ΘΕΩΡΙΑ ΔΑΚΤΥΛΙΩΝ. Σημειώσεις προπτυχιακοῦ μαθήματος 1. Ν.Γ. Τζανάκης. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΘΕΩΡΙΑ ΔΑΚΤΥΛΙΩΝ. Σημειώσεις προπτυχιακοῦ μαθήματος 1. Ν.Γ. Τζανάκης. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο"

Transcript

1 ΘΕΩΡΙΑ ΔΑΚΤΥΛΙΩΝ Σημειώσεις προπτυχιακοῦ μαθήματος 1 Ν.Γ. Τζανάκης Τμῆμα Μαθηματικῶν Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο 1 Τελευταία ἔκδοση

2 2

3 Περιεχόμενα 1 Διαιρετότητα Τα βασικα Μέγιστος Κοινὸς Διαιρέτης Δαιρετότητα σὲ περιοχὲς κυρίων ἰδεωδῶν Διαιρετότητα σὲ περιοχὲς μονοσήμαντης ἀνάλυσης Πολυώνυμα πάνω ἀπὸ περιοχὲς μονοσήμαντης ἀνάλυσης Εὐκλείδειες περιοχές Εφαρμογὲς τῶν Ιδεωδῶν Υπαρξη ριζῶν πολυωνύμου Απαλείφουσα Μικρὴ Εἰσαγωγὴ στὴν Αλγεβρικὴ Γεωμετρία

4 2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

5 Κεφάλαιο 1 Διαιρετότητα Στὸ παρὸν κεφάλαιο, το D συμβολίζει πάντα ἀκέραια περιοχή. Μὲ Q(D) συμβολίζομε τὸ σῶμα πηλίκων τῆς D. 1.1 Τα βασικα Ορισμός. (α ) Τὸ μὴ μηδενικὸ ɛ D λέγεται μονάδα τῆς D, ἂν εἶναι ἀντιστρέψιμο στοιχεῖο τοῦ D, δηλαδή, ἂν καὶ μόνο ἂν τὸ ɛ 1, τὸ ὁποῖο βεβαίως ἀνήκει στὸ Q(D), εἶναι στοιχεῖο τῆς D. Τὸ 1 D εἶναι μονάδα, ἀλλά, συγχρόνως, εἶναι καὶ τὸ (μοναδικὸ) μοναδιαῖο στοιχεῖο τῆς D. Τὸ σύνολο τῶν μονάδων τῆς D συμβολίζεται D. (β ) Τὰ μὴ μηδενικὰ στοιχεῖα a, b χαρακτηρίζονται συνεταιρικά, ἂν b = ɛα μὲ ɛ D. Η σχέση συνεταιρικότητας εἶναι, προφανῶς, σχέση ἰσοδυναμίας. (γ ) Αν a, b D καὶ b 0 καὶ ὑπάρχει γ D, τέτοιο ὥστε a = bγ, τότε λέμε ὅτι τὸ b διαιρεῖ τὸ a συμβολικά, b a. Ισοδύναμες διατυπώσεις: Τὸ a διαιρεῖται, ή εἶναι διαιρετὸ ἀπὸ τὸ (διὰ τοῦ) b. Τὸ b εἶναι διαιρέτης τοῦ a. Τὸ a εἶναι πολλαπλάσιο τοῦ b. Εὔκολα βλέπει κανεὶς ὅτι οἱ μονάδες καὶ τὰ συνεταιρικὰ στοιχεῖα τοῦ a εἶναι διαιρέτες τοῦ a, τοὺς ὁποίους χαρακτηρίζομε τετριμμένους διαιρέτες τοῦ a. Οἱ μὴ τετριμμένοι διαιρέτες τοῦ a χαρακτηρίζονται γνήσιοι διαιρέτες τοῦ a. Οταν γράφομε b a ἐννοοῦμε ὅτι ὁ b δὲν διαιρεῖ τὸν a. (δ ) Τὸ μὴ μηδενικὸ στοιχεῖο p χαρακτηρίζεται ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς D ἂν δὲν εἶναι μονάδα καὶ οἱ μόνοι διαιρέτες τοῦ p εἶναι οἱ τετρμμένοι. (ε ) Τὸ μὴ μηδενικὸ στοιχεῖο π χαρακτηρίζεται πρῶτο στοιχεῖο τῆς D ἂν δὲν εἶναι μονάδα καί, ἐπιπλέον, ἔχει τὴν ἑξῆς ἰδιότητα: Κάθε σχέση τῆς μορφῆς π aβ, μὲ a, b D, συνεπάγεται ὅτι τὸ π διαιρεῖ τοὐλάχιστον ἕνα ἀπὸ τὰ a, b. Ασκηση 1.1 Στὴν εἰδικὴ περίπτωση ποὺ ἡ ἀκέραια περιοχὴ D εἶναι σῶμα, ἀποδεῖξτε ὅτι κάθε μὴ μηδενικὸ στοιχεῖο εἶναι μονάδα, καθὼς καὶ ὅτι κάθε μὴ μηδενικὸ στοιχεῖο διαιρεῖ ὁποιοδήποτε στοιχεῖο τῆς D. 3

6 4 1 Διαιρετότητα Η ἄσκηση 1.1 μᾶς λέει ὅτι ἡ διαιρετότητα σὲ σῶμα εἶναι τετριμμένη, δίχως οὐσιαστικὸ ἐνδιαφέρον. Αρα, ὅ,τιδήποτε ἀποδειχθεῖ σ αὐτὸ τὸ κεφάλαιο ἔχει οὐσιαστικὸ νόημα στὶς περιπτώσεις ἀκεραίων περιοχῶν, οἱ ὁποῖες δὲν εἶναι σώματα. Ασκηση 1.2 Αν b, a 1,..., a n D καὶ b a i γιὰ κάθε i = 1,..., n, τότε, ὁποιαδήποτε κι ἂν εἶναι τὰ t 1,..., t n D, τὸ b διαιρεῖ τὸ t 1 a t n a n. Ασκηση 1.3 Εστω ὅτι ɛ, p D εἶναι μονάδα καὶ ἀνάγωγο στοιχεῖο, ἀντιστοίχως. Αποδεῖξτε ὅτι τὸ ɛ p εἶναι ἀνάγωγο στοιχεῖο. Ασκηση 1.4 Η σχέση διαιρετότητας a b δὲν ἐπηρεάζεται ἂν κάποιο (ή καὶ τὰ δύο) ἀπὸ τὰ a, b ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ συνεταιρικό του στοιχεῖο. Ασκηση 1.5 Εστω ὅτι a, b εἶναι μη μηδενικὰ στοιχεῖα, τέτοια ὥστε a b καὶ b a. Τότε τὰ a, b εἶναι συνεταιρικά. Ασκηση 1.6 Αποδεῖξτε ὅτι καθ ἕνα ἀπὸ τὰ σύνολα D καὶ D D εἶναι κλειστὸ ὡς πρὸς τὸν πολλαπλασιασμό. Πρόταση 1.1 Κάθε πρῶτο στοιχεῖο τῆς D εἶναι ἀνάγωγο. Τὸ ἀντίστροφο δὲν ἰσχύει ἐν γένει. Απόδειξη. Εστω p πρῶτο στοιχεῖο τῆς D καὶ ἂς ὑποθέσομε ὅτι δὲν εἶναι ἀνάγωγο. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ p ἔχει μὴ τετριμμένους διαιρέτες καὶ ἔστω a ἕνας ἀπ αὐτούς, ὁπότε μπορούμε νὰ γράψομε p = ab γιὰ κάποιο b D. Αλλὰ p p, ἄρα p ab, ὁπότε τὸ (ε ) τοῦ ὁρισμοῦ συνεπάγεται ὅτι τὸ p διαιρεῖ ἕνα τοὐλάχιστον ἀπ τὰ a, b. Αν p a, τότε a = pc γιὰ κάποιο c D, ἄρα a = pc = (ab)c = a(bc), ὁπότε 1 = bc (ἐπιτρέπεται ἡ ἁπλοποίηση λόγῳ ἀκέραιας περιοχῆς). Η τελευταία σχέση δηλώνει ὅτι τὸ b εἶναι μονάδα τῆς D καὶ τότε, λόγῳ τῆς p = ab, συμπεραίνομε ὅτι τὸ a εἶναι συνεταιρικὸ στοιχεῖο τοῦ p. Αν p b, τότε b = pc γιὰ κάποιο c D, ἄρα b = pc = (ab)c = b(ac), ὁπότε 1 = ac. Η τελευταία σχέση δηλώνει ὅτι τὸ a εἶναι μονάδα τῆς D. Αρα, ἡ ὑπόθεση ὅτι ὁ a εἶναι διαιρέτης τοῦ p μᾶς ὁδήγησε στὸ συμπέρασμα ὅτι, εἴτε τὸ a εἶναι συνεταιρικὸ μὲ τὸ p, εἴτε τὸ a εἶναι μονάδα. Αρα τὸ p ἔχει μόνο τετριμμένους διαιρέτες, δηλαδή, εἶναι πρῶτο στοιχεῖο. Γιὰ τὸ ὅτι δὲν ἰσχύει τὸ ἀντίστροφο ἐν γένει, βλ. παράδειγμα (ε ), παρακάτω. Παραδείγματα. (α ) Οἱ μόνες μονάδες τοῦ Z εἶναι τὰ ±1. Τὰ ἀνάγωγα στοιχεῖα τοῦ Z εἶναι, προφανῶς, οἱ πρῶτοι ἀριθμοὶ καὶ οἱ ἀντίθετοί τους. Επιπλέον, τὰ πρῶτα στοιχεῖα τοῦ Z (ὑπὸ τὴν ἔννοιαν τοῦ γενικοῦ ὁρισμοῦ, ποὺ δώσαμε στὴν ἀρχὴ τοῦ κεφαλαίου) ταυτίζονται μὲ τοὺς πρώτους ἀριθμοὺς καὶ τοὺς ἀντίθετούς τους. Πράγματι, ξέρομε ἀπ τὴ στοιχειώδη Θεωρία Αριθμῶν ὅτι, ἂν ὁ p εἶναι πρῶτος καὶ p ab, ὅπου a, b Z, τότε ὁ p διαιρεῖ ἕναν τοὐλάχιστον ἐκ τῶν a καὶ b, δηλαδή, ὁ p εἶναι πρῶτο στοιχεῖο τῆς ἀκέραιας περιοχῆς Z. Επιπλέον, οὐδεὶς μὴ πρῶτος ἀκέραιος m ±1 μπορεῖ νὰ εἶναι πρῶτο στοιχεῖο, διότι, ἂν m = ab, μὲ τοὺς a, b ἀκεραίους διάφορους τῶν ±1 (ὁπότε 1 < a, b < m ), τότε m ab, ἐνῶ ὁ m δὲν διαιρεῖ οὔτε τὸν a οὔτε τὸν b. Συμπέρασμα: Στὴν ἀκέραια περιοχὴ Z, πρῶτα καὶ ἀνάγωγα στοιχεῖα ταυτίζονται καὶ τὸ σύνολό τους εἶναι τὸ σύνολο τῶν πρώτων ἀριθμῶν καὶ τῶν ἀντιθέτων τους.

7 1.1 Τα βασικα 5 (β ) Εστω σῶμα K. Απὸ τὸ εἰσαγωγικὸ μάθημα τῆς Αλγεβρας ξέρομε ὅτι ὁ δακτύλιος πολυωνύμων K[X] εἶναι ἀκέραια περιοχή, οἱ μοναδικὲς μονάδες τοῦ ὁποίου εἶναι τὰ μὴ μηδενικὰ σταθερὰ πολυώνυμα, δηλαδή, τὰ μὴ μηδενικὰ στοιχεῖα τοῦ K. Τὰ ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς ἀκέραιας περιοχῆς K[X] εἶναι, ἀκριβῶς, τὰ ἀνάγωγα πάνω ἀπ τὸ K πολυώνυμα. Αξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι κάθε ἀνάγωγο πολυώνυμο πάνω ἀπ τὸ K εἶναι πρῶτο στοιχεῖο τῆς ἀκέραιας περιοχῆς K[X]. Πράγματι, ἀπ τὸ εἰσαγωγικὸ μάθημα τῆς Αλγεβρας ξέρομε ὅτι, ἂν τὸ p(x) K[X] εἶναι ἀνάγωγο καὶ διαιρεῖ τὸ γινόμενο δύο πολυωνύμων τοῦ K[X], τότε, ὑποχρεωτικά, τὸ p(x) διαιρεῖ ἕνα, τοὐλάχιστον, ἀπὸ τὰ δύο αὐτὰ πολυώνυμα. Αρα, τὰ ἀνάγωγα πολυώνυμα τοῦ K[X] εἶναι πρῶτα στοιχεῖα τῆς ἀκέραιας περιοχῆς K[X]. Επιπλέον, κάθε μὴ σταθερό, μὴ ἀνάγωγο πολυώνυμο f (X) K[X] δὲν εἶναι πρῶτο. Διότι, ἂν f (X) = g(x)h(x), μὲ τὰ g(x), h(x) πολυώνυμα τοῦ K[X] βαθμοῦ < deg f (X), τότε f (X) g(x)h(x), ἐνῶ τὸ f (X) δὲν διαιρεῖ οὐτε τὸ g(x), οὔτε τὸ h(x). Συμπέρασμα: Στὴν ἀκέραια περιοχὴ K[X] (K σῶμα), ἀνάγωγα καὶ πρῶτα στοιχεῖα ταυτίζονται καὶ τὸ σύνολό τους εἶναι τὸ σύνολο τῶν ἀναγώγων πολυωνύμων τοῦ K[X]. (γ ) Εστω θετικὸς ἀκέραιος d, ὄχι τέλειο τετράγωνο, καὶ ἡ ἀκέραια περιοχὴ Z[ d] = {x + y d : x, y Z}. Θὰ προσδιορίσομε τὶς μονάδες τῆς Z[ d]. Εστω ɛ = x + y d ἕνα μὴ μηδενικὸ στοιχεῖο τῆς Z[ d]. Τότε, x y d 0. Πράγματι, στὴν ἀντίθετη περίπτωση θὰ εἴχαμε x = y d, ὁπότε, y 0 καὶ d = x/y, ἄρα d = (x/y) 2, ποὺ ἔρχεται σὲ ἀντίφαση μὲ τὴν ὑπόθεση γιὰ τὸ d. Τώρα μποροῦμε, ἐπίσης, νὰ συμπεράνομε ὅτι x 2 dy 2 = (x + y d)(x y d) 0. Τὸ ɛ εἶναι μονάδα, ἂν καὶ μόνο ἂν ɛ 1 Z[ d]. ɛ 1 = 1 x + y d = x y d x 2 dy 2, συνεπῶς, ɛ 1 Z[ d] ἂν καὶ μόνο ἂν οἱ ρητοὶ ἀριθμοὶ x/(x 2 dy 2 ) καὶ y/(x 2 dy 2 ) εἶναι ἀκέραιοι. Αν οἱ ἀριθμοὶ αὐτοὶ εἶναι ἀκέραιοι, τότε καὶ τὰ τετράγωνά τους εἶναι ἀκέραιοι, ὁπότε ἀκέραιος εἶναι καὶ ὁ ἀριθμὸς ( ) 2 ( x d y ) 2 = x 2 dy 2 x 2 dy 2 1 x 2 dy 2, ποὺ σημαίνει ὅτι x 2 dy 2 = ±1. Τὸ ἀντίστροφο ἰσχύει προφανώς: Αν x 2 dy 2 = ±1, οἱ ἀριθμοὶ x/(x 2 dy 2 ) καὶ y/(x 2 dy 2 ) εἶναι ἀκέραιοι. Συμπέρασμα: Τὸ ɛ = x + y d εἶναι μονάδα, ἂν καὶ μόνο ἂν (x, y) εἶναι ἀκέραια λύση (u, v) τῆς ἐξίσωσης u 2 dv 2 = ±1. (1.1) Η (1.1) λέγεται ἐξίσωση τοῦ Pell καὶ γι αὐτὴν ἰσχύουν τὰ ἑξῆς: Μὲ τὸ +1 στὸ δεξιὸ μέλος, ἡ ἐξίσωση (1.1) ἔχει πάντοτε λύση ἡ λύση μὲ τὸ ἐλάχιστο θετικὸ u, ἄρα καὶ μὲ τὸ ἐλάχιστο θετικὸ v, χαρακτηρίζεται θεμελιώδης λύση καὶ συμβολίζεται (u 1, v 1 ). 1 Εἶναι γνωστὸ ἀπ τὴ Θεωρία Αριθμῶν ὅτι ὅλες οἱ λύσεις τῆς (1.1) μὲ +1 στὸ δεξιὸ μέλος, εἶναι οἱ (u n, v n ), ὅπου u n + v n d = ±(u1 + v 1 d) n, n Z. (1.2) 1 Η θεμελιώδης λύση, γιὰ κάποιες τιμὲς τοῦ d νὰ εἶναι ἐντυπωσιακὰ μεγάλη! Λ.χ. γιὰ d = 1141, εἶναι u 1 = καὶ v 1 =

