|
|
- Ίακχος Παπαγεωργίου
- 6 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1 Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Εφαρμοσμενων Μαθηματικων Και Φυσικων Επιστημων Γραμμική Βελτιστοποίηση Στον C(Ω) Και Ασφάλιση Χαρτοφυλακίου Φοιτητής: Γιώργος Βερναρδάκης Καθηγητής: Ιωάννης Πολυράκης 17 Οκτωβρίου 2016
2
3 Περιεχόμενα 1 Βασικές Εννοιες Διατεταγμένοι Χώροι Γραμμικοί Σύνδεσμοι Υποσύνδεσμοι Σύνδεσμοι-Υπόχωροι Θετικές Βάσεις Γραμμική Βελτιστοποίηση στον C(Ω) Το Πρόβλημα Σύνδεσμος-Υπόχωρος Ελαχιστικός Σύνδεσμος-Υπόχωρος Βάση Προβολή Κριτήριο Πολυτόπου Το Ισοδύναμο Πρόβλημα Γραμμικού Προγραμματισμού Ο Αλγόριθμος Ασφάλιση Χαρτοφυλακίου Κυριαρχημένη Διάταξη Χαρτοφυλακίων Ασφάλιση Χαρτοφυλακίου Παραδείγματα 35 1
4 2
5 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στην παρούσα διπλωματική εργασία επιχειρώ να μυήσω τον αναγνώστη σε μία όχι ιδιαιτέρως διαδεδομένη μέθοδο Ασφάλισης Χαρτοφυλακίων. Πιο συγκεκριμένα, αναζητάμε μια ασφάλιση ελαχίστου κόστους τού χαρτοφυλακίου θ στο πάτωμα κ και στην τιμή q. Το εν λόγω πρόβλημα ελαχιστοποίησης δεν έχει πάντα λύση και, ακόμα και αν έχει, πολλές φορές είναι αδύνατον να προσδιοριστεί. Ως εκ τούτου, αποτέλεσε αφορμή για τούς ερευνητές ούτως ώστε να αναζητήσουν αλγορίθμους που επιλύουν το πρόβλημα, όπως αυτόν που παρουσιάζεται στην παρούσα εργασία. Στην 1 η ενότητα παρατίθενται τα κατάλληλα εργαλεία και η μαθηματική θεωρία που κρίνονται ως προαπαιτούμενα για τη μέγιστη δυνατή κατανόηση τού προβλήματος, ενώ στην 2 η ενότητα πραγματοποιείται λεπτομερής περιγραφή τού προβλήματος και τού αλγορίθμου που το επιλύει. Εν συνεχεία, στην 3 η ενότητα καθίσταται σαφές το πώς η εν λόγω θεωρία εφαρμόζεται στο πρόβλημα τής Ασφάλισης Χαρτοφυλακίων και τέλος, στην 4 η ενότητα παρουσιάζονται μερικά παραδείγματα που αποσκοπούν στην σύνδεση θεωρίας και πράξης, καθώς και στην (πιο) άμεση μετάδοση ερεθισμάτων στους νέους, επίδοξους ερευνητές. Πρόκειται για μία βιβλιογραφική εργασία, η οποία έχει βασιστεί στο ομώνυμο άρθρο τού επιβλέποντα καθηγητή μου, Ιωάννη Πολυράκη. Αφιερώνω, λοιπόν, μερικές γραμμές για να τον ευχαριστήσω θερμά, όχι μόνο επειδή φρόντισε να μού υπενθυμίσει πόση γοητεία περιέχουν τα Μαθηματικά σε μια περίοδο όπου όλες οι έννοιες στο κεφάλι μου είχαν τεθεί υπό αμφισβήτηση, αλλά και επειδή ανέχτηκε την ανώριμη ασυνέπειά μου και με στήριξε, σαν φίλος. Κλείνοντας, ευχαριστώ την οικογένειά μου και τούς φίλους μου, που ακατάπαυστα επικροτούν οποιαδήποτε προσπάθειά μου, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Συνεπώς, παρόλο που η χρήση τού πρώτου ενικού στο παρόν κείμενο ήταν αναπόφευκτη, πρόκειται για μία συλλογική δουλειά. 3
6 4
7 Ενότητα 1 Βασικές Εννοιες 1.1 Διατεταγμένοι Χώροι Εφοδιάζοντας ένα σύνολο Χ με πράξεις, όπως αυτή τής πρόσθεσης (+) ανάμεσα στα στοιχεία του και τού πολλαπλασιασμού (*) με τα στοιχεία ενός σώματος (όπως το σύνολο των πραγματικών αριθμών ή των μιγαδικών), αποκτούμε αλγεβρική δομή για το σύνολο Χ. Συνεπώς, μπορούμε να εξετάσουμε διάφορες ιδιότητες για αυτό το σύνολο, όπως, για παράδειγμα, αν είναι διανυσματικός χώρος. Ορισμός Ενα σύνολο X εφοδιασμένο με την πράξη τής πρόσθεσης (+) θα ονομάζεται Πραγματικός Διανυσματικός (ή Γραμμικός) Χώρος όταν ικανοποιεί τις εξής ιδιότητες: (i) (x + y) + z = x + (y + z) x, y, z X. (ii) x + y = y + x x, y X. (iii) Υπάρχει μηδενικό στοιχείο, έστω 0, τέτοιο ώστε x + 0 = 0 + x = x x X. (iv) Για κάθε x X υπάρχει αντίθετο στοιχείο, έστω x, τέτοιο ώστε x + ( x) = ( x) + x = 0. (v) λ(x + y) = λx + λy x, y X και λ R. (vi) (λ + µ)x = λx + µx x X και λ, µ R. 5
8 (vii) λ(µx) = (λµ)x x X και λ, µ R. (viii) 1x = x1 = x x X. Ορισμός Εστω Y υποσύνολο τού X. Θα λέμε ότι το σύνολο Y ε- ίναι Πραγματικός Διανυσματικός (ή Γραμμικός) υπόχωρος τού X αν για κάθε x, y Y ισχύει ότι: (i) x + y Y (ii) λx Y λ R. Συνέπεια Από τούς παραπάνω ορισμούς προκύπτει άμεσα ότι αν το σύνολο Y είναι διανυσματικός υπόχωρος τού X, τότε η τριάδα (Y, +, ) θα είναι διανυσματικός χώρος με μηδενικό στοιχείο το 0 τού X. Επειτα, εφοδιάζουμε το σύνολο με μία σχέση διάταξης ( ) για να μπορούμε να διατάξουμε και να συγκρίνουμε τα στοιχεία του. Μία σχέση διάταξης μπορεί να είναι ολική, αν μάς δίνει τη δυνατότητα να διατάξουμε όλα τα στοιχεία τού συνόλου ανά δύο ή μερική αν διατάσσονται μόνο συγκεκριμένα ζεύγη στοιχείων. Για παράδειγμα, ο χώρος των πραγματικών αριθμών είναι ένα ολικά διατεταγμένο σύνολο, αφού για κάθε δύο στοιχεία του μπορούμε άμεσα να αποφασίσουμε ποιό είναι μεγαλύτερο και ποιό μικρότερο. Αντιθέτως, ο R 2 είναι ένας μερικά διατεταγμένος χώρος, γεγονός που διαπιστώνεται εύκολα όταν επιχειρήσουμε να συγκρίνουμε το διάνυσμα (0,1) με το (1,0). Το τελευταίο συμπέρασμα ισχύει γενικώς για τον R n με n N. Ορισμός Εστω X διανυσματικός χώρος εφοδιασμένος με μία σχέση μερικής διάταξης, η οποία ικανοποιεί τις ακόλουθες ιδιότητες: Για κάθε x X ισχύει ότι x x (ανακλαστική). Για κάθε x, y X, ισχύει ότι αν x y και y x τότε x = y (αντισυμμετρική). 6
9 Για κάθε x, y, z X, ισχύει ότι αν x y και y z τότε x z (μεταβατική). Αν επιπλέον η είναι συμβατή με την αλγεβρική δομή τού X με την έννοια ότι ικανοποιείται και η ακόλουθη τέταρτη ιδιότητα: Για κάθε x, y, z X με x y και µ 0, ισχύει ότι x + z y + z και µx µy. τότε λέμε ότι το ζευγάρι (X, ) είναι ένας μερικά διατεταγμένος διανυσματικός χώρος. Ορισμός Εστω X, Y διανυσματικοί χώροι. Μία απεικόνιση T : X Y ονομάζεται γραμμικός τελεστής αν και μόνον αν T (ax + by) = at (x) + bt (y), για κάθε x, y X και a, b R. Ορίζουμε ως L(X, Y ) τον χώρο όλων των γραμμικών συνεχών τελεστών T : X Y, ο οποίος είναι διανυσματικός χώρος, αφού για κάθε T, S L(X, Y ) και λ R αποδεικνύεται εύκολα ότι ο τελεστής λt + S είναι γραμμικός και άρα ανήκει στον L(X, Y ). Παρακάτω θα διαπιστώσουμε ότι ο L(X, Y ) είναι ένας μερικά διατεταγμένος διανυσματικός χώρος. Ορισμός Εστω X διανυσματικός χώρος ως προς το σώμα των πραγματικών αριθμών. Ορίζουμε ως γραμμικό συναρτησιοειδές (linear functional) κάθε γραμμικό τελεστή p : X R. Αν επιπλέον ισχύει ότι p(x) 0 x X + (αντίστοιχα, p(x) > 0 x X +, x 0), τότε θα λέμε ότι το p είναι ένα θετικό γραμμικό συναρτησιοειδές (αντίστοιχα, αυστηρά θετικό γραμμικό συναρτησιοειδές). Ορισμός Εστω X διανυσματικός χώρος και K υποσύνολο τού X. Το K θα ονομάζεται κυρτό αν για κάθε δύο στοιχεία του το ευθύγραμμο τμήμα που τα συνδέει ανήκει ολόκληρο στο K. Δηλαδή, το K θα είναι κυρτό αν για κάθε x, y K έπεται ότι λx + (1 λ)y K, για κάθε λ (0, 1). 7
10 (αʹ) Κυρτό Σύνολο (βʹ) Μη Κυρτό Σύνολο Ορισμός Εστω X διανυσματικός χώρος και Y υποσύνολό του. Ο- ρίζουμε ως κυρτή θήκη τού Y το ελάχιστο κυρτό σύνολο K X που περιέχει το Y και το συμβολίζουμε ως co(y ). Προφανώς αν το Y είναι κυρτό υποσύνολο, τότε co(y ) = Y. Σημείωση: Μερικές φορές θα χρησιμοποιούμε απλώς τον όρο πολύτοπο και θα εννοούμε κυρτό πολύτοπο. Ορισμός Εστω X διανυσματικός χώρος και K κυρτό υποσύνολο τού X. Ενα σημείο τού K θα καλείται ακραίο σημείο (extreme point) αν δεν ανήκει σε κανένα ανοιχτό ευθύγραμμο τμήμα που συνδέει δύο σημεία τού K. Διαισθητικώς, ένα ακραίο σημείο αποτελεί κορυφή για το κυρτό υποσύνολο K. Σχήμα 1.2: Με γαλάζιο χρώμα το κυρτό σύνολο και με κόκκινο χρώμα τα ακραία σημεία του. 8
11 Ορισμός Εστω P κυρτό υποσύνολο ενός διανυσματικού χώρου X. Θα λέμε ότι το P είναι κώνος αν για κάθε x P το λx P για κάθε λ 0. Άμεσα από τον ορισμό έπεται ότι το 0 P. Αν επιπλέον ισχύει ότι P ( P ) = {0}, τότε ο P θα λέγεται οξύς κώνος. Εστω X μερικά διατεταγμένος γραμμικός χώρος και x, y X. Θα λέμε ότι το x είναι μεγαλύτερο από το y αν x y και x y. Το σύνολο των σημείων που είναι μεγαλύτερα ή ίσα από το 0 συμβολίζεται με X + και καλείται θετικός κώνος τού X. Με άλλα λόγια, X + = {x X x 0} είναι ο θετικός κώνος τού X και εύκολα διαπιστώνεται ότι είναι οξύς. Αν X είναι διανυσματικός χώρος με νόρμα και για κάθε x, y X με 0 x y υπάρχει c θετικός πραγματικός τέτοιος ώστε x c y, τότε ο θετικός οξύς κώνος X + ονομάζεται κανονικός (normal). Το πιο γνωστό και άμεσο παράδειγμα είναι ο θετικός κώνος τού R 2, R 2 +, ο οποίος είναι οξύς αφού R 2 + ( R 2 +) = {0}. Αντίστροφα τώρα υποθέτουμε ότι P X και P οξύς θετικός κώνος τού X. Τότε, μπορούμε να ορίσουμε μία σχέση μερικής διάταξης στον X ως εξής: x y x y P Παρατηρούμε ότι P = {x X x 0} = X + και εύκολα διαπιστώνουμε ότι η εν λόγω σχέση μερικής διάταξης ικανοποιεί τις 4 ιδιότητες τού ορισμού. Συνεπώς, ο (X, ) είναι ένας διανυσματικός χώρος διατεταγμένος από τον κώνο P. Αν ο P είναι ένας κώνος που δεν είναι οξύς, τότε ορίζει μία σχέση μερικής διάταξης 9
12 η οποία, όμως, δεν είναι αντισυμμετρική. Γενικώς, αν P X και P κώνος τού X, τότε το σύνολο P P είναι ο διανυσματικός χώρος που παράγεται από τον P. Ειδικότερα, αν P P = X, τότε λέμε ότι ο κώνος P παράγει τον X. Ορισμός Εστω X διανυσματικός χώρος, D X και w D. Το w καλείται άνω φράγμα τού D αν για κάθε d D ισχύει ότι w d (αντίστοιχα, αν w d για κάθε d D τότε θα το w θα λέγεται κάτω φράγμα). Αν τώρα για κάθε άνω φράγμα z X τού D ισχύει ότι z w, τότε το w καλείται κατώτατο άνω φράγμα (supremum) και συμβολίζεται ως w = sup(d). Αντίστοιχα ορίζεται το ανώτατο κάτω φράγμα (inf imum) τού D και συμβολίζεται ως w = inf(d). Επιπλέον, ορίζουμε το supremum και το infimum δύο στοιχείων x, y D που συμβολίζονται με x y και x y, αντίστοιχα. Ορισμός Εστω X διατεταγμένος διανυσματικός χώρος, P κώνος που παράγει τον X με P {0} και B P κυρτό σύνολο για το οποίο ισχύει ότι για κάθε x P \{0} υπάρχει μοναδικός πραγματικός αριθμός λ x > 0, που εξαρτάται από το x, τέτοιος ώστε λ x x B. Τότε το B ονομάζεται βάση τού κώνου P (simplex). Παράδειγμα 1.1 Στο παρακάτω σχήμα βλέπουμε τον θετικό κώνο τού R 2 με βάση το σύνολο B = { (x 1, x 2 ) R x } 2 x 2 = 1. Για κάθε x R 2 η τομή τής ευθείας (ɛ) με το ευθύγραμμο τμήμα που συνδέει το 0 με το x είναι το σημείο x =λ x x, με το λ x να είναι μοναδικό. 10
13 1.2 Γραμμικοί Σύνδεσμοι Υποσύνδεσμοι Σύνδεσμοι-Υπόχωροι Ορισμός Γραμμικός Σύνδεσμος (ή χώρος Riesz ή Lattice) ονομάζεται ένας μερικώς διατεταγμένος γραμμικός χώρος X με την ιδιότητα ότι για κάθε ζεύγος x, y X υπάρχει το supremum και το infimum του {x, y}, δηλαδή x y = w X, x y = z X. Ο R k για k N είναι γραμμικός σύνδεσμος ως προς τη σημειακή διάταξη. Με τον όρο σημειακή διάταξη εννοούμε ότι για x, y R k το x είναι μεγαλύτερο από το y αν και μόνον αν x i y i για κάθε i {1,..., k}. Επίσης, για κάθε x, y R k υπάρχουν w και z R k τέτοια ώστε w i = x i y i και z i = x i y i για κάθε i {1,..., k}. Συνεπώς, ο R k είναι γραμμικός σύνδεσμος. 11
