Γενικά Για την αρχική ορµονική εκτίµηση της θυρεοειδικής λειτουργίας είναι απαραίτητος ο προσδιορισµός των επιπέδων των θυρεοειδικών ορµονών Ολικής θυροξίνης (Τ 4 ) Τριϊωδοθυρονίνης (Τ 3 ) TSH
Μεταβολές στη δεσµευτική ικανότητα των πρωτεϊνών στο πλάσµα είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε ψευδώς αυξηµένες ή µειωµένες τιµές των θυρεοειδικών ορµονών Για να ξεπεραστούν αυτά τα µειονεκτήµατα αναπτύχθηκαν µέθοδοι προσδιορισµού των ελευθέρων κλασµάτων των ορµονών Ελεύθερης θυροξίνης (FT 4 ) Ελεύθερης τριϊωδοθυρονίνης (FT 3 )
Η σηµαντικότερη όµως πρόοδος στην εργαστηριακή διερεύνηση των θυρεοειδικών παθήσεων ήταν η ανάπτυξη των µεθόδων τρίτης γενεάς για τον προσδιορισµό της TSH Καµία εξέταση δεν είναι από µόνη της επαρκής για την εκτίµηση του επιπέδου της θυρεοειδικής λειτουργίας γι αυτό απαιτείται ο προσδιορισµός περισσοτέρων της µιας εργαστηριακών παραµέτρων και πάντοτε πρέπει να γίνεται σε συσχετισµό µε την κλινική κατάσταση του ασθενούς. Οι σηµαντικότερες θεωρούνται ΤSH FT 4
H µέτρηση των ορµονών γίνεται µε µεθόδους που χρησιµοποιούνται ραδιοϊσότοπα όπως Ραδιοανοσοανάλυση (Radioimmunoassay, RIA) Ανοσοραδιοµετρία (Immunoradiometric assay, IRMA) Ανάλυση υποδοχέων (Receptor assay)
Τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί και άλλες αξιόλογες µέθοδοι Ενζυµοανοσοανάλυση (ΕLISA) Φθόριο-ανοσοανάλυση (FIA) Χηµειοφωταυγάζουσαανοσοανάλυση (LIA) Οι ραδιοϊσοτοπικές µέθοδοι συνεχίζουν να παραµένουν οι µέθοδοι αναφοράς
In vitro δοκιµασίες της θυρεοειδικής λειτουργίας Πιο δηµοφιλείς είναι οι µέθοδοι Ραδιοανοσοανάλυσης (Radioimmunoassay, RIA) Ανοσοραδιοµετρίας (Immunoradio-metric assays, IRMA) Βασίζονται στον συνδυασµό της υψηλής ειδικότητας της ανοσοαντίδρασης (σύµπλεγµα αντιγόνου-αντισώµατος) και της υψηλής ευαισθησίας των ραδιοχηµικών µεθόδων
Η Ραδιοανοσοανάλυση (Radioimmunoassay, RIA) εφαρµόστηκε για πρώτη φορά το 1959 από τους Berson και Yalow στη µελέτη της συγκέντρωσης ινσουλίνης στο αίµα διαβητικών ασθενών
Και στις δύο µεθόδους υπάρχουν τρεις αντιδρώσες ουσίες Η υπό ανάλυση ουσία (ορµόνη) που είναι και το αντιγόνο (Ag) Το ειδικό αντίσωµα (Ab) έναντι του Ag Επισηµασµένο αντιγόνο (Ag*) ή επισηµασµένο αντίσωµα (Ab*)