8 6 1 Διαιρετότητα Παρατηρῆστε ὅτι (u 1 + v 1 d) k = (u 1 v 1 d) k. Μὲ τὸ 1 στὸ δεξιὸ μέλος, ἡ ἐξίσωση (1.1) δὲν ἔχει πάντοτε λύση στὴν περίπτωση που ἔχει, ἡ λύση μὲ τὸ ἐλάχιστο θετικὸ u (ἄρα καὶ τὸ ἐλάχιστο θετικὸ v) χαρακτηρίζεται θεμελιώδης καὶ συμβολίζεται μὲ (u 1, v 1 ). Απὸ τὴ Θεωρία Αριθμῶν εἶναι γνωστὸ ὅτι ὅλες οἱ λύσεις τῆς (1.1) μὲ 1 στὸ δεξιὸ μέλος, εἶναι οἱ (u 2k+1, v 2k+1 ), ἐνῶ ὅλες οἱ λύσεις τῆς (1.1) μὲ +1 στὸ δεξιὸ μέλος, εἶναι οἱ (u 2k, v 2k ), ὅπου, καὶ στὶς δύο περιπτώσεις, u n + v n d = ±(u 1 + v 1 d) n, n Z. (1.3) Ειδικώτερα, αὐτὸ μας λέει ότι, στὴν περίπτωση ποὺ ἡ ἐξίσωση (1.1), μὲ 1 στὸ δεξιὸ μέλος, ἔχει λύση, οἱ λύσεις της (u n, v n) συνδέονται μὲ τὶς λύσεις (u n, v n ) τῆς ἐξίσωσης (1.1), μὲ +1 στὸ δεξιὸ μέλος, μέσῳ τῆς σχέσεως (u n, v n ) = (u 2n, v 2n ). (δ ) Θεωροῦμε τὴν ἀκέραια περιοχὴ Z[ d] ὅπως στὸ (γ ) γιὰ ἀρνητικὸ ἀκέραιο d. Ακριβῶς ὅπως στὸ (γ ) καταλήγομε στὸ συμπέρασμα ὅτι τὸ ɛ = x + y d Z[ d] εἶναι μονάδα, ἂν καὶ μόνο ἂν x 2 dy 2 = 1. Τώρα, ὅμως, οἱ ἀριθμοὶ x 2 καὶ dy 2 εἶναι θετικοὶ ἀκέραιοι καί, μάλιστα, dy 2 2, ἂν d 2 καὶ y 0. Αναγκαστικά, λοιπόν, σ αὐτὴ τὴν περίπτωση, y = 0 καὶ x = ±1. Αν d = 1, τότε βλέπομε ὅτι ἡ x 2 dy 2 = 1 γίνεται x 2 + y 2 = 1 καί, συνεπῶς, οἱ μοναδικὲς λύσεις εἶναι οἱ (x, y) = (±1, 0), (0, ±1). Συμπέρασμα: Οἱ μοναδικὲς μονάδες τῆς ἀκέραιας περιοχῆς Z[ d] εἶναι οἱ ±1, ἂν d 2, καὶ οἱ ±1, ± 1, ἂν d = 1. (ε ) Εστω ἡ ἀκέραια περιοχὴ D = Z[ 5]. Σκοπὸς τοῦ παραδείγματος αὐτοῦ εἶναι νὰ καταδείξει ὅτι, στὴ D, τὸ 2 εἶναι ἀνάγωγο στοιχεῖο, ἀλλὰ δὲν εἶναι πρῶτο. Κατ ἀρχάς, παρατηροῦμε ὅτι, σύμφωνα μὲ τὸ (δ ), οἱ μόνες μονάδες τῆς D εἶναι ±1. Δείχνομε τώρα ὅτι τὸ 2 εἶναι ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς D. Πράγματι, ἔστω ὅτι δ = a + b 5 D εἶναι διαιρέτης τοῦ 2, ὁπότε ὑπάρχει c + d 5 D ἔτσι ὥστε 2 = (a + b 5)(c + d 5). Αν δοῦμε αὐτὴ τὴ σχέση ὡς ἰσότητα στοὺς μιγαδικοὺς ἀριθμούς, τότε μποροῦμε νὰ ἔχομε καὶ τὴ συζυγῆ της σχέση, δηλαδή, τὴν 2 = (a b 5)(c d 5). Πολλαπλασιάζοντας κατὰ μέλη τὶς δύο σχέσεις παίρνομε 4 = (a 2 + 5b 2 )(c 2 + 5d 2 ). Οἱ παράγοντες τοῦ δεξιοῦ μέλους εἶναι θετικοὶ ἀκέραιοι, ποὺ τὸ γινόμενό τους εἶναι 4. Αρα, a 2 + 5b 2 = 1, ή 2, ή 4. Τὸ δεύτερο ἐνδεχόμενο προφανῶς ἀποκλείεται. Τὸ πρῶτο ἐνδεχόμενο μπορεῖ νὰ συμβεῖ μόνον ἂν b = 0 καὶ a = ±1, ποὺ σημαίνει ὅτι δ = ±1, μονάδα. Τὸ τρίτο ἐνδεχόμενο συνεπάγεται ὅτι c 2 + 5d 2 = 1, ἄρα, d = 0 καὶ c = ±1. Αλλὰ τότε, 2 = ±(a + b 5), ποὺ συνεπάγεται b = 0 καὶ a = ±2, δηλαδή, δ = ±2. Συνεπῶς, οἱ μόνοι διαιρέτες τοῦ 2 εἶναι οἱ μονάδες καὶ τὰ συνεταιρικὰ τοῦ 2 καί, ἐξ ὁρισμοῦ, αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ 2 εἶναι ἀνάγωγο. Τώρα θὰ δείξομε ὅτι τὸ 2 δὲν εἶναι πρῶτο. Πράγματι, ξεκινοῦμε ἀπ τὴν παρατήρηση ὅτι τὸ 2 διαιρεῖ τὸ γινόμενο (1 + 5)(1 5), διότι τὸ γινόμενο αὐτὸ ἰσοῦται μὲ 6. Αν τὸ 2 ἦταν πρῶτο στοιχεῖο, θὰ ἔπρεπε νὰ διαιρεῖ ἕναν ἀπὸ τοὺς παράγοντες τοῦ γινομένου. Εστω π.χ. ὅτι Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὑπάρχει a + b 5 D τέτοιο ὥστε = 2(a + b 5). Βλέποντας τὴν τελευταία σχέση ὡς ἰσότητα μιγαδικῶν, συμπεραίνομε ὅτι 1 = 2a καὶ 1 = 2b, ἄτοπο, ἀφοῦ οἱ a, b εἶναι ἀκέραιοι. Ασκηση 1.7 Εργαστεῖτε ὅπως στὸ προηγούμενο παράδειγμα (ε ) καὶ ἀποδεῖξτε ὅτι τὰ στοιχεῖα 3 καὶ 1 ± 5 τῆς ἀκέραιας περιοχῆς D = Z[ 5] εἶναι ἀνάγωγα. Ασκηση 1.8 Εστω ἀκέραια περιοχὴ D καὶ p ἀνάγωγο στοιχεῖο της. Αποδεῖξτε ὅτι τὸ p εἶναι ἀνάγωγο στοιχεῖο καὶ τῆς περιοχῆς D[X].

9 1.1 Τα βασικα 7 Ορισμός. Μία ἀκέραια περιοχὴ D χαρακτηρίζεται περιοχὴ ἀνάλυσης (σὲ ἀνάγωγα στοιχεῖα) ἂν κάθε μὴ μηδενικὸ στοιχεῖο της, ποὺ δὲν εἶναι μονάδα, μπορεῖ νὰ γραφεῖ ὡς γινόμενο πεπερασμένου πλήθους ἀναγώγων στοιχείων τῆς D. Η περιοχὴ ἀνάλυσης D λέγεται περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης, ἂν ἡ προαναφερθεῖσα ἀνάλυση μπορεῖ νὰ γίνει, οὐσιαστικὰ μὲ ἕνα μόνο τρόπο. Τὸ ἐπίρρημα οὐσιαστικὰ λέγεται ἐδῶ ὑπὸ τὴν ἑξῆς ἔννοια: Αν τὸ μὴ μηδενικὸ στοιχεῖο a δὲν εἶναι μονάδα καὶ a = p 1 p n, a = q 1 q m εἶναι δύο ἀναλύσεις ( τοῦ a σὲ ἀνάγωγα ) στοιχεῖα τῆς D, τότε, ὑποχρεωτικά, n = m καὶ ὑπάρχει n μιὰ μετάθεση, τέτοια ὥστε τὸ q i 1 i 2... i 1 νὰ εἶναι συνεταιρικὸ μὲ τὸ p i1, τὸ q 2 νὰ n εἶναι συνεταιρικὸ μὲ τὸ p i2,..., τὸ q n νὰ εἶναι συνεταιρικὸ μὲ τὸ p in. Ασκηση 1.9 Εστω ἡ ἀκέραια περιοχὴ Z[ 5] τοῦ παραδείγματος (ε ), πιὸ πάνω. (α ) Ν ἀποδειχθεῖ ὅτι D = { 1, 1}. (β ) Ν ἀποδειχθεῖ ὅτι ἡ D εἶναι περιοχὴ ἀνάλυσης. (γ ) Σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμα (ε ) καὶ τὴν ἄσκηση 1.7, τὰ στοιχεῖα 2, 3, 1 + 5, 1 5 τῆς D εἶναι ἀνάγωγα. Προφανῶς, 2 3 = (1 + 5) (1 5). Αποδεῖξτε ὅτι τὸ 2 δὲν εἶναι συνεταιρικὸ μὲ κανέναν ἀπὸ τοὺς δύο παράγοντες τοῦ δεξιοῦ μέλους ἀνάλογα καὶ γιὰ τὸ 3. Συμπεράνατε ἀπὸ αὐτὸ ὅτι ἡ D δὲν εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Σημαντικὴ παρατήρηση. Απὸ τὸ εἰσαγωγικὸ μάθημα τῆς Αλγεβρας ξέρομε ὅτι ὁ δακτύλιος Z εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης, καθὼς ἐπίσης καὶ ὅτι, ἂν τὸ K εἶναι σῶμα, τότε ὁ δακτύλιος πολυωνύμων K[X] εἶναι, καὶ αὐτός, περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Τὸ γεγονὸς ὅτι, καὶ στὸ Z καὶ στὸ K[X] ὅλα τὰ ἰδεώδη εἶναι κύρια, δηλαδή, Z καὶ K[X] εἶναι περιοχὲς κυρίων ἰδεωδῶν δὲν εἶναι τυχαῖο, καθὼς θὰ δοῦμε λίγο ἀργότερα. Πρόταση 1.2 Αν ἡ D εἶναι περιοχὴ ἀνάλυσης, στὴν ὁποία κάθε ἀνάγωγο στοιχεῖο εἶναι πρῶτο, τότε ἡ D εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Απόδειξη. Αὐτὸ ποὺ ἀρκεῖ ν ἀποδείξομε εἶναι τὸν ἑξῆς ἰσχυρισμό: Αν ἔχομε μιὰ σχέση τῆς μορφῆς n i=1 p i = m i=1 q i, στὴν ὁποία ὅλοι οἱ παράγοντες, καὶ στὰ δύο μέλη, εἶναι ἀνάγωγα στοιχεῖα καὶ n m, τότε m = n καὶ σὲ κάθε ν = 1,..., n ἀντιστοιχεῖ μονοσημάντως ἕνα i ν {1,..., n}, ἔτσι ὥστε τὰ p ν καὶ q iν νὰ εἶναι συνεταιρικά. Η ἀπόδειξη θὰ γίνει μὲ ἐπαγωγὴ στὸ n. Εστω n = 1, ὁπότε ἔχομε τὴ σχέση p 1 = m i=1 q i. Τὸ p 1 εἶναι πρῶτο, ἀφοῦ ἔχει ὑποτεθεῖ ὅτι κάθε ἀνάγωγο στοιχεῖο εἶναι πρῶτο, καὶ διαιρεῖ τὸ γινόμενο τῶν q 1,..., q m, ἄρα διαιρεῖ ἕνα ἐξ αὐτων ἂς ποῦμε ὅτι p 1 q i1, ὅπου i 1 εἶναι κάποιος δείκτης μεταξύ 1 καὶ m. Ομως, καθὼς τὸ q i1 εἶναι ἀνάγωγο στοιχεῖο, δὲν ἔχει διαιρέτες ἄλλους ἀπὸ τὰ συνεταιρικά του καὶ τὶς μονάδες. Τὸ p 1 δὲν εἶναι μονάδα (ἀφοῦ εἶναι ἀνάγωγο), ἄρα, ἀναγκαστικά, τὸ p 1 εἶναι συνεταιρικὸ τοῦ q i1, δηλαδή, p 1 = ɛq i1, ὅπου ɛ εἶναι μονάδα τῆς D. Οδηγούμαστε, λοιπόν, στὴ σχέση ɛq i1 = m i=1 q i, ὅπου, βέβαια, τὸ q i1 εἶναι ἕνας ἀπ τοὺς παράγοντες στὸ δεξιὸ μέλος, ἄρα μποροῦμε νὰ διαγράψομε τὸ q i1 ἀπὸ τὰ δύο μέλη καὶ νὰ καταλήξομε στὴ σχέση ɛ = (γινόμενο τῶν q i μὲ i i 1 ). Η σχέση αὐτὴ εἶναι δυνατὴ μόνον ἂν δὲν ὑπάρχουν q i στὸ δεξιὸ μέλος, διότι δὲν εἶναι δυνατὸν γινόμενο ἀναγώγων στοιχείων νὰ ἰσοῦται μὲ μονάδα. Αρα, ἀναγκαστικά, m = 1 καὶ ἡ τελευταία σχέση εἶναι, στην παραγματικότητα, ἡ ɛ = 1.

10 8 1 Διαιρετότητα Ας ὑποθέσομε ὅτι ὁ ἰσχυρισμὸς ἰσχύει γιὰ n = k 1 1 καὶ ἂς θεωρήσομε μιὰ σχέση ki=1 p i = m i=1 q i, στὴν ὁποία ὅλοι οἱ παράγοντες, καὶ στὰ δύο μέλη, εἶναι ἀνάγωγα στοιχεῖα καὶ k m. Ακριβῶς ὅπως στην περίπτωση n = 1, ἀποδεικνύομε ὅτι, τὸ p k εἶναι συνεταιρικὸ μὲ κάποιο ἀπὸ τὰ q 1,..., q m, ἔστω μὲ τὸ q ik. Θέτοντας p k = ɛq ik, ὅπου ɛ εἶναι μονάδα, καὶ διαγράφοντας τὸ q ik ἀπὸ τὰ δύο μέλη τῆς σχέσης k i=1 p i = m i=1 q i, παίρνομε τὴ σχέση ɛ k 1 i=1 p i = m ik i=1 q i. Τὸ ἀριστερὸ μέλος μποροῦμε νὰ τὸ γράψομε, ἐπίσης, μὲ τὴ μορφὴ (ɛ p 1 )p 2 p k 1, ἄρα ὡς γινόμενο k 1 τὸ πλῆθος ἀναγώγων στοιχείων, ἐνῶ τὸ ἀριστερὸ μέλος εἶναι γινόμενο m 1 τὸ πλῆθος ἀναγώγων στοιχείων. Απὸ τὴν ἐπαγωγικὴ ὑπόθεση, σὲ κάθε ν = 1,..., k 1 ἀντιστοιχεῖ ἕνα διαφορετικὸ i ν {1,..., m} {i k }, ἔτσι ὥστε τὸ q i1 νὰ εἶναι συνεταιρικὸ μὲ τὸ ɛ p 1 (ἄρα συνεταιρικὸ καὶ μὲ τὸ p 1 ), τὸ q i2 νὰ εἶναι συνεταιρικὸ μὲ τὸ p 2,..., τὸ q ik 1 νὰ εἶναι συνεταιρικὸ μὲ τὸ p k 1. Αὐτὸ ὁλοκληρώνει τὴν ἐπαγωγικὴ ἀπόδειξη. 1.2 Μεγιστος Κοινος Διαιρετης Ορισμός. Εστω D ἀκέραια περιοχὴ καὶ a 1,..., a n D (n 2) ὄχι ὅλα μηδέν. Τὸ d D λέγεται μέγιστος κοινὸς διαιρέτης τῶν a 1,..., a n ἂν ἱκανοποιεῖ τὶς ἑξῆς δύο ἰδιότητες: (α ) Ο d εἶναι κοινὸς διαιρέτης τῶν a 1,..., a n, δηλαδή, ὁ d διαιρεῖ καθένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ στοιχεῖα. (β ) Ο d διαιρεῖται ἀπὸ κάθε ἄλλον κοινὸ διαιρέτη τῶν a 1,..., a n, δηλαδή, ἂν ὁ d D διαιρεῖ ὅλα τὰ a 1,..., a n, τότε d d. Γράφομε, συμβολικά, d = μκδ(a 1,..., a n ) γιὰ νὰ δηλώσομε ὅτι ὁ d εἶναι μέγιστος κοινὸς διαιρέτης τῶν a 1,..., a n. Οπως θὰ δοῦμε στὴν παρακάτω Πρόταση 1.3, τὸ σύμβολο μκδ(a 1,..., a n ) δὲν εἶναι μονοσήμαντα ὁρισμένο, δηλαδή, ἂν d 1 = μκδ(a 1,..., a n ) καὶ d 2 = μκδ(a 1,..., a n ), αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι d 1 = d 2, ἀλλὰ ὅτι τὰ d 1, d 2 εἶναι συνεταιρικά. Αν τὰ a 1,..., a n D δὲν εἶναι ὅλα μηδὲν καὶ τὸ μοναδιαῖο στοιχεῖο τῆς D εἶναι μέγιστος κοινὸς διαιρέτης τους, τότε τὰ a 1,..., a n χαρακτηρίζονται πρῶτα μεταξύ τους, συμβολικά, μκδ(a 1,..., a n ) = 1. Στὴν περίπτωση ποὺ n = 2, ἡ δήλωση «τὰ a 1, a 2 εἶναι πρῶτα μεταξύ τους» διατυπώνεται ἰσοδύναμα καὶ ὡς ἑξής: «Τὸ a 1 εἶναι πρῶτο πρὸς τὸ a 2», ἢ «τὸ a 2 εἶναι πρῶτο πρὸς τὸ a 1». Ασκηση 1.10 (α ) Αποδεῖξτε ὅτι 1 = μκδ(a 1,..., a n ) ἂν καὶ μόνο ἂν οἱ μόνοι κοινοὶ διαιρέτες τῶν a 1,..., a n εἶναι οἱ μονάδες. (β ) Αποδεῖξτε ὅτι, ἂν d = μκδ(a 1,..., a n ) καὶ θέσομε a i = db i γιὰ κάθε i = 1,..., n, τότε τὰ b 1,..., b n εἶναι πρῶτα μεταξύ τους. Πρόταση 1.3 Εστω ὅτι τὰ a 1,..., a n D δὲν εἶναι ὅλα μηδενικά καὶ d 1, d 2 εἶναι μέγιστοι κοινοὶ διαιρέτες τῶν a 1,..., a n. Τότε τὰ d 1, d 2 εἶναι συνεταιρικὰ στοιχεῖα. Μὲ πιὸ συμβολικὴ διατύπωση: Αν d 1 = μκδ(a 1,..., a n ) καὶ d 2 = μκδ(a 1,..., a n ), τότε d 2 = ɛd 1, ὅπου ɛ εἶναι μονάδα τῆς D. Απόδειξη. Ο d 1, ὡς μκδ τῶν a 1,..., a n, διαιρεῖται ἀπὸ κάθε κοινὸ διαιρέτη τῶν a 1,..., a n, ἄρα διαιρεῖται καὶ ἀπὸ τὸν d 2. Μὲ ἀνάλογο ἐπιχείρημα, ἐναλλάσσοντας τοὺς ρόλους τῶν d 1, d 2, συμπεραίνομε ὅτι ὁ d 2 διαιρεῖται ἀπὸ τὸν d 1. Ετσι, d 2 d 1 καὶ d 1 d 2, ὁπότε, ἐφαρμόζοντας τὴν ἄσκηση 1.5, καταλήγομε στὸ συμπέρασμα ὅτι τὰ στοιχεῖα d 1, d 2 εἶναι

11 1.3 Δαιρετότητα σὲ περιοχὲς κυρίων ἰδεωδῶν 9 συνεταιρικά. Ασκηση 1.11 Εστω η ἀκέραια περιοχὴ D = Z[ 2] = {a + b 2 : a, b Z}. Αποδεῖξτε τὰ ἑξῆς: (α ) D = { 1, 1}. (β ) Τὸ στοιχεῖο 2 τῆς D εἶναι ἀνάγωγο. Εστω τώρα ὅτι οἱ μὴ μηδενικοὶ x, y Z ἱκανοποιοῦν τὴν ἐξίσωση x = y 3. Αποδεῖξτε τὰ ἑξῆς: (γ ) Ο x εἶναι περιττός καὶ πρῶτος πρὸς τὸν y (στὸ Z). (ε ) Θεωρώντας δεδομένο ὅτι ἡ D εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης, 2 ἀποδεῖξτε ὅτι 1 = μκδ(x + 2, x 2). 1.3 Δαιρετοτητα σε περιοχες κυριων ιδεωδων Δὲν εἶναι βέβαιο ὅτι σὲ ὁποιαδήποτε ἀκέραια περιοχὴ, ὁποιαδήποτε στοιχεῖα της ἔχουν μέγιστο κοινὸ διαιρέτη! Αν, ὅμως, ἡ ἀκέραια περιοχὴ ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ εἶναι περιοχὴ κυρίων ἰδεωδῶν, τότε ἡ ὕπαρξη μκδ εἶναι ἐξασφαλισμένη, ὅπως βλέπομε στὸ ἑπόμενο θεώρημα. Θεώρημα 1.4 Αν ἡ D εἶναι περιοχὴ κυρίων ἰδεωδῶν, τότε, ὁποιοιαδήποτε στοιχεῖα a 1,..., a n τῆς D, ποὺ δὲν εἶναι ὅλα μηδέν, ἔχουν μέγιστο κοινὸ διαιρέτη. Ποιὸ συγκεκριμένα, ἂν a 1,..., a n = d, τότε d = μκδ(a 1,..., a n ) καί, συνεπῶς, κάθε μέγιστος κοινὸς διαιρέτης τῶν a 1,..., a n γράφεται ὡς γραμμικὸς συνδυασμὸς τῶν a 1,..., a n μὲ συντελεστὲς ἀπὸ τὴ D. Απόδειξη. Εξ ὑποθέσεως, τὸ a 1,..., a n εἶναι μὴ μηδενικὸ κύριο ἰδεῶδες, ἄρα ὑπάρχει μὴ μηδενικὸ d D, τέτοιο ὥστε a 1,..., a n = d, δηλαδή, ἔχομε τὴ σχέση a 1,..., a n = dd. (1.4) Προφανῶς, τὸ d = d 1 ἀνήκει στὸ δεξιὸ μέλος, ἄρα ἀνήκει καὶ στὸ ἀριστερό. Αὐτό, ὅμως, σημαίνει ὅτι ὑπάρχουν t 1,..., t n D, τέτοια ὥστε d = t 1 a t n a n. Επίσης, κάθε a i γράφεται a i = 0 a a i a i + 0 a i a n, ἄρα ἀνήκει στὸ ἀριστερὸ μέλος τῆς (1.4), ἄρα ἀνήκει καὶ στὸ δεξιὸ μέλος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὑπάρχει b i D, τέτοιο ὥστε a i = db i, δηλαδή, d a i. Ετσι βλέπομε ὅτι τὸ d εἶναι κοινὸς διαιρέτης ὅλων τῶν a i. Μένει νὰ δείξομε ὅτι, ἂν ὁ d D εἶναι ἕνας ὁποιοσδήποτε κοινὸς διαιρέτης ὅλων τῶν a i, τότε d d. Πράγματι, διότι τότε, τὸ d διαιρεῖ τὸ δεξιὸ μέλος τῆς σχέσης d = t 1 a t n a n (βλ. ἄσκηση1.2), ἄρα διαιρεῖ καὶ τὸ ἀριστερό μέλος, δηλαδή, τὸ d. Ασκηση 1.12 Εστω D περιοχὴ κυρίων ἰδεωδῶν καὶ a 1,..., a n, b D. Αποδεῖξτε ὅτι, ἂν d = μκδ(a 1,..., a n ), τότε bd = μκδ(ba 1,..., ba n ). 3 Θεώρημα 1.5 Σὲ κάθε περιοχὴ κυρίων ἰδεωδῶν D ἰσχύουν τὰ ἑξῆς: (α ) Αν τὸ p εἶναι ἀνάγωγο, τότε, κάθε στοιχεῖο a D, εἴτε εἶναι πολλαπλάσιο τοῦ p, εἴτε εἶναι πρῶτο πρὸς τὸ p. 2 Θὰ τὸ ἀποδείξομε ἀργότερα βλ Παράδειγμα 3 στὴ σελίδα Πρβλ. μὲ ἄσκηση 1.14.

