Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download ""

Transcript

1 Δημητρης Χατζακος Modular forms και Ελλειπτικες καμπυλες Μεταπτυχιακη Εργασια Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μαθηματικών Αθήνα 3 Σεπτεμβρίου 2012

2

3 Εισηγητης: Αριστείδης Κοντογεώργης Αντώνης Μελάς Γιάννης Εμμανουήλ Επιτροπη

4

5

6 Περιεχόμενα 1 Στοιχεία Αλγεβρικής Γεωμετρίας Varieties Καμπύλες Divisors και Διαφορικά Το Θεώρημα Riemann-Roch και το Θεώρημα του Hurwitz Ελλειπτικές Καμπύλες Μορφές Weierstrass Η ομάδα E(K) Singular Κυβικές Καμπύλες Υπαρξη μορφής Weierstrass Ισογενείς Ελλειπτικές Καμπύλες Σημεία στρέψης: Το πρότυπο του Tate και η αντιστοιχία του Weil Ο δακτύλιος των ενδομορφισμών και η ομάδα των αυτομορφισμών Καλή και κακή αναγωγή ελλειπτικών καμπυλών Η Ομάδα E(F q ) Οι Ομάδες E(C) και E(R) Μιγαδικός Πολλαπλασιασμός Οι ομάδες E(Q) και E(K): Το Θεώρημα Mordell-Weil Περαιτέρω θέματα αριθμητικής των ελλειπτικών καμπυλών αʹ Η δομή της torsion υποομάδας βʹ Η rank μιας ελλειπτικής καμπύλης γʹ Ακέραια σημεία δʹ Γενικεύσεις Ομάδες Fuchs και Επιφάνειες Riemann Τοπολογικές ομάδες Επιφάνειες Riemann Το άνω μιγαδικό επίπεδο H Ομάδες Fuchsian και η δράση τους στο H Modular Καμπύλες αʹ Η μιγαδική δομή στον Γ(1)\H βʹ Η μιγαδική δομή στον Γ(1)\H γʹ Η μιγαδική δομή στον Γ\H

7 Περιεχομενα vii 4 Modular Forms Βασικές έννοιες Οι χώροι M k (Γ) και S k (Γ) Παραδείγματα modular μορφών και αναπτύγματα Fourier αʹ Σειρες Eisenstein βʹ Η συνάρτηση (z) γʹ Η j-συνάρτηση j(z) δʹ Η συνάρτηση η(z) Σειρές Poincare και το εσωτερικό γινόμενο του Petersson Τελεστές Hecke Η θεωρία Atkin-Lehner Εφαρμογές των modular μορφών αʹ Το πρόβλημα των τεσσάρων τετραγώνων βʹ Το πρόβλημα των διαμερίσεων Γενικεύσεις αʹ Siegel modular forms βʹ Hilbert modular forms γʹ Θήτα συναρτήσεις δʹ Automorphic forms Η modular καμπύλη X 0 (N) αʹ Άλλες modular καμπύλες Moduli interpretation αʹ Απόδειξη θεωρήματος Modular καμπύλες ως πηλίκα του υπερβολικού χώρου Hecke Correspondences αʹ Οι Hecke correspondence στην X 0 (N) βʹ Moduli interpretation των Hecke correspondences γʹ Οι Hecke correspondences στο υπερβολικό επίπεδο Hecke correspondences και ο αυτομορφισμός του Frobenious L-συναρτήσεις και modularity L-συναρτήσεις L-σειρές ελλειπτικών καμπυλών L-σειρές modular μορφών Το Modularity Θεώρημα Βιβλιογραφία 211

8

9 Εισαγωγή There are five elementary operations in mathematics: addition, subtraction, multiplication, division and modular forms. Martin Eichler Σκοπός της μεταπτυχιακής αυτής εργασίας είναι η μελέτη των Modular forms και των Ελλειπτικών καμπυλών. Τόσο οι modular forms όσο και οι Ελλειπτικές καμπύλες αποτελούν κεντρικούς τομείς της μοντέρνας θεωρίας αριθμών. Για πολύ καιρό μελετόντουσαν σχετικά ανεξάρτητα, προτού, πριν από 60 περίπου χρόνια, διατυπωθεί η εικασία Taniyama-Shimura-Weil (ή εικασία Taniyama-Shimura). Η ενοποιητική αυτή αρχή αποτέλεσε από τότε κεντρικό πρόβλημα της θεωρίας αριθμών μέχρι την πλήρη απόδειξη της το Η εργασία αυτή ξεκινάει με την μελετη των modular forms και των Ελλειπτικών καμπυλών ως ξεχωριστά μαθηματικά αντικείμενα, και τελειώνει με την περιγραφή του modularity θεωρήματος (εικασία Taniyama-Shimura-Weil). Η δομή της εργασίας είναι η εξής: στα 4 πρώτα κεφάλαια αναπτύσσεται κάπως ξεχώριστα η θεωρία των επιμέρους θεμάτων, ενώ στο τελευταίο κεφάλαιο μελετάται η συνάφεια των δύο αντικειμένων. Πιο συγκεκριμμένα, στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μια εισαγωγή στο κομμάτι της αλγεβρικής γεωμετρίας που θα μας χρειαστεί για την μελέτη των ελλειπτικών καμπυλών. Αναλυτικότερα, μελετάμε τα βασικά στοιχεία της θεωρίας των προβολικών και affine varieties, των αλγεβρικών καμπύλων και των μορφισμών. Επίσης, διατυπώνονται το θεώρημα Riemann-Roch και ο τύπος του Hurwitz για καμπύλες. Στο δεύτερο κεφάλαιο μελετάται η αριθμητική και η γεωμετρία των ελλειπτικών καμπυλών. Κύριος σκοπός μας σε αυτό το κεφάλαιο είναι η μελέτη και περιγραφή της ομάδας E(K), οπου K = F q, C, R, Q ή ένα τυχαίο σώμα αριθμών (σε όλη την εργασία, με τον όρο «σώμα αριθμών» θα εννοούμε πάντα μια πεπερασμένη επέκταση του Q, ή αλλιώς, αυτό που συχνά στην βιβλιογραφία καλείται αλγεβρικό σώμα αριθμών). Τα πρώτα σημαντικά αποτελέσματα αφορούν την δομή της E(F q ), και είναι η Αρχή του Hasse και η γενίκευση της από τον Weil (εικασίες του Weil για ελλειπτικές καμπύλες). Οσον αφορά το C, η μελέτη μας είναι κλασσική, και δόθηκε από τον Weierstrass τον 19ο αιώνα. Στο R, η περιγραφή που δίνουμε είναι σύντομη, γεωμετρική και όχι αυστηρή. Για K ένα σώμα αριθμών, το κύριο αποτέλεσμα είναι το θεώρημα Mordell-Weil. Βέβαια, προτού μπορ εσουμε να αποδείξουμε τα αποτελέσματα αυτά, θα χρειαστεί να αναπτύξουμε σε κάποιον βαθμό τα εργαλεία της μελέτης των ελλειπτικών καμπυλών: μορφισμούς και ισογένειες, το πρότυπο

10 x Περιεχομενα του Tate, την αντιστοιχία του Weil και την αναγωγή των ελλειπτικών καμπυλών. Δίνουμε επίσης μια σύντομη περιγραφή της σύνδεσης της θεωρίας των ελλειπτικών καμπυλών με την θεωρία κλάσεως σωμάτων. Στο τρίτο κεφάλαιο, εισερχόμαστε στο «αναλυτικό» κομμάτι της θεωρίας. Περιγράφουμε συνοπτικά την θεωρία των τοπολογικών ομάδων, των επιφανειών Riemann (μεταξύ των οποίων το θεώρημα Riemann-Roch και ο τύπος του Hurwitz για επιφάνειες Riemann), των ομάδων Fuchsian και των modular καμπυλών (ελλειπτικοί, παραβολικοί και υπερβολικοί μετασχηματισμοί, ελλειπτικά σημεία και cusps). Στο τέταρτο κεφάλαιο, μελετάμε τις συναρτήσεις και τα διαφορικά που ορίζονται σε μια modular καμπύλη. Αυτές είναι οι modular συναρτήσεις και οι modular forms (μορφές). Οι modular forms, στων οποίων την μελέτη κατά βάση εμβαθύνουμε, έχουν παίξει ήδη από τον δέκατο ένατο αιώνα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της θεωρίας αριθμών. Εισήχθησαν πρώτη φορά από τον Gauss, και μελετήθηκαν εκτενώς από τους Gauss, Abel, Jacobi, Eisenstein, Weierstrass, Kronecker και Poincare.Η θεωρία των modular forms άλλαξε σημαντικά στις αρχές του εικοστού αιώνα, ύστερα από την δουλειά των Ramanujan, Hardy, Mordell, Hecke και Petersson, για να αναφέρουμε μόνο κάποιους από τους σημαντικότερους. Αρχικά, μελετάμε την κλασσική θεωρία των modular συναρτήσεων και των modular μορφών, που σε πρώτο επίπεδο αποτελείται κυρίως από την μελέτη των χώρων M k (Γ) και S k (Γ) και τους τελεστές Hecke, οι οποίοι αποτελούν οικογένεια τελεστών που ορίζονται από έναν χώρο μορφών στον εαυτό του και μας δίνουν πληροφορίες για την μορφή των στοιχείων του χώρου. Δύο βασικά προβλήματα υπάρχουν σε αυτό το σημείο: το πρόβλημα της εύρεσης μιας βάσης για έναν δοσμένο συγκεκριμμένο χώρο μορφών, καθώς και το πρόβλημα της εύρεσης ιδιοτιμών και ιδιοσυναρτήσεων για τους τελεστές Hecke. Οι απαντήσεις σε αυτά τα δύο προβλήματα συνδέονται, και οδηγούν ταυτόχρονα στην απόδειξη κάποιων αριθμοθεωρητικών εικασιών του Ramanujan. Επίσης, περιγράφουμε εν συντομία βασικά στοιχεία της θεωρίας Atkin-Lehner (oldforms, newforms και το Κύριο Λήμμα της θεωρίας Atkin-Lehner). Στην συνέχεια, σκιαγραφούμε σε α- δρές γραμμές κάποιες εφαρμογές και κάποιες γενικεύσεις των modular μορφών. Το επόμενο βήμα είναι είναι η μελέτη της moduli interpretation των modular καμπυλών, όπου συμπεραίνουμε πως αυτές αποτελούν με φυσιολογικό τρόπο moduli spaces για κατάλληλες κλάσεις ισοδυναμίας μεταξύ ελλειπτικών καμπυλών. Μελετάμε την moduli interpretation των Hecke correspondences, και την σχέση τους με τον αυτομορφισμό του Frobenius (σχέσεις Eichler-Shimura), καθώς επίσης και το θεώρημα του Igusa. Τέλος, στο πέμπτο κεφάλαιο γίνεται μια σύντομη επεξήγηση του Modularity Θεωρήματος, μέσω διάφορων μορφών του. Γνωστό ως εικασία Taniyama- Shimura-Weil, αποτέλεσε ανοικτό πρόβλημα κεντρικής σημασίας για την θεωρία αριθμών για πολλά χρόνια. Για να το εξηγήσουμε, εισαγάγουμε αρχικά την έννοια της L-σειράς μιας ελλειπτικής καμπύλης και μιας modular μορφής, αποδεικνύουμε κάποια βασικά αποτελέσματα για αυτές (αναλυτικές επεκτάσεις, γινόμενα Euler, συναρτησιακές εξισώσεις, αντίστροφα θεωρήματα) και στην τελευταία παράγραφο δίνουμε μερικές ισοδύναμες διατυπώσεις του. Θα ήθελα να ευχαριστήσω βαθύτατα τον καθηγητή μου Αριστείδη Κοντογεώργη για την βοήθεια του στην εκπόνηση της εργασίας αυτής, για την βοήθεια του κατά τα τελευταία δύο χρόνια καθώς και για τα πολύ όμορφα μαθήματικά που με βοήθησε να γνωρίσω και να μάθω. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω τα άλλα δύο

11 Περιεχομενα xi μέλη της επιτροπής, τον κ.εμμανουήλ και τον κ.μελά, για την συμμετοχή τους σε αυτήν, όπως επίσης και κάθε άλλον δάσκαλο ή καθηγητή μου που με δίδαξε κάτι χρήσιμο ή, ακόμα σπουδαιότερο, κάτι όμορφο. Ιδιαιτέρως, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον καθηγητή μου κ.γιαννόπουλο, που κατά τα χρόνια των σπουδών μου η βοήθεια που μου προσέφερε ήταν μεγάλη. Ευχαριστώ τους φίλους και συμφοιτητές μου, που κατά τα τελευταία έξι χρόνια μοιραζόμαστε κάθε μέρα μαζί, τόσο στην σχολή όσο και εκτός αυτής, την τόσο συναρπαστική «μαθηματική εμπειρία». Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω την οικογένεια μου, που τόσα χρόνια στηρίζει το όνειρο μου να ασχολούμαι με κάτι που της είναι ανοίκειο και που πάντα με βοηθά να εκπληρώνω τους στόχους μου. Σε αυτήν, και ιδιαιτέρως στους αγαπημένους μου γονείς, αφιερώνω αυτήν την εργασία.

12

13 Κεφάλαιο 1 Στοιχεία Αλγεβρικής Γεωμετρίας Αρχικά, δίνουμε κάποια εισαγωγικά στοιχεία από την αλγεβρική γεωμετρία που θα χρειαστούν για την μελέτη μας πάνω στις ελλειπτικές καμπύλες. Ακολουθούμε κυρίως την παρουσίαση στον [Silverman, [30], κεφ.1,2]. Η παρουσίαση μας είναι σύντομη, και, με λίγες εξαιρέσεις, χωρίς αποδείξεις. Για τις αποδείξεις που λείπουν παραπέμπουμε στους [Silverman, [30], κεφ.1,2], [Hartshorne, [10], κεφ.1,2] και [Ueno, [34], κεφ.1]. 1.1 Varieties Εστω K ένα τέλειο σώμα, δηλαδή ένα σώμα που κάθε αλγεβρική επέκταση του είναι διαχωρίσιμη. Γενικά, οι περισσότερες από τις έννοιες που θα αναπτύξουμε δουλεύουν ικανοποιητικά μόνο για τέλεια σώματα. Ειδικότερα, τα σώματα χαρακτηριστικής 0 και τα πεπερασμένα σώματα είναι τέλεια, και είναι αυτές οι περιπτώσεις που θα μας απασχολήσουν περισσότερο και στην μελέτη των ελλειπτικών καμπυλών. Ορισμός Ο n-διάστατος αφφινικός χώρος υπεράνω του K είναι ο χώρος A n ( K) = {P = (x 1, x 2,..., x n ), x i K}. Αν όλα τα x i K, το P λέγεται K-ρητό σημείο. Πιο πολύ μας ενδιαφέρουν συγκεκριμμένα υποσύνολα του αφφινικού χώρου: Ορισμός Αν I είναι ένα ιδεώδες του K[x 1,..., x n ], ορίζουμε το V (I) = {P : f(p ) = 0 f I}. Ενα σύνολο της μορφής V (I) λέγεται αλγεβρικό. Ορισμός Εστω V ένα αλγεβρικό σύνολο. Το ιδεώδες του K[x 1,..., x n ] που αντιστοιχεί στο V είναι το I(V ) = {f K[x 1, x 2,..., x n ] : f(p ) = 0 P V }. Αν το I(V ) παράγεται από πολυώνυμα στο K[x 1, x 2,..., x n ], τότε λέμε ότι το V ορίζεται υπεράνω του (ή πάνω από το) K, και γράφουμε V/K. Σ αυτήν την περίπτωση, το σύνολο των K-ρητών σημείων του V είναι το: V (K) = V A n (K).