Οι µέθοδοι RIA και IRMA είναι ικανές να µετρούν την αντίδραση αντιγόνου (Ag) και αντισώµατος (Ab) Στις µεθόδους RIA το αντιγόνο σηµαίνεται µε ένα ραδιενεργό ισότοπο (Ag*) Στις µεθόδους IRMA σηµαίνεται το αντίσωµα (Ab*) Γίνονται in vitro και δεν ακτινοβολούν τον ασθενή Είναι απλές και αξιόπιστες Έχουν µεγάλη ευαισθησία και ακρίβεια Μετρούν ποσότητες µέχρι και της τάξεως των pgr (10-12 gr)
Ραδιοανοσοανάλυσης (Radioimmunoassay, RIA) Μπορεί να διακριθεί σε δύο τεχνικές Την ανταγωνιστική δεσµευτική ανάλυση (Competitive Binding Assays) όπου το προστιθέµενο Ab είναι σε περιορισµένη ποσότητα Την διαδοχική (Sequential) δεσµευτική ανάλυση όπου το Ab είναι σε περίσσεια
Ανοσοραδιοµετρίας (Immunoradio-metric assays, IRMA) Πλεονεκτεί γιατί δεν απαιτεί καθαρό αντιγόνο αφού δεν είναι αυτό που σηµαίνεται Τα αντισώµατα είναι πιο σταθερές πρωτεΐνες και δυσκολότερα παθαίνουν βλάβη από τη διαδικασία σήµανσης σε σύγκριση µε τα αντιγόνα Απαιτεί περισσότερα βήµατα προσθήκης αντιδρώντων ουσιών και διαχωρισµού από ότι η RIA
Θυρεοειδικές ορµόνες ΘΥΡΟΞΙΝΗ (Τ 4 ) ραστική Φαινυλικός δακτύλιος µε 2 άτοµα ιωδίου Σύνθεση σε θυρεοειδή αποκλειστικά Μετατρέπεται σε T 3 στην περιφέρεια πού είναι η πιο δραστική µορφή των θυρεοειδικών ορµονών ΤΡΙΩ ΟΘΥΡΟΝΙΝΗ (Τ 3 ) ραστική Φαινυλικός δακτύλιος µε 1 άτοµο ιωδίου Σύνθεση σε θυρεοειδή & άλλους ιστούς (αποϊωδίωση Τ 4 ) 3,3,5 ΤΡΙΩ ΟΘΥΡΟΝΙΝΗ(r T 3 ) Μη δραστική
Θυροξίνη Παραγωγή 80-100µg/day στον θυρεοειδή Αποθήκη 800-1000µg στον εξωκυττάριο χώρο Αποδόµηση 80% αποϊωδίωση (40% σε Τ 3 & 40% σε r Τ 3 ) 20% δέσµευση από γλυκουρονικό & θειικό, σχηµατισµός tetrac ή διαχωρισµός δακτυλίων
Τριωδοθυρονίνη Παραγωγή 80% εξωθυρεοειδικά & 20% στο θυρεοειδή (30-40µg/day) Αποθήκη 50µg ενδοκυττάρια Αποδόµηση µε αποϊωδίωση r T 3 Παραγωγή 30-40µg/day εξωθυρεοειδικά από Τ 4 Αποδόµηση: αποϊωδίωση
Εξωθυρεοειδικη σύνθεση Τ 3 80% µε αποϊωδίωση Τ 4 περιφερικά Τ 4-5 -αποϊωδινάση (στα µικροσωµάτια) Τύπος Ι: ήπαρ, νεφροί Ευαισθησία στην προπυλοθειουρακίλη Τύπος ΙΙ: εγκέφαλος, υπόφυση, δέρµα όχι ευαισθησία στην προπυλοθειουρακίλη Τύπος ΙΙΙ: παντού
Τ 4 & Τ 3 κυκλοφορούν στο πλάσµα δεσµευµένες µε πρωτεΐνες Σφαιρίνη δεσµεύουσα τις θυρεοειδικές ορµόνες (TBG) 75% Τ 4 80% Τ 3 Προαλβουµίνη δεσµεύουσα τη Τ 4 (ΤΒΡΑ) 10% Τ 4 5% Τ 3
Αλβουµίνη 12% Τ 4 Λιποπρωτεΐνες 3% Τ 4 Ελεύθερες-δραστικές 0,05% Τ 4 0,5% Τ 3
Οι δεσµευτικές πρωτείνες αποτελούν αποθήκες & ελεγκτές συγκέντρωσης TBG: γλυκοπρωτεϊνη-54kd Σύνθεση σε ήπαρ 1 θέση σύνδεσης µε Τ 4 Αλβουµίνη 4 ισοµορφές 1 ισχυρή θέση σύνδεσης
