελάττωση της δόσης σε 2,5 mg δις ημερησίως σε ασθενείς που πληρούν δύο από τα παρακάτω χαρακτηριστικά: (α) ηλικίας 80 ετών, (β) σωματικό βάρος 60 kg και (γ) τιμή κρεατινίνης αίματος (δείκτης νεφρικής λειτουργίας) >1,5 mg/dl. Η εντοξαμπάνη (Lixiana, Daiichi Sankyo) (παλαιότερη ονομασία Du-176b) παρασκευάστηκε από τον παρεντερικό αναστολέα DX-9065a και έχει μικρό χρόνο ημισείας ζωής, 6 10 h μετά από μονές δόσεις και 9 10 h μετά από πολλαπλές δόσεις (60 120 mg). Τα υψηλότερα επίπεδα του φαρμάκου στο πλάσμα εμφανίζονται 1 2 h μετά τη λήψη του φαρμάκου. Το 1/3 της εντοξαμπάνης απεκκρίνεται μέσω της νεφρικής οδού. Παρόμοια με τη ριβαροξαμπάνη και την απιξαμπάνη, η εντοξαμπάνη

ΤΑ ΝΕΑ ΑΠΟ ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΣΤΑ ΟΞΕΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ 97 αποτελεί υπόστρωμα για τη P-γλυκοπρωτεϊνη και μπορεί να αυξάνεται η συγκέντρωσή της στο πλάσμα όταν συγχορηγείται με αναστολείς της P- γλυκοπρωτεΐνης. 29 Το ισοένζυμο CYP3A4 μπορεί να εμπλέκεται στον μεταβολισμό της εντοξαμπάνης. 30 Η μπετριξαμπάνη (Portola/Merck) έχει κάποια μοναδικά φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά που περιλαμβάνουν την περιορισμένη απέκκριση από τη νεφρική οδό, απεκκρίνεται σχεδόν αμετάβλητη στη χολή, τον ελάχιστο μεταβολισμό από το κυτόχρωμα P450 και έναν μεγάλο χρόνο ημισείας ζωής (19 h). Έχει βιοδιαθεσιμότητα 47% (πίνακας 1). Αυτό το φαρμακοκινητικό προφίλ την κάνει ιδανική για χορήγηση σε ασθενείς με περιορισμένη νεφρική λειτουργία. Έχει το πλεονέκτημα ότι χορηγείται σε μία δόση και έχει λιγότερες αλληλεπιδράσεις με άλλα συγχορηγούμενα φάρμακα. Προς το παρόν, η μπετριξαμπάνη χορηγείται στη φλεβική θρομβοεμβολική νόσο ενώ ο ρόλος της στα ΟΣΣ δεν έχει α- κόμη διευκρινιστεί. 31 Τα πλεονεκτήματα των νεότερων αντιπηκτικών, όπως η ταχεία έναρξη δράσης, οι ελάχιστες αλληλεπιδράσεις με άλλα συγχορηγούμενα φάρμακα, η μη απαραίτητη εργαστηριακή παρακολούθηση του Διεθνούς Κανονικοποιημένου Πηλίκου (ΙΝR) μπορεί να οδηγήσουν στην οριστική αντικατάσταση των κουμαρινικών αντιπηκτικών και των ηπαρινών. 3. Κλινικές μελέτες των νέων από του στόματος αντιπηκτικών στα οξέα στεφανιαία σύνδρομα 3.1. Κλινικές μελέτες φάσης II Η κλινική μελέτη ESTEEM 32 (Efficacy and Safety of the Oral Direct Thrombin Inhibitor Ximelagatran in Patients with Recent Myocardial Damage) είχε ως στόχο να διερευνήσει αν η συγχορήγηση ασπιρίνης με ξιμελαγκατράνη (24 60 mg δύο φορές ημερησίως) μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης ενός νέου ισχαιμικού επεισοδίου, σε σύγκριση με τη μονοθεραπεία με ασπιρίνη, σε ασθενείς με πρόσφατο ΟΕΜ. Στη μελέτη συμμετείχαν 1883 ασθενείς οι οποίοι τυχαιοποιήθηκαν 14 ημέρες μετά το ΟΕΜ να λάβουν ξιμελαγκατράνη σε δόσεις 24 mg, 36 mg, 48 mg, ή 60 mg δύο φορές ημερησίως ή εικονικό φάρμακο στις αναλογίες 1/1/1/1/2 αντιστοίχως. Σε όλους τους ασθενείς χορηγήθηκε ασπιρίνη 160 mg ημερησίως. Το πρωτογενές σημείο αποτελεσματικότητας ήταν η απόκριση στις διαφορετικές δόσεις ξιμελαγκατράνης σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο για την εμφάνιση θανάτου, μη θανατηφόρου ΟΕΜ και σοβαρής υποτροπιάζουσας ισχαιμίας. Η χορήγηση ξιμελαγκατράνης σε όλες τις δόσεις μείωσε το πρωτογενές καταληκτικό σημείο σε σχέση με το εικονικό φάρμακο από 16,3% σε 12,7% (σχετικός κίνδυνος; HR:0,76, διάστημα αξιοπιστίας; 95% CI: 0,59 0,98, P=0,036). Δεν υπήρξε καμία ένδειξη για δοσοεξαρτώμενη απόκριση στη ξιμελαγκατράνη. Τα μείζονα αιμορραγικά επεισόδια δεν διέφεραν μεταξύ των δύο ομάδων, 1,8% και 0,9% για τις ομάδες ασθενών που έλαβαν ξιμελαγκατράνη και εικονικό φάρμακο, αντίστοιχα (HR: 1,97, 95%, CI: 0,80 4,84). Ο συνολικός αιμορραγικός κίνδυνος (μείζονες και ελάσσονες αιμορραγίες) ήταν υψηλότερος στην ομάδα της ξιμελαγκατράνης (22% έναντι 13%). Το συμπέρασμα της μελέτης ήταν ότι η συγχορήγηση ξιμελαγκατράνης με ασπιρίνη έχει μεγαλύτερο κλινικό όφελος σε σύγκριση με τη μονοθεραπεία με ασπιρίνη ως προς τη μείωση των καρδιαγγειακών επεισοδίων κατά το χρονικό διάστημα των έξι μηνών θεραπείας ασθενών με πρόσφατο ΟΕΜ. Τα αιμορραγικά επεισόδια σε όλες τις ομάδες ήταν λίγα αν και ο χαμηλότερος αιμορραγικός κίνδυνος εμφανίστηκε στην ομάδα α- σθενών που λάμβανε τη χαμηλότερη δόση ξιμελαγκατράνης (24 mg) παρά το ότι δεν έφτασε σε στατιστικά σημαντική διαφορά (πίνακας 2). Ωστόσο, η ξιμελαγκατράνη όπως αναφέρθηκε παραπάνω παρουσίασε ηπατοτοξικότητα με αποτέλεσμα να μην πληροί τα κριτήρια ασφάλειας και να αποσυρθεί από το εμπόριο όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως. Τα αποτελέσματα της ESTEEM δεν μπορούν να αξιοποιηθούν στις ημέρες μας όχι μόνον λόγω της ηπατοτοξικότητας αλλά και γιατί αφορούν αρρώστους με μονή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή (αντίθετα με τις σύγχρονες κατευθυντήριες οδηγίες) καθώς επίσης το ποσοστό των ατόμων που υποβλήθηκαν σε αγγειοπλαστική σε όλες τις ομάδες ήταν μόνον από 7% ως 12%. Η διπλά τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο, κλινική μελέτη, RE-DEEM 33 (Dabigatran vs placebo in patients with acute coronary syndromes on dual antiplatelet therapy: a randomized, double-blind, phase II trial) είχε ως στόχο την εκτίμηση της ασφάλειας και α- ποτελεσματικότητας της νταμπιγκατράνης. Στη μελέτη αυτή συμμετείχαν 1861 ασθενείς με πρόσφατο ΟΕΜ με ή χωρίς ανάσπαση του διαστήματος ST οι οποίοι κατά συντριπτικό ποσοστό βρίσκονταν υπό διπλή αντιαιμοπεταλιακή θεραπεία (ασπιρίνη και κλοπιδογρέλη ή άλλη θειενοπυριδίνη) (πίνακας 2). Oι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν είτε νταμπιγκατράνη 50 mg (N=369)