14 2 Στοιχεια Αλγεβρικης Γεωμετριας Το επόμενο θεώρημα, που είναι ένα από τα πιο θεμελιώδη της αλγεβρικής γεωμετρίας, μας εγγυάται πως τα ιδεώδη που μόλις ορίσαμε στα K[x 1, x 2,..., x n ] και K[x 1, x 2,..., x n ] είναι πεπερασμένα παραγόμενα. Θεώρημα (Βάσης του Hilbert). Εστω K ένα σώμα. Τότε, κάθε ιδεώδες του K[x 1, x 2,..., x n ] είναι πεπερασμένα παραγόμενο. Αν σκεφτούμε ότι πολλές φορές οι συναρτήσεις που μελετάμε ορίζονται με συντελεστές από το αρχικό σώμα K, ο παρακάτω ορισμός θα μας είναι συχνά χρήσιμος: Ορισμός Αν V είναι ένα αλγεβρικό σύνολο, ορίζουμε το Παρατηρήσεις: I(V/K) = {f K[x 1, x 2,..., x n ] : f(p ) = 0 P V } (i) Αν το V/K, τότε I(V ) = I(V/K) K[x 1, x 2,..., x n ] (ii) Εστω V/K, και έστω ότι I(V/K) = f 1, f 2,..., f m. Τότε το V (K) αποτελείται ακριβώς από τις κοινές ρίζες των f i, i = 1, 2,..., m. Ορισμός Αν το I(V ) είναι πρώτο ιδεώδες του K[x 1, x 2,..., x n ], το V λέγεται αφφινική variety. Ακόμα, αν η V είναι μια variety που ορίζεται υπεράνω του K, ορίζουμε τον δακτύλιο συντεταγμένων της V/K ως εξής: K[V ] = K[X]/I(V/K) Αφού το I(V/K) είναι πρώτο, ο K[V ] είναι ακέραια περιοχή. Το σώμα πηλίκο του K[V ] συμβολίζεται με K(V ) και καλείται σώμα συναρτήσεων της V/K. Ομοια ορίζονται τα ανωτέρω και για το σώμα K. Το ανάλογο της διαίσθησης που έχουμε για την έννοια της διάστασης σε έναν διανυσματικό χώρο είναι λογικό να υπάρχει και εδώ. Ο επόμενος ορισμός από την θεωρία σωμάτων θα μας βοηθήσει να ορίσουμε ακριβώς μια έννοια διάστασης. Ορισμός Εστω F/K μια επέκταση σωμάτων. Βαθμός υπερβατικότητας της επέκτασης ονομάζεται το μέγιστο πλήθος αλγεβρικά ανεξάρτητων στοιχείων του F πάνω από το K. Ισοδύναμα, μπορεί να δείξει κανείς ότι ο βαθμός της επέκτασης F/K είναι r αν και μόνο αν υπάρχουν a 1, a 2,..., a r στοιχεία στο F υπερβατικά υπεράνω του K ώστε η επέκταση F/K(a 1, a 2,..., a r ) να είναι πεπερασμένη. Ορισμός Εστω V μια variety. Διάσταση της V ονομάζεται ο βαθμός υπερβατικότητας του K(V ) υπεράνω του K. Η διάσταση της V συμβολίζεται με dim V. Για παράδειγμα, έχουμε dim A n = n. Επίσης, dim V = n 1 αν και μόνο εάν V = f με f(x 1, x 2,..., x n ) μη σταθερό πολυώνυμο. Θέλουμε τώρα να ορίσουμε μια έννοια «ομαλότητας» της καμπύλης. Η έννοια αυτή παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην μελέτη των ελλειπτικών καμπυλών. Ορισμός Εστω V μια variety. Εστω P ένα σημείο της V και f 1, f 2,..., f m K[x 1, x 2,..., x n ] με I(V ) = f 1, f 2,..., f m. Η V λέγεται nonsingular στο P αν και μόνο αν ο πίνακας ( ) fi (P ) x j i=1,...,m,j=1,...,n έχει τάξη n dim V. Αν η V είναι nonsingular παντού, τότε λέγεται nonsingular ή λεία.

15 1.1 Varieties 3 Εστω M P = {f K[V ] : f(p ) = 0}. Η απεικόνιση φ : K[V ]/M P K : f f(p ) είναι ισομορφισμός. Το πηλίκο M P /MP 2 είναι διανυσματικός χώρος υπεράνω του K πεπερασμένης διάστασης. Η παρακάτω πρόταση δίνει έναν χρήσιμο γεωμετρικό χαρακτηρισμό των nonsingular σημείων. Πρόταση Ενα σημείο P μιας variety V είναι nonsingular αν και μόνο αν dim K M P /M 2 P = dim V Ορισμός Ο τοπικός δακτύλιος της V στο P είναι ο K[V ] P = {F K(V ) : F = f/g : f, g K[V ], g(p ) 0} και τα στοιχεία του ονομάζονται regular συναρτήσεις στο P. Ορίζουμε τώρα αντιστοίχως τις παραπάνω έννοιες και για την προβολική περίπτωση. Ορισμός Ο n-διάστατος προβολικός χώρος υπεράνω του K είναι ο χώρος P n ( K) = {(x 0, x 1,..., x n ), x i K}, με τουλάχιστον ένα x i μη μηδενικό, modulo την ισοδυναμία (x 0, x 1,..., x n ) (y 0, y 1,..., y n ) (x 0, x 1,..., x n ) = λ(y 0, y 1,..., y n ) για κάποιο λ K. Η κλάση ισοδυναμίας του (x 0, x 1,..., x n ) είναι το σημείο P = [x 0, x 1,..., x n ]. Αν x i K, το P λέγεται K-ρητό σημείο. Το σύνολο των K-ρητών σημείων στον P n ( K) συμβολίζεται με P n (K). Παρατηρείστε ότι για K = Q το P = (x 0, x 1 ) = ( 2, 2 2) P 1 (Q) αν και 2 / Q. Η παρατήρηση αυτή οδηγεί φυσιολογικά στον εξής ορισμό. Ορισμός Το ελάχιστο σώμα ορισμού του σημείου P P n ( K), όπου P = [x 0, x 1,...x n ], υπεράνω του K είναι το K(P ) = K(x 0 /x i, x 1 /x i,..., x n /x i ), για οποιοδήποτε i με x i 0, i = 1,..., n. Για να έχει νόημα να ρωτήσει κανείς για τις ρίζες ενός πολυωνύμου f στον προβολικό n-διάστατο χώρο, θα πρέπει αν το f μηδενίζεται σε ένα σημείο (x 0, x 1,..., x n ), να μηδενίζεται και σε ολόκληρη την κλάση ισοδυναμίας του. Ο επόμενος ορισμός πρόκυπτει φυσιολογικά: Ορισμός (Ορισμός (Προβολικής Variety). (i) Ενα πολυώνυμο f K[x 0, x 2,..., x n ] λέγεται ομογενές βαθμού d αν για κάθε λ K ισχύει f(λx 0, λx 1,..., λx n ) = λ d f(x 0, x 2,..., x n ). (ii) Ενα ιδεώδες I του K[x 0, x 2,..., x n ] λέγεται ομογενές αν παράγεται από ομογενή πολυώνυμα.

16 4 Στοιχεια Αλγεβρικης Γεωμετριας (iii) Αν το I είναι ένα ομογενές ιδεώδες, ορίζουμε το προβολικό αλγεβρικό σύνολο του I να είναι το V (I) = {P P n : f(p ) = 0 f I}. Ενα υποσύνολο του P n ( K) ονομάζεται προβολικό αλγεβρικό αν είναι της μορφής V (I) για κάποιο ομογενές ιδεώδες I. (iv) Αν το V είναι προβολικό αλγεβρικό, το ομογενές ιδεώδες που αντιιστοιχεί στο V είναι το I(V ) που παράγεται από όλα τα ομογενή πολυώνυμα του K[x 0, x 2,..., x n ] που μηδενίζονται σε κάθε σημείο του V. (v) Αν τα ομογενή πολυώνυμα που παράγουν το ιδεώδες του V ανήκουν στο K[x 0, x 2,..., x n ], τότε, αντιστοίχως με πριν, λέμε ότι το V ορίζεται υπεράνω του K και γράφουμε V/K. Ομοια με προηγουμένως, ορίζουμε τα K-ρητά σημεία της V να είναι τα σημεία που ανήκουν στο V (K) = V P n (K) (vi) Αν το I(V ) είναι πρώτο ιδεώδες του K[x 0, x 1,..., x n ], το V λέγεται προβολική variety. Εστω ένα ομογενές πολυώνυμο f(x 0, x 1,..., x n ). Υπάρχει x i 0. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι x i = 1. Η αντικατάσταση του f(x 0, x 1,..., 1,..., x n ) με το f(x 0, x 1,..., x i 1, x i+1,..., x n ) = f(y 1, y 2,..., y n ) ονομάζεται απομογενοποίηση ως προς την μεταβλητή x i. Η αντίθετη διαδικασία ονομάζεται ομογενοποίηση. Θα μελετήσουμε ελλειπτικές καμπύλες τόσο σε ομογενείς συντεταγμένες όσο και σε αφφινικές. Αν f K[x 1,..., x n ], θεωρούμε τα πολυώνυμα f i που είναι τα ομογενή πολυώνυμα στον n-διάστατο προβολικό χώρο με ομογενοποιήσεις το f. Τώρα, αν V είναι ένα αφφινικό αλγεβρικό σύνολο, ορίζουμε την προβολική θήκη του V του V να είναι το προβολικό αλγεβρικό σύνολο που το ιδεώδες του I( V ) παράγεται από τα {f i : f I(V )}. Πρόταση Αν η V είναι αφφινική variety, τότε η V είναι προβολική variety, και ισχύει V = V A n ( K). Αν V είναι μια προβολική variety, τότε το αφφινκό της ίχνος V A n ( K) είναι αφφινική variety. Επίσης, αν το προβολικό ή το αφφινικό κομμάτι μιας variety ορίζεται πάνω από το K, το ίδιο συμβαίνει και με το άλλο κομμάτι. Τα σημεία της V V ονομάζονται επ άπειρον σημεία της variety. Η διάσταση μιας προβολικής variety ορίζεται να είναι η διάσταση ενός αφφινικού κομματιού της. Ορισμός Εστω V μια προβολική variety, και P V. Διαλέγουμε ένα A n με P A n. Η V είναι λεία στο P αν και μόνο αν η V A n είναι λεία στο P. Ομοίως, ο τοπικός δακτύλιος K[V ] P της V στο P ορίζεται να είναι ο τοπικός δακτύλιος K[V A n ] P της V A n στο P. Ιδιαιτέρως χρήσιμες για την μελέτη μας θα αποδειχθούν οι απεικονίσεις από ελλειπτικές καμπύλες σε ελλειπτικές καμπύλες. Για αυτόν τον σκοπό, είναι αρχικά σημαντικό να μελετήσουμε απεικονίσεις από varieties σε varieties. Ορισμός Εστω V 1, V 2 δύο προβολικές varieties του n-διάστατου προβολικού χώρου. Μια απεικόνιση: φ : V 1 V 2

17 1.2 Καμπυλες 5 λέγεται ρήτη αν φ = [g 0, g 1,..., g n ], όπου κάθε g i K(V 1 ) και για κάθε P που ορίζονται τα g i ισχύει ότι φ(p ) = [g 0 (P ), g 1 (P ),..., g n (P )] V 2. Αν υπάρχει ένα λ K τέτοιο ώστε τα λf i να αήκουν στο K(V 1 ), τότε η φ λέμε ότι ορίζεται πάνω από το K. Επίσης, γία μια ρητή συνάρτηση φ δεν είναι απαραίτητο να ορίζεται το φ(p ) για κάθε σημείο P της V 1. Μπορούμε όμως να απαιτήσουμε κάτι ελαφρώς γενικότερο: Ορισμός Εστω φ = [g 0, g 1,..., g n ] : V 1 V 2 μια ρητή συνάρτηση. Η φ είναι regular στο P V 1 αν υπάρχει συνάρτηση f στο K(V 1 ) ώστε η fg i να είναι regular στο P για κάθε i = 0, 1,..., n, και για κάποιο i να ισχύει fg i (P ) 0. Στην περίπτωση που η φ είναι regular στο P, ορίζουμε φ(p ) = [fg 0 (P ), fg 1 (P ),..., fg n (P )] Αν μια ρητή συνάρτηση είναι παντού regular,τότε ονομάζεται μορφισμός. Οι μορφισμοί εδώ ονομάζονται έτσι επειδή είναι μορφισμοί με την έννοια της θεωρίας κατηγοριών: Ορισμός Εστω V 1, V 2 δύο προβολικές varieties. Αν υπάρχουν μορφισμοί φ 1 : V 1 V 2, φ 2 : V 2 V 1 τέτοιοι ώστε φ 1 φ 2 = id V1 και φ 2 φ 1 = id V2 τότε οι φ 1 και φ 2 λέγονται ισομορφισμοί και οι varieties ισόμορφες. Αν οι φ 1, φ 2 ορίζονται υπεράνω του K, τότε οι V 1 /K, V 2 /K λέγονται ισόμορφες. Το επόμενο παράδειγμα μορφισμού είναι πολύ χρήσιμο για την μελέτη μας, και θα το συναντήσουμε πολλές φορές παρακάτω όταν θα μελετάμε πεπερασμένα σώματα: Παράδειγμα Εστω F q το πεπερασμένο σώμα με q = p n στοιξεία, και V P n ( F q ) μια variety που ορίζεται πάνω από το F q. Ορίζουμε την απεικόνιση φ([x 0, x 1,..., x n ] = [x q 0, xq 1,..., xq n]. Η φ : V V είναι μορφισμός, που είναι 1 1 και επί, αλλά όχι ισομορφισμός. Τα σταθερά σημεία της φ είναι τα στοιχεία της V (F q ). Η φ ονομάζεται μορφισμός του Frobenius. 1.2 Καμπύλες Ορισμός Αν μια προβολική variety έχει διάσταση 1, τότε λέγεται καμπύλη. Μια καμπύλη συμβολίζεται συνήθως με C. Πρόταση Αν C είναι μια καμπύλη, και P C λείο σημείο, ο K[C] P είναι δακτύλιος διακριτής εκτίμησης (δηλαδή έχει μόνο ένα μέγιστο ιδεώδες). Ορισμός (τάξη ρίζας και πόλου). Αν C είναι μια καμπύλη, και P C ένα nonsingular σημείο, η κανονικοποιημένη εκτίμηση στον K[C] P είναι η: ord P : K[C] P N { } με ord P (f) = sup{k : f M k P }. Αν f/g K(C) ορίζουμε ord P (f/g) = ord P (f) ord P (g), επεκτείνοντας έτσι την ord P σε ord P : K(C) Z { }. Ενας γεννήτορας του M P, (δηλαδή ένα στοιχείο της K(C) με ord P ίση με 1) καλείται uniformizer της C στο P. Αν ord P (f) > 0 η f έχει ρίζα στο P, ενώ αν ord P (f) < 0 η f έχει πόλο στο P. Στην δεύτερη περίπτωση γράφουμε f(p ) =. Μπορεί να δείξει κανείς ότι αν η f δεν είναι ταυτοτικά η μηδενική, τότε έχει ρίζες και πόλους σε πεπερασμένα σημεία. Αν ord P (f) 0, τότε λέμε ότι η f ορίζεται (ή είναι regular) στο P.

18 6 Στοιχεια Αλγεβρικης Γεωμετριας Πρόταση Αν η καμπύλη C ορίζεται υπεράνω του K, P ένα nonsingular σημείο της C(K) και t ένας uniformizer της C στο P, τότε η επέκταση σωμάτων K(C)/K(t) είναι πεπερασμένη και διαχωρίσιμη. Εξετάζουμε τώρα τις ρητές απεικονίσεις σε σχέση με τις καμπύλες. Οι επόμενες δύο προτάσεις είναι κεντρικής σημασίας για την περαιτέρω μελέτη των καμπυλών. Πρόταση Εστω C καμπύλη, P ένα nonsingular σημείο της, V P n μια variety και φ : C V μια ρητή συνάρτηση. Τότε η φ είναι regular στο P. Αν η C είναι λεία, η φ είναι μορφισμός. Απόδειξη. Εστω φ = [f 0, f 1,..., f n ] και t ένας uniformizer της C στο P. Τότε βέβαια f i, t K[C]. Εστω m η ελάχιστη των τάξεων ord P (f i ) των f i. Πολλαπλασιάζουμε τα πάντα με t m και έχουμε ord P (f i /t m ) 0 και ord P (f j /t m ) = 0 για κάποιο f j. Δηλαδή οι t m f i είναι regular και t m f j (P ) 0. Άρα η φ είναι regular. Πρόταση Εστω φ : C 1 C 2 μορφισμός καμπυλών. Τότε η φ είναι σταθερός μορφισμός ή είναι επί. Τώρα, ας θεωρήσουμε δύο καμπύλες C 1 /K και C 2 /K και φ : C 1 /K C 2 /K μια μη σταθερή ρητή απεικόνιση, η οποία ορίζεται υπεράνω του K. Ορισμός Η δυική απεικόνιση της φ είναι η: με φ (f) = f φ. φ : K(C 2 ) K(C 1 ) Πρόταση Εστω C 1 /K, C 2 /K όπως πριν. Τότε, αν φ : C 1 /K C 2 /K μη σταθερή ρητή απεικόνιση υπεράνω του K, η επέκταση είναι πεπερασμένη. Επίσης: K(C 1 )/φ (K(C 2 )) (i) Αν θεωρήσουμε ι : K(C 2 ) K(C 1 ) 1-1 που κρατάει σταθερό το K, τότε υπάρχει μοναδική μη σταθερή ρητή απεικόνιση φ 1 που ορίζεται υπεράνω του K ώστε η δυική φ 1 της φ 1 να είναι η ι. (ii) Αν K K K(C 1 ) με [K(C 1 ) : K] <, τότε υπάρχει μοναδική nonsingular καμπύλη C/K και μη σταθερή ρητή υπεράνω του K απεικόνιση φ 2 : C 1 C με φ 2(K(C)) = K. Ορισμός (Βαθμός απεικόνισης). Εστω C 1 /K, C 2 /K δύο καμπύλες που ορίζονται υπεράνω του σώματος K και φ : C 1 C 2 μια απεικόνιση. Ορίζουμε τον βαθμό deg της φ ως εξής: (i) Αν η φ είναι η σταθερή απεικόνιση, τότε deg φ = 0 (ii) Αν η φ είναι μη σταθερή απεικόνιση, ορίζουμε deg φ = [K(C 1 ) : φ (K(C 2 )]. Από την προηγούμενη πρόταση, ο βαθμός απεικόνισης που ορίσαμε είναι καλά ορισμένος.