Λιποπρωτεΐνες Αποπρωτεΐνη Α-Ι (συστατικό των HDL) TBPA: 4µερής πρωτεϊνη-55kd Σύνθεση σε ήπαρ 2 θέσεις σύνδεσης µε Τ 4 -µικρότερη συγγένεια σύνδεσης από TBG µε Τ 4,Τ 3
Η δέσµευση από τα κύτταρα γίνεται µε Είσοδο στο κυτταρόπλασµα µε ιάχυση Ενεργητική µεταφορά Τοπική παραγωγή Τ 3 Σύνδεση µε πυρηνικούς υποδοχείς που εντοπίζονται στη χρωµατίνη
Οι πυρηνικοί υποδοχείς εσµεύουν κυρίως Τ 3 Τύποι άλφα (3 µορφές) βήτα (2 µορφές) Μορφή β-1:εγκέφαλος,καρδιά, ήπαρ, νεφροί Μορφή β-2:υπόφυση, υποθάλαµος
Ενεργοποίηση υποδοχέων σύνδεση µε DNA έκφραση δράσης ορµονών Ποικιλία στην έκφραση στους ιστούς λόγω Ποικιλοµορφίας πυρηνικών υποδοχέων Ποικιλίας κατανοµής των πυρηνικών υποδοχέων ιαφορά στη δραστικότητα των πυρηνικών υποδοχέων Συνύπαρξη ρυθµιστικών παραγόντων
Ρύθµιση παραγωγής Τ 3 & Τ 4 Θυρεοειδοτρόπος ορµόνη (TSH) Αναστέλλεται από Τ 3,Τ 4 (πιο καθυστερηµένα) ιεγείρεται από TRH (υποθαλαµική εκλυτική ορµόνη) Αναστέλλεται ήπια από σωµατοστατίνη, ντοπαµίνη, γλυκοκορτικοειδή Ορµονικοί & διατροφικοί παράγοντες Εξωθυρεοειδική µετατροπή Τ 4 σε Τ 3
TSH Γλυκοπρωτεϊνη, 28kd Θυρεοτρόπα κύτταρα πρόσθιας υπόφυσης α & β υποοµάδες Οι α είναι κοινές για LH, FSH, hhg Αναστολή σύνθεσης από Τ 3,Τ 4 µε Αναστολή µεταγραφής γονιδίων της TSH Αναστολή γλυκοζυλίωσής της
ράση TSH έσµευση από µεµβρανικούς υποδοχείς 1 εξωκυττάριο 7 διαµεµβρανικά 1 ενδοκυττάριο τµήµα Ενεργοποίηση αδενυλικής κυκλάσης, σύνθεση c-amp, ενεργοποίηση πρωτεϊνικών κινασών Ενεργοποίηση φωσφολιπάσης C και οδού φωσφοϊνοσιτόλης
TRH Τριπεπτίδιο, 26kd Παράγεται: υποθάλαµο κατά ώσεις µέσο έπαρµα παρακοιλιακό πυρήνα Ανιχνεύεται: ΚΝΣ, ΓΕΣ, νησίδια παγκρέατος, γονάδες Ρυθµίζεται: από Τ 3,Τ 4
ράση TRH Αυξάνει τη σύνθεση και γλυκοζυλίωση της TSH Σύνδεση µε υποδοχέα διέγερση φωσφολιπάσης C & φωσφοϊνοσιτόλης Καθορίζει set point για έκκριση της TSH Αύξηση έκκρισης PRL Αύξηση έκκρισης GH
Εξωθυρεοειδική παραγωγή Τ 3 Η δραστηριότητα της Τ 4,5 αποϊωδινάσης τύπου Ι ελαττώνεται σε Υποσιτισµό Υποθυρεοειδισµό Σακχαρώδη διαβήτη Ουραιµία προπυλθυουρακίλη Γλυκοκορτικοειδή β-αναστολείς Αυξάνεται σε Υπερθυρεοειδισµό Χρήση ινσουλίνης ίαιτα πολλών θερµίδων
Υπάρχουν καταστάσεις πού προκαλούν µεταβολές στη δεσµευτική ικανότητα των πρωτεϊνών στο πλάσµα πού είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε ψευδώς αυξηµένες ή µειωµένες τιµές των θυρεοειδικών ορµονών