98 Μ.Ε. Τσουμάνη και συν Πίνακας 2. Κλινικές μελέτες των νέων από του στόματος αντιπηκτικών στα οξέα στεφανιαία σύνδρομα. Είδος μελέτης Διάρκεια Αντιπηκτική αγωγή Αντιαιμοπεταλιακή αγωγή Κλινική αποτελεσματικότητα Αιμορραγικός κίνδυνος Μονή (%) Διπλή (%) Φάσης ΙΙ ESTEEM 6 μήνες Ξιμελαγκατράνη 24, 36, 48 ή 60 mg δύο φορές ημερησίως ή εικονικό φάρμακο APRAISE-1 6 μήνες Απιξαμπάνη 2,5 mg δις ημερησίως, 10 mg μία φορά ημερησίως ή εικονικό φάρμακο 100 Μείωση του πρωτογενούς καταληκτικού σημείου 24 76 Όχι σημαντική μείωση των κλινικά σημαντικών ισχαιμικών επεισοδίων Όχι σημαντική αύξηση Δοσοεξαρτώμενη αύξηση των μειζόνων ή των κλινικά σημαντικών ελασσόνων αιμορραγιών ATLAS ACS-TIMI 46 6 μήνες Ριβαροξαμπάνη 5 20 mg μία φορά ημερησίως ή εικονικό φάρμακο 25 75 Αριθμητική αλλά όχι σημαντική μείωση του πρωτογενούς καταληκτικού σημείου Σημαντική μείωση του δευτερογενούς καταληκτικού σημείου Δοσοεξαρτώμενη αύξηση των μειζόνων ή των κλινικά σημαντικών ελασσόνων αιμορραγιών REDEEM 6 μήνες Νταμπιγκατράνη 50, 75, 110 ή 150 mg δις ημερησίως ή εικονικό φάρμακο 2 98 Αύξηση του δευτερογενούς καταληκτικού σημείου (σύγκριση της υψηλότερης με τη μικρότερη δόση νταμπιγκατράνης) Δοσοεξαρτώμενη αύξηση των μειζόνων ή των κλινικά σημαντικών ελασσόνων αιμορραγιών RUBY-1 6 μήνες Νταρεξαμπάνη 5, 15 ή 30 mg δις ημερησίως, 10, 30 ή 60 mg μία φορά ημερησίως ή εικονικό φάρμακο Φάσης ΙΙΙ APPRAISE-2 8 μήνες Απιξαμπάνη 5 mg δις ημερησίως ή εικονικό φάρμακο 5 95 Καμία μεταβολή του πρωτογενούς καταληκτικού σημείου 19 81 Όχι σημαντική μείωση του πρωτογενούς καταληκτικού σημείου Αύξηση του αιμορραγικού κινδύνου 2 4 φορές Αύξηση των μειζόνων αιμορραγιών ATLAS ACS2-TIMI51 13 μήνες Ριβαροξαμπάνη 2,5 ή 5 mg δις ημερησίως ή εικονικό φάρμακο 7 93 Σημαντική μείωση του πρωτογενούς καταληκτικού σημείου Αύξηση των μειζόνων αιμορραγιών ή ενδοκράνιων αιμορραγιών χωρίς όμως να αυξάνονται οι θανατηφόρες αιμορραγίες.

ΤΑ ΝΕΑ ΑΠΟ ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΣΤΑ ΟΞΕΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ 99 ή 75 mg (N=368) ή 110 mg (N=406) ή 150 mg (N=347), είτε εικονικό φάρμακο (N=371) δύο φορές ημερησίως. Το πρωτογενές καταληκτικό σημείο περιελάμβανε τις μείζονες ή τις κλινικά σχετιζόμενες ελάσσονες αιμορραγίες κατά το χρονικό διάστημα των 6 μηνών που διήρκησε η παρακολούθηση των ασθενών. To δευτερογενές καταληκτικό σημείο περιελάμβανε την κλινική εκτίμηση της πηκτικότητας και το σύνθετο καταληκτικό σημείο του θανάτου καρδιαγγειακής αιτιολογίας, των μη θανατηφόρων αιμορραγιών και του μη αιμορραγικού εγκεφαλικού επεισοδίου. Ως προς την ασφάλεια, οι μείζονες ή κλινικά σχετιζόμενες ελάσσονες αιμορραγίες ήταν 3,5%, 4,3%, 7,9%, και 7,8% για τις αντίστοιχες δόσεις νταμπιγκατράνης 50 mg, 75 mg, 110 mg, και 150 mg, σε σύγκριση με το 2,2% στην ομάδα ασθενών που λάμβανε εικονικό φάρμακο (Ρ=0,001). Η γαστρεντερική αιμορραγία και η επίσταξη ήταν τα περισσότερο συνηθισμένα ελάσσονα αιμορραγικά επεισόδια. Συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο, η πηκτικότητα του αίματος (όπως αυτή υπολογίστηκε με τον προσδιορισμό της συγκέντρωσης των d-διμερών) ήταν μειωμένη σε όλες τις ομάδες των ασθενών που έλαβαν νταμπιγκατράνη. Η μελέτη αυτή απέδειξε ότι το 3,8% των ασθενών στην ομάδα που έπαιρνε εικονικό φάρμακο εμφάνισε ένα νέο ισχαιμικό επεισόδιο (ΟΕΜ, ΑΕΕ) ή θάνατο καρδιαγγειακής αιτιολογίας σε σύγκριση με το 4,6%, 4,9%, 3,0% και 3,5% των ασθενών που έλαβαν 50 mg, 75 mg, 110 mg και 150 mg νταμπιγκατράνης, αντίστοιχα. Συμπερασματικά, η εξάμηνη θεραπεία με νταμπιγκατράνη από 50 έως 150 mg δύο φορές ημερησίως συσχετίστηκε με δοσοεξαρτώμενη δύο έως τέσσερεις φορές αύξηση του κινδύνου αιμορραγίας σε ασθενείς που λαμβάνουν διπλή αντιαιμοπεταλιακή θεραπεία μετά από ΟΕΜ, αν και η απόλυτη συχνότητα εμφάνισης μειζόνων αιμορραγιών ήταν μικρή. Επίσης, μειώνει σημαντικά την πηκτικότητα και μπορεί να μειώνει την εμφάνιση καρδιαγγειακών επεισοδίων όταν προστίθενται (σε δόσεις 110 150 mg δύο φορές την ημέρα) στη θεραπεία με διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή. Η διπλά-τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο κλινική μελέτη, APPRAISE 34 (Apixaban for Prevention of Acute Ischemic and Safety Events) ήταν η πρώτη μελέτη η οποία εξέτασε αν η απιξαμπάνη μπορεί να μειώσει τα ισχαιμικά επεισόδια και τον αιμορραγικό κίνδυνο σε ασθενείς με ΟΣΣ αλλά και ποιο είναι το κατάλληλο δοσολογικό σχήμα. Στη μελέτη συμμετείχαν 1715 ασθενείς με πρόσφατο ΟΕΜ με ή χωρίς ανάσπαση του διαστήματος ST, εκ των οποίων όλοι ελάμβαναν ασπιρίνη (165 mg ημερησίως) και το 76% αυτών και κλοπιδογρέλη. Οι ασθενείς, τυχαιοποιήθηκαν να λαμβάνουν επιπρόσθετα της