19 1.2 Καμπυλες 7 Ορισμός Εστω F/K μια αλγεβρική επέκταση σωμάτων. Η επέκταση λέγεται: (i) διαχωρίσιμη αν και μόνο αν για κάθε a F, το ελάχιστο πολυώνυμο του a πάνω από το K αναλύεται σε γινόμενο πρωτοβάθμιων πολυωνύμων στο F. (ii) μη διαχωρίσιμη, αν δεν είναι διαχωρίσιμη. (iii) πλήρως μη διαχωρίσιμη, αν και μόνο αν για κάθε a F K, το ελάχιστο πολυώνυμο του a πάνω από το K δεν αναλύεται σε γινόμενο πρωτοβάθμιων πολυωνύμων στο F. Ορισμός Εστω μια φ όπως στο ορισμό Τότε, η φ λέγεται διαχωρίσιμη, μη διαχωρίσιμη ή πλήρως μη διαχωρίσιμη αν η επέκταση K(C 1 )/φ (K(C 2 ) έχει την αντίστοιχη ιδιότητα. Πρόταση Εστω C 1 /K, C 2 /K δύο nonsingular καμπύλες, και φ : C 1 C 2 με degφ = 1. Τότε η φ είναι ισομορφισμός. Απόδειξη. Αφού deg φ = 1 έχουμε ότι [K(C 1 )/φ (K(C 2 ))] = 1 K(C 1 ) = φ (K(C 2 )). Επεται ότι η φ είναι ισομορφισμός των K(C 1 ) και (K(C 2 )). Απ το (i) της πρότασης 1.2.8, υπάρχει ψ : C 2 C 1 με ψ = (φ ) 1. Αφού η C 2 είναι nonsingular, η ψ είναι μορφισμός. Η ψ φ = (φ ψ) είναι η ταυτοτική στο K(C 2 ) (και η (ψ φ) στο K(C 1 )). Πάλι από την μοναδικότητα του (i) της πρότασης 1.2.8, έπεται ότι οι φ ψ και ψ φ είναι οι αντίστοιχες ταυτοτικές απεικονίσεις. Ορισμός Εστω φ : C 1 C 2 μια μη σταθερή απεικόνιση, όπου C 1, C 2 nonsingular. Εστω ακόμα ένα σημείο P της C 1 και t φ(p ) ο uniformizer της C 2 στο σημείο φ(p ). Ο δείκτης διακλάδωσης (ramification index) της φ στο P ορίζεται να είναι ο αριθμός ord P (φ (t φ(p ) )), και συμβολίζεται με e φ (P ). Αν ο δείκτης διακλάδωσης της φ στο P είναι 1, η φ λέγεται αδιακλάδιστη στο P. Η φ λέγεται αδιακλάδιστη αν είναι αδιακλάδιστη παντού στην C 1. Η σημασία της επόμενης πρότασης είναι μεγάλη, καταρχάς επειδή μας δίνει έναν τρόπο να μετρήσουμε το βαθμό μιας απεικόνισης μεταξύ καμπυλών. Πρόταση Εστω φ : C 1 C 2 μια μη σταθερή απεικόνιση και C 1, C 2 nonsingular. Τότε: (i) Για κάθε σημείο Q της C 2 έχουμε ότι το άθροισμα των βαθμών διακλάδωσης των σημείων P φ 1 (Q) ισούται με τον βαθμό deg(φ) της φ. (ii) Για σχεδόν όλα τα Q της C 2 (εκτός από πεπερασμένα) ισχύει ότι: φ 1 (Q) = deg s (φ) όπου με deg s (φ) συμβολίζουμε τον βαθμό διαχωρισιμότητας της επέκτασης K(C 1 )/φ (K(C 2 ).

20 8 Στοιχεια Αλγεβρικης Γεωμετριας (iii) Εστω ψ : C 2 C 3 όπως η φ : C 1 C 2. Τότε ο δείκτης διακλάδωσης της σύνθεσης αναλύεται στους δείκτες διακλάδωσης των συναρτήσεων, δηλαδή: για κάθε σημείο P της C 1. e ψ φ (P ) = e φ (P )e ψ (P ) Πόρισμα Η φ : C 1 C 2 είναι αδιακλάδιστη για κάθε σημείο Q της C 2 έχουμε ισότητα στον πρώτο ισχυρισμό πρότασης , δηλαδή φ 1 (Q) = deg(φ). Απόδειξη. Άμεση από την πρόταση , καθώς και το γεγονός ότι e φ (P ) 1. Πριν προχωρήσουμε παρακάτω στην θεωρία, ας επιστρέψουμε λίγο στο βασικό παράδειγμα μορφισμού που έχουμε δώσει, τον μορφισμό του Frobenius. Οπως θα δούμε στο επόμενο κεφάλαιο, ο μορφισμός του Frobenius είναι βασικός για την μελέτη των ελλειπτικών καμπυλών που ορίζονται πάνω από πεπερασμένα σώματα. Εστω λοιπόν πως δουλεύουμε πάνω από ένα σώμα K χαρακτηριστικής p > 0 (όχι απαραίτητα πεπερασμένο προς το παρόν) και θεωρούμε ένα πολυώνυμο f K[x 1, x 2,..., x n ]. Θεωρούμε τον μορφισμό του Frobenius να δρα πάνω στο f μέσω των συντελεστών του, υψώνοντας δηλαδή κάθε συντελεστή του πολυωνύμου εις την q, όπου q = p r. Συμβολίζουμε με f (q) την εικόνα του f. Ορίζουμε τώρα το ιδεώδες I που παράγεται από τις εικόνες f (q) για όλα τα f I(C) και ορίζουμε την καμπύλη C (q) /K να είναι εκείνη που το ομογενές ιδεώδες της I(C (q) ) ισούται με το I. Παρατηρούμε ότι ορίζεται με φυσιολογικό τρόπο ένας μορφισμός του Frobenius, ο «ύψωση εις την q-οστή δύναμη» Frobenius: φ : C C (q) : φ([x 0, x 1,...x n ]) = [x q 0, xq 1,..., xq n] και είναι απλό να δει κανείς ότι ο μορφισμός αυτός ορίζεται καλά. Το επόμενο θεώρημα μελετάει κάποιες βασικές ιδιότητες του μορφισμού του Frobenius. Η πιο σημαντική από τις παρακάτω ιδιότητες του είναι η τρίτη, η οποία θα μας χρειαστεί άμεσα παρακάτω στην απόδειξη της αρχής του Hasse. Θεώρημα Εστω σώμα K με χαρ(k)= p > 0 και q μια δύναμη του p. Θεωρούμε ακόμη μια καμπύλη C που ορίζεται υπεράνω του K και τον μορφισμό του Frobenius φ : C C (q). Τότε ισχύουν: (i) φ (K(C (q) ) = K(C) q. (ii) ο φ είναι πλήρως μη διαχωρίσιμος. (iii) deg φ = q. 1.3 Divisors και Διαφορικά Ορισμός Θεωρούμε την ελεύθερη αβελιανή ομάδα που παράγεται από τα στοιχεία της καμπύλης C, δηλαδή την ομάδα που τα στοιχεία της είναι τυπικά αθροίσματα της μορφής n P (P ), P C, όπου n P Z και πεπερασμένοι απ αυτούς είναι μη μηδενικοί. Τα τυπικά αυτά αθροίσματα ονομάζονται divisorς, και συμβολίζονται συνήθως με D, η δε ομάδα τους ονομάζεται ομάδα των divisors, και συμβολίζεται με Div(C).

21 1.3 Divisors και Διαφορικα 9 Αν D = n P (P ) είναι ένας divisor, ορίζουμε τον βαθμό του να είναι η ποσότητα deg D = n P Παρατηρείστε ότι ο βαθμός ενός divisor ορίζεται καλά, αφού το άθροισμα είναι πεπερασμένο. Ενας divisor λέγεται μηδενικός αν deg D = 0. Το σύνολο των μηδενικών divisors είναι προφανώς υποομάδα της Div(C) και συμβολίζεται με Div 0 (C). Ορίζουμε επίσης με Div K (C) την υποομάδα των divisors που μένουν αναλλοίωτοι υπό την δράση της ομάδας Galois Gal( K/K) της επέκτασης K/K, και παρόμοια την Div 0 K(C). Θεωρούμε τώρα μια συνάρτηση f K(C), όπου η C είναι λεία. Ορισμός Ως divisor της f ορίζεται η ποσότητα: div(f) = P C ord P (f)(p ). Αφού η f έχει πεπερασμένες ρίζες και πόλους, το άθροισμα αυτό είναι πεπερασμένο, άρα ο div(f) ορίζεται καλά. Παρατηρούμε ότι αν η f K(C), τότε div(f) Div K (C). Ορισμός Ενας divisor D με D = div(f) για κάποια f K(C) λέγεται πρωταρχικός. Αν D 1, D 2 είναι δύο divisors, τότε αυτοί λέγονται (γραμμικά) ισοδύναμοι αν και μόνο αν η διαφορά τους είναι πρωταρχικός. Σ αυτήν την περίπτωση, γράφουμε D 1 D 2. Παρατηρούμε ότι η σχέση αυτή είναι όντως ισοδυναμία. Ορισμός Η ομάδα Picard της C είναι η ομάδα πηλίκο της Div(C) προς την υποομάδα των πρωταρχικών divisors,και συμβολίζεται με Pic(C). Ομοια με πριν, ορίζουμε την Pic K (C) ως τα σημεία της Pic(C) που μένουν αναλλοίωτα υπό την δράση της Gal( K/K). Η Pic K (C) δεν ταυτίζεται με το πηλίκο της Div K (C) προς τους πρωταρχικούς divisors. Πρόταση Θεωρούμε μια λεία καμπύλη C και μια f K(C). έχουμε ότι: Τότε (i) div(f) = 0 αν και μόνο αν η f είναι σταθερή (ii) deg(div(f)) = 0. Ορισμός Από την προηγούμενη πρόταση έπεται ότι οι πρωταρχικοί divisors αποτελούν υποομάδα της Div 0 (C). Την ομάδα πηλίκο της Div 0 (C) προς τους πρωταρχικούς divisors την συμβολίζουμε με Pic 0 (C). Ομοια με πριν ορίζεται και η Pic 0 K(C). Πρόταση Εστω η μη σταθερή απεικόνιση φ : C 1 C 2, όπου οι C 1 και C 2 είναι λείες. Τότε, η δυική φ της φ έχει τις παρακάτω ιδιότητες:

22 10 Στοιχεια Αλγεβρικης Γεωμετριας (i) deg φ D = deg φ deg D για κάθε D Div(C 2 ) (ii) φ (div(f)) = div(φ f) για κάθε f K(C 2 ) (iii) Αν η ψ : C 2 C 3 είναι όπως η φ, τότε (ψ φ) = φ ψ Προχωράμε τώρα στην μελέτη των διαφορικών μορφών που ορίζονται πάνω σε μια καμπύλη. Ορισμός Θεωρούμε μια καμπύλη C που ορίζεται από ένα σώμα K. Θεωρούμε το σύνολο των τυπικών συμβόλων της μορφής dx, όπου x K(C), και που υπακούουν στους συνήθεις κανόνες παραγώγισης: (i) d(x + y) = dx + dy (ii) d(xy) = xdy + ydx (iii) Αν x K, τότε dx = 0 Συμβολιζουμε με Ω C τον διανυσματικό χώρο που παράγουν αυτά τα τυπικά σύμβολα υπεράνω του σώματος K. Ενα σύμβολο της μορφής f(x)dx καλείται διαφορική μορφή (ή διαφορικό), και ο Ω C καλείται συνήθως χώρος των διαφορικων μορφών της C. Παρατηρούμε ότι η δυική φ μιας φ : C 1 C 2 επάγει μια απεικόνιση φ : Ω C2 Ω C1 μέσω του κανόνα: φ ( fi dx i ) = φ (f i )d(φ (x i )). Πρόταση (i) Ο K(C) διανυσματικός χώρος Ω C έχει διάσταση 1. (ii) Το dx παράγει τον Ω C αν και μόνο αν η K(C)/ K(x) είναι πεπερασμένη και διαχωρίσιμη. (iii) Η φ είναι διαχωρίσιμη αν και μόνο αν η φ : Ω C2 Ω C1 είναι μη τετριμμένη. Πρόταση Εστω C μια καμπύλη, P C ένα σημείο της και t ένας uniformizer της C στο P. Τότε: (i) Για κάθε διαφορική μορφή ω υπάρχει μοναδική g στον K(C), που εξαρτάται μόνο απ τα ω και t, ώστε ω = gdt. Συμβολίζουμε g = ω/dt (ii) Εστω μια διαφορική μορφή ω, που δεν είναι εκ ταυτότητος η μηδενική. Η τάξη ord P (ω/dt) είναι ανεξάρτητη του t. Την συμβολίζουμε με ord P (ω). Η ποσότητα αυτή είναι διαφορετική του 0 για πεπερασμένα το πολύ σημεία P. Ορισμός (Divisor διαφορικού). Εστω ω μια διαφορική μορφή της καμπύλης C. Ορίζουμε τον divisor της μορφής ω να είναι ο: div(ω) = P C ord P (ω)(p ). Αν για κάθε σημείο P της καμπύλης η τάξη ord P (ω) είναι 0, τότε λεμε ότι το ω είναι ολόμορφο. Αν για κάθε P έχουμε ord P (ω) 0, τότε λέγεται nonvanishing. Μπορούμε τώρα να ορίσουμε τους κανονικούς divisor:

23 1.4 Το Θεωρημα Riemann-Roch και το Θεωρημα του Hurwitz 11 Ορισμός (Κανονικός divisor). Αφού dim K(C) Ω C = 1, αν μας δοθούν δύο διαφορικά ω 1, ω 2, τότε τα συνδέει μια γραμμική σχέση ω 1 = fω 2 για κάποια f στον K(C). Τότε προφανώς div(ω 1 ) = div(f) + div(ω 2 ). Άρα, μπορούμε να διαλέξουμε μια f ώστε να έχουμε div(ω 1 ) = 0. Κάθε divisor που ανήκει στην εικόνα του div(ω) του τυχόντος μη μηδενικού διαφορικού ω μέσα στην ομάδα Picard της C καλείται κανονικός divisor της καμπύλης C. Οι κανονικοί divisors θα αποκτήσουν εξαιρετικά μεγάλη σημασία στην αμέσως επόμενη παράγραφο. 1.4 Το Θεώρημα Riemann-Roch και το Θεώρημα του Hurwitz Θεωρούμε τώρα μια καμπύλη C και έστω Div(C) η ομάδα των divisors πάνω στην C. Ορισμός Θα καλούμε έναν divisor D = n P (P ) θετικό αν n P 0 για κάθε P. Ομοίως, αν D 1, D 2 είναι δύο divisors, καλούμε τον D 1 μεγαλύτερο από τον D 2 αν και μόνο αν η διαφορά τους είναι θετικός divisor. (Γράφουμε D 0 για να συμβολίσουμε ότι ο D είναι θετικός). Με βάση τα παραπάνω, παρατηρούμε ότι μια συνάρτηση f είναι παντού regular εκτός από το σημείο P, και έχει πόλο τάξης το πολύ n στο P αν και μόνο αν div(f) n(p ). Ομοίως, η f έχει ρίζα τάξης τουλάχιστον n σε ένα σημείο P και είναι παντού αλλού regular αν και μόνο αν div(f) n(p ). Με αυτόν τον τρόπο δηλαδή, αναγάγαμε τον τρόπο διατύπωσης της ύπαρξης ριζών ή πόλων σε διατύπωση μέσω ανισοτήτων. Για παράδειγμα, παρατηρείστε ότι με βάση τον παραπάνω ορισμό, ένα διαφορικό ω είναι ολόμορφο αν και μόνο αν το div(ω) είναι θετικός divisor, ενώ είναι nonvanishing αν και μόνο αν ο div(ω) είναι αρνητικός. Η σημασία της μερικής διάταξης που εισαγάγαμε στην ομάδα των divisors θα φανεί αμέσως από τον ορισμό που ακολουθεί: Ορισμός Εστω D ένας divisor της καμπύλης C. Ορίζουμε των διανυσματικό χώρο όλων των πρωταρχικών divisors που είναι μεγαλύτεροι, με την παραπάνω έννοια, του D: L(D) = {f K(C) : div(f) D} {0} Είναι προφανές ότι ο χώρος L(D) είναι διανυσματικός χώρος υπεράνω του σώματος K, και συμβολίζουμε με l(d) την διάσταση του υπεράνω του K. Εκείνο που δεν είναι προφανές είναι πως ο χώρος αυτός έχει πεπερασμένη διάσταση: Θεώρημα Εστω D ένας divisor της καμπύλης C. Τότε: (i) Ο L(D) έχει πεπερασμένη διάσταση. (ii) Αν deg D < 0 τότε ο L(D) είναι τετριμμένος και άρα l(d) = 0.