14 Γενικά κλασικά παραδείγματα γραμμικών συνδέσμων είναι διάφοροι χώροι συναρτήσεων. Με τον όρο χώρος συναρτήσεων εννοούμε έναν διανυσματικό χώρο X που ως στοιχεία περιέχει πραγματικές συναρτήσεις ορισμένες σε κάποιο σύνολο Ω (f: Ω R). Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να συγκρίνουμε συναρτήσεις ως προς τη σημειακή διάταξη, σύμφωνα με την οποία f g f(ω) g(ω) για κάθε ω Ω. Αφού οι f και g δέχονται τιμές στον R, οι συναρτήσεις [f g](ω) := max{f(ω), g(ω)} και [f g](ω) := min{f(ω), g(ω)} υπάρχουν και ανήκουν στον X. Ακολουθούν διάφορα παραδείγματα χώρων συναρτήσεων που είναι γραμμικοί σύνδεσμοι. Ο R Ω, ως ο χώρος όλων των πραγματικών συναρτήσεων ορισμένες σε ένα σύνολο Ω. Ο C(Ω), ως ο χώρος όλων των συνεχών πραγματικών συναρτήσεων ορισμένες σε έναν τοπολογικό χώρο Ω. Ο l p με p [1, ) ως ο χώρος όλων των πραγματικών ακολουθιών {α n } n N με αn p <. n=1 { } sup αn Ο l = {α n } n N <, n N ως ο χώρος όλων των φραγμένων πραγματικών ακολουθιών. Ο c 0 ως ο χώρος όλων των πραγματικών ακολουθιών που συγκλίνουν στο 0 (δηλαδή, lim n α n = 0). Ο L p (Ω) με 1 p < ως ο χώρος όλων των μετρήσιμων συναρτήσεων f: Ω R με Ω f p dµ < και (Ω, F, µ) χώρος μέτρου. Ο L(X, Y ) ως ο χώρος όλων των γραμμικών τελεστών T : X Y με την εξής διάταξη: αν T, S L(X, Y ), τότε T S αν και μόνον αν T (x) S(x) για κάθε x X. Ορισμός Εστω X γραμμικός σύνδεσμος. Τότε, μπορούμε να ορίσουμε τους παρακάτω τελεστές με πεδίο ορισμού τον X και σύνολο τιμών τον θετικό κώνο X + : Θετικό μέρος τού x: x + = x 0. Αρνητικό μέρος τού x: x = x 0. 12
15 Απόλυτη τιμή τού x: x = x + x. Εκτός από τους διατεταγμένους διανυσματικούς χώρους, παρουσιάζεται ενδιαφέρον και για τους διατεταγμένους διανυσματικούς υποχώρους. Πιο συγκεκριμένα, έστω X διατεταγμένος διανυσματικός χώρος και E ένας υπόχωρος. Μπορούμε να υποθέσουμε πως ο E είναι ένας διατεταγμένος γραμμικός υπόχωρος τού X με την επαγόμενη διάταξη, την οποία συμβολίζουμε με E και για την οποία ισχύει ότι για κάθε x, y E x E y x y. Για λόγους απλότητας, θα συμβολίζουμε την E με. Επίσης, ο θετικός κώνος τού E θα είναι ο E + = E X +. Ορισμός Κάθε διανυσματικός υπόχωρος E τού X που διατάσσεται από την επαγόμενη διάταξη καλείται διατεταγμένος υπόχωρος τού X. Ορισμός Εστω X γραμμικός σύνδεσμος και E διατεταγμένος υπόχωρος τού X. Αν για κάθε x, y E ισχύει ότι x y E και x y E, τότε ο E θα καλείται γραμμικός υποσύνδεσμος (linear sublattice) τού X. Αξίζει να παρατηρήσουμε πως η έννοια τού sup{x, y} στον γραμμικό σύνδεσμο X διαφέρει από εκείνη τού sup{x, y} σε έναν διατεταγμένο υπόχωρό του, E (αντίστοιχα διαφέρουν και τα inf{x, y}). Το sup{x, y} στον E θα το συμβολίζουμε με sup E {x, y} (αντίστοιχα inf E {x, y}) και η διαφορά έγκειτα στο ότι δεν μπορούμε να εξασφαλίσουμε την ύπαρξη των sup E {x, y} και inf E {x, y}. Ορισμός Εστω X γραμμικός σύνδεσμος και E υπόχωρος. Αν για κάθε x, y E υπάρχουν τα sup E {x, y} και inf E {x, y}, τότε θα λέμε ότι ο E είναι σύνδεσμος-υπόχωρος (lattice - subspace). Επίσης, εύκολα διαπιστώνεται ότι sup E {x, y} sup{x, y} inf{x, y} inf E {x, y}. 13
16 Αξίζει να σημειωθεί πως όταν συμπίπτουν τα sup και inf και δηλαδή ισχύει ότι sup E {x, y} = sup{x, y} και inf E {x, y} = inf{x, y}, τότε ο E θα είναι υποσύνδεσμος τού X. Γενικώς, κάθε υποσύνδεσμος είναι σύνδεσμος-υπόχωρος, καθώς x y E και x y E, αλλά το αντίστροφο δεν ισχύει πάντα. Το παρακάτω παράδειγμα καθιστά σαφή τα παραπάνω συμπεράσματα. Παράδειγμα 1.2 Εστω X ο χώρος όλων των πολυωνύμων πρώτου βαθμού ορισμένα στο [0,1], δηλαδή X = {x(t) = λt + µ λ, µ R, t [0, 1]}. Ο X είναι υπόχωρος τού C[0, 1], αφού όλες οι ευθείες είναι συνεχείς πραγματικές συναρτήσεις. Οπως φαίνεται στο σχήμα παρακάτω, αν x 1, x 2 X, τότε sup X {x 1, x 2 } = a(t) X και inf X {x 1, x 2 } = b(t) X. Συνεπώς, ο X είναι σύνδεσμοςυπόχωρος καθώς υπάρχουν τα sup και inf. Παρόλα αυτά, ο X δεν είναι υ- ποσύνδεσμος, αφού a(t) = sup X {x, y} > sup{x, y} = y 1 (t) C[0, 1] και παράλληλα b(t) = inf X {x, y} < inf{x, y} = y 2 (t) C[0, 1]. 14
17 1.3 Θετικές Βάσεις Ορισμός Εστω X διανυσματικός χώρος και Y = {x 1, x 2,..., x n } ένα πεπερασμένο υποσύνολο τού X. Το Y θα λέγεται γραμμικώς ανεξάρτητο αν για κάθε λ 1, λ 2,..., λ n R για τα οποία ισχύει ότι n i λ ix i = 0 να έπεται υποχρεωτικά ότι λ 1 = λ 2 =... = λ n = 0. Γενικώς, για να είναι ένα σύνολο γραμμικώς ανεξάρτητο θα πρέπει κάθε πεπερασμένο υποσύνολό του να είναι γραμμικώς ανεξάρτητο. Διαφορετικά, θα λέμε ότι το σύνολο αυτό είναι γραμμικώς εξαρτημένο. Ορισμός Εστω G = {g 1, g 2,..., g n } X. Το G θα ονομάζεται βάση Hammel τού X αν είναι γραμμικώς ανεξάρτητο και, επιπλέον, τα στοιχεία του παράγουν όλον τον χώρο X. Το τελευταίο συμβολίζεται ως X = {g 1, g 2,..., g n }. Ορισμός Διάσταση ενός διανυσματικού χώρου X ορίζεται να είναι η πληθικότητα μιας Hammel βάσης του και συμβολίζεται με dim(x). Αν κάθε x γράφεται ως γραμμικός συνδυασμός άπειρων στοιχείων τής βάσης, τότε η βάση ονομάζεται βάση Schauder και είναι καταλληλότερη για περιγραφή απειροδιάστατων διανυσματικών χώρων. Ορισμός Ενα σύνολο {e 1, e 2,..., e n,...} X καλείται θετική βάση τού X αν ισχύουν τα ακόλουθα: (i) Είναι βάση Hammel (ή Schauder) τού X. 15
18 (ii) Για κάθε x X + ισχύει ότι x = λ i e i, όπου λ i 0 για κάθε i {1, 2,...}. Αν ισχύουν τα παραπάνω η θετική βάση θα είναι μοναδική με την έννοια ότι αν B = {b n } μία άλλη βάση τού X, τότε κάθε στοιχείο b i θα είναι θετικό πολλαπλάσιο ενός e j, με i, j {1, 2,...}. i=1 Παράδειγμα 1.3 Αν X = c 0 με τη σημειακή διάταξη, τότε η ακολουθία {e n } (το διάνυσμα e n έχει 1 στη θέση n και 0 παντού αλλού) αποτελεί μία θετική βάση τού X. Πράγματι, έστω x = { 1 }, τότε x = 1e n 1 + 1e e n n +... = 1 e n n, με λ n = 1 n > 0 για κάθε n N. n=1 Σύμφωνα με το θεώρημα Choquet - Kendall στο [5], αν ο θετικός κώνος X + είναι κανονικός και παράγει τον X (dim(x) = n), τότε ο X είναι γραμμικός σύνδεσμος αν και μόνον αν μια βάση B τού X είναι ένα (n-1)-διάστατο simplex. Σε αυτήν την περίπτωση τα στοιχεία {b 1, b 2,..., b n } τής B αποτελούν κορυφές ενός κυρτού πολυτόπου και ορίζουν μία θετική βάση για τον X +. Πρόταση (Choquet-Kendall) Αν ο X είναι πεπερασμένης διάστασης μερικώς διατεταγμένος διανυσματικός χώρος που παράγεται από τον κλειστό κώνο X +, τότε ο X είναι γραμμικός σύνδεσμος αν και μόνον αν έχει θετική βάση. Αν για παράδειγμα ο E είναι διάστασης 2 και ο E + είναι κλειστός και παράγει τον E, τότε ο E είναι γραμμικός σύνδεσμος. Πράγματι, κάθε βάση B για τον E + είναι ένα κλειστό ευθύγραμμο τμήμα (όπως στο Παράδειγμα 1.1.1) και συνεπώς, η B είναι ένα 1-simplex. Ορισμός Εστω Y υπόχωρος τού C(Ω) με βάση το B = {b n }. Για δεδομένο t Ω και m N, αν b m (t) 0 και b n (t) = 0 για κάθε n m, τότε λέμε ότι το σημείο t είναι m-κόμβος (ή πιο απλά, κόμβος) τής βάσης B. Αν τώρα για κάθε n υπάρχει ένας n-κόμβος t n τής B, τότε λέμε ότι η B είναι βάση τού Y με κόμβους και ότι η {t n } είναι ακολουθία κόμβων τής {b n }. 16
19 Ενότητα 2 Γραμμική Βελτιστοποίηση στον C(Ω) 2.1 Το Πρόβλημα Στο δεύτερο και κύριο μέρος τής παρούσας εργασίας θα περιγράψουμε το πρόβλημα τής ασφάλισης χαρτοφυλακίου και το πώς οι έννοιες που ορίστηκαν παραπάνω συμβάλλουν καθοριστικά στην επίλυσή του. Πιο συγκεκριμένα, θεωρούμε ότι ο X είναι ο υπόχωρος τού C(Ω) που παράγεται από n στο πλήθος γραμμικώς ανεξάρτητα θετικά στοιχεία τού C(Ω). Μάς ενδιαφέρει να ελαχιστοποιήσουμε το θετικό γραμμικό συναρτησιοειδές ρ : X R, υπό ένα πεπερασμένο πλήθος ανισοτήτων. Το εν λόγω πρόβλημα δεν έχει πάντα λύση και, ακόμα και αν εξασφαλίσουμε την ύπαρξη, δεν μπορούμε να την ανιχνεύσουμε. Στην εργασία αυτή θα παρατεθούν τα κατάλληλα θεωρήματα που αποδεικνύουν ότι αν ο X περιέχεται σε έναν πεπερασμένης διάστασης ελαχιστικό σύνδεσμουπόχωρο Y τού C(Ω), τότε το πρόβλημα έχει λύση που προκύπτει από την επίλυση ενός ισοδύναμου προβλήματος γραμμικού προγραμματισμού στον R m. Θα συμβολίζουμε με Ω έναν συμπαγή τοπολογικό χώρο Hausdorf f (ένας χώρος X θα λέγεται Hausdorff αν για κάθε δύο στοιχεία του x, y υπάρχουν ανοικτά σύνολα U, V, με x U, y V και U V = ), ενώ με C(Ω) θα εννοούμε τον χώρο όλων των πραγματικών συνεχών συναρτήσεων ορισμένες στο Ω. Ως εκ τούτου, ο C(Ω), ως χώρος συναρτήσεων, θα διατάσσεται από την σημειακή διάταξη και 17
20 C + (Ω) = {x C(Ω) x(t) 0, t Ω} θα είναι ο θετικός κώνος τού C(Ω). Επίσης, θεωρούμε τα x 1, x 2,..., x n, που είναι γραμμικώς ανεξάρτητα θετικά στοιχεία τού C(Ω), τέτοια ώστε ο X = {x 1, x 2,..., x n } να είναι ο υπόχωρος τού C(Ω) που παράγεται από τα εν λόγω στοιχεία. Μελετάμε το ακόλουθο πρόβλημα: Ελαχιστοποίησε το p(z) ως προς z X, υπό τους περιορισμούς z 0, z z 1,..., z z r και p i (z) α i, i = 1, 2,..., l, (1) όπου p είναι ένα γραμμικό θετικό σναρτησιοειδές τού X (συχνά θα αναφερόμαστε στο p ως τιμή, όπως συνηθίζεται σε προβλήματα οικονομικής φύσης), z 1, z 2,..., z r είναι γνωστά στοιχεία τού X, p 1, p 2,..., p l είναι γραμμικά συναρτησιοειδή τού X και α 1, α 2,..., α l πραγματικές σταθερές. Στην περίπτωση που τα p i καθώς και τα α i είναι ίσα με μηδέν, το πρόβλημα απλοποιείται στο ακόλουθο: Ελαχιστοποίησε το p(z) ως προς z X, υπό τους περιορισμούς z 0, z z 1,..., z z r. (2) Το σύνολο με τις εφικτές λύσεις για το (2), P = {z X z 0, z z1,..., z z r }, (3) γνωρίζουμε ότι δε θα είναι κενό. Το εν λόγω συμπέρασμα προκύπτει επειδή X = X + X + και άρα για κάθε i θα ισχύει ότι z i = z i1 z i2 με z i1, z i2 X +. Δηλαδή, το r i=1 z i1 θα ανήκει πάντα στο P. Επίσης, παρατηρούμε ότι στην περίπτωση που ο Ω είναι ένα πεπερασμένο σύνολο n στοιχείων, το παραπάνω πρόβλημα είναι ένα πρόβλημα γραμμικού προγραμματισμού στον R n. Σε αυτήν την εργασία λύνουμε το πρόβλημα ελαχιστοποίησης στην περίπτωση που ο Ω είναι απειροδιάστατος, το άθροισμα των x i αυστηρά θετικό και X Y, όπου Y ο ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος τού C(Ω) που περιέχει τον X. Τότε, σύμφωνα με τα [6,7] έπεται ότι ο Y θα έχει μία θετική βάση {b 1, b 2,..., b m } με κόμβους τα σημεία t 1, t 2,..., t m Ω. Επιπροσθέτως, για κάθε x = m i=1 λ ib i, y = m i=1 µ ib i Y θα έχουμε ότι sup Y {x, y} = m i=1 (λ i µ i )b i. Ως εκ τούτου, εύκολα δείχνεται ότι η γραφή του τυχαίου y στον Y ως προς τη βάση είναι y = m i=1 18 y(t i ) b i (t i ) b i