Καταστάσεις που προκαλούν αύξηση των επιπέδων της ολικής Τ 4 Υπεροιστρογονοναιµία Κύηση Αντισυλληπτικά Νεογνική περίοδος Ιογενής ή χρόνια ενεργός ηπατίτιδα Πρωτοπαθής χολική κίρρωση Οξεία διαλείπουσα πορφυρία Αντίσταση στη δράση των θυρεοειδικών ορµονών (σ. Refetoff)
Φάρµακα L-θυροξίνη Αµιοδαρόνη Αµφεταµίνες Ηπαρίνη Μεθαδόνη Ηρωίνη Κλοφιβράτη Σκιαγραφικά Αυξηµένη TBG Οικογενής δυσαλβουµιναιµία Αντισώµατα έναντι της Τ 4
Καταστάσεις που προκαλούν µείωση των επιπέδων της Τ 4 είναι Χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, Κίρρωση, Νεφρωσικό σύνδροµο Συγγενής έλλειψη TBG Φάρµακα Φαινοβαρβιτάλη Φαινυτοΐνη Καρβαµαζεπίνη Ανδρογόνα Μιτοτάνη Φαινυλβουταζόνη Σαλικυλικά L-ασπαραγινάση
Καταστάσεις που µειώνουν την µετατροπή της Τ 4 σε T 3 Περιορισµός θερµίδων Οξεία εµπύρετος νόσος Ηπατοπάθεια Νεφρική ανεπάρκεια Εγκαύµατα Φάρµακα Προπρανολόλη Γλυκοκορτικοειδή Προπυλθειουρακίλη Σκιαστικά µε ιώδιο Αµιοδαρόνη
Ανάστροφη Τ 3 (rt 3 ) Η µέτρησή της δεν προσφέρει τίποτε διαγνωστικά εκτός από την περίπτωση όπου χρειάζεται να γίνει διαφορική διάγνωση εξωθυρεοειδικής νόσου (euthyroid sick syndrome) στην οποία ανευρίσκεται αυξηµένη δευτεροπαθούς υποθυρεοειδισµού στον οποίο είναι ελαττωµένη
Αύξηση Υπερθυρεοειδισµό Προπρανολόλη εξαµεθαζόνης Αµιοδαρόνης Ελάττωση Υποθυρεοειδισµό Φαινυτοΐνη
οκιµασία TRH Ενδοφλέβια χορήγηση 200 µg και λήψη αίµατος στους χρόνους 0, 30 και 60 για προσδιορισµό των επιπέδων της TSH Σε φυσιολογικά άτοµα προκαλεί αύξηση της TSH 2-5 φορές πάνω από τα φυσιολογικά επίπεδα Υπερθυρεοειδικοί και οι ασθενείς που λαµβάνουν θυροξίνη δεν απαντούν Χρήσιµη για τη διάγνωση ήπιου υπερθυρεοειδισµού όπου τα επίπεδα των Τ 4 και Τ 3 είναι οριακά και σε ευθυρεοειδικούς µε ν. Graves που έχουν οφθαλµοπάθεια
Μηδενική ή ελάχιστη ανταπόκριση της TSH Άτοµα µε βαριές παθήσεις Άτοµα προχωρηµένης ηλικίας ιδίως άρρενα Άτοµα που είναι υπό αγωγή µε µεγάλες δόσεις κορτικοστεροειδών ή ντοπαµίνης Άτοµα που πάσχουν από κατάθλιψη ή άλλο ψυχιατρικό νόσηµα Υποφυσιακή ανεπάρκεια Σε υποθαλαµικής αιτιολογίας υποθυρεοειδισµό παρατηρείται καθυστέρηση στην εµφάνιση της µέγιστης αύξησης της TSH στα 60 λεπτά ή και περισσότερο µετά τη χορήγηση TRH