24 12 Στοιχεια Αλγεβρικης Γεωμετριας (iii) Αν D 1 είναι ένας άλλος divisor με D 1 D, τότε L(D) L(D 1 ). Απόδειξη. (i) [Hartshorne, [10], κεφ.2, πρόταση 5.19]. (ii) Εστω ότι ο χώρος είναι μη τετριμμένος, και έστω μια f L(D) με f όχι ταυτοτικά μηδενική. Τότε θα έχουμε δηλαδή deg D 0. deg D = deg( D) deg(div(f)) = 0 (iii) Γράφουμε τον D 1 στην μορφή D = D 1 + div(g). ισομορφισμό: F : L(D) L(D 1 ) με F (f) = fg. Τότε παίρνουμε έναν Εστω K = div(ω) ένας κανονικός divisor της καμπύλης C, και έστω μια f στον L(K). Τότε div(f) + div(ω) 0 div(fω) 0. Άρα το fω είναι ολόμορφο f L(K). Σαν συμπέρασμα, παίρνουμε ότι ο K-χώρος L(K) είναι ισόμορφος με τον K-χώρο των ολόμορφων διαφορικών. Δεν είναι καθόλου προφανές με ποιόν τρόπο εξαρτάται ο l(k) από την καμπύλη C. Θεώρημα (Riemann-Roch για καμπύλες). Εστω C μια λεία καμπύλη, και έστω K ένας κανονικός divisor της. Τότε, υπάρχει ένας ακέραιος g 0, που εξαρτάται μόνο από την καμπύλη C, τέτοιος ώστε για κάθε divisor D της C να ισχύει: l(d) l(k D) = deg D g + 1 Ο φυσικός αριθμός g ονομάζεται γένος της καμπύλης C. Πόρισμα (i) l(k) = g (ii) deg K = 2g 2 (iii) Αν deg D > 2g 2 τότε l(d) = deg D g + 1. Απόδειξη. (i) Θέτουμε D = 0 στον τύπο του Riemann-Roch. (ii) Θέτουμε D = K στον τύπο του Riemann-Roch. (iii) Εχουμε ότι deg(k D) = deg(k) deg(d) < 0, άρα, χρησιμοποιώντας το ερώτημα (ii) του προηγούμενου ερωτήματος, παίρνουμε ότι l(k D) = 0, και αντικαθιστούμε στον τύπο του Riemann-Roch. Μπορούμε τώρα να δούμε κάποια απλά παραδείγματα: (i) Το γένος του P 1 είναι 0. (ii) Εστω C : y 2 = (x a 1 )(x a 2 )(x a 3 ), όπου a i K διακριτά μεταξύ τους και χαρ(k) 2. Τότε η C έχει γένος 1. Πρόταση Εστω μια λεία καμπύλη C που ορίζεται πάνω από ένα σώμα K. Θεωρούμε και έναν divisor D που ανήκει στην Div K (C). Τότε ο L(D) έχει μια βάση από στοιχεία του K(C).

25 1.4 Το Θεωρημα Riemann-Roch και το Θεωρημα του Hurwitz 13 Ο αριθμός 2 2g ονομάζεται χαρακτηριστική Euler-Poincare της καμπύλης C. Κλείνουμε την σύντομη αυτήν εισαγωγή με ένα κλασσικό αποτέλεσμα του Hurwitz: Θεώρημα (Hurwitz για καμπύλες). Εστω C 1 και C 2 δύο nonsingular καμπύλες με γένη g 1 και g 2 αντίστοιχα, και φ : C 1 C 2 μια μη τετριμμένη διαχωρίσιμη απεικόνιση. Τότε, ισχύει η ανισότητα: 2g 1 2 (2g 2 2) deg φ + P C 1 (e φ (P ) 1) Ειδικότερα, αν είμαστε πάνω από σώμα K με χαρακτηριστική 0, τότε έχουμε ισότητα στον ανωτέρω τύπο. Είναι δύσκολο να υποτιμήσουμε την σημασία του θεωρήματος Riemann-Roch. Παρατηρούμε ότι προς το παρόν είναι το βασικό αποτέλεσμα που μετράει κάτι. Η βασική του εφαρμογή έγκειται στο να μετράει την διάσταση χώρων συναρτήσεων που εκ των προτέρων θέλουμε να ικανοποιούν συγκεκριμμένες ιδιότητες. Η σημασία του θα φανεί στα επόμενα κεφάλαια, όπου μεταξύ των άλλων εφαρμογών του θεωρήματος Riemann-Roch συμπεριλαμβάνονται η ύπαρξης κανονικής μορφής Weierstrass για κάθε καμπύλη γένους 1 (δηλαδή κάθε καμπύλη γένους 1 αντιστοιχεί σε μια εξίσωση, κάτι που στα μεγαλύτερα γένη δεν συμβαίνει) καθώς και το πεπερασμένο της διάστασης διανυσματικών χώρων που αποτελούνται από modular forms. Το τελευταίο θα προκύψει απ το Riemann-Roch για επιφάνειες Riemann. Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθεί ότι η πρώτη ιστορικά διατύπωση του Riemann-Roch είναι ειδική περίπτωση του ανωτέρου, και δόθηκε για επιφάνειες Riemann (κεφάλαιο 3). Η γενίκευση που δώσαμε πιο πάνω οφείλεται στον Schmidt (1929).

26

27 Κεφάλαιο 2 Ελλειπτικές Καμπύλες Κύριος στοχος μας σε αυτό το κεφάλαιο είναι να μελετήσουμε εκτενώς τις ελλειπτικές καμπύλες. Πριν προχωρήσουμε όμως στην μελέτη τους, θα περιγράψουμε τον λόγο που μελετάει κανείς ελλειπτικές καμπύλες. Αν μπορεί να πει κανένας ότι ένας από τους βασικούς στόχους της άλγεβρας είναι εν γένει να περιγράψει όσο μπορεί καλύτερα τις λύσεις των πολυωνυμικών εξισώσεων, τότε σίγουρα ένας από τους βασικούς στόχους της θεωρίας αριθμών είναι η λύση των διοφαντικών εξισώσεων, οι οποίες είναι πολυωνυμικές με συντελεστές από το Z (ή, στην χειρότερη περίπτωση, από το Q), και για τις οποίες ζητάει κανείς να βρει τις ακέραιες (αντίστοιχα τις ρητές) λύσεις τους. Αν θεωρήσουμε ότι η θεωρία Galois δίνει μια ικανοποιητική απάντηση στην περίπτωση της μιας μεταβλητής, καλούμαστε να λύσουμε τα πολυώνυμα σε δύο μεταβλητές x, y. Θεωρούμε λοιπόν ένα πολυώνυμο f Q[x, y], και αναζητούμε τις ρητές λύσεις της εξίσωσης f(x, y) = 0. Αν το πολυώνυμο είναι βαθμού 1, δηλαδή είναι γραμμικό, το φέρνουμε στην μορφή f(x, y) = ax + by c με a, b, c Z, και τότε η απάντηση είναι απλή: υπάρχουν λύσεις αν και μόνο αν (a, b) c, και αν υπάρχουν εύκολα τις βρίσκουμε όλες. Αν είναι βαθμού 2, δηλαδή μία κωνική τομή, τότε υπάρχει ένα θεώρημα, που μας δίνει μια εξίσου ικανοιητική απάντηση: Θεώρημα (Αρχή Hasse-Minkowski). Ενα πολυώνυμο 2ου βαθμού f(x, y) με ρητούς συντελεστές έχει λύσεις στο Q αν και μόνο αν έχει λύσεις στο R και στο Q p, για κάθε πρώτο p, όπου με Q p συμβολίζουμε το σώμα των p-αδικών ρητών. Ερχόμαστε τώρα λοιπόν φυσιολογικά στην μελέτη των τριτοβάθμιων πολυωνύμων σε δύο μεταβλητές. Μια από τις πιο σημαντικές παρατηρήσεις του Weierstrass ήταν πως, αν διαλέξει κάποιος ένα τριτοβάθμιο πολυώνυμο f(x, y) με ρητούς συντελεστές, μπορεί πάντα να το φέρει σε πιο απλή μορφή (την οποία ονομάζουμε μορφή Weierstrass) και αρκεί να λύσει αυτή (τότε, με ρητές απεικονίσεις και δουλεύοντας προς τα πίσω, ανάγεται σε ρητές λύσεις της αρχικής εξίσωσης). Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που ξεκινάμε την μελέτη των ελλειπτικών καμπυλών από τις κανονικές μορφές Weierstrass. Επίσης, αν ζητάμε τις λύσεις ενός πολυωνύμου που ορίζεται πάνω από το K, και ονομάσουμε E την καμπύλη που αντιστοιχεί στο πολυώνυμο, οι λύσεις αυτού του πολυωνύμου αποκτούν με φυσιολογικό τρόπο δομή ομάδας (την οποία θα συμβολίσουμε με E(K)). Ενας από τους βασικούς μας σκοπούς στο κεφάλαιο αυτό είναι να μελετήσουμε σε διάφορες περιπτώσεις αυτήν την ομάδα, της οποίας η δομή εξαρτάται από το σώμα πάνω από το οποίο βρίσκεται η καμπύλη που εξετάζουμε.

28 16 Ελλειπτικες Καμπυλες Πιο συγκεκριμμένα, στόχος μας είναι η μελέτη της E(K) οπου K = F q, C, R, Q και τέλος ένα τυχαίο σώμα αριθμών. Οπως είναι βέβαια αναμενόμενο, η μέθοδος της μελέτης και η κατανόηση της E(K) διαφερει αναλόγως το σώμα K πάνω από το οποίο ορίζεται. Στο C και στο R η κατανόηση έρχεται μέσα από την γεωμετρική δομή της καμπύλης. Πάνω όμως από ένα πεπερασμένο ή πάνω από ένα global σώμα η κατανόηση είναι πιο δύσκολη. Στα πεπερασμένα σώματα, δύο είναι τα βασικά θεωρήματα που θα αποδείξουμε σχετικά με τις ομάδες αυτές: το Θεώρημα του Hasse και οι εικασίες του Weil για ελλειπτικές καμπύλες. Τέλος, όσον αφορά τα σώματα αριθμών, η περιγραφή της δομής τους δίνεται από το θεώρημα Mordell- Weil. 2.1 Μορφές Weierstrass Οπως σημειώσαμε και παραπάνω, θα ξεκινήσουμε την μελέτη μας θεωρώντας την εξίσωση (δηλαδή την καμπύλη) γραμμένη στην απλούστερη δυνατή μορφή. Η α- πόδειξη του γεγονότος πως κάθε nonsingular καμπύλη γένους 1 έχει μια εξίσωση Weierstrass (και άρα δεν χάνουμε ιδιαίτερα σε γενικότητα όσον αφορά την μελέτη μας) θα αποδειχθεί σε επόμενη παράγραφο, με χρήση, όπως τονίσαμε και προηγουμένως, του Riemann-Roch. Ορισμός Εστω K ένα τέλειο σώμα. Στο P 2 ( K) θεωρούμε την εξίσωση: Y 2 Z + a 1 XY Z + a 3 Y Z 2 = X 3 + a 2 X 2 Z + a 4 XZ 2 + a 6 Z 3 όπου a 1,..., a 6 K. Μια κυβική καμπύλη (cubic curve) E είναι το σύνολο των λύσεων μιας τέτοιας εξίσωσης. Το σημείο O = [0, 1, 0] λέγεται base point της καμπύλης. Η εξίσωση αυτή λέγεται (κανονική) εξίσωση ή μορφή Weierstrass της καμπύλης. Αποομογενοποιώντας, μπορούμε, θέτοντας x = X/Z και y = Y/Z, να γραψουμε την παραπάνω εξίσωση στην αφφινική μορφή: E : y 2 + a 1 xy + a 3 y = x 3 + a 2 x 2 + a 4 x + a 6 μην ξεχνώντας ότι υπάρχει και ένα σημείο O = [0, 1, 0] στο άπειρο. Αν ισχύει ότι a 1,..., a 6 K, τότε, ως συνήθως, λέμε ότι η E ορίζεται υπεράνω του K και γράφουμε E/K. Παρατηρήσεις: (i) Αν χαρ(k) 2, ο μετασχηματισμός φέρνει την E στην μορφή y 1 2 (y a 1x a 3 ) E : y 2 = 4x 3 + b 2 x 2 + 2b 4 x + b 6 όπου b 2 = a a 4, b 4 = 2a 4 + a 1 a 3 και b 6 = a a 6 (ii) Αν επιπλέον ισχύει ότι χαρ(k) 2, 3 τότε οι μετασχηματισμοί x x 3b 2, y y

29 2.1 Μορφες Weierstrass 17 φέρνουν την E στην μορφή E : y 2 = x 3 27c 4 x 54c 6 = x 3 + Ax + B. Ορισμός Εστω μια κυβική καμπύλη στην αφφινική της μορφή Weierstrass. Ορίζουμε τις ποσότητες: καθώς και το διαφορικό ω = b 8 = a 1 2 a 6 + 4a 2 a 6 a 1 a 3 a 4 + a 2 a 2 3 c 4 = b b 4 c 6 = b b 2 b 4 216b 6 = b 2 2b 8 8b b b 2 b 4 b 6 j = c 3 4/ dx dy = 2y + a 1 x + a 3 3x 2 + 2a 2 x + a 4 a 1 y Η ποσότητα λέγεται διακρίνουσα της εξίσωσης Weierstrass, η j λέγεται j- invariant (j-αναλλοίωτη) της καμπύλης και το ω λέγεται invariant (αναλλοίωτο) διαφορικό της εξίσωσης. Συχνά θα συμβολίζουμε με j E, E και ω E ή j(e), (E) και ω(e) τις αντίστοιχες ποσότητες της καμπύλης E. Παρατηρείστε ότι η j(e) της E ορίζεται αν και μόνο αν (E) 0. Ορισμός Εστω P ένα σημείο της καμπύλης E. Αν f(x, y) = y 2 + a 1 xy + a 3 y x 3 a 2 x 2 a 4 x a 6 και το P είναι singular point της E, έπεται ότι: f f (P ) = x y (P ) = 0 Τότε, αν P = (x 0, y 0 ), έπεται ότι υπάρχουν α, β K τέτοια ώστε f(x, y) f(x 0, y 0 ) = ((y y 0 ) α(x x 0 ))((y y 0 ) β(x x 0 )) (x x 0 ) 3 Διακρίνουμε δύο περιπτώσεις: (i) Αν α β το P λέγεται node σημείο της E. Τότε, η καμπύλη E έχει δύο εφαπτόμενες στο σημείο P, τις: y = α(x x 0 ) + y 0 και y = β(x x 0 ) + y 0 (ii) Αν α = β το P λέγεται cusp σημείο της E. Τότε η καμπύλη E έχει μία εφαπτόμενη στο σημείο P, την y = α(x x 0 ) + y 0. Ορισμός Αν η κυβική καμπύλη E δεν έχει singular point, τότε η E ονομάζεται ελλειπτική καμπύλη (elliptic curve).