21 και, τελικώς, κάθε ανισότητα x y στον X ισοδυναμεί με ένα πεπερασμένο πλήθος ανισοτήτων στον R, τής μορφής x(t i ) y(t i ), για κάθε i = 1, 2,..., m. Εν συνεχεία, κατασκευάζουμε μία νέα βάση { b1, b 2,..., b n } τού X, την οποία αποκαλούμε βάση προβολή επειδή τα στοιχεία της είναι προβολές των στοιχείων τής θετικής βάσης τού Y. Αυτή η βάση έχει την εξής ιδιότητα: για κάθε x X οι n πρώτες συντεταγμένες τού x στη θετική βάση τού Y συμπίπτουν με τις συντεταγμένες τού x στη βάση προβολή τού X. Αξίζει να σημειωθεί πως το πρόβλημα ελαχιστοποίησης δεν έχει πάντοτε λύση αν ο X δεν περιέχεται σε έναν πεπερασμένης διάστασης ελαχιστικό σύνδεσμουπόχωρο. Επίσης, επισημαίνουμε τη χρησιμότητα των αποτελεσμάτων που παρατίθενται στην παρούσα εργασία, αποδεικνύοντας ότι στην περίπτωση που το συναρτησιοειδές p δεν είναι θετικό, το πρόβλημα ελαχιστοποίσης (2) δεν έχει πάντα λύση. Πιο συγκεκριμένα, έστω w X + τέτοιο ώστε p(w) < 0. Τότε για κάθε z P θα ισχύει ότι λw + z 0, z 1,..., z r, για κάθε λ > 0. Συνεπώς, lim λ p(λw + z) = και άρα το πρόβλημα δεν έχει λύση. Παράδειγμα 2.1 Εστω Ω = [0, 1] και X ο υπόχωρος τού C(Ω) που παράγεται από τις συναρτήσεις x 1 (t) = 1, x 2 (t) = t, x 3 (t) = t 2. Ακόμα, υποθέτουμε ότι z 1 (t) = 1 t και ότι η τιμή p είναι το μέτρο Dirac με στήριγμα στο Δηλαδή, για κάθε z X, p(z) = z(t)dδ 1/2 (t) = z(1/2). [0,1] Η ελαχιστοποίηση τού p(z) ως προς z X, υπό τους περιορισμούς z 0, z z 1 δεν έχει λύση. Για την απόδειξη τού ισχυρισμού, θέτουμε τις συναρτήσεις w n = w n (t) = nt 2 nt + n n. Εύκολα παρατηρούμε ότι w n (t) z 1 (t) για κάθε t [0, 1], επειδή: w n (t) z 1 (t) nt 2 nt + n n 1 2 t 19
22 nt 2 (n 1)t + ( n n 1 2 ) 0 Θέτουμε y n (t) = nt 2 (n 1)t + ( n ), το οποίο είναι ένα πολυώνυμο 4 n 2 δευτέρου βαθμού με διακρίνουσα ίση με 3 < 0. Συνεπώς, το τριώνυμο δεν έχει πραγματικές ρίζες και άρα διατηρεί το πρόσημό του για κάθε t [0, 1]. Για t = 0, το y n (t) γίνεται ίσο με n = α 4 n 2 n, το οποίο είναι θετικό για κάθε n N, αφού: n = 1 α n = > 0. n 2 n α n > 0. Ως εκ τούτου, αφού y n (t) > 0 για t = 0 και y n (t) συνεχής συνάρτηση χωρίς πραγματικές ρίζες, έπεται ότι: y n (t) > 0 w n (t) > z 1 (t) t [0, 1]. Ομοίως, w n (t) > 0, αφού τα w n είναι ακολουθία τριωνύμων με διακρίνουσα = n 2 4n(n/4+1/n) = 4 < 0 για κάθε n N, ενώ w n (0) = n/4+1/n > 0 για κάθε n N. Άρα, οι συναρτήσεις w n ανήκουν στο σύνολο εφικτών λύσεων P. Ομως p(w n ) = w n (1/2) = 1/n και άρα το infimum τού p στον P είναι ίσο με 0, το οποίο δεν μπορεί να επιτευχθεί στον P. Θεώρημα Αν το διάνυσμα τής τιμής p είναι ένα αυστηρώς θετικό γραμμικό συναρτησιοειδές τού X, τότε το πρόβλημα ελαχιστοποίσης (2) έχει λύση. 2.2 Σύνδεσμος-Υπόχωρος Στην περίπτωση που ο X είναι σύνδεσμος-υπόχωρος το πρόβλημα ελαχιστοποίησης (2) έχει μία μοναδική λύση, ανεξάρτητη τής τιμής p. Αν μπορούμε να 20
23 βρούμε θετική βάση τού X, τότε μάς δίνεται η δυνατότητα να εντοπίσουμε τη λύση. Θεώρημα Ο χώρος X είναι σύνδεσμος-υπόχωρος τού C(Ω) αν και μόνον αν για οποιαδήποτε z 1, z 2,..., z r X το πρόβλημα ελαχιστοποίησης (2) έχει λύση ανεξάρτητη τής τιμής p. Η λύση αυτή είναι το sup X {z 1, z 2,..., z r, 0}. Παρατήρηση Αν {b 1, b 2,..., b r } είναι μία θετική βάση τού X και z j = n i=1 λ jib i, τότε sup X {z 1, z 2,..., z r, 0} = n i=1 (sup{λ 1i, λ 2i,..., λ ri, 0})b i. Συνεπώς, η εύρεση τής θετικής βάσης μάς εξασφαλίζει και την εύρεση τής λύσης. Η συνάρτηση β(t) = r(t) r(t) 1, όπου r(t) = (x 1 (t), x 2 (t),..., x n (t)) και r(t) 1 = n i=1 x i(t) = n i=1 x i(t), για κάθε t Ω, καλείται βασική συνάρτηση (καμπύλη) των x 1, x 2,..., x n και λαμβάνει τιμές στο simplex n = {ξ R n + ξ 1 = 1} τού R n +. Θα συμβολίζουμε με D(β) το πεδίο ορισμού και με R(β) το σύνολο τιμών τής β. Επίσης, με K θα συμβολίζουμε την κυρτή θήκη τής κλειστότητας τού συνόλου τιμών τής β, δηλαδή K = cor(β). Παρατηρούμε ότι στην περίπτωση που r(t) 1 > 0 για κάθε t Ω, τότε το πεδίο ορισμού τής β είναι όλος ο χώρος Ω. Συνεπώς, το σύνολο τιμών τής β θα είναι συμπαγές ως συνεχής εικόνα συμπαγούς συνόλου και άρα K = cor(β). Θεώρημα Οι ακόλουθες προτάσεις είναι ισοδύναμες: (i) Ο X είναι σύνδεσμος-υπόχωρος. (ii) Το K είναι ένα (n-1)-simplex. 21
24 Επίσης, αν υποθέσουμε ότι η πρόταση (ii) είναι αληθής και P 1, P 2,..., P n είναι οι κορυφές τού πολυτόπου K, τότε θα ισχύουν οι ακόλουθες προτάσεις: (αʹ) Αν A είναι ο n n πίνακας τού οποίου η i στήλη είναι το διάνυσμα P i, i = 1, 2,..., n και b 1, b 2,.,,, b n είναι οι συναρτήσεις που ορίζονται από τον τύπο (b 1 (t), b 2 (t),..., b n (t)) T = A 1 (x 1 (t), x 2 (t),..., x n (t)) (4) τότε {b 1, b 2,..., b n } είναι μία θετική βάση τού X. (βʹ) Αν β(t i ) = P i για κάποιο i, τότε t i είναι ένας i-κόμβος για την θετική βάση τού X. Δηλαδή, b i (t i ) > 0 και b j (t i ) = 0, για κάθε i j. (γʹ) Αν x 1 (t) + x 2 (t) x n (t) > 0, για κάθε t Ω, τότε {b 1, b 2,..., b n } είναι μία θετική βάση με κόμβους. 2.3 Ελαχιστικός Σύνδεσμος-Υπόχωρος Ορισμός Εστω L(X) το σύνολο με όλους τους συνδέσμους-υποχώρους τού C(Ω) που περιέχουν τον X. Αν Y L(X) και για κάθε γνήσιο υ- ποσύνολο Z τού Y ισχύει ότι Z L(X), τότε θα λέμε ότι ο Y είναι ένας ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος τού C(Ω) που περιέχει τον X. Θεώρημα ( Υπαρξη ενός ελαχιστικού συνδέσμου-υποχώρου, [7]) Οι ακόλουθες προτάσεις ισχύουν: (i) Το σύνολο K είναι ένα πολύτοπο με m κορυφές, αν και μόνον αν, υπάρχει ένας m-διάστατος ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος Y τού C(Ω). 22
25 (ii) Αν υπάρχει ένας m-διάστατος ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος Y τού C(Ω), τότε κάθε πεπερασμένος ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος Z τού C(Ω) είναι διάστασης m. Θεώρημα (Κατασκευή ενός ελαχιστικού συνδέσμου-υποχώρου, [7]) Εστω K το πολύτοπο με κορυφές τα P 1, P 2,..., P m. Υποθέτουμε ότι τα πρώτα n στο πλήθος P 1, P 2,..., P n είναι γραμμικώς ανεξάρτητα (στο [7] αποδεικνύεται ότι πάντα υπάρχει τέτοια απαρίθμηση των P i ). Επίσης, υποθέτουμε ότι ξ i, i = 1, 2,..., m είναι θετικές, συνεχείς πραγματικές συναρτήσεις ορισμένες στο D(β), τέτοιες ώστε m i=1 ξ i(t) = 1 και β(t) = m i=1 ξ i(t)p i, για κάθε t D(β) (στο [4] αποδεικνύεται ότι οι συναρτήσεις ξ i με τις παραπάνω ιδιότητες υπάρχουν πάντα). Τέλος, έστω x n+i, i = 1, 2,..., m n συναρτήσεις, τέτοιες ώστε { ξ x n+i (t) = n+i (t) r(t) 1, αν t D(β) 0, αν t D(β) Τότε, ο χώρος Y = {x 1, x 2,..., x n, x n+1,..., x m } είναι ένας ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος τού C(Ω) που περιέχει τα x 1, x 2,..., x n, με dimy = m. Μία θετική βάση {b 1, b 2,..., b m } τού Y θα δίνεται από τον τύπο (b 1, b 2,..., b m ) T = D 1 (x 1, x 2,..., x m ) T, (5) όπου D είναι ο m m πίνακας με στήλες τα διανύσματα R i = M i M i 1, i = 1, 2,..., m, (6) όπου M i = (P i, 0), για i = 1, 2,..., n και M n+i = (P n+i, e i ), για i = 1, 2,..., l. Το διάνυσμα (P i, 0) είναι το διάνυσμα τού R m τού οποίου οι n πρώτες συντεταγμένες είναι οι συντεταγμένες τού P i και όλες οι άλλες ίσες με 0, ενώ το (P n+i, e i ) είναι το διάνυσμα τού R m τού οποίου οι n πρώτες συντεταγμένες είναι οι συντεταγμένες τού P n+i, η n + i συντεταγμένη είναι ίση με 1 και όλες οι άλλες ίσες με 0. 23
26 Παρατήρηση Αν το άθροισμα των συναρτήσεων x i, i = 1, 2,..., n ε- ίναι αυστηρά θετικό ( n i=1 x i(t) > 0), για κάθε t Ω, τότε το {b 1, b 2,..., b n } αποτελεί μία θετική βάση τού Y με κόμβους. Αυτό προκύπτει από την πρόταση (γ ) τού Θεωρήματος και το γεγονός ότι το άθροισμα των συναρτήσεων x 1, x 2,..., x n, x n+1,..., x m που παράγουν τον Y είναι επίσης θετικό. 2.4 Βάση Προβολή Οπως προαναφέραμε, στην περίπτωση που ο X περιέχεται σε έναν ελαχιστικό σύνδεσμο-υπόχωρο Y τού C(Ω) κατασκευάζομε μία νέα βάση { b1, b 2,..., b n }, που την αποκαλούμε βάση προβολή, επειδή τα στοιχεία της αποτελούν προβολές των στοιχείων τής θετικής βάσης τού Y. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι τότε, ο θετικός κώνος τής βάσης προβολής θα περιέχει τον θετικό κώνο τού X. Η εν λόγω βάση είναι πολύ σημαντική, διότι την χρησιμοποιούμε για να μετατρέψουμε το αρχικό πρόβλημα σε ένα πρόβλημα γραμμικού προγραμματισμού. Θεώρημα Εστω Y ένας m-διάστατος ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος τού C(Ω) που περιέχει τα x 1, x 2,..., x n και ο οποίος κατασκευάζεται με βάση το Θεώρημα και έστω {b 1, b 2,..., b m } η αντίστοιχη θετική βάση που προκύπτει όπως στη σχέση (5). Επίσης, υποθέτουμε ότι P 1, P 2,..., P m είναι οι κορυφές τού K όπως απαριθμούνται στο Θεώρημα Τότε, (i) Y = X {x n+1, x n+2,..., x m }. (ii) b i = 2x i, για κάθε i = n + 1, n + 2,..., m. (iii) Αν b i = b i + b i, με b i X και b i {x n+1, x n+2,..., x m }, για κάθε i = 1, 2,..., n, τότε η { b1, b 2,..., b n } είναι μία βάση τού X την οποία αποκαλούμε βάση προβολή και δίνεται από τον τύπο ( b1, b 2,..., b n ) T = A 1 (x 1, x 2,..., x n ) T, (7) 24
27 όπου A είναι ο n n πίνακας τού οποίου η i στήλη είναι το διάνυσμα P i, για i = 1, 2,..., n. Η εν λόγω βάση έχει την εξής πολύ χρήσιμη ιδιότητα: Οι πρώτες n συντεταγμένες οποιουδήποτε στοιχείου x τού X στη βάση {b 1, b 2,..., b m } συμπίπτουν με τις αντίστοιχες συντεταγμένες τού x στη βάση προβολή. Δηλαδή, x = m λ i b i X x = i=1 n λ ibi. i=1 2.5 Κριτήριο Πολυτόπου Γενικώς είναι δύσκολο να μελετήσουμε το κατά πόσο το σύνολο K (υπενθυμίζουμε ότι K = cor(β)) αποτελεί ένα πολύτοπο. Επίσης, αν πράγματι είναι πολύτοπο, τότε είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε τις κορυφές του. Παρακάτω παραθέτουμε ένα Θεώρημα και μία Συνέπειά του που αποτελούν κριτήριο. Πιο συγκεκριμένα, η Συνέπεια μάς λέει ότι αν το K είναι πολύτοπο και β(t 0 ) είναι κορυφή τού K, τότε η παράγωγος τής συνάρτησης β περιορισμένη σε κάθε καμπύλη τού Ω, που περιέχει το t 0 ως εσωτερικό σημείο, είναι ίση με 0. Θεώρημα Εστω K πολύτοπο και β(t 0 ) μία κορυφή τού K. Υποθέτουμε ότι {a r } είναι μία ακολουθία πραγματικών αριθμών που συγκλίνει στο 0 με a 2r > 0 και a 2r+1 < 0 για κάθε r. Τέλος, θεωρούμε μια ακολουθία τού Ω, έστω {t r }. Αν lim r (β(t r ) β(t 0 ))/a r = l, l R n, τότε l = 0. Συνέπεια (Το Κριτήριο τής Παραγώγου) Εστω K πολύτοπο και β(t 0 ) κορυφή τού K. Υποθέτουμε ότι σ είναι μία συνάρτηση ορισμένη στο πραγματικό διάστημα ( ɛ, ɛ) που λαμβάνει τιμές στο Ω, σ(0) = t 0 και έστω φ = β 0 σ η σύνθεση των σ, β. Τότε, θα ισχύει ότι φ (0) = 0, όταν υπάρχει η παράγωγος φ (0) τής φ στο 0. 25