μονής ή της διπλής α- ντιαιμοπεταλιακής αγωγής για 6 μήνες εικονικό φάρμακο (N=611) ή 4 δια φορετικά δοσολογικά σχήματα απιξαμπάνης, 2,5 mg δύο φορές ημερησίως (N=317), 10 mg μία φορά ημερησίως (N=318), 10 mg δύο φορές ημερησίως (N=248) ή 20 mg μία φορά ημερησίως (N=221). Το πρωτογενές καταληκτικό σημείο ασφάλειας ήταν οι μείζονες ή οι κλινικά σημαντικές ελάσσονες αιμορραγίες όπως ορίστηκαν από τη Διεθνή Εταιρεία Θρόμβωσης και Αιμόστασης (ISTH). Το δευτερογενές καταληκτικό σημείο ήταν ο καρδιαγγειακός θάνατος, το ΟΕΜ, η σοβαρή υποτροπιάζουσα ισχαιμία ή το ι- σχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο. Σύμφωνα με τις προτροπές της επιτροπής παρακολούθησης της μελέτης, η χορήγηση των δύο υψηλότερων δόσεων απιξαμπάνης (10 mg 2 και 20 mg 1) διεκόπη πρόωρα εξαιτίας αύξησης του συνολικού αιμορραγικού κινδύνου καθώς και των μειζόνων κατά ISTH αιμορραγιών. Σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο, η χορήγηση απιξαμπάνης 2,5 mg 2 και 10 mg 1, αύξησε κατά δοσοεξαρτώμενο τρόπο τις μείζονες ή κλινικά σχετιζόμενες ελάσσονες αιμορραγίες (HR:1,78, 95% CI: 0,91 3,48, P=0,09 και HR: 2,45, 95% CΙ: 1,31 4,61, P=0,005, αντίστοιχα). Ο αιμορραγικός κίνδυνος ελέγχθηκε επιπλέον στις ομάδες ασθενών που ελάμβαναν μονή ή διπλή α- ντιαιμοπεταλιακή αγωγή. Πιο συγκεκριμένα, στους α- σθενείς αυτούς που χορηγήθηκε επιπρόσθετα η απιξαμπάνη σε δόση 2,5 mg 2 οι αιμορραγίες ανήλθαν στο 7,0% (N=230), στο 9,1% σε δόση απιξαμπάνης 10 mg 1 (N=241) ενώ σε αυτούς που έλαβαν το εικονικό φάρμακο σε 3,1% (N=453). Αντίθετα, στους ασθενείς που λάμβαναν μόνο ασπιρίνη και όχι κλοπιδογρέλη, η αύξηση των αιμορραγιών με την απιξαμπάνη ήταν λιγότερο εμφανής, ιδιαίτερα στη δόση των 2,5 mg 2 [2,4% σε σύγκριση με τη δόση 10 mg 1 (4,1%) και το εικονικό φάρμακο (2,7%)]. Επιπρόσθετα, η χορήγηση απιξαμπάνης σε δόση 2,5 mg 2 (HR: 0,73, 95% CI: 0,44 1,19, P=0,21) και σε δόση 10 mg 1 (HR: 0,61, 95% CI:0,35 1,04, P=0,07) μείωσε αριθμητικά τα ισχαιμικά επεισόδια (7,6 και 6,0%, αντίστοιχα) σε σχέση με το εικονικό φάρμακο (8,7%). Η μείωση των ισχαιμικών επεισοδίων ήταν λιγότερο εμφανής στους ασθενείς που λάμβαναν θεραπεία με ασπιρίνη και κλοπιδογρέλη σε σύγκριση με αυτούς που λάμβαναν μονοθεραπεία με ασπιρίνη. Συμπερασματικά, η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα της συγχορήγησης απιξαμπάνης με αντιαιμοπετα-

100 Μ.Ε. Τσουμάνη και συν λικά φάρμακα σε ασθενείς με ΟΣΣ μπορεί να διαφοροποιούνται ανάλογα με την αντιαιμοπεταλιακή θεραπεία (μονοθεραπεία με ασπιρίνη ή διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή) που λαμβάνει ο ασθενής. Η μελέτη RUBY 35 [a randomized, double-blind, placebo-controlled trial of the safety and tolerability of the novel oral factor Xa inhibitor darexaban (YM150) following acute coronary syndrome] διερεύνησε την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα της χορήγησης νταρεξαμπάνης σε ασθενείς με πρόσφατο ΟΣΣ. Στη μελέτη αυτή, που ήταν τυχαιοποιημένη, πολυκεντρική, διπλά-τυφλή και διήρκησε 26 εβδομάδες, συμμετείχαν 1279 ασθενείς με ΟΕΜ με ή χωρίς ανάσπαση του διαστήματος ST υπό διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή. Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν επιπρόσθετα εικονικό φάρμακο ή 6 διαφορετικά δοσολογικά σχήματα νταρεξαμπάνης (5 mg 2, 10 mg 1, 15 mg 2, 30 mg 1, 30 mg 2 ή 60 mg 1). Τo πρωτεύον καταληκτικό σημείο για την ασφάλεια ήταν τα μείζονα ή τα κλινικά σχετιζόμενα ελάσσονα αιμορραγικά επεισόδια, ενώ το πρωτεύον καταληκτικό σημείο αποτελεσματικότητας ήταν ο θάνατος, το ΑΕΕ, το ΟΕΜ, η συστημική θρομβοεμβολή και η σοβαρή υποτροπιάζουσα ισχαιμία. Η νταρεξαμπάνη δεν έδειξε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα σε σχέση με το εικονικό φάρμακο ως προς το σύνθετο καταληκτικό σημείο ενώ αύξησε τις αιμορραγίες 2 έως 4 φορές κατά δοσοεξαρτώμενο τρόπο. Η μελέτη ATLAS ACS-TIMI 46 36 (Anti-Xa Therapy to Lower Cardiovascular Events in Addition to Standard Therapy in Subjects with Acute Coronary Syndrome Thrombolysis in Myocardial Infarction 46), ήταν η πρώτη μελέτη που διερεύνησε την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της χρήσης της ριβαροξαμπάνης σε ασθενείς με ΟΣΣ. Στην πολυκεντρική αυτή μελέτη συμμετείχαν 297 κέντρα από 27 χώρες και συνολικά συμπεριλήφθηκαν 3491 ασθενείς με προηγούμενο ΟΣΣ οι οποίοι ελάμβαναν μονοθεραπεία με ασπιρίνη (N=761) ή διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή με ασπιρίνη και θειενοπυριδίνη (N=2730). Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν επιπρόσθετα είτε εικονικό φάρμακο είτε ριβαροξαμπάνη (σε δόσεις 5 20 mg) για 6 μήνες. Το πρωτογενές καταληκτικό σημείο για την ασφάλεια ήταν οι κλινικά σημαντικές αιμορραγίες κατά ΤΙΜΙ, ενώ το πρωτογενές καταληκτικό σημείο για την αποτελεσματικότητα ήταν ο καρδιαγγειακός θάνατος, το ΟΕΜ, το ΑΕΕ ή η επανεμφάνιση ισχαιμίας που χρειάζεται επαναγγείωση, μέσα σε 6 μήνες παρακολούθησης. Η μελέτη αυτή απέδειξε πως η ριβαροξαμπάνη μειώνει αριθμητικά αλλά όχι στατιστικά σημαντικά (P=0,1) το πρωτογενές καταληκτικό σημείο αποτελεσματικότητας. Επίσης μειώνει σημαντικά (P=0,0270) το δευτερογενές σημείο αποτελεσματικότητας (θάνατος, ΟΕΜ ή ΑΕΕ). Αντίθετα, αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης μειζόνων αιμορραγιών κατά δοσο-εξαρτώμενο τρόπο σε σχέση με το εικονικό φάρμακο. Όλες οι παραπάνω κλινικές μελέτες φάσης ΙΙ διερεύνησαν τη χρησιμότητα της προσθήκης των νέων από του στόματος αντιπηκτικών φαρμάκων στην α- ντιαιμοπεταλιακή αγωγή που λαμβάνουν οι ασθενείς με πρόσφατο ΟΣΣ. Οι μελέτες απέδειξαν πως η νταμπιγκατράνη, η απιξαμπάνη, η ριβαροξαμπάνη και η νταρεξαμπάνη αυξάνουν με δοσοεξαρτωμένο τρόπο τις μείζονες αιμορραγίες, μπορεί να μειώνουν όμως (με εξαίρεση τη νταρεξαμπάνη) τα ισχαιμικά επεισόδια. Τα παραπάνω αποτελέσματα οδήγησαν στον σχεδιασμό μεγαλύτερης κλίμακας μελετών φάσης ΙΙΙ προκειμένου να διερευνηθεί περαιτέρω η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των φαρμάκων αυτών σε ασθενείς με ΟΣΣ. 3.2. Κλινικές μελέτες φάσης IIΙ Η μελέτη APRAISE 2 37 (Apixaban for Prevention of Acute Ischemic Events 2), ήταν μια τυχαιοποιημένη, διπλά-τυφλή μελέτη στην οποία ελέγχθηκε η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της χορήγησης 5 mg απιξαμπάνης δύο φορές ημερησίως σε ασθενείς με ΟΣΣ και επιπλέον δύο παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου όπως σακχαρώδης διαβήτης και νεφρική ανεπάρκεια, που λαμβάνουν τη συνήθη αντιαιμοπεταλιακή θεραπεία. Παρά τον καλό σχεδιασμό της και ενώ είχαν ήδη συμμετάσχει 7392 ασθενείς, η μελέτη διεκόπη εξαιτίας της αύξησης των μειζόνων αιμορραγικών επεισοδίων στους ασθενείς που ελάμβαναν απιξαμπάνη χωρίς να υπάρχει αντίστοιχη μείωση των ισχαιμικών επεισοδίων. Μετά από έναν μέσον όρο παρακολούθησης 241 ημερών, το πρωτογενές καταληκτικό σημείο για την ασφάλεια (μείζονες κατά TIMI αιμορραγίες) εμφανίστηκε στους 46 από τους 3673 ασθενείς (1,3%) που έ- λαβαν τουλάχιστον μία δόση απιξαμπάνης και στους 18 από τους 3642 ασθενείς που έλαβαν τουλάχιστον μία δόση εικονικού φαρμάκου (0,5%) (στην ομάδα της απιξαμπάνης HR: 2,59, 95% CI: 1,50 4,46, P=0,001). Το πρωτογενές καταληκτικό σημείο αποτελεσματικότητας (καρδιαγγειακός θάνατος, ΟΕΜ, ΑΕΕ), εμφανίστηκε στο 7,5% των ασθενών υπό απιξαμπάνη και στο 7,9% των ασθενών που έλαβαν εικονικό φάρμακο (στην ομάδα της απιξαμπάνης, HR: 0,95, 95% CI: 0,80 1,11,

ΤΑ ΝΕΑ ΑΠΟ ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΣΤΑ ΟΞΕΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ 101 P=0,51). Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα της μελέτης APRAISE 2 απέδειξαν ότι η προσθήκη της απιξαμπάνης στην αντιαιμοπεταλιακή θεραπεία που λαμβάνουν ασθενείς υψηλού κινδύνου μετά από ΟΣΣ αυξάνει τον αριθμό των μειζόνων αιμορραγιών, χωρίς να μειώνει σημαντικά την επανεμφάνιση ισχαιμικών επεισοδίων, ανατρέποντας έτσι τα αποτελέσματα της κλινικής μελέτης φάσης ΙΙ, APRAISE. Η ATLAS ACS 2-TIMI 51 38 (Addition to standard therapy in Subjects with Acute Coronary Syndrome Thrombolysis in Myocardial Infarction 51) διερεύνησε την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της χορήγησης 2,5 mg ή 5 mg ριβαροξαμπάνης δύο φορές ημερησίως για 13 31 μήνες, σε 15.526 ασθενείς με ΟΣΣ (50,3% με STEMI, 25,6% με NSTEMI, 24,0% με ασταθή στηθάγχη) οι οποίοι ελάμβαναν αντιαιμοπεταλιακή αγωγή με ασπιρίνη (7%) ή με ασπιρίνη και κλοπιδογρέλη ή τικλοπιδίνη (93%). Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν ο θάνατος από καρδιαγγειακά αίτια, το ΟΕΜ, ή το ΑΕΕ. Η μελέτη αυτή έδειξε πρώτη πως η προσθήκη ριβαροξαμπάνης στη διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή μειώνει σημαντικά το σύνθετο πρωτεύον καταληκτικό σημείο τόσο στη δόση των 2,5 mg 2 (9,1% έναντι 10,7%, P=0,02) όσο και στη δόση των 5 mg 2 (8,8% έναντι 10,7%, P=0,03). Επιπρόσθετα, στην ομάδα της μικρής δόσης, η ριβαροξαμπάνη μείωσε σημαντικά τη θνητότητα από καρδιαγγειακά αίτια (2,7 % έναντι 4,1%, P=0,002) καθώς και τη θνητότητα από οποιαδήποτε αιτία (2,9 % έναντι 4,5%, P=0,002). Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι στην υποομάδα ασθενών (N=9631) που υποβλήθηκαν σε αγγειοπλαστική με τοποθέτηση ενός τουλάχιστον stent η ριβαροξαμπάνη στη δόση 2,5 mg 2 μείωσε σημαντικά την επίπτωση θρόμβωσης των stent σε διάστημα διετίας συγκριτικά με όσους έλαβαν εικονικό φάρμακο (από 1,9% σε 1,5%, HR: 0,61, P=0,023) 39 (πίνακας 2). Όσον αφορά στο προφίλ ασφάλειας, η χορήγηση ριβαροξαμπάνης αυξάνει σημαντικά τις μείζονες αιμορραγίες μη σχετιζόμενες με χειρουργική επαναγγείωση καθώς και τις ενδοκράνιες αιμορραγίες αλλά όχι τις θανατηφόρες αιμορραγίες. Πιο συγκεκριμένα, η συχνότητα εμφάνισης των μειζόνων αιμορραγιών ήταν μικρότερη στους ασθενείς που έλαβαν ριβαροξαμπάνη 2,5 mg 2 σε σύγκριση με αυτούς που έλαβαν 5 mg 2 (1,8% έναντι 2,4%, P=0,12). Αντίθετα, η μικρότερη δόση ριβαροξαμπάνης συνοδευόταν από σημαντικά μικρότερη συχνότητα ελασσόνων αιμορραγιών (0,9% έναντι 1,6%, P=0,046), αιμορραγιών που χρειάζονται ιατρική παρακολούθηση (12,9% έναντι 16,2%, P<0,001) και θανατηφόρων αιμορραγιών (0,1% έναντι 0,4%, P=0,04). Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης ATLAS ACS 2-TIMI 51, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Φαρμάκων (EMA) ενέκρινε τη χρήση 2,5 mg 2 ριβαροξαμπάνης στη δευτερογενή πρόληψη σε ασθενείς με ΟΣΣ που λαμβάνουν αντιαιμοπεταλιακή αγωγή. Αντίθετα, η Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) δεν ενέκρινε τη χρήση της ριβαροξαμπάνης στα ΟΣΣ. Ένα από τα σημεία που ανέδειξε ο οργανισμός FDA ήταν ότι το 12% των ασθενών που συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη είχαν ελλιπές follow-up, σε ποσοστό πολύ μεγαλύτερο από αυτό άλλων μελετών σε ΟΣΣ. 40 4. Τα νεότερα αντιπηκτικά στα ΟΣΣ υπό το φως των πρόσφατων μετα-αναλύσεων Τα αποτελέσματα των παραπάνω κλινικών μελετών αποτέλεσαν τη βάση για τη διενέργεια 2 πρόσφατων μετα-αναλύσεων. Η μία μετα-ανάλυση συμπεριέλαβε 25.643 ασθενείς από τις κλινικές μελέτες φάσης ΙΙ (ATLAS ACS-TIMI 46, APPRAISE και RUBY-1) οι οποίες διερεύνησαν τους εκλεκτικούς αναστολείς του FXa ριβαροξαμπάνη, απιξαμπάνη και νταρεξαμπάνη, α- ντίστοιχα, και κλινικές μελέτες φάσης ΙΙΙ (APPRAISE-2 και ATLAS ACS 2-TIMI 51) στις οποίες διερευνήθηκε η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της απιξαμπάνης και της ριβαροξαμπάνης, αντίστοιχα. 41 Η μετα-ανάλυση αυτή έλαβε υπόψη της τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τη χορήγηση μόνο των χαμηλών δόσεων των παραπάνω φαρμάκων. Το πρωτογενές καταληκτικό σημείο που ορίστηκε στη μετα-ανάλυση ήταν ο θάνατος από καρδιαγγειακά αίτια και το δευτερογενές καταληκτικό σημείο ήταν το νέο ΟΕΜ, ενώ για την ασφάλεια των φαρμάκων ελέγχθηκαν οι μείζονες αιμορραγικές επιπλοκές κατά TIMI. Ο χρόνος παρακολούθησης των ασθενών στις μελέτες φάσης ΙΙ, ATLAS ACS-TIMI 46, APPRAISE και RUBY-1 ήταν 6 μήνες ενώ στις δύο μελέτες φάσης ΙΙΙ, το follow-up πραγματοποιήθηκε στους 13 και 8 μήνες, αντίστοιχα. Ο πληθυσμός ασθενών της μελέτης APPRAISE-2 ήταν μεγαλύτερος ηλικιακά με μεγαλύτερη επιβάρυνση σε διαβήτη και νεφρική ανεπάρκεια σε σύγκριση με τους ασθενείς που περιελάμβανε η μελέτη ATLAS ACS 2-TIMI 51. Δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά ως προς τη θνησιμότητα μεταξύ των ασθενών που έλαβαν μικρή δόση αντι-fxa αναστολέα επιπρόσθετα της κλασικής αντιαιμοπεταλιακής αγωγής και αυτών που έλαβαν εικονικό φάρμακο (345 θάνατοι σε σύνολο 14.685 ασθενών που έλαβαν αντι-fxa αναστολέα, ποσοστό 2,34%, έναντι 276 θανάτων σε σύνολο 10.958 που έλαβαν το συνηθισμένο σχήμα θεραπείας, ποσο-

102 Μ.Ε. Τσουμάνη και συν στό 2,52%, P=0,86). Αντίθετα, η μετα-ανάλυση έδειξε ότι υπήρξε σημαντική μείωση του αριθμού των νέων περιστατικών OEM στην ομάδα των ασθενών που έ- λαβαν μικρή δόση αντι-fxa αναστολέα σε σχέση με αυτούς που έλαβαν εικονικό φάρμακο (580 σε σύνολο 14.685 ασθενών, ποσοστό 3,95% έναντι 491 σε σύνολο 10.958 ασθενών, ποσοστό 4,48%, P=0,02). Η προσθήκη όμως των αντι-fxa αναστολέων στη συμβατική αντιαιμοπεταλιακή αγωγή είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση των περιστατικών μειζόνων κατά TIMI αιμορραγιών συμπεριλαμβανομένων των ενδοκράνιων αιμορραγιών [HR: 3,024, 95% CI: 2,29 4,59, P<0,001]. Το κύριο συμπέρασμα της μετα-ανάλυσης είναι ότι η προσθήκη μιας χαμηλής δόσης ενός από του στόματος αναστολέα του FXa στη συνήθη χορηγούμενη αντιαιμοπεταλιακή θεραπεία ασθενών μετά από πρόσφατο ΟΣΣ συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο μειζόνων αιμορραγιών, χωρίς να υπάρχει σαφές κλινικό όφελος. 41 Σε μια άλλη πρόσφατη μετα-ανάλυση αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της προσθήκης των νεότερων αντιπηκτικών στην κλασική αντιαιμοπεταλαιακή αγωγή σε ασθενείς με ΟΣΣ. 42 Στη μετα-ανάλυση αυτή συμπεριλήφθηκαν όλες οι δημοσιευμένες κλινικές μελέτες φάσης ΙΙ και ΙΙΙ, ESTEEM, RE-DEEM, RUBY-1, APPRAISE-1 και APPRAISE-2, ATLAS ACS-TIMI 46, και ATLAS ACS 2-TIMI 51 στις οποίες μελετήθηκαν τόσο οι άμεσοι αναστολείς της θρομβίνης (ξιμελαγκατράνη νταμπιγκατράνη) όσο και οι αναστολείς του FXα (απιξαμπάνη, νταρεξαμπάνη, ριβαροξαμπάνη). 42 Η μετα-ανάλυση διερεύνησε αν η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των νεότερων αντιπηκτικών σε ασθενείς με ΟΣΣ διαφοροποιείται ανάλογα με το αν οι ασθενείς λαμβάνουν μονή (ασπιρίνη) η διπλή (ασπιρίνη και κλοπιδογρέλη) αντιαιμοπεταλιακή αγωγή. Από το σύνολο των 30.866 ασθενών, οι 4,135 (13,4%) ελάμβαναν μονή και οι 26.731 (86,6%) διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή. 42 Ως μείζονα ανεπιθύμητα καρδιαγγειακά συμβάντα (MACE) ορίστηκαν η θνητότητα από οποιαδήποτε αιτία, το ΟΕΜ, το ΑΕΕ ενώ ως κλινικά σημαντικές αιμορραγίες, οι μείζονες καθώς και οι ελάσσονες αιμορραγίες που χρειάστηκαν αντιμετώπιση. Στους ασθενείς που λάμβαναν μονή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή με ασπιρίνη, η προσθήκη ενός από του στόματος αντιπηκτικού μείωσε τα MACEs κατά 30% ενώ παράλληλα αυξήθηκαν κατά 79% οι κλινικά σημαντικές αιμορραγίες. Στους α- σθενείς που λάμβαναν διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή με ασπιρίνη και κλοπιδογρέλη, η προσθήκη του αντιπηκτικού μείωσε τα MACEs κατά 13%, οι κλινικά όμως σημαντικές αιμορραγίες αυξήθηκαν κατά 134%. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η προσθήκη ενός νεότερου αντιπηκτικού σε ασθενείς με ΟΣΣ έχει ως συνέπεια τη μέτρια μείωση των MACEs αυξάνει όμως αρκετά τις κλινικά σημαντικές αιμορραγίες, φαινόμενο που είναι εντονότερο στους ασθενείς υπό διπλή αντιαιμοπεταλιακή θεραπεία. 