30 18 Ελλειπτικες Καμπυλες Παρατηρούμε οτι αν χαρ(k) 2, 3 τότε, όπως είπαμε και προηγουμένως, η E έχει μια εξίσωση Weierstrass της μορφής E : y 2 = x 3 + Ax + B = g(x) που είναι η απλούστερη δυνατή μορφή στην οποία μπορούμε εν γένει να φέρουμε μια κυβική καμπύλη. Σε αυτήν την περίπτωση, είναι απλό να δει κανείς ότι η E είναι ελλειπτική αν και μόνο αν το g(x) δεν έχει διπλή ρίζα σε μία αλγεβρική κλειστότητα του σώματος ορισμού. Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, είναι χρήσιμο να αναφέρουμε δύο ειδικές μορφές μιας κυβικής καμπύλης οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις παρουσιάζουν ξεχωριστό ενδιαφέρον: Ορισμός (i) Μια μορφή Legendre μιας κυβικής καμπύλης είναι μια εξίσωση της μορφής E λ : y 2 = x(x 1)(x λ) Αν ισχύει ότι χαρ(k) 2 τότε κάθε ελλειπτική καμπύλη είναι ισόμορφη υπεράνω του K με μια ελλειπτική καμπύλη στην μορφή Legendre για κάποιο λ K με λ 0, 1. (ii) (Κανονική Μορφή Deuring) Αν χαρ(k) 3 τότε η E έχει μια εξίσωση Weierstrass υπεράνω του K της μορφής όπου a K και a E a : y 2 + axy + y = x 3 Κάτω από τους μετασχηματισμούς x = u 2 x + r και y = u 3 y + u 2 sx + t, όπου u, r, s, t K και u 0, παρατηρούμε ότι η ποσότητα j ισούται με j, δηλαδή η j-invariant μένει αναλλοίωτη από τους ανωτέρω μετασχηματισμούς. Θα δείξουμε πως υπό τον φυσιολογικό περιορισμό η E να τέμνει την επ άπειρον ευθεία μόνο στο [0, 1, 0], αυτοί είναι όλοι οι μετασχηματισμοί της καμπύλης στο P 2 (δηλαδή, μέχρις K-ισομορφισμού, δύο κανονικές μορφές Weierstrass E, E αντιπροσωπεύουν την ίδια καμπύλη αν και μόνο αν j(e) = j(e ). Εστω χαρ(k) 2, 3. Τότε, θεωρώντας την καμπύλη στην απλοποιημένη κανονική μορφή Weierstrass έχουμε και E : y 2 = x 3 + Ax + B = 16(4A B 2 ) j = 1728 (4A)3 Σ αυτήν την περίπτωση, θα δείξουμε ότι η μόνη αλλαγή μεταβλητών που διατηρεί την κανονική μορφή Weierstrass είναι η: (x, y) (u 2 x, u 3 y ) όπου u K. Ε χουμε A = u 4 A, B = u 6 B, = u 12 Πρόταση Εστω μια κυβική καμπύλη E που δίνεται από μια εξίσωση Weierstrass. Τότε:

31 2.1 Μορφες Weierstrass 19 (i) Η E είναι ελλειπτική καμπύλη (δηλαδή nonsingular) αν και μόνο αν 0. (ii) Η καμπύλη έχει node αν και μόνο εαν = 0 και c 4 0. (iii) Η καμπύλη έχει cusp αν και μόνο εάν = 0 και c 4 = 0. (iv) Αν η E έχει singular σημείο, αυτό είναι μοναδικό. Απόδειξη. (i), (ii), (iii) Θεωρούμε την E δοσμένη σε μια Weierstrass μορφή της E : f(x, y) = y 2 + a 1 xy + a 3 y x 3 a 2 x 2 a 4 x a 6 = 0 και αντίστοιχα στην ομογενή μορφή της E : F (X, Y, Z) = Y 2 Z + a 1 XY Z + a 3 Y Z 2 X 3 a 2 X 2 Z a 4 XZ 2 a 6 Z 3 = 0. Αρχικά θα δείξουμε ότι το επ άπειρον σημείο O = [0, 1, 0] είναι nonsingular. Πράγματι: F (O) 0. Z Εστω τώρα ένα σημείο P = (x 0, y 0 ) στο αφφινικό κομμάτι της E, στο οποίο η E έχει singularity. Επειδή η μετατόπιση κατά σημείο αφήνει τις ποσότητες και c 4 αναλλοίωτες, μπορούμε χωρίς βλάβη της γενικότητας να υποθέσουμε ότι P = (0, 0). Τότε, παίρνουμε: δηλαδή f(0, 0) = f f (0, 0) = (0, 0) = 0 x y a 6 = a 4 = a 3 = 0 δηλαδή η μορφή Weierstrass της καμπύλης E γίνεται E : f(x, y) = y 2 + a 1 xy x 3 a 2 x 2 = 0 με c 4 = (a a 2 ) 2 και = 0. Αν c 4 = 0 τότε a a 2 = 0, άρα η μορφή Weierstrass γίνεται: E : f(x, y) = y 2 +a 1 xy a 2 x 2 x 3 = y 2 +a 1 xy+ a2 1 4 x2 x 3 = (y+ a 1 2 x)2 x 3 = 0 δηλαδή E : (y + a 1 2 x)2 = x 3 η οποία με μια μετατόπιση γίνεται E : y 2 = x 3 για την οποία ειναι απλό να δει κανείς ότι έχει cusp. Ομοίως διαπιστώνει κανείς ότι αν c 4 0, τότε η E έχει node. Πρέπει να δείξουμε πως αν η καμπύλη E είναι nonsingular (δηλαδή ελλειπτική) θα έχουμε 0. Υποθέτουμε πως χαρ(k) 2 (η περίπτωση για χαρ(k) = 2 έχει σαφώς περισσότερες πράξεις, αλλα είναι αντίστοιχη). Παίρνουμε μια μορφή Weierstrass της E: E : y 2 4x 3 b 2 x 2 2b 4 x b 6 = g(x) = 0

32 20 Ελλειπτικες Καμπυλες Τότε η E έχει singularity σε ένα σημείο P = (x 0, y 0 ) αν και μόνο αν 2y 0 = g (x 0 ) = 0. Με άλλα λόγια η E έχει singularity ακριβώς στα σημεία P = (x 0, 0), όπου το x 0 είναι διπλή ρίζα του g(x). Άρα, η E είναι singular αν και μόνο αν το g(x) έχει διακρίνουσα ίση με 0. Ομως η διακρίνουσα του g(x) είναι ίση με 16. (iv) Παρατηρείστε ότι αν το g(x) έχει διπλή ρίζα, τότε αυτή είναι μοναδική. Πρόταση (i) Δύο ελλειπτικές καμπύλες E 1, E 2 είναι ισόμορφες υπεράνω του K αν και μόνο αν j(e 1 ) = j(e 2 ). (ii) Αν j 0 K τότε υπάρχει ελλειπτική καμπύλη E υπεράνω του K(j 0 ) με j(e) = j 0. Απόδειξη. (i) Την μια κατεύθυνση την έχουμε ήδη δει. Υποθέτουμε πως χαρ(k) 2, 3, και θεωρούμε δύο καμπύλες E 1, E 2 υπεράνω του K, με j(e 1 ) = j(e 2 ). Ας υποθέσουμε πως έχουν εξισώσεις Weierstrass τις: E i : y i 2 = x i 3 + A i x i + B i για i = 1, 2. Αφού j(e 1 ) = j(e 2 ) παίρνουμε: (4A 1 ) 3 4A B2 1 = (4A 2) 3 4A B2 2 = A 1 3 B 2 2 = A 2 3 B 1 2 Για να δείξουμε τον ισχυρισμό μας θα πρέπει να βρούμε έναν ισομορφισμό (x 1, y 1 ) = (u 2 x 2, u 3 y 2 ). Αν A 1 = 0, τότε B 1 0 (αφού 0) άρα A 2 = 0 και μπορούμε να διαλέξουμε u = B 1 /B 2 1/6. Σ αυτήν την περίπτωση έχουμε j = 0. Αν B 1 = 0, τότε A 1 0, άρα B 2 = 0 και διαλέγουμε u = A 1 /A 2 1/4. Σ αυτήν την περίπτωση έχουμε j = Αν A 1 B 1 0, τότε A 2 B 2 0 και μπορούμε να πάρουμε σαν u την ποσότητα A 1 /A 2 1/4 = B 1 /B 2 1/6. Σ αυτήν την περίπτωση j 0, (ii) Αν j 0 0, 1728, τότε μπορούμε να διαλέξουμε σαν καμπύλη που να έχει τις ζητούμενες ιδιότητες την καμπύλη: E : y 2 + xy = x 3 36 j x 1 j Αν j 0 = 0, τότε μπορούμε να διαλέξουμε την καμπύλη και αν j 0 = 1728 διαλέγουμε την E : y 2 + y = x 3 E : y 2 = x 3 + x Παρατηρείστε ότι η επιλογή των καμπυλών είναι καλή, ανεξαρτήτως την χαρακτηριστικής του σώματος. Αν είμαστε σε σώμα χαρακτηριστικής 2 ή 3 τότε προφανώς οι τελευταίες δύο καμπύλες ταυτίζονται.

Δημητρης Χατζακος Modular forms και Ελλειπτικες καμπυλες Μεταπτυχιακη Εργασια Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μαθηματικών Αθήνα 3 Σεπτεμβρίου 2012 Εισηγητης: Αριστείδης Κοντογεώργης Αντώνης Μελάς Γιάννης Εμμανουήλ

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στις Ελλειπτικές Καµπύλες

Εισαγωγή στις Ελλειπτικές Καµπύλες Εισαγωγή στις Ελλειπτικές Καµπύλες Αριστείδης Κοντογεώργης Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. 4 Νοεµβρίου 2014, 1/19 Το ϑεώρηµα Riemann-Roch Θεωρούµε µια επιφάνεια Riemann M και το σώµα των F των

Διαβάστε περισσότερα

οµή οµάδας σε Ελλειπτικές Καµπύλες

οµή οµάδας σε Ελλειπτικές Καµπύλες οµή οµάδας σε Ελλειπτικές Καµπύλες Αριστείδης Κοντογεώργης Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. 18 Νοεµβρίου 2014, 1/24 Ο προβολικός χώρος Εστω K ένα σώµα. Στον χώρο K n+1 {0,..., 0} ορίζουµε την σχέση

Διαβάστε περισσότερα

Séminaire Grothendieck

Séminaire Grothendieck Séminaire Grothendieck in memoriam 28 March 928 3 November 204 Αριστείδης Κοντογεώργης 7 Φεβρουαρίου 205 Συνιστώμενη βιβλιογραφία. J.S Milne, Étale Cohomology 2. P. Deligne, SGA 4 2 Cohomologie étale Εισαγωγή

Διαβάστε περισσότερα

Ε Μέχρι 18 Μαΐου 2015.

Ε Μέχρι 18 Μαΐου 2015. Ε Μέχρι 18 Μαΐου 2015. 1 Αντικείμενα: δακτύλιοι Fraleigh, 4.1. Ορισμός έννοιας «δακτυλίου». Χαρακτηρισμοί δακτυλίων και στοιχείων αυτών: Δακτύλιος R Στοιχεία δακτυλίου R / (= δεν έχει μηδενοδιαιρέτες άρα

Διαβάστε περισσότερα

Ποιες από τις παρακάτω προτάσεις είναι αληθείς; Δικαιολογήστε την απάντησή σας.

Ποιες από τις παρακάτω προτάσεις είναι αληθείς; Δικαιολογήστε την απάντησή σας. Ποιες από τις παρακάτω προτάσεις είναι αληθείς; Δικαιολογήστε την απάντησή σας. 1. Κάθε πολυώνυμο ανάγωγο επί του Z είναι ανάγωγο επί του Q. Σωστό. 2. Κάθε πολυώνυμο ανάγωγο επί του Q είναι ανάγωγο επί

Διαβάστε περισσότερα

Δώδεκα Αποδείξεις του. Θεμελιώδους Θεωρήματος της Άλγεβρας

Δώδεκα Αποδείξεις του. Θεμελιώδους Θεωρήματος της Άλγεβρας Δώδεκα Αποδείξεις του Θεμελιώδους Θεωρήματος της Άλγεβρας Mία εκδοχή της αρχικής απόδειξης του Gauss f ( z) = T ( z) + iu ( z) T = r cos φ + Ar 1 cos(( 1) φ + α) + + L cosλ U = r si φ + Ar 1 si(( 1) φ

Διαβάστε περισσότερα

πυθαγόρειες τριάδες, τριγωνομετρία και υπολογισμός ολοκληρωμάτων.

πυθαγόρειες τριάδες, τριγωνομετρία και υπολογισμός ολοκληρωμάτων. πυθαγόρειες τριάδες, τριγωνομετρία και υπολογισμός ολοκληρωμάτων. Αριστείδης Κοντογεώργης -Τμήμα Μαθηματικών ΕΚΠΑ Πρότυπο Λύκειο Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης 21 Οκτωβρίου 2015 1 το τελευταίο θεώρημα του

Διαβάστε περισσότερα

V (F ) = {(u 1, u 2, u 3 ) P 2 K F (u 1, u 2, u 3 ) = 0}

V (F ) = {(u 1, u 2, u 3 ) P 2 K F (u 1, u 2, u 3 ) = 0} 1 Θεώρημα BEZOU T Ο δακτύλιος K[x 1,..., x n ] είναι περιοχή μονοσήμαντης ανάλυσης. Άρα κάθε πολυώνυμο f K[x 1,..., x n ] (που δεν είναι σταθερά, δηλαδή f / K) αναλύεται σε γινόμενο αναγώγων πολυωνύμων,

Διαβάστε περισσότερα

Ε Μέχρι 31 Μαρτίου 2015.

Ε Μέχρι 31 Μαρτίου 2015. Ε Μέχρι 31 Μαρτίου 2015. 1 Αντικείμενα: δακτύλιοι Fraleigh, 4.1. Ορισμός έννοιας «δακτυλίου». Χαρακτηρισμοί δακτυλίων και στοιχείων αυτών: Δακτύλιος R Στοιχεία δακτυλίου R / (= δεν έχει μηδενοδιαιρέτες

Διαβάστε περισσότερα

(a + b) + c = a + (b + c), (ab)c = a(bc) a + b = b + a, ab = ba. a(b + c) = ab + ac

(a + b) + c = a + (b + c), (ab)c = a(bc) a + b = b + a, ab = ba. a(b + c) = ab + ac Σημειώσεις μαθήματος Μ1212 Γραμμική Άλγεβρα ΙΙ Χρήστος Κουρουνιώτης ΤΜΗΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ 2014 Κεφάλαιο 1 Διανυσματικοί Χώροι Στο εισαγωγικό μάθημα Γραμμικής Άλγεβρας ξεκινήσαμε μελετώντας

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Ημιαπλοί Δακτύλιοι

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Ημιαπλοί Δακτύλιοι ΚΕΦΑΛΑΙΟ : Ημιαπλοί Δακτύλιοι Είδαμε στο κύριο θεώρημα του προηγούμενου κεφαλαίου ότι κάθε δακτύλιος διαίρεσης έχει την ιδιότητα κάθε πρότυπο είναι ευθύ άθροισμα απλών προτύπων Εδώ θα χαρακτηρίσουμε όλους

Διαβάστε περισσότερα

Πεπερασμένα σώματα και Κρυπτογραφία Σύμφωνα με τις παραδόσεις του Α. Κοντογεώργη. Τσουκνίδας Ι.

Πεπερασμένα σώματα και Κρυπτογραφία Σύμφωνα με τις παραδόσεις του Α. Κοντογεώργη. Τσουκνίδας Ι. Πεπερασμένα σώματα και Κρυπτογραφία Σύμφωνα με τις παραδόσεις του Α. Κοντογεώργη Τσουκνίδας Ι. 2 Περιεχόμενα 1 Εισαγωγή στα πεπερασμένα σώματα 5 1.1 Μάθημα 1..................................... 5 1.1.1

Διαβάστε περισσότερα

1.3 Ιδεώδη και Περιοχές κυρίων Ιδεωδών 1.3. Ι Π Ι. Για το σύμβολο δεχόμαστε ότι n N {0}, < n καθώς και ότι:

1.3 Ιδεώδη και Περιοχές κυρίων Ιδεωδών 1.3. Ι Π Ι. Για το σύμβολο δεχόμαστε ότι n N {0}, < n καθώς και ότι: 13 Ι Π Ι Για το σύμβολο δεχόμαστε ότι n N {0}, < n καθώς και ότι: n N {0}, ( ) + n = = n + ( ) και ( ) + ( ) = (**) Ονομάζουμε επικεφαλής συντελεστή ενός μη μηδενικού πολυωνύμου f, τον συντελεστή f(i)

Διαβάστε περισσότερα

a = a a Z n. a = a mod n.

a = a a Z n. a = a mod n. Αλγεβρα Ι Χειμερινο Εξαμηνο 2017 18 Διάλεξη 1 Ενότητα 1. Πράξεις: Πράξεις στο σύνολο S, ο πίνακας της πράξης, αντιμεταθετικές πράξεις. Προσεταιριστικές πράξεις, το στοιχείο a 1 a 2 a n. Η πράξη «σύνθεση

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1 Πρότυπα. Στο κεφάλαιο αυτό εισάγουμε την έννοια του προτύπου πάνω από δακτύλιο.