Μέτρηση TSH 1ης γενιάς µέθοδος RIA-IRMA ιαγνωστικό όριο ανίχνευσης 1mU/L Σχετικά κατάλληλη για διάγνωση 1οπαθούς υποθυρεοειδισµού Ακατάλληλη για διάγνωση υπερθυρεοειδισµού (φ.τ=0,5-5)
2ης γενιάς µέθοδος Ανοσολογικές δοκιµασίες Σε ευρεία χρήση και σήµερα ιαγνωστικό όριο ανίχνευσης 0,1mU/L ιάκριση ευθυρεοειδισµού, υποθυρεοειδισµού, υπερθυρεοειδισµού υσχερής η διάγνωση υπερθυρεοειδισµού, όταν κοντά στο όριο της κατώτερης φυσιολογικής τιµής, ειδικά σε εργαστήρια µε κακό control φυσιολογικών τιµών Μπορεί να δώσει τιµή 0,1, όταν είναι 0,01
3ης γενιάς µέθοδος Χηµειοφωταύγεια ιαγνωστικό όριο ανίχνευσης 0,01mU/L Επιτυχής η διάγνωση ακόµη και ήπιου υπερθυρεοειδισµού, ακόµη και σε εργαστήρια µε κακό control φυσιολογικών τιµών Η <<ευαίσθητη>> TSH έχει αντικαταστήσει τη δοκιµασία ΤRH
Oι µετρήσεις της TSH µε 3ης γενιάς µέθοδο είναι πολύτιµες ιάγνωση υποκλινικού υποθυρεοειδισµού ιάγνωση υποθυρεοειδισµού Παρακολούθηση υποθυρεοειδισµού (άριστη θεραπεία όταν η TSH µεταξύ1-3µu/l).. µεταξύ πρωτοπαθούς και δευτεροπαθούς υποθυρεοειδισµού Ασθενείς µε καρκίνο θυρεοειδή που λαµβάνουν κατασταλτική θεραπεία
Αυτονοµία και υπερλειτουργία µεταστάσεων ιάγνωση του «συνδρόµου χαµηλής Τ 4 ή Τ 3». Πριν τη διενέργεια ολόσωµου σπινθηρογραφήµατος µε 131 Ι για ανίχνευση ή παρακολούθηση µεταστάσεων µετά την εγχειρητική αφαίρεση του θυρεοειδή για θηλώδες, θυλακιώδες ή µικτό Ca.
Καταστάσεις όπου παρατηρείται καταστολή της TSH Υπερθυρεοειδισµός ευτεροπαθής υποθυρεοειδισµός Υποκλινικός υπερθυρεοειδισµός Αυτόνοµο αδένωµα Αυτόνοµη πολυοζώδης βρογχοκήλη Θεραπεία µε θυρεοειδικές ορµόνες Ν. Graves σε ύφεση Οφθαλµική ν. Graves Συγγενείς πασχόντων από ν. Graves
Σύνδροµο Cushing Μεγαλακρία Φάρµακα Γλυκοκορτικοειδή Ντοπαµίνη Κατάθλιψη Εξωθυρεοειδική νόσος Νηστεία
Αύξηση της TSH xωρίς παρουσία υποκλινικού υποθυρεοειδισµού Αποδροµή θυρεοειδίτιδας Οξεία εξωθυρεοειδική νόσος Ανάνηψη από εξωθυρεοειδική νόσο Αντισώµατα έναντι της TSH Αδένωµα υποφύσεως εκκρίνον TSH Αντίσταση της υποφύσεως στις θυρεοειδικές ορµόνες Γενικευµένη αντίσταση στις θυρεοειδικές ορµόνες Λήψη µετοκλοπραµίδης ή δοµπεριδόνης