12 10 1 Διαιρετότητα (β ) Κάθε ἀνάγωγο στοιχεῖο εἶναι πρῶτο. Συνεπῶς, λόγῳ τῆς Προτάσεως 1.1, οἱ ἔννοιες «ἀνάγωγο στοιχεῖο» καὶ «πρῶτο στοιχεῖο» συμπίπτουν. (γ ) Αν τὰ a, b εἶναι πρῶτα μεταξύ τους, a c καὶ b c, τότε ab c. (δ ) Αν καθένα ἀπὸ τὰ a, b εἶναι πρῶτο πρὸς τὸ c, τότε τὸ ab εἶναι πρῶτο πρὸς τὸ c. Απόδειξη. (α ) Θὰ ὑποθέσομε ὅτι τὸ a δὲν εἶναι πολλαπλάσιο τοῦ p καὶ θ ἀποδείξομε ὅτι τὰ a, p εἶναι πρῶτα μεταξύ τους. Εστω d = μκδ(a, p). Εχομε ὅτι d p, ἀλλά, ἀφοῦ τὸ p ἔχει ὑποτεθεῖ ἀνάγωγο, εἴμαστε ἀναγκασμένοι νὰ συμπεράνομε ὅτι τὸ d εἶναι συνεταιρικὸ τοῦ p. Απ τὴν ἄλλη, d a, ὁπότε βλέπομε ὅτι ἕνα στοιχεῖο συνεταιρικὸ τοῦ p διαιρεῖ τὸ a, ἄρα (βλ. ἄσκηση 1.4) καὶ τὸ p διαιρεῖ τὸ a ἀντίφαση. (β ) Εστω p D ἀνάγωγο στοιχεῖο καὶ ἂς ὑποθέσομε ὅτι, γιὰ κάποια a, b D ἔχομε ὅτι p ab. Πρέπει καὶ ἀρκεῖ ν ἀποδείξομε ὅτι τὸ p διαιρεῖ ἕνα, τοὐλάχιστον, ἀπὸ τὰ a, b. Πράγματι, ἂν ὑποθέσομε ὅτι τὸ p δὲν διαιρεῖ τὸ a, τότε, ἀπὸ τὸ (α ) ὁδηγούμαστε στὸ συμπέρασμα ὅτι μκδ(p, a) = 1, ὁπότε τὸ Θεώρημα 1.4, ὑπάρχουν c, d D, τέτοια ὥστε 1 = cp + da. Πολλαπλασιάζοντας ἐπὶ b τὰ δύο μέλη παίρνομε τὴ σχέση b = bcp + d(ab), τὸ δεξιὸ μέλος τῆς ὁποίας διαιρεῖται ἀπ τὸ p (ἀφοῦ ἔχομε ὑποθέσει ὅτι p ab), ἄρα p b. (γ ) Απ τὸ Θεώρημα 1.4, ὑπάρχουν d, e D, τέτοια ὥστε 1 = da + eb. Πολλαπλασιάζοντας ἐπὶ c τὰ δύο μέλη παίρνομε τὴ σχέση c = dac + ebc. Απ τὴν ὑπόθεση a c συμπεραίνομε ὅτι c = ac 1, γιὰ κάποιο c 1 D καί, ἀνάλογα, c = bc 2, λόγῳ τῆς b c. Αρα, c = dac + ebc = da(bc 2 ) + eb(ac 1 ) = ab(c 2 d + c 1 e), ποὺ δείχνει ὅτι ab c. (δ ) Αν τὸ ab δὲν εἶναι πρῶτο πρὸς τὸ c, τότε, ἀπὸ τὴν ἄσκηση 1.10, ὑπάρχει κοινὸς διαιρέτης d τῶν ab καὶ c, ποὺ δὲν εἶναι μονάδα. Απ τὴν ἄλλη, ἀφοῦ μκδ(a, c) = 1, τὸ Θεώρημα 1.4 μᾶς λέει ὅτι ὑπάρχουν x, y D, τέτοια ὥστε xa + yc = 1. Πολλαπλασιάζοντας ἐπὶ b τὰ δύο μέλη παίρνομε τὴ σχέση b = xab + ycb, τὸ δεξιὸ μέλος τῆς ὁποίας διαιρεῖται ἀπ τὸ d, διότι d ab καὶ d c. Αρα, d b καί, συνεπῶς, καταλήξαμε στὸ συμπέρασμα ὅτι τὸ d, ποὺ δὲν εἶναι μονάδα, διαιρεῖ τὸ b καὶ τὸ c, ἀντιφάσκοντας τὴν ὑπόθεσή μας ὅτι τὰ b, c εἶναι πρῶτα μεταξύ τους. Θεώρημα 1.6 Αν μιὰ περιοχὴ ἀνάλυσης εἶναι περιοχὴ κυρίων ἰδεωδῶν, τότε εἶναι καὶ περιοχῆς μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Απόδειξη. Προκύπτει ἀπὸ προφανῆ συνδυασμὸ τῆς Πρότασης 1.2 καὶ τοῦ Θεωρήματος 1.5 (β ). Χάρη στὰ Θεωρήματα 1.5 καὶ 1.6, μποροῦμε νὰ μεταφέρομε ὅλη, οὐσιαστικά, τὴ θεωρία διαιρετότητας τῶν ἀκεραίων σὲ κάθε περιοχὴ ἀνάλυσης, ἡ ὁποία εἶναι συγχρόνως καὶ περιοχὴ κυρίων ἰδεωδῶν. Η ἀπόδειξη τοῦ Θεωρήματος 1.5 στηρίζεται στὴν ὕπαρξη μεγίστου κοινοῦ διαιρέτη γιὰ ὁποιαδήποτε στοιχεῖα a 1,..., a n τῆς θεωρούμενης περιοχῆς, καθὼς ἐπίσης καὶ στὴ δυνατότητα γραφῆς αὐτοῦ τοῦ μεγίστου κοινοῦ διαιρέτη ὡς γραμμικοῦ συνδυασμοῦ τῶν a 1,..., a n. Οἱ ἰδιότητες αὐτές, μὲ τὴ σειρά τους, στηρίζονται κατὰ οὐσιαστικὸ τρόπο στὸ ὅτι κάθε ἰδεῶδες τῆς θεωρούμενης ἀκέραιας περιοχῆς εἶναι κύριο. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ μπορεῖ νὰ κάνει κάποιον νὰ εἰκάσει ὅτι, σὲ περιοχές, στὶς ὁποῖες δὲν εἶναι ὅλα τὰ ἰδεώδη κύρια, δὲν εἶναι δυνατή ἡ δημιουργία μιᾶς ἱκανοποιητικῆς θεωρίας διαιρετότητας. Γιὰ τὶς ἀκέραιες περιοχὲς ἐν γένει, ἀκόμη καὶ γιὰ τὶς περιοχὲς ἀνάλυσης, δίχως ἐπιπλέον ὑποθέσεις, ἡ εἰκασία εἶναι σωστή. Στὶς περιοχὲς μονοσήμαντης ἀνάλυσης, ὅμως, μιὰ πολὺ ἱκανοποιητικὴ θεωρία διαιρετότητας, ἐντελῶς ἀνάλογη μὲ αὐτὴν τῶν

13 1.4 Διαιρετότητα σὲ περιοχὲς μονοσήμαντης ἀνάλυσης 11 ἀκεραίων, μπορεῖ νὰ φτιαχτεῖ. Τέτοιες περιοχὲς μονοσήμαντης ἀνάλυσης, οἱ ὁποῖες δὲν εἶναι περιοχὲς κυρίων ἰδεωδῶν ὑπάρχουν (θὰ συναντήσομε ἀργότερα) καὶ εἶναι πολὺ σημαντικὲς στὰ Μαθηματικά. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἔχει σημασία νὰ φτιάξομε καὶ γι αὐτὲς μιὰ θεωρία διαιρετότητας. 1.4 Διαιρετοτητα σε περιοχες μονοσημαντης αναλυσης Πρόταση 1.7 Σὲ κάθε περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης, τὰ ἀνάγωγα στοιχεῖα εἶναι πρῶτα στοιχεῖα. Συνεπῶς, λόγῳ τῆς Προτάσεως 1.1, οἱ ἔννοιες «ἀνάγωγο στοιχεῖο» καὶ «πρῶτο στοιχεῖο» συμπίπτουν, σ αὐτὲς τὶς περιοχές. Απόδειξη. Εστω D περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης, p D ἀνάγωγο, a, b D καὶ p ab. Πρέπει καὶ ἀρκεῖ νὰ δείξομε ὅτι τὸ p διαιρεῖ ἕνα τοὐλάχιστον ἀπὸ τὰ a, b. Απὸ τὴν ὑπόθεση συμπεραίνομε ὅτι ὑπάρχει c D, ἔτσι ὥστε ab = pc. Εστω ὅτι ἡ ἀνάλυση τῶν a, b, c σὲ ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς D εἶναι: a = p 1 p l, b = q 1 q m, c = r 1 r n, ὁπότε ἡ σχέση ab = pc γίνεται p 1 p l q 1 q m = ab = p r 1 r n, ἄρα ἔχομε δύο ἀναλύσεις τοῦ ab σὲ ἀνάγωγα. Ομως, στὴ D ἰσχύει ἡ μονοσήμαντη ἀνάλυση. Αρα, ἀφοῦ τὸ ἀνάγωγο p ἐμφανίζεται στὸ δεξιὸ μέλος, πρέπει στὸ ἀριστερὸ μέλος κάποιο ἀπὸ τὰ ἀνάγωγα στοιχεῖα νὰ εἶναι συνεταιρικὸ (δὲν ἀποκλείεται νὰ εἶναι ἴσο) μὲ τὸ p. Δηλαδή, τὸ p εἶναι συνεταιρικό, ἢ μὲ κάποιο ἀπὸ τὰ p 1,..., p l, ἢ μὲ κάποιο ἀπὸ τὰ q 1,..., q m. Στὴν πρώτη περίπτωση τὸ p διαιρεῖ τὸ a, ἐνῶ στὴ δεύτερη διαιρεῖ τὸ b. Απὸ τώρα, μέχρι τέλους τῆς ἑνότητας 1.4, D θὰ εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Ορισμός. Τὸ P D λέγεται πλῆρες σύστημα πρώτων (= ἀναγώγων) στοιχείων τῆς D ἄν: (α ) Κάθε ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς D εἶναι συνεταιρικὸ μὲ κάποιο στοιχεῖο τοῦ P καὶ (β ). (β ) Ανὰ δύο τὰ στοιχεῖα τοῦ P δὲν εἶναι συνεταιρικά. Εστω ὅτι a D D, a 0 καὶ ἀναλύομε τὸ a σὲ ἀνάγωγα στοιχεῖα: a = q 1 q n. Εξ ὁρισμοῦ τοῦ P, καθένα ἀπὸ τὰ q 1,..., q n εἶναι συνεταιρικὸ μὲ κάποιο p i P, δηλαδή, γιὰ κάθε i = 1,..., n ὑπάρχει p i P καὶ ɛ i D, τέτοια ὥστε q i = ɛ i p i. Προσέξτε, ὅμως, ὅτι δὲν εἶναι ἀπαραίτητο σὲ διαφορετικὰ q i ν ἀντιστοιχοῦν διαφορετικὰ p i, δηλαδή, δὲν ἀποκλείεται νὰ εἶναι i j καὶ p i = p j αὐτὸ θὰ συμβεῖ ἂν τὰ q i, q j εἶναι συνεταιρικά. Αρα, a = q 1 q 2... q n = (ɛ 1 p 1 )(ɛ 2 p 2 ) (ɛ n p n ) = ɛ a p 1 p 2 p n (ɛ a = ɛ 1 ɛ 2 ɛ n D ). (1.5) Αν στὴν παραπάνω σχέση ὁμαδοποιήσομε τὰ ἴσα μεταξύ τους p i, τότε βλέπομε ὅτι τὸ a γράφεται ὡς γινόμενο τῆς μονάδας ɛ a καὶ δυνάμεων διαφορετικῶν στοιχείων p P. Εφόσον τὸ p P ἐμφανίζεται στὴν ἀνάλυση (1.5), ὁ ἐκθέτης του, τὸν ὁποῖον στὸ ἑξῆς θὰ συμβολίζομε μὲ v p (a), εἶναι θετικὸς καί, ἐνδεχομένως, μεγαλύτερος τοῦ 1. Γιὰ λόγους ὁμοιομορφίας, ἂν ὁ p P δὲν ἐμφανίζεται στὴν ἀνάλυση (1.5), τότε θέτομε v p (a) = 0, ὁπότε μποροῦμε νὰ γράψομε τὴν ἀνάλυση τοῦ a ὡς ἑξῆς: a = ɛ a p vp(a), ɛ a D, v p (a) 0 p P, (1.6) p P

14 12 1 Διαιρετότητα ὅπου οἱ ἀκέραιοι ἐκθέτες v p (a) εἶναι σχεδὸν ὅλοι μηδὲν (δηλαδή, πεπερασμένοι τὸ πλῆθος ἐκθέτες v p (a) εἶναι γνησίως θετικοί). Η ἀνάλυση (1.6) λέγεται κανονικὴ ἀνάλυση τοῦ a σὲ πρῶτα (ἢ σὲ ἀνάγωγα) στοιχεῖα καὶ εἶναι μονοσήμαντα ὁρισμένη, ἂν παραβλέψομε τὴ σειρὰ μὲ τὴν ὁποίαν εἶναι γραμμένοι οἱ παράγοντες. Προφανῶς γιὰ κάθε μονάδα ɛ εἶναι v p (ɛ) = 0 p P. Γιὰ τὸ 0 D θέτομε v p (0) = γιὰ κάθε p P καὶ κάνομε τὴ σύμβαση + n = γιὰ κάθε ἀκέραιο n. Παραδείγματα: Αν D = Z, τότε P εἶναι τὸ σύνολο τῶν (θετικῶν) πρώτων ἀριθμῶν. Αν D = K[X], ὅπου τὸ K εἶναι σῶμα, τότε τὸ P εἶναι τὸ σύνολο τῶν ἀναγώγων μονικῶν πολυωνύμων τοῦ K[X] 4 Θεώρημα 1.8 Εστω D περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης, P ἕνα πλῆρες σύστημα πρώτων τῆς D καὶ a, b D μὲ b 0. Τότε, b a v p (b) v p (a) p P. Απόδειξη. Ας θεωρήσομε τὶς κανονικὲς ἀναλύσεις a = ɛ a p P p vp(a), b = ɛ b p P p v p(b) (ɛ a, ɛ b D ). ( ) Εστω ὅτι b a, ὁπότε ὑπάρχει c D τέτοιο ὥστε a = bc. Αν θεωρήσομε τὴν κανονικὴ ἀνάλυση c = ɛ c p P p vp(c) (ɛ c D ), τότε ἡ σχέση a = bc συνεπάγεται τὴ σχέση ɛ a p vp(a) = ɛ b ɛ c p v p(b)+v p (c). p P Επειδὴ ἰσχύει ἡ μονοσήμαντη ἀνάλυση σὲ πρῶτα στοιχεῖα, ἡ παραπάνω σχέση μᾶς ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι, γιὰ κάθε p P ἰσχύει v p (a) = v p (b) + v p (c) v p (b). ορ ( ) Αντιστρόφως, ἔστω ὅτι v p (a) v p (b) γιὰ κάθε p P. Τότε, n p = v p (a) v p (b) 0 γιὰ κάθε p P καὶ n p = 0 γιὰ σχεδὸν ὅλα τὰ p. Αρα μποροῦμε νὰ θεωρήσομε τὸ στοιχεῖο c ορ = ɛ a ɛb 1 p P p n p D καί, προφανῶς, ἰσχύει bc = a, ποὺ σημαίνει ὅτι b a. Παρατήρηση. Κατὰ τὴν ἀπόδειξη τοῦ Θεωρήματος 1.8 δείξαμε ὅτι, ἂν a = bc, τότε v p (a) = v p (b) + v p (c) p P. Ασκηση 1.13 Εστω D καὶ P ὅπως στὸ Θεώρημα 1.8. (α ) Αποδεῖξτε ὅτι ἕνα στοιχεῖο p P διαιρεῖ ἕνα στοιχεῖο a ἂν καὶ μόνο ἄν, v p (a) > 0. (β ) Αποδεῖξτε ὅτι, ἂν τὰ στοιχεῖα a, b D εἶναι πρῶτα μεταξύ τους, τότε, γιὰ κάθε p P, ἕνα, τὸ πολύ, ἀπὸ τὰ v p (a), v p (b) εἶναι διάφορο τοῦ μηδενός. Αλλὰ καὶ ἀντιστρόφως: Αν γιὰ τὰ στοιχεῖα a, b ἰσχύει ὅτι, γιὰ κάθε p P, ἕνα, τὸ πολύ, ἀπ τὰ v p (a), v p (b) εἶναι διάφορο τοῦ μηδενός, τότε τὰ a, b εἶναι πρῶτα μεταξύ τους. (γ ) Αποδεῖξτε ὅτι, ἂν a 1,..., a n, b D καὶ τὸ b εἶναι πρῶτο πρὸς κάθε a i, τότε τὸ b εἶναι πρῶτο καὶ πρὸς τὸ γινόμενο a 1 a n. (δ ) Αποδεῖξτε ὅτι, ἂν a 1,..., a n, b D, τὰ a i εἶναι ἀνὰ δύο πρῶτα μεταξύ τους καὶ τὸ b διαιρεῖται ἀπὸ κάθε a i, τότε τὸ b διαιρεῖται καὶ ἀπὸ τὸ γινόμενο a 1 a n. Υπόδειξη. Πρέπει καὶ ἀρκεῖ νὰ δείξετε ὅτι, γιὰ κάθε p P ἰσχύει v p (a 1 a n ) v p (b). Αὐτὸ εἶναι ἄμεσο στὴν περίπτωση ποὺ τὸ p δὲν διαιρεῖ κανένα a i. Αν τὸ p διαιρεῖ κάποιο a i, ἔστω τὸ a i0, τότε, βάσει τοῦ (β ), p P συμπεράνατε ὅτι v p (a i ) = 0 γιὰ κάθε i i 0. Συνεπῶς, v p (a 1 a n ) =.... Τώρα είμαστε σὲ θέση νὰ ἀποδείξομε ὅτι γιὰ ὁποιαδήποτε a 1,..., a n D, ποὺ δὲν εἶναι ὅλα μηδέν, ὑπάρχει ὁ μέγιστος κοινὸς διαιρέτης τους. 4 Μὲ τὸν ὅρο μονικὸ πολυώνυμο ἐννοούμε πολυώνυμο μὲ συντελεστὴ μεγιστοβαθμίου ὅρου τὸ 1.