28 Παρατήρηση Στην περίπτωση που οι προϋποθέσεις τού Κριτηρίου τής Παραγώγου ικανοποιούνται και το άθροισμα των συναρτήσεων x i είναι αυστηρώς θετικό, τότε ακολουθούμε τα εξής βήματα για να συμπεράνουμε κατά πόσο το K αποτελεί πολύτοπο: Επειδή το άθροισμα των x i είναι αυστηρώς θετικό, έπεται ότι το πεδίο ορισμού τής συνάρτησης β (D(β)) είναι όλο το Ω και άρα το σύνολο τιμών τής β (R(β)) είναι κλειστό ως συνεχής εικόνα συμπαγούς συνόλου. Ως εκ τούτου, θα έχουμε ότι K = cor(β) και άρα κάθε ακραίο σημείο τού K είναι εικόνα κάποιου στοιχείου τού Ω. Στην πιο απλή περίπτωση όπου Ω = [a, b] είναι ένα πραγματικό διάστημα, θα ισχύει ότι αν υποθέσουμε πως το K είναι πολύτοπο και ότι β(t 0 ) είναι κορυφή τού K, τότε β (t 0 ) = 0 ή το t 0 δεν είναι εσωτερικό σημείο τού [a, b]. Συνεπώς, οι κορυφές τού K θα ανήκουν στο σύνολο G = {β(t) t είναι ρίζα τής εξίσωσης β (t) = 0 ή t = a ή t = b}. Αν Ω είναι κυρτό υποσύνολο τού R l, τότε ο συλλογισμός είναι ανάλογος, αλλά πιο περίπλοκος. Εμείς θα σταθούμε στην απλή περίπτωση την οποία θα συναντήσουμε και στα Παραδείγματα τής Ενότητας Το Ισοδύναμο Πρόβλημα Γραμμικού Προγραμματισμού Θεωρούμε ότι ο Y είναι ένας ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος τού C(Ω) που περιέχει τον X και ότι {b 1, b 2,..., b m } είναι μία θετική βάση τού Y, που κατασκευάζεται σύμφωνα με το Θεώρημα Επίσης, υποθέτουμε ότι το άθροισμα των x i είναι αυστηρά θετικό. Ως εκ τούτου, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η βάση {b 1, b 2,..., b m } είναι μία θετική βάση τού Y με κόμβους τα σημεία t 1, t 2,..., t m Ω, σύμφωνα με την πρόταση (γ ) τού θεωρήματος Συνεπώς, μπορούμε να εκφράσουμε κάθε στοιχείο z τού Y ως προς την εν λόγω βάση: 26
29 z = m i=1 z(t i ) b i (t i ) b i. Είναι προφανές ότι το z θα είναι θετικό αν και μόνον αν z(t k ) 0, για κάθε k = 1, 2,..., m. Επίσης, παρατηρούμε ότι ένα στοιχείο z τού C(Ω) θα ανήκει στο X αν και μόνον αν γράφεται στη μορφή z = n σύνολο είναι τής μορφής: ή ισοδύναμα P = P = i=1 λ i P = {z X z 0, z z1,..., z z r }, { z = { z = n } z λ ibi 0, z z1,..., z z r i=1 n i=1 } z(tk λ ibi ) σ k, k = 1, 2,..., m, b i. Ως εκ τούτου, το όπου σ k = max{0, z 1 (t k ), z 2 (t k ),..., z r (t k )}. Συνεπώς, για κάθε z = n λ ibi P, θα έχουμε ότι B(λ 1, λ 2,..., λ n ) T (σ 1, σ 2,..., σ m ) T, όπου B είναι ο m n πίνακας με στήλες τα διανύσματα ( b i (t 1 ), b i (t 2 ),..., b i (t k )), i = 1, 2,..., m. Δηλαδή, ουσιαστικά απαιτούμε από τα (λ 1, λ 2,..., λ n ) να α- νήκουν στον ˆP, όπου i=1 ˆP = {(λ 1, λ 2,..., λ n ) R n B(λ1, λ 2,..., λ n ) T (σ 1, σ 2,..., σ m ) T }. Αντιστρόφως, αν υποθέσουμε ότι (λ 1, λ 2,..., λ n ) ˆP και z = n i=1 λ ib i θα έχουμε ότι z(t k ) σ k για κάθε k και άρα, z 0, z z 1,..., z z r, δηλαδή z P. Συνεπώς, έχουμε ότι (λ 1, λ 2,..., λ m ) ˆP z = n λ ibi P. (8) Τελικώς, καταλήγουμε στο ακόλουθο πρόβλημα γραμμικού προγραμματισμού που είναι ισοδύναμο με το αρχικό πρόβλημα ελαχιστοποίησης (1), με την 27 i=1
30 έννοια ότι το (λ 1, λ 2,..., λ n ) είναι η λύση τού προβλήματος γραμμικού προγραμματισμού, αν και μόνον αν, z 0 = n ελαχιστοποίησης. n i=1 λ i b i είναι η λύση του προβλήματος Ελαχιστοποίησε το λ i p( b i ) ως προς (λ 1, λ 2,..., λ n ) R n +, υπό τους i=1 n περιορισμούς B(λ 1, λ 2,..., λ n ) T (σ 1, σ 2,..., σ m ) T και λ i p j ( b i ) α j, j = 1, 2,..., l. (9) Επίσης, το πρόβλημα ελαχιστοποίησης (2) είναι ισοδύναμο με το παρακάτω πρόβλημα γραμμικού προγραμματισμού: Ελαχιστοποίησε το n i=1 i=1 λ i p( b i ) ως προς (λ 1, λ 2,..., λ n ) R n +, υπό τους περιορισμούς B(λ 1, λ 2,..., λ n ) T (σ 1, σ 2,..., σ m ) T. (10) Θεώρημα Εστω Y ένας m-διάστατος ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος τού C(Ω) που περιέχει τον X και έστω ότι το άθροισμα των συναρτήσεων x i είναι αυστηρά θετικό. Τότε, το πρόβλημα ελαχιστοποίησης (1) είναι ισοδύναμο με το πρόβλημα γραμμικού προγραμματισμού (9). Το πρόβλημα ελαχιστοποίησης (2) έχει τουλάχιστον μία λύση. Οι λύσεις τού (2) καθορίζονται από το πρόβλημα γραμμικού προγραμματισμού (10). Παρατήρηση Το πρόβλημα ελαχιστοποίησης στο Παράδειγμα δεν έχει λύση παρόλο που το διάνυσμα τιμής p είναι θετικό. Στο Παράδειγμα παρακάτω θα δείξουμε ότι δεν υπάρχει πεπερασμένης διάστασης ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος που να περιέχει τον υπόχωρο X τού Παραδείγματος Συνεπώς, στο προηγούμενο Θεώρημα δεν μπορούμε να παραλείψουμε την παραδοχή ότι ο X περιέχεται σε έναν πεπερασμένης διάστασης ελαχιστικό σύνδεσμο-υπόχωρο. 28
31 2.7 Ο Αλγόριθμος Προκειμένου να μελετήσουμε το πρόβλημα ελαχιστοποίησης (1), εξετάζουμε κατά πόσο υπάρχει ένας πεπερασμένης διάστασης ελαχιστικός σύνδεσμοςυπόχωρος Y τού C(Ω) που να περιέχει τον X και στη συνέχεια εντοπίζουμε μία θετική βάση τού Y. Εχοντας σαφή σκοπό, ακολουθούμε τα βήματα τού παρακάτω αλγορίθμου: (i) Βρίσκουμε τη βασική συνάρτηση β των συναρτήσεων x i. (ii) Εξετάζουμε αν το K είναι πολύτοπο και, αν είναι, εντοπίζουμε τις κορυφές του. Απαριθμούμε τις κορυφές P 1, P 2,..., P n, P n+1,..., P m εις τρόπον ώστε οι πρώτες n να είναι γραμμικώς ανεξάρτητες. (iii) Σύμφωνα με το Θεώρημα κατασκευάζουμε έναν ελαχιστικό σύνδεσμουπόχωρο Y που περιέχει τον X και μία βάση {b 1, b 2,..., b m } τού Y. Ε- πίσης, εντοπίζουμε ένα σύνολο κόμβων {t 1, t 2,..., t m } για τη βάση {b i }. Αν ο X είναι σύνδεσμος-υπόχωρος και η τιμή p είναι αυστηρά θετική, τότε sup X {0, z 1, z 2,..., z r } είναι η λύση τού προβλήματος ελαχιστοποίησης (2). (iv) Σύμφωνα με το Θεώρημα κατασκευάζουμε τη βάση προβολή { b 1, b 2,..., b n } τού X. (v) Εντοπίζουμε τον πίνακα B ο οποίος έχει για στήλες τα διανύσματα ( b i (t 1 ), b i (t 2 ),..., b i (t n )), i = 1, 2,..., n, και υπολογίζουμε τους πραγματικούς αριθμούς p( b i ), i = 1, 2,..., n και σ k = max{0, z 1 (t k ), z 2 (t k ),..., z r (t k )}, k = 1, 2,..., m, όπως και τους αριθμούς p j ( b i ), j = 1, 2,..., l, i = 1, 2,..., n. (vi) Αν (λ 1, λ 2,..., λ n ) είναι λύση τού προβλήματος γραμμικού προγραμματισμού (9), τότε z = n λ ibi, i=1 θα αποτελεί λύση τού προβλήματος ελαχιστοποίησης (1). 29
32 30
33 Ενότητα 3 Ασφάλιση Χαρτοφυλακίου Στην παρούσα ενότητα εφαρμόζουμε τα προηγούμενα αποτελέσματα στην α- σφάλιση χαρτοφυλακίου. Το μοντέλο βασίζεται σε μία διαφορετική μέθοδο σύγκρισης χαρτοφυλακίων, την κυριαρχημένη διάταξη χαρτοφυλακίων. Η εν λόγω διάταξη δε συγκρίνει τα χαρτοφυλάκια ως προς τη σημειακή διάταξη τού χώρου χαρτοφυλακίων, αλλά με βάση τη διάταξη των αποδόσεών τους. Με αυτόν τον τρόπο μάς δίνεται η δυνατότητα να χρησιμοποιήσουμε τη διατακτική δομή τού χώρου χαρτοφυλακίων, καθώς και τη θεωρία των συνδέσμωνυποχώρων. Στη μελέτη μας θεωρούμε ότι ο χώρος X περιέχεται σε έναν πεπερασμένης διάστασης ελαχιστικό σύνδεσμο-υπόχωρο τού C(Ω). 3.1 Κυριαρχημένη Διάταξη Χαρτοφυλακίων Το μοντέλο τής αγοράς των ασφαλίστρων που μελετάμε αφορά δύο περιόδους: την περίοδο 0 και την περίοδο 1. Θεωρούμε ότι υπάρχουν n στο πλήθος α- σφάλιστρα που τα αντιστοιχίζουμε στους φυσικούς αριθμούς 1, 2,..., n και τα οποία αποκτήσαμε τη χρονική περίοδο 0. Τα ασφάλιστρα περιγράφονται μέσω των αποδόσεών τους τη χρονική περίοδο 1. Η απόδοση τού i ασφαλίστρου εν γένει είναι ένα θετικό στοιχείο x i ενός διατεταγμένου χώρου E, τον οποίο αποκαλούμε χώρο αποδόσεων. Επίσης, υποθέτουμε ότι οι αποδόσεις 31
34 x 1, x 2,..., x n είναι γραμμικώς ανεξάρτητα διανύσματα (μη περιττά ασφάλιστρα) τού E. Στο μοντέλο μας ο E είναι ο χώρος των πραγματικών συνεχών συναρτήσεων C(Ω) ορισμένες σε έναν συμπαγή Hausdorf f τοπολογικό χώρο Ω. Συνεπώς, τα διανύσματα απόδοσης x i είναι γραμμικώς ανεξάρτητα, θετικά στοιχεία τού C(Ω). Επιπροσθέτως, θεωρούμε ότι το σύνολο Ω εκφράζει όλες τις πιθανές καταστάσεις τής παγκόσμιας οικονομίας στην περίοδο 1 και ότι η τιμή x i (t) τού x i στο σημείο t είναι η απόδοση τού ασφαλίστρου i στην κατάσταση t. Ως εκ τούτου, η συνάρτηση x i περιέχει όλη την πληροφορία για το i ασφάλιστρο τη χρονική περίοδο 1. Ενα χαρτοφυλάκιο περιγράφεται από ένα διάνυσμα θ = (θ 1, θ 2,..., θ n ) τού R n όπου θ i είναι το πλήθος των μετοχών τού i ασφαλίστρου. Ο χώρος R n καλείται χώρος χαρτοφυλακίων, ενώ η απόδοση τού χαρτοφυλακίου θ θα είναι: R(θ) = n θ i x i C(Ω). i=1 Ο τελεστής R είναι ένα προς ένα και καλείται τελεστής απόδοσης. Η σημειακή διάταξη τού C(Ω), επάγει τη μερική διάταξη R στον χώρο χαρτοφυλακίων R n την οποία αποκαλούμε κυριαρχημένη διάταξη χαρτοφυλακίων και ορίζεται ως εξής: Για κάθε θ, φ R n έχουμε ότι θ R φ R(θ) R(φ). Συνεπώς, το χαρτοφυλάκιο θ θα είναι καλύτερο από το χαρτοφυλάκιο φ αν και μόνον αν σε κάθε κατάσταση t τής παγκόσμιας οικονομίας στην περίοδο 1, η απόδοση θ(t) τού χαρτοφυλακίου θ θα είναι μεγαλύτερη ή ίση τής απόδοσης φ(t) τού χαρτοφυλακίου φ. Σύμφωνα με την σημειακή διάταξη τού χώρου χαρτοφυλακίων, θ φ αν και μόνον αν θ i φ i, για κάθε i = 1, 2,..., n. Εύκολα παρατηρείται ότι θ φ συνεπάγεται θ R φ αλλά το αντίστροφο δεν ισχύει πάντα. Ο θετικός κώνος C = {θ R n R(θ) R 0} τού χώρου χαρτοφυλακίων με την κυριαρχημένη διάταξη χαρτοφυλακίων περιέχει τον θετικό κώνο R n + τού R n. Το σύνολο τιμών τού τελεστή απόδοσης, δηλαδή ο υπόχωρος X =< {x 1, x 2,..., x n } > τού C(Ω), είναι το σύνολο των αποδόσεων των χαρτοφυλακίων και καλείται χώρος των εμπορευόμενων ασφαλίστρων. Ο θετικός κώνος X + = X C(Ω) τού X είναι η εικόνα τού θετικόυ κώνου C τού χώρου χαρτοφυλακίων, δηλαδή X + = R(C). Κάθε διάνυσμα q = (q 1, q 2,..., q n ) R n, όπου q i είναι η τιμή τού i ασφαλίστρου, καλείται διάνυσμα τιμής ασφαλίστρων και το εσωτερικό γινόμενο q θ = n i=1 q iθ i, θα είναι η αξία τού χαρτοφυλακίου θ στην τιμή q. Σε αυτήν την ενότητα, για κάθε διάνυσμα τιμής q, θα θεωρούμε ότι q θ 0 για κάθε χαρτοφυλάκιο θ με θετική 32