ιακυµάνσεις των επιπέδων FΤ 4 και TSH σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις της θυρεοειδικής λειτουργίας ΤSH FT 4 1 ο παθής υποθυρεοειδισµός FΤ 4 υποκλινικός υποθυρεοειδισµός FΤ 4 1.αντίσταση στις θυρεοειδικές ορµόνες 2.TSH εκκρίνον αδένωµα 3.ακατάστατη λήψη θυροξίνης από υποθυρεοειδικό ασθενή TSH FT 4 1. υποθυρεοειδισµός 2. υποφυσιακός υποθυρεοειδισµός 3. υποθαλαµικός 4. euthyroid sick syndrome 5. φάρµακα 6. δυσπρωτεϊναιµίες FΤ 4 1. ευθυρεοειδισµός FΤ 4 1.αντίσταση στις θυρεοειδικές ορµόνες 2.TSH εκκρίνον αδένωµα TSH FT 4 1. 2 ο παθής υποθυρεοειδισµός 2. υποθαλαµικός υποθυρεοειδισµός 3. euthyroid sick syndrome 4. παροδική κατάσταση σε υπερθυρεοειδισµό µετά χορήγηση 131 Ι FΤ 4 1.υποκλινικός υπερθυρεοειδισµός 2.Τ 3 τοξίκωση FΤ 4 1. υπερθυρεοειδισµός 1ο
Θυρεοειδικά αυτοαντισώµατα 1. Αυτοαντισώµατα κατά της υπεροξειδάσης (αντιµικροσωµιακά αντισώµατα, TPOAb) Πολυκλωνικά και ετερογενή αντισώµατα Συνήθως είναι IgG 4 και IgG 1 σπάνια IgG 2 και IgG 3 Είναι το συχνότερο εύρηµα σε όλες τις αυτοάνοσες θυρεοειδοπάθειες εν φαίνεται να αποτελούν τον εκλυτικό παράγοντα της νόσου αλλά παίζουν σηµαντικό ρόλο στην παθογένεια Χρησιµοποιούνται ως δείκτες των αυτοάνοσων θυρεοειδοπαθειών
Ανιχνεύονται Σε 95% των ασθενών µε θυρεοειδίτιδα Hashimoto Σε 90% των ασθενών µε ιδιοπαθές µυξοίδηµα Σε 80% µε ν. Graves Πρωτοπαθές θυρεοειδικό λέµφωµα Χαµηλοί τίτλοι ανιχνεύονται και σε 10 έως 20% του γενικού πληθυσµού
2. Αντισώµατα κατά των υποδοχέων της TSH (TRAb ) Ανήκουν στην κατηγορία IgG & διέρχονται τον πλακούντα Η σύνδεση των TRAb γίνεται στο εξωκυττάριο υδατοδιαλυτό τµήµα της α υποµονάδας του υποδοχέα ακριβώς στις ίδιες θέσεις σύνδεσης της TSH Προκαλούν διέγερση της θυρεοειδικής λειτουργίας ανεξάρτητα από τον υποθαλαµουποφυσιο-θυρεοειδικό άξονα Αναφέρονται συχνά µε τον όρο TSI (thyroid stimulating immunoglobulins) Υπάρχει στενή συσχέτιση µεταξύ σύνδεσης των TSI και υπερλειτουργίας του θυρεοειδή αδένα
Σε µερικές περιπτώσεις έχει βρεθεί πως η σύνδεση TRAb στον υποδοχέα της TSH δεν οδηγεί σε υπερλειτουργία του θυρεοειδή Τα αυτοαντισώµατα θεωρείται πως έχουν ανασταλτική δράση και αναφέρονται µε τον όρο TBII (Thyroid Binding Inhibitory Immunoglobulins) εν θεωρούνται πραγµατικοί ανταγωνιστές της TSH αλλά δρουν εµποδίζοντας την εξαρτώµενη από την TSH παραγωγή c-amp από τα θυρεοειδικά κύτταρα Τα TBII µπορεί να προκαλέσουν βρογχοκήλη χωρίς όµως υπερέκκριση θυρεοειδικών ορµονών
TSI ανιχνεύονται 80-100 % των ασθενών µε ν. Graves 15-20% των ασθενών µε θυρεοειδίτιδα Hashimoto TBII ανιχνεύονται 80-90% των ασθενών µε ν. Graves 10-30% των ασθενών µε θυρεοειδίτιδα Hashimoto