Κεφάλαιο 1 Πρότυπα. Στο κεφάλαιο αυτό εισάγουμε την έννοια του προτύπου πάνω από δακτύλιο. Κεφάλαιο Πρότυπα Στο κεφάλαιο αυτό εισάγουμε την έννοια του προτύπου πάνω από δακτύλιο Ορισμοί και Παραδείγματα Παραδοχές Στo βιβλίο αυτό θα κάνουμε τις εξής παραδοχές Χρησιμοποιούμε προσθετικό συμβολισμό

Διαβάστε περισσότερα

Modular καµπύλες. Αριστείδης Κοντογεώργης. 1 εκεµβρίου Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. , 1/26

Modular καµπύλες. Αριστείδης Κοντογεώργης. 1 εκεµβρίου Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. , 1/26 Modular καµπύλες Αριστείδης Κοντογεώργης Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. 1 εκεµβρίου 2014, 1/26 Το υπερβολικό επίπεδο H = {z : I(z) > 0} Το Θεώρηµα σύµµορφης απεικόνισης του Riemann (Riemann mapping

Διαβάστε περισσότερα

a b b < a > < b > < a >.

a b b < a > < b > < a >. Θεωρια Δακτυλιων και Modules Εαρινο Εξαμηνο 2016 17 Διάλεξη 1 Ενότητα 1. Επανάληψη: Προσθετικές ομάδες, δακτύλιοι, αντιμεταθετικοί δακτύλιοι, δακτύλιοι με μοναδιαίο στοιχείο, παραδείγματα. Συμφωνήσαμε

Διαβάστε περισσότερα

Διδάσκων: Καθηγητής Μαρμαρίδης Νικόλαος - Θεοδόσιος

Διδάσκων: Καθηγητής Μαρμαρίδης Νικόλαος - Θεοδόσιος Τίτλος Μαθήματος: Αλγεβρικές Δομές ΙΙ Ενότητα: Ιδεώδη και Περιοχές κυρίων Ιδεωδών Διδάσκων: Καθηγητής Μαρμαρίδης Νικόλαος - Θεοδόσιος Τμήμα: Μαθηματικών 13 Ι Π Ι Για το σύμβολο δεχόμαστε ότι n N {0},

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Συνθήκες Αλυσίδων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Συνθήκες Αλυσίδων ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Συνθήκες Αλυσίδων Μελετάμε εδώ τη συνθήκη της αύξουσας αλυσίδας υποπροτύπων και τη συνθήκη της φθίνουσας αλυσίδας υποπροτύπων Αυτές συνδέονται μεταξύ τους με την έννοια της συνθετικής σειράς

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΓΙΣΤΙΚΟΣ ΤΕΛΕΣΤΗΣ 18 Σεπτεμβρίου 2014

ΜΕΓΙΣΤΙΚΟΣ ΤΕΛΕΣΤΗΣ 18 Σεπτεμβρίου 2014 ΜΕΓΙΣΤΙΚΟΣ ΤΕΛΕΣΤΗΣ 18 Σεπτεμβρίου 2014 Περιεχόμενα 1 Εισαγωγή 2 2 Μεγιστικός τελέστης στην μπάλα 2 2.1 Βασικό θεώρημα........................ 2 2.2 Γενική περίπτωση μπάλας.................. 6 2.2.1 Στο

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία Galois. Πρόχειρες σημειώσεις (εκδοχή )

Θεωρία Galois. Πρόχειρες σημειώσεις (εκδοχή ) Θεωρία Galos Πρόχειρες σημειώσεις 0- (εκδοχή -7-0) Περιεχόμενα 0 Υπενθυμίσεις και συμπληρώματα Ανάγωγα πολυώνυμα Ανάγωγα πολυώνυμα και σώματα Χαρακτηριστική σώματος Απλές ρίζες πολυωνύμων Ασκήσεις 0 Επεκτάσεις

Διαβάστε περισσότερα

Galois module structure χώρων ολόµορφων διαφορικών

Galois module structure χώρων ολόµορφων διαφορικών Galois module structure χώρων ολόµορφων διαφορικών Αριστείδης Κοντογεώργης Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. 11 εκεµβρίου 2014, 1/17 Αλγεβρικές Καµπύλες X αλγεβρική καµπύλη, προβολική πάνω από ένα

Διαβάστε περισσότερα

h(x, y) = card ({ 1 i n : x i y i

h(x, y) = card ({ 1 i n : x i y i Κεφάλαιο 1 Μετρικοί χώροι 1.1 Ορισμός και παραδείγματα Ορισμός 1.1.1 μετρική). Εστω X ένα μη κενό σύνολο. Μετρική στο X λέγεται κάθε συνάρτηση ρ : X X R με τις παρακάτω ιδιότητες: i) ρx, y) για κάθε x,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: Εφαρμογή: Το θεώρημα του Burnside

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: Εφαρμογή: Το θεώρημα του Burnside ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: Εφαρμογή: Το θεώρημα του Bursde a b Θα αποδείξουμε εδώ ότι κάθε ομάδα τάξης pq ( p, q πρώτοι) είναι επιλύσιμη Το θεώρημα αυτό αποδείχτηκε από τον Bursde το 904 ο οποίος χρησιμοποίησε τη νέα

Διαβάστε περισσότερα

Modular καµπύλες. Αριστείδης Κοντογεώργης. 9 εκεµβρίου Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. , 1/41

Modular καµπύλες. Αριστείδης Κοντογεώργης. 9 εκεµβρίου Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. , 1/41 Modular καµπύλες Αριστείδης Κοντογεώργης Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. 9 εκεµβρίου 2014, 1/41 Το υπερβολικό επίπεδο H = {z : I(z) > 0} Aut(H) = SL(2, R) Η απεικόνιση µε φ : SL 2 (R)/SO 2 (R)

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία Τελεστών. Ενότητα: Χώροι µε νόρµα - Χώροι Hilbert. Αριστείδης Κατάβολος. Τµήµα Μαθηµατικών

Θεωρία Τελεστών. Ενότητα: Χώροι µε νόρµα - Χώροι Hilbert. Αριστείδης Κατάβολος. Τµήµα Μαθηµατικών Ενότητα: Χώροι µε νόρµα - Χώροι Hilbert Αριστείδης Κατάβολος Τµήµα Μαθηµατικών Αδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες,

Διαβάστε περισσότερα

Ελλειπτικές Καµπύλες υπέρ του σώµατος C

Ελλειπτικές Καµπύλες υπέρ του σώµατος C Ελλειπτικές Καµπύλες υπέρ του σώµατος C Αριστείδης Κοντογεώργης Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. 11 Νοεµβρίου 2014, 1/18 ιακριτές υποοµάδες του C Ορισµός Εστω ω 1, ω 2 δύο µιγαδικοί αριθµοί µε Im(ω

Διαβάστε περισσότερα

irr Q,b (x) = x 3 2, irr Q,ω (x) = x 2 + x + 1 irr (Q(ω),b) (x) = irr (Q,b) (x) = x 3 2,

irr Q,b (x) = x 3 2, irr Q,ω (x) = x 2 + x + 1 irr (Q(ω),b) (x) = irr (Q,b) (x) = x 3 2, Θεωρία Galois Θεοδώρα Θεοχαρη-Αποστολιδη Χαρά Χαραλαμπους Οι σημειωσεις αυτες θα συμπληρωνονται κατα τη διαρκεια των μαθηματων. 13 Δεκεμβρίου 2014 Περιεχόμενα 3 Μεταθέσεις και ομάδες Galois 41 3.1 Οι ρίζες

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Πρότυπα. x y x z για κάθε x, y, R με την ιδιότητα 1R. x για κάθε x R, iii) υπάρχει στοιχείο 1 R. ii) ( x y) z x ( y z)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Πρότυπα. x y x z για κάθε x, y, R με την ιδιότητα 1R. x για κάθε x R, iii) υπάρχει στοιχείο 1 R. ii) ( x y) z x ( y z) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Πρότυπα Στο κεφάλαιο αυτό θα υπενθυμίσουμε τις βασικές έννοιες που αφορούν πρότυπα πάνω από ένα δακτύλιο Θα περιοριστούμε στα πλέον απαραίτητα για αυτά που ακολουθούν στα άλλα κεφάλαια Η κατευθυντήρια

Διαβάστε περισσότερα

α) f(x(t), y(t)) = 0,

α) f(x(t), y(t)) = 0, Ρητές καμπύλες Μια επίπεδη αλγεβρική καμπύλη V (f) είναι το σύνολο όλων των σημείων του επιπέδου K 2 που μηδενίζουν κάποιο συγκεκριμένο ανάγωγο πολυώνυμο f K[x, y], δηλαδή V (f) = {(x 0, y 0 ) K 2 f(x

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΤΟ ΔΙΩΝΥΜΙΚΟ ΘΕΩΡΗΜΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΤΟ ΔΙΩΝΥΜΙΚΟ ΘΕΩΡΗΜΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΤΟ ΔΙΩΝΥΜΙΚΟ ΘΕΩΡΗΜΑ Εισαγωγή Οι αριθμοί που εκφράζουν το πλήθος των στοιχείων ανά αποτελούν ίσως τους πιο σημαντικούς αριθμούς της Συνδυαστικής και καλούνται διωνυμικοί συντελεστές διότι εμφανίζονται

Διαβάστε περισσότερα

Παράρτηµα Β. Στοιχεία Θεωρίας Τελεστών και Συναρτησιακής Ανάλυσης [ ) ( )

Παράρτηµα Β. Στοιχεία Θεωρίας Τελεστών και Συναρτησιακής Ανάλυσης [ ) ( ) Παράρτηµα Β Στοιχεία Θεωρίας Τελεστών και Συναρτησιακής Ανάλυσης Β1 Χώροι Baach Βάσεις Schauder Στο εξής συµβολίζουµε µε Z,, γραµµικούς (διανυσµατικούς) χώρους πάνω απ το ίδιο σώµα K = ή και γράφουµε απλά

Διαβάστε περισσότερα

I. ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ. math-gr

I. ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ. math-gr I ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ i e ΜΕΡΟΣ Ι ΟΡΙΣΜΟΣ - ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Α Ορισμός Ο ορισμός του συνόλου των Μιγαδικών αριθμών (C) βασίζεται στις εξής παραδοχές: Υπάρχει ένας αριθμός i για τον οποίο ισχύει i Το σύνολο

Διαβάστε περισσότερα

Ας ξεκινήσουμε υπενθυμίζοντας τον ορισμό της συνέχειας σε μετρικούς χώρους. διατυπώνεται και με τον ακόλουθο τρόπο: για κάθε σφαίρα

Ας ξεκινήσουμε υπενθυμίζοντας τον ορισμό της συνέχειας σε μετρικούς χώρους. διατυπώνεται και με τον ακόλουθο τρόπο: για κάθε σφαίρα 33.4.Συνεχείς συναρτήσεις Η έννοια της συνεχούς συνάρτησης είναι θεμελιώδης και μελετάται κατ αρχήν για συναρτήσεις μιας και κατόπιν δύο ή περισσότερων μεταβλητών στα μαθήματα του Απειροστικού Λογισμού.

Διαβάστε περισσότερα

Δηλαδή η ρητή συνάρτηση είναι πηλίκο δύο ακέραιων πολυωνύμων. Επομένως, το ζητούμενο ολοκλήρωμα είναι της μορφής

Δηλαδή η ρητή συνάρτηση είναι πηλίκο δύο ακέραιων πολυωνύμων. Επομένως, το ζητούμενο ολοκλήρωμα είναι της μορφής D ολοκλήρωση ρητών συναρτήσεων Το θέμα μας στην ενότητα αυτή είναι η ολοκλήρωση ρητών συναρτήσεων. Ας θυμηθούμε πρώτα ποιες συναρτήσεις ονομάζονται ρητές. Ορισμός: Μία συνάρτηση ονομάζεται ρητή όταν μπορεί

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 5. Το Συμπτωτικό Πολυώνυμο

Κεφάλαιο 5. Το Συμπτωτικό Πολυώνυμο Κεφάλαιο 5. Το Συμπτωτικό Πολυώνυμο Σύνοψη Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται η ιδέα του συμπτωτικού πολυωνύμου, του πολυωνύμου, δηλαδή, που είναι του μικρότερου δυνατού βαθμού και που, για συγκεκριμένες,

Διαβάστε περισσότερα

Το Θεώρημα CHEVALLEY-WARNING

Το Θεώρημα CHEVALLEY-WARNING Το Θεώρημα CHEVALLEY-WARNING Ανθή Ζερβού Διδάσκων: Ιωάννης Αντωνιάδης 3/02/2015 1 ΠΕΠΕΡΑΣΜΕΝΑ ΣΩΜΑΤΑ Ορισμός. Εστω Κ σώμα. Χαρακτηριστική του Κ, συμβολίζεται ch(k), είναι ο ελάχιστος φυσικός αριθμός n

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 4 Διανυσματικοί Χώροι

Κεφάλαιο 4 Διανυσματικοί Χώροι Κεφάλαιο Διανυσματικοί Χώροι Διανυσματικοί χώροι - Βασικοί ορισμοί και ιδιότητες Θεωρούμε τρία διαφορετικά σύνολα: Διανυσματικοί Χώροι α) Το σύνολο διανυσμάτων (πινάκων με μία στήλη) με στοιχεία το οποίο

Διαβάστε περισσότερα

Δακτύλιοι και Πρότυπα Ασκήσεις 6. Η ύλη των ασκήσεων αυτών είναι η Ενότητα6, Εφαρμογές Θεωρημάτων Δομής στη Γραμμική Αλγεβρα.

Δακτύλιοι και Πρότυπα Ασκήσεις 6. Η ύλη των ασκήσεων αυτών είναι η Ενότητα6, Εφαρμογές Θεωρημάτων Δομής στη Γραμμική Αλγεβρα. Δακτύλιοι και Πρότυπα 0-7 Ασκήσεις Η ύλη των ασκήσεων αυτών είναι η Ενότητα, Εφαρμογές Θεωρημάτων Δομής στη Γραμμική Αλγεβρα Βρείτε τη ρητή κανονική μορφή και μια κανονική μορφή Jorda του M( ) 0 0 Έστω

Διαβάστε περισσότερα

Αλγεβρικές Δομές ΙΙ. 1 Ομάδα I. Ά σ κ η σ η 1.1 Έστω R ένας δακτύλιος. Δείξτε ότι το σύνολο

Αλγεβρικές Δομές ΙΙ. 1 Ομάδα I. Ά σ κ η σ η 1.1 Έστω R ένας δακτύλιος. Δείξτε ότι το σύνολο Αλγεβρικές Δομές ΙΙ 1 Ομάδα I Ά σ κ η σ η 1.1 Έστω R ένας δακτύλιος. Δείξτε ότι το σύνολο C(R) = {a R/ax = xa, για κάθε x R} είναι υποδακτύλιος του R, και λέγεται κέντρο του δακτυλίου R. Ά σ κ η σ η 1.2

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Πρόλογος 3

Περιεχόμενα. Πρόλογος 3 Πρόλογος Η χρησιμότητα της Γραμμικής Άλγεβρας είναι σχεδόν αυταπόδεικτη. Αρκεί μια ματιά στο πρόγραμμα σπουδών, σχεδόν κάθε πανεπιστημιακού τμήματος θετικών επιστημών, για να διαπιστώσει κανείς την παρουσία

Διαβάστε περισσότερα

Τελεστές Hecke. Αριστείδης Κοντογεώργης. 13 Ιανουαρίαου Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. , 1/28

Τελεστές Hecke. Αριστείδης Κοντογεώργης. 13 Ιανουαρίαου Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. , 1/28 Τελεστές Hecke Αριστείδης Κοντογεώργης Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. 13 Ιανουαρίαου 2015, 1/28 Τελεστές Hecke Οι τελεστές Hecke πρωτοεµφανίζονται στην εργασία του Mordell όπου έλυσε την εικασία

Διαβάστε περισσότερα

Συνήθεις Διαφορικές Εξισώσεις Ι Ασκήσεις - 19/10/2017. Ακριβείς Διαφορικές Εξισώσεις-Ολοκληρωτικοί Παράγοντες. Η πρώτης τάξης διαφορική εξίσωση

Συνήθεις Διαφορικές Εξισώσεις Ι Ασκήσεις - 19/10/2017. Ακριβείς Διαφορικές Εξισώσεις-Ολοκληρωτικοί Παράγοντες. Η πρώτης τάξης διαφορική εξίσωση Συνήθεις Διαφορικές Εξισώσεις Ι Ασκήσεις - 19/10/2017 Ακριβείς Διαφορικές Εξισώσεις-Ολοκληρωτικοί Παράγοντες Η πρώτης τάξης διαφορική εξίσωση M(x, y) + (x, y)y = 0 ή ισοδύναμα, γραμμένη στην μορφή M(x,

Διαβάστε περισσότερα

π B = B και άρα η π είναι ανοικτή απεικόνιση.