15 1.4 Διαιρετότητα σὲ περιοχὲς μονοσήμαντης ἀνάλυσης 13 Πρόταση 1.9 Εστω D περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης καὶ P πλῆρες σύστημα πρώτων στοιχείων της. Αν n 2 καὶ a 1,..., a n D δὲν εἶναι ὅλα μηδενικά, τότε τὸ στοιχεῖο d ορ = p n ορ p, n p = min{v p (a 1 ),..., v p (a n )} p P p P εἶναι μέγιστος κοινὸς διαιρέτης τῶν a 1,..., a n. Απόδειξη. Γιὰ κάθε p P καὶ κάθε i = 1,..., n εἶναι, προφανῶς, v p (d) = n p v p (a i ), ὁπότε (Θεώρημα 1.8) d a i. Συνεπῶς, τὸ d εἶναι κοινὸς διαιρέτης τῶν a 1,..., a n. Εστω τώρα d ἕνας ὁποιοσδήποτε κοινὸς διαιρέτης τῶν a 1,..., a n. Τὸ Θεώρημα 1.8 μᾶς λέει ὅτι, γιὰ κάθε p P ἰσχύει v p (d ) v p (a i ) i = 1,..., n, ἄρα καὶ v p (d ) min 1 i n v p (a i ) = n p = v p (d). Συνεπῶς, πάλι ἀπ τὸ ἴδιο θεώρημα συμπεραίνομε ὅτι d d. Τελικά, τὸ d εἶναι κοινὸς διαιρέτης τῶν a 1,..., a n καὶ διαιρεῖται ἀπὸ ὁποιονδήποτε κοινὸ διαιρέτη αὐτῶν τῶν στοιχείων, ποὺ σημαίνει ὅτι τὸ d εἶναι μέγιστος κοινὸς διαιρέτης τους. Ασκηση 1.14 Εστω D περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης καὶ a 1,..., a n, b D. Αποδεῖξτε ὅτι, ἂν d = μκδ(a 1,..., a n ), τότε bd = μκδ(ba 1,..., ba n ). 5 Τὸ ἑπόμενο θεώρημα θὰ μᾶς ἐπιτρέψει νὰ ἔχομε σὲ περιοχὲς μονοσήμαντης ἀνάλυσης θεωρία διαιρετότητας ἐντελῶς ἀνάλογη μὲ ἐκείνη τῶν ἀκεραίων ἀριθμῶν. Θεώρημα 1.10 Σὲ κάθε περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης D ἰσχύουν τὰ ἑξῆς: (α ) Αν τὸ p εἶναι ἀνάγωγο, τότε, κάθε στοιχεῖο a D, εἴτε εἶναι πολλαπλάσιο τοῦ p, εἴτε εἶναι πρῶτο πρὸς τὸ p. 6 (β ) Αν τὰ a, b εἶναι πρῶτα μεταξύ τους, a c καὶ b c, τότε ab c. 7 (γ ) Αν καθένα ἀπὸ τὰ a, b εἶναι πρῶτο πρὸς τὸ c, τότε τὸ ab εἶναι πρῶτο πρὸς τὸ c. 8 Απόδειξη. Εστω P πλῆρες σύστημα πρώτων γιὰ τὴν D. (α ) Πρέπει καὶ ἀρκεῖ νὰ δείξομε ὅτι, ἂν p a, τότε μκδ(a, p) = 1. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ θεωροῦμε p 0 P, συνεταιρικὸ τοῦ p. Προφανῶς p 0 a (ἄσκηση 1.4), ὁπότε v p0 (a) = 0, ἐνῶ v p0 (p) = 1 ἄρα min{v p0 (a), v p0 (p)} = 0. Γιὰ κάθε q P διαφορετικὸ τοῦ p 0 εἶναι, προφανῶς, v q (p) = 0, ἀφοῦ τὸ q εἶναι ἀνάγωγο, ἄρα min{v q (a), v q (p)} = 0. Τώρα, ἀπὸ τὴν Πρόταση 1.9, μκδ(a, p) = p min{v p 0 (a),v p0 (p)} 0 p 0 q P q min{v q(a),v q (p)} = p 0 0 p 0 q P q 0 = 1. (β ) Λόγῳ τοῦ Θεωρήματος 1.8, ἀρκεῖ νὰ δείξομε ὅτι, γιὰ ὁποιοδήποτε p P, ἰσχύει v p (ab) v p (c). Εστω, λοιπόν, p P. Οἱ σχέσεις a c καὶ b c συνεπάγονται (λόγῳ τοῦ Θεωρήματος 1.8) τὶς σχέσεις v p (a) v p (c) καὶ v p (b) v p (c), ἀντιστοίχως. Επειδή, ὅμως, τὰ a, b εἶναι πρῶτα μεταξύ τους, ἕπεται ὅτι ἕνα τοὐλάχιστον ἀπ τὰ v p (a), v p (b) εἶναι μηδέν (βλ. ἄσκηση 1.13), ἄρα v p (ab) = v p (a) + v p (b) = max{v p (a), v p (b)} v p (c), δηλαδή, ἀποδείξαμε τὸν ἰσχυρισμό μας. 5 Πρβλ. μὲ ἄσκηση Πρβλ. Θεώρημα 1.5 (α ). 7 Πρβλ. Θεώρημα 1.5 (γ ). 8 Πρβλ. Θεώρημα 1.5 (δ ).

16 14 1 Διαιρετότητα (γ ) Απὸ τὴν ἄσκηση 1.13 (β ), ἀρκεῖ νὰ δείξομε ὅτι, γιὰ κάθε p P, ἕνα τοὐλάχιστον ἀπ τὰ v p (ab), v p (c) εἶναι μηδέν. Πράγματι, αὐτὸ ἰσχύει, διότι, ἔστω ὅτι v p (c) > 0. Τότε, ἡ ὑπόθεση ὅτι τὰ a, c εἶναι πρῶτα μεταξύ τους, συνδυασμένη μὲ τὴν ἄσκηση 1.13 (β ), μᾶς ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι v p (a) = 0. Εντελῶς ἀνάλογα, v p (b) = 0, ἄρα v p (ab) = v p (a) + v p (b) = 0. Η παρακάτω πρόταση εἶναι πολὺ χρήσιμη στὴν ἐπίλυση Διοφαντικῶν ἐξισώσεων: Πρόταση 1.11 Εστω D περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης καὶ a, b, c D, τέτοια ὥστε, τὰ a, b εἶναι πρῶτα μεταξύ τους καὶ ab = c n, ὅπου ὁ n εἶναι ἀκέραιος 2. Τότε καθένα ἀπὸ τὰ a, b εἶναι συνεταιρικὸ μὲ n-οστὴ δύναμη στοιχείου τῆς D. Απόδειξη. Εστω P πλῆρες σύστημα πρώτων γιὰ τὴν D. Γιὰ ν ἀποδείξομε ὅτι τὸ a εἶναι συνεταιρικὸ n-οστῆς δύναμης κάποιου στοιχείου τῆς D, ἀρκεῖ νὰ δείξομε ὅτι, γιὰ κάθε p P εἶναι v p (a) = ἀκέραιο πολλαπλάσιο τοῦ n. Θεωροῦμε, λοιπόν, p P καὶ ἔχομε n v p (c) = v p (c n ) = v p (ab) = v p (a) + v p (b), ὅπου τοὐλάχιστον ἕνα ἐκ τῶν v p (a), v p (b) εἶναι μηδέν, ἀφοῦ τὰ a, b εἶναι πρῶτα μεταξύ τους (βλ. ἄσκηση 1.13 (β ) ). Αν v p (a) = 0, τότε, προφανῶς, v p (a) εἶναι πολλαπλάσιο τοῦ n. Αν, πάλι, v p (a) 0, τότε, ἀναγκαστικά, v p (b) = 0, ὁπότε ἡ παραπάνω σχέση γίνεται n v p (c) = v p (a), δηλαδή, καὶ πάλι, v p (a) εἶναι πολλαπλάσιο τοῦ n. Ασκηση 1.15 Εστω D περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης καὶ a, b, c, d D, τέτοια ὥστε, τὰ a, b εἶναι πρῶτα μεταξύ τους καὶ ab = dc n, ὅπου ὁ n εἶναι ἀκέραιος 2. Τότε ὑπάρχουν c 1, c 2, d 1, d 2 D, μὲ τὶς ἑξῆς ἰδιότητες: c 1, c 2 εἶναι πρῶτα μεταξύ τους καὶ c 1 c 2 = c. d 1, d 2 εἶναι πρῶτα μεταξύ τους καὶ d 1 d 2 = d. Τὸ a εἶναι συνεταιρικὸ μὲ τὸ d 1 c 1 n καὶ τὸ b εἶναι συνεταιρικὸ μὲ τὸ d 2 c 2 n. 1.5 Πολυωνυμα πανω απο περιοχες μονοσημαντης αναλυσης Οπως ἐπισημάναμε στὴν «Σημαντικὴ παρατήρηση» τῆς σελίδας 7, στὴν περίπτωση ποὺ D = K = σῶμα, ὁ δακτύλιος πολυωνύμων K[X] εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης (ὡς συνέπεια τοῦ ὅτι ὁ K[X] εἶναι περιοχὴ κυρίων ἰδεωδῶν). Θὰ ἀποδείξομε ὅτι, ὅταν ἡ D εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης, ἀκόμη κι ἂν δὲν εἶναι σῶμα, καὶ πάλι ὁ δακτύλιος πολυωνύμων D[X] εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Στὴν παροῦσα ἑνότητα 1.5, πάντα τὸ D συμβολίζει περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Ορισμός. Τὸ d D χαρακτηρίζεται περιεχόμενο τοῦ μὴ μηδενικοῦ πολυωνύμου f (X) D[X] εἶναι c, ὅπου c D, ἂν c εἶναι μκδ τῶν συντελεστῶν τοῦ f (X). Τὸ μὴ σταθερὸ πολυώνυμο f (X) D[X] χαρακτηρίζεται πρωταρχικό, ἂν τὸ περιεχόμενό του εἶναι 1 D.

17 1.5 Πολυώνυμα πάνω ἀπὸ περιοχὲς μονοσήμαντης ἀνάλυσης 15 Ασκηση 1.16 (α ) Αν d 1, d 2 D εἶναι καὶ τὰ δύο περιεχόμενα τοῦ ἴδιου πολυωνύμου τῆς D[X], τότε αὐτὰ εἶναι συνεταιρικά στοιχεῖα τῆς D. (β ) Αν τὸ d D εἶναι περιεχόμενο τοῦ f (X) D[X], τότε τὸ d 1 f (X) εἶναι πρωταρχικὸ πολυώνυμο τῆς D[X]. (γ ) Αν τὸ f (X) εἶναι πρωταρχικὸ πολυώνυμο τῆς D[X] καὶ d D (μη μηδενικό), τότε τὸ d εἶναι περιεχόμενο τοῦ d f (X). Λήμμα 1.12 Κάθε μὴ μηδενικὸ f (X) Q(D)[X] γράφεται ὡς γινόμενο f (X) = α g(x), ὅπου α Q(D) καὶ g(x) εἶναι πρωταρχικὸ πολυώνυμο τῆς D[X]. Αν f (X) = β h(x), ὅπου β Q(D) καὶ h(x) εἶναι πρωταρχικὸ πολυώνυμο τῆς D[X], τότε ὑπάρχει ɛ D, τέτοιο ὥστε β = ɛα, ὁπότε h(x) = ɛ 1 g(x). Απόδειξη. Γιὰ ἁπλούστευση τοῦ συμβολισμοῦ, ἔστω K = Q(D). Κάθε στοιχεῖο τοῦ K εἶναι πηλῖκο στοιχείων τῆς D, ἄρα, ἂν συμβολίσομε μὲ c τὸ γινόμενο τῶν παρονομαστῶν τῶν συντελεστῶν τοῦ f (X), τότε τὸ c f (X) ἔχει συντελεστὲς στὴ D. Οπότε, ἂν τὸ d D εἶναι περιεχόμενο τοῦ c f (X), τότε, ἀπὸ τὴν ἄσκηση 1.16 (β ), τὸ d 1 (c f (X)) εἶναι πρωταρχικὸ πολυώνυμο, ἔστω g(x) D[X] καὶ f (X) = α g(x), μὲ α = c 1 d. Εστω τώρα ὅτι f (X) = β h(x), ὅπου β K καὶ h(x) D[X] πρωταρχικό. Θεωροῦμε e D, τέτοιο ὥστε eα = d 1 D καὶ eβ = d 2 D. Προφανῶς d 1 g(x) = d 2 h(x). Απὸ τὴν ἄσκηση 1.16 (γ ), τὸ d 1 εἶναι περιεχόμενο τοῦ d 1 g(x) καὶ τὸ d 2 εἶναι περιεχόμενο τοῦ d 2 h(x), ἄρα, τὰ d 1, d 2, ὡς περιεχόμενα τοῦ ἴδιου πολυωνύμου, εἶναι συνεταιρικά (ἄσκηση 1.16 (α ) ). Εστω d 2 ɛd 1, ɛ D. Τότε, eβ = d 2 = ɛd 1 = ɛeα, ἄρα β = ɛα. Θεώρημα 1.13 Τὸ γινόμενο πρωταρχικῶν πολυωνύμων εἶναι πρωταρχικὸ πολυώνυμο. Απόδειξη. Εστω (a m X m + + a 1 X + a 0 ) (b n X n + + b 1 X + b 0 ) = c l X l + c 1 X + c 0, l = m + n, (1.7) ὅπου a m b n c l 0 (συνεπῶς, l = m + n) καὶ οἱ δύο παράγοντες (πολυώνυμα) στὸ ἀριστερὸ μέλος εἶναι πρωταρχικὰ πολυώνυμα τῆς D[X]. Θὰ δείξομε ὅτι καὶ τὸ πολυώνυμο στὸ δεξιὸ μέλος εἶναι πρωταρχικό. Αν δὲν ἦταν, θὰ ὑπῆρχε πρῶτο στοιχεῖο p, ποὺ θὰ διαιροῦσε ὅλους τοὺς συντελεστὲς στὸ πολυώνυμο τοῦ ἀριστεροῦ μέλους τῆς (1.7), ἄρα καὶ ὅλους τοὺς συντελεστὲς τοῦ πολυωνύμου, ποὺ θὰ προκύψει ἂν κάνομε τὸν πολλαπλασιασμὸ στὸ δεξιὸ μέλος τῆς (1.7). Κατ ἀρχάς, παρατηροῦμε ὅτι τὸ p δὲν μπορεῖ νὰ διαιρεῖ ὅλα τὰ a i, διότι 1 = μκδ(a 0,..., a m ) ὁμοίως καὶ γιὰ τὰ b i. Αρα, ὑπάρχουν δεῖκτες µ καὶ ν, τέτοιοι ὥστε 0 µ m, p a µ & p a i ἂν i < µ 0 ν n, p b ν & p b j ἂν j < ν. Εξισώνοντας τοὺς συντελεστὲς τοῦ X µ+ν στὰ δύο μέλη τῆς (1.7) παίρνομε τὴ σχέση c µ+ν = a i b j, (1.8) i+ j=µ+ν τὸ ἀριστερὸ μέλος τῆς ὁποίας εἶναι, προφανῶς, διαιρετὸ ἀπ τὸ p. Αρα καὶ τὸ δεξιὸ μέλος πρέπει νὰ διαιρεῖται ἀπὸ τὸ p. Ομως, παρατηροῦμε τὰ ἑξῆς: Αν i < µ, τότε p a i, ἄρα

18 16 1 Διαιρετότητα p a i b j. Αν, i > µ, τότε j < ν (διότι i + j = µ + ν), ὁπότε p b j, ἄρα p a i b j. Αν, τέλος, i = µ, ὁπότε j = ν, τότε p a i καὶ p b j, ἄρα p a i b j. Ετσι, στὸ ἄθροισμα τοῦ δεξιοῦ μέλους τῆς (1.8), ὁ p δὲν διαιρεῖ τὸν ὅρο a µ b ν, ἐνῶ διαιρεῖ ὅλους τοὺς ὑπόλοιπους προσθετέους. Συνεπῶς, ὁ p δὲν διαιρεῖ τὸ δεξιὸ μέλος ἄτοπο. Θεώρημα Τὸ πολυώνυμο f (X) D[X] εἶναι ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς περιοχῆς D[X], ἂν καὶ μόνο ἄν, ἢ τὸ f (X) εἶναι σταθερό, ἴσο μὲ ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς D, ἢ τὸ f (X) εἶναι μὴ σταθερὸ πρωταρχικὸ πολυώνυμο, τὸ ὁποῖο, ὡς πολυώνυμο τοῦ Q(D)[X], 10 εἶναι ἀνάγωγο πάνω ἀπ τὸ σῶμα Q(D). Απόδειξη. Γιὰ ἁπλοποίηση τοῦ συμβολισμοῦ, ἂς θέσομε Q(D) = K. ( ) Αν f (X) = p, ὅπου p εἶναι ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς D, τότε τὸ f (X) εἶναι ἀνάγωγο καὶ ὡς στοιχεῖο τῆς D[X], σύμφωνα μὲ τὴν ἄσκηση 1.8. Αν, πάλι, τὸ f (X) εἶναι μὴ σταθερὸ πρωταρχικὸ πολυώνυμο τοῦ D[X], ἀνάγωγο πάνω ἀπ τὸ K, τότε ἀποκλείεται νὰ εἶναι τὸ f (X) γινόμενο δύο μὴ σταθερῶν πολυωνύμων τοῦ D[X]. Αποκλείεται, ἐπίσης, ἡ περίπτωση f (X) = c g(x) μὲ g(x) D[X] καὶ c D ὄχι μονάδα, διότι, τότε, ὅλοι οἱ συντελεστὲς τοῦ f (X) θὰ ἦταν πολλαπλάσια τοῦ c, ἄρα δὲν θὰ ἦταν πρῶτοι μεταξύ τους, ποὺ ἀντιβαίνει στὴν ὑπόθεση πρωταρχικότητας τοῦ f (X). Συνεπῶς, καὶ στὶς δύο περιπτώσεις, τὸ f (X) εἶναι ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς περιοχῆς D[X]. ( ) Τώρα ὑποθέτομε ὅτι τὸ f (X) εἶναι ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς D[X]. Αν εἶναι σταθερὸ πολυώνυμο, ἔστω f (X) = c D, τότε τὸ c εἶναι, ὑποχρεωτικά, ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς D. Διότι, ἂν ἦταν c = ab μὲ τὰ a, b D ὄχι μονάδες, τότε τὰ a, b μποροῦμε νὰ τὰ δοῦμε καὶ ὡς μὴ ἀντιστρέψιμα στοιχεῖα τῆς περιοχῆς D[X], ἄρα θὰ εἴχαμε μὴ τετριμμένη ἀνάλυση τοῦ c = f (X) στὴν περιοχὴ D[X] ἀντίφαση. Εστω τώρα ὅτι τὸ f (X) δὲν εἶναι σταθερό. Βλέποντας τὸ f (X) ὡς πολυώνυμο τοῦ K[X], τὸ ἀναλύομε σὲ ἀνάγωγα πολυώνυμα τοῦ K[X], ἔστω f (X) = q 1 (X) q m (X) (m 1). Βάσει τοῦ Λήμματος 1.12, γιὰ κάθε i = 1,..., m, ἔχομε q i (X) = α i g i (X), ὅπου α i K καὶ g i (X) πρωταρχικὸ πολυώνυμο τῆς D[X]. Θέτοντας τώρα g(x) = g 1 (X) g m (X), ἔχομε, ἀπὸ τὸ Θεώρημα 1.13, ὅτι τὸ g(x) εἶναι πρωταρχικὸ πολυώνυμο τῆς D[X]. Θέτοντας, ἐπίσης, α 1 α m = α, ὁδηγούμαστε στὴ σχέση 1 f (X) = α g(x), μὲ τὰ f (X), g(x) πρωταρχικά. Αρα, τὸ Λῆμμα 1.12 μᾶς ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι α = ɛ D καί, συνεπῶς, f (X) = ɛg(x) = ɛg 1 (X) g m (X). Ομως, τὰ πολυώνυμα στὸ δεξιὸ μέλος ἀνήκουν στὴ D[X], ἐνῶ τὸ f (X) ἔχει ὑποτεθεῖ ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς D[X]. Αναγκαστικά, λοιπόν, m = 1 καὶ f (X) = ɛg 1 (X). Καθὼς g 1 (X) = α 1 1 q 1(X) μὲ τὸ q 1 (X) ἀνάγωγο στὸ K[X], ἕπεται ὅτι καὶ τὸ g 1 (X) εἶναι ἀνάγωγο στὸ K[X], ἄρα, τελικά, τὸ f (X) θεωρούμενο ὡς πολυώνυμο τοῦ K[X], εἶναι ἀνάγωγο. Τελειώνομε αὐτὴ τὴν ἑνότητα μὲ τὸ παρακάτω πολὺ σημαντικὸ θεώρημα. Θεώρημα 1.15 Αν D εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης καὶ X, Y, Z,... εἶναι πεπερασμένες τὸ πλῆθος μεταβλητές, τότε D[X, Y, Z,...] εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Απόδειξη. Αποδεικνύομε ὅτι ἡ D[X] εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης: Κατ ἀρχάς, γιὰ ἁπλοποίηση τοῦ συμβολισμοῦ, θέτομε K = Q(D). 9 Στὴ βιβλιογραφία, κάποιες φορές, αὐτὸ τὸ θεώρημα ἀναφέρεται ὡς Λῆμμα τοῦ Gauss. 10 Υπενθυμίζομε ὅτι Q(D) συμβολίζει τὸ σῶμα πηλίκων τῆς D.