42 5. Τα νεότερα από του στόματος αντιπηκτικά στα ΟΣΣ. Αναπάντητα ερωτήματα Μελλοντικές προοπτικές Από τις παραπάνω μετα-αναλύσεις φαίνεται ότι η προσθήκη ενός νεότερου αντιπηκτικού στην αντιαιμοπεταλιακή αγωγή που ακολουθείται σε ασθενείς με πρόσφατο ΟΣΣ αυξάνει σημαντικά τις αιμορραγίες. Παράλληλα, μπορεί να οδηγήσει σε μέτρια, πλην όμως στατιστικά σημαντική, μείωση του υπολειπόμενου κινδύνου υποτροπιαζόντων ισχαιμικών συμβάντων. Η μείωση αυτή είναι μεγαλύτερη όταν τα νεότερα αντιπηκτικά συγχορηγούνται με μονή α- ντιαιμοπεταλιακή αγωγή (ασπιρίνη). Η παρατήρηση αυτή δεν είναι σήμερα κλινικά χρήσιμη, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών με ΟΣΣ αντιμετωπίζεται με διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή σύμφωνα με όλες τις πρόσφατες κατευθυντήριες ο- δηγίες. Τα αποτελέσματα όμως ως προς την κλινική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια ενός από τα νεότερα αντιπηκτικά σε συνδυασμό με μονή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη στον σχεδιασμό μελλοντικών κλινικών μελετών για τη διερεύνηση της αποτελεσματικότητας και ασφάλειας των νεότερων αντιπηκτικών στα ΟΣΣ. Ιδιαίτερα μετά την είσοδο στην κλινική πράξη των νέων ισχυρών αντιαιμοπεταλιακών φαρμάκων πρασουγρέλη και τικαγρελόρη, η συγχορήγηση νεότερου αντιπηκτικού με διπλή αντιαιμοπεταλιακή θεραπεία (ασπιρίνη και πρασουγρέλη ή τικαγρελόρη) θα είχε ως συνέπεια τη δραματική αύξηση των κλινικά σημαντικών αιμορραγιών. Προς αυτή την κατεύθυνση, ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην ορθή επιλογή της δόσης του αντιπηκτικού. Τα θετικά αποτελέσματα της ATLAS ACS 2 TIMI 51 μπορούν να αποδοθούν τουλάχιστον ως ένα βαθμό στην επιλογή μικρής δόσης (υποτετραπλάσια και υποδιπλάσια) σε σχέση με αυτή που χρησιμοποιείται για θρομβοπροφύλαξη καθώς και για πρόληψη των καρδιοεμβολικών ισχαιμικών ε- γκεφαλικών επεισοδίων σε ασθενείς με ΚΜ. Αντίθετα, στις μελέτες REDEEM και APPRAISE-2 χρησιμοποιήθηκαν δόσεις αντίστοιχες αυτών που χρησιμοποιού-

ΤΑ ΝΕΑ ΑΠΟ ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΣΤΑ ΟΞΕΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ 103 νται στην ΚΜ και αυτό μπορεί τουλάχιστον μερικώς να ερμηνεύσει την αυξημένη επίπτωση μειζόνων αιμορραγιών καθώς και τη μη ευνοϊκή σχέση οφέλους/ κινδύνου. Ένα σημαντικό ερώτημα που πρέπει επίσης να απαντηθεί μελλοντικά και σχετίζεται με τη διαφορετική δόση αντιπηκτικού η οποία επιφέρει το βέλτιστο αποτέλεσμα στη θρομβοπροφύλαξη και στο ΟΣΣ είναι η δόση του νεότερου αντιπηκτικού που θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με ΟΣΣ και ΚΜ. Μερικά από τα παραπάνω ερωτήματα αναμένεται να απαντηθούν από τη μελέτη PIONEER AF-PCI, μια τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη, πολυκεντρική μελέτη που σχεδιάζει να συμπεριλάβει 2100 ασθενείς με ΚΜ που υποβάλλονται σε PCI. Οι ασθενείς θα τυχαιοποιηθούν σε τρεις ομάδες, στην πρώτη ομάδα οι ασθενείς θα λαμβάνουν ριβαροξαμπάνη 15 mg ημερησίως και έναν ανταγωνιστή P2Y 12, στη δεύτερη ομάδα θα λαμβάνουν ριβαροξαμπάνη 2,5 mg δύο φορές ημερησίως, έναν ανταγωνιστή P2Y 12 και ασπιρίνη 75 100 mg ημερησίως και στην τρίτη ομάδα θα λαμβάνουν έναν ανταγωνιστή της βιταμίνης Κ, έναν ανταγωνιστή P2Y 12 και ασπιρίνη 75 100 mg ημερησίως. Το πρωτογενές καταληκτικό σημείο περιλαμβάνει τις μείζονες, τις ελάσσονες καθώς και τις κλινικά σημαντικές αιμορραγίες. Αυτή η πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη αναμένεται να δώσει πληροφορίες και ως προς τη χρήση της ριβαροξαμπάνης σε ασθενείς με ΚΜ μετά από PCI, ενώ θα συγκρίνει τη χαμηλής δοσολογίας τριπλή αντιθρομβωτική αγωγή που χρησιμοποιήθηκε στην ATLAS ACS 2-TIMI-51 με την παραδοσιακή αγωγή με τη βαρφαρίνη και τον συνδυασμό της ριβαροξαμπάνης με έναν P2Y 12 ανταγωνιστή χωρίς την ασπιρίνη. Επιπλέον, αναμένεται να αναδείξει το πόσο ασφαλής είναι η συγχορήγηση ριβαροξαμπάνης με τα δραστικότερα από την κλοπιδογρέλη φάρμακα, πρασουγρέλη ή τικαγρελόρη. Συμπερασματικά, η παρατεταμένη παραγωγή θρομβίνης μετά από ένα ΟΣΣ συμβάλλει σημαντικά στο σχετικά μεγάλο ποσοστό υπολειπόμενου κινδύνου υ- ποτροπιαζόντων ισχαιμικών συμβάντων παρά τη χρήση διπλής αντιαιμοπεταλιακής αγωγής και την είσοδο στην κλινική πράξη των ισχυρότερων από την κλοπιδογρέλη αντιαιμοπεταλιακών φαρμάκων πρασουγρέλη και τικαγρελόρη. Η μελέτη ATLAS ACS 2 TIMI 51 απέδειξε ότι συγχορήγηση σε μικρή δόση ενός νεότερου αντιπηκτικού αποτελεί μια αρκετά υποσχόμενη προσέγγιση στη μείωση του υπολειπόμενου κινδύνου υποτροπιαζόντων ισχαιμικών συμβάντων στα ΟΣΣ, η οποία θα πρέπει να τεκμηριωθεί με επιπλέον κλινικές μελέτες. Με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα, η χρήση μικρής δόσης ριβαροξαμπάνης επιπρόσθετα της διπλής αντι αιμοπεταλιακής θεραπείας για τη δευτερογενή πρόληψη ισχαιμικών επεισοδίων σε ασθενείς με ΟΣΣ, ίσως αποτελεί μια εναλλακτική θεραπευτική στρατηγική η οποία θα μπορούσε να εφαρμόζεται μόνο σε κατάλληλα επιλεγμένες ομάδες ασθενών που δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί ακριβώς αλλά θα περιελάμβανε τους διαβητικούς ασθενείς ή τους ασθενείς χαμηλού αιμορραγικού κινδύνου. Τέλος, είναι γνωστό ότι τα αιμορραγικά επεισόδια επηρεάζουν την πρόγνωση των ασθενών μετά από ΟΣΣ, καθώς αυξάνουν τον κίνδυνο θανάτου κυρίως στις 30 ημέρες αλλά και στους επόμενους μήνες μετά το συμβάν. Η ενεργοποίηση της αιμόστασης μετά την αιμορραγία, η ανάγκη διακοπής των αντιαιμοπεταλιακών φαρμάκων και οι συνέπειες της μετάγγισης είναι ίσως μόνο κάποιοι από τους παράγοντες στους οποίους οφείλεται η δυσμενέστερη πρόγνωση για τους ασθενείς με αιμορραγία μετά από ένα ΟΣΣ. 43 Αυτός ίσως είναι o σημαντικότερος λόγος για τον οποίον η προσθήκη ενός επιπλέον αντιθρομβωτικού φαρμάκου προκαλεί επιφυλάξεις ως προς τη συνολική αποτελεσματικότητα τής στρατηγικής αυτής. Βιβλιογραφία 1. Γουδέβενος ΙΑ, Καλαντζή Κ, Αλεξόπουλος Δ και συν. Κατευθυντήριες οδηγίες για την αντιαιμοπεταλιακή αγωγή στην πρωτογενή και δευτερογενή πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου. Ελλην Καρδιολ Επιθεώρ 2012:8 56 2. Van de Werf F, Bax J, Betriu A et al. Management of acute myocardial infarction in patients presenting with persistent ST-segment elevation: the Task Force on the Management of ST-Segment Elevation Acute Myocardial Infarction of the European Society of Cardiology. Eur Heart J 2008, 29:2909 2945 3. Bassand JP, Hamm CW, Ardissino D et al. Guidelines for the diagnosis and treatment of non-st-segment elevation acute coronary syndromes. Eur Heart J 2007, 28:1598 1660 4. Antman EM, Anbe DT, Armstrong PW et al. ACC/AHA guidelines for the management of patients with ST-elevation myocardial infarction-executive summary. A report of the American College of Cardiology/American Heart Association Task Force on Practice Guidelines (Writing Committee to revise the 1999 guidelines for the management of patients with acute myocardial infarction). J Am Coll Cardiol 2004, 44:671 719 5. Anderson JL, Adams CD, Antman EM et al. ACC/AHA 2007 guidelines for the management of patients with unstable angina/ non-st-elevation myocardial infarction: a report of the American College of Cardiology/American Heart Association Task Force on Practice Guidelines (Writing Committee to Revise the 2002 Guidelines for the Management of Patients With Unstable Angina/ Non-ST-Elevation Myocardial Infarction) developed in collaboration with the American College of Emergency Physicians, the

104 Μ.Ε. Τσουμάνη και συν Society for Cardiovascular Angiography and Interventions, and the Society of Thoracic Surgeons endorsed by the American Association of Cardiovascular and Pulmonary Rehabilitation and the Society for Academic Emergency Medicine. J Am Coll Cardiol 2007, 50:e1 e157 6. Fox KA, Dabbous OH, Goldberg RJ et al. Prediction of risk of death and myocardial infarction in the six months after presentation with acute coronary syndrome: prospective multinational observational study (GRACE). BMJ 2006, 333:1091 7. Yusuf S, Zhao F, Mehta SR et al. Effects of clopidogrel in addition to aspirin in patients with acute coronary syndromes without ST-segment elevation. N Engl J Med 2001, 345:494 502 8. Wallentin L, Becker RC, Budaj A et al. Ticagrelor versus clopidogrel in patients with acute coronary syndromes. N Engl J Med 2009, 361:1045 1057 9. Merlini PA, Bauer KA, Oltrona L et al. Persistent activation of coagulation mechanism in unstable angina and myocardial infarction. Circulation 1994, 90:61 68 10. Brass LF. Thrombin and platelet activation. Chest 2003, 124: 18S 25S 11. Smid M, Dielis AW, Winkens M et al. Thrombin generation in patients with a first acute myocardial infarction. J Thromb Haemost 2011, 9:450 456 12. Ardissino D, Merlini PA, Bauer KA et al. Coagulation activation and long-term outcome in acute coronary syndromes. Blood 2003, 102:2731 2735 13. Cohen M, Demers C, Gurfinkel EP et al. A comparison of low-molecular-weight heparin with unfractionated heparin for unstable coronary artery disease. Efficacy and Safety of Subcutaneous Enoxaparin in Non-Q-Wave Coronary Events Study Group. N Engl J Med 1997, 337:447 452 14. Yusuf S, Mehta SR, Chrolavicius S et al. Comparison of fondaparinux and enoxaparin in acute coronary syndromes. N Engl J Med 2006, 354:1464 1476 15. Stone GW, McLaurin BT, Cox DA et al. Bivalirudin for patients with acute coronary syndromes. N Engl J Med 2006, 355:2203 2216 16. Hurlen M, Smith P, Arnesen H. Effects of warfarin, aspirin and the two combined, on mortality and thromboembolic morbidity after myocardial infarction. The WARIS-II (Warfarin-Aspirin Reinfarction Study) design. Scand Cardiovasc J 2000, 34:168 171 17. Effects of long-term, moderate-intensity oral anticoagulation in addition to aspirin in unstable angina. The Organization to Assess Strategies for Ischemic Syndromes (OASIS) Investigators. J Am Coll Cardiol 2001, 37:475 484 18. Rothberg MB, Celestin C, Fiore LD, Lawler E, Cook JR. Warfarin plus aspirin after myocardial infarction or the acute coronary syndrome: meta-analysis with estimates of risk and benefit. Ann Intern Med 2005, 143:241 250 19. Ahrens I, Lip GY, Peter K. New oral anticoagulant drugs in cardiovascular disease. Thromb Haemost 2010, 104:49 60 20. Weitz JI, Hirsh J, Samama MM. New antithrombotic drugs: American College of Chest Physicians Evidence-Based Clinical Practice Guidelines. 