π B = B και άρα η π είναι ανοικτή απεικόνιση. 3 Παράρτημα 2 Παρατηρήσεις, ασκήσεις και Διορθώσεις Παράγραφος ) Σελίδα, : Παρατηρούμε τα ακόλουθα για το χώρο πηλίκο / Y : Y = / Y και (α) { } (β) = Y / Y { } Επίσης από τον τύπο () έπεται ιδιαίτερα ότι

Διαβάστε περισσότερα

Παραδείγµατα από Modular forms

Παραδείγµατα από Modular forms Παραδείγµατα από Modular forms Αριστείδης Κοντογεώργης Τµήµα Μαθηµατικών Πανεπιστηµίου Αθηνών. 16 εκεµβρίου 2014, 1/42 Modular forms Εστω Γ µια υποοµάδα της SL 2 (Z), πεπερασµένου δείκτη στην SL 2 (Z),

Διαβάστε περισσότερα

βαθμού 1 με A 2. Υπολογίστε τα χαρακτηριστικά και ελάχιστα πολυώνυμα των

βαθμού 1 με A 2. Υπολογίστε τα χαρακτηριστικά και ελάχιστα πολυώνυμα των Ασκήσεις 6 Ασκήσεις Ελάχιστο Πολυώνυμο Βασικά σημεία Ορισμός ελαχίστου πολυωνύμου πίνακα και ιδιότητές του Ορισμός ελαχίστου πολυωνύμου γραμμικής απεικόνισης και ιδιότητές του Κριτήριο διαγωνισιμότητας

Διαβάστε περισσότερα

7 Μάθημα Πορεία μελέτης Ακόμη μία Άσκηση

7 Μάθημα Πορεία μελέτης Ακόμη μία Άσκηση Περιεχόμενα I Εναρξη μαθήματος 3 II Αρχικά μαθήματα 5 1 Μάθημα 1 5 1.1 Εισαγωγή............................... 5 1.2 Πορεία μελέτης............................ 5 1.3 Γραμμικά συστήματα.........................

Διαβάστε περισσότερα

Α Δ Ι. Παρασκευή 25 Οκτωβρίου Ασκηση 1. Στο σύνολο των πραγματικών αριθμών R ορίζουμε μια σχέση R R R ως εξής:

Α Δ Ι. Παρασκευή 25 Οκτωβρίου Ασκηση 1. Στο σύνολο των πραγματικών αριθμών R ορίζουμε μια σχέση R R R ως εξής: Α Δ Ι Α - Φ 1 Δ : Ν. Μαρμαρίδης - Α. Μπεληγιάννης Ι Μ : http://users.uoi.gr/abeligia/algebraicstructuresi/asi.html, https://sites.google.com/site/maths4edu/home/algdom114 Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013 Ασκηση

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Μια παράσταση που περιέχει πράξεις με μεταβλητές (γράμματα) και αριθμούς καλείται αλγεβρική, όπως για παράδειγμα η : 2x+3y-8

ΘΕΩΡΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Μια παράσταση που περιέχει πράξεις με μεταβλητές (γράμματα) και αριθμούς καλείται αλγεβρική, όπως για παράδειγμα η : 2x+3y-8 ΘΕΩΡΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Άλγεβρα 1 ο Κεφάλαιο 1. Τι ονομάζουμε αριθμητική και τι αλγεβρική παράσταση; Να δώσετε από ένα παράδειγμα. Μια παράσταση που περιέχει πράξεις με αριθμούς, καλείται αριθμητική παράσταση,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Κεντρικές Απλές Άλγεβρες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Κεντρικές Απλές Άλγεβρες ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Κεντρικές Απλές Άλγεβρες Χρησιμοποιώντας τανυστικά γινόμενα και εφαρμόζοντας το θεώρημα των Wedderbur-rt ( 33) θα αποδείξουμε δύο θεμελιώδη θεωρήματα που αφορούν κεντρικές απλές άλγεβρες θεώρημα

Διαβάστε περισσότερα

12. ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ Α ΒΑΘΜΟΥ. είναι δύο παραστάσεις μιας μεταβλητής x πού παίρνει τιμές στο

12. ΑΝΙΣΩΣΕΙΣ Α ΒΑΘΜΟΥ. είναι δύο παραστάσεις μιας μεταβλητής x πού παίρνει τιμές στο ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΑΝΙΣΩΣΕΩΝ Έστω f σύνολο Α, g Α ΒΑΘΜΟΥ είναι δύο παραστάσεις μιας μεταβλητής πού παίρνει τιμές στο Ανίσωση με έναν άγνωστο λέγεται κάθε σχέση της μορφής f f g g ή, η οποία αληθεύει για ορισμένες

Διαβάστε περισσότερα

Παράρτηµα Α Εισαγωγή Οµάδες. (x y) z= x (y z).

Παράρτηµα Α Εισαγωγή Οµάδες. (x y) z= x (y z). Παράρτηµα Α 11.1 Εισαγωγή Οπως έχει αναφερθεί ήδη προοδευτικά στο δεύτερο µέρος του παρόντος συγγράµµατος χρησιµοποιούνται ϐασικές έννοιες άλγεβρας. Θεωρούµε ότι οι έννοιες αυτές είναι ήδη γνωστές από

Διαβάστε περισσότερα

* * * ( ) mod p = (a p 1. 2 ) mod p.

* * * ( ) mod p = (a p 1. 2 ) mod p. Θεωρια Αριθμων Εαρινο Εξαμηνο 2016 17 Μέρος Α: Πρώτοι Αριθμοί Διάλεξη 1 Ενότητα 1. Διαιρετότητα: Διαιρετότητα, διαιρέτες, πολλαπλάσια, στοιχειώδεις ιδιότητες. Γραμμικοί Συνδυασμοί (ΓΣ). Ενότητα 2. Πρώτοι

Διαβάστε περισσότερα

f(f 1 (B)) f(f 1 (B)) B. X \ (f 1 (C)) = X \ f 1 (C) = f 1 (Y \ C) X \ (f 1 (C)) f 1 (Y \ C). f 1 (Y \ C) = f 1 (Y \ C ) = X \ f 1 (C ).

f(f 1 (B)) f(f 1 (B)) B. X \ (f 1 (C)) = X \ f 1 (C) = f 1 (Y \ C) X \ (f 1 (C)) f 1 (Y \ C). f 1 (Y \ C) = f 1 (Y \ C ) = X \ f 1 (C ). Κεφάλαιο 4 Συναρτήσεις μεταξύ μετρικών χώρων 4.1 Συνεχείς συναρτήσεις Εστω (X, ρ) και (Y, σ) δύο μετρικοί χώροι. Στην 2.2 δώσαμε τον ορισμό της συνέχειας μιας συνάρτησης f : X Y σε κάποιο σημείο x 0 X:

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ. Μαθηματικά 2. Σταύρος Παπαϊωάννου

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ. Μαθηματικά 2. Σταύρος Παπαϊωάννου ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ Μαθηματικά Σταύρος Παπαϊωάννου Ιούνιος Τίτλος Μαθήματος Περιεχόμενα Χρηματοδότηση. Σφάλμα! Δεν έχει οριστεί σελιδοδείκτης. Σκοποί Μαθήματος

Διαβάστε περισσότερα

x y z xy yz zx, να αποδείξετε ότι x=y=z.

x y z xy yz zx, να αποδείξετε ότι x=y=z. ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΛΓΕΒΡΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦ. ο A. Ταυτότητες, ιδιότητες δυνάμεων, διάταξη.1 Να παραγοντοποιήσετε τις παρακάτω παραστάσεις: 1. 15a x 15a y 5a x 5a y. a x a x a x a x 3 3 4 3 3 3 3. x 4xy 16 4 y

Διαβάστε περισσότερα

i=1 i=1 i=1 (x i 1, x i +1) (x 1 1, x k +1),

i=1 i=1 i=1 (x i 1, x i +1) (x 1 1, x k +1), Κεφάλαιο 6 Συμπάγεια 6.1 Ορισμός της συμπάγειας Οπως θα φανεί στην αμέσως επόμενη παράγραφο, υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους μπορεί κανείς να εισάγει την έννοια του συμπαγούς μετρικού χώρου. Ο

Διαβάστε περισσότερα

1 x m 2. degn = m 1 + m m n. a(m 1 m 2...m k )x m 1

1 x m 2. degn = m 1 + m m n. a(m 1 m 2...m k )x m 1 1 Πολυώνυμα και συσχετικός χώρος Ορισμός 3.1 Ενα μονώνυμο N στις μεταβλητές x 1, x 2,..., x n είναι ένα γινόμενο της μορφής x m 1 2...x m n n, όπου όλοι οι εκθέτες είναι φυσικοί αριθμοί. Ο βαθμός του μονωνύμου

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 4 Διανυσματικοί Χώροι

Κεφάλαιο 4 Διανυσματικοί Χώροι Κεφάλαιο Διανυσματικοί χώροι - Βασικοί ορισμοί και ιδιότητες Θεωρούμε τρία διαφορετικά σύνολα: α) Το σύνολο διανυσμάτων (πινάκων με μία στήλη) με στοιχεία το οποίο συμβολίζουμε με Σε αυτό το σύνολο γνωρίζουμε

Διαβάστε περισσότερα

f(t) = (1 t)a + tb. f(n) =

f(t) = (1 t)a + tb. f(n) = Παράρτημα Αʹ Αριθμήσιμα και υπεραριθμήσιμα σύνολα Αʹ1 Ισοπληθικά σύνολα Ορισμός Αʹ11 (ισοπληθικότητα) Εστω A, B δύο μη κενά σύνολα Τα A, B λέγονται ισοπληθικά αν υπάρχει μια συνάρτηση f : A B, η οποία

Διαβάστε περισσότερα

,..., v n. W πεπερασμένα παραγόμενοι και dimv. Τα ακόλουθα είναι ισοδύναμα f είναι ισομορφιμός. f είναι 1-1. f είναι επί.

,..., v n. W πεπερασμένα παραγόμενοι και dimv. Τα ακόλουθα είναι ισοδύναμα f είναι ισομορφιμός. f είναι 1-1. f είναι επί. Γραμμική Άλγεβρα Ι, 07-8 Ασκήσεις7: Γραμμικές Απεικονίσεις Βασικά σημεία Ορισμός και παραδείγματα γραμμικών απεικονίσεων Σύνθεση γραμμικών απεικονίσεων, ισομορφισμοί Κάθε γραμμική απεικόνιση f : V W, όπου

Διαβάστε περισσότερα

2ογελ ΣΥΚΕΩΝ 2ογελ ΣΥΚΕΩΝ ΠΟΛΥΩΝΥΜΙΚΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ Β Λυκει(ου ΠΟΛΥΩΝΥΜΙΚΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

2ογελ ΣΥΚΕΩΝ 2ογελ ΣΥΚΕΩΝ ΠΟΛΥΩΝΥΜΙΚΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ Β Λυκει(ου ΠΟΛΥΩΝΥΜΙΚΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ογελ ΣΥΚΕΩΝ ογελ ΣΥΚΕΩΝ ΠΟΛΥΩΝΥΜΙΚΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ Β Λυκει(ου ο ΓΕΛ ΣΥΚΕΩΝ ΠΟΛΥΩΝΥΜΙΚΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ογελ ΣΥΚΕΩΝ ογελ ΣΥΚΕΩΝ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ -4 ΠΟΛΥΩΝΥΜΙΚΕΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ Επιμέλεια: ΧΑΛΑΤΖΙΑΝ ΠΑΥΛΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

b. Για κάθε θετικό ακέραιο m και για κάθε A. , υπάρχουν άπειρα το πλήθος πολυώνυμα ( x) [ x] m και ( A) 0.

b. Για κάθε θετικό ακέραιο m και για κάθε A. , υπάρχουν άπειρα το πλήθος πολυώνυμα ( x) [ x] m και ( A) 0. Ασκήσεις4 46 Ασκήσεις 4 Τριγωνίσιμες γραμμικές απεικονίσεις, Θεώρημα των Cayley-Hamilton Βασικά σημεία Ορισμός τριγωνίσιμου πίνακα, ορισμός τριγωνίσιμης γραμμικής απεικόνισης Κριτήριο τριγωνισιμότητας

Διαβάστε περισσότερα

s G 1 ). = R, Z 2 Z 3 = Z6. s, t G) s t = st. 1. H = G 4. [G : H] = a G ah = Ha.

s G 1 ). = R, Z 2 Z 3 = Z6. s, t G) s t = st. 1. H = G 4. [G : H] = a G ah = Ha. Αλγεβρα ΙΙ Εαρινο Εξαμηνο 2017 18 Διάλεξη 1 Ενότητα 1. Ομάδες-Πηλίκο: Κρατήσαμε σταθερή μια ομάδα G με ταυτοτικό το ι και μια υποομάδα H της G. Συμβολίσαμε με G 1 το G/H (το σύνολο των αριστερών συμπλόκων

Διαβάστε περισσότερα

L = F +. Είναι, 1 F, άρα και 1 L. Επεκτείνουµε τις πράξεις του F έτσι ώστε

L = F +. Είναι, 1 F, άρα και 1 L. Επεκτείνουµε τις πράξεις του F έτσι ώστε ΕΠΕΚΤΑΣΕΙΣ ΣΩΜΑΤΟΣ Προκαταρκτικά Σώµα = Αντιµεταθετικό σώµα, χαρακτηριστικής µηδενός Τα σώµατα αυτά καλούνται και αριθµητικά σώµατα Θα τα συµβολίζουµε µε τα γράµµατα F, F, L κλπ Έστω ότι κάποια ανάγκη

Διαβάστε περισσότερα

ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ (ΗΥ-119)

ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ (ΗΥ-119) ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ Α. ΤΣΑΓΡΑΚΗΣ ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ (ΗΥ-119) ΜΕΡΟΣ 5: ΔΙΑΝΥΣΜΑΤΙΚΟΙ ΥΠΟΧΩΡΟΙ ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΒΑΣΕΙΣ & ΔΙΑΣΤΑΣΗ Δ.Χ. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Διαβάστε περισσότερα

Ο αναλυτικός δείκτης και η χαρακτηριστική του Euler 1

Ο αναλυτικός δείκτης και η χαρακτηριστική του Euler 1 Ο αναλυτικός δείκτης και η χαρακτηριστική του Euler 1 Ιάκωβος Ανδρουλιδάκης users.uoa.gr/ iandroul iandroul@math.uoa.gr Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μαθηματικών, Τομέας Άλγεβρας-Γεωμετρίας Περίληψη Στη διάλεξη

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΟΤΗΤΑ 1: ΟΡΙΣΜΟΣ ΠΕΔΙΟ ΟΡΙΣΜΟΥ ΠΡΑΞΕΙΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΒΑΣΙΚΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΛΥΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΘΕΜΑ Α

ΕΝΟΤΗΤΑ 1: ΟΡΙΣΜΟΣ ΠΕΔΙΟ ΟΡΙΣΜΟΥ ΠΡΑΞΕΙΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΒΑΣΙΚΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΛΥΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΘΕΜΑ Α ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο : ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 1: ΟΡΙΣΜΟΣ ΠΕΔΙΟ ΟΡΙΣΜΟΥ ΠΡΑΞΕΙΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΒΑΣΙΚΩΝ ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΛΥΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ Ερώτηση θεωρίας 1 ΘΕΜΑ Α Τι ονομάζουμε πραγματική συνάρτηση

Διαβάστε περισσότερα

Το Θεώρημα Stone - Weierstrass

Το Θεώρημα Stone - Weierstrass Το Θεώρημα Stone - Weierstrass Θεώρημα 1 Έστω ¹ X συμπαγής χώρος Hausdorff και έστω C R (X η πραγματική άλγεβρα όλων των συνεχών συναρτήσεων f : X R. Έστω ότι ένα υποσύνολο A C R (X (1 το A είναι υπάλγεβρα

Διαβάστε περισσότερα

Α Δ Ι. Παρασκευή 15 Νοεμβρίου Ασκηση 1. Να ευρεθεί η τάξη τού στοιχείου a τής ομάδας (G, ), όπου. (4) a = ( 1 + i 3)/2, (G, ) = (C, ),

Α Δ Ι. Παρασκευή 15 Νοεμβρίου Ασκηση 1. Να ευρεθεί η τάξη τού στοιχείου a τής ομάδας (G, ), όπου. (4) a = ( 1 + i 3)/2, (G, ) = (C, ), Α Δ Ι Α - Φ 4 Δ : Ν. Μαρμαρίδης - Α. Μπεληγιάννης Ι Μ : http://users.uoi.gr/abeligia/algebraicstructuresi/asi2013/asi2013.html, https://sites.google.com/site/maths4edu/home/algdom114 Παρασκευή 15 Νοεμβρίου

Διαβάστε περισσότερα

Kεφάλαιο 4. Συστήματα διαφορικών εξισώσεων. F : : F = F r, όπου r xy

Kεφάλαιο 4. Συστήματα διαφορικών εξισώσεων. F : : F = F r, όπου r xy 4 Εισαγωγή Kεφάλαιο 4 Συστήματα διαφορικών εξισώσεων Εστω διανυσματικό πεδίο F : : F = Fr, όπου r x, και είναι η ταχύτητα στο σημείο πχ ενός ρευστού στο επίπεδο Εστω ότι ψάχνουμε τις τροχιές κίνησης των

Διαβάστε περισσότερα

ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι (ΑΡΤΙΟΙ) Προτεινοµενες Ασκησεις - Φυλλαδιο 4

ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι (ΑΡΤΙΟΙ) Προτεινοµενες Ασκησεις - Φυλλαδιο 4 ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι Τµηµα Β (ΑΡΤΙΟΙ) Προτεινοµενες Ασκησεις - Φυλλαδιο 4 ιδασκων: Α. Μπεληγιάννης Ιστοσελιδα Μαθηµατος : http://users.uoi.gr/abeligia/linearalgebrai/lai2018/lai2018.html Παρασκευή 23 Νοεµβρίου

Διαβάστε περισσότερα

2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. με νόρμα, με τις ακόλουθες νόρμες οι οποίες ορίζονται μέσω των νορμών των X και Y.