19 1.5 Πολυώνυμα πάνω ἀπὸ περιοχὲς μονοσήμαντης ἀνάλυσης 17 Εστω f (X) D[X], ὄχι μονάδα τῆς D[X]. Αν τὸ f (X) εἶναι σταθερό, τότε f (X) = c D D, ἄρα τὸ c ἀναλύεται μονοσήμαντα σὲ ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς D (ἄρα, ἀνάγωγα στοιχεῖα καὶ τῆς D[X]). Εστω τώρα ὅτι τὸ f (X) δὲν εἶναι σταθερὸ καὶ d D τὸ περιεχόμενό του. Τότε, ἀπὸ τὴν ἄσκηση 1.16 (β ), τὸ d 1 f (X) εἶναι κάποιο πρωταρχικὸ πολυώνυμο, ἔστω g(x) D[X]. Τώρα ἔχομε f (X) = d g(x) καὶ ἔστω g(x) = p 1 (X) p m (X) ἡ ἀνάλυση τοῦ g(x) σὲ ἀνάγωγα πολυώνυμα τοῦ K[X]. Γιὰ κάθε i = 1,..., m, ὑπάρχει k i K καὶ πρωταρχικὸ πολυώνυμο h i (X) D[X], ἔτσι ὥστε p i (X) = k i h i (X) (βλ. Λῆμμα 1.12) καί, βεβαίως, ἀφοῦ τὸ p i (X) εἶναι ἀνάγωγο πολυώνυμο τοῦ K[X], τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὸ h i (X). Καταλήγομε ἔτσι στὴ σχέση g(x) = k h(x) ὅπου k = k 1 k m, h(x) = h 1 (X) h m (X) καὶ παρατηροῦμε ὅτι τὸ h(x) D[X] εἶναι πρωταρχικὸ πολυώνυμο, λόγῳ τοῦ Θεωρήματος Αλλὰ καὶ τὸ g(x) D[X] εἶναι πρωταρχικὸ καὶ 1 g(x) = k h(x). Απὸ τὸ Λῆμμα 1.12 ἕπεται τώρα ὅτι k = 1 ɛ, γιὰ κάποια μονάδα ɛ τῆς D, δηλαδή, k = ɛ D. Τελικά, f (X) = c g(x) = ɛc h 1 (X) h m (X). (1.9) Καθὼς τὰ h 1 (X),..., h m (X) εἶναι πρωταρχικὰ πολυώνυμα τῆς D[X] καὶ εἶναι ἀνάγωγα στὸ K[X], συμπεραίνομε, βάσει τοῦ Θεωρήματος 1.14, ὅτι αὐτὰ εἶναι ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς ἀκέραιας περιοχῆς D[X]. Αναλύοντας τώρα καὶ τὸ c σὲ ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς D, παίρνομε ἀπὸ τὴν (1.9) μιὰ ἀνάλυση τοῦ f (X) σὲ ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς D[X]. Η μοναδικότητα τῆς ἀνάλυσης: Εστω f (X) = q 1 q n h 1 (X) h m (X) καὶ f (X) = q 1 q ν h 1 (X) h µ(x), ὅπου τὰ q 1,..., q n καὶ τὰ q 1,..., q ν εἶναι ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς D καὶ ὅλα τὰ πολυώνυμα h 1 (X),..., h m (X) καὶ h 1 (X),... h µ(x) εἶναι ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς ἀκέραιας περιοχῆς D[X]. Τοῦτο τὸ τελευταῖο σημαίνει, βάσει τοῦ Θεωρήματος 1.14, ὅτι αὐτὰ τὰ πολυώνυμα εἶναι πρωταρχικὰ καὶ ἀνάγωγα στὸ K[X], ὁπότε καὶ τὰ γινόμενα h 1 (X) h m (X) καὶ h 1 (X) h µ(x) εἶναι πρωταρχικά. Αλλὰ τότε, τὸ Λῆμμα 1.12 μᾶς λέει ὅτι q 1 q ν = ɛq 1 q n, γιὰ κάποιο ɛ D, καὶ h 1 (X) h m (X) = ɛ h 1 (X) h µ(x) (1.10) Δεδομένου ὅτι ἡ D εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης, ἡ σχέση q 1 q ν = ɛq 1 q n μᾶς ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι ν = n καί, δίχως βλάβη τῆς γενικότητας, τὰ q 1,..., q m εἶναι ἕνα πρὸς ἕνα συνεταιρικὰ μὲ τὰ q 1,..., q m. Μένει νὰ δείξομε ὅτι κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καὶ μὲ τὰ πολυώνυμα h i (X) καὶ h j (X). Βλέποντας τὴν (1.10) ὡς σχέση στὸ K[X] καὶ γνωρίζοντας ἀπὸ τὴ βασικὴ Αλγεβρα ὅτι στὸ K[X] ἰσχύει ἡ μονοσήμαντη ἀνάλυση σὲ ἀνάγωγα πολυώνυμα, συμπεραίνομε ὅτι, µ = m καί, δίχως βλάβη τῆς γενικότητας, h i (X) = k i h i (X) (k i K) γιὰ κάθε i = 1,..., m. Πάλι ἐφαρμόζοντας τὸ Λῆμμα 1.12 συμπεραίνομε ὅτι k i = ɛ i ɛ i μὲ ɛ i D, ἄρα k i D. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι, γιὰ κάθε i = 1,..., m, τὸ h i (X), ὡς στοιχεῖο τῆς D[X], εἶναι συνεταιρικὸ μὲ τὸ h i (X). Καταλήξαμε, λοιπόν, στὸ συμπέρασμα ὅτι Αν ἡ D εἶναι περιοχή μονοσήμαντης ἀνάλυσης, τότε τὰ πολυώνυμα μιᾶς μεταβλητῆς πάνω ἀπὸ τὴ D εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης.

20 18 1 Διαιρετότητα Εφαρμόζοντας τὸ παραπάνω συμπέρασμα, θέτοντας στὴ θέση τῆς D τὴ D[X] καὶ παίρνοντας ὡς μεταβλητὴ τῶν πολυωνύμων πάνω ἀπὸ τὴ D[X] τὴ μεταβλητὴ Y, συμπεραίνομε ὅτι καὶ ἡ (D[X])[Y], δηλαδή, ἡ D[X, Y], εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Επαναλαμβάνοντας μὲ τὴ D[X, Y] στὴ θέση τῆς D καὶ μὲ τὸ Z ὡς μεταβλητὴ τῶν πολυωνύμων πάνω ἀπὸ τὴ D[X, Y], συμπεραίνομε ὅτι καὶ ἡ D[X, Y, Z] εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης κ.ο.κ. Ασκηση 1.17 Αναλῦστε τὸ X 4 X 3 +3X 2 2X +2 Q[X] σὲ γινόμενο δύο δευτεροβαθμίων μονικῶν πολυωνύμων μὲ ἀκέραιους συντελεστές, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀνάγωγα πολυώνυμα τοῦ Q[X]. Στὴ συνέχεια, ἔστω f (X) = 12(X 4 X 3 + 3X 2 2X + 2) Q[X]. Αναλῦστε τὸ f (X) σὲ ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς περιοχῆς D[X], ὑπὸ τὴ μορφὴ f (X) = ɛ γινόμενο ἀναγώγων τῆς D γινόμενο μὴ σταθερῶν ἀναγώγων τῆς D[X], ὅπου ɛ D, σὲ κάθε μία ἀπ τὶς παρακάτω περιπτώσεις: (i) D = Z. (ii) D = Q. (iii) D = Z[i 2]. (iv) D = Z[ω], μὲ τὸ ω ὅπως στὴν ἄσκηση Γιὰ τὴν περίπτωση (iii): Θεωρῆστε δεδομένο ὅτι ἡ D εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Πρὶν προχωρήσετε στὴν ἀνάλυση τοῦ f (X), ἀποδεῖξτε ὅτι τὰ i 2, 1+i 2, 1 i 2 εἶναι ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς D καὶ ἀναλῦστε τὸ 2 καὶ τὸ 3 σὲ ἀνάγωγα τῆς D. Αποδεῖξτε ὅτι τὸ X 2 X + 1 δὲν ἔχει ρίζες στὴ D. Γιὰ τὴν περίπτωση (iv): Θεωρῆστε δεδομένο ὅτι ἡ D εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Θεωρῆστε δεδομένα τὰ (α ) καὶ (β ) τῆς ἀσκήσεως Πρὶν προχωρήσετε στὴν ἀνάλυση τοῦ f (X), ἀποδεῖξτε ὅτι τὰ 2 καὶ 1 ω εἶναι ἀνάγωγα στοιχεῖα τῆς D καὶ παρατηρῆστε ὅτι 3 = ω 2 (1 ω) 2. Αποδεῖξτε ὅτι τὸ X δὲν ἔχει ρίζες στὴ D. 1.6 Ευκλειδειες περιοχες Ορισμός. Η ἀκέραια περιοχὴ E λέγεται εὐκλείδεια ἂν ὑπάρχει ἀπεικόνιση μὲ τὶς ἑξῆς ἰδιότητες: N : E {0} N 0, 1. Αν τὰ a, b E εἶναι μὴ μηδενικὰ καὶ a b, τότε N(a) N(b). 2. Αν a, b E καὶ b 0, τότε ὑπάρχουν q, r E, τέτοια ὥστε a = bq + r καὶ εἴτε r = 0 εἴτε N(r) < N(b). Η ἀπεικόνιση N λέγεται στάθμη. Πρόταση 1.16 Εστω E εὐκλείδεια περιοχὴ στάθμης N. (α ) Αν τὰ a, b E εἶναι μὴ μηδενικὰ, a b καὶ N(a) = N(b), τότε τὰ a, b εἶναι συνεταιρικά. (β ) Η E εἶναι περιοχὴ ἀνάλυσης. (γ ) Η E εἶναι περιοχὴ κυρίων ἰδεωδῶν.

21 1.6 Εὐκλείδειες περιοχές 19 Απόδειξη. (α ) Εστω ὅτι a = bq + r, μὲ τὰ q, r ὅπως προβλέπονται ἀπὸ τὸν Ορισμὸ 1.6. Αν r = 0, τότε b a. Εξ ὑποθέσεως, ὅμως, ἰσχύει καὶ a b, ἄρα (ἄσκηση 1.5) τὰ a, b εἶναι συνεταιρικά. Αν r 0, τότε N(r) < N(b). Εξ ὑποθέσεως, b = ac γιὰ κάποιο c E, ὁπότε a = bq + r = (ac)q + r, ἀπ ὅπου r = a(1 cq). Αλλὰ τώρα βλέπομε ὅτι a r, ἄρα N(r) N(a) = N(b), ποὺ ἔρχεται σὲ ἀντίφαση μὲ τὴν N(r) < N(b). (β ) Εστω min N(E) = n 0. Ισχυρισμός: Αν γιὰ κάποιο a E εἶναι N(a) = n 0, τότε τὸ a εἶναι μονάδα ἢ ἀνάγωγο στοιχεῖο τῆς E. Απόδειξη τοῦ ἰσχυρισμοῦ: Εστω ὅτι τὸ a δὲν εἶναι μονάδα καὶ ἂς θεωρήσομε ἕνα διαιρέτη b τοῦ a. Θὰ δείξομε ὅτι b εἶναι συνεταιρικὸ στοιχεῖο τοῦ a. Απὸ ἰδιότητα τῆς στάθμης ἔχομε ὅτι N(b) N(a) = n 0, ἄρα, ἀπ τὴν ἐπιλογὴ τοῦ n 0, πρέπει νὰ εἶναι N(b) = n 0. Ετσι τώρα, N(b) = N(a) καὶ b a, ὁπότε, λόγῳ τοῦ (α ), συμπεραίνομε ὅτι τὸ b εἶναι συνεταιρικὸ τοῦ a. Τώρα προχωροῦμε στὴν κυρίως ἀπόδειξη τοῦ (β ) ἐπαγωγικά. Λόγῳ τοῦ παραπάνω ἰσχυρισμοῦ, ἡ πρόταση ἰσχύει γιὰ ὅλα τὰ στοιχεῖα τῆς E στάθμης n 0. Εστω n > n 0 καὶ ἂς ὑποθέσομε ὅτι ὅλα τὰ στοιχεῖα μὲ στάθμη < n, ἂν δὲν εἶναι μονάδες, ἀναλύονται σὲ ἀνάγωγα στοιχεῖα. Θεωροῦμε τώρα στοιχεῖο a E μὲ N(a) = n. Αν τὸ a εἶναι μονάδα ἢ ἀνάγωγο στοιχεῖο, τότε ἔχομε τελειώσει. Στὴν ἀντίθετη περίπτωση, ὑπάρχουν b, c E, ὄχι συνεταιρικὰ τοῦ a, τέτοια ὥστε a = bc. Οἱ σχέσεις b a καὶ c a συνεπάγονται, ἀντιστοίχως, N(b) N(a) καὶ N(c) N(a). Αν ἦταν N(b) = N(a), τότε, ἀπὸ τὸ (α ) θὰ συμπεραίναμε ὅτι τὰ a, b εἶναι συνεταιρικά ἀντίφαση. Αρα N(b) < N(a) < n καὶ ὁμοίως, N(c) < N(a) < n. Απ τὴν ἐπαγωγικὴ ὑπόθεση τώρα, καθένα ἀπὸ τὰ b, c ἀναλύεται σὲ γινόμενο ἀναγώγων, ὁπότε καὶ τὸ bc = a ἀναλύεται. (γ ) Εστω I μὴ μηδενικὸ ἰδεῶδες τῆς E. Θεωροῦμε ἕνα μὴ μηδενικὸ στοιχεῖο b I, τοῦ ὁποίου ἡ στάθμη εἶναι ἡ ἐλάχιστη δυνατὴ μεταξὺ ὅλων τῶν μὴ μηδενικῶν στοιχείων τοῦ I. Δηλαδή, b 0 & N(b) N(a) a I {0}. (1.11) Θὰ δείξομε ὅτι I = be. Προφανῶς, ἀφοῦ b I, ἰσχύει ὅτι be I, ὁπότε μένει νὰ δείξομε ὅτι κάθε a I εἶναι τῆς μορφῆς bq μὲ q E. Επειδὴ εἴμαστε σὲ εὐκλείδεια περιοχή, ὑπάρχουν q, r E, μὲ a = bq + r καί, στὴν περίπτωση ποὺ r 0, ἰσχύει N(r) N(b). Παρατηροῦμε ὅτι r = a bq I, διότι a I καὶ b I. Αν, λοιπόν, ἦταν r 0, τότε τὸ r θὰ ἦταν ἕνα μὴ μηδενικὸ στοιχεῖο τοῦ I, μὲ στάθμη < N(b), κάτι ποὺ ἀντιβαίνει στὴν (1.11). Αρα r = 0 καί, συνεπῶς, a = bq. Πόρισμα 1.17 Κάθε εὐκλείδεια περιοχὴ εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Απόδειξη. Προφανὴς συνδυασμὸς τῶν (β ) καὶ (γ ) τῆς Προτάσεως 1.16 καὶ τοῦ Θεωρήματος 1.6. Παραδείγματα. 1. Η ἀκέραια περιοχὴ Z εἶναι εὐκλείδεια, μὲ στάθμη τὴν ἀπεικόνιση Z {0} a a N Αν K εἶναι σῶμα, τότε ἡ ἀκέραια περιοχὴ K[X] εἶναι εὐκλείδεια, μὲ στάθμη τὴν ἀπεικόνιση K[X] {0} f (X) deg f (X) N 0.

22 20 1 Διαιρετότητα 3. Εστω ἡ ἀκέραια περιοχὴ Z[ 2] = {a + bi 2 : a, b Z}. Η ἀπεικόνιση N : Z[ 2] {0} N 0, ποὺ ὁρίζεται N(a + bi 2) = a + bi 2 2 = a 2 + 2b 2, εἶναι στάθμη καί, συνεπῶς, ἀπὸ τὸ Πόρισμα 1.17, ἡ Z[ 2] εἶναι περιοχὴ μονοσήμαντης ἀνάλυσης. Απόδειξη. Η ἰδιότητα (1) τῆς στάθμης εἶναι ἁπλὸ ν ἀποδειχθεῖ ὅτι ἱκανοποιεῖται ἀπὸ τὴ συγκεκριμένη ἀπεικόνιση N (ἄσκηση). Γιὰ ν ἀποδείξομε τὴν ἰδιότητα (2) ἀπεικονίζομε τὰ στοιχεῖα τῆς Z[ 2] πάνω στὸ μιγαδικὸ ἐπίπεδο. Τὰ στοιχεῖα αὐτὰ εἶναι, ἀκριβῶς, οἱ «κόμβοι» τοῦ παρακάτω πλέγματος: D i 2 C 1 + i A 1 B Απεικόνιση τῆς Z[ 2] στὸ μιγαδικὸ ἐπίπεδο τὸ ὁποῖο προκύπτει ἀπὸ τὴν ἐπ ἄπειρον ὁριζόντια καὶ κατακόρυφη ἐπανάληψη τοῦ παραλληλογράμμου ABCD. Μιὰ προφανὴς παρατήρηση, πολὺ χρήσιμη, ὅμως, εἶναι ὅτι κάθε σημεῖο τοῦ μιγαδικοῦ ἐπιπέδου ἀνήκει σὲ κάποιο ἀπὸ τὰ ὀρθογώνια παραλληλόγραμμα (περιλαμβανομένου καὶ τοῦ περιγράμματός του). Τώρα θὰ δείξομε ὅτι, ἡ ἀπεικόνιση N, ποὺ ὁρίσαμε πιὸ πάνω, ἱκανοποιεῖ τὴ συνθήκη (2) τοῦ ὁρισμοῦ τῆς στάθμης. Εστω ὅτι a + bi 2, c + di 2 E μὲ τὸ δεύτερο μὴ μηδενικό. Θεωροῦμε τὸν μιγαδικὸ α = (a + bi 2)/(c + di 2), ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μὲ τὴν παραπάνω παρατήρηση ἀνήκει σ ἕνα ἀπὸ τὰ παραλληλόγραμμα τοῦ πλέγματος, ἔστω τὸ KLMN.