35 απόδοση και, συνεπώς, για κάθε διάνυσμα τιμής ασφαλίστρου q θα θεωρούμε ότι είναι θετικό ως προς την κυριαρχημένη διάταξη χαρτοφυλακίων (δηλαδή, q θ 0, για κάθε θ C). 3.2 Ασφάλιση Χαρτοφυλακίου Εστω ότι θ, κ είναι προκαθορισμένα χαρτοφυλάκια. Η ασφάλιση τού χαρτοφυλακίου θ στο πάτωμα κ (με τον όρο πάτωμα εννοούμε το χαρτοφυλάκιο με την ελάχιστη αποδεκτή απόδοση) πραγματοποιείται στην περίοδο 0 και οι πληρωμές λαμβάνουν χώρα στην περίοδο 1. Κάθε χαρτοφυλάκιο η με απόδοση καλύτερη των αποδόσεων των θ, κ, για κάθε πιθανή κατάσταση τής παγκόσμιας οικονομίας t την περίοδο 1, αποτελεί ένα εγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο ασφάλισης. Η εταιρεία θα είναι υποχρεωμένη να πληρώσει μόνο αν η απόδοση θ στην κατάσταση t την περίοδο 1 είναι μικρότερη από την απόδοση τού κ, δηλαδή αν R(θ)(t) < R(κ)(t). Υποθέτουμε ότι q είναι το διάνυσμα τιμής ασφαλίστρων στην περίοδο 1, καθώς και ότι η εταιρεία έχει την υποχρέωση να πληρώσει. Τότε, η εταιρεία έρχεται αντιμέτωπη με το ακόλουθο πρόβλημα στο οποίο καλείται να προσδιορίσει το ελάχιστο κόστος ασφάλισης: Ελαχιστοποίησε το q η ως προς η R n, υπό τους περιορισμούς η R θ και η R κ. (11) Θα αναφερόμαστε σε κάθε λύση τού εν λόγω προβλήματος ως μία ασφάλιση ελαχίστου κόστους τού χαρτοφυλακίου θ στο πάτωμα κ και στην τιμή q. Αν y 1 = R(θ), y 2 = R(κ) και p είναι το γραμμικό συναρτησιοειδές τού X με p(x i ) = q i για κάθε i = 1, 2,..., n, θα έχουμε ότι: p(rθ) = q θ, για κάθε θ. Επειδή η τιμή q είναι θετική ως προς την κυριαρχημένη διάταξη χαρτοφυλακίων και X + = R(C), θα έχουμε ότι το p είναι ένα θετικό γραμμικό συναρτησιοειδές τού X. Ως εκ τούτου, το παραπάνω πρόβλημα ελαχιστοποίησης είναι ισοδύναμο με το ακόλουθο: Ελαχιστοποίησε το p(w) ως προς w X, υπό τους περιορισμούς w y 1 και w y 2, 33
36 όπου p είναι ένα θετικό γραμμικό συναρτησιοειδές τού X. Θέτουμε z = w y 2, z 1 = y 1 y 2 και καταλήγουμε στο ακόλουθο ισοδύναμο πρόβλημα ελαχιστοποίησης: Ελαχιστοποίησε το p(z) ως προς z X, υπό τους περιορισμούς z z 1 και z 0. (12) Εύκολα μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι z 0 θα είναι λύση τού (12), αν και μόνον αν η 0 = R 1 (z 0 + y 2 ) είναι λύση τού (11). Θεώρημα Αν ο χώρος αποδόσεων X περιέχεται σε έναν πεπερασμένης διάστασης ελαχιστικό σύνδεσμο υπόχωρο Y τού C(Ω) και το άθροισμα των x i είναι αυστηρώς θετικό, τότε υπάρχει ασφάλιση ελαχίστου κόστους τού χαρτουλακίου θ στο πάτωμα κ και στην τιμή q, η οποία προσδιορίζεται επιλύοντας το πρόβλημα ελαχιστοποίησης (12). 34
37 Ενότητα 4 Παραδείγματα Παράδειγμα 4.1 Εστω Ω = [0, 2], x 1 (t) = t 2 2t + 2, x 2 (t) = t 3 + 2t 2 t + 2, x 3 (t) = t 3 3t 2 + 3t και X είναι ο υπόχωρος τού C[0, 2] που παράγεται από τα x 1, x 2, x 3. Μελετάμε το πρόβλημα Ελαχιστοποίησε το p(z) ως προς z X, υπό τους περιορισμούς z x 0 και z 0. όπου x 0 = 3t 3 +7t 2 10t+8 και p θετικό. Η βασική συνάρτηση των x 1, x 2, x 3 θα είναι β(t) = 1 4 (x 1(t), x 2 (t), x 3 (t)). Υποθέτουμε ότι το K είναι πολύτοπο. Επειδή η παράγωγος τής συνάρτησης β μηδενίζεται μόνο στο σημείο 1 τού διαστήματος (0,2), τότε σύμφωνα με την Παρατήρηση 2.5.1, έπεται ότι το σύνολο των πιθανών κορυφών τού K θα είναι το {P 1 = β(0), P 2 = β(1), P 3 = β(2)}. Αποδεικνύεται ( εύκολα ότι κάθε β(t) γράφεται ως κυρτός συνδυασμός των διανυσμάτων P i δηλαδή για κάθε t Ω, υπάρχουν λ i (0, 1), με 3 i=1 λ i = 1, τέτοια ώστε β(t) = 3 i=1 λ ) ip i. Συνεπώς, το K είναι ένα simplex με κορυφές τα P 1, P 2, P 3, ενώ ο X θα είναι σύνδεσμος-υπόχωρος. Μία θετική βάση τού X δίνεται από τη σχέση (4) τής ενότητας 2.2 και έπειτα από τους υπολογισμούς προκύπτει ότι b 1 (t) = 2(t 1) 2 (2 t), b 2 (t) = 4t(2 t), b 3 (t) = 2t(t 1) 2, είναι η θετική βάση τού X. Παρατηρούμε ότι β 1 (0) 0, ενώ β 2 (0) = β 3 (0) = 0 και άρα το t 1 = 0 αποτελεί κόμβο για το β 1. Ομοίως, το t 2 = 1 και το t 3 = 2. 35
38 Συνεπώς, τα t 1 = 0, t 2 = 1 και t 3 = 2 είναι οι κόμβοι τής βάσης και ως εκ τούτου, το x 0 θα γράφεται ως x 0 = x 0(0) b 1 (0) b 1 + x 0(1) b 2 (1) b 2 + x 0(2) b 3 (2) b 3 = 2b b 2 2b 3. Τελικώς, η λύση τού προβλήματος ελαχιστοποίησης θα είναι το sup X {x 0, 0} = 2b b 2. Παράδειγμα 4.2 Ο υπόχωρος X τού Παραδείγματος 2.1 δεν είναι σύνδεσμοςυπόχωρος τού C[0, 1], καθώς επίσης δεν περιέχεται σε έναν πεπερασμένης διάστασης ελαχιστικό σύνδεσμο υπόχωρο Y τού C[0, 1]. Για να αποδείξουμε ότι κάτι τέτοιο ισχύει, υποθέτουμε ότι το K είναι πολύτοπο. Τότε, το K θα πρέπει να έχει τουλάχιστον τρεις κορυφές, έστω β(t 1 ), β(t 2 ), β(t 3 ). Συνεπώς, τουλάχιστον ένα από τα t i θα πρέπει να είναι εσωτερικό σημείο τού (0,1), γεγονός που έπεται ότι η παράγωγος σε εκείνο το σημείο θα είναι ίση με 0. Με αυτόν τον συλλογισμό, καταλήγουμε σε άτοπο, επειδή η βασική συνάρτηση είναι β(t) = t + t 2 (1, t, t2 ) και η παράγωγός της είναι διάφορη τού μηδενός για κάθε t (0, 1). Παράδειγμα 4.3 Εστω Ω = [0, 3], x 1 (t) = t 5 +8t 4 26t 3 +44t 2 37t+12, x 2 (t) = t 5 + 8t 4 24t t 2 28t + 12, x 3 (t) = t 5 7t t 3 19t 2 + 7t και X είναι ο υπόχωρος τού C[0, 3] που παράγεται από τα x 1, x 2, x 3. Μελετάμε το πρόβλημα Ελαχιστοποίησε το p(z) ως προς z X, υπό τους περιορισμούς z x 0 και z 0, όπου x 0 = 2x 1 + x 2 x 3 = 4t t 4 94t t 2 109t + 36 και το διάνυσμα τής τιμής είναι p(w) = 3 tw(t)dt για κάθε w C(Ω). Η βασική 0 συνάρτηση είναι β(t) = 1 s(t) (x 1(t), x 2 (t), x 3 (t)), 36
39 όπου s(t) = t 5 + 9t 4 32t t 2 58t + 24 είναι το άθροισμα των συναρτήσεων x i (δηλαδή, s(t) = 3 i=1 x i(t)). Χρησιμοποιώντας κάποιο μαθηματικό λογισμικό υπολογίζουμε τις ρίζες τής παραγώγου τής β στο διάστημα (0,3). *Σημείωση: Εμείς χρησιμοποιήσαμε το Στατιστικό Πακέτο R, λόγω περισσότερης εξοικείωσης με το εν λόγω πρόγραμμα. Παρόλα αυτά, συνιστούμε στον αναγνώστη να προτιμήσει το M athematica ή το M atlab για αντίστοιχης φύσης προβλήματα. Βρήκαμε, λοιπόν, πως η παράγωγος τής β στο (0,3) έχει ρίζες τα σημεία 1 και 2. Κάτι τέτοιο διαπιστώνεται και με τις παρακάτω γραφικές παραστάσεις των συναρτήσεων β 1, β 2 και β 3. x1(t)/s(t) x2(t)/s(t) (αʹ) Γραφική Παράσταση τής β 1 (t) t (βʹ) Γραφική Παράσταση τής β 2 (t) t x3(t)/s(t) t (γʹ) Γραφική Παράσταση τής β 3 (t) Συνεπώς, το σύνολο των πιθανών κορυφών τού K θα είναι το { ( 1 β(0) = 2, 1 ) ( 1 2, 0, β(1) = (0, 1, 0), β(2) = 2 2), 0, 1 }, β(3) = (0, 0, 1). Εν συνεχεία, απαριθμούμε τα P i, εις τρόπον ώστε τα n = 3 πρώτα να είναι γραμμικώς ανεξάρτητα. Εστω, λοιπόν, 37
40 ( 1 P 1 = (0, 1, 0), P 2 = (0, 0, 1), P 3 = 2, 1 ) ( 1 2, 0, P 4 = 2, 0, 1. 2) Γνωρίζουμε ότι κάθε β(t) γράφεται ως κυρτός συνδυασμός των διανυσμάτων P i. Παρόλα αυτά, η εύρεση των συντελεστών ξ i (t) εν γένει αποτελεί ένα α- παιτητικό πρόβλημα. Στο παράδειγμά μας ισχύει ότι β(t) = 4 i=1 ξ i(t)p i, με ξ 1 (t) = ( t 4 + 7t 3 16t t)/s(t), ξ 2 (t) = (t 5 6t t 3 12t 2 + 4t)/s(t), ξ 3 (t) = 2( t 5 + 9t 4 31t t 2 40t + 12)/s(t), ξ 4 (t) = 2( t 4 + 5t 3 7t 2 + 3t)/s(t). Παρατηρούμε ότι 4 i=1 ξ i(t) = s(t)/s(t) = 1. Σύμφωνα με το Θεώρημα 2.3.2, ο Y =< {x 1, x 2, x 3, x 4 } >, όπου x 4 = ξ 4 (t)s(t) = 2( t 4 + 5t 3 7t 2 + 3t), είναι ένας ελαχιστικός σύνδεσμος-υπόχωρος τού C(Ω) που περιέχει τον X. Από το ίδιο Θεώρημα, μία θετική βάση τού Y δίνεται από τη σχέση (5), όπου D είναι ο 4 4 πίνακας με στήλες τα διανύσματα R i τής σχέσης (6). Στο παράδειγμά μας θα είναι M 1 = (0, 1, 0, 0), M 2 = (0, 0, 1, 0), M 3 = και άρα R 1 = (0, 1, 0, 0), R 2 = (0, 0, 1, 0), R 3 = Συνεπώς, θα έχουμε ότι b 1 b 2 b 3 b = ( 1 2, 1 ) ( 1 2, 0, 0, M 4 = 2, 0, 1 ) 2, 1 ( 1 2, 1 ) ( 1 2, 0, 0, R 4 = 4, 0, 1 4, 1. 2) x 1 x 2 x 3 x 4. Δηλαδή, b 1 = t 4 + 7t 3 16t t, b 2 = t 5 6t t 3 12t 2 + 4t, b 3 = 2( t 5 +9t 4 31t 3 +51t 2 40t+12), b 4 = 4( t 4 +5t 3 7t 2 +3t) είναι μία θετική βάση τού Y και είναι εύκολο να παρατηρήσουμε ότι t 1 = 1, t 2 = 3, t 3 = 0, t 4 = 2 είναι οι κόμβοι τής βάσης. Η βάση προβολή τού X, σύμφωνα με τη σχέση (7), θα είναι ( b1 (t), b 2 (t), b 3 (t) ) T = A 1 (x 1 (t), x 2 (t), x 3 (t)) T, 38
41 όπου A είναι ο 3 3 πίνακας με στήλες τα διανύσματα P 1, P 2, P 3. Ως εκ τούτου, b b 2 = x x b 3 x 3 Δηλαδή, b 1 = x 2 x 1, b 2 = x 3, b 3 = 2x 1. Επομένως, ο πίνακας B που έχει ως στήλες τα διανύσματα ( b i (t 1 ), b i (t 2 ), b i (t 3 ), b i (t 4 )) είναι B = Επίσης, υπολογίζουμε ότι p( b 1 ) = 81/20, p( b 2 ) = 2097/140, p( b 3 ) = 558/35. Οι αριθμοί σ k = x 0 (t k ) 0 είναι σ 1 = 2, σ 2 = 0, σ 3 = 36, σ 4 = 2. Ως εκ τούτου, καταλήγουμε στο ακόλουθο ισοδύναμο πρόβλημα γραμμικού προγραμματισμού: Ελαχιστοποίησε το (81/20)λ 1 + (2097/140)λ 2 + (558/35)λ 3 ως προς (λ 1, λ 2, λ 3 ) R 3, υπό τους περιορισμούς λ 1 λ 2 λ Το παραπάνω πρόβλημα είναι ένα κλασικό πρόβλημα γραμμικού προγραμματισμού και είναι εύκολο να βρούμε ότι η λύση του είναι (λ 1, λ 2, λ 3 ) = (2, 0, 3/2) και συνεπώς, η λύση τού αρχικού προβλήματος θα είναι η 3 z 0 = λ ibi = 2b 1 + 0b 2 + (3/2) b 3 = i=1 = 3t t 4 74t t 2 93t
42 40
43 References [1] C.D. Aliprantis, D. Brown, I. P olyrakis and J. W erner (1998). P ortfolio dominance and optimality in inf inite security markets. Journal of M athematical Economics, 30, [2] C.D. Aliprantis, D. Brown and J. W erner (2000). Minimum-cost portfolio insurance. J. Economic Dynamics and Control 24, [3] C.D. Aliprantis, I. P olyrakis and R. T ourky (2002). T he cheapest hedge. Journal of M athematical Economics, 37, [4] J.A. Kalman (1961). Continuity and Convexity of P rojections and Barycentric Coordinates in Convex P olyhedra, pp [5] S. M iyajima (1983). Structure of Banach quasi-sublattices. Hokkaido M ath J., 11, [6] I.A P olyrakis (1996). F inite-dimensional lattice-subspaces of C(Ω) and curves of R n. T rans. American Math. Soc., 384, [7] I.A P olyrakis (1999). M inimal lattice-subspaces. T rans. American M ath. Soc., 351, [8] R. W ebster (1994). Convexity. Oxford University P ress. 41
Κεφάλαιο 1. ιατεταγµένοι χώροι. 1.1 Κώνοι και διάταξη
Κεφάλαιο 1 ιατεταγµένοι χώροι 1.1 Κώνοι και διάταξη Εστω E γραµµικός χώρος. Ενα κυρτό, µη κενό υποσύνολο P του E είναι κώνος αν λ P για κάθε λ R +. Αν επιπλέον ισχύει P ( P) = {0} το P είναι οξύς κώνος
Εισαγωγή Η εργασία αυτή έχει βασιστεί στην έρευνα του Καθηγητή Ιωάννη Πολυράκη πάνω στους συνδέσμους-υπόχωρους σε χώρους συναρτήσεων. Το ερώτημα που θ
Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών Σύνδεσμοι-Υπόχωροι του R n και Εφαρμογές στα Χρηματοοικονομικά με χρήση Matlab Ονοματεπώνυμο: Νίκος Κουδούνας Επιβλέπων
Κ X κυρτό σύνολο. Ένα σημείο x Κ
8 5 Το θεώρημα Kre-Mlm Βασικές ιδιότητες συμπαγών και κυρτών συνόλων. Ορισμός 5. Έστω X διανυσματικός χώρος και Κ X κυρτό σύνολο. Ένα σημείο x Κ λέγεται ακραίο ( extreme ) σημείο του Κ, αν δεν είναι γνήσιος
2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. με νόρμα, με τις ακόλουθες νόρμες οι οποίες ορίζονται μέσω των νορμών των X και Y.