2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. με νόρμα, με τις ακόλουθες νόρμες οι οποίες ορίζονται μέσω των νορμών των X και Y. 2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. Έστω (, ) και (, ) {( x, ) : x και } χώροι με νόρμα. Τότε ο διανυσματικός χώρος = ( με τις συνήθεις κατά σημείο πράξεις ) γίνεται χώρος με

Διαβάστε περισσότερα

ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι (ΑΡΤΙΟΙ) Ασκησεις - Φυλλαδιο 7

ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι (ΑΡΤΙΟΙ) Ασκησεις - Φυλλαδιο 7 ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ Ι Τµηµα Β (ΑΡΤΙΟΙ) Ασκησεις - Φυλλαδιο 7 ιδασκων: Α. Μπεληγιάννης Ιστοσελιδα Μαθηµατος : http://users.uoi.gr/abeligia/linearalgebrai/lai2018/lai2018.html Παρασκευή 14 εκεµβρίου 2018 Ασκηση

Διαβάστε περισσότερα

f I X i I f i X, για κάθεi I.

f I X i I f i X, για κάθεi I. 47 2 Πράξεις σε τοπολογικούς χώρους 2. Η τοπολογία γινόμενο Σε προηγούμενη παράγραφο ορίσαμε την τοπολογία γινόμενο στο καρτεσιανό γινόμενο Y δύο τοπολογικών χώρων Y, ( παράδειγμα.33 () ). Στην παρούσα

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο: ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΕΝΟΤΗΤΑ 2: ΜΕΤΡΟ ΜΙΓΑΔΙΚΟΥ ΑΡΙΘΜΟΥ - ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ [Κεφ. 2.3: Μέτρο Μιγαδικού Αριθμού σχολικού βιβλίου].

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο: ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΕΝΟΤΗΤΑ 2: ΜΕΤΡΟ ΜΙΓΑΔΙΚΟΥ ΑΡΙΘΜΟΥ - ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ [Κεφ. 2.3: Μέτρο Μιγαδικού Αριθμού σχολικού βιβλίου]. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ο: ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΕΝΟΤΗΤΑ : ΜΕΤΡΟ ΜΙΓΑΔΙΚΟΥ ΑΡΙΘΜΟΥ - ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ [Κεφ..3: Μέτρο Μιγαδικού Αριθμού σχολικού βιβλίου]. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΘΕΜΑ Β Παράδειγμα. Να βρείτε το μέτρο των μιγαδικών

Διαβάστε περισσότερα

ETY-202 ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΒΑΝΤΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ETY-202 ΎΛΗ & ΦΩΣ 02. ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ. Στέλιος Τζωρτζάκης 1/11/2013

ETY-202 ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΒΑΝΤΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ETY-202 ΎΛΗ & ΦΩΣ 02. ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ. Στέλιος Τζωρτζάκης 1/11/2013 stzortz@iesl.forth.gr 1396; office Δ013 ΙΤΕ 2 ΎΛΗ & ΦΩΣ 02. ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΒΑΝΤΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ Στέλιος Τζωρτζάκης 1 3 4 Ο διανυσματικός χώρος των φυσικών καταστάσεων Η έννοια

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Κεντρικές Απλές Άλγεβρες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Κεντρικές Απλές Άλγεβρες ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Κεντρικές Απλές Άλγεβρες Χρησιμοποιώντας τανυστικά γινόμενα και εφαρμόζοντας το θεώρημα των Wedderbur-Art ( 33) θα αποδείξουμε δύο θεμελιώδη θεωρήματα που αφορούν κεντρικές απλές άλγεβρες *

Διαβάστε περισσότερα

2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. με νόρμα, με τις ακόλουθες νόρμες οι οποίες ορίζονται μέσω των νορμών των X και Y.

2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. με νόρμα, με τις ακόλουθες νόρμες οι οποίες ορίζονται μέσω των νορμών των X και Y. 2 Πεπερασμένα ευθέα αθροίσματα και προβολές σε χώρους με νόρμα. Έστω ( X, ) και (, ) X Y {( x, ) : x X και Y} Y χώροι με νόρμα. Τότε ο διανυσματικός χώρος = ( με τις συνήθεις κατά σημείο πράξεις ) γίνεται

Διαβάστε περισσότερα

6 Συνεκτικοί τοπολογικοί χώροι

6 Συνεκτικοί τοπολογικοί χώροι 36 6 Συνεκτικοί τοπολογικοί χώροι Έστω R διάστημα και f : R συνεχής συνάρτηση τότε, όπως γνωρίζουμε από τον Απειροστικό Λογισμό, η f έχει την ιδιότητα της ενδιάμεσου τιμής. Η ιδιότητα αυτή δεν εξαρτάται

Διαβάστε περισσότερα

Γραμμική Αλγεβρα ΙΙ Διάλεξη 1 Εισαγωγή Χρήστος Κουρουνιώτης Πανεπισ τήμιο Κρήτης 19/2/2014 Χ.Κουρουνιώτης (Παν.Κρήτης) Διάλεξη 1 19/2/ / 13

Γραμμική Αλγεβρα ΙΙ Διάλεξη 1 Εισαγωγή Χρήστος Κουρουνιώτης Πανεπισ τήμιο Κρήτης 19/2/2014 Χ.Κουρουνιώτης (Παν.Κρήτης) Διάλεξη 1 19/2/ / 13 Γραμμική Άλγεβρα ΙΙ Διάλεξη 1 Εισαγωγή Χρήστος Κουρουνιώτης Πανεπιστήμιο Κρήτης 19/2/2014 Χ.Κουρουνιώτης (Παν.Κρήτης) Διάλεξη 1 19/2/2014 1 / 13 Εισαγωγή Τι έχουμε μάθει; Στο πρώτο μάθημα Γραμμικής Άλγεβρας

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στο Πρόγραμμα Langlands Γεώργιος Παπάς Μεταπτυχιακή Εργασία Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μαθηματικών Αθήνα, Αύγουστος 2016 Εισηγητής: Αριστείδης Κοντογεώργης Επιτροπή Ιωάννης

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Πρόλογος 3

Περιεχόμενα. Πρόλογος 3 Πρόλογος Η Γραμμική Άλγεβρα είναι ένα σημαντικό συστατικό στο πρόγραμμα σπουδών, όχι μόνο των Μαθηματικών, αλλά και άλλων τμημάτων, όπως είναι το τμήμα Φυσικής, Χημείας, των τμημάτων του Πολυτεχνείου,

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ 80 ΝΙΚΑΙΑ ΝΕΑΠΟΛΗ ΤΗΛΕΦΩΝΟ 0965897 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΠΟΥΔΩΝ ΒΡΟΥΤΣΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΜΠΟΥΡΝΟΥΤΣΟΥ ΚΩΝ/ΝΑ ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΓΑΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ Η έννοια του μιγαδικού

Διαβάστε περισσότερα

A, και εξετάστε αν είναι διαγωνίσιμη.

A, και εξετάστε αν είναι διαγωνίσιμη. Ασκήσεις 6 Ασκήσεις Ελάχιστο Πολυώνυμο Βασικά σημεία Ορισμός ελαχίστου πολυωνύμου πίνακα και ιδιότητές του Θεώρημα (Κριτήριο διαγωνισιμότητας) Ένας είναι διαγωνίσιμος αν και μόνο αν ( x) γινόμενο διακεκριμένων

Διαβάστε περισσότερα

Αριθμητική Ανάλυση και Εφαρμογές

Αριθμητική Ανάλυση και Εφαρμογές Αριθμητική Ανάλυση και Εφαρμογές Διδάσκων: Δημήτριος Ι. Φωτιάδης Τμήμα Μηχανικών Επιστήμης Υλικών Ιωάννινα 2017-2018 Παρεμβολή και Παρεκβολή Εισαγωγή Ορισμός 6.1 Αν έχουμε στη διάθεσή μας τιμές μιας συνάρτησης

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Ι (ΘΕ ΠΛΗ 12) ΕΡΓΑΣΙΑ 2 η Ημερομηνία Αποστολής στον Φοιτητή: 28 Νοεμβρίου 2011

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Ι (ΘΕ ΠΛΗ 12) ΕΡΓΑΣΙΑ 2 η Ημερομηνία Αποστολής στον Φοιτητή: 28 Νοεμβρίου 2011 ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Ι (ΘΕ ΠΛΗ ) ΕΡΓΑΣΙΑ η Ημερομηνία Αποστολής στον Φοιτητή: 8 Νοεμβρίου 0 Ημερομηνία παράδοσης της Εργασίας: 6 Ιανουαρίου 0 Οι ασκήσεις

Διαβάστε περισσότερα

Ασκήσεις3 Διαγωνίσιμες Γραμμικές Απεικονίσεις

Ασκήσεις3 Διαγωνίσιμες Γραμμικές Απεικονίσεις Ασκήσεις 5 Βασικά σημεία Ιδιότητες ιδιόχωρων: Έστω,, Ισχύουν τα εξής Ασκήσεις Διαγωνίσιμες Γραμμικές Απεικονίσεις κάποιες διακεκριμένες ιδιοτιμές της γραμμικής απεικόνισης : V V, όπου o Αν v v 0, όπου

Διαβάστε περισσότερα

= 7. Στο σημείο αυτό θα υπενθυμίσουμε κάποιες βασικές ιδιότητες του μετασχηματισμού Laplace, δηλαδή τις

= 7. Στο σημείο αυτό θα υπενθυμίσουμε κάποιες βασικές ιδιότητες του μετασχηματισμού Laplace, δηλαδή τις 1. Εισαγωγή Δίνεται η συνάρτηση μεταφοράς = = 1 + 6 + 11 + 6 = + 6 + 11 + 6 =. 2 Στο σημείο αυτό θα υπενθυμίσουμε κάποιες βασικές ιδιότητες του μετασχηματισμού Laplace, δηλαδή τις L = 0 # και L $ % &'

Διαβάστε περισσότερα

Γενικά Μία μέθοδος κρυπτογραφίας δημοσίου κλειδιού Αντί για δακτύλιους της μορφής Z n χρησιμοποιεί ελλειπτικές καμπύλες ορισμένες σε πεπερασμένα σώματ

Γενικά Μία μέθοδος κρυπτογραφίας δημοσίου κλειδιού Αντί για δακτύλιους της μορφής Z n χρησιμοποιεί ελλειπτικές καμπύλες ορισμένες σε πεπερασμένα σώματ Γενικά Μία μέθοδος κρυπτογραφίας δημοσίου κλειδιού Αντί για δακτύλιους της μορφής Z n χρησιμοποιεί ελλειπτικές καμπύλες ορισμένες σε πεπερασμένα σώματα Βασίζεται στο πρόβλημα του διακριτού λογαρίθμου Αυξημένη

Διαβάστε περισσότερα

Τα παρακάτω σύνολα θα τα θεωρήσουμε γενικά γνωστά, αν και θα δούμε πολλές από τις ιδιότητές τους: N Z Q R C

Τα παρακάτω σύνολα θα τα θεωρήσουμε γενικά γνωστά, αν και θα δούμε πολλές από τις ιδιότητές τους: N Z Q R C Κεφάλαιο 1 Εισαγωγικές έννοιες Στο κεφάλαιο αυτό θα αναφερθούμε σε ορισμένες έννοιες, οι οποίες ίσως δεν έχουν άμεση σχέση με τους διανυσματικούς χώρους, όμως θα χρησιμοποιηθούν αρκετά κατά τη μελέτη τόσο

Διαβάστε περισσότερα

Εφαρμοσμένα Μαθηματικά ΙΙ

Εφαρμοσμένα Μαθηματικά ΙΙ Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Εφαρμοσμένα Μαθηματικά ΙΙ Διανυσματικοί Χώροι Ιωάννης Λυχναρόπουλος Μαθηματικός, MSc, PhD Διανυσματικός Χώρος επί του F Αλγεβρική δομή που αποτελείται

Διαβάστε περισσότερα

Μεταθέσεις και πίνακες μεταθέσεων

Μεταθέσεις και πίνακες μεταθέσεων Παράρτημα Α Μεταθέσεις και πίνακες μεταθέσεων Το παρόν παράρτημα βασίζεται στις σελίδες 671 8 του βιβλίου: Γ. Χ. Ψαλτάκης, Κβαντικά Συστήματα Πολλών Σωματιδίων (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο,

Διαβάστε περισσότερα

Abstract Algebra: The Basic Graduate Year: Robert B. Ash

Abstract Algebra: The Basic Graduate Year: Robert B. Ash Περιεχόμενα I Εναρξη μαθήματος 2 II Βασική άλγεβρα. Αρχικά μαθήματα 4 1 Μάθημα 1 4 1.1 Πορεία μελέτης............................ 4 1.2 Διάφορα σχόλια............................ 5 1.3 Πορεία μελέτης............................

Διαβάστε περισσότερα

3.5 Το θεώρημα Hahn-Banach σε τοπολογικούς διανυσματικούς χώρους.

3.5 Το θεώρημα Hahn-Banach σε τοπολογικούς διανυσματικούς χώρους. 7 3.5 Το θεώρημα Hah-Baach σε τοπολογικούς διανυσματικούς χώρους. Εξετάζουμε καταρχήν τη σχέση μεταξύ ενός μιγαδικού διανυσματικού χώρου E και του υποκείμενου πραγματικού χώρου E R. Έστω E μιγαδικός διανυσματικός

Διαβάστε περισσότερα

2018 Φάση 2 ιαγωνίσµατα Επανάληψης ΑΛΓΕΒΡΑ. Α' Γενικού Λυκείου. Σάββατο 21 Απριλίου 2018 ιάρκεια Εξέτασης:3 ώρες ΘΕΜΑΤΑ

2018 Φάση 2 ιαγωνίσµατα Επανάληψης ΑΛΓΕΒΡΑ. Α' Γενικού Λυκείου. Σάββατο 21 Απριλίου 2018 ιάρκεια Εξέτασης:3 ώρες ΘΕΜΑΤΑ ΘΕΜΑ A ΑΛΓΕΒΡΑ Α' Γενικού Λυκείου Σάββατο 1 Απριλίου 018 ιάρκεια Εξέτασης: ώρες ΘΕΜΑΤΑ Πεδίο ορισμού μιας συνάρτησης f (x) από ένα σύνολο Α σε ένα σύνολο Β ονομάζουμε το σύνολο Α, στο οποίο φαίνονται οι

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΘΕΩΡΕΙΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΛΥΜΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΘΕΩΡΕΙΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΛΥΜΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΘΕΩΡΕΙΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΛΥΜΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ Φροντιστήριο Μ.Ε. «ΑΙΧΜΗ» Κ.Καρτάλη 8 Βόλος Τηλ. 43598 ΠΊΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΈΝΩΝ 3. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ... 5 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΛΥΜΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ...

Διαβάστε περισσότερα

ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ (Εξ. Ιουνίου - 02/07/08) ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ (Εξ. Ιουνίου - 02/07/08) ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Ονοματεπώνυμο:......... Α.Μ....... Ετος... ΑΙΘΟΥΣΑ:....... I. (περί τις 55μ. = ++5++. Σωστό ή Λάθος: ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΑΛΓΕΒΡΑ (Εξ. Ιουνίου - //8 ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ (αʹ Αν AB = BA όπου A, B τετραγωνικά και

Διαβάστε περισσότερα

4.2 Αυτοπάθεια και ασθενής συμπάγεια * * X, x X, είναι επί του. X. Σημειώνουμε ότι υπάρχουν παραδείγματα μη

4.2 Αυτοπάθεια και ασθενής συμπάγεια * * X, x X, είναι επί του. X. Σημειώνουμε ότι υπάρχουν παραδείγματα μη 94 Ένας χώρος με νόρμα (, ( ( ( ϕ : : ϕ =, ( 4. Αυτοπάθεια και ασθενής συμπάγεια λέγεται αυτοπαθής ( refleive, αν η κανονική εμφύτευση,, είναι επί του, δηλαδή ϕ =. Παρατηρούμε ότι ένας αυτοπαθής χώρος

Διαβάστε περισσότερα