23 1.6 Εὐκλείδειες περιοχές 21 N M α K L Οἱ μεσοκάθετες τῶν πλευρῶν τοῦ KLMN τὸ χωρίζουν σὲ τέσσερα μικρότερα παραλληλόγραμμα καὶ τὸ α ἀνήκει σ ἕνα ἀπὸ αὐτά, π.χ. στὸ ἄνω ἀριστερό (βλ. σχῆμα). Η ἀπόσταση τοῦ α ἀπὸ τὸ πλησιέστερο σημεῖο τοῦ δικτυωτοῦ (ποὺ στὸ συγκεκριμένο σχῆμα εἶναι τὸ N) δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερβαίνει τὸ μῆκος τῆς διαγωνίου τοῦ ἄνω ἀριστεροῦ «μικροῦ» παραλληλογράμμου, ἡ ὁποία εἶναι τὸ μισὸ τῆς διαγωνίου NL. Αλλὰ ἡ διαγώνιος NL ἔχει ἴσο μῆκος μὲ τὸ μῆκος τῆς διαγωνίου BD, τὸ ὁποῖο εἶναι 1 i 2 = 3. Αρα, ἡ ἀπόσταση τοῦ σημείου α ἀπὸ τὸ N εἶναι, τὸ πολύ, 3/2. Αλλὰ τὸ σημεῖο N ἀναπαριστᾶ ἕνα στοιχεῖο τῆς ἀκέραιας περιοχῆς, ἔστω τὸ u + vi 2, μὲ u, v Z. Συνεπῶς u + vi 2 α 3/2, ὁπότε a + bi 2 c + di 2 (u + vi 2 2) 3 4. Απαλείφοντας τὸν παρονομαστὴ παίρνομε τὴ σχέση a + bi 2 (c + di 2)(u + vi 2) c + di 2 2 < c + di 2 2 = N(c + di 2). (1.12) Προφανῶς, a + bi 2 (c + di 2)(u + vi 2) = r + si 2 μὲ τὰ r, s Z. Αν r + si 2 = 0, τότε a + bi 2 = (c + di 2)(u + vi 2). Αν r + si 2 0, τότε, ἀπὸ τὴ σχέση (1.12), βλέπομε ὅτι a + bi 2 = (c + di 2)(u + vi 2) + (r + si 2), N(r + si 2) < N(c + di 2). Ασκηση 1.18 Εστω ω = ( 1 + i 3)/2 C. (α ) Αποδεῖξτε ὅτι ω εἶναι ρίζα τοῦ X 2 + X + 1 (ἄρα ω 3 = 1) καὶ ἡ δεύτερη ρίζα τοῦ πολυωνύμου αὐτοῦ εἶναι ἡ ω 2. Συμπεράνατε ὅτι ὁ μιγαδικὸς συζυγὴς τοῦ ω εἶναι ὁ ω 2. (β ) Αποδεῖξτε ὅτι οἱ μονάδες τῆς ἀκέραιας περιοχῆς Z[ω] = {a + bω : a, b Z} εἶναι οἱ ±1, ±ω, ±ω 2. (γ ) Αποδεῖξτε ὅτι ἡ ἀπεικόνιση N : Z[ω] {0} N 0, ποὺ ὁρίζεται εἶναι στάθμη. N(a + bω) = a + bω 2 = (a + bω)(a + bω 2 ) = a 2 ab + b 2, Υπόδειξη. Μιμηθῆτε τὴν ἀπόδειξη τοῦ παραπάνω παραδείγματος 3. Αὐτὴ τὴ φορά, τὸ πλέγμα ποὺ θὰ θεωρήσετε, παράγεται ἀπὸ τὴν ἐπανάληψη τοῦ πλαγίου παραλληλογράμμου ABCD, ὅπου τώρα οἱ κορυφές του ἔχουν συντεταγμένες 0, 1, 1 + ω, ω. Πρόταση 1.18 Οἱ μόνες ἀκέραιες λύσεις τῆς ἐξίσωσης εἶναι οἱ (x, y) = (±5, 3). x = y 3 (1.13)

Ν.Γ. Τζανάκης. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο

Ν.Γ. Τζανάκης. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο Διαιρετότητα σὲ ἀκέραιες περιοχές Ν.Γ. Τζανάκης Τμῆμα Μαθηματικῶν Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο Εαρινὸ ἑξάμηνο 2015 Σ αὐτὲς τὶς σημειώσεις, το D συμβολίζει πάντα ἀκέραια περιοχή. 1 Τα βασικα Ορισμός.

Διαβάστε περισσότερα

Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση

Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση Καθηγητὴς Ν.Γ. Τζανάκης Εφαρμογὲς τῶν συνεχῶν κλασμάτων 1 1. Η τιμὴ τοῦ π μὲ σωστὰ τὰ 50 πρῶτα δεκαδικὰ ψηφία μετὰ τὴν ὑποδιαστολή, εἶναι 3.14159265358979323846264338327950288419716939937511.

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΓΕΒΡΑ ΙΙ. Σημειώσεις μεταπτυχιακοῦ μαθήματος 1. Ν.Γ. Τζανάκης. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο

ΑΛΓΕΒΡΑ ΙΙ. Σημειώσεις μεταπτυχιακοῦ μαθήματος 1. Ν.Γ. Τζανάκης. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο ΑΛΓΕΒΡΑ ΙΙ Σημειώσεις μεταπτυχιακοῦ μαθήματος 1 Ν.Γ. Τζανάκης Τμῆμα Μαθηματικῶν Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο 1 Τελευταία ἔκδοση 12-11-2016 2 Περιεχόμενα 1 Διαχωρισιμότητα 3 2 Βοηθητικὲς Προτάσεις 9 1

Διαβάστε περισσότερα

Θεμελιωδης Θεωρια Αριθμων. Ν.Γ. Τζανάκης

Θεμελιωδης Θεωρια Αριθμων. Ν.Γ. Τζανάκης Θεμελιωδης Θεωρια Αριθμων Ν.Γ. Τζανάκης Τμῆμα Μαθηματικῶν - Πανεπιστήμιο Κρήτης 22-5-2012 2 Περιεχόμενα 1 Διαιρετότητα 3 1.1 Βασικὲς προτάσεις........................... 3 1.2 Μέγιστος κοινὸς διαιρέτης......................

Διαβάστε περισσότερα

Θεμελιωδης Θεωρια Αριθμων

Θεμελιωδης Θεωρια Αριθμων Θεμελιωδης Θεωρια Αριθμων Ν.Γ. Τζανάκης Τμῆμα Μαθηματικῶν & Εφαρμοσμένων Μαθηματικῶν Πανεπιστήμιο Κρήτης 29-4-2019 2 Περιεχόμενα 1 Διαιρετότητα 3 1.1 Βασικὲς προτάσεις........................... 3 1.2

Διαβάστε περισσότερα

Θεμελιωδης Θεωρια Αριθμων

Θεμελιωδης Θεωρια Αριθμων Θεμελιωδης Θεωρια Αριθμων Ν.Γ. Τζανάκης Τμήμα Μαθηματικών - Πανεπιστήμιο Κρήτης 22-5-2012 2 Περιεχόμενα 1 Διαιρετότητα 3 1.1 Βασικὲς προτάσεις........................... 3 1.2 Μέγιστος κοινὸς διαιρέτης......................

Διαβάστε περισσότερα

Γραμμικη Αλγεβρα ΙΙ. 1 Ο διανυσματικὸς χῶρος L(V, W) Καθηγητὴς Ν.Γ. Τζανάκης. [v] B =

Γραμμικη Αλγεβρα ΙΙ. 1 Ο διανυσματικὸς χῶρος L(V, W) Καθηγητὴς Ν.Γ. Τζανάκης. [v] B = Γραμμικη Αλγεβρα ΙΙ Καθηγητὴς ΝΓ Τζανάκης Σύνοπτικὴ περιγραφὴ τῆς μέχρι τώρα διδαγμένης ύλης 1 1 Ο διανυσματικὸς χῶρος L(V, W) Σὲ αὐτὴ τὴν ἑνότητα, V, W εἶναι διανυσματικοὶ χῶροι πάνω ἀπὸ ἕνα σῶμα F Υποθέτομε

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΙΑ ΣΩΜΑΤΩΝ. Σημειώσεις προπτυχιακοῦ μαθήματος 1. Ν.Γ. Τζανάκης. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο

ΘΕΩΡΙΑ ΣΩΜΑΤΩΝ. Σημειώσεις προπτυχιακοῦ μαθήματος 1. Ν.Γ. Τζανάκης. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο ΘΕΩΡΙΑ ΣΩΜΑΤΩΝ Σημειώσεις προπτυχιακοῦ μαθήματος 1 Ν.Γ. Τζανάκης Τμῆμα Μαθηματικῶν Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο 1 Τελευταία ἔκδοση 25-10-2016 2 Περιεχόμενα 1 Επεκτάσεις Σωμάτων 3 1.1 Βασικὲς Προτάσεις................................

Διαβάστε περισσότερα

Αποδεικτικές Διαδικασίες και Μαθηματική Επαγωγή.

Αποδεικτικές Διαδικασίες και Μαθηματική Επαγωγή. Αποδεικτικές Διαδικασίες και Μαθηματική Επαγωγή. Mαθηματικό σύστημα Ένα μαθηματικό σύστημα αποτελείται από αξιώματα, ορισμούς, μη καθορισμένες έννοιες και θεωρήματα. Η Ευκλείδειος γεωμετρία αποτελεί ένα

Διαβάστε περισσότερα

Εὐκλείδεια Γεωµετρία

Εὐκλείδεια Γεωµετρία Εὐκλείδεια Γεωµετρία Φθινοπωρινὸ Εξάµηνο 2010 Καθηγητὴς Ν.Γ. Τζανάκης Μάθηµα 14 22-11-2010 Συνοπτικὴ περιγραφή Πρόταση τῆς έσµης Εὐθειῶν. Εστω ὅτι τὰ σηµεῖα, καὶ, εἶναι τέτοια ὥστε οἱ εὐθεῖες και εἶναι

Διαβάστε περισσότερα

Εξαναγκασμένες ταλαντώσεις, Ιδιοτιμές με πολλαπλότητα, Εκθετικά πινάκων. 9 Απριλίου 2013, Βόλος

Εξαναγκασμένες ταλαντώσεις, Ιδιοτιμές με πολλαπλότητα, Εκθετικά πινάκων. 9 Απριλίου 2013, Βόλος ιαφορικές Εξισώσεις Εξαναγκασμένες ταλαντώσεις, Ιδιοτιμές με πολλαπλότητα, Ατελείς ιδιοτιμές Εκθετικά πινάκων Μανόλης Βάβαλης Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Τηλεπικοινωνιών και ικτύων Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας 9 Απριλίου

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1. Πίνακες και απαλοιφή Gauss

Κεφάλαιο 1. Πίνακες και απαλοιφή Gauss Κεφάλαιο 1 Πίνακες και απαλοιφή Gauss Γύρω απ το γινομένου πινάκων Κάτι σαν τυπολόγιο Αν AB = C, τότε: 1 (C) i j = (i-γραμμή A) ( j-στήλη B) Το συμβολίζει εσωτερικό γινόμενο 2 (i-γραμμή C) = k(a) ik (k-γραμμή

Διαβάστε περισσότερα

Εὐκλείδεια Γεωµετρία

Εὐκλείδεια Γεωµετρία Εὐκλείδεια Γεωµετρία Φθινοπωρινὸ Εξάµηνο 010 Καθηγητὴς Ν.Γ. Τζανάκης Μάθηµα 9 ευτέρα 18-10-010 Συνοπτικὴ περιγραφή Υπενθύµιση τοῦ Θεωρήµατος τοῦ Θαλῆ. εῖτε καὶ ἐδάφιο 7.7 τοῦ σχολικοῦ ϐιβλίου. Τονίσθηκε,

Διαβάστε περισσότερα

Ας υποθέσουμε ότι ο παίκτης Ι διαλέγει πρώτος την τυχαιοποιημένη στρατηγική (x 1, x 2 ), x 1, x2 0,

Ας υποθέσουμε ότι ο παίκτης Ι διαλέγει πρώτος την τυχαιοποιημένη στρατηγική (x 1, x 2 ), x 1, x2 0, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Τμήμα Στατιστικής Εισαγωγή στην Επιχειρησιακή Ερευνα Εαρινό Εξάμηνο 2015 Μ. Ζαζάνης Πρόβλημα 1. Να διατυπώσετε το παρακάτω παίγνιο μηδενικού αθροίσματος ως πρόβλημα γραμμικού

Διαβάστε περισσότερα

ιάσταση του Krull Α.Π.Θ. Θεσσαλονίκη Χ. Χαραλαμπους (ΑΠΘ) ιάσταση του Krull Ιανουάριος, / 27

ιάσταση του Krull Α.Π.Θ. Θεσσαλονίκη Χ. Χαραλαμπους (ΑΠΘ) ιάσταση του Krull Ιανουάριος, / 27 ιάσταση του Krull Χ. Χαραλάμπους Α.Π.Θ. Θεσσαλονίκη Ιανουάριος, 2017 Χ. Χαραλαμπους (ΑΠΘ) ιάσταση του Krull Ιανουάριος, 2017 1 / 27 Ορισμοί Εστω R (αντιμεταθετικός) δακτύλιος. Ορισμός Η διάσταση του Krull

Διαβάστε περισσότερα

«ΔΙΑΚΡΙΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ»

«ΔΙΑΚΡΙΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ» HY 118α «ΔΙΚΡΙΤ ΜΘΗΜΤΙΚ» ΣΚΗΣΕΙΣ ΠΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΙΣΤΩΝ εώργιος Φρ. εωργακόπουλος ΜΕΡΟΣ (1) ασικά στοιχεία της θεωρίας συνόλων. Π. ΚΡΗΤΗΣ ΤΜ. ΕΠ. ΥΠΟΛΟΙΣΤΩΝ «ΔΙΚΡΙΤ ΜΘΗΜΤΙΚ». Φ. εωργακόπουλος

Διαβάστε περισσότερα

1. Εστω ότι A, B, C είναι γενικοί 2 2 πίνακες, δηλαδή, a 21 a, και ανάλογα για τους B, C. Υπολογίστε τους πίνακες (A B) C και A (B C) και

1. Εστω ότι A, B, C είναι γενικοί 2 2 πίνακες, δηλαδή, a 21 a, και ανάλογα για τους B, C. Υπολογίστε τους πίνακες (A B) C και A (B C) και ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι Εαρινό Εξάμηνο 0 Ασκήσεις για προσωπική μελέτη Είναι απολύτως απαραίτητο να μπορείτε να τις λύνετε, τουλάχιστον τις υπολογιστικές! Εστω ότι A, B, C είναι γενικοί πίνακες,

Διαβάστε περισσότερα

Ανεξαρτησία Ανεξαρτησία για οικογένειες συνόλων και τυχαίες μεταβλητές

Ανεξαρτησία Ανεξαρτησία για οικογένειες συνόλων και τυχαίες μεταβλητές 10 Ανεξαρτησία 10.1 Ανεξαρτησία για οικογένειες συνόλων και τυχαίες μεταβλητές Στην παράγραφο αυτή δουλεύουμε σε χώρο πιθανότητας (Ω, F, P). Δίνουμε καταρχάς τον ορισμό της ανεξαρτησίας για ενδεχόμενα,

Διαβάστε περισσότερα

Αναλυτικές ιδιότητες

Αναλυτικές ιδιότητες 8 Αναλυτικές ιδιότητες 8. Βαθμός συνέχειας* Ξέρουμε ότι η κίνηση Brown είναι συνεχής και θα δείξουμε αργότερα ότι είναι πουθενά διαφορίσιμη. Πόσο ομαλή είναι λοιπόν; Μια ασθενέστερη μορφή ομαλότητας είναι

Διαβάστε περισσότερα

5.1 Μετρήσιμες συναρτήσεις

5.1 Μετρήσιμες συναρτήσεις 5 Μετρήσιμες συναρτήσεις 5.1 Μετρήσιμες συναρτήσεις Ορισμός 5.1. Εστω (Ω, F ), (E, E) μετρήσιμοι χώροι. Μια συνάρτηση f : Ω E λέγεται F /Eμετρήσιμη αν f 1 (A) F για κάθε A E. (5.1) Συμβολίζουμε το σύνολο

Διαβάστε περισσότερα

Συγκρίσεις ιατονικής Κλίµακας ιδύµου µε άλλες διατονικές κλίµακες.

Συγκρίσεις ιατονικής Κλίµακας ιδύµου µε άλλες διατονικές κλίµακες. Page 1 of 5 Βυζαντινή Μουσική Κλίμακες Σύγκριση τῆς Διατονικῆς Κλίμακας τοῦ Διδύμου, μὲ τὶς ἀντίστοιχες τοῦ Χρυσάνθου, τῆς Ἐπιτροπῆς 1881, καὶ ἄλλων Σὲ αὐτὴ τὴν ἱστοσελίδα δίνουμε τὴν σύγκριση (σὲ συχνότητες)

Διαβάστε περισσότερα

Γραμμική Ανεξαρτησία. Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Τηλεπικοινωνιών και ικτύων Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. 17 Μαρτίου 2013, Βόλος

Γραμμική Ανεξαρτησία. Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Τηλεπικοινωνιών και ικτύων Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. 17 Μαρτίου 2013, Βόλος Γραμμικές Συνήθεις ιαφορικές Εξισώσεις Ανώτερης Τάξης Γραμμικές Σ Ε 2ης τάξης Σ Ε 2ης τάξης με σταθερούς συντελεστές Μιγαδικές ρίζες Γραμμικές Σ Ε υψηλότερης τάξης Γραμμική Ανεξαρτησία Μανόλης Βάβαλης

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγικά. 1.1 Η σ-αλγεβρα ως πληροφορία

Εισαγωγικά. 1.1 Η σ-αλγεβρα ως πληροφορία 1 Εισαγωγικά 1.1 Η σ-αλγεβρα ως πληροφορία Στη θεωρία μέτρου, όταν δουλεύει κανείς σε έναν χώρο X, συνήθως έχει διαλέξει μια αρκετά μεγάλη σ-άλγεβρα στον X έτσι ώστε όλα τα σύνολα που εμφανίζονται να ανήκουν

Διαβάστε περισσότερα

Ανεξαρτησία Ανεξαρτησία για οικογένειες συνόλων και τυχαίες μεταβλητές

Ανεξαρτησία Ανεξαρτησία για οικογένειες συνόλων και τυχαίες μεταβλητές 10 Ανεξαρτησία 10.1 Ανεξαρτησία για οικογένειες συνόλων και τυχαίες μεταβλητές Στην παράγραφο αυτή δουλεύουμε σε χώρο πιθανότητας (Ω, F, P). Δίνουμε καταρχάς τον ορισμό της ανεξαρτησίας για ενδεχόμενα,

Διαβάστε περισσότερα

Το κράτος είναι φτιαγμένο για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το κράτος. A. Einstein Πηγή:

Το κράτος είναι φτιαγμένο για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το κράτος. A. Einstein Πηγή: Ας πούμε και κάτι για τις δύσκολες μέρες που έρχονται Το κράτος είναι φτιαγμένο για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το κράτος. A. Einstein 1879-1955 Πηγή: http://www.cognosco.gr/gnwmika/ 1 ΚΥΚΛΙΚΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

{ i f i == 0 and p > 0

{ i f i == 0 and p > 0 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ - ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ Σχεδίαση και Ανάλυση Αλγορίθμων Διδάσκων: Ε. Μαρκάκης, Φθινοπωρινό εξάμηνο 014-015 Λύσεις 1ης Σειράς Ασκήσεων

Διαβάστε περισσότερα

Αναγνώριση Προτύπων. Σήμερα! Λόγος Πιθανοφάνειας Πιθανότητα Λάθους Κόστος Ρίσκο Bayes Ελάχιστη πιθανότητα λάθους για πολλές κλάσεις

Αναγνώριση Προτύπων. Σήμερα! Λόγος Πιθανοφάνειας Πιθανότητα Λάθους Κόστος Ρίσκο Bayes Ελάχιστη πιθανότητα λάθους για πολλές κλάσεις Αναγνώριση Προτύπων Σήμερα! Λόγος Πιθανοφάνειας Πιθανότητα Λάθους Πιθανότητα Λάθους Κόστος Ρίσκο Bayes Ελάχιστη πιθανότητα λάθους για πολλές κλάσεις 1 Λόγος Πιθανοφάνειας Ας υποθέσουμε ότι θέλουμε να ταξινομήσουμε

Διαβάστε περισσότερα

Εφαρμογές στην κίνηση Brown

Εφαρμογές στην κίνηση Brown 13 Εφαρμογές στην κίνηση Brown Σε αυτό το κεφάλαιο θέλουμε να κάνουμε για την πολυδιάστατη κίνηση Brown κάτι ανάλογο με αυτό που κάναμε στην Παράγραφο 7.2 για τη μονοδιάστατη κίνηση Brown. Δηλαδή να μελετήσουμε

Διαβάστε περισσότερα

τους στην Κρυπτογραφία και τα

τους στην Κρυπτογραφία και τα Οι Ομάδες των Πλεξίδων και Εφαρμογές τους στην Κρυπτογραφία και τα Πολυμερή Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών ΕΜΠ Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Λαμπροπούλου Σοφία Ιούλιος, 2013 Περιεχόμενα

Διαβάστε περισσότερα

Ανεξαρτησία Ανεξαρτησία για οικογένειες συνόλων και τυχαίες μεταβλητές

Ανεξαρτησία Ανεξαρτησία για οικογένειες συνόλων και τυχαίες μεταβλητές 10 Ανεξαρτησία 10.1 Ανεξαρτησία για οικογένειες συνόλων και τυχαίες μεταβλητές Στην παράγραφο αυτή δουλεύουμε σε χώρο πιθανότητας (Ω, F, P). Δίνουμε καταρχάς τον ορισμό της ανεξαρτησίας για ενδεχόμενα,

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΙΑ ΣΩΜΑΤΩΝ. Σημειώσεις. Ν.Γ. Τζανάκης. Τμῆμα Μαθηματικῶν. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο

ΘΕΩΡΙΑ ΣΩΜΑΤΩΝ. Σημειώσεις. Ν.Γ. Τζανάκης. Τμῆμα Μαθηματικῶν. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο ΘΕΩΡΙΑ ΣΩΜΑΤΩΝ Σημειώσεις Ν.Γ. Τζανάκης Τμῆμα Μαθηματικῶν Πανεπιστήμιο Κρήτης - Ηράκλειο Εαρινὸ ἑξάμηνο 2011 2 Περιεχόμενα 1 Επεκτάσεις Σωμάτων 3 1.1 Βασικὲς Προτάσεις................................ 3

Διαβάστε περισσότερα

Οι γέφυρες του ποταμού... Pregel (Konigsberg)

Οι γέφυρες του ποταμού... Pregel (Konigsberg) Οι γέφυρες του ποταμού... Pregel (Konigsberg) Β Δ Β Δ Γ Γ Κύκλος του Euler (Euler cycle) είναι κύκλος σε γράφημα Γ που περιέχει κάθε κορυφή του γραφήματος, και κάθε ακμή αυτού ακριβώς μία φορά. Για γράφημα

Διαβάστε περισσότερα

Εκφωνήσεις και Λύσεις των Θεμάτων

Εκφωνήσεις και Λύσεις των Θεμάτων ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β ) ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Δευτέρα 8 Μαΐου 0 Εκφωνήσεις και Λύσεις των Θεμάτων

Διαβάστε περισσότερα

Κατάλογος τῶν Συγκερασµῶν ὅλων τῶν Βυζαντινῶν ιατονικῶν Κλιµάκων µέχρι καὶ σὲ 1200 µουσικὰ διαστήµατα (κόµµατα)

Κατάλογος τῶν Συγκερασµῶν ὅλων τῶν Βυζαντινῶν ιατονικῶν Κλιµάκων µέχρι καὶ σὲ 1200 µουσικὰ διαστήµατα (κόµµατα) Κατάλογος τῶν Συγκερασµῶν ὅλων τῶν Βυζαντινῶν ιατονικῶν Κλιµάκων µέχρι καὶ σὲ 1200 µουσικὰ διαστήµατα (κόµµατα) τοῦ Παναγιώτη. Παπαδηµητρίου ρ. Ἠλεκτρ. Μηχανικοῦ, Φυσικοῦ Περιεχόµενα 1. Εἰσαγωγή...1 2.