2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. Έστω ( X, ) και (, ) X Y {( x, ) : x X και Y} Y χώροι με νόρμα. Τότε ο διανυσματικός χώρος = ( με τις συνήθεις κατά σημείο πράξεις ) γίνεται
6 Συνεκτικοί τοπολογικοί χώροι
36 6 Συνεκτικοί τοπολογικοί χώροι Έστω R διάστημα και f : R συνεχής συνάρτηση τότε, όπως γνωρίζουμε από τον Απειροστικό Λογισμό, η f έχει την ιδιότητα της ενδιάμεσου τιμής. Η ιδιότητα αυτή δεν εξαρτάται
f I X i I f i X, για κάθεi I.
47 2 Πράξεις σε τοπολογικούς χώρους 2. Η τοπολογία γινόμενο Σε προηγούμενη παράγραφο ορίσαμε την τοπολογία γινόμενο στο καρτεσιανό γινόμενο Y δύο τοπολογικών χώρων Y, ( παράδειγμα.33 () ). Στην παρούσα
4 Ασθενείς τοπολογίες σε χώρους με νόρμα. 4.1 θεωρήματα Mazur, Alaoglou, Goldstine.
8 Έστω (, ) 4 Ασθενείς τοπολογίες σε χώρους με νόρμα 4. θεωρήματα Mazur, Alaoglou, Goldste. χώρος με νόρμα. Υπενθυμίζουμε ότι η ασθενής τοπολογία T του έχει ως βάση ( ανοικτών ) περιοχών του όλα τα σύνολα
(a + b) + c = a + (b + c), (ab)c = a(bc) a + b = b + a, ab = ba. a(b + c) = ab + ac
Σημειώσεις μαθήματος Μ1212 Γραμμική Άλγεβρα ΙΙ Χρήστος Κουρουνιώτης ΤΜΗΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ 2014 Κεφάλαιο 1 Διανυσματικοί Χώροι Στο εισαγωγικό μάθημα Γραμμικής Άλγεβρας ξεκινήσαμε μελετώντας
ι3.4 Παραδείγματα T ) έχει την ιδιότητα Heine-Borel, αν κάθε κλειστό και φραγμένο υποσύνολό του είναι συμπαγές.
6 ι3.4 Παραδείγματα Στην παράγραφο αυτή θα μελετήσουμε κάποια σημαντικά παραδείγματα, για τις εφαρμογές, χώρων συναρτήσεων οι οποίοι είναι τοπικά κυρτοί και μετρικοποιήσιμοι αλλά η τοπολογία τους δεν επάγεται
Ισότητα, Αλγεβρικές και Αναλυτικές Ιδιότητες Πραγματικών Ακολουθιών
Ισότητα, Αλγεβρικές και Αναλυτικές Ιδιότητες Πραγματικών Ακολουθιών Συμβολισμοί Σε αναλογία με τους ορισμούς συμβολίζουμε μια ακολουθία: 1 είτε μέσω του διανυσματικού ορισμού, παραθέτοντας αναγκαστικά
Κεφάλαιο 5. Το Συμπτωτικό Πολυώνυμο
Κεφάλαιο 5. Το Συμπτωτικό Πολυώνυμο Σύνοψη Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται η ιδέα του συμπτωτικού πολυωνύμου, του πολυωνύμου, δηλαδή, που είναι του μικρότερου δυνατού βαθμού και που, για συγκεκριμένες,
ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι (ΑΡΤΙΟΙ) Προτεινοµενες Ασκησεις - Φυλλαδιο 4
ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι Τµηµα Β (ΑΡΤΙΟΙ) Προτεινοµενες Ασκησεις - Φυλλαδιο 4 ιδασκων: Α. Μπεληγιάννης Ιστοσελιδα Μαθηµατος : http://users.uoi.gr/abeligia/linearalgebrai/lai2018/lai2018.html Παρασκευή 23 Νοεµβρίου
1 Χώροι πηλίκα { } x = y x y Y. Με τις πράξεις της πρόσθεσης και του βαθμωτού πολλαπλασιασμού που ορίζονται με τον
Χώροι πηλίκα Έστω διανυσματικός χώρος και Y διανυσματικός υπόχωρος του. Για κάθε θεωρούμε το σύμπλοκο σχετικά με τον Y, = + y y Y = + Y ορ { : } δηλαδή το είναι η παράλληλη μεταφορά του Y κατά το διάνυσμα.
f(f 1 (B)) f(f 1 (B)) B. X \ (f 1 (C)) = X \ f 1 (C) = f 1 (Y \ C) X \ (f 1 (C)) f 1 (Y \ C). f 1 (Y \ C) = f 1 (Y \ C ) = X \ f 1 (C ).
Κεφάλαιο 4 Συναρτήσεις μεταξύ μετρικών χώρων 4.1 Συνεχείς συναρτήσεις Εστω (X, ρ) και (Y, σ) δύο μετρικοί χώροι. Στην 2.2 δώσαμε τον ορισμό της συνέχειας μιας συνάρτησης f : X Y σε κάποιο σημείο x 0 X:
2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. με νόρμα, με τις ακόλουθες νόρμες οι οποίες ορίζονται μέσω των νορμών των X και Y.
2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. Έστω (, ) και (, ) {( x, ) : x και } χώροι με νόρμα. Τότε ο διανυσματικός χώρος = ( με τις συνήθεις κατά σημείο πράξεις ) γίνεται χώρος με
3.5 Το θεώρημα Hahn-Banach σε τοπολογικούς διανυσματικούς χώρους.
7 3.5 Το θεώρημα Hah-Baach σε τοπολογικούς διανυσματικούς χώρους. Εξετάζουμε καταρχήν τη σχέση μεταξύ ενός μιγαδικού διανυσματικού χώρου E και του υποκείμενου πραγματικού χώρου E R. Έστω E μιγαδικός διανυσματικός
R ισούται με το μήκος του. ( πρβλ. την ιστορική σημείωση 3.27 στο τέλος
73 3. Συμπαγείς χώροι 3. Συμπαγείς χώροι και βασικές ιδιότητες Οι συμπαγείς χώροι είναι μια από τις πιο σημαντικές κλάσεις τοπολογικών χώρων. Η κλάση των συμπαγών χώρων περιλαμβάνει τα κλειστά διαστήματα,b
Παράρτηµα Β. Στοιχεία Θεωρίας Τελεστών και Συναρτησιακής Ανάλυσης [ ) ( )
Παράρτηµα Β Στοιχεία Θεωρίας Τελεστών και Συναρτησιακής Ανάλυσης Β1 Χώροι Baach Βάσεις Schauder Στο εξής συµβολίζουµε µε Z,, γραµµικούς (διανυσµατικούς) χώρους πάνω απ το ίδιο σώµα K = ή και γράφουµε απλά
h(x, y) = card ({ 1 i n : x i y i
Κεφάλαιο 1 Μετρικοί χώροι 1.1 Ορισμός και παραδείγματα Ορισμός 1.1.1 μετρική). Εστω X ένα μη κενό σύνολο. Μετρική στο X λέγεται κάθε συνάρτηση ρ : X X R με τις παρακάτω ιδιότητες: i) ρx, y) για κάθε x,
Ασκήσεις. και. για κάποιο k n. ( ) BdΚ και επί πλέον το BdΚ είναι ακραίο. [Υπόδειξη Πρβλ. την άσκηση 11 της παραγράφου 3.1 για το (α)].
3 Ασκήσεις ) Έστω διανυσματικός χώρος, C κυρτό και C. (α) Αποδείξτε ότι τα ακόλουθα είναι ισοδύναμα: (ι) e( C) = +,(ιι), = = και (ιιι) Το σύνολο C \{ } είναι κυρτό. (β) Επίσης αποδείξτε ότι αν e( C) και
Δύο λόγια από τη συγγραφέα
Δύο λόγια από τη συγγραφέα Τα μαθηματικά ή τα λατρεύεις ή τα μισείς! Για να λατρέψεις κάτι πρέπει να το κατανοήσεις, για τη δεύτερη περίπτωση τα πράγματα μάλλον είναι λίγο πιο απλά. Στόχος αυτού του βιβλίου
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. Ακέραια Πολύεδρα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ακέραια Πολύεδρα 1 Ορισμός 4.1 (Convex Hull) Έστω ένα σύνολο S C R n. Ένα σημείο x του R n είναι κυρτός συνδυασμός (convex combination) σημείων του S, αν υπάρχει ένα πεπερασμένο σύνολο σημείων
Κεφάλαιο 2: Διανυσματικός λογισμός συστήματα αναφοράς
Κεφάλαιο 2: Διανυσματικός λογισμός συστήματα αναφοράς 2.1 Η έννοια του διανύσματος Ο τρόπος που παριστάνομε τα διανυσματικά μεγέθη είναι με τη μαθηματική έννοια του διανύσματος. Διάνυσμα δεν είναι τίποτε
7 Μάθημα Πορεία μελέτης Ακόμη μία Άσκηση
Περιεχόμενα I Εναρξη μαθήματος 3 II Αρχικά μαθήματα 5 1 Μάθημα 1 5 1.1 Εισαγωγή............................... 5 1.2 Πορεία μελέτης............................ 5 1.3 Γραμμικά συστήματα.........................