Η ανίχνευση των TSI προσφέρει µικρή διαγνωστική βοήθεια οι µέθοδοι µέτρησης είναι χρονοβόρες και µε τεχνικές δυσκολίες Κλινικά χρησιµοποιούνται για την πρόβλεψη της υποτροπής της ν. Graves Τα αντιθυρεοειδικά φάρµακα µειώνουν τα επίπεδα των TRAb Υψηλοί τίτλοι TRAb στον ορό εγκύων µε αυτοάνοση θυρεοειδοπάθεια προαναγγέλλει γέννηση νεογνού µε υπερ ή υποθυρεοειδισµό
3. αντιθυρεοσφαιρινικά αντισώµατα (TgAb) Είναι πολυκλωνικά Ανήκουν στις υποκλάσεις IgG 1, IgG 2 ή και IgG 4 Αντισώµατα που ανήκουν στην υποκλάση IgG 1 µπορεί να ενεργοποιήσουν το συµπλήρωµα
Τα TgAb ανευρίσκονται 100% των ασθενών µε θυρεοειδίτιδα Ηashimoto 67% των ασθενών µε ν. Graves 35% σε Ρ.Α, ΣΕΛ, σκληρόδερµα Σε 10-15% των φυσιολογικών γηραιών ατόµων
θυρεοσφαιρίνη (Tg) Εκκρίνεται από το φυσιολογικό θυρεοειδικό ιστό και από τους διαφοροποιηµένους καρκίνους του θυρεοειδή Σε τυχόν αδυναµία µέτρησης θα πρέπει να γίνει έλεγχος για αντιθυρεοσφαιρινικά αντισώµατα υπάρχει διασταυρούµενη αντίδραση µε αντιθυρεοσφαιρινικά αντισώµατα επί παρουσίας των οποίων η µέτρηση είναι άνευ αξίας
Aύξηση των επιπέδων της Tg παρατηρείται Πολυοζώδη βρογχοκήλη Θηλώδη - θυλακιώδη καρκινώµατα Ένα ποσοστό ασθενών µετά από FNAB Καπνιστές Ασθενείς µε ενεργό ν. Graves Υποξεία θυρεοειδίτιδα Οστικές µεταστάσεις Πνευµονικές µεταστάσεις Λεµφαδενικές µεταστάσεις
Χρησιµοποιείται Στην διάγνωση αγενεσίας του θυρεοειδή σε νεογέννητο Στη διάγνωση θυρεοτοξίκωσης factitia Ως καρκινικός δείκτης µεταστάσεις διαφοροποιηµένου καρκίνου του θυρεοειδή Ως δείκτης διέγερσης ή καταστολής του θυρεοειδή αδένα TSH διεγείρει την απελευθέρωση της θυρεοσφαιρίνης από τον θυρεοειδή αδένα ενώ η L-thyroxine την καταστέλλει
Ως δείκτης υπολειµµατικού διαφοροποιηµένου καρκινικού θυρεοειδικού ιστού µετά από ολική θυρεοειδεκτοµή και θεραπεία µε ραδιενεργό ιώδιο Αυξηµένα επίπεδα Tg στην µετεγχειρητική περίοδο σε ασθενείς µε διαφοροποιηµένο θυρεοειδικό καρκίνο συσχετίζεται ισχυρά µε υποτροπή Για ορθή µέτρηση της Tg απαιτείται διακοπή της τυχόν θεραπείας µε θυροξίνη τουλάχιστον για 6 εβδοµάδες ώστε να αυξηθεί επαρκώς η TSH
Καλσιτονίνη Πολυπεπτίδιο Εκκρίνεται από τα παραθυλακιώδη κύτταρα του θυρεοειδή αδένα Αυξηµένη Μυελοειδές καρκίνωµα του θυρεοειδή Ψευδοϋποπαραθυρεοειδισµό Καρκινοειδές Καρκίνο πνευµόνων, µαστού, κόλου, παγκρέατος και στοµάχου Χρησιµεύει στην παρακολούθηση της εξέλιξης του µυελοειδούς καρκίνου