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. Εαρινό Εξάμηνο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. Εαρινό Εξάμηνο ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΕΠΛ231: Δομές Δεδομένων και Αλγόριθμοι Εαρινό Εξάμηνο 2017-2018 Φροντιστήριο 3 - Λύσεις 1. Εστω ο πίνακας Α = [12, 23, 1, 5, 7, 19, 2, 14]. i. Να δώσετε την κατάσταση

Διαβάστε περισσότερα

602. Συναρτησιακή Ανάλυση. Υποδείξεις για τις Ασκήσεις

602. Συναρτησιακή Ανάλυση. Υποδείξεις για τις Ασκήσεις 602. Συναρτησιακή Ανάλυση Υποδείξεις για τις Ασκήσεις Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αθηνών Αθήνα 2018 Περιεχόμενα 1 Χώροι με νόρμα 1 2 Χώροι πεπερασμένης διάστασης 23 3 Γραμμικοί τελεστές και γραμμικά

Διαβάστε περισσότερα

Εστω X σύνολο και A μια σ-άλγεβρα στο X. Ονομάζουμε το ζεύγος (X, A) μετρήσιμο χώρο.

Εστω X σύνολο και A μια σ-άλγεβρα στο X. Ονομάζουμε το ζεύγος (X, A) μετρήσιμο χώρο. 2 Μέτρα 2.1 Μέτρα σε μετρήσιμο χώρο Εστω X σύνολο και A μια σ-άλγεβρα στο X. Ονομάζουμε το ζεύγος (X, A) μετρήσιμο χώρο. Ορισμός 2.1. Μέτρο στον (X, A) λέμε κάθε συνάρτηση µ : A [0, ] που ικανοποιεί τις

Διαβάστε περισσότερα

Παντού σε αυτό το κεφάλαιο, αν δεν αναφέρεται κάτι διαφορετικό, δουλεύουμε σε ένα χώρο πιθανότητας (Ω, F, P) και η G F είναι μια σ-άλγεβρα.

Παντού σε αυτό το κεφάλαιο, αν δεν αναφέρεται κάτι διαφορετικό, δουλεύουμε σε ένα χώρο πιθανότητας (Ω, F, P) και η G F είναι μια σ-άλγεβρα. 2 Δεσμευμένη μέση τιμή 2.1 Ορισμός Παντού σε αυτό το κεφάλαιο, αν δεν αναφέρεται κάτι διαφορετικό, δουλεύουμε σε ένα χώρο πιθανότητας (Ω, F, P) και η G F είναι μια σ-άλγεβρα. Ορισμός 2.1. Για X : Ω R τυχαία

Διαβάστε περισσότερα

Δ Ι Α Κ Ρ Ι Τ Α Μ Α Θ Η Μ Α Τ Ι Κ Α. 1η σειρά ασκήσεων

Δ Ι Α Κ Ρ Ι Τ Α Μ Α Θ Η Μ Α Τ Ι Κ Α. 1η σειρά ασκήσεων Δ Ι Α Κ Ρ Ι Τ Α Μ Α Θ Η Μ Α Τ Ι Κ Α 1η σειρά ασκήσεων Ονοματεπώνυμο: Αριθμός μητρώου: Ημερομηνία παράδοσης: Μέχρι την Τρίτη 2 Απριλίου 2019 Σημειώστε τις ασκήσεις για τις οποίες έχετε παραδώσει λύση: 1

Διαβάστε περισσότερα

Ανελίξεις σε συνεχή χρόνο

Ανελίξεις σε συνεχή χρόνο 4 Ανελίξεις σε συνεχή χρόνο Σε αυτό το κεφάλαιο είναι συγκεντρωμένοι ορισμοί και αποτελέσματα από τη θεωρία των στοχαστικών ανελιξεων συνεχούς χρόνου. Με εξαίρεση την Παράγραφο 4.1, η οποία είναι εντελώς

Διαβάστε περισσότερα

Θεµελιωδης Θεωρια Αριθµων

Θεµελιωδης Θεωρια Αριθµων Θεµελιωδης Θεωρια Αριθµων Ν.Γ. Τζανάκης Τµήµα Μαθηµατικών - Πανεπιστήµιο Κρήτης 30 Σεπτεµβρίου 2008 2 Περιεχόµενα 1 ιαιρετότητα 3 1.1 Βασικὲς προτάσεις.......................... 3 1.2 Μέγιστος κοινὸς διαιρέτης......................

Διαβάστε περισσότερα

Έγκατάσταση καὶ Χρήση Πολυτονικοῦ Πληκτρολογίου σὲ Περιβάλλον Ubuntu Linux.

Έγκατάσταση καὶ Χρήση Πολυτονικοῦ Πληκτρολογίου σὲ Περιβάλλον Ubuntu Linux. Έγκατάσταση καὶ Χρήση Πολυτονικοῦ Πληκτρολογίου σὲ Περιβάλλον Ubuntu Linux. Μακρῆς Δημήτριος, Φυσικός. mailto: jd70473@yahoo.gr 1. Εἰσαγωγή. Τὸ πολυτονικὸ σύστημα καταργήθηκε τὸ 1982. Δὲν θὰ ἀσχοληθοῦμε

Διαβάστε περισσότερα

Επίλυση ειδικών μορφών ΣΔΕ

Επίλυση ειδικών μορφών ΣΔΕ 15 Επίλυση ειδικών μορφών ΣΔΕ Σε αυτό το κεφάλαιο θα δούμε κάποιες ειδικές μορφές ΣΔΕ για τις οποίες υπάρχει μέθοδος επίλυσης. Περισσότερες μπορεί να δει κανείς στο Kloeden and Plaen (199), 4.-4.4. Θα

Διαβάστε περισσότερα

επίπεδων καμπυλών Χειμερινό Εξάμηνο I(P, F G) των F και G σε ένα σημείο P A 2 K

επίπεδων καμπυλών Χειμερινό Εξάμηνο I(P, F G) των F και G σε ένα σημείο P A 2 K Θεωρία Τομών Επίπεδων Καμπυλών Εργασία στο πλαίσιο τού μαθήματος Αλγεβρικές Καμπύλες (με κωδ. αριθμό Α 19) Χειμερινό Εξάμηνο 2008-2009 Μιχαήλ Γκίκας 1 Αριθμός τομής δυο συσχετικών επίπεδων καμπυλών Εστω

Διαβάστε περισσότερα

Παραβολή ψ=αχ 2 +βχ+γ, α 0. Η παραβολή ψ = αχ 2. Γενικά : Κάθε συνάρτηση της μορφής ψ=αχ 2 + βχ +γ, α 0 λέγεται τετραγωνική συνάρτηση.

Παραβολή ψ=αχ 2 +βχ+γ, α 0. Η παραβολή ψ = αχ 2. Γενικά : Κάθε συνάρτηση της μορφής ψ=αχ 2 + βχ +γ, α 0 λέγεται τετραγωνική συνάρτηση. Η παραβολή ψ=αχ 2 +βχ+γ Σελίδα 1 από 10 Παραβολή ψ=αχ 2 +βχ+γ, α0 Γενικά : Κάθε συνάρτηση της μορφής ψ=αχ 2 + βχ +γ, α0 λέγεται τετραγωνική συνάρτηση. Η παραβολή ψ = αχ 2 Η γραφική παράσταση της συνάρτησης

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο Η εκθετική κατανομή. Η πυκνότητα πιθανότητας της εκθετικής κατανομής δίδεται από την σχέση (1.1) f(x) = 0 αν x < 0.

Κεφάλαιο Η εκθετική κατανομή. Η πυκνότητα πιθανότητας της εκθετικής κατανομής δίδεται από την σχέση (1.1) f(x) = 0 αν x < 0. Κεφάλαιο Συνεχείς Τυχαίες Μεταβλητές. Η εκθετική κατανομή Η πυκνότητα πιθανότητας της εκθετικής κατανομής δίδεται από την σχέση f(x) = λe λx αν x, αν x

Διαβάστε περισσότερα

21/11/2005 Διακριτά Μαθηματικά. Γραφήματα ΒΑΣΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ : ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΙ Δ Ι. Γεώργιος Βούρος Πανεπιστήμιο Αιγαίου

21/11/2005 Διακριτά Μαθηματικά. Γραφήματα ΒΑΣΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ : ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΙ Δ Ι. Γεώργιος Βούρος Πανεπιστήμιο Αιγαίου Γραφήματα ΒΑΣΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ : ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΙ A Ε B Ζ Η Γ K Θ Δ Ι Ορισμός Ένα (μη κατευθυνόμενο) γράφημα (non directed graph) Γ, είναι μία δυάδα από σύνολα Ε και V και συμβολίζεται με Γ=(Ε,V). Το σύνολο

Διαβάστε περισσότερα

Αλγόριθμοι & Βελτιστοποίηση

Αλγόριθμοι & Βελτιστοποίηση Αλγόριθμοι & Βελτιστοποίηση ΠΜΣ / ΕΤΥ : Μεταπτυχιακό Μάθημα 4η Ενότητα: Γραμμικά Συστήματα Εξισωσεων και Pivots Χρήστος Ζαρολιάγκης (zaro@ceid.upatras.gr) Σπύρος Κοντογιάννης (kontog@cs.uoi.gr) Τμήμα Μηχανικών

Διαβάστε περισσότερα

Σχέσεις και ιδιότητές τους

Σχέσεις και ιδιότητές τους Σχέσεις και ιδιότητές τους Διμελής (binary) σχέση Σ από σύνολο Χ σε σύνολο Υ είναι ένα υποσύνολο του καρτεσιανού γινομένου Χ Υ. Αν (χ,ψ) Σ, λέμε ότι το χ σχετίζεται με το ψ και σημειώνουμε χσψ. Στην περίπτωση

Διαβάστε περισσότερα

Η έκδοση αυτή είναι υπό προετοιμασία. Γιάννης Α. Αντωνιάδης, Αριστείδης Κοντογεώργης

Η έκδοση αυτή είναι υπό προετοιμασία. Γιάννης Α. Αντωνιάδης, Αριστείδης Κοντογεώργης Θεωρία Αριθμών και Εφαρμογές Η έκδοση αυτή είναι υπό προετοιμασία Γιάννης Α. Αντωνιάδης, Αριστείδης Κοντογεώργης 9 Φεβρουαρίου 2015 2 Περιεχόμενα I ΑΡΙΘΜΟΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΡΗΤΩΝ ΑΡΙΘΜΩΝ 7 1 ΔΙΑΙΡΕΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

HY 280. θεμελιακές έννοιες της επιστήμης του υπολογισμού ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ. Γεώργιος Φρ.

HY 280. θεμελιακές έννοιες της επιστήμης του υπολογισμού ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ. Γεώργιος Φρ. HY 280 «ΘΕΩΡΙΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ» θεμελικές έννοιες της επιστήμης του υπολογισμού ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ Γεώργιος Φρ. Γεωργκόπουλος μέρος Α Εισγωγή, κι η σική θεωρί των πεπερσμένων

Διαβάστε περισσότερα

Γενικό Λύκειο Μαραθοκάμπου Σάμου. Άλγεβρα Β λυκείου. 13 Οκτώβρη 2016

Γενικό Λύκειο Μαραθοκάμπου Σάμου. Άλγεβρα Β λυκείου. 13 Οκτώβρη 2016 Γενικό Λύκειο Μαραθοκάμπου Σάμου Άλγεβρα Β λυκείου Εργασία2 η : «Συναρτήσεις» 13 Οκτώβρη 2016 Ερωτήσεις Θεωρίας 1.Πότελέμεότιμιασυνάρτησηfείναιγνησίωςάυξουσασεέναδιάστημα του πεδίου ορισμού της; 2.Πότελέμεότιμιασυνάρτησηfείναιγνησίωςφθίνουσασεέναδιάστημα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΛΟΓΟΣ. Αθήνα, 12 Απριλίου 2016.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ. Αθήνα, 12 Απριλίου 2016. Αλγεβρική Γεωμετρία ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος Κεφάλαιο 1. Αλγεβρικές ποικιλότητες 1 1. Αλγεβρικά Σύνολα 1 2. Το Θεώρημα Ριζών του Hilbert 7 3. Συγγενείς Αλγεβρικές Ποικιλότητες 14 4. Πολλαπλότητα και Πολλαπλότητα

Διαβάστε περισσότερα

Ἐγκατάστασις ICAMSoft Law Applications' Application Server ἔκδοση 3.x (Rel 1.1-6ος 2009) 1

Ἐγκατάστασις ICAMSoft Law Applications' Application Server ἔκδοση 3.x (Rel 1.1-6ος 2009) 1 Ἐγκατάστασις ICAMSoft Law Applications' Application Server ἔκδοση 3.x (Rel 1.1-6ος 2009) 1 Ἐγκατάστασις ICAMSoft Law3 Application Server ὅτι ἀναφέρεται ἐδῶ δὲν μπορεῖ νὰ ἐκτελεσθεῖ δικτυακά, δηλ. ἀπὸ ἄλλον

Διαβάστε περισσότερα

Η εξίσωση Black-Scholes

Η εξίσωση Black-Scholes 8 Η εξίσωση Black-Scholes 8. Μια απλή αγορά Θεωρούμε ότι έχουμε μια αγορά που έχει μόνο δύο προϊόντα. Το ένα είναι η δυνατότητα κατάθεσης σε μια τράπεζα (ισοδύναμα, αγορά ομολόγων της τράπεζας) και το

Διαβάστε περισσότερα

Martingales. 3.1 Ορισμός και παραδείγματα

Martingales. 3.1 Ορισμός και παραδείγματα 3 Martingales 3.1 Ορισμός και παραδείγματα Εστω χώρος πιθανότητας (Ω, F, P). Διήθηση σε αυτό τον χώρο λέμε μια αύξουσα ακολουθία (F n ) n 0 σ-αλγεβρών, η καθεμία από τις οποίες είναι υποσύνολο της F. Δηλαδή,

Διαβάστε περισσότερα

Ο Ισχυρός Νόμος των Μεγάλων Αριθμών

Ο Ισχυρός Νόμος των Μεγάλων Αριθμών 1 Ο Ισχυρός Νόμος των Μεγάλων Αριθμών Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζουμε ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα της Θεωρίας Πιθανοτήτων, τον ισχυρό νόμο των μεγάλων αριθμών. Η διατύπωση που θα αποδείξουμε

Διαβάστε περισσότερα

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ἤ 01ο (01-52) 01-05 Ὁ Λόγος εἶναι Θεὸς καὶ ημιουργὸς τῶν πάντων Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ τὸ Θεὸ Πατέρα καὶ ἦταν Θεὸς ὁ Λόγος. Αὐτὸς ἦταν στὴν ἀρχὴ μαζὶ μὲ τὸ Θεὸ Πατέρα.

Διαβάστε περισσότερα

Ἑλληνικὰ σταυρόλεξα μὲ τὸ L A T E X

Ἑλληνικὰ σταυρόλεξα μὲ τὸ L A T E X eutypon32-33 2014/11/30 12:03 page 19 #23 Εὔτυπον, τεῦχος 32-33 Ὀκτώβριος/October 2014 19 Ἑλληνικὰ σταυρόλεξα μὲ τὸ L A T E X Ἰωάννης Α. Βαμβακᾶς Ιωάννης Α. Βαμβακᾶς Παπαθεοφάνους 12 853 00 Κῶς Η/Τ: gavvns

Διαβάστε περισσότερα

Εἰσαγωγὴ. Αὐτόματη Δημιουργία Οἰκονομικῶν Κινήσεων Ἀμοιβῶν. Αὐτόματη Δημιουργία Οἰκονομικῶν Κινήσεων Ἀμοιβῶν. ICAMSoft Law Applications Σημειώ σεις

Εἰσαγωγὴ. Αὐτόματη Δημιουργία Οἰκονομικῶν Κινήσεων Ἀμοιβῶν. Αὐτόματη Δημιουργία Οἰκονομικῶν Κινήσεων Ἀμοιβῶν. ICAMSoft Law Applications Σημειώ σεις Εἰσαγωγὴ Ὅπως γνωρίζουν ὅλοι οἱ χρῆστες τῶν δικηγορικῶν ἐφαρμογῶν μας, τὰ εἴδη τῶν ἐνεργειῶν ποὺ μποροῦν νὰ καταγραφοῦν σὲ μία ὑπόθεση εἶναι 1. Ἐνέργειες Ἐξέλιξης, 2. Οἰκονομικές, 3. Λοιπές Ἐνέργειες &

Διαβάστε περισσότερα

11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ)

11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ) 15/03/2019 11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ) / Νέοι και Εκκλησία Κατά την Κυριακὴ 10 Μαρτίου 2019 καὶ ὥρα 10:45 π.μ. (ἀμέσως μετὰ τὴν Θεία Λειτουργία) πραγματοποιήθηκε

Διαβάστε περισσότερα

Μαθηματικά Πληροφορικής

Μαθηματικά Πληροφορικής Πανεπιστήμιο Αθηνών Μαθηματικά Πληροφορικής Ηλίας Κουτσουπιάς Αθήνα, Οκτώβριος 2009 Περιεχόμενα Περιεχόμενα 1 Σύνολα... 5 ΆλλαΣύμβολα... 6 1 Υποθέσεις και Θεωρήματα 9 1.1 Παρατήρηση-Υπόθεση-Απόδειξη...