Γραμμικός Προγραμματισμός Μέθοδος Simplex
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ Επιχειρησιακή Έρευνα Γραμμικός Προγραμματισμός Μέθοδος Simplex Η παρουσίαση προετοιμάστηκε από τον Ν.Α. Παναγιώτου Περιεχόμενα Παρουσίασης 1. Πρότυπη Μορφή ΓΠ 2. Πινακοποίηση
Περιεχόμενα. Πρόλογος 3
Πρόλογος Η χρησιμότητα της Γραμμικής Άλγεβρας είναι σχεδόν αυταπόδεικτη. Αρκεί μια ματιά στο πρόγραμμα σπουδών, σχεδόν κάθε πανεπιστημιακού τμήματος θετικών επιστημών, για να διαπιστώσει κανείς την παρουσία
12. ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ Α ΒΑΘΜΟΥ. είναι δύο παραστάσεις μιας μεταβλητής x πού παίρνει τιμές στο
ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΑΝΙΣΩΣΕΩΝ Έστω f σύνολο Α, g Α ΒΑΘΜΟΥ είναι δύο παραστάσεις μιας μεταβλητής πού παίρνει τιμές στο Ανίσωση με έναν άγνωστο λέγεται κάθε σχέση της μορφής f f g g ή, η οποία αληθεύει για ορισμένες
Γραμμική Άλγεβρα και Μαθηματικός Λογισμός για Οικονομικά και Επιχειρησιακά Προβλήματα
Γραμμική Άλγεβρα και Μαθηματικός Λογισμός για Οικονομικά και Επιχειρησιακά Προβλήματα Ενότητα: Διανυσματικοί Χώροι και Υπόχωροι: Βάσεις και Διάσταση Ανδριανός Ε Τσεκρέκος Τμήμα Λογιστικής & Χρηματοοικονομικής
= 7. Στο σημείο αυτό θα υπενθυμίσουμε κάποιες βασικές ιδιότητες του μετασχηματισμού Laplace, δηλαδή τις
1. Εισαγωγή Δίνεται η συνάρτηση μεταφοράς = = 1 + 6 + 11 + 6 = + 6 + 11 + 6 =. 2 Στο σημείο αυτό θα υπενθυμίσουμε κάποιες βασικές ιδιότητες του μετασχηματισμού Laplace, δηλαδή τις L = 0 # και L $ % &'
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Πρότυπα. x y x z για κάθε x, y, R με την ιδιότητα 1R. x για κάθε x R, iii) υπάρχει στοιχείο 1 R. ii) ( x y) z x ( y z)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Πρότυπα Στο κεφάλαιο αυτό θα υπενθυμίσουμε τις βασικές έννοιες που αφορούν πρότυπα πάνω από ένα δακτύλιο Θα περιοριστούμε στα πλέον απαραίτητα για αυτά που ακολουθούν στα άλλα κεφάλαια Η κατευθυντήρια
I. ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ. math-gr
I ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ i e ΜΕΡΟΣ Ι ΟΡΙΣΜΟΣ - ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Α Ορισμός Ο ορισμός του συνόλου των Μιγαδικών αριθμών (C) βασίζεται στις εξής παραδοχές: Υπάρχει ένας αριθμός i για τον οποίο ισχύει i Το σύνολο
Α Δ Ι. Παρασκευή 25 Οκτωβρίου Ασκηση 1. Στο σύνολο των πραγματικών αριθμών R ορίζουμε μια σχέση R R R ως εξής:
Α Δ Ι Α - Φ 1 Δ : Ν. Μαρμαρίδης - Α. Μπεληγιάννης Ι Μ : http://users.uoi.gr/abeligia/algebraicstructuresi/asi.html, https://sites.google.com/site/maths4edu/home/algdom114 Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013 Ασκηση
ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΘΕΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Β ΛΥΚΕΙΟΥ
ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΘΕΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο : ΔΙΑΝΥΣΜΑΤΑ 1 ΜΑΘΗΜΑ 1 ο +2 ο ΕΝΝΟΙΑ ΔΙΑΝΥΣΜΑΤΟΣ Διάνυσμα ορίζεται ένα προσανατολισμένο ευθύγραμμο τμήμα, δηλαδή ένα ευθύγραμμο τμήμα
EukleÐdeiec emfuteôseic: ˆnw frˆgmata
EukleÐdeiec emfuteôseic: ˆnw frˆgmata Εστω f : X Y μια εμφύτευση του μετρικού χώρου (X, ρ) στο χώρο με νόρμα (Y, ). Η παραμόρφωση της f ορίζεται ως εξής: f(x) f(y) ρ(x, y) dist(f) = sup sup x y ρ(x, y)
Παναγιώτης Ψαρράκος Αν. Καθηγητής
Ανάλυση Πινάκων Κεφάλαιο 1: Νόρμες Διανυσμάτων και Πινάκων Παναγιώτης Ψαρράκος Αν. Καθηγητής Δ.Π.Μ.Σ. Εφαρμοσμένες Μαθηματικές Επιστήμες Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών Τομέας Μαθηματικών
Γραμμική Άλγεβρα Ενότητα 2: Διανυσματικοί χώροι
Γραμμική Άλγεβρα Ενότητα 2: Διανυσματικοί χώροι Ευάγγελος Ράπτης Τμήμα Πληροφορικής 5 Μάθημα 5 Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012 Με το σημερινό 9 μάθημα αρχίζουμε τη μελέτη των Διανυσματικών χώρων, μία πολύ βασική
Το φασματικό Θεώρημα
Το φασματικό Θεώρημα 1 Το φάσμα ενός τελεστή Λήμμα 1.1 Έστω A B(H) φυσιολογικός τελεστής. Αν x H είναι ιδιοδιάνυσμα του A με ιδιοτιμή λ, τότε A x = λx. Έπεται ότι οι ιδιόχωροι ενός φυσιολογικού τελεστή
Κεφάλαιο 4 Διανυσματικοί Χώροι
Κεφάλαιο Διανυσματικοί Χώροι Διανυσματικοί χώροι - Βασικοί ορισμοί και ιδιότητες Θεωρούμε τρία διαφορετικά σύνολα: Διανυσματικοί Χώροι α) Το σύνολο διανυσμάτων (πινάκων με μία στήλη) με στοιχεία το οποίο
Κεφάλαιο 4: Διαφορικός Λογισμός
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Κεφάλαιο 4: Διαφορικός Λογισμός Μονοτονία Συνάρτησης Tζουβάλης Αθανάσιος Κεφάλαιο 4: Διαφορικός Λογισμός Περιεχόμενα Μονοτονία συνάρτησης... Λυμένα παραδείγματα...
Για να εκφράσουμε τη διαδικασία αυτή, γράφουμε: :
Η θεωρία στα μαθηματικά προσανατολισμού Γ υκείου Τι λέμε συνάρτηση με πεδίο ορισμού το σύνολο ; Έστω ένα υποσύνολο του Ονομάζουμε πραγματική συνάρτηση με πεδίο ορισμού το μία διαδικασία (κανόνα), με την
ΔΙΑΝΥΣΜΑΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ. Διανυσματικός χώρος
Διανυσματικός χώρος ΔΙΑΝΥΣΜΑΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ Ορισμός Διανυσματικός χώρος V πάνω στο σύνολο πραγματικός διανυσματικός χώρος V λέγεται κάθε σύνολο εφοδιασμένο με τις πράξεις της πρόσθεσης μεταξύ των στοιχείων
5 Σύγκλιση σε τοπολογικούς χώρους
121 5 Σύγκλιση σε τοπολογικούς χώρους Στο κεφάλαιο αυτό πρόκειται να μελετήσουμε την έννοια της σύγκλισης σε γενικούς τοπολογικούς χώρους, πέραν των μετρικών χώρων. Όπως έχουμε ήδη διαπιστώσει ( πρβλ.
ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι (ΑΡΤΙΟΙ) Ασκησεις - Φυλλαδιο 4
ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι Τµηµα Β (ΑΡΤΙΟΙ) Ασκησεις - Φυλλαδιο 4 ιδασκων: Α Μπεληγιάννης Ιστοσελιδα Μαθηµατος : http://usersuoigr/abeligia/linearalgebrai/lai218/lai218html Παρασκευή 23 Νοεµβρίου 218 Ασκηση 1
Το φασματικό Θεώρημα
Το φασματικό Θεώρημα 1 Το φάσμα ενός τελεστή Λήμμα 1.1 Έστω A B(H) φυσιολογικός τελεστής. Αν x H είναι ιδιοδιάνυσμα του A με ιδιοτιμή λ, τότε A x = λx. Έπεται ότι οι ιδιόχωροι ενός φυσιολογικού τελεστή
ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ, Μ. Παπαδημητράκης.
ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ, 10-10-13 Μ. Παπαδημητράκης. 1 Τώρα θα δούμε την συμμετρική ιδιότητα της Ιδιότητας Supremum. Η ΙΔΙΟΤΗΤΑ INFIMUM. Κάθε μη-κενό και κάτω φραγμένο σύνολο έχει μέγιστο κάτω φράγμα.
με Τέλος πάντων, έστω ότι ξεκινάει ένα άλλο υποθετικό σενάριο που απλά δεν διευκρινίζεται. Για το i) θα έχουμε , 2
Άσκηση 75 Σε έναν οργανισμό, αρχικά υπάρχουν 04800 βακτήρια. Μετά από 1 ώρα υπάρχουν 10400 βακτήρια, μετά από ώρες 5100 βακτήρια, και γενικά ο αριθμός των βακτηρίων υποδιπλασιάζεται κάθε μια ώρα. α) Πόσα
Εφαρμοσμένα Μαθηματικά ΙΙ 9ο Σετ Ασκήσεων (Λύσεις) Διανυσματικοί Χώροι
Εφαρμοσμένα Μαθηματικά ΙΙ 9ο Σετ Ασκήσεων (Λύσεις) Διανυσματικοί Χώροι Επιμέλεια: Ι. Λυχναρόπουλος. Δείξτε ότι ο V R εφοδιασμένος με τις ακόλουθες πράξεις (, a b) + (, d) ( a+, b+ d) και k ( ab, ) ( kakb,
Βάση και Διάσταση Διανυσματικού Χώρου
Βάση και Διάσταση Διανυσματικού Χώρου Έστω V ένας διανυσματικός χώρος επί του σώματος F. Ορισμός : Ένα υποσύνολο S του διανυσματικού χώρου V θα λέμε ότι είναι βάση του V αν ισχύει Α) Η θήκη του S παράγει
ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΘΕΩΡΕΙΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΛΥΜΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΘΕΩΡΕΙΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΛΥΜΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ Φροντιστήριο Μ.Ε. «ΑΙΧΜΗ» Κ.Καρτάλη 8 Βόλος Τηλ. 43598 ΠΊΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΈΝΩΝ 3. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ... 5 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΛΥΜΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ...
π B = B και άρα η π είναι ανοικτή απεικόνιση.
3 Παράρτημα 2 Παρατηρήσεις, ασκήσεις και Διορθώσεις Παράγραφος ) Σελίδα, : Παρατηρούμε τα ακόλουθα για το χώρο πηλίκο / Y : Y = / Y και (α) { } (β) = Y / Y { } Επίσης από τον τύπο () έπεται ιδιαίτερα ότι
2.8 ΚΥΡΤΟΤΗΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΜΠΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ
Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ : ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ 8 ΚΥΡΤΟΤΗΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΜΠΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ 49 ΟΡΙΣΜΟΣ 6 4 Πότε μια συνάρτηση λέγεται κυρτή και πότε κοίλη σε ένα διάστημα Δ ; Απάντηση : Έστω μία συνάρτηση σ υ ν ε χ ή ς σ ένα
( ) x 1 1. cone( (10.1) ( ) x ) := D (10.2) D Ax b 0 Ax 0 b. i λ i 1
Θεωρία Γραμμικού Προγραμματισμού Διάλεξη 0: 2..204 Διδάσκων: Σταύρος Κολλιόπουλος Γραφέας: Ευάγγελος Αναγνωστόπουλος, Πέτρος Μπαρμπαγιάννης & Σ. Κ. 0. Θεώρημα Minkowski-Weyl για πολύεδρα Ορισμός 0. Αν
Κεφάλαιο 4 Διανυσματικοί Χώροι
Κεφάλαιο Διανυσματικοί χώροι - Βασικοί ορισμοί και ιδιότητες Θεωρούμε τρία διαφορετικά σύνολα: α) Το σύνολο διανυσμάτων (πινάκων με μία στήλη) με στοιχεία το οποίο συμβολίζουμε με Σε αυτό το σύνολο γνωρίζουμε
2.0 ΔΙΑΝΥΣΜΑΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
.0 ΔΙΑΝΥΣΜΑΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ Έστω διανύσματα που ανήκουν στο χώρο δ i = ( a i, ai,, ai) i =,,, και έστω γραμμικός συνδυασμός των i : xδ + x δ + + x δ = b που ισούται με το διάνυσμα b,
n = dim N (A) + dim R(A). dim V = dim ker L + dim im L.
Γραμμική Άλγεβρα ΙΙ Διάλεξη 9 Γραμμικοί Ισομορφισμοί Χρήστος Κουρουνιώτης Πανεπιστήμιο Κρήτης 19/3/2014 Χ.Κουρουνιώτης (Παν.Κρήτης) Διάλεξη 9 19/3/2014 1 / 12 Γραμμικές απεικονίσεις και υπόχωροι Εικόνα
ΜΕΓΙΣΤΙΚΟΣ ΤΕΛΕΣΤΗΣ 18 Σεπτεμβρίου 2014
ΜΕΓΙΣΤΙΚΟΣ ΤΕΛΕΣΤΗΣ 18 Σεπτεμβρίου 2014 Περιεχόμενα 1 Εισαγωγή 2 2 Μεγιστικός τελέστης στην μπάλα 2 2.1 Βασικό θεώρημα........................ 2 2.2 Γενική περίπτωση μπάλας.................. 6 2.2.1 Στο
Ας ξεκινήσουμε υπενθυμίζοντας τον ορισμό της συνέχειας σε μετρικούς χώρους. διατυπώνεται και με τον ακόλουθο τρόπο: για κάθε σφαίρα
33.4.Συνεχείς συναρτήσεις Η έννοια της συνεχούς συνάρτησης είναι θεμελιώδης και μελετάται κατ αρχήν για συναρτήσεις μιας και κατόπιν δύο ή περισσότερων μεταβλητών στα μαθήματα του Απειροστικού Λογισμού.