8th ed. Chest 2008, 133:234S 256S 21. Hankey GJ, Eikelboom JW. Dabigatran etexilate: a new oral thrombin inhibitor. Circulation 2011, 123:1436 1450 22. Eikelboom JW, Weitz JI. Another oral thrombin inhibitor for stroke prevention in atrial fibrillation? Thromb Haemost 2010, 103:481 483 23. Lip GY, Rasmussen LH, Olsson SB et al. Oral direct thrombin inhibitor AZD0837 for the prevention of stroke and systemic embolism in patients with non-valvular atrial fibrillation: a randomized dose-guiding, safety, and tolerability study of four doses of AZD0837 vs vitamin K antagonists. Eur Heart J 2009, 30:2897 2907 24. Olsson SB, Rasmussen LH, Tveit A et al. Safety and tolerability of an immediate-release formulation of theoral direct thrombin inhibitor AZD0837 in the prevention of stroke and systemic embolism in patients with atrial fibrillation. Thromb Haemost 2010, 103:604 612 25. Lip GY, Rasmussen LH, Olsson SB et al. Oral direct thrombin inhibitor AZD0837 for the prevention of stroke and systemic embolism in patients with non-valvular atrial fibrillation: a Phase II study of AZD0837 in patients who are appropriate for but unable or unwilling to take vitamin K antagonist therapy. Thromb Res 2011, 127:91 99 26. Artang R, Rome E, Nielsen JD et al. Meta-analysis of randomized controlled trials on risk of myocardial infarction from the use of oral direct thrombin inhibitors. Am J Cardiol 2013, 112:1973 1979 27. Turpie AG. New oral anticoagulants in atrial fibrillation. Eur Heart J 2008, 29:155 165 28. Kubitza D, Becka M, Roth A et al. Dose-escalation study of the pharmacokinetics and pharmacodynamics of rivaroxaban in healthy elderly subjects. Curr Med Res Opin 2008, 24:2757 2765 29. Camm AJ, Bounameaux H. Edoxaban: a new oral direct factor xa inhibitor. Drugs 2011, 71:1503 1526 30. Ogata K, Mendell-Harary J, Tachibana M et al. Clinical safety, tolerability, pharmacokinetics, and pharmacodynamics of the novel factor Xa inhibitor edoxaban in healthy volunteers. J Clin Pharmacol 2010, 50:743 753 31. Palladino M, Merli G, Thomson L. Evaluation of the oral direct factor Xa inhibitor - betrixaban. Expert Opin Investig Drugs 2013, 22:1465 1472 32. Wallentin L, Wilcox RG, Weaver WD et al. Oral ximelagatran for secondary prophylaxis after myocardial infarction: the ESTEEM randomised controlled trial. Lancet 2003, 362:789 797 33. Oldgren J, Budaj A, Granger CB et al. Dabigatran vs placebo in patients with acute coronary syndromes on dual antiplatelet therapy: a randomized, double-blind, phase II trial. Eur Heart J 2011, 32:2781 2789 34. Alexander JH, Becker RC, Bhatt DL et al. Apixaban, an oral, direct, selective factor Xa inhibitor, in combination with antiplatelet therapy after acute coronary syndrome: results of the Apixaban for Prevention of Acute Ischemic and Safety Events (APPRAISE) trial. Circulation 2009, 119:2877 2885 35. Steg PG, Mehta SR, Jukema JW et al. RUBY-1: a randomized, double-blind, placebo-controlled trial of the safety and tolerability of the novel oral factor Xa inhibitor darexaban (YM150)

ΤΑ ΝΕΑ ΑΠΟ ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΣΤΑ ΟΞΕΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ 105 following acute coronary syndrome. Eur Heart J 2011, 32:2541 2554 36. Mega JL, Braunwald E, Mohanavelu S et al. Rivaroxaban versus placebo in patients with acute coronary syndromes (ATLAS ACS-TIMI 46): a randomised, double-blind, phase II trial. Lancet 2009, 374:29 38 37. Alexander JH, Lopes RD, James S et al. Apixaban with antiplatelet therapy after acute coronary syndrome. N Engl J Med 2011, 365:699 708 38. Mega JL, Braunwald E, Wiviott SD et al. Rivaroxaban in patients with a recent acute coronary syndrome. N Engl J Med 2012, 366:9 19 39. Gibson CM, Chakrabarti AK, Mega J et al. Reduction of stent thrombosis in patients with acute coronary syndromes treated with rivaroxaban in ATLAS-ACS 2 TIMI 51. J Am Coll Cardiol 2013, 62:286 290 40. Missing data lead FDA panel to vote against rivaroxaban for ACS. (Accessed at http://www.theheart.org/article/1405663.do.) 41. Obonska K, Navarese EP, Lansky A et al. Low-dose of oral factor Xa inhibitors in patients with a recent acute coronary syndrome: A systematic review and meta-analysis of randomized trials. Atherosclerosis 2013, 229:482 488 42. Oldgren J, Wallentin L, Alexander JH et al. New oral anticoagulants in addition to single or dual antiplatelet therapy after an acute coronary syndrome: a systematic review and meta-analysis. Eur Heart J 2013, 34:1670 1680 43. Steg PG, Huber K, Andreotti F et al. Bleeding in acute coronary syndromes and percutaneous coronary interventions: position paper by the Working Group on Thrombosis of the European Society of Cardiology. Eur Heart J 2011, 32:1854 1864 Ημερομηνία Υποβολής 30/05/2014 Ημερομηνία Έγκρισης 10/06/2014