Διαβάστε περισσότερα

17 Μαρτίου 2013, Βόλος

17 Μαρτίου 2013, Βόλος Συνήθεις ιαφορικές Εξισώσεις 1ης Τάξης Σ Ε 1ης τάξης, Πεδία κατευθύνσεων, Υπαρξη και μοναδικότητα, ιαχωρίσιμες εξισώσεις, Ολοκληρωτικοί παράγοντες, Αντικαταστάσεις, Αυτόνομες εξισώσεις Μανόλης Βάβαλης

Διαβάστε περισσότερα

α 0. α ν x ν +α ν 1 x ν α 1 x+α 0 α ν x ν,α ν 1 x ν 1,...,α 1 x,α 0, ...,α 1,α 0,

α 0. α ν x ν +α ν 1 x ν α 1 x+α 0 α ν x ν,α ν 1 x ν 1,...,α 1 x,α 0, ...,α 1,α 0, Άλγεβρα Β Λυκείου - Πολυώνυμα: Θεωρία, Μεθοδολογία και Λυμένες ασκήσεις Κώστας Ράπτης Μάιος 2011 Μέρος I Πολυώνυμα 1 Πολυώνυμα 1.1 Στοιχεία ϑεωρίας Καλούμε μονώνυμο του x κάθε παράσταση της μορφήςαx ν,

Διαβάστε περισσότερα

( ιμερείς) ΙΜΕΛΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ Α Β «απεικονίσεις»

( ιμερείς) ΙΜΕΛΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ Α Β «απεικονίσεις» ( ιμερείς) ΙΜΕΛΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ Α Β «πεικονίσεις» 1. ΣΧΕΣΕΙΣ: το σκεπτικό κι ο ορισμός. Τ σύνολ νπριστούν ιδιότητες μεμονωμένων στοιχείων: δεδομένου συνόλου S, κι ενός στοιχείου σ, είνι δυντόν είτε σ S είτε

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία Συνόλων - Set Theory

Θεωρία Συνόλων - Set Theory Θεωρία Συνόλων - Set Theory Ἐπισκόπηση γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν Πρωτοετῶν Φοιτητῶν τοῦ Τµήµατος Διοίκησης, στὸ µάθηµα Γενικὰ Μαθηµατικά. Ὑπὸ Γεωργίου Σπ. Κακαρελίδη, Στὸ Τµῆµα Διοίκησης ΤΕΙ Δυτικῆς Ἑλλάδος

Διαβάστε περισσότερα

Η ανισότητα α β α±β α + β με α, β C και η χρήση της στην εύρεση ακροτάτων.

Η ανισότητα α β α±β α + β με α, β C και η χρήση της στην εύρεση ακροτάτων. A A N A B P Y T A Άρθρο στους Μιγαδικούς Αριθμούς 9 5 0 Η ανισότητα α β α±β α + β με α, β C και η χρήση της στην εύρεση ακροτάτων. Δρ. Νίκος Σωτηρόπουλος, Μαθηματικός Εισαγωγή Το άρθρο αυτό γράφεται με

Διαβάστε περισσότερα

Στοχαστικές διαφορικές εξισώσεις

Στοχαστικές διαφορικές εξισώσεις 14 Στοχαστικές διαφορικές εξισώσεις 14.1 Γενικά Στοχαστική διαφορική εξίσωση λέμε μια εξίσωση της μορφής dx = µ(, X ) d + σ(, X ) db, X = x, (14.1) με µ, σ : [, ) R R μετρήσιμες συναρτήσεις, x R, και B

Διαβάστε περισσότερα

EISGCGSG Dò. «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Σάββατο, 22α Δεκεμβρίου 2012

EISGCGSG Dò. «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Σάββατο, 22α Δεκεμβρίου 2012 EISGCGSEIS OQHODONGS EIJOMOKOCIAS EISGCGSG Dò «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Εἰσηγητής: +Θεοφ. Ἐπίσκοπος Μεθώνης κ. Ἀμβρόσιος, Ἱστορικὸς Τέχνης Στὸ πλαίσιο τῆς Ἔκθεσης

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΟΛΑ (προσέξτε τα κοινά χαρακτηριστικά των παρακάτω προτάσεων) Οι άνθρωποι που σπουδάζουν ΤΠ&ΕΣ και βρίσκονται στην αίθουσα

ΣΥΝΟΛΑ (προσέξτε τα κοινά χαρακτηριστικά των παρακάτω προτάσεων) Οι άνθρωποι που σπουδάζουν ΤΠ&ΕΣ και βρίσκονται στην αίθουσα ΣΥΝΟΛΑ (προσέξτε τα κοινά χαρακτηριστικά των παρακάτω προτάσεων) Οι άνθρωποι που σπουδάζουν ΤΠ&ΕΣ και βρίσκονται στην αίθουσα Τα βιβλία διακριτών μαθηματικών του Γ.Β. Η/Υ με επεξεργαστή Pentium και χωρητικότητα

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Μιγαδική Ανάλυση. (Πρώτη Ολοκληρωμένη Γραφή)

Εισαγωγή στη Μιγαδική Ανάλυση. (Πρώτη Ολοκληρωμένη Γραφή) Εισαωή στη Μιαδική Ανάλυση Σημειώσεις (Πρώτη Ολοκληρωμένη Γραφή) Ε. Στεφανόπουλος Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Αιαίου Καρλόβασι Καλοκαίρι 26 Πρόλοος Οι σημειώσεις αυτές είναι αποτέλεσμα επεξερασίας

Διαβάστε περισσότερα

Ὄχι στὴν ρινόκερη σκέψη τοῦ ρινόκερου Κοινοβουλίου μας! (ε ) Tὸ Παγκόσμιο Οἰκονομικὸ Φόρουμ προωθεῖ τὴν ὁμοφυλοφιλία*

Ὄχι στὴν ρινόκερη σκέψη τοῦ ρινόκερου Κοινοβουλίου μας! (ε ) Tὸ Παγκόσμιο Οἰκονομικὸ Φόρουμ προωθεῖ τὴν ὁμοφυλοφιλία* Ὄχι στὴν ρινόκερη σκέψη τοῦ ρινόκερου Κοινοβουλίου μας! (ε ) Tὸ Παγκόσμιο Οἰκονομικὸ Φόρουμ προωθεῖ τὴν ὁμοφυλοφιλία* «Οἱ ὁμοφυλόφιλοι ἀπὸ τὴν δεκαετία τοῦ 2000 ἐμφανίζονται πανίσχυροι οἰκονομικὰ καὶ κοινωνικά,

Διαβάστε περισσότερα

1 Γενικευµένη µέθοδος Pollard Γενικὴ Αρχή 1.1.

1 Γενικευµένη µέθοδος Pollard Γενικὴ Αρχή 1.1. Παραγοντοποίηση Καθηγητὴς ΝΓ Τζανάκης 12 εκεµβρίου 2007 Στὰ παρακάτω, ὑποτίθεται ὅτι εἶναι ἕνας πολὺ µεγάλος ἀριθµὸς καὶ ἕνας πρῶτος διαιρέτης του, τὸν ὁποῖο δὲν γνωρίζοµε Αὐτὸ ποὺ ἐπιδιώκοµε εἶναι ἡ εὕρεση

Διαβάστε περισσότερα

Ο τύπος του Itô. f (s) ds (12.1) f (g(s)) dg(s). (12.2) t f (B s ) db s + 1 2

Ο τύπος του Itô. f (s) ds (12.1) f (g(s)) dg(s). (12.2) t f (B s ) db s + 1 2 12 Ο τύπος του Itô Για συνάρτηση f : R R με συνεχή παράγωγο, έχουμε d f (s) = f (s) ds που σε ολοκληρωτική μορφή σημαίνει f (b) f (a) = b a f (s) ds (12.1) για κάθε a < b. Αν επιπλέον και η g : R R έχει

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. H λογική ασχολείται με δύο έννοιες, την αλήθεια και την απόδειξη. Oι έννοιες αυτές έχουν γίνει

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. H λογική ασχολείται με δύο έννοιες, την αλήθεια και την απόδειξη. Oι έννοιες αυτές έχουν γίνει ΕΙΣΑΓΩΓΗ ------------------------------------------------------------------------------------- H λογική ασχολείται με δύο έννοιες, την αλήθεια και την απόδειξη. Oι έννοιες αυτές έχουν γίνει αντικείμενο

Διαβάστε περισσότερα

Μεγάλες αποκλίσεις* 17.1 Η έννοια της μεγάλης απόκλισης

Μεγάλες αποκλίσεις* 17.1 Η έννοια της μεγάλης απόκλισης 7 Μεγάλες αποκλίσεις* 7. Η έννοια της μεγάλης απόκλισης Εστω (X ) ανεξάρτητες και ισόνομες τυχαίες μεταβλητές ώστε P(X = ) = P(X = ) = /2 και S = k= X k το άθροισμα των πρώτων από αυτές. Ο νόμος των μεγάλων

Διαβάστε περισσότερα

Επιχειρησιακή Ερευνα Ι

Επιχειρησιακή Ερευνα Ι Επιχειρησιακή Ερευνα Ι Μ. Ζαζάνης Κεφάλαιο 1 Τετραγωνικές μορφές στον R n και το ϑεώρημα του Taylor Ορισμός 1. Εστω a 11 a 1n A =.. a n1 a nn συμμετρικός πίνακας n n με στοιχεία στους πραγματικούς αριθμούς.

Διαβάστε περισσότερα

ODBC Install and Use. Κατεβάζετε καὶ ἐγκαθιστᾶτε εἴτε τήν ἔκδοση 32bit εἴτε 64 bit

ODBC Install and Use. Κατεβάζετε καὶ ἐγκαθιστᾶτε εἴτε τήν ἔκδοση 32bit εἴτε 64 bit Oἱ ἐφαρμογές Law4 χρησιμοποιοῦν τὸν Firebird SQL Server 32 ἤ 64 bit, ἔκδοση 2.5.x Γιὰ νὰ κατεβάσετε τὸν ODBC πηγαίνετε στό site www.firebirdsql.org στήν δ/νση http://www.firebirdsql.org/en/odbc-driver/

Διαβάστε περισσότερα

Παραθέτουμε απόσπασμα του άρθρου: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΠΙΣΤΕΥΤΟΝ- Οι Ιεχωβάδες και οι Μασόνοι κεφάλαια εις το βιβλίον των θρ

Παραθέτουμε απόσπασμα του άρθρου: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΠΙΣΤΕΥΤΟΝ- Οι Ιεχωβάδες και οι Μασόνοι κεφάλαια εις το βιβλίον των θρ Με ένα από τα αγαπημένα της θέματα ασχολήθηκε για μια ακόμη φορά, στο φύλλο 1991 της 27ης Σεπτεμβρίου 2013, η εφημερίδα ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ. Αιτία, το κεφάλαιο του βιβλίου των Θρησκευτικών που διδάσκεται στην

Διαβάστε περισσότερα

3. δυνητικό: ἄν, ποὺ σημαίνει κάτι ποὺ μπορεὶ ἤ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει.

3. δυνητικό: ἄν, ποὺ σημαίνει κάτι ποὺ μπορεὶ ἤ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει. 1 Άκλιτα μέρη Μόρια Λέγονται οι άκλιτες λέξεις, οι περισσότερες μονοσύλλαβες, που δεν ανήκουν κανονικά σ ένα ορισμένο μέρος του λόγου. Αυτά έχουν κυρίως επιρρηματική σημασία και χρησιμοποιούνται στο λόγο

Διαβάστε περισσότερα

Συναρτήσεις. Σημερινό μάθημα

Συναρτήσεις. Σημερινό μάθημα Συναρτήσεις Σημερινό μάθημα C++ Συναρτήσεις Δήλωση συνάρτησης Σύνταξη συνάρτησης Πρότυπο συνάρτησης & συνάρτηση Αλληλο καλούμενες συναρτήσεις συναρτήσεις μαθηματικών Παράμετροι συναρτήσεων Τοπικές μεταβλητές

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ Τὰ Ἕξι μεγάλα ἐρωτήματα τῆς δυτικῆς μεταφυσικῆς καταλαμβάνουν μιὰ ξεχωριστὴ θέση στὴν ἱστορία τῆς φιλοσοφικῆς ἱστοριογραφίας. Ὁ συγγραφέας του βιβλίου, Χάιντς Χάιμζετ (1886-1975),

Διαβάστε περισσότερα

Χαρακτηριστικές συναρτήσεις

Χαρακτηριστικές συναρτήσεις 13 Χαρακτηριστικές συναρτήσεις 13.1 Μετασχηματισμός Fourier μέτρου πιθανότητας στο R Εστω (Ω, F, µ) χώρος μέτρου και f : Ω C Borel-μετρήσιμη συνάρτηση. Το πραγματικό και φανταστικό μέρος της f, που τα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: ΕΠΩΝΥΜΟ: ΟΝΟΜΑ: ΟΜΑΔΑ Α Για τις προτάσεις Α1 μέχρι και Α6 να

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Χελιώτης ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ ΣΤΙΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ

Δημήτρης Χελιώτης ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ ΣΤΙΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ Δημήτρης Χελιώτης ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ ΣΤΙΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ ii ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΕΛΙΩΤΗΣ Επίκουρος καθηγητής Τμήμα Μαθηματικών Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνων Ενα δεύτερο μάθημα στις πιθανότητες Ενα δεύτερο

Διαβάστε περισσότερα

Ευρωπαϊκά παράγωγα Ευρωπαϊκά δικαιώματα

Ευρωπαϊκά παράγωγα Ευρωπαϊκά δικαιώματα 17 Ευρωπαϊκά παράγωγα 17.1 Ευρωπαϊκά δικαιώματα Ορισμός 17.1. 1) Ευρωπαϊκό δικαίωμα αγοράς σε μία μετοχή είναι ένα συμβόλαιο που δίνει στον κάτοχό του το δικαίωμα να αγοράσει μία μετοχή από τον εκδότη

Διαβάστε περισσότερα

Στους κήπους της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης

Στους κήπους της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης 26/02/2019 Στους κήπους της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης Πατριαρχεία / Οικουμενικό Πατριαρχείο Ἡ Ἱερὰ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τοῦ περιβαλλοντικὰ εὐαισθητοποιημένου καὶ πρωτοπόρου

Διαβάστε περισσότερα

Κατασκευή της κίνησης Brown και απλές ιδιότητες

Κατασκευή της κίνησης Brown και απλές ιδιότητες 5 Κατασκευή της κίνησης Brown και απλές ιδιότητες 51 Ορισμός, ύπαρξη, και μοναδικότητα Ορισμός 51 Μια στοχαστική ανέλιξη { : t } ορισμένη σε έναν χώρο πιθανότητας (Ω, F, P) και με τιμές στο R λέγεται (μονοδιάστατη)

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 2. Παραγοντοποίηση σε Ακέραιες Περιοχές

Κεφάλαιο 2. Παραγοντοποίηση σε Ακέραιες Περιοχές Κεφάλαιο Παραγοντοποίηση σε Ακέραιες Περιοχές Γνωρίζουµε ότι στο Ÿ κάθε στοιχείο εκτός από το 0 και τα ± γράφεται ως γινόµενο πρώτων αριθµών κατά τρόπο ουσιαστικά µοναδικό Από τη Βασική Άλγεβρα ξέρουµε

Διαβάστε περισσότερα

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ 2. Σάμης Τρέβεζας

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ 2. Σάμης Τρέβεζας ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ 2 Σάμης Τρέβεζας ii ΣΑΜΗΣ ΤΡΕΒΕΖΑΣ Λέκτορας Τμήμα Μαθηματικών Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνων Πιθανότητες ΙΙ Σημειώσεις σε εξέλιξη... (02/03) Περιεχόμενα 1 Δομές σε Οικογένειες

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. Εαρινό Εξάμηνο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. Εαρινό Εξάμηνο ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΕΠΛ231: Δομές Δεδομένων και Αλγόριθμοι Εαρινό Εξάμηνο 2017-2018 Φροντιστήριο 3 1. Εστω η στοίβα S και ο παρακάτω αλγόριθμος επεξεργασίας της. Να καταγράψετε την κατάσταση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Β ΤΑΞΗ. ΘΕΜΑ 1ο

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Β ΤΑΞΗ. ΘΕΜΑ 1ο ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΘΕΜΑ 1ο ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Σ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 30 ΜΑΪΟΥ 2000 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΦΥΣΙΚΗ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ ΩΝ: ΕΞΙ (6) Στις ερωτήσεις 1-4 να γράψετε

Διαβάστε περισσότερα

Ἀσκητὲς καὶ ἀσκητήρια στὴ νῆσο Σκόπελο

Ἀσκητὲς καὶ ἀσκητήρια στὴ νῆσο Σκόπελο Ἀσκητὲς καὶ ἀσκητήρια στὴ νῆσο Σκόπελο (Μιὰ πρώτη προσέγγιση στὸ θέμα) Εἰπώθηκε, πὼς ὁλόκληρο τὸ Ἅγιον Ὄρος μοιάζει μὲ τὸ Καθολικὸ ἑνὸς ἰεροῦ Ναοῦ καὶ ὅτι ἡ περιοχὴ ἀπὸ τὴν Ἁγία Ἄννα καὶ πέρα εἶναι τὸ

Διαβάστε περισσότερα

Στήν Σελίδα Παρατηρήσεις στὸ κάτω μέρος καταγράφονται / ἐμφανίζονται τυχόν ἐντοπισθέντα περιουσιακά στοιχεῖα (IX, άκίνητα, ἀγροτεμάχια κλπ)

Στήν Σελίδα Παρατηρήσεις στὸ κάτω μέρος καταγράφονται / ἐμφανίζονται τυχόν ἐντοπισθέντα περιουσιακά στοιχεῖα (IX, άκίνητα, ἀγροτεμάχια κλπ) Κάρτα Ἀντιδίκου Στήν Σελίδα Παρατηρήσεις στὸ κάτω μέρος καταγράφονται / ἐμφανίζονται τυχόν ἐντοπισθέντα περιουσιακά στοιχεῖα (IX, άκίνητα, ἀγροτεμάχια κλπ) Ἡ Εἰσαγωγή/Μεταβολή/Διαγραφή γίνεται μέσω τῶν

Διαβάστε περισσότερα

"Η απεραντοσύνη του σύμπαντος εξάπτει τη φαντασία μου. Υπάρχει ένα τεράστιο σχέδιο, μέρος του οποίου ήμουν κι εγώ".

Η απεραντοσύνη του σύμπαντος εξάπτει τη φαντασία μου. Υπάρχει ένα τεράστιο σχέδιο, μέρος του οποίου ήμουν κι εγώ. "Η απεραντοσύνη του σύμπαντος εξάπτει τη φαντασία μου. Υπάρχει ένα τεράστιο σχέδιο, μέρος του οποίου ήμουν κι εγώ". "Ότι ανόητο είπα μπορεί και να είναι ένα ρέψιμο κάποιου ξεχασμένου αστέρα..." "Δεν κάνει

Διαβάστε περισσότερα

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ὑπ ἀριθμ. 17

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ὑπ ἀριθμ. 17 Πρὸς Ἅπαντας τοὺς Ἐφημερίους τῆς καθ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ὑπ ἀριθμ. 17 Θέμα: «Περὶ τῆς νομιμότητας τελέσεως τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος ἀνηλίκων». Ἀγαπητοὶ Πατέρες, Σχετικὰ μὲ τὶς προϋποθέσεις,

Διαβάστε περισσότερα

Νικηφόρος Βρεττάκος

Νικηφόρος Βρεττάκος http://hallofpeople.com/gr/ Νικηφόρος Βρεττάκος Τα μάτια της Μαργαρίτας Βρήκα μέσα στα μάτια σου τα βιβλία που δεν έγραψα. Θάλασσες. Κόσμους. Πολιτείες. Ορίζοντες. Κανάλια. Βρήκα τ αυτοκρατορικά όρη της

Διαβάστε περισσότερα

Νὰ συγκαλέσει πανορθόδοξη Σύνοδο ή Σύναξη των Προκαθημένων καλεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη η Κύπρος αν ο στόχος δεν επιτευχθεί

Νὰ συγκαλέσει πανορθόδοξη Σύνοδο ή Σύναξη των Προκαθημένων καλεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη η Κύπρος αν ο στόχος δεν επιτευχθεί 18/02/2019 Νὰ συγκαλέσει πανορθόδοξη Σύνοδο ή Σύναξη των Προκαθημένων καλεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη η Κύπρος αν ο στόχος δεν επιτευχθεί Αυτοκέφαλες Εκκλησίες / Εκκλησία της Κύπρου Ανακοίνωση σχετικά

Διαβάστε περισσότερα

Σημειώσεις Μαθηματικών Μεθόδων. Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Σημειώσεις Μαθηματικών Μεθόδων. Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Σημειώσεις Μαθηματικών Μεθόδων Μιχάλης Ζαζάνης Τμήμα Στατιστικής Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Φεβρουαρίου 08 Κεφάλαιο Το Μιγαδικό Εκθετικό Είναι γνωστό ότι η εκθετική συνάρτηση e x έχει το ανάπτυγμα

Διαβάστε περισσότερα

Χρήση τῶν Στατιστικῶν / Ἐρευνητικῶν Ἐργαλείων τοῦ

Χρήση τῶν Στατιστικῶν / Ἐρευνητικῶν Ἐργαλείων τοῦ ICAMSoft SmartMedicine v.3 Στατιστικά Χρήση τῶν Στατιστικῶν / Ἐρευνητικῶν Ἐργαλείων τοῦ ICAMSoft Applications White Papers Φεβρουάριος 2010 Σελίς: 1 / 14 Στατιστικά ICAMSoft SmartMedicine v.3 Μenu Στατιστικά

Διαβάστε περισσότερα