Διάλεξη 1 - Σημειώσεις 1
Διάλεξη 1 - Σημειώσεις 1 Σύνολα Πως διαβάζουμε κάποιους συμβολισμούς: ανήκει και η άρνηση, δηλαδή δεν ανήκει υπάρχει για κάθε : τέτοιο ώστε. Επίσης το σύμβολο έχει την ερμηνεία «τέτοιο ώστε» και ή υπονοεί
Θεώρημα Βolzano. Κατηγορία 1 η. 11.1 Δίνεται η συνάρτηση:
Κατηγορία η Θεώρημα Βolzano Τρόπος αντιμετώπισης:. Όταν μας ζητούν να εξετάσουμε αν ισχύει το θεώρημα Bolzano για μια συνάρτηση f σε ένα διάστημα [, ] τότε: Εξετάζουμε την συνέχεια της f στο [, ] (αν η
z = c 1 x 1 + c 2 x c n x n
Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ιδρυμα Κεντρικής Μακεδονίας - Σέρρες Τμήμα Μηχανικών Πληροφορικής Γραμμικός Προγραμματισμός & Βελτιστοποίηση Δρ. Δημήτρης Βαρσάμης Καθηγητής Εφαρμογών Δρ. Δημήτρης Βαρσάμης Μάρτιος
Η Θεωρία στα Μαθηματικά κατεύθυνσης της Γ Λυκείου
Η Θεωρία στα Μαθηματικά κατεύθυνσης της Γ Λυκείου wwwaskisopolisgr έκδοση 5-6 wwwaskisopolisgr ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ 5 Τι ονομάζουμε πραγματική συνάρτηση; Έστω Α ένα υποσύνολο του Ονομάζουμε πραγματική συνάρτηση
OΡΙΟ - ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ
Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ : ΟΡΙΟ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ OΡΙΟ - ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ Έστω Α ένα υποσύνολο του Τι ονομάζουμε πραγματική συνάρτηση με πεδίο ορισμού το Α ; Απάντηση : ΕΣΠ Β Έστω
Εφαρμοσμένα Μαθηματικά ΙΙ
Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Εφαρμοσμένα Μαθηματικά ΙΙ Διανυσματικοί Χώροι Ιωάννης Λυχναρόπουλος Μαθηματικός, MSc, PhD Διανυσματικός Χώρος επί του F Αλγεβρική δομή που αποτελείται
Μ Α Θ Η Μ Α Τ Α Γ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ
Μ Α Θ Η Μ Α Τ Α Γ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ (Α ΜΕΡΟΣ: ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ) Επιμέλεια: Καραγιάννης Ιωάννης, Σχολικός Σύμβουλος Μαθηματικών
Συναρτησιακή Ανάλυση, μεταπτυχιακό μάθημα
Συναρτησιακή Ανάλυση, μεταπτυχιακό μάθημα Περίληψη του μαθήματος Μιχάλης Παπαδημητράκης Τμήμα Μαθηματικών Πανεπιστήμιο Κρήτης 1η εβδομάδα. Στα πρώτα δύο μαθήματα είπαμε κάποια πολύ βασικά πράγματα για
Παραδείγματα (1 ο σετ) Διανυσματικοί Χώροι
Παραδείγματα ( ο σετ) Διανυσματικοί Χώροι Παράδειγμα Έστω το σύνολο V το σύνολο όλων των θετικών πραγματικών αριθμών εφοδιασμένο με την ακόλουθη πράξη της πρόσθεσης: y y με y, V και του πολλαπλασιασμού:
ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ
ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ 80 ΝΙΚΑΙΑ ΝΕΑΠΟΛΗ ΤΗΛΕΦΩΝΟ 0965897 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΠΟΥΔΩΝ ΒΡΟΥΤΣΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΜΠΟΥΡΝΟΥΤΣΟΥ ΚΩΝ/ΝΑ ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ Η έννοια του μιγαδικού
0x2 = 2. = = δηλαδή η f δεν. = 2. Άρα η συνάρτηση f δεν είναι συνεχής στο [0,3]. Συνεπώς δεν. x 2. lim f (x) = lim (2x 1) = 3 και x 2 x 2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ο: ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ - ΟΡΙΟ - ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 8: ΘΕΩΡΗΜΑ BOLZANO - ΠΡΟΣΗΜΟ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ - ΘΕΩΡΗΜΑ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΝ ΤΙΜΩΝ - ΘΕΩΡΗΜΑ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΕΛΑΧΙΣΤΗΣ ΤΙΜΗΣ - ΣΥΝΟΛΟ ΤΙΜΩΝ ΣΥΝΕΧΟΥΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ
i=1 i=1 i=1 (x i 1, x i +1) (x 1 1, x k +1),
Κεφάλαιο 6 Συμπάγεια 6.1 Ορισμός της συμπάγειας Οπως θα φανεί στην αμέσως επόμενη παράγραφο, υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους μπορεί κανείς να εισάγει την έννοια του συμπαγούς μετρικού χώρου. Ο
2.8 ΚΥΡΤΟΤΗΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΜΠΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ
8 ΚΥΡΤΟΤΗΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΜΠΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ 49 ΟΡΙΣΜΟΣ 6 4 Πότε μια συνάρτηση λέγεται κυρτή και πότε κοίλη σε ένα διάστημα Δ ; Απάντηση : Έστω μία συνάρτηση σ υ ν ε χ ή ς σ ένα διάστημα Δ και π α ρ α γ ω γ ί
Γραφική Λύση & Πρότυπη Μορφή Μαθηματικού Μοντέλου
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ Επιχειρησιακή Έρευνα Γραφική Λύση & Πρότυπη Μορφή Μαθηματικού Μοντέλου Η παρουσίαση προετοιμάστηκε από τον Ν.Α. Παναγιώτου Περιεχόμενα Παρουσίασης 1. Προϋποθέσεις Εφαρμογής
Παραδείγματα Διανυσματικοί Χώροι Ι. Λυχναρόπουλος
Παραδείγματα Διανυσματικοί Χώροι Ι. Λυχναρόπουλος Παράδειγμα Έστω το σύνολο V το σύνολο όλων των θετικών πραγματικών αριθμών εφοδιασμένο με την ακόλουθη πράξη της πρόσθεσης: y y με, y V και του πολλαπλασιασμού
ή κανονικός ( regular ), αν για κάθε x και κάθε κλειστό αντιπαραδείγματα με τα οποία αποδεικνύεται ότι οι αντίστροφες συνεπαγωγές δεν ισχύουν.
93 4 Διαχωριστικά αξιώματα Στο κεφάλαιο αυτό εισάγουμε τα λεγόμενα διαχωριστικά αξιώματα και εξετάζουμε τις βασικές ιδιότητές τους. Ένα από αυτά το έχουμε ήδη εισαγάγει δηλαδή το αξίωμα Husdorff ( ορισμός
Εφαρμοσμένα Μαθηματικά ΙΙ
Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Εφαρμοσμένα Μαθηματικά ΙΙ Διανυσματικοί Χώροι Ιωάννης Λυχναρόπουλος Μαθηματικός, MSc, PhD Διανυσματικός Χώρος επί του F Αλγεβρική δομή που αποτελείται
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο: ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 5: ΘΕΩΡΗΜΑ ROLLE [Θεώρημα Rolle του κεφ.2.5 Μέρος Β του σχολικού βιβλίου]. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο: ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 5: ΘΕΩΡΗΜΑ ROLLE [Θεώρημα Rolle του κεφ..5 Μέρος Β του σχολικού βιβλίου]. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΘΕΜΑ Β Παράδειγμα. Να εξετάσετε από τις παρακάτω συναρτήσεις ποιές ικανοποιούν
Σημειώσεις Ανάλυσης Ι. Θεωρούμε γνωστούς τους φυσικούς αριθμούς
Σημειώσεις Ανάλυσης Ι 1. Οι ρητοί αριθμοί Θεωρούμε γνωστούς τους φυσικούς αριθμούς 1, 2, 3, και τις πράξεις (πρόσθεση - πολλαπλασιασμό)μεταξύ αυτών. Οι φυσικοί αριθμοί είναι επίσης διατεταγμένοι με κάποια
ΟΙ πιο πάνω έννοιες εκφράζουν όπως λέμε τη μονοτονία της συνάρτησης.
3 Μονοτονία συναρτήσεων 3 Μονοτονία συναρτήσεων 3Α Μονοτονία συνάρτησης Έστω f μία συνάρτηση με πεδίο ορισμού Γνησίως αύξουσα συνάρτηση Η συνάρτηση f λέγεται γνησίως αύξουσα στο Δ αν για κάθε, Δ, με
V (F ) = {(u 1, u 2, u 3 ) P 2 K F (u 1, u 2, u 3 ) = 0}
1 Θεώρημα BEZOU T Ο δακτύλιος K[x 1,..., x n ] είναι περιοχή μονοσήμαντης ανάλυσης. Άρα κάθε πολυώνυμο f K[x 1,..., x n ] (που δεν είναι σταθερά, δηλαδή f / K) αναλύεται σε γινόμενο αναγώγων πολυωνύμων,
Ποσοτικές Μέθοδοι στη Διοίκηση Επιχειρήσεων ΙΙ Σύνολο- Περιεχόμενο Μαθήματος
Ποσοτικές Μέθοδοι στη Διοίκηση Επιχειρήσεων ΙΙ Σύνολο- Περιεχόμενο Μαθήματος Χιωτίδης Γεώργιος Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης
ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ SIMPLEX
ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ SIMPLEX Θεμελιώδης αλγόριθμος επίλυσης προβλημάτων Γραμμικού Προγραμματισμού που κάνει χρήση της θεωρίας της Γραμμικής Άλγεβρας Προτάθηκε από το Dantzig (1947) και πλέον
ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ (Εξ. Ιουνίου - 02/07/08) ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Ονοματεπώνυμο:......... Α.Μ....... Ετος... ΑΙΘΟΥΣΑ:....... I. (περί τις 55μ. = ++5++. Σωστό ή Λάθος: ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ (Εξ. Ιουνίου - //8 ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ (αʹ Αν AB = BA όπου A, B τετραγωνικά και
X = {(x 1, x 2 ) x 1 + 2x 2 = 0}.
Γραμμική Άλγεβρα ΙΙ Διάλεξη 4 Χρήστος Κουρουνιώτης Πανεπιστήμιο Κρήτης 26/2/2014 Χ.Κουρουνιώτης (Παν.Κρήτης) Διάλεξη 4 26/2/2014 1 / 12 Υποσύνολα ενός διανυσματικού χώρου. Πότε είναι ένα υποσύνολο X ενός
9 Πολυώνυμα Διαίρεση πολυωνύμων
4ο Κεφάλαιο 9 Πολυώνυμα Διαίρεση πολυωνύμων Α ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Ορισμοί Μονώνυμο του x ονομάζουμε κάθε παράσταση της μορφής ν αx όπου α R, * ν N και x μια μεταβλητή που μπορεί να πάρει οποιαδήποτε
Εισαγωγή στις Τηλεπικοινωνίες. Δομή της παρουσίασης
1 Oct 16 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΤΜΗΜΑ ΨΗΦΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ Εισαγωγή στις Τηλεπικοινωνίες Διάλεξη 4 η Γεωμετρική Αναπαράσταση
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. x A αντιστοιχίζεται (συσχετίζεται) με ένα μόνο. = ονομάζεται εξίσωση της
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο: ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ - ΟΡΙΟ - ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 1: ΕΝΝΟΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ - ΓΡΑΦΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ. IΣΟΤΗΤΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ - ΠΡΑΞΕΙΣ ΜΕ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ - ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ [Ενότητα
Περιεχόμενα. Πρόλογος 3
Πρόλογος Η Γραμμική Άλγεβρα είναι ένα σημαντικό συστατικό στο πρόγραμμα σπουδών, όχι μόνο των Μαθηματικών, αλλά και άλλων τμημάτων, όπως είναι το τμήμα Φυσικής, Χημείας, των τμημάτων του Πολυτεχνείου,
Κεφάλαιο 5 Γραμμικοί Μετασχηματισμοί
Κεφάλαιο 5 Γραμμικοί Μετασχηματισμοί 5 Γενικά Γραμμικοί Μετασχηματισμοί Μία σχέση μεταξύ των στοιχείων δύο συνόλων Α,Β αντιστοιχίζει στοιχεία του Α με στοιχεία του Β άλλου μέσω ενός κανόνα που μπορεί να
ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΠΕΜΠΤΟ ΜΑΘΗΜΑ, Μ. Παπαδημητράκης.
ΑΝΑΛΥΣΗ 1 ΠΕΜΠΤΟ ΜΑΘΗΜΑ, 17-10-13 Μ. Παπαδημητράκης. 1 Την προηγούμενη φορά αναφέραμε (και αποδείξαμε στην περίπτωση n = 2) το θεώρημα που λέει ότι, αν n N, n 2, τότε για κάθε y 0 υπάρχει μοναδική μηαρνητική
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ. Μαθηματικά 2. Σταύρος Παπαϊωάννου
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ Μαθηματικά Σταύρος Παπαϊωάννου Ιούνιος 015 Τίτλος Μαθήματος Περιεχόμενα Χρηματοδότηση... Error! Bookmark not defined. Σκοποί Μαθήματος (Επικεφαλίδα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο: ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 8: ΜΟΝΟΤΟΝΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ [Ενότητα Μονοτονία Συνάρτησης του κεφ.2.6 Μέρος Β του σχολικού βιβλίου].
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο: ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 8: ΜΟΝΟΤΟΝΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ [Ενότητα Μονοτονία Συνάρτησης του κεφ..6 Μέρος Β του σχολικού βιβλίου]. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ Παράδειγμα 1. ΘΕΜΑ Β Να μελετηθούν ως προς την μονοτονία
ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ (ΗΥ-119)
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ Α. ΤΣΑΓΡΑΚΗΣ ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ (ΗΥ-119) ΜΕΡΟΣ 5: ΔΙΑΝΥΣΜΑΤΙΚΟΙ ΥΠΟΧΩΡΟΙ ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΒΑΣΕΙΣ & ΔΙΑΣΤΑΣΗ Δ.Χ. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
G n. n=1. n=1. n=1 G n) = m (E). n=1 G n = k=1
ΣΧΟΛΗ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ & ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ Επαναληπτικές Εξετάσεις στη Θεωρία Μέτρου και Ολοκλήρωση Θέμα. Εστω R Lebesgue μετρήσιμο σύνολο. (αʹ) Να αποδειχθεί ότι για κάθε ε
Αρµονική Ανάλυση. Ενότητα: L 2 -σύγκλιση σειρών Fourier. Απόστολος Γιαννόπουλος. Τµήµα Μαθηµατικών
Ενότητα: L -σύγκλιση σειρών Fourier Απόστολος Γιαννόπουλος Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες,
Τι είναι βαθμωτό μέγεθος? Ένα μέγεθος που περιγράφεται μόνο με έναν αριθμό (π.χ. πίεση)
TETY Εφαρμοσμένα Μαθηματικά Ενότητα ΙΙ: Γραμμική Άλγεβρα Ύλη: Διανυσματικοί χώροι και διανύσματα, μετασχηματισμοί διανυσμάτων, τελεστές και πίνακες, ιδιοδιανύσματα και ιδιοτιμές πινάκων, επίλυση γραμμικών
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. ΜΕΡΟΣ 1ο ΑΛΓΕΒΡΑ
1. Τι καλείται μεταβλητή; ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΕΡΟΣ 1ο ΑΛΓΕΒΡΑ Μεταβλητή είναι ένα γράμμα (π.χ., y, t, ) που το χρησιμοποιούμε για να παραστήσουμε ένα οποιοδήποτε στοιχείο ενός συνόλου..
7 Μάθημα Πορεία μελέτης Ακόμη μία Άσκηση Μάθημα Πορεία μελέτης....
Περιεχόμενα I Εναρξη μαθήματος 5 II Αρχικά μαθήματα 7 1 Μάθημα 1 7 1.1 Εισαγωγή............................... 7 1.2 Πορεία μελέτης............................ 7 1.3 Γραμμικά συστήματα.........................
ΑΛΓΕΒΡΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ. 8. Πότε το γινόμενο δύο ή περισσοτέρων αριθμών παραγόντων είναι ίσο με το μηδέν ;
ΑΛΓΕΒΡΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ο : ( ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ) ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ : Το κεφάλαιο αυτό περιέχει πολλά θέματα που είναι επανάληψη εννοιών που διδάχθηκαν στο Γυμνάσιο γι αυτό σ αυτές δεν θα επεκταθώ αναλυτικά
Επιχειρησιακή Έρευνα Θεωρητική Θεμελίωση της Μεθόδου Simplex
Επιχειρησιακή Έρευνα Θεωρητική Θεμελίωση της Μεθόδου Simplex Νίκος Τσάντας ιατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Τμήμ. Μαθηματικών Μαθηματικά των Υπολογιστών και των Αποφάσεων Ακαδημαϊκό έτος 2006-07
Συνεχείς συναρτήσεις πολλών µεταβλητών. ε > υπάρχει ( ) ( )
Συνεχείς συναρτήσεις πολλών µεταβλητών 7 Η Ευκλείδεια απόσταση που ορίσαµε στον R επιτρέπει ( εκτός από τον ορισµό των ορίων συναρτήσεων και ακολουθιών και τον ορισµό της συνέχειας συναρτήσεων της µορφής